Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Οι Ιταλοί κατατρόπωσαν τους Έλληνες, αφού διέσπασαν την αδύναμη Ελληνική αντίσταση!
Μετά την απελευθέρωση των Αγίων Σαράντα στις 6 Δεκεμβρίου 1940, κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, του Λουκόβου στις 7 και του Πικέρασι (Πικέρνι) στις 8 του ίδιου μήνα, η 3η Μεραρχία του ελληνικού στρατού κινήθηκε βόρεια και στις 13 Δεκεμβρίου είχε φθάσει δυτικά και βορειοδυτικά του Μπόρσι, στην άριστα οχυρωμένη γραμμή, ύψωμα 613-Μάλι ε Κηπαρόιτ-Μάλι ε Τζόρετ-αυχένας Κούτσι-Μάλι Ιτέρας που υπεράσπιζε η ιταλική μεραρχία Σιένα.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1943 μια φάλαγγα γερμανών κατακτητών, πάνοπλοι μπαίνουν στο χωριό και κλείνουν τους άντρες του χωριού στο καφενείο.
Στις 18 Δεκεμβρίου του 1946, την μοιραία εκείνη ημέρα, ήταν που ο 41χρονος Επισμηναγός Προκόπιος Διδασκάλου άφησε την τελευταία του πνοή, πέφτοντας με το Spitfire του, λόγω πυκνής νέφωσης, λίγα μόλις μέτρα από την κορφή του Βερμίου, η οποία σημαδεύτηκε από τότε με το όνομα "Αεροπόρος".
Ότι απέμεινε από το κορμί του τάφηκε πολλούς μήνες αργότερα, όταν έλιωσαν τα χιόνια. Μπορεί ο τάφος του να είναι απλός και απέριττος, ο Επισμηναγός όμως Προκόπιος Διδασκάλου του Ηλία, απέδειξε ακόμη για μια ακόμη φορά το ρητό των προγόνων μας "ανδρών επιφανών, πάση γη τάφος".
Δέηση όλων μας...ο Προκόπης Διδασκάλου, που δόξασε την πατρίδα μας στα πεδία των μαχών του Αλβανικού Μετώπου και της Μέσης Ανατολής και έπεσε στον αδελφοκτόνο εμφύλιο 1946-1949, να αναπαύεται εν σκηναίς δικαίων στα δεξιά του Τριαδικού Θεού.
Αιωνία του η μνήμη!
ΑΘΑΝΑΤΟΣ
Πηγή: Περί Πάτρης
Στην Φτέρη έφθασε το πρωί της Παρασκευής 17 Δεκεμβρίου 1943 το τμήμα 1/749 με επικεφαλής τον Χανς Έμπεσμπεργκ (διοικητής του Αιγίου, ανήκε στην 117 Μεραρχία κυνηγών), που κατεβαίνοντας προς το Αίγιο έκαιγε και κατέστρεφε ό,τι έβρισκε μπροστά του...
Το Αντιτορπιλικό Βασίλισσα Όλγα (D-15), τύπου Greyhound, αποτέλεσε ένα από τα ενδοξότερα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, με πλούσια δράση κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμοιου τύπου πλοίο Αντιτορπιλικού Βασιλεύς Γεώργιος Α'.
Το πλοίο ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία "Yarrow & Co Ltd" της Γλασκόβης από τις 8 Φεβρουαρίου 1937 έως τον Φεβρουάριο του 1939. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις 1940-43 με μεγάλη επιτυχία. Μέχρι τον Απρίλιο του 1941 έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Μετά την γερμανική εισβολή, διέφυγε στη Μέση Ανατολή και μετασκεύαστηκε στη Καλκούτα στα τέλη του 1941, επανερχόμενο στη Μεσόγειο το1942.
Στις 15 Δεκεμβρίου 1942, κοντά στη Βεγγάζη, βύθισε το ιταλικό Υ/Β Warsciec, και στις 18 Ιανουαρίου 1943 βύθισε το ιταλικό πετρελαιοφόρο Stromboli, ενώ στις 2 Ιουνίου 1943, σε συνεργασία με το βρετανικό Α/Τ Jervis, βύθισε ιταλική νηοπομπή από 2 πλοία συνοδείας και 2 πολεμικά. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις καταλήψεως της νήσου Παντελλάρια και της αποβάσεως στη Σικελία. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1943 μαζί με τα βρετανικά αντιτορπιλικά Faulknor και Eclipse συμμετείχε στην βύθιση των από το γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό επιταγμένων φορτηγών ατμόπλοιων Pluto, και Paula.
Βυθίστηκε από γερμανική αεροπορική επιδρομή στις 26 Σεπτεμβρίου1943 ενώ ήταν αγκυροβολημένο στο Λακκί της Λέρου. Απωλέσθηκαν ο κυβερνήτης, πλωτάρχης Γεώργιος Μπλέσσας, ΒΠΝ, 6 αξιωματικοί, 65 υπαξιωματικοί και ναύτες.
Πηγή: Η ιστορία σαν σήμερα...
Συγκλονιστικές μαρτυρίες αυτόπτη μάρτυρα που επέζησε από το Ολοκαύτωμα και την καταστροφή της Μονής της Αγίας Λαύρας, γέροντος Ευσεβίου Γιαννακάκη
Οι Γερμανοί στη Λαύρα
Δεκέμβριος του 1943. Ή Μονή τής Αγίας Λαύρας υφίσταται βαρύ πλήγμα από τους Γερμανούς κατακτητές. Ο π. Εύσέβιος έζησε από πολύ κοντά την ωμότητα τής πυρπολήσεως του Μοναστηριού και τής εκτελέσεως των πατέρων. Γεγονότα δραματικά, πού αποτέλεσαν σταθμό όχι μόνο στην Ιστορία τής Μονής άλλα και στην προσωπική του πορεία’ σκηνές φρικτές, στιγμές βαθιάς οδύνης, πού χαράχθηκαν ανεξίτηλα στην καρδιά του και στη μνήμη του. Κάθε χρόνο, στη θλιβερή αυτή επέτειο, χρέος ιερό τον έφερνε στη Μονή τής Μετανοίας του, για να λάβει μέρος στη Θεία Λειτουργία και στο Μνημόσυνο των εκτελεσθέντων. .
Την Κυριακή 12 Δεκεμβρίου, ανέβηκαν οί Γερμανοί στην Αγία Λαύρα. Επισκέπτονταν συχνά το Μοναστήρι, περιεργάζονταν τα κειμήλια, έπαιρναν το κέρασμα των μοναχών και έφευγαν. Αυτή τη φορά όμως ή συμπεριφορά τους ήταν διαφορετική. Ό αρχηγός τους και το επιτελείο του ανέβηκαν στο ηγουμενείο και ζήτησαν νά δουν το μοναχολόγιο. Οί στρατιώτες δέν πήγαν όπως άλλες φορές νά δουν το Μοναστήρι, άλλα έμειναν με τους μοναχούς κάτω στο προαύλιο. Όπως φάνηκε εκ τών υστέρων, περίμεναν εντολή νά τους εκτελέσουν, και δέν θά γλύτωνε κανείς.
Ύστερα άπό αρκετή ώρα ό αρχηγός τους, κάποιος Τένερ, κατέβηκε. Κάθισε λίγο πιο πέρα άπό τον πλάτανο μόνος του έπι δεκαπέντε περίπου λεπτά, με σκυμμένο το κεφάλι. Προφανώς θά σκεπτόταν: «’Άν σκοτώσω πρώτα αυτούς έδώ πού έχω στά χέρια μου, θά το μάθουν οί Καλαβρυτινοί και θά φύγουν». Σφύριξε λοιπόν και έφυγαν εις φάλαγγα κατά δυάδες. Είχε ήδη καταστρώσει το εγκληματικό του σχέδιο” θά άρχιζαν άπό τά Καλάβρυτα.
Εκείνο το πρωί ό π. Εύσέβιος δέν ένιωσε κανένα φόβο, παρ’ ότι οί Γερμανοί δέν απομακρύνθηκαν στιγμή άπό κοντά τους. Μάλιστα, φιλόξενος όπως ήταν, κρατούσε ένα μεγάλο δίσκο και τους προσέφερε ψωμί και τυρί, κι εκείνοι, πού γνώριζαν τί θά ακολουθούσε, τον κοίταζαν περίεργα. Άπό τή στιγμή όμως πού έφυγαν οί Γερμανοί, ένας αδιόρατος φόβος κυριάρχησε στην ψυχή του.
Φύλαξη των κειμηλίων
Τις τελευταίες ήμερες οί κατακτητές είχαν σκορπίσει τον όλεθρο στά γύρω χωριά. Οί πατέρες, γιά κάθε ενδεχόμενο, είχαν ήδη αρχίσει νά ασφαλίζουν ό,τι πολύτιμο διέθετε ή Μονή. Ό π. Εύσέβιος, δραστήριος και επινοητικός, ήταν ένας άπό εκείνους πού πρωτοστάτησαν στην προσπάθεια αυτή. Είχε τότε και το διακόνημα τού «εκκλησιαστικού». Συγκέντρωσε τά καλύτερα ιερά σκεύη και πολλά άπό τά κειμήλια, τά όποια τοποθέτησε σε μιά κρύπτη του ισογείου, πού στή συνέχεια τήν έκτισε άπό μπροστά, όπως αναφέρει και ό π. Δωρόθεος Θεοδώνης στη μαρτυρία του.
Επίσης, μαζί με τον π. Νεόφυτο έβαλαν τά καλύτερα ίερατικά άμφια, ράσα, κοντόρασα και άλλα ρούχα σέ κασέλες, τις όποιες έκρυψαν σ’ ένα λάκκο πού άνοιξαν στο περιβόλι. Τον πο λυτιμότερο θησαυρό της Μονής, τή θαυματόβρυτη Κάρα του Αγίου Αλεξίου -σύμφωνα και με τή μαρτυρία τοΰ π. Δωροθέου ό π. Εύσέβιος και ό π. Άνθιμος τήν ανέβασαν επάνω στο τέμπλο, το όποιο ήταν αρκετά φαρδύ και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ώς κρύπτη. Το Λάβαρο της Επαναστάσεως, αφού το προστάτευσαν ανάμεσα σε λαμαρίνες, το έκρυψαν στη σκεπή του Ναού·
Μέ πρόταση του Πνευματικού της Μονής π. Βασιλείου, οί πατέρες άνοιξαν μιά μεγάλη γούβα στο υπόγειο κάτω άπό τήν αίθουσα τών κειμηλίων. Τήν έκτισαν εσωτερικά γύρω γύρω και έκρυψαν έκεί τά υπόλοιπα κειμήλια. Επίσης, φύλαξαν μέσα σε μπαούλα πολύτιμα χειρόγραφα και όσα βιβλία μπόρεσαν.
Ο κίνδυνος πλησιάζει
Τήν επομένη, Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου, είχε πέσει μιά παρά ξένη καταχνιά προς τά Καλάβρυτα. Ό π. Εύσέβιος ήταν πολύ ανήσυχος. Χωρίς νά τοΰ έχει πει κανείς τίποτε, ένας δυνατός φόβος είχε καταλάβει τή σκέψη και τήν καρδιά του. Πήγε νά παρακολουθήσει τά ζώα, που έβοσκαν σέ μιά πλαγιά. Ό νους του όμως ήταν κάτω στην πόλη. «Τί νά γίνεται άραγε στά Καλάβρυτα;» συλλογιζόταν μέ αγωνία. Θά ήταν δώδεκα και μισή το μεσημέρι, όταν ξαφνικά, στην ησυχία της υπαίθρου, ακούει τά μυδραλλιοβόλα νά δουλεύουν επί πέντε ώς δέκα περίπου λεπτά.Ή καρδιά του σφίχθηκε περισσότερο. «Μεγάλο κακό γίνεται στά Καλάβρυτα» σκέφθηκε.
Εν τω μεταξύ πήγαν εκεί και άλλοι πατέρες. Ατένιζαν προς την πόλη με ανησυχία. Ο ορίζοντας στο βάθος ήταν κόκκινος. Σε λίγο άκουσαν μεμονωμένους πυροβολισμούς. «Θά είναι χαριστικές βολές» είπε 0 π. Εύσέβιος, πού ήξερε από τον πόλεμο της Αλβανίας. Δύο αρχιμανδρίτες της Λαύρας, ό π. Παρθένιος και ό π. Δωρόθεος, καθηγητές θεολόγοι στο Γυμνάσιο των Καλαβρύτων, είχαν καταφύγει στην πόλη άπό το βράδυ. Μαζί τους ήταν και ο δόκιμος Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, φοιτητής θεολογίας. Ή ώρα όμως περνούσε και κανένας δεν ε!χε επιστρέψει.
Οι Γερμανοί είχαν απαγορεύσει αυστηρά την είσοδο και την έξοδο από τα Καλάβρυτα, και έτσι οί πατέρες δεν μπόρεσαν νά μάθουν τι ακριβώς έγινε έκεί.
Στό Μοναστήρι επικρατούσε φαινομενικά ησυχία, όμως όλοι είχαν το φόβο ότι θά έρχονταν ξανά οί Γερμανοί, με κακό σκοπό. Πολλοί σκέπτονταν νά φύγουν. Μάλιστα, ό π. Άγαθάγγελος είχε ετοιμάσει ένα μίγμα άπό καρύδια και σταφίδες και μοίραζε σέ όσους ήθελαν, γιά νά το πάρουν μαζί τους.
Σωτήρια πρωτοβουλία
Το βράδυ αποφασίσθηκε νά εξομολογηθούν όλοι οί πατέρες και τήν επομένη νά γίνει θεία Λειτουργία, γιά νά κοινωνήσουν. Ό ηγούμενος και αρκετοί μοναχοί διανυκτέρευσαν στό βουνό, και το πρωί επέστρεψαν στό Μοναστήρι γιά τή Θεία Λειτουργία.
Ξημέρωνε ή 14η Δεκεμβρίου, ήμερα Τρίτη, ιστορική γιά τήν Ιερά Μονή της Άγιας Λαύρας. Ό π. Εύσέβιος έπρεπε κανονικά νά σημάνει γιά τήν Ακολουθία στις τεσσερισήμισι. Είχε όμως μιά πολύ κακή προαίσθηση. «Έβλεπα μπροστά μου τους Γερμανούς νά δρουν» έλεγε ό Ίδιος αργότερα. Με δική του, λοιπόν, πρωτοβουλία σήμανε στις τρεις και τέταρτο. Εντούτοις, ούτε ό ηγούμενος ούτε κανείς άλλος τοΰ έκανε παρατήρηση.
Άν ό π. Εύσέβιος δεν κτυπούσε μία ώρα και πλέον ενωρίτερα, οί Γερμανοί θά τους έπιαναν όλους μέσα στό Ναό και ή Άγια Λαύρα θά αφανιζόταν. Άλλα «όλα τά κατευθύνει ή αγάπη του Θεού», όπως έλεγε ό ταπεινός Γέροντας, αναφερόμενος σ’ εκείνο το γεγονός. Είναι δύσκολο νά διανοηθεί κανείς μέ τι συναισθήματα παρακολούθησαν οί πατέρες εκείνη τή Λειτουργία, πού γιά μερίκούς επρόκειτο νά είναι και ή τελευταία. Είχε ήδη αρχίσει νά φωτίζει – ήταν περίπου επτά ή ώρα- όταν τελείωσαν και βγήκαν στό προαύλιο. Ό π. Εύσέβιος έβαλε βιαστικά σ’ ένα κοφίνι τά κα λύτερα καλύμματα της άγιας Τραπέζης κι έτρεξε νά τά κρύψει και αυτά στό περιβόλι.
Αμέσως ό ηγούμενος κάλεσε τήν Αδελφότητα σέ σύναξη, γιά ν’ αποφασίσουν τελικά τι έπρεπε νά κάνουν, σέ περίπτωση πού οί Γερμανοί θά εμφανίζονταν ξανά’ νά μείνουν στό Μοναστήρι ή νά φύγουν; Οί Γέροντες συζητούσαν, χωρίς νά καταλήγουν κάπου. Το λόγο τότε πήρε ό π. Άγαθάγγελος, ό γραμματέας τής Μονής και υπεύθυνος των συνάξεων: «Εχω διαβάσει ότι οί Ταβεννησιώτις πατέρες σέ περίπτωση βαρβαρικής επιδρομής έφευγαν πρόσωρινά άπό τά Μοναστήρια τους, έως ότου περάσει ό κίνδυνος». Αυτή ή άποψη φάνηκε καλή σέ όλους. Ή συζήτηση όμως παρατεινόταν.
Τήν ώρα πού ό ιεροδιάκονος π. Τιμόθεος πήγαινε προς τό κελλί του νά πάρει λίγη τροφή και ένα κοντόρασο γιά νά φύγει, φάνηκαν οί Γερμανοί απέναντι στά κυπαρίσσια. «Πραγαλά-πραγαλά, ένας-ένας, σάν κυνηγοί έρχονταν στη Μονή’ άθόρυβα. Είχε και ομίχλη. Τρέχει ό π. Τιμόθεος και φωνάζει: “Μάς πιάσανε οι Γερμανοί!”. Τό τι ακολούθησε δεν περιγράφεται» διηγείτο ό Γέροντας.
Οί Μοναχοί έτρεχαν τρομαγμένοι, άλλοι άπό δω και άλλοι άπό κει. Μόλις πού πρόλαβαν νά φύγουν, όχι όμως όλοι. Ο ηγούμενος τράβηξε προς τον Προφήτη Ηλία μαζί μέ άλλους, πατέρες. Τον π. Χαρίτωνα τον έβλεπαν πού έφευγε, αλλά δεν τον πυροβόλησαν. Ό π. Εύσέβιος με τον π. Πολύκαρπο, τον ύποτατικό του Γέροντα Άγαθαγγέλου, έτρεξαν προς το περιβόλι. Τους ακολούθησε καΐ ό δόκιμος Φίλιππος. Καθώς ροβολούσαν στο μονοπάτι, ό π. Πολύκαρπος είπε: “Πάτερ Εύσέβιε, οι Γερμανοί κει πάνω!».Έπεσαν κάτω και μπουσουλώντας κρύφθηκαν κάτω άπό ένα πουρνάρι.
Οί Γερμανοί έφθασαν στο προαύλιο και φώναζαν: «Να μη φύγει κανείς! Δεν θα σας κάνουμε τίποτα. Μόνο το Μοναστήρι θα κάψουμε».
-Φωνάξτε και τους άλλους να γυρίσουν πίσω, είπαν στους πατέρες πού βρήκαν εκεί. Ο Γ. Νεόφυτος προχώρησε προς το Παλιομονάστηρο για το σκοπό αυτό και μπορούσε νά τους είχε ξεφύγει, όμως γύρισε πίσω.
Πυρπόληση της Μονής και εκτέλεση των πατέρων
Ο π. Εύσέβιος, πενήντα μόλις μέτρα πιο κάτω, άκουγε τις φωνές τους. «Φασαρία, μεγάλο κακό γινόταν επάνω. Σέ λίγο άρχισαν τά φλογοβόλα. Ξύλινο το Μοναστήρι, πήρε φωτιά και άρχιζε νά τριζοβολάει. Χάλαγε ό κόσμος άπό τις οκτώ ως τις έντεκα…» διηγείτο με πόνο ψυχής.
Οι ώρες εκείνες ήταν δραματικές. Το αγαπημένο του Μοναστήρι καιγόταν και -το πιο λυπηρό- κάποιοι πατέρες είχαν μείνει πίσω, Αλλά και ό ίδιος διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο. Λίγα βήματα άν κατηφόριζαν οι Γερμανοί, θά τον έβρισκαν. Ακίνητος κάτω άπό το πουρνάρι προσευχόταν θερμά και ακατάπαυστα.
Κάποτε τελείωσαν’ το έκαψαν το Μοναστήρι. Και ξαφνικά ακούσθηκαν δεκατρείς πυροβολισμοί. «Πάτερ Πολύκαρπε, ψιθύρισε με αγωνία “φοβάμαι για τους πατέρες». Μετά άπό λίγο ακουσαν τους Γερμανούς νά φεύγουν «χασκαρίζοντας», όπως έλεγε ο Γέροντας.
Άφησαν νά περάσει κάμποση ώρα. Βγήκαν άπό το πουρνάρι και προχώρησαν προς το Μοναστήρι.Ήταν οι πρώτοι πού επέστρεφαν. Ό π. Εύσέβιος προπορευόταν. “Οταν έφθασε στο προαύλιο και κοίταξε προς τον πλάτανο, τί νά δει! «Παναγία μου!» φώναξε. Τέσσερις πατέρες σκοτωμένοι κάτω άπό τον πλάτανο” πεσμένοι ό ένας κοντά στον άλλον. Ό φύλακας τής Μονής, ό Παναγιώτης Μπράτσικας, ήταν καθιστός στο πεζούλι και έμοιαζε σάν ζωντανός άπό μακριά. Ήταν όλοι νεκροί” «ίερεία έμψυχα, ολοκαυτώματα λογικά», πού πότισαν με το μαρτυρικό αίμα τους τα αγιασμένα χώματα τής Λαύρας.
Φρίκη και σπαραγμός! Ό π. Εύσέβιος ξέσπασε σέ βουβό, ασταμάτητο κλάμα.Ήταν ό άγιος Πνευματικός του π. Βασίλειος, ό π. Άγαθάγγελος, τον όποιο τόσο θαύμαζε και σεβόταν, ό συνυποτακτικός του π. Νεόφυτος και ό π. Ευθύμιος ό παράλυτος. Όλοι εκλεκτοί και αγαπημένοι συμμοναστές του. Γονάτισε, έκανε το σταυρό του καΐ ασπάσθηκε στο μέτωπο τους μάρτυρες. Το Ίδιο έκαναν και οι άλλοι δύο.
Το Μοναστήρι δίπλα τους καιγόταν. Φλόγες και καπνοί παντού. Ή ιστορική και όμορφη Αγία Λαύρα ήταν τώρα ένας σωρός από ερείπια. Εικόνα θλιβερή, πού πρόσθετε πόνο επάνω στον πόνο τους. Παρ’ όλο πού υπήρχε κίνδυνος να ξαναγύριζαν άπό στιγμή σέ στιγμή οι Γερμανοί, εκείνοι έμειναν νά εκτελέσουν το χρέος τους.
Ό π. Εύσέβιος μαζί με τον π. Πολύκαρπο μετέφεραν με τήν κουβέρτα ένα-ένα τά ιερά λείψανα των πατέρων στο Ναό του κοιμητηρίου. Στήν τσέπη του Πνευματικού βρήκε το άγιο Αρτοφόριο με τον Αμνό τής Μεγάλης Πέμπτης. Το ασπάσθηκε με ευλάβεια και το μετέφερε στην εκκλησία, ή οποία δεν είχε καεί.
Την ίδια ημέρα μόνο εκείνοι γύρισαν στό Μοναστήρι, γιατί είχαν κρυφθεί πολύ κοντά. Την επομένη, κατά το μεσημέρι, λίγοι-λίγοι επέστρεφαν και οι άλλοι μοναχοί. «Το τι έγινε δεν περιγράφεται» διηγείτο ό Γέροντας. «Ιδίως ό ηγούμενος θρηνούσε απαρηγόρητα, πού βρήκε πέντε δικούς του ανθρώπους σκοτωμένους». Διάβασαν τη νεκρώσιμη ακολουθία, ένώ δύο μοναχοί φύλαγαν έξω για το φόβο των Γερμανών. Με βαθύ πόνο ενταφίασαν τους πατέρες στον κοινό τάφο πού άνοιξαν.
«Πονέσαμε για το βίαιο και μαρτυρικό τέλος τους, άλλα και τους μακαρίσαμε, έλεγε αργότερα –εξασφάλισαν την αιωνιότητα. Τι ώραίος θάνατος μετά τη Θεία Λειτουργία και τη Θεία Κοινωνία!Μακάρι νά ήμουν κι εγώ ένας άπ’ αυτούς… Με άφησε γιά τις αμαρτίες μου ό Θεός…».
Στήν Αθήνα άλλα και στό Γεωργίτσι είχε διαδοθεί δτι μεταξύ τών εκτελεσθέντων ήταν κι εκείνος. Ό Θεός όμως, «κρεΐττόν τι προβλεψάμενος» (Έβρ. ια’, 40), είχε οικονομήσει τά πράγματα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε νά επιζήσει. Μόλις δύο μήνες πρίν, στις 11 Όκτωβρίου, είχε κοιμηθεί ό Γέροντας του, ό π. Σεραφείμ. Άπό το σημείο αυτό ξεκινάει το θαύμα της διασώσεως τοΰ π. Εύσεβίου.
«Ηταν φύσει αδύνατο, αν ζούσε ό Γέροντας μου, νά έφευγα. Αδύνατο τών αδυνάτων! Θα έμενα κοντά του νά τον φυλάω και θά το θεωρούσα καύχημα. Αποκλείεται νά τον άφηνα. Θά προτιμούσα νά πεθάνω μαζί του. Θά πίστευα, μάλιστα, ότι, αν ό Γέροντας ήταν κοντά μας, δεν θά μας έκαναν κακό οι Γερμανοί… Αφού όμως σκότωσαν τον παράλυτο στό στρώμα, θ’ άφηναν εμάς;»
Τά θύματα πού θρήνησε ή Αγία Λαύρα ήταν συνολικά εννέα. Τέσσερις μοναχοί και ό φύλακας εκτελέσθηκαν στο Μοναστήρι, τρεις στα Καλάβρυτα και ό π. Αμβρόσιος στο μετόχι του Αγίου Αθανασίου.
Πηγή: (Από το βιβλίο: “Ιερομόναχος Ευσέβιος Γιαννακάκης”, Ιερά Μονή αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Βερίνο , Αίγιο), Αντέχουμε…, Αβέρωφ
Τα Καλάβρυτα, τόπος με μακραίωνη ιστορία, γνώρισε κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής τεράστιες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, απόρροια μαζικών εκτελέσεων αμάχων και ολοκληρωτικών καταστροφών.
Αποκορύφωμα της γερμανικής θηριωδίας υπήρξε η εκτέλεση 848 κατοίκων των Καλαβρύτων και 200 από τα γύρω χωριά, πολλά από τα οποία πυρπολήθηκαν, το Δεκέμβριο του 1943.
Η τραγωδία αυτή αποτέλεσε ένα από τα αγριότερα ομαδικά εγκλήματα του ναζισμού εναντίον άοπλου πληθυσμού.
«Επιχείρηση Καλάβρυτα»
Κατά τη διάρκεια της ιταλογερμανικής κατοχής και ειδικότερα το 1943 η ευρύτερη περιοχή Αιγιαλείας-Καλαβρύτων υπήρξε πεδίο σημαντικής αντιστασιακής δράσης. Η διαμόρφωση ενός γενικότερου κλίματος ανησυχίας και, κατά πολλούς, η Μάχη Ρωγών-Κερπινής στις 16-17 Οκτωβρίου 1943 μεταξύ του ΕΛΑΣ και γερμανικών στρατευμάτων, που είχε ως αποτέλεσμα τη συντριβή γερμανικού λόχου του 749 Συντάγματος Καταδρομών και τη σύλληψη δεκάδων αιχμαλώτων, οδήγησαν στην απόφαση για εκκαθάριση της περιοχής.
Η διαταγή για την «Επιχείρηση Καλάβρυτα» (Untermehmen Kalawrita) υπογράφηκε στις 25/11/1943 (Op. No 1296/43) από τον διοικητή της 117 Μεραρχίας Κυνηγών υποστράτηγο Καρλ Φον Λε Σουίρ (Karl von Le Suire). Σκοπός της επιχείρησης ήταν η τρομοκρατία του πληθυσμού με εκτελέσεις αμάχων και λεηλασίες, η πυρπόληση σπιτιών και η εκκαθάριση του ορεινού όγκου του Χελμού από αντιστασιακές ομάδες.
Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε από 5 έως 15 Δεκεμβρίου 1943 και υπήρξε μια από τις πιο απάνθρωπες της Βέρμαχτ, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα. Τα γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν από έξι διαφορετικά σημεία: Τρίπολη, Άργος, Κόρινθο, Αίγιο, Πάτρα και Πύργο και έφθασαν σε διαφορετικό βάθος το καθένα.
Κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων τα χωριά και οι κάτοικοι της περιοχής γνώρισαν την αγριότητα των γερμανικών αντιποίνων. Ιδιαίτερα τα τμήματα με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger) αφάνισαν τα πάντα στο πέρασμά τους. Στις 08/12 έκαψαν ολοσχερώς τους Ρωγούς και την Κερπινή εκτελώντας άνδρες και παιδιά. Την ίδια τύχη είχαν η Άνω και η Κάτω Ζαχλωρού, ενώ εκτέλεσαν 16 άτομα στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και 9 μοναχούς στη θέση Ψηλός Σταυρός.
Την επομένη κατέκαψαν τα χωριά Σούβαρδο και Βραχνί. Αποκορύφωμα της επιχείρησης ήταν, στις 13/12, η λεηλασία, πυρπόληση και ολοκληρωτική καταστροφή των Καλαβρύτων και, τέλος, η εκτέλεση όλου του ανδρικού πληθυσμού της πόλης, από 14 χρονών και πάνω, στη Ράχη του Καππή. Το ολοκαύτωμα συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα στο χωριό Βυσωκά και στο ιστορικό Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, όπου και έπεσε η αυλαία της επιχείρησης. Στο υπ’ αρ. 1595/43 απόρρητο σήμα της 117 Μεραρχίας Καταδρομών καταγράφεται ο τελικός απολογισμός της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» ως εξής:
Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων
Οι Γερμανοί εισήλθαν στα Καλάβρυτα στις 9 Δεκεμβρίου 1943. Την έντονη ανησυχία των κατοίκων κατεύνασαν οι διαβεβαιώσεις του Γερμανού διοικητή ότι δε θα διέτρεχαν κανένα κίνδυνο. Μάλιστα ορισμένοι Καλαβρυτινοί που είχαν εγκαταλείψει την πόλη από το φόβο αντιποίνων επέστρεψαν στα σπίτια τους. Οι Γερμανοί προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση σπιτιών που ανήκαν σε μέλη αντιστασιακών οργανώσεων. Στη συνέχεια αναζήτησαν την τύχη των Γερμανών τραυματιών της Μάχης της Κερπινής και στις 12 του μηνός άρχισαν να ετοιμάζουν την αποχώρησή τους.
Όμως, το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου, ημέρα Δευτέρα, χτύπησαν οι καμπάνες της κεντρικής εκκλησίας και δόθηκε διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι στο δημοτικό σχολείο, αφού πάρουν μαζί τους μια κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας. Στη συνέχεια, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι λιγοστοί υπερήλικες της πόλης κλείστηκαν σε αίθουσες διδασκαλίας, ενώ όλοι οι άνδρες από 14 έως 65 ετών οδηγήθηκαν σε φάλαγγες σε κοντινή επικλινή τοποθεσία, τη Ράχη του Καππή. Ο χώρος ήταν προσεκτικά επιλεγμένος, καθώς η αμφιθεατρική του διαμόρφωση δε θα επέτρεπε σε κανέναν να γλιτώσει από τις ριπές των πολυβόλων που είχαν τοποθετηθεί περιμετρικά.
Λίγο αργότερα ξεκίνησε η πυρπόληση των Καλαβρύτων. Ολόκληρη η πόλη παραδινόταν στις φλόγες, ενώ η φωτιά πλησίαζε απειλητικά στο κτήριο του σχολείου, το οποίο φρουρούσαν πάνοπλοι Γερμανοί στρατιώτες. Την ίδια στιγμή ο οδοντωτός σιδηρόδρομος κατηφόριζε με τις σοδιές από τις λεηλασίες των Γερμανών σε σπίτια, καταστήματα και αποθήκες, απ’ όπου άρπαξαν ό,τι πολύτιμο υπήρχε.
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, με τη ρίψη φωτοβολίδων, δόθηκε το σύνθημα της εκτέλεσης. Το εκτελεστικό απόσπασμα αποτελούσαν 35 Γερμανοί στρατιώτες και η διαταγή δόθηκε από τον Γερμανό δεκανέα Τένερ (Κόνραντ Ντένερτ (Konrad Diphnert).. Οι ριπές των πολυβόλων θέρισαν τους Καλαβρυτινούς. Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με τις χαριστικές βολές στους επιζώντες. Τελικά, διασώθηκαν 13 άτομα που «θάφτηκαν» κάτω από τα σώματα των εκτελεσθέντων.
Στο δημοτικό σχολείο τα γυναικόπαιδα έζησαν στιγμές αγωνίας και τρόμου, καθώς οι φλόγες έζωναν το κτήριο. Σπάζοντας πόρτες και παράθυρα κατάφεραν να ξεφύγουν και αναζήτησαν τους οικείους τους. Ανηφορίζοντας προς τον αγρό όπου οι Γερμανοί είχαν οδηγήσει τους άνδρες αντίκρισαν το φρικιαστικό θέαμα πατεράδων, γιων και αδελφών που κείτονταν νεκροί. Μια άμορφη μάζα, πλημμυρισμένη στο αίμα.
Τα νιάτα, οι δημιουργικές δυνάμεις της πόλης, περιουσίες και κόποι ετών αφανίστηκαν στις 14.34 της 13ης Δεκεμβρίου 1943, όπως δείχνουν οι δείκτες του σταματημένου ρολογιού της εκκλησίας. Το δράμα ολοκληρώθηκε, τις επόμενες ημέρες, με τις Καλαβρυτινές να σκάβουν πρόχειρους τάφους για να θάψουν τους νεκρούς τους. Με τις κουβέρτες που είχαν μαζί τους, μετέφεραν ορισμένους στο νεκροταφείο, ενώ άλλους τους έθαψαν στο λόφο.
Η Πετρωμένη Καλαβρυτινή Μάνα Η εικόνα από:xanemo.blogspot.com
Η θυσία των Καλαβρύτων αναδείχθηκε σε παγκόσμιο σύμβολο ελευθερίας και ειρήνης. Στον τόπο της εκτέλεσης, ο Λευκός Σταυρός και η Πετρωμένη Καλαβρυτινή Μάνα, αιώνια σύμβολα του μαρτυρίου, εξακολουθούν να στέλνουν μηνύματα ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών του κόσμου.
.
Μετά τις εκτελέσεις στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και στο χωριό Σούβαρδο, οι Γερμανοί στις 9 Δεκεμβρίου έφτασαν στο γειτονικό χωριό Βραχνί. Είχαν μαζί τους 3 άνδρες αιχμαλώτους, το φαρμακοποιό Δημητρίου από τη Βυσωκά τον οποίο βρήκαν στο Σούβαρδο όπου είχε προσπαθήσει να κρυφτεί, τον νεαρό Παύλο Σωτηρακόπουλο από την Κερπινή και τον Ηλία Κατσανιώτη από τους Ρογούς, τους οποίους είχαν πάρει μαζί τους για οδηγούς...
Μόλις οι κάτοικοι που βρίσκονταν στο χωριό αντιλήφθηκαν την παρουσία των Γερμανών έτρεξαν σε διάφορες κατευθύνσεις, σε σπηλιές και απόκρημνα μέρη για να κρυφτούν. Η ομάδα των Γερμανών στρατοπέδευσε στο χωριό και ο διοικητής τους εγκαταστάθηκε σε ένα σπίτι δίπλα από την εκκλησία.
Μερικοί στρατιώτες άνοιξαν την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων και προσπάθησαν να κλείσουν σε αυτήν ένα κοπάδι των προβάτων που είχαν φέρει μαζί τους και όσα ακόμη βρήκαν στο χωριό.Συνέλαβαν το Νικόλαο Σιορώκο, το γιο του Αντώνη ηλικίας 23 ετών, το φύλακα Α. Τσιρώνη και μαζί με τους άλλους τρεις, που είχαν μαζί τους, τους έκλεισαν σε ένα καλύβι κοντά στο σχολείο. Πριν βραδιάσει άφησαν ελεύθερο τον Ηλία Κατσανιώτη, ο οποίος βρέθηκε δολοφονημένος μετά από δυο-τρεις μέρες στο χωριό Σούβαρδο.
Οι Γερμανοί αφού έσφαξαν τα ζώα από το κοπάδι που έφεραν μαζί τους και ορισμένα που βρήκαν στο χωριό, πέρασαν τη νύχτα πίνοντας και διασκεδάζοντας.Το πρωϊ της 10ης Δεκεμβρίου πήραν από το καλύβι τους άνδρες, τους οδήγησαν στη θέση Ρούγα, 30 περίπου μέτρα από το δρομάκι Ρούγας-Ζαγορίτσας, σε ένα ανηφορικό χωράφι και τους εκτέλεσαν.
Έκαψαν στη συνέχεια το χωριό. Μόνο πέντε-έξι σπίτια και μερικά φουρναριά έμειναν όρθια!
Η φάλαγγα των γερμανών έφυγε από το χωριό αφήνοντας πίσω της πέντε νεκρούς, πυρπολημένα σπίτια και τα τομάρια των ζώων που έσφαξαν το προηγούμενο βράδυ.Οι κάτοικοι που κρύβονταν στις σπηλιές επέστρεψαν τρομαγμένοι στο χωριό. Με τα χέρια και με ξύλα έσκαψαν και έθαψαν πρόχειρα σε ένα ομαδικό τάφο τους νεκρούς Βραχνιώτες στο χώρο δυτικά της εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων που καιγόταν ακόμα. Δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν την ταφή των άλλων δύο, καθώς έφτασε η νύχτα και από το φόβο απομακρύνθηκαν για να κρυφτούν στο βουνό.Την επομένη έθαψαν σε έναν κοινό τάφο τους άλλους δύο νεκρούς και τοποθέτησαν πρόχειρα στα μνήματα ξύλινους σταυρούς.
Οι Γερμανοί επέστρεψαν στα ερειπωμένα Καλάβρυτα την Μεγάλη Παρασκευή του 1944. Λεηλάτησαν και φόρτωσαν ότι βρήκαν. Κινήθηκαν στην περιοχή του Ξερόκαμπου του Χελμού εκτελώντας όσους έβρισκαν στο δρόμο τους.Τον Ιούλιο του 1944 οι Γερμανοί επέστρεψαν στο Βραχνί και σκότωσαν το γέρο Όλυμπο από τα Σουδενά σε ένα βράχο κάτω από τον Αη-Γιώργη και το Γεώργιο Μαγγίνα κοντά στις καλύβες στον Ξερόκαμπο.
Στο σημείο της εκτέλεσης απέναντι από την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων υπάρχει σήμερα το Μνημείο των εκτελεσθέντων του Βραχνιού για να θυμίζει τα τραγικά γεγονότα της 10ηςΔεκεμβρίου 1943.
Πηγή: Αβέρωφ
1940 – Χλωμό Πωγωνίου. Απερίγραπτες στιγμές…! Μ’ όλο που τότε ήμουν 7 χρονών, θυμούμαι καλά.
« Ξύπνα- μου είπε η μάνα μου- ήρθε ο ελληνικός στρατός». Οι αδελφές μου, η Κλεοπάτρα και η Όλγα, έβαζαν την ελληνική σημαία στο παράθυρο του νοντά. Μου έδεσαν κι’ εμένα στο χέρι την ελληνική σημαία. Βγήκα έξω. Βλέπω, στου Στέφου, στου Μπελλά, στου Γκάτζου, στου Γκοντέλα, σ’ όλα τα σπίτια είχαν αναρτιστεί, με διάφορους τρόπους, οι ελληνικές σημαίες και όλα τα παιδιά είχαν στο βραχίονά τους την ελληνική σημαία.
Προχωρούσαμε προς την εκκλησία. Ακουστήκανε μερικοί πυροβολισμοί. Ο ελληνικός στρατός είχε φτάσει στην Αγιοσάββα.
Τότε ο κόσμος, σαν μελίσσι, ξεχύθηκε τρέχοντας ν’ ανταμώσει τα παλικάρια, τους Έλληνες φαντάρους, που μάχονταν γενναία για λευτεριά ενάντια στους κατακτητές. Σε λίγο η γραμμή του στρατού διαλύθηκε. Εκεί γινόταν χαμός, θαρρείς πως πανηγύρι. Έγινε ένα πλήθος ενωμένο με αγκαλιές, φιλιά και χαρές μεγάλες.
Κι’ έτσι φτάσανε μέχρι την εκκλησία στο κέντρο του χωριού. Οι Ιταλοί, πανικόβλητοι κρύφτηκαν στις καλύβες.
Το μόνο που ακόμη δεν ξέρω είναι το ποιος προετοίμασε όλη αυτή τη μεγαλειώδης υποδοχή του ελληνικού στρατού. Όλοι λένε πως ήταν αυθόρμητο, ως αποτέλεσμα της αγάπης του κόσμου για τα’ αδέλφια του. Μολαταύτα οι σημαίες στους βραχίονες των μαθητών και άλλα θα πρέπει να είναι έργο των τιμημένων δασκάλων Μίλτου Πάλλα και Παναγιώτη Ζέρβα.
(του εκδότη Θόδωρου ΒεζιάνηΘόδωρου Βεζιάνη)
Το 1940 οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες υποδέχτηκαν πανηγυρικά τον ελληνικό στρατό και πολλοί εντάχθηκαν εθελοντές.
Ο αλβανικός λαός απάντησε στον κατακτητικό πόλεμο με φυλλάδια που τόνιζαν: ‘‘ Ο σκλαβωμένος αλβανικός λαός δεν θέλει ώστε και άλλοι λαοί να έχουν την κακή τύχη του. Στους τοίχους γράφονταν συνθήματα: ‘‘Κάτω ο ιταλικός φασισμός’’. ‘‘Ζήτω ο αδελφός ελληνικός λαός που πολεμάει για λευτεριά !’’κλπ.
Ο Δροπολίτης Δερβιτσιώτης Φιλίππης Δ. Τσιούρης, βγήκε από το χάνι του στο Δέλβινο, καλωσόρισε τους πολεμιστές και είπε στο αξιωματικό κ. Χρήστο Αντωνάτο: ‘‘Είμαι και εγώ εδώ σας δωρίζω δυο ψαριά άλογα, να πετούν σαν και εσάς στον πόλεμο’’.
Ο λόχος Ουλαμού Πύργου Ηλείας, κάθισε στο χάνι. Επί έξι μήνες εφοδίαζε ο Φίλιππος με ζωοτροφές τα άλογα και ότι μπορούσε για τους φαντάρους. ‘‘ Δεν υπάρχει λόγος να ζητάω αμοιβή-, είπε ο Φίλιππος στο Χρήστο- μόνο αν οι δικoί μου δεν θα μπορέσουν να μου φτιάξουν μνήμα, τότε να βοηθήσετε βάζοντάς μου τουλάχιστον το σταυρό με την ελληνική σημαία και. με μια καλή πλάκα με σκαλισμένα ελληνικά γράμματα.
Εθελοντές από τη Βόρειο Ήπειρο στο έπος του ’40
Σταύρος Στέλιος, από το Λαζάτι Αγίων Σαράντα: Στις 25 Νοέμβρη 1940 κατατάχθηκα εθελοντής πολέμου στον ελληνικό στρατό. Ήμασταν περίπου 500 στο 39-ο σύνταγμα ευζώνων. Φθάσαμε στο μέτωπο του πολέμου στο Τεπελένι στο Ύψωμα του Παπακώστα, στο μέρος που λεγόταν Γκόλιγκα, και πολεμήσαμε για τη πατρίδα.
Δεν περιγράφεται με λόγια το να είσαι στο Γκόλιγκα Τεπελενίου, στο υψηλότερο ύψωμα, να σε σφυροκοπούν 80 πυροβόλα του εχθρού μέσα στη χιονοθύελλα, μέρα και νύχτα, δεν περιγράφεται.
Μερικοί εθελοντές από τη Δερβιτσιάνη: -Ηλίας Κορκάρης, Ηλίας Μάσιος, Κίτσιος Τέλιος, Παναγιώτης Λιάτσης.
Από τη Γλίνα: – Βασίλης Σελιώτης, Βασίλης Αναγνώστης, Βαγγέλης Μπατζιέλης, Σπύρος Τσιέλιος, Γιάννης Παππάς.
Αποσπάσματα από ενθυμήσεις του δάσκαλου Μιχάλη Μάσσιου
1939 : Στο χωριό μου τη Δερβιτσάνη, Ιταλοί επιστάτες με αλβανούς εργάτες άρχισαν να επισκευάζουν τον οδικό άξονα Κακαβιά – Αργυρόκαστρο.
« – Νομίζω, ότι δεν έχουν καλό σκοπό αυτοί οι πεπίνιδες, έλεγε ο μακαρίτης ο πατέρας μου. Όλη αυτή η κωλοζτρίμωση των Ιταλών δεν μου αρέσει….Κάποια μέρα θα επιτεθούν κατά της Ελλάδας, ..αλλά,…αλλά θα το πούνε « Παπούτσια να μπαλώσουμε » Και βγήκε ο λόγος του….
*
Στο Σπατς, τρομερές φυλακές και κάτεργα του καθεστώτος του Ενβερ Χότζα. Όντος με 8 χρόνια κάθειρξη ως φιλέλληνας και αντιφρονούντας του Κομουνιστικού Κόμματος Αλβανίας. Κατά το 1980 εκεί γνώρισα έναν καλοκάγαθο Ελληνόβλαχο γεροντάκο, τον Κήτα Μειντή, ο οποίος μεταξύ άλλων μου αφηγήθηκε :
« Ήμασταν τότε στο Δέλβινο με τα ζωντανά μας, όταν νέο παιδί εγώ, με επιστράτευσαν οι Ιταλοί με 7 μουλάρια και άλλους συμπατριώτες μου. Ύστερα από λίγο φτάσαμε στο Καλπάκι.
Τι να σου πώ Μιχάλη μου !…
Σε λιγότερο από μισή ώρα δύο οβίδες σκάνε ! Έγινε του άγιου !… Ανατινάχτηκαν πυρομαχικά, άνθρωποι και ζώα…Μετά άρχισε το τουφεκίδι και …στο σουρούπωμα , πέσαν σε μάχη σώμα με σώμα. Τότε από την μία μεριά ακούγαμε : « Αέρα παιδιά ! » και από την άλλη « Μάμα μία ! »
Πέφταν οι Ιταλοί και ποδοπατιώνταν από τους ίδιους τους συμπολεμιστές τους και όπου φύγει – φύγει !….
*
Δεκέμβριος 1940. Οι Ιταλοί με την ουρά κάτω στα σκέλη άρχισαν να υποχωρούν.
Σε λίγο διάστημα προσέξαμε στο χωριό μας να έρχονται πολλοί Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί. Το σπίτι του Κύρο Ντάρου μετατράπηκε σε στρατηγείο. Στο σπίτι μας φιλοξενήσαμε κάποιον λοχία από το Άργος της Πελοπονήσσου. Ονομαζόταν Θύμιος Πασπαλιάρης.
Το σπίτι του Γρηγόρη Σιάνου μετατράπηκε σε φρουραρχείο, ενώ στου συγχωριανού μας Παντελή Δέδε φιλοξενούνταν ο Γεώργιος Ράλλης (τότε λοχαγός και αργότερα πρωθυπουργός), και οι Σπύρος Σκούρας και Θεόδωρος Λανάρας.
Αυτό το διάστημα στο χωριό μας φιλοξενήθηκε και η διάσημη Σοφία Βέμπο και τραγούδησε ένα βράδυ στο καφενείο « Ταμπόρι » κοντά στην εκκλησία του χωριού. Την άλλη μέρα βάδισε προς Τεπελένι να εμψυχώσει τους Έλληνες εκεί.
Στις 27 Δεκεμβρίου 1940 στο χωριό μας χτυπήθηκε από μία ιταλική βόμβα ο Έλληνας ασυρματιστής Χριστόφορος. Εκατοντάδες κάτοικοι του χωριού και Έλληνες στρατιώτες που βρισκόνταν εκεί, τον κλάψαν και τον εντφίασαν στο νεκροταφείο του χωριού. Μετά το 1990 ο τάφος του και κάποιου άλλου Έλληνα φαντάρου με το όνομα Φώτο που σκοτώθηκε στο Παλαιόκαστρο, ενταφιάστηκαν ξανά σε επίσημη τελετή.
Στο τάφιασμα του ασυρματιστή Χριστόφορου μία χωριανή μου μοιρολόγησε : «Που είναι η μανούλα σου νιάτα μας, να σε φιλήσει για τελευταία φορά. Σε επιθυμούσε για γαμπρό αλλά εσύ παντρεύτηκες τη λευτεριά της πατρίδας μας.»
Θυμάμαι πως κλαίγαμε μικροί και μεγάλοι, χωριανοί και Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί.
Στη φωτογραφία Έλληνας στρατιώτης στην είσοδο του χωριού το χειμώνα 1940-’41
(από την ομάδα facebook Δερβιτσάνη)
Υπάρχουν κάποιες µοναδικές εφευρέσεις, που ενώ θα µας έκαναν πολύ υπερήφανους, αναγκαστικά έµειναν «αθέατες», στο βωµό της διασφάλισης εθνικών µυστικών.
To υποβρύχιο HMS Perseus
Τη νύχτα της 6ης Δεκεμβρίου του 1941, το βρετανικό υποβρύχιο «HMS Περσεύς», έκανε περιπολία στην επιφάνεια του Ιονίου Πελάγους, μεταξύ των νησιών Κεφαλονιάς και Ζακύνθου. Ήταν η τελευταία περίπολος προτού επιστρέψει στη βάση του, στην Αλεξάνδρεια.
Έκρηξη μέσα στη θύελλα
Ο John Capes |
Στο σκάφος, εκτός από το πλήρωμα, βρισκόταν και ο 31χρονος θερμαστής του Ναυτικού, John Capes, ο οποίος μεταφέρονταν με το υποβρύχιο στην Αλεξάνδρεια για να επιστρέψει στο πλοίο του.
Ο Capes, (ένας δεινός αυτοκινητιστής) είχε ατύχημα στη Μάλτα όταν, ενώ οδηγούσε ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο, συγκρούστηκε με όχημα που το έσερνε άλογο και το κατέστρεψε. Έτσι έπρεπε να πάει στη Μάλτα, για να διευθετήσει το θέμα με τον ιδιοκτήτη του κάρου και έτσι έγιναν οι προετοιμασίες από την λεγόμενη Υπηρεσία Μαγικό Χαλί (υποβρύχια που μετέφεραν προμήθειες, καύσιμα αεροπλάνων, πολεμοφόδια και όπλα από την Αλεξάνδρεια στο Γιβραλτάρ) για την μεταφορά του στο νησί που τώρα ήταν υπό πολιορκία. Έφυγε από τη Μάλτα μερικές εβδομάδες αργότερα με το υποβρύχιο «Περσεύς» το οποίο αναχωρούσε για περιπολία και θα κατέληγε στην Αλεξάνδρεια για δεξαμενισμό.
Ήταν μια σκοτεινή και θυελλώδης νύχτα. Ο John Capes ξεκουράζονταν πάνω σε μία άδεια τορπίλη στην πρύμνη του Περσέα. Πάνω από αυτόν υπήρχε η στρογγυλή καταπακτή διαφυγής. Διάβαζε κάποια γράμματα πίνοντας ρούμι από ένα μπουκάλι που αργότερα θα του έσωζε τη ζωή.
Ξαφνικά, μία τεράστια έκρηξη συγκλόνισε το υποβρύχιο από άκρη σε άκρη. Τα φώτα έσβησαν και κραυγές πανικού και απόγνωσης έρχονταν από κάθε σημείο του σκάφους το οποίο άρχισε να πλημμυρίζει με νερό. Το υποβρύχιο είχε χτυπήσει κάτι, ίσως μια νάρκη, και βουτούσε προς το βυθό.
Η πλώρη χτύπησε με δύναμη στο βυθό και στη συνέχεια η πρύμνη απλώς «έκατσε». Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, το υποβρύχιο «Περσεύς» είχε γίνει υγρός τάφος για τους περισσότερους άνδρες του πληρώματος.
Περιέργως, το πρυμναίο τμήμα του υποβρυχίου, άρχισε να πλημμυρίζει μόνο όταν αυτό έφτασε στο κατώτερο σημείο και ο John Capes , αν και τραυματισμένος, ήταν ακόμα ζωντανός.
Το πλήρωμα του Περσέα |
Άρχισε να ψηλαφεί γύρω του μέχρι που βρήκε το φακό που τοποθετείται πάντα κοντά στην καταπακτή κινδύνου. Ευτυχώς δούλευε ακόμη και με τις ακτίνες του να διαπερνούν την υγρή και ομιχλώδη ατμόσφαιρα έψαξε για ζωντανούς συνναύτες του μυρίζοντας τη μυρωδιά μπογιάς από ένα δοχείο που είχε αναποδογυρίσει.
Πήγε στο μηχανοστάσιο όπου βρέθηκε μπροστά σε μία φοβερή σκηνή. Οι ηλεκτρολόγοι ήταν νεκροί, πιθανότατα από ηλεκτροπληξία, αφού ήταν πιθανό να έγιναν οι ίδιοι ζωντανοί διακόπτες, μετά την είσοδο του νερού στο υποβρύχιο. Ωστόσο, ανάμεσα στα διάσπαρτα πτώματα και στα συντρίμμια από το σκάφος κατάφερε να εντοπίσει άλλους τραυματισμένους αλλά ζωντανούς θερμαστές.
Όχι πολύ μακριά από εκεί ήταν η πόρτα διαφυγής. Η πόρτα ήταν ερμητικά κλειστή από την πίεση του νερού από την άλλη πλευρά. Έτριξε δυσοίωνα, ενώ μικροί πίδακες νερού άρχισαν να πετάγονται από το λάστιχό της.
«Αυτή η πόρτα» έγραψε ο Capes, χρόνια αργότερα, «έσωσε εμένα και τους τρεις τραυματίες που βρήκα ζωντανούς στα συντρίμμια. Θυμάμαι ακόμη τη φρίκη, το νερό ανέβαινε στα ύφαλα του μηχανοστασίου κι εμείς περιβαλλόμασταν από τα παραμορφωμένα σώματα των νεκρών. Ο Περσεύς είχε μετατραπεί σε έναν κρύο τάφο από χάλυβα που περιβάλλεται από την αμείλικτη θάλασσα».
Εκείνη τη στιγμή ο Capes θυμήθηκε το μπουκάλι με το ρούμι. Το κρύο διαπερνούσε τα σώματα των επιζώντων, και πίστευε ότι το αλκοόλ θα τους βοηθούσε να ζεσταθούν λίγο. Έτσι ήπιαν και οι τέσσερεις από λίγες αναζωογονητικές γουλιές. Στη συνέχεια, ο Capes μετέφερε τους τραυματίες στο πρυμναίο διαμέρισμα, εκεί που υπήρχε η καταπακτή διαφυγής, η οποία ήταν η μοναδική τους ευκαιρία για να καταφέρουν να διαφύγουν, αν βέβαια δεν είχε μπλοκάρει από τη βύθιση.
Για να ανοίξει η καταπακτή διαφυγής όμως, έπρεπε να εξισωθεί η πίεση στο θάλαμο με αυτή της θάλασσας έξω από αυτόν. Η αντίδραση του Capes ήταν άμεση.
«Έκλεισα την υδατοστεγή πόρτα, απομονώνοντάς μας στο πρυμναίο διαμέρισμα», θυμάται αργότερα. «Άνοιξα τέσσερα ντουλάπια και έβγαλα τις συσκευές διαφυγής Davis για μένα και τους συντρόφους μου». Στη συνέχεια ο Capes κατάφερε να λασκάρει τους σφιγκτήρες της καθόδου , να τραβήξει προς τα κάτω τον καννάβιο αγωγό διαφυγής και να τον στερεώσει στο δάπεδο. Ψάχνοντας όμως στη συνέχεια για την βαλβίδα κατακλύσεως του διαμερίσματος τον περίμενε μία δυσάρεστη έκπληξη. Η βαλβίδα ήταν παραμορφωμένη και αδύνατο να μετακινηθεί. Απελπισμένος αναζήτησε άλλο τρόπο για να πλημμυρίσει σταδιακά το διαμέρισμα. Τότε, σκέφτηκε να καταφύγει στον υποβρύχιο εκσφενδονιστήρα φωτοβολίδων αναγνωρίσεως, που χρησίμευε για την σήμανση της θέσεως του υποβρυχίου εν καταδύσει. Τελικά, κατόρθωσε με αυτό τον τρόπο να προκαλέσει την μερική κατάκλυση του διαμερίσματος πυροβολώντας τη βαλβίδα και όντας τυχερός αφού αυτή δεν είχε ασφαλιστεί από την πίσω πλευρά με μπάρα.
«Κίνησα απαλά τη βάνα και άρχισα να νιώθω την πίεση του νερού που έμπαινε στο σκάφος» - θυμάται ο John Capes. «Καθώς η θάλασσα έμπαινε ορμητικά μέσα, προκάλεσε μία μεγάλη δίνη και μετά σταθεροποιήθηκε. Ο θύλακας με τον αέρα γύρω από την έξοδο διαφυγής μειώθηκε γρήγορα. Ήταν η θάλασσα λοιπόν που ερχόταν να μας σώσει ή να μας πνίξει ή να μας παγώσει μέχρι θανάτου».
Η συσκευή Davis |
Η συσκευή Davis
Ο John χρησιμοποίησε τη συσκευή Davis και αναπνέοντας με δυσκολία ( η συσκευή αυτή περιείχε καθαρό οξυγόνο ) βούτηξε στο γλοιώδες στρώμα μπογιάς, πέρασε μέσα από τον αγωγό διαφυγής και άρχισε να ανεβαίνει προς τα πάνω. Ξαφνικά βρέθηκε σ' ένα μικρό θύλακα αέρα, στο ενδιάμεσο αεροστεγές τμήμα κάτω από την έξοδο διαφυγής. Τέντωσε το χέρι του και ξεβίδωσε τη μικρή στρόφιγγα εξαερισμού στο κέντρο της ατσάλινης μπουκαπόρτας. Οι στιγμές αυτές ήταν κρίσιμες, όπως περιγράφει και ο ίδιος. «Ο αέρας διέφυγε σφυρίζοντας ενώ το γλοιώδες νερό ανέβηκε πάνω από το πρόσωπό μου. Τα δόντια μου κτυπούσαν, συνειδητοποίησα ότι το οξυγόνο δεν θα μου έδινε πολλά περιθώρια ακόμα ... Ωστόσο είχα πολλά να κάνω. Mε όση δύναμη μου είχε απομείνει προσπάθησα να λασκάρω τα παξιμάδια της χειρολαβής. Ευτυχώς δεν είχαν διαβρωθεί από το αλάτι και βγήκαν χωρίς δυσκολία. Όταν και το τελευταίο παξιμάδι έφυγε η μπουκαπόρτα πετάχτηκε ορθάνοιχτη και μία τεράστια φυσαλίδα αέρα διέφυγε».
Ο δρόμος για την επιφάνεια ήταν ανοιχτός, αν και θα μπορούσε να αποβεί μοιραίος. Μία μάχη κερδήθηκε αλλά ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει. Ο Capes έπρεπε τώρα να πάει πίσω στο ημιπλημμυρισμένο διαμέρισμα, μέσω του αγωγού διαφυγής, για να σώσει τους συντρόφους του. Με ανακούφιση διαπίστωσε ότι ήταν ακόμη ζωντανοί. Η έξοδος από το υποβρύχιο και η ανάδυση στην επιφάνεια ήταν όμως μία εξαιρετικά επικίνδυνη υπόθεση. Η συσκευές Davis περιείχαν καθαρό οξυγόνο και όχι αέρα και αυτό έκανε την ανάδυσή τους ακόμη πιο επικίνδυνη. Αλλά οι απελπισμένοι ναυτικοί δεν είχαν επιλογές. Έπρεπε να βγουν από το βυθισμένο υποβρύχιο και να επιχειρήσουν μία ανάβαση, ανεξάρτητα από το πόσο επικίνδυνη μπορεί να είναι. Ήταν ο μόνος τρόπος για να ξεφύγουν από τον αναπόφευκτο θάνατο που θα είχαν αν έμεναν στο υποβρύχιο.
Χωρίς να χάσουν χρόνο, ο Capes βοήθησε τους συντρόφους του να βγουν από το σκάφος στη θάλασσα και στη συνέχεια ακολούθησε. Η ορατότητα στα παγωμένα νερά του Ιονίου ήταν πολύ περιορισμένη. «Άναψα τον φακό μου και προσπάθησα να δω τριγύρω αλλά δεν μπορούσα να δω παραπάνω από τα λίγα πόδια. Μία εικόνα από το χαλύβδινο περίβλημα του πίσω καταστρώματος ήταν η τελευταία εικόνα που είχα από τον γενναίο Περσέα…»
Η ανάβαση στην επιφάνεια έπρεπε να γίνει αργά γιατί αλλιώς οι συνέπειες θα ήταν τραγικές και μοιραίες για όλους, λόγω της αεραιμίας (νόσος των δυτών). Ο John Capes πέρασε αγωνιώδεις στιγμές προσπαθώντας να επιβραδύνει την άνοδό του. Ήταν ζαλισμένος και αισθανόταν τους πνεύμονές του σαν να πρόκειται να εκραγούν. Αν δεν έκανε κάτι γρήγορα, δεν θα έφτανε στην επιφάνεια ζωντανός. Ξετύλιξε τότε μία μικρή ποδιά που είχε η συσκευή Davis και χρησίμευε για να επιβραδύνει την άνοδο, λειτουργούσε σαν αλεξίπτωτο δηλαδή. Όμως αυτό τον μπέρδεψε και τον αναποδογύρισε. Έτσι άφησε την ποδιά για να επιστρέψει σε κατακόρυφη θέση.
Η αναπνοή του γινόταν όλο και πιο επώδυνη αλλά τα πράγματα θα γίνονταν ακόμη πιο δύσκολα.
«Είχα ακόμη το φακό μου, ο οποίος φώτισε ένα στρογγυλό αντικείμενο από το οποίο κρέμονταν καλώδια», συνέχισε ο Capes. «Θεέ μου, ήταν μία ακουστική νάρκη. Οποιοσδήποτε ήχος θα μπορούσε να την ενεργοποιήσει. Μόνο ο Θεός ξέρει το πως δεν έσκασε. Ίσως ήταν γραφτό να ζήσω. Ο πόνος συνεχώς αυξάνονταν και όταν ένιωσα ότι δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο βγήκα στην επιφάνεια!».
«Η θάλασσα ήταν αγριεμένη. Κοίταξα γύρω μου αλλά δεν υπήρχε κανένα σημάδι από τους συντρόφους μου. Δεν ήθελα να πιστέψω ότι ήμουν ο μόνος που επέζησε από τα 60 μέλη του πληρώματος του Περσέα, του υποβρυχίου που η τραγική μοίρα του οποίου, φαινόταν πλέον μόνο στις φυσαλίδες από το ναυάγιο που συνέχιζαν να βγαίνουν στην επιφάνεια.
Τότε, σε κάποια απόσταση, είδα μία λευκή γραμμή πάνω από την γραμμή των κυμάτων. Έμοιαζε με μία διακεκομμένη γραμμή των βράχων, μια παραλία, μάλλον, στο ελληνικό νησί της Κεφαλονιάς. Παρά τον έντονο πόνο στους πνεύμονές μου, άρχισα να κολυμπώ προς την ακτή, ελπίζοντας ότι οι σύντροφοί μου θα έχουν ήδη φτάσει. »
Ο Capes, πολυμήχανος καθώς ήταν, μετέτρεψε το σάκο οξυγόνου της συσκευής Davis σε σωσίβιο, για να τον βοηθήσει να ξεπεράσει την επίπονη διαδικασία της κολύμβησης στα παγωμένα νερά του Ιονίου. Αν και αισθανόταν ήδη τις συνέπειες τις απότομης ανόδου του από τον βυθό και παρά το γεγονός ότι τραυματίστηκε, η σκέψη να σταματήσει δεν περνούσε από το μυαλό του. Συνέχισε να κολυμπάει, πότε με πρόσθιο και πότε με ύπτιο, με συχνές διακοπές για να ξεκουραστεί.
Κάποια στιγμή το πόδι του βρήκε σε κάτι σκληρό. Είχε φτάσει σε μία βραχώδη παραλία. Με μεγάλη προσπάθεια αναρριχήθηκε στα βράχια για να καταλήξει σε ένα σημείο με άμμο. Εκεί έχασε τις αισθήσεις του. Οι κάτοικοι ενός γειτονικού χωριού τον βρήκαν την επόμενη μέρα. Ο John Capes είχε βρεθεί σε μία παραλία κοντά στο χωριό Μαυράτα.
Οι Κεφαλονίτες φύλακες-άγγελοι
Οι Κεφαλονίτες στάθηκαν για τον Άγγλο ναυαγό φύλακες άγγελοι και αφού τον περισυνέλεξαν, τον έκρυψαν αρχικά σε μία σπηλιά και του έδωσαν κρασί και χταπόδι για να τον συνεφέρουν. Επί 18 μήνες, υπό τον φόβο των Ιταλών, τον έκρυβαν από σπίτι σε σπίτι και από χωριό σε χωριό με κίνδυνο της ζωής τους. Ο Capes πέρασε από διάφορα χωριά, Μαυράτα, Χιονάτα, Φαρακλάτα, Ραζάτα, Κουρουκλάτα, Μινιές, Κεραμιές, Σιμωτάτα, Αργοστόλι. Τελικά, μέσα από αυτό το ιδιότυπο ταξίδι κατέληξε στον Πόρο όπου και φιλοξενήθηκε από τον Νικόλαο Βανδώρο. Έναν άνθρωπο που όχι μόνο θα φιλοξενούσε τον Capes, αλλά θα τον συνόδευε και μέχρι την Σμύρνη εγκαταλείποντας πατρίδα και οικογένεια.
Ο Νικόλαος Βανδώρος θυμάται: «Μέναμε συνέχεια μέσα στο σπίτι, δεν τολμούσαμε να βγούμε έξω ούτε κατά διάνοια. Ο John όμως ήθελε να βγαίνει έξω το βράδυ, γύρω στα μεσάνυχτα. Συχνά προσπαθούσαμε να τον συνετίσουμε λέγοντάς του ότι αν μας πιάσουν θα σκοτώσουν κι εκείνον κι εμάς»
Μετά από 18 μήνες παραμονής στην Κεφαλονιά, ο καπετάν Μιλτιάδης Χούμας, ένας θρύλος της ελληνικής αντίστασης, μέλος της συμμαχικής οργάνωσης MI-9, που φυγάδευε με το καΐκι του «Ευαγγελίστρια» Έλληνες και Άγγλους στη Μέση Ανατολή, θα τον φυγαδεύσει και τον ίδιο, μετά από ένα άκρως επικίνδυνο ταξίδι, ανάμεσα σε εχθρικά πλοία και με το φόβο αεροπλάνων που περιπολούσαν την περιοχή.
Το πλήρωμα του «Ευαγγελίστρια» |
Οι κάτοικοι που βοήθησαν τον John Capes
Οι κάτοικοι της Κεφαλονιάς που φιλοξένησαν και βοήθησαν τον John Capes, ήταν μεταξύ άλλων και οι ακόλουθοι:
Η έρευνα του Κώστα Θωκταρίδη διαλύει τις αμφιβολίες.
Για πολλά χρόνια, η ιστορία του John Capes αμφισβητήθηκε από πολλούς. Η ανάδυση από τέτοιο βάθος θεωρήθηκε αδύνατη και μάλιστα με τη χρήση καθαρού οξυγόνου, θεωρήθηκε αδύνατη, επίσης η διάσωση από τους ντόπιους, η απόκρυψή του για τόσους μήνες, ακόμη και η φυγάδευσή του στη Σμύρνη μέσα από τα εχθρικά καράβια και αεροπλάνα έκανε την όλη ιστορία ακόμη πιο απίστευτη. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που ισχυρίζονταν ακόμη και ότι ο Capes δεν ήταν καν μέσα στο μοιραίο υποβρύχιο.
Όλα αυτά όμως μέχρι τα Χριστούγεννα του 1997.
Ο Κώστας Θωκταρίδης, διαβάζοντας σε κάποιο από τα σπάνια βιβλία της συλλογής του την ιστορία του HMS Perseus, γοητεύτηκε.
Τι είχε συμβεί άραγε στο υποβρύχιο; Που ακριβώς είχε βυθιστεί; Είχε πέσει σε νάρκη ή είχε τορπιλιστεί από ιταλικό υποβρύχιο όπως υποστήριζαν κάποιοι; Όλα αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα λειτούργησαν ως μαγνήτης για τον Θωκταρίδη και την ομάδα του. Έτσι μετά από μερικούς μήνες, τον Δεκέμβριο του 1997, με την ουσιαστική βοήθεια της Ε.Τ.Α.Π.Κ.Ι (Εταιρεία Τουριστικής Ανάπτυξης & Προβολής Κεφαλληνίας) και της Κοινότητας Σκάλας, ξεκινούσε η ερευνητική αποστολή για τον εντοπισμό του υποβρυχίου PERSEUS. Πέρασαν 20 ημέρες, με καθημερινή θαλάσσια αλλά και ιστορική έρευνα μέχρι να βρεθούν τα πρώτα ενθαρρυντικά στοιχεία. Οι ενδείξεις που οδήγησαν στο θρυλικό ναυάγιο, που κείτεται σε βάθος -52 μέτρων, νότια της Κεφαλονιάς.
Οι πρώτες εικόνες από το ναυάγιο ήταν συγκλονιστικές. Το υποβρύχιο 'PERSEUS' ακουμπά στο βυθό με κλίση προς τα δεξιά. Στην αριστερή πλευρά του υποβρυχίου κοντά στην πλώρη του, υπάρχει ένα ρήγμα που προήλθε από την πρόσκρουσή του στη νάρκη. Αυτή είναι και η μοναδική, σημαντική του φθορά. Το υπόλοιπο σκαρί του είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Πάνω από μισό αιώνα στο βυθό, σαν να περίμενε κάποιον να πει την ιστορία του ... Το πυροβόλο του, το τιμόνι του στη γέφυρα ,όλα είναι στη θέση τους. Οι πυξίδες του λειτουργούν ακόμα και δείχνουν την πορεία που είχε χαράξει το PERSEUS στην τελευταία του περιπολία...
Η έξοδος διαφυγής του πρυμναίου διαμερίσματος είναι ανοιχτή ... όπως την άφησε ο John Capes. Τα πράγματα μέσα στο πρυμναίο διαμέρισμα θυμίζουν τις εικόνες που είχε περιγράψει ο Βρετανός ναύτης. Υπάρχει ένα μπουκάλι, μία συσκευή DAVIS, μια φόρμα αγγαρείας και 3 άρβυλα. Οι κάτοικοι του βυθού έχουν εγκατασταθεί στο σκαρί του υποβρυχίου... Δύο σμέρνες που ζουν εκεί είναι "ιδιαίτερα προστατευτικές" ως προς τη φωλιά τους, ενώ σμήνη ψαριών "περιπολούν" γύρω από το ναυάγιο..
Σε μικρή απόσταση από το ναυάγιο βρέθηκε ένα αγκυροβόλιο ιταλικής νάρκης. Άλλη μία σημαντική ανακάλυψη της υποβρύχιας έρευνας .. η αιτία της βύθισης επικυρώνεται. Το υποβρύχιο 'PERSEUS' βυθίστηκε μετά από πρόσκρουση σε ιταλική νάρκη.
Οι αρμόδιες Βρετανικές αρχές υπέθεταν ότι το υποβρύχιο είχε πέσει σε νάρκη αλλά δεν το είχαν επιβεβαιώσει μέχρι τον εντοπισμό του ναυαγίου.
Λίγους μήνες μετά τον εντοπισμό του υποβρυχίου, η ομάδα του Κ. Θωκταρίδη πραγματοποίησε τη δεύτερη αποστολή με σκοπό αυτή τη φορά να μπει μέσα στο σκάφος. Για να πραγματοποιηθεί αυτή η αποστολή ήταν σημαντική η υποστήριξη της Εταιρείας Ανάπτυξης και Προώθησης Κεφαλληνίας και Ιθάκης και του Δήμου Ελειού Πρόννων.
Οι καιρικές συνθήκες ήταν καλύτερες αφού είχε λιακάδα και αρκετά ήρεμη θάλασσα αλλά η πρώτη κατάδυση στο H.M.S. Perseus ήταν φορτισμένη συναισθηματικά. Ο Κώστας Θωκταρίδης θα προσπαθούσε τώρα να ανακαλύψει τα μυστικά που έκρυβε μέσα του το ιστορικό ναυάγιο.
Η σιλουέτα του υποβρυχίου που γέρνει προς τα δεξιά με μία κλίση 18ο , δεν άργησε να φανεί. Πρώτος σταθμός της εξερεύνησης, η γέφυρα του H.M.S. PERSEUS. Οι πυξίδες δείχνουν πορεία 1070 . Και οι δύο έχουν σταματήσει στην ίδια ένδειξη, καταγράφοντας την μοιραία πορεία που είχε χαράξει το υποβρύχιο στις 6 Δεκεμβρίου του 1941...
Το εξωτερικό πρυμναίο πηδάλιο είναι γυρισμένο προς τα δεξιά. Το επιβλητικό πυροβόλο προκαλεί δέος. Στον πυργίσκο υπάρχουν δύο κλισιόμετρα. Τα περισκόπια παρατήρησης και μάχης είναι κατεβασμένα γιατί το υποβρύχιο περιπολούσε στην επιφάνεια όταν προσέκρουσε στη νάρκη. Τα περισκόπιά του είναι σε πολύ καλή κατάσταση και μπορεί κανείς να δει ακόμα και τα κρύσταλλά τους. Στην πλώρη του H.M.S. PERSEUS είναι εμφανή τα ίχνη από την πρόσκρουση στο βυθό. Στο σημείο που ακούμπησε η πλώρη του υποβρυχίου έχει δημιουργηθεί ένας κρατήρας δύο μέτρων. Οι άγκυρες είναι ακόμα στη θέση τους. Από τους πρωραίους τορπιλοσωλήνες οι δύτες παρατήρησαν ότι ο πάνω αριστερά είναι ανοιχτός και μέσα διέκριναν το μπροστινό τμήμα της τορπίλης με τον μεταλλικό πυροκροτητή σε σχήμα σταυρού. Ο τορπιλοσωλήνας που βρίσκεται πάνω και δεξιά είναι μισάνοιχτος. Άρα το υποβρύχιο ήταν σε πολεμική ετοιμότητα, τη νύχτα που χάθηκε για πάντα ...
Οι καταδύσεις σ' αυτή την αποστολή ήταν καθημερινές. Και κάθε φορά που ο Κώστας Θωκταρίδης ξεφούσκωνε το ρυθμιστή πλευστότητας για να καταδυθεί στο εντυπωσιακό ναυάγιο, ξεκινούσε για ένα ταξίδι στο παρελθόν.
Η διείσδυση στον πυργίσκο του υποβρυχίου, ήταν πολύ πιο δύσκολη και απαιτούσε ειδικές τεχνικές. Η ανθρωποθυρίδα της γέφυρας είναι πιο μικρή σε μέγεθος από εκείνη του πρυμναίου διαμερίσματος και ο δύτης με δυσκολία χωρούσε να περάσει μέσα από αυτή παρά το γεγονός ότι είχε βγάλει τις αναπνευστικές συσκευές του! Οι δύο αναπνευστικές συσκευές ασφαλίστηκαν πάνω στο μίτο, κοντά στην εξωτερική ανθρωποθυρίδα. Στη συνέχεια ο Κ.Θ πέρασε από άλλες δύο ανθρωποθυρίδες για να φθάσει στο θάλαμο διακυβέρνησης. Εκεί με τη βοήθεια του δεύτερου δύτη της αποστολής, είχε κατεβάσει νωρίτερα άλλες 3 αναπνευστικές συσκευές με ρυθμιστές και κλείστρα τύπου DIN, για να μπορέσει να συνεχίσει με ασφάλεια την υποβρύχια έρευνα στο εσωτερικό του υποβρυχίου. Επιπλέον, για τη μετακίνηση μέσα στο H.M.S. PERSEUS ο δύτης χρησιμοποίησε τεχνικές σπηλαιοκατάδυσης. Οι εικόνες που αντίκρισε μέσα στο θάλαμο πλοήγησης ήταν πρωτόγνωρες. Ένα σκηνικό ντυμένο στο χρώμα της σκουριάς που προκαλεί δέος. Τα περισσότερα από τα αντικείμενα έχουν σπάσει από το ωστικό κύμα της έκρηξης. Ένα είδος λάσπης έχει καλύψει το μεγαλύτερο χώρο του δαπέδου και είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς συγκεκριμένα αντικείμενα. Ξεχωρίζει μία συσκευή διαφυγής, διάφορες αναπνευστικές συσκευές και ένα σφραγισμένο μπουκάλι που περιέχει ένα διάφανο υγρό. H πόρτα που οδηγεί στο μηχανοστάσιο είναι μισάνοιχτη. Ο χρόνος έχει σταματήσει την ώρα της έκρηξης. Οι σοροί των άτυχων αξιωματικών και ναυτών είναι παντού ... και φέρνουν στον νου του ερευνητή εικόνες από τις τραγικές στιγμές της βύθισης. Ο τηλέγραφος της δεξιάς μηχανής είναι στη θέση "στοπ" και της αριστερής στο "πρόσω ημιταχώς". Αυτές οι ενδείξεις σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το εξωτερικό πρυμναίο πηδάλιο είναι γυρισμένο προς τα δεξιά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το υποβρύχιο έστριβε προς τα δεξιά όταν προσέκρουσε στη νάρκη. Ίσως, την τελευταία στιγμή συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο και προσπαθούσαν ν' αποφύγουν τη σύγκρουση. Ήταν όμως πολύ αργά…
Η εξοικείωση με το χώρο του ναυαγίου είναι απαραίτητη για να μπορέσει να επιτευχθεί και η διείσδυση. Η εξερεύνηση του εσωτερικού ενός υποβρυχίου, κρύβει πολλούς κινδύνους και σίγουρα δεν είναι συχνό φαινόμενο. Οι εσωτερικοί χώροι του υποβρυχίου είναι εκ των πραγμάτων πολύ περιορισμένοι και απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή κατά την μετακίνηση μέσα σ' αυτό. Πολύ περισσότερο, όταν είναι γεμάτο νερό και συντρίμμια και ο επίδοξος επισκέπτης του έχει δύο ή τρεις φιάλες καταδύσεων στην πλάτη του!
Ο Κώστας Θωκταρίδης, κατάφερε να διεισδύσει στο βρετανικό υποβρύχιο, σε μια προσπάθεια εξερεύνησης του εσωτερικού του με στόχο τη συγκέντρωση πολύτιμων στοιχείων από τις ενδείξεις των οργάνων του H.M.S. PERSEUS. Παρά το μεγάλο βαθμό δυσκολίας που κρύβει ένα τέτοιο εγχείρημα, πραγματοποιήθηκε με απόλυτη επιτυχία αλλά και ιδιαίτερη προσοχή και σεβασμό, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα υγρό τάφο. Ο δύτης ήταν πολύ προσεχτικός ώστε να μην μετακινήσει τίποτα και να μην προκαλέσει φθορές ενώ φωτογράφιζε σημεία του υποβρυχίου που θα βοηθήσουν στην ιστορική αναπαράσταση της βύθισής του. Όλες οι καταδύσεις στο ναυάγιο που κείτεται σε βάθος -52 μέτρων έγιναν με ατμοσφαιρικό αέρα. Οι αναπνευστικές συσκευές ήταν γεμισμένες από 250 μέχρι 310 Bar. O χρόνος παραμονής στο υποβρύχιο κυμαίνονταν από 30 έως 40 λεπτά σε κάθε κατάδυση. Κατά τη διαδικασία της αποσυμπίεσης χρησιμοποιήθηκε και καθαρό οξυγόνο στα -6 μέτρα. Ο συνολικός χρόνος παραμονής στο βυθό των δύο δυτών, κατά τη διάρκεια της αποστολής ήταν 1352 λεπτά από τα οποία ο Κώστας Θωκταρίδης πέρασε τα 507 μέσα στο βυθισμένο υποβρύχιο. Η θερμοκρασία του νερού στο ναυάγιο ήταν μόνο 10oC ( Ιούλιο Μήνα ) επειδή στην συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή υπάρχουν πηγές από τις οποίες αναβλύζει γλυκό νερό. Ιδιαίτερα μέσα στο ναυάγιο η θερμοκρασία ήταν ιδιαίτερα χαμηλή γιατί το νερό που είναι εγκλωβισμένο μέσα στο υποβρύχιο δεν ανακυκλώνεται.
Η διείσδυση άρχισε από το πρυμναίο διαμέρισμα, στο οποίο βρισκόταν ο John Capes την ώρα που το H.M.S. PERSEUS προσέκρουσε σε νάρκη. Από την ανοιχτή ανθρωποθυρίδα ο Κ. Θωκταρίδης, πέρασε στο εσωτερικό του διαμερίσματος, αφού πρώτα έβγαλε από πάνω του τις αναπνευστικές του συσκευές. Μέσα στο διαμέρισμα είχαν τοποθετηθεί άλλες 3 φιάλες για να είναι δυνατή η ασφαλής διείσδυση μέσα σε αυτό. Τα πάντα είναι όπως τα περιέγραψε ο Βρετανός ναύτης. Υπάρχει ένα μπουκάλι, μία συσκευή DAVIS, μια φόρμα αγγαρείας και 3 άρβυλα. Τα ίχνη από τη μπογιά που χύθηκε όταν από την έκρηξη αναποδογύρισαν κάποια δοχεία- όπως είπε ο βρετανός ναύτης - είναι ακόμα ορατά. Η πόρτα που οδηγεί στο μηχανοστάσιο είναι κλειστή. Διακρίνονται οι αριθμοί των τορπιλοσωλήνων επτά και οκτώ. Στο δάπεδο υπάρχει μία ανοιχτή καταπακτή που οδηγεί σ΄ένα χώρο με μπαταρίες ή κάτι παρόμοιο. Στο κέντρο του διαμερίσματος, υπάρχει το τιμόνι. Μέσα στη λάσπη ο δύτης διέκρινε ξύλινα, σφραγισμένα κιβώτια διασκορπισμένα στο χώρο. Στο δωμάτιο δεν βρέθηκαν ανθρώπινοι σκελετοί, κάτι που επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του J.Capes, ότι βοήθησε όλους τους τραυματίες που ήταν κοντά του να βγουν από την έξοδο διαφυγής και εκείνος έφυγε τελευταίος...
Με την ολοκλήρωση των ερευνών στο πρυμναίο διαμέρισμα, η ιστορία του J.Capes, εξακριβώθηκε από κάθε άποψη και η πιο απίστευτη διαφυγή από βυθισμένο υποβρύχιο εν καιρώ πολέμου, είναι πλέον γεγονός
Πηγή: Κεφαλονίτικα Νέα
Αμερικανικές επενδύσεις στη ναζιστική Γερμανία. Ο Ροκφέλερ χρηματοδότησε την προεκλογική εκστρατεία του Αδόλφου Χίτλερ.
Η δεύτερη απελευθέρωση...
...Ο Μιχάλης Τσιγκάκος θυμάται σχεδόν με κάθε λεπτομέρεια τις εκτελέσεις που έκαναν οι Γερμανοί στο Μονοδένδρι Λακωνίας στις 26 Νοεμβρίου του 1943, με τις οποίες αφαίρεσαν την ζωή 118 αθώων ανθρώπων.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...