
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ἡ πανύμνητος ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτῆρός μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ ἐπὶ γῆς παρουσία καὶ βασιλεία Του ἔλαμπε ἤδη σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη, τὴν ἐποχὴ τῆς πανίσχυρης ρωμαϊκῆς κυριαρχίας . Ἠ κυριαρχία της ἁπλωνόνταν σὲ ὅλο σχεδὸν τὸν τότε γνωστὸ κόσμο. Τὸ θεῖο ὅμως καὶ σωτήριο κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ μὲν τοὺς Ἰουδαίους ἦταν σκάνδαλο, γιὰ δὲ τοὺς ἐθνικοὺς μωρία. Γι᾿ αὐτό, τυφλωμένοι ἀπὸ τὴν πλάνην καὶ τὴν ἀσέβειαν, ἐδίωξαν, μὲ μῖσος καὶ μανία, τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ. Σκληροὶ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες αἱματοκύλησαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Στὰ μαρτυρικὰ καὶ ματωμένα αὐτὰ χρόνια βασίλευσε ὁ ἄγριος καὶ αἱμοβόρος Διοκλητιανός (284-305). Σκληροί, ἐπίσης, ἦταν καὶ οἱ συνάρχοντές του Αὔγουστος, Μαξιμιανὸς Αὐρήλιος (293-305), καθὼς καὶ ὁ γαμπρός του Καῖσαρ Γαλέριος Μαξιμιανός. Ἀκόμα ὁ Μαξέντιος καὶ ὁ Μαξιμίνος. Ἡ βασιλεία τοῦ Διοκλητιανοῦ ἔμεινε στὴν ἱστορία, γιὰ τοὺς φοβεροὺς διωγμούς της ὡς ἡ «ἐποχὴ τῶν Μαρτύρων».
Μία από τις πρώτες μάχες του Εθνικού Ξεσηκωμού, που δόθηκε στην ξύλινη γέφυρα της Αλαμάνας (Σπερχειού), πλησίον των Θερμοπυλών, στις 23 Απριλίου 1821 και συνδέθηκε με την ηρωική προσπάθεια του Αθανασίου Διάκου να αναχαιτίσει τις Οθωμανικές ορδές του Κιοσέ Μεχμέτ και του Ομέρ Βρυώνη.
Στις αρχές Απριλίου του 1821 η Ανατολική Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα) βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό, όπως και η Δυτική Ρούμελη και ο Μοριάς (Πελοπόννησος). Ο Αθανάσιος Διάκος, που πρωτοστάστησε στην κήρυξη της επαναστάσεως στην περιοχή αυτή της Ελλάδος, είχε καταλάβει την Λιβαδειά, την Θήβα και την Αταλάντη, όχι όμως και το διοικητικό κέντρο της περιοχής, το Ζητούνι (σημερινή Λαμία), καθώς ο τοπικός οπλαρχηγός Μήτσος Κοντογιάννης θεωρούσε πρόωρη την έκρηξη της Επαναστάσεωςκαι δεν συμμετείχε στον Αγώνα.
Τα κακά μαντάτα δεν άργησαν να φθάσουν στον διοικητή της Πελοποννήσου (Μόρα-Βαλεσί) Χουρσίτ Πασά, ο οποίος βρισκόταν στην Ήπειρο, επικεφαλής στρατευμάτων για να τιμωρήσει τον Αλή Πασά, που έδειχνε τάσεις αυτονομίας από τον Σουλτάνο. Ο Χουρσίτ διέταξε τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ να καταστείλουν την Επανάσταση στη Ρούμελη και στη συνέχεια να προχωρήσουν από δύο κατευθύνσεις προς την Πελοπόννησο, για την άρση της πολιορκίας της Τριπολιτσάς.
Στις 17 Απριλίου οι δυο πασάδες με 8.000 άνδρες στρατοπεδεύουν στο Λιανοκλάδι, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Λαμία. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος για τους επαναστατημένους Έλληνες. Οι τοπικοί οπλαρχηγοί συσκέπτονται στο χωριό Καμποτάδες (20 Απριλίου 1821) και αποφασίζουν και υπερασπιστούν όλες τις διαβάσεις του Σπερχειού ποταμού (Αλαμάνας), διαμοιράζοντας τους 1500 άνδρες που διαθέτουν, ώστε να αποκόψουν την πρόσβαση των Τούρκων προς τα Σάλωνα (Άμφισσα) και την Λιβαδειά.
Το εναλλακτικό σχέδιο του Γιάννη Δυοβουνιώτη για την από κοινού αντιμετώπιση των Τούρκων στον Γοργοπόταμο απορρίπτεται. Έτσι, ο Πανουργιάς Πανουργιάς με 600 άνδρες οχυρώνεται στα υψώματα της Χαλκωμάτας, ο Δυοβουνιώτης καταλαμβάνει τη χαράδρα του Γοργοποτάμου με 400 άνδρες και ο Διάκος με 500 άνδρες θα αντιμετώπιζε τον εχθρό στην ξύλινη γέφυρα της Αλαμάνας (Σπερχειού), πλησίον των Θερμοπυλών.
Το πρωί της 23ης Απριλίου οι Τούρκοι επιτίθενται ταυτόχρονα και στα τρία σώματα των επαναστατών. Ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης υποχρεώνονται να υποχωρήσουν, προ των υπέρτερων δυνάμεων του Ομέρ Βρυώνη, με συνέπεια ο κύριος όγκος των Οθωμανών υπό τον Κιοσέ Μεχμέτ να επιπέσει επί του Διάκου στην Αλαμάνα. Ο Διάκος αρνείται να φύγει και να σωθεί, όπως τον προέτρεψαν οι συμπολεμιστές του και ως άλλος Λεωνίδας με μόνο 48 άνδρες μένει και πολεμά μέχρις εσχάτων. Κατά την διάρκεια της μάχης το σπαθί του σπάει κι ένα εχθρικό βόλι τον τραυματίζει στον δεξιό ώμο, στο οποίο κρατούσε το πιστόλι. Πέντε Τουρκαλβανοί ορμούν στο χαράκωμά του και τον συλλαμβάνουν αιχμάλωτο.
Ο επίλογος της μάχης, που στοίχισε την ζωή σε 200 Έλληνες και 500 Οθωμανούς, γράφτηκε την επομένη ημέρα. Ο Διάκος μεταφέρθηκε στην Λαμία σιδηροδέσμιος, με ανοιχτές και αιμάσσουσες τις πληγές του και τιμωρήθηκε παραδειγματικά δια ανασκολοπισμού. Ο μαρτυρικός θάνατος του Διάκου ατσάλωσε τους επαναστάτες, παρά την ήττα και την καταστροφή στην Αλαμάνα. Οι δύο πασάδες, παρά την νίκη τους επί του πεδίου της μάχης, δεν πέτυχαν τους αντικειμενικούς τους στόχους. Η καθυστέρηση στην Αλαμάνα έδωσε τον απαραίτητο χρόνο στον Οδυσσέα Ανδρούτσο να οργανώσει την αντίσταση στο χάνι της Γραβιάς και να εκδικηθεί την θυσία του Διάκου και των συμπολεμιστών του.
Πηγή: Περί Πάτρης
Στις 23 Απριλίου 1941 υπογραφόταν στην Θεσσαλονίκη από τον αντιστράτηγο Τσολάκογλου, τον Γερμανό στρατάρχη Γιόλντ και τον Ιταλό στρατηγό Φερέρο το 3ο πρωτόκολλο ανακωχής, υπό τον τίτλο Σύμβασις Συνθηκολογήσεως.
Το άρθρο 4 προέβλεπε τα ακόλουθα:
"Τα όπλα, άπαν το πολεμικόν υλικόν και τα αποθέματα της στρατιάς ταύτης, συμπεριλαμβανομένου και του αεροπορικού υλικού, ως και αι επίγειοι εγκαταστάσεις της αεροπορίας είναι λεία πολέμου".
Στο δε άρθρο 5 διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
"Η Ανωτάτη Διοίκησις των Ελληνικών στρατευμάτων θα φροντίση, με παν μέσον, όπως παύση πάσα καταστροφή ή εκμηδένισις πολεμικού υλικού και προμηθειών...".
Την ίδια μοιραία ημέρα ο ταγματάρχης του πυροβολικού Κωνσταντίνος Βερσής τίναζε τα μυαλά του στον αέρα, για να μην παραδώσει τα πυροβόλα του στον Γερμανό εισβολέα. Η φήμη για το συνταρακτικό αυτό γεγονός κυκλοφόρησε με ταχύτητα αστραπής ανάμεσα στον διαλυόμενο Ελληνικό στρατό και γέννησε ιερό δέος στις ψυχές των χθεσινών νικητών.
Ο Υποστράτηγος Ι. Α. Βερνάδος περιγράφει...
"Το V Σύνταγμα Πυροβολικού παρέδωσε τα πυροβόλα και τον οπλισμό του εις το χωρίον Σταυράκι. Η ταχύπτερος φήμη έφερε μέχρις ημών την νύκτα της επομένης, ότι ο ταγματάρχης πυροβολικού Βερσής Κωνσταντίνος, διοικητής μοίρας πυροβολικού, ετίμησε, κατά τρόπον μεγαλειώδη, το υπερήφανον όπλον του. Όταν, δηλαδή, έλαβε την διαταγή να παραδώση τα πυροβόλα του, συνεκέντρωσεν τους άνδρας της μοίρας του με μέτωπον προς νότον, προς την αιώνιαν Ελλάδα. Διέταξε και πάντες έψαλαν τον Εθνικό μας Ύμνον, και κατόπιν, αφού ησπάσθη τα πυροβόλα του, έδωσε διαταγήν και τα συνέτριψαν με δυναμίτιδα. Κι ενώ ακόμη το έδαφος εσείετο από τας εκρήξεις, ο Βερσής, στηρίξας το περίστροφόν του εις τον δεξιόν του κρόταφον, ηυτοκτόνησε".
Η περιγραφή αυτή του Βερνάρδου θεωρείται έγκυρη γιατί στηρίζεται στην επίσημη ιστορία του στρατού (Δ.Ι.Σ. Φ.641). Αλλά και όσοι άλλοι ασχολήθηκαν με το θέμα, παραπέμπουν στην ίδια πηγή.
Στην "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" διαβάζουμε:
"Την ίδια μέρα, ο αγώνας της Ελλάδος σημαδεύτηκε από την πράξη ενός μαχητή στο μέτωπο, που συμβόλιζε το δράμα της χώρας μας και του λαού της. Στη σχετική με τη δράση του Α' Σώματος Στρατού έκθεση αναγράφεται: Ο ταγματάρχης του Πυροβολικού Βερσής, διαταχθείς υπό των Γερμανών να παραδώση τα πυροβόλα της μοίρας του, αφού συνεκέντρωσε ταύτα και τους απέδωκε τιμάς, ηυτοκτόνησε, ενώ η μοίρα του έψαλλε τον Εθνκόν Ύμνον".
Αξιοπρόσεκτη είναι επ' αυτού η άποψη του Μανόλη Ανδρόνικου, ο οποίος, με βάση ην ίδια πηγή (Δ.Ι.Σ. Φ. 641), αναφέρεται στο συμβάν και σημειώνει:
"Δεν νομίζω, πως ο ταγματάρχης Βερσής ήταν ήρωας, όπως δεν ήταν ήρωες ούτε ο Λευτέρης Αναστασιάδης, που έχασε τα πόδια του στην Αλβανία και τη ζωή του ύστερα στην Αθήνα, ούτε ο Ηλίας ο Καπέσης κι ο Σωκράτης ο Διορινός που στήθηκαν μπροστά στο γερμανικό απόσπασμα... Κάποτε στη ζυγαριά δεν βαραίνουν μήτε η ζωή μήτε ο θάνατος, όσο βαραίνει κάτι άλλο, αυτό που λέμε ανθρωπιά, αξιοπρέπεια, χρέος, τιμή, λευτεριά".
Αν οΒερσήςδεν υπήρξε ήρωας με τη θυσία του -όπως πίστευε ο Ανδρόνικος- στάθηκεήρωας με τη δράση του στους πολέμους όπου έλαβε μέρος: Τον Μικρασιατικό και τον Ελληνοϊταλικό.
Κατά τον Μικρασιατικό πόλεμο , βροχή πέφτουν οι προτάσεις των ανωτέρων του για την απονομή αριστείων και εύφημου μνείας στον Βερσή. Ενδεικτικώς αναφέρουμε τις ακόλουθες:
1) "Ημερησία Διαταγή 7ης Πυροβολαρχίας 3ης Μεραρχίας Γ.Σ.Π.Π. 1 Μαρτίου 1922. Ανθυπολοχαγόν Βερσήν Κωνταντίνον προτείνω, ίνα τω απονεμηθή το Χρυσούν Αριοτείον Ανδρείας, διότι κατά το εγχείρημα της 1ης Μαρτίου επί του λόφου Κατραλή, παρά τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού και το γεγονός ότι διά πρώτην φοράν εβαπτίζετο εις το πυρ, επέδειξεν ζηλευτήν ευψυχίαν, ωραίον θάρρος, απόλυτον αφοσίωσιν προς το καθήκον και περιφρόνησιν προς τον κίνδυνον. Π. Μοσχοβίτης".
2) "Ημερησία Διαταγή Μεραρχίας 6 Μαρτίου 1922. Ποιούμαι εύφημον μνείαν του ανθυπολοχαγού Κ. Βερσή, διότι κατά την υπό του τμήματος πεζικού γενομένην επιδρομήν την 4ην ώραν της 1ης Μαρτίου προς υφαρπαγήν του έναντι του λόφου Κατραλή εχθρικού φυλακίου, κατέβαλεν ζηλευτήν προσπάθειαν διά την πλήρη επιτυχίαν της ενεργηθείσης επιδρομής, αιχμαλωτισθείσης απάσης της δυνάμεως του εχθρικού φυλακίου υπό του ανθυπολοχαγού Βερσή Κωνσταντίνου".
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο , ταγματάρχης πλέον ο Βερσής, συνεχίζει να δείχνει, στο πεδίο της μάχης, τα σπάνια επαγγελματικά και ψυχικά του χαρίσματα, όπως αποδεικνύεται από την ακόλουθη ημερησία διαταγή:
"Α' Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού. Ημερησία Διαταγή Αξιωματικών Συντάγματος της 25ης Απριλίου 1941. Τον ταγματάρχην Βερσήν Κωνσταντίνον προτείνω δια την προαγωγήν εις ανώτερον βαθμόν διότι, διοικητής της 1ης Μοίρας τυγχάνων,
α) Κατά την κλιμάκωσιν των πυροβολαρχιών του από του 17ου χιλιομέτρου βορείως Αργυροκάστρου, ήτοι επί των θέσεων Παλαιοκάστρας - Αργυροκάστρου - Βλαχοκοράντζι, από 16 έως 20 Απριλίου 1941, επεδείξατο εξαιρετικήν ψυχραιμίαν, θάρρος και αυτοθυσίαν, συντελέσας διά των πυρών της Μοίρας του να επιφέρη μεγάλας απωλείας εις τον εχθρόν και να επιβραδύνη αυτόν, ώστε η απαγκίστρωσις των Συνταγμάτων της 8ης Μεραρχίας να γίνη κανονικώς και άνευ απωλειών.
β) Διότι, τάξας την Μοίραν του εις λίαν προωθημένην θέσιν εις περιοχήν Κακαβιάς, με εντολήν αντιαρματικήν και αμέσου υποστηρίξεως δι' αντίστασιν μέχρις εσχάτων, επεδείξατο ψυχραιμίαν αξιοθαύμαστον, αυτοθυσίαν και ηρωισμόν, συντελέσας διά των πυρών της Μοίρας του εις επιβράδυνσιν του προελαύνοντος εχθρού και ανακατάληψιν απολεσθέντος σημείου στηρίξεως, παρά το ζωηρότατον και συνεχές πυρ της εχθρικής αεροπορίας, πυροβολικών και αυτομάτων όπλων, διακινδυνεύσας πολλάκις. Ούτος, μη ανεχθείς παράδοσιν εις τον εχθρόν των πυροβόλων του, ηυτοκτόνησεν την 23ην Απριλίου παρά το 7ον χιλιόμετρον νοτίως Ιωαννίνων, εις ύψος Πεδινής -Ραψίστας. Ο Διοικητής του Συντάγματος Δ. Ραζής, αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού".
Ο Βερσής υπήρξε πρωταγωνιστής στη θρυλική μάχη του Καλπακίου, που έσωσε την τιμή των Ελληνικών όπλων, χάρη στην ηγεσία της 8ης μεραρχίας, δηλ. τον στρατηγό Χαράλαμπο Κατσιμήτρο και τον αρχηγό πυροβολικού Π. Μαυρογιάννη.
Σχετικά με την τελευταία πράξη της ζωής του Βερσή, υποστηρίχθηκε η άποψη, ότι ο ηρωικός ταγματάρχης, προκειμένου να περάσει στην αθανασία, είχε από πολλού σχεδιάσει την αυτοκτονία του και δεν ήταν μια απόφαση της στιγμής. Η άποψη αυτή καταρρίπτεται από επιστολή προς την οικογένεια του, που έγραψε ο Βερσής στις 15 Απριλίου 1941, ήτοι οκτώ ημέρες πριν θυσιαστεί:
"15 Απριλίου 1941.
Αγαπητοί,
με το σημερινό μου γράμμα σας επιστρέφω και την φωτογραφία της "Νίκης" της 22 Μαρτίου, που μου είχατε στείλει μαζί με άλλες εφημερίδες. Κρατήστε την γιατί με ενδιαφέρει ως ανάμνησις. Βρισκόμουν κι εγώ κάπου.
Οι Ούνοι του Βορρά, σπουδαίοι μιμηταί του Μουσολίνι... Σαν δεν ντράπηκαν να μας επιτεθούν κατά τέτοιο τρόπο, μετά τόσον καιρόν (μια λέξη δυσανάγνωστη).
Έχουμε καλοκαιρινές μέρες. Προχθές χιόνισε ψηλά και 2 - 3 μέρες βρέχει, αλλά τώρα πάλι καλοκαίρι. Ο Δρίνος, γείτονας μας, μας προσφέρει το θέαμα του σε βραδιές με φεγγάρι και με δένδρα που έχει στις όχθες του. Και λέει κανείς, γιατί δυο τρελοί να χαλάνε την ομορφιά της φύσεως χωρίς κανένα λόγο, παρά για να ικανοποιήσουν την βουλιμία τους...
Ο Σωτηράκης τι κάνει; Ήταν πολύ ωραίο το γράμμα του. Να φροντίζετε να μη κόβει την όρεξη του με πολλά γλυκά σε ακατάλληλες ώρες. Να τρώει μόνο σε ώρες που πρέπει και αφού φάγει όλο του το φαγητό πρώτα. Να μάθει να τρώει από όλα τα φαγητά, όπως όλοι εδώ οι στρατιώται, για να γίνει και αυτός ένας καλός στρατιωτάκος όταν μεγαλώσει. Ίσως να με συναντήσει ως στρατιώτης στο μέτωπο, καθώς πάμε, καμμιά φορά. Εις όλους τους δικούς μας χαιρετίσματα.
Φιλιά, Κώστας".
Από την ανάγνωση της επιστολής γίνεται αμέσως φανερό, πως δεν ευσταθεί η θεωρία, ότι ο Βερσής είχε προσχεδιάσει τη θεαματική έξοδο του από τη ζωή:
α) Κρατήστε τη φωτογραφία -γράφει- γιατί με ενδιαφέρει ως ανάμνησις.
β) Ίσως να με συναντήσει ως στρατιώτης στο μέτωπο καμιά φορά - κι εννοεί τον γιο του Σωτηράκη.
γ) Η τρυφερότητα με την οποία μιλάει για τον Σωτηράκη, φανερώνει έναν πατέρα που ενδιαφέρεται ζωηρά για την υγεία και το μέλλον του παιδιού του.
Αλλά αυτός ο σκληροτράχηλος στρατιώτης δεν είναι μόνο ένας τρυφερός πατέρας, έχει και μια ποιητική ψυχή, που συγκινείται από την ομορφιά της φύσης και πονάει βαθιά για την καταστροφή της. Ο Δρίνος, σε μια φεγγαρόλουστη βραδιά, τον συγκλονίζει, καθώς κυλάει τα νερά του ανάμεσα σε κατάφυτες όχθες, σε καιρό πολέμου!..
Η πολιτεία τίμησε τον ηρωικό πολεμιστή Κωνσταντίνο Βερσή με προτομές, στρατόπεδα, ηρώα και δρόμους.
Πηγή: Περί Πάτρης
Ἐπίσκοπος Σαλώνων, ἡγετικὴ μορφὴ τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821 στὴν Ἀνατολικὴ Στερεὰ Ἑλλάδα καὶ ὁ πρῶτος ἱεράρχης ποὺ «ἔπεσε» κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ἀγώνα.
Ὁ Ἠσαΐας γεννήθηκε τὸ 1778 στὴ Δεσφίνα Παρνασσίδας. Ἔφερε τὸ κοσμικὸ ὄνομα Ἠλίας καὶ σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν ἔγινε δόκιμος μοναχὸς στὴ Μονή Τιμίου Προδρόμου τῆς περιοχῆς. Ἀργότερα χειροτονήθηκε διάκονος στὴ Μονὴ Ὁσίου Λουκᾶ καὶ ὀνομάστηκε Ἠσαΐας. Τὸ 1814 μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη κατόπιν προσκλήσεως τοῦ Πατριάρχη Κύριλλου ΣΤ’ καὶ κατὰ τὴν ἐκεῖ παραμονὴ του μυήθηκε στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία. Τὸ 1818 χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος...
Σαλώνων (σημερινῆς Ἀμφισσας) ἀπὸ το Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, μὲ τὸ ὁποῖο διατηροῦσε ἀλληλογραφία σὲ συνθηματικὴ γλώσσα.
Ὡς ἱεράρχης στὰ Σάλωνα ἐργάστηκε ἐντατικὰ καὶ συστηματικὰ γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ Ἀγώνα. Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1821 ξαναπῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ συζητήσει μὲ τὸν πατριάρχη καὶ μὲ ἄλλους Ἕλληνες σχετικὰ μὲ τὸν Ἀγώνα καὶ ἐπανῆλθε στὴν ἕδρα του στὰ μέσα Μαρτίου.
Ἀμέσως κάλεσε στὴ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ τὸν παλιό του γνώριμο Αθανασιο Διάκο, ὁπλαρχηγοὺς καὶ τοὺς προκρίτους τῆς Λειβαδιᾶς Ἰωάννη Λογοθέτη, Ἰωάννη Φίλωνα καὶ Λάμπρο Νάκο καὶ γιὰ νὰ τοὺς ἀνακοινώσει τὴν ἐπικείμενη ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης. Στὴ συνέχεια πῆγε στὰ Σάλωνα καὶ ἐνημέρωσε τοὺς ὁπλαρχηγοὺς ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ.
Στίς 27 Μαρτίου με τὸν ἐπίσκοπο Ταλαντίου Νεόφυτο χοροστάτησαν σὲ δοξολογία στὴ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ καὶ κήρυξαν τὴν Ἐπανάσταση. Λίγες ἡμέρες ἀργότερα, την 1η Ἀπριλίου, ὁρίστηκε μέλος ἐπαναστατικῆς διοικητικῆς ἐπιτροπῆς τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδας ποὺ συγκροτήθηκε στὴ Λιβαδειὰ καὶ ἐντάχθηκε στὸ σῶμα τοῦ Πανουργιὰ ὡς ἁπλὸς στρατιώτης.
Κατὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη στὴν Ἀνατολικὴ Στερεά, σὲ σύσκεψη στὴ Χαλκωμάτα (20 Ἀπριλίου 1821) ἀνάμεσα στοὺς Ἀθανάσιο Διάκο, Πανουργιὰ καὶ Δυοβουνιώτη, ἀποφασίστηκε νὰ πολεμήσει ὁ Πανουργιᾶς στὰ χωριὰ Χαλκωμάτα καὶ Μουσταφάμπεη, ὁ Διάκος στὴν Ἀλαμάνα καὶ ὁ Δυοβουνιώτης στὸν Γοργοπόταμο. Ἡ σφοδρὴ ἐπίθεση τῶν Τούρκων ἐναντίον τῆς Χαλκωμάτας στίς 23 Ἀπριλίου 1821 διέλυσε τὸ σῶμα τοῦ Πανουργιὰ καὶ στή σκληρὴ ἐκείνη μάχη ο Ἠσαΐας ἔπεσε νεκρός, ὅπως καὶ ὁ ἀδελφός του παπα-Γιάννης.
Σχετικὰ:
Ὁ Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης στὸ ποίημά του «Ἀθανάσιος Διάκος» ἀναφέρεται στὸν Ἠσαΐα καὶ τὸν ἀδελφό του («Ἆσμα Τρίτον: Εἰκοστὴ τρίτη Ἀπριλίου») μὲ τοὺς παρακάτω στίχους:
Στ’ ἀγέρι κρεμασμένα,
ὡσὰν καντήλια τ’ οὐρανοῦ, ἀποβραδὶς δύο φῶτα
ἐφάνηκαν στὴ σκοτεινιά… Κανεὶς δὲν τὰ ’χε ἀνάψει…
Κι ἕνας ποὺ ἐπέρασε ἀπεκεί, καλόγερος, διαβάτης,
κι εἶδε τὸ θάμα κι ἔδραμε, στὴ λάμψη δύο κεφάλια
ηὖρε ποὺ πλαγίαζαν γλυκά… τὸ ’να τοῦ Παπαγιάννη
καὶ τ’ ἄλλο τοῦ Δεσπότη του. Γονατιστὸς ἐμπρός τους
ἒμειν’ ὁ γέρος κι ἔκλαψε… Τοὺς ἔριξε τρισάγιο,
τὰ φίλησε στὸ μέτωπο καὶ μὲ τὸ δοκανίκι
ἔσκαψε λάκκο κι ἔθαψε τ’ ἀχώριστα τ’ ἀδέρφια.
Βλογάει τὸ χῶμα τρεῖς φορές… Ἔκαμε τὸ σταυρό του
καὶ χάνεται στὴν ἐρημιά… Ἐσβήστηκαν τὰ φῶτα.
Πηγή: Σαν σήμερα, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ο Κίσινγκερ, τις κρίσιμες μέρες της διάσκεψης της Γενεύης, τον Αύγουστο του 1974, βρισκόταν σε άμεση και συνεχή επαφή με τον Πρωθυπουργό της Τουρκίας Μπουλέντ Ετζεβίτ. Με τις ευλογίες του αφέθηκε η Τουρκία να υλοποιήσει, την προγραμματισμένη δεύτερη φάση, της βάρβαρης Τούρκικης επιχείρησης εναντίον της Κύπρου. Ο Ετζεβίτ, μέσω του πρέσβη των ΗΠΑ στην Άγκυρα, ενημέρωσε λεπτομερειακά τον Κίσινγκερ, για την τελική γραμμή Αττίλα.
Yπ’ αριθμόν 181 πολεμικό ανακοινωθέν:
«Η ραγδαία και απρόβλεπτος διάσπασις του Γιουγκοσλαυικού Μετώπου, η ταχεία προέλασις γερμανικών δυνάμεων εις το υψίπεδον Μοναστηρίου και η ως εκ τούτου πλήρης αποκοπή ημών από του Γιουγκοσλαυικού Στρατού και η απειλή των νώτων των προς την Αλβανίαν Στρατευμάτων μας, ανέτρεψεν εξ ολοκλήρου την διάταξιν των ημετέρων δυνάμεων και μας υπεχρέωσεν εις ευρείαν και εσπευσμένην σύπτυξιν.
Από την νύχτα της 6ης Απριλίου 1941, ο πόλεμος είχε περάσει σε νέα φάση. Το Ναυτικό μας αντιμετώπισε έναν εχθρό με συντριπτική υπεροχή ισχύος και υποχρεώθηκε να δέχεται πλήγματα, χωρίς να διαθέτει κατάλληλα μέσα άμυνας. Καταδικάστηκε σε παθητική στάση, είχε βαριές απώλειες αλλά είχε την ευκαιρία να επιδείξει και πράξεις ηρωισμού.
Ο πρώτος σφοδρός βομβαρδισμός του Πειραιά από την Γερμανική αεροπορία την νύχτα της 6ης προς την 7η Απριλίου, έδειξε την ανεπάρκεια της αντιαεροπορικής μας άμυνας. Τα αντιαεροπορικά μας πυροβολεία στη περιοχή του Ναυστάθμου και της Ελευσίνας, που είχαν αποδειχθεί ικανά να αποκρούσουν τις άτονες επιθέσεις των Ιταλικών αεροπλάνων, αν και ενισχύθηκαν με μια Αγγλική α/α πυροβολαρχία στο ορμητήριο της Ελευσίνας, με το α/α πυροβολείο του θ/κ «ΑΒΕΡΩΦ» και με λιγοστά Αγγλικά καταδιωκτικά, ήταν τελείως ανεπαρκή για ν’ αποκρούσουν την ασύγκριτα μεγαλύτερη Γερμανική αεροπορία.
Τα αντιτορπιλικά μας είχαν ανεπαρκή α/α οπλισμό και δεν διέθεταν , όπως τα Αγγλικά, πολύκανα α/α πολυβόλα, τα μόνα αποτελεσματικά κατά των αεροσκαφών καθέτου εφορμήσεως. Ακόμη πιο σοβαρή ήταν η έλλειψη α/α πυρομαχικών, λόγω της οποίας τα αντιτορπιλικά διατάχθηκαν να βάλλουν κατά των εχθρικών αεροπλάνων μόνον εφόσον τα ίδια απειλούνταν.
Οι συχνές αεροπορικές επιθέσεις καθιστούσαν επισφαλή την παραμονή των πλοίων στα αγκυροβόλια του Ναυστάθμου, της Ελευσίνας και των Μεγάρων. Από τη νύχτα της 13ης Απριλίου τα αντιτορπιλικά διατάχτηκαν να διασκορπίζονται κατά ζεύγη στον Σαρωνικό. Το αντιτορπιλικό «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ», στο οποίο επέβαινε ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης ως Ανώτερος Διοικητής αντιτορπιλικών, πλήττεται από αεροσκάφος καθέτου εφορμήσεως και πληγωμένο οδηγείται στο Ναύσταθμο για δεξαμενισμό. Το α/τ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ» μετά από λίγες ημέρες περιήλθε στους Γερμανούς, επισκευάστηκε και εκτελούσε αποστολές στην υπηρεσία του εχθρού!
Μετά την προσωρινή αχρήστευση του α/τ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ» ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης ύψωσε στις 18 Απριλίου το σήμα του στο α/τ «ΑΕΤΟΣ» και στη συνέχεια, το πρωί της Δευτέρας του Πάσχα, 21 Απριλίου, στο α/τ «ΥΔΡΑ».
Καθ’ όλη τη διάρκεια της 21ης Απριλίου 1941, λόγω των ασταμάτητων αεροπορικών συναγερμών, το α/τ «ΥΔΡΑ» και τ’ άλλα αντιτορπιλικά βρίσκονταν συνεχώς εν πλω στον Σαρωνικό, προσπαθώντας να κρυφθούν στις νησίδες που βρίσκονται δυτικά της Αίγινας. Μόνο όταν υπήρχε ανάγκη να συμπληρώσουν τα καύσιμά τους, παρέμεναν την νύχτα στη Σκάλα Μεγάρων. Από τις πρώτες πρωινές ώρες της 22ας Απριλίου, η δράση της εχθρικής αεροπορίας ήταν πιο έντονη παρά ποτέ. Μετά την αναχώρηση για τη Σούδα του μεγαλύτερου τμήματος του Στόλου, στη περιοχή παρέμεναν τέσσερα μεγάλα αντιτορπιλικά, η «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» – στην οποία επέβαινε ο Αρχηγός του Στόλου-, η «ΥΔΡΑ», ο «ΠΑΝΘΗΡ» και ο «ΙΕΡΑΞ», που έπλεαν συνεχώς προσπαθώντας να κρυφθούν πίσω από βραχονησίδες.
Η «ΥΔΡΑ» είχε διαταχθεί να βρίσκεται στις Φλέβες στις 19.00 της ημέρας αυτής, όπου θα συναντιόταν με το εμπορικό «ΜΑΡΙΜΕΣΚ» με φορτίο πυρομαχικών και με το υποβρύχιο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» προκειμένου να τα συνοδεύσει στη Σούδα. Από τη Σούδα η «ΥΔΡΑ» θ’ αναχωρούσε για την Αλεξάνδρεια.
Από νωρίς τ’ απόγευμα η «ΥΔΡΑ» βρισκόταν κοντά στις ακτές της Πελοποννήσου στη περιοχή του Ισθμού της Κορίνθου, όταν ειδοποιήθηκε από τη «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» ότι ήταν πιθανή η εμφάνιση της εχθρικής αεροπορίας. Ήταν επιβεβλημένη η αλλαγή θέσης για ακόμα μια φορά.
Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης εξιστορεί:
» Από το πρωί είχαμε αλλάξει θέση πολλές φορές, αλλά πουθενά δεν καταφέρναμε να μείνουμε αθέατοι. Ρώτησα τότε τον Κυβερνήτη της ΥΔΡΑΣ, Αντιπλοίαρχο Θ. Πεζόπουλο, αν είχε καμιά έμπνευση, μέχρι να έρθει η ώρα να πλεύσουμε προς το στίγμα συναντήσεως που είχε ορισθεί. Αυτός, με το φλέγμα που τον διέκρινε, μου απάντησε «κύριε Διοικητά, ότι είναι πεπρωμένο να συμβεί θα συμβεί, προτείνω να πλεύσουμε με μικρή ταχύτητα προς τις Φλέβες». Δέχτηκα τη γνώμη του, καθώς δεν εύρισκα άλλη λύση.
Γύρω στις 17.30, ενώ πλέαμε βόρεια της Αίγινας δίπλα στη νησίδα Λαγόσα, εμφανίστηκε εχθρικό αναγνωριστικό αεροπλάνο. Προκειμένου να το παραπλανήσουμε διέταξα να λάβουμε πορεία προς τα Μέθανα. Όταν εξαφανίστηκε, ξαναπήραμε την αρχική μας πορεία. Μετά από είκοσι περίπου λεπτά, εμφανίστηκε προς τον βορρά μεγάλος αριθμός αεροσκαφών, εβδομήντα περίπου, που κατευθύνονταν νότια σε πορεία διασταύρωσης με το πλοίο μας σε απόσταση λίγων μιλίων. Όταν έφθασαν στο ύψος της ΥΔΡΑΣ, περίπου 35 από αυτά αποχωρίστηκαν από τα υπόλοιπα και
κατευθύνθηκαν προς αυτήν.
Βρισκόμενος στην πάνω γέφυρα διέταξα ανάπτυξη της μέγιστης ταχύτητας και πλεύση με ελιγμούς και στη συνέχεια έναρξη πυρός κατά του πρώτου σμήνους που βρέθηκε σε απόσταση βολής. Τα αεροπλάνα επιτίθονταν με κάθετη εφόρμηση, έβαλαν με βόμβες από μικρό ύψος και συγχρόνως πολυβολούσαν στοχεύοντας ιδίως την γέφυρα. Τη στιγμή εκείνη ανέβηκε από την κάτω γέφυρα ο Κυβερνήτης του πλοίου, κατά την συνήθειά του ασκεπής, και κατέλαβε τη θέση του δίπλα στο πρωραίο παραπέτασμα της γέφυρας. Σχεδόν αμέσως τον είδα να γλιστράει και να κάθεται στο δάπεδο. Τα μάτια του ήταν κλειστά, ένα ελαφρύ μειδίαμα διακρίνονταν στα χείλη του και σε όλο το πρόσωπό του ήταν διάχυτη η γαλήνη του ανθρώπου που μέχρι τη τελευταία στιγμή εκπλήρωσε το καθήκον του. Δεν μου απέμενε αμφιβολία ότι ο Αντιπλοίαρχος Θ. Πεζόπουλος, ο γενναίος αυτός στρατιώτης και πολύτιμος σύντροφος είχε, πρώτος, πληρώσει τον φόρο αίματος πάνω στο πλοίο του. Μια σφαίρα πολυβόλου τον είχε πλήξει καίρια στο κεφάλι.
Οι βόμβες έπεφταν βροχή γύρω από το πλοίο και πίδακες νερού το σκέπαζαν, μέχρι την πάνω γέφυρα. Οι ομοχειρίες των δυο α/α πολυβόλων σχεδόν αμέσως βγήκαν εκτός μάχης, ενώ το τρίτο έπαθε εμπλοκή. Μέσα σε λίγα λεπτά από την αρχή της επίθεσης, μόνο τα ελαφρά φορητά πολυβόλα Χότσκις στην κάτω γέφυρα ήταν ακόμα σε θέση να βάλλουν. Οι μηχανές του πλοίου ανέπτυξαν αρχικά ταχύτητα 30 μιλίων, μετά από λίγο όμως η μια μηχανή κράτησε και στη συνέχεια και η άλλη. Το πλοίο, άοπλο και ακινητοποιημένο, παρέμεινε στη διάθεση του εχθρού. Καταδιωκτικά αεροπλάνα δεν εμφανίζονταν από πουθενά, αν και ο ασύρματος της Αθήνας μας είχε πληροφορήσει λίγο πριν την επίθεση ότι δυο καταδιωκτικά αεροπλάνα πετούσαν πάνω από
την Αθήνα!
Καμιά βόμβα δεν έπεσε πάνω στο σκάφος, πολλές όμως έπεσαν πολύ κοντά και προκάλεσαν πολλά ρήγματα στα ύφαλα. Το πλοίο έβαζε νερά από παντού και το βύθισμα μεγάλωνε ταχύτατα, ιδίως στη πρύμνη. Πολλά ελάσματα του καταστρώματος είχαν πάρει κυματοειδή μορφή. Το κατάστρωμα, τα δάπεδα των πυροβόλων και των γεφυρών είχαν στρωθεί με νεκρούς και βαριά τραυματισμένους που είχαν πληγεί από τους πολυβολισμούς και ιδιαίτερα από τα θραύσματα των βομβών που έπεφταν κοντά στο πλοίο. Ο ύπαρχος, Πλωτάρχης Βλαχάβας, είχε φρικτά ακρωτηριαστεί και ανάλογη ήταν η τύχη του Υποπλοίαρχου Αρλιώτη και του Ιατρού Μανιαρέζη. Ο ίδιος είχα τραυματιστεί από θραύσματα. Τα αεροσκάφη, όταν πείστηκαν ότι το πλοίο βυθιζόταν, σταμάτησαν τις επιθέσεις και για κάποιο διάστημα πετούσαν πάνω από το πλοίο.
Όταν διαπίστωσα ότι καμιά ελπίδα διάσωσης του πλοίου υπήρχε, διέταξα τον αρχιεπιστολέα μου Υποπλοίαρχο Νεόφυτο, τον αρχαιότερο από τους επιζώντες, να γίνει εγκατάλειψη του πλοίου. Οι λέμβοι είχαν καταστραφεί, εκτός από μια μικρή που χρησιμοποιήθηκε για να επιβιβασθούν οι ακρωτηριασμένοι. Οι υπόλοιποι κολυμπήσαμε μερικές εκατοντάδες μέτρα, μέχρι τη νησίδα Λαγόσα. Οι αξιωματικοί του πλοίου επιστάτησαν ώστε οι βαριά τραυματισμένοι να φορέσουν τα σωσίβια και να πέσουν στη θάλασσα. Η διάβαση του καταστρώματος ήταν δύσκολη καθώς σε κάθε βήμα διασκελίζαμε ακρωτηριασμένα πτώματα. Μερικοί άνδρες παράμεναν στη πρύμνη, παρόλο ότι το κατάστρωμα βρισκόταν ελάχιστα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, γιατί ίσως δεν είχαν αντιληφθεί τη διαταγή που είχε δοθεί και δίσταζαν να εγκαταλείψουν το πλοίο. Τους διέταξα να πέσουν στη θάλασσα και στη συνέχεια κατέβηκα από τη δεξιά κλίμακα που το πιο πάνω σκαλί της είχε φθάσει στη επιφάνεια της θάλασσας. Πριν από μόλις τριάντα ώρες είχα ανέβει την ίδια κλίμακα για ν’ αναλάβω τη διοίκηση στην νέα αρχηγίδα μου.
Λίγα λεπτά αφού και ο τελευταίος από τους επιζώντες είχε εγκαταλείψει το πλοίο, η πρύμνη του βυθίστηκε, πήρε κατακόρυφο κλίση και εξαφανίστηκε κάτω από το νερό, παρασύροντας στον υγρό τάφο του και τους ηρωικούς νεκρούς. Από την αρχή της επίθεσης μέχρι τη βύθιση είχαν περάσει μόνο 14 λεπτά της ώρας. Τη στιγμή που τα νερά κάλυπταν το σκάφος μια φωνή ακούστηκε από τη θάλασσα που επαναλήφθηκε από δεκάδες στόματα, «ΖΗΤΩ Η ΥΔΡΑ».
Όπως ανέφερε ο Ναυτικός Διοικητής Μήλου, ένας Γερμανός αεροπόρος από εκείνους που έλαβαν μέρος στην επίθεση του είπε κατά τη κατάληψη της νήσου, ότι του είχε κάνει εντύπωση η ηρωική στάση του πληρώματος της ΥΔΡΑΣ που κουνούσαν τα καπέλα τους και ζητωκραύγαζαν τη στιγμή που το πλοίο βομβαρδιζόταν και βυθίζονταν.
Παραμείναμε στη μικρή βραχώδη νήσο Λαγόσα περίπου μια ώρα περιμένοντας την αποστολή βοήθειας. Κατά το διάστημα αυτό μου δόθηκε η ευκαιρία να αντιληφθώ ακόμα καλύτερα τα ψυχικά προσόντα των ανδρών. Κατά την διάρκεια της επιθέσεως είχα ήδη εκτιμήσει την εξαιρετική τους διαγωγή και την απόλυτη ψυχραιμία τους. Γύρω μου, βρίσκονταν κατάκοιτοι πολλοί βαριά τραυματισμένοι και που και που ακούγονταν κραυγές πόνου που ήταν δύσκολο να συγκρατηθούν. Από κανενός όμως τα χείλη δεν ξέφυγε η ελάχιστη φωνή παραπόνου. Εκείνοι που διατηρούσαν τις αισθήσεις τους, ζητούσαν με αγωνία πληροφορίες για τον Κυβερνήτη τους, που κυριολεκτικά λάτρευαν και αποκαλούσαν «ο Θοδωράκης μας» . Ένας ναύτης με κομμένο το πόδι που ήταν ξαπλωμένος κοντά μου συνεχώς με ρωτούσε «πώς αισθάνεσαι, κύριε Διοικητά»;
Την καταβύθιση της ΥΔΡΑΣ παρακολούθησαν πολλοί από την Αθήνα, την Σαλαμίνα και την Αίγινα και πολλά πλωτά μέσα έφθασαν για να περισυλλέξουν τους ναυαγούς. Οι τραυματίες μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία της Αίγινας και της Αθήνας.Την ίδια νύχτα απέπλευσαν για τη Σούδα το α/τ «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ», μεταφέροντας μέλη της Κυβερνήσεως, το α/τ «ΙΕΡΑΞ» και το α/τ «ΠΑΝΘΗΡ». Το υ/β «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» δεν συνάντησε το α/τ «ΥΔΡΑ» στις Φλέβες και συνέχισε τον πλου του, όπως και το «ΜΑΡΙΜΕΣΚ» που έφθασε αίσια στη Σούδα. Αυτά ήταν και τα τελευταία πολεμικά πλοία που εγκατέλειψαν τα νερά του Σαρωνικού για να συνεχίσουν τον αγώνα και έξω από τα σύνορα της Ελλάδος.
Από το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», όπου νοσηλευόμουνα, άκουσα μέσα στην ηρεμία της νύχτας της 26ης Απριλίου 1941 την διέλευση των μηχανοκίνητων φαλαγγών του εχθρού. Το πρωί της επομένης ημέρας η σημαία του κατακτητή κυμάτιζε στον ιερό βράχο της Ακρόπολης.»
Το δραματικό τέλος της «ΥΔΡΑΣ» : Απέθαναν ζητωκραυγάζοντας για την Ελλάδα
Κατάλογος των απωλεσθέντων κατά την βύθιση του α/τ ΥΔΡΑ
Πηγή: ( ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΜΕΖΕΒΙΡΗΣ Β.Ν. ADMIRAL GREGORY MEZEVIRIS Royal Hellenic Navy 1891- 1978), Αβέρωφ
Μάχη του Σέλτσου και η τελευταία θυσία των Σουλιωτών το 1804, που έπεσαν στον γκρεμό δίπλα από την Ιερά Μονή Σέλτσου στην Κοιλάδα του Αχελώου είναι ένα δεύτερο Ζάλογγο, τραγικότερο και υπέρτερο ίσως, σχετικά άγνωστο στο ευρύ κοινό. Από τους 1400 περίπου Σουλιώτες που κατέφθασαν στην Ιερά Μονή που υπήρχε στο Σέλτσο διασώθηκαν μόνο 65.
Φέτος συμπληρώνονται 220 χρόνια από τo ζοφερό και ανείπωτο εκείνο διήμερο της 22-23ης Απριλίου του 1804 όταν συντελέστηκε το Ολοκαύτωμα των 1400 περίπου Σουλιωτών και Ραδοβιζινών στο Σέλτσο της Βρεστενίτσας - σημερινές Πηγές Άρτας, ιστορική έδρα του Δήμου Γ. Καραισκάκη. Μέχρι τότε άντεξαν τη σκληρή τετράμηνη πολιορκία του Αλή Πασά πού ξεκίνησε στις αρχές του 1804, λίγες μέρες μόνο αφ’ ότου εγκατέλειψαν τις πατρογονικές τους εστίες στο Σούλι.
Για να τιμηθεί η ημέρα της ανείπωτης αυτής θυσίας η Αδελφότητα Πηγιωτών Άρτας και ο Σύλλογος γυναικών Δήμου Γ. Καραϊσκάκη «Η Λένω Μπότσαρη» με τη συνδρομή και του δήμου Γ. Καραϊσκάκη πραγματοποίησαν μια λιτή εκδήλωση την Κυριακή 24 Απριλίου 2016 στον ιερό χώρο της Μονής.
Πλήθος κόσμου προσήλθε για να προσκυνήσει στο Μοναστήρι της Κοιμήσεως, αλλά και να αποδώσει ελάχιστο φόρο τιμής στους Σουλιώτες που μαρτύρησαν.
Μετά την τέλεση Θείας Λειτουργίας και επιμνημόσυνης δέησης, έγινε ρίψη στεφάνων στο όπισθεν της μονής φοβερό βάραθρο της Γκούρας τον «Πέτακα» όπου έπεσαν τα 250 και πλέον γυναικόπαιδα των Σουλιωτών.
Η ιστορία της Μονής Σέλτσου:
Όταν με την συνθήκη της 12ης Δεκεμβρίου του 1803, το Σούλι παραδόθηκε στον Αλή Πασά, οι Σουλιώτες άρχισαν να εγκαταλείπουν τον τόπο τους, για να μην παραδοθούν στους Τούρκους. Με αρχηγούς τον Κίτσο και Νότη Μπότσαρη, 1.148 Σουλιώτες τα Χριστούγεννα του 1803 έφτασαν στην Μονή του Σέλτσου, όπου λόγω της τοποθεσίας αποτελούσε ένα φυσικό οχυρό. Είκοσι ημέρες αργότερα στις 12 Γενάρη του 1804, άρχισε η στενή πολιορκία τους από 8000 στρατιώτες του Αλή Πασά. Με σοβαρές απώλειες στο εχθρικό στράτευμα, οι Σουλιώτες κατάφεραν να τους αποκρούσουν.
Όλο το χειμώνα έμειναν αποκλεισμένοι στο Σέλτσο, με λιγοστά τρόφιμα και πολεμοφόδια που τους προμήθευαν κρυφά, οι κάτοικοι των γύρω περιοχών του Λιάσκοβου και της Βρεστένιτσας.
Στις 20 Απριλίου, έπειτα από τετράμηνη πολιορκία, οι Τούρκοι αφού εξουδετέρωσαν την αντίσταση στα φυλάκια μπήκαν στο Μοναστήρι. Άλλοι σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν, ενώ 250 γυναικόπαιδα για να μην πέσουν στα χεριά των εχθρών έστησαν ένα νέο μεγαλύτερο Ζάλογγο. Ο Νότης Μπότσαρης αιχμαλωτίστηκε τραυματισμένος, ενώ ο Κίτσος μαζί με τον 13χρονο Μάρκο και 10 σουλιώτες γλίτωσαν της σφαγής μέσα σε μια σπηλιά.
Σύμφωνα με την ιστορική έρευνα το κτηριακό συγκρότημα της Μονής αρχικά κτίστηκε τον 10ο αιώνα και καταστράφηκε από μεγάλο σεισμό στις αρχές του 15ου, για να ανεγερθεί εκ νέου το 1697.
Σήμερα σώζεται το καθολικό της Μονής που είναι λιθόκτιστο, Αθωνικού τύπου και τριγύρω βρίσκονται ερείπια από τα κελιά. Το εσωτερικό του ναού έχει εξαιρετικές αγιογραφίες και τοιχογραφίες, ενώ αποτελεί το μοναδικό ενυπόγραφο έργο του ιερέα Νικόλαου από την Άρτα . Εντυπωσιακό είναι και ξυλόγλυπτο τέμπλο με το χρυσό επίχρισμα, τις σημαντικές εικόνες , το φυτικό και ζωικό διάκοσμο σε φόντο κυανέρυθρο.
Ο Γάλλος ιστορικός Πουκεβίλ αναφέρει:
« Η ΦΑΛΑΓΞ [1148] ΤΩΝ ΑΡΧΗΓΩΝ ΚΙΤΣΟΥ ΚΑΙ ΝΟΤΗ ΜΠΟΤΣΑΡΗ -ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΖΩ- ΒΑΔΙΖΕΙ ΠΡΟΣ ΣΕΛΤΣΟ. ΑΠΙΣΤΙΑΝ ΑΛΗ ΤΡΙΜΗΝΟΝ ΑΝΙΣΟΝ ΑΓΩΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΣΙΑΝ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΘΥΣΙΑ. ΟΙ ΣΟΥΛΙΩΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΕΦΟΔΙΑ ΑΣΙΤΟΙ ΚΥΚΛΩΜΕΝΟΙ ΘΕΛΟΥΝ ΕΞΟΔΟΝ Η ΘΑΝΑΤΟΝ ΗΡΩΟΣ.
ΞΙΦΗΡΕΙΣ 300 ΑΚΑΛΥΠΤΟΙ ΣΑΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΠΑΝ ΠΛΗΝ ΓΕΦΥΡΑΣ ΚΟΡΑΚΟΥ. Ο ΝΟΤΗΣ ΠΙΠΤΕΙ ΜΕ 5 ΠΛΗΓΑΣ ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΦΟΝΕΥΟΝΤΑΙ. ΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΧΟΜΕΝΑΙ ΦΩΝΑΖΟΥΝ ΘΑΝΑΤΟΣ.
ΥΠΕΡΔΙΑΚΟΣΙΟΙ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΠΗΔΟΥΝ ΚΑΙ ΠΝΙΓΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΧΕΛΩΟ.ΧΑΛΑΣΜΟΣ ΜΟΝΟ 10 ΚΑΙ Ο ΚΙΤΣΟΣ ΣΩΖΟΝΤΑΙ»
[ΠΟΥΚΕΒΙΛ 1824 Τ. Ι. ΣΕΛ. 207-212]
Η ιερά Μονή Σέλτσου όπως και η Μονή Μεγαλόχαρης περιλαμβάνονται στο έργο που ολοκλήρωσε η Περιφέρεια Ηπείρου "Δράσεις προβολής των αρχαιολογικών, ιστορικών και βυζαντινών μνημείων της Περιφέρειας Ηπείρου".
Παρακολουθείστε το σχετικό βίντεο που πραγματοποίησε η εταιρεία Comitech για την Περιφέρεια Ηπείρου.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά
Μια «πράξη μνήμης και αγάπης», μια συνειδητή προσπάθεια να διατηρηθεί ζωντανός ο δεσμός με την ελληνική παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα, είναι ο εορτασμός του Πάσχα για τους Έλληνες της Αργεντινής.
Κατεχάκης Γεώργιος (Καπετάν Ρούβας, Γεώργιος Αποστόλου) [1881 - 22 Απριλίου 1939] Κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα υπηρέτησε στο Πεζικό ως Ανθυπολοχαγός. Η ιδιότητά του στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν Οργανωτής Αρχηγός.
Η συνέχεια στον παρακάτω σύνδεσμο:
https://macedonian-fighters.com/index.php?title=Γεώργιος_Κατεχάκης
Yπ’ αριθμόν 180 πολεμικό ανακοινωθέν:
«Η προς τα οπίσω προσαρμογή των γραμμών μας συνετελέσθη άνευ σοβαράς παρενοχλήσεως.
Η εχθρική αεροπορική δράσις συνεχίσθη έντονος, αλλ’ ο εχθρός υπέστη σημαντικάς απωλείας υπό της αεροπορίας και του αντιαεροπορικού πυροβολικού ».
Όσιος Θεόδωρος ο Συκεώτης: Το νόθο παιδί που έγινε Άγιος
Τα πρώτα χρόνια
Καταγόταν από το χωριό Συκεόν της Γαλατίας και έζησε στα χρόνια του Ιουστινιανού. Ήταν καρπός αμαρτωλής σχέσης, μεταξύ μιας νεαρής, πού ονομαζόταν Μαρία, και ενός βασιλικού ταχυδρόμου, ονόματι Κοσμά. Ό πατέρας του δε στάθηκε στο ύψος του ανδρικού χαρακτήρα, και γρήγορα εγκατέλειψε την παραπλανηθείσα άπ’ αυτόν νεαρή.
Ή Μαρία, όμως, στάθηκε κυρία του εαυτού της. Συναισθάνθηκε το σφάλμα της, και μετά την πρώτη πτώση δε συνέχισε να κατηφορίζει στην αμαρτία. Άλλα κράτησε στάση σωφροσύνης και αφοσιώθηκε με όλη της την ψυχή στην ανατροφή του παιδιού της. Έτσι, ό Θεόδωρος μεγάλωνε κάτω από τις μητρικές φροντίδες, άνατρεφόμενος εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου»1. Δηλαδή, με παιδαγωγία και νουθεσία, σύμφωνη με το θέλημα του Κυρίου.
Όταν έγινε έξι ετών, αποφάσισε η Μαρία να κάνει τον μικρό Θεόδωρο στρατιώτη του Βυζαντινού Κράτους. Την νύχτα όμως πριν την ημέρα, που ο Θεόδωρος θα ταξίδευε, φάνηκε στον ύπνο της μητέρας του ο Άγιος Γεώργιος και της είπε:
› Μαρία, ποια απόφαση έλαβες για το παιδί σου; Ο Βασιλεύς Χριστός, έχει σκοπό να τον χρησιμοποιήσει σε άλλα λαμπρότερα έργα.
Μετά το περιστατικό αυτό, ο μικρός Θεόδωρος έμεινε στη Συκεώνα. Όταν δε έγινε οχτώ χρόνων, η μητέρα του το παρέδωσε σε κάποιον δάσκαλο για εκπαίδευση. Στην εκπαίδευση ο Θεόδωρος έδειξε μεγάλη προθυμία και ευφυΐα. Ήταν πολύ θεοσεβής και ενάρετος, γι’ αυτό και όλοι τον αγαπούσαν.
Νήστευε και τακτικά και όταν γύριζε στο σπίτι από το σχολείο, πήγαινε με τον Στέφανο, έναν ευσεβή χωρικό, στις διάφορες εκκλησίες και προσηύχοντο. Επίσης τακτικά μεταλάμβανε των Αχράντων Μυστηρίων και τα βράδια έτρωγε μόνον σιτάρι βρεγμένο και νερό.
Μια νύχτα και ενώ ο Όσιος είχε γίνει δωδεκαετής, εμφανίσθηκε σε αυτόν ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος και αφού τον ξύπνησε του είπε:
› Σήκω, Θεόδωρε, έφθασε ο όρθρος, πάμε να προσευχηθούμε.
Ο Όσιος είχε τόση ευλάβεια προς τον Άγιο Γεώργιο, ώστε κάθε μεσημέρι φεύγοντας από το σχολείο ανέβαινε στο γειτονικό πετρώδες όρος, όπου ήταν ο τόπος του Μαρτυρίου του Αγίου Γεωργίου. Τον οδηγούσε ο ίδιος ο Άγιος με τη μορφή ενός παλικαριού. Εκεί ήταν και η Εκκλησία του Αγίου.
Ο Όσιος ακολούθησε τη μοναχική πολιτεία σε νεαρή ηλικία με την ευλογία του Επισκόπου Αναστασιοπόλεως Θεοδοσίου. Λίγο αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Αμέσως επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και έλαβε το σχήμα του μοναχού στη μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου του Χουζιβά.
Εκεί στην εκκλησία ο Θεόδωρος διάβαζε όλη την ημέρα τις θείες Γραφές και προσηύχετο εις τον Θεόν. Επί μια ολόκληρη τετραετία, ακολούθησε ο Θεόδωρος την ζωή αυτή. Είχε λάβει την απόφαση να ακολουθήσει τα ίχνη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να εγκαταλείψει τους δικούς του και να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό.
Όταν έγινε δεκατεσσάρων ετών επήγε σε έναν Πνευματικό, ονόματι Γλυκέριο. Ο Πνευματικός κατάλαβε, ότι μπροστά του έχει έναν πολύ ενάρετο νέον και τον ρώτησε εάν θέλει αν γίνει μοναχός. Έτσι κι έγινε μοναχός και ανέβηκε στο βουνό, στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Δίπλα στην Αγία Τράπεζα άνοιξε μια κρύπτη και εκεί περνούσε τις ημέρες του μέσα σε προσευχή και νηστεία. Τις τροφές, που του έφερε η μητέρα του εκεί, δεν τις έτρωγε, αλλά έτρωγε μόνον λίγα λάχανα, που του προσέφερε καθημερινώς ένας διάκονος.
Νεότατος θαυματουργεί
Εις το ησυχαστήριο του εκείνο αφοσιώθηκε τελείως εις τον Θεό. Η χάρις του Θεού τον πλούτισε με την δύναμη της, ώστε μία ημέρα έβγαλε το πονηρό πνεύμα από μια γυναίκα. Επίσης,μια γυναίκα με το πεθαμένο παιδί της τον επεσκέφθη και του ζήτησε με δάκρυα να το αναστήσει. Ο μικρός Θεόδωρος προσευχήθηκε στο Θεό και ιδού το θαύμα έγινε! Ο Θεόδωρος, έπιασε το χέρι του παιδιού και αυτό ανασηκώθηκε αμέσως. Όλοι τότε δόξασαν τον Θεό για το θαύμα αυτό και τον παρακαλούσαν να τους συγχωρήσει για τις αμαρτίες τους. Ο Θεόδωρος ήταν τότε παιδί 18 χρονών.
Όταν έμαθε αυτά τα θαυμάσια γεγονότα ο Επίσκοπος Αναστασουπόλεως Θεοδόσιος, επεσκέφθη τον Θεόδωρο στην Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Τόσο πολύ, μάλιστα, θαύμασε την αφοσίωση του παιδιού εις τον Θεόν και την πίστη του εις τον Ιησούν Χριστόν, ώστε τον έκανε αναγνώστη. Την άλλη ημέρα τον έκανε διάκονο και την μεθεπομένη πρεσβύτερο. Εις ηλικία, μόνον, δεκαοκτώ ετών, ο Θεόδωρος έγινε ιερεύς του Θεού του Υψίστου.
Μετά την χειροτονία του, ο Θεόδωρος προσεπάθησε να τελειοποιηθή στην μελέτη και την έρμη νεία των Άγιων Γραφών. Επίσης πεθύμησε να επισκεφτεί τους Αγίους Τόπους. Πήγε εκεί και μετά κατέβηκε σε ένα Μοναστήρι κοντά στον Ιορδάνη ποταμό που ήταν αφιερωμένο στην Παναγία και ζήτησε από τον Αρχιμανδρίτη να τον κάνει μοναχό, διότι δεν είχε γίνει μέχρι τότε η κουρά του. Κατόπιν γύρισε και πάλι στην πατρίδα του και ανέβηκε και πάλι στον τόπο του μαρτυρίου του Αγίου Γεωργίου και αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στον Παντοδύναμο Θεό.
Η μητέρα του, έχοντας φρόνημα σαρκικό, εγκατέλειψε τον υιό της και αφού πήρε όσο μέρος της περιουσίας της αναλογούσε, νυμφεύθηκε τον Δαβίδ, άνδρα της αυτοκρατορικής φρουράς της Άγκυρας. Η αδελφή της μητέρας του, η Δεσποινία, η μητέρα της Ελπιδία και η αδελφή του Οσίου, η Βλάττα, δεν δέχονταν να αποχωρισθούν από αυτόν. Απεναντίας παρατηρούσαν με προσοχή την ενάρετη ζωή του και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν όσο μπορούσαν, εξαγνίζοντας και αγιάζοντας τον εαυτό τους με σωφροσύνη και καθαρότητα βίου, με ελεημοσύνες και προσευχές.
Ο Όσιος Θεόδωρος ζούσε μέσα σε αυστηρό ασκητικό περιβάλλον. Δεν έπαιρνε τα φαγητά, που του έδιναν οι χωρικοί, αλλά διετηρείτο εις την ζωήν με λίγα χόρτα και όσπρια, που μάζευε στην πλαγιά του βουνού. Όλη δε την ημέρα ήταν μέσα σε μια σπηλιά και προσηύχετο προς τον Πανάγαθο Θεό να τον συγχωρήσει για τις αμαρτίες του και τα ελαττώματά του και να φωτίσει τους ανθρώπους να υπηρετούν το Άγιο θέλημά Του. Με την βοήθεια της χάριτος του Θεού, ο Θεοδόσιος ημέρωνε και τα άγρια θηρία ακόμη. Καθημερινώς μια φοβερή αρκούδα ερχόταν έξω από την σπηλιά του και έπαιρνε τροφή, από τα χέρια του Αγίου.
Ο Θεός τον σώζει από τους ληστές
Πλην όμως, ο φθονερός διάβολος, ο οποίος μισεί κάθε ενάρετο άνθρωπο, μηχανεύθηκε να εξαφανίσει τον Άγιο από προσώπου της γης. Έβαλε, λοιπόν, εις το μυαλό κάποιου σκοτεινού ανθρώπου, ονόματι Θεοδότου, την πονηρή σκέψη να σκοτώσει τον Όσιο Θεόδωρο. Ημέρα και νύχτα ο άθλιος Θεόδοτος βασάνιζε το μυαλό του, για να βρει τρόπο να φονεύσει τον Άγιο. Πλήρωσε λοιπόν μερικούς ληστές και τους διέταξε να ανεβούν στο βουνό και να εξολοθρεύσουν τον ευσεβή Μοναχό Θεόδωρο. Πράγματι! Οι πέντε ληστές επήγαν στο βουνό και έφθασαν έξω από την σπηλιά του Αγίου. Όμως η θεία Χάρις φρόντισε, ώστε το άξιο τέκνο του Θεού, ο Θεόδωρος, να σωθεί. Μόλις οι ληστές πλησίασαν στην σπηλιά, μια καυτερή φλόγα βγήκε μέσα από αυτή και έδιωξε μακρυά τους φοβερούς εκείνους ανθρώπους.
Εκείνη την στιγμή, ο Άγιος εκοιμάτο, αλλά ο Θεός ο οποίος είναι πανταχού και πάντοτε παρών, δεν τον άφησε να χαθεί. Μετά από αυτό, σηκώθηκε και ευχαρίστησε τον Πανάγαθο για την προστασία Του. Οι τρισάθλιοι όμως ληστές δεν άφησαν τον σκοπό τους. Έριξαν δηλητήριο στην τροφή και στο νερό του Αγίου. Αλλά και πάλι ο Χριστός προστάτευσε τον Θεόδωρο. Το δηλητήριο δεν είχε καμία δύναμη και έτσι οι πέντε ληστές δεν κατόρθωσαν τίποτε. Τότε ο άθεος και βρωμερός Θεόδοτος, έφρυξε από τον θυμό του. Κατασκεύασε μόνος του ένα φοβερό δηλητήριο, το οποίο το ανέμιξε με αίμα ψαριού. Αυτό το δηλητήριο το έστειλε με κάποιον έμπιστο δήθεν του Αγίου Θεοδώρου, για να το φάγει. Όμως η θεία Χάρις αγρυπνεί. Προτού το φάγει ο Θεόδωρος, το ευλόγησε και έτσι το φοβερό δηλητήριο δεν τον έβλαψε καθόλου. Μετά το νέο τούτο θαύμα, ο Θεόδοτος αντελήφθη, ότι ο αγώνας του ήταν μάταιος.
Ήλθε, λοιπόν, στον Όσιο Θεόδωρο και μετανοιωμένος του εξομολογήθηκε όλο το αμαρτωλό παρελθόν του. Τού είπε ότι θέλησε να τον φονεύσει, διότι έτσι τον διέταξε ο πονηρός διάβολος, αλλά ότι μετανοεί για τις πράξεις του αυτές και ζητεί συγχώρηση από τον Θεό και τον Άγιο. Πράγματι! Ο Άγιος τον συγχώρησε και του συνέστησε εις την υπόλοιπη ζωή του να είναι ευσεβής και πιστός Χριστιανός.
Κατόπιν ο Άγιος επέστρεψε εις το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Εκεί εις το Μοναστήρι του ερχόταν κάθε ημέρα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι έπασχον από διάφορες ασθένειες. Όλους αυτούς ο Άγιος, με την θαυματουργό δύναμη του, τους θεράπευε και τους δίδασκε το θείο θέλημα. Πολλοί από αυτούς εγίνοντο Μοναχοί και έμεναν εις το Μοναστήρι τού Αγίου Γεωργίου.
Γίνεται Αρχιεπίσκοπος Αναστασιουπόλεως
Ήλθε όμως και η σειρά του Οσίου να ανεβεί εις τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ενώ κατεγίνετο με το κτίσιμο πολλών εκκλησιών, στις οποίες θα δοξολογείτο ο Δημιουργός, πέθανε ο Επίσκοπος Αναστασουπόλεως Τιμόθεος. Τότε, όλοι οι κληρικοί της περιοχής, με ένα στόμα, ζήτησαν από τον Αρχιεπίσκοπο της Αγκύρας Παύλο, να ανεβάσει στο θρόνο τον ενάρετο Θεόδωρο. Ο Αρχιεπίσκοπος χάρηκε πολύ, διότι θα ανέβαινε στο θρόνο της Αναστασουπόλεως ένας τέτοιος Άγιος κληρικός. Απεσταλμένοι του Αρχιεπισκόπου Παύλου ήλθαν στο Μοναστήρι και ζήτησαν τον Θεόδωρο. Τον βρήκαν μέσα στην σπηλιά του να προσεύχεται. Τού ζήτησαν να πάει στην Άγκυρα. Ο Όσιος όμως ούτε θέλησε να ακούσει τέτοιο πράγμα, διότι έλεγε ότι η κοσμική εξουσία θα τον αποσπούσε από την πνευματική του άσκηση και την συνεχή επικοινωνία του με το Θεό. Οι απεσταλμένοι απάντησαν, ότι ο λαός της περιοχής έχει ανάγκη ενός ευσεβούς ποιμένους, ο οποίος θα τον οδηγεί στην ενάρετη ζωή.
Μετά από πολλές προσπάθειες, εδέχθη ο Άγιος να αφήση το αγαπημένο του Μοναστήρι και να αναλάβει τις βαριές ευθύνες του Επισκόπου. Ανέλαβε, λοιπόν, την Επισκοπή της Αναστασουπόλεως ο Θεόδωρος. Πολλές αγαθοεργίες έκανε ως επίσης και πολλά θαύματα. Έγινε ο πνευματικός οδηγός και προστάτης των πτωχών και των αδυνάτων. Τότε επεθύμησε για τρίτη φορά να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους.
Όταν έφθασε στα Ιεροσόλυμα, γύρισε όλα τα Μοναστήρια και όλους τους τόπους, όπου εγεννήθη και έζησε και δίδαξε ως άνθρωπος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Τόσο δε ευχαριστήθηκε από την Μοναχική ζωή, ώστε δεν θέλησε να γυρίσει πίσω, αλλά παρέμεινε εις ένα Μοναστήρι, σαν Μοναχός. Τότε, μια νύχτα, παρουσιάσθηκε στον ύπνο του ο Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος. Ο Άγιος προσέφερε στον Θεόδωρο, ένα μπαστούνι και του είπε:
› Σήκω αμέσως για να φύγουμε στην πατρίδα. Δεν σού επιτρέπεται να εγκαταλείψεις απροστάτευτο το ποίμνιο σου και να μένεις εδώ σαν Μοναχός. Υπάρχουν άνθρωποι αδύνατοι και φτωχοί, οι οποίοι ζητούν επίμονα την παρουσία σου στην Αναστασιόπολη.
Τότε ο Άγιος σηκώθηκε αμέσως και ξεκίνησε για την Πατρίδα του. Αλλά τα καθήκοντα της Επισκοπής, εφαίνοντο πολύ βαριά εις τον Άγιο Θεόδωρο. Ήταν πλέον ένδεκα χρόνια Επίσκοπος της Αναστασουπόλεως και επιθυμούσε πάρα πολύ να περάσει την υπόλοιπη ζωή του εις το Μοναστήρι σαν Μοναχός. Γι’ αυτό λοιπόν, κάλεσε μια ημέρα τους προκρίτους της πόλεως και όλους τους Κληρικούς και τους είπε:
› Αδελφοί μου, τα Επισκοπικά καθήκοντα είναι πλέον πολύ βαριά για μένα. Δεν μπορώ να φροντίσω για άλλο χρονικό διάστημα, για τα πνευματικά σας ζητήματα, σαν Επίσκοπος σας. Παρακαλώ, λοιπόν, να με απαλλάξετε των ευθυνών της Επισκοπής, για να αποσυρθώ εις ένα μοναστήρι ως Ασκητής.
Τότε οι κάτοικοι της Μητροπόλεως άρχισαν να κλαίνε και να παρακαλούν τον Θεόδωρο να μείνει. Όμως ο Άγιος είχε λάβει την αμετάκλητη πλέον απόφαση του. Τότε οι πρόκριτοι της πόλεως, πήγαν εις τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυριακό και τον παρακάλεσαν να τους ορίσει άλλον Επίσκοπο. Αρχίζει τότε νέα περίοδος θαυμάτων, του Οσίου Θεοδώρου. Πλήθος από αρρώστους ερχόταν στο Μοναστήρι και με τις προσευχές του Αγίου ελάμβαναν την θεραπεία.
Καλείται στην Κωνσταντινούπολη
Την ίδια εποχή ο Όσιος έλαβε επιστολές και από τον βασιλέα Μαυρίκιο και τον Πατριάρχη Κυριακό, οι οποίοι τον προέτρεπαν να επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη και να τους ευλογήσει. Έτσι λοιπόν πήγε στη θεοφύλακτη πόλη, όπου κήρυξε το λόγο του Θεού και θεράπευσε πολλούς. Με τα θαύματα αυτά η φήμη του Αγίου εξαπλώθηκε εις όλο το Βυζαντινό Κράτος. Αυτό πολύ τον ενοχλούσε. Γι’ αυτό και έφυγε από την πόλη της Κωνσταντινουπόλεως και επέστρεψε στο Μοναστήρι του.
Ο Όσιος επέστρεψε, αλλά επισκέφθηκε για δεύτερη φορά την Κωνσταντινούπολη, το έτος 610 μ.Χ., επί Πατριάρχου Θωμά, στον θάνατο του οποίου βρέθηκε. Και αφού τιμήθηκε από τον Πατριάρχη Σέργιο επανήλθε στο μοναστήρι του, όπου συνέχισε το θεοφιλή βίο του.
Η κοίμηση του
Εν τω μεταξύ ο Άγιος Θεόδωρος είχε γυρίσει στο Μοναστήρι του στην Συκεώνα και συνέχιζε την ασκητική και γεμάτη από θαύματα ζωή του. Μίση ανδρογύνων διελύοντο και μίση μεταξύ των πολιτών διεσκορπίζοντο δια της ευλογίας του Αγίου. Πολλές φορές οι ποταμοί πλημμύριζαν και οι άνθρωποι έτρεχαν στον Άγιο για να τους βοηθήσει. Τότε αυτός, προσηύχετο θερμά εις τον Θεό και σταματούσαν το καταστροφικό έργο τους.
Καθημερινώς ο Άγιος, δίδασκε τους ανθρώπους το θείο θέλημα και τους παρακινούσε να ζουν σύμφωνα με την διδαχή του Ιησού Χριστού. Πάντοτε δε συμβούλευε τους βλασφήμους και τους παρακινούσε να γυρίσουν στον ορθό τρόπο της ζωής και να έχουν την γλώσσα τους καθαρή από τα λόγια του διαβόλου.
Πάντοτε δίδασκε την μεγάλη αρετή της αγάπης. Αυτή, έλεγε, είναι η βάση της θρησκείας μας και το μυστικό της προόδου των ανθρώπων. Διότι όλοι είμεθα παιδιά του ίδιου Θεού και συνεπώς αδέλφια μεταξύ μας.
Γι’ αυτό πρέπει να είμεθα φιλόξενοι, ελεήμονες και να θυσιαζώμεθα για τον πλησίον μας, σύμφωνα με το παράδειγμα του Κυρίου μας, ο οποίος θεμελίωσε τον Χριστιανισμό με την θεία εντολή: «αγαπάτε αλλήλους».
Αυτή ήταν η ζωή του Οσίου Θεοδώρου. Μια ζωή, αφιερωμένη στον Θεό. Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του Ηρακλείου, απέθανεν ο Όσιος, την 22α Απριλίου. Η εκκλησία μας, δια την αρετή του και τα θαυματά του, τον εκήρυξε Άγιον.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐκ σπάργανων ἐπλήσθης τῆς θείας χάριτος, καὶ τῷ Θεῷ ἀνετέθης ὡς Σαμουὴλ ὁ κλεινός, τὴν ὑπέρτιμον στολὴν Πάτερ κληρούμενος· ὅθεν θαυμάτων αὐτουργός, καὶ Χριστοῦ μυσταγωγός, Θεόδωρε ἀνεδείχθης, θεοδωρήτως ἐκλάμπων, τὰς ψυχοτρόφους δωρεὰς τοῖς πιστοῖς.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβών γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Θεόδωρε τό πνεῦμά σου.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὡς πυρίνῳ ἅρματι, ταῖς ἀρεταῖς θεοφόρε, ἐπιβὰς ἀνέδραμες, εἰς οὐρανίους οἰκήσεις, ἄγγελος, μετὰ ἀνθρώπων συμβιοτεύων, ἄνθρωπος, σὺν τοῖς Ἀγγέλοις περιχορεύων· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, θαυμάτων θεῖον δοχεῖον Θεόδωρε.
Μεγαλυνάριον
Δῶρον καθιέρωσας τῷ Θεῷ, Θεόδωρε Πάτερ, τὸν σὸν βίον τὸν ἱερόν· ὅθεν θεοσδότων, μετέσχες χαρισμάτων, καὶ δωρεὰν βλυσταίνεις, πᾶσι τὰς χάριτας.
Πηγή: Χώρα Του Αχωρήτου
Η Μονή Σέλτσου είναι χτισμένη σε μία από τις πιο ορεινές και απροσπέλαστες περιοχές της Ηπείρου, προσιτή ακόμη και σήμερα, μόνο από το χωριό πηγές. Σε μία μικρή επιφάνεια της ράχης του Φράξου, 300 με 400 μέτρα πάνω από την απόκρημνη δεξιά όχθη του Αχελώου ή αλλιώς Ασπροπόταμο, απέναντι από το χωριό Πετρωτό (παλιά Λιάσκοβο) και σε απόσταση 2 ωρών με τα πόδια από το χωριό Πηγές (παλιά Βρεστενίτσα) και το δημόσιο δρόμο Άρτας-Καρδίτσας, είναι χτισμένο το ιστορικό μοναστήρι του Σέλτσου ή της Παναγίας της Σελτσιώτισσας. Η Μονή είναι αφιερωμένη στην εορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου.
Η Μονή Σέλτσου οφείλει την φήμη της στην ιστορική μάχη που έγινε στην περιοχή της τον Απρίλιο του 1804 μεταξύ των στρατευμάτων του Αλή Πασά και των Σουλιωτών, καθώς στον ηρωισμό και την αυτοθυσία των τελευταίων, οι οποίοι, όπως στο Ζάλογγο, προτίμησαν το θάνατο και το γκρέμισμα στον Αχελώο από την αιχμαλωσία και την ατίμωση...
Οι οικογένειες που είχαν καταφύγει στο Ζάλογγο, μετά την αποχώρησή τους απ’ το Σούλι, αντιμετώπισαν και πάλι την μανία του στρατού του Αλή. Όταν η κατάσταση έγινε κρίσιμη, άλλοι από τους Σουλιώτες έκαναν απελπισμένοι έξοδο και διέφυγαν άλλοι όμως βρήκαν το θάνατο ή αιχμαλωτίστηκαν. 22 Γυναίκες και 6 άνδρες στις 18 Δεκεμβρίου του 1803 προτίμησαν να γκρεμιστούν στο βάραθρο από το ψηλότερο μέρος του βουνού -οι μητέρες εκσφενδόνισαν πρώτα τα παιδιά τους- παρά να πέσουν στα χέρια των εχθρών.
Ένα σώμα από 160 Σουλιώτες υπό του Κίτσου Μπότσαρη κατάφερε να διασπάσει τις γραμμές των πολιορκητών και να φθάσει στο Βουργαρέλι. Όταν έφθασε ο Κίτσος Μπότσαρης στο Βουλγαρέλι πληροφορήθηκε τα τρομερά γεγονότα της Ρηνιασάς. Αποφάσισε να εγκαταλείψουν την περιοχή του Βουργαρελίου όπου κινδύνευαν να κυκλωθούν και να υποστούν την τύχη του Ζαλόγγου. Τους συμβούλευσε να βαδίσουν προς την Βρεστενίτσα στην περιοχή των Αγράφων, όπου υπήρχαν φυσικές οχυρές θέσεις. Περί τα τέλη του Δεκεμβρίου του 1803, αναχώρησαν από το Βουργαρέλι προς την Βρεστενίτσα 1.148 Σουλιώτες, άνδρες γυναίκες και παιδιά, υπό την αρχηγία του Κίτσου και Νότη Μπότσαρη.
Αποφάσισαν να μείνουν στην περιοχή της Μονής και εάν υπάρχει ανάγκη να αμυνθούν βασιζόμενοι στην πείρα και στη γενναιότητα που είχαν αποκτήσει από τα τόσα χρόνια πολέμου και θέτοντας σε εφαρμογή, εκεί στο Σέλτσο, την τακτική που τόσα χρόνια εφάρμοζαν στα βράχια του Σουλίου. Άρχισαν να συγκεντρώνουν τρόφιμα και ζωοτροφές από τις γύρω περιοχές, στο εσωτερικό και στα κελιά της Μονής εγκατέστησαν τα γυναικόπαιδα και τέλος κατασκεύασαν τρία οχυρά στην κορυφογραμμή του Φράξου.
Στις 12 Ιανουαρίου 1804 οι οχυρωμένοι στην Μονή Σέλτσου Σουλιώτες περικυκλώθηκαν από 8.000 Τουρκαρβανίτες υπό τους Μπεκήρ Τζογαδούρο, Άγο Μπουχορδάρη ή Βασιάρη και Βέλη Πασά, καθώς και από τους υπηρετούντες τον Αλή Πασά Έλληνες αρματολούς με τους άνδρες τους, Ζήκο Μίχα και Αλέξη Τζήμα της Λάκκας Λελόβων, Κωνσταντίνο Πουλή των Τζουμέρκων και Δημήτριο Καραΐσκο (τον πατέρα του Γ. Καραϊσκάκη) του Βάλτου. Μετά από μικρή προπαρασκευή τριών ημερών, στις 15 Ιανουαρίου ακολούθησε η πρώτη επίθεση των Τουρκοαλβανών, η οποία αποκρούσθηκε από τους οχυρωμένους στην Μονή του Σέλτσου Σουλιώτες που πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση. Ο απολογισμός της πρώτης μάχης ήταν 78 νεκροί απ’ το στρατό του Αλή και 6 Σουλιώτες.
Στις 20 Απριλίου ο Αλή Πασάς στέλνει και νέες ενισχύσεις και με επιστολή του παραγγέλνει στους στρατηγούς του να ξεπαστρέψουν μια «φούχτα κατσικοκλεφτών» όπως τους αποκαλούσε, εντός δέκα ημερών.
ην επόμενη μέρα 21 Απριλίου του 1804, μετά από τρίμηνη πολιορκία και προδοσία του Γιώργου Κύργιου, ανιψιού του Ζίκου Μίχου -του είχε υποσχεθεί ο Αλη Πασάς το αρματολίκι της Λάκκας εάν τους βοηθούσε να πάρουν το μοναστήρι- ένας στρατός από 3.000 και άλλους 1.200 εφεδρικούς εξουδετέρωσε την αντίσταση του Φυλακίου «Προφήτης Ηλίας» που βρισκόταν πάνω από τη Μονή Σέλτσου και εισέβαλε στον χώρο του μοναστηριού. Στην φονική και άνιση εκείνη μάχη που επακολούθησε άλλοι Σουλιώτες σκοτώθηκαν, άλλοι αιχμαλωτίσθηκαν -όπως ο Νότης Μπότσαρης, η γυναίκα του Χριστίνα και τα παιδιά του Κίτσου Μπότσαρη, Κώστας, Δέσποινα και Αγγελική- και άλλοι, κυρίως γυναικόπαιδα για να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών γκρεμίστηκαν σε βάραθρο 300 μέτρων, αφήνοντας τα κορμιά τους στον Ασπροπόταμο, αναδεικνύοντας έτσι το μοναστήρι του Σέλτσου σε νέο Ζάλογγο!
****
(Απ’ το 2:51 λεπτό έως το 3:00 θα δείτε τον Σταυρό που δηλώνει το μέρος που έπεσαν τα γυναικόπαιδα των Σουλιωτών -για δεύτερη φορά- μετά τον Ζάλογγο, στο βάραθρο του Σέλτσου)
Πηγή: Περί Πάτρης
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Πλάτων, κατὰ κόσμο Μιλιβόγιε Ἰωάννοβιτς, γεννήθηκε στὶς 29 Σεπτεμβρίου 1874 στὸ Βελιγράδι ἀπὸ τὸν Ἠλία Ἰωάννοβιτς καὶ τὴν Γιέλκα Σοκόλοβιτς. Μετὰ τὴν ἐγκύκλια μόρφωσή του ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἐκάρη μοναχός. Λίγο ἀργότερα χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Τὸ ἔτος 1896 ἀπεστάλη γιὰ σπουδὲς στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Ἐπιστρέφοντας τὸ ἔτος 1901 ἀπὸ τὴ Ρωσία, μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν σπουδῶν του, διορίσθηκε προϊστάμενος τῆς μονῆς Ρακοβίτσα καὶ καθηγητής. Κατὰ τὸν Α’ Παγκόσμιο πόλεμο ὁ Ἀρχιμανδρίτης Πλάτων κατετάγη στὸ σῶμα τῶν στρατιωτικῶν ἱερέων καὶ μετὰ τὸ πέρας τοῦ πολέμου ἀφιέρωσε τὴν διακονία του στὴν περίθαλψη τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν πληγέντων. Τὸ ἔτος 1936 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος καὶ τὸ ἔτος 1939 μετατίθεται στὴν Ἐπισκοπὴ τῆς Μπάνια Λούκα.
Ἄρχισε ὅμως ὁ Β’ Παγκόσμιος πόλεμος. Ὁ Ἐπίσκοπος Πλάτων ἔπρεπε νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν Κροατία, γιατί ἦταν Σέρβος. Ἀρνήθηκε ὅμως, λέγοντας ὅτι ἡ ἐκλογή του ἔγινε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μὲ βάση τοὺς Κανόνες καὶ τὸν πνευματικὸ νόμο. Ὄφειλε λοιπόν, νὰ παραμείνει κοντὰ στὸ ποίμνιό του καὶ νὰ δώσει τὴν ψυχή του γι’ αὐτό, ἐὰν χρειαζόταν. Ὡστόσο οἱ ἀρχὲς τὸν ἀνάγκασαν νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἐπαρχία του. Ὁ Ἐπίσκοπος ζήτησε νὰ μείνει δύο – τρεῖς ἡμέρες προκειμένου νὰ προετοιμασθεῖ γιὰ τὴν ἀναχώρησή του. Δὲν πρόλαβε ὅμως. Οἱ Οὐστάτσι τὸν συνέλαβαν μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα Δουσὰν (Σούμποτιτς) καὶ τὸν ἐκτέλεσαν. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἱερομάρτυρα Πλάτωνος τὸ ἔριξαν στὸν ποταμὸ Βρμπάνια. Λίγες ἡμέρες ἀργότερα κάποιοι Χριστιανοὶ τοῦ χωριοῦ Κουμσάλε τὸ περισυνέλεξαν καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὸ στρατιωτικὸ κοιμητήριο τῆς Μπάνια Λούκα. Τὸ ἔτος 1973 τὰ τίμια λείψανά του μετακομίσθηκαν στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Μπάνια Λούκα.
Ἡ κανονικὴ πράξη ἁγιοποιήσεως τοῦ Ἱερομάρτυρος Πλάτωνος ἔγινε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, τὸ ἔτος 1998.
Πηγή: Μέγας Συναξαριστής
Τὰ παιδιὰ εἶναι ἄδειες κασσέττες. Ἂν γεμίσουν Χριστό, θὰ εἶναι κοντά Του πάντα. Ἂν ὄχι, εἶναι πιὸ εὔκολο, ὅταν μεγαλώσουν, νὰ παραστρατήσουν. Ἂν μικρὰ βοηθηθοῦν, καὶ νὰ ξεφύγουν ἀργότερα λίγο, πάλι θὰ συνέλθουν.
Ἐὰν ὑπάρχει μιὰ ἀλήθεια στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ συνοψισθοῦν ὅλες οἱ εὐαγγελικὲς ἀλήθειες, ἡ ἀλήθεια αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἀκόμη, ἐὰν ὑπάρχει μιὰ πραγματικότητα στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ συνοψισθοῦν ὅλες οἱ καινοδιαθηκικὲς πραγματικότητες, ἡ πραγματικότητα αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μόνο στὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐξηγοῦνται ὅλα τὰ θαύματά Του, ὅλες οἱ ἀλήθειές Του, ὅλα τὰ λόγια Του, ὅλα τὰ γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Αν είσαι Σίμων Κυρηναϊος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι ‘ Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ.
Yπ’ αριθμόν 179 πολεμικό ανακοινωθέν:
«Αι κινήσεις συμπτύξεως των δυνάμεών μας εις την νέαν τοποθεσίαν αντιστάσεως, επέτυχον πλήρως ».
Ἡ πλάνη πάντα αὐτοκαταστρέφεται καί, παρόλο ποὺ δὲν τὸ θέλει, στηρίζει σὲ ὅλα τὴν ἀλήθεια.
Ἄλλωστε μόνο μὲ τὴ δύναμη τοῦ ἀναστημένου Θεανθρώπου, Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, μποροῦσε νὰ δοθεῖ καὶ δίδεται καὶ πάντοτε θὰ προσφέρεται ἡ δύναμη σὲ κάθε Χριστιανό, ἀπὸ τὸν πρῶτο ἕως τὸν τελευταῖο, ὥστε νὰ ξεπεράσει ὅλη τὴ θνητότητα – ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο τὸν θάνατο, ὅλη τὴν ἁμαρτία – ἀκόμη καὶ τὴν ἴδια τὴν ἁμαρτία, ὅλους τοὺς διαβόλους – ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο τὸν διάβολο.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...