
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Τό Καζακστάν, τό Οὐζμπεκιστάν, τό Κιργιστάν καί τό Τουρκμενιστάν ἀποστασιοποιοῦνται ἀπό τήν Ἄγκυρα, προκειμένου νά ἀναπτύξουν τίς σχέσεις τους μέ τήν Εὐρώπη – Δηλώνουν ὅτι ἀποδέχονται τίς ἀποφάσεις τοῦ ΟΗΕ πού καταδικάζουν τήν εἰσβολή καί τήν κήρυξη τοῦ ψευδοκράτους
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παφνούτιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Πέρασε κατ’ ἐξοχὴν στὴν Αἴγυπτο τὴν εὐεργετικὴ καὶ πολύαθλη ζωή του. Ὅταν ξεκίνησε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἀρριανὸς γνωρίζωντας ἀπὸ τὶς διαδόσεις γιὰ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ Παφνουτίου ἐπάνω στοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμοὺς σκεπτόταν πῶς μποροῦσε νὰ τὸν συλλάβει. Ὁ Παφνούτιος συνήθιζε νὰ περνᾶ τὴν ζωή του σὲ ἐρημικοὺς τόπους καὶ κάποια ἡμέρα, κατὰ τὴν ὥρα τῆς νυχτερινῆς προσευχῆς του, Ἄγγελος Κυρίου τοῦ φανέρωσε ὅτι κηρύχθηκε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν καὶ ὅτι τὸν καταζητεῖ ὁ ἔπαρχος. Κλήθηκε μόνος του νὰ προσέλθει ἐνώπιον τῶν διωκτῶν, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς τὸν ἐπέλεξε ὡς ὄργανο γιὰ νὰ ντροπιάσει τὸν Ἀρριανὸ καὶ τὰ εἴδωλα.
Ὁ Παφνούτιος ὑπάκουσε καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὶς ὄχθες τοῦ Νείλου. Μόλις ἔφθασε, εἶδε τὸν Ἀρριανὸ νὰ ἀποβιβάζεται ἀπὸ πολυτελὲς πλοῖο μὲ συνοδεία ἀρχόντων καὶ στρατιωτῶν. Κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν γνώριζε προσωπικὰ τὸν Ἅγιο Παφνούτιο. Αὐτὸς ὅμως ἀναγνώρισε τὸν ἔπαρχο, ὁ ὁποῖος ἔκπληκτος εἶδε τὸν σεβάσμιο γέροντα νὰ προχωρεῖ πρὸς αὐτόν.
› Μὲ ζητᾶς, τοῦ εἶπε καὶ δὲν θέλησα νὰ σὲ ὑποβάλλω σὲ κόπο. Εἶμαι ὁ Παφνούτιος.
Ὁ Ἀρριανὸς τινάχθηκε. Τὸ ὄνομα τοῦ Παφνουτίου καὶ ἡ αἰφνίδια ἀφθόρμητη ἐμφάνιση καὶ παράδοσή του ἔφεραν στὸν ἔπαρχο σκοτισμὸ καὶ σύγχυση. Συνῆλθε ὅμως γρήγορα καὶ μεταχειρίσθηκε γλῶσσα ἀπρεπὴ καὶ σκληρὴ πρὸς τὸν Ἅγιο. Τὸν ἔβρισε, γιατί ἀκολουθοῦσε τὸν Χριστὸ καὶ διέγειρε τὰ πλήθη στὴν πίστη πρὸς Αὐτόν. Τὴν ἴδια στιγμὴ ἀπείλησε τὸν Ἅγιο ὅτι θὰ τὸν τιμωρήσει ἀδυσώπητα, ἂν δὲν προσκυνήσει τὰ εἴδωλα. Ὁ Παφνούτιος ἀπολογήθηκε σύντομα γιὰ τὴν πίστη του καὶ δήλωσε ὅτι δὲν ὑπάρχει γι’ αὐτὸν ἀνώτερη εὐχαρίστηση ἀπὸ τὸ νὰ βασανισθεῖ καὶ νὰ χύσει τὸ αἷμα του ὑπὲρ τοῦ Λυτρωτοῦ του.
Μὲ διαταγὴ τοῦ ἐπάρχου οἱ δήμιοι ὑπέβαλαν τὸν Παφνούτιο σὲ βασανιστήρια. Τοῦ κατέξυσαν τὶς σάρκες τόσο πολύ, ὥστε τὰ αἵματα ποὺ ἔρρεαν πότισαν τὸ ἔδαφος. Καὶ ἦταν τόσο βαθιὲς οἱ πληγὲς ποὺ εἶχαν ἀνοίξει, ὥστε φαίνονταν τὰ ἐντόσθια τοῦ Μάρτυρος. Τότε ὁ Ἅγιος Παφνούτιος ἀπηύθυνε προσευχὴ πρὸς τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ Τὸν ἱκέτευσε νὰ μὴν τὸν ἀφήσει νὰ πεθάνει, ἂν ἤθελε καὶ ἂν τὸν ἔκρινε χρήσιμο γιὰ περισσότερους ἀγῶνες στὴ φοβερὴ ἐκείνη ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία οἱ ψυχὲς εἶχαν τόση ἀνάγκη γιὰ παρηγοριὰ καὶ ἐνίσχυση.
Ἡ δέησή του εἰσακούσθηκε. Χάρη τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ φωτισμοῦ πολλῶν σκοτισμένων ἀπὸ τὴν πλάνη, ἡ Θεία Χάρη ἐπιτέλεσε ἐκπληκτικὰ πράγματα. Οἱ πληγὲς τοῦ Ἁγίου Παφνουτίου ἔκλεισαν ἐκείνη τὴ στιγμή. Οἱ δύο στρατιῶτες ποὺ τὸν κατέξυσαν, ὅταν εἶδαν τὸ θαῦμα ἔπεσαν στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου καὶ ὁμολόγησαν καὶ οἱ ἴδιοι τὸν Χριστό. Οὔτε περιορίσθηκαν μέχρι ἐκεῖ. Ἀφοῦ ἔσπευσαν πρὸς τὸν Ἀρριανό, ἀπέρριψαν τὶς στρατιωτικές τους ζῶνες καὶ δήλωσαν ὅτι ἔγιναν καὶ οἱ ἴδιοι Χριστιανοί. Ὁ Ἀρριανὸς αἰσθάνθηκε ἔκπληξη καὶ ὀργή. Ὅταν ὅμως εἶδε τὴν ἐπιμονὴ καὶ τῶν δύο, τοὺς ἀποκεφάλισε. Ὁ ἕνας ὀνομαζόταν Διονύσιος καὶ ὁ ἄλλος Καλλίμαχος καὶ ἀνέβηκαν καὶ οἱ δύο στὸν οὐρανὸ ὡς φωτεινοὶ ἀστέρες τοῦ νοητοῦ στερεώματος.
Μετὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὁ Παφνούτιος φυλακίσθηκε. Μέσα στὴν φυλακὴ ὑπῆρχαν, μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ σαράντα πρόκριτοι, ποὺ ἦταν ἔγκλειστοι ἐκεῖ, γιατί καθυστεροῦσαν τοὺς φόρους πρὸς τὸ δημόσιο. Οἱ ἄνδρες αὐτοὶ κινήθηκαν ἀπὸ θαυμασμό, ὅταν γιὰ δύο συνεχόμενες νύχτες ἔβλεπαν σὲ κάποιο σκοτεινὸ μέρος, ἐκεῖ ὅπου προσευχόταν ὁ Ἅγιος Παφνούτιος, κάποια ἐξαίσια καὶ ὑπερφυσικὴ λάμψη. Ποιὸς ἄραγε ἦταν ὁ ἄνδρας αὐτός; Ὁ Παφνούτιος ἐπωφελήθηκε ἀπὸ τὴν περιέργειά τους, γιὰ νὰ τοὺς ἑλκύσει στὴ χριστιανικὴ πίστη. Πίστεψαν δὲ ὅλοι καὶ ἀπὸ τὴν ψυχὴ τους ἦταν ἕτοιμοι καὶ γιὰ βασανισμοὺς καὶ γιὰ θάνατο.
Ὁ Ἀρριανός, ὅταν πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς αὐτό, ἐξοργίσθηκε. Ἡ κατάκτηση ἐκείνη τοῦ Παφνουτίου σὲ τόσους διακεκριμένους ἄνδρες τὸν καταθορύβησε καὶ τοῦ φάνηκε ὡς αἶσχος καὶ ἥττα ὄχι μόνο τῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας ἀλλὰ καὶ δική του. Μάταια ὅμως προσπάθησε μὲ τὸν πλέον περιποιητικὸ τρόπο νὰ ἐξευμενίσει τοὺς προκρίτους, νομίζοντας ὅτι στὸ διάβημα προέβησαν ἀπὸ ὀργὴ γιὰ τὴ φυλάκισή τους. Καὶ οἱ σαράντα ἐνέμειναν στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, προσπάθησαν μάλιστα νὰ ἑλκύσουν πρὸς αὐτὴν καὶ τὸν Ἀρριανό. Ἀλλὰ αὐτὸς εἶχε κλειστὴ τὴν ψυχή του γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὸ φῶς. Ἀφοῦ ἀπέβαλε κάθε ἐλπίδα, διέταξε νὰ θανατωθοῦν οἱ νέοι ἐκεῖνοι Χριστιανοί. Τοὺς ἔφεραν λοιπὸν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ἄναψαν πυρκαγιὰ μεγάλη καὶ εἶπαν στοὺς στρατιῶτες νὰ ρίξουν τοὺς Ἁγίους ἄνδρες σὲ αὐτήν. Ἀλλὰ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες δὲν εἶχαν τὴν ἀνάγκη βίας. Μόνοι τους, καθὼς κρατοῦσε ὁ ἕνας τὸ χέρι τοῦ ἄλλου εἰσῆλθαν χαρούμενοι στὶς φλόγες ψάλλοντας καὶ ἔτσι ἀξιώθηκαν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους.
Ὁ Θεὸς θέλησε νὰ γίνουν πραγματικότητα καὶ ἄλλες πολλὲς ἐπιστροφὲς διὰ τοῦ Ἁγίου Παφνουτίου. Καὶ ὅπως ἄλλοτε ὁ Ἰησοῦς ξέφυγε ἀνάμεσα ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς Του, ποὺ ζήτησαν νὰ Τὸν φονεύσουν, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ὁ ἴδιος ἔγινε ἄφαντος ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ Ἀρριανοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ μανία ἔγινε μεγαλύτερη.
Τὰ κατορθώματα τοῦ Παφνουτίου ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ ἐξακολούθησαν. Ἡ παρουσία του ἔφλεξε τὰ εὐσεβὴ στήθη τοῦ Εὐστοργίου καὶ τῆς Ἐρμιόνης, ποὺ ἦταν πλούσιο ἀντρόγυνο, ἐνῷ στὰ ἴχνη τους ἀκολούθησε καὶ ἡ κόρη τους Στεφανώ, μόλις δεκαοκτὼ χρονῶν στὴν ἡλικία. Ἡ πίστη κόχλαζε τώρα θερμότερα στὰ στήθη τους. Γεμάτοι ἀπὸ φιλαδελφία διαμοίραζαν τὰ πλούτη τους περιθάλποντας τοὺς διωκόμενους Χριστιανούς, τὰ ὀρφανὰ καὶ τῆς χῆρες τῶν Μαρτύρων. Προχωρώντας δὲ καὶ ἀκόμα περισσότερο μετέβαιναν καὶ στοὺς τόπους τῶν Μαρτυρίων γιὰ ἐνθάρρυνση τῶν ἀνακρινόμενων καὶ βασανιζόμενων πιστῶν.
Ὅταν ὁ Ἀρριανὸς πληροφορήθηκε τὴ διαγωγὴ αὐτῆς τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας παρέδωσε καὶ τοὺς τρεῖς στὸ θάνατο. Ἐκεῖνοι τὸν δέχθηκαν μὲ τὴν πλέον θαυμαστὴ γενναιότητα.
Τὰ ἐπιτεύγματα τοῦ Ἁγίου Παφνουτίου αὐξήθηκαν. Δέκα ἕξι νεαροί, σχεδὸν παιδιὰ ἀκόμη, τῶν ὁποίων οἱ πατέρες ἦταν ἀπὸ τοὺς σαράντα ἐκείνους ἄνδρες ποὺ τελειώθηκαν στὶς φλόγες τῆς φωτιᾶς, πίστεψαν καὶ οἱ ἴδιοι καὶ ὁμολόγησαν μὲ παρρησία τὴν πίστη τους. Ὁ Ἀρριανὸς προσπάθησε νὰ τοὺς μεταπείσει ἐπιδεικνύοντας πρὸς αὐτοὺς καὶ τὴν διαταγὴ τοῦ βασιλέως, στὴν ὁποία διαγράφονταν οἱ ὁδηγίες τοῦ διωγμοῦ. Ἰδιαίτερα ζήτησε ὁ ἔπαρχος νὰ σώσει ἀπὸ τὴν καταδίκη τὸν μικρότερο ἀπὸ τοὺς νεαροὺς ἐκείνους, ἕνα πολὺ μικρὸ παιδί, δεκατριῶν ἀκόμη χρόνων. Ἀλλὰ στὴν καρδιὰ τοῦ μικροῦ ὑπῆρχε ὥριμη ἀποφασιστικότητα καὶ φλογερὴ ἀφοσίωση πρὸς τὸν Χριστό. Ζήτησε νὰ δεῖ τὴν βασιλικὴ διαταγή. Καὶ ὅταν ὁ Ἀρριανὸς τὴν παρέδωσε στὰ χέρια του, ἐκεῖνος πῆρε τὴν πλέον τολμηρὴ ἀπόφαση. Κοντὰ ἔκαιε καὶ κάπνιζε ὁ εἰδωλολατρικὸς βωμός. Ἀφοῦ ὅρμησε λοιπόν, ὁ μικρός, ἔριξε στὴ φωτιὰ τὸ αὐτοκρατορικὸ ἔγγραφο φωνάζοντας:
› Ἕνας εἶναι ὁ Θεός, ὁ Πατέρας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τὸ θέαμα τοῦ ἐγγράφου ποὺ καιγόταν ἐξαγρίωσε τοὺς παρευρισκόμενους ἱερεῖς τῶν εἰδώλων. Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Ἀρριανός, παράφρων ἀπὸ ὀργὴ καὶ θέλοντας ἄμεση καὶ παραδειγματικὴ ἐκδίκηση, ἔριξε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια στὴ φωτιὰ τὸν ριψοκίνδυνο ἐκεῖνο νέο, ποὺ ἔπαιρνε τὴν ἔμπνευση ἀπὸ τὸν Θεό. Οἱ σάρκες του κατακαίγονταν, ἀλλὰ ἡ ὄψη του παρουσίαζε τὴν δόξα ἐκείνη ποὺ εἶχε καὶ ὁ Ἅγιος Στέφανος, ὅταν ἔπεφτε νεκρὸς ἀπὸ τοὺς λιθοβολισμοὺς τῶν Ἰουδαίων. Οἱ ὑπόλοιποι νέοι, γεμάτοι ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ ἐκεῖνο παράδειγμα τοῦ μικρότερου ἀπὸ αὐτούς, ἀπευθυνόμενοι πρὸς ἐκεῖνον ἐνῷ καιγόταν, τὸν παρακαλοῦσαν νὰ δεηθεῖ πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἀποδειχθοῦν καὶ ἐκεῖνοι ἄξιοι μιμητές του καὶ νὰ ἀξιωθοῦν τὸ στέφανο ποὺ ἔλαβαν καὶ οἱ πατέρες τους δεχόμενοι τὸ μαρτύριο.
Ὁ νέος Μάρτυρας παρέδωσε τὴν ἅγια ψυχή του, ἀφοῦ σφράγισε τὸ πρόσωπό του μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Δὲν ἄργησαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν στὸν μαρτυρικὸ δρόμο οἱ ὑπόλοιποι φίλοι καὶ συμμαθητές του. Ἦταν δεκαπέντε καὶ κανένας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν λιποψύχησε μέχρι τὴν τελευταία στιγμή. Καὶ ὅταν ὁδηγοῦνταν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη γιὰ νὰ ἐκτελεσθοῦν, προσεύχονταν καὶ ἔψαλλαν.
Ὁ Ἅγιος Παφνούτιος ἐξακολούθησε νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Κάποια ἡμέρα, κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ Νείλου, συνάντησε ὀγδόντα ἁλιεῖς νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὶς βάρκες τους καὶ τὰ δίχτυά τους. Τοὺς ἁλίευσε καὶ αὐτούς. Πίστεψαν στὸν Χριστό, διαλαλοῦσαν τὴν πίστη τους καὶ τὴν ἐπισφράγισαν καὶ αὐτοὶ μὲ τὸν μαρτυρικὸ θάνατό τους.
Μετὰ ἀπὸ λίγο διάστημα ὁ Ἅγιος Παφνούτιος προσῆλθε μόνος του στὸν Ἀρριανό. Ἡ ἄγρια χαρὰ τοῦ ἐπάρχου ὑπῆρξε ἀπερίγραπτη, ὅταν ἔλαβε καὶ πάλι στὰ χέρια του τὸν πρωτεργάτη τῆς δικῆς του λύπης καὶ ντροπῆς. Διέταξε νὰ θανατωθεῖ μὲ τὸ φρικτὸ βασανιστήριο τοῦ τροχοῦ. Ἀλλὰ τὰ μέλη τοῦ Ἁγίου ὅταν κατακόβονταν, ἀμέσως θεραπεύονταν καὶ ὁ θεωρούμενος ὡς πτῶμα καὶ σύντριμμα παρουσιάσθηκε τελικὰ γεμάτος ζωή.
Ὁ Ἀρριανὸς προσῆλθε μετὰ ἀπὸ κάποια ὥρα γιὰ νὰ δεῖ τὸ πτῶμα τοῦ Ἁγίου. Ἀλλὰ ὁ Παφνούτιος βρέθηκε ὄρθιος ἐνώπιόν του καὶ τοῦ εἶπε:
› Μὲ γνωρίζεις, Ἀρριανέ; Ὅλα αὐτὰ τὰ θαυμάσια σχετικὰ μὲ ἐμένα τὰ πραγματοποιεῖ ὁ Κύριός μου Ἰησοῦς Χριστός, γιὰ νὰ ἐλεγχθεῖ ἡ ἀσέβειά σου καὶ γιὰ νὰ καταλάβεις ὅτι πολεμώντας ἐνάντια σὲ Αὐτόν, χτυπᾶς στὸ κέντρο. Καὶ γιὰ νὰ καταλάβεις ἐπίσης ὅτι λατρεύεις κουφὰ καὶ τυφλὰ εἴδωλα κατασκευασμένα ἀπὸ ὕλη ἀναίσθητη.
Ὁ Ἀρριανὸς δὲν ἤξερε τί νὰ ἀπαντήσει στὴν πρώτη ἐκείνη στιγμὴ τῆς καταπλήξεως καὶ τοῦ θαυμασμοῦ. Μίλησε ὅμως ὁ πραιπόζιτος Εὐσέβιος, ποὺ ἦταν παρὼν ἐκεῖ. Δήλωσε ὅτι καὶ αὐτός, ἀπέναντι σὲ τόσο ἀκαταμάχητα θαύματα, ἀποκηρύσσει τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων καὶ κηρύττει τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Καὶ ἀφοῦ ἀποτάνθηκε στοὺς τετρακόσιους στρατιῶτες ποὺ παρευρίσκονταν ἐκεῖ, τοὺς κάλεσε μὲ τὸν πλέον φλογερὸ τόνο νὰ κάνουν καὶ ἐκεῖνοι τὸ ἴδιο. Οἱ στρατιῶτες, ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὴ σκολιότητα καὶ τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τῶν ἀνωτέρων λετουργῶν τοῦ εἰδωλολατρικοῦ καθεστῶτος, ψυχὲς ἁπλὲς καὶ εὐθεῖες καθὼς ἦταν καὶ γι’ αὐτὸ ἐπιδεκτικὲς τῆς ἀλήθειας καὶ τοῦ φωτός, ἀκολούθησαν τὸ παράδειγμα τοῦ πραιπόζιτου. Μὲ φωνὴ μεγάλη, ποὺ κάλυψε ὅλη τὴ γύρω ἔκταση, ὁμολόγησαν τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου στόλισε τὰ μέτωπα καὶ τῶν νέων αὐτῶν ἀθλητῶν. Σὲ τέσσερις τεράστιες πυρακτωμένες καμίνους καὶ μέσα στὶς φλόγες ὁ πραιπόζιτος Εὐσέβιος καὶ οἱ τετρακόσιοι στρατιῶτες βρῆκαν ἔνδοξο θάνατο ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ μία ἀκόμη φορὰ πραγματοποιήθηκε μέσῳ τοῦ Ἁγίου Παφνουτίου θαῦμα ἱκανὸ νὰ κερδίσει καὶ τὴν περισσότερο ἄπιστη ψυχή, σὲ ὅποια τυχὸν εἶχε ἀπομείνει ἴχνος λογικῆς καὶ καθαρᾶς καρδίας. Ἀφοῦ συνέλαβε ὁ Ἀρριανὸς τὸν Παφνούτιο, τὸν ἔριξε στὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ Νείλου μὲ μία μεγάλη πέτρα στὸ λαιμό. Ὁ Ἅγιος Παφνούτιος φάνηκε νὰ ἐξαφανίζεται στὰ βάθη καὶ ὁ Ἀρριανὸς ἐξακολούθησε τὸ ταξίδι του στὸ μεγαλοπρεπὲς πλοῖο του. Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ κάποια λεπτά, μπροστὰ στὸ πλοῖο τοῦ ἐπάρχου, παρουσιάσθηκε ὁ Ἅγιος, λέγοντάς του ἀπὸ τὰ νερά:
› Ἀρριανέ, ἐσὺ μὲν χρειάζεσαι πλοῖο καὶ ἄνεμο γιὰ νὰ πλέεις. Ἐγὼ ὅμως οὔτε πλοῖο οὔτε ἄνεμο χρειάζομαι, γιατί κυβερνήτης μου εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος καὶ τὴ φορὰ αὐτὴ μὲ λύτρωσε ἀπὸ τὸν θάνατο.
Ὁ Ἀρριανὸς καταλήφθηκε ἀπὸ φόβο, ἀλλὰ ἡ πωρωμένη του ψυχὴ ἔμεινε ἀφώτιστη. Συνέλαβε τὸν Ἅγιο Παφνούτιο καὶ τὸν ἔστειλε πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Διοκλητιανό, μὲ σύντομη ἔκθεση γιὰ ὅσα συνέβησαν σὲ σχέση μὲ τὸν Χριστιανὸ αὐτό. Ὁ Διοκλητιανὸς προσπάθησε νὰ κατανικήσει ὁ ἴδιος τὴν πίστη τοῦ Παφνουτίου. Ἀλλὰ γρήγορα εἶδε ὅτι ἡ ἀπόπειρα δὲν μποροῦσε νὰ καρποφορήσει. Διέταξε λοιπὸν τὴν σταύρωση τοῦ Ἁγίου καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀφοῦ τὸ θέλησε καὶ ὁ ἴδιος περισσότερο αὐτὴν τὴν φορά, ὁ μέγας ἐκεῖνος Ἅγιος ἔλαβε μαρτυρικὸ τέλος καὶ τετρακόσιοι σαράντα ἕξι πιστοὶ ποὺ ἦλθαν στὴν πίστη μέσῳ αὐτοῦ κάτω ἀπὸ τὴν ἔνθεη ὤθησή του, ἔλαβαν καὶ ἐκεῖνοι τὸ μαρτυρικὸ στέφανο.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τους καὶ στὶς 25 Σεπτεμβρίου.
(Πηγή: «Ὁ Ἅγιος Παφνούτιος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ Ἱεροσολυμήτης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πεντακόσιοι τεσσαράκοντα ἕξι Μάρτυρες», Μέγας Συναξαριστής)
Ο βίος καί η πολιτεία του μάς δίνουν τήν αφορμή νά τονίσουμε τά ακόλουθα:
Πρώτον. Τό θαύμα δέν γεννά τήν πίστη, αλλά η πίστη τό θαύμα. Βέβαια, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τίς οποίες κάποιο θαύμα έγινε αιτία νά πιστέψουν στόν αληθινό Θεό καλοπροαίρετοι άνθρωποι, αλλά τό γεγονός αυτό αποτελεί εξαίρεση. Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, κάθε κανόνας έχει καί τίς εξαιρέσεις του, οι οποίες μάλιστα τόν επιβεβαιώνουν. Οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι αργά ή γρήγορα, μέ τόν έναν ή τόν άλλον τρόπο, ακόμα καί χωρίς τό θαύμα, θά βρούν τόν δρόμο τους. Δηλαδή, ο Θεός θά οικονομήση τά γεγονότα τής ζωής τους μέ τέτοιον τρόπο, ούτως ώστε νά Τόν γνωρίσουν καί νά αποκτήσουν προσωπική κοινωνία μαζί Του.
Όποιος δέν είναι καλοπροαίρετος, δέν πρόκειται νά πιστέψη, έστω καί άν μπροστά στά μάτια του αναστηθή νεκρός. Ζωντανό παράδειγμα ο έπαρχος Αρριανός, καθώς επίσης οι γραμματείς καί φαρισαίοι τής εποχής τού Χριστού, όπως καί πολλοί άλλοι. Άλλωστε, είναι γνωστή η παραβολή «τού πλουσίου καί τού Λαζάρου», όπου εκεί ο πατριάρχης Αβραάμ, στόν κόλπο τού οποίου αναπαυόταν ο πτωχός Λάζαρος, άκουσε τόν πλούσιο νά τού ζητά νά κάνη θαύμα καί μάλιστα νεκρανάσταση. Δηλαδή, ο πλούσιος ήθελε νά αναστηθή ο Λάζαρος, γιά νά πιστέψουν οι αδελφοί του καί νά μετανοήσουν, ούτως ώστε νά μή πάνε καί αυτοί μετά τόν θάνατό τους, όπως εκείνος, στόν τόπο τής βασάνου. Ο Αβραάμ, δηλαδή, ο Θεός, τού απάντησε λέγοντάς του τόν γνωστόν λόγο: «ει Μωϋσέως καί τών προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται».
Έπειτα, γιά νά πιστέψη κανείς στόν Χριστό θά πρέπει νά τό λέγη η καρδιά του, δηλαδή νά είναι αληθινό παλληκάρι. Επειδή στήν συνέχεια θά πρέπει νά απαρνηθή τόν παλαιό εαυτό του, μέ τά πάθη καί τίς αμαρτωλές επιθυμίες του, καί νά ενδυθή τόν νέον «κατ’ εικόνα τού κτίσαντος αυτόν», καί γιά τόν αγώνα αυτόν απαιτείται πνευματική ανδρεία καί λεβεντιά.
Δεύτερον. Η συνείδηση τού ανθρώπου πού δέν μετανοεί γιά τίς αμαρτίες του, μέ τόν καιρό αμβλύνεται καί δέν τόν ελέγχει. Ο άγιος Ιωάννης τής «Κλίμακος» λέγει ότι:
«... όταν η συνείδηση παύση νά μάς ελέγχη γιά τίς αμαρτίες άς προσέξουμε μήπως αυτό δέν οφείλεται στήν καθαρότητα, αλλά στήν κόπωση καί άμβλυνση αυτής, τής συνειδήσεως, εξ αιτίας πλήθους αμαρτιών.»
Τό χειρότερο δέ είναι ότι εκείνος πού ευρίσκεται σέ αυτήν τήν κατάσταση αισθάνεται καί πιστεύει ότι όλα όσα κάνει είναι σωστά. Καί γιά νά συνέλθη από αυτήν τήν κατάσταση, τής πνευματικής αναισθησίας, χρειάζεται, ίσως, νά γίνη κάποιος ισχυρός σεισμός μέσα του, προκειμένου νά γκρεμισθούν τά είδωλα, τά οποία κατασκεύασε καί λατρεύει, καί πρώτα απ' όλα τό είδωλο τού εαυτού του. Η συνείδηση, κατά τόν άγιο Ιωάννη τής «Κλίμακος», είναι:
«... ο λόγος καί ο έλεγχος τού φύλακά μας Αγγέλου, ο οποίος μάς δόθηκε στό Βάπτισμα καί γι’ αυτόν τόν λόγο βλέπουμε ότι οι αβάπτιστοι δέν αισθάνονται έντονες τύψεις γιά τίς κακές τους πράξεις, αλλά πολύ ελαφρές.»
Σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τής Ορθοδόξου Εκκλησίας κάθε πιστός έχει τόν φύλακα Άγγελό του, ο οποίος τού δόθηκε από τόν Θεό κατά τήν βάπτισή του γιά νά τόν συνοδεύη καί νά τόν προστατεύη. Καί όταν πορεύεται σύμφωνα μέ τό θέλημα τού Θεού, ο φύλακας Άγγελός του χαίρεται, ενώ, όταν αμαρτάνη, τόν ελέγχει από αγάπη, γιά νά τόν οδηγήση στήν μετάνοια. Επειδή μέ τήν μετάνοια καθαρίζεται από τήν αμαρτία καί λαμβάνει εκ νέου τήν Χάρη τού Θεού τήν οποία απώλεσε, αλλά καί επανέρχεται στήν οδό από τήν οποία ξεστράτισε, αφού η αμαρτία δέν είναι απλώς παράβαση, μέ τήν νομική έννοια τού όρου, κάποιας εντολής, αλλά κυρίως η απομάκρυνση από τόν Χριστό καί η απώλεια τής αιωνίου θείας ζωής.
Η αγαθή συνείδηση συνδέεται μέ τήν καθαρότητα τής καρδιάς τού ανθρώπου καί τήν ενοίκηση τής ακτίστου Χάριτος τού Θεού μέσα στήν ύπαρξή του. Επομένως, τό μεγαλύτερο θαύμα, τό οποίο θά πρέπει νά ευχόμαστε νά συμβή στήν ζωή μας, είναι η αληθινή μετάνοια.
(Πηγή: «Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ιερομάρτυς Παφνούτιος Ο Ιεροσολυμίτης 19 Απριλίου», Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα, Εκκλησιαστική Παρέμβαση)
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Θυσίαν τὴν ἔνθεον, πιστῶς προσφέρων Θεῶ, ὡς θῦμα εὐπρόσδεκτον, προσανηνέχθης αὐτῶ, ἀθλήσεως ἄνθραξιν ὅθεν ὡς ἱερέα, καὶ στερρὸν Ἀθλοφόρον, ἔδειξε σὲ ὁ Κτίστης, χαρισμάτων ταμεῖον ἐξ ὧν καὶ ἠμὶν Παράσχου, ἱερομάρτυς Παφνούτιε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Παφνούτιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Αἱμάτων ῥοαῖς, στολήν σου τὴν ὑπέρτιμον, φοινίξας λαμπρῶς, Παφνούτιε μακάριε, χαρμοσύνως ἔδραμες, πρὸς ναόν κραυγάζων τὸν οὐράνιον· Τῆς ζωῆς σὺ Σῶτερ πηγή, ὁ πᾶσι βλυστάνων, οἰκτιρμῶν ποταμούς.
Μεγαλυνάριον
Θείας βασιλείας σε κοινωνόν, Παφνούτιε μάκαρ, ἀπειργάσατο ὁ Χριστός· τούτου γὰρ τὸ πάθος, ἔφερες τῇ σαρκί σου, διὸ παθῶν λυτροῦσαι, τοὺς σὲ γεραίροντας.
Ποιός θα ακούσει χωρίς να δακρύσει και να συγκινηθεί το ένδοξο και κατανυκτικό μαρτύριο του Οσιομάρτυρα και Νεομάρτυρα Αγαθαγγέλου, με το οποίο δοξάσθηκε ο Θεός, η Ορθοδοξία και το Γένος μας, ιδιαίτερα δε η Σεβασμία Μονή μας (σημ. Ι.Μ. Εσφιγμένου), η οποία τον προετοίμασε γιά τον δοξασμένο θρίαμβο;
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Βίκτωρ, Ἐπίσκοπος Γκλάζωφ, κατὰ κόσμον Κωνσταντίνος Ἀλεξάνδροβιτς Ὀστροβίντωφ, διετέλεσε βικάριος τῆς ἐπαρχίας Βιάτσκαγια καὶ γεννήθηκε στὶς 20 Μαΐου τοῦ 1875 στὸ χωριὸ Ζολοτόε τῆς περιφέρειας Σαρατόβσκαγια. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱεροψάλτης καὶ ἡ οἰκογένειά του τὸν ἀνέθρεψε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου.
Ὁ Κωνσταντίνος φοίτησε ἀρχικὰ στὴν ἱερατικὴ σχολὴ τοῦ Σαράτωβ καὶ στὴν συνέχεια στὴν ἱερατικὴ ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Φοιτητής, ἀκόμη, κείρεται μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Βίκτωρ. Τὸ ἔτος 1903 ἀποφοιτᾶ ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκαδημία ὡς διδάκτωρ τῆς Θεολογίας καὶ διορίζεται ὑπεύθυνος τοῦ ναοῦ Τρόιτσκι τῆς πόλεως Χβαλίνσκ. Ἀπὸ τὸ 1905 ἕως τὸ 1908 ὁ Βίκτωρ κατέχει τὴν θέση τοῦ ἱερομονάχου τῆς ἱεραποστολῆς τῶν Ἱεροσολύμων καὶ μετὰ τὸ 1908 γίνεται ἐπιθεωρητὴς τῆς ἱερατικῆς σχολῆς τῆς πόλεως τοῦ Ἀρχαγγέλσκ.
Μετὰ ἀπὸ λίγο μετατίθεται στὴν πρωτεύουσα καὶ διορίζεται ὡς ἱερομόναχος τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ. Τὸ 1910 γίνεται ἀρχιμανδρίτης καὶ ἀναλαμβάνει καθήκοντα ἡγουμένου τῆς μονῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ζελενέτσκ, ποὺ βρίσκεται στὴν ἐπαρχία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Στὴν δύσκολη περίοδο τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, ἀπὸ τὶς 21 Φεβρουαρίου ἕως τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1919, ὁ ἀρχιμανδρίτης Βίκτωρ ἐκτελεῖ τὰ καθήκοντα τοῦ ὑπευθύνου τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου.
Τὸ ἔτος 1919 ὁ Ἅγιος Βίκτωρ συλλαμβάνεται στὴν Ἁγία Πετρούπολη, σὲ λίγο ὅμως ἀποφυλακίζεται. Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1920 χειροτονεῖται Ἐπίσκοπος Οὐρζούμσκι καὶ βικάριος τῆς ἐπαρχίας Βιάτσκαγια. Τὴν ἴδια χρονιὰ τὸ στρατοδικεῖο τῆς ἐπαναστάσεως τῆς ἐπαρχίας Βιάτσκαγια καταδικάζει τὸν ἀρχιερέα Βίκτωρα σὲ φυλάκιση μέχρι τὸ τέλος τοῦ πολέμου μὲ τὴν Πολωνία, ὅμως σὲ πέντε μῆνες ἀποφυλακίζεται. Λόγω τῶν ἔντονων διαδηλώσεών του συλλαμβάνεται καὶ πάλι στὶς 12 Αὐγούστου τοῦ 1922 καὶ ἐκτοπίζεται γιὰ τρία χρόνια στὴν περιοχὴ τοῦ Ναρίμ. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὸ ἔτος 1924, τοῦ ἀφαιρεῖται τὸ δικαίωμα παραμονῆς σὲ μεγάλες πόλεις. Ὁ Ἐπίσκοπος ἐπιστρέφει στὴ Βιάτκα καὶ τὴν ἴδια χρονιὰ διορίζεται Ἐπίσκοπος τοῦ Γκλαζὼφ καὶ προσωρινὸς διοικητὴς τῆς ἐπαρχίας Βιάτσκαγια καὶ Ὄμσκαγια. Στὶς 14 Μαΐου τοῦ 1926 συλλαμβάνεται καὶ πάλι κατηγορεῖται γιὰ ὀργάνωση παράνομου ἐπαρχιακοῦ γραφείου καὶ ἐκτοπίζεται γιὰ τρία χρόνια μὲ ἀφαίρεση τοῦ δικαιώματος παραμονῆς, ὄχι μόνο σὲ μεγάλες πόλεις, ἀλλὰ καὶ στὴν ἐπαρχία Βάτσκαγια. Ἔτσι μένει πλέον στὴν πόλη Γκλάζοβο. Τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1926 τοῦ ἀνατίθεται ἡ διοίκηση τῆς γειτονικῆς ἐπαρχίας Βότκινσκαγια καὶ τῆς ἐπαρχίας Ἰζέβσκαγια.
Τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1927 ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ ἀπευθύνεται στὸν Μητροπολίτη Σέργιο, μὲ ἐπιστολὴ στὴν ὁποία τὸν προειδοποιεῖ γιὰ τὶς κακὲς συνέπειες τοῦ συμβιβασμοῦ μὲ τοὺς ἄθεους. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ μετατίθεται στὸ Σάντρινκ μὲ δικαίωμα διοικήσεως τῆς ἐπαρχίας Αἰκατερινμπούργκσκαγια. Ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει στὴν ἀπόφαση τῆς Συνόδου καὶ δὲν ἔφυγε γιὰ τὸ Σάντρινκ.
Ὁ Ἅγιος ἀπέρριπτε τὴν ἰδέα τῆς «νόμιμης ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας» μέσῳ τῆς δημιουργίας μιᾶς Κεντρικῆς Διοικήσεως ἀναγνωρισμένης ἀπὸ τὴν ἐξουσία, ἡ ὁποία δῆθεν θὰ ἐξασφάλιζε τὴν ἐξωτερικὴ ἠρεμία τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ τὸ σχέδιο ὑποταγῆς τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἐξουσία τὸ θεωροῦσε ὡς ἀλλοτρίωση καὶ μέσο τὸ ὁποῖο μετέτρεπε τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ οἶκο τοῦ Θεοῦ σὲ μία κοσμικὴ ὀργάνωση τῆς ἐξουσίας.
Τὸν Μάρτιο τοῦ 1928 ὁ Ἅγιος ἀποστέλλει νέα ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς ἱερεῖς, μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς προφυλάξει ἀπὸ τὴν ἰδέα τῆς βίαιης ἑνώσεως τῆς Ἐκκλησίας (μὲ τρόπο ποὺ θὰ μετατραπεῖ σὲ κομματικὴ ὀργάνωση) μὲ τὴν κρατικὴ ἐξουσία. «Τὸ θέμα μας», ἔγραφε, «εὑρίσκεται ὄχι στὴν ἀποχώρηση ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ στὴν ὑπεράσπιση τῆς ἀλήθειας».
Στὶς 22 Μαρτίου τοῦ 1928 συλλαμβάνεται στὸ Γκλάζωφ καὶ καταδικάζεται σὲ τρία χρόνια φυλακίσεως σὲ στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς παραμονῆς του στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως τῆς νήσου Σολόφσκι ἐργάζεται ὡς λογιστής, λειτουργεῖ κρυφὰ καὶ χειροτονεῖ μὲ ἄλλους Ἐπισκόπους, Ἀρχιερεῖς γιὰ τὴν Ἐκκλησία.
Σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ στρατοπέδου ἀπαγορευόταν ἡ μακριὰ ἐνδυμασία καὶ ὅλοι οἱ κρατούμενοι ἔπρεπε νὰ κουρευτοῦν. Ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει σὲ αὐτὴ τὴ διάταξη. Ἔτσι τὸν ἔκλεισαν στὴν ἀπομόνωση, διὰ τῆς βίας τὸν ξύρισαν καὶ ἔκοψαν τὰ μαλλιά του τραυματίζοντας τον στὸ πρόσωπο, καὶ κόντυναν τὰ ἐνδύματά του.
Τὸ ἔτος 1931, μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του, διαμένει στὸ χωριὸ Οὔστ – Τσίλμα τῆς βόρειας Ρωσίας. Ὅμως σὲ μερικοὺς μῆνες, τὸ 1932, συλλαμβάνεται πάλι καὶ ἐξορίζεται αὐτὴ τὴν φορὰ στὴν Αὐτονομία τῶν Κόμι, στὴ Σιβηρία. Ἐδῶ, στὸ χωριὸ Νέριτσα, ἔζησε τρία χρόνια. Ὁ Ἅγιος βοηθοῦσε τοὺς χωρικοὺς στὶς δουλειὲς καὶ συζητοῦσε μαζί τους γιὰ τὴν πίστη. Συχνὰ ἀπομακρυνόταν στὸ δάσος καὶ προσευχόταν.
Ἀγωνιζόμενος γιὰ τὴν ἀλήθεια ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ δέχθηκε ὅλα τὰ βάσανα μὲ πνευματικὴ χαρὰ καὶ ὑπομονή, μιμούμενος τοὺς Μάρτυρες τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ διατηρώντας μία ἀξιοθαύμαστη πνευματικὴ ἠρεμία καὶ εἰρήνη. Κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1934 ἀπὸ πνευμονία.
Στὶς 18 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1997 τὰ ἱερὰ λείψανά του βρέθηκαν ἄφθαρτα στὸ κοιμητήριο τοῦ χωριοῦ Νέριτσα, παρόλο ποὺ ἔμειναν ἐνταφιασμένα σὲ βαλτῶδες ἔδαφος περὶ τὰ ἑξήντα τρία χρόνια. Μεταφέρθηκαν στὴ Μόσχα καὶ στὶς 2 Δεκεμβρίου τοῦ 1997 πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπίσημη μετακομιδὴ τους στὸ γυναικεῖο μοναστήρι τῆς πόλεως Βιάτκα.
Πηγή: Μέγας Συναξαριστής
Yπ’ αριθμόν 177 πολεμικό ανακοινωθέν:
«Τα Στρατεύματά μας εν Αλβανία συνεχίζουσι κανονικώς τον αγώνα τον. Συνεπεία των εν Μακεδονία επιχειρήσεων κατά των Γερμανών, διεξήγαγον επιτυχώς ελιγμόν συμπτύξεως, χωρίς να ενοχληθώσι παρά του εχθρού. Εις όσας περιπτώσεις ο εχθρός επεχείρησε να παρενοχλήση την κίνησιν ημετέρων Μονάδων, αύται αναστραφείσαι τον έτρεψαν εις φυγήν και τω επροξένησαν πολλάς απωλείας. Δύο Συντάγματά μας διεκρίθησαν ιδιαιτέρως εις ταοιαύτην επιχείρησιν και διεμνημονεύθησαν αι Σημαίαι των.
Μόνο η Ελληνική φυλή μπόρεσε να νιώσει τόσο έντονα την μυστηριακή οδό του φωτός, του μαρτυρίου και της Αναστάσεως. Ήταν η αποθέωση μίας οδού που γνώριζε καλά.
Θὰ προσπαθήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ πῶ ἕνα λόγο στὴν σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ.
- Γέροντα, πώς μπορεί να ζήση κανείς πνευματικά τις γιορτές;
Στις 6 Απριλίου 1453 ο τουρκικός στρατός πλησίασε στα τείχη της Βασιλίδος των Πόλεων και έλαβε θέσεις σε απόσταση όχι μεγαλύτερη των 1.200 μέτρων από αυτά. Πριν την έναρξη των επιθέσεων ο σουλτάνος Μωάμεθ Β’, όπως αναφέρει ο τουρκόφιλος Κριτόβουλος ο Ίμβριος, ζήτησε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο να του παραδώσει την Πόλη, αλλά έλαβε την πρώτη αρνητική απάντηση.
Το Προεδρικό Διάταγμα λαμβάνει υπόψη τη συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών Ελλάδας - Ιταλίας του 2020
Το 1971 Ινδία και Πακιστάν πολεμούσαν μεταξύ τους για μια ακόμα φορά. Την εποχή εκείνη κύριος ναύσταθμος του πακιστανικού ναυτικού ήταν το Καράτσι που ήταν το βασικό λιμάνι και εμπορικό κέντρο της χώρας. Κατά συνέπεια η ασφάλεια του Καράτσι αποτελούσε απόλυτη προτεραιότητα των Πακιστανών.
Ο π. Παναγιώτης Καρκαλής διετέλεσε Ιερεύς και Εφημέριος στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής, στην Λυκίαση Αινείας Μεσσηνίας, στην Ιερά Μητρόπολη Μεσσηνίας.
Η συνέχεια στον παρακάτω σύνδεσμο:
https://holy-martyrs.com/index.php?title=Παναγιώτης_Καρκαλής
Το Μεγάλο Σάββατο του έτους 1579 μ.Χ., οι Αρμένιοι δωροδόκησαν τους Τούρκους που κατείχαν τα Ιεροσόλυμα και το Μεγάλο Σάββατο εισήλθε στον Πανάγιο Τάφο ο δικός τους Πατριάρχης να πάρει το Άγιο Φώς. Οι Τούρκοι κυβερνήτες απαγόρευσαν στον Έλληνα πατριάρχη και στους ορθοδόξους πιστούς να εισέλθουν στον Ναό της Αναστάσεως για την καθιερωμένη τελετή του Αγίου Φωτός.
Τα συγγράμματα που αναφέρονται στο γεγονός δεν προσδιορίζουν το ακριβές έτος. Αναφέρουν, όμως, ότι την περίοδο εκείνη πατριάρχης Ιεροσολύμων ήταν ο Σωφρόνιος, ενώ πατριάρχες Κων/πόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας ήταν αντιστοίχως ο Ιερεμίας, ο Σιλβέστρος και ο Ιωακείμ. Tέλος, σουλτάνος της οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν ο Μουράτ Γ΄[2]. Αν ανατρέξουμε στους επίσημους καταλόγους (ή στις ιστοσελίδες) των τεσσάρων αυτών Πατριαρχείων, διαπιστώνουμε πως οι τέσσερις ελληνορθόδοξοι πατριάρχες πράγματι διετέλεσαν τα καθήκοντά τους στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα· και αν εξετάσουμε την ακριβή περίοδο πατριαρχίας του καθενός, και την αντίστοιχη περίοδο βασιλείας του σουλτάνου Μουράτ Γ΄, προκύπτει ότι το μοναδικό έτος που συνέπεσε η διοίκηση των πέντε αντρών είναι το 1579[1].
Έτσι, οι Ορθόδοξοι με τον Πατριάρχη ήλθαν και έμειναν έξω από το Ναό της Αναστάσεως, στην Αγία Αυλή. Η λύπη τους ήταν μεγάλη, γι᾽ αυτό προσεύχονταν στον Κύριο με πολύ πόνο. Εν τω μεταξύ, εντός του Ναού ο Πατριάρχης των Αρμενίων και οι Αρμένιοι επίσης προσεύχονταν και παρακαλούσαν τον Κύριο να λάβουν το Άγιο Φως, αλλά τούτο δεν εμφανιζόταν. Το πλήθος των πιστών παρέμεινε στο προαύλιο του ναού καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, αλλά ακόμη και μετά τη δύση του ηλίου.
Ο Πατριάρχης Σωφρόνιος Δ΄, που διήνυε το πρώτο έτος της πατριαρχίας του, στεκόταν προσευχόμενος στο αριστερό μέρος της πύλης του ναού, πλησίον ενός κίονα. Και ξαφνικά, ενώ είχε ήδη πέσει η νύχτα, ο κίονας διερράγη και το Άγιο Φως ξεπήδησε από το εσωτερικό του. Ο πατριάρχης άναψε αμέσως τη λαμπάδα του και μεταλαμπάδευσε το Άγιο Φως στους πιστούς. Μέσα σε λίγα λεπτά, η ιερή φλόγα εξαπλώθηκε σε όλους τους παρευρισκόμενους και το προαύλιο του ναού φωτίστηκε. Οι έκπληκτοι Τούρκοι φρουροί άνοιξαν τότε τις πύλες του ναού και ο πατριάρχης, μαζί με το πλήθος των ορθοδόξων, κατευθύνθηκαν πανηγυρικά προς τον Πανάγιο Τάφο.
Τα γεγονότα εκείνης της ημέρας καταγράφονται σε όλα τα αποκαλούμενα Προσκυνητάρια Ιεροσολύμων, που είναι οδηγοί για τους προσκυνητές των Αγίων Τόπων. Το αρχαιότερο απ’ αυτά τα Προσκυνητάρια, στο οποίο αναφέρεται η διάρρηξη του κίονα, περιέχεται σε ένα πολύτιμο χειρόγραφο που βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Μονάχου. Πρόκειται για τον κώδικα Monacensis Graec. 346[3], ο οποίος περιέχει το Προσκυνητάριο του ιερομόναχου Ανανία. Το χειρόγραφο, γραμμένο από τον Κρητικό ιερομόναχο Ακάκιο το 1634, είναι αντίγραφο του αρχικού έργου του ιερομόναχου Ανανία το οποίο εγράφη το 1608, δηλαδή 29 έτη μετά το θαύμα που περιγράφει. Αυτό σημαίνει πως ο Ανανίας είχε τη δυνατότητα να συλλέξει στοιχεία για το θαύμα από ανθρώπους που βίωσαν τα γεγονότα.
Το χειρόγραφο της Βιβλιοθήκης του Μονάχου εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1890 από τον Παπαδόπουλο-Κεραμέα στην Αγία Πετρούπολη[5], με ταυτόχρονη ρωσική μετάφραση. Σύμφωνα με την καταγραφή του Κρητικού Ακάκιου, ο ιερομόναχος Ανανίας διηγείται με ανορθόγραφο τρόπο τα εξής:
«Έξω δε της Αγίας Πόρτας, πλησίον εις το δυτικόν μέρος, είναι γ΄ κολόναις μαρμαρέναις, και από την μεσινήν κολόναν, λέγουν, ότι ευγήκεν το Άγιον Φως τον παλαιόν καιρόν. Και είναι σχισμένη καμπόσον και φαίνεται έως την σήμερον. Και αυτό το θαύμα το έδειξεν ο θεός τοιουτοτρόπως, επειδή λέγουν, ότι εις τον καιρόν εκείνον δεν άφησαν, εκείνοι οπού όριζαν τον πατριάρχην, να σέβουν [εισέλθουν] μέσα να κάμουν την εορτήν της Λαμπράς, κατά την συνήθειαν. Ο δε πατριάρχης εστάθη έξω με τον λαόν εις την αυλήν Μεγάλω Σαββάτω βραδί λυπημένοι. Και εκρατούσαν και τα κηρία εις τα χέρια τους. Και ο πατριάρχης έστεκε πλησίον εις τον θρόνον της αγίας Ελένης, εις μίαν κολόναν κοντά. Και τότε λέγουν ότι ευγήκε το Άγιον Φως απ’ εκείνην την κολόναν οπού είπαμεν πως είναι σχισμένη καμπόσον, και υπήγε απάνω εις την κολόνα οπού έστεκεν ο πατριάρχης πλησίον. Και τότε άναψε τα κηρία οπού εκράτει ο πατριάρχης και απεκήνα άναψε και ο λαός από τας χείρας του πατριάρχου κατά την συνήθειαν. Τότε λέγει όταν ίδαν αυτό το θαύμα εκείνοι οπού όριζαν, άνοιξαν την αγίαν πόρταν και εσέβηκεν [εισήλθε] ο πατριάρχης με τον λαόν και έκαμαν την εορτήν, κατά το έθος.»
Η ίδια διήγηση, με κάποιες επιπλέον πληροφορίες, περιλαμβάνεται σε πολλά Προσκυνητάρια της Ιερουσαλήμ που εκδόθηκαν τους επόμενους αιώνες. Η αρχαιότερη έκδοση αυτών των προσκυνηματικών οδηγών συναντάται στη Βιέννη, το 1749, με τίτλο Προσκυνητάριον της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ, γραμμένη από τον αρχιμανδρίτη και φύλακα του αγίου Τάφου, Συμεών. Στο έργο επιβεβαιώνεται ότι το σχίσιμο και η ανάφλεξη του κίονα έλαβαν χώρα την ώρα που έπεφτε η νύχτα. Γράφει ο αρχιμανδρίτης Συμεών:
«Τότε ο πατριάρχης εστάθη έξω εις την αυλήν της εκκλησίας, τω αγίω και μεγάλω σαββάτω, με τον λαόν προς εσπέραν, μετά μεγάλης λύπης δεόμενοι του Κυρίου ολοψύχως. Και ο πατριάρχης ανέβη εις τον θρόνον της Αγίας Ελένης πλησίον μιας κωλώνας, προσευχομένου δε του πατριάρχου μετά του λαού. Ω της φιλανθρωπίας σου Δέσποτα, εσχίσθη μία κωλώνα και ευγήκε το Άγιο φως έξω, και έδραμεν ο πατριάρχης και άναψε τα κηρία οπού εβάσταζεν εις τας χείρας του, και από τας χείρας αυτού άναψε τα κηρία ο λαός εις αγιασμόν αυτού.» (Συμεών, Προσκυνητάριον Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ, Βιέννη 1749, σ. 19)
Η έκδοση της Βιέννης αναφέρει και ένα ακόμη γεγονός, που σχετίζεται με έναν Άραβα εμίρη, ονόματι Τουνόμ, ο οποίος την ώρα του θαύματος βρισκόταν στην αυλή του Ναού. Όταν αντίκρισε την ανάφλεξη του κίονα συνειδητοποίησε την αυθεντικότητα του θαύματος και ομολόγησε στους ομοθρήσκους του τη δύναμη του Ιησού Χριστού. Αφού διαπληκτίστηκε μαζί τους, η ομολογία του αυτή στάθηκε αιτία να διαταχθεί η εκτέλεσή του και εν συνεχεία να παραδοθεί το σώμα του στην πυρά.
Σχετικά με τον Άραβα εμίρη, στην έκδοση της Βιέννης αναφέρονται τα εξής:
«Είναι και τινά καρφία καρφωμένα εις την γην, έμπροσθεν εις το κατόφλοιον της αγίας πόρτας από τον καιρόν εκείνον εις την μνήμην του γενομένου θαύματος, τα οποία λέγουν να έμπιξεν ένας εμίρις, όστις βλέπωντας εκείνο το εξαίσιον θαύμα επίστευσεν ευθύς εις τον Χριστόν, και φωνάζωντας μία είναι η πίστις των χριστιανών, και έμπιξε τα καρφία εκείνα ένα προς ένα εις την πέτραν, ωσάν εις κηρί μαλακόν, και ούτος εμαρτύρησεν υπό πυρός κατακαείς.» (Συμεών, Προσκυνητάριον Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ, Βιέννη 1749, σ. 20)
Το περιστατικό με τα καρφιά αναφέρεται εν συντομία και στο χειρόγραφο του Μονάχου, ως εξής:
«Ευρίσκονται δε κάποια καρφία εμπηγμένα κάτω εις την γην έμπροσθα εις την αγίαν πόρταν. Λέγουσιν ότι τα έμπηξαν απ’ εκείνον τον καιρόν.» (φ. 87α)
Σήμερα ο Άραβας Χότζας Εμίρης Τούνομ είναι αγιοκαταταγμένος μάρτυρας της Ορθοδοξίας, η μνήμη του γιορτάζεται στις 18 Απριλίου, και τα λείψανά του βρίσκονται στη μονή της Μεγάλης Παναγίας των Ιεροσολύμων.
Παραπομπές:
[1] Στο Προσκυνητάριον της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης (σ. 49) που εκδόθηκε το 1787 στη Βιέννη, από τον Χρύσανθο Προύσσης, αναφέρεται ότι το γεγονός έγινε: «εις τον καιρόν του μακαριοτάτου αοιδήμου κυρίου Σωφρονίου Πατριάρχου Ιεροσολύμων, Ιερεμίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Σιλβέστρου Πατριάρχου Αλεξανδρείας, και Ιωακείμ Αντιοχείας, επί της βασιλείας του Σουλτάν Μουράτ».
[2] Ο Τούρκος σουλτάνος Μουράτ Γ΄ (Sultan Mourad Khan ΙΙΙ) κυβέρνησε την περίοδο 1574-1595, ο Ιεροσολύμων Σωφρόνιος Δ΄ πατριαρχεύει την περίοδο 1579-1608, ο Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β΄ την περίοδο 1572-1579, ο Αλεξανδρείας Σίλβεστρος την περίοδο 1569-1590 και ο Αντιοχείας Ιωακείμ Δ΄ την περίοδο 1553-1592. Το μοναδικό κοινό έτος είναι το 1579. 3. G. Zuallardo, Il devotissimo viaggio, Ρώμη 1587, σ. 204.
[3] Το χειρόγραφο καταλαμβάνει τον αριθμό 346 στον κατάλογο του Ignaz Hardt, Catalogus codicum manuscriptorum graecorum bibliothecae regiae Bavaricae, τ. 3, Μόναχο 1812, σ. 547-48.
[4] Προσκυνητάριον της Ιερουσαλήμ και των λοιπών αγίων τόπων, 1608-1634, επιμ. Α. Παπαδόπουλος–Κεραμεύς, σ. 17.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς ληστὴν μνήσθητί μου Χριστε, κραυγάσαντα τὴν ἐνδεκάτην τὴν ὥραν, καὶ εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ προσχωρήσαντα, Εμίρην Τούνομ ἄσμασι Μάρτυρα ὥσπερ ἱερὸν ἐν τῇ ὥρα τῆς ἀφῆς τῶν λαμπάδων τῶν Ορθοδόξων ὑπὸ Φωτὸς τοῦ Ἁγίου στεῤῥῶς, ἀθλήσαντα τιμῶμεν.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν θεασάμενον ὡς πῦρ τὸ Φῶς τὸ ἅγιον, ἐπ’ ὀρθοδόξους καταβαῖνον ξένως μέλψωμεν, ἐκ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως πύλης στύλου, καὶ καλῶς ἀλλοιωθέντα ὥσπερ κήρυκα, τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐνδεκάτης ὥρας Μάρτυρα, πόθῳ κράζοντες· Χαίροις Τούνομ μακάριε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καθομολογήσας, ὅτε εἶδες τὸ θεῖον Φῶς, Τούνομ καλλιμάρτυς, λαμπάδα Ὀρθοδόξων, ἀνάπτων καὶ Μαρτύρων, στέφος δεξάμενος.
Σε όλες τις εποχές η Εκκλησία μας, που κατά τον Απόστολο Παύλο και τους Πατέρες είναι «Σώμα Χριστού» και «ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας», καλούσε και καλεί τους ανθρώπους να ενταχθούν στο Σώμα της και τις κοινωνίες να γίνουν Εκκλησία, «Σώμα Χριστού». Καλούσε δηλαδή τους ανθρώπους να γίνουν «μιμηταί Χριστού» κατά το Παύλειο «μιμηταί μου γίνεσθαι καθώς καγώ Χριστού», προβάλλοντας με άλλα λόγια ως πρότυπο ανθρώπου τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και κατ’ επέκταση τους θεούμενους «μιμητάς Χριστού», τους Αγίους μας.
Από την πλευρά τους οι πιστοί, οι φιλόχριστοι ευσεβείς χριστιανοί, ακολουθώντας τις προτροπές της, όχι ιδεαλιστικά και μηχανικά ή από φόβο αλλά από πίστη πραγματική (και για τους χριστιανούς το «πιστεύειν» είναι τρόπος ζωής), προσπαθούσαν και προσπαθούν να φανούν αντάξιοι της κλίσεως αυτής. Να αγιάσουν. Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος μας.
Δυσκολίες και εμπόδια πάρα πολλά. Βλέπετε «το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής». Όμως με υπομονή και επιμονή, ταπείνωση, γενναιότητα και αδούλωτο φρόνημα απέναντι στους παντοειδείς πειρασμούς, πολλοί τα κατάφεραν και τα καταφέρνουν να επιτύχουν τον στόχο, τον αγιασμό. Η Εκκλησία μας έχει να επιδείξει στην ιστορική της πορεία αναρίθμητα πρότυπα αγωνιστών ηρώων, μορφές αγίων, που λειτουργούν στηρικτικά και εμπνέουν αγωνιστικά τους χριστιανούς.
Μια τέτοια μορφή, ένας τέτοιος άγιος είναι και ο Νεομάρτυς Ιωάννης ο εξ Ιωαννίνων, ο «αθλοφόρος νέος», όπως τον αποκαλεί ο υμνογράφος του (Κοντάκιο):
«Αθλοφόρον νέον σε ἡ Ἐκκλησία, κτησαμένη ἅπασαν τοῦ διαβόλου τὴν ἰσχύν, καταβαλοῦσα γεραίρει σε, ἀξιοχρέως τιμῶσα τὴν μνήμην σου.»
Καταγόταν από το χωριό Τέροβο, γεννημένος στις αρχές του 16ου αιώνος (1500). Οι γονείς του φιλόθεοι και ευσεβείς. Όταν τους έχασε, νέος στην ηλικία, πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου ασκεί την τέχνη που έμαθε από τον πατέρα του, αυτή του ράπτη, για να ζήσει. Αλλά τον εφθόνησαν οι εκ των γειτόνων του αλλόφυλλοι ομότεχνοι που τον ζήλευαν και τον συκοφαντούσαν. Αυτός δε, τους αντιμετώπιζε με παρρησία. Πηγαίνει σε πνευματικό να εξομολογηθεί και να του δηλώσει ότι είναι έτοιμος και πρόθυμος να μαρτυρήσει. Ήταν ήδη Μεγάλη Παρασκευή του έτους 1526. Ο πνευματικός του προσπαθεί να τον αποτρέψει, αλλά ο Ιωάννης επιμένει, λέγοντάς του ότι είδε όραμα πως χόρευε εν μέσω πυρός όπως οι Τρεις παίδες εν καμίνω και είναι βέβαιος ότι θα τον στηρίξει ο Θεός.
Επιστρέφοντας στην εργασία του οι μισούντες αυτόν αρχίζουν να το προπηλακίζουν λέγοντας δήθεν πως όταν ήταν κάποτε στα Τρίκαλα είχε αλλαξοπιστήσει και τώρα ξαναέγινε χριστιανός. Ο Άγιος Ιωάννης τα αρνείται όλα αυτά, δηλώνοντας πως ποτέ δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Εγώ, λέγει, «εν αυτώ τω Χριστώ και ζω και ζήσομαι και συν αυτώ και υπέρ αυτού ευγνωμόνως τεθνήξομαι». Τον διώκουν, τον χτυπούν αλλά εκείνος προσεύχεται:
«Ενίσχυσόν με μόνε Δυνατέ. δός μοι δύναμιν, δός μοι κραταίωσιν και χείρα μοι βοηθείας εξ αγίου σου κατοικητηρίου κατάπεμψον.»
Τους δε συκοφάντες του αποστομώνει με θάρρος και εκείνοι συνεχίζουν να τον βασανίζουν, τον φυλακίζουν. Και ο Άγιος προσεύχεται.
Γράφει ο συναξαριστής:
«... ο δε εις ουρανόν και νουν ανατείνας και όμμα, Χριστός Ανέστη και τα λοιπά της ωδής επέψαλλε κείμενος.»
Τον καταδικάζουν στον δια πυρός θάνατον, όμως δήθεν φιλανθρώπως φερόμενοι απέναντί του για να μη καεί οδυνηρώς, τον αποτραβούν εκ της πυράς και τον αποκεφαλίζουν. Το σώμα του έπεσε και κάηκε στην πυρά, όσα δε λείψανα απέμειναν μαζί με την σεπτή κεφαλή του, ευλαβείς χριστιανοί τα περισυνέλεξαν. Ήταν Παρασκευή της Διακαινησίμου εβδομάδος του 1526, η μνήμη του δε τιμάται την 18 Απριλίου.
Ο φιλόχριστος λαός, αγαπώντας και νοιώθοντας τα πρότυπα ζωής σαν τον Άγιο Ιωάννη τον Νεομάρτυρα πολύ κοντινά του, με το αδιάψευστο χριστιανικό και εκκλησιαστικό –βιωματικό του αισθητήριο, προσπαθεί να τον εντάξει και στην προσωπική του ζωή τιμώντας τον
Κάνει τη ζωή του, τον αγώνα του, το μαρτύριό του τραγούδι, ύμνο (Δοξαστικό Εσπερινού):
«Τὸν γενναῖον Ἀθλητήν τιμήσωμεν, Ἰωάννην τὸν ἀοίδιμον. οὗτος γὰρ ἡδρασμένος ἐν τῇ πέτρᾳ τῆς ἀληθείας, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ταῖς ἀλλεπαλλήλοις προσβολαῖς τῶν βασάνων, ἀκλόνητος ἔμεινε. καὶ διηυγασμένος ταῖς θείαις ἀκτῖσιν αὐτοῦ, πυρός, τομῆς, καὶ μαστίγων, ἀνδρείως κατεφρόνησε. διό καὶ χαράν ἄληκτον, εἰς οὐρανούς ἐκληρώσατο. ἀλλ’ ὦ πολύαθλε Μάρτυς, νῦν τρανῶς καθορῶν τὴν δόξαν Θεοῦ, πρέσβευε ἐκτενῶς ὑπέρ ἡμῶν, τῶν πιστῶς εὐφημούντων, τὴν πανέορτον μνήμην Σου.»
Αλλά και (Πρώτο Στιχηρό του Εσπερινού):
«Δεῦτε φιλομάρτυρες, Ἰωαννίνων τὸ γέννημα, καὶ σεμνόν παιδαγώγημα, ἀξίως τιμήσωμεν, Ἰωάννην πάντες. τὸ κλέος Μαρτύρων, Χριστοῦ τὸν Νέον Ἀθλητήν, ὁμολογίας κρατῆρα πλήθοντα, τὸν πάντας προσκαλούμενον, μεθ’ ὑψηλοῦ τοῦ κηρύγματος. δεῦτε πάντες καὶ πίετε μαρτυρίου ποτήριον.»
Και επικαλούμαστε την βοήθειάν του, με γνώση της διδασκαλίας της Εκκλησίας και γνωρίζοντας βιωματικά την πίστη μας οι φιλόχριστοι χριστιανοί, βέβαιοι για την αγιότητά του και έχοντας συνείδηση ότι ζώντες και κεκοιμημένοι αποτελούμε ένα Σώμα Χριστού (Δοξαστικό Στιχηρών Εσπερινού):
«Δεῦτε φίλαθλοι, τῶν Ἀθλητῶν τὸ καύχημα, Ἰωάννην τὸν θεῖον ὕμνοις τιμήσωμεν. οὗτος γὰρ τῇ πυρᾷ ἐναπλωθείς καὶ στεῤῥῶς ἐγκαρτερήσας τῇ τοῦ ξίφους ἐκτομῇ, τῷ Θεῷ τὸ πνεῦμα παρέδωκε, καὶ διαμένον στέφος ἐκληρώσατο. ὅθεν δυσωπεῖ ὁ πολύαθλος, τοῦ ῥυσθῆναι κινδύνων, τοὺς ἐν πίστει καὶ πόθῳ, τελοῦντας τὴν μνήμην αὐτοῦ.»
Και ζητούμε να πρεσβεύει «Χριστώ τω Θεώ» γι’ εμάς (Απολυτίκιο του Αγίου):
«Μέγα καύχημα Ἰωαννίνων, μέγα στήριγμα τῆς Κωνσταντίνου, μέγα κλέος σὺ τούτων τῶν πόλεων. τῆς μὲν γὰρ γόνος σεπτός ἐχρημάτισας. τὴν δὲ τοῖς σοῖς ἐπορφύρωσας αἵμασιν. ἀλλά πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ μακάριε, τοῦ περιέπειν αὐτῶν τὴν εὐσέβειαν.»
Βλέπουμε πως εκεί στην Βασιλεύουσα προβάλλουν και τον τόπο που τον γεννά αλλά τιμούν και τον τόπο όπου μαρτυρεί (Κάθισμα μετά τον Πολυέλεον):
«Μέγα ὄνομα, τῇ σῇ πατρίδι, προεξένησαν οἱ σοὶ ἀγῶνες, Ἀθλοφόρων κοινόν ἐγκαλλώπισμα. οὐκ ἀφανής οὖσα γὰρ οὐδέ πρότερον, νῦν διὰ σὲ ἐπιπλέον πεφήμισται, ὦ Μακάριε. διὸ εὐχαρίστως ἤθροισται, ἐπιτελέσαι σου τὰ νῦν μνημόσυνα.»
Μπορεί οι άπιστοι άλλως να νομίζουν, όμως οι πιστοί είμαστε βέβαιοι για την αγιότητά του και το δηλώνουμε, δοξάζοντάς τον (Κάθισμα μετά την Γ' Ωδή):
«Κατεπλάγησαν τὰ σὰ, ἄπιστοι πάντες καὶ πιστοί καὶ ἐνόμισαν αὐτὰ, καθάπερ ἀστεῖά τινα, τὰ ἐπί σοὶ γεγονότα ὦ Ἰωάννη. νέον ἀφειδεῖν τῆς νεότητος. βίῳ ἀνταλλάττεσθαι θάνατον. καὶ μαρτυροῦσι ταῦτα οἱ ὁρῶντες, ἀντίπαλοι καὶ ἡμέτεροι. διὸ ἡμεῖς σε, ὑμνολογοῦντες, τὸν Σωτῆρα δοξάζομεν.»
Και γίνεται η πίστη βεβαιότητα και σιγουριά και ελπίδα αστείρευτη, υποστηριζόμενη και από τα θαύματα που ακολουθούν, όπως αναγράφεται στο συναξάρι του, αφού κατά τον Απόστολο Παύλο «έστιν ουν πίστις ελπιζομένων υπόστασις πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» δηλαδή είναι η πίστη βεβαιότητα γι’ αυτά που δεν βλέπουμε και σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε. Όπως ακριβώς έκαναν και οι άγιοί μας και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Άγιος Ιωάννης ο Νεομάρτυς (Εξαποστειλάριο):
«Τῶν Ἀθλητῶν τὸ κλέος ὁ Ἰωάννης, ᾠδαῖς ἐναρμονίοις ἀνευφημείσθω. οὗτος γὰρ ἠλόγησε τοῦ σώματος, καθά φθείρεσθαι μέλλοντος. πολλάς βασάνους ἐνέγκας, διά Χριστοῦ τὴν ἀγάπην.»
Εκφράζουμε λοιπόν την χαρά μας οι χριστιανοί με ωδές πνευματικές και ύμνους προς (Δοξαστικό των Αίνων):
«Τὸν ἀριστέα Χριστοῦ, τὸν κλεινόν Ἀθλοφόρον, ὑμνήσωμεν ἅπαντες Ἰωάννην τὸν πανεύφημον, ὅστις ἐξέλαμψε φαιδρῶς διά τοῦ μαρτυρίου τῷ θείῳ ἀναφλεγόμενος ἔρωτι. Χαῖρε οὖν πόλις Ἰωαννίνων ἐπί τοιούτῳ βλαστῷ ἐγκαυχωμένη, ὅστις σε τοῖς τῶν αἱμάτων αὑτοῦ ῥείθροις ἐπορφύρωσε καὶ ἐυφροσύνης πνευματικῆς τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα ἐνεπλήρωσε, πρεσβεῦον διηνεκῶς ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.»
Οι ευσεβείς χριστιανοί πολύ σύντομα από το χρόνο του μαρτυρίου του, όπως συνέβη και με άλλους αγίους, παράδειγμα ο Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυς, τον τιμούν ως άγιο, τον αγιογραφούν όπως στη Μονή Φιλανθρωπινών στο Νησί (16ος αι.), τον Ναό Αγίου Αθανασίου στο Προσγόλι (17ος αι.), στη Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου στη Βελλά (18ος αι. ) κ.α. και συντάσσουν το συναξάρι του σχεδόν αμέσως, όπως ο Ιουστίνος ο Δεκαδίων μαζί με την ακολουθία του, περίπου το 1543, δηλαδή 17 χρόνια μετά το μαρτύριό του. Στη συνέχεια επανεκδίδουν την ακολουθία ο πρωτόπαπας του Ναυπλίου Νικόλαος ο Μαλαξός, ο μέγας ρήτωρ της Εκκλησίας Αντώνιος και άλλοι το 1719, το 1738, το 1792, το 1819, το 1865 (ακολουθία δημοσιευμένη στο Ανθολόγιον της Βενετίας εκ του τυπογραφείου του Φοίνικος) και το 1870 η χειρόγραφη ακολουθία του, στην οποία στηριχθήκαμε να γράψουμε όλα αυτά:
«Ποιηθεῖσα παρά τοῦ Σοφωτάτου Κυρίου Ἰουστίνου τοῦ Δεκαδίωνος, αἰτήσει δὲ τῶν φιλοχρίστων εὐσεβῶν Χριστιανῶν. Ἀντιγραφθεῖσα ὑπό τοῦ ἀναξίου Ἱερομονάχου Ἀγαθαγγέλου Γεωργιάδου Ἰωαννίτου. Διά τὴν Ἱεράν ἐκκλησίαν τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου Σούβλιασις (σ.σ. σημερινός Άγιος Βλάσιος Θεσπρωτίας).»
Βλέπετε στους δύσκολους καιρούς που περνούσε το γένος μας τα μόνα στηρίγματά του υπήρξαν οι άγιοί του και στη συγκεκριμένη περίπτωση οι νεομάρτυρες, οι οποίοι κατά πρόνοιαν Θεού, διαφύλαξαν το γένος μας από τους αλλοφύλλους, αλλοθρήσκους και αλλοδόξους. Κάτι τέτοιο συνέβη στην περιοχή αυτή της Θεσπρωτίας, όπου οι εξομώσεις, οι εξισλαμισμοί, ήταν συχνοί. Το 1968 δε, προνοία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιωαννίνων κυρίου Σεραφείμ, μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, εκδίδεται νέα ακολουθία, ποιηθείσα υπό Γερασίμου Μοναχού Μικραγιαννανίτου, Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, του εκ Βορείου Ηπείρου.
Κοινή διαπίστωση είναι πως στην εποχή μας φαίνεται να κυριαρχεί ένα πνεύμα ατομικιστικό, η φιλαυτία, ο εγωισμός. Τα πρότυπα που προβάλλονται ή ο τρόπος ζωής που μοιάζει να κυριαρχεί, καλλιεργεί συγκεκριμένες νοοτροπίες και διαμορφώνει συγκεκριμένους τύπους ανθρώπων, ευάλωτους σε κάθε πειρασμική συμπεριφορά που απεργάζονται, για το συμφέρον τους, άνθρωποι χωρίς φόβο Θεού, σύμφωνα με τις επιταγές του «άρχοντος του αιώνος τούτου» ή «το πνεύμα της απωλείας». Η Εκκλησία μας, η τροφός του Γένους των χριστιανών σε όλες τις εποχές, απέναντι σε αυτή την κατάσταση, υπομονετικά, χωρίς να γίνεται κόσμος, καλεί τον κόσμο να γίνει Εκκλησία, να ενταχθεί ενεργά-βιωματικά στο Σώμα της και να στηριχτεί στα αιώνια πρότυπά της, τους αγίους της. Αγίους, όπως ο Νεομάρτυς Ιωάννης ο εξ Ιωαννίνων, τον οποίο απόψε τιμούμε, ώστε να αντιμετωπίσουμε οι χριστιανοί εκ του ασφαλούς και θεοπρεπώς, με αγωνιστικότητα, γενναιότητα και ελπίδα, τις κάθε είδους τρικυμίες της ζωής μας, πλέοντας στο απάνεμο λιμάνι Της με οδηγό τον Χριστό.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Γόνος κάλλιστος, Ἰωαννίνων, κλέος ἔνθεον, τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεδείχθης Ἰωάννη πανεύφημε, τῶν γὰρ Μαρτύρων ζηλώσας τὴν ἄθλησιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὡς τερπνόν σε φοίνικα, Ἰωαννίνων ἡ πόλις, εὐκλεῶς βλαστήσασα, κατατρυφᾷ τῆς σῆς δόξης, πόθῳ γάρ, τῷ τοῦ Δεσπότου λαμπρῶς ἀθλήσας, τέθυσαι, ὡς ὁλοκάρπωμα τῇ Τριάδι· διὰ τοῦτο Ἰωάννη, θαυμάτων βρύεις χάριν ἀέναον.
Κάθισμα Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν ἄνωθεν δύναμιν, ἐνδεδυμένος καλῶς, ποινῶν κατεφρόνησας καὶ ἀπειλῶν καὶ φρουράς, ἀνδρείῳ φρονήματι, ὅθεν καὶ ὡς ἐπέβης, τῷ πυρὶ γηθοσύνως, ἔφλεξας τὴν ἀπάτην, τῷ πυρὶ τῶν σῶν πόνων, διὸ σὲ Ἰωάννη, Χριστὸς ἐθαυμάστωσε.
Ὁ Οἶκος
Κλήσει σαφῶς ἀκολουθῶν, χάριτος ὤφθης σκεῦος, τρόποις καὶ ἤθεσι σεμνοῖς, καὶ καθαρότητι ζωῆς, κλεινὲ κεκοσμημένος· καὶ τῇ θείᾶ χαριτωθεὶς ἀγάπῃ, τὸ αἷμά σου ὑπὲρ Χριστοῦ, προείλου ὅλῃ τῇ ψυχῇ, ἐκχέαι Ἰωάννη· ἔνθεν μαρτυρικῷ ἀναφλεχθεὶς ζήλῳ, πρὸς μαρτυρίου ἀπεδύσω ἀγῶνας, νεότητος ἄνθος, καὶ κόσμου ἡδέα ὑπεριδὼν ὡς φθειρόμενα καὶ Χριστὸν ὁμολογήσας, ᾔσχυνας τῆς πλάνης τὴν ὀφρύν, καὶ πλείστοις προσωμίλησας βασάνοις, ἀπεριτρέπτῳ φρονήματι· καὶ ἐν πυρᾷ ὡμοτάτως ῥιφθείς, καὶ ἐν αὐτῇ τὸν αὐχένα τμηθείς, ὡς θῦμα εὐπρόσδεκτον, καὶ προσφορὰ τελειότατη, καὶ θυμίαμα εὔοσμον τῷ Χριστῷ προσηνέχθης· παρ’ οὗ λαμπρῶς δοξασθείς, θαυμάτων βρύεις χάριν ἀέναον.
Μεγαλυνάριον
Ἄνθος εὐωδέστατον καὶ τερπνόν, τῶν Ἰωαννίνων ἀνεδείχθης Μάρτυς Χριστοῦ, καὶ λαμπρῶς ἀθλήσας, εὐφραίνεις Ἰωάννη, χαρίτων εὐωδίᾳ, πιστῶν τὸ πλήρωμα.
Ἔτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Ἠπείρου θεῖος βλαστός, καὶ Νεομαρτύρων, ἀκροθίνιον ἱερόν· χαίροις ὁ πηγάζων, ἰάσεων τὴν χάριν, παμμάκαρ Ἰωάννη, πιστῶν ἑδραίωμα.
Θὰ προσπαθήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ πῶ ἕνα λόγο στὴν σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ.
Μια απαιτητική άσκηση ολοκληρώνεται με επιτυχία, αναδεικνύοντας την επιχειρησιακή αριστεία, την ακρίβεια και την απρόσκοπτη πολυεθνική συνεργασία.
Για πρώτη φορά οργανώνονται θεσμικά οι θαλάσσιες ζώνες της χώρας - Ερωτήσεις και απαντήσεις: Τι αποτυπώνει ο χάρτης, η ΑΟΖ και η επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια
Απρίλιος του 1941.
Οι Γερμανικές δυνάμεις έχουν εισβάλει στην Πατρίδα μας. Σε λίγο θα ελέγχουν τα πάντα. Το πολυθρύλητο θωρηκτό του Πολεμικού Ναυτικού «Γ. ΑΒΕΡΩΦ», πού είχε κατατροπώσει τον τουρκικό στόλο στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο, βρίσκεται τώρα αραγμένο στα νερά της Ελευσίνας, περιτριγυρισμένο από συρματοπλέγματα, για να ασφαλισθεί από τις τορπίλες των εχθρικών υποβρυχίων.
Η διαταγή του Γ.Ε.Ν. (Γενικού Επιτελείου Ναυτικού) απόλυτα αυστηρή: Απαγορεύεται ό απόπλους του. «Όμως, ή δόξα των Ελληνικών θαλασσών κινδυνεύει από κατάληψη των εχθρών ή αυτοβύθιση…
Τότε ήταν πού ό φλογερός στρατιωτικός ιερέας του «Αβέρωφ», ό Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Παπανικολόπουλος – μετέπειτα Μητροπολίτης Εδέσσης και Πέλλης – πήρε τη δυναμική πρωτοβουλία και ύψωσε φωνή διαμαρτυρίας. Ήταν Μεγάλη Πέμπτη και λίγο πριν τελέσει την Ακολουθία των Παθών στο εκκλησάκι του πλοίου, κάλεσε επειγόντως το πλήρωμα του υπερήφανου καραβιού και με βουρκωμένα μάτια τους είπε:
«Παιδιά μου, θέλουν να μας βουλιάξουν το θρυλικό μας καράβι. Το βαστάει αυτό ή ψυχή σας; Τέτοιο άδοξο τέλος θα έχει το πιο δοξασμένο καράβι μας, το «Αβέρωφ»;
Θα μας καταριόνται από’ τον ουρανό οι ψυχές των ηρώων μας ναυτικών, του Μιαούλη, του Κανάρη, τού Κουντουριώτη, της Μπουμπουλίνας.
Ιδέστε με τα ψυχικά σας μάτια, παιδιά, το Ναύαρχο μας Παύλο Κουντουριώτη στον ουρανό. Κλαίει, και μας εξορκίζει να μη δώσουμε τέτοιο τέλος στο καράβι, αλλά τέλος ανάλογο με τη δόξα του. Τι λέτε, παιδιά;».
Τότε όλοι οι ναύτες και οι αξιωματικοί είπαν: «Παπά, θα κάνουμε ότι μας πεις».
Και συνέχισε ό π. Διονύσιος:
«Πρέπει να πάρουμε το «Αβέρωφ» και να φύγουμε. Πρέπει να σώσουμε την τιμή του».
Το πλήρωμα συμφώνησε απόλυτα. Όμως συνέχισε ό ιερέας:
«Μα, πρέπει να είμαστε και εξηγημένοι. Θα λάβετε υπ’ όψιν σας ότι πεντακόσια τα εκατό έχουμε να βουλιάξουμε περνώντας το ναρκοπέδιο. Αν ό Θεός μας περάσει από κει χωρίς να πάθουμε κακό, έχουμε τριακόσια τα εκατό να βουλιάξουμε στο φράγμα της Ψυτάλλειας.
Αν κι εκείνο μας βοηθήσει ό Θεός να περάσουμε, έχουμε διακόσια τα εκατό να βουλιάξουμε στο δρόμο από τις βόμβες των αεροπλάνων. Αν και αυτό τον κίνδυνο περάσουμε, τότε θα σώσουμε την τιμή τού «Αβέρωφ» και του Ναυτικού μας.
Αν -Θεός φυλάξοι- βουλιάξουμε, τότε εμείς μεν θα πάμε όλοι δοξασμένοι στον ουρανό να βρούμε αιώνια ανάπαυση, ή τιμή δε τού Ναυτικού μας θα μείνει πάντα στην ελληνική ιστορία ένας θρύλος. Τι λέτε, έπειτα από αυτά, παιδιά;».
Και όλοι με δάκρυα φώναξαν: «Θα φύγουμε, Παπά, με το «Αβέρωφ» και ότι πει ό Θεός ας γίνει».
Ό ιερέας έκανε το σημείο του σταυρού λέγοντας «Ευλογητός ό Θεός» και συνέχισε: «Σήμερα είδα σε όραμα τον Άγιο Νικόλαο και μού είπε: Μη φοβόσαστε. Θα φθάσετε εκεί πού θέλετε. Ό Θεός είναι μαζί σας».
Και ενώ οι ναύτες ετοίμαζαν το καράβι, ό π. Διονύσιος άρχισε την ακολουθία των Άγιων Παθών. Αργά τη νύχτα περιέφερε τον Εσταυρωμένο σε όλα τα διαμερίσματα του πλοίου, στα κανόνια, στην αποθήκη των πυρομαχικών και τέλος Τον στερέωσε στον Πύργο της πρώρας και φώναξε: «Παιδιά μου, έχουμε κυβερνήτη τον Χριστό. Μη φοβάσθε. Θα νικήσουμε…».
O αρχιμανδρίτης Διονύσιος Παπανικολόπουλος με το πλήρωμα του ΑΒΕΡΩΦ
Σε λίγο άνοιγαν δίοδο στα συρματοπλέγματα. Το καράβι πέρασε το ναρκοπέδιο χωρίς να αγγίξει τις νάρκες.
Στη Ψυτάλλεια έκοψαν το φράγμα με το πρώτο κτύπημα σαν να ‘ταν κλωστή. Μετά ανέπτυξαν ταχύτητα προς την Τσακωνιά. Και τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής βρέθηκαν στα ήσυχα νερά της Κυνουρίας. Και ασφαλίσθηκαν στις ακτές της κάτω από τις σκιές των πανύψηλων βουνών της. Κανένα βομβαρδιστικό των Γερμανών δεν αντιλήφθηκε το κρυμμένο αυτό δοξασμένο καράβι!
Με τα φώτα σβησμένα μόλις νύκτωσε, το «Αβέρωφ» κατευθύνθηκε με την πιο δυνατή ταχύτητα προς την Κρήτη. Και ενώ διέσχιζε ατρόμητα τα νερά του Αιγαίου, ό π. Διονύσιος είχε βγάλει τον Επιτάφιο και έψελναν όλοι μαζί τα Εγκώμια μέσα σε ατμόσφαιρα ουράνιας μυσταγωγίας.
Πρωί πρωί έφθασαν στη Σούδα. Και από εκεί μετά λίγες μέρες το θωρηκτό μας με το πιστό του πλήρωμα και εμψυχωτή τον ιερέα του Διονύσιο Παπανικολόπουλο έφθανε στην Αλεξάνδρεια!
Σήμερα το δοξασμένο θωρηκτό «Αβέρωφ» αναπαύεται στις ακτές του Παλαιού Φαλήρου. Μέσα του κρύβει Ιστορία έπους και μεγαλείου. Αν βρεθείς με τους γονείς σου ή με τους φίλους σου εκεί, μην ξεχάσεις να το επισκεφθείς. Θα νιώσεις μέσα σου εθνική υπερηφάνεια γιατί γεννήθηκες σε μια πατρίδα ζυμωμένη με αίμα ηρώων και μαρτύρων.
__________________
Ελπιδοφόρος
Βοηθήματα:
Αρχιμ. Μελετίου Π. Κουράκλη, Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Τρίπολη 2000, σελ. 15-20.
Παντελεήμονος Φωστίνη, Μητροπολίτου Χίου, «Αγώνες για την πατρίδα στην ξενητεία», Πειραιάς 1988, σελ. 137-141.
Νίκου Α. Σταθάκη, Θ/Κ «Γ. ΑΒΕΡΩΦ», Χρονικό του θωρηκτού της νίκης, έκδοση Πολεμικού Ναυτικού
Το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, στο Θωρηκτό Αβέρωφ
Πηγή: (Προς τη ΝΙΚΗ, ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΝΕΑΝΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2015 ΤΕΥΧΟΣ 788), Αβέρωφ
Στην συζήτησή μας (09-04-2025) ο ιδρυτής και επικεφαλής του δικτύου ανάλυσης αμυντικού και γεωπολιτικού ρίσκου Future Warfare (futurewarfare.gr) αναφέρεται στις εκπληκτικές επιδόσεις του Πολεμικού Ναυτικού στην αποστολή "Ασπίδες" στην Ερυθρά Θάλασσα,
Yπ’ αριθμόν 175 πολεμικό ανακοινωθέν:
«Εν τη Δυτική Μακεδονία δεν επήλθον ουσιώδεις μεταβολαί εις την κατάστασιν.
Εν τω Αλβανικώ Μετώπω διαταχθείσαι κινήσεις τινές συμπτύξεως των δυνάμεών μας εξετελέσθησαν ανενοχλήτως. Συνεπεία τούτων εξεκενώθησαν η Κλεισούρα και η Ερσέκα ».
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...