
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η πρεσβυτέρα Olga Michael, ήταν σύζυγος του πρωθιερέως Νikolai.Ο.Michael από το χωριό Kwethluk κοντά στον ποταμό Kuskokwim της Αλάσκας.'Οπως γράφει στο βιβλίο του''Ορθόδοξη Αλάσκα'' ο ιερέας Michael Oleksa:«δεν είχε ένα φυσικό παρουσιαστικό επιβλητικό».Γέννησε 8 παιδιά, πολλά από τα οποία χωρίς τη βοήθεια μιας μαμής.Όσο ο ιερέας-σύζυγός της βρισκόνταν στις ενορίες του, η πρεσβυτέρα Όλγα φρόντιζε την οικογένειά της και βοηθούσε και τους άλλους.Σε κάποιες στιγμές θύμιζε την ιστορία της Ταβιθά(Πράξεις των Αποστόλων)αφού:''δεν έραβε μόνο τα άμφια του π.Νικολάου και γούνες μπότες, γάντια, για τα παιδιά, αλλά δεν υπήρχε φίλος ή γείτονας που να μην έχει κάτι φτιαγμένο, ειδικά για εκείνους, από τα χέρια της.
Ενορίες οι οποίες βρισκόνταν εκατοντάδες μίλια μακρυά δεχόνταν από εκείνην ως δώρο, τα mukluk(παραδοσιακά παπούτσια)για να τα πουλήσουν, ή δωρεές για νεόκτιστους ναούς.Δεν υπήρχε ιερέας που να μην έχει γάντια ή μάλλινες κάλτσες φτιαγμένες από τα χέρια της.Εκτός από τις άλλες ασχολίες της(όπως το να φτιάχνει τα πρόσφορα)είχε αποστηθήσει πολλούς ύμνους των μεγάλων εορτών στα Yup'ik, την μητρική της γλώσσα.
Επέζησε κατά θαυμαστό τρόπο όταν αρρώστησε από καρκίνο και όλα φαινόνταν χαμένα(τελικά πέθανε αργότερα όταν ξανααρρώστησε)και ετοιμάστηκε με πολύ θάρρος και πίστη για την κοίμηση της στις 8 Νοεμβρίου 1979.
Φαινόνταν ότι το χιόνι και ο παγωμένος ποταμός(συνηθισμένο καιρικό φαινόμενο για την περιοχή)θα εμπόδιζαν τον κόσμο να συμμετάσχει στην κηδεία της.Κατά περίεργο όμως για την εποχή τρόπο, άρχισε να φυσάει ένας νότιος άνεμος ο οποίος άρχισε να λιώνει το χιόνι και τον πάγο και έτσι πολλοί άνθρωποι από τα γύρω χωριά άρχισαν να καταφτάνουν στο Kwethluk.Εκατοντάδες πιστοί γέμισαν τον ναό αυτήν την υπέροχη(σαν ανοιξιάτικη)ημέρα Βγαίνοντας από τον ναό, η λιτανεία συνοδεύτηκε από ένα σμήνος πουλιών, αν και αυτήν την περίοδο του χρόνου τα πουλιά είχαν μεταναστεύσει νότια.Τα πουλιά πέταξαν κυκλικά πάνω από το φέρετρο της μεχρι που την έβαλαν μέσα στον τάφο.Το έδαφος-παγωμένο κατά κανόνα αυτήν την εποχή-σκαβόνταν εύκολα, λόγω του λιώσιμου του πάγου.Το βράδυ, αφού τελείωσε το τραπέζι της συγχώρησης, ο άνεμος άρχισε πάλι να φυσάει, το ποτάμι πάγωσε, ο χειμώνας ξαναγύρισε.Ήταν σαν να άνοιξε η ίδια η γη για να δεχτεί αυτήν την γυναίκα.Η φύση συμμετείχε και αυτή στην δοξολογία του Θεού από τον πιστό λαό του.
Ωστόσο όχι μόνο η ιστορία της αλλαξε την ζωή κάποιων ανθρώπων, αλλά και οι θαυμαστές παρουσίες της.
Μια γυναίκα η οποία κατάγεται από το Kwethluk, αλλά τώρα κατοικεί στην Αριζόνα είδε στον ύπνο της την πρεσβυτέρα Όλγα, η οποία την καθυσύχαζε λεγοντάς της ότι η μητέρα της είναι καλά επειδή θα ακολουθήσει την πρεσβυτέρα Όλγα σε έναν τόπο φωτεινό και χαρούμενο.Η γυναίκα δεν γνώριζε ότι η μητέρα της ήταν άρρωστη και την είχαν μεταφέρει στο Anchorage και ότι μετά από λίγο θα πέθαινε.Την επόμενη ημέρα έλαβε τα νέα για την άσχημη κατάσταση στην οποία βρισκόνταν η μητέρα της.Πήγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε από την Αριζόνα στην Αλάσκα, επαναλαμβάνοντας της τα λόγια της πρεσβυτέρας Όλγας σχετικά με το τι θα ακολουθήσει μετά το θάνατό της.Η γυναίκα πέθανε ειρηνικά χωρίς η κόρη της να λυπηθεί και να αντιδράσει υπερβολικά λόγω των όσων της είχε πει η πρεσβυτέρα.
Μια άλλη γυναίκα, μόλις είδε την φωτογραφία της αισθάνθηκε μια ψηλαφητή παρουσία, γεμάτη στοργή και αγάπη.
Η πιο λεπτομερής μαρτυρία όμως έρχεται από μία γυναίκα ορθόδοξη η οποία για πολλά χρόνια υπέφερε εξαιτίας κάποιας σεξουαλικής κακοποίησης που είχε υποστεί.στα παιδικά της χρόνια.
«Μια ημέρα ήμουν απορροφημένη στην προσευχή μου όταν ξαφνικά θυμήθηκα κάτι τρομακτικό για εμένα.Άρχισα να προσεύχομαι στην Παναγία να με βοηθήσει και να με ελεήσει.Σταδιακά άρχισα να νομίζω ότι βρίσκομαι σ'ένα δάσος και φοβόμουν λίγο.Σύντομα αισθάνθηκα μέσα από το δάσος μια λεπτ'η αύρακαι έπειτα ένα άρωμα φρεσκοσκαμμένου κήπου.Είδα την Παναγία έτσι όπως ήταν ντυμένη στην εικόνα αλλά πιο ψηλαφητή και πιο φωτεινή να έρχεται προς εμένα.Όσο πλησίαζε πρόσεξα ότι κάποιος περπατούσε πίσω της.Έκανε στην άκρη και έδειξε προς μία κοντή γυναίκα το πρόσωπο της οποίας εξέπεμπε σοφία.
Ποιά είναι αυτή;ρώτησα
Η Παναγία απάντησε ''Η Αγία Όλγα'' (Διαβάστε την ενδιαφέρουσα συνέχεια)
H Αγία Όλγα μου είπε να την ακολουθήσω.Ακολουθήσαμε έναν δρόμο μακρύ μέχρι που τα δέντρα τελείωσαν.Φτάσαμε σ'έναν λοφίσκο όπου σε μια μεριά υπήρχε μία πόρτα.Μου έκανε σημάδι να καθήσω κάτω, ενώ εκείνη άνοιξε την πόρτα εκείνη και μπήκε μέσα.Μετά από λίγο βγήκε κάπνος από την κορυφή του λόφου.Η Αγ.Όλγα βγήκε κρατώντας τσάι από βότανα.Καθήσαμε και οι δύο κάτω και αρχισαμε να πίνουμε το τσάι, ενώ ο ήλιος ζέσταινε το πρόσωπό μας.Άρχισα να αισθάνομαι πόνο στην κοιλιά και πήγα μέσα για να ξαπλώσω.Η πόρτα ήταν τόσο χαμηλή όπου έπρεπε να σκύψω, σαν για να προσευχηθώ.
Στο εσωτερικό μέρος του λόφου ήταν ζεστά και πολύ ήσυχα.Από το άνοιγμα στην κορυφή του λόφου μέσα από ένα δοχείο έβγαινε ένα φως απαλό, ιλαρό.Όλα γύρω μου ήταν πολύ τρυφερά, κυρίως η Αγία Όλγα.Εκείνο το σπίτι μύριζε ρίγανη ανακατεμένη με πεύκο και τριαντάφυλλο.Η Μητερούλα Όλγα με βοήθησε να ανασηκωθώ σ'ένα είδος κρεβατιού, όπου έμοιαζε με ένα ξύλινο κουτί γεμάτο με βρύα και βότανα.Ήμουν εξαντλημένη και ξάπλωσα.Η Αγία Όλγα γύρισε προς τη λάμπα και ζέστανε κάτι το οποίο μου το άπλωσε στην κοιλιά.Έδειχνα σαν να είμαι έγκυος πέντε μηνών(δεν ήμουν έγκυος τότε)Άρχισαν οι ωδίνες του τοκετού.Ήμουν λίγο φοβισμένη.Η Αγία Όλγα με έπιασε απαλά από το χέρι, κάθισε δίπλα μου και προσποιούνταν ότι συμμετέχει και αυτή στον τοκετό, δείχνοντας μου τι να κάνω και πως να αναπνέω.Δεν έλεγε τίποτα.Με βοήθησε να βγάλω κάτι και το τοποθέτησε πάνω στο ξύλινο κουτί με τα βρύα.Ήμουν πολύ κουρασμένη και άρχισα να κλαίω από ανακούφιση.
Μέχρι τη στιγμή εκείνη δε μίλησε καθόλου, αλλά τα μάτια της εξέφραζαν πολύ τρυφερότητα και κατανόηση.Σηκωθήκαμε και ήπιαμε λίγο τσάι.Την ώρα που πίναμε η Αγία Όλγα άρχισε να γίνετε ένα με το φως του δωματίου.Το πρόσωπο της ήταν σαν ηλιακός δίσκος ή ο ήλιος έβγαινε κάτω από το δέρμα της.Ήμουν τόσο εκπληκτη που δεν έδωσα σημασία σε άλλες λεπτομέρειες.Το βλέμμα της έμοιαζε με της μητέρας που καλωσορίζει το νεογέννητο μωρό της.Φαινόνταν σαν να στάζει με τα μάτια της τρυφερότητα μέσα μου.Δεν τρόμαξα παρότι την περίοδο εκείνη δεν γνώριζα για το θείο φως που εκπέμπουν οι ανθρώποι χάρη στην αγάπη τους προς τον Θεό.(το κατάλαβα αργότερα όταν διάβασα τον βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ)
Τωρα πια γνωρίζω ότι τις στιγμές εκείνες θεραπευόνταν μέσα μου κάποιες παλιές πληγές.Μου ξαναέδωσε τη ζωή που μου είχαν κλέψει, μια ζωή που τώρα ήταν προσδιορισμένη από την αγάπη και την ομορφιά του Θεού.Μετά από λίγο διάστημα αισθάνθηκα να γεμίζει η ψυχή μου με ένα αίσθημα ειρήνης, σαν να ήταν η ψυχή μου ένα εγκαταλελειμένο μωρό που έκλαιγε και είχε επιτέλους βρει μια παρηγοριά..Ακόμη και τώρα που γράφω για αυτό το αίσθημα ειρήνης και το ζήλο για ζωή που με είχε καταλάβει, κλαίω από χαρά και ευλάβεια.
Μόνο μετά από αυτό άρχισε να μιλάει η οσία μητέρα Όλγα.Άρχισε να μου μιλάει για το Θεό και για τους ανθρώπους που διαλέγουν τον κακό δρόμο.Μου είπε ότι οι άνθρωποι που με πλήγωσαν βιάζοντάς με, νόμιζαν ότι θα φέρω πάνω μου όλην την κακία τους.Τότε μου είπε αποφασιστικά.:«Αυτό είναι ψέμματα.Μόνο ο Θεός μπορεί να απομακρύνει το κακό.Το μόνο πράγμα που μπορούσαν να βάλουν μέσα σου ήταν ο σπόρος της ζωής, ο οποίος είναι η δημιουργία του Θεού και δε μπορεί να μολύνει κανέναν.
Αυτό που είχα μαζέψει εγώ μέσα μου ήταν ο φόβος, ο πόνος, η ντροπή που αισθανόμουν.Περάσαμε λοιπόν μαζί τον τοκετό και τα έβγαλα όλα αυτά από μέσα μου!Έκαψε λίγο χορταράκι πάνω στην φλόγα και ο καπνός κατευθύνθηκε προς τον Θεό, ο οποίος είναι ο δικαστής αλλά και αυτός που συγχωρεί.Από αυτό το «λιβάνι»κατάλαβα ότι δεν ήταν δουλειά δική μου να φέρω πάνω μου τις αμαρτίες αυτών των ανθρώπων, αλλά του Θεού.Τι πλούτος, να ''γεύεσαι τη σωτηρία του Θεού.
Στο τέλος βγήκαμε μαζί έξω.Υπήρχαν τόσα πολλά τα αστέρια που απλωνόνταν στο άπειρο.Ο ουρανός έλαμπε και κύματα φωτός κινούνταν(είχα δει πολλές φωτογραφίες με το πολικό φως, αλλά δεν ήξερα ότι κινείται.) Ή η πρεσβυτέρα Όλγα μου το είπε ή και οι δυο το αισθανθήκαμε, δεν θυμάμαι, ότι αυτό το φως είναι η υπόσχεση ότι ο Θεός μπορεί μέσα από τη βαθειά δυστυχία να φτιάξει κάτι το εξαιρετικά όμορφο.Για μένα ήταν η απόδειξη ότι είχα θεραπευτεί, επειδή τη θέση της δυστυχίας που αισθανόμουν μέσα μου και την οποία είχα κρύψει πίσω από τη ντροπή και τον πόνο.την είχε πάρει η ευτυχία και η ομορφιά».
Τι θα καταλάβουμε από αυτήν την διήγηση; Το λιγότερο ότι η αγία πρεσβυτέρα Όλγα κατέχει μια πολύ σημαντική θέση στην ζωή πολλών ομοεθνών της γυναικών. Ταυτόχρονα όμως, μαζί με τη συνείδηση ότι«θαυμαστός ο Θεός εν τοίς αγίοις Αυτού»η ευλάβεια προς αυτήν απλώνεται και πέρα από τα σύνορα.Η πρεσβυτέρα Όλγα ήταν μαία γι'αυτό και να γνωρίζει από πρώτο χέρι τις συνέπειες της παιδικής κακοποίησης. Ακριβώς στον ρόλο της προστάτιδας αυτών που έχουν κακοποιηθεί, κυρίως σεξουαλικά.ο Θεός δια μέσου της πρεσβυτέρας Όλγας να θέλει να μετατρέψει την κατάρα σε ευλογία
Πηγή: www.dneoca.org/ μετάφραση Προσκυνητής, Ιερέας της Ανατολικής Εκκλησίας
Θεϊκά σημάδια στη γέννηση του
Ο Άγιος Λάζαρος γεννήθηκε ιό 967 μ. Χ. σ' ένα μικρό χωριό της Μαγνησίας της Μ. Ασίας. Οι γονείς του, Νικήτας και Ειρήνη, ήσαν πολύ ευσεβείς και ενάρετοι. Ευθύς εξ αρχής ο Θεός έδειξε σημάδια, πως ο μικρός Λάζαρος θα γινόταν μεγάλος άγιος.
Τη στιγμή που γεννήθηκε το σπίτι γέμισε από ουράνιο φως. Φοβήθηκαν οι γυναίκες, που ήταν μαζεμένες εκεί και εγκατέλειψαν το σπίτι και φύγανε. Έμεινε μόνη η μητέρα με το νεογέννητο. Ακολούθησε όμως και δεύτερο θαύμα.
Όταν πέρασε πολλή ώρα, οι γυναίκες ήρθαν και πάλι στο σπίτι και είδαν το νεογέννητο να στέκεται προς ανατολάς όρθιο στα πόδια του και με σταυρωμένα τα χέρια σε προσευχή. Αυτό τους έκανε κατάπληξι και έλεγαν, ότι ο Θεός τον προορίζει να γίνει μεγάλος.
Όταν ο Όσιος έγινε πέντε ετών, οι γονείς του τον παρέδωσαν σε δάσκαλο, για να μάθη τα Ιερά Γράμματα. Σε λίγο καιρό, πέρασε όλους τους συμμαθητές ίου. Ο Λάζαρος ήταν πολύ έξυπνος. Όλοι τον θαύμαζαν για την εξυπνάδα του, και γενικά για ιόν καλό του χαρακτήρα.
Παρ’ ολίγον δούλος
Όταν ο Όσιος μεγάλωσε θέλησε να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο όμως ο μοναχός που ήταν μαζί του προσπάθησε να τον πουλήσει σε κάποιον για σκλάβο. Όμως κάποιος Χριστιανός καθώς άκουσε τι συμφωνία πάει να κάνει αμέσως προειδοποίησε τον Όσιο και αυτός έφυγε και πήγε σε ένα βουνό.
Εκεί βρήκε έναν ιερομόναχο του φανέρωσε την επιθυμία του και αυτός τον συμβούλεψε ότι άμα ήθελε να γίνει μοναχός μπορεί να μείνει σε εκείνο το Μοναστήρι και θα να πάει να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο όταν μεγαλώσει για να αποφύγει του πόλεμο του διαβόλου.
Γίνεται Μοναχός και Ασκητής Την συμβουλή του Γέροντα την άκουσε ο Λάζαρος και έμεινε στο Μοναστήρι. Έγινε μοναχός και άρχισε να κάνη μία ζωή γεμάτη από αρετές. Όλοι τον θαύμαζαν και τον επαινούσαν, για τα κατορθώματά του. Από όλους όμως περισσότερο τον θαύμαζε ο πνευματικός του πατέρας, ο Ηγούμενος του Μοναστηριού.
Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός και ο καλός Ηγούμενος εκοιμήθη. Ο Λάζαρος έκλαιγε πολύ, για τον θάνατο του προστάτου του. Έπειτα από τρεις ημέρες έφυγε από το Μοναστήρι. Εγκαταστάθηκε σε μια σπηλιά, που ήταν εκεί κοντά. Αφάνταστη είναι η σκληραγωγία, με την οποία ζούσε ο Άγιος.
Όσο προσπαθούσε να κρύψει τις αρετές του από τους ανθρώπους, τόσο περισσότερο γινόταν ξακουστός. Και πολύ άνθρωποι πήγαιναν εκεί να πάρουν την ευχή του και να ωφεληθούν ψυχικά. Βλέποντας ο Άγιος τον ζήλο μερικών Χριστιανών για ασκητική ζωή, έκτισε στο μέρος εκείνο Ναό, αφιερωμένο στην Θεοτόκο. Έκτισε γύρω κελιά για να μένουν όσοι ήθελαν να γίνουν μοναχοί.
Στους Αγίους Τόπους
Ο Άγιος έβλεπε, ότι με το παράδειγμά του ωφελούσε ψυχικά πολλούς ανθρώπους, εν τούτοις δια ν' αποφύγει την δόξα ιών ανθρώπων και για να ικανοποιήσει την επιθυμία, που είχε από τα παιδικά του χρόνια, εγκατέλειψε το Μοναστήρι του για να πάει στα Ιεροσόλυμα.
Με λαχτάρα έφθασε στους Αγίους Τόπους. Τότε είδε τ' όνειρο του να πραγματοποιείται. Προσκύνησε τον Πανάγιο Τάφο και τα διάφορα άλλα προσκυνήματα. Έπειτα επήγε στη Λαύρα του Αγίου Σάββα. Εκεί έμεινε για πολύ καιρό.
Στο Μοναστήρι ο Άγιος συναγωνιζόταν στην αρετή τους Γέροντες. Ο Άγιος έμεινε εκεί εξ έτη. Όλοι θαύμαζαν για την ενάρετη ζωή του και όλοι οι μοναχοί τού Μοναστηριού τον έκριναν άξιον για ιερέα. Εκείνος όμως κατ’ αρχάς δεν ήθελε και έλεγε, δη είναι ανάξιος για το βαρύ αξίωμα της Ιεροσύνης.
Ο Ηγούμενος όμως, γνωρίζοντας τις πολλές αρετές του Οσίου, ήθελε να τον κάνη Ιερέα και ο Άγιος για να μη είναι ανυπάκουος στον Ηγούμενο χειροτονήθηκε. Έμεινε ως Ιερεύς ο Όσιος εκεί άλλα εξ έτη.
Στο Στύλο
Όταν ήλθε η Μεγάλη Τεσσαρακοστή ο Άγιος έφυγε για την έρημο. Ο Άγιος, αφού βρήκε έναν υψηλό τόπο, έκτισε επάνω σ' αυτόν στύλο. Έπειτα αφού αρνήθηκε όλα τα εγκόσμια, ανέβηκε επάνω στον στύλο για να αρχίσει τον πόλεμο εναντίον του διαβόλου, στον όποιον είχε πολλές νίκες.
Έπειτα από πολύν καιρό ο Άγιος κατέβηκε από τον στύλο. Άκουσε τότε από ψηλά μία φωνή να του λέει τρεις φορές: «Λάζαρε πρέπει να πας στην πατρίδα σου». Οι Γέροντες του είπαν ότι η φωνή εκείνη προέρχεται από τον Θεό.
Στην επιστροφή όμως ο Σατανάς τον πείραζε αλλά ο Όσιος με την προσευχή του στον Θεό κατάφερε να φτάσει στην Έφεσο ελευθερωμένος από τους πειρασμούς. Εκεί βρήκε τον Επίσκοπο της Εφέσου ο οποίος τον παρακάλεσε να μείνει κοντά του.
Στο παλιό το Μοναστήρι
Ο Άγιος δεν υπάκουσε εντελώς στον δεσπότη της Εφέσου, διότι έφυγε από κοντά του και επήγε στο Μοναστήρι των Ορύβων. Από εκεί είχε φύγει για να πάει στα Ιεροσόλυμα. Κατ' αρχήν ο όσιος δεν φανερώθηκε. Έπειτα όμως, επειδή τον ρωτούσαν επίμονα να τους πη την πατρίδα του και το όνομά του, τους είπε ποιος είναι.
Αμέσως διαδόθηκε σε όλα τα περίχωρα ότι ήλθε ο Λάζαρος και πρώτη η μητέρα του, και όλοι οι γνωστοί του ήρθαν να τον δουν. Την εποχή αυτή ο Άγιος ήταν τριάντα οκτώ ετών. Με χαρά όλοι έβλεπαν το γλυκύτατο πρόσωπο του και άκουγαν με προσοχή τους ψυχωφελείς λόγους του. Μιλούσε ο ευλογημένος με τόση γλυκύτητα, ώστε και την σκληρή σαν πέτρα ψυχή την μαλάκωνε.
Στο Γαλήσιο Όρος
Επειδή όμως πήγαιναν εκεί πάρα πολλοί και του ετάραζαν την ησυχία, ο Άγιος αποφάσισε να εγκαταλείψει το Μοναστήρι και να πάει σε τόπον ήσυχο. Επήγε λοιπόν ο Άγιος να ησυχάσει στο ασκητήριο, που ήταν απέναντι του Γαλησίου Όρους. Εκεί ζούσε με δύο άλλους μοναχούς.
Ο Δεσπότης της Εφέσου, όταν έμαθε ότι εγκαταστάθηκε σε εκείνο το μέρος, επήγε κοντά του. Τον χαιρέτησε χαρούμενος και του έδωσε στην εξουσία του το ασκητήριο. Παράγγειλε δε στους αδελφούς να υπακούουν εις τον Άγιο, όπως τα παιδιά υπακούουν στον πατέρα τους.
Ο Όσιος Λάζαρος ησυχάζοντας εκεί, αγωνιζόταν συνεχώς στους ασκητικούς αγώνες. Έτσι καθημερινώς ερχόταν στον Άγιο πολλοί άνθρωποι. Πρώτον έργον του Αγίου ήταν να τους ωφελήσει ψυχικώς. Έπειτα έκανε δείπνο σε όλους τους επισκέπτες του.
Τόση μεγάλη φιλανθρωπία είχε ο Άγιος, ώστε υπερέβαινε όλους ως προς αυτό. Διότι ενώ οι άλλοι έκαναν ελεημοσύνη από τα περισσεύματα, ο Άγιος έδινε και την τροφή, την οποίαν είχε δια να ξεκουράσει το αδυνατισμένο από την νηστεία σώμα του. Οι δύο αδελφοί όμως δεν μπορούσαν να υποφέρουν την τόση φιλανθρωπία τού Αγίου. Τον άφησαν με μερικούς άλλους μαθητές του και έφυγαν.
Στη σπηλιά του Γαλησίου
Έπειτα από ολίγον καιρόν ο Άγιος βλέποντας, ότι δεν ωφελείται από τις ενοχλήσεις και τις ταραχές των ανθρώπων, έφυγε από εκεί και επήγε σε κάποιον γέροντα, ο όποιος ήτο εγκατεστημένος στο Γαλήσιο όρος.
Εκεί πληροφορήθηκε ο Άγιος, ότι στην κορυφή τού όρους υπάρχει μια σπηλιά πολλή κατάλληλη για να μένει κανείς ως ασκητής, διότι είχε μεγάλη ησυχία και ήτο απομονωμένη από τον κόσμο. Ο Όσιος αποφάσισε να κατοικήσει εκεί. Επήρε τον δρόμο, για να φθάσει στην κορυφή τού όρους που ήτο η σπηλιά.
Οι δαίμονες όμως όταν είδαν, ότι θα καθίσει στο μέρος εκείνο ένας μεγάλος εχθρός τους, άρχισαν να τον εμποδίζουν να πάει. Εκείνος όμως με περισσότερο θάρρος προχωρούσε προς τον σκοπό του, χωρίς να φοβάται καθόλου τους πονηρούς δαίμονες.
Όταν ο Άγιος ανέβηκε στην κορυφή του βουνού, στάθηκε μπροστά στην σπηλιά και τελείωσε τον ψαλμό, που έλεγε στον δρόμο. Έπειτα σημείωσε το σημείο του σταυρού επάνω σε μια πέτρα, που ήταν εκεί και ω του θαύματος!
Στην πέτρα έγινε αμέσως ο σταυρός, τόσο ωραίος και βαθύς ώστε να νομίζει κανείς ότι είναι φτιαγμένος ο σταυρός από ειδικό τεχνίτη. Ο Άγιος από το γεγονός αυτό κατάλαβε, ότι ο Θεός τον βοηθάει και τον προστατεύει εκεί και δόξαζε συνεχώς τον Θεό για την προστασία του. Κατόπιν ήλθαν και έξι μοναχοί, οι οποίοι τον παρακαλούσαν να τους δεχτεί να κατοικήσουν μαζί του. Έπειτα από πολλές παρακλήσεις τους δέχθηκε.
Κτίζει Μοναστήρι
Ο Άγιος ήθελε πολύ να κτίση στην είσοδο της σπηλιάς μια Εκκλησία. Με την βοήθεια του Θεού βρήκε βοηθούς και συνεργούς τους εξ μοναχούς. Αλλά για να κτιστεί η Εκκλησία, έπρεπε να υπάρχουν πολλά χρήματα.
Με την βοήθεια του Θεού βρέθηκαν. Διότι μια ενάρετη γυναίκα από την Έφεσο, έδωσε όσα χρήματα χρειαζόταν και έτσι έγινε μια πολύ ωραία Εκκλησία στην είσοδο της σπηλιάς, αφιερωμένη στον Δεσπότη Χριστό. Κατόπιν επήγαν και άλλοι για να κατοικήσουν με τον Άγιο.
Ο τόπος όμως ήταν στενός και δεν ήταν δυνατόν να κτισθούν κελιά. Τότε ανέβηκε με μερικούς μοναχούς επάνω στην κορυφή του Γαλησίου Όρους και έκτισε Εκκλησία αφιερωμένη στην Θεοτόκο, καθώς και πολλά κελιά για να καθίσουν οι μοναχοί.
Τα κελιά τα έκτισε πολύ μακριά το ένα από το άλλο, για να μπορούν οι μοναχοί να έχουν ησυχία. Πολλοί μοναχοί έρχονταν στο Μοναστήρι του Αγίου για να συγκατοικήσουν μαζί του. Ο Άγιος τους δεχόταν με χαρά, αλλά τις νύχτες συνεχώς έκλαιγε και παρακαλούσε τον Θεό να εύρη έναν τόπο να κτίση κελιά, για τους μοναχούς που ερχόταν.
Ενώ μία νύχτα προσευχόταν ο Άγιος στον θεό να τον βοηθήσει, άκουσε μία φωνή να του λέει να βγει έξω από το Μοναστήρι. Όταν βγήκε έξω είδε ένα στύλο φωτεινό έως τον ουρανό, και τους Αγγέλους να ανεβοκατεβαίνουν στον ουρανό ψάλλοντες: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού».
Αμέσως τότε ο Άγιος κατάλαβε, ότι ήτο θέλημα του Θεού σε εκείνο το μέρος να κτίση Εκκλησία και κελιά. Πράγματι, σε λίγο με την βοήθεια του Θεού υψώθηκε, σε εκείνο το μέρος, μεγαλοπρεπής Ναός και πολύ ωραία κελιά τα όποια γέμισαν με μοναχούς. Όλα τα έξοδα των οικοδομών τα δαπάνησε ο Κωνσταντίνος ο Θ’, ο Μονομάχος.
Στυλίτης
Αφού ο Άγιος τελείωσε τις οικοδομές, έκτισε έναν στύλο στο πίσω μέρος τού ναού. Εκεί ο Άγιος ανέβηκε φορώντας μονάχα ένα δερμάτινο φόρεμα, βαστάζοντας βαριά σίδερα. Υπέφερε πολύ εκεί ψηλά ο Άγιος από το δυνατό κρύο του χειμώνα, από τις βροχές και τις καταιγίδες. Ο Θεός επίσης, έδωσε στον Όσιο Λάζαρο και το χάρισμα να θαυματουργεί. Και πολλά θαύματα επιτέλεσε ο Όσιος εν ζωή.
Παρατείνεται η ζωή του 15 χρόνια
Ο Άγιος όμως αρρώστησε βαρεία αυτός περίμενε το θάνατο του με χαρά, όπως ακριβώς ο Απόστολος Παύλος, δια να πάει κοντά εις τον Χριστό. Όλοι οι μαθητές του στέκονταν γύρω από τον Άγιο και έκλαιγαν. Ήσαν έτοιμοι ακόμη και αυτή τη ζωή τους να δώσουν, προκειμένου να σωθεί ο δάσκαλος τους.
Ο Άγιος τότε, βλέποντας τον θρήνο των μαθητών του, λυπήθηκε και παρακάλεσε προς χάριν τους την Υπεραγία Θεοτόκο να του χαρίσει ακόμη έτη ζωής, όχι επειδή αγαπούσε την ζωή, αλλά συμπόνεσε τα πνευματικά του παιδιά.
Η Δέσποινα Θεοτόκος, η οποία πάντοτε βοήθησε τον Άγιο, παρεκάλεσε τον Υιό Της, που είναι εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου, να του χαρίσει ακόμα δεκαπέντε έτη ζωής. Ο Όσιος ενώ προσευχόταν είδε την Παναγία ν να παρακαλεί τον Υιό Της, και αμέσως ο Όσιος έγινε καλά από την ασθένεια.
Όταν ο Όσιος έφθασε στο δέκατο τέταρτο έτος, ήτο πάρα πολύ καταβεβλημένος από την μεγάλη νηστεία, που έκανε. Έτρωγε ο Άγιος μια φορά την εβδομάδα μόνο χόρτα ωμά, και συνεχώς προσευχόταν. Το σώμα του από τις πολλές κακουχίες είχε γεμίσει πληγές.
Θαυμαστή η διαθήκη
Όταν τελείωσαν τα δεκαπέντε έτη, ο Άγιος κατάλαβε τον θάνατον του. Δεν είπε όμως σε κανένα μοναχό τίποτε, για να μη λυπούνται, για το θάνατο του. Ο Άγιος αφού έφτιαξε διαθήκη, για όλα τα πράγματα του Μοναστηρίου, παρέδωσε την ψυχή του στον ουράνιο Πατέρα μας.
Ήταν το έτος 1053. Θαυμαστά πράγματα ακολούθησαν τον θάνατο του Αγίου. Όταν η ψυχή του έφυγε από το σώμα, ένα ολόφωτο σύννεφο κατέβηκε από τον ουρανό και καλούσε όλους τους μοναχούς στον στύλο, που έμενε ο Άγιος.
Όλοι πήγαιναν στον στύλο και όταν έβλεπαν το νεκρό σώμα του Οσίου, έκλαιγαν και ήθελαν να πεθάνουν μαζί του. Οι μαθητές όμως του Οσίου ελυπούντο, όχι μόνον δια τον θάνατον του Αγίου, αλλά και επειδή νόμιζαν, ότι ο Άγιος πέθανε χωρίς να αφήσει διαθήκη.
Περισσότερο από όλους ελυπείτο ο μαθητής του Οσίου, που ονομαζόταν Γρηγόριος, διότι αυτός είχε μεγάλη οικειότητα με τον Άγιο. Ενώ λοιπόν έκλαιγε ο Γρηγόριος, λέγει προς το νεκρό σώμα του Αγίου:
› Γιατί, Πατέρα, μας λύπησες τόσο πολύ; Γιατί μας προξένησες δύο λύπες, τις οποίες δεν μπορούμε να υποφέρουμε; Γιατί δεν θέλησες να κάνης διαθήκη, για να κάνουμε εκείνα, τα όποια εσύ ήθελες; Δεν λυπάσαι, Πατέρα μας, τα παιδιά σου;
Ενώ έλεγε αυτά ο Γρηγόριος έγινε το θαύμα! Το νεκρό χέρι του Αγίου επήρε αμέσως ζωή. Έβγαλε αμέσως από τον κόρφο του την διαθήκη, την έδωσε στον Γρηγόριο και το χέρι έγινε ξανά νεκρό. Ο Γρηγόριος άνοιξε την διαθήκη και όταν είδε, ότι ο Άγιος στην διαθήκη δεν έχει βάλει την υπογραφή, είπε προς τον Άγιο:
› Εάν, Πατέρα, δεν βάλεις την υπογραφή σου, εμείς να ξέρης δεν θα σε ενταφιάζουμε.
Τότε, ω του θαύματος! Ο Όσιος σηκώθηκε πάλι, κάθισε και υπέγραψε. Έπειτα πάλι απεκοιμήθη τον αιώνιο ύπνο. Το νεκρό σώμα του Αγίου ενταφιάστηκε κοντά στον στύλο, όπου ο Άγιος είχε ασκηθεί.
Στίχος.
Ἐτοίμασον τόν κόλπον, Ἀβραάμ Πάτερ, οὔχ ὑστερούντι Λαζάρω σου Λαζάρου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς ἐπαγρύπνοις προσευχαῖς, ἐν ὀχετοῖς δακρύων τόν στύλον κατέβρεχες• καί τοῖς ἐκ βάθων στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας• καί γέγονας ποιμήν, τοῖς προσιούσι νέμων συγχώρησιν, Ὅσιε Πατήρ ἠμῶν Λάζαρε• πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῶ σωθῆναι τάς ψυχᾶς ἠμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’.
Τή ὑπερμάχω. Τούς ὑπέρ φύσιν σου Σοφέ πόνους καί σκάμματα, αὐτοί οἱ Ἄγγελοι ἰδόντες κατεπλάγησαν, δί? ὧν εἴληφας θεόθεν καί τούς στεφάνους, Ἄλλ? ὡς ἔχων παρρησίαν πρός τόν Κύριον, ἐκ παντοίων ἠμᾶς σῶζε περιστάσεων, ἴνα κράζωμεν, Χαίροις Πάτερ Ποιμήν ἠμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’.
Ἐπφάνης σήμερον Ὡς φωστήρα μέγιστον ἡ Ἐκκλησία Χριστοῦ δοξάζει μετ’ ἐφροσύνης ψαλμικῶς• διο μή παύση πρεσβεύων Χριστῷ, δοθῆναι πάσι πταισμάτων συγχώρησιν.
Ὁ Οἴκος.
Ἄγγελος ἐξ ἀνθρώπων, Θεοφόρε ἐγένου, ἐκ γής πρός τά οὐράνια φθάσας• διο σύν ἀσωμάτοις χοροῖς, ἀμιλλώμενον σέ θεωρῶν Ὅσιε, ἐξίσταμαι καί φόβω σοί κραυγάζω σχετικῶς τοιαῦτα.
Μεγαλυνάριον.
Ὕλην ἀπορρίψας τήν γεηρᾶν, ἔσοπτρον ἐδείχθης, τῆς αὔλου μαρμαρυγῆς, Λάζαρε παμμάκαρ, ἐν Γαλησίω Ὄρει, ὡς ἄυλος βιώσας, Χριστοῦ τῷ ἔρωτι.
Χαῖρε, κανών ἀπλανής μονοτρόπων, χαῖρε, λειμών ἀρετῆς ψυχοτρόφε,
Χαῖρε, πρεσβευτά τῶν ψυχῶν ἀκαταίσχυντε, χαῖρε, χορευτά τῶν ἀγγέλων ὁμόσκηνε,
Χαῖρε, ὅτι σύ ἐπλήθυνας τῶν θρεμμάτων τόν χορόν• χαῖρε, ὅτι σύ διέσωσας εἴσω ταῦτα τῆς Ἐδέμ,
Χαῖρε, τῆς αὐταρκείας σύν Θεῶ δούς τόν ἄρτον, χαῖρε, τῆς αὐθαδείας τῶν δαιμόνων διώκτα,
Χαῖρε, πηγή θαυμάτων ἀέναε, χαῖρε,τρυφῆς μελλούσης ἐχέγγυε,
Χαῖρε, λαμπτήρ τῆς Ἀσίας ἁπάσης, χαῖρε, φωστήρ Μοναστῶν ποδηγέτα,
Χαίροις, Πάτερ Ποιμήν ἠμῶν.
Πηγή: Φλόγα Κυρίου
Άγιοι Μάρτυρες Γαλακτίων και Επιστήμη, οι ομόζυγοι
(μια ιστορία πέρα από τα καθιερωμένα)
Έζησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος.
Οι γονείς του Γαλακτίωνα -Κλειτοφών και Λευκίππη- ήταν πρώτα ειδωλολάτρες. Διέμεναν στηνΈμσα της Συρίας. Κάποιος, όμως, ιερομόναχος, πού ονομαζόταν Ονούφριος, τους προσείλκυσε στη χριστιανική πίστη. Από τότε διέθεταν τα πλούτη τους σε κάθε αγαθοεργία.
Τον δε γιο τους Γαλακτίωνα ανέθρεψαν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Ο Γαλακτίων όταν μεγάλωσε, νυμφεύθηκε μία σεμνή κόρη, την Επιστήμη, την οποία ο ίδιος κατήχησε και βάπτισε.
Στη συνέχεια ο Γαλακτίων πρότεινε στην σύζυγό του να μονάσουν στο Σινά, και εκείνη πρόθυμα συμφώνησε. Έτσι κατευθύνθηκαν στο όρος Πούπλιον. Ο Γαλακτίων βρήκε μια συνοδεία 10 ασκητών και έμεινε μαζί τους, στη συνέχεια δε αποσύρθηκε σε ερημητήριο, και η Επιστήμη εντάχθηκε σε μικρό κοινόβιο -Σκήτη- εκεί κοντά με 4 μοναχές που ασκήτευαν εκεί.
Το 249 ξέσπασε ο διωγμός του Δεκίου, που κράτησε 2 χρόνια.
Τότε συνελήφθη ο Γαλακτίων. Όταν πληροφορήθηκε αυτό η Επιστήμη, έτρεξε και παρακάλεσε τους διώκτες να συλλάβουν και αυτή προς ενίσχυσιν του συζύγου της.
Ο άρχοντας Ούρσος, μη μπορώντας να τους πείσει (με λόγια αλλά και με βασανιστήρια) να άλλαξοπιστήσουν, τους αποκεφάλισε (250 μΧ). Ήταν τότε ο Γαλακτίων 30 ετών και η Επιστήμη περίπου 16.
Σώζεται μέχρι σήμερα η Σκήτη της Αγίας Επιστήμης, καθώς και το Ερημητήριο του Αγίου Γαλακτίωνος.
Ο Όσιος Παϊσιος ο Αγιορείτης ασκήτευσε ερημητικά για 2 χρόνια (1962-1964) στο αγιασμένο εκείνο μέρος, όπου υπάρχει μικρό Εκκλησάκι και ένα πολύ μικρό συνεχόμενο Κελλί. Βρίσκεται σε ωραία θέση σε ύψωμα, απέναντι ακριβώς από την αγία Κορυφή, και απέχει λιγότερο από μία ώρα από το Μοναστήρι της Αγ.Αικατερίνης του Σινά.
Διακόσια μέτρα πιο πάνω βρίσκεται η σπηλιά του αγίου Γαλακτίωνος και λίγο πιο πίσω είναι η Σκήτη που έμενε η αγία Επιστήμη με τις άλλες ασκήτριες.
Άγια μέρη, ευλογημένα. Παρ’όλη την αυχμηρότητά τους, εμπνέουν αυτά τα βράχια. Εκεί ψηλά, λοιπόν, σαν άλλος μοναχικός αετός, έστησε ο Γέροντας την φωλιά του και έζησε ευαρεστώντας στον Θεό.
Πολύ κοντά, «ωσεί λίθου βολήν», στο ασκητήριο είχε μια μικρή πηγούλα. Μάζευε το 24ωρο δυό-τρία κιλά νερό.
Διδάγματα από τον βίο τους:
1. Διαφορά ηλικίας. Ο Άγ.Γαλακτίων ήτο περίπου 10 χρόνια μεγαλύτερος της Επιστήμης. Σήμερα το θεωρούμε μεγάλη διαφορά. Κανονικά ο άνδρας μπορεί να είναι μεγαλύτερος κατά 2-3 έτη. Και το λέμε αυτό, διότι το νέο αγόρι ωριμάζει ψυχικά αργότερα απ’ό,τι η κοπέλα. Για να μπορεί, λοιπόν, να διαθέτει σύνεση και κύρος, καλό είναι να προπορεύεται ηλικιακά λίγα χρόνια. Ωστόσο, αυτό δεν είναι απόλυτος κανόνας. Έχουμε περιπτώσεις, που η γυναίκα συμβαίνει να είναι λίγο μεγαλύτερη, και αυτό να μη διαταράσσει καθόλου τη σχέση τους. Το ψυχικό μέρος μετράει. Ωριμότητα, ομαλότητα χαρακτήρων, άδολη αγάπη και ομόνοια, ομοψυχία, κοινές αρχές ζωής. Στην περίπτωση όμως, που ο άνδρας είναι αισθητά μεγαλύτερος στην ηλικία (έχουμε και περιπτώσεις με διαφορά 20 και 25 ετών) επείγουσα επαγρύπνηση χρειάζεται, να μην συντρίβεται η ψυχή της γυναίκας από το κύρος του τόσο μεγαλυτέρου συζύγου της. Ένας τέτοιος άνδρας πρέπει να διαθέτει ιδιαίτατη ευγένεια, απαλότητα, ευαισθησία, τρυφεράδα, σεβασμό προς την μικρότερη ηλικιακά συζυγό του. Την αναμφισβήτητη ομοτιμίαν, που θεσμοθέτησε ο Θεός και διατηρεί και υπερμαχεί η Εκκλησία.
2. Λευκός γάμος. Οι Άγιοι έζησαν με ξεχωριστή σωφροσύνη και εγκράτεια, ενώ στη συνέχεια και αποχωρίσθηκαν μεταξύ τους, για να ασκητεύσουν. Ωρισμένοι θρησκευόμενοι νέοι ξεκινούν την έγγαμη ζωή με στόχο τον «λευκό γάμο». Δηλαδή την συμβίωση χωρίς συζυγική συνάφεια. Σπάνιο το φαινόμενο, αλλά υπαρκτό, καθώς ακούμε. Είναι και θεμιτό; Από μια άποψη, Ναι. Με τον λευκό γάμο κατακυρώνεται κοινωνικώς η συμβίωση, αλλά διατηρείται η ουσία: Μοναχισμός. Συνύπαρξη μόνο ψυχική, εν απλότητι και αφελότητι καρδίας. Προς εξυπηρέτησιν πρακτικών αναγκών, αλλά και αμοιβαιότητα ψυχισμού μέσω των χαρισμάτων εκάστου φύλου. Εννοείται, βεβαίως, ότι ούτε να διαφημίζεται πρέπει, ούτε να τελείται κάποια ιεροπραξία και υπόσχεση αγαμίας. Οποιαδήποτε στιγμή το ζεύγος να μπορεί να λειτουργήσει συζυγικά, χωρίς ενοχές και χωρίς τύψεις και αναστολές.
Πάντως, το συμπέρασμα για όλους είναι ότι ο Γάμος μπορεί να συνδυάζεται και με εγκράτεια. Δεν είναι το άπαν η σωματική διαδικασία. Πολύ μεγαλύτερη ευλογία και ωραιότητα προκύπτει από την ψυχική αλληλοπεριχώρηση και εντρύφηση. Ο άνδρας να «εξανθρωπίζεται» και να μαλακώνει από την ευγένεια της γυναικείας ψυχής. Η γυναίκα να στερεώνεται, να γίνεται ανδρεία, γενναία, άφοβη, «ορθολογική», ασφαλισμένη πλάϊ στη σκιά του άνδρα της. Και οι δύο να προσανατολίζονται και να συντονίζονται καρδιακά προς την πηγή της ζωής και του νοηματισμού της υπάρξεως, προς τον Φιλανθρωπότατο Πλαστουργό μας.
Εννοείται, ότι πρόκειται για σπάνιο φαινόμενο και ιδιάζουσα κλήση ψυχών, όπου απαιτείται ιδιαίτατη επαγρύπνση προς διατήρηση σωστών ψυχικών ισορροπιών, με καθοδήγηση πνευματικού πατρός.
Και παράλληλα, όλα αυτά δεν αποτελούν γενικό κανόνα για το ανθρώπινο γένος, αλλά σπάνια εξαίρεση. Το Μυστήριο του Γάμου, με όλες τις παραπάνω αναφερθείσες προδιαγραφές ψυχικού συντονισμού, συνυπάρξεως, αμοιβαίας ωφελείας των συζύγων, λειτουργεί κανονικά κάτω από την ευλογία και το θέλημα του Θεού.
3. Μοναχική ζωή, μετά την έγγαμη περίοδο. Πολύ πιο ασφαλισμένο και ομαλό το φαινόμενο, όπου ευλαβείς σύζυγοι προσέρχονται εις Γάμου Κοινωνίαν, τεκνοποιούν, ανατρέφουν παιδιά, και όταν ολοκληρώσουν τα καθήκοντά τους, αποσύρονται σε Μοναστήρι.
Τί πλεονεκτήματα έχει η τακτική αυτή.
α. Οι συνειθισμένοι γονείς ποτέ δεν παύουν να είναι γονείς και να ζουν στην τύρβη του κόσμου τούτου. Οι γιαγιάδες ξαναγίνονται μαμάδες. Εξαντλούν κάθε ικμάδα από τις δυνάμεις και τις αντοχές τους. Μέχρι τελευταίας πνοής.. Και ψυχικά δεν αποδεσμεύονται από τον κόσμο αυτό.. Και κακομαθαίνουν τα παιδιά τους, ώστε να βολεύονται και να μην αναλαμβάνουν τον κόπο και τις ευθύνες της ζωής. Μάλιστα, ωρισμένοι νέοι και νέες ούτε καν παντρεύονται, επειδή ακριβώς έχουν βολευτεί στο ρόλο του ξέγνοιαστου παιδιού, που από τη μια αντιδρά στην παρεμβατικότητα, υπερπροστασία και επικυριαρχία των γονέων του, απ’την άλλη όμως δεν αποφασίζει να κόψει τον ομφάλιο λώρο και να αυτονομηθεί, να ωριμάσει.
β. Όσα νέα παιδιά κατευθύνονται προς τον Μοναχισμό (και υπάρχει κάποια δόση υπερ-ενθουσιασμού ή και κάποιας «προπαγάνδας») μπαίνουν από την ανέμελη νεανική ηλικία σε άλλη «αναμελιά» υπακοής, απλοϊκής ζωής, απροβλημάτιστου βίου. Τούτο έχει ως συνέπεια, δυστυχώς, να μην ωριμάζουν, να βρίσκονται εκτός πραγματικότητος.. Σαφές μειονέκτημα ως προς την αρτίωση της προσωπικότητος. Ακόμη και ως προς το θέμα της αγνότητος, εφ’όσον δίνουν λύση στις γενετήσιες ορμές την απόλυτη αποχή από σκέψεις και εικόνες και αφορμές και την απόλυτη εκ προτέρου καταστολή, δεν φθάνουν στην καθαυτό ωριμότητα, η οποία προϋποθέτει να περάσει ο νέος άνθρωπος μέσα από το κανάλι του πειρασμού, να υποστεί καταιγισμό ερεθισμάτων και ψυχικών ταλαντώσεων, να φιλοσοφήσει επισταμένως και έτσι να φθάσει και να τοποθετηθεί και θεμελιωθεί πάνω στο σχέδιο του Θεού για το ανθρώπινο και πάνω στο ακριβές θείον θέλημα και την απάθεια.
Πολύ συγκινητική και διδακτική είναι η περίπτωση των συζύγων Δημητρίου και Ζωής Αγγελάκη στα Τρίκαλα, οι οποίοι εν ευσεβεία συγκρότησαν την οικογένειά τους, απέκτησαν 5 παιδιά και στη συνέχεια μόνασαν (1968). Γαλακτίων ονομάσθηκε ο άνδρας (49 ετών) ο οποίος εκοιμήθη πέρυσι στις 30 Οκτωβρίου 2014 σε ηλικία 95 ετών, και Βησσαρία (χάρη στον Οσ.Βησσαρίωνα των Τρικάλων) η σύζυγος (42 ετών). Εμόνασαν δε κοντά στον πνευματικό τους πατέρα π.Αιμιλιανό Σιμωνοπετρίτη, ο Γαλακτίων στην Σιμωνόπετρα, όπου και ο γιός του π.Αθανάσιος ο Υμνογράφος, και η Βησσαρία στη Μονή Ορμύλιας, όπου Ηγουμένη η κόρη τους Νικοδήμη και μοναχή μια εγγονή τους, η Εμμανουηλία.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Tὴν λαμπρὰν ξυνωρίδα τῶν μαρτύρων τιμήσωμεν ὥσπερ συζυγίαν ἀρίστην καὶ κλειτὴν καὶ θεόφρονα· τὸν θεῖον Γαλακτίωνα πιστοί, ὁμοῦ σὺν Ἐπιστήμῃ τῇ σεμνῇ. Δι' ἀσκήσεως γὰρ πόνων ἀθλητικὴν ἐξήνθησαν φαιδρότητα. Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι' ὑμῶν πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Μαρτύρων Χριστοῦ, τοῖς δήμοις ἠριθμήθητε, ἀγῶσι στεῤῥοῖς, φαιδρῶς ἀγωνισάμενοι, Γαλακτίων ἔνδοξε, σῦν συζύγῳ σεπτῇ καὶ συνάθλῳ σου, Ἐπιστήμη, τῷ μόνῳ Θεῷ, πρεσβεύοντες ἄμφω ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Κάθισμα. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀσκήσει λαμπρύνας σου, τὸ ὀπτικὸν τῆς ψυχῆς, ἀκτῖσιν ἀθλήσεως, φωταγωγεῖς τοὺς πιστούς, Γαλακτίων μακάριε· ὅθεν σου τὴν ἁγίαν, καὶ φωσφόρον ἡμέραν, πίστει ἐπιτελοῦμεν, εὐσεβῶς σοι βοῶντες· Ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς Χριστόν, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.
Ὁ Οἶκος
Τὸν γενναῖον ἐν Μάρτυσι Γαλακτίωνα, ἐν ᾀσμάτων ᾠδαῖς εὐφημήσωμεν, σὺν τῇ πανευκλεεῖ συζύγῳ, τῇ φερωνύμῳ Ἐπιστήμῃ· οὗτοι γὰρ καθεῖλον τοῦ ἐχθροῦ τὸ φρύαγμα, καὶ εἰδώλων τὸ ἄθεον ἤλεγξαν, τὴν δὲ πίστιν Χριστοῦ ἀνεκήρυξαν. Διὸ περιφανῶς λαβόντες παρ' αὐτοῦ, τοὺς στεφάνους τῆς ἀφθαρσίας, ἀπαύστως πρεσβεύουσιν ὑπέρ πάντων ἡμῶν.
1. Στην ιστορική Βλάστη Κοζάνης πρωτοβλάστησε ο τρυφερός και ευαίσθητος βλαστός της Χάριτος, ο Στέργιος Βίττης (1/4/1927–4/11/2009), του Νικολάου και της Βασιλικής. Η εξυπνάδα, η ευφυΐα και η μελέτη του, από πολύ νωρίς μαγνήτιζαν στην ζωή του κάθε αριστεία και πρόοδο. Άριστος παντού και συγχρόνως σεμνός, ταπεινός και μετρημένος, απλός και προσηνής. Παρά την αγριότητα της ταραγμένης μεταπολεμικής εποχής, επιλέγει αποφασιστικά την Θεολογία σαν την επιστήμη της καρδιάς του.
Η ιστορία της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή Βυζαντινής έχει αναδείξει σπουδαίες προσωπικότητες, οι οποίες με το ισχυρό φρόνημα, το αγωνιστικό πνεύμα και τις Ορθόδοξες αξίες τους, έχουν στιγματίσει την πορεία της Αυτοκρατορίας. Ένας από αυτούς είναι ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, Αυτοκράτορας, κυβερνήτης, διπλωμάτης, στρατιωτικός και Άγιος.
Επιστρέφει από την αίρεση της Εικονομαχίας
Ο Άγιος Ιωαννίκιος γεννήθηκε το 741 μ.Χ. στην επαρχία των Βιθυνών, σε κάποιο χωριό, του ονομαζόταν Μαρικάτο. Ευσεβείς Χριστιανοί ήσαν οι γονείς του. Τα ονόματα τους ήσαν Μυριτρίκης και Αναστασία. Από μικρός επομένως ο Ιωαννίκιος μορφωνόταν με τα διδάγματα της Χριστιανικής Θρησκείας.
Επειδή ήταν ρωμαλέος και μεγαλόσωμος γι αυτό οι αξιωματούχοι του βασιλέως τον ξεχώρισαν και τον έγραψαν επίλεκτο στον στρατό. Πολλές απ’ τις σωματικές του ικανότητες έδειξε στις διάφορες μάχες, ώστε προκαλούσε τον θαυμασμό των άλλων.
Ο διάβολος φθόνησε, γιατί ο Ιωαννίκιος φύλαγε τις εντολές του Κυρίου και έπλεξε εναντίον του παγίδες και πανουργίες. Τον έριξε δυστυχώς στην αίρεση των εικονομάχων.
Το ζήτημα της εικονομαχίας κράτησε στο Βυζάντιο πάνω από εκατό χρόνια. Πολλές καταστροφές επέφερε στο κράτος η Εικονομαχία. Μερικοί από τους εικονομάχους, από την κακή τους συνήθεια, όχι απλώς δυστροπούσαν και δεν προσκυνούσαν τις άγιες εικόνες, αλλά και είχαν κηρύξει άγριο πόλεμο εναντίον τους.
Επειδή όμως αμάρτανε, γιατί ακριβώς δεν ήξερε, ο καρδιογνώστης Θεός δεν τον άφησε να μείνει πολύ χρόνο στην ασέβεια, άλλα με τον έξης τρόπο τον σαγήνευσε στην Ορθοδοξία. Κάποια εποχή, ενώ ο Ιωαννίκιος γύριζε από τον πόλεμο, περνούσε από τον Όλυμπο. Εκεί συνάντησε έναν ενάρετο ασκητή. Ο ασκητής μόλις τον είδε του είπε:
› Ματαίως κουράζεσαι, Ιωαννίκιε, να φυλάξεις με τόσο κόπο την αρετή, χωρίς να προσκυνάς την εικόνα του Χριστού, πού τόσο περιφρονείς.
Μόλις άκουσε αυτά ο Ιωαννίκιος, θαύμασε τον άγιο Γέροντα. Έπεσε στα πόδια του και ζητούσε συγχώρηση. Του έδωσε δε την υπόσχεση του, πώς στο έξης θα προσκυνούσε την εικόνα, του Χριστού και των άλλων Αγίων με ευλάβεια.
Ιωαννίκιος ο Βουλγαροφάγος
Παρακαλούσε ο Ιωαννίκιος τον Κύριο να του δώσει τη δύναμη να νικήσει, και τούς αοράτους δαίμονας. Λυπόταν πολύ επειδή είχε χάσει τόσον πολύτιμο καιρό, πολεμώντας τούς Βουλγάρους και κινδυνεύοντας την ζωή του για πρόσκαιρη; δόξα. Ευχόταν προς τον Κύριο να τον συγχώρεση, δίνοντας ιερή υπόσχεση να μη φροντίζει πλέον για το σώμα του, αλλά μόνο και μόνον για την ψυχή του.
Αναχωρεί για Ασκητής
Σκεπτόμενος, λοιπόν, αυτά, αποφάσισε να έλθει και να ασκητέψει στον Όλυμπο και να περάσει εκεί τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Προηγουμένως ήρθε στην Ιερά Μονή των Αυγάρων. Εξομολογήθηκε στον Καθηγούμενο της Μονής Γρηγόριο, ο οποίος τον συμβούλεψε να μη πάει αμέσως τότε στην άσκηση, αλλά να υπομείνει ορισμένο χρόνο με συνοδεία άλλων μοναχών, για να μάθει την υπακοή, την ταπείνωση και να συνηθίσει τούς πολέμους του πονηρού. Έμεινε στο Μοναστήρι του Αντιδίου δύο χρόνια μαθαίνοντας ψαλμούς και αντιμετωπίζοντας, τους πολέμους του σατανά. Είχε πόθο αμέτρητο για ησυχία ο Ιωαννίκιος. Γι αυτέ επήρε συγχώρεση από όλους τους αδελφούς τού Μοναστηρίου και αναχώρησε. Νήστεψε ο Ιωαννίκιος 7 ημέρες και προσευχόταν στον Θεό να του γίνει οδηγός. Την έβδομη ημέρα άκουσε φωνή από τον ουρανό που το είπε να προχωρήσει στο εσωτερικό του βουνού. Έπειτα βρήκε δύο ασκητές οι οποίοι του προφήτεψαν ότι θα ασκηθεί 50 χρόνια και θα πειραχτεί από φθονερούς αλλά δεν θα πάθει τίποτα. Μετά από αυτά έχοντας την ευχή των ασκητών πήγε στο βουνό Τριχάλι.
Αυστηρότατη άσκηση
Σ’ αυτό έζησε ζωή ασκητική. Ουδέποτε εισερχόταν μέσα σε σπίτι ή σπηλιά. Πάντα ζούσε στο ύπαιθρο, έχοντας για σκέπη τον ουρανό. Υπέφερε τούς ανέμους και τα χιόνια όλη την αγριότητα των καιρών. Επειδή μάθαιναν για αυτόν ο κόσμος έφυγε πιο πέρα στον Ελλήσποντο, εκεί έσκαψε έναν λάκκο ώστε να χωράει. Εκεί έζησε έχοντας ένα βοσκό να του φέρνει κάθε μήνα λίγα ψωμιά και λίγο νερό. Εκάθησε 3 χρόνια προσευχόμενος.
Ο πειρασμός της πορνείας
Καθώς προχωρούσε ο Άγιος για τον καινούργιο τόπο της ασκήσεως του συνάντησε στο δρόμο του δυο μοναχές, μια μητέρα και, την κόρη της. Είχε όμως η Θυγατέρα της μεγάλο πειρασμό πού την παρακινούσε προς την πορνεία τόσον πολύ, ώστε η μητέρα της δεν μπορούσε να την εμπόδιση πλέον με διδασκαλίες και παραδείγματα. Βλέποντας, λοιπόν, τον Άγιο τον παρακάλεσε να της διαβάσει μια ευχή για να λυτρωθεί απ’ τον μεγάλο πειρασμό.
Ο Όσιος επειδή λυπήθηκε την κόρη, της είπε να βάλει τα χέρια της πάνω στον λαιμό του και προσευχήθηκε για να φύγει ο πειρασμός από την κόρη και να πάει πάνω σ αυτόν.
Και με την προσευχή του ελευθερώθηκε μεν η κόρη, αλλά ο πειρασμός φορτώθηκε πάνω στον Άγιο Ιωαννίκιο. Ο πειρασμός ήταν μεγάλος. Ο Ιωαννίκιος προτιμούσε να πεθάνει παρά να υποκύψει στον πειρασμό της πορνείας.
Σε λίγο όμως, κι ύστερα από πνευματικούς αγώνες, νηστεία, προσευχή και αγρυπνία, ο Θεός τον απάλλαξε από τον πειρασμό. Αφανίσθηκαν δε οι πονηρές σκέψεις και κάθε επιθυμία της σάρκας από αυτόν.
Λαμβάνει το Αγγελικό Σχήμα
Άλλα παρά τα πνευματικά του παλαίσματα. Θεωρούσε τον εαυτό του, μικρό, τιποτένιο και γι αυτό ακόμη ο Ιωαννίκιος δεν είχε γίνει μοναχός. Άκουσε όμως φωνή από τον ουρανό να του λέγει, να πάει να κατοίκηση σε καπόιο τόπο, πού τον έλεγαν Εριστή και να φορέσει εκεί το μοναχικό ένδυμα, σε εκείνο το ασκητήριο.
Όταν λοιπόν έλαβε το Άγιο σχήμα ο Ιωαννίκιος, ήλθε σε τόπο πού ονομαζόταν Κρίτημα και έμεινε εκεί δεμένος με μια αλυσίδα, πού είχε μάκρος εξ οργυές, περίπου τρία χρόνια.
Στο τέλος τού τρίτου χρόνου σκέφτηκε να πάει σε έναν τόπο Χελιδόνα, με σκοπό να συνομιλήσει με έναν άγιο άνδρα, πού ονομαζόταν Γεώργιος. Επήγε κατόπιν στη Μονή των Αυγάρων με κάποιο μαθητή, πού τον έλεγαν Παχώμιο. Ανέβηκαν στο κοντινό βουνό, για να ιδούν τα κελιά, πού έκτιζαν εκεί. Αυτά προορίζονταν γι εκείνους, πού ήθελαν να ζουν μακριά από τούς ανθρώπους.
Τον δηλητηριάζουν
Στο μέρος, πού ασκήτευε ο Άγιος, ήταν και ένας άλλος αναχωρητής. Τον έλεγαν Γουρία και νομιζόταν άγιος άνθρωπος. Ο Γουρίας όμως γνώριζε, ότι ο Ιωαννίκιο ς τον περνούσε στα χαρίσματα και στην αγιότητα, και τόσο τον κυρίευσε ο φθόνος, ώστε σκέφθηκε να θανατώσει τον Ιωαννίκιο με δηλητήριο.
Μια μέρα λοιπόν, ήλθε στο κελί του Άγιου, δήθεν για να διδαχτεί από την αρετή του Άγιου. Ο Ιωαννίκιος τον δέχθηκε απονήρευτα και τον κράτησε μαζί του αρκετές ημέρες. Μια, λοιπόν, ημέρα ο Γουρίας έβαλε στο νερό, πού του έδωσε να πιει δηλητήριο και, μέσα σε λίγες στιγμές άρχισε ο Άγιος να πονά. Ο Θεός όμως δεν τον άφησε να πονά για πολλή ώρα. Έστειλε τον Άγιο Ευστάθιο και τον απάλλαξε από τούς ανυπόφορους πόνους. Έκτισε δε από ευγνωμοσύνη προς τον Άγιο Ευστάθιο για να τον τιμήσει και εκκλησία ο θεραπευθείς Ιωαννίκιος.
Μετά από αυτά ο Άγιος έφυγε και επήγε στο όρος Τριχάλικος για να ησυχάσει. Ζούσε και εκεί άστεγος, εις το ύπαιθρο. Όπου αξιώθηκε να προφητεύει και να θεραπεύει.
Προφητεύει τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας
Ο Άγιος προέλεγε και τα μέλλοντα να συμβούν. Έτσι λόγου χάριν προείπε εις τον Ιγγερ, πρόεδρο της Νικαέων Εκκλησίας, άλλ εικονομάχο, τον θάνατον του. Απέστειλε μάλιστα προς αυτόν κάποιο Βασίλειο μοναχό, εκ της Μονής των Ήλιου Βωμών (Ελεγμών), ίνα συμβουλεύσει και μεταστρέφει εις την ορθή οδό. Άλλ εκείνος «ουκ εβουλήθη συνιέναι», και απέθανε αμετανόητος ο δυστυχής.
Έπειτα ήλθε ο Όσιος στο Όρος του Αντιδίου. Έκτισε εκεί το κελί του. Ταλαιπωρώντας και εκεί το σώμα του στην άσκηση και την σκληραγωγία.
Το καιρό εκείνον ακόμη στην Εκκλησία επικρατούσε σύγχυσης, λόγω της εικονομαχίας. Ο δε προεστός των Αγαύρων Ευστράτιος ερώτησε τον Όσιο, πότε θα τελείωναν τα σκάνδαλα από την Εκκλησία. Ο Άγιος απήντησε:
› Μετά τον Θάνατον του Θεοφίλου, θα αποκαταστήσει την τάξη εις την Εκκλησία ένας ενάρετος Πατριάρχης, ο Μεθόδιος.
Και πράγματι: Οι προφητείες του Άγιου αποδείχθηκαν αληθινές.
Τον τραυματίζει ο φθονερός
Κάποιος μοναχός πού τον έλεγαν Επιφάνιο, ήταν και αυτός σε εκείνα τα μέρη. Είχε ψεύτικη φήμη, ότι είναι άγιος και ενάρετος. Αλλά ο διάβολος του έβαλε τόσον φθόνο και μίσος στην ψυχή του, ώστε ήθελε να κάνει κακό στον Άγιο Ιωαννίκιο. Έβαλε, λοιπόν, φωτιά στο όρος, όπου κατοικούσε ο Άγιος, για να κάψει μαζί και τον Άγιο. Αλλά δεν μπόρεσε, γιατί ο Άγιος γνώριζε τις κακές διαθέσεις του Επιφανίου. Τον κάλεσε μάλιστα ο Ιωαννίκιος να φάνε. Αλλά ο άθλιος Επιφάνιος ήταν αμετανόητος. Μια ήμερα ο φθονερός αυτός Μονάχος κρατώντας στα χέρια του ένα σουβλερό σίδερο, κτύπησε τον Άγιο στην κοιλιά του. Αλλά ευτυχώς με την βοήθεια ν του Θεού έμεινε ο Άγιος, για μια ακόμη φορά αβλαβής.
Κοίμηση του
Κατά τον τέταρτον χρόνο της βασιλείας του Μιχαήλ, ο Πατριάρχης Μεθόδιος, επειδή γνώρισε ότι ο Άγιος ασθενεί και ότι πρόκειται να αποθάνει, τον επισκέφτηκε, να πάρει την ευλογία του. Κάλεσε τότε ο Ιωαννίκιος όλους τους Χριστιανούς, κληρικούς και μοναχούς, και τους είπε να φυλάγουν την Ορθόδοξο Πίστη και να έχουν μεταξύ τους αγάπη και ομόνοια.
Κατά την ώρα όπου αναπαύτηκε ο Μέγας Ιωαννίκιος, είδαν οι μοναχοί του Ολύμπου το έξης παράδοξο: Είδαν πύρινο στύλο και προπορευόταν άγγελοι. Αυτοί άνοιγαν τις πύλες του Παραδείσου. Μέσα μπήκε ο Άγιος και προσκύνησε την Παναγία Τριάδα.
Το Άγιο λείψανο, του το έθαψαν ο Πατριάρχης και οι άλλοι παρευρισκόμενοι μοναχοί. Έκανε δε τούτο και μετά θάνατον θαύματα: Γιάτρευε παράλυτους, έδιωχνε δαίμονες και με άλλους τρόπους βοηθούσε τούς ανθρώπους, πού ζητούσαν την βοήθεια του Άγιου.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ´.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαίς,τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας· καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας φωστήρ, τῇ οἰκουμένῃ λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἰωαννίκιε Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Tὴν ἐπίγειον δόξαν, πάτερ, κατέλειπες καταυγασθεὶς τῇ ἐλλάμψει τῆς ἐπινοίας Θεοῦ, ὅθεν ἔφανας ἐν γῇ ὡς ἄστρον ἄδυτον• θείας φωνῆς γὰρ ὡς Μωσῆς μυστικῶς ἀξιωθείς, ἰσάγγελος ἀνεδείχθης καὶ δωρημάτων ταμεῖον, Ἰωαννίκιε μακάριε.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ἀστὴρ ἐφάνης παμφαὴς ἐπὶ γῆς λαμπῶν, καὶ τοὺς ἐν ζόφῳ τῶν παθῶν περιαυγάζων, ἰατρὸς δὲ ἀρωγότατος τῶν νοσούντων, ἀλλ' ὡς χάριν εἰληφώς, τὴν τῶν ἰάσεων, τοῖς αἰτοῦσι σε παράσχου πᾶσαν ἴασιν, ἵνα κράζωμεν. Χαίροις Πάτερ, Ἰωαννίκιε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τῇ ἱερᾷ σου, συνελθόντες ἅπαντες, ἐκδυσωποῦμεν οἱ πιστοί, Ἰωαννίκιε Ὅσιε, παρὰ Κυρίου, εὑρεῖν ἡμᾶς ἔλεος.
Τιμάμε σήμερα, αδελφοί μου αγαπητοί, έναν άσημο ιερομόναχο, έναν φτωχό παπαδάκο, έναν ολιγογράμματο κληρικό, έναν φιλάσθενο άνθρωπο. Υπήρξε κρυμμένος, αφανής, άδοξος, άγνωστος στους πολλούς, ενίοτε παρεξηγημένος, κυνηγημένος, δίχως εξωτερικά φανταχτερά προσόντα, λογιότητα, ρητορεία, υψηλές γνωριμίες, παρεμβάσεις στην κοινωνική ζωή δυναμικές, μεγάλη συνοδεία και δημοσιότητα. Πού τον βρήκε ο Θεός; Τι ήταν αυτό που τον ανέδειξε; Αμέσως θα πούμε πως ήλκυσε τη χάρη του Θεού, η μεγάλη και παντοτεινή αγάπη του προς Αυτόν και τα πλάσματα του και η συνεχής και γνήσια ταπεινοφροσύνη του. “Επί τίνα επιβλέψω, ει μη επί τον πράον και ταπεινόν τη καρδία”. Εκεί αναπαύεται το πνεύμα του Θεού κι εκεί σκηνώνει η χάρη του.
Ο πιστός, φιλόθεος, φιλάγιος και φιλόσιος λαός κατακλύζει τις ημέρες αυτές την ευαγή μάνδρα της φιλάρετης αυτής αδελφότητος των μοναζουσών, του ιερού κοινοβίου της Αναλήψεως του Σωτήρος, που ίδρυσε προ εβδομήντα ετών ο όσιος πατήρ ημών Γεώργιος Καρσλίδης, που εκοιμήθη τον ύπνο του δικαίου προ πενήντα ετών. Γεννήθηκε ο τρισόλβιος στην Αργυρούπολη του αγιότεκνου και αγιοτρόφου Πόντου, του πολύτεκνου και καλλίτεκνου, το 1901. Πολύ μικρός ορφάνεψε και την ανατροφή του ανέλαβε η ευλαβεστάτη κι ευσεβεστάτη γιαγιά του. Μετά τον θάνατο της γιαγιάς του και της ενάρετης αδελφής του αναχώρησε με τον παππού του για το Ερζερούμ, τη Θεοδοσιούπολη του Πόντου.
Ο θάνατος και του παππού του και η κακομεταχείριση του αδελφού του τον πήγαν στα μέρη του Καυκάσου. Μόνος, φτωχός, πονεμένος και αναγκεμένος, συντροφεύεται κι ενισχύεται από αγίους σε όνειρα και οράματα. Έφθασε στην Τυφλίδα της Γεωργίας και οδηγήθηκε από τον εκεί επίσκοπο στην ιερά μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Ενδύθηκε το τίμιο του μοναχού ένδυμα στην ηλικία μόλις των εννέα ετών. Το διατήρησε επί μισό αιώνα και το τίμησε στο έπακρον.
Αγάπησε από νωρίς υπέρμετρα τη θεοφιλή άσκηση και τη θεοειδή προσευχή. Στις 20.7.1919 εκάρη μοναχός και από Αθανάσιος ονομάσθηκε Συμεών. Κατά την ώρα της κουράς του, λέγεται, πως οι καμπάνες της μονής σήμαιναν μόνες τους. Στη μονή συνάντησε ένα θείο του επίσκοπο, που τον βοήθησε πνευματικά. Το άθεο καθεστώς της επαναστάσεως του 1917 δίωξε σκληρά την Εκκλησία, τον κλήρο και τον ανθηρό μοναχισμό. Μαζί με άλλους μοναχούς της μονής του φυλακίσθηκε, ομολογώντας θαρρετά την πίστη του, σε μία ανήλια και υπόγεια φυλακή, υγρή και βρωμερή, απ’ όπου περνούσαν υπόνομοι. Υπέμεινε απτόητα κι ελπιδοφόρα, μεγάλες και φρικτές κακουχίες με άκρα εμπιστοσύνη στον Πανοικτίρμονα Θεό. Πολλοί αδελφοί του τελείωσαν μαρτυρικά τον βίο τους εκεί. Με τη δυνατή βοήθεια της Υπεραγίας Θεοτόκου, την οποία πάντοτε υπεραγαπούσε, γλύτωσε από βέβαιο θάνατο. Στις 8.9.1925 χειροτονήθηκε ιερεύς και ονομάσθηκε Γεώργιος. Λειτουργούσε με περισσή ευλάβεια στα γεωργιανά.
Σύντομα απέκτησε φήμη διακριτικού, διορατικού και προορατικού Γέροντος. Κόσμος πολύς πήγαινε από μακριά να γνωρίσει και να συμβουλευθεί τον ενάρετο, νεαρό ιερομόναχο Γεώργιο. Το 1923 από την Τυφλίδα μετέβη στο Σουχούμ. Στις συχνές θείες Λειτουργίες του μνημόνευε πλήθος ονομάτων. Στο ταπεινό κελλί του μελετούσε αδιάκοπα και προσευχόταν θερμά συνεχώς. Η ευαγγελική εγκράτεια, η διακριτική άσκηση, η καθημερινή αγρυπνία και η άκρα νηστεία είχαν μόνιμη θέση στην οσία βιοτή του. Οι θεόπνευστες και θεοκίνητες προφητείες του εκπληρώνονταν προς θαυμασμό πολλών. Όλοι τον πλησίαζαν ως ένα άγιο.
Το 1929 κατάφερε να έλθει στην αγαπητή του Ελλάδα. Εγκάρδια δοξάζει τον Πανάγαθο Θεό για τη σωτηρία του. Ο μαρτυρικός Πόντος, η μακρυνή Γεωργία και η ταραγμένη Ρωσία μένουν στη μνήμη του ως τόποι αγώνων, ασκήσεων, μαρτυρίων και θυσιών. Από τη Θεσσαλονίκη μετέβη στην Κατερίνη, στο Κιλκίς και κατέληξε εδώ, στη Σίψα της Δράμας το 1930. Οι κακουχίες της φυλακής, οι ταλαιπωρίες και οι στερήσεις τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν και να βαδίσει, ώστε τον σήκωναν στα χέρια, για να μετακινηθεί· στη Θεία Λειτουργία όμως δεν πατούσε στη γη…
Όλη η περιουσία του ήταν λίγα εκκλησιαστικά βιβλία στη γεωργιανή γλώσσα, απλά ιερατικά άμφια, λίγες εικόνες και μέρος των λειψάνων της αδελφής του Άννας. Κατά τον όσιο Εφραίμ τον Σύρο· “μοναχός ακτήμων, αετός υψιπέτης!”. Κόσμος πολύς άρχισε τότε να τον πλησιάζει τον μακάριο για να βοηθηθεί. Ο όντως φιλόθεος, ο πάντοτε φιλάγιος, ο μόνιμα φιλάδελφος και υπερβολικά φιλάνθρωπος πατήρ τελεί ακούραστα Παρακλήσεις, εξομολογεί συνεχώς και νουθετεί με περισσή αγάπη. Το 1938 κτίζει το μοναστηράκι της Αναλήψεως. Εδώ θα ιερουργεί κατανυκτικά, θα κηρύττει ταπεινά, θα εξομολογεί ακατάπαυστα, θα προλέγει τα δέοντα και θα θαυματουργεί μυστικά επί μία όλη εικοσαετία. Ο ιερός ναός και το λιτό του κελλί μετατράπησαν σε νέα κολυμβήθρα Σιλωάμ, προς θεραπεία πολλών ψυχικών και σωματικών ασθενειών πολλών.
Μετέβη προσκυνητής στη θεοβάδιστη Ιερουσαλήμ και το θεομητροσκέπαστο Άγιον Όρος, όπου συναντήθηκε με ιερές μορφές, που τον έπεισαν να μείνει εδώ, για να συνεχίσει το σωτηριώδες έργο του. Η παρουσία του ήταν θεόσταλτη και η μαρτυρία του σίγουρα θεοκίνητη. Το 1941, κατά ιδιαίτερα θαυμαστό τρόπο, σώθηκε από βέβαιο θάνατο από τους Βουλγάρους, που τον είχαν συλλάβει προς εκτέλεση. Όλη η ζωή του κύλησε μέσα σ’ ένα συνεχές θαύμα. Με την πρεσβεία του αγίου Νικολάου θεραπεύθηκε, ώστε να δύναται κάπως ν’ αυτοσυντηρείται. Το θαύμα δεν ξένιζε τον όσιο Γέροντα, ήταν εντελώς φυσική κατάσταση γι’ αυτόν, που είχε εναποθέσει πλήρως πάσα τη ζωή του στον Κύριο και Θεό του.
Πηγή: (Ομιλία στο τέλος του πανηγυρικού εσπερινού της πρώτης ετήσιας μνήμης τού οσίου Γεωργίου Καρσλίδη στην Ι. Μονή Αναλήψεως Σίψας (2008, α’ μέρος)), (Από το βιβλίο: (†) Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Ο Όσιος Γεώργιος της Δράμας. Έκδοσις Ι. Μ. Αναλήψεως του Σωτήρος, Ταξιάρχες (Σίψα) Δράμα 2016, σελ. 407), koinoniaorthodoxias.org, Η άλλη όψη
Ο ενάρετος ιερεύς
Ο Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυς, καταγόταν από την επαρχία της Νικοπόλεως. Αυτή βρισκόταν στην Μικρά Ασία. Ο Γεώργιος ήταν ιερεύς και διέπρεπε στην Νεάπολη κατά τον δέκατο όγδοο αιώνα, προ της Επαναστάσεως δηλ. του 1821. Εφημέρευε δε στην Εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η ζωή του ήταν ακηλίδωτη και άμεπτη. Εξυπηρετούσε με κάθε του πράξη το θείον θέλημα...
Τον σκοτώνουν οι Τούρκοι
Κατά το έτος 1797 οι Χριστιανοί του χωρίου Μαλακοπή παρεκάλεσαν τον σεβάσμιο ιερέα να τους επισκεφτεί και να ιερουργήσει σε κάποια μεγάλη τοπική γιορτή. Η Νεάπολης όπου έμενε ο ιερεύς απείχε, με τα τότε υπάρχοντα συγκοινωνιακά μέσα, έξη περίπου ώρες από την Μαλακοπή. Ο Νεαπολίτης ιερεύς Γεώργιος δέχθηκε με μεγάλη χαρά την πρόσκληση των ευσεβών Χριστιανών της Μαλακοπής. Ήθελε να ιερουργήσει ο σεβάσμιος Γέροντας και να τονώσει εκεί με λίγα άπλα λόγια την πίστη τους.
Επειδή ήταν γέροντας και καχεκτικός και επειδή η πορεία θα ήταν πολύωρη, χρήσιμο ποίησε σα συγκοινωνιακό μέσο ένα γαϊδουράκι. Πήρε ο άγιος Γέροντας τα απολύτως χρειαζούμενα, έκανε τον σταυρό του και ξεκίνησε. Στη διαδρομή του έψελνε τροπάρια και ύμνους της Ορθοδοξίας με μεγάλη ευχάριστη σι και πρωτοφανή ενθουσιασμό.
Ένοιωθε μέσα του μια όμορφη ανεξήγητη χαρά, μια προσδοκία μυστηριώδη...
Υμνολογώντας τον Κύριο δεν του φάνηκε διόλου ο δρόμος και να τώρα λίγο πιο κάτω αντίκριζε την Μαλακοπή. Ενώ όμως πλησίαζε το χωριό αυτό, σ' ένα μέρος πού λεγόταν Κόμπια — Ντερέ, δηλαδή ρεματιά, παρουσιάσθηκαν μπροστά του μερικοί Τούρκοι βοσκοί. Ήταν γεμάτοι ανεξήγητη αγριότητα. Με απερίγραπτη βαρβαρότητα και πρωτόγονο μίσος όρμησαν κατά του ασθενικού Γέροντος. Του πήραν και τα φτωχικά του ρούχα. Τον άφησαν γυμνό και νεκρό. Το βασανισμένο λείψανο του, το έριξαν πριν φύγουν μέσα σ’ ένα φαράγγι, πού βρισκόταν εκεί κοντά. Κατ’ αυτόν τον τρόπον, διά του μαρτυρικού τέλους, ο Άγιος Γεώργιος ο Νεαπολίτης, σφράγισε την ενάρετη ζωή του.
Πώς βρήκαν το άγιο Λείψανο
Οι κάτοικοι της Μαλακοπής, χωρίς να γνωρίζουν τα γεγονότα, περίμεναν τον Άγιο με αγωνία να τους λειτουργήσει, αλλά ματαίως. Ο Άγιος δεν φαινόταν. Πέρασαν τρεις και τέσσερες ημέρες γεμάτες αγωνία προσμονής, αλλά ο ιερεύς δεν φαινόταν να έρχεται Ανησύχησαν επίσης για την παρατεινομένη απουσία του και οι κάτοικοι της Νεαπόλεως.
Και στην μεγάλη αγωνία τους βγήκανε σε αναζήτηση του Αγίου.
Όταν όμως πληροφορήθηκαν από τούς κατοίκους της Μαλακοπής, ότι ο ιερεύς δεν είχε έλθει στο χωριό τους, έψαξαν όλον τον δρόμο, πού χρησιμοποίησε ο Γεώργιος.
Κατάπληκτοι σαν να τούς χτύπησε κεραυνός ένοιωσαν όλοι. Θρήνησαν και πένθησαν όταν τελικά βρήκαν το Άγιο λείψανο και την κεφαλήν του Αγίου στο φαράγγι. Αμέσως κατάλαβαν τί είχε συμβεί, και εννόησαν τον σκληρό μαρτυρικό θάνατο του Ιερέως τους. Με μεγάλη προσοχή τότε οι χριστιανοί, για να μη γίνουν αντιληπτοί από τούς Τούρκους, πήραν το λείψανο του Αγίου και το έθαψαν, κάτω από μια σεμνή και συγκινητική ατμόσφαιρα, στον τόπο, όπου το βρήκαν. Επάνω στον τάφο έβαλαν μια πλάκα με την λιγόλογη επιγραφή: «Ιερεύς Γεώργιος».
Η ανακομιδή του αγίου Λειψάνου
Πέρασε από τότε πολύς καιρός και το σώμα του Αγίου αναπαυόταν, εκεί όπου πρόχειρα είχε ταφή, η δε ψυχή του ηγάλλετο μετά των Αγγέλων και των Αγίων πλησίον του Κυρίου. Κάποια όμως νύχτα, παρουσιάστηκε ο Ιερομάρτυρας στον ύπνο μιας γυναίκας, χήρας, πού ήταν ευλαβής χριστιανή και της διηγήθηκε πόσα και τί μαρτύρια έπαθε στο δρόμο, από τούς εξαγριωμένους Τούρκους όταν πήγαινε στη Μαλακοπή.
Και τώρα της λέγει,
› Nα σηκωθείς και να πάς αμέσως στην Δημογεροντία, για να έρθουν να με βρουν στο γνωστό Κόμπια — Ντερέ, πλησίον της Μαλακοπής.
Η γυναίκα δεν έδωσε σημασία και προσοχή στο όνειρο, πού είδε.
Ξαναπαρουσιάσθηκε όμως ο Άγιος μετά από λίγες ημέρες.
› Γιατί δεν πήγες εκεί πού σε έστειλα;
της είπε έντονα.
Γεμάτη τότε τρόμο σηκώθηκε η ευλαβική γυναίκα και επήγε στο σπίτι ενός γνωστού της Δημογέροντα. Του διηγήθηκε ότι είδε και όσα της είπε ο Ιερομάρτυρας Γεώργιος.
Μόλις έμαθαν αυτό οι Νεαπολίτες, ήλθαν αμέσως με μεγάλη προθυμία, στο μέρος όπου τούς είχε υποδείξει ο Άγιος, διά της γυναικός εκείνης. Έσκαψαν τον πρόχειρο εκείνο τάφο και βρήκαν το τίμιο του Αγίου λείψανο άθικτο και άφθαρτο και γεμάτο θεία ευωδία!! Το προσκύνησαν με μεγάλη ευλάβεια, ιερά συγκίνηση και χαρά και το έβαλαν μέσα σε μια ξύλινη λάρνακα.
Το μετέφεραν κατόπιν στο σπίτι του ιερέως Νεοφύτου, σαν άγιο πλέον λείψανο. Μπροστά σ’ αυτό έκαιγε συνεχώς καντήλι, και πολλοί ερχόταν κάθε μέρα για να ψέλνουν παρακλήσεις και να παρακαλούν τον Άγιο. Πολλά θαύματα έγιναν σ’ αυτούς, πού ερχόταν με αληθινή πίστη, και ζητούσαν την βοήθειά του.
Πως μεταφέρθηκε το άγιο λείψανο του στην Ελλάδα
Ήλθε τέλος το έτος 1924. Τότε έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών και οι Έλληνες της Καπαδοκίας ετοιμάζονταν να αναχωρήσουν για την Ελλάδα. Ο καθένας έπαιρνε ότι πολύτιμο μπορούσε να μεταφέρει. Ο εφημέριος τού νου της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος, θεώρησε πρώτον καθήκον την μεταφορά του λειψάνου του Αγίου Γεωργίου. Μετά τον θάνατο του ιερέως Νεοφύτου, βρισκόταν στον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αυτός. Αφού πήραν, λοιπόν, το λείψανο με τα άλλα ιερά σκεύη, το μετέφεραν στην παραλία της Μυρσίνης και από εκεί μπήκαν σ' ένα ατμόπλοιο, για την Ελλάδα.
Όταν έφθασαν στην ελεύθερη Ελλάδα, παρέδωσαν το λείψανο στους Νεαπολίτες, οι οποίοι το τοποθέτησαν, σαν ιερό κειμήλιο, στον ιερό Ναό του Αγίου Ευσταθίου, στη συνοικία Νέα Νεάπολη Περισσού Αθηνών. Ευρίσκεται δεξιά της Σαφραμπόλεως και πάνω από τη Νέα Ιωνία.
Πολλά θαύματα εξακολουθούν να γίνονται έκτοτε συνεχώς σε πολλούς, πού με πίστη, προσέρχονται, για να ζητήσουν τη θαυματουργό δύναμη τού Αγίου.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΑΠΟΛΙΤΟΥ.
Ο Άγιος Γεώργιος ο Νεαπολίτης (3 Νοεμβρίου) του οποίου το σκήνωμα (άφθαρτο, εκτός της Αγίας Κάρας του που έχει αποκοπεί) φυλάσσεται στον Ι.Ν Αγίου Ευσταθίου Άνω Νέας Ιωνίας στην Αθήνα (μαζί με την αγία κάρα), έχει κάνει πολλά θαύματα:
1. Διαβάζουμε στη Βιογραφία του: "...Ανήσυχοι οι Νεαπολίτες (που περίμεναν να επιστρέψει ο άγιος από γειτονικό χωριό που είχε πάει και δεν επέστρεφε-τον είχαν σκοτώσει οι Τούρκοι) βγήκαν σε αναζήτησή του. Βρήκαν το άγιο σώμα του άψυχο στο δρόμο μεταξύ των δυο χωριών και την τίμια κεφαλή και θρηνώντας και κλαίγοντας για τον σκληρό θάνατο του ποιμένα τους τον κήδευαν επιτόπου βιαστικά, φοβούμενοι τη μανία των Αγαρηνών. Πάνω στον τάφο μια πέτρα έφερε την απλή επιγραφή : «Ιερεύς Γεώργιος»
Πέρασε έτσι αρκετός καιρός, όταν μια νύκτα ο άγιος ιερομάρτυς εμφανίζεται σε όραμα σε μια ευλαβή χήρα διηγούμενος τα όσα συνέβησαν και προτρέποντάς την να ενημερώσει τη Δημογεροντία, για να φροντίσουν να τον βρουν στην τοποθεσία όπου είχε ταφή. Η γυναίκα δεν έδωσε σημασία, όταν όμως έπειτα από λίγες μέρες το όνειρο επαναλήφθηκε, έντρομη έπραξε όσα της ζήτησε ο άγιος.
Δίχως αναβολή οι ευσεβείς Νεαπολίτες με επικεφαλής τον ιερέα τους, ονόματι Νεόφυτο, γιο του επίσης ιερέα Βασιλείου, συνεφημερίου του αγίου, σπεύδουν και ανασκάπτουν τον πρόχειρο εκείνο τάφο. Ω, του θαύματος! Το λείψανο του Αγίου υπάρχει σώο και ακέραιο διαχέοντας ουράνια ευωδιά και Χάρη! Αφού το προσκύνησαν με ευλάβεια και δέος, το τοποθέτησαν σε ξύλινη λάρνακα και το μετέφεραν στην οικία του π. Νεοφύτου όπου, κατά την επιθυμία του ίδιου του Αγίου, φυλασσόταν σε ένα κελί. Εκεί προσέρχονταν πάρα πολλοί, ντόπιοι και ξένοι, για να προσκυνήσουν τον Άγιο και να λάβουν αγιασμό από το σεπτό λείψανό του.
Αρχίζουν να τελούνται θαύματα. Ασθένειες και αναπηρίες θεραπεύονται, άτεκνοι αποκτούν παιδιά, ψυχικά νοσήματα εξαφανίζονται, ακόμη και για ανομβρία καταφεύγουν στον Άγιο οι Νεαπολίτες, για να δουν σε λίγη ώρα την ευλογημένη βροχή να πέφτει δυνατή. Όλοι ομολογούσαν πόσο θαυματουργός αναδείχτηκε ο Άγιος Γεώργιος!
Το 1924, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, αναχώρησαν και οι Έλληνες της Καππαδοκίας για την ελεύθερη Ελλάδα παίρνοντας ο καθένας μαζί του ό,τι θεωρούσε πολυτιμότερο. Ο τότε εφημέριος του Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος, θεωρώντας πρώτο του καθήκον την ασφαλή μεταφορά του θαυματουργού και άφθαρτου λειψάνου του Αγίου Γεωργίου, το μετέφερε από την παραλία της Μερσίνης με ατμόπλοιο στην Αττική. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού είχε μεγάλη θαλασσοταραχή, η οποία όμως κόπασε με θαύμα του Αγίου (Το θαύμα είναι πως επί κάποιες συνεχόμενες μέρες κάθε βράδυ εμφανιζόταν στο πλοίο ένας Ιερωμένος και θύμιαζε το χώρο που φυλασσόταν το σκήνωμα του Αγίου. Ο Κυβερνήτης νομίζοντας πως είναι ο πατήρ Ιγνάτιος του έκανε παρατηρήσεις να μην θυμιατίζει το βράδυ γιατί φοβόντουσαν οι ναύτες. Ο πατήρ Ιγνάτιος απάντησε - και έτσι ήταν-πως όλα αυτά τα βράδια κοιμόταν γιατί ήταν κουρασμένος από την ταλαιπωρία. Του είπε όμως πως στο πλοίο φυλασσόταν το λείψανο του Άγιου Γεωργίου του Νεαπολίτου οπότε και άναψαν καντήλι στο χώρο. Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού έγινε φοβερή θαλασσοταραχή κατά την οποία αναποδογύρισε το λείψανο του αγίου. Μόλις το έβαλαν στη θέση του, αμέσως η θάλασσα γαλήνεψε).
Στην Αττική το ιερό λείψανο παραδόθηκε στους Νεαπολίτες, οι οποίοι το τοποθέτησαν με ευλάβεια στον Ιερό Ναό του Αγίου Ευσταθίου στη Νέα Νεάπολη του Περισσού. Από τότε άπειρα είναι τα θαύματα και οι ιάσεις που ενεργεί ο Άγιος Γεώργιος σε όσους με πίστη επικαλούνται το όνομά του."
2. Νεωκόρος στην εκκλησία του αγίου Ευσταθίου μου είχε πει εμένα όταν τον ρώτησα για τον άγιο (το 2000) πως πρόσφατα τότε (ίσως και μέσα στο 2000) δικηγόρος που δεν είχε παιδιά ερχόταν κάθε μέρα στην εκκλησία και άναβε κάθε φορά μια λαμπάδα στον άγιο για να πετύχει το ποθούμενο, πράγμα που γρήγορα εκπληρώθηκε.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Βίον ἅγιον, ἐμφρόνως ἔχων, ἱερατεύσας, Θεῷ ὁσίως, θεοφόρε παμμάκαρ Γεώργιε· καὶ γεωργῶν τῆς ἀγάπης τὸ πλήρωμα, τὸ ἱερὸν ἀπετμήθης αὐχένα σου. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Θυσίαν Θεῷ προσφέρων τὴν ἀναίμακτον, ὡς ὢν ἱερεύς, τῆς χάριτος Γεώργιε, σεαυτὸν προσήγαγες, ὥσπερ θῦμα αὐτῷ καθαρώτατον· διὰ τοῦτο δεδόξασαι, σὺν Ὁσίων χορείαις, καὶ κλεινοῖς ἀθληταῖς.
Στα Ουαλικά το όνομα της είναι Gwenfrewi. Ήταν ανηψιά του μεγάλου αγίου Beuno του Θαυματουργού και ζούσε με τους γονείς της πιο ψηλά από την κοιλάδα που βρισκόταν το κελί του και το ψάθινο εκκλησάκι του, στο λόφο όπου τώρα στέκεται η εκκλησία.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Caradoc, γιος ενός τοπικού οπλαρχηγού ζήτησε να την απολαύσει καθώς κυνηγούσε και επιχείρησε να την αποπλανήσει. Εκείνη αντιστάθηκε στις ορέξεις του και έτρεξε προς το εκκλησάκι του θείου της για προστασία. Ο Caradoc την κυνήγησε και μέσα στο θυμό του της έκοψε το κεφάλι με το σπαθί του. Μία πηγή από νερό άρχισε να ρέει στο σημείο όπου έπεσε το κεφάλι της. Ο Άγιος Beuno επανατοποθέτησε το κεφάλι της και μέσα από θερμή προσευχή προς τον Σωτήρα επανήλθε στη ζωή.
Η Αγία Winefride άρχισε να ακολουθεί τη μοναστική ζωή κάτω από την πνευματική καθοδήγηση του Αγίου Eleri. Έμεινε με τον θείο της ώσπου αυτός μετακόμισε στην περιοχή Clynnog Fawr στη χερσόνησο Lleyn. Έπειτα αφού έμεινε για σύντομο διάστημα στο Bodfari και στο Henllan δίπλα στο Denbigh, η Αγία Winefride ταξίδεψε δυτικά προς τους λόφους ψηλά πάνω από την κοιλάδα Conwy και εκεί εγκατέστησε ένα μοναστήρι από μοναχές στο χωριό Gwytherin. Κοιμήθηκε σε σχετικά νεαρή ηλικία κατά το έτος 650 και οδηγήθηκε στο τόπο της ανάπαυσης της από τον Άγιο Eleri ο οποίος ήταν ο πρώτος που την εκπαίδευσε.
Τα λείψανα της αγίας μεταφέρθηκαν στο αβαείο των Βενεδικτίνων στο Shrewsbury το 1138, παρέμειναν εκεί ώσπου λεηλατήθηκαν και διασκορπίστηκαν κατά την Μεταρρύθμιση.
Μόνο ένα δάκτυλο διασώθηκε και αυτό το πολύτιμο λείψανο παρουσιάζεται για προσκύνηση σήμερα στη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία του Holywell (άγιο πηγάδι). Στο Gwytherin δεν έχει απομείνει κάτι να τη θυμίζει πέρα από την εκκλησία που είναι αφιερωμένη σε αυτή· το πέτρινο εκκλησάκι της κατεδαφίστηκε 300 χρόνια πριν. Η μεγάλη καμπάνα του, η οποία χρειαζόταν τέσσερις άντρες για να μπορέσουν να τη χτυπήσουν, διαλύθηκε σαν άχρηστο μέταλλο το 1730.
Στο Holywell θεωρούν ύψιστη αξία την ανάμνηση της Αγίας Winefride. Μέσα από τις μεσιτείες της, πολλά θαύματα έχουν συμβεί στο Holywell, το οποίο μπορεί να διεκδικήσει τον τίτλο του παλαιότερου προσκυνήματος στη Βρετανία. To 1416 o Henry o πέμπτος πήγε εκεί περπατώντας για να αποδώσει ευχαριστία για τη μεγάλη του νίκη στο Agincourt.
Οι επισκέψεις τον προσκυνητών δεν έχουν μειωθεί και θα ήταν καλό και εμείς να είμαστε μεταξύ τους. Για εμάς η Αγία Winefride συνδέεται με την Ορθόδοξη πίστη μαζί με τον Άγιο Alban τον πρωτομάρτυρα, με τον Δαβίδ και τον Beuno, με τον Cuthbert και τον Aidan, με τον Columba και τον Patrick- μαζί με όλους τους Ορθόδοξους Αγίους της αδιαίρετης Εκκλησίας της οποίας το φως φανερώθηκε στη γη μας.
Στην βάπτιση Του στον Ιορδάνη, ο Χριστός απολύτρωσε μία διαστρεβλωμένη και ανισόρροπη φυσική τάξη, μετατρέποντας το νερό σε ένα κανάλι από χάρη και θεραπεία. Ας είναι έτσι και για όλους εμάς που δεχόμαστε τον αγιασμό της Αγίας Του. Το εκκλησάκι που είναι αφιερωμένο σε αυτήν χτίστηκε με γενναιοδωρία της Margaret, κόμισσας του Richmond. Το εκκλησάκι είναι πλήρως επιπλωμένο και διακοσμημένο με εξαίρετα γλυπτά. Στο πηγάδι όπου βρίσκεται το αγιασμένο νερό της Αγίας, τα νερά ευλογούνται από τους Ορθοδόξους και όποιος επιθυμεί μπορεί να μπει μέσα στο νερό.
(Ακολουθεί το Αγγλικό κείμενο:
Winefride of Treffynon,
Feast day: November 3
Saint Winefride of Treffynon In Welsh her name is Gwenfrewi. She was the niece of the great Saint Beuno the Wonderworker and she lived with her parents higher up the valley from his cell and wattle chapel, on the hill where the parish church now stands. According to tradition, Caradoc the son of a local chieftain sought refreshment from her while out hunting and then attempted to seduce her. She repelled his advances and ran towards her uncle’s chapel for sanctuary.
Caradoc pursued her and in a rage struck off her head with his sword. A spring of water began to flow where her head fell. Saint Beuno replaced her head and, through fervent prayer to the Saviour, she was brought back to life.
Saint Winefride began to follow the monastic life, under the spiritual direction of Saint Eleri. She remained with her uncle until he moved to Clynnog Fawr on the Lleyn peninsula. Then, after staying briefly at Bodfari and Henllan near Denbigh, Saint Winefride travelled west to the hills high above the Conwy valley and there she established a monastery of nuns in the village of Gwytherin. She passed to her reward, still relatively young, in about the year 650 and she was laid to rest by Saint Eleri who had first professed her.
The saint’s relics were taken to the Benedictine abbey at Shrewsbury in 1138, remaining there until they were despoiled and scattered during the Reformation. Only one finger remained and this precious relic is today preserved and venerated in the Roman Catholic church in Holywell. At Gwytherin no memory of her remains, apart from the dedication of the church, for her stone chapel was demolished 300 years ago. Her great bell, which could only be tolled by four men, was broken up for scrap in 1730.
It is above all at Holywell that Saint Winefride is remembered. Through her intercessions, many miracles have been worked at the Holy Well, which can claim to be the oldest place of unbroken pilgrimage in Britain. In 1416 Henry V went there on foot from Shrewsbury to give thanks for his great victory at Agincourt. The visits of pilgrim have never ceased and we too shall be of their number. For us Saint Winefride is united in Orthodox faith with Alban our protomartyr, with David and Beuno, Cuthbert and Aidan, Columba and Patrick – with all the Holy Orthodox saints of the undivided Church whose light has shone in our land.
At His baptism in the Jordan, Christ redeemed a distorted and unbalanced natural order, transforming water into a channel of grace and healing. May it be so for us all as we receive the holy water of His saint.
The Troparion of Saint Winifride in Tone 4.
Suffering death for your virginity, O holy Winifride, through God’s mercy your body was made whole and restored to life. Thy healing grace flows in streams of living water. Pray to God for us, that our souls may be saved.
The Chapel and Well:
The chapel of Saint Winefride (1490‑1500) is a gem, with many interesting decorative carvings in the nave and sanctuary. It was built through the munificence of Margaret, Countess of Richmond, whose son ascended the throne as Henry VII after his victory at Bosworth Field. The chapel is bare of all furnishings except on our pilgrimage when the chapel is once again set up as an Orthodox church. The well is presently undergoing a major restoration by CADW and this year we will have to put up with the continuing presence of scaffolding within the well-house. The work does not prevent us from blessing the waters and, for those who wish to, entering the pool itself.
Source: «Winefride of Treffynon», Archdiocese of Thyateira & Great Britain)
Η αγία Γουίνιφρεντ για την αιώνια ζωή
Το μόνο που ευχόταν, έλεγε και προσευχόταν ήταν να μη την ενοχλήσει και την νικήσει ο πειρασμός στο τελευταίο της πέρασμα προς την αιωνιότητα, αλλά κάθε μέρα που περνά να αγαπά τον Χριστό όλο και περισσότερο. Τις τελευταίες ημέρες της ζωής της έλεγε στις μοναχές που ήταν γύρω της και θρηνούσαν:
«Μην αμφιβάλλετε, αγαπημένα μου παιδιά, ότι στον ουρανό, όπου με τη χάρη του Θεού πηγαίνω, θα κάνω περισσότερα για εσάς από αυτά που μπορώ να κάνω εδώ στη γη. Η υποσχόμενη από τον Χριστό χώρα, όπου μεταβαίνω, δεν είναι χώρα αγνώστων, αλλά ευλογημένος τόπος, όπου η κατανόηση των αναγκών των φίλων και αδελφών στη γη είναι μεγαλύτερη. Δύναμις δίνεται από τον Τριαδικό Θεό και χάρις στους κατοίκους της επουρανίου βασιλείας, για να βοηθούν τους εις την γη ζώντας και να στέλνουν πλούσιες χάρες με τις πρεσβείες τους.
Σας υπόσχομαι να κάνω αυτό στη βασιλεία των ουρανών, γι' αυτό μην είστε λυπημένες, σαν εκείνους που δεν έχουν ελπίδα, σαν τα παιδιά της γης, που πεθαίνουν μέσα στην αμαρτία και δεν έχουν άλλο παρά τον φόβο της κρίσεως, που γι' αυτούς ο θάνατος είναι μόνο ο εκτελεστής που τους σέρνει ανάμεσα από ένα συνωστισμό αποπνικτικό. Να θυμάστε ότι για τις αγνές ψυχές και καθαρές ο θάνατος είναι ένα θερμό αγκάλιασμα, προσκάλεσμα στον Νυμφίο Χριστό.»
Στις νεότερες μοναχές έλεγε:
«Να υπενθυμίσω ότι το σώμα, που είναι όμορφο εξωτερικά, είναι φυλακή της αθάνατης ψυχής σας. Κρατήστε το καθαρό και θυμηθείτε ότι οι καθαρές και αγνές ψυχές στο κρεβάτι του θανάτου λαμβάνουν εκατονταπλάσιες χαρές από τον Κύριο.»
(Από το βιβλίο της Κασσιανής Γ. Μαζαράκη, «Ορθόδοξη Βρετανική και Κελτική Εκκλησία», σελ. 494)
Πηγή: Προσκυνητής, Archdiocese of Thyateira & Great Britain, Ορθόδοξη Κελτική και Αγγλοσαξονική Εκκλησία
Οι άγιοι νεομάρτυρες Λάμπρος, Θεόδωρος και κάποιος του οποίου δεν γνωρίζουμε το όνομα κατάγονταν από την Πελοπόννησο και ήταν έμποροι στο επάγγελμα.
Παραμένοντας καιρό στα Γιάννενα για εμπορικούς λόγους είχαν μάθει να μιλούν και την αλβανική διάλεκτο. Κατά το 1786 μ.Χ. αποφάσισαν να επιστρέψουν στον Μωριά, στην πατρίδα τους. Ξεκίνησαν λοιπόν και φθάνοντας στο Βραχώρι (Αγρίνιο) είπαν να διανυκτερεύσουν εκεί. Στην είσοδο της πόλης στέκονταν οι φοροεισπράκτορες για τη συλλογή του κεφαλικού φόρου που πλήρωναν οι ρωμιοί. Οι τρεις έμποροι μηχανεύτηκαν να προσποιηθούν τους μουσουλμάνους, για να μη πληρώσουν φόρο. Έτσι περνώντας από το γιομπρούκι, τον χώρο που κάθονταν οι γιομπρουκτσήδες (φοροεισπράκτορες), τους χαιρέτησαν με τον μουσουλμανικό χαιρετισμό «σαλάμ αλέκουμ». Νομίζοντας οι φοροεισπράκτορες πως είναι μουσουλμάνοι αρβανίτες, τους άφησαν να περάσουν ελεύθερα. Αυτοί πήγαν σε κάποιο σπίτι να διανυκτερεύσουν για να συνεχίσουν πρωί πρωί την άλλη ημέρα για την πατρίδα τους. Οι Τούρκοι θέλοντας να δουν που κατέλυσαν οι ξένοι και να μάθουν και κανένα νέο από τα Γιάννενα έστειλαν κάποιο δικό τους στο σπίτι που έμεναν οι άγιοι. Εκείνος πλησιάζοντας στο σπίτι δεν χτύπησε αμέσως παρά στάθηκε απέξω ν’ αφουγκραστεί τι έλεγαν μέσα. Την ώρα εκείνη οι τρεις φιλοξενούμενοι έλεγαν στον νοικοκύρη ότι σήμερα μ’ ένα σαλάμ γλυτώσαμε τον φόρο.
Μόλις τ’ άκουσε ο τούρκος κατάλαβε πως είναι Χριστιανοί και χωρίς να μπει μέσα, έτρεξε αμέσως να το αναγγείλει σε αυτούς που τον είχαν στείλει. Ως θηρία ανήμερα τότε επέδραμαν οι ασεβείς, τους άρπαξαν και κυριολεκτικά σέρνοντάς τους, τους πήγαν στο δικαστήριο και είπαν στον δικαστή:
› Αυτοί οι τρεις άνθρωποι ενώ είναι ρωμιοί περνώντας σήμερα από το γιομπρούκι μας χαιρέτησαν με το σαλάμ αλέκουμ. Πρέπει λοιπόν ν’ ανακριθούν γιατί το είπαν αυτό το οποίο είναι χαρακτηριστικό των Τούρκων και όχι των Ρωμιών. Και αν μεν περιγέλασαν την πίστη πρέπει σύμφωνα με τον νόμο να τιμωρηθούν, αν δε αγάπησαν το ισλάμ να περιτμηθούν και να τιμηθούν.
Ο δικαστής τότε τους ρώτησε αν όλα αυτά αληθεύουν.
Οι άγιοι μάρτυρες του απάντησαν με ειλικρίνεια:
› ναι, είναι αλήθεια, ότι χαιρετίσαμε τούρκικα, για να μην πληρώσουμε τον φόρο, όχι όμως πως αγαπήσαμε το ισλάμ.
Ο κριτής τους απάντησε:
› λοιπόν τώρα πρέπει να γίνετε Τούρκοι δίχως άλλο και έτσι να γλυτώσετε τη ζωή σας, ειδεμή έχετε να βασανιστείτε και να θανατωθείτε.
Όταν τ’ άκουσαν αυτά οι άγιοι έδωσαν όπως έπρεπε την απάντηση στον δικαστή:
› Εμείς, ενδοξότατε αφέντη, είπαμε αυτόν τον λόγο για να γλυτώσουμε χρήματα, όμως το ν’ αρνηθούμε την πίστη μας είναι αδύνατον, κάνε μας ό,τι θέλεις.
Τότε ο δικαστής διέταξε να τους δείρουν αλύπητα και να τους κλείσουν στη φυλακή.
Εκεί στη φυλακή ο ένας παρηγορούσε τον άλλον.
Μάλιστα ο ένας ο οποίος ήταν και γραμματισμένος έλεγε,
› προσέχετε αδελφοί μου, μη δειλιάσει κανένας και χάσει αυτό το κελεπούρι που μας έτυχε. Λίγο θα υπομείνουμε και την αιώνια ζωή θα κερδίσουμε. Να μη λυπηθούμε ούτε συγγενείς, ούτε φίλους, ούτε την πρόσκαιρη πατρίδα αλλά να σταθούμε ανδρείοι στην πίστη του Χριστού, για να πάμε χαίροντες στην άλλη πατρίδα, όπου δεν έχει τέλος ποτέ.
Αφού έμειναν νηστικοί αρκετές ημέρες στη φυλακή τους έφεραν πάλι στον δικαστή, ο οποίος αφού τους ανέκρινε ξανά, διέταξε να τους ξυλοκοπήσουν και να τους γυρίσουν πάλι στη φυλακή.
Μετά από πέντε ημέρες τους οδήγησαν πίσω στο δικαστήριο, όπου ο μουσελίμης κι ο κατής συμφώνησαν και εξέδωσαν την καταδικαστική απόφαση.
Τους πήραν τότε οι δήμιοι και τον ένα τον κρέμασαν σ’ ένα πλάτανο κοντά στο τζαρσί (αγορά), τον άλλο έξω από τον Άγιο Δημήτριο και τον άλλο στην άκρη της πλατείας, εκεί όπου μπαίνει ο κεντρικός δρόμος μέσα στην πόλη.
Έτσι οι τρισόλβιοι μάρτυρες, χωρίς να το περιμένουν, έλαβαν τον στέφανο της αθλήσεως από τον αγωνοθέτη Κύριο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τριάδος ἰσάριθμοι τῆς ὑπερθέου σοφοί, ὑπάρχοντες ὤφθητε ἐν Βραχωρίῳ στεῤῥᾷ, ἀθλήσει φωτίζοντες, πάντας τοὺς ὡς ὁπλίτας τοῦ Χριστοῦ ὑμᾶς γνόντας, Λάμπρε σὺν Θεοδώρῳ καὶ ἑνὶ Ἄλλῳ πάλαι, καὶ νῦν ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρεσβεύσατε σωθῆναι ἡμᾶς.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τοὺς Βραχωρίου, βοηθοὺς καὶ ἀντιλήπτορας, τοὺς τῇ ἀθλήσει, αὐτῶν τοῦτο ἁγιάσαντας, πίστει ἅπαντες συνέλθωμεν ἐκβοῶντες· ὡς τυχόντες παῤῥησίας πρὸς τὸν Κύριον, ἐξ αἱρέσεων καὶ νόσων ἡμᾶς ῥύσασθε ἵνα κράζωμεν· θεῖοι Μάρτυρες χαίρετε.
Κάθισμα. Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, σὺν Βραχωρίῳ, Ἐκκλησία ἅπασα, μνήμην Μαρτύρων Σου Χριστέ, καὶ εὐφροσύνως κραυγάζει Σοι· σῶσον Οἰκτίρμον, τὸν κόσμον εὐχαῖς αὐτῶν.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελοι ἀοράτως ᾄδουσί σοι ἀπαύστως σὺν Μάρτυσι Χριστὲ Παντοκράτωρ. Καὶ νῦν ὡς Θεὸν Λόγον ἐπὶ γῆς τοὺς κηρύξαντάς Σε τὸν Χριστόν, Κύριε, ὁπλίτας Σου, ὑμνοῦμεν ἐκβοῶντες πρὸς αὐτοὺς τοιαῦτα·
Χαίρετε, δι’ ὧν ὁ Χριστὸς ἐκηρύχθη·
χαίρετε, δι’ ὧν ὁ ἐχθρὸς ἐπατήθη.
Χαίρετε, τὸν κόσμον τοῖς ἄθλοις φωτίσαντες·
χαίρετε, ἐν σκότει τὸν βελίαρ βυθίσαντες.
Χαίρετε, πάντων ἀπροσμάχητοι Ὀρθοδόξων οἱ φρουροί·
χαίρετε, πᾶσαν οἱ διώκοντες τῶν αἱρέσων ἀχλύν.
Χαίρετε, ὑπ’ ἀδίκων τῶν κριτῶν δικασθέντες·
χαίρετε, ὑπὸ δικαίου τοῦ Κριτοῦ οἱ στεφθέντες.
Χαίρετε, Χριστὸν τῇ ἀγχόνῃ δοξάσαντες·
χαίρετε, ἀεὶ μετ’ Αὐτοῦ συνδοξαζόμενοι.
Χαίρετε, κλεινοὶ Βραχωρίου προστάται·
χαίρετε, ταχινοὶ πασῶν νόσων διῶκται.
Θείοι Μάρτυρες χαίρετε.
Πηγή: Ελλήνων Εκκλησία
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...