
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η αλήθεια της Εκκλησίας διεστράφη πολύ στη Δύση μετά την έκπτωση της Ρώμης από την Εκκλησία και η Βασιλεία τού Θεού άρχισε να μοιάζει εκεί με κάποια επίγεια βασιλεία. Ο Λατινισμός με τους γήινους υπολογισμούς των «καλών έργων», με τη μισθωτή σχέση προς τον Θεό, με την παραχάραξη της σωτηρίας, συσκότισε στη συνείδηση των μελών του τη χριστιανική αντίληψη της Εκκλησίας.
Ο Λατινισμός στο πρόσωπο του Προτεσταντισμού γέννησε ένα εντελώς νόμιμο, αν και πολύ ατίθασο, πνευματικό τέκνο. Ο Προτεσταντισμός δεν ήταν μια διαμαρτυρία της πρωτοχριστιανικής εκκλησιαστικής συνειδήσεως ενάντια σ’ αυτές τις παραχαράξεις της αλήθειας, τις οποίες είχε κάμει παραδεκτές ο μεσαιωνικός Παπισμός. Μ’ αυτόν τον τρόπο, όχι σπάνια, έχουν την τάση να παρουσιάζουν τη Διαμαρτύρηση οι προτεστάντες θεολόγοι. Όμως, όχι! Ο Προτεσταντισμός ήταν διαμαρτυρία μιας ανθρώπινης ιδέας εναντίον μιας άλλης. Δεν αποκατέστησε τον αρχαίο Χριστιανισμό. Το μόνο που έκανε ήταν να αντικαταστήσει την παραχάραξη τού Χριστιανισμού με μιαν άλλη παραχάραξη κι αυτό το νέο ψεύδος ήταν πικρότερο από το πρώτο.
Ο Προτεσταντισμός είπε τον τελευταίο λόγο τού Παπισμού, έβγαλε το τελευταίο λογικό του συμπέρασμα.
Η αλήθεια και η σωτηρία είναι δοσμένα από την αγάπη, δηλ. από την Εκκλησία. Τέτοια είναι η εκκλησιαστική συνείδηση. Ο Λατινισμός, αφού εξέπεσε από την Εκκλησία, άλλαξε αυτή τη συνείδηση και διεκήρυξε: Η αλήθεια δίδεται από το ξεχωριστό πρόσωπο τού Πάπα, από ένα ιδιαίτερο πρόσωπο χωρίς την Εκκλησία, και ο Πάπας έχει την ευθύνη της σωτηρίας όλων.
Ο Προτεσταντισμός μόνο αυτό εξέφρασε: Γιατί η αλήθεια να δίδεται μόνο από έναν Πάπα; Και πρόσθεσε: η αλήθεια και η σωτηρία αποκαλύπτονται σε κάθε ξεχωριστό πρόσωπο ανεξάρτητα από την Εκκλησία. Έτσι κάθε ένας άνθρωπος προβιβάστηκε σε αλάθητο πάπα. Ο Προτεσταντισμός φόρεσε την παπική τιάρα σε κάθε Γερμανό καθηγητή-θεολόγο και με τους αμέτρητους αυτούς πάπες κατέστρεψε τελείως την ιδέα της Εκκλησίας.
Υποκατέστησε την πίστη με τη λογική του ατόμου και τη σωτηρία εν τη Εκκλησία με την ονειροπόλο βεβαιότητα για τη σωτηρία μέσω τού Χριστού χωρίς την Εκκλησία, σε μια φίλαυτη απομόνωση από όλους. Για τον προτεστάντη αλήθεια είναι μόνο ό,τι του αρέσει, ό,τι νομίζει αυτός ως αλήθεια.
Στην πράξη βέβαια και οι προτεστάντες από την αρχή, με πλάγιους τρόπους, λαθραία θα λέγαμε, επέβαλαν κάποια στοιχεία δόγματος σχετικά με την Εκκλησία αναγνωρίζοντας κάποιες αυθεντίες, μόνο όμως στην περιοχή της διδασκαλίας της πίστεως. Όντας όμως ουσιαστικά εκκλησιαστικός αναρχισμός, ο καθαρός Προτεσταντισμός, όπως κάθε αναρχισμός, στην πραγματικότητα αποδείχτηκε τελείως μη πραγματοποιήσιμος κι έτσι μας έδωσε φανερή μαρτυρία γι’ αυτή την αναμφισβήτητη αλήθεια ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι από τη φύση της εκκλησιαστική.
Όμως ο Προτεσταντισμός ταίριαξε στο γούστο με την ανθρώπινη φιλαυτία και την αυθαιρεσία κάθε είδους. Η φιλαυτία και η αυθαιρεσία μέσα στον Προτεσταντισμό, όπως ειπώθηκε, κατά κάποιον τρόπο «εξαγιάσθηκαν» και «ευλογήθηκαν» και τώρα αυτό φανερώνεται στην ατέλειωτη διαίρεση και τον θρυμματισμό πρώτα απ’ όλα του ίδιου τού Προτεσταντισμού.
Συγκεκριμένα, ο Προτεσταντισμός διεκήρυξε ανοιχτά αυτό το μέγιστο ψεύδος: Μπορείς να είσαι χριστιανός χωρίς να αναγνωρίζεις καμία Εκκλησία. Συνδέοντας όμως τα μέλη του με κάποιου είδους υποχρεωτικές αυθεντίες και εκκλησιαστικούς κανόνες, ο Προτεσταντισμός περιπλέκεται σε αδιέξοδες αντιφάσεις: Ο ίδιος απελευθέρωσε το κάθε πρόσωπο από την Εκκλησία και ο ίδιος θέτει κάποια όρια αυτής της ελευθερίας. Από δω ξεκινάει η ανταρσία των προτεσταντών εναντίον των λίγων και οικτρών υπολειμμάτων εκκλησιαστικότητος, τα οποία ακόμη φυλάσσονται από τους επίσημους εκπροσώπους των Ομολογιών τους.
Είναι ευνόητο ότι ο Προτεσταντισμός έχει αντιστοιχία προ πάντων με τη γενική διάθεση που κυριαρχεί στη Δύση. Εκεί πέτυχαν μια πολύ καλή οργάνωση της εξωτερικής ζωής και οι άνθρωποι κατέχονται από αλαζονεία γι’ αυτή την επιτυχία και αγάπησαν τον εαυτό τους σε τέτοιο βαθμό που λησμόνησαν τον Θεό και τον πλησίον. Αυτή την αμαρτωλή φιλαυτία, την περιφρόνηση προς τον πλησίον, τη διακηρύττουν και η μοντέρνα φιλοσοφία και η λογοτεχνία. Πως ο υπερήφανος ευρωπαίος να δεχθεί τη διδασκαλία περί Εκκλησίας, όταν γι’ αυτό θα πρέπει πριν απ’ όλα να απαλλαχθεί από τη φιλαυτία και την αυθαιρεσία, να υποταχθεί στην Εκκλησία και να μάθει να αγαπά τους ανθρώπους, βάζοντας τον εαυτό του ταπεινά κάτω από τους άλλους;
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ:
«Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929)
Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού»
Του Πρωτ. Ιωάννη Φωτόπουλου
Μπορεῖ ὁ λαός μας, μὲ τὴν εὐλογημένη σοφία του, νὰ ἔχει κάνει τὴ διαπίστωση ὅτι «Ἀπὸ μάννα ὀρφανεύει τὸ παιδί», ἀφοῦ ἡ μάννα, χωρὶς καμμία ἀμφιβολία, ἀποτελεῖ τὴν ἰσόβια ζωοδότρα πηγὴ ἀγάπης καὶ φροντίδας γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Ὅμως, ὅλο καὶ περισσότερες σχετικὲς ἔρευνες τεκμηριώνουν τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ ὁ πατέρας βάζει ἀνεξίτηλα τὴ σφραγίδα του στὴ ζωὴ τῆς οἰκογένειας καὶ στὴν προσωπικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τόσο μὲ τὴν παρουσία του, ὅσο καὶ μὲ τὴν ἀ π ο υ σ ί α του. Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ κοινωνία μεταβάλλεται καὶ οἱ συνθῆκες, ποὺ ἴσχυαν γιὰ χρόνια μέσα στὴν οἰκογένεια, ἀλλάζουν παγκοσμίως καὶ στὴν Πατρίδα μας, ὡς συνέπεια κυρίως τῆς «ἐξω-οἰκιακῆς» ἐργασίας τῆς γυναίκας. Ἔτσι, ἡ παλιὰ ἐφαρμοσμένη ἀντίληψη τῶν διακριτῶν ρόλων τῆς μητέρας καὶ τοῦ πατέρα, σύμφωνα μὲ τοὺς ὁποίους ὁ ἄνδρας ἦταν πάντα ὁ ἀρχηγός, ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ οἰκονομικὸ στήριγμα τῆς οἰκογένειας, ἔχει ἐκλείψει, μαζὶ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ αὐστηροῦ, ἐπιβλητικοῦ, βλοσυροῦ, μέχρι καὶ καταπιεστικοῦ πατέρα. Ἔχει δὲ ἀντικατασταθεῖ καὶ μέσα στὸ «Οἰκογενειακὸ Δίκαιο» ποὺ τροποποιήθηκε στὴ χώρα μας τὸ 1983 ἀπὸ τὴ «Συζυγικὴ Οἰκογένεια», ποὺ σημαίνει ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς δύο συζύγους δὲν ἔχει ἰδιαίτερα προνόμια, ἀλλὰ ὅτι καὶ οἱ δύο ἔχουν ἴσα δικαιώματα καὶ ὑποχρεώσεις. Τὸ δὲ σπίτι, δὲν ὑπάγεται πιὰ στὴν ἀπόλυτη διοίκηση καὶ τὴ διεύθυνση κανενός, ἀλλά, μεταξὺ τῶν συζύγων πρέπει νὰ ὑπάρχει συνεννόηση, ἀλληλοβοήθεια καὶ ἀλληλοϋποστήριξη.
Αὐτὲς οἱ συνθῆκες, ὅταν ὑπάρχουν παιδιά, ὁρίζονται ὡς «Γονικὴ Μέριμνα», ἡ ὁποία προδικά ὅτι καὶ οἱ δύο γονεῖς φροντίζουν καὶ ἐνεργοῦν «ἀπὸ κοινοῦ» γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὰ οἰκογενειακὰ θέματα καὶ τὰ προβλήματα ποὺ ἀφοροῦν στὰ παιδιά. Ὅλα αὐτά, ποὺ τονίζουν σαφῶς ἢ ἐμμέσως ὅτι τὸ παιδὶ ἔχει ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη καὶ ἀπό τους δύο γονεῖς του «ἀπὸ κοινοῦ» ἀκούγονται ὑπέροχα σὲ θεωρητικὴ βάση. Καί, ὁσάκις τὸ ζευγάρι ἔχει τὴν παιδεία καὶ τὴν ψυχικὴ ὡριμότητα νὰ φυλάγεται ἀπὸ τὶς παγίδες ποὺ στήνουν στὴ σχέση του ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ἔλλειψη διάθεσης γιὰ ὑποχωρήσεις καὶ ἀλληλοκατανόηση, μπορεῖ νὰ τὰ ἐφαρμόσει στὴν καθημερινὴ ζωή. Μπορεῖ, δηλαδή, νὰ καλλιεργήσει μία πραγματικὰ εὐλογημένη συνεργασία καὶ συνεννόηση, ὥστε νὰ προκύψει μία ἁρμονικὴ καὶ ἀποτελεσματικὴ συμβίωση, καὶ μία ὑπέροχη οἰκογενειακὴ ἀτμόσφαιρα γιὰ τὰ παιδιά του. Διότι, ὅπως ἔχει λεχθεῖ καὶ ἀλλοῦ, τὸ καλύτερο δῶρο ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν οἱ γονεῖς στὰ παιδιά τους εἶναι ἡ μεταξύ τους σύμπνοια καὶ συντροφικότητα.
Ὡστόσο παρὰ τὴν ἀρχὴ τῆς ἰ σ ό τ η τ α ς στὴν ὁποία στηρίζονται αὐτὲς οἱ διατάξεις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἰσοπεδώσουν καὶ νὰ καταργήσουν τὴ φυσική, λόγῳ φύλου, δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ό τ η τ α τῶν ρόλων ποὺ διαδραματίζουν οἱ δύο γονεῖς μέσα στὴν οἰκογένεια καὶ ἡ ὁποία, μὲ κάποιες παραλλαγές, ἰσχύει καὶ παρατηρεῖται καὶ σὲ ὅλο τὸ ζωϊκὸ βασίλειο. Δὲν εἶναι, κατὰ συνέπεια, δυνατόν, οἱ διατάξεις αὐτὲς νὰ ὁδηγήσουν στὴν ἐ ξ ο μ ο ί ω ση τῶν ρόλων –ὅπως συχνὰ παρερμηνεύεται ἡ περὶ ἰσότητας ἀρχὴ – καὶ νὰ ἀκυρώσουν τὶς διαφορετικὲς φυσικὲς δυνατότητες τῶν δύο φύλων, ὅπως καὶ τὴν ἀναντικατάστατη δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ή σχέση καὶ ἐπίδραση ποὺ ἔχει ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς στὴν ψυχολογία καὶ τὴν προσωπικότητα τοῦ κάθε παιδιοῦ. Ὁ ὅρος γιὰ «ἴσα δικαιώματα καὶ ὑποχρεώσεις», ἑπομένως, παραβλέπει τὴ νομοτελειακὴ διαφορετικότητα τῶν δύο φύλων, μὲ ὅσα αὐτὴ συνεπάγεται, ὅπως καὶ τὴν ἐνδεχόμενη διαφορετικότητα στὶς συνθῆκες ἐργασίας τοῦ καθενὸς ἢ σὲ ἄλλες συγκυρίες ποὺ ἀκυρώνουν τὴν ἔννοια τῆς ἀπόλυτης ἰσότητας.
Ὡστόσο, ὁ καταλυτικὸς ρόλος τῆς μητέρας, τὶς διαστάσεις τοῦ ὁποίου κανένας νόμος δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καλύψει, νὰ προσδιορίσει ἢ νὰ περιορίσει, εἶναι αὐταπόδεικτος, διαχρονικὰ παραδεκτός, χιλιοτραγουδισμένος καὶ σεβαστός. Ἔχω, ὅμως, τὴ γνώμη ὅτι δὲν ἔχει ἀντίστοιχα ἐπισημανθεῖ, ὅσο θὰ ἔπρεπε τοὐλάχιστον, ὁ ρόλος τοῦ πατέρα. Κατὰ καιρούς, μὲ διάφορες ἀφορμές, γίνονται ἀναφορὲς στὶς πολλὲς ἐπιπτώσεις ποὺ μπορεῖ νὰ παρουσιαστοῦν ἀπὸ τὴν ἔλλειψή του. Συχνὰ δέ, στὴν καθημερινὴ ζωή, διαπιστώνεται ἡ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη τοῦ παιδιοῦ ποὺ ἔχει στερηθεῖ τὸν πατέρα του, νὰ ἀναζητήσει ἕνα ὑποκατάστατο αὐτῆς τῆς παρουσίας στὸ πρόσωπο ἑνὸς παπποῦ, ἑνὸς θείου ἢ ἑνὸς τρίτου προσώπου. Θεωρῶ, ἑπομένως, χρήσιμο νὰ ἀναφερθῶ σὲ ὁρισμένα στοιχεῖα ποὺ ἀφοροῦν, ἀλλὰ καὶ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸν ρόλο τοῦ πατέρα καὶ τὴν ἀναντικατάστατη ἐπίδρασή του στὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ψυχολογία τῶν παιδιῶν.
Τὸ θέμα, ἴσως, νὰ πρέπει ἰδιαιτέρως νὰ μᾶς προβληματίσει σήμερα ποὺ ὁ ἀριθμὸς τῶν μονογονεϊκῶν οἰκογενειῶν αὐξάνεται. Ἂς ἀρχίσουμε ἀπὸ ἕνα πρῶτο ἀξίωμα πού ὑποστηρίζουν οἱ παιδοψυχολόγοι καὶ λέει: «Ἡ ἔννοια τοῦ ῾῾πατέρἀ̓, ἡ παρουσία του ποὺ ἐμπεδώνεται στὴ συνείδηση τῶν παιδιῶν, προέρχεται καὶ συγκροτεῖται κυρίως ἀπὸ ὅσα ἡ μητέρα καλλιεργεῖ γι᾿ αὐτόν». Τεκμηριωμένη ἀπόδειξη αὐτῆς τῆς ἀπόψεως εἶναι αὐτὸ ποὺ συνέβαινε στὶς παλιὲς ναυτικὲς οἰκογένειες, στὶς ὁποῖες, παρὰ τὶς μακροχρόνιες ἀπουσίες τοῦ πατέρα, ἡ «παρουσία» του μέσα στὸ σπίτι ὑπῆρξε συνεχῶς ζωντανὴ καὶ σημαντική, διότι ἔτσι φρόντιζε νὰ τὴν διατηρήσει ἡ μάννα. Εἶναι, ἐπίσης, πολλὰ τὰ παραδείγματα παιδιῶν πού, ἐνῷ ἔχουν χάσει τὸν πατέρα τους σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία, ἢ ἐνδεχομένως καὶ πρὶν νὰ γεννηθοῦν, μεγαλώνοντας φαίνεται σὰν νὰ τὸν ἔχουν πολὺ καλὰ γνωρίσει. Μέσα δὲ ἀπὸ τὰ λεγόμενά τους γι᾿ αὐτόν, διακρίνει κανεὶς μία εἰκόνα ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ εἶναι ὡραιοποιημένη, ἀλλὰ συμπίπτει μὲ ὅσα ἔχουν ἀκούσει γι᾿ αὐτὸν τὸν ἄγνωστο πατέρα ἀπὸ τὴ μητέρα τους.
Ἕνα δεύτερο σχετικό ἀξίωμα λέει ὅτι: «Γιὰ τὴν ψυχικὴ ὡριμότητα καὶ ἰσορροπία τοῦ παιδιοῦ, ἀπαιτεῖται πρόσληψη στοιχείων καὶ ἀπὸ τὰ δύο ἀρχέτυπα φύλων, ποὺ πρωσοποποιοῦνται ἀπὸ τὴ μητέρα καὶ τὸν πατέρα». Ἔτσι, ἀναλόγως μὲ τὸ φύλο του, τὸ παιδὶ θὰ ἀντιγράψει καὶ θὰ ταυτιστεῖ μὲ τὸν ἀντίστοιχο γονιό, ἐνῷ συγχρόνως θὰ μάθει νὰ διακρίνει, νὰ σέβεται καὶ νὰ συμβιώνει μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τοῦ ἄλλου φύλου. Οἱ παιδοψυχολόγοι ἔχουν διαπιστώσει ὅτι, ἡ παντελὴς φυσικὴ ἤ, ἔστω, εἰκονικὴ ἀπουσία τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς, ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ, μπορεῖ, πολλὲς φορές, νὰ προκαλέσει κάτι σὰν «ψυχικὴ ἀναπηρία» ποὺ δυσκολεύει τὴν οὐσιαστικὴ ἐνηλικίωση καὶ ὡρίμανσή του, διότι τοῦ λείπουν τὰ συμπληρωματικὰ στοιχεῖα τοῦ ἄλλου φύλου. Ἕνα τρίτο, τέλος, ἀξίωμα λέει ὅτι «ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ πολύτιμα δῶρα τοῦ πατέρα στὰ παιδιά του, εἶναι τὸ νὰ σέβεται καὶ νὰ τιμᾶ τὴ μητέρα τους̓̓. Γίνεται, ἑπομένως, ἀντιληπτὸ τὸ πόσο σημαντικός, πολύτιμος καὶ ἀναντικατάστατος εἶναι ὁ ρόλος ποὺ παίζει ὁ πατέρας στὴ ζωὴ τῆς οἰκογένειας καὶ στὴν προσωπικότητα τῶν παιδιῶν. Καὶ δὲν εἶναι καθόλου ἀνεξήγητο τὸ ὅτι, παρὰ τὶς ὅποιες ἀλλαγὲς ἐπέφερε ἡ βιομηχανικὴ καὶ μεταβιομηχανικὴ ἐποχὴ στὴ ζωὴ τῆς γυναίκας, τὰ συναισθήματα τῶν παιδιῶν γιὰ τοὺς γονεῖς τους δὲν ἔχουν ἀλλάξει. Ἡ μητέρα ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι γιὰ τὸ παιδὶ ἡ ζεστὴ καὶ γλυκιὰ ἀ γ κ α λ ι ά, γιὰ φροντίδα καὶ παρηγοριά, ἐνῷ ὁ πατέρας ἀντιπροσωπεύει –θέλουν νὰ ἀντιπροσωπεύει– τὴν ἤρεμη δύναμη, τὴ σιγουριὰ καὶ τὴν προστασία. Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, τὰ παιδιὰ χρειάζονται ἕναν πατέρα πού, πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα, εἶναι οὐσιαστικὸς σύντροφος γιὰ τὴ μητέρα τους. Χρειάζονται ἕναν πατέρα στοργικό, ποὺ δὲν ξεχωρίζει τὰ παιδιά του, ποὺ τοὺς δείχνει τὴν ἀγάπη του, ὄχι μόνο μὲ συνεχεῖς ὑλικὲς παροχές, ἀλλὰ μὲ τὸ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ δικά τους ἐνδιαφέροντα καὶ τὰ τυχὸν προβλήματά τους. Ἕναν πατέρα, ποὺ ξέρει νὰ αὐτοπειθαρχεῖται καὶ νὰ ἐλέγχει τὶς θετικὲς ἢ ἀρνητικὲς ἀντιδράσεις του στὶς πράξεις τοῦ παιδιοῦ, μὲ ὡριμότητα καὶ χωρὶς ὑπερβολὲς καὶ ἀσυνέπειες στὴ συμπεριφορά του. Ἔχουν κυρίως ἀνάγκη ἀπὸ ἕναν πατέρα πού βρίσκει καὶ τοὺς ἀφιερώνει π ο ι ο τ ι κ ό χρόνο ἐπικοινωνίας. Στὸ σημεῖο αὐτὸ νομίζω ὅτι ταιριάζει νὰ σᾶς μεταφέρω μία μικρὴ ἱστορία πού, ἴσως καὶ νὰ τὴν ἔχετε διαβάσει σὲ κάποια σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μας, ἄρθρα:
Ἕνας πατέρας γυρίζει ἀργὰ ἕνα βράδυ σπίτι του ἀπὸ τὴ δουλειά του, κουρασμένος καὶ ἐκνευρισμένος καὶ βρίσκει τὸ ἑξάχρονο ἀγοράκι του νὰ τὸν περιμένει ἄγρυπνο στὸ σαλόνι. Μόλις τὸν βλέπει, πάει κοντά του καὶ γίνεται ὁ ἑξῆς διάλογος:
– Μπαμπά, μπορῶ νὰ σὲ ρωτήσω κάτι;
– Ναὶ, βεβαίως, ἀγόρι μου.
– Πόσα πληρώνεσαι γιὰ μία ὥρα δουλειᾶς στὸ γραφεῖο σου;
– Αὐτὸ δὲν εἶναι δική σου δουλειά, λέει ἐκνευρισμένος ὁ πατέρας.
– Σὲ παρακαλῶ, μπαμπάκα μου, θέλω νὰ ξέρω, πές μου.
– Ἀφοῦ θέλεις νὰ ξέρεις, παίρνω τριάντα εὑρὼ τὴν ὥρα.
– Ὤχ!… Μπορεῖς σὲ παρακαλῶ, νὰ μοῦ δανείσεις 19 εὑρώ;
– Ἂν ὁ μόνος λόγος ποὺ μὲ περίμενες καὶ μὲ ρώτησες ἦταν γιὰ νὰ μοῦ ζητήσεις χρήματα γιὰ νὰ ἀγοράσεις σίγουρα κάποιο χαζὸ καινούργιο παιχνίδι, νὰ πᾶς κατευθεῖαν στὸ δωμάτιό σου καὶ στὸ κρεββάτι σου. Δὲν σκοτώνομαι στὴ δουλειὰ γιὰ τέτοιες ἀνόητες ἀπαιτήσεις.
Τὸ παιδάκι πῆγε ἥσυχα στὸ δωμάτιό του κι ἔκλεισε πίσω του τὴν πόρτα. Ὁ πατέρας του ξανασκέφτηκε τὴν ἐρώτηση τοῦ παιδιοῦ, νευρίασε καὶ πάλι κι ἀναρωτήθηκε «πῶς τόλμησε νὰ μὲ ρωτήσει πόσα παίρνω, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μοῦ ζητήσει χρήματα;». Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὴ ὥρα καί, ἀφοῦ ξεκουράστηκε λίγο, ὁ πατέρας ἠρέμησε καὶ σκέφτηκε ὅτι ἴσως εἶναι κάτι ποὺ πρέπει πραγματικὰ ν᾿ ἀγοράσει ὁ μικρὸς μὲ τὰ 19 εὑρώ, ἴσως κάτι γιὰ τὸ σχολεῖο. Πῆγε λοιπὸν στὴν πόρτα τοῦ δωματίου τοῦ παιδιοῦ, τὴν ἄνοιξε προσεκτικὰ καὶ ρώτησε :
– Κοιμᾶσαι, παιδί μου;
– Ὄχι, μπαμπά.
– Σκέφτηκα ὅτι, ἴσως ἤμουνα λίγο σκληρὸς μαζί σου νωρίτερα. Ἀλλὰ νά, ἦταν μία δύσκολη μέρα κι ἔβγαλα σὲ σένα ὅλη μου τὴν κούραση. Ὁρίστε, πάρε τὰ 19 εὑρὼ ποὺ μοῦ ζήτησες. Ὁ μικρὸς τὸν ἀγκάλιασε καὶ τὸν φίλησε γεμᾶτος χαρά, ἔβαλε τὸ χέρι του κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι κι ἔβγαλε κάτι τασαλακωμένα χαρτονομίσματα μαζὶ μὲ κάτι κέρματα, κι ἄρχισε νὰ τὰ μετράει. Ὁ πατέρας, αἰσθάνεται νὰ νευριάζει καὶ πάλι, βλέποντας ὅτι ὁ μικρὸς ἔχει ἤδη κάποια χρήματα ἀπὸ τὸ χαρτζηλίκι του, καὶ τὸν ρωτᾶ αὐστηρὰ: – Ἀφοῦ ἔχεις χρήματα, γιατί θέλεις κι ἄλλα, τί θὰ τὰ κάνεις;
– Εἶχα μόνο 11 εὑρώ, ἐνῷ τώρα μπαμπάκα ἔχω 30 καὶ μπορῶ νὰ σοῦ πληρώσω μία ὥρα δουλειᾶς, γιὰ νὰ ἔρθεις αὔριο νωρὶς στὸ σπίτι. Θέλω τόσο πολὺ νὰ φᾶμε ὅλοι μαζί στό τραπέζι… Ὁ πατέρας συγκλονίστηκε καὶ βουρκωμένος ἀγκάλιασε τὸ παιδί του, ψιθυρίζοντας ἕνα καταλυτικὸ «συγγνώμη».
Εἶναι βέβαιο, τὸ ξέρουμε ὅλοι, ὅτι οἱ γονεῖς θέλουν νὰ προσφέρουν στὰ παιδιὰ τους ὅ,τι καλύτερο μποροῦν, σὲ ἐφόδια καὶ ὑλικὰ ἀγαθά, καὶ γι᾿ αὐτό, συχνά, δουλεύουν, ἰδιαιτέρως ὁ πατέρας, τόσες πολλὲς ὧρες. Ὅμως, τὰ παιδιὰ ἔχουν ἀνάγκη κυρίως ἀπὸ ἕναν πατέρα ποὺ χαίρεται νὰ κάνει μαζί τους διάφορες δραστηριότητες, ποὺ τοὺς δίνει τὴν ἄνεση νὰ συζητήσουν μαζί του καὶ ποὺ τοὺς δείχνει τὴν πεῖρα του ἀπὸ τὴ ζωὴ μὲ ἤρεμες συμβουλές, ἀλλὰ καὶ ἤρεμες δικαιολογημένες παρατηρήσεις –καθιστὸς δίπλα τους– ὁσάκις χρειάζεται. Ἕναν πατέρα, δηλαδή, ποὺ νὰ τὸν νιώθουν μὲν φίλο, ἀλλὰ ὄχι καὶ «φιλαράκι», ὅπως συμβαίνει μὲ τὸ συνομήλικο γειτονόπουλο ἢ μὲ τὸν συμμαθητή, μὲ τοὺς ὁποίους κάνουν τὶς ἀταξίες καὶ τὶς ζαβολιές τους. Ἔτσι, θὰ ὑπάρξει, κυρίως κατὰ τὴ δύσκολη περίοδο τῆς προεφηβείας καὶ ἐφηβείας, ἀλλὰ καὶ μέχρι τὴν ὡρίμανση τῆς κρίσης τοῦ παιδιοῦ, ἡ ἀπαραίτητη ἀπόσταση ἀσφαλείας, ποὺ ἐξασφαλίζει στὸν πατέρα τὴν οὐσιαστικὴ διαφορὰ ἀπὸ τὸ «φιλαράκι» καὶ συμβάλλει στὸ νὰ κατανοήσει τὸ παιδὶ τὴν ἀνάγκη, ὄχι νὰ φοβᾶται, ἀλλὰ νὰ «ὑπολογίζει» τὴ γνώμη καὶ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ πατέρα του. Ἀντιδράσεις ποὺ πρέπει, ἀπὸ νωρίς, τὸ παιδὶ νὰ καταλάβει ὅτι εἶναι συνυφασμένες μὲ τὶς ἀντίστοιχες εὐθῦνες τοῦ γονιοῦ, γιὰ τὴ λειτουργία καὶ εὐημερία τῆς οἰκογένειας. Συγχρόνως, ἔτσι δημιουργεῖται στὰ παιδιὰ ἕνα αἴσθημα ἀσφάλειας, διότι συναισθάνονται ὅτι ὁ πατέρας εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ βοηθήσει καὶ νὰ τὰ στηρίξει σὲ μία δύσκολη ὥρα, καὶ ὄχι ὁ συνομήλικος φιλαράκος τους μὲ τὸν ὁποῖο κάνουν τὶς ζαβολιές τους.
Ἡ ἀνάγκη τῶν παιδιῶν γιὰ ἕναν πατέρα προστάτη, ποὺ τὰ ἀντιμετωπίζει, ὄχι σὰν ἀνταγωνιστὲς, ἀλλὰ μὲ σοβαρότητα καὶ μὲ στοργικὴ κατανόηση, διαγράφεται ἀνάγλυφη σὲ δύο κείμενα ποὺ ἔχουν γράψει παιδιὰ γιὰ τὸν πατέρα τους καὶ νομίζω ὅτι ἀξίζει νὰ σᾶς τὰ μεταφέρω. Τὸ πρῶτο μοῦ τὸ ἔδωσε μία διαζευγμένη μητέρα, σὲ μία Σχολὴ Γονέων, καὶ τὸ ἔχει γράψει ὁ δεκατετράχρονος γυιός της στὸν πατέρα του. Λέει μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς: «…Εἰλικρινὰ πατέρα μὲ ἀπασχολοῦν οἱ σχέσεις μου μαζί σου. Οἱ συναντήσεις μας γίνονται ὅλο καὶ πιὸ συχνὰ ἀφορμὴ νὰ ξεσποῦν μεταξύ μας καυγάδες καὶ δὲν τὸ μπορῶ ἄλλο. Γιατί πατέρα; Ἔχω προβλήματα καὶ θέλω νὰ τὸ ξέρεις. Καὶ πολλὲς φορὲς αἰσθάνομαι δειλός, ἄσχημος, ἀποτυχημένος καὶ φοβισμένος. Ἀλλὰ πῶς νὰ ζητήσω βοήθεια ἀπὸ σένα; Ἐσὺ πατέρα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ φαγητό μου, τὰ ροῦχα μου, τὴν ὑγεία μου καὶ τοὺς βαθμούς μου, γιὰ τί ἄλλο ἐνδιαφέρεσαι; Θέλω νὰ στὸ πῶ δυνατὰ πὼς δὲν εἶμαι μόνο στομάχι καὶ μυαλὸ φορτωμένο μὲ βιβλία. Καί, σὲ παρακαλῶ, μὴ στέκεις τόσο πολὺ μακριά μου, ἕτοιμος νὰ μοῦ κάνεις συνεχῶς παρατηρήσεις. Μὴ μὲ κάνεις νὰ σὲ φοβᾶμαι καὶ νὰ σὲ ἀποφεύγω, γιατί ἐγὼ σ᾿ ἀγαπῶ. Μοῦ τὸ ἔχεις πεῖ πολλὲς φορές, μοῦ τὸ λέει καὶ ἡ μάννα, κι ἐγὼ τὸ καταλαβαίνω πὼς κουράζεσαι πολὺ γιὰ νὰ μὴ μᾶς λείψουν αὐτὰ ποὺ χρειαζόμαστε. Τὸ ξέρω καὶ σ᾿ εὐχαριστῶ. Ὅμως, ἐγὼ θέλω κι ἕναν πατέρα ἐδῶ. Ἕναν πατέρα μὲ καρδιά, ποὺ νὰ θέλει νὰ μὲ ἀκούσει, χωρὶς νὰ μοῦ κάνει συνέχεια ὑποδείξεις καὶ κηρύγματα. Θέλω νὰ μὴ σὲ φοβᾶμαι, ἀλλὰ νὰ μπορῶ νὰ σοῦ πῶ τὰ λάθη μου καὶ νὰ ξέρω ὅτι ἐσὺ θὰ μοῦ δώσεις τὸ χέρι σου γιὰ νὰ σηκωθῶ ὅταν θὰ ἔχω πέσει…».
Τὸ δεύτερο κείμενο ποὺ θέλω νὰ σᾶς διαβάσω τὸ βρῆκα ἀναρτημένο στὴν ἱστοσελίδα τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας. Περιλαμβάνεται σ᾿ ἕνα ἄρθρο τοῦ κ. Βίκτωρος Κοντονάτσιου, μὲ θέμα τὸν ρόλο τοῦ πατέρα καὶ εἶναι ἕνα ποίημα ποὺ ἔγραψε, πρὶν ἀπὸ χρόνια, ἕνα ἀμερικανόπουλο, σὰν μνημόσυνο στὸν πατέρα του, ποὺ σκοτώθηκε στὸν πόλεμο τῆς Κορέας. Ἔχει τὸν παράξενο τίτλο: «Σ᾿ εὐχαριστῶ πατέρα γιὰ ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἔκανες» καὶ λέει:«Θυμᾶσαι πατέρα, τὴ μέρα ποὺ ἔβρεχε καὶ μοῦ ἔλεγες νὰ μὴν βγῶ στὴν αὐλὴ νὰ παίξω, γιατί θ᾿ ἀρρωστήσω; Ἐγὼ βγῆκα κι ἀρρώστησα. Περίμενα νὰ μὲ μαλώσεις, μὰ δὲν τὸ ἔκανες, καθώς μοῦ ἔκανες μία ζεστὴ ἐντριβή. Θυμᾶσαι πού κάποτε, παραμονὴ διαγωνίσματος, ἔπαιζα ὥς τὸ βράδυ κι ἂς μὲ φώναζες πολλὲς φορὲς νὰ διαβάσω; Μηδενίστηκα στὸ διαγώνισμα τῆς ἄλλης μέρας. Νόμιζα πὼς θὰ μὲ μάλωνες πολὺ καὶ θὰ μοῦ ἔλεγες: Σοῦ τὸ εἶχα πεῖ. Μὰ δὲν τὸ ἔκανες. Εἶπες, πρέπει τὴν ἄλλη φορά νὰ προσπαθήσεις περισσότερο. Θυμᾶσαι πατέρα, ὅταν μοῦ εἶπες νὰ μὴν τρέχω στὸ σπίτι μὲ τὸ πατίνι μου, γιατί θὰ κάνω ζημιά; Δὲν σὲ ἄκουσα, ἔτρεχα, ἔπεσα πάνω στὸ τραπέζι καὶ ἔσπασα τὸ ὡραῖο κρυστάλλινο βάζο. Νόμιζα πὼς θὰ μὲ ἔδερνες πολὺ καὶ θὰ εἶχες δίκιο. Μὰ δὲν τὸ ἔκανες. Μόνο μὲ ρώτησες: Μήπως χτύπησες; Ὑπάρχουν χιλιάδες τέτοια πατέρα μου, ποὺ δ έ ν τὰ ἔκανες. Περίμενα νὰ γυρίσεις ἀπὸ τὸν πόλεμο γιὰ νὰ σοῦ τὰ πῶ. Μά… δὲν γύρισες».
Ὁ πατέρας, λοιπόν, μπορεῖ νὰ γίνει γιὰ τὰ παιδιὰ του ὁ οὐσιαστικὸς ἀξέχαστος πατέρας μὲ ὅσα κάνει, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσα δὲν κάνει παρόλο ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ κάνει, καὶ τότε, ἀπὸ τὰ παιδιὰ βιώνεται ἀβίαστα ἡ ἐντολὴ «Τίμα τὸν πατέρα σου…». Εἶναι, ἑπομένως, πραγματικὰ θετικὸ καὶ οὐσιαστικό, τὸ νὰ θέλει καὶ νὰ μπορεῖ, στὶς μέρες μας, ὁ σύγχρονος νέος πατέρας, νὰ συμμετέχει ἐνεργὰ στὴν καθημερινὴ φροντίδα τῶν παιδιῶν. Ἀφενὸς πρὸς μεγάλη ἀνακούφιση τῆς σκληρὰ ἐργαζόμενης, σήμερα, μητέρας, ἀλλὰ καὶ σὰν ὡραῖο παράδειγμα συντροφικότητας καὶ ἀμοιβαιότητας στὶς σχέσεις τοῦ ζευγαριοῦ. Μπορεῖ ἔτσι ὁ πατέρας, ἐνῶ δημιουργεῖ, νὰ βρίσκει εὐκαιρίες νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὶς πρακτικές, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς οὐσιαστικὲς ψυχικὲς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν, μὲ καλὴ διάθεση, μὲ κέφι καὶ χιοῦμορ καὶ μὲ σεβασμὸ πάντα στὴν προσωπικότητα καὶ τὴν ἀξιοπρέπειά τους. Μπορεῖ ἀκόμα, μὲ τὸν τρόπο του, νὰ τοὺς μεταγγίσει τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα μας. Συνοψίζοντας τὰ πιὸ πάνω, γίνεται, νομίζω, σαφὴς ἡ διαπίστωση ὅτι ὁ ρόλος τοῦ πατέρα εἶναι πραγματικὰ καταλυτικὸς καὶ ἡ ἐπίδρασή του, εἴτε τὸ θέλει ὁ ἴδιος, εἴτε ὄχι, εἶναι καὶ ἀναντικατάστατη καὶ ἀναπόφευκτη. Ἡ σχέση του μὲ τὴ μητέρα καὶ ἡ γενικότερη συμπεριφορὰ καὶ τῶν δύο γονιῶν, συμπεριφορὰ ποὺ ἐκδηλώνει τὸν ἀντίστοιχο καὶ ἀπαραίτητο εἰλικρινῆ σεβασμό, τόσο μεταξύ τους, ὅσο καὶ πρὸς τὴ συμβολὴ τοῦ καθενὸς σ᾿ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται οἰκογένεια, ἐμπνέει συνεχῶς τὰ παιδιά. Γιατί δὲν ὑπάρχει τίποτα πιὸ ἀποτελεσματικὸ στὴν ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν ἀπὸ τὸ ζωντανὸ παράδειγμα. Ὑποσυνείδητα δέ, τὰ παιδιὰ καταγράφουν καὶ ἀντιγράφουν τὶς συμπεριφορὲς καὶ τὰ πρότυπα ποὺ εἰσπράττουν μέσα στὴν οἰκογένεια. Καὶ εἶναι ἀπολύτως φυσικό, τὸ νὰ προσπαθήσουν, στὴ συνέχεια, νὰ τὰ ἐφαρμόσουν καὶ γιὰ μία δική τους οἰκογενειακὴ ζωή. Γι᾿ αὐτό, μπορεῖ τελικῶς νὰ ὑποστηριχθεῖ ὅτι, μαζὶ μὲ τὶς εὐχὲς τῶν γονιῶν –ὅπως ἀκοῦμε κατὰ τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ γάμου– καὶ τὰ πρότυπα ποὺ αὐτοὶ δίνουν στὰ παιδιά τους, «στηρίζουσι θεμέλια οἴκων». Σᾶς εὐχαριστῶ.
Πηγή: (Εἰσήγηση στὴν ἐκδήλωση τῆς Ἑνωμένης Ρωμηοσύνης γιὰ τὴν Οἰκογένεια στὴν Μεγαλόπολη Γορτυνίας.), Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Η εορτή της Ζωοδόχου Πηγής που γιορτάζουμε την Παρασκευή της Διακαινησίμου είναι γιορτή της Παναγίας μας. Γράφει το συναξάρι της ημέρας: «Την Παρασκευή της Διακαινησίμου εορτάζουμε τα εγκαίνια του ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών και Θεομήτορος, της Ζωηφόρου Πηγής• ακόμη ενθυμούμαστε και τα υπερφυή θαύματα που έγιναν στον Ναό αυτό από την Μητέρα του Θεού».
Η Παναγία ονομάζεται Ζωοδόχος Πηγή, αφού γέννησε την Ζωή, που είναι ο Χριστός. Για πρώτη φορά το επίθετο Ζωοδόχος Πηγή το έδωσε στην Παναγία ο Ιωσήφ ο Υμνογράφος τον 9ο αιώνα, συνθέτοντας έναν ύμνο του προς την Παναγία.
Η γιορτή, όπως προαναφέρθηκε, αναφέρεται στα εγκαίνια του Ιερού Ναού της Παναγίας, γνωστού ως «Η Ζωοδόχος Πηγή στο Μπαλουκλί», έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, όπου υπήρχε πηγή αγιάσματος που επιτελούσε και επιτελεί πολλά θαύματα.
Ο Ιερός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής στην Πόλη ανεγέρθηκε κατ’ αρχάς από τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Θράκα, που ήταν χρηστός και επιεικής, και πριν ακόμη γίνει αυτοκράτορας ως απλός στρατιώτης συνάντησε έναν τυφλό έξω από την Χρυσή Πύλη της Κωνσταντινούπολης. Ο τυφλός του ζήτησε νερό να πιή και ο Λέων αναζήτησε την πηγή του νερού στην περιοχή, η οποία ήταν κατάφυτη από δένδρα, αλλά δεν μπόρεσε να την ανακαλύψη. Λυπήθηκε πολύ που δεν βρήκε νερό να δώση στον τυφλό. Άκουσε τότε φωνή να του λέγη: «Βασιλιά Λέοντα» –δηλαδή τον απεκάλεσε βασιλιά, ενώ ακόμη ήταν στρατιώτης, κάτι που επαληθεύθηκε– «…να εισέλθης βαθύτερα στο δάσος, και αφού λάβης με τις χούφτες σου το θολερό αυτό νερό, να ξεδιψάσης τον τυφλό και να πλύνης τα μάτια του, και τότε θα γνωρίσης ποιά είμαι εγώ που κατοικώ στο μέρος αυτό». Ο Λέων έκανε αμέσως όπως τον διέταξε η φωνή και ο τυφλός είδε το φως του. Η φωνή εκείνη ήταν της Παναγίας.
Και ο Λέων, όταν έγινε αυτοκράτορας, με ευγνωμοσύνη και φιλότιμο έκτισε στο μέρος εκείνο του αγιάσματος Ιερό Ναό προς τιμήν της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής. Όταν κατέρρευσε ο Ιερός αυτός Ναός από τον χρόνο, άλλοι αυτοκράτορες –ο Ιουστινιανός, ο Βασίλειος ο Μακεδών– ανέλαβαν και έκτισαν εκ νέου τον Ναό, πιο μεγαλοπρεπή από τον παλαιότερο.
Μία δεύτερη παράδοση αναφέρει ότι τον πρώτο Ναό τον έκτισε ο Ιουστινιανός, βλέποντας εκεί που κυνηγούσε σε όραμα ένα μικρό παρεκκλήσι και έναν Ιερέα μπροστά σε μια πηγή, λέγοντάς του ότι είναι η πηγή των θαυμάτων. Στον τόπο εκείνο έκτισε μοναστήρι με τα υλικά που περίσσεψαν από την Αγία Σοφία.
Ο Ναός αυτός στην Βασιλεύουσα κατέρρευσε τον 15ο αιώνα. Σύμφωνα με μαρτυρίες το 1547 ο Ναός δεν υπήρχε πια. Υπήρχε μόνον το αγίασμα. Το 1833 ο Πατριάρχης Κωνστάντιος Α μέ άδεια του Σουλτάνου ξαναέκτισε τον Ναό πάνω στα ερείπια του παλαιού. Έτσι, στις 2 Φεβρουαρίου του 1835, ο Πατριάρχης Κωνστάντιος, με 12 ακόμη Αρχιερείς εγκαινίασαν τον νέο Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, στο Μπαλουκλί. Μπαλουκλί σημαίνει τόπος με ψάρια, αφού στην δεξαμενή της Πηγής υπάρχουν ψάρια.
Στον ναό αυτό επιτελούνταν πολλά θαύματα και μάλιστα και σε οικογένειες ευγενών της αυτοκρατορίας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της λύσεως της στειρώσεως της αυτοκράτειρας Ζωής, η οποία μετά από θαύμα της Ζωοδόχου Πηγής γέννησε τον Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο, που έγινε αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Στον ναό αυτό θεραπεύθηκαν επίσης οι αυτοκράτορες Ιουστινιανός, Λέοντας ο Σοφός, Ρωμανός Λεκαπηνός, ο Ανδρόνικος Γ , ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Στέφανος, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης, πολλές βασίλισσες και πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας, αλλά και κληρικοί και μοναχοί και πολλοί απλοί Χριστιανοί. Τον 14ο αιώνα ο Νικηφόρος Κάλλιστος γράφοντας για το αγίασμα της Πηγής, παραθέτει έναν κατάλογο 63 θαυμάτων.
Η εικόνα της Παναγίας της Ζωοδόχου Πηγής παρουσιάζει την Παναγία μέσα σε ένα συντριβάνι από το οποίο χύνεται άφθονο νερό, να βαστάη στην αγκαλιά της τον Χριστό που ευλογεί. Δύο άγγελοι την στεφανώνουν κρατώντας ειλητάριο που γράφει: «Χαίρε ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαίρε ότι βαστάζεις τον Βαστάζοντα πάντα». Γύρω από το συντριβάνι εικονίζονται ο αυτοκράτορας και πολλοί ασθενείς με ποικίλες ασθένειες. Δέχονται το αγίασμα με το οποίο τους ραντίζουν οι υγιείς. Στην άκρη ζωγραφίζεται μια δεξαμενή με ψάρια, αφού όπως είπαμε Μπαλουκλί σημαίνει τόπος ψαριών.
Η ευλάβεια και η αγάπη του λαού της Κωνσταντινούπολης προς την Ζωοδόχο Πηγή μεταδόθηκε σε όλους τους Ορθοδόξους και έτσι σε πολλά μέρη, όπως και εδώ στην Ναύπακτο, και απέναντι στο Αίγιο, την Παναγία την Τρυπητή, ανηγέρθησαν Ναοί προς την τιμή της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής, όπου και εκεί επιτελούνται θαύματα, που στηρίζουν τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή και στην πίστη τους στον Θεό.
Χρονοδιάγραμμα κυριοτέρων γεγονότων και συμβάντων | |
626 μ.Χ. | Επιδρομή των Αβάρων, αλλά οι βυζαντινοί σώζουν το ιερό αγίασμα. |
790 μ.Χ. | Ο Ψευδο-κωδινός αναφέρει ότι η αυτοκράτειρα Ειρήνη επισκεύασε την εκκλησία, που ειχε πάθει μεγάλη καταστροφή από σεισμό. |
869 μ.Χ. | Νέα επισκευή, ύστερα από νέο σεισμό, από τον Βασίλειο Α' τον Μακεδόνα (867 - 886 μ.Χ.) κατα πληροφορία του Νικηφόρου Καλλίστου. |
924 μ.Χ. | Σε επιδρομή των Βουλγάρων ο Συμεών καίει την εκκλησία, αλλά αναστηλώνεται αμέσως αφού το 927 μ.Χ. έγιναν εκεί οι γάμοι του ηγεμόνος των Ρώσων Πέτρου με τη Μαρία, εγγονή του Ρωμανού Λεκαπηνού. |
966 μ.Χ. | Έχει διασωθεί η περιγραφή μιας επίσημης τελετής στη γιορτή της Αναλήψεως, στην οποία έλαβε μέρος ο Νικηφόρος Φωκάς (963 - 969 μ.Χ.) με όλη την αυλή. Η πομπή έφτανε με πλοίο και από τη Χρυσή Πύλη συνέχιζε με άλογα. Το συγκεντρωμένο πλήθος ζητωκραύγαζε και προσέφερε λουλούδια και σταυρούς. Όταν εμφανιζόταν ο αυτοκράτωρ ο Πατριάρχης τον ασπαζόταν και στη συνέχεια έμπαιναν μαζί στο ναό, όπου στο χώρο του ιερού είχε στηθεί εξέδρα, απ᾽ όπου ο αυτοκράτωρ παρακολουθούσε τη λειτουργία. Στο τέλος της γιορτής ο αυτοκράτωρ καλούσε τον Πατριάρχη σε επίσημο τραπέζι. |
1078 μ.Χ. | Η μονή της Πηγής θεωρείται τόπος εξορίας, αφού εκεί απομονώνεται ο Γεώργιος Μονομάχος. |
1084 μ.Χ. | Ο Αλέξιος Α' Κομνηνὸς (1081 - 1118 μ.Χ.) περιόρισε τον φιλόσοφο Ιωάννη Ιταλό στη μονή της Πηγής για να καταπαύση ο αναβρασμός που είχε δημιουργηθεί από τις ιδέες του. |
1204 - 1261 μ.Χ. | Το ιερό της Πηγής περιέρχεται στους Λατίνους. |
1328 μ.Χ. | Ο νεαρός Ανδρόνικος Γ' ο Παλαιολόγος (1328 - 1341 μ.Χ.) χρησιμοποιεί τη μονή ως ορμητήριο πριν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. |
1330 μ.Χ. | Ο Ανδρόνικος Γ', που βρίσκεται ετοιμοθάνατος στο Διδυμότειχο, πίνει νερό από το αγίασμα της Πηγής που του έφεραν και γιατρεύεται. |
1341 μ.Χ. | Ιερέας της Πηγής, ονόματι Γεώργιος, είναι μάρτυρας σε νοταριακή πράξη. |
1347 μ.Χ. | Η Ελένη, κόρη του Ιωάννου Καντακουζηνού, παρουσιάζεται στο μέλλοντα σύζυγό της Ιωάννη Ε' Παλαιολόγο (1341 - 1391 μ.Χ.) ντυμένη με την επίσημη ενδυμασία της αυτοκράτειρας, μέσα στον ιερό χώρο της Πηγής. Σύμφωνά με παλαιό έθιμο η μέλλουσα αυτοκράτειρα όταν έφθανε στην Πόλη από τα μέρη της ξηράς έπρεπε να συναντηθεί με τον αυτοκράτορα στην Πηγή. |
1422 μ.Χ. | Κατα τη διάρκεια της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως ο σουλτάνος Μουράτ Β' εγκαταστάθηκε μέσα στην εκκλησία. |
1547 μ.Χ. | Ο Pierre Gylles σημειώνει το 1547 μ.Χ. ότι η εκκλησία δεν υπάρχει πια, αλλά οι ασθενείς εξακολουθούν να επισκέπτονται την Πηγή. |
1727 μ.Χ. | Ο μητροπολίτης Δέρκων Νικόδημος έχτισε ναΐσκο και ανανέωσε τη λατρεία. Οι Αρμένιοι ζητούσαν συμμετοχή στο ιερό της Πηγής, αλλά η μεγάλη παράδοση και τα σουλτανικά φιρμάνια αναγνώριζαν την κυριότητα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. |
1825 μ.Χ. | Καταστροφή της πηγής από τους γενίτσαρους. |
1827 μ.Χ. | Ανεύρεση της Ιεράς εικόνας της Θεοτόκου εικονιζόμενη υπέρ της Ζωοδόχου Πηγής. |
1833 μ.Χ. | Ο πατριάρχης Κωνστάντιος Α' (1830 - 1834 μ.Χ.), με άδεια του σουλτάνου, έχτισε τη σημερινή εκκλησία, της οποίας τα εγκαίνια έγιναν το 1835 μ.Χ. Σήμερα, εκτός από τη μεγάλη εκκλησία, λατρευτικό κέντρο του μεγάλου κτιριακού συγκροτήματος αποτελεί ο υπόγειος ναός της Ζωοδόχου Πηγής, όπου η δεξαμένη με το αγίασμα και τα ψάρια. |
Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχαμέτ να πάρη
την Πόλη την μεγάλη.
Σαράντα μέρες έκαμεν ο 'γούμενος το ψάρι
στα χείλη του να βάλη.
Απ' τες σαράντα κι ύστερα, πεθύμησε να φάγη
τηγανισμένο ψάρι.
– Αν μας φυλάγ' η Παναγιά καθώς μας'ε φυλάγει,
την Πόλη ποιος θα πάρη;
Ρίχτει τα δίχτυα στον γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει,
– Θεός να τα βλογήση!
Το λάδι βάλλει στην φωτιά μες στ' αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από την μια, και πά' να τα γυρίση
κι από το άλλο μέρος.
Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση,
και τάχασεν ο γέρος!
– Μην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι
στην Πόλη την μεγάλη!
Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μας κόβουν το κεφάλι!
– Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια!
Με φαίνεται σαν ψεύμα!
Μ' αν είν' αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια
να πέσουν μες στο ρεύμα!
Ακόμ' ο λόγος βάσταγε, τα ψάρι' απ' το τηγάνι,
την μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε κι επέσανε στης λίμνης την λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα.
Ακόμ' ώς τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος,
όπου τα είχε ψήσει.
Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή κι ο γέρος
να τ' αποτηγανίση.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α'.
Ο ναός σου Θεοτόκε ανεδείχθη παράδεισος, ως ποταμούς αειζώους αναβλύζων ιάματα ώ προσερχόμενοι πιστώς, ως Ζωοδόχου εκ Πηγής, ρώσιν αντλούμεν, και ζωήν την αιώνιον, πρεσβεύεις γαρ συ τω εκ σου τεχθέντι, Σωτήρι Χριστώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. ἀ'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Η αναβλύζουσα Θειον ύδωρ αθάνατον, η προχέουσα ρείθρα ζωής αέναα· τοις προστρέχουσι πιστώς τη Ζωοδόχο σου Πηγή και ταύτα αρυoμένοι, βραβεύεις νυν τε παρθένε ρώσιν και θεραπείαν, και συμφορών απολύτρωσιν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ἐξ ἀκενώτου σου Πηγῆς Θεοχαρίτωτε, ἐπιβραβεύεις μοι πηγάζουσα τὰ νάματα, ἀενάως τῆς σῆς χάριτος ὑπὲρ λόγον· τὸν γὰρ Λόγον ὡς τεκοῦσα ὑπὲρ ἔννοιαν, ἱκετεύω σε δροσίζειν με σῇ χάριτι, ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε ὕδωρ σωτήριον.
Μεγαλυνάριον
Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.
Πηγή: («Εκκλησιαστική Παρέμβαση»-Απρίλιος 2009), Αηδόνι
Ἡ Εὐρωπαϊκὴ κοινότητα ποὺ µᾶς δίνει ἀφειδῶς τὰ ἀργύρια τοῦ Ἰούδα, καὶ ποὺ πρώτη αὐτὴ ἐψήφισε τὸ νόµο τῆς ντροπῆς γιὰ τοὺς Σοδοµίτες, καὶ µᾶς συνέστησε καὶ ἐµᾶς νὰ τὴν ἀκολουθήσουµε ὡς πιστὴ παραµάνα µας, ἰδοὺ µᾶς ἑτοιµάζουν καὶ ἕτερο δεινό, ποὺ εἶναι ὁ ἐποικισµὸς τῆς «ψωροκώσταινας» ἀπὸ διάφορες φυλὲς καὶ φουρνιὲς προσφύγων. Πῶς πρέπει νὰ ἀντιµετωπίσουµε τὶς προκλήσεις αὐτές; Νὰ βγάλουµε τοὺς σταυροὺς καὶ τὰ ἐγκόλπια ἀπὸ τὸ στῆθος; Νὰ σιγήσουν οἱ καµπάνες τῶν ἐκκλησιῶν; Νὰ κάνουµε ἀποκαθήλωση τῶν σταυρῶν ἀπὸ τοὺς τρούλλους τῶν ἐκκλησιῶν; Νὰ σταµατήσουν τὰ ἔθιµα τῶν Χριστουγέννων, διὰ νὰ µὴ προκαλοῦµε τοὺς πρόσφυγες; Ταῦτα πάντα ἀρχαὶ ὀδυνῶν. Μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ ἀργύρια τοῦ Ἰούδα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν φωνή µας ποὺ χάσαµε, τώρα κινδυνεύει καὶ ἡ ταυτότητά µας καὶ ἀκολουθεῖ ἡ χριστιανική µας πίστη «Ὥρα ἤδη ἡµᾶς ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι» (Ρωµ. 13 - 11).
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 29/4/2016), Θρησκευτικά
Για να αλλάξουμε την ατμόσφαιρα της Ορθοδοξίας, πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας σε προοπτική, να μετανοήσουμε, και αν χρειάζεται, ν' αποδεχθούμε την αλλαγή, τη μεταστροφή. Στην ιστορική Ορθοδοξία, υπάρχει μια ολοκληρωτική απουσία κριτηρίων αυτοκριτικής. Η Ορθοδοξία αυτοπροσδιοριζόταν: έναντι των αιρέσεων, έναντι της Δύσης, της Ανατολής, των Τούρκων, κ.λ.π. Η Ορθοδοξία συνυφάνθηκε με συμπλέγματα αυτοεπιβεβαίωσης, και από μια υπερτροφική θριαμβολογία: το να αναγνωρίζει τα λάθη της σήμαινε πως καταστρέφει τα θεμέλια της αληθινής πίστης.
Η τραγωδία της Ορθόδοξης ιστορίας τοποθετείται κυρίως στον θρίαμβό της επάνω στο εξωτερικό, αντικειμενικό κακό : είτε κατά τη διάρκεια των διωγμών, ή από τον ζυγό των Τούρκων, του Κομμουνισμού – και ποτέ επάνω στο εσωτερικό. Κι όσο δεν μεταβάλλονται αυτές οι πεποιθήσεις, πιστεύω πως δεν είναι δυνατή καμία Ορθόδοξη αναβίωση. Τα πολλά εμπόδια που καθιστούν τόσο δύσκολη αυτή την αναβίωση δεν οφείλονται στους αμαρτωλούς ανθρώπους, αλλά ριζώνουν εκεί που φαίνεται πως βρίσκεται η ουσία της Ορθοδοξίας : πρώτον -σ' ένα είδος ευσέβειας, γεμάτης από προλήψεις και γλυκερότητα, και απολύτως αδιαπέραστης σε κάθε πολιτισμό. Μια ευσέβεια με παγανιστικές διαστάσεις, που διαλύει την Ορθοδοξία σε μια συναισθηματική θρησκευτικότητα. Δεύτερον – σε μια Γνωστική τάση στην ίδια την πίστη, η οποία ξεκίνησε ως Ελληνιστική επίδραση και κατέληξε στη Δύση ως Καρτεσιανή εγκεφαλικότητα. Τρίτον – στον δυϊσμό ευσέβειας και ακαδημαϊκής θεολογίας, που αποκατέστησε την πρωτογενή εσχατολογία στο χριστιανικό όραμα του κόσμου. Τέταρτον – στην παράδοση της Ορθοδοξίας σ' έναν εθνικισμό του χειρίστου παγανιστικού, αυταρχικού και αρνητικού είδους. Αυτό το “κοκτέιλ” προσφέρεται ως “καθαρή Ορθοδοξία”, και κάθε προσπάθεια κριτικής του καταδικάζεται αμέσως ως αίρεση. Τίποτε δεν είναι πιο επικίνδυνο όσο η φανατική υπεράσπιση της Ορθοδοξίας.
Πηγή: Ιερέας της Ανατολικής Εκκλησίας
Σχόλιο ID-ont: Γι' αυτό λέμε όχι στην Κάρτα του Πολίτη! Έτσι και ξεκινήσουμε με τα τσιπάκια, την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τη βιομετρική αναγνώριση, δεν μπορούμε καν να φανταστούμε που θα καταλήξουμε! Σκοπός μας πρέπει να είναι να μην μπούνε στη ζωή μας τα τσιπάκια...
Πόσο ἔχουν ἐπιδράσει οἱ Προτεστὰντες, οἱ Καθολικοί! Τὸ ἄθεο πνεῦμα πόσο μπῆκε στὸν Καθολικισμό! Οἱ Καθολικοί πᾶνε σιγά-σιγὰ νὰ κουτσουρέψουν τούς Ἁγίους. «Ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη, λένε, δὲν ἦταν μεγάλη Ἁγία• ἕνας μικρός βασιλίσκος ἦταν ὁ πατέρας της. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἦταν μικρός Ἅγιος. Ὁ Ἅγιος Γεώργιος μύθος. Ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ δὲν ὑπῆρχε• ἦταν μία παρουσία τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ». Μετά θὰ ποῦν: «Ὁ Χριστός δὲν εἶναι Θεός• ἦταν μόνον ἕνας δάσκαλος μεγάλος». Μετά θὰ προχωρήσουν καὶ ἄλλο: «Ὁ Θεὸς εἶναι μία δύναμη».
Καὶ μετά θὰ ποῦν: «Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ φύση»! ἐνῶ ὑπάρχουν γεγονότα χειροπιαστὰ, Προφῆτες, προφητεῖες, τόσο ζωντανά θαύματα, φθάνουν καὶ μερικοί δικοί μας στὸ σημεῖο νὰ πιστεύουν τέτοιες χαζομάρες.
Πηγή: http://eleftherostypos.gr/2260-2-allazoun-ypoxreotika-oles-oi-taftotites-to-2017-poso-tha-plirosoume/, ID-on't renounce my freedom
Ένας ερημίτης, που διακρινόταν για την αγιότητα του βίου του και τη γνώση της ανθρώπινης ψυχής, έδωσε εντολή κάποτε στον υποτακτικό του: «Ξερίζωσε αυτό το δέντρο από τη γη». Και του έδειξε ένα νεαρό φοινικόδεντρο, που είχε όμως απλώσει ρίζες βαθιές.
Κάνοντας υπακοή στο γέροντα, ο υποτακτικός επιχείρησε το έργο, αλλά, παρ’ όλες του τις προσπάθειες, δεν κατόρθωσε ούτε να το κουνήσει. «Γέροντα», είπε, «αυτό που μου ζητάς να κάνω, είναι τελείως αδύνατο!». Τότε ο γέροντας του έδειξε ένα άλλο, τρυφερό δεντράκι, που ο υποτακτικός ξερίζωσε αμέσως και χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια. Τίποτα δεν μπορούσε να κάνει ο μαθητής με το δέντρο που είχε ριζώσει γερά, χωρίς κόπο όμως τα κατάφερε με το τρυφερό δεντράκι.
Συσχετίζοντας τη διήγηση αυτή με την παιδαγωγική, βλέπουμε πως οι γονείς είναι ανίσχυροι μπροστά στα μεγάλα παιδιά, αν δεν έχουν αρχίσει να ενδιαφέρονται για την αγωγή τους από την τρυφερή ηλικία. Λέει μια παροιμία: «Όπου μικρομάθει, δε γερονταφήνει». Γι’ αυτό ο σοφός Σειράχ διδάσκει: «Τέκνα σοί έστι; παίδευσον αυτά και κάμψον έκ νεότητος τον τράχηλον αυτών» (Σοφ. Σειράχ. 7:23).
Πολύ λίγοι γονείς μπορούν να παινευτούν για το ότι έδωσαν σωστή αγωγή στά παιδιά τους. Μερικοί μάλιστα, πολύ καλοί και ευσεβείς οι ίδιοι, έχουν παιδιά με χαρακτήρα εντελώς αντίθετο κι ανεπιθύμητο.
Μια από τις βασικές αιτίες του φαινομένου αυτού πρέπει ν’ αναζητηθεί στους ίδιους τους γονείς. Συνήθως πολλοί άπ’ αυτούς είναι αδιάφοροι για την ηθικοθρησκευτική αγωγή των παιδιών τους, ή τόσο τυφλώνονται από την υπερβολική γονική αγάπη τους, που δεν θέλουν να βλέπουν σ’ αυτά τίποτα το κακό. Αγνοούν μάλιστα και τις παρατηρήσεις των καλοπροαιρέτων ανθρώπων. Αρνούνται ν’ ακούσουν την αλήθεια και τις σωστές συμβουλές τους. Καί μόνο όταν τα παιδικά ελαττώματα γίνουν άνυπόφορα και για τους ίδιους τους γονείς, τότε αρχίζουν να σκέφτονται για τη διόρθωση του γιου ή της κόρης. Τότε καταφεύγουν στην αγωγή. Είναι όμως πολύ αργά πια.
Γι’ αυτό θεωρώ απαραίτητο να σας εξηγήσω, γιατί η αγωγή των παιδιών πρέπει ν’ αρχίζει από τη βρεφική ηλικία.
Σ’ όλους σας είναι γνωστό, πόσο γρήγορα αναπτύσσεται ο σπόρος μέσα στη γη. Οι παράγοντες που συντελούν στην ανάπτυξη, αρχίζουν αμέσως ν’ ασκούν την επίδρασή τους. Η θερμότητα και η υγρασία ξυπνούν το τρυφερό βλαστάρι μέσα στο χώμα, και σιγά-σιγά αρχίζει να ξεπροβάλλει στην επιφάνεια του εδάφους.
Το ίδιο συμβαίνει και με το παιδάκι, που σαν το σπόρο έρχεται στον κόσμο και μεγαλώνει συνεχώς. Είναι γνωστό, ότι ποτέ η ανθρώπινη φύση δεν αναπτύσσεται τόσο γρήγορα και απ’ όλες τις πλευρές, όσο στην παιδική ηλικία. Ταυτόχρονα όμως, ποτέ δεν έχει τόση ανάγκη φροντίδας και περιποιήσεως, όσο στα πρώτα αυτά χρόνια.
Η σωματική ανάπτυξη προχωράει γρήγορα και σταθερά, ενώ ακόμα γρηγορότερα προχωράει η πνευματική. Το παιδί αρχίζει να μιλάει, να συλλαμβάνει τα πρώτα νοήματα, να συλλογίζεται, να κρίνει. Η θέλησή του δυναμώνει και μαθαίνει σταδιακά να αυτενεργεί. Ο νούς του πλουτίζεται με τις έννοιες των αντικειμένων του περιβάλλοντος, ενώ, μαζί μ’ αυτές, συλλαμβάνει και την έννοια του Θεού. Αρχίζει να προβληματίζεται για τον προορισμό του, και μαθαίνει να ξεχωρίζει το καλό από το κακό. Μέσα του ξυπνάει η συνείδηση. Αρχίζει να ενεργεί η αγάπη ή η αντιπάθεια. Εμφανίζονται τα αισθήματα της τιμής και της ντροπής.
Για να εξελιχθούν όπως πρέπει όλες αυτές οι δυνάμεις, που ανεβάζουν τον άνθρωπο μέχρι την ομοίωση με το Θεό, οι γονείς οφείλουν να παρακολουθούν προσεκτικά την ηθική εξέλιξη του παιδιού τους. Και επειδή η αγωγή έχει διπλή υφή, από τη μια να ξεριζώνει το κακό και από την άλλη να φυτεύει το καλό, οφείλουν ν’ αρχίσουν τη διαπαιδαγώγησή του από τη βρεφική ηλικία.
Πολλοί γονείς όμως δεν δίνουν σημασία στο σημείο αυτό. Σα να μη γνωρίζουν ότι μπορούμε και πρέπει να διαπαιδαγωγούμε το παιδί από τόσο μικρό!
Μερικοί γονείς, ιδιαίτερα οι νεώτεροι, για μεγάλο χρονικό διάστημα βλέπουν το παιδάκι σαν παιχνίδι ή κούκλα. Το ταΐζουν, το βάζουν να κοιμηθεί, το χαϊδεύουν, παίζουν και χαριεντίζονται μαζί του, το φυλάνε με κάθε τρόπο από το κρυολόγημα κ.λ.π. Κατά τα άλλα όμως, το αφήνουν να τρέχει, να παίζει, να κάνει ό,τι θέλει, φτάνει μόνο να μην τους ανησυχεί με τις φωνές και το κλάμα του. Και για πολύ καιρό δεν συνειδητοποιούν, ότι ο λατρευτός τους «άγγελος» είναι στην πραγματικότητα ένα πεισματάρικο, γκρινιάρικο, αχαλίνωτο, ανυπάκουο, άπληστο, λαίμαργο, κακό παιδί. Μέχρι που κάποτε τους ανοίγονται τα μάτια. Τότε αποφασίζουν να ενδιαφερθούν για την αγωγή του παραχαϊδεμένου τους παιδιού. Αλλά, αγαπητοί γονείς, τώρα είναι πολύ αργά! Το δεντράκι μεγάλωσε πια!
Άλλοι πάλι γονείς δεν αστοχούν λιγότερο, έχοντας κάποιες λαθεμένες παιδαγωγικές αντιλήψεις, που σήμερα έχουν ριζώσει στο νου πολλών. Οι αντιλήψεις αυτές πολύ δύσκολα μπορούν να ξεριζωθούν, επειδή χρησιμεύουν σαν προφάσεις, από τη μια για να δικαιολογήσουν τα ελαττώματα και τις κακές συνήθειες των παιδιών, και από την άλλη για να καλύψουν την αμέλεια ή την αδιαφορία των γονιών για τη σωστή ανατροφή τους.
«Μα είναι παιδιά», λένε οι ευαίσθητοι γονείς. «Μπορούμε να δίνουμε τόση βαρύτητα στα ελαττώματά τους;» Με τέτοιους και άλλους παρόμοιους ισχυρισμούς συγχωρούνται συνήθως όλες οι παιδικές αταξίες.
Είναι πράγματι παιδιά. Αλλά τί παιδιά! Τί θα βγει από τα παιδιά αυτά; Κι ακόμα, έχουν το δικαίωμα, επειδή είναι παιδιά, να κάνουν το κακό; Είναι λογικό ν’ αδιαφορεί κανείς για ένα παράπτωμα, επειδή το έκανε ένα μικρό παιδί ;Αν μέσα στο σπίτι ανάψει πυρκαγιά, λέμε «α!τί ωραία φωτιά!»; Δεν καλούμε μ’ όλες μας τις δυνάμεις σε βοήθεια; Μπορούμε άραγε να βλέπουμε τα παιδιά μας με τόση ηρεμία, όταν μέσα τους αρχίζει να φουντώνει η φωτιά των παθών, που τα απειλεί με πρόσκαιρη αλλά και αιώνια καταστροφή;
Πηγή: (Bιβλίο "Μητέρα Πρόσεχε", Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής), Κοινωνία Ορθοδοξίας
Ο πατέρας Μωυσής από το Χαλέπι μιλάει στην «Κ» για τη σκληρή καθημερινότητα, τα προβλήματα των χριστιανών και τους αντάρτες.
Προσπαθούσαμε για μέρες να επικοινωνήσουμε ώστε να προγραμματίσουμε τη συνάντησή μας. Μια όμως «κοβόταν» η γραμμή, άλλοτε δεν «έπιανε» καν. Συνήθως, μου έστελνε ένα μήνυμα. «Σήμερα θα είναι δύσκολη ημέρα», μου έγραψε ένα πρωινό ο πατέρας Μωυσής από το Χαλέπι της Συρίας. «Eίχαμε βομβαρδισμούς και έπρεπε να μετακινηθούμε» μου εξήγησε αργότερα σε άπταιστα ελληνικά.
Εδώ και τέσσερα χρόνια, ο 32χρονος ελληνορθόδοξος κληρικός, τρεις μοναχές και λίγοι ιερείς, μπορεί να έχουν αναγκαστεί να μετακομίσουν από το κτίριο της μητρόπολης –που έχει βομβαρδιστεί και καταστραφεί ολοσχερώς–, δεν έχουν όμως σκεφτεί ποτέ να φύγουν από τη Συρία, παρότι θα μπορούσαν...
«Η εκκλησία είναι μεγάλη παρηγοριά για τον κόσμο εδώ», μου εξηγεί.
Οταν ξεκίνησε ο πόλεμος το 2011, στο Χαλέπι παρακολουθούσαν για έναν ολόκληρο χρόνο τα νέα για τις συμπλοκές στη χώρα τους από τις τηλεοράσεις σαν να είναι κάτι μακρινό. Μέσα σε ένα βράδυ όμως, οι αντάρτες κατέλαβαν την πόλη. «Τις πρώτες δύο μέρες μάς ήρθε ξαφνικό, δεν ξέραμε τι να κάνουμε, αλλά μετά ο μητροπολίτης μας ανέλαβε δράση».
Οργάνωσε επιτροπές με τους επικεφαλής όλων των εκκλησιών και των τζαμιών για τις πρώτες ανάγκες (στο Χαλέπι υπάρχουν τουλάχιστον 12 μητροπόλεις διαφόρων δογμάτων και κοινοτήτων). Ξεκίνησαν να μαγειρεύουν, έφτιαξαν καταφύγια στα υπόγεια των εκκλησιών για να μπορεί να κοιμηθεί ο κόσμος που είχε χάσει το σπίτι του. Ακόμα θυμάται την πρώτη φορά που ένιωσε να απειλείται η ζωή του.
Ηταν ένα φθινοπωρινό πρωινό του Οκτωβρίου και το τελευταίο πράγμα που θυμάται ήταν ένας εκκωφαντικός θόρυβος. Οταν ξαναβρήκε τις αισθήσεις του, βρέθηκε μέσα στα συντρίμμια του γραφείου του και θυμάται να προσπαθεί να καταλάβει εάν είναι ζωντανός. «Βγήκα έξω από τη μητρόπολη και εκεί κατάλαβα το τι είχε συμβεί και είπα “δόξα τω Θεώ”. Οχι που γλίτωσα, αλλά που η ρουκέτα έπεσε εκεί που έπρεπε να πέσει. Εάν έπεφτε λίγα μέτρα πιο πάνω, θα χτυπούσε τα μικρά παιδιά του κατηχητικού, λίγα μέτρα πιο κάτω δεκάδες οικογένειες που έπαιρναν φαγητό στην αυλή της μητρόπολης. Λίγο πιο δεξιά θα πέθαινα εγώ...».
Ο πατέρας Μωυσής έκανε τότε τρεις ημέρες να μιλήσει. Σήμερα, στον πέμπτο χρόνο πλέον του εμφυλίου πολέμου, η ζωή στο Χαλέπι παραμένει δύσκολη, αλλά όπως μου είπε όταν βρεθήκαμε, έχουν συνηθίσει να ζούνε με τον πόνο τους. Συναντηθήκαμε στο μοναστήρι της Παναγίας της Μπαλαμάντ στον Λίβανο. Σαράντα λεπτά από τα σύνορα με τη Συρία. Εκεί βρέθηκε πρώτη φορά ο πατέρας Μωυσής το 2002. Εκεί, στη θεολογική σχολή έμαθε ελληνικά και σπούδασε (στα ελληνικά) Θεολογία. Τώρα εκεί διδάσκει σε αραβόφωνους φοιτητές την Παλαιά Διαθήκη.
Επικίνδυνη διαδρομή
Η διαδρομή από το Χαλέπι στο Μπαλαμάντ παραμένει επικίνδυνη. Ενα χιλιόμετρο από το κέντρο της πόλης βρίσκεται το στρατόπεδο του Ισλαμικού Κράτους, ακριβώς απέναντι αυτό της Αλ Νούσρα. Ο μοναδικός περιφερειακός δρόμος που θεωρητικά είναι ανοιχτός για να μπορεί να βγαίνει ο κόσμος για βασικές ανάγκες ελέγχεται συνεχώς από τον στρατό γιατί κάθε βράδυ οι τζιχαντιστές τοποθετούν νάρκες.
«Εχει τύχει να περιμένω για ώρες να σταματήσουν τις συμπλοκές ή τις ρουκέτες. Τι να κάνουμε όμως; Δεν μπορούμε να είμαστε φυλακισμένοι».
Το βράδυ, κουρασμένος από το μακρύ ταξίδι, κάθησε με κάποιους φοιτητές της σχολής από τη Συρία. Είχε φέρει μαζί του παραδοσιακά συριακά γλυκά από αμύγδαλο να τους φιλέψει και είχε στύψει να πιουν πορτοκαλάδα. Εκείνοι με αγωνία τον ρωτούσαν για την κατάσταση στις πόλεις τους και εκείνος προσπαθούσε να τους καθησυχάσει. Ο Μωυσής στο Χαλέπι είναι ο πρωτοσύγκελλος της μητρόπολης, αλλά τρία χρόνια μετά την απαγωγή του δεσπότη του, του Παύλου, προσπαθεί να συνεχίσει το έργο του και να είναι κοντά όχι μόνο στους ελληνορθόδοξους χριστιανούς αλλά και στους μουσουλμάνους «Με τους οποίους ζούμε μαζί. Και παλιά και τώρα, μέσα στον πόλεμο». Στο μοναστήρι του Λιβάνου έφτασε εκείνο το βράδυ και ο επίσκοπος Ηλίας, από την Κοιλάδα των Χριστιανών, με τον επίσκοπο Δημήτριο από τη Σάφιτα. Οι πόλεις τους είναι πλέον σχετικά ασφαλείς και για αυτό χριστιανοί από όλη τη Συρία έχουν βρει εκεί καταφύγιο. Και οι δύο ανήκαν για χρόνια στην αδελφότητα του Χαλεπίου. Μου διηγούνται ιστορίες από τα πρώτα –ειρηνικά– χρόνια εκεί, όταν με τη βοήθεια της Ελλάδος ο μητροπολίτης Παύλος είχε καταφέρει μέσα σε λίγα χρόνια να κάνει έργα «που άλλοι δεν κάνουν ούτε σε μια ολόκληρη ζωή»: ένα σχολείο «γιατί στενοχωριόταν που δεν ήξεραν τα παιδιά να λένε το “Πάτερ ημών”», ένα πρωτοποριακό κέντρο υγείας, κατασκηνώσεις, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κέντρα εκμάθησης ελληνικών. Τα ελληνικά ήταν για τον Παύλο πολύ σημαντικά. «Δεν μπορείς να είσαι θεολόγος εάν δεν μιλάς καλά ελληνικά», έλεγε συνεχώς στους νέους που σκέπτονταν να ακολουθήσουν τον δρόμο της Εκκλησίας. Ο ίδιος πρωτοπήγε στην Ελλάδα για σπουδές τη δεκαετία του ’80, έγινε διάκονος σε ένα μικρό εκκλησάκι της Θεσσαλονίκης και πέρασε μήνες στο Αγιον Ορος. Οταν γύρισε στη Συρία προσπάθησε να μεταδώσει την αγάπη που είχε αποκτήσει για την Ελλάδα στα πνευματικά του παιδιά. Ξεκίνησε να τους μαθαίνει ο ίδιος ελληνικά σε ένα μικρό δωμάτιο στο πίσω μέρος της εκκλησίας, ενώ εξασφάλισε υποτροφίες από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ώστε να σπουδάσουν εκεί.
Απόγονοι των Ελλήνων
Τελευταίο του φιλόδοξο σχέδιο ήταν ένα κέντρο ελληνικών σπουδών. «Οι άνθρωποι στο Χαλέπι και ιδιαίτερα οι ορθόδοξοι νιώθουν απόγονοι των Ελλήνων και ήθελαν να μάθουν τη γλώσσα», εξηγεί ο επίσκοπος Δημήτριος. Ολες οι λεπτομέρειες για το κέντρο είχαν συμφωνηθεί στα χαρτιά και ήταν θέμα χρόνου το έργο να ξεκινήσει με τη στήριξη του ελληνικού κράτους, αλλά ο πόλεμος τούς πρόλαβε. Μου δείχνουν φωτογραφίες από ξέγνοιαστες εποχές στο Χαλέπι. Από το σχολείο που είχε βραβευτεί ως πρότυπο, την εκκλησία στην οποία λειτουργούσε ο Παύλος και ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο κάθε Κυριακή, το κτίριο της μητρόπολης όπου οι μοναχές μετέφραζαν θρησκευτικά κείμενα από τα ελληνικά στα αραβικά. Σχεδόν τίποτα όμως από όλα αυτά δεν υπάρχει πια. Ο Δημήτριος, που ήταν για τέσσερα χρόνια διευθυντής του σχολείου, θυμάται πως όταν του πρωτοείπανε πως οι τζιχαντιστές κατέστρεψαν το σχολείο του, δεν το πίστεψε. Του έστειλαν όμως πέντε βίντεο όπου οι αντάρτες περιπλανώνται μέσα στα συντρίμμια.
«Είχαν καταστρέψει τα πάντα με πολύ μίσος, με τα όπλα, με τα πόδια τους». Στο τριώροφο κτίριο έχουν απομείνει μόνο οι τοίχοι, γεμάτοι όμως πλέον με συνθήματα όπως «ο Αλλάχ είναι μεγάλος».
Τζιχαντιστές απήγαγαν 13 μοναχές
Ολόκληρες πόλεις χριστιανικές στη Συρία έχουν χαθεί. Εκκλησίες έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, όχι μόνο από τυφλούς βομβαρδισμούς αλλά και από τα χέρια των τζιχαντιστών. Μπαίνουν μέσα στα ιερά, σπάνε τους σταυρούς, προσπαθούν να αφαιρέσουν τα πρόσωπα της Παναγίας, του Χριστού ή των αγίων από τις θρησκευτικές εικόνες. Αυτό συνέβη και στο αρχαίο μοναστήρι της Αγίας Θέκλας στην πόλη της Μααλούλας. Εκεί, σύμφωνα με την παράδοση, είχε βρει καταφύγιο η 14χρονη Θέκλα όταν ειδωλολάτρες την κατεδίωξαν για να απαρνηθεί τον χριστιανισμό. Εκεί λένε πως κρύφτηκε και προσευχήθηκε, και το βουνό άνοιξε για να την προστατεύσει.
Υστερα από 19 αιώνες, οι τζιχαντιστές προειδοποίησαν πως θα κατεδίωκαν τις μοναχές αλλά εκείνες αρνούνταν να εγκαταλείψουν το μοναστήρι τους. Το φθινόπωρο του 2012 άνδρες με καλυμμένα τα πρόσωπα μπήκαν στο μοναστήρι και τις απήγαγαν. Λίγες ώρες αργότερα ένα βίντεο βγήκε στη δημοσιότητα. Οι δεκατρείς μοναχές κάθονταν σιωπηλές σε ένα σαλόνι. Η ηγουμένη κοιτάει διστακτικά την κάμερα και απευθυνόμενη στον κόσμο λέει: «Μην ανησυχείτε για εμάς, ήρθαμε εδώ με τη θέλησή μας. Ο Θεός να έχει καλά αυτούς που μας υπηρετούν εδώ». Ουδείς πείθεται. Οι γονείς δύο εξ αυτών, με καταγωγή από τον Λίβανο, καταφέρνουν να συναντήσουν τον ισχυρό άνδρα του Λιβάνου, τον Αμπάς Ιμπραήμ, επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών. Εκείνος τις ακούει και αποφασίζει πως θα κάνει τα πάντα για να τις απελευθερώσει.
Οπως εξηγεί στην «Κ», χρησιμοποιεί κάθε επαφή που έχει στη Συρία αλλά και στην Τουρκία για να καταφέρει να μιλήσει απευθείας με τους τζιχαντιστές. Για τρεις μήνες ασχολείται καθημερινά με την υπόθεση αυτή. Επειτα από σκληρή διαπραγμάτευση και τη βοήθεια της συριακής κυβέρνησης, δέχεται τους όρους των απαγωγέων και κλείνεται η «συμφωνία»: οι μοναχές θα απελευθερωθούν αρκεί να βγουν από τις συριακές φυλακές 141 κρατούμενοι. Το απόγευμα της απελευθέρωσης, οι τζιχαντιστές βάζουν τις μοναχές σε μαύρα τζιπ. Με τις μαύρες χαρακτηριστικές σημαίες να ανεμίζουν έξω από τα παράθυρα και φωνάζοντας «ο Αλλάχ είναι μεγάλος» ξεκινάει η αυτοκινητοπομπή. Λίγο πριν φτάσουν όμως, ο επικεφαλής τους τηλεφωνεί στον Ιμπραήμ. Εχει αλλάξει γνώμη. «Θέλουμε να απελευθερώσετε και άλλα άτομα από τις φυλακές», του ανακοινώνει. Ο Ιμπραήμ όμως είναι κάθετος πως δεν δέχεται καμία αλλαγή στη συμφωνία. «Εκλεισα το κινητό μου και έδωσα εντολή στους άνδρες μου να φύγουν από το σημείο». Ολοι κρατούν την ανάσα τους, το ίδιο και ο Ιμπραήμ που βρισκόταν από νωρίς στα σύνορα, εκεί όπου θα γινόταν η ανταλλαγή. Μισή ώρα αργότερα τα τζιπ των τζιχαντιστών με τις μοναχές εμφανίζονται.
Η επιχείρηση ολοκληρώνεται με επιτυχία. Οι μοναχές μεταφέρονται στο Πατριαρχείο Αντιοχείας στη Δαμασκό αλλά ζητούν να επιστρέψουν στο μοναστήρι τους. Η εικόνα που αντικρίζουν είναι αποκαρδιωτική. Η εκκλησία, το μοναστήρι είχαν ολοσχερώς καταστραφεί, το ίδιο και όλες οι εικόνες... Οσο για τον Ιμπραήμ, πριν από ένα μήνα ο Πάπας τον κάλεσε για να τον ευχαριστήσει για όσα κάνει για τους χριστιανούς της Μέσης Ανατολής. Για τις μοναχές της Μααλούλας αλλά και για πολλές άλλες υποθέσεις απαγωγών που έχει χειριστεί – κάποιες γνωστές και κάποιες που, όπως λέει, πρέπει να παραμείνουν απόρρητες. «Ηταν για εμάς πολύ σημαντικό να στείλουμε ένα μήνυμα σε όλους τους χριστιανούς που απειλούνται, πως είμαστε στο πλευρό τους, ότι τους προστατεύουμε, ότι θέλουμε να μείνουν στην περιοχή». Ισως από τις δυσκολότερες υποθέσεις που έχει αναλάβει είναι αυτή της απαγωγής του μητροπολίτη Παύλου. Τρία χρόνια ακριβώς από τη μυστηριώδη εξαφάνισή του, ο φάκελος παραμένει ανοιχτός με πολλά ερωτήματα. Για αυτόν τον λόγο οι συνεργάτες του μας είχαν προειδοποιήσει πως δεν επιθυμεί να συζητήσει την υπόθεση αυτή. Λίγο πριν μας αποχαιρετήσει όμως από το γραφείο του, θέλησε να μας αποκαλύψει μια άγνωστη μέχρι τώρα πληροφορία:
«Για να είμαι ειλικρινής μαζί σας, υπάρχουν στοιχεία τα οποία όμως δεν δημοσιοποιούνται. Δουλεύουμε με μυστικότητα και πιστεύουμε πως πολύ σύντομα θα φτάσουμε στο τέλος της ιστορίας αυτής».
Το θρίλερ με τον μητροπολίτη Παύλο
Το πρωινό πριν από την απαγωγή του, ο Παύλος ήταν χαρούμενος. Μόλις είχε βρει το μοναστήρι στη Βόρεια Ελλάδα που θα φιλοξενούσε 13 από τις μοναχές του από τη Συρία, ενώ το σχέδιό του για να βγουν με ασφάλεια από το φλεγόμενο Χαλέπι είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Μια μια οι μοναχές έμπαιναν στα λεωφορεία της γραμμής για να μην τραβήξουν την προσοχή των τζιχαντιστών. Είχαν ήδη περάσει στον Λίβανο και από εκεί θα έρχονταν αεροπορικώς στην Ελλάδα. Ο Παύλος βιαζόταν να επιστρέψει πίσω στη μητρόπολή του για τη Μεγάλη Εβδομάδα. Οι δικοί του τον παρακαλούσαν να αναβάλει το ταξίδι έως ότου σταματήσουν οι βομβαρδισμοί στο Χαλέπι, αλλά εκείνος ήταν ανένδοτος. Την Κυριακή των Βαΐων έφτασε στην Τουρκία, είχε προγραμματίσει να μείνει κάποιες ημέρες στην Αντιόχεια, περιοχή της μητρόπολής του. Ο Συρορθόδοξος μητροπολίτης Χαλεπίου όμως επικοινωνεί μαζί του, του λέει πως βρίσκεται στα σύνορα και αποφασίζουν να ταξιδέψουν μαζί, άμεσα για τη Συρία. Δύο ημέρες νωρίτερα, είχε πραγματοποιηθεί στο Χαλέπι συνάντηση όλων των ιεραρχών των εκκλησιών για να συγκεντρώσουν τα λύτρα για την απελευθέρωση δύο ιερέων που είχαν απαχθεί μερικούς μήνες νωρίτερα. Ο Συρορθόδοξος μητροπολίτης προσφέρθηκε να παραδώσει τα χρήματα. Πράγματι την Κυριακή των Βαΐων έφτασε στο σημείο που του είχαν υποδείξει, αλλά του είπαν πως δεν είχαν φέρει τους ιερείς και πως θα έπρεπε να ξαναέρθει την επομένη. Ετσι, ήταν πλέον γνωστό πως ο μητροπολίτης είχε πάνω του τα λύτρα αλλά και γνωστή η διαδρομή που θα ακολουθούσε από την Τουρκία για το Χαλέπι.
Η τελευταία επικοινωνία
Ξέρουμε πως το αυτοκίνητο με τους μητροπολίτες ξεκίνησε από τα σύνορα στις δύο το μεσημέρι. Μαζί τους, πέρα από τον οδηγό, ταξίδευε και ο Ηλίας Φουάντ, ένας Σύρος που τους είχε υποσχεθεί ασφαλή διέλευση από τα σημεία των τζιχαντιστών. Το αυτοκίνητο πέρασε με ασφάλεια από δύο σημεία ελέγχου. Λίγο μετά τις 14.30, ο Παύλος τηλεφώνησε στη μητρόπολη για να τους ενημερώσει πως σε ένα τέταρτο θα ήταν εκεί. Η ώρα όμως περνούσε και ο Παύλος δεν είχε εμφανιστεί. Στις 5.37 το απόγευμα, οκτώ άτομα έλαβαν από το κινητό του το ίδιο ακριβώς μήνυμα στα αραβικά: «Μας έχει απαγάγει η Αλ Κάιντα και μας πάνε κάπου στην Τουρκία...».
Είναι η τελευταία του επικοινωνία.
Ο Παύλος (δεξιά) σε παλιότερη επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου στη Συρία
Ο Ηλίας Φουάντ –άγνωστο πώς– καταφέρνει να αποδράσει. Ο ίδιος ισχυρίστηκε στις συριακές αρχές πως αντάρτες τούς σταμάτησαν, τον έβγαλαν από το αυτοκίνητο, σκότωσαν επιτόπου τον οδηγό και εξαφανίστηκαν με τους δύο μητροπολίτες. Από εκείνη την ημέρα, έχουν γίνει τα πάντα για τον εντοπισμό τους. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών προσπάθησε μέσω της διπλωματικής οδού, ενώ οι μυστικές υπηρεσίες ξεκίνησαν μια δική τους παράλληλη δράση. Ξέρουμε σήμερα πως έξι μήνες μετά την απαγωγή υπήρξε μια πληροφορία –που αξιολογήθηκε ως έγκυρη– πως οι μητροπολίτες ζουν.
Η ΕΥΠ ζήτησε τη συνδρομή των Αμερικανών και εκείνοι με τη σειρά τους ανέθεσαν την επιχείρηση στην επίλεκτη στρατιωτική ομάδα κομάντο, την DELTA. Οι λεπτομέρειες εκείνης της αποστολής παραμένουν άκρως απόρρητες, ξέρουμε όμως ότι δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ακόμα και σήμερα, υπάρχουν άνθρωποι που προσεγγίζουν τους κοντινούς του Παύλου προφέροντας διάφορες πληροφορίες για το πού μπορεί να βρίσκεται. Το ίδιο συνέβη και με πληροφορίες από έναν άνδρα, τον περασμένο Δεκέμβριο. Οι δικοί του, συνηθισμένοι σε τέτοιου είδους ισχυρισμούς, ζήτησαν αυτό που ζητούν κάθε φορά. Μια απόδειξη πριν ξεκινήσουν οποιαδήποτε συζήτηση. Εκείνος επανήλθε με μια απάντηση. Απάντηση σε μια ερώτηση που θεωρητικά μόνο ο Παύλος θα μπορούσε να γνωρίζει.
Εκτοτε όμως ο άνδρας αυτός εξαφανίστηκε. Tις δηλώσεις του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών στην «Κ» –πως υπάρχουν στοιχεία και πως δουλεύουν σε ένα απόρρητο επίπεδο για τον άμεσο εντοπισμό του– οι δικοί του τις άκουσαν με μια συγκρατημένη αισιοδοξία. Τρία χρόνια μετά την απαγωγή του, είναι όλοι έτοιμοι να μάθουν την αλήθεια για το τι είχε συμβεί στον δεσπότη τους εκείνο το απόγευμα.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος ανήκει στη χορεία των μεγαλομαρτύρων και είναι από τους λαοφιλεστέρους Αγίους της Εκκλησίας μας. Έζησε κατά τα τέλη του 3ου αιώνος μ.Χ. και τας αρχάς του 4ου επί της βασιλείας του Διοκλητιανού.
Η εποχή του υπήρξε εποχή σκληρών διωγμών και εξοντωτικών κατά της Χριστιανικής Πίστεως. Ο Γεώργιος είχε μεγάλο αξίωμα. Ήτο κόμης και διακρινόταν σ' όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για την γενναιότητά του και την ανδρεία του.
Παρ' όλη τη δόξα όμως και τις τιμές δεν αρνήθηκε να θυσιάση τα πάντα και να ομολογήση με παρρησία ενώπιον του αυτοκράτορος και πολλών αρχόντων την χριστιανική του πίστιν. Υπέμεινε βασανιστήρια πολλά και φρικτά που στο τέλος τον ανέδειξαν Μεγαλομάρτυρα.
Πολλά είναι τα θαύματα του Αγίου Γεωργίου. Όχι μόνον αυτά που αναφέρονται στο μικρό αυτό φυλλάδιο, αλλά και πολλά άλλα που πάντοτε και σήμερα εκτελεί σ' όσους προσφεύγουν με πίστι στις πρεσβείες του. Πολλοί ναοί τιμώνται επ' ονόματι του Αγίου Γεωργίου, δείγμα κι' αυτό της αγάπης του λαού προς τον Άγιον, και πολλοί φέρουν το όνομά του. Δείγμα τιμής από μέρους μας προς τον Άγιον, αγαπητέ αναγνώστα, είναι βέβαια και ο εορτασμός της μνήμης του και αι πανηγύρεις, αλλά πιο μεγάλο δείγμα τιμής είναι η μίμησις της αγίας ζωής του, γιατί «τιμή μάρτυρος» είναι η «μίμησις μάρτυρος». Μίμησις της ομολογίας, της μαρτυρικής, της αγίας ζωής του.
Ομολογητής ο κόμης Γεώργιος
Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε στην Καππαδοκία από ευσεβείς γονείς, και έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικίαν δέκα ετών. Η μητέρα του τον έφερε μαζί της στην Παλαιστίνη όπου ήταν η Πατρίδα της και είχε και τα κτήματά της. Ο Γεώργιος καίτοι νεαρός κατατάχθηκε στο στρατό, όπου μάλιστα προήχθη σε μεγάλα αξιώματα, ώστε να παίρνη μέρος και στις συνελεύσεις των ανωτάτων αξιωματούχων του Κράτους. Ο Διοκλητιανός τον εκτιμούσε πολύ.
Από την εποχή του αυτοκράτορος Δεκίου μέχρι την εποχή που ανέλαβε τον θρόνον ο Διοκλητιανός, το 284 μ. Χ., η Χριστιανική Εκκλησία επειδή είχεν ειρήνη αυξήθηκε πάρα πολύ. Οι Χριστιανοί είχαν πάρει πολλές δημόσιες θέσεις, είχαν κτίσει πολλούς και μεγάλους ναούς, είχαν κτίσει σχολεία και είχαν οργανώσει και την διοίκηση και την διαχείρισι των εκκλησιών και της Φιλανθρωπίας.
Ο Διοκλητιανός όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του εργάσθηκε στην αρχή για την οργάνωσι του αχανούς Κράτους του. Προσέλαβε στρατηγούς ως βοηθούς του και τους ωνόμασε αυτοκράτορας και Καίσαρας και αφού επέτυχε να υποτάξη τους εχθρούς του Κράτους του, και να σταθεροποιήση τα σύνορά του, στράφηκε στα εσωτερικά ζητήματα. Δυστυχώς στράφηκε εναντίον της Χριστιανικής θρησκείας για ν' ανορθώση την ειδωλολατρίαν και θεοποιήση την ιδέα του αυτοκράτορος. Γι΄ αυτό λοιπόν τον λόγον εκάλεσε τους βοηθούς του Καίσαρα το 303 μ. Χ. και τους στρατηγούς στην πρωτεύουσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους σε τρεις γενικές συγκεντρώσεις. Μεταξύ τους βρισκόταν και ο Γεώργιος που διακρίθηκε πολλές φορές στους πολέμους.
Συγκεντρώθηκαν λοιπόν όλοι, για να πάρουν αποφάσεις για την εξόντωσι και τον αφανισμό της χριστιανικής πίστεως. Πρώτος εμίλησε ο Διοκλητιανός και επέβαλε σ' όλους ν' αναλάβουν τον εξοντωτικό αγώνα εναντίον του Χριστιανισμού. Όλοι υποσχέθηκαν ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια, για να εξαλείψουν την Χριστιανική θρησκεία από το Ρωμαϊκό Κράτος. Τότε ο γενναίος Γεώργιος στάθηκε στον μέσον του συνεδρίου και είπε: Γιατί, βασιλεύ και άρχοντες, θέλετε να χύσετε αίμα δίκαιον και άγιον και να εξαναγκάσετε τους χριστιανούς να προσκυνούν και να λατρεύουν τα είδωλα; Και διεκήρυξε την αλήθεια της Χριστιανικής θρησκείας και την Θεότητα του Χριστού.
Μόλις ετελείωσε, συγχύσθηκαν όλοι με την ομολογία του αυτή, και προσπάθησαν να τον πείσουν να μετανοήση για όσα είπε για να καταπραϋνθή και ο Διοκλητιανός. Αλλά ο Γεώργιος ήταν σταθερός και με θάρρος διεκήρυττε την χριστιανικήν πίστιν του.
Στη φυλακή. Βασανιστήρια
Ωργισμένος ο Διοκλητιανός διέταξε να τον κλείσουν στην φυλακή και να του περισφίξουν τα πόδια του στο ξύλο και πάνω στο στήθος του να του βάλουν μεγάλη και βαρειά πέτρα, αφού τον ξαπλώσουν ανάσκελα.
Το άλλο πρωί ο Διοκλητιανός διέταξε να του παρουσιάσουν τον Γεώργιον, για να τον ανακρίνη. Και πάλιν ο Γεώργιος έμεινε ακλόνητος στην ομολογία του, και παρ' όλες τις κολακείες και τις υποσχέσεις που του έδωσε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, διεκήρυττε την πίστι του και μιλούσε για τους ουράνιους θησαυρούς. Τότε, αφού ωργίσθηκε ο Διοκλητιανός, διέταξε τους δημίους να δέσουν τον Άγιον σ' ένα μεγάλον τροχόν για να κομματιασθή το σώμα του. Μάλιστα ειρωνεύθηκε την ανδρεία του Αγ. και τον κάλεσε να προσκυνήση τα είδωλα. Ο Άγιος Γεώργιος ευχαρίστησε τον Θεόν που τον αξίωνε να δοκιμασθή και δέχθηκε με ευχαρίστησι να υποστή το φοβερό αυτό μαρτύριο, με το οποίον θα κομματιαζόταν σε μικρά και λεπτά κομμάτια ολόκληρο το σώμα του, επειδή γύρω - γύρω από τον τροχόν υπήρχαν μπηγμένα κοφτερά σίδερα, που έμοιαζαν με μαχαίρια. Πράγματι μόλις ο τροχός κινήθηκε, τα κοφτερά σίδερα άρχισαν να κόβουν το σώμα του. Τότε ακούσθηκε μια φωνή από τον ουρανόν που έλεγε: «Μη φοβάσαι Γεώργιε, γιατί εγώ είμαι μαζί σου» και αμέσως ένας άγγελος ελευθέρωσε τον άγιον, αφού τον έλυσε από τον τροχόν και θεράπευσε όλο το καταπληγωμένο σώμα του.
Ο Γεώργιος αφού απέκτησε το θαυμάσιο παράστημά του και με αγγελικήν όψι παρουσιάστηκε στο Διοκλητιανό που με άλλους είχε πάει να κάνη θυσία. Μόλις τον είδαν, έμειναν όλοι έκθαμβοι και απορημένοι. Μάλιστα μερικοί ισχυρίζοντο ότι είναι κάποιος που του μοιάζει, και άλλοι ότι είναι φάντασμα. Όπως εσχολίαζαν το γεγονός εμφανίσθηκαν μπροστά στο βασιλιά δύο από τους αξιωματικούς του, ο Πρωτολεών και ο Ανατόλιος με χίλιους στρατιώτες και ωμολόγησαν την πίστι τους στον Χριστό. Ο Διοκλητιανός θύμωσε τόσο που έγινε έξαλλος και διέταξε να τους σκοτώσουν, πράγμα που έγινε.
Έπειτα διέταξε να γεμίσουν αμέσως ένα λάκκον με ασβέστη και νερό και να ρίξουν μέσα τον Γεώργιον και να τον αφήσουν τρεις ημέρες και τρεις νύκτες, έτσι που να διαλυθούν και αυτά τα κόκκαλά του.
Οι δήμιοι πράγματι έρριξαν τον Άγιο στο ζεματιστό ασβέστη και έκλεισαν και το στόμιο του λάκκου. Ύστερα από τρεις ημέρες ο Διοκλητιανός έστειλε στρατιώτες ν' ανοίξουν τον λάκκο, οπότε βρήκαν τον Άγιον Γεώργιον όρθιον μέσα στον ασβέστη και προσευχόταν. Το γεγονός εντυπωσίασε και προκάλεσε θαυμασμό και ενθουσιασμό στο λαό που εφώναζε ότι «ο Θεός του Γεωργίου είναι Μεγάλος». Και ο Διοκλητιανός ζήτησε εξηγήσεις από τον Γεώργιον, πού έμαθε τις μαντικές τέχνες και πώς τις χρησιμοποιεί. Ο Γεώργιος τότε του απάντησε ότι ήταν τα γεγονότα αποτελέσματα της Θείας Χάριτος και Δυνάμεως και όχι έργα μαγείας και γοητείας.
Ο Διοκλητιανός ωργισμένος διέταξε να του φορέσουν πυρακτωμένα παπούτσια με σιδερένια καρφιά και να τον εξαναγκάζουν να περιπατή. Και ο άγιος προσευχόταν και περιπατούσε χωρίς να πάθη τίποτα. Πάλιν διέταξε να τον φυλακίσουν και σκέφθηκε να συγκαλέση τους άρχοντες, για να συσκεφθούν τι έπρεπε να κάμουν στον Γεώργιον. Και αφού τον έδειραν τόσον πολύ με μαστίγια και κατεπλήγωσαν ολόκληρο το σώμα του αγίου, τον παρουσίασαν στον Διοκλητιανό, ο οποίος έμεινε έκπληκτος βλέποντας τον Γεώργιον να λάμπη σαν Άγγελος. Σκέφθηκε λοιπόν, ότι αυτό το φαινόμενο γίνεται με τις μαγείες. Γι' αυτό κάλεσε τον μάγον Αθανάσιον, για να λύση τα μάγια του Γεωργίου.
Μένει αβλαβής απ' το δηλητήριον
Ήλθε πράγματι ο μάγος Αθανάσιος και κρατούσε στα χέρια του δυο πήλινα αγγεία, στα οποία υπήρχε δηλητήριον. Μάλιστα στο πρώτον υπήρχε το δηλητήριον που αν το έπινε κανείς θα τρελαινόταν και στο δεύτερο, τέτοιο, ώστε πίνοντάς το να πεθάνη.
Πράγματι ωδήγησαν τον άγιο στο Διοκλητιανό και στον μάγο Αθανάσιον. Ο βασιλεύς διέταξε να του δώσουν να πιη το πρώτον δηλητήριον. Και ο άγιος χωρίς δισταγμό ήπιε το δηλητήριον του πρώτου δοχείου αφού προηγουμένως προσευχήθηκε λέγοντας «Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο ειπών καν θανάσιμόν τε πίωσιν ου μη αυτούς βλάψη θαυμάστωσον νυν τα ελέη σου». Και δεν έπαθε τίποτα απολύτως.
Μόλις είδαν ότι δεν έπαθε τίποτα, ο βασιλεύς διέταξε να του δώση ο μάγος και το δεύτερον το θανάσιμον. Το ήπιε και αυτό χωρίς να πάθη το παραμικρό. Τότε όλοι έμειναν έκπληκτοι μόλις είδαν το θαύμα αυτό. Ο Διοκλητιανός εξακολουθούσε να επιμένη ότι για να μην πεθάνη ο Γεώργιος είχε δικά του μάγια. Ο μάγος Αθανάσιος που ήξερε πόσο δραστικά ήταν τα δηλητήρια που έδωσε στον Άγιο Γεώργιο αφού εγονάτισε μπροστά στον μάρτυρα ωμολόγησε την Πίστιν του στον Αληθινόν Θεόν. Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε και εφόνευσαν τον Αθανάσιον αμέσως. Εκείνη την στιγμή έφθασε και η γυναίκα του Διοκλητιανού Αλεξάνδρα, η οποία ωμολόγησε την πίστιν της στον Αληθινόν Θεόν. Και ο σκληρός και άκαρδος Διοκλητιανός διέταξε να την φυλακίσουν και την επομένην να της κόψουν το κεφάλι. Η Αλεξάνδρα ενώ προσευχόταν στην φυλακή παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού.
Μαρτυρικόν τέλος του Μεγαλομάρτυρος
Ο άγιος Γεώργιος κλείσθηκε στην φυλακή και την νύκτα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν, ο οποίος του ανήγγειλε ότι θα πάρη τον στέφανον του μαρτυρίου και θα αξιωθή της αιωνίου ζωής. Σαν εξημέρωσε διατάχθηκαν οι στρατιώτες να παρουσιάσουν μπροστά του τον άγιον. Πράγματι ο Άγιος Γεώργιος εβάδιζε γεμάτος χαρά προς τον βασιλέα, επειδή προγνώριζε ότι έφθασε το τέλος του. Μόλις λοιπόν τον αντίκρυσε ο Διοκλητιανός του πρότεινε να πάνε στο ναό του Απόλλωνος για να θυσιάση στο είδωλόν του. Αφού μπήκε ο Γεώργιος στο ναό εσήκωσε το χέρι του και αφού έκανε το σημείο του σταυρού διέταξε το είδωλον να πέση. Αμέσως το είδωλον έπεσε και κομματιάσθηκε.
Ο ιερέας των ειδώλων και ο λαός τόσον πολύ εθύμωσαν που φώναζαν στον Βασιλέα να θανατώση τον Γεώργιον. Ο Διοκλητιανός εξέδωκε τότε διαταγήν, και ο δήμιος του απέκοψε την κεφαλήν.
Τα θαύματα του Αγίου μετά το μαρτύριον
1) Το θαύμα της μεταφοράς της κολώνας
Μια γυναίκα αγόρασε μια κολώνα και δεν μπορούσε να τη στείλη στην Ρώμη που κτιζόταν εκεί μια εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Είδε λοιπόν στο όνειρό της τον Άγιον ο οποίος μαζί της εσήκωσε την κολώνα και την έρριξαν στη θάλασσα. Η κολώνα βρέθηκε στη Ρώμη με μια επιγραφή, να τεθή στο δεξί μέρος της εκκλησίας.
2) Σωτηρία του αιχμαλώτου στρατιώτου
Στην Παφλαγονίαν του Πόντου τιμούσαν πολύ τον Άγιον και μάλιστα είχαν κτισθή προς τιμήν του πολλοί ναοί. Όλοι ετιμούσαν τον Άγιον τόσο ώστε κάθε οικογένεια να ονομάζη ένα από τα άρρενα παιδιά της Γεώργιον. Αυτό συνέβη και σε μια καλή και ευσεβή οικογένειαν. Εμεγάλωσε το παιδί της το οποίον ήταν φρόνιμο, ηθικό, συνετό και σε ηλικία είκοσι χρονών το κάλεσαν στον στρατόν. Στις μάχες που έγιναν εναντίον των βαρβάρων πολλοί χριστιανοί έπεσαν σε ενέδρα των βαρβάρων, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός Γεώργιος, και άλλους κατέσφαξαν, άλλους εκράτησαν ως υπηρέτας και άλλους επώλησαν ως δούλους. Ο Γεώργιος έγινε υπηρέτης κάποιου αξιωματικού, ο οποίος τον εξετίμησε πολύ.
Οι γονείς του Γεωργίου για ένα ολόκληρο χρόνο επενθούσαν και έκλαιγαν απαρηγόρητοι για το χαμένο τους παιδί. Καθημερινά επήγαιναν στην εκκλησίαν και γονατιστοί παρακαλούσαν με θερμή πίστι τον θεόν να τους φανερώση τι απέγινε ο αγαπημένος τους υιός.
Και ο Γεώργιος από την εξορίαν του προσευχόταν στον Θεό να τον απαλλάξη από την σκλαβιά και να τον αξιώση να συναντηθή με τους αγαπημένους του γονείς. Επέρασε λοιπόν ένας χρόνος από τότε που εξαφανίσθηκε. Έφθασε μάλιστα και η γιορτή του Αγ. Γεωργίου, και οι γονείς που πάντα είχαν την ελπίδα ότι ο υιός τους ζη εκάλεσαν τους συγγενείς τους για δείπνον.
Ο αξιωματικός αφέντης του Γεωργίου εζήτησε πριν από τον δείπνον να του πλύνη τα πόδια και γι' αυτό ο Γεώργιος εζέσταινε νερό. Ολόκληρη την ημέρα ο Γεώργιος έκλαιγε και παρακαλούσε τον Άγ. Γεώργιον που γιόρταζε, να τον ελευθερώση και να τον οδηγήση κοντά στους γονείς του. Μόλις το νερό έβρασε και το έβαλε στην στάμνα και το ετοίμασε για τον κύριόν του, εμφανίσθηκε μπροστά του ο Άγ. Γεώργιος έφιππος σ' ένα άσπρο άλογο και ανέβασε τον νέον στο άλογο και αμέσως τον έφερε στο σπίτι του την ώρα που ευρίσκοντο όλοι οι καλεσμένοι στο τραπέζει. Έμειναν όλοι έκθαμβοι και όταν συνήλθαν ερωτούσαν τον Γεώργιον να τους πη πως βρέθηκε εκεί. Και εκείνος τους αφηγήθηκε το θαύμα με κάθε λεπτομέρεια. Και όλοι γεμάτοι χαρά, εδόξαζαν τον Θεόν και τον Μεγαλομάρτυρα Γεώργιον.
Υπάρχει και Βυζαντινή παράστασις του θαύματος αυτού, που έχει τον Άγιον στο άλογο και ένα νέον που κρατά την αργυράν στάμναν.
3) Το θαύμα της επιστροφής του υιού της χήρας
Ένα παρόμοιον θαύμα με το προηγούμενον είναι και αυτό με τον υιόν της χήρας.
Εις την Μυτιλήνην ήλθαν πειρατές από την Κρήτην για να κλέψουν, λεηλατήσουν και αιχμαλωτίσουν όσον το δυνατόν περισσότερους ημπορούσαν. Εσκέφθησαν να κάνουν την επιδρομή τους την ημέρα της γιορτής του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου που όλοι θα ευρίσκονταν στην εκκλησία συγκεντρωμένοι. Πράγματι οι κουρσάροι έκαναν την επίθεσίν τους και μεταξύ των αιχμαλωτισθέντων ήταν και ένας ωραιότατος νέος, ο υιός μιας πλουσίας χήρας.
Οι κουρσάροι τον εχάρισαν στον Αμμούν της Κρήτης ο οποίος τον έβαλε υπηρέτην της τραπέζης του.
Η μάνα του από τη στιγμή που χάθηκε ο γυιός της έκλαιγε και παρακαλούσε τον Θεόν και τον Άγ. Γεώργιον να της φανερώση το χαμένο της παιδί. Ο μεγαλομάρτυς Γεώργιος δεν εβράδυνε να εκπληρώση τον πόθον της πονεμένης εκείνης μάνας. Και ενώ ετοιμαζόταν ο νέος να προσφέρη στον Αμιράν κρασί, τον άρπαξε ο Άγ. Γεώργιος και τον μετέφερε στην μάνα του. Και οι δύο δεν επίστευαν στα μάτια τους για το συμβάν και όταν συνήλθαν εδόξαζαν τον Θεόν και τον Άγιον για τον παράξενον τρόπον της απελευθερώσεως.
4) Το θαύμα της ευεργεσίας του Αγίου προς το ευσεβές παιδί και η τιμωρία των ασεβών
Στην Παφλαγονία υπήρχε ένας μεγάλος Ναός προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου, και στην πλατεία του ναού τα παιδιά έπαιζαν διάφορα παιγνίδια. Ένα από τα παιδιά αυτά δεν μπορούσε να νικήση σε κανένα από τα πολλά αγωνίσματα γι' αυτό το ειρωνεύονταν και το περιγελούσαν. Τότε στράφηκε προς την εικόνα του Αγίου Γεωργίου και τον παρεκάλεσε να τον βοηθήση να νικήση και υποσχέθηκε ότι θα του πρόσφερε ένα σφουγγάτον, δηλαδή φαγητό από αυγά τηγανισμένα με κρεμμύδια και μυρωδικά.
Μόλις έκανε το τάξιμο άρχισε να παλαίη με άλλα παιδιά τα οποία και ενίκησε. Αμέσως επήγε στο σπίτι του μόνος του έφτειαξε το σφουγγάτον και το έβαλε μπροστά στην εικόνα του Αγίου. Ύστερα από λίγη ώρα έφθασαν εκεί τρεις νέοι για να προσκυνήσουν και μόλις είδαν το σφουγγάτον σκέφθηκαν να το φάνε. Και είπαν μεταξύ τους: «Ο Άγιος τί τα θέλει αυτά; Μήπως πρόκειται να τα φάη;». Εκάθισαν λοιπόν και έφαγαν το σφουγγάτον στα σκαλοπάτια της εκκλησίας. Όταν θέλησαν να φύγουν δεν ημπορούσαν να σηκωθούν, διότι είχαν κολλήσει στα μαρμάρινα σκαλοπάτια. Έκαμαν τότε φτηνά τάματα στον Άγιον για να ξεκολλήσουν αλλά τίποτα. Όταν έκαμαν ακριβό τάμα, ήτοι να δώση ο καθένας από ένα φλωρί, τότε μόνο μπόρεσαν να ξεκολλήσουν και ν' απελευθερωθούν. Μόλις λοιπόν βγήκαν από την εκκλησία και πήραν θάρρος, είπαν προς τον Άγιον: «Άγιε Γεώργιε, τα σφουγγάτα σου τα πωλείς ακριβά και γι' αυτό και εμείς τίποτα πια δεν θα αγοράσουμε από σένα».
5) Θαύμα του Μεγαλομάρτυρος στον Σαρακηνόν
Κάποιος Σαρακηνός ταξειδιώτης, (ανεψιός του βασιλιά της Συρίας), σαν είδε την θαυμάσια εκκλησία του Αγ. Γεωργίου διέταξε τους υπηρέτες του να μεταφέρουν τις αποσκευές τους και να τις βάλουν στο νάρθηκα της εκκλησίας επειδή θα διέμεναν εκεί για να ξεκουραστούν και ύστερα θα συνέχιζαν το δρόμο τους. Όμως απήτησε να βάλουν και τας δώδεκα καμήλους μέσα στην εκκλησία. Οι ιερείς της εκκλησίας τον παρεκάλεσαν να μη βεβηλώση την εκκλησία τους. Αλλ' αυτός επέμενε και ανέβηκε σ' ένα ψηλό σημείο του ναού για να τις βλέπη και να τις παρακολουθή. Όταν τις ωδήγησαν λοιπόν στην εκκλησία αμέσως απέθαναν όλες. Και τότε το θαύμα διαδόθηκε και αποδόθηκε στον Άγιον Γεώργιον. Και ο Σαρακηνός εντυπωσιάσθηκε και ζήτησε να τις βγάλουν έξω και να τις θάψουν. Έμεινε στην εκκλησία μέχρι που ήλθε το πρωί ο ιερεύς για να λειτουργήση. Παρακολούθησε τότε ο Σαρακηνός τις κινήσεις του ιερέα και κατά την ώρα της μετουσιώσεως των Τιμίων Δώρων, είδεν, ότι ο ιερεύς αφού επήρε στα χέρια του ένα μικρό παιδί το έσφαξε, και το αίμα του χύθηκε στο άγιο Ποτήριον, και το σώμα του αφού το έκοψε σε μικρά τεμάχια το έβαλε στον ιερό δίσκο. Όταν ετελείωσε το Κοινωνικόν και είδε ο Σαρακηνός τον ιερέα να μεταδίδη στο λαό τις σάρκες και το αίμα του παιδιού, εθύμωσε πολύ. Ύστερα από αυτήν την οπτασία ο Σαρακηνός εζήτησε να μάθη λεπτομέρειες και να πάρη εξηγήσεις για τα όσα συνέβηκαν. Και ο ιερέας του εξήγησε σχετικά με την θείαν Ευχαριστίαν και ακόμη του είπε, ότι αξιώθηκε να δη ένα όραμα που μόνον οι Μεγάλοι Πατέρες είδαν. Εγώ, του λέει ο ιερέας, δεν αξιώθηκα ποτέ να δω το φρικτό αυτό Μυστήριον και βλέπω μόνον άρτον και οίνον. Εξήγησε κατόπιν στον άρχοντα Σαρακηνόν το θαυμαστό Μυστήριον. Τότε ο Σαρακηνός θέλησε να βαπτισθή, γιατί πλέον είχε πιστέψει ότι η χριστιανική πίστις ήταν η πιο σωστή και αληθινή. Ο ιερέας τότε του είπε να πάη στα Ιεροσόλυμα να βαπτισθή, γιατί όταν θα το επληροφορείτο ο θείος του Σαρακηνού, που ήταν βασιλιάς της Συρίας, θα τον εσκότωνε, θ' άρχιζε φοβερό διωγμό εναντίον των Χριστιανών και θα κατέστρεφε και όλες τις εκκλησίες. Έτσι λοιπόν ο Σαρακηνός επήγε στην Ιερουσαλήμ όπου υπήρχε άλλος ηγεμόνας και εβαπτίσθη από τον Πατριάρχην. Ύστερα μάλιστα από λίγες ημέρες συμβουλεύθηκε τον Πατριάρχη τι έπρεπε να κάνη για να σωθή. Τότε ο Πατριάρχης τον συνεβούλεψε να γίνη Μοναχός στο όρος Σινά. Πράγματι επήγε στο Σινά και έγινε Μοναχός.
Υστερα από τρία χρόνια επήρε άδεια από τον Ηγούμενόν του και έφυγε για να συναντήση τον ιερέα του Αγ. Γεωργίου που τον είχε συμβουλεύσει να βαπτισθή. Όταν έφθασε εκεί, ο ιερέας δεν τον ανεγνώρισεν. Αφού του απεκάλυψε ποίος ήταν του εξέφρασε την επιθυμίαν και τον πόθον να ιδή τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Ο ιερέας τότε εδόξασε τον Θεόν και του είπε: «Πήγαινε τέκνον μου στο θείο σου Αμιράν και ωμολόγησε την πίστιν σου τόσον σ' αυτόν όσον και σ' όλους τους Σαρακηνούς». O Μοναχός όταν άκουσε τα λόγια του θεοσεβούς ιερέως εσυγκινήθη και εξεκίνησε αμέσως να πάη στην πόλιν, όπου ο θείος του ήταν Άρχοντας. Όταν έφθασε λοιπόν εκεί περίμενε να νυκτώση και ανέβηκε στον μιναρέ του τζαμιού και άρχισε να φωνάζει: «Τρέξετε εδώ, Σαρακηνοί, διότι έχω να σας πω ένα λόγο». Τότε οι Σαρακηνοί έτρεξαν με λαμπάδες και όταν είδαν τον Μοναχόν ερώτησαν τι είχε να τους πη. Ο Μοναχός τους είπε: «Με ερωτάτε τι έχω να σας πω; Λοιπόν σας ερωτώ: Πού είναι ο ανεψιός του Αμιρά που έφυγε κρυφά;» Εκείνοι του απήντησαν: «Αν μας πης που ευρίσκεται θα σου δώσουμε όσα λεπτά θέλεις». Ο Μοναχός τους είπε: «Οδηγήστε με στον Αμιράν για να σας το πω».
Αφού άρπαξαν λοιπόν τον Μοναχόν με μεγάλη χαρά τον ωδήγησαν στον Αμιράν λέγοντες: «Αυτός ο Μοναχός γνωρίζει που είναι ο ανεψιός σου». Ο Αμιράς τότε ρώτησε αν στα αλήθεια ξέρη που ευρίσκεται. Και εκείνος του απεκρίθη: «Ναι, τον ξέρω. Εγώ ο ίδιος είμαι. Όμως τώρα είμαι Χριστιανός και πιστεύω στον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγ. Πνεύμα, την μία Θεότητα και ομολογώ ότι ο Υιός του Θεού εσαρκώθη εκ της Αειπαρθένου Μαρίας και έκαμε στο κόσμο μεγάλα και θαυμάσια και εσταυρώθη και τη Τρίτη ημέρα ανέστη και ανελήφθη στους ουρανούς και εκάθησε εν δεξιά του Θεού και Πατρός και μέλλει να έλθη να κρίνη ζώντας και νεκρούς». Μόλις ήκουσε αυτό ο θείος του ο Αμιράς εξεπλάγη και του είπε: «Τι έπαθες ταλαίπωρέ μου να αφήσης το σπίτι σου, τα πλούτη σου, την δόξαν σου και να περπατής έτσι περιφρονημένος σαν ζητιάνος; Επίστρεψε λοιπόν στη θρησκεία σου και παραδέξου ως προφήτην σου τον Μωάμεθ για να γυρίσης πάλιν στην πρώτην σου κατάστασι». Ο Μοναχός τότε του είπε: «Όσα καλά είχα όταν ήμουν Σαρακηνός, ήταν μερίδα του διαβόλου. Αυτό το τρίχινον ένδυμα που φορώ τώρα είναι τα καύχημα και ο πλούτος μου και κυρίως ο αρραβών της δόξης που πρόκειται ν' απολαύσω για την αληθινήν πίστιν του Χριστού μου. Τον Μωάμεθ που σας επλάνεψε, καθώς και την θρησκείαν του, αναθεματίζω και αποστρέφομαι εντελώς».
Όταν ήκουσε αυτά ο Αμιράς είπε προς τους παρευρισκομένους Σαρακηνούς ότι ο ανεψιός του έχασε τα λογικά του και να τον διώξουν. Αυτό βέβαια το έκανε για να τον γλυτώση από το νόμο που προέβλεπε για τους υβριστές της θρησκείας θανατική ποινή. Εκείνοι μόλις ήκουσαν τον Αμιράν είπαν: «Αφήνεις ελεύθερον αυτόν που ύβρισε τον προφήτην και την θρησκείαν μας; Ας αρνηθούμε και εμείς λοιπόν την θρησκείαν μας και ας γίνωμε Χριστιανοί». Ο Αμιράς επειδή εφοβήθη τον όχλον μήπως εξαγριωθή περισσότερον, έδωκε την άδεια να τον κάνουν ό,τι θέλουν. Εκείνοι τον άρπαξαν ενώ έτριζαν τα δόντια τους με λύσσα και αφού τον ωδήγησαν έξω από την πόλιν, τον ελιθοβόλησαν ενώ εκείνος προσευχόταν και ευχαριστούσε τον Θεόν, γιατί τον ηξίωνε να μαρτυρήση για το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτό ήταν το τέλος του θαρραλέου ομολογητού Μοναχού ο οποίος εστεφανώθη με τον στέφανον του Μαρτυρίου.
Κάθε νύκτα πάνω από τον σωρό των πετρών φαινόταν ένα άστρον λαμπρόν και εφώτιζε τον τόπον εκείνον. Οι Σαρακηνοί μάλιστα εθαύμαζαν για το γεγονός. Ύστερα από αρκετό καιρό ο Αμιράς έδωκε άδεια στους Χριστιανούς να βγάλουν το άγιο λείψανον του Μάρτυρος από τις πέτρες για να το ενταφιάσουν. Όταν λοιπόν εσήκωσαν τις πέτρες βρήκαν το λείψανον σώον και αβλαβές και ανέδιδε ευωδίαν. Αφού το προσκύνησαν με ευλάβεια το ενεταφίασαν με ύμνους και ψαλμωδίες δοξάζοντες τον Κύριον.
6) Το θαύμα του δράκοντος
Στην Ανατολική επαρχία της Ατταλείας και στην πόλι Αλαγία εβασίλευε κάποιος Σέλβιος που ήταν πολύ χριστιανομάχος. Είχε βασανίσει πολλούς χριστιανούς για ν' αρνηθούν την πίστι τους και έπειτα τους εφόνευε.
Κοντά στην πόλι υπήρχε ένας δράκοντας φοβερός που καθημερινά άρπαζε ανθρώπους ή ζώα και τα κατέτρωγε. Οι κάτοικοι είχαν πανικοβληθή και απέφευγαν να περνούν απ' εκεί. Κάποτε ο βασιλιάς συνεκέντρωσε τον στρατό του και πήγαν για να σκοτώσουν το άγριο θηρίο. Όμως τίποτα δεν επέτυχαν και επέστρεψαν άπρακτοι.
Όταν είδαν οι κάτοικοι ότι ο βασιλιάς απέτυχε να σκοτώση τον δράκοντα, πήγαν να τον ερωτήσουν γιατί δεν μπόρεσε να βρη τρόπους να εξοντώση το φοβερό θηρίον. Τότε ο βασιλιάς ύστερα από συμβουλήν που του έδωσαν οι ιερείς των ειδώλων, είπε προς το πλήθος: «Γνωρίζετε ότι επιχειρήσαμε αρκετές φορές να φονεύσωμε το θηρίον και δεν το κατορθώσαμε, γιατί έτσι ήταν το θέλημα των θεών. Τώρα λοιπόν κατά την εντολή τους θα πρέπει ο καθένας μας να στέλνη το παιδί του για να το τρώγη ο δράκοντας. Ακόμα και εγώ θα στείλω την μοναδική μου κόρη, όταν θα έλθη η σειρά της». Έτσι λοιπόν ο λαός υπήκουσε στη διαταγή του βασιλιά γιατί δεν ημπορούσε να κάνη και διαφορετικά. Έστελναν λοιπόν τα παιδιά τους με δάκρυα και με θρήνους για να καταβροχθίζωνται από το θηρίον.
Όταν ήλθε και η σειρά της κόρης του βασιλιά ξετυλίχθηκαν τραγικές σκηνές. Ο βασιλιάς κτυπούσε το στήθος του, το πρόσωπόν του, τραβούσε τα γένεια του και με λυγμούς έλεγε: «Αλλοίμονον σε μένα τον ταλαίπωρον! Τι να πρωτοκλάψω γλυκύτατόν μου παιδί; Τον χωρισμόν μας ή τον ξαφνικόν σου θάνατον που πρόκειται να ίδω σε λίγο; Τι να πρωτοθρηνήσω, αγαπημένο μου παιδί, το κάλλος σου ή τον τρόμον που σε λίγο θα νοιώσης καθώς θα σε κατασπαράζη το άγριο θηρίο; Αλλοίμονον, κόρη μου, που έλαμπες σαν πολύφωτη λαμπάδα στο παλάτι μου και επερίμενα την ώραν που θα εώρταζα τους χαρούμενους γάμους σου. Πού θα βρω πια παρηγοριά και πώς θα ζήσω μακρυά σου; Τι τη θέλω την ζωή και τα παλάτια χωρίς εσένα;» Αυτά έλεγε ο απαρηγόρητος βασιλιάς. Έπειτα γύρισε προς το πλήθος και είπε: «Αγαπητοί μου φίλοι και άρχοντες, σας ζητώ να με ελεήσετε και να με συμπονέσετε. Σας προσφέρω πλούτη όσα θέλετε, και ακόμη την βασιλείαν μου, αλλά να μου κάνετε μίαν χάρι. Να μου χαρίσετε το αγαπημένο και μονάκριβο παιδί, αλλοιώς αφήστε με κι εμένα να πάω μαζί της». Κανένας όμως δεν συγκινήθηκε από τα λόγια του βασιλιά γιατί αυτός ήταν που εξέδωσε διαταγή, για να βρίσκουν τα παιδιά τους τέτοιο οικτρό τέλος. Έτσι με μια φωνή όλοι του είπαν ότι έπρεπε να εφαρμοσθή και στο παιδί του η διαταγή του.
Μη μπορώντας να κάνη διαφορετικά ο βασιλιάς την συνώδευσε μέχρι την πύλη της πόλεως. Αφού την αγκάλιασε και την κατεφίλησε κλαίοντας την παρέδωσε στους ανθρώπους για να την οδηγήσουν κοντά στην λίμνη. Πράγματι οι άνθρωποι την άφησαν εκεί και έφυγαν. Ο λαός έβλεπε μέσα από τα τείχη την κόρη που καθόταν κοντά στη λίμνη και επερίμενε να έλθη το θηρίον για να την κατασπαράξη.
Εκείνον τον καιρό ο Μέγας Γεώργιος, που δεν είχε ακόμη ομολογήσει την Χριστιανικήν του πίστιν, ήτο κόμης και αρχηγός στρατιωτικής μονάδος στο στράτευμα του Διοκλητιανού. Επέστρεφε μάλιστα στην Καππαδοκία από ένα πόλεμον που συνεξεστράτευσε με τον Διοκλητιανόν. Κατ' οικονομίαν Θεού επέρασε και από την λίμνην και όταν είδε το νερό θέλησε να ποτίση τον ίππον του και να ξεκουρασθή και ο ίδιος. Όταν είδε την κόρη να κλαίη ασταμάτητα και να διακατέχεται από αγωνία και τρόμον την επλησίασε και την ερώτησε γιατί έκλαιγε και ακόμη ποιος ήταν ο λόγος που την παρακολουθούσε ο λαός μέσα από τα τείχη. Η κόρη του είπε ότι αδυνατούσε να του διηγηθή τα όσα συνέβησαν και τα όσα επρόκειτο να συμβούν και τον παρεκάλεσε να ιππεύση τον ίππον του και να φύγη όσον πιο σύντομα ημπορούσε, γιατί κινδύνευε να χάση την ζωή του και ήταν τόσο νέος και ωραίος». Ο Άγιος επέμενε να μάθη τι της συνέβη. Και αυτή του είπε: «Είναι μακρά η αφήγησις, κύριέ μου, και δεν μπορώ να σου διηγηθώ τα καθέκαστα αυτήν την ώρα. Μόνον σου λέγω και σε παρακαλώ να φύγης τώρα αμέσως για να μην θανατωθής μαζί μου άδικα». Και ο άγιος της είπε: «Πες μου την αλήθεια, γιατί κάθεσαι εδώ και ορκίζομαι στον Θεό που πιστεύω εγώ, ότι δεν θα σε αφήσω μόνη, αλλά θα σε ελευθερώσω από τον θάνατον. αλλοιώς θ' αποθάνω μαζί σου».
Τότε η κόρη εστέναξε πικρώς και διηγήθη στον άγιον τα όσα συνέβησαν. Αφού άκουσε ο άγιος τα γεγονότα ερώτησε την κόρην: «Ο πατέρας σου και η μητέρα σου και ο λαός σε ποιόν θεόν πιστεύουν;» Και εκείνη απεκρίθη: «Πιστεύουν στον Ηρακλή και στην μεγάλη θεάν Άρτεμιν». Ο Άγιος τότε της είπε: «Από σήμερα να μη φοβάσαι ούτε και να κλαις. Μόνον πίστεψε στον Χριστόν που πιστεύω εγώ και θα δης την δύναμιν του Θεού μου». Η βασιλοπούλα απήντησε στον άγιον: Πιστεύω, κύριέ μου, μ' όλη μου την ψυχή και μ' όλη μου την καρδιά». Ο άγιος συνέχισε: «Έχε θάρρος στο θεό που εδημιούργησε τον ουρανό και την γην και την θάλασσα διότι ο Χριστός πρόκειται να καταργήση την δύναμιν του θηρίου και θα ελευθερωθούν και ακόμη θα διώξουν το φόβο του θηρίου όλοι οι κάτοικοι του τόπου αυτού. Μείνε λοιπόν εδώ και μόλις ιδής το θηρίον να έρχεται, φώναξέ με».
Τότε ο Άγιος έκλινε τα γόνατά του στη γη και αφού ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας: «Ο Θεός ο Μέγας και Δυνατός, ο καθήμενος επί των Χερουβίμ και επιβλέπων αβύσσους, ο ων ευλογητός και διαμένων εις τους αιώνας, Συ γνωρίζεις τας καρδίας ότι είναι μάταιες. Συ, Φιλάνθρωπε Δέσποτα, ο των προαιωνίων θαυμασίων Θεός, τον οποίον ούτε έννοια ημπορεί να συλλάβη ούτε λόγος να ερμηνεύση επίβλεψον και τώρα επ' εμέ τον ταπεινόν και φανέρωσέ μου τα ελέη σου. Υπόταξε υπό τους πόδας μου το πονηρόν αυτό θηρίον, για να γνωρίσουν όλοι ότι υπάρχεις μαζί μου και είσαι Συ ο μόνος θεός και εκτός από εσένα άλλος δεν υπάρχει». Τότε ηκούσθη φωνή από τον ουρανόν η οποία έλεγε: «Εισηκούσθη η δέησίς σου, Γεώργιε, και κάνε όπως θέλεις, διότι εγώ θάμαι πάντοτε μαζί σου». Μόλις ετελείωσε την προσευχή ο Άγιος εφάνη το άγριο θηρίον. Όταν το είδε η κόρη εφώναξε: «Αλλοίμονόν μου, κύριέ μου. Έρχεται το θηρίο για να με κατασπαράξη».
Τότε ο Άγιος έτρεξε για να συναντήση το θηρίον. Ήτο το θηρίον φοβερόν. Έβγαζε από τα μάτια του φωτιά και ήταν τόσο εξαγριωμένο και απαίσιον ώστε παρουσίαζε ένα θέαμα φοβερόν. Αμέσως ο Άγιος έκαμε το σημείον του Τιμίου Σταυρού και είπε: «Κύριε ο Θεός μου, ημέρεψε για χάρι μου, που είμαι δούλος σου, το θηρίο αυτό για να πιστέψη ο λαός στο όνομά Σου το Άγιον». Έτσι και έγινε. Ο φοβερός δράκοντας με τα μεγάλα δόντια έπεσε στα πόδια του ίππου του αγίου και ενώ κυλιόταν, εβρυχάτο. Μόλις η βασιλοπούλα είδε το θέαμα αυτό ένοιωσε μεγάλη χαράν. Και ο Άγιος της είπε: «Βγάλε την ζώνη σου και δέσε μ' αυτήν τον δράκοντα από τον λαιμόν». Αμέσως τότε η κόρη άφοβα έβγαλε την ζώνην της και έδεσε τον δράκοντα, και ευχαριστούσε τον Άγιον που την εγλύτωσε από τον βέβαιον θάνατον. Ο Άγιος αφού ανέβηκε στο άλογό του είπε προς την βασιλοπούλα: «Σύρε τον δράκοντα με την ζώνη σου μέχρι την πόλι».
Όταν είδαν οι κάτοικοι το παράξενον συμβάν ότι δηλαδή μια κόρη σύρει τον δράκοντα δεμένον, ετράπησαν σε φυγήν. Ο Άγιος Γεώργιος τους εφώναξε: «Μη φοβείσθε, σταθήτε και θα δήτε την δόξαν του Θεού και την σωτηρία σας». Τότε εσταμάτησαν όλοι απορημένοι και επερίμεναν να δουν τι θα τους δείξη. Τους προέτρεψε λοιπόν να πιστέψουν στον Αληθινόν Θεόν και αυτοί δέχτηκαν με χαρά. Αφού εσήκωσε το χέρι του εκτύπησε με το ακόντιον τον δράκοντα και το φοβερό τέρας εσκοτώθη. Έπειτα αφού επήρε από το χέρι την βασιλοπούλα την παρέδωσε στον βασιλιά. Όλοι ένοιωσαν μεγάλη και ανέκφραστη χαρά και αφού εγονάτισαν, καταφιλούσαν τα πόδια του Αγίου και ευχαριστούσαν τον Πανάγαθον Θεόν, διότι τους ελευθέρωσε από το θηρίο κι έτσι σταμάτησε η θυσία των παιδιών τους.
Ο Άγιος Γεώργιος εκάλεσε από κάποια πόλι της Αντιοχείας τον Επίσκοπον Αλέξανδρον και εβάπτισε τον βασιλιά και τους άρχοντας και ολόκληρο τον λαόν. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες εβάπτισε σαρανταπέντε χιλιάδες.
Αφού λοιπόν εβαπτίσθηκαν όλοι και έγινε μεγάλη χαρά στη γη και στον ουρανόν έκτισαν και μια μεγάλη εκκλησία επ' ονόματι του τρισυποστάτου Θεού. Ο Άγιος επήγε να την ιδή. Μόλις μπήκε στο Άγ. Βήμα και προσευχήθηκε εβγήκε πηγή αγιάσματος και σκορπίσθηκε ευωδία στο Ναό. Η πηγή αυτή σώζεται μέχρι σήμερα.
Ο Διάβολος του στήνει ενέδρα
Ο Άγιος αφού απεχαιρέτησε τον βασιλέα και τον λαόν έφυγε για την πατρίδα του Καππαδοκία. Στο δρόμο του τον συνάντησε ο διάβολος μετασχηματισμένος σε μορφή ανθρώπου. Εκρατούσε και δύο ραβδιά πάνω στα οποία στηριζόταν σαν γέρος. Φαινόταν μάλιστα σαν νικημένος και καταφρονημένος στρατιώτης. Είπε λοιπόν με ταπείνωσιν προς τον Άγιον: «Χαίρε Γεώργιε». Ο Άγιος αμέσως αντελήφθη ότι επρόκειτο περί διαβόλου και του είπε: «Ποιος είσαι και πως με ξέρεις; Εάν δεν ήσουνα πονηρός διάβολος δεν θα ημπορούσες να με ξέρης, εφ' όσον ποτέ δεν μ' έχεις ξαναδεί». Ο διάβολος είπε: «Πώς τολμάς να υβρίζης τους Αγγέλους του Θεού και ρωτάς ποιος είμαι εγώ; Μάθε να μιλάς καλά». Ο Άγιος τότε απεκρίθη: «Αν είναι έτσι όπως μου τα λες και είσαι Άγγελος ακολούθησέ με. Αν όμως είσαι πνεύμα πονηρόν να μην μετακινηθής από τη θέση σου». Μόλις ετελείωσε τον λόγο του αυτό ο Άγιος, ο διάβολος βρέθηκε δεμένος και εφώναξε δυνατά: «Αλλοίμονόν μου! Τι κακή ώρα ήταν αυτή που σε συνάντησα! Τι κακόν έπαθα να πέσω στα χέρια σου ο ταλαίπωρος!».
Ο Άγιος βεβαιώθηκε ότι ήταν πνεύμα πονηρόν και του είπε: «Σε ορκίζω στο Θεό, να μου πης τι επρόκειτο να μου κάνης». Και ο δαίμονας είπε: «Εγώ, Γεώργιε, είμαι από το δεύτερον τάγμα του σατανά και όταν ο Θεός έκαμε τον ουρανόν και διεχώριζε την γην από τα ύδατα ήμουνα παρών. Εγώ έκαμα φοβερές βροντές και αστραπές, εγώ έδεσα κεφαλές και τώρα εξ αιτίας της υπερηφάνειάς μου κατάντησα κάτω στον Άδη και έγινα δαίμονας. Αλλοίμονόν μου, Γεώργιε, γιατί ζήλεψα την χάριν που σου δόθηκε και ήλθα να σε παραπλανήσω να με προσκυνήσης. Αλλά επλανήθηκα και απατήθηκα. Αλλοίμονόν μου τι κακόν εζήτησα να πάθω και δεν ημπορώ να λυθώ! Σε παρακαλώ, Γεώργιε, ενθυμήσου την προηγούμενή μου ευτυχία και μην με αφήσης να επιστρέψω στην άβυσσον γιατί σου τα είπα όλα». Τότε ο Άγιος αφού ύψωσε τα χέρια στον ουρανόν είπε: «Σ' ευχαριστώ, Κύριέ μου, διότι μου παρέδωκες στα χέρια μου τον πονηρόν δαίμονα, ο οποίος πρόκειται να σταλή σε σκοτεινόν τόπον για να τιμωρήται αιώνια». Μόλις είπε αυτά ο Άγιος επετίμησε και απέλυσε το πονηρόν πνεύμα.
Έκτοτε ο Άγιος προεγνώρισεν ότι είναι θέλημα Θεού να μαρτυρήση για την αγάπη του Χριστού. Έτσι επήγε στον Διοκλητιανόν όπου με θάρρος διεκήρυξε την πίστιν του και εμαρτύρησε δίνοντας το αίμα του για την αγάπη του Χριστού.
Περί των θαυματουργών εικόνων του Αγίου Γεωργίου εν τη Ιερά Μονή του Ζωγράφου εν Αγίω Όρει ευρισκομένων
α) Περί της εκ της Μονής Φανουήλ θαυμασίως μεταφερθείσης
Επί της βασιλείας του Λέοντος Σοφού (886-912) ήσαν τρεις γνήσιοι αδελφοί, Μωϋσής, Ααρών και Βασίλειος και η καταγωγή τους ήταν από την μεγαλούπολι Λιγχίδα η οποία μετωνομάσθηκε αργότερα σε Όχριδα. Αυτοί λοιπόν απεφάσισαν να εγκαταλείψουν τον κόσμον, τον πλούτον, την δόξαν και να πάρουν το Αγγελικό Σχήμα. Έφθασαν στο Άγιον Όρος και αφού βρήκαν ήσυχον τόπον κατεσκεύασαν τρεις σκηνές όπου έμειναν γι' αρκετό διάστημα και συνηντώντο μόνο την Κυριακήν. Διεδόθη λοιπόν η φήμη της αρετής τους και γι' αυτό πολλοί προσήρχοντο κοντά τους και δεν έφευγαν.
Βρήκαν και ένα χώρο όπου έκτισαν Μοναστήρι. Αφού έκτισαν και τον Ναόν εσκέπτοντο πώς να τον ονομάσουν. Άλλοι έλεγαν να τον αφιερώσουν στον Άγιο Νικόλαο, άλλοι στον Άγιο Κλήμεντα Αρχιεπίσκοπον Αχρίδος που ήταν και συμπατριώτης τους και ο καθένας λοιπόν ήθελε να δώση στο ναό το όνομα του Αγίου που έτρεφε μεγαλυτέραν ευλάβειαν. Επειδή λοιπόν δεν συμφωνούσαν απεφάσισαν να προσφύγουν δια της προσευχής στο Θεό και να δεηθούν ώστε Αυτός να αποφασίση και διατάξη σε ποιόν από τους Αγίους Του θα αφιερώσουν τον Ναόν και ποια εικόνα θα ζωγραφίσουν στην σανίδα που ετοίμασαν. Προσευχήθηκαν λοιπόν και οι τρεις ο καθένας στο ησυχαστήριό του. Κατά την διάρκεια που προσηύχοντο διεχύθη από τον νεόκτιστον Ναόν ένα ασυνήθιστον φως λαμπρότερον από τις ακτίνες του ηλίου γύρω από τα κελλιά των μοναχών. Οι μοναχοί κατελήφθησαν από φόβον και απορία και έμειναν προσευχόμενοι ολόκληρη την νύκτα.
Την επομένη το πρωί όταν κατέβηκαν οι μοναχοί στην Εκκλησίαν είδαν με θαυμασμό ότι στη σανίδα που ετοίμασαν να ζωγραφίσουν, εζωγραφήθη η εικόνα του Αγ. Μεγαλομάρτυρος και Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Απ' αυτήν μάλιστα έβγαινε η λάμψις που εφώτιζε τα ταπεινά ησυχαστήρια. Έτσι λοιπόν αφιερώθη η εκκλησία στον Άγιο Γεώργιον και η Μονή ωνομάσθη του Ζωγράφου.
Η θαυματουργική εικόνα υπήρχε στην Μονή του Φανουήλ που βρίσκεται στη Συρία κοντά στη Λύδδα. Κατά την μαρτυρία του Καθηγουμένου της Μονής Φανουήλ, Ευστρατίου, όταν κάποτε ο Θεός ηθέλησε και δικαίως, να τιμωρήση την Συρία και να την παραδώση στους Σαρακηνούς, η ζωγραφιά της εικόνος ξαφνικά απεχωρίσθη από την σανίδα και αφού ανυψώθη κρύφτηκε σε άγνωστον μέρος. Οι μοναχοί τότε επειδή εφοβήθηκαν και ελυπήθηκαν από το θαύμα, αφού εγονάτισαν προσηύχοντο στο Θεό θερμά και με δάκρυα και τον παρακαλούσαν να τους αποκαλύψη που εκρύβη το πρόσωπον του Αγ. Μεγαλομάρτυρος και Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Ο Πανάγαθος Θεός άκουσε την δέησιν των Μοναχών γι΄αυτό και παρουσιάσθηκε στον Καθηγούμενον Ευστράτιον ο Άγ. Γεώργιος, ο οποίος του είπε: «Μη λυπείσθε για μένα. Εγώ βρήκα για τον εαυτόν μου Μονήν της Παναγίας στον Άθω. Εάν θέλετε σπεύσετε και σεις προς τα εκεί γιατί η οργή του Κυρίου είναι έτοιμη να πέση στην διεφθαρμένη Παλαιστίνη και σχεδόν σ' όλη την οικουμένη εξ αιτίας των αμαρτιών των Χριστιανών».
Αφού συνεκέντρωσε όλους τους Μοναχούς ο Καθηγούμενος τους ανακοίνωσε τα συμβάντα. Έπειτα εκάλεσε και τους εγκρίτους της πόλεως Λύδδης, τους ανήγγειλε τα όσα συνέβησαν περί της αγίας εικόνος και τους παρήγγειλε τα εξής: «Εμείς φεύγουμε για την αγία Πόλιν της Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσουμε τον Άγιον Τάφον του Κυρίου και ας γίνη το θέλημά Του. Εσείς εγκατασταθήτε στη Μονή για να την προφυλάξετε.
Με δάκρυα και με λύπη έπειτα ξεκίνησαν. Αφού έφθασαν στην Ιόππη βρήκαν πλοίον και ανεχώρησαν για το Όρος Άθω. Ύστερα από αρκετές ημέρες έφθασαν και επήγαν στην Μονή Ζωγράφου. Όταν μπήκαν στο Ναό, προς θαυμασμόν και έκπληξίν τους, είδαν την ζωγραφιά του Αγ. Γεωργίου, που είχαν στη Μονή Φανουήλ, νάναι προσκολλημένη χωρίς καμμιά αλλοίωσιν σε μια νέα σανίδα. Τότε με συγκίνησι και δάκρυα εγονάτισαν μπροστά στην εικόνα και έλεγαν: «Γιατί μας προξένησες τόση λύπη, Μεγαλομάρτυς Γεώργιε;» Οι Μοναχοί της Ζωγράφου απορούσαν, γιατί συνέβαιναν όλα αυτά τα παράξενα. Όμως εκείνοι τους διηγήθηκαν τα συμβάντα και όλοι εδόξαζαν ολοψύχως τον Κυρίον και τον Άγ. Γεώργιον. Τον Καθηγούμενον Ευστράτιον τον έκαμαν Ηγούμενόν τους.
Από τότε άρχισαν να γίνωνται από την αγίαν εικόνα πολλά θαύματα γι' αυτό και ο κόσμος επήγαινε στη Μονή Ζωγράφου, να προσκυνήση τον Τροπαιοφόρον Γεώργιον. Η φήμη των θαυμάτων έφθασε μέχρι και τον βασιλέα Λέοντα Σοφόν, ο οποίος ήτο πολύ ευσεβής. Μάλιστα απεφάσισε να πάη αυτοπροσώπως στο Άγιον Όρος για να προσκυνήση και να ευφρανθή πνευματικώς με τις ψυχωφελείς συζητήσεις που θα έκανε με τους ασκητάς Μωϋσή, Ααρών και Βασίλειον που έγιναν ξακουστοί για την αρετή τους. Ύστερα από τον Λέοντα επεσκέφθη την Μονή και ο βασιλιάς των Βουλγάρων Ιωάννης από το Τίρνοβον. Με την πλουσία βοήθεια αυτών άρχισε να κτίζεται η μεγαλοπρεπής Μονή του Ζωγράφου. Αργότερα η Ιερά Μονή κατεδαφίσθη από τους βαρβάρους και τους πειρατές. Η υφιστάμενη Μονή κτίσθηκε από τον Ηγεμόνα της Μολδαυΐας Στέφανον.
Η αγία εικόνα έχει μέχρι σήμερα το άκρον του δακτύλου ενός Επισκόπου που χαρακτηριζόταν για την ολιγοπιστίαν του ως προς την θαυματουργικήν δύναμι της εικόνος. Ο Επίσκοπος αυτός καταγόταν, κατά την παράδοσι, απ' τα Βοδενά (Έδεσσα) και όταν άκουσε για τα θαύματα της εικόνος θέλησε μαζί με την συνοδεία του να πάη να διαπιστώση εάν πράγματι ήσαν αληθινά τα όσα διεδίδοντο ή ήσαν εφευρέσεις των Μοναχών, για λόγους φιλοχρηματίας. Όταν έφθασε στο Άγιον Όρος επήγε και στην Μονή του Ζωγράφου όπου οι εκεί Μοναχοί τον υποδέχθηκαν με την πρέπουσαν τιμήν. Εν συνεχεία τον ωδήγησαν στον Ναόν για να προσκυνήση τον Άγ. Γεώργιον. Αλλ' ο Επίσκοπος αντί να φανή ταπεινός και σεμνός εξ αιτίας και του επισήμου σχήματός του εφάνη υπερήφανος και ολιγόπιστος. Αφού με αδιαφορία είδε τον Ναόν στάθηκε μπροστά στην εικόνα του Αγ. Γεωργίου και με αλαζονικόν ύφος είπε προς τους Μοναχούς: «Ώστε αυτή είναι η θαυματουργός εικόνα του Αγ. Γεωργίου;». Και άγγιξε με τον δάκτυλόν του την παρειά του Αγίου. Αμέσως όμως το δάκτυλόν του εκόλλησε στην εικόνα και μάταια προσπαθούσε να τον ξεκολλήση. Η αγωνία του και ο φόβος του εμεγάλωνε όσο αγωνιζόταν και εδοκίμαζε να τον ξεκολλήση. Κάθε φοράν που προσπαθούσε να το αποχωρήση από την εικόνα ένοιωθε και πόνους γιατί το δάκτυλό του είχε κολλήσει πολύ δυνατά. Στο τέλος ο δυστυχής Επίσκοπος δέχθηκε, παρά την θέλησίν του, να του κόψουν ύστερα από επέμβασιν τον δάκτυλόν του και έτσι έμαθε καλά εξ ιδίας πείρας την γνησιότητα, την αλήθεια και την δύναμιν των θαυμάτων του ενδόξου Τροπαιοφόρου Γεωργίου.
Η εικόνα του Αγ. Γεωργίου είναι στολισμένη με αργυρούν ένδυμα το οποίον κατεσκευάσθη στην Πετρούπολι, τη ευλογία του Μητροπολίτου Σεραφείμ, καθώς αναγράφεται και στο κράσπεδον του κάτω μέρους του ενδύματος. Η αγιογράφησις της εικόνος είναι Βυζαντινή, αλλά εξ αιτίας της παρόδου του χρόνου είναι σκοτεινή.
β) Περί της εικόνος που ήλθε μέσω θαλάσσης από την Αραβίαν
Υπάρχει κοντά στον κίονα του αριστερού χορού που ευρίσκεται η εικόνα του Αγ. Γεωργίου η εξής χειρόγραφος διήγησις.
Η αγία εικόνα ήλθε από την Αραβίαν και βρέθηκε στο λιμάνι της Μονής Βατοπαιδίου. Η απροσδόκητη άφιξις της εικόνος προκάλεσε ταραχή και θόρυβον στο Άγ. Όρος. Διότι η φήμη ξαπλώθηκε γρήγορα και συνέρρεαν μοναχοί απ' όλα τα Μοναστήρια για να προσκυνήσουν την αγίαν εικόνα που με θαύμα εφανερώθη στο λιμάνι. Μάλιστα κάθε Μοναστήρι επεδίωκε ν' αποκτήση τον θησαυρό αυτό και οι Γέροντες ηρνούντο να την δώσουν στην Μονή Βατοπαιδίου. Τελικά απεφάσισαν να βάλουν κλήρον και να δεχθούν την απόφασι της αγίας εικόνος. Πράγματι επήραν ομοφώνως απόφασιν όλοι οι Γέροντες να φορτώσουν την εικόνα, σ' ένα ξένο και άγριο νέο ημίονο που δεν ήξερε τους δρόμους και τα Μοναστήρια και αφού τον αφήσουν ελεύθερον να τον ακολουθήσουν από μακρυά. Εκεί που θα εσταματούσε θα έπρεπε να μείνη η ιερά εικόνα. Έτσι και έγινε. Αφού ωδήγησαν τον ημίονο στο δρόμο Θεσσαλονίκης - Αγίου Όρους τον άφησαν στην θέλησί του. Και ο ημίονος με αργό και ισόμετρο περπάτημα σαν να ένοιωθε ότι μετέφερε ιερό φορτίο επέρασε από δύσβατους τόπους, δάση και υψώματα και έφθασε στη Μονή Ζωγράφου και στάθηκε ακίνητος σ' έναν ωραιότατον λόφον.
Μ' αυτό τον τρόπο επληροφορήθησαν όλοι ότι η θέλησι του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου ήταν να μείνη η ιερή του εικόνα στη Μονή Ζωγράφου. Όλοι οι Μοναχοί δέχθηκαν στη Μονή με χαρά και με πνευματική πανήγυρι την ιερή εικόνα και την ετοποθέτησαν στον κίονα του αριστερού χορού. Ο ημίονος που μετέφερε των αγίαν εικόνα μόλις του την ξεφόρτωσαν εξέπνευσε και τον έθαψαν στον τόπον εκείνον. Σε ανάμνησι για τον ερχομό της ιερής εικόνος του Αγ. Γεωργίου έκτισαν στον λόφο ένα κελλί και μικρή εκκλησία στο όνομα του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.
γ) Περί της αγίας εικόνος που αφιέρωσε ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Στέφανος
Στον βορειοδυτικό κίονα, στον οποίο στηρίζεται και ο τρούλλος, είναι ανηρτημένη και άλλη εικόνα του Αγ. Γεωργίου, για την οποίαν υπάρχει η εξής χειρόγραφος διήγησις στη Μονή Ζωγράφου.
Ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Στέφανος είχε, ως γνωστόν, συνεχώς πολέμους με τους Τούρκους. Κάποτε συνεκεντρώθησαν τα τούρκικα ασκέρια, που ήσαν αναρίθμητα, αποφασισμένα να τον αφανίσουν. Όταν είδε ο Στέφανος το πλήθος του εχθρού εφοβήθη. Αμέσως όμως συνήλθε και με θερμή προσευχή κατέφυγε στον Κύριον τον Θεόν και επεκαλέσθη με δάκρυα την βοήθειάν του. Με την εκ βάθους καρδίας προσευχήν του απεκοιμήθη. Μόλις τον επήρε ο ελαφρός ύπνος του εμφανίσθηκε ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος που τον περιέλουζε ένα λαμπρό και θαυμάσιον φως, τα μάτια του άστραφταν και η ουράνια δόξα τον περιέβαλλε. Ο Στέφανος αν και εκοιμόταν εφοβήθη και ετρόμαξε. Τότε ο Άγιος του είπε: «Έχε θάρρος στον Κύριό σου και μη φοβάσαι το πλήθος αυτό. Αύριον συγκέντρωσε όλο το στράτευμά σου και οδήγησέ το εναντίον των εχθρών του Χριστού με φωνές πανηγυρικές και σάλπιγγες και θα ιδής την δύναμι του Θεού μας που πάντα σε βοηθεί. Γι' αυτό τον λόγο στάθηκα εδώ, για να σου αποκαλύψω ποιος θα νικήση και να σου αναφέρω ότι η δύναμις του Θεού είναι μαζί σου και ότι ακόμη και εγώ θα σε βοηθήσω στη μάχη αυτή. Για όλα αυτά ανακαίνισε την Μονή Ζωγράφου που είναι αφιερωμένη στ' όνομά μου, και που ερημώθηκε. Στείλε μάλιστα και την ιδική μου εικόνα που έχεις μαζί σου».
Ο Στέφανος επήρε θάρρος από την εμφάνισι του Αγίου και ακόμη από την υπόσχεσι που του έδωσε ότι θα τον εβοηθούσε, θεία χάριτι. Αφού μάλιστα έφερε και την αγία εικόνα μαζί του με την φωνή των σαλπίγγων επέπεσε ξαφνικά σαν λαίλαπας δυνατός στον όγκο των Οθωμανών και τους συνέτριψε χωρίς χρονοτριβή και τους διέλυσε. Ύστερα απ' ολίγον καιρό έστειλε και την αγίαν εικόνα στο Άγιον Όρος και ανακαίνισε την Μονή Ζωγράφου, σύμφωνα με την θέλησιν του Αγίου, αφού αφιέρωσε σ' αυτή και πολλά αφιερώματα.
Κάποιος Ρώσσος συγγραφέας αναφερόμενος στην αγία εικόνα του Αγ. Γεωργίου γράφει τα εξής: «Κατά τον 15ον αιώνα εφάνη και άλλος ευεργέτης της Μονής Ζωγράφου ο Στέφανος που ήταν επίσημος Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας, ο οποίος ηγωνίσθη πολλές φορές εναντίον των Οθωμανών πάντοτε τροπαιοφόρως. Όταν τον περικύκλωσαν κάποτε αμέτρητα πλήθη εχθρού σκεφτόταν με ποιο τρόπο θα ημπορούσε να σώση τους περιβόλους του φρουρίου. Τότε φάνηκε πάνω στο τείχος η μάνα του, η οποία του είπε: «Δεν θα επιτρέψω ποτέ στους εχθρούς σου να ανοίξουν τις πύλες του φρουρίου σου. Εάν δεν νικήσης και δεν ημπορέσης να αντισταθής σ' αυτούς στο πεδίον της μάχης, ελάχιστη ελπίδα σου απομένει για τους περιβόλους».
Εκείνο λοιπόν το βράδυ εφάνη ο Άγ. Γεώργιος προς τον συγχυσμένο ηγεμόνα Στέφανον και του υπεσχέθη την νίκην. Επίσης τον διέταξε ν' αποστείλη την αγίαν εικόνα που είχε πάντοτε μαζί του ο Στέφανος στην Μονή Ζωγράφου, και να την ανακαινίση γιατί ήδη ήταν ερημωμένη. Η νίκη έστεψε τα όπλα του ηγεμόνος που κατετρόπωσε τον εχθρόν. Ο Στέφανος εξεπλήρωσε την εντολή του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου και την εικόνα απέστειλε και την Μονή μεγαλοπρεπώς ανακαίνισεν.
Και οι τρεις εικόνες του Αγίου Γεωργίου είναι περιβεβλημένες με ωραιότατα αργυρά ενδύματα που είναι κοσμημένα με πολύτιμους λίθους. Μάλιστα όλος ο διάκοσμός τους ετεχνουργήθη στη Ρωσία.
Περί της θαυμαστής εικόνος του αγίου Γεωργίου που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος.
Στον Άγιον Όρος σώζεται η αρχαία προφορική παράδοσις και για την αγίαν εικόνα που υπήρχε κατά τους χρόνους των ασεβών και κακοδόξων εικονομάχων που με βασιλικά διατάγματα εκαίοντο οι άγιες και σεβαστές εικόνες.
Στα χρόνια εκείνα λοιπόν οι υπηρέται του παρανόμου βασιλιά ερευνούσαν και προσπαθούσαν να βρίσκουν τις άγιες εικόνες για να τις συντρίβουν και να τις ρίχνουν στη φωτιά. Βρήκαν λοιπόν και την αγία αυτήν εικόνα και την έρριξαν στη φωτιά για να καή. Αλλά μάταια εκοπίαζαν οι ανόητοι, διότι η αγία εικόνα έμεινε άφλεκτος μέχρι που έσβησε τελείως η φωτιά. Οι εικονομάχοι όταν είδαν ότι ελάχιστα η φωτιά επείραξε τα ενδύματα του Αγίου και το πρόσωπόν του τίποτα δεν έπαθε, εξεπλάγησαν. Ένας μάλιστα περισσότερον ασεβής έμπηξε μαχαίρι στο πηγούνι του Αγίου και αμέσως έτρεξε αίμα καθαρόν. Τότε όλοι όσοι είδαν το θαύμα έφυγαν ο καθένας για το σπίτι του. Ένας ευσεβής χριστιανός αφού παρέλαβε την αγίαν εικόνα και ήλθε στον γιαλόν, προσευχήθηκε θερμά προς τον Κύριον για να σταματήση η φρικτή θύελλα της εικονομαχίας. Έπειτα αφού εγύρισε προς την αγίαν εικόνα είπε: «Μεγαλομάρτυρα του χριστού Τροπαιοφόρε Γεώργιε, Συ ο οποίος και στη ζωή αλλά και μετά θάνατον έκαμες τόσα πολλά θαύματα και που μόλις τώρα άφησες άφλεκτον την αγία σου εικόνα, διεφύλαξε και τώρα αυτήν και από την θάλασσα και μετέφερέ την όπου συ γνωρίζεις και επιθυμείς προς δόξαν του Θεού μας». Και μόλις ετελείωσε έβαλε την εικόνα στη θάλασσα.
Ο Χριστιανός εκείνος έφυγε. Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος εφρόντισε ώστε η αγία του εικόνα να φθάση στο Άγιον Όρος όπου και άλλες εικόνες η θεία Πρόνοια ωδήγησε. Η εικόνα ετοποθετήθη κοντά στην Μονή Ξενοφώντος όπου έρρεαν τα ιαματικά όξινα νερά. Υπήρχε μάλιστα εκεί ένα Μονύδριον αφιερωμένο στον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον. Ακόμη σώζεται ο ναΐσκος αυτός όπου οι μοναχοί όταν είδαν την εικόνα του Αγ. Γεωργίου την μετέφεραν εκεί γεμάτοι χαρά και ευλάβειαν. Ύστερα έκτισαν Ναόν κοντά στο ναΐδριον. Όταν αυξήθηκαν οι μοναχοί και εμεγάλωσε και η Μονή ωνομάσθη του Αγ. Γεωργίου. Οι Μοναχοί εορτάζουν καθημερινώς μαζί με τον Άγιον Γεώργιον και τον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον και τους μνημονεύουν κατά τας απολύσεις των ακολουθιών.
Η αγία εικόνα ευρίσκεται στον μεγάλον Καθολικόν νέον Ναό του Αγίου Γεωργίου στον ανατολικό κίονα του δεξιού χορού και έχει ζωγραφισμένο ολόσωμο τον Μεγαλομάρτυρα και σε ένδειξι του θαύματος φέρει και την πληγή στο πηγούνι και το αίμα του είναι πηγμένο σ' αυτήν. Μέχρι σήμερα το θαυμαστό φαινόμενο κηρύττει περίτρανα τα πάμπολλα θαύματα που επετέλεσε και επιτελεί ο Άγιος Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος Γεώργιος.
Η μνήμη του εορτάζεται την 23ην Απριλίου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ Ήχος δ'
Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής, και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ
Γεωργηθείς υπό Θεού ανεδείχθης, της ευσεβείας γεωργός τιμιώτατος, των αρετών τα δράματα συλλέξας σ' εαυτώ, σπείρας γαρ εν δάκρυσιν, ευφροσύνη θερίζεις. αθλήσας δε δι' αίματος, τον Χριστόν εκομίσω και ταις πρεσβείαις Άγιε ταις σαις, πάσι παρέχεις, πταισμάτων συγχώρησιν.
ΕΚΔΟΣΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ "Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ"
Πηγή: Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος
Η καταστροφή της πατρίδας μας και η αποσύνθεση της ελληνικής κοινωνίας συνεχίζονται. Επί επτά συναπτά έτη, οι Ελληνες πολίτες αδυνατούν να βρουν τον προσανατολισμό τους, με αποτέλεσμα να άγονται και να φέρονται από ανίκανους λαϊκιστές πολιτικούς και να κάνουν οι ίδιοι καταστροφικές επιλογές στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις.
Από τη μία πλευρά, υπάρχει μια αστική τάξη που δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει έναν υγιή εθνικό παραγωγικό κορμό και πρότυπο, που θα ήταν δυνατόν να αντεπεξέλθει στις αναταράξεις οι οποίες προκλήθηκαν από την τραπεζική κρίση του 2007-2008, ίσως γιατί ήταν απασχολημένη με τη λεηλασία του εθνικού πλούτου, μέσω παρασιτικών επιχειρηματικών δράσεων και όχι δράσεων που παράγουν πλούτο.
Την ίδια στιγμή, αυτή η αστική τάξη και τα κόμματα εξουσίας, στα οποία, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, είχε τη δυνατότητα να ασκήσει επιρροή, κράτησαν την Ελλάδα στην οπισθοδρόμηση, αφού επιχειρηματίες και πολιτικοί δεν είχαν το ηθικό ανάστημα να εμπνευστούν ένα εθνικό σχέδιο, που όχι μόνο θα ήταν η κινητήρια δύναμη αλλά θα λειτουργούσε και ως δίχτυ ασφαλείας σε όποιους κινδύνους, όπως για παράδειγμα η καταστροφή που υφιστάμεθα τα τελευταία επτά χρόνια.
Ουραγός η Ελλάδα στην ποιότητα του πολιτικού λόγου, ουραγός στην ανάπτυξη ενός υγιούς επιχειρηματικού και παραγωγικού μοντέλου, ουραγός στον ουσιαστικό και πραγματικό εκσυγχρονισμό του κράτους, ουραγός στις μεταρρυθμίσεις, ουραγός στην Παιδεία.
Από την άλλη πλευρά, ο λεγόμενος «πνευματικός κόσμος», αλλά και ο κόσμος της τέχνης και του πολιτισμού, αντί να παίξουν τον ρόλο του «αντιβιοτικού» στα φαινόμενα παρακμής και σήψης, άλλοτε γίνονταν συμμέτοχοι, παίρνοντας ψίχουλα ή και παχυλές αμοιβές για τις «υπηρεσίες» τους, και άλλοτε, με την ιδεοληπτική και καταστροφική στάση τους, λειτουργούσαν εξ αντικειμένου σαν πολλαπλασιαστές ισχύος στη διαδικασία καταστροφής της πατρίδας.
Δεν ήταν μόνο οι συνδικαλιστές που λειτούργησαν ως τροχοπέδη στις προσπάθειες εκσυγχρονισμού του ασφαλιστικού συστήματος, το οποίο αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες για την κατάσταση όπου βρίσκεται σήμερα η οικονομία της χώρας. Ηταν και ο πνευματικός κόσμος, οι καλλιτέχνες και οι δημοσιογράφοι, που έκαναν εξαιρετικά εύκολο το έργο των λαϊκιστών.
Ηταν το καθηγητικό κατεστημένο στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας, που μαζί με τους «αριστερούς» οι οποίοι είναι φυτεμένοι στα κόμματα δεν επέτρεψαν τη λειτουργία μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, κάτι που θα μπορούσε να καταστήσει την πατρίδα μας περιφερειακό εκπαιδευτικό και πνευματικό κέντρο, με σοβαρή συμβολή στην οικονομία αυτής της τώρα κατεστραμμένης χώρας.
Ολοι αυτοί -που στέλνουν τα δικά τους παιδιά σε ξένα πανεπιστήμια- δεν έχουν καν τη δυνατότητα να αναλύσουν το φαινόμενο της εκροής εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο για σπουδές Ελληνοπαίδων στο εξωτερικό, δεν έχουν καν τη δυνατότητα να αναλύσουν το όφελος της οικονομίας της Κύπρου από τη λειτουργία τέτοιων πανεπιστημίων, όπως το Πανεπιστήμιο Νεάπολις της Πάφου, όπου βρέθηκα πρόσφατα για μια ομιλία και διαπίστωσα ιδίοις όμμασι το επίπεδο σπουδών που παρέχεται στο εν λόγω πανεπιστήμιο, καθώς και την αδικία που υφίστανται τα Ελληνόπουλα, τα οποία αναγκάζονται να σπουδάσουν υποχρεωτικά σε κρατικά πανεπιστήμια και, αν όχι, να εκπατριστούν και να πληρώσουν τεράστιο κόστος.
Αλήθεια, όλοι αυτοί που κρατούν την Ελλάδα σε εκπαιδευτικό καθεστώς τύπου Βόρειας Κορέας δεν αναρωτιούνται πόσο συνάλλαγμα αφήνουν οι 70.000 φοιτητές που φοιτούν σε ιδιωτικά πανεπιστήμια στα Κατεχόμενα, συμβάλλοντας στην αναβάθμιση της διεθνούς προσωπικότητας των Κατεχομένων;
Στις ευθύνες της αστικής τάξης και των κομμάτων εξουσίας κάναμε αναφορά.
Οσον αφορά τις ευθύνες της τροχοπέδης που ακούει στα ονόματα «συνδικαλισμός», «δημοσιογραφία», «πνευματικός και καλλιτεχνικός κόσμος», εκεί πρέπει να τις αναζητήσουμε στις μαγικές λέξεις «Αριστερά» και «αριστεροσύνη».
Στο εξωτερικό, και κυρίως στην Τουρκία, το να είσαι αριστερός σημαίνει ότι πληρώνεις κόστος, και μάλιστα μεγάλο.
Στην Ελλάδα, μετά το 1974, η αριστεροσύνη έγινε επάγγελμα και εργαλείο ανόδου στην τέχνη, στον πολιτισμό, στο πανεπιστήμιο, στη δημοσιογραφία...
Αυτό οδήγησε ό,τι πιο ανέντιμο, ανήθικο και οπορτουνιστικό υπήρχε στην ελληνική κοινωνία στο να αναζητήσει καταφύγιο στην αριστεροσύνη, για να είναι ανοιχτός ο εύκολος δρόμος της ανέλιξης.
Ετσι, με μια αστική τάξη του παρασιτισμού και της λεηλασίας του εθνικού πλούτου, με κόμματα εξουσίας του ίδιου φυράματος, με ένα κομματικοποιημένο κράτος ανίκανο να υπηρετήσει και να προστατέψει τον πολίτη και έναν πνευματικό, δημοσιογραφικό και καλλιτεχνικό κόσμο βουτηγμένους στην υποκρισία της κίβδηλης και ωφελιμιστικής αριστεροσύνης, οδηγήσαμε την πατρίδα μας στην καταστροφή, χωρίς καν να καλλιεργούμε την ελπίδα για την Ανάσταση.
Πηγή: Δημοκρατία
Μοναχός Μητροφάνης: Έπρεπε να δω, ως άλλος άπιστος Θωμάς, με τα μάτια μου, τι ακριβώς γίνεται μέσα στον Τάφο για να πιστέψω.
Αυτά τα λόγια ίσως βρίσκονται στο μυαλό πολλών ανθρώπων που αμφιβάλλουν για το συνεχώς επαναλαμβανόμενο θαύμα μέσα στους αιώνες, την έλευση του Αγίου φωτός στον Πανάγιο Τάφο των Ιεροσολύμων, ως μόνιμη υπενθύμιση της ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ!
Όσοι λοιπόν έχουν έστω και μια αμφιβολία αλλά καλή προδιάθεση ίσως συναισθανθούν την αγωνία, το βίωμα και τη η μαρτυρία του Μοναχού Μητροφάνη την οποία διηγήθηκε μετά από 55 χρόνια, το Πάσχα του 1980, στον Κύπριο ιερέα Σάββα Αχιλλέως, ο οποίος τα κατέγραψε στο σύγγραμμα ΄΄Είδα το Άγιον Φως΄΄. Το έτος εκείνο ο πατήρ Μητροφάνης ήταν 80 ετών και αριθμούσε ήδη 56 συνεχόμενα χρόνια φύλακας του αγίου Τάφου.
Ο π. Μητροφάνης αναζητούσε επί πολύ καιρό τον τρόπο για να δώσει απάντηση στα ερωτήματά του όταν, μια μέρα που καθάριζε τον θόλο στην οροφή του Τάφου, ανακάλυψε μια μικρή εσοχή όπου μετά βίας χωρούσε το σώμα ενός άνδρα. Αυτό ήταν και το μοναδικό μέρος στο οποίο θα μπορούσε να κρυφτεί προκειμένου να παρακολουθήσει αθέατος την έλευση του Αγίου Φωτός. Επί 12 ώρες παρέμεινε ακίνητος και σιωπηλός. Μαζί του είχε μόνο λίγο νερό και έναν μικρό φακό, τον οποίο χρησιμοποίησε στις 11 το πρωί, όταν ο Τάφος σφραγίστηκε με μελισσοκέρι και έμεινε μόνος του στο σκοτάδι. Μια ώρα αργότερα, σύμφωνα με το τυπικό, τη δωδεκάτη μεσημβρινή, η πόρτα του Τάφου αποσφραγίστηκε και αργότερα εισήλθε ο Έλληνας πατριάρχης. Το απόσπασμα που ακολουθεί έχει αποδοθεί στη δημοτική και περιγράφει όσα λαμβάνουν χώρα μετά την είσοδο του πατριάρχη, όπως ακριβώς τα διηγείται ο ίδιος.
«Τότε διέκρινα τη μορφή του πατριάρχη, που έσκυψε για να εισέλθει μέσα στο ζωοδόχο μνήμα. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, που η αγωνία μου βρισκόταν σε φοβερή υπερένταση μέσα στη νεκρική σιγή, που μόλις άκουγα την αναπνοή μου, ξαφνικά άκουσα έναν ελαφρύ συριγμό. Έμοιαζε με λεπτή πνοή ανέμου. Και αμέσως είδα ένα αλησμόνητο θέαμα, ένα γαλάζιο Φως να γεμίζει ολόκληρο τον ιερό χώρο του Ζωοδόχου Τάφου…. Πόση ανησυχία είχε εκείνο το γαλάζιο Φως, μέσα από το οποίο έβλεπα καθαρά τον πατριάρχη, από το πρόσωπο του οποίου κυλούσε ο ιδρώτας…. Και σαν να φωτιζόταν από το Φως άρχισε να αναγιγνώσκει τις ευχές…… Και αμέσως το γαλάζιο Φως άρχισε να μεταμορφώνεται σε ένα ολόλευκο Φως όπως εκείνο της Μεταμορφώσεως του Χριστού. Εν συνεχεία το ολόλευκο εκείνο Φως μεταμορφώθηκε σε μια ολόφωτη σφαίρα σαν τον ήλιο, που έμεινε ακίνητη πάνω από την κεφαλή του πατριάρχη. Κατόπιν είδα τον πατριάρχη να κρατάει τις δεσμίδες των 33 κεριών. Και όπως ανύψωσε αργά τα χέρια του, άναψε αυτομάτως η αγία κανδήλα και οι τέσσερις δεσμίδες των κεριών του. Εκείνη τη στιγμή εξαφανίστηκε η ολοφώτεινη σφαίρα. Τα μάτια μου γέμισαν με δάκρυα και το σώμα μου καιγόταν ολόκληρο».
Εύχομαι να αξιωθούμε να αισθανθούμε στα κατάβαθα της ψυχής μας αυτό, που δεν μπορούμε να δούμε!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
*Να σημειώσω ότι ο π. Μητροφάνης σε ηλικία 21 ετών κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας των Ποντίων αιχμαλωτίστηκε και μεταφέρθηκε σε φυλακή. Μετά από μερικούς μήνες κατάφερε να δραπετεύσει από τα κάτεργα. Χωρίς πατρίδα και οικογένεια, μοναδικό σκοπό της ζωής του είχε να καταφέρει να φθάσει ζωντανός στην Ιερουσαλήμ, για να προσκυνήσει στον Τάφο του Χριστού.
Όλα τα στοιχεία προέρχονται από το βιβλίο του δραμινού συγγραφέα Χάρη Σκαρλακίδη «ΑΓΙΟΝ ΦΩΣ».
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Τις μέρες μετά το Πάσχα, επιστρέφω συνεχώς και ασυνείδητα στο ίδιο ερώτημα: αν η πρωτάκουστη διαβεβαίωση «Χριστός ανέστη» περιέχει ολόκληρη την ουσία, το βάθος και το νόημα της χριστιανικής πίστης, αν κατά τα λόγια του αποστόλου Παύλου «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ...; κενή δε και η πίστις υμων» (Α' Κορ. 15,14), τι να σημαίνει τότε άραγε αυτό το γεγονός για τη ζωή μου;
Άλλο ένα Πάσχα ήρθε και έφυγε. Για άλλη μια φορά ζήσαμε αυτή την εκπληκτική νύχτα, τη θάλασσα των αναμμένων κεριών, τη μεγάλη συγκίνηση, εκεί ήμασταν ξανά, στο μέσο μιας ακολουθίας ακτινοβόλας χαράς, που ολόκληρο το περιεχόμενό της ήταν σαν ένας ύμνος αγαλλιάσεως: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια, εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».
Τι χαρούμενα νικητήρια λόγια! Τα πάντα ενώνονται: ουρανός, γη και το υποχθόνιο βασίλειο του θανάτου. Ολόκληρος ο κόσμος συμμετέχει σ' αυτή τη νίκη και στην ανάσταση του Χριστού ανακαλύπτει το δικό του νόημα και τη δική του αυτοπεποίθηση.
Όμως πέρασε, η νύχτα τέλειωσε, η γιορτή ολοκληρώθηκε, αφήνουμε το φως και επιστρέφουμε στον κόσμο, κατεβαίνουμε στη γη και εισερχόμεθα πάλι στην ομαλότητα, στην καθημερινότητα, στην πραγματικότητα της ζωής μας. Και τι βρίσκουμε; Όλα είναι ίδια, τίποτε δεν άλλαξε, και φαίνεται πώς τίποτε, απολύτως τίποτε δεν έχει κάτι το κοινό με τον ύμνο που ακούσαμε στην εκκλησία, «εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».
Και τώρα αμφιβολίες αρχίζουν να εισβάλλουν στην ψυχή μας. Αυτά τα τόσο όμορφα και υπέροχα λόγια -πιο όμορφα και υπέροχα από κάθε άλλο λόγο πάνω στη γη- μπορούν να είναι απλώς μια ψευδαίσθηση, ένα όνειρο; Η ψυχή και η καρδιά πίνουν παθιασμένα απ' αυτά τα λόγια, αλλά ηψυχρή λογική αποφαίνεται: όνειρα, αυταπάτη!
Δυο χιλιάδες χρόνια πέρασαν και τι μπόρεσαν να κάνουν αυτά τα λόγια; Θεέ μου, πόσο συχνά οι χριστιανοί δε χαμηλώνουν το κεφάλι τους βλέποντας το, και ούτε καν προσπαθούν να συναρμολογήσουν τα κομμάτια του παζλ. Άφησέ μας μόνους, μοιάζει να λένε στον κόσμο, άφησέ μας το τελευταίο πράγμα που μας απόμεινε, την άνεση και τη χαρά! Μην ανακατεύεσαι τη στιγμή που διακηρύσσουμε στις εκκλησιές, πίσω από κλειστές πόρτες, πώς ολόκληρος ο κόσμος αγάλλεται.
Αν δεν ανακατευτείς, δε θα ανακατευτούμε κι εμείς στον τρόπο με τον οποίο ευχαριστείσαι να κτίζεις, να κατευθύνεις και να ζεις σ' αυτόν τον κόσμο ...
Στη βαθύτερη όμως γωνιά της συνείδησής μας, γνωρίζουμε πώς αυτή η ατολμία και αυτός ο μινιμαλισμός, αυτή η εσωτερική φυγή σ' ένα μυστικό εορτασμό είναι ασυμβίβαστη με το αυθεντικό νόημα και τη χαρά του Πάσχα.
Ο Χριστός ή ανέστη ή δεν ανέστη. Ή το ένα ή το άλλο! Αν ανέστη (γιατί άλλωστε θα είχαμε την πασχαλινή αγαλλίαση να γεμίζει ολόκληρη τη νύχτα με φως, θρίαμβο και νίκη), αν σε μια αποφασιστική και μοναδική στιγμή στην ανθρώπινη και παγκόσμια ιστορία, αυτή η ανήκουστη νίκη πάνω στο θάνατο συνέβη πραγματικά, τότε όλα τα πράγματα του κόσμου έχουν γίνει όντως διαφορετικά και νέα, είτε οι άνθρωποι το γνωρίζουν είτε όχι.
Τότε όμως εμείς, ως πιστοί, ως αυτοί που χαρήκαμε και γιορτάσαμε, έχουμε την ευθύνη να γνωρίσουν και να πιστέψουν και άλλοι, να δουν, να ακούσουν και να εισέλθουν σ' αυτή τη νίκη και σ' αυτή τη χαρά.
Οι πρώτοι χριστιανοί δεν αποκαλούσαν την πίστη τους θρησκεία, αλλά Καλά Νέα («Ευαγγέλιον»), και είχαν σκοπό να το διαδώσουν και να το διακηρύξουν στον κόσμο. Γνώριζαν και πίστευαν πώς η ανάσταση του Χριστού δεν ήταν απλώς ευκαιρία για μία ετήσια γιορτή, αλλά πηγή μιας ενεργητικής και μεταμορφωμένης ζωής. Αυτό που άκουγαν να ψιθυρίζεται, το φώναζαν «από των δωμάτων» (Ματθ. 10, 27) ...;
«Και τι μπορώ να κάνω;» απαντά η σώφρων και ρεαλιστική λογική. «Πώς μπορώ να διακηρύξω ή να φωνάξω ή να μαρτυρήσω; Εγώ, ένας αδύνατος μικρός κόκος άμμου, χαμένος ανάμεσα στις μάζες;» Η ένσταση όμως αυτή της λογικής και του «υγιούς μυαλού» είναι ένα ψέμα, ίσως το τρομερότερο και δαιμονικότερο ψέμα του σημερινού κόσμου.
Ο κόσμος μας έχει κατά κάποιο τρόπο πείσει πώς η δύναμη και η σπουδαιότητα προέρχεται μόνο από τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη, τις μάζες. Τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος ενάντια σε όλους τους άλλους;
Είναι όμως σωστό πως, παρά το ψέμα, η θεμελιώδης βεβαιότητα του Χριστιανισμού πρέπει να κηρυχθεί με όλη τη δύναμη και την απαράμιλλη λογική της. Ο Χριστιανισμός ισχυρίζεται πως ένας άνθρωπος μπορεί να είναι δυνατότερος από κάθε άλλον, και πως αυτός ο ισχυρισμός είναι ακριβώς τα καλά νέα του Χριστού. Σκεφτείτε αυτούς τους αξιόλογους στίχους από το έργο του Μπόρις Πάστερνακ, «ο κήπος της Γεσθημανής»:
Παραιτήθηκε χωρίς έχθρα,
σαν να γύριζε δανεισμένα πράγματα,
τα θαύματά Του και τη δύναμή Του.
Και τώρα, ήταν θνητός σαν εμάς.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Χριστού: άνθρωπος δίχως εξουσία, έχθρα, οποιαδήποτε επίγεια δύναμη. Ένας άνθρωπος! Εγκαταλελειμένος, προδομένος, απορριμμένος από όλους! Όμως νικητής. Ο Πάστερνακ συνεχίζει:
Βλέπεις την προέλαση των αιώνων,
σαν την πορεία προς Εμμαούς.
Μπορεί ν' ανάψει τις καρδιές στο δρόμο.
Λόγω της φοβερής μεγαλοσύνης
που υπάρχει στο εθελούσιο μαρτύριο,
κατεβαίνω μέχρι τον τάφο.
Κατεβαίνω στον τάφο
και στην Τρίτη μέρα «αναστήσομαι»,
Και σαν τις σχεδίες που πλέουν στο ποτάμι,
έτσι σε μένα για την κρίση,
όπως οι μαούνες στη σειρά,
οι αιώνες, από το σκοτάδι, θα έρχονται παρασυρμένοι ...
«Μπορεί ν' ανάψει τις καρδιές στο δρόμο ...». Στη φράση «μπορεί ν' ανάψει» βρίσκουμε το κλειδί της απάντησης στις αμφιβολίες της «σώφρονος» λογικής.
Τι θα συνέβαινε αν ο καθένας που έχει ζήσει τη χαρά της ανάστασης, που έχει ακούσει για τη νίκη της, που πίστεψε σ' αυτό που επιτελέστηκε, άγνωστο στον κόσμο, αλλά μέσα στον κόσμο και χάριν αυτού, αν ο καθένας μας, ξεχνώντας τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη και τις μάζες, μετέδιδε αυτή τη χαρά και αυτή την πίστη μόνο σε έναν άλλον άνθρωπο, άγγιζε μόνο μια άλλη ανθρώπινη ψυχή;
Αν αυτή η πίστη και η χαρά μπορούσε να είναι μυστικά παρούσα σε κάθε συζήτηση, ακόμη και στην πιο ασήμαντη, στις κοινές πραγματικότητες της καθημερινής μας ζωής, θα άρχιζε αμέσως, εδώ και τώρα, σήμερα να μεταμορφώνεται ο κόσμος και η ζωή.
Ο Χριστός είπε, «ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως» (Λουκ.17,20). Η Βασιλεία του Θεού έρχεται με δύναμη, φως και νίκη κάθε φορά που οι πιστοί τη μεταφέρουν μαζί τους από την εκκλησία στον κόσμο, και αρχίζουν να τη ζουν στη ζωή τους. Τότε τα πάντα, πάντοτε και κάθε στιγμή «μπορούν ν' ανάψουν τις καρδιές στο δρόμο ...».
Πηγή: Ψήγματα Ορθοδοξίας
Το Άγιο και Μεγάλο Σάββατο είναι μια ξεχωριστή ημέρα για την Εκκλησία μας. Τιμάμε κατ’ αυτή τη θεόσωμη ταφή και την εις Άδου κάθοδο του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού. Την οδύνη μας για τα σωτήρια παθήματα του Λυτρωτή μας διαδέχεται η θλίψη, η σιωπή και η περισυλλογή.
Με την καρδιά σφιγμένη από τη βίωση των Αγίων Παθών της Μεγάλης Παρασκευής, βιώνουμε την αγία αυτή ημέρα έναν μεγάλο θρίαμβο, το μυστήριο της μεγαλύτερης πάλης όλων των εποχών, της μάχης του Χριστού με τον Άδη. Της πάλης της ζωής με το θάνατο.
Εκεί στο σκοτεινό και ανήλιο τόπο των βασάνων, στο φοβερό και αδυσώπητο δεσμωτήριο των ψυχών, στο θλιβερό μεταθανάτιο προορισμό του ανθρώπου, εκείνο το υπερευλογημένο Σάββατο ο Αρχηγός της Ζωής νίκησε το θάνατο με το δικό Του θάνατο και απάλλαξε την ανθρωπότητα από την τυραννία του Σατανά. Τον σύντριψε και κατέλυσε το σκοτεινό του βασίλειο. Για τους πιστούς του Χριστού η κυριαρχία του διαβόλου, ο θάνατος και ο Άδης αποτελούν πια εφιαλτικό παρελθόν, ένα φρικιαστικό όνειρο, το οποίο δε μπορεί να επαναληφτεί, διότι η βασιλεία του Χριστού μας είναι πια η μόνη πραγματικότητα, η ατέρμονη πορεία προς τη θέωσή μας και καμιά αντίθεη δύναμη δε μπορεί να την ματαιώσει και να την καταλύσει!
Ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής μας, αφού καταδέχτηκε να υποστεί τα επώδυνα παθήματα και να θανατωθεί επάνω στο σταυρό, το πνεύμα Του, ενωμένο αδιάσπαστα με τη θεότητά Του, κατήλθε «εν τοις κατωτάτοις της γης και συνέτριψε μοχλούς αιωνίους» κατά τον ιερό υμνογράφο του Πάσχα. Κατέβηκε στον παμφάγο Άδη για να συνεχίσει και εκεί το απολυτρωτικό Του έργο. Κατέβηκε στο φοβερό εκείνο τόπο, όπου βρισκόταν τα πνεύματα όλων των ανθρώπων φυλακισμένα και διατελούντα σε αφάνταστη διαρκή τυραννία για να λύσει τα πικρά προαιώνια δεσμά τους.
Ο Άδης υπήρξε εφεύρημα του διαβόλου για να κατακρατεί τα πνεύματα των ανθρώπων σε παντοτινή αιχμαλωσία και τιμωρία και να τα εμποδίζει να αναχθούν στην σφαίρα της κατά χάριν θεώσεώς των, όπως ήταν πλασμένα και προορισμένα, εκεί όπου «ο σκώληξ ου τελευτά και το πυρ ου σβέννυται» (Μαρκ.9,43). Παρακινημένος από ασύλληπτο μίσος κατά του Θεού και μη μπορώντας να πλήξει Αυτόν, ξέσπασε κατά του κορυφαίου δημιουργήματός Του, τον άνθρωπο. Δεν άντεχε να βλέπει τον άνθρωπο να ευδαιμονεί κοντά στο Θεό και γι’ αυτό τον παρέσυρε στην αμαρτία και τον απομάκρυνε από Εκείνον.
Η βαριά πύλη του Άδη, της φρικτής κολάσεως, άνοιξε την αποφράδα εκείνη ημέρα της πτώσεως των πρωτοπλάστων, όχι την ώρα που «έφαγαν τον καρπό» της γνώσεως του καλού και του κακού, αλλά την ώρα του φοβερού διαλόγου τους με το Θεό, όπου δεν εξεδήλωσαν ίχνος μεταμέλειας για την παρακοή τους. Όταν μετέθεταν την ευθύνη της παρακοής τους ακόμη και σ’ αυτόν το Δημιουργό τους! Την ίδια ημέρα ο «Κήπος της Εδέμ» έκλεισε οριστικά για κάθε ανθρώπινο πρόσωπο. Το χερουβίμ με την φλόγινη ρομφαία φύλαγε την πύλη του Παραδείσου, ώστε να μην εισέλθει κανένας, όσο δίκαιος και αν ήταν (Γεν.3,24). Προορισμός λοιπόν πάντων, δικαίων και αδίκων ήταν το φρικτό δεσμωτήριο του σκοτεινού Άδη.
Είναι θεμελιώδης πίστη της Εκκλησίας μας πως τα «πεπεδημένα» πνεύματα των ανθρώπων στον Άδη ανέμεναν και αυτά την απολύτρωσή τους. Οι θεόπνευστοι προφήτες και οι δίκαιοι της παλιάς εποχής προανήγγειλαν και καλλιεργούσαν τη βέβαιη ελπίδα της απολυτρώσεώς τους από τα βάσανα της κολάσεως στο Θείο Πρόσωπο του αναμενόμενου Μεσσία, ο Οποίος θα έσωζε «παγγενή τον Αδάμ». Ο Κύριος «θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει» (Α΄ Βασιλ.2,6).
Ο Ωσηέ είχε προφητεύσει: «Υγιάσει (ο Κύριος) ημάς μετά δύο ημέρας, εν τη τρίτη ημέρα εξαναστηθώμεθα και ζησόμεθα ενώπιον αυτού» (Ωσηέ 6,1). Ο Ησαΐας προείπε: «Αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις» (Ησ.26,19). Επίσης ο Ψαλμωδός προφήτευσε: «Κατέβη εις άδου η δόξα σου, η πολλή ευφροσύνη σου» (Ησ.14,13), προαναγγέλλοντας σαφώς την κάθοδο του Μεσσία στον Άδη. Βεβαίως δεχόμαστε την εκδοχή πως, όπως και στη γη, υπήρχαν και στον κόσμο των ψυχών άπιστοι, οι οποίοι δεν είχαν την ελπίδα της σωτηρίας και φυσικά δεν πίστεψαν στο κήρυγμα του Χριστού και εν τέλει αποτέλεσαν τους ένοικους του Άδη μετά τη συνανάσταση των νεκρών.
Ο απόστολος Πέτρος αναφέρει κατηγορηματικά πως ο Κύριος μετά την εκπνοή Του ως άνθρωπος επί του σταυρού «θανατωθείς μεν σαρκί, ζωοποιηθείς δε πνεύματι, εν ω και τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν» (Α΄Πετρ.3,19). Κατέβηκε στον Άδη για να κηρύξει το ευαγγέλιο της σωτηρίας και στις αιχμάλωτες ψυχές. Το ίδιο και ο απόστολος Παύλος αναφέρει πως: ο Χριστός «κατέβη εις τα κατώτερα μέρη της γης . ίνα πληρώσει τα πάντα» (Εφεσ.4,9), θέλοντας να δηλώσει την κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, σύμφωνα με την αντίληψη της εποχής του, περί «υπογείου δεσμωτηρίου».
Σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία αντλήθηκε από θεόπνευστες μαρτυρίες, η κάθοδος του Κυρίου στον Άδη υπήρξε επεισοδιακή. Μπήκε σαν τον πιο δοξασμένο στρατηλάτη, ματωμένο από τις νικηφόρες μάχες, καταλαμβάνοντας το κάστρο των αντιπάλων του, για να εκδικηθεί σκληρά τους τυράννους του λαού του. Ο προφητάναξ Δαβίδ προείδε ως εξής το φοβερό αυτό γεγονός στον 23ο Ψαλμό, (στ.7-10): Οι άγιοι άγγελοι, οι οποίοι συνόδευαν το πνεύμα του Κυρίου στάθηκαν έξω από τη φοβερή και ζοφερή φυλακή των ψυχών, τον τρομερό τόπο της βασάνου, τον Άδη και φώναζαν γοερά: «άρατε πύλας οι άρχοντες υμών, και επάρθητε πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης».
Οι σκοτεινοί δαίμονες της κολάσεως ρωτούσαν: «Τις εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης;». Οι άγγελοι απάντησαν: «Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω»! Ο Ησαΐας είχε προφητεύσει την ήττα του Άδη: «Ο άδης κάτωθεν επικράνθη συναντήσας σοι, συνηγέρθησαν (εν Αυτώ) πάντες» (Ησ.53,4). Και επίσης ο Ιώβ προείπε: «Ανοίγονται δε σοι πύλαι θανάτου, πυλωροί δε άδου ίδονταί σε έπτηξαν» (Ιωβ 38,17). Ο προφήτης Ωσηέ σκιρτώντας από άκρατο ενθουσιασμό φώναζε να το ακούσουν όλοι οι άνθρωποι «Πού σου η δίκη σου, θάνατε, πού το κέντρον σου άδη;» (Ωσηέ 13,14).
Αμέσως σωριάστηκαν οι μεγάλες πύλες και εισήλθε ο Χριστός στα απόρθητα ως τότε βασίλεια του Διαβόλου, ως ελευθερωτής των ψυχών, που ήταν δέσμιες από την αρχή της ιστορίας. Άπλετο ουράνιο φως φώτισε για πρώτη φορά τον ανήλιο καταχθόνιο τόπο της κολάσεως. Για πρώτη φορά αγαλλίασαν οι δύσμοιρες δέσμιες ψυχές. Περισσότερο χάρηκαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι είδαν να πραγματοποιείται το προφητικό τους κήρυγμα, διότι έφθασε η πολυπόθητη ημέρα της σωτηρίας του κόσμου. Ο πλέον περιχαρής ήταν ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο οποίος σύμφωνα με την εκκλησιαστική μας παράδοση, υπήρξε ο προδρομικός κήρυκας του Χριστού και στον Άδη. Ο Χριστός κήρυξε στα εκεί πνεύματα το ευαγγέλιο της σωτηρίας και όσα από αυτά πίστεψαν στο κήρυγμά Του συναναστήθηκαν μαζί Του, «λύσας τας ωδύνας του θανάτου» σ’ αυτούς (Παρξ.2,24).
Οι ιεροί υμνογράφοι του Μεγάλου Σαββάτου απέδωσαν με άφθαστη ποιητικότητα και λυρισμό το μέγα γεγονός της ευλογημένης καθόδου του Κυρίου στον Άδη, της θριαμβευτική Του νίκη κατά του διαβόλου και της καταργήσεως του θανάτου. «Σήμερον. υπνοί η ζωή και Άδης τρέμει, και Αδάμ των δεσμών απολύεται.» (1ο τροπ. αίνων, όρθρου Μ. Σαββάτου). «Δεύτε ίδωμεν την ζωήν ημών εν τάφω κειμένην, ίνα τους εν τάφοις κειμένους ζωοποιήση.» (3ο τροπ.αίνων, όρθρου Μ. Σαββάτου). «Σήμερον ο Άδης στένων βοά, κατελύθη μου η εξουσία. εγώ είχον τους νεκρούς απ’ αιώνος, αλλά ούτος ιδού πάντας εγείρει.»
(2ο στιχ. Εσπερινού του Πάσχα). «Σήμερον ο Άδης στένων βοά, κατεπόθη μου το κράτος. Ο Ποιμήν εσταυρώθη, και τον Αδάμ ανέστησεν, ώνπερ εβασίλευον εστέρημαι, και ους κατέπιον ισχύσας, πάντας εξήμεσα. Εκένωσε τους τάφους ο σταυρωθείς, και ου ισχύει του θανάτου το κράτος.» (3ο στιχ. Εσπερινού Πάσχα)!
Ο θάνατος του Κυρίου και η εκ νεκρών ανάστασή Του συντέλεσαν στη δική μας ζωοποίηση και αναγέννηση: «αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών, ίνα δια του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτ’ έστι τον διάβολον, και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου διά παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας» (Εβρ.2,14-15). Δεν υπάρχει πια θάνατος για τους πιστούς του Χριστού, διότι «ο εγείρας τον Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα ημών» (Ρωμ.8,11). Δεν υπάρχει αιώνιο δεσμωτήριο να τους κατακρατεί σε ανήλια και αραχνιασμένα διαμερίσματα, μακριά από το ανέσπερο φως του Χριστού. Ο φοβερός άδης υπάρχει για τους αμετανόητους αρνητές και εχθρούς του Χριστού, οι οποίοι θα βασανίζονται εκεί αιωνίως μαζί με τους εντολοδόχους τους αγγέλους της κολάσεως (Ματθ.25,41). Αντίθετα με αυτούς, οι δίκαιοι θα κληρονομήσουν «την ητοιμασμένην βασιλείαν (Του) από καταβολής κόσμου» (Ματθ.25,34).
Αφού νικήθηκε πια ο διάβολος, καταργήθηκε ο θάνατος και έκλεισαν οι πύλες του Άδη, έχουμε κάθε λόγο να βρισκόμαστε σε ψυχική κατάσταση μόνιμης χαράς και ευφροσύνης, διότι ο Αναστάς Κύριος έχει καταργήσει το χειρότερό μας εχθρό, το θάνατο με το δικό Του θάνατο! «Ο Θεός ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού, εν ω έχομεν την απολύτρωσιν, την άφεσιν των αμαρτιών» (Ρωμ.6,15). Υπάρχει μεγαλύτερη ευεργεσία από αυτή; Ο εξαίσιος υμνογράφος του Πάσχα δικαιολογημένα προτρέπει ολόκληρη τη δημιουργία σε αέναη ευφροσύνη και ατελεύτητη πανήγυρη: «Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω, εορταζέτω δε κόσμος, ορατός τε άπας και αόρατος! Χριστός γαρ εγήγερται ευφροσύνη αιώνιος»!
Στους νοητούς στεναγμούς του Άδη, στους απέλπιδες καγχασμούς των εχθρών του Αναστάντος Χριστού μας και στους θλιβερούς γρυλλισμούς των αρνητών της Αναστάσεώς Του, εμείς οι λελυτρωμένοι, εν «χαρά ανεκλαλήτω και δεδοξασμένη» (Α΄Πετρ.1,8), αντιπαραθέτουμε την ιλαρότητά μας και καταρτίζουμε ασίγαστο αίνο και επινίκια ωδή στο Μεγάλο Νικητή του Πάσχα. Η πίστη μας σ’ Αυτόν δεν είναι ένα ρηχό θεωρητικό σχήμα και ο εορτασμός της λαμπροφόρου Αναστάσεώς Του, δεν είναι μια επετειακή και ευκαιριακή ανάπαυλα, αλλά μόνιμη και βαθύτατη οντολογική βίωση του υπέρτατου μυστηρίου της εν Χριστώ απολυτρώσεώς μας.
Με άκρατο ενθουσιασμό, κραυγάζουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας, για να ακουστεί σε όλους τους κόσμους, για να χαροποιήσει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη: «μηδείς φοβείσθω θάνατον΄ ηλευθέρωσεν γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ’ αυτού κατεχόμενος. Εσκύλευσε τον Άδην ο κατελθών εις τον Άδην»(Migne P.G.59,721)!
Στη Θεόσωμη Ταφή του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού
και στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία, και στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, που έγινε κατά παράδοξο τρόπο μετά το σωτήριο πάθος.
***
1. Τι είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα; Μεγάλη σιωπή είναι απλωμένη στη γη. Μεγάλη σιωπή και ηρεμία. Μεγάλη σιωπή γιατί κοιμάται ο Βασιλιάς. Η γη φοβήθηκε και ησύχασε, επειδή ο Θεός με το σώμα κοιμήθηκε. Ο Θεός με το σώμα πέθανε, και τρόμαξε ο Άδης. Ο Θεός για λίγο κοιμήθηκε, και ανέστησε αυτούς που βρίσκονταν στον Άδη. Πού είναι τώρα οι προ ολίγου ταραχές και οι φωνές και οι παράνομοι θόρυβοι κατά του Χριστού; Πού είναι οι όχλοι και οι εξεγέρσεις και οι στρατιωτικές φρουρές και τα όπλα και οι λόγχες; Πού είναι οι βασιλιάδες και οι ιερείς και οι δικαστές οι καταδικασμένοι; Πού είναι οι αναμμένες δάδες και τα μαχαίρια και οι άτακτες κραυγές; Πού είναι οι όχλοι που εφρύαξαν και η άσεμνη κουστωδία; Εξαφανίστηκαν πραγματικά, γιατί στ’ αλήθεια πραγματικά οι όχλοι έκαναν σχέδια ανόητα και μάταια. Σκόνταψαν πάνω στον ακρογωνιαίο λίθο, τον Χριστό και συντρίφτηκαν οι ίδιοι. Χτύπησαν με μανία τη στέρεη Πέτρα, αλλά διαλύθηκαν σε αφρούς, όπως τα κύματα που κτυπούν στο βράχο. Χτύπησαν πάνω στο ανίκητο αμόνι και οι ίδιοι κομματιάστηκαν. Ανύψωσαν στο ξύλο του Σταυρού την πέτρα και αυτή κύλησε και τους θανάτωσε. Όπως οι Φιλισταίοι τον δυνατό Σαμψών, έδεσαν και αυτοί τον Ήλιο Χριστό, αυτός όμως έσπασε τις πανάρχαιες αλυσίδες και εξόντωσε τους αλλοφύλους και παράνομους. Έδυσε ο Θεός, ο Ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός, στη γη και πλάκωσε με πηχτό σκοτάδι τους Ιουδαίους.
2. Σήμερα ήλθε η σωτηρία σ’ αυτούς που βρίσκονται στη γη και σ’ αυτούς που απ’ την αρχή των αιώνων βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Σήμερα ήλθε η σωτηρία στον ορατό και αόρατο κόσμο. Σήμερα είναι διπλή η παρουσία του Δεσπότη Χριστού. Διπλή η φιλανθρωπία, διπλή η κατάβαση μαζί και συγκατάβαση, διπλή η επίσκεψη προς τους ανθρώπους. Κατεβαίνει ο Θεός από τον ουρανό στη γη κι από τη γη στα καταχθόνια. Ανοίγονται οι πύλες του Άδη. Χαρείτε όλοι εσείς που κοιμάσθε απ’ την αρχή των αιώνων. Υποδεχτείτε το μέγα φώς όσοι κάθεστε στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Ερχεται ο Δεσπότης ανάμεσα στους δούλους. Ερχεται ο Θεός ανάμεσα στους νεκρούς. Ερχεται η ζωή ανάμεσα στους θνητούς. Ερχεται ο αθώος ανάμεσα στους ενόχους. Ερχεται το φώς που δεν σβήνει ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Ερχεται ο ελευθερωτής ανάμεσα στους αιχμαλώτους. Ερχεται Αυτός που βρίσκεται πιο πάνω από τους ουρανούς, μεταξύ αυτών που βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Ήλθε ο Χριστός στη γη και πιστέψαμε. Κατέβηκε ο Χριστός στους νεκρούς, ας κατεβούμε μαζί Του κι ας δούμε τα μυστήρια που έγιναν εκεί. Ας γνωρίσουμε του κρυμμένου Θεού τα κρυμμένα θαυμάσια που έκαμε κάτω απ’ τη γη. Ας μάθουμε πως έλαμψε το κήρυγμα και στους κατοίκους του Άδη.
3. Τί συνέβη λοιπόν; Κατεβαίνοντας ο Θεός στον Άδη τους σώζει όλους χωρίς εξαίρεση; Όχι βέβαια, αλλά κι εκεί σώζει όσους πίστεψαν. Χθες είδαμε το έργο της σωτηρίας, σήμερα την εκδήλωση της εξουσίας. Χθες είδαμε την αδυναμία, σήμερα την κυριαρχία Του. Χθες φάνηκαν τα σημάδια της ανθρώπινης φύσεως Του, σήμερα της θεϊκής φύσεως. Χθες Τον ράπιζαν, σήμερα ραπίζει με την αστραπή της θεότητος τον χώρο του Άδη. Χθες τον έδεναν, σήμερα Αυτός δένει τον τύραννο – διάβολο με άλυτα δεσμά. Χθες καταδικαζόταν, σήμερα χαρίζει ελευθερία στους καταδίκους. Χθες Τον περιγελούσαν οι υπηρέτες του Πιλάτου, σήμερα οι θυρωροί του Άδη όταν Τον είδαν γέμισαν φρίκη.
4. Ακουσε όμως το πάθος του Χριστού, που ξεπερνά τη δύναμη του λόγου. Ακουσε και ύμνησε. Ακουσε και δόξασε του Θεού τα μεγάλα θαυμάσια. Πως υποχωρεί πλέον ο Μωσαϊκός Νόμος και ανθίζει η Χάρη του Χριστού. Πως τα σύμβολα και οι τύποι φεύγουν και διακηρύσσεται η αλήθεια. Πως χάνονται οι σκιές και ο ήλιος γεμίζει την οικουμένη. Πως η Παλαιά Διαθήκη αχρηστεύθηκε πια και πως η Καινή Διαθήκη επικυρώνεται. Πως τα παλιά πέρασαν και τα νέα άνθισαν. Δύο λαοί παραβρέθηκαν στη Σιών κατά το χρόνο του πάθους του Χριστού, ( ο Ιουδαϊκός μαζί με τον ειδωλολατρικό). Δύο βασιλιάδες, ο Πιλάτος και ο Ηρώδης. Δύο Αρχιερείς, ο Αννας και ο Καϊάφας. Έτσι τελούνται μαζί και τα δύο Πάσχα. Και παύει οριστικά το Ιουδαϊκό, αρχίζει δε το Χριστιανικό Πάσχα.
Το ίδιο βράδυ προσφέρονται δύο θυσίες, επειδή και δύο σωτηρίες – των ζωντανών και των νεκρών – έγιναν. Και ο μεν λαός των Ιουδαίων έδενε για να σφάξει τον Αμνό του Θεού, ο δε λαός των ειδωλολατρών γνώριζε το σαρκωμένο Θεό. Και οι μεν Ιουδαίοι αφού έδεναν τον Χριστό, τον έδιωχναν ( όπως τον αποδιοπομπαίο τράγο), ενώ οι ειδωλολάτρες τον υποδέχονταν με προθυμία. Έτσι, ταυτόχρονα, οι μεν Ιουδαίοι πρόσφεραν θυσία ζώου, οι δε ειδωλολάτρες θυσία του Θεού που φόρεσε ανθρώπινο σώμα.
5. Τη θυσία αυτού του Πάσχα οι μεν Ιουδαίοι την πρόσφεραν σε ανάμνηση της διαβάσεως τους από την Αίγυπτο, οι δε ειδωλολάτρες προανήγγελλαν με αυτή τη λύτρωση από την πλάνη των ειδώλων. Και πού συνέβαιναν αυτά; Στη Σιών, την πόλη του Βασιλέως του μεγάλου, στην οποία πραγματοποίησε τη σωτηρία του κόσμου στο κέντρο της γης, ο Ιησούς ο Υιός του Θεού που φανερώθηκε με τη γέννησή του ανάμεσα σε δύο ζώα (βόδι και γαϊδούρι). Ανάμεσα στις δύο υπάρξεις, της σαρκός και του πνεύματος, τις οποίες συμβόλιζαν τα δύο ζώα. Αυτός που φανερώθηκε ζωή, γεννημένος από τη ζωή, και χορηγός της ζωής. Που γεννήθηκε στη φάτνη, ανάμεσα σε αγγέλους και ανθρώπους. Που στάθηκε ανάμεσα στους δύο λαούς και τους ένωσε σαν λίθος ακρογωνιαίος. Αυτός που προφητεύθηκε μεταξύ του Νόμου και των Προφητών. Που εμφανίστηκε μεταξύ του Μωυσή και του Ηλία πάνω στο Θαβώρ. Που ανάμεσα στους δύο ληστές, αποκαλύφθηκε σαν Θεός στον ευγνώμονα Ληστή. Αυτός που κάθεται ως Κριτής αιώνιος εκεί που τελειώνει η παρούσα ζωή και αρχίζει η μέλλουσα. Και εμφανίζεται σήμερα μεταξύ των ζωντανών και των νεκρών, χαρίζοντας διπλή γέννηση μαζί και αναγέννηση. Και άκουσε τα περιστατικά και χειροκρότησε τα θαύματα της διπλής γεννήσεως του Χριστού.
6. Άγγελος ευαγγελίσθηκε στη Θεοτόκο Μαρία τη μητρική γέννηση του Χριστού και άγγελος έφερε στη Μαρία τή Μαγδαληνή το χαρμόσυνο άγγελμα της αναστάσεως του Χριστού από τον τάφο. Νύχτα γεννιέται ο Χριστός στη Βηθλεέμ και νύχτα πάλι στη Σιών ξαναγεννιέται από τους νεκρούς. Σε σπήλαιο από πέτρα γεννιέται ο Χριστός και σε σπήλαιο πάλι από πέτρα ξαναγεννιέται. Με σπάργανα καταδέχεται να τυλιχθεί και στη γέννηση και στην ταφή του. Εκεί δέχεται σμύρνα που του προσφέρουν οι Μάγοι και εδώ καταδέχεται σμύρνα και αλόη και ταφή από τα χέρια του Ιωσήφ και του Νικόδημου.
Εκεί τον υπηρετεί ο Ιωσήφ ο άνδρας της Μαρίας που δεν ήταν άνδρας της και εδώ ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Εκεί πρώτοι οι ποιμένες ευαγγελίζονται τη γέννηση του Χριστού, αλλά και ποιμένες πρώτοι απ’ όλους, οι Μαθητές του Χριστού, ευαγγελίσθηκαν την αναγέννηση του από τους νεκρούς. Εκεί ο Αγγελος φώναξε στην Παρθένο το «χαίρε» και εδώ ο Χριστός, ο Αγγελος της μεγάλης αποφάσεως «χαίρετε» φώναξε στις Μυροφόρες. Στην πρώτη του γέννηση ο Χριστός, ύστερα από σαράντα ημέρες, μπήκε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, στο Ναό, και πρόσφερε στο Θεό, σαν πρωτότοκος, ένα ζευγάρι τρυγόνια. Αλλά και κατά την αναγέννηση του από τους νεκρούς ο Χριστός, ύστερα από σαράντα ημέρες αναλήφθηκε στην άνω Ιερουσαλήμ, την οποία δεν είχε αποχωριστεί, στα πραγματικά Άγια των Αγίων, σαν άφθαρτος πρωτότοκος από τους νεκρούς, και πρόσφερε στο Θεό Πατέρα δύο πάναγνα τρυγόνια:τη ψυχή και τη σάρκα τη δική μας. Και εκεί πάνω τον υποδέχτηκε ο Συμεών, ποιός; « Ο παλαιός των ημερών», ο προαιώνιος Θεός, σαν σε αγκαλιά, μέσα στον κόλπο του, απερίγραπτα από γλώσσα ανθρώπινη. Εάν δε όλα αυτά τα ακούς σαν μύθο και όχι με αληθινή πίστη, τότε σε κατηγορούν οι απαραβίαστες σφραγίδες του Δεσποτικού μνήματος της Αναστάσεως του Χριστού. Γιατί, όπως ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο, αφήνοντας σφραγισμένες τις κλειδαριές της παρθενίας, αυτές που είναι τοποθετημένες εκ φύσεως σ’ όλες τις γυναίκες και τις ανοίγει η μητρότητα, έτσι ακριβώς έγινε και η εκ νεκρών Ανάσταση του Χριστού, χωρίς να ανοίξουν οι σφραγίδες του τάφου.
7. Πώς δε και πότε και από ποιον ενταφιάζεται ο Χριστός, η ζωή; Ας ακούσουμε τι λένε τα ιερά γράμματα: « Όταν βράδιασε, ήρθε ένας πλούσιος άνθρωπος, που λεγόταν Ιωσήφ. Αυτός τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού» (Ματθ. 27, 57, Μαρκ. 15, 43). Παρουσιάστηκε θνητός στο θνητό, ζητώντας να πάρει τον Θεόν των ανθρώπων! Ο πηλός ζητά από τον πηλό να πάρει τον Πλάστη των όλων! Το χορτάρι από το χορτάρι, να πάρει την ουράνια φωτιά! Η τιποτένια σταγόνα ζητά από την άλλη σταγόνα να της δώσει τόν ωκεανό! Ποιός είδε; Ποιός άκουσε ποτέ αυτό το ανήκουστο; Ένας άνθρωπος να χαρίζει στόν άλλο τον Ποιητή των όλων! Ένας κριτής άκριτος τον Κριτή των κριτών, να επιτρέπει σαν κατάδικο να τον θάψουν! Όταν, λοιπόν, βράδιασε, ήρθε ένας πλούσιος άνθρωπος, ονομαζόμενος Ιωσήφ. Πραγματικά πλούσιος, εφόσον πήρε ολόκληρη την υπόσταση του Κυρίου. Αληθινά πλούσιος, εφόσον έλαβε από τον Πιλάτο την διπλή ύπαρξη του Χριστού. Πλούσιος, γιατί αξιώθηκε να πάρει τον πολύτιμο μαργαρίτη. Πραγματικά πλούσιος, γιατί πήρε στα χέρια του θησαυροφυλάκιο, που ήταν γεμάτο με το θησαυρό της θεότητος! Πώς να μην είναι πλούσιος, αυτός που απόκτησε τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου; Πώς να μην είναι πλούσιος ο Ιωσήφ, αφού δέχτηκε σαν δώρο Αυτόν που τρέφει και κυβερνά τους πάντας; « Όταν δε βράδιασε». Αρα είχε δύσει πια στον Άδη ο ήλιος της δικαιοσύνης. Γι αυτό ήρθε ένας πλούσιος άνθρωπος, λεγόμενος Ιωσήφ, από την Αριμαθαία, που έμενε κρυμμένος γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους. Μαζί του ήρθε και ο Νικόδημος, που είχε επισκεφθεί τον Ιησού κάποια νύχτα ( Ιωαν. 3, 1-2, 19, 39).
8. Ω μυστήρια, πιο απόκρυφα από όλα τα μυστήρια! Δύο κρυφοί μαθητές έρχονται να κατακρύψουν τον Ιησού στον τάφο. Και με τη δική τους απόκρυψη, διδάσκονται το κρυμμένο στον Αδη μυστήριο του Θεού που κρύφτηκε κάτω από τη σάρκα, ξεπερνώντας ο ένας τον άλλο στη θερμή διάθεση προς τον Χριστό. Ο μεν Νικόδημος μεγαλόδωρος στην προσφορά της σμύρνας και της αλόης, ο δε Ιωσήφ αξιέπαινος για την τόλμη και το θάρρος που έδειξε απέναντι στον Πιλάτο. Γιατί αφού πέταξε από πάνω του κάθε φόβο, παρουσιάστηκε με τόλμη στον Πιλάτο, ζητώντας το σώμα του Ιησού. Όταν δε παρουσιάστηκε, φέρθηκε με πολλή εξυπνάδα, για να πετύχει το σκοπό του. Γι αυτό δεν χρησιμοποιεί, μιλώντας στον Πιλάτο, υπερήφανες εκφράσεις, μήπως τον κάνει να θυμώσει και χάσει το αίτημά του. Ούτε του λέει, δος μου το σώμα του Ιησού, που σκοτείνιασε πριν λίγο τον ήλιο, που έσχισε τις πέτρες, που άνοιξε τη γη και έσχισε στα δύο το καταπέτασμα του ναού. Τίποτε τέτοιο δεν λέει στον Πιλάτο. Αλλά τι του λέει;
9. Ένα μηδαμινό αίτημα, άρχοντά μου, και μικρό για όλους ήρθα να σου ζητήσω. Δος μου να θάψω το νεκρό σώμα εκείνου, που συ καταδίκασες σε θάνατο, του Ιησού του Ναζωραίου, του Ιησού του ξένου, του Ιησού του φτωχού, του Ιησού του αστέγου, του Ιησού που κρέμμεται γυμνός, του Ιησού, του γιού του περιφρονημένου μαραγκού, του δεμένου, που βρίσκεται εκτεθειμένος στο ύπαιθρο, του ξένου και αγνώριστου ανάμεσα στους ξένους και κοντά σ’ όλα αυτά βρίσκεται κρεμμασμένος και αξιοκαταφρόνητος.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί ήρθε εδώ από μακρινή χώρα, για να σώσει τον άνθρωπο, τον ξενιτεμένο από την ουράνια πατρίδα του.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί κατέβηκε στη σκοτεινή γη, για να ανυψώσει τον ξένο.
Δος μου αυτόν τον ξένο, επειδή, μόνο αυτός είναι πραγματικά ξένος.
Δος μου αυτόν τον ξένο, του Οποίου τη χώρα δεν γνωρίζουμε εμείς οι ξενιτεμένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, του Οποίου τον Πατέρα, δεν ξέρουμε εμείς οι αποξενωμένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, του Οποίου τον τρόπο και τον τόπο αγνοούμε εμείς οι ξένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που έζησε τη ζωή και το βίο του ξενητεμένου, ανάμεσα στους ξενητεμένους.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που δεν έχει εδώ που να γύρει το κεφάλι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν ξένος ανάμεσα στους ξένους, άστεγος, γεννήθηκε στη φάτνη.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν βρέφος ακόμη από τη φάτνη, έφυγε για να σωθεί από τον Ηρώδη.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που από τα σπάργανά του ακόμη ξενιτεύθηκε στην Αιγυπτο.
Δος μου αυτόν, που δεν είχε ούτε πόλη, ούτε χωριό, ούτε σπίτι, ούτε καμιά μόνιμη κατοικία, ούτε κανένα συγγενή. Αλλά σε ξένη χώρα κατοίκησε μαζί με τη μητέρα Του, αυτός που κατέχει τα πάντα.
Άρχοντά μου, επίτρεψε μου να σκεπάσω αυτόν που κρέμμεται γυμνός στο ξύλο του Σταυρού, γιατί Αυτός σκέπασε της δικής μου φύσεως τη γυμνότητα.
Δος μου να θάψω αυτόν το νεκρό, ο Οποίος έθαψε την αμαρτία μου στα νερά του Ιορδάνη. Για ένα νεκρό σε ικετεύω, που αδικήθηκε από όλους, που προδόθηκε από το μαθητή του, που εγκαταλείφθηκε από τους φίλους του, που διώχθηκε από τα αδέλφια του που τον έδειρε ο δούλος του!
Για ένα νεκρό σε παρακαλώ, ο Οποίος καταδικάστηκε από αυτούς που ο ίδιος ελευθέρωσε από τη σκλαβιά, πληγώθηκε από αυτούς που θεράπευσε, εγκαταλείφθηκε από τους Μαθητές Του, στερήθηκε την ίδια τη Μητέρα του!
Για ένα νεκρό σε δυσωπώ Πιλάτε, που κρέμμεται στο Σταυρό. Δεν έχει κανένα να του συμπαρασταθεί. Δεν έχει πατέρα στη γη, δεν έχει φίλο, δεν έχει μαθητή, ούτε συγγενή, ούτε κανένα για να τον θάψει, αλλά είναι μόνος, μονογενής Υιός του μόνου Πατρός, Θεός στον κόσμο αυτό και κανείς άλλος.
10. Με τέτοια λόγια παρακάλεσε ο Ιωσήφ και ο Πιλάτος διέταξε να του δοθεί το σώμα του Ιησού. Ήρθε λοιπόν, στο Γολγοθά και αποκαθήλωσε τον σαρκοφόρο Θεό από το Σταυρό και ξάπλωσε πάνω στο χώμα γυμνό το σώμα του Θεού! Και να τώρα, φαίνεται ξαπλωμένος κάτω, Αυτός που ανέσυρε όλους επάνω, και μένει για λίγο χωρίς πνοή, Αυτός που είναι όλων η ζωή και η πνοή.
Φαίνεται αόμματος, Αυτός που δημιούργησε τα πολυόμματα Χερουβίμ. Βρίσκεται ξαπλωμένος, Αυτός που είναι η Ανάσταση όλων. Νεκρώνεται σωματικά ο Θεός, Αυτός που ανασταίνει τους νεκρούς. Και σωπαίνει κατά το σώμα η βροντή του Θεού Λόγου. Και ανθρώπινες παλάμες σηκώνουν Αυτόν που κρατά στη παλάμη Του ολόκληρη τη γη!
Άραγε, Ιωσήφ, αφού ζήτησες και έλαβες ξέρεις καλά Ποιόν πήρες; Άραγε αφού πλησίασες το Σταυρό και αποκαθήλωσες τον Ιησού, ξέρεις καλά ποιόν κράτησες στα χέρια σου; Αν πραγματικά κατάλαβες, τώρα έγινες πλούσιος! Γιατί πώς αλλιώς κάνεις αυτή τη θεόσωμη και φρικωδέστατη κηδεία του Ιησού;
Αξιέπαινος βέβαια ο πόθος σου. Αλλά περισσότερο αξιέπαινος ο τρόπος της ψυχής σου. Δεν φρίττεις, άραγε, καθώς σηκώνεις στα χέρια σου, Αυτόν που φρίττουν τα Χερουβίμ;
Με πόσο φόβο, λοιπόν, θα απογύμνωνες το θείο αυτό σώμα από το λίγο ρούχο που το σκέπαζε; Και με πόση ευλάβεια θα έκλεινες τα μάτια, τρομάζοντας να κυτάζεις τη σωματική φύση του υπερ φύσιν Θεού;
11. Πες μου, λοιπόν, Ιωσήφ, άραγε έθαψες στραμμένο προς ανατολάς, όπως όλους τους νεκρούς, τον Ιησού, την ανατολή των ανατολών; Έκλεισες με τα δάκτυλά σου, όπως κάνουμε στους νεκρούς, τα μάτια του Ιησού, που άνοιξε τα μάτια του τυφλού με το άγιο δάκτυλό Του; Έκλεισες το στόμα Εκείνου που άνοιξε του κωφάλαλου το στόμα; Έδεσες τα χέρια Εκείνου, που άπλωσε τα παράλυτα χέρια; Έδεσες και τα πόδια του Ιησού, που χάρισε το περπάτημα στα ακίνητα πόδια; Μήπως σήκωσες επάνω σε νεκροκράββατο, Αυτόν που διέταξε τον παράλυτο να σηκώσει το κρεββάτι του; Μήπως περιέχυσες με μύρα, Αυτόν που άδειασε τον εαυτό του σαν ουράνιο μύρο και ανακαίνισε τον κόσμο; Τόλμησες, άραγε να σφογγίσεις την αιμορροούσα θεόσωμη πλευρά του Ιησού, του Θεού που θεράπευσε τη δυστυχισμένη εκείνη αιμορροούσα; Έπλυνες με νερό το σώμα του Θεού, που ξέπλυνε όλων τις αμαρτίες και χάρισε την κάθαρση; Και τι είδους λαμπάδες άναψες για το φως το αληθινό, που φωτίζει κάθε άνθρωπο; Έψαλλες, άραγε και επιτάφια άσματα σ’ Εκείνον που υμνούν ακατάπαυστα όλες οι αγγελικές δυνάμεις; Έχυσες δάκρυα για τον Ιησού, που δάκρυσε και ανάστησε το νεκρό φίλο του Λάζαρο; Θρήνησες Αυτόν, που δώρησε σ’ όλους τη χαρά και σταμάτησε τη λύπη της Εύας;
12. Όμως μακαρίζω, Ιωσήφ, τα χέρια σου που ψηλάφησαν τα θεόσωμα χέρια και τα πόδια του Ιησού, που έσταζαν ακόμη αίμα. Μακαρίζω τα χέρια σου, που άγγιξαν την πλευρά του Θεού, νωρίτερα από τα χέρια του πιστού Θωμά με τήν αξιέπαινη περιέργεια. Μακαρίζω το στόμα σου, που χόρτασε αχόρταγα και ενώθηκε με το στόμα του Ιησού και γέμισε από αυτό με Άγιο Πνεύμα. Μακαρίζω τα μάτια σου, που ήλθαν σε επαφή με τα μάτια του Ιησού και πήραν από αυτά το φως το αληθινό. Μακαρίζω το πρόσωπό σου, που πλησίασε το πρόσωπο του Ιησού. Μακαρίζω τους ώμους σου, που σήκωσαν Αυτόν που σήκωσε όλους. Μακαρίζω το κεφάλι σου, που το άγγιξε ο Ιησούς η κεφαλή όλων. Μακαρίζω τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, γιατί έγιναν Χερουβίμ προ των Χερουβίμ, καθώς σήκωσαν και κράτησαν πάνω τους τον Θεό. Πριν από τα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, έγιναν υπηρέτες του Θεού, καθώς σκέπασαν και τίμησαν τον Χριστό όχι με φτερά, αλλά με σεντόνια. Αυτόν που τρέμουν τα Χερουβίμ, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος τον σηκώνουν στους ώμους και τον μεταφέρουν μαζί με όλες τις στρατιές των αγγέλων.
13. Ήλθε ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος. Συνεπώς ήρθε μαζί τους και όλος ο χορός των αγγέλων. Προφθάνουν τα Χερουβίμ, συντρέχουν τα Σεραφίμ, υποβαστάζουν οι Θρόνοι, σκεπάζουν μαζί τα Εξαπτέρυγα και φρίττουν τα Πολυόμματα, καθώς βλέπουν τον Ιησού αόμματο κατά το σώμα. Συγκαλύπτουν οι Δυνάμεις, ψάλλουν οι Αρχές, φρίττουν οι τάξεις και πέφτουν σε έκσταση οι αγγελικές δυνάμεις, μένουν έκθαμβες και ρωτούν με μεγάλη απορία: Τί είναι αυτός ο φοβερός λόγος, και φόβος και τρόμος και τρόπος; Τί είναι αυτό το μέγα και παράδοξο και ακατάληπτο θέαμα; Αυτός που εμείς πάνω οι ασώματοι δεν τολμούμε να τον κοιτάξουμε από φρίκη, εδώ κάτω στη γη φαίνεται άνθρωπος γυμνός και νεκρός! Αυτόν που τα Χερουβίμ στέκονται μπροστά Του με πολλή ευλάβεια, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος τον κηδεύουν με θάρρος. Πότε κατέβηκε στη γη Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον ουρανό; Πώς βγήκε έξω Αυτός που βρίσκεται μέσα; Πώς ήρθε και περιορίστηκε στη γη, Αυτός που γεμίζει τα πάντα με την παρουσία του; Πώς γυμνώθηκε Αυτός που φόρεσε όλους; Αυτός που βρίσκεται αδιάκοπα στον ουρανό σαν Θεός μαζί με τον Πατέρα, τώρα ζει συνεχώς κάτω στη γη μαζί με τη Μητέρα του σαν αληθινός άνθρωπος! Και Αυτός που ουδέποτε εμφανίστηκε σαν Θεός στους ανθρώπους, πώς τώρα εμφανίζεται σαν άνθρωπος ταυτόχρονα και φιλάνθρωπος;
14. Πώς έγινε ορατός ο αόρατος; Πώς ο άυλος έλαβε σάρκα; Πώς έπαθε ο απαθής; Πώς ο Κριτής στάθηκε σε κριτήριο; Πώς η ζωή γεύθηκε θάνατο; Πώς ο αχώρητος χώρεσε σε τάφο; Πώς κατοικεί στο μνήμα, Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον κόλπο τον Πατρικό; Πώς εισέρχεται από την πύλη του σπηλαίου, Αυτός που δεν άνοιξε τις πύλες των ουρανών; Πώς άνοιξε τις πύλες του Παραδείσου, ενώ δεν έσπασε τις πύλες της Παρθένου; Πώς συνέτριψε τις πύλες του Άδη, ενώ δεν άνοιξε τις πύλες του υπερώου, όπου τον περίμενε ο Θωμάς; Πώς άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της Βασιλείας των ουρανών, ενώ τις πύλες και τις σφραγίδες του τάφου τις άφησε να ανοίξουν μόνες τους; Πώς συγκαταλέγεται με τους νεκρούς, Αυτός που είναι ελεύθερος ανάμεσα στους νεκρούς; Πώς το ανέσπερο φώς, έρχεται στο σκοτάδι και στη σκιά; Πού πηγαίνει; Πού κατεβαίνει Αυτός που δεν έχει τη δύναμη να τον κρατήσει ο θάνατος; Ποιός ο λόγος; Ποιός ο τρόπος; Ποιός είναι ο σκοπός της καθόδου του στον Άδη; Μήπως κατεβαίνει για να ανεβάσει τον Αδάμ τον κατάδικο και σύνδουλό μας; Πραγματικά! Πορεύεται οπωσδήποτε να αναζητήσει το πρωτόπλαστο και χαμένο πρόβατο και θέλει να επισκεφθεί αυτούς που βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου. Οπωσδήποτε πορεύεται να ελευθερώσει απο τους πόνους τον αιχμάλωτο Αδάμ και τη συναιχμάλωτη Εύα ο Θεός και υιός τους.
15. Ας κατεβούμε μαζί με τον Χριστό, ας συγχορέψουμε, ας σπεύσουμε, ας κάνουμε γρήγορα, βλέποντας τη συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, την απελευθέρωση των καταδίκων που κάνει ο αγαθός Κύριος. Γιατί πορεύεται Αυτός που από τη φύση Του είναι φιλάνθρωπος, να αποφυλακίσει τους πανάρχαιους δεσμώτες, με ανδρεία και πολλή δύναμη , αυτούς που βρίσκονται στους τάφους, που κατάπιε τυραννικά ο πικρός και ανήμερος τύραννος, αφού τους υπέταξε και ως ληστής τους άρπαξε από την αγκαλιά του Θεού.
Εκεί βρίσκεται δέσμιος ο Αδάμ, ο πρωτόπλαστος και πρώτος απέθανε, και είναι πιο κάτω από όλους τους καταδίκους. Εκεί βρίσκεται ο Αβελ ο ποιμένας, ο πρώτος δίκαιος και το πρώτο αθώο θύμα, ο τύπος της άδικης σφαγής του Ποιμένα Χριστού. Εκεί ο Νώε, ο τύπος της μεγάλης κιβωτού του Χριστού, ο κατασκευαστής της Εκκλησίας του Θεού, η οποία με το περιστέρι του Αγίου Πνεύματος, διέσωσε όλα τα θηριώδη έθνη από τον κατακλυσμό της ασεβείας και έδιωξε από αυτήν τον μαύρο κόρακα τον ζοφερό διάβολο. Εκεί είναι και ο Αβραάμ, ο πρόγονος του Χριστού και θύτης του γιου του, που πρόσφερε στον Θεό την υπέροχη, με μαχαίρι και χωρίς μαχαίρι, με θάνατο και χωρίς θάνατο, θυσία. Εκεί βρισκόταν δέσμιος και ο Ισαάκ, ο παλαιός τύπος του Χριστού, ο δεμένος για τη θυσία από τον Αβραάμ. Εκεί και ο Ιακώβ καταλυπημένος στον Άδη, όπως πριν ήταν καταλυπημένος επάνω στη για τον Ιωσήφ. Εκεί ο φυλακισμένος Ιωσήφ, που φυλακίστηκε στην Αίγυπτο και προτύπωνε τον Χριστό, δεσμώτης και δεσπότης. Εκεί κάτω στα σκοτεινά ο Μωυσής, όπως κάποτε μέσα στο σκοτεινό πισωμένο καλάθι επάνω στη γη. Εκεί ο προφήτης Δανιήλ μέσα στον κατώτατο του Αδη, όπως όταν ζούσε μέσα στο λάκκο των λεόντων. Εκεί και ο προφήτης Ιερεμίας, μέσα στον λάκκο του Άδη και της φθοράς του θανάτου, όπως κάποτε ήταν ριγμένος από τους συμπατριώτες του μέσα στο λάκκο του βορβόρου. Εκεί μέσα στο στόμα του Άδη που καταπίνει τον κόσμο και ο προφήτης Ιωνάς, εικονίζοντας τον αιώνιο Χριστό.
Εκεί και ο Θεοπάτωρ Δαβίδ, από τον οποίο κατά σάρκα γεννήθηκε ο Χριστός. Και γιατί αναφέρω μόνο τον Δαβίδ, τον Ιωνά και τον Σολομώντα; Εκεί βρισκόταν και ο βαπτιστής Ιωάννης, ο μεγαλύτερος από όλους τους προφήτες, σαν μέσα από σκοτεινή μήτρα προαναγγέλοντας σ’ όλους τους αιχμαλώτους του Άδη τον Χριστό, ο διπλός Πρόδρομος και κήρυκας σε ζωντανούς και νεκρούς.
Αυτός από τη φυλακή του Ηρώδη στάλθηκε – με τον αποκεφαλισμό του – στην πανανθρώπινη φυλακή του Άδη, στους κεκοιμημένους από αιώνες δικαίους και αδίκους.
16. Από εκεί, απ’ τόν Άδη, όλοι οι προφήτες καί οι δίκαιοι ικέτευαν τόν Θεό μέ ενδόμυχες καί αδιάκοπες προσευχές, ζητώντας λύτρωση από τήν καταπονεμένη, σκυθρωπή, εξουσιαζόμενη από τόν εχθρό διάβολο, ζοφερή καί κατασκότεινη ατελείωτη νύχτα. Καί ο μέν ένας έλεγε πρός τόν Θεό· « Από τήν κοιλιά τού Άδη άκουσε τήν κραυγή τής φωνής μου» (Ιωνάς 2,3). Αλλος φώναζε· «Μέσα απ’ τά βάθη τής καρδιάς μου έκραξα πρός Εσένα, Κύριε. Κύριε άκουσε τή φωνή μου»( Ψαλμ. 129,1-2).
Ένας άλλος ικέτευε· «Φανέρωσε τό πρόσωπό Σου σέ μάς καί θά σωθούμε». Αλλος παρακαλούσε· « Εσύ πού κάθεσαι πάνω στό Χερουβικό θρόνο, φανερώσου σέ μάς».Κάποιος άλλος δεόταν: «Κύριε, οπλίσου μέ τήν αήττητη δύναμη σου καί έλα νά μάς σώσεις». Αλλος παρακαλούσε θρηνητικά: «Κύριε, άς μάς λυπηθεί καί άς προφθάσει η ευσπλαχνία Σου». Αλλος έκραζε: « Σώσε τή ψυχή μου απ’ τά κατάβαθα τού Άδη». Αλλος φώναζε: «Κύριε, βγάλε τη ψυχή μου από τόν Άδη». Ένας άλλος παρακαλούσε: «Κύριε, μή εγκαταλείψεις τή ψυχή μου στόν Άδη». Καί άλλος ακόμη ικέτευε· « Ας ανεβεί η ζωή μου από τήν απώλεια εδώ κάτω πρός Εσένα, Κύριε καί Θεέ μου»( Ιωνά 2,7).
Ολους αυτούς άκουσε ο πολυεύσπλαγχνος Θεός, καί δέν έκρινε δίκαιο νά προσφέρει τή φιλανθρωπία Του μόνο σ’ αυτούς πού έζησαν καί βρίσκονταν μαζί του, αλλά καί σ’ όλους τούς άλλους πού έμενα αιχμάλωτοι στόν Άδη, στό σκοτάδι καί στή σκιά τού θανάτου προτού έλθει ο ίδιος.
Καί γι’ αυτό αυτούς πού ζούσαν πάνω στή γή τούς επισκέφθηκε ο Θεός Λόγος μέ τό έμψυχο σώμα. Στίς δέ ψυχές πού είχαν αφήσει τό σώμα τους στή γή φανερώθηκε μέ τήν ένθεη και αχραντη ψυχή Του στόν Άδη, χωρίς τό σώμα, όχι όμως καί χωρίς τη Θεότητά Του.
17. Ας τρέξουμε λοιπόν γρήγορα με το νου κι ας βαδίσουμε στον Άδη, για να δούμε πως εκεί με πανίσχυρη δύναμη νικά ολοκληρωτικά τον τύραννο των σκλαβωμένων ψυχών και πως με μεγάλη πανστρατιά, με τη λάμψη Του αιχμαλωτίζει χωρίς χέρια τις αθάνατες φάλαγγες των δαιμόνων. Σηκώνει από τη μέση πύλες χωρίς πόρτες και πύλες που δεν είναι ξύλινες τις σπάζει με το Σταυρό του ο Χριστός. Και με τα θεϊκά καρφιά συντρίβει αιώνιους μοχλούς. Και με τα δεσμά των θεϊκών χεριών Του λειώνει σαν κερί τις άλυτες αλυσίδες. Και με τη λόγχη που χτύπησε τη θεϊκή πλευρά Του, διατρυπά την άσαρκη καρδιά του τυράννου. Εκεί συντρίβει τη δύναμη των τόξων του, όταν τέντωσε σαν τόξο επάνω στο Σταυρό τα θεϊκά Του χέρια. Γι’ αυτό, αν ακολουθήσεις με ησυχία τον Χριστό, θα δεις τώρα, που έδεσε τον τύραννο και που κρέμασε το κεφάλι του. Πως ανέσκαψε τη φυλακή του Άδη και ελευθέρωσε τους φυλακισμένους. Πως πάτησε το αρχαίο φίδι και που κρέμασε το κεφάλι του. Πως ελευθέρωσε τον Αδάμ και πως ανέστησε την Εύα. Πως γκρέμισε τον μεσότοιχο, και που καταδίκασε τον φαρμακερό δράκοντα. Που θανάτωσε τον θάνατο. Πως έφθειρε τη φθορά και πως επανέφερε τον άνθρωπο στο πρώτο βασιλικό του αξίωμα.
18. Εκείνος που χθες, μέσα στην άπειρη συγκατάβασή του δεν καλούσε να τον βοηθήσουν οι λεγεώνες των Αγγέλων, λέγοντας στον Πέτρο, ότι είναι στο χέρι μου να παρατάξω τώρα αμέσως, περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων (Ματθ. 26, 53), σήμερα κατέρχεται με τον θάνατό Του κατά του Άδου και του θανάτου, του τυράννου, όπως ταιριάζει σε Θεό και Κυρίαρχο, επί κεφαλής των αθανάτων και ασωμάτων στρατευμάτων και των αοράτων ταγμάτων, όχι με δώδεκα μόνο λεγεώνες, αλλά με μύριες μυριάδες και χίλιες χιλιάδες Αγγέλων, Αρχαγγέλων, Εξουσιών, Θρόνων, Εξαπτερύγων, Πολυομμάτων, ουρανίων ταγμάτων, τα οποία, ως Βασιλέα και Κύριό τους, προπέμπουν, δορυφορούν και τιμούν τον Χριστό. Όχι, ότι συμμαχούν και συμπολεμούν μαζί Του. Όχι, ποτέ! Γιατί από ποια συμμαχία έχει ανάγκη ο παντοδύναμος Χριστός; Τον συνοδεύουν γιατί χρωστούν πάντοτε και ποθούν να είναι κοντά στον Θεό τους. Οι άγγελοι έτρεχαν σαν δορυφόροι οπλίτες, ωπλισμένοι με ξίφη και σαν αστραπόμορφοι κεραυνοβόλοι, ωπλισμένοι με τους θεϊκούς και παντοδύναμους κεραυνούς του Βασιλιά τους, οι οποίοι πρόφθαιναν με πολύ ζήλο και ξεπερνούσαν ο ένας τον άλλο στη γρηγοράδα, υπακούοντας στο θεϊκό μόνο νεύμα και κάνοντας έργο και πράξη τη διαταγή και στεφανωμένοι με το στέφανο της νίκης κατά της παρατάξεως των εχθρών και τυράννων. Γι αυτό και κατέβαίνουν στα υποχθόνια δεσμωτήρια των πανάρχαιων νεκρών, που ήταν μέσα στην καρδιά του Άδη και βαθύτερα απ’ όλη τη γη, για να βγάλουν από εκεί μέσα τους αλυσοδεμένους και από αιώνες τώρα κεκοιμημένους.
19. Μόλις δε φάνηκε στα κλεισμένα απ’ όλες τις πόρτες, τα ανήλια και κατασκότεινα δεσμωτήρια, στα υπόγεια και τα σπήλαια του Άδη η θεϊκή και λαμπρή παρουσία του Κυρίου, προβαίνει εμπρός απ’ όλους ο αρχιστράτηγος Γαβριήλ, επειδή είχε συνηθίσει να φέρνει χαράς ευαγγέλια στους ανθρώπους, και με φωνή δυνατή, αρχαγγελικότατη, έντονη και λιονταρίσια φωνάζει προς τις αντίπαλες δυνάμεις: «άρατε πύλας οι άρχοντες υμών». Και μαζί του φωνάζει ο Μιχαήλ: «γκρεμισθήτε προαιώνιες πύλες». Έπειτα οι Δυνάμεις συμπληρώνουν: «κάνετε πέρα παράνομοι θυρωροί». Οι δε Εξουσίες διατάζουν με εξουσία: «Σπάστε άλυτες αλυσίδες». Κι ένας άλλος Αρχάγγελος προσθέτει: «Αίσχος σε σας, ανάλγητοι τύραννοι».
Και καθώς συμβαίνει όταν παρουσιασθεί μια φοβερή, αήτητη και παντοδύναμη βασιλική στρατιωτική παράταξη, φρίκη μαζί και τρόμος και ταραχή και οδυνηρός φόβος κυριεύει τους εχθρούς του ακαταγώνιστου Στρατηγού, το ίδιο έγινε ξαφνικά, μόλις παρουσιάσθηκε τόσο παράδοξα ο Χριστός στα καταχθόνια του Άδη. Από επάνω μια δυνατή αστραπή τύφλωνε τα πρόσωπα των εχθρικών δυνάμεων του Άδη και ταυτόχρονα ακούονταν βροντερές στρατιωτικές φωνές που διέταζαν: «Αρατε πύλας, όχι ανοίξετε, αλλά ξερριζώστε τις από τα θεμέλια, βγάλτε τις τελείως από τον τόπο τους, ώστε να μη μπορούν πιά να ξανακλείσουν. Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών, όχι γιατί δεν μπορεί να τις ανοίξει ο Κύριός μας, που όταν θέλει, διατάζει και μπαίνει με κλεισμένες τις πόρτες, αλλά σας διατάζει, σαν δραπέτες δούλους, να σηκώσετε και να μεταφέρετε αυτές τις προαιώνιες πύλες. Γιά τούτο και δεν διατάζει τους όχλους σας, αλλά σας που παρουσιάζεσθε σαν αρχηγοί τους: άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών» (Ψαλμ. 23´ 7-10).
Από τώρα και έπειτα δε θα είστε πια άρχοντες κανενός, παρόλο που κάκιστα κυριαρχήσατε πάνω στους μέχρι τώρα κεκοιμημένους. Ούτε αυτών θα είστε πλέον άρχοντες, ούτε άλλων, ούτε των εαυτών σας ακόμη. Αρατε πύλας, γιατί ήρθε ο Χριστός, η ουράνια θύρα. Ανοίξτε δρόμο σ’ Αυτόν που έβαλε το πόδι Του στη φυλακή του Άδη. Το όνομά του είναι Κύριος και ο Κύριος έχει το δικαίωμα και τη δύναμη να περάσει τις πύλες του θανάτου. Γιατί την μεν είσοδο του θανάτου τη φτιάξατε σεις, Αυτός δε ήρθε για να επιτύχει το πέρασμά της. Γι αυτό ανοίξτε γρήγορα και μη αργοπορείτε. Ανοίξτε και κάντε γρήγορα. Ανοίξτε και μη αναβάλλετε. Αν νομίζετε πως θα σας περιμένουμε, κάνετε λάθος. Θα διατάξουμε τις ίδιες τις πύλες να ανοίξουν αυτομάτως και χωρίς να βάλουμε χέρι: Ανοίξτε πύλες αιώνιες!
20. Και μόλις οι αγγελικές δυνάμεις εβόησαν, την ίδια στιγμή άνοιξαν οι πύλες! Την ίδια στιγμή έσπασαν οι αλυσίδες και οι μοχλοί. Έπεσαν τα κλειδιά και συγκλονίσθηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Οι εχθρικές δυνάμεις ετράπησαν σε άτακτη φυγή, ο ένας έσπρωχνε τον άλλο, άλλος μπερδευόταν στα πόδια του άλλου και καθένας φώναζε στο διπλανό του να φεύγει γρήγορα. Έφριξαν, συγκλονίσθηκαν, τα έχασαν, ταράχθηκαν, άλλαξε το χρώμα τους, φοβήθηκαν, στάθηκαν και απόρησαν, απόρησαν και τρόμαξαν. Ο ένας έμεινε με ανοιχτό στόμα. Αλλος έκρυψε το πρόσωπο μέσα στα γόνατά του. Αλλος έπεσε κάτω, παγωμένος από το φόβο. Αλλος στάθηκε ακίνητος, σαν νεκρός. Αλλος κυριεύθηκε από δέος και άλλος έτρεξε να σωθεί σε βαθύτερο μέρος.
21. Την ώρα αυτή ο Χριστός αποκεφάλισε τους σαστισμένους τυράννους. Τότε χαλάρωσαν τα χαλινάρια τους και ρωτούσαν: «Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης; Ποιός είναι αυτός που ήρθε εδώ, κάνοντας τόσα παράδοξα πράγματα; Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης, που κατορθώνει τώρα στον Άδη, αυτά που δεν έγιναν ποτέ; Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης, που βγάζει από εδώ τους προαιώνιους φυλακισμένους; Ποιός είναι αυτός που διέλυσε και κατέλυσε το αήτητο κράτος και το θράσος μας; »
Σ’ αυτούς απαντούσαν οι δυνάμεις του Κυρίου και τους έλεγαν: «Θέλετε να μάθετε ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης; Είναι ο Κύριος, ο κραταιός και δυνατός, ο Κύριος, ο δυνατός και πανίσχυρος και αήττητος στον πόλεμο. Είναι εκείνος, ελεεινοί και παράνομοι τύραννοι, που σας εξόρισε και σας έρριξε κάτω από τις ουράνιες αψίδες. Είναι αυτός που συνέτριψε μέσα στα νερά του Ιορδάνη τις κεφαλές των δρακόντων σας. Είναι εκείνος που πάνω στο Σταυρό του σας έκανε θέατρο, σας διαπόμπευσε και σας αφαίρεσε κάθε δύναμη. Είναι αυτός που σας έδεσε και σας έρριξε στο ζόφο και στην άβυσσο. Αυτός είναι που θα σας εξοντώσει τελειωτικά μέσα στην αιώνια φωτιά και τη γέεννα. Μην αργείτε, μην περιμένετε, αλλά τρέξτε γρήγορα και βγάλτε τους φυλακισμένους, τους οποίους μέχρι τώρα κακώς έχετε καταπιεί. Από εδώ κι εμπρός καταλύεται το κράτος σας. Καταργείται η τυραννική εξουσία σας. Η αλαζονεία σας καταπατήθηκε οικτρά. Η υπερήφανη καύχησή σας ξεκουρελιάσθηκε. Η δύναμή σας έσβησε και χάθηκε για πάντα»
22. Αυτά φώναζαν οι νικήτριες δυνάμεις του Κυρίου στις δυνάμεις του εχθρού και συγχρόνως ενεργούσαν με βιασύνη. Αλλοι γκρέμιζαν τη φυλακή από τα θεμέλια της. Αλλοι καταδίωκαν τους εχθρούς που έφευγαν για να σωθούν στα βαθύτερα μέρη. Αλλοι έτρεχαν και ερευνούσαν τα υπόγεια, τα φρούρια καα τα σπήλαια. Και όλοι, από διάφορες κατευθύνσεις καθένας, έφερναν τους δεσμώτες εμπρός στον Κύριο. Αλλοι έδεναν τον τύραννο, ενώ άλλοι απελευθέρωναν τους προαιώνιους δεσμώτες. Και άλλοι μεν έτρεχαν μπροστά από τον Κύριο, καθώς προχωρούσε βαθύτερα. Αλλοι δε τον ακουλουθούσαν νικηφόροι, ως Θεό και Βασιλέα.
23. Ενώ λοιπόν αυτά διαδραματίζονταν και ελέγοντο στον Άδη και σείονταν τα πάντα, ο δε Κύριος πλησίαζε να φθάσει στα πιο έσχατα βάθη, ο Αδάμ ο πρωτοδημιούργητος και πρωτόπλαστος και πρωτόθνητος που βρισκόταν δεμένος γερά και βαθύτερα από όλους, άκουσε τα βήματα του Κυρίου, που ερχόταν στους φυλακισμένους και αμέσως αναγνώρισε τη φωνή Του, καθώς περπατούσε μέσα στη φυλακή. Στράφηκε τότε προς όλους τους επί αιώνες συγκρατουμένους του και τους φώναξε: Ω φίλοι μου! Ακούω να πλησιάζει σ’ εμάς ο ήχος των βημάτων Κάποιου. Αν πραγματικά μας αξίωσε να έρθει ως εδώ, τότε είμαστε ελεύθεροι! Αν τον δούμε ανάμεσά μας, σωθήκαμε από τον Άδη!
24. Και την ώρα που ο Αδάμ έλεγε αυτά προς τους συγκαταδίκους του, εισέρχεται ο Κύριος, κρατώντας το νικηφόρο όπλο του Σταυρού. Μόλις τον αντίκρυσε ο Αδάμ, χτύπησε το στήθος από τη χαρούμενη έκπληξη και φώναξε προς όλους τους επί αιώνες κεκοιμημένους: «ο Κύριός μου ας είναι μαζί με όλους»! Και ο Χριστός απάντησε στον Αδάμ: «Και μετά του πνεύματός σου».
Ύστερα τον πιάνει από το χέρι, τον σηκώνει πάνω και του λέει: «Σήκω συ που κοιμάσαι και ανάστα από τους νεκρούς, γιατί σε καταφωτίζει ο Χριστός! (Εφεσ. 5, 14). Εγώ ο Θεός, που για χάρη σου έγινα γιός σου, έχοντας δικούς μου πλέον και σένα και τους απογόνους σου, με την θεϊκή εξουσία μου δίνω ελευθερία και λέω στους φυλακισμένους: εξέλθετε. Σ’ αυτούς που είναι μέσα στο σκοτάδι: ξεσκεπασθήτε. Και σ’ εκείνους που είναι πεσμένοι κάτω: σηκωθείτε!
Εσένα, Αδάμ, σε προστάζω: σήκω από τον αιώνιο ύπνο σου. Δεν σε έπλασα, για να μένεις φυλακισμένος στον Άδη. Ανάστα εκ των νεκρών, γιατί εγώ είμαι η ζωή των θνητών. Σήκω επάνω, πλάσμα δικό μου, σήκω επάνω συ που είσαι η μορφή μου, που σε δημιούργησα κατ’ εικόνα μου. Σήκω να φύγουμε από εδώ. Γιατί συ είσαι μέσα σε μένα και εγώ μέσα σε σένα! Για σένα ο Κύριος έλαβε τη δική σου μορφή του δούλου. Για δική σου χάρη, εγώ που βρίσκομαι ψηλότερα από τους ουρανούς, κατέβηκα στη γη και πιο κάτω από τη γη. Για σένα τον άνθρωπο έγινα σαν ένας ανυπεράσπιστος άνθρωπος, βρέθηκα χωρισμένος κι εγώ από τη ζωή, ανάμεσα σ’ όλους τους άλλους νεκρούς (Ψαλμ. 87, 5). Για σένα που βγήκες μέσα από τον κήπο του παραδείσου, μέσα σε κήπο παραδόθηκα στους Ιουδαίους και μέσα σε κήπο σταυρώθηκα (Ιωάν. 19, 41).
Κύτταξε στο πρόσωπό μου τα φτυσίματα, που καταδέχθηκα για χάρη σου, για να σε αποκαταστήσω στην παλιά σου δόξα, που σου είχα δώσει με το φύσημά μου (Γεν. 2, 7). Κύτταξε στα μάγουλά μου τα ραπίσματα, που καταδέχθηκα, για να επανορθώσω τη διεστραμμένη μορφή σου και να τη φέρω στην όψη που είχε σαν εικόνα μου. Κύτταξε στη ράχη μου τη μαστίγωση που καταδέχτηκα, για να διασκορπίσω το φορτίο των αμαρτημάτων σου. Κύτταξε τα καρφωμένα χέρια μου, που τα άπλωσα καλώς πάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να συγχωρεθείς συ που άπλωσες κακώς το χέρι σου στο απαγορευμένο δένδρο. Κύτταξε τα πόδια μου που καρφώθηκαν και τρυπήθηκαν στο Σταυρό, για να εξαγνισθούν τα δικά σου πόδια που έτρεξαν κακώς στο δένδρο της αμαρτίας.
Την έκτη ημέρα βγήκε εις βάρος σου τότε η καταδικαστική απόφαση. Γι αυτό πάλι την έκτη ημέρα σε αναπλάττω και ανοίγω τον παράδεισο. Προς χάριν σου γεύθηκα τη χολή, για να σου θεραπεύσω την πικρή ηδονή που γεύθηκες από εκείνον τον γλυκό καρπό. Γεύθηκα το ξύδι, για να βγάλω από τη ζωή σου το πικρό και έξω από τη φύση σου ποτήρι του θανάτου. Δέχθηκα το σπόγγο, για να σβήσω το κατάστιχο των αμαρτιών σου. Δέχθηκα το καλάμι, για να υπογράψω την απελευθέρωση του ανθρωπίνου γένους. Ύπνωσα στο Σταυρό και τρυπήθηκα με λόγχη στην πλευρά μου, για σένα που ύπνωσα στον παράδεισο και έβγαλα απο την πλευρά σου την Εύα. Η πληγωμένη πλευρά μου θεράπευσε τον πόνο της πλευράς σου. Ο δικός μου ύπνος θα σε βγάλει από τον ύπνο σου μέσα στον Άδη. Η ρομφαία που χτύπησε εμένα, σταμάτησε τη ρομφαία που στρεφόταν εναντίον σου (Γεν. 3, 24).
Σήκω, λοιπόν. Ας φύγουμε από εδώ. Τότε σε εξώρισα απο τον γήϊνο παράδεισο. Τώρα σε αποκαθιστώ, όχι πλέον σ’ εκείνον τον παράδεισο, αλλά σε ουράνιο θρόνο. Τότε σ’ εμπόδισα να φας από το ξύλο της ζωής (Γεν. 3, 22). Να όμως τώρα που ενώθηκα πλήρως με σένα, εγώ που είμαι η ίδια η ζωή. Έταξα τα Χερουβίμ να σα φρουρούν σαν δούλο. Τώρα οδηγώ τα Σεραφίμ να σα προσκυνήσουν σαν Θεό. Κρύφθηκες τότε μπροστά στον Θεό, επειδή ήσουν γυμνός. Να όμως που αξιώθηκες να κρύψεις μέσα σου γυμνό τον ίδιο τον Θεό. Γι αυτό σηκωθείτε, ας φύγουμε από εδώ. Από τον θάνατο στη ζωή. Από τη φθορά στην αφθαρσία. Από το σκοτάδι στο αιώνιο φώς. Από την οδύνη στην ελευθερία. Από τη φυλακή του Άδη στην άνω Ιερουσαλήμ. Από τα δεσμά στην άνεση. Από τη σκλαβιά στην τρυφή του Παραδείσου. Από τη γη στον ουρανό.
25. Γι αυτό το σκοπό ο Χριστός απέθανε και ανέστη: για να γίνει Κύριος και νεκρών και ζώντων (Ρωμ. 14, 9). Σηκωθείτε, λοιπόν. Ας φύγουμε από εδώ. Ο ουράνιος Πατέρας περιμένει με λαχτάρα το χαμένο πρόβατο. Τα ενενήντα εννέα πρόβατα των αγγέλων (Ματθ. 18, 12) περιμένουν το σύνδουλό τους Αδάμ, πότε θα αναστηθεί, πότε θα ανέλθει και θα επανέλθει προς τον Θεό. Ο χερουβικός θρόνος είναι έτοιμος. Αυτοί που θα σας ανεβάσουν είναι γρήγοροι και βιάζονται. Ο νυμφικός θάλαμος έχει προετοιμαστεί. Το μεγάλο εορταστικό δείπνο είναι στρωμένο (Αποκ. 19, 9, Λουκ. 14, 16). Τα θησαυροφυλάκια των αιωνίων αγαθών άνοιξαν. Η βασιλεία των Ουρανών έχει ετοιμαστεί «από καταβολής κόσμου» (Ματθ. 25, 34). Αγαθά που μάτια δεν τα είδαν και αυτιά δεν τα άκουσαν περιμένουν τον άνθρωπο (Α´ Κορ. 2, 9).
Αυτά και άλλα παρόμοια είπε ο Κύριος. Και αμέσως ανασταίνεται μαζί Του ο ενωμένος σ’ αυτόν Αδάμ και μαζί τους και η Εύα. Ακόμη δε και «πολλά σώματα δικαίων, που είχαν πεθάνει πριν από αιώνες, αναστήθηκαν» (Ματθ. 27,52), διακηρύσσοντας την τριήμερο Ανάσταση του Χριστού.
Αυτήν ας τήν υποδεχθούμε και ας την αγκαλιάσουμε οι πιστοί με πολλή χαρά, χορεύοντας με τους αγγέλους και γιορτάζοντας με τους αρχαγγέλους και δοξάζοντας τον Χριστό, που μας ανέστησε από τη φθορά. Σ’ Αυτόν αρμόζει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον αθάνατο Πατέρα και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό και ομοούσιο Πνεύμα, σε όλους τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: (Έκδοσις Ι. Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής 1978), Διακόνημα
Άρθρον 12
Η ληφθείσα απόφασις τη 13η Φεβρουαρίου 1914 υπό της Συνδιασκέψεως του Λονδίνου εις εκτέλεσιν των άρθρων 5 της Συνθήκης του Λονδίνου της 17/30 Μαΐου 1913, και 15 της Συνθήκης των Αθηνών της 1/14 Νοεμβρίου 1913, η κοινοποιηθείσα εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν τη 13 Φεβρουαρίου 1914 και αφορώσα εις την κυριαρχίαν της Ελλάδος επί των νήσων της Ανατολικής Μεσογείου, εκτός της Ίμβρου, Τενέδου και των Λαγουσών νήσων (Μαυρυών), ιδία των νήσων Λήμνου, Σαμοθράκης, Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας, επικυρούνται, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρούσης Συνθήκης των συναφών προς τας υπό την κυριαρχίαν της Ιταλίας διατελούσας νήσους, περί ων διαλαμβάνει το άρθρον 15. Εκτός αντιθέτου διατάξεως της παρούσης Συνθήκης, αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέραν απόστασιν των τριών μιλλίων της ασιατικής ακτής, παραμένουσιν υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν.
Άρθρον 16
Η Τουρκία δηλοί ότι παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη άτινα κείνται πέραν των προβλεπομένων υπό της παρούσης Συνθήκης ορίων, ως και επί των νήσων, εκτός εκείνων ων η κυριαρχία έχει αναγνωρισθή αυτή διά της παρούσης Συνθήκης [σ.σ.: σε απόσταση τριών ναυτικών μιλίων από τις ακτές της], της τύχης των εδαφών και των νήσων τούτων κανονισθείσης ή κανονισθησομένης μεταξύ των ενδιαφερομένων.
Τα ανωτέρω είναι άρθρα της Συνθήκης της Λοζάνης, τα οποία καθορίζουν το καθεστώς στο Αιγαίο και το τι ανήκει σε ποιον. Όσον αφορά το τι ανήκει στην Τουρκία, αυτό αναφέρεται ΡΗΤΑ: Όσα νησιά βρίσκονται σε απόσταση τριών ναυτικών μιλίων από τις ακτές της.
Η Τουρκία, τις πρώτες δεκαετίες μετά την υπογραφή της ως άνω συνθήκης (24 Ιουλίου 1923), δεν αμφισβήτησε με κανέναν τρόπο, ούτε σε διμερές ούτε σε διεθνές επίπεδο, την κυριαρχία της Ελλάδας σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, και δεν έκανε παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου και υπερπτήσεις.
Η αμφισβήτηση άρχισε πρώτα με κείμενα Τούρκων διεθνολόγων τη δεκαετία του 1960 και πήρε τη μορφή αμφισβήτησης της υφαλοκρηπίδας και παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου μετά το 1973, που άρχισε η εκμετάλλευση του κοιτάσματος του Πρίνου.
Στη συνέχεια αρχίζει το «γαϊτανάκι» των ελληνοτουρκικών κρίσεων, το σύνολο των οποίων σχεδιάστηκε στην Ουάσινγκτον, αφού προηγουμένως είχε τεθεί ο ανάλογος πολιτικός στόχος. Έτσι, μετά από κάθε ελληνοτουρκική κρίση, η οποία κλιμακωνόταν με τη συνδρομή «υπάκουων» πολιτικών ή χρησίμων ηλιθίων από την ελληνική πλευρά και γερακιών από την τουρκική, η Ελλάδα, που φοβόταν τον πόλεμο, καθόταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπου υποχωρούσε από τις εθνικές της θέσεις δίνοντας την ευκαιρία στην Τουρκία να προωθεί τις δικές της.
Το τελευταίο διάστημα η Τουρκία προχωρεί σε προκλήσεις που καμία χώρα στον κόσμο δεν θα είχε ανεχτεί, εκτός φυσικά από την Ελλάδα. Κι αυτό γιατί η ανικανότητα, η διαφθορά και ο έλεγχος –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο– σημαντικού μέρους του πολιτικού κόσμου των κομμάτων εξουσίας από τις ΗΠΑ, και η συνειδητά πατριδοκτόνος και αιγαιοκτόνος στάση στελεχών συγκεκριμένων πολιτικών χώρων, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου, που υιοθετούν κατά γράμμα τις απόψεις της Τουρκίας, έχουν οδηγήσει τον ελληνικό λαό σε μια τέτοια ηττοπαθή κατάσταση, που είναι έτοιμος να δεχτεί ακόμα και την απώλεια μερικών νησιών του Αιγαίου, αρκεί να μη διαταραχτεί η… ηρεμία μας.
Σε αυτήν την τραγική κατάσταση οδηγηθήκαμε και γιατί μια σημαντική μερίδα πολιτικών, διανοουμένων και δημοσιογράφων μιλάει για δεκαετίες για τις «δυο πλευρές του Αιγαίου», λες και τα νησιά του Αιγαίου και οι Έλληνες κάτοικοί τους δεν υπάρχουν – ή αν υπάρχουν, είναι για… παζάρια.
Το πολιτικό προσωπικό, άσχετα με το τι επιδιώκει, στην ουσία οδηγεί την Ελλάδα στην καταστροφή. Η μοναδική ελπίδα είναι ο Έλληνας πολίτης, που πρέπει να αφυπνιστεί και να αντιληφθεί τη δύναμη που έχει.
Είναι ώρα να αφυπνιστούμε και ας αρχίσουμε από το ανώδυνο. Να βροντοφωνάξουμε ότι δεν υπάρχουν δυο πλευρές του Αιγαίου, αλλά από τη μια πλευρά η Ελλάδα, καρδιά και πνεύμονας της οποίας είναι το Αιγαίο, και από την άλλη η Τουρκία με τα νησιά που βρίσκονται σε απόσταση 3νμ από τις ακτές της.
Ας ξεκινήσουμε απ’ αυτό και βλέπουμε…
Πηγή: Pontos News
Κοινοποιήθηκαν ἠλεκτρονικά οἱ ἀφίσες τοῦ 5ου λεγόμενου «Φεστιβάλ ὑπερηφάνειας», πού διοργανώνουν οἱ ὁμοφυλόφιλοι στή Θεσσαλονίκη, στίς 24-25/6/2016.
Δέν φτάνει πού διαπράττουν, οἱ ταλαίπωροι, τήν ἁμαρτία πού ὁ Θεός τιμώρησε μέ «πῦρ καί θεῖον ἐξ οὐρανοῦ», τότε … στά Σόδομα, καυχῶνται γι’ αὐτήν καί διοργανώνουν «Φεστιβάλ «ὑπερηφάνειας.»
Δέν φτάνει πού προκαλοῦν ἀνθρώπους μέ τά Φεστιβάλ αὐτά, φέτος βάλθηκαν νά προκαλέσουν καί Θεό καί ἀνθρώπους, παραποιώντας στίς βλάσφημες ἀφίσες τους τά λόγια τοῦ Εύαγγελίου, ἀλλά καί ἐξευτελίζοντας τόν Σταυρό, τό σύμβολο τῆς σωτηρίας μας, μέ τήν μορφή τοῦ Ἐσταυρωμένου, πάνω ἀπό την κεφαλή τοῦ Ὁποίου ἀντικατέστησαν τήν ἐπιγραφή Ι.Ν.Β.Ι. (Ἰησοῦς Ναζωραῖος Βασιλεύς Ἰουδαίων) μέ τήν ὁμοφυλοφιλική «σημαία» τους.
Καί ὅλα αὐτά, μέσα στή Μεγάλη Ἑβδομάδα, πού οἱ πιστοί στίς Ἐκκλησιές μετανοοῦν καί λατρεύουν τόν Θεό τους.
Ζητᾶνε τήν ἀξιοπρέπεια τους.
Ζητᾶμε κι ἐμεῖς τή δική μας, καθώς καί τόν σεβασμό τῆς πίστης μας, τῶν ἀξιῶν καί τῶν πεποιθήσεών μας.
Ζητᾶνε νά τούς «χωρέσουμε» στόν πολιτισμό μας.
Ζητᾶμε κι ἐμεῖς νά σέβονται τόν πολιτισμό μας.
Ζητᾶνε δικαιώματα καί ἐλευθερίες.
Ζητᾶμε κι ἐμεῖς τά ἀντίστοιχα δικά μας.
Ζητᾶνε τα πάντα, καταπατώντας τά πάντα κι ὅλους ἐμᾶς συνολικά.
Ἐπιτέλους! Γιά τήν ἀπίστευτη αὐτή βλασφημία δέν ὑπάρχει κανένας Εἰσαγγελέας
«μέ κότσια» στή Θεσσαλονίκη, νά παρέμβει;
Ἐξευτελίζουν τά ἱερά καί τά ὅσιά μας, καμαρώνουν ποδοπατώντας μας ἀπό πάνω, καί θά μείνουμε ἄφωνοι,
ἀδιάφοροι και ἀνενεργοί στήν τόση προσβολή καί βλασφημία τους ; ; ;
τροποποιήσεις στὴ θεματολογία της.»
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...