
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Είναι ένα μυστήριο ο άνθρωπος. Φέρομε μέσα μας κληρονομιά αιώνων, όλο το καλό που βιώθηκε από τους προφήτες, τους αγίους, τους μάρτυρες, τους αποστόλους και κυρίως από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό· αλλά επίσης και το κακό που υπάρχει στον κόσμο από του Αδάμ μέχρι σήμερα. Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.
Γι’ αυτό πρέπει να αποθάνομε κατά τον παλαιό άνθρωπο και να ενδυθούμε τον νέο. Αυτό ομολογούμε με το μυστήριο του βαπτίσματος. Με το βάπτισμα μπαίνομε στη χαρά του Χριστού. … Δεύτερο βάπτισμα είναι η εξομολόγηση με την οποία γίνεται η κάθαρση από τα πάθη, η απονέκρωση. Έτσι έρχεται η θεία χάρις μέσω των μυστηρίων.
Το Πνεύμα το Άγιον μας τα διδάσκει όλα. Μας αγιάζει. Μας θεώνει. Όταν έχομε το Πνεύμα του Θεού, γινόμαστε ανίκανοι προς κάθε αμαρτία, καθιστάμεθα ανίκανοι προς το αμαρτάνειν. Όταν έχομε το Άγιον Πνεύμα, δεν μπορούμε να κάνομε το κακό. Δεν μπορούμε να θυμώσομε, να μισήσομε, να κακολογήσομε, δεν, δεν, δεν …
Να γίνομε γεμάτοι, έμπλεοι Αγίου Πνεύματος. Εδώ έγκειται η ουσία της πνευματικής ζωής. Αυτό είναι η τέχνη. Τέχνη τεχνών. Ας ανοίξουμε τα χέρια κι ας ριχθούμε στην αγκαλιά του Χριστού. Όταν έλθει ο Χριστός, κερδίσαμε το παν. Ο Χριστός θα μεταποιήσει τα πάντα μέσα μας. Θα φέρει την ειρήνη, τη χαρά, την ταπείνωση, την αγάπη, την προσευχή, την ανάταση. Η χάρις του Χριστού θα μας ανακαινίσει. Αν στραφούμε σ’ Αυτόν με πόθο, με λαχτάρα, με αφοσίωση, με έρωτα, ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα.
Χωρίς τον Χριστό είναι αδύνατο να διορθώσομε τον εαυτό μας, δεν θα μπορέσομε ν’ αποδεσμευθούμε απ’ τα πάθη, Μόνοι μας δεν μπορούμε να γίνομε καλοί. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Όσο κι αν προσπαθήσομε τίποτα δεν θα επιτύχομε. Ένα πρέπει να κάνομε, να στραφούμε σ’ Εκείνον και να Τον αγαπήσομε «εξ όλης της ψυχής». Η αγάπη στον Χριστού· μόνο αυτή είναι η καλύτερη θεραπεία των παθών.
Ο Θεός έχει βάλει μια δύναμη μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. Απ’ αυτόν εξαρτάται πώς τη διοχετεύει, για το καλό ή για το κακό. Αν το καλό το παρομοιάσομε με ανθόκηπο γεμάτο λουλούδια, δέντρα και φυτά, ενώ το κακό με αγκάθια και τη δύναμη με νερό, τότε μπορεί να συμβεί το εξής: όταν το νερό το διοχετεύσομε προς τον ανθόκηπο, τότε όλα τα φυτά αναπτύσσονται πρασινίζουν ανθίζουν ζωογονούνται· την ίδια στιγμή τα’ αγκάθια επειδή δεν ποτίζονται μαραίνονται χάνονται. Και το αντίθετο.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν να ασχολείσθε με τα αγκάθια. Μην καταπιάνεσθε με την εκδίωξη του κακού. Έτσι μας θέλει ο Χριστός, να μην ασχολούμαστε με τα πάθη και με τον αντίθετο. Κατευθύνετε το νερό, δηλαδή όλη τη δύναμη της ψυχής σας προς τα λουλούδια και θα χαίρεσθε την ομορφιά την ευωδία τη δροσιά τους.
Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σας σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω απ’ την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό περιφρονήστε τον. Έρχεται από δω το κακό; Δοθείτε με τρόπο απαλό από κει. Δηλαδή έρχεται να σας προσβάλει το κακό, εσείς δώστε την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Ξέρει Εκείνος πώς να σας ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ’ το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με την χάρι του Θεού, καλοί. Που να βρεί τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!
Όλα συν Χριστώ είναι δυνατά. Πού είναι ο κόπος και η προσπάθεια για να γίνεις καλός; Τα πράγματα είναι απλά. Θα καλείτε τον Θεό κι Εκείνος θα μεταβάλλει τα πράγματα προς το καλό. Αν δώσετε σ’ Εκείνον την καρδιά σας, δεν θα μείνουν περιθώρια για τα άλλα. Όταν ενδυθείτε τον Χριστό, δεν θα κάνετε καμία προσπάθεια για την αρετή. Εκείνος θα σας τηνε δώσει. Σας πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε Τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σας απαλλάξει ο ίδιος. Να στραφείτε προς τον Χριστό και να πείτε με ταπείνωση και ελπίδα σαν τον απόστολο Παύλο: «Τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;». Θα κινηθείτε λοιπόν προς τον Χριστό κι Εκείνος αμέσως θα έλθει. Αμέσως θα ενεργήσει η χάρις Του.
Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Η ψυχή αγιάζεται και καθαίρεται με τη μελέτη των λόγων των Πατέρων, με την αποστήθιση ψαλμών, αγιογραφικών χωρίων, με την ψαλτική, με την ευχή.
… Είναι δύο δρόμοι που μας οδηγούν στον Θεό, ο σκληρός και κουραστικός με τις άγριες επιθέσεις κατά του κακού και ο εύκολος με την αγάπη. Υπάρχουν πολλοί που διάλεξαν το σκληρό δρόμο και «έχυσαν αίμα για να λάβουν Πνεύμα», ώσπου έφθασαν σε μεγάλη αρετή. Εγώ βρίσκω ότι πιο σύντομος και σίγουρος δρόμος είναι αυτός με την αγάπη. Αυτόν ν’ ακολουθήσετε κι εσείς.
Μπορείτε δηλαδή να κάνετε άλλη προσπάθεια. Να μελετάτε και να προσεύχεσθε και να έχετε ως στόχο να προχωρήσετε στην αγάπη του Θεού και της Εκκλησίας. Μην πολεμάτε να διώξετε το σκοτάδι απ’ το δωμάτιο της ψυχής σας. Ανοίξτε μια τρυπίτσα, για να έλθει το φως, και το σκοτάδι θα φύγει. Το ίδιο ισχύει και για τα πάθη και τις αδυναμίες. Να μην τα πολεμάτε, αλλά να τα μεταμορφώνετε σε δυνάμεις περιφρονώντας το κακό. Να καταγίνεσθε με τα τροπάρια, τους κανόνες, τη λατρεία του Θεού, το θείο έρωτα. … Να διαβάζετε με χαρά και αγάπη και αγαλλίαση. Όταν δοθείτε σ’ αυτή την προσπάθεια με λαχτάρα, η ψυχή σας θ’ αγιάζεται με τρόπο απαλό, μυστικό, χωρίς να το καταλαβαίνετε.
… Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μια μικρή πείρα σ’ αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.
Αυτό είναι το άγιο και ωραίο που ευφραίνει κα απαλλάσσει την ψυχή από κάθε κακό, η προσπάθεια να ενωθεί κανείς με τον Χριστό. Ν’ αγαπήσει τον Χριστό, να λαχταρήσει τον Χριστό…
Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν’ απαλλαγείτε απ’ αυτές. Ν’ αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν’ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.» Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ’ αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα κι ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ’ αυτό», παραδείγματος χάριν, το θυμό, τη λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε ή και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος· κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή για να νικήσεις το πάθος και θα δεις τότε πώς θα σ’ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις τίποτα να κάνεις.
Μην πολεμάτε απευθείας τον πειρασμό, μην παρακαλείτε να φύγει, μη λέτε: «Παρ’ τον Θεέ μου!» Τότε του δίνετε σημασία κι ο πειρασμός σφίγγει. Γιατί παρόλο που λέτε «πάρ’ τον, Θεέ μου», βασικά τον θυμάστε και τον υποθάλπετε περισσότερο. Η διάθεση για απαλλαγή, βέβαια, θα υπάρχει αλλά θα είναι πάρα πολύ μυστική και λεπτή, χωρίς να φαίνεται. Θα γίνεται μυστικά. Θυμηθείτε εκείνο που λέγει η Αγία Γραφή: «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». Όλη η δύναμη σας να στρέφεται στην αγάπη του Θεού, στη λατρεία Του, στην προσκόλληση σ’ Αυτόν. Έτσι η απαλλαγή απ’ το κακό και τις αδυναμίες θα γίνεται μυστικά, χωρίς να παίρνετε είδηση, χωρίς κόπο.
Αυτή την προσπάθεια κάνω κι εγώ. Βρήκα ότι είναι ο καλύτερος τρόπος αγιασμού, αναίμακτος. Δηλαδή, να ρίχνομαι στην αγάπη, μελετώντας τους κανόνες, τα τροπάρια, τους ψαλμούς. Αυτή η μελέτη κι εντρύφηση, χωρίς να το καταλάβω, πηγαίνει το νου μου προς τον Χριστό και γλυκαίνει την καρδιά μου.
Γι’ αυτό εγώ προτιμώ τον «εύκολο δρόμο», δηλαδή αυτό τον τρόπο που τον πετυχαίνομε με τη μελέτη των κανόνων των αγίων. … Καλό είναι να κάνομε αυτή την «κλοπή». Να κάνομε κι εμείς ό,τι έκαναν εκείνοι. Αυτοί ρίχθηκαν στην αγάπη του Χριστού. Έδωσαν όλη την καρδιά τους. Να κλέψομε τον τρόπο τους.
Η πνευματική εργασία που κάνετε στα βάθη της ψυχής σας να γίνεται μυστικά να μη γίνεται αντιληπτή όχι μόνο απ’ τους άλλους αλλά ούτε κι από σας τους ίδιους. … Χρειάζεται τέχνη για να μην παίρνει είδηση ο παλαιός. Χρειάζεται τέχνη και κυρίως η χάρις του Θεού.
Υπάρχουν μερικά μυστικά. Το Ευαγγέλιο και ο ίδιος ο Χριστός μας προτρέπει πώς πρέπει να προλαμβάνομε ορισμένα πράγματα που θα μας δυσκολεύσουν στον αγώνα μας. … Για παράδειγμα θέλετε να γευθείτε μια χαρά απ’ τον Θεό; Ποιο είναι εδώ το μυστικό; Έστω κι αν την πιστεύετε κι αν τη ζητάτε τη χαρά και λέτε, «δεν μπορεί παρά να μου τήνε δώσει ο Θεός», Εκείνος δεν τη δίδει. Και αιτία είστε εσείς οι ίδιοι. Όχι ότι ο Θεός δεν θέλει να τη δώσει αυτή τη χαρά, αλλά όλο το μυστικό είναι η δική μας απλότης και απαλότης. Όταν λείπει η απλότης και λέτε, «θα κάνω αυτό κι ο Θεός θα μου δώσει αυτό που ζητώ, θα κάνω εκείνο, θα κάνω το άλλο …» δεν γίνεται. Ναι να κάνω τούτο το άλλο αλλά με τόση μυστικότητα, με τότη απλότητα, με τόση απαλότητα, ώστε κι εγώ ο ίδιος που το ζητάω να μην το παίρνω είδηση.
Απλά, απαλά θα κάνετε το καθετί. Δεν θα κάνετε τίποτα με σκοπιμότητα. Να μη λέτε, «θα το κάνω έτσι, για να έλθει αυτό το αποτέλεσμα», αλλά θα το κάνετε έτσι απαλά, χωρίς να το ξέρετε. Δηλαδή προσεύχεσθε απλά και δεν σκέπτεσθε τι θα χαρίσει ο Θεός μες στην ψυχή σας. Δεν κάνετε υπολογισμούς. Ξέρετε, βέβαια, τι χαρίζει ο Θεός στην επαφή μαζί Του, αλλά είναι σαν να μην ξέρετε. Να μην το συζητάτε ούτε με τον εαυτό σας. Έτσι όταν λέτε την ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» να τη λέτε απαλά, απλά και να μη σκέπτεσθε τίποτ’ άλλο παρά μόνο την ευχή. Αυτά είναι πολύ λεπτά πράγματα και χρειάζεται να επενεργήσει η χάρις του Θεού.
Η καρδιά σας να είναι απλή όχι διπλή και ανειλικρινής· αγαθή κι όχι πονηρή και ιδιοτελής.
Ο αγαθός, ο καλοκάγαθος, αυτός που δεν έχει πονηρούς λογισμούς, ελκύει την χάρι του Θεού. Κυρίως η αγαθότητα και η απλότητα ελκύουν την χάρι του Θεού· είναι οι προϋποθέσεις, για να έλθει ο Θεός και «μονήν ευρήσει». Αλλά πρέπει να γνωρίζει ο αγαθός και τις πονηριές του διαβόλου και των ανθρώπων, διότι πολύ θα ταλαιπωρείται. Αλλιώς θα έπρεπε να ζει σε κοινωνία αγγέλων.
Απλότητα και αγαθότητα. Αυτό είναι το παν, για ν’ αποκτήσετε τη θεία χάρι. Πόσα μυστικά υπάρχουν στην Αγία Γραφή! «Κακότεχνος ψυχή» είναι η κακοφτιαγμένη, η κακοχτισμένη ψυχή, αυτή που κατασκευάζει το κακό. Ούτε εισέρχεται ούτε, πολύ περισσότερο κατοικεί η θεία σοφία σε μια τέτοια ψυχή. Όπου υπάρχει διαφθορά και δολιότητα, δεν εισέρχεται η χάρις του Θεού.
Να ερευνάτε πόσες φορές λέει η Αγία Γραφή μία λέξη, για παράδειγμα τη λέξη «απλότητα», και πόσες την άλλη. Φως Χριστού θα πλημμυρίσει την ψυχή σας.
Αυτό το φως είναι το άκτιστο φως του Χριστού. Άμα αποκτήσομε αυτό το φως, θα γνωρίσωμε την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ο Θεός. Ο Θεός τα γνωρίζει όλα. Γι’ Αυτόν είναι όλα γνωστά φωτεινά. Ο κόσμος είναι έργο Θεού. Αυτόν τον κόσμο ο Θεός τον φωτίζει με το άκτιστον φως Του. Ο Θεός είναι φως ο ίδιος. Είναι φως διότι γνωρίζει τον εαυτό Του. Εμείς δεν γνωρίζομε τον εαυτό μας, γι’ αυτό είμαστε στο σκότος. Όταν αφήσομε το φως να μας διαποτίσει, τότε έχομε κοινωνία με τον Θεό. Αν αυτό δεν γίνει, τότε έχομε άλλα φώτα, χίλια φώτα αλλά δεν έχομε το φως. Όταν είμαστε ενωμένοι μαζί Του, ο Χριστός μας κάνει φωτεινούς. Το φως το μέγα το προσφέρει στον καθένα μας. Μακάρι να το δεχόμαστε. Τότε αποκτούμε και πίστη πιο βαθιά και συμβαίνει αυτό που λέει το κείμενο της Σοφίας Σολομώντος: «εμφανίζεται τοις μη απιστούσιν Αυτώ».
Σ’ αυτούς που δυσπιστούν, αμφιβάλλουν κι αμφισβητούν και τα σκέπτονται μόνο με τη λογική και δεν είναι ανοικτοί στον Θεό, ο Θεός δεν εμφανίζεται. Σε κλειδωμένες ψυχές ο Θεός δεν εισέρχεται, δεν εκβιάζει δεν παραβιάζει. Αντίθετα, σ’ αυτούς που έχουν πίστη απλη χωρίς διακυμάνσεις, ο Θεός εμφανίζεται και χαρίζει το άκτιστον φως Του. Το δίδει πλούσια και στην εδώ ζωή και πολύ περισσότερο στην άλλη.
Μη νομίζετε όμως ότι όλοι εδώ βλέπουν το ίδιο καθαρά το φως της αληθείας. Καθένας το βλέπει ανάλογα με την ψυχή του, με το πνεύμα του, με τη μόρφωσή του, με την ψυχική του κατάσταση. Καταλάβατε; Βλέπουν για παράδειγμα πολλοί μια εικόνα όμως δεν έχουν όλοι όσοι τη βλέπουν τα ίδια συναισθήματα. Έτσι είναι και το θείον φως. Το αληθινό φως δεν λάμπει σ’ όλες τις ανθρώπινες καρδιές το ίδιο. Δηλαδή το ίδιο λάμπει ο ήλιος ο φυσικός αλλά στο σπίτι που είναι μαύρα τα τζάμια του, λίγο περνάνε από κει οι ακτίνες. Καταλάβατε;
Ακόμη και στους αγίους μας και στους προφήτες συνέβαινε αυτό το πράγμα. Κι αυτοί ακόμη, ανάλογα με την καθαρότητά τους, αισθάνονταν το φως το θείον.
Να έχετε συνέχεια τη μνήμη του Θεού. Έτσι ο νους σας θα αποκτήσει ευλυγισία. Η ευλυγισία του νου έρχεται απ’ την εγρήγορση. Εγρήγορση είναι ο έρως για τον Θεό. Είναι να έχεις πάντα στο νου και στην καρδιά σου τον Χριστό έστω κι αν κάνεις άλλες δουλειές. Θέλει έρωτα προς τον Χριστό λαχτάρα.
Αν ζείτε μέσα στην θεία χάρι, δεν θα σας προσβάλλει το κακό. Αν δεν ζείτε το θείον, θα σας κυκλώνει το κακό, θα σας πιάσει η νωθρότης και θα παιδεύεσθε. Άμα βλέπετε νωθρότητα ο άνθρωπος δεν είναι καλά στην ψυχή. … Οι νωθροί οι οκνηροί οι τεμπέληδες δεν είναι εντάξει απέναντι του Θεού. … Ο Θεός δεν μας θέλει νωθρούς. Ρέμπελα θα ζείτε; «Εξέχασα να κάνω αυτή τη δουλειά, παραδείγματος χάριν, να κλείσω την πόρτα, όταν βγήκα απ’ το δωμάτιο». Τι θα πει «εξέχασα»; Να θυμηθείς! Να προσέξεις! Ενώ η πολλή προσπάθεια, η κίνηση, ο κόπος, η δράση είναι αρετή. Ο σωματικός κόπος είναι αγώνας, αγώνας πνευματικός. Όσο απερίσκεπτοι είστε τόσο θα βασανίζεσθε. Αντίθετα όσο ευλαβείς και προσεκτικοί τόσο ευτυχείς.
Στο Άγιον Όρος στο κελλί που έχω, η πόρτα έχει μια παλιά μπετούγια. Πρέπει να την πιέσει κανείς για ν’ ανοίξει και τότε κάνει έναν πολύ δυνατό θόρυβο. Κάθε φορά που ερχόταν κάποιος και την πατούσε, η μπετούγια έκανε «κράααακ!». Σε εκατό μέτρα ακουγόταν ο θόρυβος. Δεν μπορούσαν ν’ ανοίξουν χωρίς να κάνουν θόρυβο. Ενώ ήταν εύκολο και τους το έδειξα και δομίμασαν, και πάλι έκαναν θόρυβο.
Αυτά τα πράγματα φαίνονται απλά, αλλά έχουν σχέση με όλη μας τη ζωή. Όσο πλησιάζετε τον Θεό, τόσο είστε πιο προσεκτικοί, χωρίς να το επιδιώκετε, σε όλα τα πράγματα αλλά και στα πνευματικά. Προσέχοντας για την ψυχή σας, γίνεσθε με τη θεία χάρι πιο έξυπνοι. Έχετε εργασθεί στη ζωή σας χωρίς λογισμούς; Δεν κάνετε λάθη. Η χάρις του Θεού σας σκεπάζει.
Ο χριστιανός δεν πρέπει να είναι νωθρός δεν πρέπει να κοιμάται. Πρέπει, όπου κι αν πάει και με την προσευχή του και με τη φαντασία του να πετάει. Και πράγματι δύναται ο χριστιανός που αγαπάει τον Θεό να πετάει με τη φαντασία του. Να πετάει μες στ’ άστρα μες στ’ άπειρα μες στο μυστήριο μες στην αιωνιότητα μες στον Θεό. Να είναι υψιπετής. Να προσεύχεται και να αισθάνεται ότι γίνεται και αυτός Θεός κατά χάριν. Να γίνεται πούπουλο και να πετάει με τη σκέψη του. Και η σκέψη του δεν είναι μία σκέτη φαντασία. Αυτό που λέμε «πετάει» δεν είναι φαντασία, είναι πραγματικότητα, όχι φαντασιοπληξία. Ο χριστιανός δεν ζει στα σύννεφα, όπως λέμε συνήθως. Συλλαμβάνει την πραγματικότητα και τήνε ζει. Αυτά που διαβάζει στο Ευαγγέλιο και στους Πατέρες τα ενστερνίζεται, τα ζει, μπαίνει στις λεπτομέρειες, τα εμβαθύνει, τα κάνει βιώματα. Γίνεται λεπτός δέκτης των μηνυμάτων του Θεού.
Μέσα μας έχομε δύο κόσμους, τον καλό και τον κακό. Και οι δύο αυτοί αντλούν τη δύναμη από μία πηγή. Η δύναμη αυτή είναι σαν την μπαταρία. Αν βάζει την πρίζα στην μπαταρία ο κακός, μας οδηγεί στην καταστροφή. Αν, όμως, τηνε βάλει ο καλός, τότε όλα είναι στη ζωή μας ωραία, γαλήνια, θεία. Αλλά η ίδια δύναμη τροφοδοτεί τον καλό ή τον αντίθετο εαυτό μας. Κάθε φορά είμαστε αιχμάλωτοι σ’ ένα από τα δύο, ή στο καλό ή στο κακό.
Κι όταν γίνει κανείς αιχμάλωτος του καλού, τότε δεν μπορεί να κακολογήσει, δεν μπορεί να μισήσει, δεν μπορεί να πει ψέματα. Δεν μπορεί και να θέλει ακόμη. Πώς να έλθει στην ψυχή του ο πονηρός να του φέρει απελπισία, απογοήτευση, νωθρότητα και τα τοιαύτα; Η θεία χάρις τον γεμίζει κι εκείνα δεν έχουν τη δύναμη να μπούνε μέσα. Δεν μπορούν να μπούνε, όταν το δωμάτιό του είναι γεμάτο από φίλους του πνευματικούς, που είναι μέσα στον αιθέρα, μέσα στο άπειρο –εννοώ τους αγγέλους, τους αγίους, τους μάρτυρες και κυρίως τον Χριστό. Το αντίθετο συμβαίνει όταν γίνει κανείς αιχμάλωτος του παλαιού ανθρώπου. Τότε κατέχεται υπό του κακού πνεύματος και δεν μπορεί να κάνει το καλό, γεμίζει κακίες, κατακρίσεις θυμούς κ.λπ.
Όταν σας προσβάλλει το κακό, να έχετε ευλυγισία και να στρέφεσθε στο καλό. Το κάθε κακό να το μεταστρέφετε να το μεταστοιχειώνετε να το μεταβάλλετε σε καλό. Η μεταστοιχείωσις αυτή γίνετε με την χάρι. … Για να γίνει αυτό ο άνθρωπος πρέπει να έχει δοθεί «εξ όλης ψυχής και εξ όλης καρδίας» στον Χριστό.
Θυμηθείτε τον πρωτομάρτυρα Στέφανο. Κατείχετο υπό του Θεού και ενώ εδιώκετο και ελιθοβολείτο, έλεγε για τους διώκτες του: «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην …». Γιατί φέρθηκε έτσι ο Άγιος Στέφανος; Απλούστατα, γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Ήταν αιχμάλωτος του καλού. Νομίζετε, είναι εύκολο να ρίχνουν πάνω σας σωρό τις πέτρες; Για να σου ρίξουν καμιά πέτρα! Καλός, καλός, αλλά άμα σου έλθει η πέτρα, «ά!» θ’ αρχίσεις να φωνάζεις, «παλιόπαιδο!» κ.λπ. Αυτό δείχνει ότι παθαίνομε κατάληψη από το κακό πνεύμα. Και τότε πού να μπει ο Χριστός, πού να σταθεί; Είναι όλα μέσα μας κατειλημμένα. Μόλις, όμως μπούμε στην πνευματική ζωή, μόλις μπούμε στον Χριστό αλλάζουν όλα. Και κλέπτης να ήταν κανείς, παύει να κλέβει, και φονιάς, παύει να είναι φονιάς, και αιμοβόρος και κακός και μνησίκακος … Παύουν όλα. Παύει η αμαρτία και ζει ο Χριστός.
Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς· αλλά ψεύτικης χαράς. Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο δήλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει τη χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.
Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια κι αν είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος.
Συμβαίνει για παράδειγμα να σας αναθέτουν εργασίες πέραν των ορίων των καθηκόντων σας. Δεν είναι σωστό ν’ αντιδράτε ή να εκνευρίζεσθε και να διαμαρτύρεσθε. Αυτές οι ταραχές φέρνουν κακό στον άνθρωπο. Να τα θεωρείτε όλα σαν ευκαιρίες αγιασμού. … μπορείτε ωστόσο να πείτε με ευγένεια βέβαια: «Συγχωρέστε με, δεν θα μπορέσω να κάνω αυτή την εργασία». Αλλά μπορείτε και να μη μιλήσετε και να σας βγει σε καλό όλος αυτός ο κόπος.
Δούλευα σ’ όλα με επιμέλεια και χωρίς αντίρρηση. Έπαθα κανένα κακό;
Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.
Συμβαίνει πολλές φορές να αισθάνεται κανείς υπερβολική στενοχώρια για την κατάσταση του κόσμου. Να υποφέρει που βλέπει ότι το θέλημα του Θεού δεν γίνεται σήμερα απ’ τους ανθρώπους ή κι απ’ τον ίδιο. Να πονάει με τον πόνο το σωματικό και τον ψυχικό των άλλων. Η ευαισθησία αυτή είναι δώρο του Θεού. Στις γυναίκες τη συναντάμε συχνότερα. Οι ψυχές που έχουν αυτή τη λεπτότητα είναι ιδιαίτερα δεκτικές στα μηνύματα και στη θέληση του Θεού. Αυτές οι ευαίσθητες ψυχές έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν πολύ στην εν Χριστώ ζωή, διότι αγαπάνε τον Θεό και δεν θέλουν να Τον λυπήσουν. Διατρέχουν όμως έναν κίνδυνο. Αν δεν δώσουν στον Χριστό με εμπιστοσύνη τη ζωή τους, είναι δυνατόν το πονηρό πνεύμα να εκμεταλλευθεί τη λεπτότητά τους και να τις οδηγήσει σε λύπη και σε απελπισία.
Η ευαισθησία δεν έχει διόρθωση. Μπορεί μόνο να μετασχηματισθεί, να μεταποιηθεί, να μετατραπεί, να μεταμορφωθεί, να μεταστοιχειωθεί, να γίνει αγάπη, χαρά, θεία λατρεία. Πώς; Με τη στροφή προς τα άνω. Να στρέψετε την κάθε θλίψη στη γνώση του Χριστού, στην αγάπη Του, στη λατρεία Του. Κι ο Χριστός που συνεχώς περιμένει με λαχτάρα να μας βοηθήσει, θα σας δώσει την χάρι Του και τη δύναμή Του και θα μετατρέψει τη θλίψη σε χαρά, σε αγάπη για τους αδελφούς, σε λατρεία προς τον ίδιο. Έτσι θα φύγει το σκοτάδι.
Μην κοιτάζετε αυτό που σας συμβαίνει, αλλά να κοιτάζετε το φως, τον Χριστό, όπως το παιδί κοιτάζει την μητέρα του, όταν κάτι του συμβεί. Όλα να τα βλέπετε χωρίς άγχος, χωρίς στενοχώρια, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο. Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε προς το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, θα δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.
Όλα τα δυσάρεστα που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό. Τότε ξενοιάζετε και γίνεσθε όργανά Του.
Όλα να τα’ αντιμετωπίζετε με αγάπη, με καλοσύνη, με πραότητα, με υπομονή και με ταπείνωση. Να είστε βράχοι. Όλα να ξεσπάνε πάνω σας και σαν τα κύματα να γυρίζουν πίσω· εσείς να είστε ατάραχοι. Αλλά θα πείτε: «Έ, γίνετε αυτό;». Ναι, με την χάρι του Θεού γίνεται πάντοτε. Αν τα παίρνομε ανθρώπινα, δεν γίνεται.
… γυμναστική είναι για μας όλες οι αντιδράσεις του περιβάλλοντος και οι δυσκολίες γύρω μας. Γυμνάζομε τον εαυτό μας πάνω στην υπομονή, στην καρτερία:
› Ετούτη εδώ η γυναίκα σου, σ’ αγαπάει πολύ.
› Ναι, αλλά μου κάνει αυτά…
› Σου τα κάνει αυτά για να σ’ αγιάσει, αλλά εσένα δεν κόβει το μυαλό σου. Εξοργίζεσαι και, αντί ν’ αγιάζεις, κολάζεσαι.
Αν είχε όμως υπομονή και ταπείνωση, δεν θα έχανε τις ευκαιρίες του αγιασμού.
Είναι μεγάλο πράγμα, μεγάλη αρετή η υπομονή. Ο Χριστός είπε: «Άμα δεν έχετε υπομονή, θα χάσετε τις ψυχές σας· για να τις κερδίσετε, πρέπει να έχετε υπομονή». Η υπομονή είναι αγάπη, χωρίς αγάπη δεν μπορείς να έχεις υπομονή. Είναι όμως και θέμα πίστεως. Στην πραγματικότητα, είμαστε άπιστοι, γιατί δεν ξέρομε πώς τα φέρνει ο Θεός και μας απαλλάσει απ’ τις δυσκολίες και τις στενοχώριες. Να παρακαλάτε την Παναγία: «Στρέψον τον κοπετόν εις χαράν, εις ευθυμίαν δε το πένθος μετάβαλε, τον θρήνον εις ευφροσύνην και αγαλλίασιν νυν, Θεοτόκε μόνη παντευλόγητε.»
Η διάθεση ν’ αγαπήσομε τον Θεό έχει μέσα της και κάποιον πόνο. Όταν θέλομε να ζήσομε πνευματικά, πονάμε, διότι πρέπει να κόβομε κάθε δεσμό που μας ενώνει με την ύλη. Όταν όμως θέλομε να ικανοποιήσομε τον εαυτό μας ή τους άλλους, αυτό που δίνομε είναι μια αγάπη, μία ενέργεια· είναι μία δύναμη της ψυχής μας, που μέρος το «ξοδεύομε» κι εκεί. Θέλει προσοχή, τι τάξη και σειρά θα βάλομε στη ζωή μας, για ποιόν θα γίνει το «έξοδο».
Η θλίψη, η κατά Θεόν, έχει μέσα της χαρά. Προχωρεί κανείς εμπρός εξαιτίας της. Δεν αφήνει μέσα του την κατάθλιψη, που φθείρει την ψυχή. Όταν υπάρχει ταπείνωση, δεν υπάρχει κατάθλιψη. Ο εγωιστής στενοχωριέται πολύ με το καθετί. Ο ταπεινός είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος απ’ όλους κι απ’ όλα. Αυτό γίνεται μόνο με την ένωση με τον Χριστό. Όλες οι αισθήσεις να λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου. Να είστε έτοιμοι να κενωθείτε στον οποιονδήποτε. Αυτό είναι ελευθερία. Όπου αγάπη εκεί ελευθερία. Ζώντας μέσα στην αγάπη του Θεού, ζείτε μέσα στην ελευθερία.
Πολλοί άνθρωποι και μάλιστα χριστιανοί, δεν δέχονται καθόλου την ύπαρξη του δαίμονα. Το δαιμόνιο όμως δεν μπορείς να το αρνηθείς. Πιστεύω ότι υπάρχει διάβολος και λέω μάλιστα ότι, αν βγάλουμε απ’ το Ευαγγέλιο την πίστη στην ύπαρξη του διαβόλου τι γίνεται; Πάει το Ευαγγέλιο. … Δεν μπορούμε ν’ αγνοήσομε την ύπαρξη του διαβόλου, του οποίου τα έργα ήλθε να καταργήσει ο Χριστός.
Εγώ όμως σας λέγω, αντί ν’ ασχολείσθε με τον διάβολο και τις πονηρίες του, αντί ν’ ασχολείσθε με τα πάθη, να στραφείτε στην αγάπη του Χριστού.
Εδώ θαυμάζει κανείς το πνεύμα του ποιητή. Βάζει τέχνη στη δομή του τροπαρίου, δηλαδή πλοκή, πλοκή λόγου. Είδατε τι λέει; Προσέχετε την κάθε λέξη. «Πλάνης μηχανήματα». …
Ο σατανάς φτιάχνει το μηχανισμό της πλάνης. Χωρίς να το καταλάβομε εμείς ο πονηρός φτιάχνει παγίδες. Με τη λαχτάρα για τον Χριστό η δύναμη της ψυχής φεύγει απ’ τις παγίδες και πάει στον Χριστό. Άλλο πράγμα αυτό. Πιο ευγενές. Το να μάχεσαι τον εχθρό σου είναι μια προσπάθεια με σπρωξίματα και πίεση. Στην αγάπη του Χριστού όμως δεν υπάρχουν σπρωξίματα. Εδώ η δύναμη της ψυχής μεταποιείται χωρίς κόπο. Δεν πρέπει ν’ αντιδράτε με τα ίδια όργανα. Αδιαφορήστε! Αυτή η αδιαφορία προς τον εχθρό είναι μεγάλη τέχνη. Τέχνη τεχνών. Γίνεται μόνο με τη θεία χάρι. Η αντιμετώπιση του κακού με την χάρι του Θεού γίνεται αναίμακτα και ακοπίαστα. Χωρίς σπρώξιμο και χωρίς σφίξιμο.
Τι είπαμε; Δεν είπαμε ότι ο διάβολος είναι πολυμήχανος; Οι μηχανισμοί του διαβόλου είναι πονηροί. Τρόμος! Γιαυτό πρέπει κι εμείς να φτιάχνομε ευσεβείς μηχανισμούς αμύνης, χωρίς πονηρία, για να καταστρέψομε τη δύναμη των δικών του παγίδων.
Όταν ντυθούμε την πανοπλία του Θεού, τα πάντα θα κατορθώσομε· και μάλιστα πολύ εύκολα. Είναι εύκολα όλα, όταν μπούμε στη θεία χάρι. Τότε είμαστε πιο ελεύθεροι, πιο δυνατοί. Μας προστατεύει η θεία χάρις. Αν αγωνισθούμε ερωτευθούμε τον Χριστό, τότε αποκτούμε τη θεία χάρι. Οπλισμένοι με τη θεία χάρι, δεν διατρέχομε κίνδυνο κι ο διάβολος μας βλέπει και φεύγει.
Κι εγώ ο καημένος ο ταπεινός από μικρός έτσι εργαζόμουν κι έχω μια μικρή πείρα. Δεν ήθελα να σκέπτομαι τις παγίδες, αδιαφορούσα. Στην αρχή, όμως, ξεκίνησα αλλιώς. Ξαπλωνόμουν κάτω κι έλεγα ότι είμαι πεθαμένος. Βίαζα τον εαυτό μου με τη βία του θανάτου. Δαίμονες έρχονταν και μες στο φόβο έλεγα: «Έχε μνήμην θανάτου δια παντός, έχε μνήμην κολάσεως». Τα παράτησα. Τα είχα ζήσει κι εκείνα. Καλά είναι κι εκείνα για τους αρχαρίους. Αλλά «ο φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη».
Γράφει ο ιερός Αυγουστίνος: «Διαλογισμοί με απασχολούν και μπλέκομαι σε συζητήσεις». Βλέπετε, εδώ ομιλούσε ο παλαιός άνθρωπος με τον νέο, με τον κατά Χριστόν άνθρωπο. Έκανε συζήτηση. Εμένα δεν μου αρέσει να συζητώ με τον παλαιό άνθρωπο. Δηλαδή με τραβάει από πίσω, απ’ το ράσο, αλλ’ αμέσως ανοίγω τα χέρια προς τον Χριστό κι έτσι τον περιφρονώ με τη θεία χάρι, δεν τον σκέπτομαι. Όπως το μωρό παιδί ανοίγει τα χέρια και πέφτει στην αγκαλιά της μάνας του, έτσι κάνω κι εγώ. Είναι μυστήριο, δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε τη λεπτότητα του θέματος.
Όταν προσπαθείτε ν’ αποφύγετε τον παλαιό άνθρωπο χωρίς την χάρι, τον ζείτε. Με την χάρι, όμως, δεν σας απασχολεί πια. Υπάρχει στο βάθος. Όλα μένουν μέσα μας και τα άσχημα δεν χάνονται. Με την χάρι όμως μετουσιώνονται, μεταποιούνται, μεταστοιχειώνονται. «Ίνα τον παλαιόν αποθέμενοι άνθρωπον, τον νέον ενδυσώμεθα και Σοι ζήσωμεν, τω ημετέρω Δεσπότη», δεν λέγει στην ευχή της ενάτης ώρας;
Ο Χριστός θέλει να ενωθούμε μαζί Του και περιμένει έξω απ’ την πόρτα της ψυχής μας. Από μας εξαρτάται να δεχθούμε τη θεία χάρι. Μόνο η θεία χάρις μπορεί να μας αλλάξει. Εμείς τίποτα δεν μπορούμε μόνοι μας. Η χάρις όλα θα μας τα δώσει. Εμείς να προσπαθούμε να μειώνομε τον εγωισμό και τη φιλαυτία μας. Να είμαστε ταπεινοί. Να δοθούμε στον Χριστό κι όλα φεύγουν τα αντιδραστικά, σωματικά και ψυχικά.
Ενώ πρώτα ήταν ανίκανος (ο απόστολος Παύλος) να κάνει το καλό, μετά έγινε ανίκανος να κάνει το κακό. Δεν μπορούσε δεν το ήθελε.
Με τη θεία χάρι τα πάντα είναι κατορθωτά. Με τη θεία χάρι οι μάρτυρες του Χριστού δεν καταλάβαιναν τους πόνους, που προξενούσαν τα μαρτύρια. Με τη θεία χάρι όλα γίνονται ανώδυνα. Αυτόν τον τρόπο τον απαλό να χρησιμοποιείτε. Μην αγωνίζεσθε να διώξετε το σκοτάδι, το κακό. Δεν πετυχαίνετε τίποτα χτυπώντας το σκοτάδι. Βρίσκεσθε στο σκοτάδι και θέλετε να απαλλαγείτε; Εσείς τι κάνετε; Διώχνετε με δύναμη το σκοτάδι, το χτυπάτε, αλλ’ αυτό δεν φεύγει. Θέλετε φως; Ανοίξτε μια τρυπίτσα και θα έλθει μια ακτίνα του ήλιου, θα έλθει το φως. Αντί να διώχνετε το σκοτάδι, αντί να διώχνετε τον εχθρό, να μην μπει μέσα σας, ανοίξτε τα χέρια στην αγκάλη του Χριστού. Αυτός είναι ο πιο τέλειος τρόπος, να μην πολεμάτε, δηλαδή, απευθείας το κακό, αλλά ν’ αγαπήσετε τον Χριστό, το φως Του, και το κακό θα υποχωρήσει.
Το σπουδαιότερο όπλο κατά του διαβόλου είναι ο Τίμιος Σταυρός, που τον τρέμει. Ο σταυρός όμως, να γίνεται σωστά.
Η επικοινωνία με τον Χριστό όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να την υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν όμως πιέζεσθε το κακό πνεύμα σας παίρνει είδηση και σας πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σας αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μετώπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρις, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρα, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο. Μην κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε μες στην αγκαλιά Του και να προχωράτε. Να Του δοθείτε, να Τον αγαπήσετε τον Χριστό, να ζείτε με εγρήγορση. Η εγρήγορση στον άνθρωπο που αγαπάει τον Θεό είναι απαραίτητη.
Τα πράγματα είναι απλά κι εύκολα στην πνευματική ζωή, στη ζωή εν Χριστώ· αρκεί να ξέρετε να διακρίνετε. Όταν σας ενοχλήσει κάτι, ένας λογισμός, ένας πειρασμός, μία επίθεση, περιφρονώντας όλ’ αυτά, θα στρέφετε την προσοχή σας, το βλέμμα σας στον Χριστό. Εκείνος μετά θα αναλάβει να σας ανεβάσει. Εκείνος θα σας πιάσει απ’ το χέρι και θα σας δώσει πλούσια τη θεία Του χάρι. Εσείς λίγη προσπάθεια θα κάνετε. Παίρνομε ένα εκατομμύριο. Το κόβομε κομματάκια. Παίρνομε το ένα εκατομμυριοστό. Το ένα εκατομμυριοστό του εκατομμυριοστού είναι του ανθρώπου η προσπάθεια, λίγη δηλαδή διάθεση. Κινείσθε προς τον Θεό και στο δευτερόλεπτο του δευτερολέπτου έρχεται η θεία χάρις. Το σκέπτεσθε κι έρχεται το Άγιον Πνεύμα. Δεν κάνετε τίποτα.
Όταν δείτε το αντίθετο πνεύμα να έρχεται να σας βουτήξει εσείς δεν τρομοκρατείσθε, ούτε το κοιτάζετε, ούτε προσπαθείτε να το βγάλετε από μέσα σας. Τι κάνετε; Ο καλύτερος τρόπος είναι η περιφρόνηση. Δηλαδή ανοίγετε την αγκαλιά σας, ανοίγετε τα χέρια σας στον Χριστό, όπως το παιδάκι που βλέπει κάποιο θηρίο άγριο και δεν φοβάται, γιατί είναι δίπλα ο πατέρας του και πέφτει στην αγκαλιά του. Αυτό τον τρόπο να χρησιμοποιείτε σε κάθε προσβολή του πονηρού και σε κάθε λογισμό δηλαδή την περιφρόνηση.
Όλα να τα προλαμβάνετε με την προσευχή. Αυτό είναι μεγάλο μυστικό. Την ώρα του πειρασμού, εκεί που πάτε να τον περιφρονήσετε, ο πονηρός σας βουτάει, σας καθηλώνει και σας σφίγγει και κάνει το δικό του κι όχι αυτό που θέλετε εσείς. Πρέπει να προλάβετε να κάνετε το άνοιγμα στον Θεό. Για να το πετύχετε όμως αυτό πρέπει να σας φωτίσει η θεία χάρις. Αν αυτό δεν γίνει αμέσως, τότε σας αρπάζει ο πονηρός κι ενώ προσπαθείτε να τον διώξετε, σας έχει ήδη συλλάβει.
Εζήτησα από έναν άνθρωπο να μου κάνει κάτι. Αυτός αρνιόταν λέγοντας ότι η επιστήμη τα λέει αλλιώς. Επέμεινα εγώ, τίποτα εκείνος. Πήγα ν’ αγανακτήσω. Το κατάλαβα. Τη στιγμή εκείνη, στράφηκα στον Χριστό και πρόλαβα το κακό.
Αυτή περιφρόνηση έχει μεγάλη τέχνη.
Η περιφρόνηση του κακού πνεύματος γίνεται μόνο με την χάρι του Θεού. Γυρίζετε προς τον Χριστό τρέχετε προς τον Χριστό, ανοίγετε τα χέρια σας προς τον Χριστό, προσπαθείτε να γνωρίσετε τον Χριστό, ν’ αγαπήσετε τον Χριστό, να αισθανθείτε τον Χριστό και σ’ αυτή σας την προσπάθεια, όταν τα ελατήρια σας είναι αγνά και καθαρά και ειλικρινή, ανοίγει η χάρις την ψυχή σας και σας λέει: «Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών και επιφαύσει σοι ο Χριστός». Εκεί, μέσα στο θείο φως θα ζούμε πάντοτε, εφόσον θ’ αγαπάει και θα λαχταράει η ψυχή μας τον Θεό. Έτσι, με την χάρι του Χριστού, είναι όλα εύκολα κι όλα αληθινά τα λόγια του Χριστού, που είπε: «Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστιν».
Μερικοί βλέπουν τον διάβολο να παρουσιάζεται με διάφορες μορφές, να κάνει θορύβους, να τους χτυπάει κ.α. Αυτά γίνονται τις πιο πολλές φορές στους μπερδεμένους. Όταν κανείς δεν άρχισε κανονικά την πνευματική ζωή ή τον βαραίνει κάτι κληρονομικό, βλέπει τον σατανά να παρουσιάζεται μπροστά του, να του κάνει φασαρίες κ.λπ. Καμιά φορά μπορεί να πάθει και σχιζοφρένεια ο άνθρωπος. Ο σχιζοφρενής επηρεάζεται απ’ τα βιώματα της παλιάς ζωής των προγόνων.
Και κάτι ακόμη. Να μη δίνομε στον διάβολο δικαιώματα. Δηλαδή εγώ δεν αφήνω ούτε μια σκέψη μνησικακίας μέσα μου ούτε μια σκέψη εγωισμού, μη βρει παράθυρο ο σατανάς. Το παράθυρο είναι το δικαίωμα. Όταν απομακρύνεσαι απ’ τον Θεό, κινδυνεύεις, γιατί σε βρίσκει «σκέτον» ο σατανάς και κυριαρχεί επάνω σου. Ακούστε κι εμένανε, που έχω λίγη πείρα σ’ αυτά.
Η τελεία εμπιστοσύνη στα χέρια του Θεού -αυτή είναι η αγία ταπείνωση. Η τέλεια υπακοή στο Θεό χωρίς αντίρρηση, χωρίς αντίδραση, έστω κι αν ορισμένα πράγματα φαίνονται δύσκολα και παράλογα. Το άφημα στα χέρια του Θεού. Αυτό που λέμε στην Θεία Λειτουργία τα λέγει όλα: «πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Σ’ εσένα Κύριε, τα αφήνομε όλα. Αυτή είναι η εμπιστοσύνη στον Θεό. Αυτή είναι η αγία ταπείνωση. Αυτή μεταμορφώνει τον άνθρωπο. Τον καθιστά θεάνθρωπο.
Ο ταπεινός έχει συνείδηση της εσωτερικής του καταστάσεως και, όσο κι αν είναι άσχημη, δεν χάνει την προσωπικότητά του. Γνωρίζει ότι είναι αμαρτωλός και θλίβεται γι’ αυτό, αλλά δεν απελπίζεται, δεν εξουθενώνει τον εαυτό του. Ο έχων την αγία ταπείνωση δεν μιλάει καθόλου, δηλαδή δεν αντιδρά. Δέχεται να τον παρατηρούν, να τον ελέγχουν οι άλλοι, χωρίς να εξοργίζεται και να δικαιολογείται. Δεν χάνει την ισορροπία του. Το αντίθετο συμβαίνει με τον εγωιστή, τον έχοντα αισθήματα κατωτερότητος. Στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. Λίγο, όμως, αν τον πειράξει κανείς, αμέσως χάνει την ειρήνη του, εκνευρίζεται, ταράζεται.
Ο ταπεινός πιστεύει ότι όλα εξαρτώνται απ’ τον Χριστό κι ότι ο Χριστός του δίδει την χάρι Του κι έτσι προχωράει. Όποιος έχει την αγία ταπείνωση, ζει από τώρα στην επίγεια άκτιστη Εκκλησία. Έχει πάντα τη χαρά του Χριστού, και στα δυσάρεστα. … Φλεγόταν απ’ την αγάπη του Χριστού. Η ταπείνωση τον ανέβασε εκεί. Να καίγεσαι για τον Θεό· αυτό είναι το παν.
Αν έχετε αγάπη στον πλησίον και στον Θεό, θα δώσει ο Θεός την ταπείνωση, θα δώσει τον αγιασμό. Αν δεν έχετε αγάπη στον Θεό και στον πλησίον αν τεμπελιάζετε, θα σας βασανίσει ο σατανάς, θα σας εκδικηθεί ο παλαιός άνθρωπος, θα σας φταίνε όλοι κι όλα, θα γκρινιάζετε λέγοντας: «Γιατί τα’ άφησες αυτό εδώ, γιατί εκεί;». Και θα νομίζετε ότι δήθεν φταίνε οι δουλειές ο κόπος. Θα λέτε: «Τι θα γίνει μ’ αυτή την κατάσταση που έφθασα, πώς φέρομαι έτσι;», χωρίς να καταλαβαίνετε από πού προέρχεται αυτή η κατάσταση. Ενώ αυτό είναι η εκδίκηση των ενστίκτων.
Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές. Η ψυχασθένεια, η νευρασθένεια, ο διχασμός είναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο είναι επίσης και η ταπεινολογία. Το λένε και αίσθημα κατωτερότητος. Η αληθινή ταπείνωση δεν μιλάει, δεν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή «είμαι αμαρτωλός, ανάξιος, ελάχιστος πάντων …». Φοβάται ο ταπεινός μήπως με τις ταπεινολογίες πέσει στην κενοδοξία. Η χάρις του Θεού δεν πλησιάζει εδώ. Αντίθετα η χάρις του Θεού βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, η θεία ταπείνωση, η τελεία εμπιστοσύνη στον Θεό. Η εξάρτηση από Εκείνον.
Αυτό έχει μεγάλη αξία να οδηγείσαι απ’ τον Θεό, να μην έχεις κανένα θέλημα. … Αυτή είναι η πραγματική ελευθερία. Να καίγεσαι για τον Θεό. Αυτό είναι το παν. Αν νικηθείς απ’ τον Θεό, υποδουλώνεσαι σ’ Αυτόν και ζεις στην ελευθερία των τέκνων του Θεού…
Χρειάζεται βέβαια και λίγη προσπάθεια, αλλά η άκρα ταπείνωση δεν αποκτιέται με τις προσπάθειες και τον αγώνα μόνο. Είναι αποτέλεσμα χάριτος. Το λέω εκ πείρας: ό,τι έχω το έχω απ’ την χάρι.
Να είμαστε σε όλα ταπεινοί· στη σκέψη, στα λόγια, στη συμπεριφορά. Ποτέ να μην παρουσιαστούμε στον Θεό και να πούμε: «Έχω αρετές». Ο Θεός δεν θέλει την αρετή μας. Πάντα να παρουσιάζεσαι στον Θεό ως αμαρτωλός· χωρίς όμως απελπισία, αλλά «θαρρών εις το έλεος της ευσπλαχνίας Του». Αρκεί να βρούμε το μυστικό.
Το μυστικό είναι η αγάπη στον Χριστό και η ταπείνωση. Ο Χριστός θα δώσει την ταπείνωση. Εμείς δεν μπορούμε με τις αδυναμίες μας να Τον αγαπήσομε. Ας μας αγαπήσει Αυτός. Ας Τον παρακαλούμε πολύ να μας αγαπήσει Εκείνος και να μας δώσει το ζήλο να Τον αγαπήσομε κι εμείς.
Άμα θέλεις να φιλοσοφήσεις όλα θα τα ρίχνεις στον κακό εαυτό σου και θα ταπεινώνεσαι πάντοτε. Είναι ταπείνωση να πιστεύεις ότι όλοι είναι καλοί. Κι αν ακούεις για κάποιον κάτι αρνητικό να μην το πιστεύεις. Όλους να τους αγαπάεις και να μη σκέπτεσαι για κανέναν κακό και για όλους να προσεύχεσαι. Δεν θέλεις άλλη φιλοσοφία.
Η καρδιά του κενόδοξου δεν μπορεί να ταπεινωθεί. Όταν τον ελέγχουν ή νουθετούν, αντιλέγει έντονα, ενώ, όταν τον επαινούν και τον κολακεύουν, φέρεται άπρεπα. Ό,τι και να του πεις, εννοεί να υπερηφανεύεται περισσότερο. Ασχολείται και περιστρέφεται γύρω απ’ τον εαυτό του. Αντίθετα, ο αμαρτωλός που μετανοεί κι εξομολογείται βγαίνει απ’ τον εαυτό του. Όταν εξομολογηθεί δεν γυρνάει πίσω.
Ο κενόδοξος την ψυχή του την αποξενώνει απ’ την αιώνια ζωή. Τελικά ο εγωισμός είναι σκέτη κουταμάρα! Η κενοδοξία μας κάνει κούφιους. Όταν κάνομε κάτι για να επιδειχθούμε, καταντούμε άδειοι ψυχικά.
Θέλω να γίνω πιο καλός, θέλω να λατρεύω τον Θεό με αγάπη, με λαχτάρα, και κάνω όνειρα και κάνω προσπάθεια, αλλά δεν γίνεται τίποτα. Όμως αυτό μου δίνει χαρά και μια ικανοποίηση ότι επιτέλους προσπαθώ ν’ αγαπήσω τον Χριστό. Δεν το έχω κατορθώσει αλλά το επιθυμώ.
Λέγει ο σοφός Σολομών ότι ο Χριστός «ευρίσκεται τοις μη πειράζουσιν Αυτόν». Οι «πειράζοντες» τον Θεόν είναι όσοι αμφιβάλλουν, διστάζουν ή και χειρότερα ακόμη, ανθίστανται στην παντοδυναμία Του και πανσοφία Του. Δεν πρέπει η ψυχή μας ν’ αντιστέκεται και να λέει, «γιατί το έκανε έτσι αυτό ο Θεός, γιατί το άλλο αλλιώς, δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά;». … Αυτά τα «γιατί» πολύ βασανίζουν τον άνθρωπο, δημιουργούν αυτά που λέει ο κόσμος «κόμπλεξ»· παραδείγματος χάριν, «γιατί να είμαι πολύ ψηλός;» ή και το αντίθετο «πολύ κοντός;». Αυτό δεν φεύγει από μέσα. Και προσεύχεται κανείς και κάνει αγρυπνίες, αλλά γίνεται το αντίθετο. Και υποφέρει κι αγανακτεί χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ με το Χριστό, με την χάρι φεύγουν όλα. Υπάρχει αυτό το «κάτι» στο βάθος, δηλαδή το «γιατί», αλλ’ η χάρις του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο κι ενώ η ρίζα είναι το κόμπλεξ, εκεί πάνω φυτρώνει τριανταφυλλιά με ωραία τριαντάφυλλα κι όσο ποτίζεται με την πίστη με την αγάπη με την υπομονή με την ταπείνωση τόσο παύει να έχει δύναμη το κακό παύει να υπάρχει δηλαδή δεν εξαφανίζεται αλλά μαραίνεται. Όσο δεν ποτίζεται η τριανταφυλλιά τόσο μαραίνεται, ξηραίνεται, χάνεται κι αμέσως ξεπετάγεται το αγκάθι.
Δεν είναι, όμως μόνο η αντίδραση και τα «γιατί», που δείχνουν ότι εκπειράζομε τον Θεόν. Εκπειράζομε τον Θεό, όταν ζητούμε κάτι από Εκείνον, αλλά η ζωή μας είναι μακράν του Θεού. Τον εκπειράζομε όταν ζητούμε κάτι αλλά η ζωή μας δεν είναι σύμφωνη με το θέλημά Του –πράγματα, δηλαδή ενάντια στον Θεό· άγχος αγωνία απ’ το ένα μέρος κι απ’ το άλλο παρακαλούμε.
Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Άστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι αυτό θα σας σώσει. Εκείνο που κάνει άγιο τον άνθρωπο είναι η αγάπη, η λατρεία προς τον Χριστό η οποία δεν μπορεί να εκφρασθεί δεν μπορεί δεν μπορεί … Και προσπαθεί ο άνθρωπος να κάνει ασκήσεις, να κάνει τέτοια πράγματα και να καταπονεί τον εαυτό του για την αγάπη του Θεού.
Κανείς ασκητής δεν αγίασε χωρίς ασκήσεις. Κανείς δεν μπόρεσε ν’ ανέλθει στην πνευματικότητα χωρίς ν’ ασκηθεί. Πρέπει να γίνονται ασκήσεις. Άσκηση είναι οι μετάνοιες, οι αγρυπνίες κ.λπ. αλλά όχι με βία. Όλα να γίνονται με χαρά. Δεν είναι οι μετάνοιες που θα κάνομε δεν είναι οι προσευχές είναι το δόσιμο ο έρωτας για τον Χριστό για τα πνευματικά. Υπάρχουν πολλοί που τα κάνουνε αυτά όχι για τον Θεό αλλά για άσκηση, για ωφέλεια σωματική. Όμως οι πνευματικοί άνθρωποι το κάνουνε για ψυχική ωφέλεια, για τον Θεό. Αλλά και το σώμα ωφελείται πολύ δεν αρρωσταίνει. Πολλά καλά έρχονται.
Μέσα στην άσκηση τις μετάνοιες τις αγρυπνίες και τις άλλες κακουχίες είναι και η νηστεία. «Παχεία γαστήρ λεπτόν ου τίκτει νόον». Λένε ότι το προβατάκι τρώει τα χορταράκια της γης κι είναι τόσο ήσυχο. … Ενώ ο σκύλος ή η γάτα κι όλ’ αυτά τα σαρκοφάγα, είναι όλα τους άγρια ζώα. Το κρέας κάνει κακό στον άνθρωπο. Κάνουν καλό τα χόρτα, τα φρούτα κ.λπ.
Δεν είναι το φαγητό δεν είναι οι καλές συνθήκες διαβιώσεως που εξασφαλίζουν την καλή υγεία. Είναι η αγία ζωή, η ζωή του Χριστού.
Για να τα κάνετε όμως αυτά πρέπει να έχετε πίστη. Αλλιώς σας πιάνει λιγούρα. Η νηστεία είναι και ζήτημα πίστεως. Δεν παθαίνετε μ’ αυτήν κακό, όταν το χωνεύσετε καλά το φαγητό σας. Οι ασκητές μεταποιούν τον αέρα σε λεύκωμα και δεν τους πειράζει η νηστεία. Όταν έχετε τον έρωτα τον θείον, μπορείτε να νηστεύετε με ευχαρίστηση κι όλα είναι εύκολα· αλλιώς σας φαίνονται όλα βουνό. Όποιοι έδωσαν την καρδιά τους στον Χριστό και με θερμή αγάπη έλεγαν την ευχή, κυριάρχησαν και νίκησαν τη λαιμαργία και την έλλειψη εγκράτειας.
Το αλάτι χρειάζεται στον οργανισμό του ανθρώπου. Υπάρχει μία φήμη ότι το αλάτι κάνει κακό. Δεν είναι σωστό αυτό. Είναι στοιχείο που χρειάζεται. Και είναι ορισμένοι μάλιστα που πολύ το έχουν ανάγκη. Άλλοι δεν το έχουν ανάγκη, ενώ κάποιους τους πειράζει. Είναι ζήτημα ιχνοστοιχείων του οργανισμού. Χρειάζεται μικροβιολογική εξέταση.
Πηγή: («ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ», Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής-Χρυσοπηγής, Β’ Έκδοση, Απρίλιος 2003, Χανιά, Κρήτη) Η Άλλη Όψις
Τοιγαροῦν καί ἀνακαινιζομένη, οὐχί οἵα ἐξ ἀρχῆς παρήχθη τοιαύτη καί αὖθις γενήσεται. Μή γένοιτο! Ἀλλά, καθάπερ σπείρεται σῶμα ψυχικόν, ὡς τό λόγιον, καί ἐγείρεται σῶμα οὐχ οἷον τό τοῦ πρωτοπλάστου πρό τῆς παραβάσεως ἦν, ὑλικόν δηλαδή καί αἰσθητόν καί τρεπτόν, δεόμενον τροφῆς αἰσθητῆς, ἀλλά ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν ὅλον καί ἄτρεπτον, οἷον τό τοῦ Δεσπότου ἡμῶν καί Θεοῦ μετά τήν ἀνάστασιν ἦν, τοῦ δευτέρου Ἀδάμ δηλονότι καί πρωτοτόκου ἡμῶν γενομένου ἐκ τῶν νεκρῶν, κατά πολύ διαφέρον ἐκείνου, τόν αὐτόν δή τρόπον καί ἡ κτίσις ἅπασα θείῳ γενήσεται νεύματι οὐχ οἵα παρήχθη, ὑλική τε καί αἰσθητή, ἀλλ᾿ εἰς ἄϋλον καί πνευματικόν ὑπέρ πᾶσαν αἴσθησιν ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ μεταποιηθήσεται οἰκηκήριον. Ἄλλως τε δέ καί καθώς ὁ θεῖος Παῦλός φησιν ὅτι "πάντες μέν οὐ κοιμηθησόμεθα, πάντες δέ ἀλλαγησόμεθα ἐν ἀτόμῳ, ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ" οὕτω καί ἡ κτίσις ὑπό τοῦ θείου φλεχθεῖσα πυρός ἀλλοιωθήσεται, ὡς ἄν καί τό προφητικόν πληρωθήσεται λόγιον τό οὕτω φάσκον· "Δίκαιοι δέ κληρονομήσουσι γῆν", οὐκ αἰσθητήν πάντως, - πῶς γάρ, οἱ πνευματικοί χρηματίζοντες; - ἀλλά πνευματικήν πᾶσαν καί ἄϋλον, ἵνα οἱ ἀσώματα κεκτημένοι τά σώματα καί ὑπέρ αἴσθησιν ἐν αἰσθήσει γενόμενοι, καί ἀπερίγραπτοι ἐν ἀπεριγράπτοις ὄντες οἱ περιγραπτοί, ἄξιον ἔχωσι τῆς ἑαυτῶν δόξης κατοικητήριον.
Τοιγαροῦν καί νόει μοι ἄρτι κόσμον πνευματικόν καί ὑπέρ τήν ἡμῶν αἴσθησιν πέλοντα. Τό οὖν ὑπέρ αἴσθησιν ὄν καί πνευματικόν χρηματίσαν ἄληπτόν ἐστι πάντως τό καθ᾿ ἡμᾶς καί ἀόρατον· τό δέ μήτε ὁρώμενον, μήτε ὅλως κρατούμενον, πῶς κἄν ὅλως ἔσται περιοριστόν παρ᾿ ἡμῖν, ἤ τίς εὖ φρονῶν τοῦτο εἴποιεν; Οὐδείς οὐδαμῶς. Τοιοῦτος τοίνυν ἐστίν ἡμῖν καί ὁ περί τῶν ἀγγέλων λόγος. Καί γάρ καί αὐτοί οἱονεί σωματοί πώς εἰσι καί περιγραπτοί τῇ ἀΰλῳ καί ἀσωμάτῳ φύσει συγκρινόμενοι τῆς θεότητος, καθώς γέγραπται· "σώματα ἐπουράνια καί σώματα ἐπίγεια", ὑλικά μέν ταῦτα, ἄϋλα δέ τά ὑπέρ ἡμᾶς· καί ἀλλαχοῦ· "Ὁ ποιῶν τούς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καί τούς λειτουργούς αὐτοῦ πυρός φλόγα". Ἐπεί οὖν λειτουργικά εἰσι πνεύματα καί οἱ νόες οἱ ἐπουράνιοι εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα, ὡς δοκεῖ τῇ ἀληθείᾳ καί Παύλῳ τῷ μυσταγωγῷ τῶν τοιούτων, ὅτε πάντως ἄγγελος θεῖος ἄνωθεν καταπεμφθῇ ἐκ Θεοῦ τῷ θείῳ λειτουργήσων προστάγματι ἐπί τῆς γῆς, τάς μέν οὐρανίους χοροστασίας καταλιμπάνει, πρός δέ τά ἐγκόσμια καί ἡμᾶς ὁμολογουμένως γίνεται. Εἰ δέ τοῦτο οὕτως δοκεῖ τῇ καταλήψει τῆς ἀληθείας, περιγραπτός ἐν τούτῳ ὤν δείκνυται καί περιοριστός· πρός γάρ ἐκείνην τήν θείαν καί ἄκτιστον φύσιν, τήν ἀσώματον πάντῃ καί ἀπερίγραπτον, κτιστοί καί περιγραπτοί πέλουσι, πρός δέ τήν ἡμετέραν καί πάντῃ ἀσώματοι, ἄληπτοι καί ἀόρατοι.
Τοιοῦτος καί ὁ περί ψυχῆς ἡμῖν λόγος. Θεῷ γάρ τῷ φύσει ἀσωμάτῳ καί ἀγγέλοις συγκρινομένη, σωματή πως οἱονεί ἐστι καί περιγραπτή, ἀλλά μόνῳ τῷ δεσμεῖν δυναμένῳ ταύτην καί ἐξουσίαν ἔχοντι σύν τῷ σώματι εἰς γέενναν ἐμβαλεῖν πυρός, αἰσθήσει δέ καί ὄψει βροτείᾳ πάντῃ ἀσώματός τε καί ἀκατάληπτος, μή δυναμένη περιγραφῆναι τόποις ἤ χωρίοις αἰσθητοῖς τό καθόλου. Καί θαυμάσῃ μηδείς ταῦτα ἀκούων, ἐννοούμενος ὅπως καί τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ἀοράτως εἰσέρχεσθαι καί ἐξέρχεσθαι γίνεται τούς ἀσωμάτους ἀγγέλους, τῷ αὐτῷ δέ τρόπῳ καί τάς ψυχάς λαμβάνειν αὐτούς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἀκουέτω τοῦ Κυρίου λέγοντος· "Ἐν τῇ ἀναστάσει, φησί, τῶν δικαίων, οὔτε γαμοῦσιν, οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ᾿ εἰσίν ὡς ἄγγελοι Θεοῦ", καί Παύλου· "Σπείρεται" λέγοντος "σῶμα ψυχικόν, ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν", κἀκεῖθεν ἀκριβῶς μανθανέτω, ὅτι τά σώματα ἡμῶν πνευματικά καί οἷον εἰπεῖν τῶν ἀγγέλων παρόμοια μέλλουσι γενέσθαι, ἀνισταμένων ἀπό νεκρῶν. Εἰ γάρ ψυχικά σπείρονται καί πνευματικά ταῦτα ἐγείρονται, ὡς τό λόγιον, καί εἶναι ἐν τῷ αἰῶνι τῷ μέλλοντι ὀφείλομεν ὡς Θεοῦ ἄγγελοι, καθά καί ὁ Κύριος εἴρηκε, δηλονότι ὅμοιοι αὐτοῖς, εἰ καί μή τῇ φύσει, ἀλλά τῇ ἀξίᾳ ἐσόμεθα. Σωματούς δέ αὐτούς ὡς πρός Θεόν φημι, ὡς δέ πρός ἡμᾶς ἀΰλους καί ἀοράτους· εἰ δέ τοῦτο, πολλῷ μᾶλλον αἱ ψυχαί κατά τόν ἀποδοθέντα ὅρον καί νόμον τῆς εἰρημένης συγκρίσεως.
Τοιούτων τοίνυν γινομένων ἡμῶν ἐν τῇ ἀναστάσει, ὡς ὁ λόγος ἀπέδειξε, ποία τοῦ λοιποῦ χρεία τοῖς οὕτω πνευματικοῖς γενομένοις καί ὑπέρ πᾶσαν αἴσθησιν τήν ἐνταῦθα, (71) τοῖς ὡς ἀγγέλοις οὖσι Θεοῦ, εἰ καί μή κατά τήν ἀξίαν αὐτῶν, αἰσθητῆς ὅλως γαίας καί κατοικίας. Ἀξία δέ ἀγγέλων Θεοῦ καί στάσις καί ἔφεσις τό ἐλλάμπεσθαι ἀπό τοῦ πρώτου καί θείου φωτός ὡς φῶτα δεύτερα, τό βλέπειν τήν δόξαν καί λαμπρότητα αὐτοῦ τοῦ ἀπροσίτου καί ἀπείρου φωτός καί ἀπολαύειν τῆς ἀφράστου καί τρισυποστάτου θεότητος. Ἡ γάρ ἅπασα κτίσις, ὡς εἴρηταί μοι πολλάκις, ἀνακαινισθεῖσα, σύν αὐτῷ παραδείσῳ ὅλη γενομένη πνευματική, εἰς ἄϋλον καί ἄφθαρτον, ἄτρεπτόν τε καί ἀΐδιον καί νοερόν μετασκευασθήσεται οἰκητήριον. Καί οὐρανός μέν ἀσυγκρίτως λαμπρότερος ἔσται, οἷα δή καινός ἄλλος καί τοῦ ὁρωμένου φωτοειδέστερος. Γῆ δέ ἄφραστον καί καινόν ἀναλήψεται κάλλος καί χλόης εἶδος ἀμάραντον, ἄνθεσι δηλαδή φωτοειδέσι καί ποικιλίᾳ πνευματικῇ ὡραϊζομένη, ἐν οἷς δικαιοσύνη, κατά τό ὅσιον λόγιον, κατοικεῖ. Λάμψει δέ ἑπταπλασίως ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ἡ δέ σελήνη τοῦ νυνί λάμποντος ἡλίου διπλότερον ἐξαστράψει· τά δέ γε ἄστρα ἔσονται τῷ ἡλίῳ τούτῳ παρόμοια, εἴ τινα ταῦτά ἐστι καί οἷστισιν ἀναθεωροῦνται τοῖς λόγοις τοῖς ὑψηλοῖς τήν διάνοιαν. Πάντα δέ ὑπέρ λόγον, ὡς πᾶσαν διάνοιαν ὑπερβαίνοντα, πλήν ὅμως πνευματικά ὄντα καί θεῖα, ἑνοῦνται τοῖς νοητοῖς καί γίνονται παράδεισος νοερός ἄλλος καί Ἱερουσαλήμ ἐπουράνιος, ἐξομοιωθεῖσα τοῖς ἐπουρανίοις καί ἐνωθεῖσα, καί κλῆρος ἄσυλος τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ, ἧς κληρονόμος οὐδείς οὐδαμῶς τῶν ἐπί γῆς ἐχρημάτισεν, ἀλλ᾿ οὐδέ κατῴκησεν ἐν ταύτῃ, οὐδέ βήματος ποδός κύριος γέγονε· πάντες γάρ πάροικοι ἐγενόμεθα καί ἐσμέν καί ἐσόμεθα ἐν αὐτῇ, καθώς πᾶσα θεία ὑπαγορεύει Γραφή.
Ὁπόταν οὖν ὁλοκλήρως πάντα τοῖς ἐπουρανίοις ἑνωθῇ τά ἐπίγεια, τηνικαῦτα καί οἱ δίκαιοι τήν ἀνακαινισθεῖσαν ταύτην κληρονομήσουσι γῆν, ἥν οἱ μακαριζόμενοι πραεῖς παρά τοῦ κυρίου κληρονομοῦσι. Νῦν μέν γάρ τά μέν ἡνώθη τοῖς οὐρανίοις, τά δέ μέλλει· αἱ μέν γάρ ψυχαί τῶν ἁγίων, καθά πρόσθεν εἰρήκαμεν, διά τῆς δωρεᾶς καί ἑνώσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔτι αὐτῶν ὄντων ἐν σώματι, κολλῶνται Θεῷ καί ἀνακαινιζόμεναι ἀλλοιοῦνται καί ἐκ τοῦ θανάτου ἀνίστανται καί ἐν ἀνεσπέρῳ φωτί ἐν δόξῃ ἀποκαθίστανται μετά κοίμησιν· τά δέ γε σώματα αὐτῶν οὐκέτι, ἀλλ᾿ ἐν σοροῖς καί φθορᾷ ἀφίενται, ἄφθαρτα καί αὐτά γενήσεσθαι μέλλοντα ἐν τῇ κοιονῇ ἀναστάσει, ὅτε καί πᾶσα δηλονότι ἠ ἐπίγειος κτίσις, ἡ ὁρωμένη αὕτη καί αἰσθητή, ἀλλοιωθήσεται καί τοῖς ἐπουρανίοις ἤγουν τοῖς ἀοράτοις καί ὑπέρ αἴσθησιν ἑνωθήσεται.
Τοῦτο τοιγαροῦν πληρωθῆναι δεῖ πρῶτον καί τηνικαῦτα ἐλεύσεται μετά δόξης πολλῆς καί δυνάμεως ὁ περιπόθητος ἡμῶν καί γλυκύτατος βασιλεύς Ἰησοῦς ὀ Χριστός καί Θεός κρῖναι κόσμον καί ἀποδοῦναι ἑκάστῳ κατά τά ἔργα αὐτοῦ. Εἶθ᾿ οὕτως, καθάπερ ἐν οἴκῳ μεγάλῳ ἤ βασιλείοις πολλάς ἔχουσι τάς ἀναπαύσεις καί τάς κατασκηνώσεις καί τήν διαφοράν πολλήν αὖθις ἐν ἀμφοτέραις ὁμοῦ καί θειοτάταις μοναῖς, οὕτως ἐν αὐτῇ τῇ καινῇ κτίσει τάς διαιρέσεις ποιήσει, ἀπονέμων ἑκάστῳ τήν κληρουχίαν κατά τήν αὐτοῦ ἀξίαν καί τήν ἐκ τῶν ἀρετῶν καί ἔργων προσοῦσαν αὐτῷ λαμπρότητά τε καί περιφάνειαν. Πνευματικῶν δέ ὄντων αὐτῶν καί διαφανῶν καί συνημμένων ἐκείναις ταῖς θείαις μοναῖς τε καί ἀνακλίσεσιν, ὡς μία τις ὅλη καθόλου ἐστίν, ὥσπερ οὖν καί ἔστιν, ἑστία ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί τοῦτο τοῖς πᾶσι φανήσεται δικαίοις, μόνον τόν βασιλέα ἔχουσα τοῦ παντός πανταχοῦ ὁρώμενον αὐτοῖς, συμπαρόντα ἑκάστῳ καί συνόντα ἕκαστον αὐτῷ καί ἐν ἑκάστῳ ἐκλάμποντα καί ἕκαστον λάμποντα ἐν αὐτῷ. Ἀλλ᾿ οὐαί τοῖς ἔξωθεν τότε τοῦ οἴκου ἐκείνου εὑρισκομένοις.
Ἀρκούντως οὖν καί ἱκανῶς περί τούτων εἰπόντες καί τούς μή κατ᾿ ἔριν ἀντιλέγειν τι πειρωμένους πληροφορήσαντες, φέρε καί περί τοῦ πῶς ἑνοῦνται τῷ Χριστῷ καί ἕν γίνονται μετ᾿ αὐτοῦ πάντες οἱ ἅγιοι, ὡς δυνατόν, ὑμᾶς βεβαιώσωμεν.
Πηγή: Ὀρθόδοξοι Πατέρες
Τὰ κειμήλια.
Τὰ κειμήλια εἶναι πολύτιμα ἀντικείμενα τοῦ παρελθόντος, ποὺ φυλάσσονται στὸ κειμηλιαρχεῖο κάθε λαοῦ καὶ μᾶς ἀφήνουν, ὁσάκις τὰ περιεργαζώμαστε, εἴτε ἐθνικὲς εἴτε ἐκκλησιαστικὲς ἀναμνήσεις.
Βέβαια καὶ σ᾽ αὐτὰ ὑπάρχει ὑπερβολή. Παλιοὶ γεροντάδες μοῦ κατέθεταν ὅτι σὲ μεγάλη Μονὴ ὑπάρχει τὸ στέμμα καὶ ἡ ἀρματωσιὰ τοῦ Δαρείου, τοῦ βασιλιᾶ τῆς Περσίας· καὶ ἀλλοῦ τὸ γάλα τῆς Παναγίας καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ! Μερικὰ πρέπει νὰ τὰ ἀποσιωποῦμε καὶ ἄλλα ἂς τὰ δεχώμαστε ὅπως μᾶς τὰ παρέδωσαν οἱ πρόγονοί μας, χωρὶς μικροσκοπικὸ ἔλεγχο (Εἶναι-δὲν εἶναι; Ἀπὸ πότε εἶναι; Ποῦ βρέθηκε; Ποιός τὸ ἀφιέρωσε;).
Τὰ κειμήλια εἶναι σπουδαῖες κληρονομιές, ὅταν ὅμως μένουν ἐκεῖ ποὺ τὰ ἀφιέρωσαν. Ἀκούσατε τὰ κειμήλια ποὺ εἶχαν οἱ Ἰσραηλίτες στὴν κιβωτὸ τῆς Διαθήκης νὰ τὰ ἔβγαλαν ποτὲ σὲ λιτάνευση γιὰ λατρεία καὶ προσκύνηση; Ἐκεῖ πάντοτε παρέμεναν καὶ ἡ λυχνία καὶ οἱ πλάκες τῆς Διαθήκης καὶ τὸ μάννα. Ὅταν τὰ τριγυρνᾶμε στὸν κόσμο, δὲν γνωρίζω, δὲν ξέρω ἂν ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι κειμήλια. Καταντοῦν –καὶ μάλιστα τὰ ἐκκλησιαστικὰ κειμήλια– περισσότερο προβολὴ τῶν μεταφερόντων, παρὰ τῶν κειμηλίων. Ἐνῶ, ἂν προσπαθήσης νὰ κάνης τὴν ἴδια σου τὴν ζωὴ κειμήλιο, σπάνια βέβαια θὰ βγαίνης στὸν κόσμο ἢ καὶ καθόλου, θὰ ὠφελήσης ὅμως περισσότερο, ὅπως διδασκόμαστε ἀπὸ τοὺς βίους τῶν Ὁσίων.
Μία κόρη ποὺ ἀσπάσθηκε τὸν χριστιανισμὸ καὶ δούλεψε καὶ στὴν γραφίδα, γιὰ νὰ ἐνισχύση στὴν πίστη τοὺς ὁμοεθνεῖς της, κάποτε ὡδηγοῦσε στὴν Ἀθήνα, μεταφέροντας τὸν γέροντα Ἀμφιλόχιο γιὰ ἰατρικὴ ἐξέταση. Γιὰ μιὰ στιγμὴ μοῦ λέγει:
– Αἰσθάνομαι σὰν νὰ πιάνω πρώτη φορὰ τιμόνι, γιατὶ νιώθω πὼς μεταφέρω ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα κειμήλια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐγὼ ἡ ἀνάξια καὶ ἁμαρτωλή. Καὶ τὸ κάνω μὲ πολὺ φόβο, σὰν νὰ ὁδηγῶ πρώτη φορὰ στὴν ζωή μου. Θέλει κι αὐτὸ προετοιμασία, προπόνηση καὶ πνευματικὴ καὶ σωματική.
Θαύματα μπορεῖ νὰ γίνωνται, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἴμαστε συγκρατημένοι. Καλύτερα νὰ τὰ διηγοῦνται αὐτοὶ ποὺ τὰ ἔζησαν, παρὰ ἐμεῖς ποὺ τὰ ἀκούσαμε. Αὐτὴ ἦταν ἄλλωστε καὶ ἡ γραμμὴ στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ὅταν θεραπεύθηκε ὁ δαιμονισμένος τῶν Γεργεσηνῶν, ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε «διηγοῦ παντοῦ τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ». Καὶ στὸν παραλυτικὸ παρόμοια ἐντολὴ ἔδωσε. Ποτὲ ὁ Χριστὸς στὸν λόγο του δὲν διηγήθηκε τὰ θαύματα ποὺ ἐπετέλεσε. Ἀντιθέτως, συνιστοῦσε στοὺς εὐεργετηθέντες πουθενὰ νὰ μὴ διηγηθοῦνε τὸ γεγονός, ἀλλὰ αὐτοὶ μόνοι τους διεκήρυτταν τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ.
Δὲν δοξάζεται ὁ Θεὸς μὲ κειμήλια καὶ ἀντικείμενα λατρείας, παρὰ μόνον ἂν σταθοῦμε ἐμεῖς πόλις κειμένη στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ, ἂν ἐμπλουτισθοῦμε ἐμεῖς μὲ τὶς ἀέναες χάριτες τοῦ Θεοῦ.
Ἡ μεταφορά τους γίνεται μὲ μεταξωτὰ φορέματα καὶ ὄχι μὲ ἐκεῖνα ποὺ φοροῦσε ὁ Πρόδρομος. Εἶναι τραγικὴ εἰρωνία νὰ προσφέρουμε γιὰ προσκύνηση στὸν κόσμο λείψανα Μαρτύρων καὶ Ὁσίων, οἱ ὁποῖοι καταδίκασαν στὴν ζωή τους αὐτὸ ποὺ στηλίτευσε καὶ ὁ Χριστός –«οἱ τὰ μαλακὰ φοροῦντες ἐν τοῖς οἴκοις τῶν βασιλέων εἰσί»– καὶ νὰ τὰ μεταφέρουμε ἐν πορφύρᾳ καὶ βύσσῳ βασιλικῇ καὶ μὲ ὑπέρμετρο κομπασμό. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στήνουμε πυροβολεῖα, γιὰ νὰ μᾶς πολεμοῦν αὐτοὶ ποὺ ἔχουν κλονισμένη τὴν πίστη στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μεταφορά τους μὲ ὑπερπολυτελῆ αὐτοκίνητα καὶ παρουσιάσεις στρατιωτικὲς ἀπωθεῖ τὸν κόσμο ἀπὸ τὰ κειμήλια.
Κειμήλιο γίνε ἐσὺ βρέ, καὶ ἄσ᾽ το τὸ ἄλλο φυλαγμένο ἐκεῖ ποὺ σ᾽τὸ παρέδωσαν οἱ πατέρες σου. Δὲν εἶναι δικό σου τὸ κειμήλιο. Εἶναι τοῦ Γένους. Εἶναι τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι δῶρα κεκρυμμένα. Δὲν ὠφελοῦν τὸν κόσμο καὶ μάλιστα ὅταν ὑπάρχη δίπλα καὶ τὸ καλαθάκι ἢ ἡ καλάθα.
– Ποῦ εἶναι τὸ καλάθι; μὲ ρώτησαν, ὅταν ἔβαλα ἕνα τέτοιο κειμήλιο στὸ μετόχι τῆς Μονῆς Δοχειαρίου.
– Δὲν κατάλαβα. Τί εἶναι αὐτὸ τὸ καλάθι;
– Νεόδμητο εἶναι τὸ μοναστήρι· δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ βοήθεια οἰκονομική;
– Δὲν ἔχει ἀνάγκη οὔτε ἀπὸ καλάθι οὔτε ἀπὸ οἰκονομικὴ βοήθεια. Γιὰ ζητεία ἦταν κάποτε, ὅταν μᾶς ἔκοβε ἡ λόρδα καὶ ἡ σκλαβιὰ μᾶς ἔπαιρνε τὸ ψωμὶ μέσα ἀπ᾽ τὸ στόμα. Τώρα, ποιό μοναστήρι, ποιά ἐκκλησία δὲν ἔχει τὰ ἀπαραίτητα; Ἂς μένουμε σ᾽ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἔχετε σκεπάσματα καὶ τροφές; Νὰ ἀρκῆσθε σ᾽ αὐτά».
Τὰ μπουλούκια στὶς ὑποδοχὲς τῶν κειμηλίων δὲν εἶναι προβολή, δὲν εἶναι δόξα τοῦ Θεοῦ. Μᾶλλον εἶναι δική μας ἀνάγκη νὰ φανοῦμε στὸν κόσμο. Πόσο καλὰ θὰ εἶναι ἂν ἀκούσουμε τὸν λαό, ποὺ λέγει «νέτα οἱ τράγοι». Παραποιημένη εἶναι ἡ παροιμία, ἀλλὰ δὲν ἔχει χάσει τὴν ἀξία της.
Θὰ μοῦ πῆτε: «Ἐσὺ δὲν βγάζης κάθε χρόνο τὸ ἀντίγραφο τῆς Γοργοϋπηκόου;». Τὸ πηγαίνω σ᾽ ἕνα τόπο καὶ δὲν βαστῶ καλάθι. Μᾶλλον ἀδειάζει τὸ καλάθι ποὺ δὲν γέμισε ποτέ. Ἄλλωστε, ἡ Παναγία δὲν ὑπάγεται στὰ κειμήλια. Εἶναι σὲ ἄλλη τάξη καὶ θέση. Ἂς σταματήση τὸ τρεχαλητὸ τῆς ἁγίας Ζώνης, γιατὶ ἴσως μὲ αὐτὴν θὰ μᾶς δέση ἡ Παναγία καὶ θὰ μᾶς ἀποδιώξη ἀπὸ τὶς αὐλές της.
Ἂς εἴμαστε ἰδιαιτέρως προσεκτικοί, καὶ μάλιστα ὅταν λιτανεύουμε τὸν πανάγιο Σταυρό, τὸ κατ᾽ ἐξοχὴν κειμήλιο τῆς πίστεώς μας, ποὺ σηκώνει καὶ λατρεία καὶ προσκύνηση, γιατὶ συμβολίζει ὁλόκληρη τὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλα κειμήλια ἔχουν μικρὸ περιεχόμενο ἔναντι τοῦ τιμίου Σταυροῦ καὶ μάλιστα ἂν εἶναι κειμήλιο ποὺ δὲν σηκώνει περικοκλάδες καὶ κοσμικὲς πομπές, τότε ἂς εἶναι περιωρισμένη ἡ λιτάνευσή του· καλύτερα μόνον στὸν χῶρο ποὺ φυλάσσεται. Μὲ τὴν παρουσίαση κάποιων σπανίων κειμηλίων, χάνει τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ τὴν μοναδικότητα ποὺ πρέπει νὰ ἔχη στὰ μάτια τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων. Ἀποπροσανατολίζουμε τὴν εὐλάβεια τοῦ κόσμου σὲ ἄλλα μικρὰ κειμήλια, τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι ἀντάξια τοῦ Σταυροῦ καὶ σπάνια τὰ βλέπουμε, καὶ τρέχουμε περισσότερο ἐκεῖ, παρὰ στὴν προσκύνηση τοῦ ζωοποιοῦ ξύλου. Πουθενὰ ἡ Ἐκκλησία δὲν προβάλλει προσκύνηση καὶ λατρεία ἄλλων κειμηλίων, πλὴν τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Αὐτὸν περιμένει ὅλος ὁ κόσμος νὰ προσκυνήση καὶ νὰ ἀνακράξη τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Γι᾽ αὐτό, ἂς προσέχουμε καὶ ἂς ἔχουμε συντηρητικότητα γιὰ τὰ ἄλλα κειμήλια ποὺ κληρονομήσαμε ἀπὸ τοὺς πατέρες μας, ἐκ τῶν ὁποίων πολλὰ εἶναι καὶ συζητούμενα, ἴσως καὶ ἀμφιβαλλόμενα. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου δὲν ἔχει τέτοια βάσανα: «Εἶναι-δὲν εἶναι; Ποιός τὸν βρῆκε; Ποιός τὸν φύλαξε καὶ ἔφθασε μέχρις ἐμᾶς;».
Μόνον ὁ Σταυρὸς εἶναι τόσο ἀρρήκτως συνδεδεμένος μὲ τὸ σῶμα τοῦ Θεανθρώπου, ποὺ μποροῦμε βλέποντάς τον νὰ ἀναφωνήσουμε αὐθόρμητα «νά ὁ Χριστός» καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουμε. Γιὰ τὰ ἄλλα κειμήλια ποὺ φορέθηκαν ἢ χρησιμοποιήθηκαν κάποτε στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε αὐτό. Παραδείγματος χάριν ἡ ἁγία Ζώνη δὲν εἶναι Παναγία, εἶναι ἡ ζώνη τῆς Παναγίας. Τοῦ Σταυροῦ ὁλόκαρδα δέχομαι τὴν λιτάνευσή του, τὴν λατρεία του καὶ τὴν προσκύνησή του. Γι᾽ αὐτό, μόνον στὸν Σταυρὸ ἔχω εὐρύτητα λατρείας καὶ προσκυνήσεως· στὰ ἄλλα, κομποδέματα.
Τὰ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ καὶ αὐτὰ ποὺ μεταμορφώνουν τὴν ζωή μας ἐπιτελοῦνται ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου κάθε ναοῦ. Ἔχουμε τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας μὲ τὴν συμμετοχή μας στὸ μεγάλο μυστήριο, ποὺ μᾶς κάνει σύσσωμους καὶ σύναιμους Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν. Αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ προσμένουμε. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο θαῦμα ποὺ ἐπιτελεῖται σὲ κάθε θεία Λειτουργία. Αὐτὸ εἶναι ποὺ τό ᾽χουμε δίπλα στὸ σπίτι μας καὶ δὲν χρειάζεται γιὰ νὰ τὸ πάρουμε τελετές, παρὰ μόνον φόβος Θεοῦ, ἀγάπη καὶ πίστη.
Ἔχεις, λαὲ τοῦ Θεοῦ, τὸν ἁγιασμό· μὴ ζητᾶς περισσότερα. Ὅλα τὰ ἔχεις κοντά σου. Μᾶς τὰ ἔδωσε ὁ Χριστός. Προσκύνα καὶ μὴ ζητᾶς πανηγύρια καὶ γιορτές. Εἶναι ἀρκετὸ αὐτὸ ποὺ ἔχεις κάθε μέρα γιὰ τὴν σωτηρία σου. Ἐπιτέλους ἐνωτισθῆτε καὶ μὴ ζητᾶτε πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν ξέρετε οὔτε ἐσεῖς οὔτε ἐμεῖς ἂν ὠφελοῦν καὶ χαριτώνουν.
Πικρόλαλα ὁμιλῶ αὐτὴν τὴν ὥρα. Δὲν τὸ κάνω οὔτε ἀπὸ ζήλεια οὔτε ἀπὸ φθόνο, ἀλλὰ ἀπὸ λύπηση αὐτῶν τῶν κινήσεων στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Γινόταν ἀπὸ παλιά, ἀλλὰ τώρα συμφέρει νὰ σταματήση. Ὄχι «φέρτε τὸ κειμήλιο, γιὰ νὰ εἰσπράξουμε καὶ νὰ τελειώση ἡ οἰκοδομὴ τοῦ ναοῦ». Ἄφηνε· οὔτε κόντυναν τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ οὔτε τὶς παλάμες ἔσγιγξε. «Ἀνοίξαντός σου τὴν χεῖρα, τὰ σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος.»
Ὅσο θυμᾶμαι ὅτι τὸ συγκεκριμένο κειμήλιο μεταφέρθηκε μὲ συνοδεία μοτοσυκλετιστῶν σὲ γηραιὸ καὶ ἄρρωστο πρωθυπουργό, καὶ ὄχι ἡ μεταλαβιά, τὸ ἐφόδιο τῆς αἰώνιας ζωῆς, ὁ νοῦς μου ἐκταράσσεται καὶ ἐπαναλαμβάνω ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγε ἕνας γέρος στὴν πατρίδα μου «μπρέ, μπρέ, μπρὲ τὶ ἐπάθαμε! Τῆς Παναγιᾶς τὰ ροῦχα στὴν πλουσιωτέρα οἰκία τοῦ κόσμου!…»
Παναγία μου, νύχτωσε κι ἐχάσαμε τοὺς ἀληθινοὺς δρόμους; Τί ἔγινε; Σκοτάδια μᾶς περιεκύκλωσαν; Δὲν διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ λέγει «ὅταν ἀσθενῆς, προσκάλεσε τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτοὶ μὲ τὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου, θὰ ἀναρρώσουν, θὰ συνεφέρουν τὸν ἀσθενοῦντα»;
Ἄλλη μιὰ φορὰ τὸ εἶδα αὐτό: νὰ λιτανεύεται στὴν κηδεία τοῦ Παύλου τοῦ βασιλιᾶ καὶ τῆς Εὐαγγελίστρας τῆς Τήνου ἡ εἰκόνα. Πόσο τραγικοποιοῦμε τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας! Οἱ μουσουλμάνοι εἶναι σοβαρότεροι ἀπὸ μᾶς. Δὲν πῆραν τὴν τρίχα τοῦ Μωάμεθ ἀπὸ τὴν Μέκκα νὰ τὴν γυρίζουν στὸν κόσμο, ἀλλὰ ὑποδεικνύουν στοὺς ὀπαδούς τους ἐκεῖ νὰ πηγαίνουν νὰ τὴν προσκυνοῦν.
Εὐτυχῶς ὁ Χριστός, γιὰ νὰ ἀναστήση τὸν Λάζαρο, δὲν κουβάλησε κανένα κειμήλιο ἀπὸ τὰ ἄνω δώματα, γιατὶ ὁ Ἴδιος ἤτανε τὸ ἀληθινὸ κειμήλιο τοῦ κόσμου.
Ἂς ἐπιστρέφουμε σιγά-σιγὰ στὴν Ἐκκλησία καὶ ἂς στοιχίζουμε τὴν ζωή μας στὶς διδαχὲς τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς πίστεώς μας.
Κύριε, –ἂς λέμε ὅλοι Κύριε– δίδαξόν ἡμᾶς τὴν ὁδὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐν τῷ φωτί σου πορευσόμεθα. Ἀμήν.
Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης
Πηγή: Τρελο-γιάννης, Αβέρωφ
Καινούς τοιγαροῦν οὐρανούς καί καινήν γῆν ἐπαγγειλαμένου αὐτοῦ, οὐδείς ἀντερεῖ τῶν πιστῶν· οὐδέ μήν ἄρα τῷ Κυρίῳ ταῦτα λέγοντι ἀπιστήσει. Καθάπερ γάρ τά ἡμέτερα λυόμενα σώματα οὐκ εἰς τό μηδαμῇ μηδαμῶς εἶναι χωρεῖ, ἀλλά πάλιν διά τῆς ἀναστάσεως ἀνακαινίζεται, οὕτω δή καί ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ καί τά ἐν αὐτῇ πάντα, ἤγουν πᾶσα ἡ κτίσις, ἀνακαινισθήσεται καί ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς καί· καί συμμεθέξει τά στοιχεῖα ταῦτα μεθ᾿ ἡμῶν τῆς ἐκεῖθεν λαμπρότητος καί ὅν τρόπον ἅπαντας ἡμᾶς τό πῦρ δοκιμάσει, κατά τόν θεῖον ἀπόστολον, οὕτως καί ἡ κτίσις πᾶσα διά πυρός ἀνακαινισθήσεται. Καί τοῦτο, δι᾿ ὧν ὁ ἀπόστολος Πέτρος γράφει, μαθεῖν ἐστιν· "Ἥξει γάρ, φησίν, ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, ἐν ᾗ οὐρανοί ῥοιζηδόν παρελεύσονται, στοιχεῖα δέ καυσούμενα λυθήσονται καί γῆ καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται". Ὁρᾷς πῶς διά πυρός λέγει τά πάντα ἀναχωνευθήσεσθαι καί ἀλλοιωθήσεσθαι; Διό καί ἐπιφέρων φησί· "Τούτων οὖν πάντων λυομένων, ποταπούς δεῖ ὑπάρχειν ἡμᾶς ἐν ἁγίαις ἀναστροφαῖς καί εὐσεβείαις; " Λυθήσονται δέ ἄρα πῶς; Ὥσπερ σκεῦος χαλκοῦν πεπαλαιωμένον, ῥυπωθέν καί ἀχρειωθέν ὑπό ἰοῦ, τῷ πυρί παραδίδοται ὑπό τοῦ τεχνίτου καί οὕτως ἀναχωνευόμενον καινόν ὑπ᾿ αὐτοῦ πάλιν κατασκευάζεται, τόν αὐτόν τρόπον καί ἡ κτίσις, ἐπεί ἐπαλαιώθη καί ὑπό τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐρρυπώθη, ὑπό τοῦ δημιουργοῦ τῶν ὅλων διά πυρός λυθήσεται, εἴτ᾿ οὖν ἀναχωνευθήσεται καί ἀναστοιχειωθήσεται καί λαμπρά καί καινοτέρα ἀσυγκρίτως τῆς νυνί ὁρωμένης γενήσεται.
Οὕτως δέ περί τούτων τοῦ ἀποστόλου γράψαντος Πέτρου, μετ᾿ ὀλίγα πάλιν φησί· "Διό, ἀγαπητοί, ταῦτα προσδοκῶντες σπουδάσατε ἄσπιλοι εὑρεθῆναι ἐν εἰρήνῃ καί τήν τοῦ Κυρίου ἡμῶν μακροθυμίαν σωτηρίαν ἡγεῖσθε, καθώς καί ὁ ἀγαπητός ἡμῶν ἀδελφός Παῦλος κατά τήν αὐτῷ δοθεῖσαν σοφίαν ἔγραψεν ὑμῖν, ὡς καί ἐν πάσαις ταῖς ἐπιστολαῖς λαλῶν ἐν αὐταῖς περί τούτων, ἐν οἷς ἐστι δυσνόητά τινα, ἅ οἱ ἀμαθεῖς καί ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν ὡς καί τάς λοιπάς γραφάς πρός τήν ἰδίαν αὐτῶν ἀπώλειαν"· Τοῦτο δέ οὐχ οἱ τότε μόνον, ἀλλά καί νῦν οἱ πλεῖστοι ἤ καί οἱ πάντες σχεδόν εἰπεῖν πάσχομεν ἐξ ἀγνοίας, πάντα συγχέοντες, πάντα τά τῆς θείας Γραφῆς πρός τήν ἀπώλειαν ἡμῶν στρεβλοῦντες ἤγουν παρερμηνεύοντες, συνηγόρους οἱονεί τῶν ἰδίων παθῶν καί ἐπιθυμιῶν καί τῆς ἀπωλείας ἡμῶν σπουδάζοντες ἔχειν καί ποιεῖν τάς θείας Γραφάς.
Ἀλλ᾿ ἴδωμεν τί καί Παῦλος ὁ θεῖός φησι περί τῆς κτίσεως καί τοῦ ταύτης ἀνακαινισμοῦ· εἰπών τοίνυν· "Λογίζομαι ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς", ἐπήγαγεν· "Ἡ γάρ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τήν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται". Ἀποκαραδοκίαν τήν προσδοκίαν, τήν σφοδράν ἐπιθυμίαν φησίν, ἀποκάλυψιν δέ τήν ἐν τῇ ἀναστάσει φανέρωσιν· ἐν ταύτῃ γάρ διά τῆς τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ παρουσίας φανερωθῆναι δεῖ τούς υἱούς τοῦ Θεοῦ καί φανῆναι τό κάλλος αὐτῶν καί αὐτούς ὅλους οἷοί εἰσι, καθώς γέγραπται· "Τότε λάμψουσιν οἱ δίκαιοι ὡς ὁ ἥλιος", οἱ τοῦ δικαίου Θεοῦ υἱοί δηλονότι. Ἵνα δέ μή ὑπολάβῃς ἑτέραν τινά κτίσιν τόν θεῖον λέγειν ἀπόστολον, ἐπιφέρων φησί· "Τῇ γάρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλά διά τόν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι".
Ὁρᾷς ὅπως οὐκ ἀπό σκοποῦ ἔφθην εἰπών ὅτι οὐκέτι δουλεῦσαι τῷ παραβάντι Ἀδάμ ἡ κτίσις ἐβούλετο, τοῦτον ἰδοῦσα ἐκπεπτωκότα τῆς θείας δόξης ὡς προσκεκρουκότα Θεῷ τῷ αὐτοῦ ποιητῇ; Διά δή τοῦτο, πρό καταβολῆς κόσμου τήν ἐκ παλιγγενεσίας αὐτοῦ σωτηρίαν ὁ Θεός προορίσας, ὑπέταξεν αὐτῷ τήν κτίσιν, καταρασάμενος ταύτην ἵνα, φθαρτῷ γενομένῳ τῷ δι᾿ ὅν παρήχθη ἀνθρώπῳ, φθαρτή καί αὐτή γένηται, ὡς ἄν φθαρτήν αὐτῷ τήν τροφήν ἐτησίως παρέχῃ· ὁπόταν δέ ἀνακαινίσῃ τόν ἄνθρωπον καί ἄφθαρτον καί ἀθάνατον καί πνευματικόν αὐτόν ἀπεργάσηται, τηνικαῦτα καί αὐτήν ὅλην τήν κτίσιν, φημί, σύν αὐτῷ ἀλλιώσει καί ἀΐδιον ταύτην ἀποτελέσει· τοῦτο γάρ δι᾿ ὧν εἶπεν ἐδήλωσεν· (68) "Τῇ γάρ ματαιότητι, φησίν, ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλά διά τόν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι". Οἷον, οὐκ ἀφ᾿ ἑαυτῆς, φησί, τῇ ἀνθρωπότητι ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα εἰς φθοράν μετήχθη καί φθαρτούς προφέρει καρπούς καί βλαστάνει ἀκάνθας ὁμοῦ καί τριβόλους, ἀλλά τῇ τοῦ Θεοῦ πειθαρχοῦσα προστάξει τοῦ ἐπ᾿ἐλπίδι πάλιν ἀνακαινίσεως ταῦτα διορισαμένου. Τοῦτο δέ ποιῆσαι σαφέστερον βουληθείς ἔφη· "Καί γάρ καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ".
Εἶδες πῶς οὐκ ἀπεικός εἴπομεν ὅτι καί ἡ κτίσις αὕτη ἄφθαρτος πᾶσα τό κατ᾿ ἀρχάς καί εἰς παραδείσου τάξιν παρήχθη παρά Θεοῦ, καταραθεῖσα δέ εἰς φθοράν καί δουλείαν μετήχθη, τῇ ματαιότητι τῶν ἀνθρώπων ὑποταγεῖσα. Ὅρα δέ καί οἵα ἔσται ἡ ἐσχάτη λαμπρότης αὐτῆς.
Πηγή: Ὀρθόδοξοι Πατέρες
Τιμωρία και ανταμοιβή!
Είναι στα χέρια του Θεού και τα δύο αυτά. Αλλά, όπως ο επίγειος βίος δεν είναι παρά μία σκιά της Αληθινής Ζωής στους Ουρανούς, αντιστοίχως η τιμωρία και η ανταμοιβή είναι μία σκιά μονάχα της αληθινής τιμωρίας και ανταμοιβής στην Αιωνιότητα.
Οι κύριοι διώκτες του Αγίου του Θεού, Ιωάννου του Χρυσοστόμου ήταν ο Πατριάρχης Θεόφιλος Αλεξανδρείας και η Αυτοκράτειρα Ευδοξία. Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του Χρυσοστόμου, πικρότατη τιμωρία ανέμενε και τους δύο. Ο μεν Θεόφιλος δαιμονίστηκε, ενώ η Ευδοξία σύντομα αρρώστησε πολύ βαριά με μία ανίατη ασθένεια, όλο το σώμα της γέμισε πληγές από τις οποίες έβγαιναν σκουλήκια. Ήταν τόσο έντονη η δυσωδία που ανέδιδε το σώμα της, ώστε ήταν ανυπόφορο για οποιονδήποτε να περάσει έστω και έξω από το σπίτι της.
Οι ιατροί χρησιμοποιούσαν τα πιό ισχυρά αρώματα και ευωδέστατο θυμίαμα για να περιορίσουν τη φρικτή δυσωδία της κακιάς Βασίλισσας, αλλά δεν κατάφερναν τίποτα. Στο τέλος, η Ευδοξία πέθανε μέσα σε φρικτή αγωνία και σήψη.Ακόμη και μετά θάνατον το χέρι του Θεού έπεσε βαρύ επάνω της. Το φέρετρο που περιείχε το σαπισμένο σώμα της έτρεμε μέρα και νύχτα επί τριάντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Σταμάτησε μόνον όταν ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος τέλεσε την Ανακομιδή των Λειψάνων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Κωνσταντινούπολη.
Απεναντίας, δείτε τί συνέβη στον Χρυσόστομο μετά από την κοίμησή του! Ανταμοιβή! Ανταπόδοση δίκαιη, τέτοια που μονάχα ο Θεός μπορεί να δώσει. Ο Επίσκοπος Αραβισσού Αδελφειός, ο οποίος δέχθηκε τον εξόριστο Άγιο Χρυσόστομο στην Κουκουσό, προσευχόταν, μετά την κοίμηση του Χρυσοστόμου στον Θεό να του αποκαλύψει πού είχε πάει η ψυχή του Αγίου. Η απάντηση ήλθε, ενώ βρισκόταν σε προσευχή. Ήταν σαν να βρισκόταν έξω από τον εαυτό του και τον καθοδηγούσε στον Ουρανό ένας αστραπόμορφος νέος, ο οποίος του έδειχνε έναν-έναν τους Ιεράρχες, Ποιμένες και Διδασκάλους της Εκκλησίας, καλώντας τους με τα ονόματά τους, όμως δεν έβλεπε ανάμεσά τους και τον Ιωάννη. Ύστερα ο Άγγελος του Θεού τον οδήγησε στο πέρασμα έξω από τον Παράδεισο και ο Αδελφειός επέστρεψε στην κανονική κατάσταση. Όταν ο Άγγελος τον ρώτησε γιατί ήταν λυπημένος, ο Επίσκοπος απάντησε ότι λυπόταν επειδή δεν είχε δει τον αγαπημένο του Διδάσκαλο Ιωάννη Χρυσόστομο. Ο Άγγελος του εξήγησε: ''Ουδείς άνθρωπος ενδεδυμένος ακόμη τη σάρκα μπορεί να τον δει, διότι είναι στον Θρόνο του Θεού με τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ''.
Ἡ διατροφή τῶν φτωχῶν, ἡ προστασία τῶν ἀδικουμένων, ἡ ἐπιμέλεια τῶν ξενιτεμένων, ἡ βοήθεια τῶν δοκιμαζομένων, ἡ πρόνοια τῶν ὀρφανῶν, ἡ συμμαχία τῶν χηρῶν, …αὐτά εἶναι τά κειμήλια τῆς Ἐκκλησίας, αὐτοί εἶναι οἱ θησαυροί πού τῆς πρέπουν, καί παρέχουν καί σέ μᾶς τήν εὐχαρίστηση καί σέ σᾶς τήν ὠφέλεια, ἤ μᾶλλον καί σέ σᾶς τήν εὐχαρίστηση καί τήν ὠφέλεια. (1)
Ἀλλά τί λένε συνέχεια; «Ἔχει λεφτά ἡ Ἐκκλησία». Καί τί σέ νοιάζει ἐσένα; Γιατί, ἄν δώσει κάποιος ἄλλος, δέ θά σωθεῖς ἐσύ, οὔτε ἄν παράσχει στούς φτωχούς ἡ Ἐκκλησία, θά ἐξαλείψεις ἐσύ τά δικά σου ἁμαρτήματα.
Ἄν λοιπόν γι’ αὐτό δέν τούς δίνεις, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά δώσει σέ αὐτούς ποῦ ἔχουν ἀνάγκη, τότε μήπως ἐπειδή προσεύχονται οἱ ἱερεῖς, δέ θά προσευχηθεῖς ἐσύ;
Καί ἐπειδή νηστεύουν ἄλλοι, ἐσύ θά μεθᾶς συνέχεια;
Δέν ξέρεις ὅτι ὁ Θεός δέν καθόρισε τήν ἐλεημοσύνη τόσο γιά τούς φτωχούς, ὅσο γιά αὐτούς ποῦ δίνουν;
Ἀλλά ὑποπτεύεσαι τόν ἱερέα; Πολύ μεγάλη καί αὐτή ἡ ἁμαρτία, ἀλλά δέ θά σταθῶ σέ αὐτό. Κάν’ τά μόνος σου ὅλα, καί ἔτσι θά πάρεις διπλό μισθό. Γιατί κι ἐμεῖς μιλᾶμε γιά τήν ἐλεημοσύνη, ὄχι γιά νά τά φέρεις σέ μᾶς, ἀλλά γιά νά τούς βοηθᾶς μόνος σου. Γιατί ἄν τά προσφέρεις σέ μένα, ἴσως σέ καταλάβει καί ἡ ματαιοδοξία, καί πάλι ἄν σκανδαλισθεῖς καμιά φορᾶ, θά ἀρχίσεις τίς πονηρές ὑποψίες. Ἄν ὅμως ὅλα τα κάνετε μόνοι σας, θά ἀπαλλαγεῖτε καί ἀπό τά σκάνδαλα καί ἀπό τίς ἄτοπες ὑποψίες, καί μεγαλύτερος θά εἶναι ὁ μισθός σας. (2)
Ὅταν δεῖς τό μέγεθος τῆς περιουσίας τῆς Ἐκκλησίας, σκέψου καί τά κοπάδια τῶν ἐγγεγραμμένων φτωχῶν, τά πλήθη τῶν ἀρρώστων, τούς σκοπούς τῶν χιλιάδων δαπανῶν, ὑπολόγισε, μέτρα, κανείς δέ θά σέ ἐμποδίσει, ἀλλά ἕτοιμοι εἴμαστε νά δώσουμε λογαριασμό γιά ὅλα… Γιατί καί ἡ Ἐκκλησία γιά τή δική σας μικροπρέπεια ἀναγκάζεται νά ἔχει αὐτά πού ἔχει σήμερα. Ἄν ὅμως τά κάναμε ὅλα κατά τούς ἀποστολικούς νόμους, θά ἔπρεπε εἰσόδημα τῆς Ἐκκλησίας νά εἶναι ἡ δική σας διάθεση, ἡ ὁποία εἶναι καί ταμεῖο ἀσφαλές καί θησαυρός πού δέν μποροῦν νά τόν πάρουν οἱ κλέφτες. Τώρα ὅμως ὅταν ἐσεῖς θησαυρίζετε ἐπί τῆς γῆς, καί ὅλα τα κλείνετε στά ταμεῖα τά δικά σας, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἀναγκάζεται νά δαπανᾶ γιά τούς συλλόγους τῶν χηρῶν, γιά τούς χορούς τῶν παρθένων, γιά τή φιλοξενία τῶν ἐπισκεπτῶν, γιά τίς ταλαιπωρίες τῶν μεταναστῶν, γιά τίς συμφορές τῶν φυλακισμένων, γιά τίς ἀνάγκες τῶν ἀρρώστων καί τῶν λαβωμένων, καί σέ ἄλλες τέτοιες ὑποθέσεις, τί θά ἔπρεπε νά κάνουμε;
Νά τούς ἀποστραφοῦμε ὅλους αὐτούς, καί νά τούς πετάξουμε στή θάλασσα;
Καί ποιός θά ἀντέξει νά δεῖ ὅλα αὐτά τά ναυάγια;
Τούς ὀδυρμούς, τούς θρήνους, τίς κραυγές ποῦ θά ἀκούγονται παντοῦ; (3)
_________________
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου:
(1) Ἀπόσπασμα ἀπό τό «Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἅγιον Ματθαῖον» ΠΕ΄ 4 (PG 58, 762)
(2) Ἀπόσπασμα ἀπό τό λόγο τοῦ ἁγίου «Εἰς τήν Ἅ΄ πρός Κορινθίους» ΚΑ΄ 6 (PG 61, 178)
(3) Ἀπόσπασμα ἀπό τό λόγο τοῦ ἁγίου «Εἰς τήν Ἅ΄ πρός Κορινθίους» ΚΑ΄ 7 (PG 61, 179
Καθάπερ οὖν ἐν τῇ πλάσει πάλαι τῆς προμήτορος Εὔας τήν τοῦ Ἀδάμ πλευράν ἐψυχωμένην ἔλαβεν ὁ Θεός καί εἰς γυναῖκα ταύτην ἀνῳκοδόμησε – διά τοῦτο γάρ οὐδέ ἐνεφύσησεν εἰς αὐτήν ὡς εἰς τόν Ἀδάμ πνοήν ζωῆς, ἀλλά τό μέρος, ὅ ἐκ τῆς σαρκός αὐτοῦ εἴληφεν, εἰς σῶμα γυναικός ὁλόκληρον ἀπετέλεσε· καί τήν ἀπαρχήν τοῦ πνεύματος, ἥν σύν τῇ ἐμψυχωμένῃ σαρκί εἴληφεν, εἰς ψυχήν ζῶσαν τελείαν πεποίηκε, τά ἀμφότερα ἄνθρωπον ἐργασάμενος ἅμα - , τόν αὐτόν δή τρόπον καί ἐκ τῆς ἁγίας θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας ἐψυχωμένην σάρκα λαβών ζύμην οἱονεί καί μικράν ἀπαρχήν ἐκ τοῦ φυράματος τῆς φύσεως ἡμῶν, ἤτοι ἐκ τῆς ψυχῆς ὁμοῦ καί τοῦ σώματος, ὁ πλαστουργός καί κτίστης Θεός ἥνωσε τῇ ἑαυτοῦ ἀκαταλήπτῳ καί ἀπροσίτῳ θεότητι, μᾶλλον δέ τῇ ἡμετέρᾳ οὐσίᾳ ὅλην τῆς θεότητος αὐτοῦ τήν ὑπόστασιν ἑνώσας οὐσιωδῶς, ἀμίκτως τε μίξας αὐτήν ἐκείνῃ, τήν ἀνθρωπίνην τῇ ἑαυτοῦ, ᾠκοδόμησε ταύτην εἰς ναόν ἅγιον ἑαυτῷ καί ἀναλλιώτως καί ἀτρέπτως αὐτός ὁ τοῦ Ἀδάμ ποιητής τέλειος ἐγένετο ἄνθρωπος.
Ὥσπερ γάρ ἐκ τῆς ἐκείνου πλευρᾶς τήν γυναῖκα ἐποίησε, καθά πρόσθεν εἰρήκαμεν, οὕτως ἐκ τῆς αὐτοῦ θυγατρός Μαρίας τῆς ἀειπαρθένου καί θεοτόκου σάρκα δανεισάμενος καί ἀναλαβών ἄνευ σπορᾶς ὁμοίως ἐγεννήθη τῷ πρωτοπλάστῳ, ἵνα καθάπερ ἐκεῖνος διά τῆς παραβάσεως ἀρχή τῆς ἐν φθορᾷ καί θανάτῳ γενέσεως ἡμῶν ἐχρημάτισεν, οὕτως ὁ Χριστός καί Θεός διά τῆς ἐκπληρώσεως ἁπάσης δικαιοσύνης ἀπαρχή τῆς ἐν ἀφθαρσίᾳ ἀναπλάσεως καί ἀθανασίας ἡμῶν γένηται. Τοῦτο γάρ βούλεται καί Παῦλος οὕτω λέγων ὁ θεῖος· "Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ· οἷος ὁ χοϊκός, τοιοῦτοι καί οἱ χοϊκοί· καί οἷος ὁ ἐπουράνιος, τοιοῦτοι καί οἱ ἐπουράνιοι". Καί πάλιν· "Ἀπαρχή Χριστός, ἔπειτα οἱ τοῦ Χριστοῦ". Ἐπειδή γάρ ψυχῇ καί σώματι τέλειος ἐχρημάτισεν ἄνθρωπος ὅμοιος ἡμῶν κατά πάντα πλήν ἁμαρτίας, διά τῆς εἰς αὐτόν πίστεως μεταδιδούς ἡμῖν ἐκ τῆς αὐτοῦ θεότητος, συγγενεῖς καί ἡμᾶς αὐτοῦ κατά τήν τῆς θεότητος αὐτοῦ φύσιν καί οὐσίαν ἐργάζεται. Καί ὅρα μοι τοῦ μυστηρίου τό καινόν καί παράδοξον. Ἔλαβεν ὁ Θεός Λόγος ἥν κατά φύσιν οὐκ εἶχε σάρκα καί ἐγένετο ἄνθρωπος, ὅπερ οὐκ ἦν· μεταδίδωσι τοῖς πιστεύουσιν εἰς αὐτόν τῆς αὐτοῦ θεότητος, ἥν οὐδείς οὐδέπω ἀγγέλων ἤ ἀνθρώπων ἐκτήσατο, καί γίνονται θεοί, ὅπερ οὐκ ἦσαν, θέσει καί χάριτι· οὕτω γάρ χαρίζεται αὐτοῖς ἐξουσίαν τοῦ υἱούς Θεοῦ γίνεσθαι, διό καί ἐγένοντο καί ἀεί ὡσαύτως γίνονται καί οὐδέποτε τοῦ μή γίνεσθαι λήξουσι. Καί ἄκουε Παύλου τοῦτο παραινοῦντος τοῦ θείου· "Καί καθώς ἐφορέσαμεν τήν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, φορέσομεν καί τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου". Καί ταῦτα μέν περί τούτων· ἐχέσθω δέ καί αὖθις τῆς ἀκολουθίας ὁ λόγος.
Ἐπειδή γάρ διά τῆς σωματικῆς παρουσίας αὐτοῦ ὁ ἐπί πάντων Θεός τοῦ ἀναπλάσαι καί ἀνακαινίσαι τόν ἄνθρωπον ἐλήλυθεν ἐπί γῆς καί τήν δι᾿ αὐτόν καταραθεῖσαν ἅπασαν κτίσιν ἐπευλογῆσαι, ἄκουε νουνεχῶς! Πρῶτον μέν τήν ψυχήν ἥν ἀνέλαβεν ἐζώωσε καί ἀφθαρτώσας ἐθεοποίησε, τό δέ ἄχραντον αὐτοῦ καί θεῖον σῶμα, εἰ καί ἐθέωσεν, ἀλλ᾿ ἔτι φθαρτόν αὐτό καί ὑλικόν περιέφερε. Τό γάρ ἐσθίον καί πῖνον, τό κοπιοῦν καί ἱδρῶτας φέρον, τό δεσμούμενον καί τυπτόμενον, ἐπί σταυροῦ τε ἀναρτώμενον καί καθηλούμενον, φθαρτόν ἐστι δηλονότι καί ὑλικόν· ταῦτα γάρ ἅπαντα φθαρτοῦ σώματος ἰδιώματα καθεστήκασιν, ὅθεν καί ἀπέθανεν καί ἐν μνημείῳ κατετέθη νεκρός. Μετά δέ τό ἀναστῆναι ἄφθαρτον, καί αὐτό τό σῶμα πνευματικόν, θεῖον πάντῃ και ἄϋλον, συνανέστησεν· ἔνθεν τοι οὐδέ τάς σφραγῖδας τοῦ μνήματος ἔλυσεν ἐξελθών, ἀλλά καί τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ἀκωλύτως εἰσήρχετο καί ἐξήρχετο. Διατί δέ οὐκ εὐθύς σύν τῇ ψυχῇ καί τό σῶμα ὅπερ ἀνέλαβε πνευματικόν καί ἄφθαρτον ἀπειργάσατο; Ἐπειδή φαγών καί ὁ Ἀδάμ ἐκ τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετείλατο αὐτῷ ὁ Θεός μή φαγεῖν, εὐθύς μέν τόν τῆς ψυχῆς παραβάς ἀπέθανε θάνατον, τόν δέ τοῦ σώματος μετά πολλούς ὕστερον ἐνιαυτούς, καί διά τοῦτο τήν τό ἐπιτίμιον δεξαμένην ψυχήν τῆς τοῦ θανάτου τιμωρίας πρῶτον ἀνέστησέ τε καί ἐζώωσε καί ἐθέωσεν, εἶθ᾿ οὕτως τό σῶμα, κατά τήν πάλαι ἐξενεχθεῖσαν ἀπόφασιν ἀποστρέφειν διά τοῦ θανάτου εἰς γῆν, τήν ἀφθαρσίαν διά τῆς ἀναστάσεως ἀπολαβεῖν ᾠκονόμησεν· οὐ μόνον δέ, ἀλλά κατελθών ἐν τῷ ᾅδῃ, τῶν μέν ἐκεῖσε κατεχομένων ἁγίων τάς ψυχάς τῶν αἰωνίων ἐλευθερώσας δεσμῶν ἐξανέστησε καί εἰς τόπον ἀναπαύσεως καί φωτός ἀνεσπέρου κατέταξε, τά δέ σώματα αὐτῶν οὐκέτι, ἀλλ᾿ εἴασεν αὐτά ἐν σοροῖς μέχρι τῆς κοινῆς ἀναστάσεως.
Τό γοῦν μυστήριον τοῦτο οὐ μόνον τῷ ῥηθέντι τρόπῳ γέγονεν ἀπ᾿ ἀρχῆς Χριστοῦ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ, ἀλλά καί ἐφ᾿ ἑνί ἑκάστῳ τῶν πάλαι ἁγίων ἐγένετο καί μέχρι τοῦ νῦν ἀεί γίνεται. Λαμβάνοντες γάρ τό τοῦ Δεσπότου ἡμῶν καί Θεοῦ Πνεῦμα, συμμέτοχοι αὐτοῦ τῆς θεότητος καί τῆς οὐσίας γινόμεθα· ἐσθίοντες δέ τήν παναμώμητον αὐτοῦ σάρκα, τά θεῖα λέγω μυστήρια, σύσσωμοι αὐτοῦ καί συγγενεῖς ἐν ἀληθείᾳ ὁλοκλήρως γινόμεθα, καθώς καί αὐτός ὁ θεῖος Παῦλός φησιν ὅτι "ὀστοῦν ἐσμεν ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ καί σάρξ ἐκ τῆς σαρκός αὐτοῦ " καί πάλιν, ὅτι "ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ τῆς θεότητος, ἡμεῖς, δηλονότι πάντες, ἐλάβομεν καί χάριν ἀντί χάριτος". Τοῦτο δέ γινόμενοι, ὅμοιοι αὐτῶ τῷ φιλανθρώπῳ Θεῷ καί Δεσπότῃ ἡμῶν κατά χάριν γινόμεθα, ἀνακαινιζόμενοι καί ἀνανεούμενοι τήν ψυχήν, ἀφθαρτοποιούμενοί τε καί ὡς ἐκ νεκρῶν ζῶντες ἐξανιστάμενοι, αὐτόν δηλαδή τόν ὅμοιον ἡμῖν γενέσθαι καταξιώσαντα βλέποντες καί βλεπόμενοι ὑπ᾿ αὐτοῦ οἱ ἀξιωθέντες ὅμοιοι γενέσθαι αὐτῷ, ὡς εἴ τις ἀπό μακρόθεν πρόσωπον φίλου αὐτοῦ καθορᾷ καί διαλέγεται αὐτῷ καί προσομιλεῖ καί φωνῆς ἀκούει αὐτοῦ.
Οὕτω τοιγαροῦν οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος ἅγιοι, οἱ πάλαι τε καί νῦν πνευματικῶς βλέποντες, οὐ σχῆμα ἤ εἶδος ἤ ἐκτύπωμα βλέπουσιν, ἀλλά φῶς ἀσχημάτιστον, ὡς καί αὐτοί φῶς ἐκ τοῦ φωτός Πνεύματος χρηματίζοντες. Τοιοῦτος δέ ἕκαστος τῶν ἁγίων γινόμενος, οὐχί καί τό σῶμα αὐτοῦ εὐθύς ἄφθαρτον καί πνευματικόν γίνεται, ἀλλά καθάπερ σίδηρος ὑπό τοῦ πυρός ἐκπυρούμενος τῆς λαμπρότητος μέν αὐτοῦ μεταλαμβάνει καί τήν μελανίαν εὐθύς ἀποβάλλεται, χωριζόμενος δέ πάλιν τοῦ πυρός ψυχρός καί μέλας καθορᾶται καί γίνεται, οὕτω δή καί τά σώματα τῶν ἁγίων ὑπό τῆς ἑνωθείσης τῇ ψυχῇ αὐτῶν χάριτος, ἤτοι τοῦ θείου πυρός μταλαμβάνοντα, ἁγιάζονται καί ἐκπυρούμενα διαυγῆ καί αὐτά γίνονται καί πολύ τῶν ἄλλων σωμάτων διαφορώτερα καί τιμιώτερα ἀποκαθίστανται. Ἐπειδάν δέ ἡ ψυχή ἐξέλθῃ καί τοῦ σώματος χωρισθῇ, εὐθύς καί αὐτά τῇ φθορᾷ παραδίδονται καί ἐκ τοῦ κατά μικρόν διαλύονται· τά δέ καί ἐπί πολλούς χρόνους διαμένουσι, μήτε ἄφθαρτα μένοντα παντελῶς, μήτε πάλιν τελείως φθειρόμενα, ἀλλά καί τῆς ἀφθαρσίας καί τῆς φθορᾶς τά γνωρίσματα ἐν ἑαυτοῖς διασῴζουσιν, εἰς τήν τελευταίαν ἐξανάστασιν ἀφθαρτωθῆναι τελείως καί καί ἀνακαινισθῆναι τηρούμενα.
Τίνος οὖν ἕνεκεν καί διά τι; Ὅτι οὐκ ἔπρεπε πρό τῆς τῶν κτισμάτων ἀνακαινίσεως τά τῶν ἀνθρώπων ἀναστήσεσθαι καί ἀφθαρτωθήσεσθαι σώματα, ἀλλ᾿ ὥσπερ αὕτη παρήχθη πρῶτον ἄφθαρτος, ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος, ὕστερον, οὕτω πάλιν πρῶτον τήν κτίσιν ἀπό τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἀφθαρσίαν χρή μεταποιηθῆναι, εἴτ᾿ οὖν ἀλλαγῆναι, καί οὕτω σύν αὐτῇ καί ἅμα αὐτῇ καί τά φθαρέντα σώματα τῶν ἀνθρώπων ἀνακαινισθῆναι, ἵνα καί αὖθις πνευματικός καί ἀθάνατος ὁ ἄνθρωπος γεγονώς ἐν ἀφθάρτῳ χωρίῳ καί ἀϊδίῳ καί πνευματικῷ κατοικῇ. Καί ὅτι τοῦτό ἐστιν ἀληθές, ἄκουε Πέτρου λέγοντος τοῦ ἀποστόλου· "Ἥξει δέ ἠ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, ἐν ᾗ οὐρανοί πυρούμενοι λυθήσονται καί στιχεῖα καυσούμενα τήκεται", οὐχ ὡς ἀπολλυμένων τούτων, ἀλλ᾿ ὡς ἀναχωνευομένων δηλονότι καί ἀναστοιχειουμένων εἰς κρείττονά τε καί ἀΐδιον λῆξιν. Πόθεν τοῦτο δῆλον; Ἐξ αὐτῶν πάλιν τῶν ῥημάτων τοῦ ἀποστόλου, δι᾿ ὧν ἐπιφέρει λέγων· "Καινούς δέ οὐρανούς καί καινήν γῆν κατά τό ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν". Κατά ποῖον καί τίνος ἐπάγγελμα; Κατά τό τοῦ Χριστοῦ πάντως καί Θεοῦ ἡμῶν εἰπόντος· Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσεται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσιν". Παρέλευσιν τοῦ οὐρανοῦ τήν ἐναλλαγήν αὐτοῦ εἰρηκώς, κἄν γάρ ὁ οὐρανός, φησίν, ἀλλαγήσεται, ἀλλ᾿ οἱ ἐμοί λόγοι τό ἀναλλοίωτον καί πάγιον ἕξουσι. Τοῦτο γάρ καί ὁ προφήτης Δαυίδ προανακέκραγε οὕτως εἰπών· "Καί ὡσεί περιβόλαιον ἐλίξεις αὐτούς καί ἀλλαγήσονται· σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι". Τί τοίνυν τῶν λόγων τούτων σαφέστερον γένοιτ᾿ ἄν;
Ἀλλά σκοπήσωμεν πῶς ἡ κτίσις ἀνακαινισθήσεται καί εἰς τό ἀρχαῖον ἀποκατασταθήσεται κάλλος.
Πηγή: Ὀρθόδοξοι Πατέρες
Το πρόβλημα της θεοδικίας συγκλονίζει πολλούς. Γιατί υποφέρει ο δίκαιος σ' αυτή τη ζωή; Γιατί ευημερεί ο άδικος; Για τον πιστό δεν μπορεί να δοθεί απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα ανεξάρτητα από την πραγματική ελπίδα του χριστιανού, που δεν αναφέρεται ασφαλώς στην αντιμετώπιση των δυσχεριών αυτής της ζωής.
Τονίζοντας την ελπίδα αυτή ο Απόστολος Παύλος υπογραμμίζει: Εάν μόνον δια την ζωήν αυτήν έχομεν ελπίσει εις τον Χριστόν, τότε είμεθα οι πιο αξιολύπητοι από όλους τους ανθρώπους... αλλά ο Χριστός πραγματικά αναστήθηκε εκ νεκρών και έγινε απαρχή των κεκοιμημένων... όλοι θα ζωοποιηθούν εν τω Χριστώ, ο καθένας εις την ιδίαν τάξιν του.
Η αρχή είναι ο Χριστός, έπειτα, κατά την παρουσίαν του, όσοι είναι του Χριστού μετά έρχεται το τέλος... ο τελευταίος εχθρός που θα καταργηθεί είναι ο θάνατος (Α Κορ. ιε 19-26).
Οι θλίψεις στη ζωή μας δεν είναι η τελική έκβαση των πραγμάτων, γιατί η Ανάσταση του Χριστού είναι πραγματικότης και η τελική νίκη κατά των θλίψεων και του θανάτου είναι για τον πιστό βεβαιότητα. Είμαστε χριστιανοί όχι αποβλέποντες σ' αυτή τη ζωή, αλλά στην Ανάσταση. Επομένως δεν μπορεί κανείς να δώσει απάντηση στο πρόβλημα της θεοδικίας με βάση τη χριστιανική πίστη, ανεξάρτητη από τη χριστιανική ελπίδα.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει πως μεταξύ δύο πονηρών ο ένας τιμωρείται σ' αυτή τη ζωή ενώ ο άλλος αντίθετα ευδαιμονεί. Και μεταξύ δύο ευσεβών ανθρώπων συμβαίνει κάτι ανάλογο. Ο ένας απολαμβάνει πλούσια τα αγαθά της ζωής, ενώ ο άλλος δοκιμάζεται. Όλα αυτά, λέγει, είναι έργο της προνοίας του Θεού...
Εάν Ανομίας παρατηρήσης, Κύριε, Κύριε, τις υποστήσεται;, αν λάβεις υπ' όψιν σου τις ανομίες, ποιος θα αντέξει; (Ψαλμ. ρκθ/ρλ 3). Αν ο Θεός τιμωρούσε όλους, για όλα τα αμαρτήματα, θα είχε προ πολλού εξαφανιστεί το γένος των ανθρώπων και δεν θα διατηρούσε τη συνέχειά του, σχολιάζει ο ίδιος πατέρας της Εκκλησίας.
Εάν η ζωή περιοριζόταν μόνο στον παρόντα κόσμο, δεν θα επέτρεπε ο Θεός ποτέ, να μη λάβουν αμοιβή εκείνοι που έπαθαν τόσο μεγάλα και πολλά κακά και περνούν ολόκληρον την ζωήν των με πειρασμούς και αναριθμήτους κινδύνους. Είναι φανερόν ότι καλυτέραν και λαμπροτέραν άλλην ζωήν ητοίμασε, κατά την οποίαν μέλλει να στεφανώνη και να ανακηρύττη νικητάς τους αθλητάς της ευσεβείας, ενώπιον όλου του κόσμου.
Γι' αυτό ο Θεός έκανε τη ζωή μας κοπιαστική, για να επιθυμήσουμε τα μέλλοντα αγαθά εξαιτίας των εδώ θλίψεων, λέγει σε άλλο σημείο ο Χρυσόστομος. Αν τώρα που μας περιστοιχίζουν τόσα δυσάρεστα είμαστε τόσο προσκολλημένοι σ' αυτή τη ζωή, πότε θα επιθυμούσαμε τα μέλλοντα, αν η ζωή μας ήταν χωρίς καθόλου λύπες;...
Για όσους δυσανασχετούν για τις θλίψεις, οι πατέρες γνωρίζουν μία συνταγή να μη θεωρούν συνεχώς τα λυπηρά και να μη αφοσιώνονται στα παροδικά πράγματα της ζωής αυτής να περιφέρουν το βλέμμα τους στη θεωρία των αληθινών αγαθών, όπως ακριβώς κάνουν εκείνοι που είναι άρρωστοι στα μάτια αποφεύγουν να κοιτάζουν λαμπερά αντικείμενα (Μ. Βασίλειος).
Μπροστά σ' αυτό το μεγάλο ταξείδι για τον ουρανό, είναι ντροπή να ενοχλείται κανείς με τις δυσκολίες που υπάρχουν στο δρόμο του, λέγει ο Χρυσόστομος. Διότι και εάν συνεκεντρώνοντο όλα τα δεινά που υφίστανται οι άνθρωποι, είτε λοιδορίαι, είτε ύβρεις, είτε ατιμίαι, είτε συκοφαντίαι, είτε ξίφος, είτε πυρ, είτε αλυσίδες και θηρία και καταποντισμοί και όσα από κτίσεως κόσμου ο παρών βίος εδοκίμαςε κακά, δεν θα περιγελάσης όλα αυτά, ειπέ μου, και δεν θα τα καταφρονήσης; Θα σκεφθής λοιπόν αυτά;.
Οι πατέρες της Εκκλησίας απαριθμούν διάφορες αιτίες, για τις οποίες ο Θεός επιτρέπει τις θλίψεις στη ζωή του ανθρώπου.
Η ζωή αυτή είναι μέσο δοκιμασίας, πειρατήριον, αναφέρεται στο βιβλίο του Ιώβ (ζ 1)στάδιο αθλήσεως για τους ανθρώπους. Οι θλίψεις και γενικά οι πειρασμοί στη ζωή είναι τα όργανα αυτής της αθλήσεως. Αγαθόν μοι ότι επείρασάς με, όπως αν μάθω τα δικαιώματά σου, λέγει ο ψαλμωδός (Ψαλμ. ριη/ριθ 7). Αυτό είναι το γνώρισμα των συνετών, λέγει ένας πατέρας της Εκκλησίας: λέγοντας τη φράση αυτή, διαπαιδαγωγούνται από τις συμφορές και καθαρίζονται όπως το χρυσάφι, γιατί η ταλαιπωρία γεννά την γνώσιν των προσταγμάτων του Θεού. Τα γενναία φρονήματα, λέγει σε άλλο σημείο, συνηθίζουν να αντιδρούν εναντίον της δια της βίας επιβουλής, όπως αντιδρά η φλόγα όταν προσβάλλεται από τον άνεμο και ανάπτει τόσο περισσότερο, όσο δυνατώτερα φυσάται.
Οι θλίψεις λοιπόν είναι απαραίτητες για τους αθλητές του Χριστού. Ο ίδιος ο Χριστός προειδοποίησε: Στον κόσμο σάς περιμένει θλίψι, αλλά έχετε θάρρος, εγώ νενίκηκα τον κόσμον (Ιω. ιστ 33).
Όλοι όσοι θέλουν να ζουν με ευσέβεια εν Χριστώ Ιησού θα διωχθούν (Β Τιμ. γ 12)...
Οι δοκιμασίες στη ζωή, λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, συντελούν στο να γνωρίσει ο άνθρωπος την αδυναμία του και να ταπεινωθεί προφυλάσσοντας τον εαυτό του από το λογισμό της υψηλοφροσύνης.
Ο Απόστολος Παύλος έλαβε ιδιαίτερα χαρίσματα Από τον Θεό και όμως εβασανίζετο από ένα αγκάθι στο σώμα του, για το οποίο τρεις φορές παρακάλεσε τον Θεό, με αποτέλεσμα να πάρει την απάντηση: Σου αρκεί η χάρις μου, διότι η δύναμίς μου φανερώνεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία˙ η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται. Ο ίδιος προσθέτει: Και δια να μη υπερηφανεύομαι δια τας πολλάς αποκαλύψεις, μου δόθηκε σκόλοψ τη σαρκί μου, ένας άγγελος του Σατανά, δια να με ραπίζη, δια να μη υπερηφανεύομαι (Β Κορ. ιβ 79)...
Ο πιστός δεν θέτει το ερώτημα, γιατί αυτός υποφέρει και εκείνος ευτυχεί στη ζωή, επειδή το αξιολογικό κριτήριο είναι διαφορετικό. Η σκέψη του συγκεντρώνεται στο λόγο της Γραφής: Παιδί μου μη περιφρονήσης την διαπαιδαγώγησιν του Κυρίου και μη χάσης το θάρρος σου, όταν ελέγχεσαι από αυτόν, διότι εκείνον που αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, και μαστιγώνει κάθε παιδί, το οποίον δέχεται. Υπομείνατε την διαπαιδαγώγησίν σας....
Ο Κύριος Αφήνει τον δούλο του να παλεύη ενώ τον προσέχει ο ίδιος από κοντά, όπως πρόσεχε και τον Μ. Αντώνιο, όταν πάλευε με τα δαιμόνια. Κατοικούσε μέσα σ ένα μνήμα κι εκεί τον έδειραν οι δαίμονες μέχρι που έμεινε αναίσθητος. Ο φίλος του που τον υπηρετούσε τον μετέφερε στο Κυριακό του χωριού. Την νύχτα, όταν ο Αντώνιος ξαναβρήκε τις αισθήσεις του, παρακαλούσε το φίλο του να τον ξαναπάη πίσω στο μνήμα. Άρρωστος βαρειά ο όσιος δεν μπορούσε να σταθή στα πόδια του και προσευχόταν ξαπλωμένος. Τότε δέχτηκε νέα σκληρή επίθεση των δαιμόνων και υπέφερε πολύ σε μια στιγμή ανέβλεψε, είδε φως και τότε κατάλαβε πως είχε έλθει ο Κύριος μέσα στο φως, και του είπε:
Πού ήσουν; Γιατί δεν φάνηκες από την αρχή, για να πάψης τα βάσανά μου; Και ο Κύριος του αποκρίθηκε:
Εδώ ήμουν, Αντώνιε, αλλά περίμενα να δω τα αγωνίσματά σου.
Έτσι κι εμείς πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε πως ο Κύριος παρακολουθεί τον αγώνα μας κατά του εχθρού και γι αυτό να μη φοβόμαστε, έστω και αν μας επιτεθή όλος ο Άδης, αλλά να είμαστε ανδρείοι (π. Σωφρόνιος).
Ταπεινώσου και θα δης πως όλες οι δυστυχίες σου θα μετατραπούν σε ανάπαυση, έτσι που συ ο ίδιος έκπληκτος θα λες: Γιατί βασανιζόμουν και στενοχωριόμουν τόσο πολύ πιο πριν; Τώρα όμως χαίρεσαι, γιατί έχεις ταπεινωθή και ήλθε η χάρη του Θεού. Τώρα, κι αν ακόμη μείνης μόνον εσύ πτωχός στον κόσμο, δεν θα σε εγκαταλείψει η χαρά. Γιατί δέχθηκες στην ψυχή σου εκείνη την ειρήνη για την οποία λέει ο Κύριος ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, (Ιω. ιδ 27). Έτσι δίνει ο Κύριος σε κάθε ταπεινή ψυχή την ειρήνη Του, που ξεπερνά τα όρια του νου.
Είπε ο Αββάς Ποιμήν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι παρακάλεσε τον Θεό και σηκώθηκαν τα πάθη απ' αυτόν και έγινε αμέριμνος. Και πήγε σ' ένα γέροντα και του είπε: Βλέπω τον εαυτό μου να αναπαύεται και να μην έχη κανένα πόλεμο. Και του λέγει ο γέρων: Πήγαινε παρακάλεσε τον Θεό να σου ξαναφέρη τον πόλεμο, καθώς και τη συντριβή και την ταπείνωση που είχες πρώτα. Γιατί μέσ' από τους πολέμους προοδεύει η ψυχή. Παρακάλεσε λοιπόν και σαν ήλθε ο πόλεμος ποτέ δεν ξαναζήτησε πλέον να απαλλαγή απ' αυτόν. Αλλά έλεγε: Δόσε μου, Κύριε, υπομονή στους πειρασμούς (Από το Γεροντικό).
Η διδαχή αυτή για τους γενναίους αθλητές των θλίψεων κηρύττεται ομόφωνα από τους πατέρες της Εκκλησίας...
Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να αδικήση ένα πιστό. Ο μόνος που μπορεί να τον αδικήσει είναι ο ίδιος ο εαυτός του, τονίζει ο Χρυσόστομος. Αν ο ίδιος δεν αδικήσει τον εαυτό του, δεν θα μπορέσει κανείς να το κάνει και αν ακόμη ολόκληρος η οικουμένη εγείρη εναντίον του σκληρόν πόλεμον. Αν κάποιος οικοδομήσει την οικία του επί την πέτραν, δεν έχει να φοβηθή ούτε τη βροχή, ούτε τους ποταμούς, ούτε τους σφοδρούς ανέμους˙ τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν. Αντίθετα η οικοδομή του άλλου γκρεμίστηκε, όχι εξαιτίας της βροχής, των ποταμών ή των ανέμων, αλλά επειδή ο ίδιος την θεμελίωσε πάνω στην άμμο (Ματθ. ζ 24-27)...
Διότι τι επροξένησε η ασθένεια εις τον πτωχόν Λάζαρον; Τι δε η έλλειψις προστατών; Τι η έφοδος των σκύλων; Η γειτονία του προς τον πλούσιον; Και εις τι εζημίωσε τον αθλητήν τούτον η μεγάλη πολυτέλεια και υπερηφάνεια και η ηθική φαυλότης εκείνου; Μήπως τον κατέστησεν ασθενέστερον δια τους υπέρ της αρετής αγώνας; Και τι έβλαψεν την ψυχικήν του δύναμιν; Πουθενά τίποτε. Αντίθετα όλα αυτά ήταν πρόσθετος λόγος δόξης, διότι δεν εστεφανώνετο μόνον δια την πτωχείαν του, ούτε δια την πείναν, ούτε δια τας πληγάς, ούτε δια τας γλώσσας των σκύλων αλλά δια το ότι ενώ είχε τοιούτον γείτονα, και ενώ κάθε ημέραν εβλέπετο από αυτόν και περιφρονείτο διαρκώς, με γενναιότητα και με πολλήν καρτερίαν υπέμεινε τον πειρασμόν τούτον, ο οποίος όχι ολίγον, αλλά πάρα πολύ έκαιε την πενίαν και την εγκατάλειψίν του.
Διότι τι ημπορεί να κάμη εις τον γενναίον άνδρα δια να τον ρίψη εις την λύπην; θα του αφαιρέση χρήματα; Όμως έχει πλούτον εις τον ουρανόν. Θα τον εκδιώξη από την πατρίδα του; Όμως θα τον στείλη εις την άνω πατρίδα. Θα τον δέση με δεσμά; Όμως έχει την συνείδησίν του ελευθέραν και δεν αισθάνεται τα εξωτερικά δεσμά. Θα τον φονεύση; Όμως πάλιν θ' αναστηθή. Και όπως εκείνος που κτυπά την σκιάν και δέρνει αέρα κανένα δεν θα ημπορέση να κτυπήση, έτσι κι εκείνος που πολεμάει τον δίκαιον άνθρωπον ματαιοπονεί μόνον και καταναλίσκει την δύναμίν του και εις εκείνον ουδεμίαν πληγήν θα ημπορέση να επιφέρη....
Την ίδιαν διδαχή προβάλλει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ας μη γίνουμε πονηροί δούλοι, λέγει, οι οποίοι δοξολογούν τον Κύριο όταν τους ευεργετεί και δεν τον πλησιάζουν όταν τους τιμωρεί αν και πολλάς φοράς ο πόνος είναι καλύτερος από την υγείαν, η εγκαρτέρησις εις τας θλίψεις από την έλλειψιν των θλίψεων, η εξονυχιστική έρευνα από την αμέλεια και η μετάνοια από την συγχώρησιν. Θα το είπω με συντομίαν: Δεν πρέπει ούτε να απελπιζόμεθα δια τας συμφοράς, ούτε να υπερηφανευόμεθα δια την αφθονίαν.
Για το ίδιο θέμα μιλούν και οι Ασκητικοί πατέρες. Έτσι ο Ισαάκ ο Σύρος αναφέρει πως αν ο πόθος του Χριστού δεν νικά με τέτοιον τρόπο μέσα στον πιστό, ώστε να μένει απαθής στις θλίψεις του, τότε πρέπει να γνωρίζει πως ο πόθος του κόσμου υπερτερεί του πόθου του Χριστού. Και όταν η αρρώστια, η φτώχεια, ο αφανισμός του σώματος και τα άλλα κακά ταράσσουν το λογισμό του και του αφαιρούν τη χαρά που προέρχεται από την ελπίδα προς τον Θεό και από τη φροντίδα κατά Θεόν, τότε πρέπει να γνωρίζει πως μέσα του ζει η αγάπη του σώματος και όχι η αγάπη του Χριστού...
Γίνεσθε μιμηταί μου, καθώς εγώ είμαι μιμητής του Χριστού, λέγει ο Απόστολος (Α Κορ. ια 1) και σε άλλο σημείο προσθέτει: εγώ γαρ τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί μου βαστάζω (Γαλ. στ 17)...
Σ' αυτούς που γνωρίζουν τον πόθο του Χριστού, λέγει ο Χρυσόστομος, το να κακοποιηθούν για χάρη Του θεωρείται το πιο αξιομακάριστον από όλα...
Ο ανόητος άνθρωπος δεν αποδέχεται τα φάρμακα του Θεού και ζητάει από το Θεό να επέμβει στη ζωή του, όπως ο ίδιος θέλει και όχι όπως κρίνει ο μεγάλος ιατρός της ψυχής του ανθρώπου ότι συμφέρει. Γι' αυτό δείχνει αδιαφορία και κυριεύεται από ανησυχία και άλλοτε πολεμεί με πείσμα τους ανθρώπους, άλλοτε δε βλασφημεί προς τον Θεό και με τον τρόπο λοιπόν αυτό και την αγνωμοσύνη του δείχνει, και παρηγοριά δεν βρίσκει (Μάξιμος ομολογ.).
Όποιος σκέπτεται πως ο πειρασμός παρουσιάστηκε για κάτι καλό, για τη διαπαιδαγώγησή του, για την εξάλειψη αμαρτιών, για να εμποδίσει μελλοντικά αμαρτήματα, δεν αγανακτεί, αλλά αποβλέπει στον Θεό και τον ευχαριστεί γιατί παρεχώρησε τον πειρασμό. Δέχεται πρόθυμα την παιδαγωγική τιμωρία, όπως ο Δαβίδ (Β Βασιλ./Β Σαμ. ιστ 10) ή ο Ιώβ (Ιώβ β 10)...
Ας μη δυσφορούμε λοιπόν δια τα παρόντα κακά διότι εάν έχεις αμαρτίας, εξαφανίζονται και κατακαίονται εύκολα από την θλίψιν εάν δε έχης αρετήν γίνεσαι λαμπρός και φαιδρός από αυτήν. Διότι εάν διαρκώς αγρυπνής και είσαι νηφάλιος θα είσαι ανώτερος από κάθε βλάβην. Διότι δεν είναι αιτία των ηθικών πτώσεων η φύσις των πειρασμών, αλλά η αμέλεια αυτών που πειράζονται (ι. Χρυσόστομος).
Συμπερασματικά αναφέρουμε πως οι δυσχέρειες σ' αυτή τη ζωή, οι λεγόμενες κακώσεις ή το φυσικό κακό δεν αποτελούν την τελική έκβαση. Είναι απλώς εμπόδια στο δρόμο του ανθρώπου προς την τελική πραγματικότητα, χρήσιμα να τον γυμνάσουν και να τον αναδείξουν αθλητή του Χριστού.
Αν οι κακώσεις επιβληθούν στον πιστό και περνώντας μέσα από αυτές συνεχίσει ατάραχος το δρόμο του προσηλώνοντας τα μάτια του στο σκοπό, χαρακτηρίζονται στίγματα του Κυρίου που βαστάζονται από τους πιστούς με χαρά και λογίζονται από αυτούς καύχημα. Οι ταλαιπωρίες στο όνομα του Κυρίου αποτελουν δόξα για τον πνευματικό αθλητή και χαρίζουν σ αυτόν παρρησία ενώπιων του Θεού.
Ο Κύριος είναι και μένει πάντοτε στοργικός πατέρας, δεν εγκαταλείπει ποτέ τα παιδιά του και δεν επιτρέπει να δοκιμαστούν πάνω από τη δύναμή τους, ακόμη και αν νομίσει κανείς πως εγκαταλείφθηκε εντελώς από τη χάρη του Θεού... Ο Κύριος βρίσκεται κοντά του και επεμβαίνει όταν χρειασθεί.
Το πρόβλημα της θεοδικίας δεν υφίσταται για ένα πιστό, που βαδίζει συνειδητά το δρόμο του, με κατεύθυνση την Ανάσταση, την αφθαρσία και την αθανασία, την επιστροφή στην κοινωνία μετά του Θεού και στη μία φύση, δηλαδή στη βασιλεία της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της αρμονίας, της Αγάπης στην επιστροφή στο κατ' εικόνα και στην πραγμάτωση του καθ' ομοίωσιν Θεού. Κάθε πιστός γνωρίζει πως η σημερινή κατάσταση, όσο απαράδεκτη και αν είναι, δεν αποτελεί την τελική έκβαση του αγώνος, δεν είναι η αιώνια πραγματικότης.
Για τους Αθλητές του Χριστού οι κακώσεις είναι πλούτος και για τους αμελείς βοηθός, που τους προφυλάσσει από τα βλαβερά, ενώ εκείνους που βρίσκονται μακρυά από το Θεό τους διευκολύνει να επιστρέψουν. Σε κάθε λοιπόν περίπτωση, στο κέντρο βρίσκεται το συμφέρον του ανθρώπου. Ο Θεός δεν είναι εκδικητής, αλλά στοργικός πατέρας και πνευματικός γιατρός. Ποτέ κανείς δεν θα μπορούσε να κατηγορήσει το γιατρό για τις κακώσεις στις οποίες υποβάλλει τον ασθενή του δεν είναι ο ασθενής ο εχθρός του γιατρού, αλλά η ασθένεια. Αυτή είναι η αιτία, όχι ο γιατρός. Όπως και όταν φυσήξει άνεμος, πέφτει μόνο το σπίτι που θεμελιώθηκε στην άμμο, όχι εκείνο που κτίσθηκε πάνω στην πέτρα και κανείς δεν θα πει πως φταίει ο άνεμος που έπεσε το σπίτι.
Η κάκωση λοιπόν δεν είναι ο εχθρός καμμία κάκωση δεν μπορεί να αδικήσει τον πιστό χριστιανό. Μόνο ο ίδιος θα μπορούσε να αδικήσει τον εαυτό του αν εκλάβει τις κακώσεις σαν την τελική κατάσταση και τα βάλει ακόμη και με το Θεό!
Πηγή; (Περιοδικό ΔΙΑΛΟΓΟΣ τεύχος 28), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
… Είναι αλήθεια ότι αυτή η γενιά είναι μπερδεμένη.
Το μόνο πρόβλημα με μένα είναι ότι δεν είμαι μπερδεμένος και γνωρίζω πολύ καλά ποιο είναι το καθήκον του ανθρώπου: να λατρεύει το Θεό και τον Υιό Του και να προετοιμάζεται για τη ζωή στον επερχόμενο κόσμο, όχι να ζει άνετα κι ευτυχισμένα σ’ αυτόν τον κόσμο εκμεταλλευόμενος τον συνάνθρωπό του και ξεχνώντας το Θεό και τη Βασιλεία Του.
Αν ο Χριστός ερχόταν σήμερα σ’ αυτόν τον κόσμο, ξέρετε τι θα του συνέβαινε; Θα Τον έκλειναν σε ψυχιατρείο και θα Τον υπέβαλαν σε ψυχοθεραπεία και το ίδιο θα έκαναν στους Αγίους Του.
Ο κόσμος θα τον σταύρωνε σήμερα ακριβώς όπως έπραξε πριν από δυο χιλιάδες χρόνια, διότι ο κόσμος δεν έχει μάθει τίποτα πέρα από το να κατεργάζεται ακόμη δολιότερες μορφές υποκρισίας.
Ζούμε σε μια κοινωνία πιο ειδωλολατρική και πιο εχθρική προς το Χριστό, από εκείνη στην οποία ο ίδιος γεννήθηκε.
Πρόσφατα ένας καθολικός ιερέας, στο Πανεπιστήμιο της California στο Los Angeles, τόλμησε να πει ότι το Πανεπιστήμιο είχε παγανιστική ατμόσφαιρα και οι ιθύνοντες του Πανεπιστημίου τον χαρακτήρισαν “φανατικό” και “παράφρονα”.
Έλεγε την αλήθεια, αλλά οι άνθρωποι μισούν την αλήθεια και γι αυτό ευχαρίστως θα ξανασταύρωναν το Χριστό αν ερχόταν ανάμεσά τους.
Η αγάπη για την αλήθεια και για το Θεό είναι απείρως πιο σημαντική απ’ την αγάπη για την ασφάλεια, τα χρήματα και τη φήμη […].
(Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα επιστολής του π. Σεραφείμ Rose προς τους γονείς του, τον Ιούνιο του 1964)
Πηγή: (Από το βιβλίο “π. Σεραφείμ Ρόουζ: Η ζωή και τα έργα του”), Καινή Κτίσις, Ἅγιος Δημήτριος Κουβαρὰ
..ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς."
Ματθ κδ-24
Στην εκδοτική σειρά σύγχρονες αγιορείτικες μορφές, της Ιεράς Μονής Παρακλήτου, υπάρχει και το βιβλίο Σάββας ο πνευματικός, που είναι το έκτο αυτής της σειράς.
Ο συγγραφεύς του βιβλίου Αρχιμανδρίτης Χερουβείμ, κτήτωρ της Ιεράς Mονής Παρακλήτου, όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 εμόναζε στο Άγιο Όρος σε νεαρή ηλικία, άκουε πολλά θαυμαστά για τον παπά Σάββα τον πνευματικό που ασκήτευε μέχρι το 1908, έτος της κοιμήσεως του, στη σκήτη της μικράς Αγίας Άννης.
Είχε έντονη επιθυμία να συγγράψει το βίο του πράγμα που πραγματοποιήθηκε το 1972. O παπά Σάββας ήταν εκπληκτικός στην διάκριση πνευμάτων, όσο δυσδιάκριτη και εάν ήταν η πλάνη την οσφραινόταν, αυτό διαφαίνεται στην μελέτη του βιβλίου που αναφέραμε.
Μέσα στις σελίδες του περισώθηκαν κάποια γεγονότα πολύ σημαντικά, εμείς σήμερα θα δούμε ένα συγκλονιστικό περιστατικό που τιτλοφορείτε «Ο Άγγελος που δεν ήταν Άγγελος» πριν το παρουσιάσουμε αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε τον μακαριστό συγγραφέα του βιβλίου που μας το διέσωσε.
Πρόκειται για μια ιστορία που μπορεί να ανοίξει τα μάτια κάποιων αδελφών που παραπλανήθηκαν από εκείνον που ενώ είναι άγριος λύκος, τα καταφέρνει να εμφανίζεται σαν αρνί, λοιπόν, διαβάζουμε...
Στους τόσους που εξομολογούσε ο πάπα-Σάββας ήταν και ένας Ρουμάνος διάκονος. Νεαρός ακόμη ήρθε στον Άθω και ησύχαζε κάπου στην έρημο, όχι και πολύ μακριά από την Μικρά Αγία Άννα.
- Πνευματικέ μου, του λέει μία ημέρα ο διάκονος αυτός περίλυπα, σε παρακαλώ, μη ξεχάσεις να μνημόνευσης αύριο στην λειτουργία την μητέρα μου που έχει τα τρίτα της.
Τα λόγια αυτά χτύπησαν στην ακοή του πάπα-Σάββα σαν λόγια που πρόδιδαν θριάμβους του διαβόλου. Ο διακριτικός γέροντας ταράχτηκε. Εδώ, σκέφθηκε, κάποιο άσχημο φαγητό μαγείρεψε ο εχθρός. Ο πανούργος! Με πόση τέχνη πλανεύει και σκοτίζει τα πλάσματα του Θεού!
Χωρίς να δείξει εξωτερικά την αγωνία του, επιδόθηκε στην ανίχνευση του κακού.
- Για πες μου, παιδί μου, καθαρότερα την υπόθεση. Η μητέρα σου έχει αύριο τα τρίτα της. Δηλαδή πέθανε προχθές. Πέθανε στην Ρουμανία. Πώς εσύ σε δύο ημέρες πληροφορήθηκες τον θάνατό της;
Μεσολάβησε λίγη σιγή.
- Πώς; Πώς το έμαθα; άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να, μου το είπε .....
- Ποιος σου το είπε;
- Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου.
- Ο φύλακας άγγελός σου; Έχεις ιδεί τον άγγελό σου;
- Αξιώθηκα να τον ιδώ. Δεν είναι μία και δύο φορές. Είναι τώρα δύο χρόνια. Μου παρουσιάζεται και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους Χαιρετισμούς, κάνουμε μετάνοιες, ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις ...;
Εκείνο το «δύο χρόνια» πίκρανε πολύ τον παπά-Σάββα. Δύο χρόνια πλάνης δεν είναι κάτι το ασήμαντο.
Να αφήνεις τον εχθρό να χτίζει μέσα σου ανενόχλητα επί δύο χρόνια το οικοδόμημα της καταστροφής σου, είναι θλιβερό.
- Και γιατί, παιδί μου, τόσο καιρό, δεν μου ανέφερες τίποτε;
- Μου είπε ο άγγελος πως δεν είναι απαραίτητο.
Ο παπά-Σάββας καταλάβαινε πως έχει να δώσει μεγάλη μάχη. Να πείσει πρώτα τον δυστυχή διάκονο ότι δεν πρόκειται για άγγελο. Να έτοιμασθη έπειτα να αντιμετώπιση την οργή του δαίμονος. «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον και σώσον ημάς», προσευχήθηκε μυστικά με θέρμη.
- Παιδί μου, είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που σου εμφανίζεται;
- Βέβαιος; Βεβαιώτατος, γέροντά μου! Μα προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες, συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον παράδεισο ...; Ο φύλακας άγγελος μου είναι.
Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος. Εκείνο όμως που τον έκανε επιφυλακτικό ήταν η εμπιστοσύνη του στον θεοφώτιστο πνευματικό του. Αλλά πάλι, έλεγε, πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύει στην προσευχή; Αυτός πολεμεί τους προσευχομένους.
Μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες. Να δοκιμάσουν τον «φύλακα άγγελο».
- Ζήτησέ του, του είπε ο παπά-Σάββας, μόλις ξανάρθει να πει το «Θεοτόκε Παρθένε». Ακόμη πες του να κάνει το σημείο του σταυρού.
Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Όταν δύο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου και τα αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το «Θεοτόκε Παρθένε» και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.
Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος με κάποια κρυφή εσωτερική ικανοποίηση ανήγγειλε στον πνευματικό.
- Γέροντα μου, τα πράγματα έχουν όπως σου τα είπα. Είναι άγγελος του Θεού. Είναι ο φύλακας άγγελός μου. Και το «Θεοτόκε Παρθένε» το είπε και τον σταυρό του τον έκανε.
Ο παπά-Σάββας καλά το είχε αντιληφθεί. Δύο ετών δουλειά από τον πολυμήχανο εχθρό δεν μπορούσε να αχρηστευθεί εύκολα. Αν όμως αυτός ξέρη πολλές μηχανές, στους θεοφόρους λάμπει το φως της πανσοφίας του Θεού, που εξουδετερώνει τα τεχνάσματα του σκότους.
Κάποια φωτεινή ιδέα άστραψε τότε στον φωτόμορφο νου του Πνευματικού. Και στρέφεται αμέσως προς τον διάκονο:
- Άκου εδώ, παιδί μου. Πρόσεξε σε μία τελευταία δοκιμασία. Μ΄ αυτήν θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Στους αγγέλους του Θεού υπάρχει η δυνατότης όλα να είναι γνωστά, γιατί τους τα αποκαλύπτει ο Θεός. Στους δαίμονες αντιθέτως δεν υπάρχει παρομοία δυνατότης και πολλά πράγματα τους είναι σκοτεινά. -Συμφωνείς;
- Συμφωνώ.
- Αφού συμφωνείς, πρόσεξε τί θα κάνουμε. Εγώ, την στιγμή αυτή, ακριβώς την στιγμή αυτή, κάτι θα σκεφθώ -σκέφθηκε κάτι εις βάρος του διαβόλου- και το αφήνω κρυπτό και αψηλάφητο μέσα μου. Εσύ το βράδυ να ζήτησης από τον άγγελο να σου το πει. Αν το βρει, τότε χωρίς αμφιβολία είναι του Θεού. Και να 'ρθεις να με ενημέρωσης.
Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβη του, σάλευε μέσα του κάτι σαν αγωνία, σαν δυσάρεστη προαίσθηση. Από την άλλη μεριά θαύμαζε την σπουδαία ιδέα του πνευματικού. Η υπόθεσις θα περνούσε τώρα στην κρίσιμη φάση της.
Μόλις ζητήθηκε, την νύχτα, από τον άγγελο η λύσις του προβλήματος, κάποια δυσδιάκριτη ταραχή αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπό του. Φάνηκε να σαστίζει.
- Μα, αγαπητέ μου πάτερ. Γιατί εσύ, ανώτερος άνθρωπος, να ενδιαφέρεσαι για τους λογισμούς ενός θνητού; Αυτό είναι κατάντημα. Φτωχές επιθυμίες. Δεν προτιμάς να πάμε να σου δείξω απόψε την κόλαση, τον παράδεισο, την δόξα της Κυρίας Θεοτόκου;
Ο διάκονος, που άρχισε κάτι να υποψιάζεται, επέμενε στο θέμα τους.
- Κάνω υπακοή στον πνευματικό. Να μου πεις τι σκέφθηκε.
Ο άγγελος με μερικούς επιδέξιους ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση. Ο διάκονος όμως με επιμονή τον επανέφερε στο θέμα. Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δεν του προξενούσαν καλή εντύπωση.
- Να μου πεις τι σκέφθηκε ο πνευματικός. Το θέμα είναι απλό. Γιατί αποφεύγεις; Το αγνοείς;
- Πρόσεχε, διάκο. Με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι κινδυνεύεις να χάσης την εύνοιά μου.
- Δεν ξέρω. Σου ζητώ κάτι το εύκολο. Γνωρίζεις ή όχι, επί τέλους, τι σκέφθηκε ο πνευματικός;
Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο, μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε, μερικά άγρια δόντια έτριξαν, και σαν από στόμα λυσσασμένου θηρίου ακούσθηκαν τα λόγια:
- Να χαθείς, άθλιε. Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση, στην φωτιά! Θα σε κάψουμε! Θα σε καταστρέψουμε!
Και ο διάκονος έμεινε μόνος του. Μόνος του και σωστό ερείπιο. Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών, δύο χρόνια τώρα, δεν αντιστάθμιζε την τωρινή του πικρία. Αν δεν τον εστήριζαν από μακριά οι προσευχές του πνευματικού που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε γι΄ αυτόν, θα' χε παραδώσει το πνεύμα του.
Πέρασαν αρκετές ώρες ώσπου να συνέλθει και να σταθεί στα πόδια του. Η καλύβη του πια δεν τον χωρούσε. Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον πνευματικό. Σ΄ όλη του την διαδρομή βούιζε στ΄ αυτιά του η απειλή: «Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση»! Ο τρόμος τον διαπερνούσε μέχρι το μεδούλι.
Έφθασε όπως έφθασε ως την καλύβη της Αναστάσεως. Έπιασε το ράσο του πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή. Και την ώρα που έπρεπε εκείνος να κοιμηθεί λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος!
- Μη φοβάσαι, παιδί μου. Ηρέμησε.
- Πώς να μη φοβηθώ, πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα. Ω! Πλησιάζει η ώρα που θα με πάρουν. Χριστέ μου, σώσε με!
Και πράγματι. Την καθορισμένη ώρα δέχθηκε βιαία επίθεση των πονηρών πνευμάτων. Τί κραυγές τρόμου και απελπισίας ήταν αυτές!
- Σώσε με, πνευματικέ μου! Χάνομαι! Με παίρνουν! Σώσε με!
Γονατίζει ο πάπα-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο Του και να επιτιμήση τους πονηρούς δαίμονες. Εισακούσθηκε η δέησίς του και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε από «στόματος λέοντος».
Έτσι πήρε τέλος η τραγωδία. Τραγωδία πολύ διδακτική. Αλήθεια, τί κίνδυνοι κρύβονται πίσω από τις οπτασίες και τα οράματα! Τι μπορεί να χτίση ο εχθρός, όταν δεν ξεδιπλώνουμε πλήρως τον εσωτερικό μας κόσμο στην εξομολόγηση!
Τι αξίζει ένας έμπειρος πνευματικός!
Για να το καταλάβουμε αυτό ας ανατρέξουμε στην πείρα της εκκλησίας όπως αυτή είναι θησαυρισμένη μέσα στα γεροντικά και στα συναξάρια.
Στα τέλη του 11ου αιώνος αρχές 12ου βασίλευε στο Βυζάντιο ο περίφημος Αλέξιος ο πρώτος ο Κομνηνός.
Ο ιδρυτής των Κομνηνών, υπήρξε θαυμαστή προσωπικότητα, ήταν μεγάλος στα στρατιωτικά, μεγάλος και στα πολιτικά, σπουδαίος στρατηγός αλλά και σπουδαίος διπλωμάτης ικανός να συλλάβει μεγάλους σκοπούς και να φέρει εις πέρας μεγάλα έργα.
Όταν ανήλθε στον θρόνο παρέλαβε μια αυτοκρατορία σε αξιοθρήνητη κατάσταση, σε πλήρη διάλυση, και φθάνοντας στο τέλος της ζωής του την άφησε δυνατή ένδοξη και ειρηνική. Κατόρθωσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία κινδύνους από τους Πετσενέγγους, τους Σελτζούκους Τούρκους, την Α' Σταυροφορία, και τους Νορμανδούς. Ήταν πράγματι μεγάλος αυτοκράτορας έσωσε το Βυζάντιο σε μια δύσκολη ώρα και με την δυναστεία του έδωσε την τελευταία λάμψη στο Βυζάντιο που κράτησε για έναν ολόκληρο αιώνα.
Στα χρόνια αυτού του ονομαστού αυτοκράτορα ζούσε στο Βυζάντιο σε ένα μοναστήρι του Βοσπόρου, μια μεγάλη ασκητική μορφή, ο όσιος Κύριλλος ο Φιλεώτης. Ο Αλέξιος τον είχε γνωρίσει τον σεβόταν σαν να ήταν ο προφήτης Ηλίας τον επισκεπτόταν με την οικογένεια του και του ζητούσε συμβουλές για κρίσιμα ζητήματα της αυτοκρατορίας.
Όταν το 1081 μ.Χ ο Αλέξιος σε ηλικία 24 ετών ανήλθε στον θρόνο, ο όσιος Κύριλλος ο Φιλεώτης ήταν 66 ετών. Μέχρι και το τέλος της ζωής του Οσίου, που επήλθε στην ηλικία των 93 ετών, συνέχιζε να βασιλεύει ο Αλέξιος. Στα 3 τελευταία έτη της ζωής του ασθένησε βαριά, ο αυτοκράτορας με την οικογένεια του τον επισκέφθηκε, τοτε σκεπτόταν να εκστρατεύει στην Μικρά Ασία κατά των Τούρκων, ζήτησε την συμβουλή του οσίου. Εκείνος του είπε να αναβάλει για αργότερα την εκστρατεία οπότε θα σημειώσει νίκη. Ο βασιλεύς τον άκουσε και η προφητεία του οσίου επαληθεύτηκε όταν μετά από 9 έτη, το 1116, νίκησε ο Αλέξιος τον Σουλτάνο του Ικονίου Μαλίκ Σάχ, στην Αμπούν, κοντά στο Φιλομήλιο της Φρυγίας.
Μεταξύ των ανακτόρων και του οσίου Κυρίλλου υπήρχαν στενές σχέσεις, συχνά τον επισκεπτόταν ο Μιχαήλ ο Σεβαστός και ο Ιωάννης ο Σεβαστός. Οι λέξεις Σεβαστός φαίνετε πως δηλώνει του αξίωμα του Σεβαστοκράτορος το δεύτερο στην ιεραρχία μετά τον αυτοκράτορα. Αυτό το αξίωμα δεν υπήρχε προηγουμένως αλλά καθιερώθηκε από τον Αλέξιο.
Ο Μιχαήλ Σεβαστός ήταν αδελφός της Ειρήνης Δούκαινας δηλαδή της Βασίλισσας. Αυτός είχε γοητευτεί πρώτος από την αγιότητα του Κυρίλλου και μίλησε γι' αυτήν στον αυτοκράτορα, δηλαδή, αφού επισκέφτηκε τον όσιο στο κελί του και συνομίλησε μια ολόκληρη νύχτα επιστρέφοντας ανέφερε στον αυτοκράτορα τα εξής «αληθώς άγιε βασιλέα όπως τα ακούσαμε και τα είδαμε ο όσιος είναι γηραλέος, ιεροπρεπής, πολύ καλός, ειρηνικός, με ήθος ταπεινό, και για να μην λέω πολλά είναι στολισμένος με κάθε αγαθό, και γεμάτος θεϊκή αγάπη, βλέποντας τον νομίζεις ότι βλέπεις τον προφήτη Ηλία.»
Προς το τέλος του βίου του όσιου γίνονταν συχνές επισκέψεις στο κελί του από τον Ιωάννη Σεβαστό ανιψιό του βασιλέως. Ο Ιωάννης με την συνοδεία του πήγαινε συχνά στον όσιο για να ακούει σωτηρίους λόγους και να παίρνει την ευχή του τώρα θα πούμε κάτι που δεν το συναντούμε συχνά στους βίους των αγίων ο αόρατος εχθρός μπορεί να παίρνει πολλές μορφές ας χρησιμοποιήσουμε ένα ρήμα από την δευτέρα προς Κορινθίους επιστολή, μετασχηματίζεται.
Βλέποντας βαριά άρρωστο, ταλαιπωρημένο από την πολυχρόνια άσκηση και τα γηρατειά, ήταν πάνω από 90 έτη αποφάσισε να του στήσει μια πλεκτάνη. Εμφανίστηκε δηλαδή με την μορφή του Ιωάννη Σεβαστού και εζήτησε να τελεστεί μια θεία λειτουργία μέσα στο κελί του. Ο όσιος δέχτηκε, έτσι έγινε στο κελί του μια φανταστική ψευτολειτουργία.
Όταν τέλειωσε αυτή η δαιμονική σκηνοθεσία και όταν ο όσιος έκανε σχετική συζήτηση με τον υποτακτικό του εκείνος μυρίστηκε ότι ο γέροντάς του έπεσε σε πλάνη και προσπαθούσε να τον συνεφέρει.
Αλλά ας παρακολουθήσουμε τον Μέγα Συναξαριστή, «ο δε όσιος του είπε, δεν βλέπεις τον Σεβαστό με τους ανθρώπους του, και την σκηνή του; και του διηγήθηκε του μαθητού του όλα όσα συνέβησαν. Αποκρίνεται ο μαθητής εγώ δεν βλέπω τίποτα από όσα λέγεις, και ο όσιος απαντά, τουλάχιστον δεν βλέπεις το δισκοπότηρο και τα καλύμματα που βρίσκονται ακόμη εδώ μέσα; Και ενώ έλεγε αυτά, έδειχνε με το χέρι του το ψευτοδισκοπότηρο που δεν ήταν τίποτα άλλο, από το δικό του ποτήρι. Τότε ο μαθητής του το έφερε κοντά και του λέει: αυτό δεν είναι το ποτήρι με το οποίο πίνεις; και αποκρίθηκε ναι.»
Δεν θα συνεχίσουμε άλλο, όποιος θέλει περισσότερα ας ανατρέξει στον Μέγα Συναξαριστή στις 2 Δεκεμβρίου.
Ο όσιος Κύριλλος νόμιζε ότι έβλεπε δισκοπότηρο, και όμως ήταν ένα συνηθισμένο ποτήρι, το δικό του, δηλαδή, το μυαλό του θόλωσε και η όρασή του επηρεάστηκε από δαιμονική ενέργεια, βέβαια, ο όσιος τελικά συνήλθε, και κατάλαβε την παγίδα που του έστησε ο εχθρός. Είχε το ελαφρυντικό ότι βρισκόταν σε κατάσταση ατονίας, και θα λέγαμε αποδιοργανώσεως από τα γηρατειά του και την ασθένειά του.
Όπως είδαμε ποιο πάνω ο όσιος Κύριλλος είχε προφητικό χάρισμα επίσης είχε και το ιαματικό χάρισμα. Είχε κατακτήσει σε μεγάλο βαθμό την αρετή της ελεημοσύνης στον βίο του υπάρχουν συγκινητικές διηγήσεις πάνω σε αυτό το θέμα και παρόλα αυτά σε κάποια στιγμή έπεσε σε πλάνη! Άκουγε Θεία Λειτουργία και όμως αυτό δεν ήταν Θεία Λειτουργία. Εβλεπε δισκοπότηρο και όμως όλο αυτό ήταν ένα συνηθισμένο ποτήρι.
Και από την περίπτωση του οσίου Κυρίλλου, και από την άλλη του Ρουμάνου διακόνου στον Άθω, βγαίνει κάποιο συμπέρασμα, ενθυμήστε την άλλη περίπτωση με τον Ρουμάνο διάκονο.
Τι διαβάσαμε στο βιβλίο Σάββας ο Πνευματικός;
Ο διάκονος έλεγε πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύει στην προσευχή αυτός πολεμεί τους προσευχομένους, σημείωσις δική μας, ο διάκονος μαζί με τον δήθεν Άγγελο έκαναν μαζί κάθε μέρα 1000 μετάνοιες!!
Και έλεγαν και τους χαιρετισμούς την Παναγίας, μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες να δοκιμάσουν τον φύλακα Άγγελο ζήτησε του είπε ο παπά Σάββας μόλις ξαναρθεί να πει το Θεοτόκε Παρθένε, ακόμη πες του να κάνει το σημείο του Σταυρού, τα πράγματα όμως, συνεχίζουμε να διαβάζουμε το βιβλίο Σάββας ο πνευματικός, τα πράγματα όμως δεν ήταν τόσο απλά, όταν δυο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη τότε και τα μάτια σου και αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το Θεοτόκε Παρθένε και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.
Λοιπόν ποιο είναι το συμπέρασμα, παραπλανάται η όρασις και η ακοή, και νομίζει κάποιος, ότι, βλέπει κάποιον Άγγελο ή έναν Άγιο, νομίζει ότι ακούει από τον εμφανισθέντα το Θεοτόκε Παρθένε, το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με, το Πάτερ ημών, και όμως κάτι άλλο συμβαίνει, γι' αυτό μη δίνετε προσοχή στις διηγήσεις των διαφόρων πλανεμένων.
Πηγή: (Από το βιβλίο "Σάββας ο πνευματικός" Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού π. Δανιήλ Γούβαλη), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...