
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Στις 24 Αυγούστου η αγία μας Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Νεομάρτυρος, Εθνομάρτυρος και Ισαποστόλου αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Μιας μεγάλης προσωπικότητας, η οποία σημάδεψε με την παρουσία της και τη δράση της την πορεία της Εκκλησίας και του Γένους μας, σε μια από τις δυσκολότερες φάσεις της ιστορικής τους πορείας. Αλλά στις δύστηνες μέρες που περνάμε, πάψαμε να ατενίζουμε ψηλά και να βλέπουμε τα φωτεινά ορόσημα, που μας οδήγησαν και που μας οδηγούν στην εκκλησιαστική και εθνική μας πορεία. Ένα τέτοιο φωτεινό ορόσημο, υπήρξε και ο άγιος Κοσμάς, τον οποίο θέσαμε (και αυτόν) στο περιθώριο, με αποτέλεσμα να απολέσουμε τελικά τον προορισμό μας και να περιπλανόμαστε σε αδιέξοδους ατραπούς. Πηγαίνοντας, όμως, κόντρα στη «λογική» αυτής της εξωφρενικής περιθωριοποίησης, εμείς θέλουμε να τους τιμούμε, και η μικρή αυτή εργασία μας, αυτό το σκοπό θέλει να εξυπηρετήσει. Η μικρή μας αυτή αναφορά στον άγιο Κοσμά, είναι ένα ελάχιστο δείγμα, ότι υπάρχουν και εκείνοι που τον τιμούν!
Έζησε, όπως είναι γνωστό, στον 18ο αιώνα (1714-1779), στην πιο κρίσιμη, για τους ιστορικούς, περίοδο της τουρκοκρατίας για το γένος μας και όλους τους άλλους υπόδουλους λαούς στους βάρβαρους ασιάτες Οθωμανούς. Ήταν η εποχή που άρχιζε η παρακμή της απάνθρωπης οθωμανικής αυτοκρατορίας, και για τούτο υπήρξε η πιο επικίνδυνη εποχή. Βλέποντας οι δυνάστες ότι κατέρρεαν, στήριξαν τις ελπίδες τους στην «αναγέννηση» του κράτους διά της κρατούσας θρησκείας. Πίστεψαν πως η θρησκευτική ομογενοποίηση θα αναγεννούσε το κράτος. Θεώρησαν ότι το Ισλάμ ήταν εκείνο που θα ένωνε τους υπηκόους και θα στερέωνε την «Υψηλή Πύλη», δηλαδή την οθωμανική εξουσία. Γι’ αυτό άρχισαν μεγάλης έκτασης εξισλαμισμοί, είτε άμεσα αναγκαστικοί, δια της βίας, είτε έμμεσα αναγκαστικοί, με τη χορήγηση προνομίων, στους μη μουσουλμάνους υπηκόους. Όσοι παρέμειναν στις θρησκευτικές τους πίστεις και δεν εξισλαμίζονταν υπέφεραν τα πάνδεινα, ακόμη και το μαρτύριο!
Χιλιάδες έτσι ορθόδοξοι χριστιανοί αρνούνταν την ορθόδοξη πίστη και ασπάζονταν το Ισλάμ. Ολόκληρες περιοχές εξισλαμίζονταν, όπως λ.χ. στη Βόρεια Ήπειρο (ολόκληρη τη σημερινή Αλβανία). Από αυτόν τον εξισλαμισμό προέκυψαν οι μουσουλμάνοι της σημερινής Αλβανίας και των άλλων βαλκανικών κρατών. Όλοι τους είναι εξισλαμισμένοι Χριστιανοί. Περιττό να αναφέρουμε, πως όσοι έλληνες εξισλαμίζονταν, έχαναν πάραυτα την εθνική τους συνείδηση, τούρκευαν, παρ’ όλο ότι μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, αν την μιλούσαν! Το σχέδιο του σαδιστή σουλτάνου Μουσταφά Δ΄ προέβλεπε τον βίαιο καθολικό εκπατρισμό των ελληνικών πληθυσμών και την μεταφορά τους στα βάθη της Ασίας και την εποίκηση της Ελλάδος με ασιάτες, αλλά ευτυχώς βοήθησε ο Θεός και το έργο του αγίου Κοσμά, και δεν εφαρμόστηκε, διότι θα χάνονταν για πάντα ο Ελληνισμός!
Αλλά ας δούμε επιγραμματικά το έργο του αγίου Κοσμά. Αφού έλαβε την πιο μεγάλη δυνατή μόρφωση για την εποχή του, αποσύρθηκε στην αρχή στο Άγιον Όρος για να μονάσει, στην Ιερά Μονή Φιλοθέου. Έμεινε εκεί ασκούμενος δεκαεπτά χρόνια. Αλλά δε μπορούσε να βρει ησυχία, διότι τον βασάνιζε ο πόνος και τα βάσανα των ορθοδόξων Ρωμιών, οι οποίοι στέναζαν κάτω από την τουρκική τυραννία. Ο εφιάλτης του εξισλαμισμού των αδελφών του, του τάραζε τον ύπνο. Γι’ αυτό πήρε τη μεγάλη απόφαση να παραμερίσει τη δική του μοναχική ησυχία και να σπεύσει σε βοήθεια των υπόδουλων ορθοδόξων. Είπε ο ίδιος σε μια διδαχή του: «Σιμά εις τα άλλα εύρον και τούτον τον λόγον οπού λέγει ο Χριστός μας, πως δεν πρέπει κανένας χριστιανός, άνδρας η γυναίκα, να φροντίζη δια τος εαυτόν του μόνον πως να σωθή, αλλά να φροντίζη και δια τούς αδελφούς του να μη κολασθούν.
Ακούωντας και εγώ, αδελφοί μου τούτον τον γλυκύτατον λόγον οπού λέγει ο Χριστός μας, να φροντίζωμεν και δια τούς αδελφούς μας, μ’ έτρωγεν εκείνος ο λόγος μέσα εις την καρδίαν τόσους χρόνους, ωσάν το σκουλήκι οπού τρώγει το ξύλον. Εσυμβουλεύθηκα τους πνευματικούς πατέρας και άφησα την ιδικήν μου προκοπήν κι εβγήκα να περιπατώ από τόπον εις τόπον και να διδάσκω τους αδελφούς μου.» (Διδαχή Α΄).
Πήρε λοιπόν τη μεγάλη απόφαση να αφήσει τη δική του ησυχία και να κατέβει στον κόσμο για να βοηθήσει τους αδελφούς του ορθοδόξους. Για να είναι νόμιμη η δράση του ζήτησε την ευλογία και την άδεια του τότε οικουμενικού πατριάρχη Σεραφείμ Β΄. Ως άλλος απόστολος Παύλος έκαμε τέσσερις μεγάλες περιοδείες σε όλη την Ελλάδα. Με την έγγραφη άδεια του πατριάρχη στον κόρφο του, ένα σκαμνάκι, το οποίο χρησιμοποιούσε ως άμβωνα και χωρίς άλλα εφόδια, γύριζε από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό, σε στεριές και νησιά για να κηρύξει το λόγο του Θεού, να εμψυχώσει τους υπόδουλους ραγιάδες και να δώσει ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά, προφητεύοντας στους απελπισμένους ραγιάδες πως «αυτός ο τόπος μια μέρα θα γίνει ρωμαίικο»!
Δεν είναι εύκολο ένα σύντομο άρθρο, σαν και τούτο, να εξαντλήσει το πολυσχιδές έργο του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και να παρουσιάσει πλήρως την πολύπλευρη προσωπικότητά του. Όμως θα προσπαθήσουμε επιγραμματικά να δώσουμε μια μικρή εικόνα, ικανή όμως να αποδείξει ότι ο άγιος και χαρισματικός αυτός άνδρας είναι όντως μια σπάνια φυσιογνωμία και το έργο του υπήρξε πρωτοπόρο και μοναδικό για την Εκκλησία και το Έθνος μας.
Ο άγιος Κοσμάς ήταν πρωτίστως ιεροκήρυκας. Κήρυττε την Ορθόδοξη διδασκαλία με ακρίβεια, όπως τη διδάσκει η Εκκλησία μας. Υπήρξε πατερική μορφή, εφάμιλλος των αγίων πατέρων της Εκκλησίας μας. Είχε απέραντη αγάπη για το Χριστό και μια μεγάλη φλόγα στην ψυχή του να Τον βάλει στις καρδιές των ακροατών του: «Ανίσως, αδελφοί μου, έλεγε, και ήτο δυνατόν να ανεβώ εις τον ουρανόν, να φωνάξω μίαν φωνήν μεγάλην, να κηρύξω εις όλον τον κόσμον , πως μόνος ο Χριστός μας είνε Υιός και Λόγος του Θεού, και Θεός αληθινός, και ζωή των πάντων, ήθελα να το κάμω τούτο το μικρόν, και περιπατώ από τόπον εις τόπον, και διδάσκω τούς αδελφούς μου το κατά δύναμιν, όχι ως διδάσκαλος, αλλ’ ως αδελφός· διδάσκαλος μόνον ο Χριστός μας είναι» (Διδαχή Α΄). Πιστεύει απόλυτα ότι ο Χριστός ίδρυσε μία Εκκλησία, και πως αυτή η Εκκλησία είναι η Ορθοδοξία, και πως έξω από αυτή βρίσκεται η πλάνη, το ψεύδος και η απώλεια της σωτηρίας. Το λέει ξεκάθαρα σε μία από τις σωζόμενες «Διδαχές» του: «Αυτήν την Παναγίαν Τριάδα ημείς οι ευσεβείς και ορθόδοξοι χριστιανοί δοξάζομεν και προσκυνούμεν· αυτός είναι ο αληθινός Θεός, και έξω από την Αγίαν Τριάδα όσοι λέγονται θεοί είναι δαίμονες…Εγώ εδιάβασα και περί ιερέων, και περί ασεβών, αιρετικών και αθέων· τα βάθη της σοφίας ηρεύνησα· όλαι αι πίστεις είναι ψεύτικες· τούτο εκατάλαβα αληθινόν, ότι μόνη η πίστις των ορθοδόξων χριστιανών είναι καλή και αγία, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τούτο σας λέγω τώρα εις το τέλος· να ευφραίνεσθε οπού είσθε ορθόδοξοι χριστιανοί, και να κλαίετε δια τους ασεβείς και αιρετικούς οπού περιπατούν εις το σκότος» (Διδαχή Α΄). Έβλεπε με πόνο ψυχής οι ορθόδοξοι Έλληνες να έχει νοθευθεί η πίστη τους από άλλες πίστεις και προλήψεις και μάτωνε η ψυχή του. Έβλεπε να μην υπάρχουν τα χρειαζούμενα για την τέλεση των Ιερών Μυστηρίων και ανησυχούσε. Κυρίως δεν υπήρχαν κολυμβήθρες και τα παιδιά δε βαπτίζονταν κανονικά και γι’ αυτό ζητούσε από τους πλούσιους να αγοράσουν κολυμβήθρες. Έτσι προμήθευσε πάνω από 4.000 κομμάτια σε εκκλησίες που δεν είχαν και άρχισαν να βαπτίζονται τα παιδία όπως έπρεπε.
Ο άγιος Κοσμάς ήταν φλογερός έλληνας πατριώτης. Η ανησυχία του για την τύχη του Γένους είναι έκδηλη στις «Διδαχές» του. Ως γνήσιος Ρωμιός, δηλαδή Ορθόδοξος Έλληνας, πίστευε στην άρρηκτη ενότητα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, ως δύο μεγέθη, που ένωσε η ιστορία, κατά θεία πρόνοια, για να πορεύονται στο χρόνο και να υπηρετούν τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του. Ο πύρινος λόγος του αφύπνιζε την κοιμισμένη εθνική συνείδηση των υποδούλων Ελλήνων. Τους θύμιζε το λαμπρό παρελθόν, αλλά και τους υποδείκνυε τη μακραίωνη σκλαβιά τους, την οποία απόδιδε στις αμαρτίες μας. Φυσικά δεν είχε κατά νου του την φράγκικη εθνικιστική αντίληψη περί του Έθνους, που έμελλε να ελευθερωθεί, αλλά στην Ρωμαίικη αυτοκρατορική του υπόσταση, όπως ήταν πριν την άλωση. Πρόσβλεπε σε ομοσπονδία των Ορθοδόξων λαών, όπως φυσικά είχε οραματισθεί και ο σύγχρονός του Ρήγας Φεραίος. Τα σύνορα του ελεύθερου Ρωμαίικου έπρεπε κατά τον άγιο Κοσμά να είναι αυτά του ένδοξου βασιλείου των Ρωμαίων, δηλαδή του Βυζαντίου. Δεν είναι τυχαία η προφητεία του, και η καταπληκτική επαλήθευσή της, περί της δημιουργίας του «ψευτορωμαίικου», δηλαδή του μικρού και αναιμικού εθνικιστικού κρατιδίου, εντελώς αντίθετου με τους οραματισμούς του μεγάλου άνδρα!
Ο άγιος Κοσμάς ήταν φωτισμένος νους ο ίδιος και φωτισμένους ήθελε τους ανθρώπους. Ήταν δάσκαλος και φωτιστής. Θεωρούσε ότι η φώτιση, η γνώση, η παιδεία και τα γράμματα είναι απαραίτητα εφόδια για την πνευματική προκοπή του ανθρώπου και για την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του. Έβλεπε την απίστευτη αμάθεια των υποδούλων Ελλήνων, οι οποίοι είχαν γίνει σαν άγρια θηρία, και μάτωνε η ψυχή του. Γι’ αυτό και ενέταξε στις περιοδείες του την ίδρυση σχολείων. «Έχετε σχολείον εδώ εις την χώραν σας να διαβάζουν τα παιδιά; -Δεν έχομεν, άγιε του Θεού. -Να μαζευθήτε όλοι να κάμετε ένα σχολείον καλόν, να βάλετε και επιτρόπους να το κυβερνούν, να βάνουν διδάσκαλον να μανθάνουν όλα τα παιδιά γράμματα, πλούσια και πτωχά. Διότι από το σχολείον μανθάνομεν τι είναι Θεός, τι είναι Αγία Τριάς, τι είναι Άγγελοι, δαίμονες, παράδεισος, κόλασις, αρετή, κακία· τι είναι ψυχή, σώμα κ.λ.π. Διότι χωρίς το σχολείον περιπατούμεν εις το σκότος· από το σχολείον ανοίγει το μοναστήριον. Αν δεν ήτο το σχολείον, που ήθελα μάθει εγώ να σας διδάσκω;» (Διδαχή Α΄). Θεωρούσε την αμορφωσιά ως ένα από τα χειρότερα κακά και γι’ αυτό προέτρεπε να σπουδάζουν όλα τα παιδιά, πλούσια και φτωχά, αγόρια και κορίτσια, χωρίς καμιά διάκριση. Έπειθε τους προύχοντες να χτίζουν σχολεία και να πληρώνουν τους δασκάλους. Έπειθε τις γυναίκες να δωρίζουν τα ακριβά στολίδια τους και με αυτά να κτίζονται σχολεία. Παρότρυνε τους ιερείς να λειτουργούν τους ναούς και σαν σχολεία. Έτσι ως το τέλος των περιοδειών του είχε ιδρύσει περισσότερα από χίλια στοιχειώδη σχολεία, περισσότερα από διακόσια μέσα και δέκα ανώτερα! Μόνος του κατορθώνει τα ακατόρθωτα. Έγραψε στον αδελφό του Χρύσανθο λίγο πριν το μαρτυρικό του θάνατο: «Έως τριάκοντα επαρχίας περιήλθον, δέκα σχολεία ελληνικά εποίησα, διακόσια διά κοινά γράμματα». Μια πραγματιστική πνευματική και εκπαιδευτική αναγέννηση συντελέστηκε στις μέρες του!
Ως χρήσιμο παιδευτικό εργαλείο και υπέρτατο εθνικό στοιχείο θεωρούσε την ελληνική γλώσσα, την ωραιότερη και ανώτερη γλώσσα του κόσμου. Έβλεπε με πόνο ψυχής χιλιάδες υπόδουλους Έλληνες να εγκαταλείπουν την ελληνική γλώσσα και μιλούν άλλες γλώσσες και ξένους προς αυτή, ιδιωματισμούς όπως τούρκικα, αρβανίτικα, βλάχικα κλπ. Θεωρούσε την ελληνική γλώσσα ως βασικό στοιχείο της εθνικής μας ιδιαιτερότητας και γι’ αυτό παρακινούσε να σπουδάζουν και να ομιλούν την ελληνική: «Και αν δεν εμάθετε οι πατέρες, να σπουδάζετε τα παιδιά σας, να μανθάνουν τα ελληνικά, διότι και η Εκκλησία μας είναι εις την ελληνικήν. Και αν δεν σπουδάσης τα ελληνικά, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα οπού ομολογεί η Εκκλησία μας. Καλύτερον, αδελφέ μου, να έχης ελληνικόν σχολείον εις την χώραν σου, παρά να έχης βρύσες και ποτάμια· και ωσάν μάθης το παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται άνθρωπος. Το σχολείον ανοίγει τας εκκλησίας· το σχολείον ανοίγει τα μοναστήρια» (Διδαχή Ε΄). Βρήκε έναν πολύ πρόσφορο τρόπο να εδραιώσει την ελληνική γλώσσα στους ελληνικούς πληθυσμούς, όρκιζε τους ακροατές των κηρυγμάτων του δημόσια να εγκαταλείψουν τις άλλες γλώσσες και να μιλούν στα σπίτια τους πλέον ελληνικά!
Το κήρυγμά του είχε έντονο και το κοινωνικό στοιχείο. Οι υπόδουλοι Έλληνες είχαν εξαχρειωθεί και ως προς τα ήθη τους. Έγιναν σαν τα άγρια θηρία. Ζώντας αιώνες με τους βαρβάρους και αλλοθρήσκους έγιναν μιμητές τους στην κακία, την ανηθικότητα και την αδικία. Ρωτούσε όπου πήγαινε: «Εδώ, χριστιανοί μου, πως πηγαίνετε; Έχετε την αγάπην ανάμεσόν σας; Ανίσως και θέλετε να σωθήτε, κανένα άλλο πράγμα να μη ζητήσετε εδώ εις τον κόσμον από την αγάπην… Καλότυχος εκείνος ο άνθρωπος οπού αξιώθηκε και έλαβεν εις την καρδίαν του αυτάς τας δύο αγάπας, εις τον Θεόν, και εις τούς αδελφούς του» (Διδαχή Α΄). Ήταν κήρυκας της γνήσιας χριστιανικής αγάπης προς όλους, ακόμα και τους εχθρούς: «ημείς ευσεβείς χριστιανοί πρέπει να αγαπώμεν τούς εχθρούς μας και να τούς συγχωρώμεν· να τούς τρέφωμεν, να τούς ποτίζωμεν, να παρακαλούμεν τον Θεόν δια την ψυχήν των, και τότε να λέγωμεν εις τον Θεόν: Θεέ μου, σε παρακαλώ να με συγχωρήσης καθώς και εγώ συγχωρώ τούς εχθρούς μου. Ει δε και δεν συγχωρήσωμεν τούς εχθρούς μας, και το αίμά μας να χύσωμεν δια την αγάπην του Χριστού, εις την κόλασιν πηγαίνομεν… αδελφοί μου, όσοι αδικήσατε Χριστιανούς η Εβραίους η Τούρκους, να δώσητε το άδικον οπίσω , διότι είναι κατηραμένον και δεν βλέπετε καμμίαν προκοπήν. Εκείνα τα άδικα τα τρώγετε δια να ζήτε· και εκείνα σας θανατώνουν, και ο Θεός σας βάνει εις την κόλασιν» (Διδαχή Δ΄).
Η κοινωνική αδικία και η εκμετάλλευση ήταν συνηθισμένα φαινόμενα σε όλη την Ελλάδα. Ο άγιος Κοσμάς δεν παρέλειπε να κατακεραυνώνει την κοινωνική αδικία. Τόνιζε συχνά: «Εκείνο, το οποίον δεν θέλεις να σου κάμη άλλος, μη το κάμνεις και συ εις άλλον. Καθώς δεν θέλεις να σε κλέψουν οι άλλοι, έτσι και συ να μη κλέπτης, να μη φονεύης τούς άλλους» (Διδαχή Γ΄). Συμβούλευε με έμφαση: «Οι προεστοί οπού είσθε εις χωρία, αν θέλετε να σωθήτε, πρέπει να αγαπάτε όλους τούς χριστιανούς καθώς και τα παιδιά σας, και να ρίχνετε τα χρέη κατά δύναμιν εκάστου, και να μη κάμνετε φιλοπροσωπείαν. Ομοίως και σεις οι κατώτεροι να τιμάτε τούς μεγαλυτέρους σας. Οι άνδρες ν’ αγαπάτε τας γυναίκας σας· και αν η γυναίκα σου είναι κακή και την υπομένης και την συμβουλεύης, έχεις μισθόν από τον Θεόν. Ομοίως και αι γυναίκες να αγαπάτε και να υποτάσσεσθε εις τούς άνδρας, διότι με την υπομονήν και υπακοήν εις το καλόν έχετε μισθόν εις την ψυχήν σας. Και αν έχη και κανένα σφάλμα, να το παραβλέπετε, διότι ο άνδρας έχεις περισσοτέρας φροντίδας από την γυναίκα. Λοιπόν πρέπει αμφότεροι ν’ αγαπάτε αλλήλους. Ομοίως και τα τέκνα να τιμάτε και να σέβεσθε τούς γονείς σας, διότι όστις δεν τιμά και δεν υπακούει τούς γονείς του εις το καλόν, κολάζεται» (Διδαχή Γ΄). Πήγαινε μέχρι τα λημέρια των ληστών και έκανε διάλογο μαζί τους και συχνά τους έπειθε να εγκαταλείψουν τη ληστεία. Ζητούσε από τους πλούσιους να υιοθετούν από ένα ή δύο ορφανά παιδιά, να τα κάνουν ψυχοπαίδια τους και έτσι έσωσε χιλιάδες ορφανά παιδιά από τον αφανισμό. Κατάφερνε και αποσπούσε από τα χαρέμια των τούρκων τα αρπαγμένα κορίτσια, αλλά απέτρεπε και χριστιανούς να τα δίνουν με τη θέλησή τους πολλές φορές. Συμβούλευε τους ιερείς να κάνουν στο ακέραιο το ποιμαντικό τους καθήκον: «σας παρακαλώ, άγιοι ιερείς, και σας παραγγέλλω να φροντίσητε δια τούς κοσμικούς όπως να σωθώσι και εκείνοι και σεις. Ομοίως πάλιν οι κοσμικοί να τιμάτε τούς ιερείς σας» (Διδαχή Γ΄).
Στηλίτευε με ιδιαίτερα έντονο τρόπο τους εμπόρους της εποχής εκείνης, οι οποίοι, όπως σε κάθε εποχή, ήταν ο εφιάλτης των φτωχών. Συμβούλευε να είναι τίμιοι και να ζυγίζουν τα αγαθά σωστά. Αντιτάχτηκε κατά των κυριακάτικων παζαριών, τα οποία εμπόδιζαν τους χριστιανούς να εκκλησιάζονται και καταλύουν την αγία Κυριακή. Αλλά, όμως, το εμπόριο ήταν στα χέρια κυρίως των Εβραίων, οι οποίοι έβαλαν ως στόχο τους τον άγιο Κοσμά. Προέτρεπε τους χριστιανούς να κάνουν τα παζάρια τους το Σάββατο, που ήταν ημέρα αυστηρής αργίας για τους Εβραίους. Έλεγε συχνά: «Και η ευγενία σας πως σας βαστά η καρδία να κάνετε πραγματείας με τούς Εβραίους;
Εκείνος οπού συναναστρέφεται με τούς Εβραίους, αγοράζει και πωλεί, τι φανερώνει; Φανερώνει και λέγει, πως καλά έκαμαν οι Εβραίοι και εθανάτωσαν τούς προφήτας και όλους τούς διδασκάλους και όλους τούς καλούς» (Διδαχή Δ΄).
Ο άγιος Κοσμάς υπήρξε συν τοις άλλοις και προφήτης. Στις διάφορες περιοδείες του έδινε προβλέψεις για πολλά πράγματα, τα οποία έχουν πραγματοποιηθεί με καταπληκτική ακρίβεια. Εντύπωση προκαλούν οι προφητείες του για την τμηματική απελευθέρωση της Ελλάδος, για τις σύγχρονες τεχνολογικές ανακαλύψεις και για την ηθική κατάπτωση των έσχατων καιρών.
Ο άγιος Κοσμάς ήταν για τους υπόδουλος Έλληνες, ο αγιασμένος και αποσταλμένος από το Θεό άνθρωπος να τους στηρίξει και να τους σώσει στις δύσκολες εκείνες ημέρες. Αλλά σεβαστός υπήρξε και για πολλούς μουσουλμάνους, όπως τον διαβόητο κατόπιν Αλή Πασά των Ιωαννίνων, του οποίου είχε προφητέψει ο άγιος με ακρίβεια την κατοπινή του πορεία. Ο ίδιος ο άγιος έλεγε: «Χίλιοι Τούρκοι μ’ αγαπούν, κι ένας όχι και τόσο. Χίλιοι Εβραίοι με μισούν κι ένας όχι και τόσο». Έτσι δεν είχε μόνο φίλους, αλλά και ορκισμένους εχθρούς. Τους μουσουλμάνους, αφ’ ενός, διότι είχε ανακόψει το κίνημα του εξισλαμισμού. Στα μέρη που είχε κηρύξει, έπαψαν ολωσδιόλου οι εξισλαμισμοί. Αφ’ ετέρου τους αδίστακτους εμπόρους, οι οποίοι θίγονταν από το κήρυγμά του περί δικαιοσύνης και για την απαγόρευση των κυριακάτικων παζαριών. Αυτοί ήθελαν τον θάνατό του. Γράφει ο αείμνηστος Κώστας Σαρδελής: «Οι κατάσκοποι των Βενετών, των Ρώσων, των Τούρκων τον παρακολουθούν. Οι Εβραίοι ενεργούν με πάθος για την εξόντωσή του στον Κουρτ – πασά του Μπερατιού. Ο λόγος; Με τη δράση του σταμάτησε την ανθελληνική δραστηριότητα, περιόρισε την άγρια οικονομική εκμετάλλευση, επανέφερε την αργία της Κυριακής. 20.000 γρόσια πρόσφεραν στον πασά, που τον σέβονταν και τον εκτιμούσε, να φονεύσει τον Πατροκοσμά». Η τελευταία του περιοδεία ήταν στη μαρτυρική Βόρειο Ήπειρο. Ως προφήτης γνώριζε ότι αυτή ήταν και η τελευταία του. «Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν» ψιθύριζε καθώς βάδιζε το δρόμο του μαρτυρίου. Ο πασάς του Βερατίου Κούρτ, έδωσε την άδεια να θανατωθεί δια αγχόνης στις 24 Αυγούστου του 1779 κοντά το χωριό Κολικόντασι. Το σώμα του το έριξαν οι δήμιοι στον ποταμό Άψο για να χαθεί και να μην το βρουν οι Χριστιανοί. Όμως ένας τολμηρός ιερέας της περιοχής, ονόματι Μάρκος, ερεύνησε το ποτάμι και βρήκε το τίμιο λείψανο και το έθαψε με μεγάλες τιμές. Σήμερα τα ιερά του λείψανα αναπαύονται σε μοναστήρι στη μαρτυρική και αλύτρωτη Βόρειο Ήπειρο.
Αλλά και με το θάνατό του ο άγιος Κοσμάς προσέφερε υπηρεσία στο Γένος μας. Ο μαρτυρικός του θάνατος επισφράγισε και επιβεβαίωσε την ορθότητα της διδασκαλίας του και την ανεκτίμητη σημασία του έργου του. Προστέθηκε στη χωρία των μυριάδων Μαρτύρων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι επιβεβαίωσαν και επισφράγισαν το έργο τους με το αίμα τους. Ο Κώστας Σαρδελής αυτό ακριβώς θέλει να τονίσει για το μαρτύριο του αγίου Κοσμά: «Ο θάνατός του σφράγισε το λόγο όπου έσπειρε στις αποκαμωμένες ψυχές των σκλάβων. Κι ο σπόρος έπιασε τόπο και φύτρωσε κι έδωσε καρπούς. Και θέρισε το γένος την ελευθερία του και την αναγέννηση των αιώνιων αξιών του ανθρώπου». Ο μαρτυρικός του θάνατος έγινε σύμβολο ελπίδας και νίκης για τους υπόδουλους Έλληνες. Οι κατοπινοί αγωνιστές ορμούσαν στη μάχη τραγουδώντας το γνωστό δίστιχο: «βοήθα μας Αη -Γιώργη και συ Άγιε Κοσμά, να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά-Σοφιά», ως πολεμικό εφαλτήριο σάλπισμα! Δεν είναι λίγοι άλλωστε οι σοβαροί μελετητές, οι οποίοι διερωτούνται για το ποια θα ήταν η ροή των γεγονότων και ποια πορεία και εξέλιξη θα είχε η εθνική μας υπόθεση, αν η Θεία Πρόνοια δεν εμφάνιζε τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό στη συγκεκριμένη κρίσιμη εκείνη περίοδο, να δράσει στην πατρίδα μας και να προσφέρει αυτές τις ανεκτίμητες υπηρεσίες του στο υπόδουλο Γένος μας!
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ανήκει αναμφίβολα στις μεγάλες διαχρονικές μορφές του Έθνους και της Εκκλησίας μας. Η μεν Εκκλησία μας τον τιμά δεόντως, αν και Καθυστερημένα, τον ανακήρυξε άγιο, ύστερα από διακόσια χρόνια, όταν ο λαός τον τιμούσε ως άγιο ενώ ακόμη ζούσε. Το Έθνος μας όμως ελάχιστη, έως μηδαμινή τιμή του αποδίδει. Ελάχιστοι ανδριάντες του έχουν στηθεί και αυτοί από την Εκκλησία, ή από ευσεβείς ιδιώτες. Τα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα απαξιούν να τους στήσουν ανδριάντες, ως όφειλαν, στις εισόδους τους για να θυμίζουν τους τιτάνιους αγώνες του για την παιδεία στα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας. Δυστυχώς, δεν υπάρχει σχολείο που να υπάρχει προτομή του. Προτομές στήνουν μόνο στους «άκαπνους» «διαφωτιστές», τύπου Κοραή, όπου παρακολουθούσαν από τις εφημερίδες της Ευρώπης τον Ιερό Αγώνα του Έθνους, και μετά την απελευθέρωση «κόπιασαν» για να μας μεταφέρουν τα πνευματικά σκουπίδια της Ευρώπης! Αλλά υπάρχουν και χειρότερα: τα σχολικά βιβλία περιδιαβαίνουν τον άγιο Κοσμά με επιγραμματικές αναφορές, σαν να ήταν ένας τυχαίος. Απαξιούν να του προσδώσουν την ύψιστη ιδιότητα του αγίου και τον αποκαλούν απλώς «Κοσμά»! Αλλά υπάρχουν και αθλιότερα: κάποιοι «διαβασμένοι», όπως έλεγε και ο ίδιος, συχνά κρατικοδίαιτοι, τον βρίζουν, ως δήθεν σκοταδιστή και ανθέλληνα! Και ξέρετε γιατί; Επειδή ήταν ορθόδοξος. Επειδή μιλούσε για Ορθόδοξη Ελλάδα και για ορθόδοξους Έλληνες! Επειδή είχε στο νουν του το όραμα της Ρωμηοσύνης, δηλαδή του παγκόσμιου και πανανθρώπινου ελληνορθόδοξου ιδεώδους και όχι της μιοκροεθνικιστικής κρατικής οντότητας της Ελλάδος, που επιθυμούσαν και μας επέβαλαν οι δυτικοί! Επειδή ήθελε την Ελλάδα και τους Έλληνες να διαπνέονται από την ανόθευτη Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη και όχι από τα άθεα γράμματα των αθέων, εμπαθών και μικρόψυχων ευρωπαίων «διαφωτιστών». Επειδή τόνιζε με σθένος όπου πήγαινε: «Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ο κόσμος να πέση, δεν ημπορεί να σας τα πάρη, εκτός και τα δώσετε με το θέλημά σας. Αυτά τα δύο να τα φυλάγετε, να μη τα χάσετε» (Διδαχή Δ΄)! Γι’ αυτούς τους λόγους ο μεγάλος αυτός άνδρας δεν τιμάται, βρίσκεται στο περιθώριο και υβρίζεται! Αλλά ας γνωρίζουν όλοι αυτοί πως μπορούν να λερώνουν εξωτερικά το χρυσό, αλλά δεν μπορούν να προσβάλλουν την αξία του! Μπορούν να βρίζουν αυτόν τον πνευματικό γίγαντα, αλλά δε μπορούν να τον αποκαθηλώσουν από την εθνική μας συνείδηση!
Όπως γράψαμε στην αρχή του άρθρου, θέσαμε στο περιθώριο τους πνευματικούς μας οδοδείκτες, και γι’ αυτό βαδίζουμε χωρίς προσανατολισμό την προσωπική και κοινωνική μας πορεία. Γι’ αυτό βιώνουμε την χειρότερη πολύπλευρη κρίση της ιστορικής μας ύπαρξης και δεν έχουμε τουλάχιστον την στοιχειώδη αυτοσυνειδησία να αναλογισθούμε τις αιτίες που μας οδήγησαν στο ναδίρ της κατάπτωσής μας. Ο απίστευτος ατομικός και κοινωνικός μας αμοραλισμός δε μας αφήνει να δούμε και να συνειδητοποιήσουμε την αιτία όλων των σύγχρονων κακοδαιμονιών μας, που είναι η αποκοπή μας από τις ζωογόνες αρτηρίες της φυλής μας, από τη βίωση των προαιώνιων και διαχρονικών αξιών μας. Μας χρειάζεται, αναμφίβολα, ένας σύγχρονος άγιος Κοσμάς, για να μας συνεφέρει από την πνευματική μας αφασία, να μας ξαναενώσει με τις αξίες της ελληνορθόδοξης παράδοσής μας και να μας δείξει και πάλι το δρόμο, μέσω του οποίου θα βγούμε από το θανατερό μας τέλμα!
Πηγή: Ακτίνες
Ἐν Δελβινακίῳ τῇ 16ῃ Αὐγούστου 2014
Ἀριθ. Πρωτ. 47
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 174η
ΘΕΜΑ: «Ἀγρίανε τὸ Γένος μας» (Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός)
Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
Ἔχουν περάσει περισσότερα ἀπὸ διακόσια (200) χρόνια ἀπὸ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἐθνοϊερομάρτυρος καὶ Ἰσαποστόλου Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Παρὰ ταῦτα ἡ μνήμη του, οἱ Διδαχές του, οἱ προφητεῖες καὶ οἱ ὁμιλίες του ὅλο καὶ πιὸ πολὺ ζοῦν στὴν μνήμη καὶ στὴν ψυχὴ τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ἔζησε καὶ ἔδρασε σὲ δύσκολους καιροὺς καὶ σὲ χρόνια δίσεκτα, ὅταν ὁ Τοῦρκος κυριαρχοῦσε στὰ Βαλκάνια. Ἡ καταπίεση τῶν χριστιανῶν, μεγάλη, κυρίως μὲ τὶς βαρειὲς φορολογίες. Γι' αὐτό, καὶ ἀρκετοὶ χριστιανοί, μὴ ἀντέχοντας αὐτὴν τὴν τυραννία, ἀλλαξοπιστοῦσαν καὶ γινόντουσαν μουσουλμᾶνοι, γιὰ νὰ περισώσουν τὴν περιουσία τους καί, κάποτε, καὶ τὴν ζωή τους.
-Β-
Τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων ἦταν βυθισμένο στὴν ἀμάθεια. Τὰ ἤθη εἶχαν πολὺ χαλαρώσει. Καὶ ἡ κοινωνία ἔδινε τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶχε γίνει ἕνας τόπος, ὅπου κυριαρχοῦσε ἡ κακία, ἡ ἀγριότητα καὶ ἡ βία. Γι' αὐτό, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἔλεγε συχνὰ κι' ἐπαναλάμβανε : "Ἀγρίανε τὸ Γένος μας". Δηλαδὴ ἀγρίεψε τὸ Γένος μας. Ξέφυγε ἀπ' τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ και δουλεύει στὰ πάθη τῆς ἁμαρτίας, τὰ ὁποῖα ἀπομακρύνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν εὐαγγελικὸ νόμο καὶ τὸν ἐξαγριώνουν. Ἔτσι, σὲ κάποια χωριά, πάντως ὄχι πολλά, δὲν τὸν δέχονταν τὸν Ἅγιο καὶ μᾶλλον τὸν ἔδιωχναν, φοβούμενοι ἴσως τοὺς Τούρκους, μὲ τοὺς ὁποίους ἤθελαν νὰ τἄχουν καλά. Γιὰ παράδειγμα, σὲ κάποιο χωριὸ μὲ ἀνάλογη συμπεριφορά, εἶπε στοὺς κατοίκους νὰ φορᾶτε πάντοτε τσόκαρα ! Καὶ σὲ ἄλλο, ὅπου οἱ χριστιανοὶ περιφρόνησαν τὴν πρόσκλησή του, ρώτησε : Πόσοι μένουν ἐδῶ ; Ὅταν τοῦ εἶπαν ἕνα ἀριθμό, ἀποκρίθηκε : Τόσοι νὰ μείνετε καὶ νὰ μὴν αὐξηθῆτε. Τέλος - γιὰ νὰ παραλείψουμε ἄλλα παραδείγματα - σ' ἕνα χωριό, ὅπου τὸν κυνήγησαν οἱ χριστιανοί, προφήτευσε ὅτι πολλὰ δεινὰ θὰ ὑποστοῦν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὅπως καὶ ἔγινε.
-Γ-
Πράγματι, εἶχε ἀγριέψει τὸ Γένος μας ἐκεῖνα τὰ χρόνια. Καὶ χρειάστηκε νὰ περιοδεύσῃ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἴκοσι (20) σχεδὸν χρόνια, διδάσκοντας τὸν λαό, ὥστε νὰ ξαναβρῇ τὸν δρόμο τῆς
ἀρετῆς. Εἴκοσι χρόνια, μὲ ὑποτυπώδεις δρόμους, μὲ κινδύνους ἀπὸ Τούρκους καὶ ληστές, μὲ λιοπύρια, μὲ βροχὲς καὶ χιόνια καὶ φουσκωμένα καὶ ἀγριεμένα ποτάμια, εἶναι πραγματικὰ ἕνας ἆθλος. Γιατί, βέβαια, δὲν διέθετε μέσα μεταφορᾶς, οὔτε ... τηλέφωνα, οὔτε εὕρισκε ξενοδοχεῖα ὕπνου καὶ φαγητοῦ, ἀλλὰ περπατῶντας συνεχῶς καὶ πηγαίνοντας ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό, πότε ἐδῶ καὶ πότε ἐκεῖ, προσπαθοῦσε νὰ ἡμερέψῃ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ τὸν Τοῦρκο, τὴν φτώχεια καὶ τὴν κακομοιριά. Καί, τελικά, φαίνεται ὅτι τὸ πέτυχε, μὲ τὴν χάρη, βέβαια τοῦ Θεοῦ.
-Δ-
Μετὰ ἀπὸ λίγες δεκαετίες ἀπὸ τὸ μαρτυρικό του τέλος, ἡ Ἑλλάδα κατάφερε νὰ ἐλευθερώσῃ τὴν Πελοπόννησο, τὴν Στερεὰ καὶ τὶς Κυκλάδες νήσους. Ἀργότερα, σ' αὐτὸ τὸ μικρὸ κράτος προστέθηκαν ἡ Θεσσαλία, ἡ Ἄρτα καὶ τὰ Ἰόνια νησιά, ἐνῷ κατὰ τὸν πόλεμο τοῦ 1912-13 μέχρι καὶ τὸ 1920, ἡ Κρήτη, ἡ Σάμος, ὅλα τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου, ἡ Θράκη, ἡ Μακεδονία καὶ ἡ Ἤπειρος ἐνσωματώθηκαν στὸν ἐθνικὸ κορμό. Καὶ σήμερα, ἡ Πατρίδα μας εἶναι ἰσότιμο μέλος στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση καὶ στὸν Ὀργανισμὸ Ἡνωμένων Ἐθνῶν. Παρὰ ταῦτα ὅμως, ἄν ξαναρχόταν σήμερα ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς θὰ ξανάλεγε ὅτι «ἀγρίανε τὸ Γένος μας». Γιατί, πράγματι, βλέπουμε μιὰ ἐκτροπὴ τῆς κοινωνίας μας πρὸς τὴν λεηλασία τοῦ δημοσίου χρήματος, πρὸς τὴν βία, τὸ ἔγκλημα καί, γενικῶς, σὲ παραβατικὲς συμπεριφορές, ποὺ προκαλοῦν μεγάλη ἀνησυχία καὶ ἀβεβαιότητα γιὰ τὸ μέλλον αὐτοῦ τοῦ Τόπου.
-Ε-
Εἶναι, ἑπομένως, ἀνάγκη νὰ ξανακούσουμε τὴν φωνὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ νὰ μᾶς καλῇ σὲ μετάνοια. Αὐτό, ἀκριβῶς, θὰ μᾶς ὑπενθυμίση καὶ ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης του στὴν Κόνιτσα, ὅπου καὶ ὁ περικαλλὴς Ναός του. Ἔτσι, τὴν παραμονή, Σάββατο, 23 Αὐγούστου 2014 στὶς 7 μ.μ. θὰ ψαλῆ Μέγας Ἀρχιερατικὸς Ἑσπερινὸς καὶ θὰ ἐπακολουθήσῃ ἡ λιτάνευση τῆς Εἰκόνος καὶ τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου. Στὶς 24 Αὐγούστου, Κυριακή, ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου, θὰ τελεσθῇ πολυαρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία. Οἱ καταβασίες (δεύτερη καμπάνα) θὰ ἀρχίσουν στὶς 7.30 τὸ πρωΐ.
Θὰ σᾶς περιμένω ὅλους. Πολλὰ τὰ ἔτη σας, ἅγια, εὐλογημένα καὶ ἀγωνιστικά.
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν εὐχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Α Ν Δ Ρ Ε Α Σ
Θεολογικὴ προσέγγιση τῆς ἐν Χριστῷ ἐνσωμάτου Μεταστάσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας στὴν Βασιλεία τῆς Τριάδος.
Εἶναι γεγονὸς βεβαιωμένο καὶ ἀναντίρρητο ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἐπιστήμη τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας ὅτι οἱ περὶ τὸν βίο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μητρὸς τοῦ Σωτῆρος καὶ λυτρωτοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ μαρτυρίες εἶναι πενιχρότατες στὰ Ἱερὰ Εὐαγγέλια καὶ στὰ λοιπὰ βιβλία τοῦ «Ἱεροῦ Κανόνος» τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἐν τούτοις πάμπολλες ὑπῆρξαν οἱ λεγόμενες «ἀπόκρυφες διηγήσεις» ἐκ τῶν ὁποίων ὁρισμένες ὀνομάστηκαν «Ἀπόκρυφα Εὐαγγέλια» γιὰ νὰ συμπληρώσουν τὰ χαρακτηριζόμενα ὡς «ἱστορικὰ κενὰ» σχετικὰ μὲ τὸν βίο τῆς Ἀπειράνδρου Θεομήτορος καὶ Πανάγνου Μαρίας. Οἱ δὲ σημαντικότερες ἀπόκρυφες πηγὲς περὶ τοῦ Ἱεροῦ προσώπου τῆς Παναγίας Ἀχράντου Μαρίας εἶναι: α) τὸ «Πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου καὶ β) τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ ψευδο-Ματθαίου. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅμως διὰ τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὑπὸ τῶν θεοφόρων Πατέρων καθιερώσεως τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως ὡς γνησίας ἐκφράσεως τῆς ἀληθοῦς εὐαγγελικῆς καὶ δογματικῆς διδασκαλίας ἀπεμάκρυνε ὅλα τὰ μυθώδη, ἐφήμαρτα καὶ αἱρετικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν τὴν καθόλου ζωὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας.
Ἔτσι, οἱ θεοφόροι Πατέρες θεοπνεύστως κατέγραψαν τὴν Ὀρθόδοξη θεολογικὴ διδασκαλία περὶ τοῦ ἱεροῦ προσώπου τῆς Πανάγνου Θεομήτορος, ὅπως τοῦτο ἀποδεικνύεται στοὺς «Ὅρους» τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἐνῶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἡ Ἐκκλησία μετὰ πολλῆς προσοχῆς ἀπεδέχθη καὶ υἱοθέτησε τὰ ἐκ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως διδάγματα περὶ τῆς Θεοτόκου Μαρίας.
Ἡ μετάστασις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας.
Στὸ θεολογικὸ αὐτὸ πλαίσιο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, σύμφωνα μὲ τὴν Ἱερὰ Παράδοση καὶ χωρὶς νὰ ἀποτελεῖ δόγμα αὐτῆς ὑπὸ τὴν αὐστηρὴ καὶ στενὴ ἔννοια τοῦ ὅρου, ἀποδέχεται τὴν διδασκαλία περὶ τὴν ἐν Χριστῷ «Μεταστάσεως» τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας. Σύμφωνα δηλαδὴ μὲ τὴν Ἱερὰ Παράδοση ἀφ᾿ ὅτου οἱ «ἐκ περάτων» τῆς γῆς Ἀπόστολοι ἔθαψαν τὸ Πάναγνο σῶμα τῆς Παναγίας Θεομήτορος στὴν Γεσθημανῆ, μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ὁ ὁποῖος ἠθέλησε διακαῶς νὰ προσκυνήσει τὸ σεπτὸ σῶμα τῆς Πανάγνου Μητρὸς τοῦ Κυρίου. Ὅταν λοιπὸν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἄνοιξαν τὸ μνῆμα, διεπίστωσαν ὅτι τὸ Πανάγιο σκήνωμα τῆς Θεοτόκου «μετέστη ἐν Χριστῷ», εἶχε ἀναληφθεῖ στοὺς οὐρανούς. Ἐνσάρκως, δηλαδὴ ἐν σώματι, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἰσῆλθε στὴν Βασιλεία τῆς Τριαδικῆς Θεότητος, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων, ἡ ἐν σώματι μετάσταση τῆς Θεοτόκου συνέβη ἐν Χριστῷ ὄχι ὅμως μὲ τὸ γήϊνο καὶ φθαρτὸ σῶμα, ἀλλὰ μὲ τὸ ἐν Χριστῷ μεταμορφωμένο καὶ ἀφθαρτοποιημένο σῶμα, τὸ ὁποῖο διὰ τῆς Ἀναστάσεώς του ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς «ἀθανατοποίησε» καὶ μὲ τὸ ὁποῖο «ἅπαν τὸ γένος τῶν βροτῶν», ὅλοι οἱ φθαρτοὶ ἄνθρωποι, θὰ λάβουμε κατὰ τὴν τελικὴ καὶ μεγάλη κρίση τῆς ἐνδόξου δευτέρας παρουσίας τοῦ Παμβασιλέως Ἀναστάντος Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος Μαρία ὡς θνητὸς ἄνθρωπος, ὅπως κάθε ἀπόγονος τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας, ἐγεύθη τὸν φυσικὸ θάνατο, καθὼς κάθε ἀνθρώπινη κτιστὴ ὕπαρξη πλασθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ δὲν ἐξαιρεῖται τοῦ «κοινοῦ κλήρου» τῆς ἀνθρωπότητος, τῆς φθαρτῆς καὶ πεπερασμένης ἀνθρωπίνης φύσεως, ποὺ εἶναι ὁ θάνατος. Πλὴν ὅμως ἡ Ὑπερευλογημένη ἐκ τοῦ Παναγίου Πνεύματος Θεοτόκος μὲ τὴν «κατ᾿ ἄνθρωπον κοίμηση» αὐτῆς εἰσῆλθε «εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων» τῆς ἀλήκτου Βασιλείας τῆς Τριαδικῆς Θεότητος. Μετὰ τὴν φυσικὴ κοίμησή της, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, παρέμεινε «ἄφθορη» ἡ ψυχή της καὶ «ἄφθαρτο» τὸ πάναγνο καὶ ἄσπιλο καὶ ἀμόλυντο σῶμα της. Καὶ πῶς ἦταν δυνατὸν τὸ πάναγνο αὐτὸ σῶμα ποὺ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι συνέλαβε καὶ ἔτεκε τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, πῶς ἦταν δυνατόν, νὰ ὑποστεῖ μετὰ τὸν φυσικὸ θάνατο τῆς Θεομήτορος «φθορὰ καὶ διαφθορά», γενόμενο «λάφυρο» τοῦ θανάτου, ὑποκείμενο στὶς συνέπειες, τὶς φυσικὲς καὶ ὀντολογικές, κατ᾿ ἄνθρωπον καὶ κατὰ τὴν φυσικὴ ἀκατανίκητη νομοτέλεια, ὥστε νὰ ἐκπέσει σὲ «σκεῦος φθορᾶς» ἐνῶ ὑπῆρξε, ὡς ἡ μόνη μετὰ τὸν φυσικὸ θάνατο τῆς Θεομήτορος ἐπὶ τῆς γῆς ὕπαρξη, «σκεῦος χάριτος καὶ ζωῆς». Ἔτσι παρέμεινε ἄφθορο καὶ ἄφθαρτο τὸ «Θεοδόχον σκήνωμα» τῆς Θεοτόκου Παναγίας Μητρὸς τοῦ Κυρίου μας.
Ὁ φυσικὸς θάνατος τῆς Θεοτόκου ὑπῆρξε «ζωηφόρος» καὶ γι᾿ αὐτὸ ἐνῶ ὁ θάνατος γιὰ ὅλους τοὺς πιστοὺς εἶναι «Κοίμησις» ἐν τούτοις γιὰ τὴν Ὑπερευλογημένη καὶ Κεχαριτωμένη Μητέρα τοῦ Θεοῦ εἶναι «Μετάστασις», ἀφοῦ καθὼς ψάλλει θεολογικώτατα ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας: «τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησαν», ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου χαρακτηρίζεται ὡς «δεύτερο Πάσχα», ὡς «Πάσχα τοῦ θέρους», ὑμνολογεῖ τὸ πλήρωμα τῶν Ὀρθοδόξων: «Τῇ ἐνδόξῳ Κοιμήσει Σου, οὐρανοὶ ἐπαγάλλονται καὶ ἀγγέλων γέγηθε τὰ στρατεύματα. Πᾶσα ἡ γῆ δὲ εὐφραίνεται…».
Εἰσέρχεται ἐν Χριστῷ ἡ Θεοτόκος Παναγία στὴν αἰώνια καὶ ἄληκτη Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καθὼς «νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι ἐν σοί, Παρθένε Ἄχραντε. Παρθενεύει γὰρ τόκος καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ τόκον Παρθένος καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα…», ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, «πρωτότοκος τῶν νεκρῶν ἐγένετο ἐκ κοιλίας Ἅδου» χωρὶς νὰ ὑποστεῖ φθορὰ καὶ διαφθορὰ στὴν ἀθάνατη ψυχὴ καὶ στὸ τίμιο καὶ ὑπερευλογημένο σῶμα του. Ἡ Θεοτόκος Μαρία «μετέστη πρὸς τὴν ζωὴν Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς» καὶ κατὰ τὴν θεόπνευστη διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου καὶ χορηγός τῆς ἀφθάρτου, ἀθανάτου καὶ αἰωνίου ζωῆς: «Δεσποτικαῖς παλάμαις τῇ Παναγίᾳ ταύτῃ καὶ θειοτάτῃ οἴα Μητρὶ λειτουργῶν, τὴν Ἱερὰν ψυχὴν ὑποδέχεται».
Ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ.
Ὁ μέγας τῆς Δογματικῆς Θεολογίας Πατὴρ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ἑρμηνεύοντας τὸ «διάφθορον καὶ ἄφθαρτον» τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μετὰ τὴν ἔνδοξη κοίμηση αὐτῆς καὶ γιὰ τρεῖς ἡμέρες ποὺ τὸ «θεοδόχον σκήνωμα» αὐτῆς παρέμεινε ἐντός τοῦ γήϊνου μνήματος, γράφει θεοπνεύστως: «Πῶς ἦταν δυνατὸν ὁ θάνατος νὰ καταπίει αὐτήν, ἡ ὁποία στὴν ὁλότητά της ἑνώθηκε μὲ τὸν Θεόν; Πῶς θὰ μποροῦσε ὁ Ἅδης νὰ τὴν δεχθεῖ στὰ σπλάχνα του; Πῶς ἡ φυσικὴ διαφθορὰ θὰ ἀποτολμοῦσε νὰ καλύψει τὸ ζωοδόχο σῶμα της; Ὅλα αὐτὰ ἦταν ἀλλότρια καὶ παντελῶς ξένα τῆς θεοφόρου ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός της. Γι᾿ αὐτὸ ὅταν ὁ θάνατος τὴν ἀντίκρυσε στὰ κατώτατα τοῦ κράτους του, φοβήθηκε, ἐπειδὴ καὶ ὅταν προσέλαβε τὸν Υἱό της, ἔμαθε ἐξ αὐτῶν ποὺ ἔπαθε καὶ λαβὼν πεῖραν ἐσωφρονίσθη».
Σ᾿ αὐτὸ τὸ «δεύτερο Πάσχα», στὸ λεγόμενο «Πάσχα τοῦ θέρους», δὲν θρηνεῖ, οὔτε πενθεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλὰ παραδόξως γιὰ τὰ κοσμικὰ μέτρα καὶ τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ γεραίρει, μεγαλύνει καὶ δοξολογεῖ τὴν «ἀθάνατη κοίμηση» τῆς Θεομήτορος Μαριάμ, στὴν ὁποία ὡς «ὑπερκόσμιον καὶ ὑπερβατικὸν μυστήριον» συνετελέσθη ἡ «ἐν Χριστῷ ἐνσώματος μετάσταση» ἀπὸ τὰ γήϊνα στὰ οὐράνια, ἀπὸ τὰ φθαρτὰ στὰ ἄφθαρτα, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ αἰώνια, χωρὶς νὰ ὑποστεῖ τὶς φυσικὲς νομοτελειακὲς συνέπειες τῆς «διαφθορᾶς καὶ φθορᾶς» τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός της κατὰ τὶς τρεῖς ἡμέρες ποὺ εὑρέθη στὸ μνημεῖο τῆς Γεσθημανῆ. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος μεγαλοφώνως ἀνακράζει: «Ἀντὶ γὰρ θανάτου λοιπὸν κοίμησις καὶ ὕπνος λέγεται ἡ ἐντεῦθεν μετάστασις», ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία μεγαλοφρόνως ψάλλει ἀγαλλομένη: «Ἐν τῇ γεννήσει σου σύλληψις ἄσπορος, ἐν τῇ Κοιμήσει σου νέκρωσις ἄφθορος. Θαῦμα ἐν θαύμασι διπλοῦν συνέδραμε, Θεοτόκε». Ἔτσι δὲν θρηνοῦμε οὔτε πενθοῦμε, διότι ἡ Θεοτόκος «ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπεν», ἀλλὰ ζεῖ αἰωνίως.
Θαῦμα θαυμάτων καὶ μυστήριον μυστηρίων ἀποτελεῖ τὸ ὑπερφυὲς γεγονὸς τῆς τριημέρου ἐντός τοῦ χοϊκοῦ μνήματος παραμονῆς τῆς Θεομήτορος ὡς ἀφθάρτου καὶ ἀδιαφθόρου ψυχοσωματικῆς ὑποστάσεως, ἐλευθέρας τῶν φθοροποιῶν δεσμῶν τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος ὅμως κυριαρχεῖ ἐπὶ πάντων τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων. Ὁ μόνος Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ἡ «αὐτοζωὴ» καὶ μόνη ἀληθὴς καὶ ἄκτιστη πηγὴ τῆς ζωῆς, ὡς νικητὴς τοῦ θανάτου καὶ τοῦ κράτους τοῦ Ἅδου παρέμεινε τριήμερος, ἄφθορος, ἀδιάφθορος καὶ ἀπολύτως ψυχοσωματικὰ ἄφθαρτος.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, πρώτη ἐκ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, διὰ τοῦ θανάτου της καὶ τῆς τριημέρου ἀφθάρτου καὶ ἀδιαφθόρου ἐν τῷ μνήματι παραμονῆς της, καθὼς καὶ τῆς ἐνσώματης στοὺς οὐρανοὺς μεταστάσεώς της, «προμνηστεύεται τὴν αἰώνια ζωήν». Καὶ ἐνῶ γιὰ ὅλους τοὺς θνητοὺς καὶ φθαρτοὺς ἀνθρώπους ἡ ἀπόλυτη ἀφθαρσία καὶ «ἀθανατοποίηση» θὰ συμβεῖ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως πάντων, ζώντων καὶ κεκοιμημένων, στὰ ἔσχατα, κατὰ τὴν Δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ τὴν τελικὴ κρίση τῶν πάντων, ἐν τούτοις ἡ Θεοτόκος Μαρία μετέστη στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «ἀφθαρτοποιημένη» καὶ «ἀθανατοποιημένη» κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα της πρὶν ἀπὸ τὴν κοινὴ ἀνάσταση τοῦ γένους τῶν βροτῶν. Τοῦτο δὲ συνέβη κατ᾿ εὐδοκίαν τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ της Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν ἐπέτρεψε νὰ γίνει ἡ Πάναγνος Μητέρα του «λάφυρο» καὶ ὑποχείριο τοῦ θανάτου, ἐπειδὴ «ὁ Κύριος ἦταν κατὰ φύσιν ἀναμάρτητος», ἐνῶ ἡ Θεοτόκος κατὰ χάριν ἀναμάρτητη», καὶ γι᾿ αὐτὸ ρητορικὰ διερωτᾶται ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: « Ἡ γὰρ τοῖς πᾶσι τὴν ὄντως ζωὴν ἀναβλύσασα, πῶς θανάτῳ γένοιτ᾿ ἂν ὑποχείριος;».
Ἡ «ἀθάνατος κοίμησις» τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Κατὰ τὸν φυσικὸ θάνατο τῆς Θεομήτορος, ποὺ στὴν πραγματικότητα εἶναι ὀντολογικῶς «ἀθάνατος κοίμησις», ὅπως εὔστοχα ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, ὁ χωρισμὸς ψυχῆς καὶ σώματος διήρκησε ἐλάχιστα, μόλις γιὰ τρεῖς ἡμέρες, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἐν Χριστῷ μετάστασή της ἑνώθηκαν καὶ πάλι τὰ δύο ὡς ἄφθαρτη καὶ ἀναλλοίωτη ψυχοσωματικὴ ἑνότητα καὶ ὀντότητα, ὅπως ἀκριβῶς μέλλει νὰ συμβεῖ σὲ ὅλους τοὺς θνητοὺς ἀνθρώπους λίγο πρὶν τὴν Δευτέρα τοῦ Κυρίου Παρουσία, ὅταν θὰ συντελεσθεῖ ἡ κοινὴ ἀνάσταση τῶν κεκοιμημένων. Γι᾿ αὐτὸ μὲ τὴν ἐνσώματη μετάστασή της «ὡς δὲ Θεοῦ ζῶντος μήτηρ ὑπάρξασα πρὸς αὐτὸν ἀξίως ἀνακομίζεται», διότι ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία: «τὴν ζωὴν ἡ κυήσασα πρὸς ζωὴν μεταβέβηκεν».
Συνεπῶς δὲν κάνουμε λόγο γιὰ ἀνάσταση, ἀλλὰ γιὰ ἔνδοξη ἐνσώματη μετάσταση, διότι ἡ Θεοτόκος ἀνέβη στοὺς οὐρανοὺς ζῶσα μέσα στὴν ἄληκτη Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ χωρὶς νὰ ξαναπεράσει ἀπὸ τὴ γῆ. Ὅσοι θαυματουργικὰ ἀνεστήθησαν ὑπὸ τοῦ Κυρίου, ὅπως ὁ Λάζαρος καὶ ἄλλα πρόσωπα γιὰ τὰ ὁποῖα μαρτυροῦν σχετικῶς τὰ Ἱερὰ Εὐαγγέλια, ξαναπέθαναν καὶ ἀναμένουν τὴν κοινὴ ἀνάσταση γιὰ νὰ ἑνωθεῖ καὶ πάλι ἡ ἀθάνατη ψυχὴ μὲ τὸ σῶμα τους, ὥστε ὡς ψυχοσωματικὲς ὀντότητες νὰ εἰσέλθουν στὴν ἐπέκεινα τοῦ τάφου αἰώνια, ἄφθαρτη καὶ ἀθάνατη ζωή. Μόνη ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δὲν θὰ ἀναστηθεῖ, ὅπως ἅπαντες οἱ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου κεκοιμημένοι, ἐπειδὴ μὲ τὴν ἐν Χριστῷ μετάστασή της εὑρίσκεται ἤδη καὶ σωματικῶς ζῶσα στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ὡς «ἐκ τῆς ζωῆς εἰς ζωὴν μεθισταμένη».
Ἡ «ἀθάνατη κοίμηση» τῆς Θεοτόκου «διαβατήριον» αἰωνίου ζωῆς.
Ἔτσι, ἡ «ἀθάνατη κοίμηση» τῆς Θεομήτορος καθίσταται «διαβατήριον» αἰωνίου ζωῆς καὶ τὴν βεβαιότητα αὐτὴ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία: «Ζωῆς ἀϊδίου καὶ κρείττονος ὁ θάνατός σου γέγονε διαβατήριον», ἐνῶ τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα πανευλαβικῶς ὑμνολογεῖ: «Μέλποντες ἐξόδιον σοὶ ὠδήν, Μῆτερ τοῦ Ὑψίστου, σὴν μετάστασιν εὐλαβῶς γῆθεν πρὸς τὰ ὕψη σὺν Ἀποστόλων δήμου ὑμνοῦμεν ἐκβοῶντες. Χαρακτηριστικὸς εἶναι ὁ παρακάτω ἐξαίσιος ὕμνος ποὺ ἐκφράζει τὸ βαθύτερο θεολογικὸ περιεχόμενο τῆς εὐδόξου κοιμήσεως καὶ μεταστάσεως τῆς Θεομήτορος: Χαῖρε, Παντάνασσα. Χαίροις παρ᾿ ἡμῶν Μαρία Θεοτόκε, τὸ σεμνὸν κειμήλιον ἁπάσης τῆς Οἰκουμένης, ἡ λαμπὰς ἡ ἄσβεστος, ὁ στέφανος τῆς παρθενίας, τὸ σκῆπτρον τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ ναὸς ὁ ἀκατάλυτος καὶ χωρίον τοῦ Ἀχωρήτου, ἡ Μήτηρ καὶ Παρθένος. Δι᾿ ἧς ὀνομάζεται ἐν τοῖς Ἁγίοις Εὐαγγελίοις εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Χαίροις ἡ τὸν Ἀχώρητον χωρήσασα ἐν μήτρᾳ ἁγίᾳ Παρθενικῇ δι᾿ ἧς Τριὰς ἁγιάζεται, δι᾿ ἧς Σταυρὸς τίμιος ὀνομάζεται καὶ προσκυνεῖται εἰς πᾶσαν τὴν Οἰκουμένην, δι᾿ ἧς ὁ Οὐρανὸς ἀγάλλεται, δι᾿ ἧς ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι εὐφραίνονται, δι᾿ ἧς βάπτισμα ἅγιον γίνεται τοῖς πιστεύουσι, δι᾿ ἧς ἔλεον ἀγαλλιάσεως, δι᾿ ἧς εἰς πᾶσαν τὴν οἰκουμένην Ἐκκλησία τεθεμελίωνται, δι᾿ ἧς ἔθνη ἄγονται εἰς μετάνοιαν. Καὶ τί δεῖ πολλὰ λέγειν; Δι᾿ ἧς ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ φῶς ἔλαμψεν τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιὰ θανάτου καθημένοις. Δι᾿ ἥν προφῆται προεμήνυσαν, δι᾿ ἧς Ἀπόστολοι κηρύττουσι σωτηρίαν τοῖς ἔθνεσιν, δι᾿ ἧς νεκροὶ ἐγείρονται, δι᾿ ἧς Βασιλεὺς Βασιλεύουσιν διὰ Τριάδος Ἁγίας».
Ἡ Παναγιὰ Βαθυρρύακος, ἡ δική μας Παναγιὰ.
«Σύμφωνα μὲ προφορικὲς μαρτυρίες, γιατί δὲν ἔχουμε γραπτὰ μνημεῖα λόγου, πρὶν ἀπὸ πεντακόσια περίπου χρόνια βρέθηκε ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας. Ἄλλοι ὑποστηρίζουν ὅτι βρέθηκε πρὶν ἀπὸ τριακόσια χρόνια στὴν περιοχὴ Φατὴρ Γιακᾶ μὲ θαυμαστὸ καὶ ὑπερφυσικὸ τρόπο ἀπὸ Ὀθωμανὸ ἀγᾶ τσιφλικᾶ καὶ ὄχι σὲ Ὀρθόδοξο. Πρόκειται γιὰ τὸν ἀγᾶ τσιφλικᾶ τοῦ τεραστίου τσιφλικιοῦ τοῦ Φατὴρ Γιακᾶ, ὁ ὁποῖος ἐπὶ τρεῖς νύκτες, μόνον αὐτὸς καὶ κανεὶς ἄλλος, ἔβλεπε φωτεινὸ ὅραμα μέσα στὸν γαλανὸ οὐρανὸ τῆς Θράκης καὶ αὐτὸ τὸ φωτεινὸ ὅραμα ἦταν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ἐπὶ τῆς κορυφῆς ἑνὸς δένδρου, καὶ συγκεκριμένα ἐπάνω σὲ καραγάτσι. Δὲν πίστευε στὴν ἀρχή, ὥσπου κατ᾿ ὄναρ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος τοῦ ὑπέδειξε, προειδοποιώντας τον ὅτι δὲν θὰ ἀνεχθεῖ τὴν ἀμέλειά του, νὰ ἐνημερώσει τὶς τοπικὲς ἐκκλησιαστικὲς ἀρχές, νὰ ἀνασκάψει σὲ συγκεκριμένο σημεῖο στὴν ρίζα τοῦ δένδρου ὅπου ἐμφανίζονταν ὁ σταυρὸς καὶ σὲ πολὺ μικρὸ βάθος κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ ἐδάφους θὰ βρεῖ τὴν εἰκόνα της. Ὁ ἀγὰς ὑπάκουσε καὶ ἐνημέρωσε τὸν τότε Μητροπολίτη Μαρωνείας, ἀνέσκαψε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια παρουσία τοῦ τότε Ἐπισκόπου καὶ τῶν προυχόντων τῆς τότε Γκιουμουλτζίνας, ποὺ ἦταν ἡ πρωτεύουσα τοῦ ὁμώνυμου Καζᾶ, ἀλλὰ καὶ πολλῶν Ὀθωμανῶν, καὶ ὡς ἐκ θαύματος στὰ χέρια του βρέθηκε ἡ μικρὴ φορητὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας Φανερωμένης, ἡ ὁποία ἀνήκει ὡς ἁγιογραφικὸς βυζαντινὸς τύπος στὴν Παναγία τὴν Βρεφοκρατοῦσα. Κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι ἀνήκει καὶ στὴν ἰδιαίτερη μορφὴ ἐκείνου τοῦ ἁγιογραφικοῦ τύπου Παναγιᾶς ποὺ εἶναι ἡ Παναγία ἡ Γλυκοφιλοῦσα, ἀλλὰ τὸ πιὸ σωστὸ εἶναι ὅτι πρόκειται γιὰ τύπο τῆς Βρεφοκρατούσας Παναγίας.
Τὸ σημεῖο τῆς εὑρέσεως τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνος εἶναι ὁ χῶρος ἐντός τοῦ σημερινοῦ Ἀμπελουργικοῦ Σταθμοῦ Αἰγείρου, ὅπου εὑρίσκεται τὸ μικρὸ παρεκκλήσι τῆς «Παναγίας τῶν Ρόδων», ὅπως ὀνομάζεται καὶ τὸ ὁποῖο ἀνακαινίσθηκε τὸ 1994 μὲ δαπάνες τοῦ Ἀμπελουργικοῦ Φυτωρίου Κομοτηνῆς. Τὸ σημερινὸ παρεκκλήσιο εἶναι τὸ ἀνακαινισμένο, τὸ ὁποῖο ἀνήγειραν στὶς ἀρχὲς τοῦ προηγούμενου αἰῶνα δύο μεγάλοι εὐεργέτες τῆς Κομοτηνῆς. Αὐτὸ τὸ παρεκκλήσι ποὺ ὑπάρχει μέσα στὸν Ἀμπελουργικὸ Σταθμὸ ἀποτελεῖ τὸ τρίτο ἀνακαινισμένο κτίσμα τοῦ πρώτου παρεκκλησίου ποὺ ἔκτισαν γύρω στὰ 1910-1912 ἐκεῖνοι οἱ Κομοτηναῖοι. Σήμερα τὸ παρεκκλήσι ὀνομάζεται «Παναγιὰ τῶν Ρόδων» καὶ ἐκεῖ ὑπάρχει ἄλλη παλαιὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας, διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν θαυματουργὸ ἱστορικὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας Φανερωμένης. Ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ ὅτι ἡ εἰκόνα ποὺ ὑπάρχει στὸ παρεκκλήσιο εἶναι τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ φέρει ἀναγεγραμμένη τὴν ὀνομασία, τὸ λεγόμενο «Θεομητορικὸ προσωνύμιο», τῆς Παναγίας ὡς «Παναγίας τῶν Ρόδων». Ἡ ὀνομασία αὐτὴ προῆλθε ἐπειδὴ ἐπὶ τῆς εἰκόνας ἀπεικονίζεται ὁ μικρὸς Χριστὸς καὶ κρατεῖ στὸ χεράκι του ρόδα, τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν καὶ στὰ πόδια τῆς Παναγίας. Ἔτσι, θὰ μποροῦσε ἡ συγκεκριμένη εἰκόνα νὰ φέρει καὶ τὸ προσωνύμιο: «Ρόδον τὸ Ἀμάραντον».
Ὅταν βρέθηκε ἡ Ἱερὰ εἰκόνα, τὴν διεκδικοῦσαν πολλὲς ἐνορίες ὅπως τοῦ Ἰάσμου, τῆς Ἀμβροσίας, τῆς Σάλπης, τοῦ Πολυάνθου καὶ τοῦ παλαιοῦ χωριοῦ ὅπου εὑρίσκεται σήμερα ἡ Μεσσούνη, διότι ἡ Αἴγειρος δὲν ἦταν χωριὸ ἁπλὰ ὑπῆρχε τὸ τσιφλίκι τοῦ Φατὴρ Γιακᾶ. Τὴ λύση τὴν ἔδωσε ἡ ἴδια Παναγία, διότι ἡ διαμάχη ἦταν μεγάλη. Ἐνῶ βρέθηκε στὸ Φατὴρ Γιακᾶ Τσιφλίκ, ὁ τσιφλικὰς ἀρχικὰ δὲν ἔδινε τὴν ἄδεια νὰ κτιστεῖ ἐκκλησάκι γιὰ νὰ φυλαχθεῖ ἡ εἰκόνα. Ἐπίσης, ὅπως προεῖπα, δὲν ὑπῆρχε ὀργανωμένη κοινότητα καὶ ὑπῆρχε φόβος μήπως χαθεῖ ἡ εἰκόνα. Γιὰ αὐτὸ ὁ Μητροπολίτης ἐπειδὴ οἱ ἐνορίες διεκδικοῦσαν τὴν εἰκόνα, ἀποφάσισε τὴ λύση νὰ τὴ δώσει ἡ Παναγιά. Ἔτσι τοποθέτησε τὴν εἰκόνα σὲ καινούργια ἅμαξα ποὺ δὲν εἶχε χρησιμοποιηθεῖ ξανὰ καὶ μάλιστα ζωήλατη, ποὺ τὴν ἔσερναν ἀρσενικὰ ζῶα πλυμμένα καὶ ἁγιασμένα ἀπὸ τὸ Δεσπότη, ἔντυσαν τὸ ἁμάξι καὶ ἀφοῦ ἔκανε δέηση ὁ Μητροπολίτης πρὸς τὴ Θεοτόκο τὴν παρεκάλεσε αὐτὴ νὰ δείξει τὸ σημεῖο ποὺ θὰ ἤθελε νὰ ἐγκατασταθεῖ μόνιμα. Ἡ πομπὴ ξεκίνησε χωρὶς νὰ ὑπάρχει ὁδηγὸς ἀναβάτης (καμουτσίκης) ποὺ νὰ κατευθύνει τὴν ἅμαξα. Ξεκίνησε μὲ τὸ χτύπημα τοῦ Δέσποτα καὶ πῆρε τὴ στράτα. Δὲν σταμάτησε σὲ κανένα ἀπὸ τὰ χωριὰ ποὺ τὴ διεκδικοῦσαν, ἀλλὰ ἔφθασε στὴν Κομοτηνή, μπροστὰ στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Παναγίας, κοντὰ στὴν σημερινὴ ὁδὸ Βενιζέλου. Ἐκεῖ σταμάτησαν τὰ ζῶα, ἐκεῖ θέλησε νὰ ἐγκατασταθεῖ ἡ Θεοτόκος. Τὸ δέχθηκαν οἱ κάτοικοι. Ὁ Δεσπότης τοποθετεῖ τὴν εἰκόνα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Συνέβη ὅμως καὶ κάτι ἄλλο θαυμαστό. Ὅταν ἔβαλαν τὴν εἰκόνα ἐπάνω στὸ ἁμάξι καὶ τὰ ζῶα πῆραν τὸ δρόμο ἐπιβιβάσθηκε καὶ ἡ ἀνάπηρη καὶ κωφάλαλη ἐγγονὴ τοῦ ἰδιοκτήτη τοῦ τσιφλικιοῦ. Αὐτὸ ἔγινε μετὰ ἀπὸ παράκληση τῆς κόρης του. Τὴν ὥρα ποὺ ἔφθανε ἡ ἅμαξα μὲ τὴν Παναγία μπροστὰ στὴν ἐκκλησία τῆς Παναγίας, τὸ μικρὸ κορίτσι σηκώθηκε στὸ κάρο καὶ φώναξε στὰ τουρκικὰ «Meri ane», Μητέρα Μαρία. Εἶχε βρεῖ καὶ τὴ φωνή της καὶ σηκώθηκε στὰ πόδια της. Ἀπὸ τότε ὁ Ὀθωμανὸς ἀγὰς πίστευσε καὶ ἔδωσε λόγο τιμῆς στὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς ὅτι γιὰ κάθε τί ποὺ χρειάζονται γιὰ τὴν προστασία αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ τόπου, θὰ τὸ ἔχουν.
Οἱ δύο εὐεργέτες Τελωνίδης καὶ Σκουτέρης, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀγὰς Ἀμὲτ Μποσνάκογλου, στὸν ὁποῖο ἀνῆκε ἕνα μικρὸ τμῆμα τοῦ τσιφλικιοῦ, παρεχώρησαν τὸ κτῆμα τους στὸν μητροπολιτικὸ ναὸ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Κομοτηνῆς. Τὸ βέβαια πάντως εἶναι ὅτι μέχρι τὸ ἔτος 1907 δὲν εἶχε ἀνεγερθεῖ τὸ πολὺ μικρὸ παρεκκλήσιο τῆς Παναγίας ποὺ βλέπουμε σήμερα στὸ σημεῖο ὅπου εὑρέθη, ἐντός τοῦ νῦν ἀμπελουργικοῦ σταθμοῦ, ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα. Θὰ πρέπει, μὲ κάθε ἐπιφύλαξη νὰ ὑποθέσουμε ὅτι τὸ μικρὸ παρεκκλήσιο νὰ ἀνηγέρθη στὸ χρονικὸ διάστημα 1910-1912, πρὶν δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Βουλγαρικὴ κατοχή τοῦ τότε Καζὰ Γκουμουλτζίνας. Τὸ μικρὸ ἐκεῖνο παρεκκλήσιο ἀνακαινίστηκε τὸ 1994 καὶ σήμερα ὑπάρχει πανέμορφο μὲ τὸν ὀνομασία «Παναγιὰ τῶν Ρόδων» γιὰ νὰ μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ σημεῖο εὑρέσεως τῆς ἱστορικῆς καὶ θαυματουργοῦ εἰκόνος τῆς Παναγίας Φανερωμένης.
Ὁ Μητροπολιτικὸς Ναὸς καὶ ἡ ἐπιτροπὴ ἀποκαταστάσεως προσφύγων ποὺ εἶχε τὴν ἕδρα της στὴν Κομοτηνὴ προσφέρουν χρήματα καὶ στὰ 1930 στὸ νέο σημεῖο τῆς ἔκτασης ποὺ παραχώρησε τὸ Ἑλληνικὸ κράτος ὁ τότε ἀείμνηστος μεγάλος Μητροπολίτης Μαρωνείας καὶ Θάσου Ἄνθιμος ὁ Δ΄ κτίζει ἕνα μικρὸ ναΐσκο. Στὴ συνέχεια ὁ Μητροπολίτης Τιμόθεος (1957-1974) ἀποφασίζει ἡ εἰκόνα νὰ μὴν βρίσκεται στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Κομοτηνῆς, ἀλλὰ νὰ μεταφερθεῖ στὸν φυσικό της χῶρο. Στὶς 3 Ἰουλίου τοῦ 1955 ἐγκαθίσταται ἡ εἰκόνα ἀπὸ τὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Παναγίας στὴ σημερινὴ μονὴ Παναγίας Φανερωμένης Βαθυρρύακος μὲ εἰδικὴ τελετή. Ἀπὸ τότε ξεκινᾶ ἡ ἀνοικοδόμηση τῆς Μονῆς. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα τὸ 1960-1962 ἔγινε ἡ ὁλοκλήρωση τῶν κελλιῶν ποὺ ξεκίνησε τὸ 1958 καὶ τὸ 1971 κτίσθηκε τὸ κωδωνοστάσιο. Ἀρχικὰ (1957) λειτούργησε ὡς ἀνδρικὸ μοναστήρι καὶ ἀργότερα τὸ 1960 γυναικεῖα μονή. Τὸ 1969 ἔγινε καὶ πάλι ἀνδρῲα μονή. Τὸ 1970 ἔγινε τὸ μαρμάρινο θρονὶ ποὺ βρίσκεται ἡ Παναγιὰ ἀπὸ τὴ δωρεὰ τῆς Χριστίνας Μουρίκη στὴ μνήμη τοῦ συζύγου της Ἀναστασίου καὶ τὸ 1971 ἐγκαινιάστηκε τὸ παρεκκλήσι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς.
Ἕνα τελευταῖο ποὺ θὰ ἤθελα νὰ πῶ εἶναι ὅτι συγχέει ὁ κόσμος τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας Φανερωμένης μὲ τὴν εἰκόνα ποὺ βρίσκεται στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἀμπελουργικοῦ Σταθμοῦ. Ἀναφέρουν ἐσφαλμένα ὅτι, ὅταν τὴν ἔπαιρναν ἀπὸ τὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ καὶ τὴν πήγαιναν στὸ Μοναστήρι, ἡ εἰκόνα γύριζε πίσω. Δὲν εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς Φανερωμένης ποὺ γύριζε πίσω, ἀλλὰ ἡ εἰκόνα ποὺ βρίσκεται ἐντός τοῦ Ἀμπελουργικοῦ Σταθμοῦ στὸ μικρὸ παρεκκλήσι. Ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα ἀπὸ τὸ 1955 ποὺ ἐγκαταστάθηκε στὸ νέο μοναστήρι δὲν μετακινήθηκε. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς ποὺ γύριζε πίσω εἶναι αὐτὴ ποὺ βρίσκεται στὸ προσκυνητάρι μέσα στὸν Ἀμπελουργικὸ σταθμὸ ἡ Παναγία τῶν Ρόδων. Αὐτὴ ὄντως προσπάθησαν νὰ τὴν πάρουν ἀπὸ τὸ παρεκκλήσιο καὶ νὰ τὴν τοποθετήσουν στὸ νέο μοναστήρι. Μέρα τὴν πήγαιναν καὶ τὴ νύχτα ἕνα φῶς ἔφευγε ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ κατευθύνονταν στὸν Ἀμπελουργικὸ Σταθμό. Τὸ πρωΐ ἔβρισκαν τὴν εἰκόνα στὸ μικρὸ παρεκκλήσι. Τρεῖς φορὲς ἔγινε αὐτό, ὥσπου ὁ Μαρωνείας Τιμόθεος εἶπε ὅτι ἡ Παναγία τῶν Ρόδων «ἐδῶ θέλει νὰ μείνει. Ἂς τὴν ἀφήσουμε στὸ μικρὸ παρεκκλήσι, γιατί δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ ἀλλάξει τὸν τόπο της. Καὶ μέχρι σήμερα παραμένει ἐκεῖ στὸ προσκυνητάρι στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἀμπελουργικοῦ Σταθμοῦ ποὺ οἱ γιαγιᾶδες τῆς Αἰγείρου τὸ παρομοίαζαν πρὶν ἀνακαινισθεῖ μὲ μικρὸ φοῦρνο. Σὲ αὐτὸ τὸ μικρὸ φοῦρνο σώζεται ἡ Παναγιὰ τῶν Ρόδων μία μικρὴ φορητὴ εἰκόνα. Ἐκεῖ ποὺ βρέθηκε ἡ Φανερωμένη».
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Ἀτενίζοντας τὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἔτσι ὅπως ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ἐξιστορεῖ καὶ φιλοτεχνεῖ, αἰσθανόμαστε πὼς εἴμαστε παρόντες, ὄχι ἁπλὰ σὲ μία ἐξόδιο ἀκολουθία, ἀλλὰ σὲ μία μεγάλη Ἑορτὴ καὶ Πανήγυρη. Δυνάμεις ἀγγελικές, ὁ χορὸς τῶν ἐνδόξων Ἀποστόλων, Πατέρες ἀποστολικοί, Ὑμνογράφοι ἐκκλησιαστικοί, πιστοί, μὰ καὶ δύσπιστοι, πλαισιώνουν τὸ σεπτὸ σκήνωμα τῆς Παναγίας Παρθένου. Καὶ στὸ κέντρο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, κρατώντας στὰ χέρια του τὴν ψυχὴ τῆς Μητρός Του. Ναί, βρισκόμαστε ἐνώπιον μίας σπουδαίας Ἑορτῆς, τῆς Ἑορτῆς τῆς «ἑνότητος».
Τὸ ἀνθρώπινο γένος μετὰ τὴν πτώση, μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὸν Δημιουργό του, ἀπώλεσε πολλὰ ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ δωρήματα ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ προσέφερε. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, ἦταν καὶ ἐκεῖνο τῆς «ἑνότητος».
Ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὕα, τὰ δύο πρῶτα ἀνθρώπινα πρόσωπα, στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν τὸν ἕναν ἄνθρωπο. Δημιουργήθηκαν γιὰ νὰ ὑπάρχουν μὲ τὸν τρόπο τῆς Τριάδος. Ἕνας Θεός, τρεῖς ὑποστάσεις. Ἕνας ἄνθρωπος, δύο πρόσωπα ἀρχικά, καὶ μετὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ «αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ κατακυριεύσατε τὴ γῆ», μύρια στὴν ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Ὅμως αὐτὴ ἡ προοπτική τῆς ἑνότητας διαρρηγνύεται μὲ τρόπο τραγικό. Ὁ ἄνθρωπος δὲν θέλησε νὰ ὁμοιάσει στὸ Θεό. Ἐπιλέγει τὸν τρόπο τῆς ἰδιώτευσης, τῆς αὐτονομημένης πορείας, ὅπου ἡ ἀτομικότητα τοῦ καθενὸς νοεῖται ὡς τὸ κέντρο τῆς δημιουργίας. Στὴν προοπτικὴ αὐτὴ ἡ πλάση ὑπάρχει γιὰ νὰ τὴν κατακτήσεις καὶ νὰ τὴν ἐκμεταλλευτεῖς, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι εἶναι ξένοι ἢ ἀκόμα καὶ ἐχθροί, καὶ ὁ Θεὸς δὲν ὑπάρχει, ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμα ὑπῆρξε ποτέ, ἀνακηρύσσεται νεκρός, ἔτσι ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπελευθερωθεῖ ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του.
Ἔτσι ὁ κάθε ἄνθρωπος γίνεται ἕνα κομμάτι, ἕνα σπάραγμα, ἕνα θλιβερὸ ὑπόλειμμα τῆς ἀρχαίας ἐκείνης ἑνότητος γιὰ τὴν ὁποία ἦταν πλασμένος. Ζεῖ καὶ πεθαίνει μὲ τὴν ψευδαίσθηση πὼς εἶναι ἀκέραιος καὶ ὁλόκληρος. Μὰ τὸ κενὸ ποὺ νιώθει μέσα του, δὲν μπορεῖ νὰ τὸ γεμίσει οὔτε μὲ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, οὔτε μὲ τὰ ἐπιτεύγματά του, οὔτε μὲ τὴν ἀναγνώρισή του ἀπὸ τοὺς ἄλλους οὔτε ἀπό τόν δῆθεν ἀνθρωποκεντρισμό τῆς ἀριστερᾶς ἤ τόν δῆθεν κοινωνικοκεντρισμό τῆς φιλοσοφίας. Κάτι του λείπει, ἢ καλύτερα, κάποιος ἀπουσιάζει ἀπὸ τὴ ζωή του. Τοῦτος δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι Ἐκεῖνος στόν ὁποῖο ἐναντιώθηκε, Ἐκεῖνος ποὺ ἀπέρριψε, Ἐκεῖνος ποὺ λησμόνησε καὶ Ἐκεῖνος ποὺ λαχταρᾶ, ὅσο τίποτε ἄλλο στὴ μίζερη ζωή του, ἀκόμα κι ἂν δὲν τὸ ξέρει, ἀκόμα κι ἂν δὲν τολμᾶ νὰ τὸ συνειδητοποιήσει.
Σ’ αὐτὴ τὴν κεκρυμμένη λαχτάρα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὁ Θεὸς ἀνταποκρίθηκε στέλνοντας τὸν Υἱό του τὸν μονογενὴ στὸν κόσμο, νὰ προσλάβει τὴν ἀνθρώπινη φύση, νὰ γίνει ἄνθρωπος ἀληθινός. Στὸ σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἕνας νέος Ἀδάμ, ποὺ ἀποκαθιστᾶ τὴν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό καί καταδεικνύει τόν ἀληθινόν ἄνθρωπον.
Μὲ τὸ σωτήριο ἔργο τοῦ Κυρίου, κάθε πρόσωπο μπορεῖ νὰ ξαναγίνει ἀκέραιο μετέχοντας στὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός. Ὅποιος βαπτίζεται στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ μετέχει τῆς Μυστηριακῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἑνώνεται μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἑνώνεται μὲ τὴν Ἐκκλησία. Συσωματώνεται, ὁλοκληρώνεται καὶ ἁγιάζεται καὶ τοῦτο τὸ γεγονὸς ἔχει ἐπιπτώσεις σὲ ὅλο του τὸ βίο, ἀγγίζει ὅλη του τὴν ὕπαρξη. Ἡ χαμένη ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου ἐπαναβρίσκεται καὶ ἐπισφραγίζεται στὸ Σῶμα καὶ στὸ Αἷμα τοῦ Λυτρωτοῦ καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τούτη τὴν ἑνότητα τοῦ Χριστοῦ, ὑπηρετεῖ ἡ Παναγία μητέρα Του, ἀπὸ τὶς ἀπαρχὲς τοῦ βίου της, τότε ποὺ ὡς νήπιο κρατήθηκε στὴν ἀγκάλη τῶν δικαίων γονιῶν της, μέχρι καὶ τὴν ἁγία τελευτή της στὸ χωρίο τῆς Γεσθημανῆς. Δούλη Κυρίου μὰ καὶ σκεῦος ἐκλογῆς κατέστη ἡ Παρθένος Κόρη, ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ κι ἀπὸ συμπόνια πρὸς τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ ταπεινὰ καὶ μυστικὰ ἐργάστηκε γιὰ τὴν ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, συμμετέχοντας καὶ συνεργώντας στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Παναγία ἑνώνει τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γή. Ἡ Παρθένος Κόρη ἀπαντώντας στὸν ἀρχαγγελικὸ χαιρετισμὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μὲ τὸ «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γενοιτὸ μοὶ κατὰ τὸ ρῆμα σου» ἀποδέχεται νὰ συντελεστεῖ μέσα στὴ μήτρα της τὸ μέγιστο θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεως. Στὸ ἱερὸ ἐκεῖνο «κατοικητήριο» ὁ Θεὸς συναντᾶ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἑνώνεται ὁριστικὰ μαζί του. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, σαρκωμένος πλέον, κυοφορεῖται στὰ σπλάχνα τῆς Παρθένου κόρης. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, γεννᾶται ἀπὸ τὴν Θεοτόκο, προσλαμβάνοντας ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει. Ἡ ἑνότητα τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο εἶναι πλέον γεγονός, γιὰ πάντα συνδεδεμένο μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου.
Ἡ Παναγία ἑνώνει τὰ παλαιὰ μὲ τὰ καινά. Ὁ κόσμος στὸν ὁποῖο ἦρθε ἡ Μαριὰμ εἶναι ἐκεῖνος τῆς προσμονῆς. Ὁ περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ δέχθηκε τὸν Νόμο, τὶς ἐντολὲς καὶ τὶς εὐεργεσίες· ἐκεῖνος ποὺ προσκύνησε εἴδωλα καὶ ψεύτικους θεούς· ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτεινε τοὺς δικαίους καὶ τοὺς προφῆτες· συνεχίζει νὰ περιμένει τὸν Μεσσία, χωρὶς νὰ κατανοεῖ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ ξεδιαλύνει τὰ σημεῖα καὶ τὰ σύμβολα ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ παρέδωσε. Ἡ Θεοτόκος Μαρία γίνεται τὸ πρόσωπο ποὺ ἑρμηνεύει καὶ ἐξηγεῖ, ὄχι μὲ λόγους μὰ μὲ τὴν ἴδια της τὴν ὕπαρξη, πῶς ὁ Θεὸς μὲ ἔργα, μὲ ρήματα, μὲ σύμβολα κατεργάζεται τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι «ἡ φλεγομένη καὶ μὴ καιομένη βάτος», εἶναι «ἡ ἐπουράνιος κλίμαξ», εἶναι «ἡ γὴ τῆς ἐπαγγελίας», εἶναι «ἡ σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου», εἶναι «ἡ πύρινη στήλη, τὸ μάννα, ἡ στάμνος, ἡ ἑπτάφωτος λυχνία». Ὅλα τὰ παλαιὰ ἐξηγοῦνται μὲ ἕνα καινὸ νόημα. Ὅλα ὅσα ἔγιναν εἶχαν τὸ νόημά τους, τὸ ὁποῖο τώρα ἀποκαλύπτεται στὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας. Ἔτσι ὁ χρόνος ἑνοποιεῖται, τὰ πάντα προβάλλουν καινὰ καὶ σημερινά. Στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ, στοὺς καιροὺς τῆς Διαθήκης τῆς Καινῆς ἡ Θεοτόκος προσφέρει τὸ ἀνθρώπινο παρελθὸν καὶ τὸ μεταποιεῖ σὲ ἀέναο παρόν.
Ἡ Παναγία ἑνώνει τὸν ἄνδρα καὶ τὴν γυναίκα. Μία ἀπὸ τὶς πρῶτες ἐπιπτώσεις τῆς πτώσεως ἀποτέλεσε ἡ ἀπόσταση ποὺ δημιουργήθηκε μεταξὺ ἀνδρὸς καὶ γυναικός. Ἀνάμεσά τους παρεμβλήθηκαν ἡ ἐξουσιαστικὴ διάθεση, ἡ κτητικότητα καὶ τελικὰ ὁ φόβος καὶ ἡ ἀντιπαλότητα. Ὁ Χριστὸς στὶς ἀπαρχὲς τοῦ λυτρωτικοῦ του ἔργου παραβρέθηκε σὲ ἕνα γάμο στὴν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας. Ἦταν μαζί του καὶ ἡ Μητέρα του. Ἦταν ἐκείνη ἡ ὁποία ἀπευθύνθηκε στὸν Υἱό της, ὅταν ὁ οἶνος τῆς γαμήλιας τράπεζας τελείωσε, ζητώντας του νὰ παρέμβει καὶ νὰ ἐνεργήσει τὰ δέοντα, γιὰ νὰ μὴ μειωθεῖ οὔτε στὸ ἐλάχιστο ἡ χαρὰ καὶ ἡ εὐφροσύνη ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν κατὰ Θεῷ ἕνωση ἑνὸς ἄνδρα μὲ μία γυναίκα. Ἦταν ἐκείνη ποὺ ἀπευθύνθηκε στοὺς ὑπηρέτες τῆς ἑορτῆς, προτρέποντάς τους νὰ δείξουν ἀπόλυτη ὑπακοὴ στὰ λεγόμενα τοῦ Υἱοῦ της. Μὲ αὐτὸ τὸν διακριτικὸ τρόπο ἡ Παναγία μας συντελεῖ τὰ μέγιστα στὸν ἐπαναπροσδιορισμὸ μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνδρογύνου. Ἡ ἀνύμφευτος νύμφη, πρέπει ὅλοι νὰ γνωρίζουμε καλά, πὼς εἶναι ἡ ἐγγυήτρια κάθε συζυγικῆς σχέσης καὶ γι’ αὐτὸ σὲ ὅλες τὶς δυσκολίες τοῦ ἔγγαμου βίου, ἄνδρες καὶ γυναῖκες μποροῦμε πρὸς ἐκείνη νὰ προστρέχουμε, γιὰ νὰ ἀπαλλάσσει ἀπὸ πειρασμοὺς καὶ κινδύνους, γιὰ νὰ ἑνώνει τὰ διεστῶτα, μὴ ἐπιτρέποντας τὴν διχόνοια καὶ τὸν χωρισμό.
Ἡ Παναγία ἑνώνει τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο. Ὁ «ἔσχατος ἐχθρός» τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο εἶναι ὁ θάνατος. Ὅμως ὁ Ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καταργεῖ τὸν θάνατο καὶ ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τούτη τὴν δουλεία. Ἀναρωτιώνται ὅμως οἱ ἄνθρωποι: Μὰ γιατί ὁ θάνατος παραμένει νὰ ὑπάρχει στὴ ζωή μας; Γιατί στερούμαστε πρόσωπα ἀγαπημένα; Γιατί νὰ παλεύουμε μὲ ἀσθένειες καὶ δοκιμασίες; Στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ἔρχεται νὰ δώσει ἱκανὲς ἀπαντήσεις, ἔρχεται νὰ παρηγορήσει καὶ νὰ ξεκουράσει. Ἡ Παναγία μας παρ’ ὅλο ποὺ κατέστη «σκεῦος ἀμίαντο», «καθαρὴ καὶ ἄσπιλος», ξένη ἀπὸ κάθε πτώση καὶ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, μετά τήν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γνώρισε καὶ ἐκείνη τὸν θάνατο. Στὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως βλέπουμε αὐτὴ τὴ τραγικὴ στιγμὴ τοῦ χωρισμοῦ τῆς παναγίας ψυχῆς της ἀπὸ τὸ ἄμωμο σῶμα της. Ὅμως ἀκριβῶς ἐδῶ ἔγκειται καὶ ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου. Ἡ ψυχὴ τῆς κεκοιμημένης Μαρίας δὲν φυλακίζεται στὸν Ἅδη, δὲν παραδίδεται στὸν θάνατο ὁριστικά, ἀλλὰ παραλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της, ἐναποτίθεται στὴν ἀγκάλη Του, στὰ χέρια ἐκείνα ποὺ κρατοῦν καὶ ἀσφαλίζουν καὶ σώζουν τὸν ἄνθρωπο. Μὰ καὶ τὸ σῶμα τῆς Παναγίας μας, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους σὲ μνῆμα ἐνταφιάζεται, δὲν ἐγκαταλείπεται στὴ φθορὰ καὶ στὴ σήψη, ἀλλὰ ἀνίσταται ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ παραλαμβάνεται κι αὐτὸ εἰς τὸν οὐρανό. Ἔτσι ἡ Παναγία μὲ τὴν σεπτή Της Κοίμηση καὶ τὴν ἁγία της Μετάσταση ἀποκαλύπτει στοὺς ἀνθρώπους ὅτι ὁ θάνατος πλέον εἶναι ἕνα πέρασμα ἀπὸ τὰ παρόντα στὰ μέλλοντα, ἀπὸ τὰ ὀδυνηρὰ στὰ εὐφρόσυνα, ἀπὸ τὰ φθαρτὰ στὰ ἄφθαρτα, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ παντοτινά. Ἡ ψυχὴ κάθε κεκοιμημένου, στὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ παραδίδεται, καὶ τὸ σῶμα του, στὴ γῆ ἀποτίθεται μὲ τὴν προσδοκία τῆς ἐγέρσεως. Γι΄αὐτὸ ὁ θάνατος στὴ σκέψη τῶν χριστιανῶν ὡς ὕπνος νοεῖται, ὡς κοίμηση καὶ ἀνάπαυση λογίζεται, ἀφοῦ «ἀνάστασιν νεκρῶν» προσδοκοῦμε «καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».
Στὶς μέρες μας πολὺς λόγος γίνεται καὶ πολλὰ ἐγχειρήματα ἀποτολμοῦνται στὸ πλαίσιο τῆς ἑνότητας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι σίγουρα σημαντικὸ οἱ ἄνθρωποι νὰ συναισθανθοῦμε πὼς ἡ ζωὴ μας γίνεται μία κόλαση ἀληθινή, ὅταν παραμένουμε κεχωρισμένοι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπὸ τὸν συνάνθρωπο καὶ ἀπὸ τὴν κτίση. Εἶναι σπουδαῖο νὰ θελήσουμε ἀληθινὰ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ μεταξύ μας. Ὅμως ἂς μὴ ξεγελαστοῦμε πιστεύοντας ὅτι ἡ ἑνότητα μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπίτευγμα τῶν δικῶν μας ἐνεργειῶν καὶ πράξεων. Ἡ ἑνότητα εἶναι ποιότητα θεϊκή· εἶναι γεγονὸς ἐκκλησιαστικό· εἶναι γέννημα τῆς ἀληθείας· εἶναι ἀπότοκος τοῦ δόγματος· εἶναι ἄρνηση τοῦ ψεύδους· εἶναι ἀποδοχὴ τοῦ μαρτυρίου· εἶναι δώρημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτὴν τὴν ἑνότητα καταφάσκουμε, αὐτὴ ζητοῦμε, γι’ αὐτὴν προσευχόμαστε. Ὅλες οἱ ἄλλες, οἱ κοσμικὲς καὶ οἱ ἀνθρώπινες, εἶναι ἐπίπλαστες καὶ περιστασιακὲς καὶ δυστυχῶς ὁδηγοῦν σὲ βαθύτερους χωρισμούς, σὲ μεγάλα δεινὰ καὶ σὲ ἀνείπωτες θλίψεις.
Παρακαλοῦμε τὴν Κυρία Θεοτόκο, τὴν Σκέπη καὶ Προστασία τοῦ γένους τῶν χριστιανῶν, νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἑνότητα τὴν ἀληθινὴ καὶ σωτήρια, τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀληθείας, τὴν ὁποία τόσο ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι μας.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη
Ο Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ Σ Α Σ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Ἀπό ὅλες τίς Θεομητορικές ἑορτές, ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, ἀναμφισβήτητα ὑπερδεσπόζει ἡ σημερινή τοιαύτη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ ὁποία ἑορτή περιλαμβάνει δύο τμήματα.
Τό πρῶτο τμῆμα της εἶναι ἡ Κοίμησις καί ἡ ταφή τῆς Παναγίας Μητέρας μας καί τό δεύτερο τμῆμα εἶναι ἡ ὁλόσωμος Μετάστασις Αὐτῆς εἰς τούς Οὐρανούς, τοὐτέστιν ἡ Ἀνάστασίς Της καί ἡ ταυτόχρονη Ἀνάληψίς Της. Ἔτσι, ἡ Παναγία εὑρίσκεται σωματικῶς μέ ἄφθαρτον σῶμα εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Στό σημεῖο αὐτό, νά διευκρινήσωμε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή δέν εἶναι ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ αὐτή καθ᾽ ἑαυτή. Εἶναι ἡ θεωρία περί τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, διότι ἡ Ἀποκάλυψις καί ἡ Πεντηκοστή τοῦ καθενός πιστοῦ εἶναι γεγονότα προσωπικά πού ἐξαρτῶνται ἀπό τήν πνευματική του προσωπική ἰδιοσυχνότητα καί χωρητικότητα.
Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφή χωρίς τήν Ἱερά Παράδοσι δέν στέκεται ἀπό μόνη της. Χρειάζονται καί τά δύο. Ἡ Ἱερά Παράδοσις εἶναι ἰσόκυρη μέ τήν Ἁγία Γραφή. Ἄλλωστε, νά μή ξεχνᾶμε, ὅτι κάποια στιγμή ἦλθε ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καί καθώρισε συγκεκριμένα ποιά θά εἶναι ἀκριβῶς ἡ Καινή Διαθήκη, ποιά βιβλία δηλαδή εἶναι τά θεόπνευστα, ποιά εἶναι ἁπλῶς τά ὠφέλιμα καί ποιά εἶναι τά ψευδεπίγραφα.
Μέ αὐτά ὅλα θέλω νά τονίσω τήν ἀξία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως καί τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως ἐν πρώτοις, ἡ ὁποία φαίνεται σέ πάρα πολλά σημεῖα, ἀκόμη καί στήν σημερινή εὐαγγελική περικοπή (Κυριακή Η´ Ματθαίου), πού ὑπάρχει ἡ μεσολάβησις τῶν Ἀποστόλων μεταξύ Χριστοῦ καί πλήθους. Ὅπως λέγει ὁ Κύριός μας: «Δότε ὑμεῖς αὐτοῖς φαγεῖν». ''Ἐσεῖς νά τούς δώσετε νά φάγουν''.
Βλέπομε δηλαδή σέ ὅλο αὐτό τό θαῦμα, ἐκτός ἀπό φράσεις εὐχαριστιακῆς διαστάσεως πού μᾶς θυμίζουν καί μᾶς ἀνάγουν εἰς τήν Θεία Εὐχαριστία, καί τήν μεσολάβησι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού εἶναι βέβαια τό θεμέλιο τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως. Ὅπως λέγομε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ''...Εἰς μίαν Ἁγίαν Καθολικήν, δηλαδή Οἰκουμενικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, πού σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία στηρίζεται στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί στήν Ἱερά Παράδοσι.
Ἔτσι λοιπόν, σύμφωνα μέ τήν Παράδοσι, ἐφ᾽ ὅσον ἡ Καινή Διαθήκη σκοπίμως τίποτε δέν ἀναφέρει γιά τήν Κοίμησι τῆς Παναγίας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐπληροφορήθη κατά τρόπον, μυστικόν μέν ὡς πρός ἐμᾶς σαφέστατον βέβαια ὡς πρός Αὐτήν, κατά τρόπον δηλαδή ἄρρητον, καί συγκεκριμένα ἐπληροφορήθη διά μέσου ἀγγέλου. Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ, ὅτι οἱ τρόποι τῆς θεϊκῆς πληροφορίας πού παίρνουν οἱ πραγματικοί Ἅγιοι καί κατά μείζονα λόγον ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, εἶναι ποικίλοι, ἄρρητοι καί ἀπόρρητοι. Διότι, προφανῶς ἀπείρους τρόπους ἔχει ὁ Θεός γιά νά πληροφορῆ τούς πραγματικούς Ἁγίους Του. Ὅμως, ὅλοι αὐτοί οἱ θεϊκοί τρόποι εἶναι ὑπέρ πᾶσαν νόησιν καί αἴσθησιν. Ἄν τό θέλετε ἀκόμη καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἅγιοι νά μᾶς τούς ἐξηγοῦσαν, πού δέν ἐπιτρέπεται βέβαια τίς πλεῖστες ὅσες φορές, ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά μᾶς τά ἐξηγοῦσε - ἕνα σχῆμα ὑπερβολῆς καί φανταστικό, μέ τήν καλή τήν ἔννοια -, πάλι ἐμεῖς οἱ ἀμύητοι δέν θά μπορούσαμε νά καταλάβωμε τόν ἀκριβῆ τρόπο τῆς θεϊκῆς πληροφορίας.
Σημασία ὅμως ἔχει γιά τό ἐν λόγῳ θέμα μας, ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ὄντως ἐπληροφορήθη δι᾽ ἀγγέλου ὅτι σέ τρεῖς ἡμέρες θά ἀπήρχετο ἀπό τόν μάταιο τοῦτο κόσμο. Κατά τρόπον δέ θαυμαστόν εὑρέθησαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι δίπλα εἰς τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον ἀπό τά πέρατα τῆς οἰκουμένης πού τότε εὑρίσκοντο καταναλώνοντες ἑαυτούς εἰς τό κήρυγμα καί εἰς τήν διάδοσιν τοῦ Εὐαγγελίου.
Καί ὅταν λέμε ''εὑρέθησαν'' ἐννοοῦμε ὅτι καί οἱ ἴδιοι δηλαδή δέν μποροῦσαν νά τό ἐξηγήσουν. Ἐδῶ φαίνεται πῶς μπορεῖ ὁ Θεός νά μεταθέτη, ὅταν θέλη νά μεταθέση, κάποιον Ἅγιό Του ἀπό τό ἕνα μέρος στό ἄλλο μέρος σέ μηδέν χρόνο. Ἡ ἀπάντησις εἶναι ἁπλῆ. Θεός εἶναι καί «ὅπου Θεός βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις», νικᾶται φύσεως τοπική τάξις, καί χρόνου τάξις, κ.ο.κ.
Καί ἔτσι σέ μηδέν χρόνο θαυματουργικῶς εὑρέθησαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἰς ''Γεθσημανῆ τό χωρίον'', διότι τιμῆς ἕνεκεν καί ἀξίως καί δικαίως ἔπρεπε νά προλάβουν νά ἀσπασθοῦν καί νά εὐλογηθοῦν ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο πρίν Αὐτή ἀναχωρήση ἀπό αὐτόν τόν κόσμον. Ἔτσι ἡ Παναγία μας τούς εὐλόγησε καί ὅπως Ἐκείνη ἤθελε, ἤ μᾶλλον ὅπως ὁ Θεός ηὐδόκησε, ἁπλᾶ καί ταπεινά καί ἀθόρυβα, ἐκοιμήθη εἰς τό μικρό Της κρεββάτι.
Κατόπιν τούτου, μέ ὅλην τήν πρέπουσα καί δέουσα εὐλάβεια πού ἔτρεφαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι πρός τό πάνσεπτο Πρόσωπό Της, Τήν ἐκήδευσαν, εἰς ''Γεθσημανῆ τό χωρίον'', ὅπως ψάλλομε συνέχεια εἰς τίς Παρακλήσεις, ὅπου βέβαια καί ὁ τάφος Της σώζεται ἕως καί τῆς σήμερον. Ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ἱεροσολυμίτισσας, γιά τήν ὁποία ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέρων Παΐσιος ὅτι ὁμοιάζει πιό πολύ ἀπό τίς ἄλλες εἰκόνες τῆς Παναγίας μέ τήν μορφή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Βέβαια, ἄν θέλωμε νά κυριολεκτήσωμε, ἡ μορφή τῆς ἀναστημένης Ὑπεραγίας Θεοτόκου εἶναι ἄρρητος, ὅμως ὁμοιάζει μέ τήν μορφή τῆς Παναγίας τῆς Ἱεροσολυμίτισσας, σύμφωνα δηλαδή μέ τίς γνωστές ἐμφανίσεις πού ἔκανε ἡ Παναγία Μητέρα μας.
Ἀλλά ἕνας ἀπό τούς δώδεκα Μαθητάς, κατ᾽ οἰκονομίαν καί κατά Θείαν Πρόνοιαν ἀπουσίαζε. Καί πάλιν αὐτός, ὄχι τυχαῖα, ἦτο ὁ Θωμᾶς, ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε καί ὅταν πρωτοενεφανίσθη ὁ Χριστός εἰς ὁλόκληρη τήν ὁμάδα τῶν Μαθητῶν. Εἶχαν προηγηθῆ, πρό αὐτῆς τῆς κοινῆς ἐμφανίσεως τοῦ Χριστοῦ στό σύνολο τῶν Μαθητῶν, καί ἄλλες πολλές ἐμφανίσεις, μέ πρώτη βέβαια ἐμφάνισι εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί εἰς τήν Μαρία τήν Μαγδαληνή πού ἐδιαβάσαμε σήμερα στό ἑωθινό Εὐαγγέλιο, ἡ ὁποία ὅμως δέν ἐννόησε ἀμέσως τά τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτός ἦταν ὁ λόγος πού ἔκλαιγε καί ἐνόμισε ὅτι ὁ Κύριος ἦτο ὁ κηπουρός καί ἐζητοῦσε νά μάθη διάφορες πληροφορίες. Ἀλλά ὁ Χριστός τῆς εἶπε «μή μου ἅπτου». Ἐνῶ δηλαδή ὁ Κύριος ἀργότερα προκαλῆ τόν Ἀπόστολο Θωμᾶ νά τόν ἀγγίση, εἰς τήν Ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή λέγει ''μή με ἀκουμπᾶς''.
Ὦδε ἡ διάκρισις τῶν Ἁγίων. Ὦδε ἡ διάκρισις τῆς Πηγῆς τῆς διακρίσεως, πού εἶναι ἡ Αὐτοαγιότης, ὁ Χριστός, πού τόν μέν ἕναν προκαλεῖ μέ τήν καλή ἔννοια νά τόν ἀκουμπίση, τόν Θωμᾶ δηλαδή, γιά νά πιστωθῆ ἡ Ἀνάστασις καλύτερα, ἀλλά εἰς τήν Μαρία τήν Μαγδαληνή λέγει «μή μου ἅπτου» γιατί εἶχε ἄλλη ψυχολογία. Ἀπό ἄλλο ἔπασχε ὁ α´, ἀπό ἄλλο ἔπασχε ὁ β´.
Ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἐνόμιζε ὅτι θά ἦταν ὁ ἀναστημένος Χριστός ὅπως ἡ παληά καλή ἁγία παρέα καί ἔπρεπε νά τῆς κάνη ἕνα πρῶτο μάθημα νά τήν ταρακουνήση καί νά τήν ξυπνήση ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ὅτι ''ναί μέν ἀναστήθηκα, ἀλλά ἀλλάζουν τά πράγματα καί γι᾽ αὐτό μή μέ ἀκουμπᾶς''.
Βλέπετε, πῶς οἱ Ἅγιοι, ἀναλόγως τοῦ προβλήματος καί τῆς θέσεως τοῦ κάθε ἀνθρώπου μέ διάκρισι συμπεριφέρονται. Ἀλλοιῶς στόν α´, ἀλλοιῶς στόν β´. Ἄς μή πᾶμε καί πολύ μακρυά. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν μέν Ἀπόστολο Τίτο πού ἦταν εἰς τήν Κρήτη λέγει νά μή περιτμηθῆ, ἐνῶ στόν Ἀπόστολο Τιμόθεο ὁ ἴδιος ὁ ''Γέροντας'' - νά τό ποῦμε μέ τά σημερινά δεδομένα - ὁ ἴδιος Ἀπόστολος Παῦλος σέ ἄλλο του πνευματικό παιδί, κι αὐτό ἐξ ἴσου ἄξιο καί ἅγιο, ἐπειδή εὑρίσκετο σέ ἄλλη περιοχή ὅπου ὑπῆρχαν ἄλλα ρεύματα πνευματικά, προκειμένου νά περάση τό κυριώτερο, πού ἦταν ἡ διάδοσις τοῦ Εὐαγγελίου καί νά μή σκαλώσουν σέ κάποιες προλήψεις πού μέχρι τότε δικαιολογημένα εἶχαν, τοῦ ἐπιβάλλει νά περιτμηθῆ. Κλείνει αὐτή ἡ παρένθεσις ''περί διακρίσεως'', πού βλέπομε ἐδῶ καί στόν Χριστό, πῶς ἐνήργησε ἀλλοιῶς στήν Μαρία τήν Μαγδαληνή καί ἀλλοιῶς στόν ἅγιο Ἀπόστολο Θωμᾶ.
Καί ἐπανερχόμεθα εἰς τό κύριό μας θέμα. Σκοπίμως τότε ἔλειπε ὁ Θωμᾶς ἀπό τόν ὅμιλο τῶν ἄλλων Μαθητῶν κατά τήν Κυριακή τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Θωμᾶς δέν ἦτο περισσότερο ἄπιστος ἀπό τούς λοιπούς Μαθητές, διότι κανείς Μαθητής δέν ἐπίστευσε ὅτι ὁ Χριστός ἀνεστήθη πρίν ὁ ἴδιος προσωπικά δῆ τόν ἀναστημένο Χριστό, ἔστω κι ἄν οἱ ἄλλοι τόν ἐπληροφοροῦσαν περί αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Θυμηθεῖτε τί εἶπαν γιά τήν Ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή. «Ἐφάνησαν ὡσεί λῆρος τά ρήματα αὐτῆς». Τούς ἐφάνησαν δηλαδή σάν γυναικεῖες φαντασιώσεις τά λόγια τῆς Ἁγίας.
Λοιπόν τότε ἔλειπε ὁ Θωμᾶς γιά νά πιστωθῆ κατά τόν καλύτερο καί πιό ρεαλιστικό ἱστορικό τρόπο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Διότι, μέχρι τότε δέν εἶχε δοθῆ ἡ καθολική ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶχαν τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες τους οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, πού καθόλου γι᾽ αὐτό βέβαια δέν μειώνονται. Ἔτσι, ὅπως τότε συνέβη αὐτό γιά νά πιστωθῆ κατά τόν καλύτερο τρόπο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καί τώρα, ὄχι τυχαῖα, εἰς τήν Κοίμησι τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἔλειπε πάλι ὁ Θωμᾶς. Καί ὅταν πῆγε ἐκεῖ καθυστερημένα τόν ἔπιασε ἕνα λευκό ἅγιο παράπονο, ἕνα ἀπαθές παράπονο καί ἤθελε κι αὐτός νά ἀσπασθῆ τό νεκρό σῶμα καί νά εὐλογηθῆ, ἔστω καί ἀπό τήν νεκρά ὅπως ἐνόμιζαν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Γι᾽ αὐτό, ἀξίως καί δικαίως, μετά τρεῖς ἡμέρες οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἤνοιξαν τόν τάφον γιά νά πάρη τήν εὐλογία καί ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, ἔστω κι ἄν εἶχε ἤδη κοιμηθῆ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Καί ὅταν ἤνοιξαν τόν τάφον τῆς Παναγίας διεπίστωσαν ὅλοι, παρά πᾶσαν ἐλπίδα καί προσδοκίαν, ὅτι ἔλειπε τό σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί εὑρίσκετο ἐκεῖ μόνον ἡ σινδόνα μέ τήν ὁποίαν εἶχε τυλιχθῆ, ὅπως δηλαδή ἀκριβῶς εἶχε συμβῆ μέ τόν Χριστό, πού εὑρέθησαν ἐκεῖ τό σουδάριον, κλπ., τυλιγμένα εἰς τήν ἐντέλειαν. Καί ὁ Χριστός βέβαια εἶχε ἀναστηθῆ.
Καί τότε διεπίστωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ὅτι ἡ Παναγία Θεοτόκος εἶχε ἀναστηθῆ. Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορική κατοχύρωσις τοῦ γεγονότος, πού διασώζει ἀδιαμφισβήτητα ἡ Ἱερά Παράδοσις, γιατί πῶς εἶναι δυνατόν ἕνα σῶμα νά προλάβη νά λειώση σέ τρεῖς ἡμέρες δηλαδή.
Βέβαια, εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, σύμφωνα μέ τήν γνώμη ὅλων τῶν ἁγίων καί θεοφόρων Πατέρων, ταυτόχρονα μέ τήν Ἀνάστασίν Της ἔλαβε χώραν καί ἡ Ἀνάληψίς Της, ὅπως τό ἀναλύουν πάλιν καί πολλάκις, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ Ἁγιορείτης, ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης καί πλεῖστοι ὅσοι Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἠσχολήθησαν μέ αὐτό τό θέμα.
Καί ὅπως εἴπαμε ὑπάρχει κατ᾽ ἀρχάς ἡ ἱστορική κατοχύρωσις τήν ὁποία περιληπτικώτατα ἀναφέραμε εἰς τήν ἀγάπη σας. Ἀλλά ὑπάρχει καί σαφεστάτη προφητική πολλαπλῆ ποικίλη κατοχύρωσις. Ἁπλῶς, ἕνα-δύο σημεῖα θά ἀναφέρωμε γιά νά μή μακρύνωμε πολύ τόν λόγο.
Εἰς τούς Ψαλμούς, ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ λέγει, μεταξύ τῶν ἄλλων: «Ἀνάστηθι Κύριε εἰς τήν ἀνάπαυσίν σου, σύ καί ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός σου». Θά ἀναστηθῆς Κύριε Ἐσύ, ἀλλά ὄχι μόνον Ἐσύ - πού ἀναφέρεται προφανῶς εἰς τόν Χριστόν ἀπό τήν ὅλη συνάφεια τοῦ Ψαλμοῦ -, ἀλλά «καί ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός σου». Εἰς τήν κιβωτό τοῦ ἁγιάσματος, ἐκεῖ εἰς τήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, ἐφυλάσσοντο οἱ πλάκες τῆς Διαθήκης, οἱ πλάκες πού εἶχε πάρει ὁ θεόπτης Μωϋσῆς εἰς τό ὄρος Σινᾶ.
Ἀλλά, κατά μείζονα λόγον ''κιβωτός τοῦ ἁγιάσματος'' εἶναι ἡ ἰδία ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γιατί ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης ἦτο τύπος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐπειδή μέσα Της δέν εἶχε προφανῶς τίποτε πλάκες, ἀλλά εἶχε τόν Ἴδιο τόν Ἐντολοδόχο. Μάλιστα δέ τότε ἦτο ἐνεργῶν ὁ ἄσαρκος Λόγος, ὁ ἄσαρκος Χριστός. Ὁ Χριστός, πρίν γίνη ἄνθρωπος δηλαδή, γιατί ἕνα εἶναι τό πρόσωπο. Ὅπως λέγει ὁ Χριστός «πρίν Ἀβραάμ γενέσθαι ἐγώ - ἐγώ, ὡς πρόσωπο, ὡς ὕπαρξις - εἰμί», ὑπάρχω δηλαδή. Καί τότε τά ἔχασαν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι καί ἤθελαν ἐκεῖ νά τόν λιθοβολήσουν, κλπ.
Λοιπόν, ἡ Παναγία ἐχώρεσε μέσα Της τόν ἴδιο τόν Ἐντολοδόχο, τόν Χριστό δηλαδή. Γι᾽ αὐτό ὅπως ψάλλομε ἐκεῖ τά Χριστούγεννα λέμε ἕνα ὡραῖο τροπάριο-προσόμοιο ''ὁ ἀχώρητος παντί πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί, ὁ ἐν κόλποις τοῦ πατρός πῶς ἐν ἀγκάλαις τῆς μητρός· πάντως ὡς οἶδε, ὡς ἠθέλησεν καί ὡς ηὐδόκησεν, ἄσαρκος γάρ ὤν ἐσαρκώθη ἑκών καί γέγονεν ὁ ὤν ὅ οὐκ ἦν δι᾽ ἡμᾶς». Δηλαδή, μέ ἁπλᾶ λόγια, πῶς Αὐτός πού δέν τόν χωροῦν τά σύμπαντα ἐχώρησε μέσα σέ ἀνθρωπίνη κοιλιά, μέσα σέ ἄχραντη κοιλιά, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου; Γι᾽ αὐτό καί ἡ Παναγία μας δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ ''σκηνή τοῦ ἁγιάσματος'', ἀλλά πολύ εὔστοχα ὀνομάζεται σύν πολλοῖς ἄλλοις ὀνόμασι καί ''Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου''.
Τώρα, στηριζόμενοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες στήν ἱστορική καί προφητική κατοχύρωσι, πού ἐν ὀλίγοις ἀναπτύξαμε, κατέθεσαν, διεσαφήνισαν, ἀνέπτυξαν, ἑρμήνευσαν, περιχαράκωσαν γραπτῶς αὐτήν τήν διδασκαλία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μυστικό δόγμα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Αὐτό, προφανῶς καί δέν εἶναι ὑποδεέστερο ἀπό τά ἄλλα δόγματα, ἀλλά εἶχε καί ἔχει τήν ''πολυτέλεια'' νά μήν ἀμφισβητηθῆ. Γι᾽ αὐτό εἶναι καί πιό ''ἔγκυρο'' - ὅλα τά δόγματα βέβαια εἶναι ἐξ ἴσου ἔγκυρα -, διότι δέν εὑρέθηκε κανείς αἱρετικός εἰς τό διάβα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας νά τό ἀμφισβητήση. Τώρα, ἐάν κάποιοι σύγχρονοι θεολόγοι, ἤ ἄσχετοι, ἤ κάποιοι εὐλαβεῖς, ἀλλά ἀπό ἄγνοια ἤ ἐπηρεασμένοι ἀπό ἄλλες θέσεις δυτικοῦ τύπου λέγουν πράγματα τά ὁποῖα δέν εὐσταθοῦν, ἔ, τί νά κάνωμε; Ἐμεῖς πρέπει νά στηριζώμεθα εἰς τούς Ἁγίους Πατέρες, εἰς τήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας μας, πού οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ πιό πολλοί ἀπ᾽ αὐτούς, ὅπως ὁ Ἅγιος ὁ Παλαμᾶς, εἶχαν δεῖ καί ζωντανά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Ἔτσι λοιπόν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τό ἀναλύουν αὐτό καί εἶναι σεσιγημένον μυστήριον. Ἄλλωστε, τά τῆς Θεοτόκου ὅλα εἶναι σεσιγημένα εἰς τήν Ἁγία Γραφή. Ἐνῶ εἶχε μέσα Της τόν Θεόν Λόγον καί εἶχε τόν πρῶτον λόγον νά ὁμιλῆ, ὅμως ἄφησε τόν Χριστόν νά τά πῆ ἀργότερα καλύτερα μέ τά θαύματα καί μέ τήν διδασκαλία Του. Ἐνῶ εἶχε τόν πρῶτο λόγο, γιατί μέσα Της εἶχε τόν ἐνυπόστατο Λόγο, αὐτή νά εἶναι ἡ Γερόντισσα καί ἡ Διδασκάλισσα, ὅμως δέν εἶχε ἀρθρώσει καμμία λέξι. Καί ἄν βάλωμε καί κάποια καλή φαντασία, καί ἀπό κάποιους ἐκεῖ Γραμματεῖς καί Φαρισαίους, διδασκάλους, μέ καλή ἤ μέ ὄχι καλή διάθεσι, πιθανῶς νά ἐδέχετο καί κάποιες συμβουλές καί κάποιες διδασκαλίες. Ποιός; Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, πού εἶχε λάβει τό Ἅγιο Πνεῦμα σέ τέλειο βαθμό. Βλέπομε τί μεγαλεῖο ταπεινώσεως καί σιωπῆς εἶχε ἡ Παναγία Μητέρα μας.
Ἐπίσης, ἀναλύσαμε ὅτι ἡ Ἱερά Παράδοσις εἶναι ἰσόκυρος μέ τήν Ἁγία Γραφή καί ὅτι οἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἠσχολήθησαν μόνο μέ προβλήματα πού ἔτυχε νά ἀπασχολήσουν τήν Ἐκκλησία στό πέρασμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἀλλά εὐτυχῶς γι᾽ αὐτό τό θέμα κανείς αἱρετικός δέν εὑρέθηκε νά τό ἀμφισβητήση. Γι᾽ αὐτό καί δέν ὑπῆρξε ἀνάγκη συγκλίσεως Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἄλλωστε, ἐκτός ἀπό τήν διαχρονική Πατερική Γραμματολογία, αὐτό φαίνεται, σύν τοῖς ἄλλοις, καί στήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Μόνον δύο παραδείγματα θά ἀναφέρωμε.
Ὅπως ψάλλομε στό Κοντάκιο «τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησε», τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο δηλαδή. Ἤ, εἰς τό τελευταῖο τροπάριο τῆς πρώτης ὠδῆς τοῦ πρώτου Κανόνα τῆς ἑορτῆς, ἀναφερόμενος ὁ ὑμνογράφος εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγει: Νά τό ποῦμε μέ ἁπλᾶ λόγια στήν ἀρχή. «Γι᾽ αὐτό ἀκολουθοῦσα τούς νόμους τῆς φύσεως» καί μετά λέγει στά ἀρχαῖα «δι᾽ ὅ θνήσκουσα σύν τῷ Υἱῷ ἐγείρῃ διαιωνίζουσα». «Γι᾽ αὐτό, ἀφοῦ ἐκοιμήθης, μετά, μαζί μέ τόν Υἱό Σου, ὅπως καί ὁ Υἱός Σου, ἐγείρεσαι διαιωνίζουσα».
Νομίζω αὐτά εἶναι ἀρκετά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιά νά πιστώσωμε τοῦ λόγου τό ἀληθές. Αὐτό πού πρέπει τώρα νά συνειδητοποιήσωμε εἶναι ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀπό τώρα δέν εὑρίσκεται ἁπλᾶ εἰς τόν Παράδεισον, ὅπως ὅλοι οἱ Ἅγιοι καί ὅλοι οἱ σεσωσμένοι, ἀλλά εὑρίσκεται ἀπό τώρα εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, γιατί ἔχει ἤδη πάρει τό ἄφθαρτο τελικό σῶμα, ὅπως δηλαδή καί ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μέ τήν Ἀνάληψί Του ἀνέβασε τήν ἀνθρωπίνη φύσι σέ αὐτό τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἁπλῶς, γιά τόν Χριστό, ἔπρεπε νά μείνη σαράντα ἡμέρες πρίν ἀνεβῆ ἡ ἀνθρωπίνη σάρκα εἰς τόν Οὐρανό γιά τόν λόγο ὅτι ἔπρεπε νά πιστωθῆ πέρα γιά πέρα ἡ ἱστορικότητα καί ἡ ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσεώς Του. Γι᾽ αὐτό καί στήν ἀρχή ἐνεφανίζετο ὅπως τόν ἤξεραν, ἐνῶ ὁ ἀναστημένος Χριστός ἦταν διαφορετικός καί ἄρρητος στήν θέα Του. Μετά ἐνεφανίζετο διαφορετικά καί τούς ἔκανε σταδιακά μαθήματα πίστεως ἕως ὅτου ἀνελήφθη. Ἐνῶ στήν Παναγία μας δέν ὑπῆρχε αὐτός ὁ λόγος. Ἄλλωστε, ὅπως εἴπαμε, ὅλα τά τῆς Παναγίας μας εἶναι σεσιγημένα μυστήρια.
Ἔτσι, ἡ Παναγία μας εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος πού ἀπό τώρα εὑρίσκεται σωματικῶς μέ ἄφθαρτο σῶμα εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καί πρέπει ἡ ἰδική Της Ἀνάστασις-Ἀνάληψις νά μᾶς χαροποιῆ πιό πολύ καί ἀπό αὐτήν τήν Ἀνάστασι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ἐξηγούμεθα. Ὁ Χριστός, ὅπως ψάλλωμε εἰς τούς Αἴνους τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, ἀνεστήθη ''αὐτεξουσίως'', ἀπό μόνος του δηλαδή. Ἐπί πλέον, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ''...ὁ Θεός ἀναστήσας τόν παῖδα Αὐτοῦ Ἰησοῦν'' (Πράξ. γ´ 26). Καί τά δύο εἶναι σωστά, διότι ὅταν λέμε ''ὁ Θεός'', ὅταν λέμε ''ὁ Πατήρ'', ὑπάρχει κοινή ἐνέργεια στά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Πατήρ, ὁ Λόγος καί τό Ἅγιον Πνεῦμα δηλαδή ἀνέστησαν τήν ἀνθρωπίνη φύσι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά ἐπειδή ὁ Χριστός ἦταν καί Θεός - λόγῳ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως ἔχομε ἕνα Πρόσωπο στόν Χριστό, τοῦ Θεοῦ Λόγου -, γι᾽ αὐτό καί τά δύο εἶναι σωστά, δηλαδή καί τό ὅτι ὁ Χριστός ἀνεστήθη αὐτεξουσίως, καί τό ὅτι ὁ Θεός, ἡ Ἁγία Τριάς, ἀνέστησε τόν Χριστόν.
Ἐνῷ ἡ Παναγία Μητέρα, ναί μέν δέν ἀνεστήθη αὐτεξουσίως, διότι ἦταν ἁπλός ἄνθρωπος. Ἀνεστήθη μέ ἄκτιστο θεία τριαδολογική ἐνέργεια, δηλαδή ἀνεστήθη ἀπό τόν Θεό. Ὁπότε, εἶναι ἡ πρώτη ἐγγύησις καί προκαταβολή, εἶναι ἡ πρώτη ἐκπλήρωσις τῆς προφητείας τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε. Διότι, νά, ἕνας δικός μας ἁπλός ἄνθρωπος, πού δέν διαφέρει ἀπό μᾶς ὡς πρός τήν φύσι ἀλλά μόνο ὡς πρός τήν ἁγιότητα, ἀπό τώρα ἔχει ἀναστηθῆ. Ὁπότε ἐμεῖς πρέπει νά χαιρώμεθα γι᾽ αὐτό, διότι ἀποτελεῖ τήν πρώτη ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, εἶναι ἡ σωτηρία καί τῶν ἀγγέλων, καί τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς κτίσεως. Εἶναι ἡ ''γέφυρα ἡ μετάγουσα τούς ἐγγύς πρός οὐρανόν'', γιατί καί ἡ κτίσις θά ἀνακαινισθῆ δυνάμει τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἄρα δυνάμει τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπό τήν ὁποίαν δανείσθηκε σάρκα ὁ Θεός Λόγος.
Γι᾽ αὐτό, νά Τήν εὐγνωμονοῦμε αἰώνια καί νά τήν παρακαλοῦμε ἀδίστακτα, ἀφοῦ πρῶτα ὅμως ἐφαρμόζωμε τίς ἐντολές τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Της. Γι᾽ αὐτό καί τιμῆς ἕνεκεν λέγομε «Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς». Διότι, ἡ Παναγία δέν εἶναι ὀντολογικός μεσίτης. Εἶναι ἠθικός μεσίτης, ἀλλά ἐπειδή διαφέρει ἡ παρρησία Της πάρα πολύ ἀπό τήν μεγάλη παρρησία τῶν λοιπῶν Ἁγίων, γι᾽ αὐτό τιμῆς ἕνεκεν λέγομε ''Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς''. Ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι ὀντολογικός μεσίτης πρός τόν Πατέρα. Δηλαδή καί μόνον ἡ ἐνανθρώπισίς Του εἶναι μία πρεσβεία στόν Θεό Πατέρα, εἶναι ἡ αἰτία τῆς συμφιλιώσεώς μας μέ τήν Ἁγία Τριάδα.
Εὔχομαι λοιπόν νά Τήν παρακαλοῦμε ἀδίστακτα καί νά Τήν εὐγνωμονοῦμε αἰώνια, γιατί Αὐτή εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, τῆς ὁποίας θεώσεως εὔχομαι, διά πρεσβειῶν Της, ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως, ἀλλά καί ἀπό αὐτήν τήν ζωή, νά τύχωμε.
Ἀμήν. Γένοιτο!
(Ὁμιλία κατά τήν Θεία Λειτουργία στήν Ἱερά Μονή - 18/8/2013)
Πηγή: Θρησκευτικά
Μεγάλη και παγκόσµια είναι η σηµερινή εορτή και πανήγυρη της Παναγίας ένδοξου, υπερευλογηµένης, δεσποίνης ηµών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. Ολόκληρος ο Ορθόδοξος κόσµος σ’ όλα τα µέρη της γης πανηγυρίζει την Κοίµηση και έξοδό Της από την πρόσκαιρη αυτή ζωή και την µετάστασή Της στον ουρανό, στην αιώνια Βασιλεία και δόξα.
Άνθρωποι και άγγελοι συγχαίρουν και συναγάλλονται. Τα αγγελικά τάγµατα συγχορεύουν µε τους αγίους. Ευφραίνε-ται και πανηγυρίζει η γη και οι πιστοί σπεύδουν µε ευλάβεια και δέος να τιµή-σουν την πανύµνητη Μητέρα του Κυρίου και Σωτήρα τους. Από τα πέρατα της γης ευλαβείς προσκυνητές µε ιερότητα προσκυνούν τις αγίες και θαυµατουργές εικόνες Της. Με συντριβή καρδιάς ανοίγουν οι πονεµένοι τις καρδιές τους για να εκφράσουν τον πόνο τους, να ζητήσουν την προστασία και βοήθεια Της. Οι πάντες θα Την µακαρίσουν, θα Την ανυµνήσουν και θα Την δοξάσουν. Η θεία ζωή της Θεοτόκου υπάρχει πηγή διδαχής, έµπνευσης και παραδειγµατισµού για όλες τις γενιές.
Κατά την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας µας «θεαρχίω νεύµατι» από τα πέρατα της Γης αρπάχθηκαν οι θείοι Απόστολοι και συνγκεντρώθηκαν στη Ναζαρέτ για να παραστούν κατά την έξοδο της Μητέρας του Θεού από τον κόσµο αυτό. Η Θεοτόκος αντικρίζοντας τους Αποστόλους δοξολόγησε τον Υιό Της, γιατί εισάκουσε την προσευχή και εξεπλήρωσε την επιθυµία Της, να παρ-ευρεθούν οι Μαθητές και αυτόπτες µάρ-τυρες της Ανάστασής Του κατά την έξοδό Της. Οι Εβραίοι αντιλήφθηκαν την παρουσία των Αποστόλων και των υπόλοιπων µαθητών στο σπίτι της Θεοτόκου και µε µίσος και πάθος συγκεντρώθηκε πλήθος κόσµου και βάδισε κατά της οικίας της Θεοτόκου µε σκοπό να κατακάψουν όλο το κτίριο. Τράπηκαν όµως σε φυγή από Άγγελο Κυρίου, ο οποίος φανερώθηκε και απέτρεψε τους ασεβείς από τον σκοπό τους.
Η Θεοτόκος προσευχήθηκε και το Άγιο Πνεύµα µετέφερε όσους ευρίσκονταν στην οικία Της στην Ιερουσαλήµ. Όταν έφτασε ο καιρός της αναχώρησής Της παρακάλεσε τον Απόστολο Πέτρο να θυµιάσει και τους λοιπούς Αποστόλους να αρχίσουν τη ψαλµωδία. Τότε, ενώ όλοι προσεύχονταν φάνηκαν πλήθη Αγγέλων και στο µέσο τους ο Κύριος Ιησούς Χριστός εν δόξη, αστράφοντας περισσότερο από τον ήλιο. Η Αειπαρθένος Κόρη ευχαρίστησε τον Υιό Της για τις δωρεές που χάρισε σ’ Αυτήν και παρακάλεσε να προστατεύει και να χαρίζει κάθε αίτηµα σ’ εκείνους, που µε πίστη προστρέχουν σ’ Αυτήν. Μετά από αυτά παρέδωσε την αγία και πάναγνη ψυχή Της στα χέρια του Σωτήρα και Θεού Της.
Το δωµάτιο και η γύρω περιοχή πληµµύρισε από ουράνια ευωδία. Οι άγιοι Άγγελοι υµνούσαν τον Κύριο της δόξας και οι άγιοι Απόστολοι µε ύµνους και ψαλµούς συνόδευαν το πάναγνο σώµα της Θεοτόκου στον τάφο, στη Γεθσηµανή. Καθ’ οδόν ένας Εβραίος από φθόνο κινούµενος εναντίον της Θεοτόκου τόλµησε να ορµήσει κατά πάνω του νεκρικού κρεβατιού, µε σκοπό να βεβηλώσει και να ρίξει κατά γης το σώµα της Μαρίας. Μόλις άγγιξε την κλίνη, Άγγελος Κυρίου έκοψε τα δύο χέρια του ασεβούς και κρέµονταν στην κλίνη. Ο Απόστολος Πέτρος βλέποντας το παράδοξο αυτό σηµείο προσευχήθηκε στην Θεοτόκο παρακαλώντας για την αποκατάσταση των χεριών του δυστυ-χούς Εβραίου. Έλαβε τα κοµένα χέρια και µε την επίκληση του ονόµατος της Θεοτόκου αµέσως αποκατεστάθηκαν.
Το άγιο σώµα της Μαρίας τοποθετήθηκε στη Γεθσηµανή. Για τρία µερόνυχτα ακούγονταν άγγελοι να υµνούν τη Θεοτόκο. Μετά τις τρεις µέ-ρες έπαψαν οι ύµνοι και όταν άνοιξαν τον τάφον είδαν ότι το σώµα της Θεοτόκου έλλειπε, γιατί µετατέθηκε στον Παράδεισο. Σύµφωνα µε αρχαία Παρά-δοση ο Απόστολος Θωµάς δεν βρέθηκε κατά την µετάσταση της Θεοτόκου, γιατί βρισκόταν στις Ινδίες. Την τρίτη ηµέρα από την Κοίµηση της Μαρίας αρπάχθηκε από σύννεφο και συναντήθηκε στους ουρανούς µε την Θεοτόκο, η οποία του έδωσε για ευλογία την ζώνη Της.
Η Κοίµηση της Θεοτόκου είναι το αποκορύφωµα της δόξας Της. Δοξάστηκε κατά τον Ευαγγελισµό, όταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ ευαγγελιζόταν σ’ αυτήν τη µοναδική εκλογή και Χάρη την οποία της έκανε ο Ύψιστος Θεός, να την καταστήσει Μητέρα του Υιού Του. Δοξαζόταν, όταν στρατιές αγγέλων στο σπήλαιο της Βηθλεέµ έψαλλαν δοξολογία για τη γέννηση του µονογενούς Υιού του Θεού. Δοξαζόταν, όταν οι ακροατές του λόγου αναφωνούσαν «µα-καρία η κοιλία η βαστάσασά σε». Αλλά, ενώ αυτή ήταν δόξα επίγεια και ανθρώπινη, η τωρινή υπήρξε το προοίµιο της ουράνιας δόξας.
Η Αειπαρθένος Κόρη, η Θεο-µήτωρ Μαρία σήµερα αποκαθίσταται στη δόξα Της. Φεύγει απ’ τον επίγειο κόσµο και πορεύεται στα άνω βασίλεια. Άγγελοι και Αρχάγγελοι αποτελούν την τιµητική Της συνοδεία. Η Μητέρα του Κυρίου παρέστη ως βασίλισσα στα δεξιά του Υιού Της «εν ιµατισµώ δια-χρύσω περιβεβληµένη, πεποικιλµένη».
Πολλά ονόµατα µεγάλων γυναικών πέρασαν από την ανθρώπινη ιστο-ρία στην άβυσσο της λήθης. Πολλές βασίλισσες µε µεγάλη δύναµη και επιρροή έσβησαν και εξαφανίστηκαν. Το όνοµα όµως της Αειπαρθένου Μαρίας µένει αθάνατο στους αιώνες. Το όνοµα της Μητέρας του Θεού συγκινεί, παρηγορεί και σώζει όσους µε πίστη προστρέχουν σ’ Αυτήν. Η Εκκλησία του Θεού σ’ όλα τα σηµεία της γης ψάλλει εγκώµια και ύµνους στο υπερβάλλο µεγαλείο Της. Μυριόστοµη ακούγεται η ικετευτική δέηση των πιστών στην πανάχραντη Μητέρα. Η προφητική ρήση «ιδού από του νυν µακαριούσι µε πάσαι αι γενεαί» εκπληρώνεται.
Το ύψος και η δόξα της Θεοτόκου βρίσκεται στη µεγάλη ταπείνωσή Της. Είναι γενικός και απαράβατος νόµος, ότι για να ανέλθει κανείς στη δόξα του Θεού πρέπει να διέλθει προηγουµένως από τους στενούς δρόµους της ταπείνωσης. Η Θεοτόκος παρ’ όλο το πλήθος και τον όγκο των µεγαλείων Της, δεν καυχήθηκε, ούτε αυτοδιαφηµίσθηκε. Ήταν η συνεχώς ταπεινοφρονούσα Κόρη. Αλλά και ταυτοχρόνως η υποµένουσα Μητέρα. Υπήρξε µαρτυρική και τεθλιµµένη Μητέρα. Τον ουράνιο ευαγγελισµό ακολούθησαν οι άδικες του Ιωσήφ υποψίες, για να Την καταθλίψουν βαθύτατα. Την υπερφυή γέννηση του Υιού Της συνόδεψε ο εξοντωτικός διωγµός του Ηρώδη, για να καταφύγει στην Αίγυπτο. Τα θαύµατα και τις επευφηµίες του λαού επακολουθούν οι διαβολές και οι συκοφαντίες των Γραµµατέων και Φαρισαίων, που χύνουν πικρό δηλητήριο στη µητρική Της καρδιά. Ο σκληρός και ατιµωτικός θάνατος του Υιού Της την έκανε να µαρτυρήσει. Τον αντίκρυσε πάνω στο Σταυρό αιµόφυρτο να παλεύει µε τον θάνατο. Τον προσέβλεψε νεκρό, γυµνό, άταφο. Ποιά οδύνη και θλίψη σπάραξε την µητρική Της καρδιά! Τότε πέρασε τη ψυχή Της «ροµφαία δίστοµος». Αλλ’ η Παρθένος δεν κλονίσθηκε, ούτε λιγοψύχησε, ούτε αγανάκτησε για την άδικη σφαγή του Υιού Της. Υπέµεινε καρτερικά το µαρτύριο Εκείνου, ως µαρτύριο δικό Της.
Η Πανάγια Παρθένος µας δείχνει µε το παράδειγµά Της και παρουσιάζει τον οδυνηρό δρόµο της δόξας. Η ταπείνωση και οι θλίψεις τις οποίες υπέµεινε την ανύψωσαν στη δόξα Της και η ένδοξη κοίµησή Της άνοιξε τις πύλες του ουρανού. Αναδείχτηκε κόσµηµα του ουρανού, γιατί έγινε η Πύλη του Ουρανού. Υπήρξε η πιστή δούλη Κυρί-ου, που υπέµεινε τους φρικτούς ψυχικούς πόνους για τα όσα υπέµεινε ο Σωτήρας του κόσµου. Υπήρξε το παράδειγµα στους θλιβοµένους, ώστε να υποµένουν. Ήταν και είναι το αιώνιο παράδειγµα για όλους τους νέους και τις νέες κάθε εποχής για ηθική τελείωση και αγιασμό.
Σήµερα, οφείλουµε να εµπνευστούµε από την όλη προσωπικότητα της Αειπάρθενης Κόρης. Στις ευτυχίες και τις δυστυχίες µας, στις χαρές και τις λύπες µας, στους πόνους και τους προβληµατισµούς µας, ας έχουµε ως βοηθό και προστάτη την Υπέρµαχο Στρατηγό. Ταπείνωση και υποµονή στο θέληµα του Θεού ανοίγουν το δρόµο της αιώνιας ζωής και δόξας. Η υπερένδoξη του Θεού Μητέρα και των αγίων Αγγέλων αγιωτέρα µας προσκαλεί να συµµετάσχουµε στη δόξα του Θεού. Για να τιµήσουµε την Μητέρα του Θεού πρέπει µε την προσωπική µας ζωή να ενσαρκώσουµε τις αρετές Της έτσι θα ανεβούµε στον ουρανό βαδίζοντας τον δρόµο των αρετών.
1. - Ἡ σημερινή λαμπρή ἡμέρα τῆς Μεταμόρφωσης, ἀπαιτεῖ νά ἐξηγήσω στήν ἀγάπη σας -ἀνάλογα μέ τή Χάρη πού μοῦ δόθηκε ἀπό τόν Χριστό πού μεταμορφώθηκε- τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς. Καί ἔτσι, ἀφοῦ μάθουμε τή δύναμη τοῦ μυστηρίου πού κρύβεται μέσα της, νά ἑορτάζουμε ἀπό δῶ καί πέρα ὄχι μόνο ψάλλοντας ἱερούς ὕμνους, ἀλλά καί μέ σωστή ζωή. Ἐπειδή αὐτό ἀκριβῶς, δηλαδή ἡ προκοπή μας στά καλά ἔργα, ἀποδεικνύει καί ὅτι ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς δωρεᾶς πού ἀξιωθήκαμε καί ὅτι ἔχουμε ἀνακαλύψει τό θησαυρό της, τιμώντας ἔτσι σεβαστικά τήν ἑορτή καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα μας.
2. - Ἐκεῖνος πού βαδίζει σέ πεδιάδα περπατάει εὔκολα, ἐπειδή ὁ τόπος εἶναι ὁμαλός καί διευκολύνει τήν ὁδοιπορία. Ὅποιος ὅμως ἀνεβαίνει σέ βουνό κοπιάζει καί λούζεται στόν ἱδρώτα, ἐξαιτίας τῆς ἀνηφοριᾶς, τῆς σωματικῆς πίεσης καί τῆς κόπωσης πού ἐκείνη προκαλεῖ.
Μέ ἴσια, ὁμαλή καί εὐκολοπερπάτητη γῆ, παρομοίασε τό βίο μέσα στίς ἡδονές, τήν ἄνεση καί τήν τρυφή τῆς “κατά σάρκαν” ζωῆς. ᾿Eπειδή ἡ ζωή αὐτή περνάει μέσα στήν ἄνεση καί τήν εὐκολία τῶν μάταιων ἡδονῶν.
Μέ βουνό πάλι, παρομοίασε τήν ἐνάρετη ζωή, ἐξαιτίας τῆς ἐγκράτειας σέ ὅλα, τῆς ἀγριάδας τῆς ἄσκησης καί τοῦ πόνου πού ὑποφέρουμε ἀπ' ὅσα θλιβερά μᾶς ἀπαντοῦν στή ζωή.
3. - Ὅποιος συζεῖ μέ τήν ἐγκράτεια καί πορεύεται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί ὅποιος καταμαραίνει τίς σωματικές ἡδονές, ἐκεῖνος ἀποδεικνύεται, σάν τόν ἀπόστολο Πέτρο, πιστός καί θερμός μαθητής τοῦ Κυρίου. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, θανατώνει τό κοσμικό φρόνημα, καταργεῖ τούς σαρκικούς λογισμούς, ἑτοιμάζεται γιά τήν κακοπάθεια πού συνεπάγεται τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἐλέγχει ἐκείνους πού ζοῦν ἄσχημη καί ἁμαρτωλή ζωή καί ὑπομένει γιά χάρη τῆς ἀλήθειας τίς κακώσεις πού αὐτοί τοῦ προκαλοῦν, ἐπιδεικνύοντας ἔτσι τό ζῆλο τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου.
Ὅποιος πάλι ἔχει κάνει ἀπόλαυση καί τροφή τῆς διανοίας του τά ἱερά λόγια, ὅποιος φλέγεται ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς μελέτης καί ἀσχολεῖται ἐπίμονα καί εὐχάριστα μέ τούς λόγους τῆς φύσεως καί τήν κατανόηση τῆς ἀλήθειας, αὐτός μιμεῖται τόν τρόπο σκέψεως καί ζωῆς τοῦ εὐαγγελιστή Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου. Αὐτός μέ τό σῶμα, τήν ψυχή καί τή διάνοια ἀκολουθεῖ κατά βῆμα τόν Κύριο. Αὐτός πάντα τρέχει τό θλιβερό δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἀνεβαίνει στό νοητό ὄρος καί προσεύχεται ἀπερίσπαστα. Ἐπειδή ἐκεῖ ἐκτελεῖται ἡ καθαρή προσευχή, πού διώχνει μακριά κάθε ἔννοια αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί φωτίζει ὁλόκληρο τό νοῦ, αὐξάνοντάς τον μέ τό λάδι τῆς θείας ἀγάπης καί καταυγάζοντάς τον μέ θεῖες φωτοχυσίες.
4. - Ὅταν ὁ νοῦς φωτίζεται μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί ὅταν, μέ τήν ἀπερίσπαστη προσευχή, λάμπει καί ἀκτινοβολεῖ ἀπό τή θεία γνώση, ὅταν ἐπίσης διατηρεῖ καθαρά ὅλα τά κινήματα τοῦ σώματός του, τότε ἀπό τό στόμα βγαίνουν λόγια γεμάτα σύνεση καί σοφία. Τότε τά αἰσθητήριά του καλύπτονται ἀπό τή ὀμορφιά τῆς σεμνότητας καί τά σωματικά μέλη του κοπιάζουν στή διακονία τῶν καλῶν πράξεων. Τότε ὅλος ὁ ἄνθρωπος γίνεται φῶς, γιατί ἡ ψυχή γίνεται λυχνάρι του φωτεινό, πού φέγγει ‘τό φῶς τό ἀληθινό, ἐκεῖνο πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο” τῶν ἀρετῶν. (Ἰωάν. 1,19).
5. - Αὐτός πού ζεῖ καί πορεύεται μ’ αὐτό τόν τρόπο «δέν συμμορφώνει τή ζωή του μέ τό φρόνημα αὐτοῦ τοῦ κόσμου» (Ρωμ. 12,2 & Γαλ. 1,4) πού φθείρεται καί πεθαίνει. Αὐτός, ἀκούγοντας τόν ἀπόστολο Παῦλο -ὁ ὁποῖος βλέποντας τά ἀθέατα, λέει ὅτι ‘ὁ Θεός θά ἀφανίσει τή μορφή αὐτοῦ τοῦ κόσμου” (Α΄ Κορ. 7, 31)- δέν γυρίζει πίσω στά ἐπίγεια πράγματα. Αὐτός ξεπερνάει ὅσα φθείρονται καί χάνονται, ὅσα ἔχουν μόνο σχῆμα καί ὄχι ὕπαρξη. Γιατί, ὅπως τό σχῆμα ἐμφανίζεται γιά λίγο καί μετά ἀφανίζεται, ἔτσι καί τά πράγματα τῆς ζωῆς αὐτῆς δέν ἔχουν τίποτα σίγουρο καί σταθερό. Γι’ αὐτό λοιπόν, αὐτός ὁ ἄνθρωπος, καί τό λογισμό του ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἐπιθυμία τῶν ὁρατῶν πραγμάτων καί τά εὐχάριστα αὐτῆς τῆς ζωῆς, τά περιφρονεῖ ὡς κάτι οὐσιαστικά ἀνύπαρκτο. Αὐτός ἀγκαλιάζει μ’ ὅλη του τήν ὕπαρξη τά ἀθάνατα πράγματα τῆς μέλλουσας ζωῆς. Αὐτός μεταμορφώνεται συνεχῶς, μέ τό νά ἐπιστρέφει καθημερινά στόν ἑαυτό του καί μέ τό νά ἀναμορφώνει κάθε ὥρα καί στιγμή τόν τρόπο τῆς σκέψης του, ἔτσι ὥστε, μέ τήν ἐπίδοση καί τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, νά ἀποχωρίζεται τά κακά καί νά ἐγκολπώνεται τά ἀγαθά.
6. - Ὅταν ὁ ἀγωνιστής τῆς εὐσέβειας καλλιεργεῖ τόν ἑαυτό του καί προκόβει ἀνεβαίνοντας σέ τέτοια πνευματικά ὕψη -ἐπειδή ἀκριβῶς οἰκοδομεῖται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐπειδή λάμπει σάν φωτεινό ἀστέρι- παρακινεῖ καί ἀνάβει καί τῶν ἄλλων τόν ζῆλο, γιά τή μίμηση τοῦ καλοῦ. Ἔτσι τιμάει τή Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ μέ ὅλο του τό σῶμα καί μέ ὅλο του τό πνεῦμα, γνωρίζοντας βαθιά καί οὐσιαστικά τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς καί ἑρμηνεύοντάς το ἔμπρακτα στό περιβάλλον του. Γιατί ὁ Χριστός μέ τήν θεία Του Μεταμόρφωση, προμήνυσε ταυτόχρονα καί τήν ἄρρητη δόξα, μέ τήν ὁποία θά ἔρθει νά κρίνει τόν σύμπαντα κόσμο. Ἔκανε ἀκόμα ὁλοφάνερη τήν λαμπρότητα τῆς ὁποίας θά γίνουν μέτοχοι ἐκεῖνοι πού θά εὐαρεστήσουν στόν Θεό. Τέλος δίδαξε κάθε πιστό νά προετοιμάζει πάντα τόν ἑαυτό του, ὥστε νά εἶναι κάθε στιγμή δοχεῖο κατάλληλο καί χωρητικό τῆς θείας ζωῆς καί τῆς μέλλουσας μακαριότητας, ὄντας σάν τό κερί πάντα σέ θέση νά δεχθεῖ τό θεῖο φῶς.
7. - Συμβαίνει μέ τόν πιστό ὅ,τι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τό κερί. Αὐτό καθώς λυώνει μέ τήν πύρωση τῆς φωτιᾶς, λόγῳ τῆς λιπώδους του φύσεως, τρέφει καί συντηρεῖ τή φωτιά, διατηρώντας ἔτσι τό φῶς καί καταφωτίζοντας ὅσους τό πλησιάζουν. Ὁ πιστός ἄνθρωπος, ἔχοντας συμπήξει μέσα του τά κεριά τῆς θείας γνώσεως -πού εἶναι ἀκριβῶς τά ἄνθη τῆς ἀρετῆς- καί ἔχοντας ξεκόψει, μέ τή βοήθεια καί τή θέρμη τοῦ θείου ἔρωτος, ἀπό κάθε γήινη ἐπιθυμία, ἔχει οὐσιαστικά προετοιμάσει ἀπό ἐδῶ κιόλας τόν ἑαυτό του, γιά νά γίνει ἐκεῖνο τό κατάλληλο λυχνάρι. Βασισμένος στό νόμο τῆς θείας ἀγάπης, περιμένει κι αὐτός μέ λαχτάρα νά ὑποδεχθεῖ, ὅταν ἔρθει ἡ μέλλουσα ζωή, τό θεῖο καί ἄρρητο ἐκεῖνο Φῶς καί νά ἀπολαύσει τήν συνεχή καί ἀτελεύτητη λαμπρότητα, πού πηγάζει ἀπό ἐκεῖ.
8. - Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί ὁ κόπος πού καταβάλλεται γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, γίνονται τροφοδότες τῆς θείας δόξας. Ὁ Κύριος, καθώς γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ἔχει πεῖ: ‘Θά ἀγαπήσω αὐτόν πού τηρεῖ τίς ἐντολές μου καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου” (Ἰωάν. 14,21). Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν, τό αἰσθητό φῶς καταναλώνει τό κερί γιά νά συντηρηθεῖ, ἔτσι καί ἡ δόξα τοῦ Θείου φωτός, τροφοδοτεῖται ἀπό τίς ἀρετές τῆς ψυχῆς καί καταλάμπει ἐκείνους, πού τή δέχονται μέσα τους.
Ὁ Χριστός ἔχει πεῖ: ‘Τροφή μου εἶναι τό νά κάνω τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα μου, πού μέ ἔχει στείλει καί νά τελειώσω τό ἔργο Του” (Ἰωάν. 4,34). Καί ὁ προφήτης Δαυίδ λέει: ‘Μέσα στό θέλημά Του εἶναι κρυμμένη αἰώνια ζωή” (Ψαλμ. 29,6).
9. - Κατά συνέπεια, ὁ ἐργάτης τοῦ ἀγαθοῦ καί θά ζήσει καί θά θερίσει τούς καρπούς τῶν κόπων του, μέ τή Χάρη τοῦ Καθηγητή τῆς σωτηρίας μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος δοξάζει αὐτούς πού Τόν δοξάζουν.
Σ’ Αὐτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, μαζί μέ τόν Ἄναρχο Πατέρα Του καί τό Πανάγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα Του, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πηγή:Η άλλη όψη
Το όνομα της αειπαρθένου Μαρίας, του ιεροτέρου ανθρωπίνου προσώπου της Ορθοδοξίας, συνοδεύεται από ένα μεγάλο αριθμό προσωνυμιών που της έχουν αποδοθεί.
Η Θεοτόκος κυρίως όμως αποκαλείται Παναγία.
Επίσης στον Μικρό και Μεγάλο Παρακλητικό κανόνα υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός θεοτοκωνυμίων, όπως φαίνεται στην αλφαβητική καταγραφή που δημοσιεύουμε:
Α.
Αγαθή
Αγαλλίαμα
Αγνή
Αειμακάριστος
Αειπάρθενος
Αντίληψις θερμή
Αντίληψις καταπονουμένων
Αντίληψις ταχεινή
Αντίληψις οξεία
Αντίληψις θλιβομένων
Απαλλαγή ασθενούντων
Αποτεκούσα Σωτήρα Χριστόν
Άσπιλος
Άχραντος.
B.
Βακτηρία τυφλών
Βοήθεια ταχινή
Βοηθός ορφανών
Βοηθός εν ταις θλίψεσι
Βοηθός των προστρεχόντων εκ πίστεως
Γ.
Γαλήνη χειμαζομένων
Γεννήσασα ευφροσύνης τον Αίτιον
Γεννήσσασα φώς
Γλυκασμός των Αγγέλων
Δ.
Δεξαμένη της χαράς το πλήρωμα
Δέσποινα του κόσμου
Διαλύουσα όχλον πειρασμών
Διώκτης της ζάλης του βίου
Δόξα των Παρθένων
Δοχείον φωτός καθαρόν και άμωμον
Δύναμις αβοηθήτων
Ε.
Ειρήνη πολεμουμένων
Ελαύνουσα επήρειαν δαιμόνων
Ελπίς απηλπισμένων
Ελπίς των πιστών.
Ενδοξοτέρα των Σεραφείμ
Εξαφανίσασα αμαρτίας την λύπην
Επίσκεψις ασθενούντων
Ευφροσύνη εν ταις λύπαις.
Θ.
Θαύμα ακατανόητον
Θεογεννήτρια
Θεομακάριστος
Θεομήτωρ
Θεονύμφευτος
Θεόνυμφος
Θεοτόκος
Θησαυρός σωτηρίας
Θησαυρός αδαπάνητος.
Θρόνος ηλιοστάλακτος
Θύρα μετανοίας.
Ι.
Ιατρός νόσων
Κ.
Καθαρωτέρα λαμπηδόνων ηλιακών
Καθέδρα Βασιλέως
Καταφυγή
Καταφύγιο κόσμου
Καταφύγιο Χριστιανών
Καύχημα
Κεχαριτωμένη
Κλέος μητέρων
Κόρη
Κυήσασα (Χριστόν, Θεόν, Σωτήρα, Λυτήρα νόσων, εύσπλαχνον και Σωτήρα)
Λ.
Λαμπάς άσβεστος
Λιμήν εν ταις ζάλαις
Λοχεύτρια
Λυτρωσαμένη εκ της κατάρας
Λυχνία χρυσή.
Μ.
Μεσιτεία αμετάθετος
Μεσίτρια
Μεταβολή θλιβομένων
Μήτηρ (Δεσπότου Θεού,Θεού,Λόγου,Λυτρωτού,Θεού Υψίστου,Κυρίου)
Μητροπάρθενος.
O.
Οδηγήτρια
Όπλο σωτηρίας
Π.
Πάναγνος
Παναγία
Παναμώμητος
Πανάμωμος
Πανάχραντος
Πανύμνητος
Παράκλησις ξένων
Παράκλησις εν ταις Θλίψεσι
Παραμυθία
Παρθένος
Πηγή αφθαρσίας
Πηγή ελέους
Πλατυσμός εν ταις θλίψεσιν
Πόλις δωδεκάτειχος
Ποταμός ζωής
Πρεσβεία θερμή
Προστασία (ακαταίσχυντος, ανθρωπίνη, θερμή, πιστών, χριστιανών)
Προστατεύουσα (αεί, ταχέως)
Προστάτις (Χριστιανών, ζωής αδικουμένων, εν τοις πειρατηρίοις)
Πύργος χρυσοπλοκώτατος
Ποταμός ζωής
Πύλη Ευσπλαχνίας.
Ρ.
Ρύστις εν τοις κινδύνοις
Σ.
Σεμνή
Σκέπη κραταιά
Σκέπη θεία
Στάμνος (θεία και μανναδόχος)
Στήριγμα
Συντριμμός του θανάτου
Συμμαχία ασθενών
Σωτηρία ψυχών
Σωτηρία των προστρεχόντων εκ πίστεως.
Τ.
Τείχος (απροσμάχητον, ακράδαντον, απόρθητον, καταφυγής)
Τεκούσα (αδιαφθόρως, την αιωνίαν λύτρωσιν, την ειρήνην την πάντα νούν υπερέχουσα, το φώς, τον Κυβερνήτην)
Τετοκυία Φώς
Τιμιωτέρα Χερουβείμ
Τροφή πενομένων
Υ.
Υπεραγία
Υψηλοτέρα ουρανών
Φ.
Φρουρά ασφαλεστάτη
Φυσίζωος.
Χ.
Χαρά θλιβομένων
Χαρά εν ταις λύπαις
Ω.
Ωράϊσμα μητέρων
Θεολογική Ερμηνεία των Θεοτοκονυμίων
ΑΓΑΘΗ:
Ο ιερός υμνογράφος αποδίδει το θεοπρεπές αυτό κατηγόρημα στο Πρόσωπο της Θεοτόκου, σαν την κατά χάρη αγαθή,μετά τον κατά φύση αγαθό Θεό. Η Παναγία είναι κατά τους Αγίους της Εκκλησίας το τελειότερο δημιούργημα του Θεού, γι’αυτό και μπόρεσε να δανείσει σάρκα στον «Παντεχνήμονα Λόγο» του Θεού και Υιό της .
AΓΝΗ:
Αγνή σημαίνει καθαρή, άσπιλη, αμόλυντη. Ετυμολογικά η λέξη αγνός παράγεται από την λέξη άγος, με το οποίο χαρακτηρίζεται ό,τι αφιερώνεται στο θείο και επί προσώπων σημαίνει τον ηθικά καθαρό και άξιο του Θεού, εφ’όσον η λέξη χρησιμοποιείται για περιπτώσεις θείας τάξεως. Η Παναγία είναι η «Αγνή» και για την απόλυτη καθαρότητά της και για την ολοκληρωτική της αφιέρωση στο Θεό.
ΑΕΙΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ:
Σύνθετη λέξη από το επίρρημα «αεί» που σημαίνει «πάντοτε, αιώνια, δια παντός» και το επίθετο «μακαριστός», που παράγεται από το ρήμα μακαρίζω. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης διευκρινίζει ότι «μακαριότης εστί, περίληψις παντός αγαθού». Επομένως κατά κυριολεξία μακάριος είναι ο Θεός αλλά και κάθε ένας που κοινωνεί με το θείο. Η μέθεξη της μακαριότητας του Θεού πραγματοποιείται κατά το μέτρο της προσωπικής αγιότητας του ανθρώπου.
Η Θεοτόκος σαν «Αγία αγών μείζων» μετέχει της θείας μακαριότητας στον μεγαλύτερο βαθμό, επειδή δέχτηκε μέσα Της «πάν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς».
ΑΣΠΙΛΟΣ:
Σύνθετη λέξη: α+σπίλος (=κηλίδα). Σημαίνει αυτή που είναι χωρίς σπίλο,η καθαρή, η ακηλίδωτη, η αμόλυντος Παρθένος Μαρία.
ΑΧΡΑΝΤΟΣ:
Σύνθετη λέξη: α+χραίνω (=μιαίνω). Άχραντος είναι η αμίαντος, η καθαρή Θεοτόκος.
ΓΛΥΚΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ:
Η λέξη γλυκασμός παράγεται από το ρήμα γλυκάζω και σημαίνει γλυκύτητα. Τη λέξη αυτή χρησιμοποιούν οι Προφήτες Αμώς (Aμ..θ,13) και Ιωήλ (Ιωήλ δ,18) για να περιγράψουν την γλυκύτητα που θα ρέει και θα ευφραίνει κάθε κτιστή ύπαρξη κατά την ημέρα Κυρίου, δηλαδή κατά τον καιρό και τον χρόνο που ο Θεός θα συντρίψει ολοσχερώς το κακό. Η Θεοτόκος χαρακτηρίζεται ως «γλυκασμός των αγγέλων», διότι με την σάρκωση του Θεού-Λόγου στη θεοδόχο γαστέρα Της, κατά κοινή και σύμφωνη γνώμη των Αγίων και αυτή η αόρατη κτίση δηλ.τα αγγελικά τάγματα απέλαβαν την ύψιστη δωρεά και χάρη από τον Θεό. Ενώ μέχρι τότε ήταν δύστρεπτα αλλά όχι και άτεπτα προς το κακό, κατέστησαν πλέον ακίνητα προς αυτό. Έγινε λοιπόν η Αειπάρθενος και για τους Αγίους Αγγέλους η αιτία ανείπωτης γλυκύτητας για την δωρεά του Θεού προς αυτούς, πού έρρευσε από τα παρθενικά Της σπλάχνα.( Ιγνάτιος Θεοφόρος –Ιωάννης Δαμασκηνός P.G.94,872)
ΔΕΣΠΟΙΝΑ:
Σημαίνει την Κυρία, την Ηγεμονίδα, την Βασίλισσα. Και τούτο επειδή:
-αναδείχθηκε Νύμφη Ανύμφευτη του Παντάνακτος Θεού. Νύμφη «εφ΄όσον συνέλαβε και εγέννησε ,πράγμα που προυποθέτει «γάμο» και Ανύμφευτος, εφ’ όσον η σύλληψις του Υιού Της έγινε όχι φυσικώς αλλά εκ Πνεύματος Αγίου»
-αξιώθηκε να καταστεί Μητέρα του Παμβασιλέως Χριστού.
-υψώθηκε στην ύψιστη αξία και τιμή από κάθε άλλο κτίσμα της ορατής και της αόρατης κτίσης, γιατί υποτάχθηκε απόλυτα στη βουλή του Θεού και μετείχε κατά μοναδικό τρόπο στο μαρτύριο της απόλυτης ταπείνωσης του Υιού Της για την σωτηρία του κόσμου.
ΕΝΔΟΞΟΤΕΡΑ ΤΩΝ ΣΕΡΑΦΕΙΜ:
Τα Σεραφείμ είναι το τάγμα των αγγελικών Δυνάμεων ,που ο Προφήτης Ησαίας είδε γύρω από το θρόνο του Θεού να ψάλλει «μετά φόβου και τρόμου τον Τρισάγιο ύμνο «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ…». Σύμφωνα με τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, τα Σεραφείμ είναι ιεραρχικά ο πρώτος αγγελικός χορός. Το όνομά τους σημαίνει «τα φλογερά,τα πύρινα» (Ησ. στ, 1-3)
Η Θεοτόκος είναι ενδοξοτέρα των Σεραφείμ και κατά την φήμη («από του νύν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί») και κατά την μετοχή της στη θεία δόξα,όπως παρατηρεί ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. «Είδες διαφορά της στάσεως. Μάθε από αυτήν και τη διαφορά της θέσεως.Πραγματικά γύρω από το Θεό είναι τα Σεραφείμ, πλησίον δε δίπλα σ΄αυτόν τον ίδιο μόνη η παμβασιλίς, η οποία θαυμάζεται και εγκωμιάζεται από τον ίδιο το Θεό, που είναι σαν να την ανακηρύττει προς τις γύρω του δυνάμεις και να λέγει σύμφωνα με το γραμμένο στο Άσμα Ασμάτων, «πόση καλή είναι η πλησίον μου»; Είναι φαιδρότερη από το φώς, περισσότερο ανθισμένη από τον Παράδεισο, καλλίτερα στολισμένη από όλο τον κόσμο, ορατό και αόρατο.» (Ομιλία ΝΕ,34-ΕΠΕ)
ΛΟΧΕΥΤΡΙΑ:
Λοχεύτρια είναι η λεχώ,η γυναίκα μετά τον τοκετό, η μητέρα.
Η Παναγία επονομάζεται ως «Θεού λοχεύτρια», επειδή είναι αληθινά Θεοτόκος, Θεομήτωρ. Με το επώνύμιο αυτό τονίζεται ότι πραγματικά ο Θεός «σάρξ εγένετο» εκ της Αειπαρθένου Μαρίας, πέρα από κάθε φαντασία. Πρέπει να σημειωθεί ότι κατ’αναλογία προς την άσπορο σύλληψη του Κυρίου στην θεοδόχο μήτρα της Παρθένου και την άφθορη κύηση, εφ’όσον ετηρήθησαν «σώα τα σήμαντρα» της παρθενίας Της, και η λοχεία της Θεοτόκου υπήρξε αλόχευτος (οθ΄Κανόνας της ΣΤ Οικ. Συνόδου).
ΘΕΟΝΥΜΦΟΣ – ΘΕΟΝΥΜΦΕΥΤΟΣ:
Η Θεοτόκος είναι νύμφη του Θεού αλλά και αυτή που νυμφεύθηκε τον Θεό. Ο Θεός αποκαλύπτεται στην Αγία Γραφή σαν Νυμφίος, που ζητά από την νύμφη (δηλ.τον λαό του) πιστότητα και αποκλειστικότητα.
Η Θεοτόκος, σαν αειπάρθενος, κατακύρωσε την πλήρη αφιέρωσή της στον Θεό και πραγματοποίησε στον ύψιστο βαθμό τον σκοπό της ορατής και αόρατης δημιουργίας, που είναι η θέωση.
ΘΡΟΝΟΣ ΠΥΡΙΜΟΡΦΟΣ:
Η φωτιά χρησιμοποιείται πολύ συχνά στην Παλαιά Διαθήκη σαν έκφραση της αγιότητας του Θεού και της δόξας Του. Στο βιβλίο του Δανιήλ ο Προφήτης βλέπει τον Άναρχο Θεό («Παλαιός των Ημερών») να κλάθεται θρόνο και «ο θρόνος ωσεί φλόξ πυρός». Αυτή το θαυμαστό όραμα έχει στον νούν του ο υμνογράφος, όταν αποκαλεί την Θεοτόκο «θρόνο πυρίμορφο», διότι πραγματικά υπήρξε ο έμψχος και αληθινός θρόνος του Θεού, εφ’ όσον μέσα Της σαρκώθηκε ο Υιός και Λόγος του Θεού, στον οποίο κατοικεί σωματικά όλο το πλήρωμα της Αγίας Τριάδος. (Κολ. β,9)
ΘΡΟΝΟΣ ΗΛΙΟΣΤΑΛΑΚΤΟΣ:
Πρόκειται για επωνύμιο της Θεοτόκου, στο οποίο δεν κυριαρχεί η φωτιά αλλά το φώς. Οι βιβλικές ρίζες του χαρακτηρισμού αυτού βρίσκονται στην θαυμαστή όραση του Προφήτη Ησαία, όπου είδε τον Θεό να κάθεται σε θρόνο «εκπάλγου δόξης», καθώς και στον ψαλμό πη στιχ.37, που αναφέρεται στην Βασιλεία του Δαβίδ η οποία διαιωνίζεται με τον Ιησού Χριστό. «Και ο θρόνος αυτού ως ο ήλιος». Η Θεοτόκος είναι θρόνος ηλιοστάλακτος του Θεού, γιατί αναπαύεται πλήρως πάνω Της η Θεότητα. Έτσι το πλήθος των θείων χαρισμάτων της σαν ηλιακές ακτίνες λαμπρύνουν υπερκοσμίως την πάνσεπτη μορφή Της και μέσω Αυτής διαχέονται στην ορατή και στην αόρατη κτίση.
Καθέδρα σημαίνει θρόνος. Η Παναγία είναι η καθέδρα πάνω στην οποία «κάθησε η Θεότητα», με την Ενσάρκωση του Χριστού και επιτέλεσε το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου. «Όπου δε κάθηται ο βασιλεύς ,εκεί ο θρόνος ίσταται» (Άγ.Γρηγόριος Παλαμάς, Ομιλία ΝΓ 24, ΕΠΕ)
ΛΑΜΠΑΣ:
Η λαμπάδα σαν σύμβολο είναι συνώνυμη με την έννοια του φωτός. Οι βιβλικές ρίζες του επωνυμίου πρέπει να αναζητηθούν στα προφητικά λόγια του Ησαία. «Για την Σιών πλέον δεν θα σιωπήσω και για την Ιερουσαλήμ δεν θα κρατηθώ, έως ότου η δικαιοσύνη μου λάμψει σαν φώς και η σωτηρία που θα της παράσχω θα ανάψει και θα φωτίσει σαν λαμπάδα.» (ξβ 1).»
Ο χαρακτηρισμός αυτός αποδιδόμενος στην Υπεραγία Θεοτόκο ερμηνεύεται ως εξής.
-Η Θεοτόκος υπήρξε λαμπάδα πάνω στην οποία με την σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού άναψε το άυλο και ανέσπερο φώς της θεότητας, «το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον»
-Η Θεοτόκος με την παναγία ζωή Της, σαν το πλέον εξαίρετο «τέκνο φωτός» σ΄ολόκληρη την λογική δημιουργία αποτελεί το απόλυτο το απόλυτο παράδειγμα της κατά Θεόν ζωής. Είναι το φως που δείχνει το δρόμο της σωτηρίας στον άνθρωπο, για να τον αναδείξει κάτοικο της Νέας Ιερουσαλήμ, της Βασιλείας του Θεού.
ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΘΕΡΜΗ:
Πρέσβυς είναι αυτός που αποστέλλεται για να διαμεσολαβήσει μεταξύ δύο πλευρών και να εξασφαλίσει τα άριστα.Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει πως η Θεοτόκος «έλαβε την σοφία από τον Υιόν, ως Μήτηρ αυτού,δια να ηξεύρη να φιλιώνη τον ουρανόν με την γήν και τον Θεόν με τον άνθρωπο».Η έννοια της πρεσβείας είναι συνώνυμη με αυτή της μεσιτείας, με την παρατήρηση ότι η δεύτερη είναι θεολογικά ισχυρότερη.
Στο κάθισμα εξαίρεται το μεσιτικό έργο της Δέσποινας του κόσμου και ιδιαίτερα η βοηθητική παρέμβασή της στη ζωή των πιστών τέκνων της ,που μαστίζουν η θλίψη και η κακοπάθεια της ζωής.
Η Θεοτόκος τιμάται σαν θερμή προσευχή προς τον Υιό της για την σωτηρία των μελών της Αγίας Εκκλησίας του. Είναι τείχος προστατευτικό των πνευματικών τέκνων της, που δεν μπορούν να διαλύσουν οι επιθέσεις των δαιμονικών δυνάμεων και των εχθρών της πίστεως. Είναι πηγή, από την οποία αναβλύζει αγάπη και έλεος για τους πιστούς. Είναι το καταφύγιο του κόσμου, όπου προστρέχουν οι πιστοί, για να βρούν αναψυχή και σωτηρία στον δύσκλο αγώνα κατά της αμαρτίας. Είναι τέλος η ταχέως προστατεύουσα, η γοργοεπήκοος, πουακούει γρήγορα τις προσευχές που της απευθύνονται και άμεσα σπεύδει να προστατέψει τους πιστούς από κάθε κίνδυνο που τους περιβάλλει και απειλεί να τους καταστρέψει.
ΠΑΝΑΓΝΟΣ:
Σύνθετη λέξη από τα επίθετα πάν + αγνός. Χαρακτηρίζεται έτσι με ιδιαίτερη έμφαση η απόλυτη καθαρότητα της Θεοτόκου και η ολοκληρωτική αφιέρωσή της στον Θεό.
ΤΙΜΙΩΤΕΡΑ ΤΩΝ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ:
Η λέξη Χερουβείμ ερμηνεύεται σαν «ο ευλογών, ο μεσάζων, ο προσευχόμενος». Τα Χερουβείμ, είναι ένα από τα εννέα αγγελικά τάγματα. Μνημονεύονται στην Αγία Γραφή σαν παραστάτες Θεού και διάκονοι του θελήματός Του. Ο Θεός μνημονεύεται ως «ο καθήμενος επί των Χερουβείμ». Την ασύλληπτη αυτή αξία και τιμή των Χερουβείμ ,μόνη η Θεοτόκος έχει ξεπεράσει, εφ΄όσον ο Θεός δανείστηκε σάρκα από τα αγνά αίματά της για να σκηνώσε σωματικά «πάν πλήρωμα της θεότητας».
ΥΨΗΛΟΤΕΡΑ ΟΥΡΑΝΩΝ:
Με την λέξη ουρανοί στους ύμνους των Παρακλητικών Κανόνων χαρακτηρίζεται η ορατή και η αόρατη κτίση. Η Θεοτόκος, επειδή βρίσκεται στο σύνορο της κτιστής και της ακτίστου φύσεως, είναι υψηλοτέρα των ουρανών, δηλ. ανθρώπων και αγγέλων και ευθύς μετά τον Θεό.
ΦΥΣΙΖΩΟΣ:
Πρόκειται για σύνθετη λέξη: φύω+ζωή. Φυσίζωος είναι αυτός που παράγει και δωρίζει τη ζωή.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός έξι μέρες πριν από το Πάσχα πήρε μαζί Του τους τρεις διακεκριμένους μαθητές Του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, και ανέβηκε στο όρος Θαβώρ. Εκεί, μπροστά στα μάτια των μαθητών, ο Κύριος μεταμορφώθηκε και το μεν πρόσωπό Του έλαμψε σαν τον ήλιο, τα δε ρούχα Του έγινα λευκά σαν το φως.
Το γεγονός αυτό αποτελεί μία Θεοφάνεια της θείας Φύσης του Κυρίου Ιησού, η οποία φανερώνει την θεϊκή δόξα του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού. Ο Θεός αυτό-αποκαλύπτεται στους Μαθητές Του και διά μέσον αυτών σ’ όλο τον κόσμο.
Ο άνθρωπος από μόνος του ήταν ανήμπορος να συμμετάσχει σ’ αυτή την δόξα. Μόνον, εάν ο ίδιος ο Θεός αποκάλυπτε τον Εαυτό Του, ο κόσμος θα γνώριζε την αληθινή θεογνωσία. Κανένας άνθρωπος δεν είδε ποτέ τον Θεό, ούτε εγένετο μέτοχος της θείας δόξας. Και αυτό αποτελεί το μεγαλείο της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο, το γεγονός ότι επιθυμεί όλοι οι άνθρωποι να γίνουν μέτοχοι της θείας δόξης.
ς είδαν ουράνια οράματα και, κάτω από την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, προφήτευσαν μελλοντικά γεγονότα. Ο Μωϋσής είδε τον Θεό στην φλεγόμενη αλλά μη καιγόμενη Βάτο (Έξ. 3:2-6), μίλησε στο Θεό επάνω στο όρος Σινά και έλαβε τις Δέκα Εντολές, αλλά ποτέ δεν είδε τον Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο (Έξ. 19:16-20-20:17). Ο Προφήτης Ησαϊας βλέπει την δόξα του Θεού περικυκλούμενη από τα Σεραφείμ, που έψελναν τον τρισάγιο ύμνο, «Άγιο, Άγιος, Άγιος, Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης Αυτού» (Ησ. 6:1-5). Ο Προφήτης Δανιήλ βλέπει την Ημέρα της Κρίσεως, όταν ο Θεός πρόκειται να καθίσει πάνω σ’ ένδοξο Θρόνο για να κρίνει τους ανθρώπους (Δανιήλ 7:9-14). Όλοι αυτοί οι ιερείς άνδρες μετείχαν της θείας δόξας, που ο Θεός τους αποκάλυψε, όμως κανείς απ’ αυτούς δεν αξιώθηκαν να δουν την θεία δόξα, όπως αποκαλύφθηκε στους Μαθητές Του πάνω στο όρος Θαβώρ.
Η φανέρωση της δόξας της θείας φύσης του Χριστού είναι το έργο του Θεού, διότι ο Άγιος Θεός επιθυμεί, ο άνθρωπος γίνει μέτοχος της θείας δόξας. Ο άνθρωπος πλάσθηκε «κατ’ εικόνα και καθομοίωσιν» Θεού (Γεν. 1:26) και έχει κληθεί να γίνει άγιος, κατά Χάρη, όπως ακριβώς ο Θεός είναι Άγιος από την φύση Του. Ο μοναδικός σκοπός της ζωής και της ύπαρξης του ανθρώπου είναι να ομοιάσει με τον Θεό διά μέσον της ορθής πίστεως και της ενάρετης ζωής.
Οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Άγιοι και οι Όσιοι, άνδρες και γυναίκες, από μόνοι τους ήσαν ανήμποροι να φθάσουν στο ύψος της θέωσης. Αυτό πραγματοποιείται μέσον του Ιησού Χριστού, του Υιού του Θεού, ο οποίος αγιάζει τον άνθρωπο. Η αγιότητα είναι το αποτέλεσμα της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος μέσα στο κανονικό Σώμα του Χριστού, που είναι η Αγία Ορθόδοξος Εκκλησία. Το τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, διά μέσον των ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας, αγιάζει όλους εκείνους που μετέχουν σ’ αυτά. Γι’ αυτό τον λόγον όλοι όσοι δεν ζουν την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας στερούν από τον εαυτό τους αυτή την ευεργετική Χάρη και Δωρεά του Θεού.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί από μόνος του να λάβει την Χάρη του Θεού. Οι τρεις Απόστολοι δεν θα έβλεπαν την μεταμόρφωση, εάν δεν ήσαν μαζί με τον Κύριο. Ανέβηκαν μαζί Του και Εκείνος αποκαλύπτεται σ’ αυτούς. Με παρόμοιο τρόπο, κανείς δεν μπορεί να ανεβεί την κλίμακα των αρετών, παρά μόνον εάν ακολουθεί τον Χριστό. Διότι, μόνον εν Χριστώ ο άνθρωπος μπορεί να επιτύχει την ηθική και πνευματική του ολοκλήρωση, την απελευθέρωσή του από την αμαρτία και να γίνει άγιος. Μόνον εν Χριστώ ο άνθρωπος μετέχει της θείας ζωής, που προσφέρεται από τον Κύριο.
Η λάμψη του προσώπου του Ιησού σαν τον ήλιο και η λευκότητα των ρούχων Του φανέρωσαν μία ελάχιστη ακτίνα της θείας Φύσης Του. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, τέλειος Θεός, που ενσαρκώθηκε και έγινε τέλειος άνθρωπος, χωρίς να μειώνεται η θεότητά Του, ή να θεοποιείται η ανθρωπότητά Του. Οι δύο φύσεις και θελήσεις, η θεία και η ανθρώπινη, μένουν ενωμένες στην μίαν Υπόσταση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, χωρίς σύγχυση ή μίξη και χωρίς να καταργεί η μία την άλλη.
Στη Μεταμόρφωση ο Θεός Πατέρας δίδει την δική Του μαρτυρία στον κόσμο. Καλεί τον κόσμο να ακούσει μόνον τον Υιό Του. Ο άνθρωπος, λοιπόν, δεν πρέπει να ακολουθεί άλλο άνθρωπο, θρήσκευμα ή φιλοσοφικό οργανισμό, όπου δεν υπάρχει η σωτηρία. Την εξουσία της ζωής ή του θανάτου την έχει μόνον ο Ιησούς Χριστός. Γι’ αυτό και καλεί στην μεταμόρφωσή Του τους Προφήτες Μωϋσή και Ηλία, ακριβώς για να δείξει, ότι είναι ο Κύριος των ζώντων και των νεκρών.
Η γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού φανερώνει ότι ο άνθρωπος μπορεί να συμμετάσχει στη θεία δόξα του Θεού μόνον, όταν βρίσκεται ενωμένος με τον Χριστό. Το Θαβώρειο Φως προσφέρεται σ’ όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, αλλά καρποφορεί μόνον σ’ εκείνους που θα πιστεύσουν, ακούσουν και ακολουθήσουν τον Υιό του Θεού, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Η σημερινή μέρα μας καλεί όλους να ανεβούμε το όρος των αρετών, να απολαύσουμε την ωραιότητα της θείας δόξης και να δώσουμε την δική μας μαρτυρία της Ορθοδόξου μας Πίστεως και ζωής στο κόσμο που μας περιτριγυρίζει.
Ὁ Αὔγουστος εἶναι ὁ μήνας τῆς Παναγίας. Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως, τῆς μνήμης, τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἐτέθη ἀκριβῶς στὸ μέσον τοῦ μηνὸς αὐτοῦ, ἦταν αἰτία καὶ ὅλες οἱ ἡμέρες του νὰ πάρουν σιγὰ – σιγὰ ἕνα Θεομητορικὸ χαρακτήρα. Οἱ δεκατέσσαρες πρῶτες ἡμέρες μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι τὰ προεόρτιά της καὶ οἱ ὑπόλοιπες τὰ μεθέορτα, ἡ παράταση τῆς μεγάλης αὐτῆς Θεομητορικῆς ἑορτῆς.
Κατὰ τὴν αὐστηρὰ ἑορτολογικὴ τάξη, προεόρτιος ἡμέρα εἶναι μόνο ἡ παραμονή, ἡ 14η τοῦ μηνός, κατὰ τὴν ὁποία καὶ μόνο ὑπάρχουν εἰδικὰ τροπάρια στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία. Ἀλλὰ τὸ λειτουργικὸ ἔθιμο, ποὺ σήμερα ἀποτελεῖ πιὰ γενικῶς καθιερωμένη παράδοση, συνέδεσε ὅλες τὶς πρὸ τῆς ἑορτῆς ἡμέρες μὲ τὴν προπαρασκευὴ γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τῆς Παναγίας, ἀφ’ ἑνὸς μὲν μὲ τὴν προπαρασκευαστικὴ νηστεία, ἀφ’ ἑτέρου δὲ μὲ τὴ ψαλμωδία τῶν παρακλητικῶν κανόνων πρὸς αὐτὴν μετὰ τὸν ἑσπερινὸ τῶν ἡμερῶν αὐτῶν.
Ἡ μεθέορτος πάλι περίοδος κατὰ τὸ ἰσχύον τυπικὸ λήγει τὴν 23η Αὐγούστου, ἠμέρα κατὰ τὴν ὁποία «ἀποδίδεται» ἡ ἑορτή, τὰ Ἐννιάμερα. Πάντοτε ὅμως κατὰ τὸ παρελθὸν ὑπῆρχαν τάσεις παρατάσεως τοῦ ἑορτασμοῦ. Ἔτσι σὲ πολλὰ μοναστήρια τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἡ ἑορτὴ ἀπεδίδετο τὴν 28η Αὐγούστου. Διάταγμα ἐξ ἄλλου τοῦ αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικου Β΄ τοῦ Παλαιολόγου ὅριζε νὰ ἑορτάζεται ἡ μνήμη τῆς Θεοτόκου...
καθ’ ὅλο τὸν Αὔγουστο μήνα ἀπὸ τὴν 1η μέχρι τὴν 31η.
Σὲ ἀνάλογο τάση φαίνεται ὅτι ὀφείλεται καὶ ἡ τοποθέτηση στὴν 31η τοῦ Αὐγούστου τῆς ἑορτῆς τῆς καταθέσεως τῆς Τίμιας Ζώνης τῆς Θεοτόκου στὴν Ἁγία Σορό, ποὺ βρισκόταν στὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου στὰ Χαλκοπρατεία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Κατὰ τὸν τρόπο αὐτὸν ὁ Θεομητορικὸς μήνας, ἀλλά καὶ ὁλόκληρο τὸ ἔτος, ποὺ ἔληγε τὴν 31η Αὐγούστου, σφραγιζόταν μὲ μία Θεομητορικοῦ χαρακτήρα ἑορτή.
Κατὰ τὸν Αὔγουστο, λοιπόν, τὸν μήνα τῆς Παναγίας, στοὺς ναούς μας, καὶ μάλιστα στὰ προσκυνήματα τὰ ἀφιερωμένα στὸ ὄνομά της, θὰ συντρέξουν οἱ πιστοί μας γιὰ νὰ ὑμνολογήσουν τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀναφέρουν σ’ αὐτὴν τὴ θλίψη καὶ τὶς ἀγωνίες τους. Καὶ δικαίως, γιατί ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ λογικὴ κλίμακα ποὺ κατέβασε τὸν Θεὸ στὸν κόσμο καὶ ἀνέβασε τὸν ἄνθρωπο στὸν Θεό. Εἶναι ὁ κρίκος ποὺ συνέδεσε τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γῆ, ποὺ ἔδωσε στὸν Θεὸ τὴν σάρκα, ὥστε νὰ γίνει, ἀπὸ ἄκρα φιλανθρωπία, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ «ὁμοούσιος ἡμῖν κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα», σὰρξ ἐκ τῆς σαρκὸς καὶ ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Καὶ στὴν παρρησία τῆς μητέρας Του, ποὺ τὴν ἄφησε πεθαίνοντας στὸν σταυρὸ στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου καὶ γιὰ δική μας μητέρα, καταφεύγουν τώρα τὰ παιδιά της, οἱ ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ἦταν ἡ διαθήκη Του αὐτή, ποὺ τὴν ἔγραψε ἐπάνω στὸν αἱματοβαμμένο σταυρό Του, ὅταν βλέποντας «τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα, ὅν ἤγαπα» εἶπε πρὸς αὐτὴν τὸ «Ἰδοὺ ὁ υἱός σου» καὶ πρὸς τὸν μαθητὴ «Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου»;
Μὲ τὸ θάρρος λοιπὸν καὶ τὴν ἀγάπη τῶν παιδιῶν πρὸς τὴν μητέρα ἀπευθύνεται ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ πρὸς τὴν Θεοτόκο, γιὰ νὰ διαβιβάσει Ἐκείνη τὰ αἰτήματά του πρὸς τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της, χρησιμοποιώντας καὶ πάλι τὴν παρρησία τῆς μητέρας. Γιατί μέσα στὸ μυστικὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία, νεκροὶ δὲν ὑπάρχουν. Ὅλοι ζοῦν ἐν Χριστῷ καὶ συνεχίζουν καὶ στὸν οὐρανὸ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς δεήσεις γιὰ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ζοῦν στὴ γῆ καὶ ἀγωνίζονται τὸν καλὸν ἀγώνα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ ζῶντες στὸν κόσμο τοῦτο δέονται γιὰ τοὺς ἄλλους ἀδελφοὺς των, ζώντας ἢ κεκοιμημένους.
Καὶ πολὺ περισσότερο ἡ Θεοτόκος στὴ δόξα τοῦ οὐρανοῦ δὲν παύει νὰ ἐκτελεῖ τὸ ἔργο τῆς μεσιτείας ποὺ ἔκαμε καὶ στὴ γῆ. Ὅπως στὸ γάμο τῆς Κανᾶ ἐνδιαφέρθηκε γιὰ τὴ χαρὰ τῶν ἀνθρώπων καὶ ζήτησε καὶ πέτυχε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν θαυματουργική Του ἐπέμβαση, ἔτσι καὶ μεταστάσα ἀπὸ τὴ γῆ δὲν ἐγκατέλειψε τὴ γῆ, ἀλλὰ διαρκῶς διαβιβάζει τὶς αἰτήσεις μας πρὸς τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της.
Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο εἶναι ἡ «προστασία» ἡ «ἀκαταίσχυντος» καὶ ἡ «μεσιτεία» ἡ «ἀμετάθετος», ποὺ δὲν παραβλέπει τὶς ἱκετευτικές μας φωνές, ἀλλὰ ἀντιλαμβάνεται καὶ προφθάνει στὴ βοήθεια ἐκείνων ποὺ ἔχουν ἀνάγκη, ὅπως πολὺ χαρακτηριστικὰ ψάλλει ὁ ποιητὴς τοῦ γνωστοῦ κοντακίου.
Σ’ αὐτὴν λοιπὸν τὴ θεολογικὴ βάση στηρίζεται ἡ Ἐκκλησία ὅταν κατὰ τὶς πρῶτες ἡμέρες τοῦ μηνὸς αὐτοῦ ψάλλει στοὺς ναούς μας τοὺς παρακλητικοὺς κανόνας πρὸς τὴν Παναγία. Θὰ ἑνώσουμε καὶ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν ὑπόλοιπο λαὸ τοῦ Θεοῦ τὴ φωνή μας καὶ θὰ ἀπευθύνουμε πρὸς αὐτὴν τοὺς ὡραίους ὕμνους, ποὺ συνέθεσαν οἱ ἱεροὶ ποιητὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ πνευματοκίνητοι συντάκτες τῶν ἱερῶν αὐτῶν ἀκολουθιῶν. Αὐτὲς ἀκριβῶς τὶς παρακλητικὲς ἀκολουθίες θὰ δοῦμε σήμερα. Τὸ θέμα εἶναι καὶ ἐπίκαιρο καὶ πρακτικῶς χρήσιμο, ἀφοῦ ἀπὸ σήμερα τὸ βράδυ θὰ σημαίνουν οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν μας καὶ θὰ μᾶς καλοῦν σ’ αὐτές.
Οἱ δύο ἀκολουθίες αὐτὲς μᾶς εἶναι γνωστὲς μὲ τὸ ὄνομα «Μικρὸς» καὶ «Μέγας παρακλητικὸς κανὼν εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον». Ἔτσι ἐπιγράφονται στὰ λειτουργικά μας βιβλία. Στὴν πραγματικότητα ὅμως εἶναι κάτι τὸ εὐρύτερο.
Ὁ κανὼν εἶναι μέρος μόνο τῆς ὅλης ἀκολουθίας, τὸ μεγαλύτερο καὶ ἴσως τὸ πιὸ ἐντυπωσιακό. Εἶναι τὸ στοιχεῖο ποὺ μὲ τὴν ἐναλλαγὴ του διαφοροποιεῖ τὴν κατὰ τὰ ἄλλα ὅμοια ἀκολουθία σὲ δύο, ποὺ γιὰ νὰ διακρίνονται ὀνομάζονται ἡ μία «Μεγάλη Παράκλησις» καὶ ἡ ἄλλη «Μικρά». Καὶ οἱ δύο κανόνες ἔχουν ἴσο ἀριθμὸ τροπαρίων, 32 τροπάρια ὁ καθένας-τέσσαρα σὲ κάθε ὠδή, τοῦ μεγάλου ὅμως κανόνα τὰ τροπάρια καὶ οἱ εἱρμοί, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐξαρτῶνται τὰ τροπάρια, εἶναι φανερὰ ἐκτενέστερα.
Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι, νομίζω, ἀρκετὸ νὰ αἰτιολογήσει τὸ ἐπίθετο «μέγας» σ’ αὐτόν. Φαίνεται ὅτι ὁ μέγας αὐτὸς κανὼν ἐψάλλετο πανηγυρικώτερα, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν περίοδο τοῦ δεκαπενταύγουστου, ὅπως δείχνουν καὶ τὸ ἐξαποστειλάριο «Ἀπόστολοι ἐκ περάτων…», ποὺ ψάλλεται στὸ τέλος του. Κατόπιν καὶ ἡ ἐπανάληψις τῶν δύο τροπαρίων «Διάσωσον ἀπὸ κινδύνων…» καὶ «Ἐπίβλεψον ἐν εὐμενείᾳ…», ποὺ γίνεται στὸ τέλος κάθε ὠδῆς τοῦ μεγάλου, ἐνῶ στὸν μικρὸ μόνο στὸ τέλος τῆς γ΄ καὶ τῆς ς΄ ὠδῆς, μαρτυρεῖ μία τάση πρὸς ἔξαρση ἐπὶ τὸ πανηγυρικώτερον τοῦ πρώτου. Ὁ μικρὸς ἐψάλλετο, ὅπως καὶ ἡ ἐπιγραφὴ του μαρτυρεῖ, καθ’ ὅλο τὸ ἔτος «ἐν πάσῃ περιστάσει καὶ θλίψει ψυχῆς».
Κατὰ τὴν ἰσχύουσα σήμερα πράξη, οἱ δύο κανόνες κατὰ τὴν περίοδο τοῦ δεκαπενταύγουστου ψάλλονται ἐναλλάξ, γιὰ τὴν ἀποφυγή, προφανῶς, τῆς μονοτονίας, στὸ τέλος τοῦ ἑσπερινοῦ ὅλων τῶν ἡμερῶν ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑσπερινὸ τῶν Σαββάτων, τῆς Μεταμορφώσεως καὶ τῆς Κοιμήσεως.
Αὐτὴ ἡ σύνδεση τῆς παρακλήσεως μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ μας φέρνει στὸ νοῦ τὴν ἀντίστοιχο μοναχικὴ τάξη, ποὺ στὶς ὁλονυκτίες τῶν μονῶν συνάπτεται ὁ ὄρθρος στὸν ἑσπερινό. Ἡ ὅλη ἀκολουθία δηλαδὴ τοῦ ἑσπερινοῦ καὶ τῆς παρακλήσεως μαζί, γίνονται σὰν ἕνα εἶδος μικρᾶς παννυχίδος στὰ μέτρα καὶ τὶς δυνατότητες τῶν ἐνοριῶν, μικρῆς ὁλονυκτίας πρὸς τιμὴν τῆς Θεοτόκου.
Ἂν προσέξουμε τὴ δομὴ τῆς ἀκολουθίας τῆς παρακλήσεως, θὰ ἀναγνωρίσουμε σ’ αὐτὴν τὸ σχῆμα καὶ τὴ διάταξη ἑνὸς ὑποτυπώδους ὄρθρου. Ἀρχίζει μὲ ἕνα θρηνητικὸ ψαλμό, τὸν τελευταῖο τῶν ψαλμῶν τοῦ ἑξάψαλμου («Κύριε εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου…»-ψαλμὸς 142ος), τὸ «Θεὸς Κύριος…» μὲ τὰ Θεομητορικὰ τροπάρια «Τῇ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς νῦν προσδράμωμεν…» καὶ «Οὐ σιωπήσωμεν ποτὲ Θεοτόκε…», τὸν 50ο ψαλμὸ «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου…», τὸν Κανόνα μὲ Κάθισμα στὸ τέλος τῆς γ΄ καὶ τὸ Κοντάκιο στὸ τέλος τῆς ς΄ ὠδῆς καὶ τὴν παρεμβολὴ τῶν ἀναβαθμῶν, τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῆς Συναπτῆς του, μὲ τὰ τροπάρια ποὺ συνοδεύουν τὸν 50ο ψαλμὸ στὸν ὄρθρο, τὰ μεγαλυνάρια μετὰ τὴν θ΄ ὠδὴ καὶ στὸ τέλος τροπάρια πού μποροῦν νὰ παραλληλισθοῦν πρὸς τὰ ἐξαποστειλάρια τοῦ ὄρθρου στὸ Μέγα Παρακλητικὸ κανόνα ἢ πρὸς τὰ ἀπόστιχα τοῦ ὄρθρου στὴν μικρὰ Παράκληση. Ἂν συνδυάσουμε μάλιστα τὰ ἀνωτέρω πρὸς τὴν τάξη ποὺ ἰσχύει στὶς ἑορτὲς τῶν ἁγίων, ποὺ ὡς πρῶτος κανὼν στὸν ὄρθρο ψάλλεται ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρω παρακλητικοὺς κανόνας πρὸς τὴν Θεοτόκο, δὲν μᾶς μένει καμιὰ ἀμφιβολία, ὅτι καὶ στὶς παρακλήσεις ἔχουμε ἕνα Θεομητορικὸ παρακλητικὸ ὄρθρο κατὰ τὸν τύπο τῶν μοναχικῶν ὁλονυκτιῶν.
Ὁ μικρὸς κανὼν φέρεται ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοστηρίκτου μοναχοῦ ἢ τοῦ Θεοφάνους, πού ἴσως πρόκειται γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο ποὺ χαρακτηρίζεται πότε μὲ τὸ κοσμικό, πότε μὲ τὸ μοναχικό του ὄνομα. Ποιὸς ὅμως ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ὁμώνυμους ποιητὲς εἶναι ὁ συντάκτης τοῦ κανόνος αὐτοῦ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ προσδιορισθεῖ.
Τοῦ μεγάλου ποιητὴς εἶναι ὁ τελευταῖος αὐτοκράτωρ τῆς Νικαίας Θεόδωρος Δούκας ὁ Λάσκαρις (1222-Ι258). Ὁ δεύτερος αὐτὸς κανὼν ἔχει μᾶλλον προσωπικὸ χαρακτήρα καὶ ἀναφέρεται εἰδικῶς στὰ παθήματα καὶ τὶς περιστάσεις τοῦ βίου τοῦ πολυπαθοῦς αὐτοῦ βασιλέως. Ὁ πρῶτος εἶναι γενικότερος καὶ ταιριάζει σὲ κάθε ἄνθρωπο θλιβόμενο, ἀσθενοῦντα καὶ πάσχοντα ἀπὸ πνευματικὲς καὶ σωματικὲς ἀσθένειες, ἀπὸ ἐπιβουλὲς δαιμονικὲς καὶ κάθε ἄλλο ψυχοσωματικὸ κίνδυνο.
Καὶ οἱ δύο Κανόνες ψάλλονται σὲ ἦχο πλ. δ΄. Ἡ α΄ ὠδὴ τοῦ Μικροῦ ἔχει εἱρμὸ τὸ «Ὑγράν διοδεύσας», τοῦ μεγάλου τὸ «Ἁρματηλάτην Φαραώ». Καὶ οἱ δύο ἁμιλλῶνται στὴν ἐκλογὴ ὡραίων εἰκόνων, λεπτοῦ καὶ εὐγενοῦς τρόπου ἐκφράσεως τῆς δεήσεως, ζωηρῆς περιγραφῆς τῶν θλίψεων καὶ τῶν συμφορῶν καὶ τῶν αἰσθημάτων πίστεως, πόνου, ἀλλὰ καὶ ἐλπίδος καὶ ἐγκαρτερήσεως. Ὁ θρῆνος τοῦ πιστοῦ δὲν εἶναι ἔκφραση ἀπογνώσεως καὶ ἀπελπισίας, ἀλλὰ αἴτηση τοῦ Θείου ἐλέους καὶ τῆς βοηθείας τῆς Θεοτόκου γιὰ τὴ συνέχιση τοῦ ἀγῶνος τοῦ βίου καὶ γιὰ τὴν νικηφόρο ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...