
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«…Όταν ο Κύριος βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη το Άγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε εν είδη περιστεράς.
Εμφανίσθηκε, όχι για να προσθέσει κάτι στον Χριστό, αλλά έτσι συμβολικά ώστε να δείξει αυτό που υπάρχει μέσα στον Χριστό:δηλαδή,
την ακακία, την καθαρότητα και την ταπεινότητα. Αυτό συμβολίζει το περιστέρι.
Όταν οι Απόστολοι συγκεντρώθηκαν την Πεντηκοστή ημέρα από την ήμερα της Ανάστασης, το Άγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε με τη μορφή πύρινων γλωσσών. Εμφανίσθηκε ως πύρινη γλώσσα για να τους αφαιρέσει κάτι και να τους προσθέσει κάτι.
Δηλαδή, να αφαιρέσει από αυτούς κάθε αμαρτία, κάθε αδυναμία, φόβο και ακαθαρσία της ψυχής τους και να τους δωρίσει τη δύναμη, το φως και τη ζεστασιά.
Οι πύρινες γλώσσες επισημαίνουν συμβολικά αυτά τα τρία: τη δύναμη, το φως και τη ζεστασιά.
Γνωρίζεις ότι η φωτιά, φωτίζει και ζεσταίνει. Αλλά όταν μιλάς για το Άγιο Πνεύμα πρόσεξε να μην σκέπτεσαι υλικά αλλά πνευματικά. Γίνεται λόγος λοιπόν, για την πνευματική δύναμη, για το πνευματικό φώς και για την πνευματική ζεστασιά.
Και αυτά είναι: η δυνατή θέληση, ο φωτισμένος νους και η ζέση της αγάπης.
Μ΄ αυτά τα τρία πνευματικά όπλα εξόπλισε το Άγιο Πνεύμα τους στρατιώτες του Χριστού για να αντιμετωπίσουν τον κόσμο. Ο Διδάσκαλος τους είχε απαγορεύσει ακόμα και ράβδο να φέρουν από τα επίγεια όπλα.
Γιατί όμως το πυρ εμφανίζεται με τη μορφή γλωσσών πάνω άπό τα κεφάλια τους;
Επειδή οι Απόστολοι έπρεπε μέσω της γλώσσας να κηρύξουν στους λαούς το χαρμόσυνο νέο, την Ευαγγελική αλήθεια και ζωή, την επιστήμη της μετάνοιας και της συγχώρεσης.
Με τον λόγο έπρεπε να μάθουν με τον λόγο να θεραπεύουν, με τον λόγο να παρηγορούν, με τον λόγο να αγιάζουν και να καθοδηγούν, με τον λόγο να φροντίζουν την Εκκλησία.
Επίσης, με τον λόγο να αμύνονται, αφού τους είπε ό Οδηγός να μην φοβούνται τους διώκτες και να μην υπερασπίζονται εαυτούς στα δικαστήρια κατά το δοκούν, επειδή είναι απλοί άνθρωποι, και τους βεβαίωσε: «Ου γαρ υμείς έστε οι λαλούντες αλλά το Πνεύμα του πατρός υμών το λαλούν εν υμίν» (Ματθ. 10,20).
Θα μπορούσαν άραγε να μιλούν τη συνηθισμένη γλώσσα των ανθρώπων για το μέγιστο χαρμόσυνο νέο το όποιο έφθασε ποτέ στα αυτιά των ανθρώπων, δηλαδή ότι ο Θεός εμφανίσθηκε στη γη και άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της αθάνατης ζωής;
Θα μπορούσε άραγε ο άνθρωπος με τη θνητή ανθρώπινη φύση να διαδώσει αυτό το ζωοποιό βάλσαμο μέσα από τη δυσωδία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και μάλιστα έως την άκρη του κόσμου;
Με τίποτα και ποτέ !
Μόνο το πύρινο Πνεύμα του Θεού μπορούσε να το κάνει, το οποίο διά στόματος Αποστόλων σκόρπισε ουράνιες σπίθες στο επίγειο σκοτάδι.
Αλλά, άνθρωπε, δεν αισθάνθηκες ποτέ το Πνεύμα του Θεού μέσα σου; Δες, και εσύ είσαι βαπτισμένος με Πνεύμα· με νερό και Πνεύμα.
Άραγε ποτέ δεν σε ξάφνιασε μέσα σου κάποια μεγάλη και φωτεινή σκέψη, σιωπηρός λόγος του Αγίου Πνεύματος; Ποτέ δεν σε ξάφνιασε σαν άνεμος και δεν φούντωσε μέσα στην καρδιά σου η αγάπη για τον Δημιουργό σου φέρνοντας σου δάκρυα στα μάτια;
Παραδώσου στην θέληση του Θεού και φύλαξε αυτό που δονεί την ψυχή· θα γνωρίσεις το θαύμα της Πεντηκοστής, που στάθηκε πάνω από τους αποστόλους.
Ειρήνη και χαρά από το Άγιο Πνεύμα.
Πηγή: Απάντηση σ΄ ένα γράμμα του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς από το βιβλίο του «Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται», Εκδ. Εν πλω, σ. 104
Στα πλαίσια του Cyprus Pride Festival, 2015 γίνεται έκθεση ζωγραφικής. Αντί οι εικαστικές δημιουργίες, ως εκφραστικά μέσα εμπειριών να μπορούν να συμβάλουν στην καλή αγωγή, θα συμβάλουν στο φεστιβάλ ‘’παθών ατιμίας’’;
Επίσης προβάλονται στα πλαίσια του Cyprus Pride Festival, 2015 κινηματογραφικά έργα, με ομοφυλοφιλική θεματολογία. Γιατί τέτοια κατάντια; Αντί τα κινηματογραφικά δρώμενα, να είναι αγωγή εις το αγαθό, θα οδηγούν σε «πάθη ατιμίας»;
Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης στο έργο του «Περί ποιητικής», ορίζοντας την τραγωδία λέγει : «έστιν ουν μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας…». Ποιάς πράξεως τελείας εστίν μίμησις το θεατρικό τούτο «δρώμενο»; Αναισχύντου; Για να καταλήξει ο αρχαίος φιλόσοφος «περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν» (τον αποκαθάρει -τον θεατή - από παρόμοια ψυχικά συναισθήματα).
Αποκαθάρουν τον θεατή ή το αντίθετο, τα παρόμοια ψυχικά συναισθήματα προκαλούν, που εξαίρουν πράξεις αναισχύντους; Αποκαθάρουν τον θεατή ή προβάλλουν αλλότρια πάθη;
Είναι γνωστός ο παιδαγωγικός χαρακτήρας του καλού κινηματογράφου, καθώς επίσης και το παιδαγωγικό των χαρακτήρων, όταν οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι, το καλό ήθος προβάλλουν, καθότι υπάρχει ταύτιση των πρωταγωνιστικών ρόλων με τον θεατή.
Στην προκειμένη περίπτωση τα κινηματογραφικά τούτα «δρώμενα», θα είναι κινηματογραφικές αφηγήσεις «παρά φύσιν» πράξεων. Ποια λοιπόν αγωγή θα προσφέρουν στον θεατή;
Τα κινηματογραφικά τούτα δρώμενα είναι μια η ‘’αφηγηματική’’ διαδρομή, που αφορά τη ζωή ομοφυλοφίλων. Πόσο ψυχοφθόρα είναι τα κινηματογραφικά αυτά έργα;
Ταιριάζει απόλυτα εδώ η συνηθισμένη φράση που απαντάται στους αρχαίους Έλληνες τραγικούς «Ω νυξ μέλαινα», καθότι ‘’νύξ μέλαινα’’ αλλοτρίων παθών είναι τα κινηματογραφικά δρώμενά των.
Πηγή: Ακτίνες
Η σημερινή Κυριακή των Αγίων Πάντων χριστιανοί μου, είναι η συνέχεια της εορτής της Πεντηκοστής. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι άγιοι του Θεού, από κτίσεως κόσμου μέχρι και σήμερα, είναι η συνέχεια αυτής της μεγάλης γιορτής. Είναι η ίδια η Πεντηκοστή, για τον καθένα χωριστά και για όλους μαζί.
Δηλαδή ό,τι θαυμαστόν και υπέρλαμπρον συνέβη στους Αποστόλους εκείνη την ημέρα που γιορτάσαμε την περασμένη Κυριακή, γίνεται και στον κάθε χριστιανό από μας, όταν βαπτίζεται, όταν λαμβάνει το Άγιον Χρίσμα, όταν κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων, όταν μετανοώντας λαμβάνει την συγχωρητική ευχή, όταν ομολογεί τον Χριστόν ως Θεάνθρωπο Κύριον, ως Σωτήρα και Θεόν αληθινόν, και την ομολογία του αυτή την διακηρύσσει με το στόμα του, με τη ζωή του, με το αίμα του.
Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Κύριος, έτσι μας άρχισε το σημερινό Του Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, «πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν Ουρανοίς».
Στο «πας όστις» ανήκουν όλοι οι Άγιοι, και οι Προφήτες και οι Απόστολοι και οι μάρτυρες και οι όσιοι, αλλά και όλοι οι αγωνιζόμενοι πιστοί χριστιανοί μέσα στον κόσμο. Άρα και μείς όλοι που κατακλύζουμε τους ιερούς ναούς, που γεμίζουμε με συναίσθηση τα εξομολογητήρια και που κάνουμε τον καλόν αγώνα της πίστεως προς τον Χριστόν και την Ορθόδοξη Εκκλησία Του.
Κοινό χαρακτηριστικό όλων των Αγίων είναι η ομολογία τους και η πίστις τους προς τον Χριστόν, ανεξάρτητα από τους διαφόρους τρόπους ομολογίας του καθενός.
Και πρώτον. Οι Προφήτες έδωσαν μαρτυρία την ομολογία και αυτό το μαρτύριο ότι θα έλθει κάποια εποχή που θα ανατείλει η σωτηρία δια μέσου του ερχομένου, του αναμενομένου Μεσσία, του Ιησού Χριστού.
Δεύτερον. Οι Απόστολοι. Οι Απόστολοι πάλι έδωσαν στον απογοητευμένο κόσμο την βεβαίωση και μαρτυρία ότι ο καινούργιος αιώνας ήλθε με την ενανθρώπιση του Λόγου του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, του παθόντος και αναστάντος εκ νεκρών την τρίτη ημέρα κατά τας γραφάς, και του αναληφθέντος εν δόξη στους ουρανούς.
Και τρίτον. Οι υπόλοιποι των Αγίων, των μαρτύρων, των ομολογητών, των οσίων και των Πατέρων, και των αναριθμήτων ανωνύμων απλών αγωνιζομένων χριστιανών, έδωσαν και δίδουν την μαρτυρία και την διαβεβαίωση ότι είναι δυνατόν και σήμερα ο οποιοσδήποτε χριστιανός, με την έμπρακτή του μετάνοια μέσα στην Εκκλησία, να βιώσει και να ζήσει τη νέα εν Χριστώ Ιησού ζωή. Είναι δυνατόν να προγεύεται της Βασιλείας των Ουρανών και να ζει τον αρραβώνα του Αγίου Πνεύματος και την Θεία Υιοθεσία ότι πλέον είναι κληρονόμος αυτής της Βασιλείας του Θεού Πατρός.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει κάτι.
Προϋποθέτει καθημερινό ασκητικό πνευματικό αγώνα για να καθαρισθεί ο χριστιανός από τα πάθη του. Και μη νομίζετε ότι έχουμε λίγα. Έχομε πάρα πολλά ο καθένας.
Να τηρεί τις Ευαγγελικές εντολές, - που δεν τις τηρεί.
Να καλλιεργεί ζωντανή την πίστη του με έμπρακτη την αγάπη προς τον πλησίον, με ζήλο για ελεημοσύνη και συμπαράσταση στον πονεμένο – και αυτά τα βλέπομε πολύ σπάνια.
Επίσης απαιτείται αγώνας για αγρυπνία των αισθήσεων, για συγκράτημα της γλώσσας, ιδιαιτέρως, που όλη την ημέρα κουτσομπολεύει και κατακρίνει, - δεν προλαβαίνουμε να πούμε «Δι’ ευχών» και αμέσως έρχεται η μαύρη χάρις και μπερδεύεται στη γλώσσα μας και κάνομε το ναό μας χάβρα των Ιουδαίων.
Αγώνας για καθαρότητα στο νου,
για ταπεινό φρόνημα,
για συνεχή προσευχή,
για συμμετοχή στα μυστήρια,
για αγνότητα και σωφροσύνη και για τόσα πολλά άλλα.
Βέβαια έχει θλίψεις ο ευσεβής χριστιανός, έχει και βάσανα και στεναχώριες και πειρασμούς πολλούς. Παρ’ όλα αυτά όμως ο Θεός τον αξιώνει επειδή κρατά την ομολογία της πίστεως να παρομοιάζεται κατά δύναμιν, με τους προφήτας της Παλαιάς Διαθήκης, διότι όπως εκείνοι έβλεπαν την πρώτη έλευση του Μεσσία Ιησού Χριστού εν οράσει, έτσι και ο σημερινός Ορθόδοξος Χριστιανός, βλέπει να έρχεται η Δευτέρα του Κυρίου της Δόξης η Παρουσία, αφού ο Κύριος εγγύς.
Και μάλιστα με την πρόγευση της Βασιλείας των Ουρανών, με την νοερά καρδιακή προσευχή και με το πέρασμά του από την στρατευομένη στην θριαμβεύουσα Εκκλησία, όπως συνέβη και σήμερα.
Βιώνοντας λοιπόν αυτή την παρουσία από σήμερα, από τώρα, πρέπει οι σημερινοί εκκλησιαζόμενοι χριστιανοί, απανταχού της γης στους Ορθοδόξους ναούς, έπρεπε να είχαν αυτή την αίσθηση, ότι ζούσαν μαζί με τους Αγίους Πάντας, μέσα σ’ αυτόν τον ίδιο ναό μαζί τους, καθ’ όν χρόνον προσηύχοντο και συμπροσεύχονται με τους ιερείς και την Εκκλησία του Χριστού.
Δεύτερον, ο κάθε χριστιανός είναι και αυτός ένας γνήσιος μαθητής και Απόστολος του Χριστού, γιατί ζει σε πλήρη κοινωνία μαζί Του, αφού τηρεί τις εντολές Του. Και αφού συνεχώς Τον φωνάζει με το όνομά Του, "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με".
Και τρίτον, είναι και μάρτυρας, αφού θυσιάζει συνεχώς τον εαυτόν Του, για την αγάπη του Χριστού και με την μαρτυρικήν του ομολογία, σφραγίζει την νέα ζωή που έφερε στον κόσμο ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Έτσι με τον προσωπικό του αγώνα ο καθένας από μας καθίσταται και προφήτης και μαθητής και Απόστολος Ιησού Χριστού, και συγχρόνως ένας καθημερινός μάρτυρας και ομολογητής της πίστεώς του. Και επειδή είναι ζωντανό μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, ανασταίνεται, ή συνανασταίνεται και αναλαμβάνεται, συναλαμβάνεται στους Ουρανούς μαζί με τον Ιησού Χριστό. Γιατί ο Ιησούς είναι η κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας του οποίου μέλη είμεθα και μείς.
Αλλά ο Ιησούς Χριστός, επαναλαμβάνω, ανελήφθη στους Ουρανούς, μαζί με το αναστημένο και θεωμένο σώμα Του, γι’ αυτό είπα «συνανασταίνεται» και «συναναλαμβάνεται». Που είναι αυτό το θεωμένο σώμα Του η Εκκλησία Του. Δηλαδή εμείς, εσείς, εγώ ο άχρηστος και όλοι μας. Έτσι λοιπόν και οι Άγιοι Πάντες που είναι ενωμένοι μαζί με το Χριστό, είναι μέλη του αναστημένου σώματός Του, γι’ αυτό έχουν και την αγιαστική χάρη του Ιησού Χριστού.
Προχθές προσκυνούσα ένα ιερότατο οστούν, την κεφαλή ενός αγίου, ενός οσίου Χερουβείμ, αγνώστου, και ο τόπος ευωδίασε. Ευωδίασε από την χάρη του Χριστού, από κείνον το οποίον προσέφερε, εκείνος ο ίδιος ο Άγιος όσο ζούσε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο για την αγάπη του Χριστού, έτσι λοιπόν όταν ανελείφθη στους ουρανούς τον ανέλαβε μαζί Του και τη Χάρη Του, την Χάρη του Ιησού Χριστού την άφησε στα τίμια οστά του. Έτσι συμβαίνει με όλα τα οστά των αγίων. Κατ’ αυτόν τον τρόπον λοιπόν ασπαζόμενοι τα ιερά λείψανα των αγίων, ασπαζόμαστε την Χάρη του Αναστάντος Ιησού Χριστού που απορρέει μέσα απ’ αυτά. Γι’ αυτό και τα θαύματα δεν τελειώνουν κι ούτε θα τελειώσουν ποτέ.
Αδελφοί μου από όσα είπαμε μέχρι τώρα, βγαίνει το μικρό συμπέρασμα ότι κάθε αγωνιζόμενος πιστός χριστιανός πρέπει να ακολουθεί τα αχνάρια των Αγίων Πάντων. Γι’ αυτό και οι Νηπτικοί Πατέρες, μας καλούν όλους εμάς να ενεργοποιήσουμε την ομολογία στον κόσμον αυτόν που ζούμε.
Με ποιο τρόπο;
Πρώτον. Στα χέρια μας, μας λένε οι Πατέρες κρατάμε από το Άγιον Βάπτισμα φως! Τη Χάρη του Θεού. Αυτό είναι και το σύμβολον της λαμπάδας που κρατάει ο ανάδοχος ή το παιδάκι στη Βάπτιση. Έχουμε λοιπόν υποχρέωση αυτό το φως να το αφήσουμε πάντοτε να λάμπει και μέσα μας και γύρω μας, έστω κι αν αυτό μας στοιχίσει και αυτή τη ζωή μας. Και αν ακόμα μοιάσει αυτό φως με λυχνάρι θαμπό, γιατί είμαστε αδύνατοι και φτωχοί σε αρετές, είμαστε αμαρτωλοί, που τρεμοσβήνει σαν την πυγολαμπίδα αυτό το φως μέσα στον σύγχρονο κόσμο, που ζει στο σκοτάδι της αμαρτίας και των παθών. Το έργο μας είναι να το περιφέρουμε και να το διατηρούμε έστω και τρεμάμενο αυτό το φως της πυγολαμπίδος, αλλά πάντοτε αναμμένο. Και τότε ποιος ξέρει; Κάποιος μπορεί να το πλησιάσει αυτό το φως και ν’ ανάψει το δικό του σβηστό λυχνάρι απ’ τη δική μας πυγολαμπίδα.
Δεύτερον. Έχουμε τη φωνή της ψυχής μας, τη φωνή του λόγου μας, και αυτή τη φωνή θα τη φωνάζουμε δυνατά από μέσα μας με προσευχή, με παράκληση, με δοξολογία, με ευχαριστία, αλλά και με συμβουλές και με παράδειγμα, προς όλον τον κόσμο που είναι γύρω μας. Μπορεί οι κρότοι και οι θόρυβοι της απιστίας, της αθεΐας, της αδικίας, της θεομαχίας, των αιρέσεων, της ασπλαχνίας, του ευδαιμονισμού και του οικουμενισμού να πνίγουν αυτούς τους ήχους της πονεμένης μας καρδιάς, αλλά εμείς θα επιμένουμε να διακηρύσσουμε και να ομολογούμε Χριστόν και τούτον Εσταυρωμένον. Ποιος ξέρει; Κάποιος μπορεί να μας ακούσει και κάποιος να σωθεί.
Τρίτον. Όλοι μας ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί που συμμετέχουμε στα Άγια Μυστήρια έχουμε μέσα μας και τη φλόγα της Πεντηκοστής. Και επειδή ο κόσμος που ζούμε είναι πονηρός, φίλαυτος, αδιάφορος, και ψυχρός σαν τις παγοκολώνες, γι’ αυτό και μείς αυτήν την φωτιά της Πεντηκοστής θα την προσφέρουμε στον κάθε μας πλησίον. Και ποιος ξέρει; Μπορεί κάποιος να την πλησιάσει. Να ζεσταθεί από την φλόγα της Πεντηκοστής. Από την Θεία Χάρη. Να λειώσουν οι πάγοι των παθών της ψυχής του και έτσι να σωθεί. Ποιος ξέρει; Και
Τέταρτον να χρησιμοποιούμε όλοι μας την πνευματική μάχαιρα του πνεύματος. Πιθανόν το πρώτο ή το δεύτερο κτύπημα που καταφέραμε με το μαχαίρι αυτό, στον αιώνιο εχθρό της ψυχής μας, να ήταν χωρίς αποτέλεσμα. Ή προσέξτε, να εφαίνετο ότι ήτο χωρίς αποτέλεσμα. Εμείς όμως θα εντείνουμε όλες μας τις προσπάθειες με την ελπίδα ότι θα πλήξουμε όσο το δυνατόν γίνεται βαθύτερα αυτόν τον αιώνιο εχθρό της ψυχής μας, και έτσι θα τον αχρηστέψουμε γιατί έχουμε και την εντολήν του Κυρίου μας, να χρησιμοποιούμε πάντοτε αυτού του είδους την μάχαιρα. Την μάχαιρα του Πνεύματος, «ό εστί ρήμα Θεού». Και έτσι ο Χριστός θα μας καταστήσει σύγχρονους και προφήτας, και Αποστόλους και Ευαγγελιστάς και μάρτυρας. Γι’ αυτό το «ρήμα Θεού», που είναι ο Ευαγγελικός λόγος, ο λόγος της σωτηρίας, οφείλουμε να τον προσφέρουμε παντού και πάντοτε, ευκαίρως και ακαίρως, για να τονώνεται ο αγώνας μας, για να αυξάνεται η πίστις μας, για να δυναμώνει η ζωντανή μας ομολογία στον Χριστόν.
Χριστιανοί μου, ο φωτισμός που έχουμε από τον Θεόν, πρώτον,
η φωνή μας που διακηρύσσει την αλήθεια της πίστεώς μας, δεύτερον,
η φλόγα της Πεντηκοστής που φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, τρίτον,
η χρήσις της μάχαιρας του Πνεύματος «ό εστί ρήμα Θεού», τέταρτον,
η ομολογία και το μαρτύριον, πέμπτον,
οι καθημερινές θυσίες, έκτον,
ο πνευματικός μας αγώνας έβδομον και
η ζωντανή μας συμμετοχή στα μυστήρια όγδοον,
και όλα μαζί αυτά και άλλα πολλά, ήσαν και είναι, η μαρτυρική ομολογία της ζωής και της δράσεως των Αγίων Πάντων, αλλά και της δικής μας ομολογίας.
Είθε να μας αξιώσει ο Πανάγιος Θεός όλους μας, να δίδουμε με όλα τα μέσα την ομολογία της νέας ζωής που έφερε ο Ιησούς Χριστός στον κόσμο, για να δεχτούμε χάριτι Θεού από το στόμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, κατά την Δευτέραν Αυτού Παρουσία, - πότε θα γίνει δεν ξέρουμε, μπορεί και αύριο, μπορεί και σήμερα – και την δική Του διαβεβαίωση και ομολογία.
Ποια;
Θα ομολογήσω καγώ εν αυτώ, - για τον καθένα μας χωριστά -, έμπροσθεν του Πατρός μου του εν Ουρανοίς.
Αμήν.
Πηγή: Αγία Βαρβάρα, Αναβάσεις
Η Μονή Σίμωνος Πέτρας, ή αλλιώς Σιμωνόπετρα είναι 13η στην ιεραρχία των μονών του Αγίου Όρους. Βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρα από τη θάλασσα, πάνω σε βράχο από γρανίτη, που φαντάζει σχεδόν να κρέμεται!
Η ίδρυσή της οφείλεται στον Όσιο Σίμωνα, που ασκήτεψε στα μέσα του 13ου αιώνα σε σπήλαιο κοντά στη μονή, ο οποίος σε όραμα είδε τη μελλοντική της ανοικοδόμηση.
Είναι πολύ παρήγορο, αλλά και τιμητικό για τον Λαό μας, που δεν ξεχνά ποτέ την Πόλη του και τον Αυτοκράτορά του και που κάθε χρόνο, στις 29 Μαΐου, τιμά και μνημονεύει με ιδιαίτερη ευλάβεια τους μάρτυρες της Άλωσης.
Εκείνο , όμως, που, όταν γίνεται, γίνεται κάπως δειλά και συγκαλυμμένα, είναι η αναφορά στον ρόλο που έπαιξαν οι Δυτικοί σε σχέση με τα λυγμικά γεγονότα της πτώσης, όπως επίσης και η ανάδειξη της οντολογίας αυτών των γεγονότων, που δεν είναι άλλη από το Πνεύμα της Ρωμηοσύνης. (1)
Σε ό, τι αφορά στον ρόλο των Φράγκων, τα πράγματα είναι απλά, αλλά, δυστυχώς, αποσιωπούνται σκοπίμως.
Διακόσια πενήντα χρόνια πριν από την Άλωση της Πόλης, οι λεγόμενοι Σταυροφόροι –οι τότε δυτικές συμμαχικές δυνάμεις- αναδεικνύονται, με την δράση τους, ως οι πλέον πολύτιμοι πρώιμοι σύμμαχοι των Τούρκων. Διότι, με την παρότρυνση και τις ευλογίες του τότε πάπα και με το πρόσχημα της απελευθέρωσης των Αγίων Τόπων, καταλύουν την Ρωμανία/Βυζαντινή αυτοκρατορία, εγκαθιστούν Φράγκους ηγεμόνες στα διάφορα τμήματά της, καταστρέφουν ολοσχερώς την Κωνσταντινούπολη, την λεηλατούν και φορτώνουν στα καράβια τους όλα της τα τιμαλφή.
Ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης, αυτόπτης μάρτυρας της λεηλασίας της Κωνσταντινουπόλεως από τους σταυροφόρους το 1204, περιγράφει λεπτομερώς την καταστροφή και τις αρπαγές των θησαυρών της Βασιλεύουσας: ’’...Έβλεπε κανείς όχι μόνον τις ιερές εικόνες του Χριστού να θραύονται με αξίνες και να ρίπτονται στο χώμα και τα στολίδια τους να αποσπώνται χωρίς φειδώ και προσοχή και να ρίχνονται στη φωτιά, αλλά και τα σεπτά και πανάγια σκεύη να αρπάζονται με θράσος από τους ναούς, να ρίχνονται στη φωτιά και να παρέχονται στα εχθρικά στρατεύματα ως απλός άργυρος και χρυσός’’. (2)
Η καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κυρία Αθηνά Κόλια-Δερμιτζάκη, παρουσιάζοντας τον απολογισμό της δραματικής αυτής απογύμνωσης της Κωνσταντινουπόλεως από τους θησαυρούς της, γράφει:
’’Η Κωνσταντινούπολη άδειασε από κάθε πλούτο δημόσιο, ιδιωτικό και εκκλησιαστικό... τεράστια απώλεια για την τέχνη ήταν η καταστροφή σημαντικού αριθμού χάλκινων αγαλμάτων και συμπλεγμάτων, τα οποία οι νέοι κύριοι της Αυτοκρατορίας τεμάχισαν και έλιωσαν, για να τα μετατρέψουν σε νομίσματα’’ (2). Τουτέστιν, τα ιδρυτικά κεφάλαια των Τραπεζών των σημερινών μας εταίρων.
Από τότε και μετά, η Ρωμανία, ποτέ δεν μπόρεσε να ξανασταθεί στα πόδια της. Η καταστροφή, που υπέστη στα 1204 από τους Φράγκους σταυροφόρους, ήταν τόσο μεγάλη, που, στην κυριολεξία, την παρέλυσε εντελώς.
Έτσι λοιπόν , όταν οι Τούρκοι το 1453 φτάνουν έξω από τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως και την πολιορκούν, δεν βρίσκονται πλέον απέναντι σε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία, αλλά μπροστά σε μια Πόλη αδύναμη και απομονωμένη.
Όπως γίνεται κατανοητό, στην πραγματικότητα, η Ρωμανία δεν καταλύθηκε το 1453 από τους Τούρκους, αλλά το 1204 από τα παποκίνητα δυτικά συμμαχικά στρατεύματα. Το 1453, με την Άλωση της Πόλης, ζήσαμε απλώς το τελευταίο επεισόδιο ενός πολυχρόνιου δράματος.
Αυτά τα πράγματα ας τα θυμόμαστε καλά, διότι μονάχα έτσι θα μπορούμε να ερμηνεύουμε σε βάθος και τα σημερινά καμώματα των Δυτικών και αναλόγως να προφυλαγόμαστε.
4/6/2015
(1)
(α). Το Πνεύμα της Ρωμηοσύνης είναι το Πνεύμα των ησυχαστών Πατέρων της Εκκλησίας μας. Δηλαδή, των εραστών της Φιλοκαλίας και των αθλητών του σωτηρίου αθλήματος της κάθαρσης, του φωτισμού και της θέωσης.
(β). Ρωμηοσύνη = Ορθόδοξος Ελληνισμός. ( Καθηγητής, π. Γεώργιος Μεταλληνός)
(γ). Οι Ρωμηοί της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας είναι όσοι δεν ακολούθησαν το παράδειγμα εκείνων, που εφράγκευσαν και ετούρκευσαν. (Καθηγητής, π. Ιωάννης Ρωμανίδης)
(2).
http://users.uoa.gr/~nektar/history/2romanity/sacking_constantinople.htm
ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 18-04-2004, Κωδικός άρθρου Β14142C081
Πηγή: Θρησκευτικά
«Μὰ θὰ ᾽ρθοῦνε ἄλλα χρόνια
μ’ ὄνειρα κι ὁράματα
δίχως λόγους στὰ μπαλκόνια
κι ἄχρηστα προγράμματα»
Ν. Γκάτσος
Οἱ λόγοι, ἢ καλύτερα, «οἱ τροπαιοῦχοι τοῦ ἄδειου λόγου», γιὰ νὰ μνημονεύσουμε καὶ τὸν Παλαμά, σταμάτησαν εὐτυχῶς νὰ ἐκτοξεύουν ἀπὸ τὰ μπαλκόνια τὶς οὐρανομήκεις ἀνοησίες τους. Τὸ «μέγα πλῆθος» καὶ τὸ «μέγα πάθος» τῶν ἀρχικομματαρχῶν μπῆκε, ἀνεπιστρεπτί, στὸ «χρονοντούλαπο τῆς ἱστορίας». (Τί φράση κι αὐτή!!!).
Τὰ «ἄχρηστα προγράμματα» ὅμως παραμένουν. Μόνο ποὺ στὴν ἐκπαίδευση τὰ βάφτισαν «δράσεις». Δράση. Ἰδοὺ ἡ μαγικὴ λέξη ποὺ συγκλονίζει τὰ σημερινὰ σχολειά. «Κάντε μία δράση», ἀκοῦς κι ἀνατριχιάζεις. Μία δράση γιὰ τὴν ξενοφοβία, γιὰ τὸν ρατσισμό, γιὰ τὸν σεβασμὸ στὴν ἑτερότητα. Ἡ νεοεποχίτικη σαχλαμάρα βρῆκε πεδίον δόξης λαμπρόν.
Μὴν διδάσκετε, κάντε δράσεις! Ὁ δάσκαλος ποὺ διδάσκει, ποὺ μαθαίνει στοὺς μαθητές του γράμματα, γιὰ νὰ τὸ πῶ ἁπλά, εἶναι ξεπερασμένος, ἀνεπαρκής, ἴσως καὶ ἐπικίνδυνος γιὰ τὸ «ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ» τους. (Παραθέτω κάτι ἀπὸ ἕναν παλαιότερο παιδαγωγό, γιὰ τὸν σκοπὸ τοῦ σχολείου, ὁ ὁποῖος δὲν ἀνῆκε στὴν «ἀντίδραση», ἀλλὰ θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς ἀρχηγέτες τῆς «πρωτοπορίας».
«Τὸ σχολεῖο διδάσκοντας συστηματικὰ στὸ παιδὶ τ’ ἀγαθὰ τοῦ πολιτισμοῦ του καὶ γνωρίζοντάς του τὸν τόπο του, κάνει συνειδητή, συστηματοποιεῖ καὶ ἁπλώνει τὴν ἐθνικὴ μόρφωση ποὺ παίρνει κάθε παιδὶ ἀπὸ τὴν ἐξωσχολική του ζωή». Τὸ κείμενο μιλᾶ γιὰ ἐθνικὴ μόρφωση καὶ εἶναι ἀπὸ τὸ δυσεύρετο βιβλίο «πάρεργα καὶ μελέτες», τοῦ Ἀλ. Δελμούζου, σελ. 42. Ἀλλὰ ποιός προσέχει σήμερα τοὺς παλιοὺς δασκάλους;).
Ὁ δάσκαλος πιὰ δὲν πρέπει νὰ μεταδίδει γνώσεις. «Ἔχει μεταδοτικότητα» ἔλεγαν παλαιότερα, ὅταν ἤθελαν νὰ τὸν ἐπαινέσουν, ἐνῶ σήμερα πρέπει νὰ εἶναι ἐπικοινωνιακός, νὰ «κάνει δράσεις». Δὲν ἔχει σημασία, ἂν μὲς στὴν τάξη ματώνεις κυριολεκτικά, γιὰ νὰ διδάξεις τὴν μάχη στὰ Δερβενάκια ἢ τὴν διαίρεση κλασμάτων. Αὐτὸ δὲν φαίνεται, δὲν ἀξίζει κιόλας. Ἡ περιρρέουσα ἡττοπάθεια, ἀπογοήτευση καὶ παραίτηση θεωρεῖ σχεδὸν χάσιμο χρόνου καὶ ματαιοπονία τὴν μάθηση. Δουλειά, δηλαδὴ πρόσληψη στὸ Δημόσιο, δὲν ἐξασφαλίζουν τά… γράμματα. Γιατί νὰ τὰ τυραννοῦμε τὰ μοσχοαναθρεμμένα βλαστάρια μας, γιατί νὰ καθόμαστε δίπλα τους, βοηθώντας τα στὸ διάβασμα;
Πόσο πιὸ εὐχάριστα περνάει ἡ ὥρα, ὅταν τὰ παιδιὰ στήνονται στὸ διαδίκτυο, ἄφωνα καὶ ἀνύπαρκτα, κι ἐμεῖς οἱ γονεῖς, ἀνενόχλητοι, ἀπολαμβάνουμε στὸν καναπὲ τὶς ἡδονικὲςἀναθυμιάσεις τῆς τηλοψίας;Περισσότερη ὥρα ἀφιερώνουμε στὸν κ. Λαζόπουλο, παρὰ στὰ παιδιά μας.
Γι’ αὐτό, ἂν κάποιος δάσκαλος, φιλότιμος καί… μεταδοτικός, ἐργάζεται, ἀναθέτει ἐργασίες, εἶναι αὐστηρὸς -τί ἔγκλημα!- γίνεται ἀντιπαθητικός. Ἡ ἐπωδὸς συχνή: ἀφοῦ δουλειὲς δὲν ὑπάρχουν, τί τὰ ζαλίζει τὰ παιδιά! Ἡ ζημιὰ ὅμως ἔγινε στὸ παρελθόν.
Οἱ περισσότεροι γονεῖς, ποὺ κλωθογυρίζουν «τὰ σαράντα», ἀνδρώθηκαν τὴν μαύρη δεκαετία τοῦ ’80, ὅπου ὁ ὑστερῶν σὲ κακοποιὸ εὑρεσιτεχνία ἔνιωθε ὅτι κοροϊδοπιάνεται καὶ αὐτοαδικεῖται. Αὐτὸ ποὺ ἡ λαϊκὴ θυμοσοφία συνόψισε εὐθύβολα στὸ ἀπόφθεγμα: «τὰ λίγα βγαίνουν μὲ κόπο, τὰ πολλὰ μὲ κόλπο». Τότε ποὺ βασίλευαν οἱ κλαδικὲς καὶ ἡ γάγγραινα τοῦ συνδικαλισμοῦ καὶ ἡ Παιδεία, ἀπὸ παίδευση καὶ μόχθο, κατάντησε… χαβαλὲς καὶ «κεκτημένα δικαιώματα», μποροῦσε ὁ γιὸς ἢ ἡ κόρη τοῦ «ὀπαδοῦ τῆς ἀλλαγῆς» νὰ ξεκινήσει ἀπὸ τὴν πρώτη δημοτικοῦ καὶ νὰ πάρει ἀπολυτήριο λυκείου, χωρὶς νὰ γνωρίζει γιὰ παράδειγμα προπαίδεια ἢ νὰ ξεχωρίζει τὸ οὐσιαστικὸ ἀπὸ τὸ ἐπίθετο.
Περνοῦσε σὲ κάποιο ΑΕΙ ἢ ΤΕΙ, γιατί «ὅλοι πρέπει νὰ σπουδάσουν». Τελείωνε, ἔπαιρνε πτυχίο, διότι τὰ μέλη τῶν φοιτητικῶν νεολαίων δὲν κόβονται, εἶναι «δικά μας παιδιὰ» καί, βεβαίως, προσλαμβανόταν στὴν ΔΕΗ, στὸν ΟΤΕ, στὸν ΟΣΕ, στὴν μακαρίτισσα Ὀλυμπιακὴ Ἀεροπορία καί, ἂν ὁ γονιὸς ἦταν ὑψηλόβαθμο κομματόσκυλο, στὴν ἐφορία. Καὶ κληροδοτοῦν τὴν ὀλέθρια τακτικὴ καὶ στὰ παιδιά τους καὶ στὰ ἐγγόνια τους…
Ἔχοντας, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε μία πατατολογία τοῦ συρμοῦ, τέτοιες παραστάσεις ἀπὸ τὴν ζωή του, τώρα ποὺ ἔγινε γονιὸς καὶ τοῦ ἦρθε κατακέφαλα ἡ κρίση καὶ ἡ ἐξαφάνιση τῆς κομματικῆς συμμορίας, ποὺ τὸν βόλεψε, δυσανασχετεῖ, κουράζεται, ἀγανακτεῖ. Νομίζει, ὁ κακόμοιρος βλάξ, ὅτι μία ὡραία πρωία ὁ ἐφιάλτης θὰ τελειώσει καὶ τὸ παιδί του, θὰ βρεῖ τὸν δρόμο του, σὰν τὸν δικό του, δηλαδή. Οἱ περισσότεροι πῆγαν στὸν ΣΥΡΙΖΑ, γιὰ νὰ συνεχίσουν τὴν θλιβερὴ ἱστορία τους. Τοὺς βλέπεις καὶ εἶναι νὰ γελᾶς καὶ νὰ κλαῖς. Ἀμόρφωτοι καλοπερασάκηδες, φωνασκοῦν γιὰ τὸ κακὸ ποὺ τοὺς βρῆκε, ἀναθεματίζουν τοὺς πάντες, ἀγνοώντας ὅτι ἐξ αἰτίας τους καταστραφήκαμε. (Τὸ κίνημα τῶν «ἀγανακτισμένων» ξεφούσκωσε γιατί οἱ περισσότεροι ἦταν ἀγανακτισμένα λαμόγια).
Καὶ ἡ ἐκπαίδευση, τὸ σχολεῖο, τούτη τὴν ἐποχή, ποὺ οἱ γονεῖς παραιτήθηκαν ἢ εἶναι ἀδιάφοροι, ἔγινε, ὅπως εἴπαμε, σχολεῖο τῆς… δράσης. Μὲβιβλία, μνημεῖα ἀνοησίας, μὲ βομβαρδισμὸ νέων τεχνολογιῶν, μὲ ἡγεσία πρώην «κοσμοπολιτῶν τῆς μίας πεντάρας», τὸ σύνθημα εἶναι: Δράση. Ἀφῆστε τὰθρανία, τὸν πίνακα καὶ ξεχυθεῖτε στοὺς δρόμους καὶ στὰ σοκάκια. Μόνο μάθημα νὰ μὴν γίνεται. Ὁ καλὸς ὁ δάσκαλος εἶναι τῆς… δράσης. Ἂν πάρεις δέ, καὶ μία δράση γιὰ τὴν ξενοφοβία καὶ τὸν ρατσισμὸἤ, ἂν εἶσαι…«ὑπὲρ-δραστικὸς» γιὰτὴν ὁμοφυλοφιλία, μπορεῖ νὰ γίνεις καὶὑπουργὸς Παιδείας. (Μοῦ ἔλεγε φοιτήτρια τοῦ παιδαγωγικοῦ τμήματος Θεσσαλονίκης ὅτι πρότεινε νὰ ἀναλάβει ἐργασία μὲ θέμα τὴν προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Κινδύνευσε μὲ ἀποβολὴ ἀπὸ τὴν σχολή. Ἡ ἐπανίδρυση, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ, ἀφωνότερος τῶν ἰχθύων καὶ ἀπραγέστερος τῶν βατράχων, πρώην πρωθυπουργὸς Καραμανλῆς, τοῦ κράτους, πρέπει νὰ ξεκινήσει ἕνα πολὺ ἁπλὸ νόμο: Ἀπόλυση ὅλων τῶν, τύπου Ρεπούση, Γραικύλων ποὺ μαγαρίζουν τὶς σχολές, στὶς ὁποῖες φοιτοῦν οἱ αὐριανοὶ δάσκαλοι καὶ καθηγητές, καὶ διαγωνισμὸς νέος ποὺ θὰ περιέχει καὶ τὸ ἑξῆς ἐρώτημα: σέβομαι τὸ νῦν Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος; Ὁρκίζομαι ὅτι δὲν θὰ προδώσω τὴν πατρίδα;).
Τώρα. Προσωπικὰ ἐπειδή μοῦ ἀρέσουν οἱ ρωμαϊκὲς «δράσεις», ἔχω νὰ προτείνω κάποιες στοὺς ἔχοντας ὦτα συναδέλφους.
Πρῶτον: Μία φορὰ τὸν μήνα, ὅπως προβλέπεται, πάω τοὺς μαθητές μου στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Δημητρίου Κιλκίς, τὴν ἐνορία μας. Τοὺς προειδοποιῶ, ὅσοι θέλουν νὰ νηστέψουν, τὸ κατὰ δύναμιν, καὶ κοινωνοῦν.
Δεύτερον: Ἐπειδὴ δὲν διδάσκω τὰ νεοταξικὰ βιβλία τάχα καὶ Γλώσσας, παίρνω, γιὰ παράδειγμα, τὸν Αἴσωπο, τὸν Μ. Βασίλειο, τὸν Μακρυγιάννη, τὸν Δροσίνη, τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τοὺς διαβάζω τὰ καλούδια ποὺ μᾶς προικοδότησαν.
Τρίτον: Μὲς στὴν αἴθουσα, τοὺς τοίχους, ἔχω ἀναρτήσει κάδρα ἡρώων τοῦ ’21, τὸν Παῦλο Μελά, τὸν Ἀλέξανδρο Διάκο, ἁγίους, τὸν ἅγιο Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη, τὸν ἅγιο Δημήτριο καὶ μ’ αὐτοὺς κάνω μάθημα.
Τέταρτον: Διδάσκω, μία ὥρα τὴν ἑβδομάδα, ἀρχαῖα ἑλληνικά, γιὰ νὰ νιώσουν τὰ παιδιὰ τὸ μεγαλεῖο τῆς πατρίδας τους. Τὴν ἀπαράμιλλη ὀμορφιὰ τῆς γλώσσας τους.
Πέμπτον: «Πατρίδα, πατρίδα, ἤσουνε ἄτυχη ἀπὸ ἀνθρώπους νὰ σὲ κυβερνήσουν! Μόνος ὁ Θεός, μόνος ὁ ἀληθινὸς αὐτὸς καὶ δίκιος κυβερνήτης σὲ κυβερνεῖ καὶ σὲ διατηρεῖ ἀκόμα!» (Μακρυγιάννης). Ἡ… δράση τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παναγίας μας, μᾶς διατηρεῖ ἀκόμα. Καὶ μόνο μὲ τέτοιες «δράσεις» σώζεται τούτη ἡ πατρίδα.
.
Πηγή: Χριστιανική Βιβλιογραφία , Αβέρωφ
Ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς Τούρκους στίς 29 Μαΐου τοῦ 1453 ἀποτελεῖ γιά ἐμᾶς τούς Νεοέλληνες καί Ρωμηούς φυσικά, ἡμέρα θρήνου καί μνήμης. Ἡμέρα θρήνου, διότι ἡ Βασιλίδα τῶν πόλεων, ἡ Θεοφύλακτος πόλη, ἡ Κωνσταντινούπολη, κατελήφθη (ἤ ἁλώθηκε) ἀπό χέρια ἐχθρικά γιά δεύτερη φορά. Εἶναι ὅμως καί ἡμέρα μνήμης, διότι μᾶς ὑπενθυμίζει τήν εἴσοδο τοῦ Γένους μας σέ μία ἀπό τίς μελανότερες σελίδες τῆς μυριόχρονης ἱστορίας μας: τήν Τουρκοκρατία.
Γιά πάνω ἀπό χίλια χρόνια, ἡ Κωνσταντινούπολη ἀποτέλεσε πρωτεύουσα τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς πιό μακροχρόνιας ἴσως ἀπό ὅλες ὅσες δημιουργήθηκαν στό πέρασμα τῶν αἰώνων. Ὑπῆρξε τό λίκνο τοῦ μεσαιωνικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Προσέφερε τά μέγιστα στή διαμόρφωση ὄχι μόνο τῆς δικῆς μας ρωμαίικης εὐσυνειδησίας καί ταυτότητας, ἀλλά καί στήν ἴδια τήν ὕπαρξη τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Εἶναι πολύ δύσκολο νά φανταστοῦμε πῶς θά ἦταν ἡ Εὐρώπη σήμερα, ἄν δέν ἦταν τό Βυζάντιο σέ ρόλο κυματοθραύστη ἀπέναντι στίς βαρβαρικές ἐπιδρομές. Βασιλεῖς ὑποχώρησαν, αὐτοκρατορίες λύγισαν καί ἐχθροί κατατροπώθηκαν, δοκιμάζοντας τήν ἰσχύ καί τό μεγαλεῖο της Ρωμηοσύνης. Ἡ ἴδια ἡ Πόλη πολιορκήθηκε 29 φορές ἀπό βάρβαρους ἐπιδρομεῖς καί ἐπίδοξους σφετεριστές, ἀλλά μέ τήν βοήθεια τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ, τῆς Κυρίας Θεοτόκου, παρέμεινε ὄρθια καί λαμπρή, ἀποδεικνύοντας συνεχῶς ὅτι ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν Θεοφρούρητος Πόλη.
Ἡ μνησικακία ὅμως τῶν Φραγκολατίνων καί τό ζηλόφθονο μῖσος τους γιά μία πόλη καί μία αὐτοκρατορία πού συγκέντρωνε τόσο πλοῦτο, ὑλικό καί πνευματικό, ὁδήγησαν τά στίφη τῶν Σταυροφόρων τῆς Δ’ Σταυροφορίας μπροστά στά τείχη τῆς Πόλεως καί στήν ἅλωσή της στίς 13 Ἀπριλίου 1204, κατακερματίζοντας οὐσιαστικά τήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία σέ μικρότερα κρατίδια, ἑλληνικά καί φραγκικά. «Ἦταν τό μεγαλύτερο ἔγκλημα στήν ἱστορία», θά ἐπισημάνει ὁ ἔγκριτος βρετανός βυζαντινολόγος σέρ Στήβεν Ράνσιμαν.
Ἄν καί ἡ Κωνσταντινούπολη ἐλευθερώθηκε τό 1261 καί ἡ Βυζαντινή Αὐτοκρατορία ξαναγεννήθηκε ἀπό τίς στάχτες της, ἐν τούτοις ὅμως, ἀποτελοῦσε μία τραγική σκιά τοῦ ἑαυτοῦ της. Κυβερνητικά λάθη καί ἐμφύλιοι σπαραγμοί στά χρόνια τῶν Παλαιολόγων, τῆς τελευταίας δυναστείας πού κυβέρνησε στό θρόνο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἄνοιξαν τόν δρόμο στούς Ὀθωμανούς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι κατέλαβαν ἀργά ἀλλά σταθερά τά τελευταία ἀπομεινάρια τῆς πάλαι ποτέ κραταιᾶς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Λίγο πρίν τό 1453, ἡ ἔκταση τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας περιοριζόταν μόλις στήν ἴδια τήν Πρωτεύουσα μέ μερικά παραθαλάσσια φρούρια καί πόλεις τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ἐνῶ ὁ πληθυσμός τῆς Κωνσταντινουπόλεως δέν ξεπερνοῦσε τούς 50.000 κατοίκους.
Τό 1451 πεθαίνει ὁ Μουράτ Β’ καί τόν διαδέχεται ὁ Μωάμεθ Β’, ὁ ἐπονομαζόμενος καί Πορθητής, ἀφοῦ πρῶτα ἐξόντωσε κάθε ὑποψήφιο διεκδικητή τοῦ θρόνου τοῦ πατέρα του. Ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή ἐπιδόθηκε σέ συνεχεῖς προετοιμασίες γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ πιό σημαντικοῦ του στόχου: τήν κατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀρχικά ἔσπευσε νά κτίσει ἕνα ἰσχυρό φρούριο στό στενότερο σημεῖο τῆς εὐρωπαϊκῆς πλευρᾶς τοῦ Βοσπόρου, τό Ρούμελη Χισάρ ἤ ἀλλιῶς ¨Λαιμοκοπίη¨. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔκοβε κάθε πρόσβαση στήν Πόλη ἀπό τήν θάλασσα. Ἔπειτα παρήγγειλε στόν Οὖγγρο μηχανικό Οὐρβανό τήν κατασκευή πυροβόλων γιά τήν πολιορκία τῆς Πόλεως. Τέλος, γιά νά ἀποφευχθεῖ κάθε πιθανή ἀποστολή βοήθειας ἀπό τό Δεσποτᾶτο τοῦ Μυστρᾶ πρός τήν Πόλη, ὁ Μωάμεθ ἔστειλε τόν Τουραχάν μπέη νά λεηλατήσει τόν Μοριά. Στίς 7 Ἀπριλίου τοῦ 1453 ὁ Μωάμεθ ἐπικεφαλῆς ἄνω 150.000 ἀντρῶν ἔφθασε μπροστά στά τείχη τῆς Πόλεως, ἀρχίζοντας μέ αὐτόν τόν τρόπο τήν πολιορκία της, ἡ ὁποία κράτησε 57 ἡμέρες.
Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος, τελευταῖος Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, προσπάθησε νά ὀργανώσει ὅσο τό δυνατόν καλύτερα τήν ἄμυνα τῆς Πόλεως, ἐνισχύοντας τά τείχη, ἐμψυχώνοντας τούς ὑπερασπιστές της καί ζητώντας μάταια βοήθεια ἀπό τήν οὐσιαστικά ἀδιάφορη Δύση. Ἐκτός ἀπό τούς λιγοστούς ξένους μισθοφόρους καί τά ἀπόρθητα μέχρι τότε Θεοδοσιανά τείχη, ὁ Κωνσταντῖνος καί οἱ σύν αὐτῶ πολιορκούμενοι ἤλπιζαν στήν θαυμαστή ἐπέμβαση τῆς Θεοτόκου, μέ τή βοήθεια τῆς ὁποίας, ἡ Πόλη σώθηκε πολλές φορές στό παρελθόν.
Οἱ Τοῦρκοι ἀρχίζουν νά βομβαρδίζουν τά τείχη καθημερινά, ἐνῶ οἱ ὑπερασπιστές προσπαθοῦν νά τά ἐπιδιορθώσουν ὅπως μποροῦν καλύτερα. Ἦταν ἡ πρώτη πόλη στήν παγκόσμια ἱστορία πού βομβαρδίστηκε ἀπό βολές ὀργανωμένου πυροβολικοῦ. Ὑπολογίζεται πώς ἀπό τήν ἀρχή τῆς πολιορκίας της Πόλης ἕως τήν ἅλωσή της τά τούρκικα πυροβόλα ἔριξαν στά τείχη 3.231 τόνους λίθινων βλημάτων!
Στίς 18 Ἀπριλίου οἱ Τοῦρκοι ἔκαναν τήν πρώτη τους ἔφοδο, ἡ ὁποία ἀποκρούστηκε μέ μεγάλες ἀπώλειες. Στίς 20 Ἀπριλίου ἕνας μικρός στολίσκος 4 πλοίων μέ ἐπικεφαλῆς τόν θαρραλέο Φλαντανελᾶ διέσπασαν τόν τούρκικο κλοιό καί εἰσῆλθαν στήν Πόλη μεταφέροντας τρόφιμα καί πολεμοφόδια. Στίς 22 Ἀπριλίου ὁ Μωάμεθ διέταξε τήν μεταφορά μέσω ξηρᾶς μέρους τοῦ στόλου του ἐντός τοῦ Κερατίου κόλπου, ἀποκόπτοντας ὁλοκληρωτικά τήν πόλη ἀπό τίς θαλάσσιες ὁδούς. Ὁ βομβαρδισμός ἐντείνεται καθημερινά. Τά τείχη σωριάζονται οἱ ἀμυνόμενοι μέ μεγάλη δυσκολία ἀποκρούουν τίς τουρκικές ἐπιθέσεις, ἐνῶ ἡ πολυπόθητη βοήθεια ἀπό τούς «χριστιανούς» τῆς Δύσεως δέν ἔρχεται. Στίς 23 Μαΐου ὁ Μωάμεθ προτείνει τήν ὑπό ὅρους παράδοση τῆς Πόλεως. Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος, ὡς νέος Λεωνίδας, δίνει τήν ἱστορική ἀπάντηση, ἀντάξια ἑνός Βασιλέως μέ ἐπίγνωση τοῦ ρόλου καί τοῦ σκοποῦ τῆς ἐξουσίας του: «Τό δέ τήν πόλιν σοί δοῦναι, οὐτ’ ἐμόν ἐστιν οὐτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτη. Κοινῆ γάρ γνώμη πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καί οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Τελικά ὁ Μωάμεθ ἀποφασίζει ἡμέρα γενικῆς ἐπίθεσης ἀπό ξηρά καί θάλασσα τήν 29η Μαΐου 1453. Ὁ Κωνσταντῖνος ἀντιλαμβάνεται πώς ἡ κρισιμότερη μάχη πού θά κρίνει τήν σωτηρία τῆς Πόλεως πλησιάζει. Γι΄ αὐτό καί ἀποφασίζει νά πραγματοποιηθεῖ τήν παραμονή τῆς ἐπίθεσης Θεία Λειτουργία στόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας, μέ καθολική συμμετοχή κλήρου καί λαοῦ σέ μία ὕστατη προσπάθεια σύμπνοιας καί ὁμόνοιας τοῦ διχασμένου λαοῦ. Ἤλπιζε πώς ἄν ὁ λαός ἐπιδείκνυε μετάνοια ἀπέναντι στόν Θεό ἡ νίκη θά ἔστεφε γιά μία ἀκόμη φορά τά ὅπλα τους. Ἐκεῖνος, ὡς πραγματικός ἥρωας, ζήτησε ἀπό ὅλους νά τόν συγχωρέσουν γιά τυχόν λάθη καί ἀδικίες πού προκάλεσε. Ἔπειτα κατευθύνθηκε πρός τήν πύλη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ, τοῦ πιό εὐαίσθητου σημείου τῆς ἄμυνας.
Λίγο μετά τά μεσάνυχτα, ὁ Μωάμεθ στέλνει τό πρῶτο κῦμα ἐπίθεσης. Τά Τμήματα αὐτά τῶν ἀτάκτων ἀποσκοποῦσαν στήν καθήλωση καί ἀποδυνάμωση τῶν ἤδη ἐξαντλημένων ὑπερασπιστῶν. Μετά ἀπό πολύωρη τειχομαχία, οἱ ἐπιτιθέμενοι ἀποχωροῦν ἡττημένοι. Ὁ Μωάμεθ στέλνει τό δεύτερο κύμα ἐπίθεσης πού ἀποτελεῖται ἀπό πιό ὀργανωμένα καί ξεκούραστα τμήματα τά ὁποῖα ὅμως δέν πετυχαίνουν τίποτα περισσότερο ἀπό τούς ἀτάκτους. Παρόμοια τύχη εἶχε καί ἡ ἀπό θαλάσσης ἐπίθεση κατά τῆς Πόλεως. Ὁ Μωάμεθ ἀναγκάζεται νά στείλει τό τρίτο κῦμα ἐπίθεσης: Τά ἐπίλεκτα σώματα τῶν γενιτσάρων. Οἱ ὑπερασπιστές, μέ τόν αὐτοκράτορα ἐπικεφαλῆς, ἀμύνονται λυσσαλέα, γνωρίζοντας ὅτι δέν ὑπάρχει ἐπιλογή ὑποχώρησης. Στό κρισιμότερο σημεῖο τῆς μάχης, τραυματίζεται ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν ξένων μισθοφόρων καί ὅλης της ἀμυντικῆς γραμμῆς, ὁ Γενοβέζος κοντοτιέρος Ἰωάννης Ἰουστινιάνης καί μεταφέρεται ἀπό τούς συμπολεμιστές του στά μετόπισθεν. Οἱ ὑπόλοιποι μισθοφόροι βλέποντας τήν φυγή του, ἐγκαταλείπουν τή μάχη καί κατευθύνονται πρός τά πλοῖα γιά νά σωθοῦν. «Ἑάλω ἡ Πόλις» ἦταν ἡ μοιραία κραυγή πού διαχέονταν στόν ἀέρα ἀπό στόμα σέ στόμα. Μάταια ὁ βασιλιᾶς προσπαθοῦσε νά ἀποτρέψει τήν τραγική αὐτή ἐξέλιξη. Οἱ Τοῦρκοι, λίγοι στήν ἀρχή τμηματικά ἀργότερα εἰσέρχονται ἀπό τά χαλάσματα τῶν τειχῶν συντρίβοντας κάθε ἀντίσταση καί ξεχύνονται μανιωδῶς πρός τήν Πόλη. Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος ἐπιτίθεται μέ τούς λιγοστούς πιστούς συντρόφους του πρός τούς εἰσερχόμενους Ὀθωμανούς καί βρίσκει ἡρωικό θάνατο ἄγνωστος μεταξύ ἀγνώστων.
Ἀμέσως μόλις ἔσπασε καί ἡ τελευταία ἀντίσταση στά τείχη, οἱ Τοῦρκοι ξεχύθηκαν στούς δρόμους μέ σκοπό τήν τριήμερη λαφυραγώγηση πού τούς εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Μωάμεθ. Ὅ,τι ἀπέμεινε σέ πλοῦτο καί κάλος ἀπό τήν λεηλασία τοῦ 1204 ἀπό τούς σταυροφόρους λεηλατήθηκε ἀνηλεῶς ἀπό τούς Τούρκους. Ἡ Πόλη, πού στή μέγιστη ἀκμή τῆς εἶχε περίπου μισό ἑκατομμύριο κατοίκους, ἐρημώθηκε τελείως. Ἀμέτρητοι σκοτώθηκαν, χιλιάδες σύρθηκαν στά σκλαβοπάζαρα τῆς Ἀνατολῆς, ἐνῶ ὅσοι γλίτωσαν τήν ἐγκατέλειψαν. Ἐκκλησιές καί μοναστήρια βεβηλώθηκαν, σπίτια πυρπολήθηκαν, ἔργα τέχνης καί μνημεῖα καταστράφηκαν ὁλοσχερῶς.
Μέσα ἀπό τίς στάχτες τῆς ἁλώσεως, ἕνα ὁλόκληρο Ἔθνος, τό Γένος τῶν Ρωμηῶν, κράτησε ἄσβεστη τήν ἐλπίδα τῆς ἐλευθερίας καί τήν πίστη στόν Χριστό, ἀρνούμενο νά προσκυνήσει τόν Τοῦρκο δυνάστη. Χρέος λοιπόν ὅλων ἡμῶν τῶν Ἑλλήνων, εἶναι νά μήν ξεχνᾶμε πρόσωπα καί γεγονότα πού σχετίζονται μέ τήν ἴδια μας τήν ταυτότητα. Ἡ ταυτότητά μας εἶναι ἡ ὕπαρξή μας. Ἡ λήθη καί ἡ ἐσκεμμένη ἀπώλεια μνήμης, ὁδηγοῦν μέ μαθηματική ἀκρίβεια σέ κρίσεις καί ἁλώσεις πού συνεχῶς θά ἐπαναλαμβάνονται. Ἡ ἑλληνορθόδοξη ἱστορία μας ἔχει μία ἐκπληκτική εἰλικρίνεια τόσο στήν ἀντικειμενικότητά της ὅσο καί στά διδάγματά της. Καί γι΄ αὐτόν τόν λόγο, ὅταν δέν δείχνουμε τόν ἀπαιτούμενο σεβασμό ἀπέναντί της, τότε, ὅπως ἡ φύση ἔτσι καί ἐκείνη μᾶς «ἐκδικεῖται»…
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Δυστυχῶς πολλοί χριστιανοί πάσχουμε ἀπό μία πολυμερῆ διάχυση πρός τά ἔξω. Ζοῦμε στόν αἰῶνα τῶν αἰσθήσεων. Ἡ ἐξωστρέφεια, ἡ πολυπραγμοσύνη, ὁ σκορπισμός τῆς ψυχῆς μας στά ἀνθρώπινα καί κοσμικά ἀποτελοῦν τόν χαρακτῆρα τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων. Ἡ ὑλική λάμψη τοῦ μηχανικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ Κίρκη αὐτή τῶν ὀφθαλμῶν, μετέβαλε τούς ἀνθρώπους σέ ἄνοα (χωρίς νοημοσύνη) ὄντα.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι “ἐντός ἡμῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν” καί ἡ ἐνασχόληση μέ κοσμικά πράγματα, περισσότερο τοῦ πρέποντος εἶναι ἔργο τοῦ σατανᾶ. Δέν φθάνει νά ἐπιθυμοῦμε τό ἀγαθό, ἀλλά χρειάζεται νά γνωρίσουμε καί πού βρίσκεται καί πώς κατακτιέται. Ἡ ψυχική οἰκοδομή εἶναι ὑπόθεση ἐσωτερικοῦ πόνου, γιατί κάθε ἁμαρτία εἰσέρχεται στή ψυχή ἀπό ἡδονή καί εἶναι λογικό νά ἐξέρχεται διά τοῦ πόνου.Ἡ ἀπαλλαγή της γίνεται μέ τόν πόνο.
Δέν θά ἦταν προτιμότερο ἀντί νά τρέχουμε δεξιά καί ἀριστερά νά κλεισθοῦμε στό σπίτι μας, νά λησμονήσουμε γιά λίγο ἀκόμη καί τόν ἑαυτό μας καί νά εἰσέλθουμε στό “ταμιεῖον μας;” Νά πάρουμε τό κοσμβοσχοίνι καί νά ἀρχίσουμε μέ ταπείνωση, μέ μετά-νοια καί μέ συντριβή νά λέμε τήν εὐχή τό: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησον ἡμᾶς”.
Ἡ προσευχή εἶναι τό πνευματικό ὀξυγόνο. “Ὁ Κύριος εἶναι πάντοτε κοντά σ’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι τόν ἐπικαλοῦνται μέ πίστη, σέ ὅλους ὅσοι τόν ἐπικαλοῦνται μέ εἰλικρίνεια καρδιᾶς. Τά δίκαια θελήματα καί αἰτήματα αὐτῶν πού Τόν εὐλαβοῦνται, θά ἐκπληρώσει ὁ Κύριος, θά κάνει δεκτή τήν δέησή των καί θά τούς σώσει ἀπό τούς διαφόρους κινδύνους. (Ψαλμ.144, 18-19). “Ὅταν προφέρωμεν τό Ὄνομα τοῦτο τοῦ Χριστοῦ, ἐπικαλούμενοι Αὐτόν εἰς κοινωνίαν μεθ’ ἡμῶν, τότε Οὗτος, ὁ τά πάντα πλη-ρῶν, προσέχει ἡμᾶς καί ἡμεῖς εἰσερχόμεθα εἰς ζῶσαν ἐπαφήν μετ’ Αυτοῦ”. [1]
Ἔτσι καί μέ τόν καιρό θά ἀξιωθοῦμε νά δοῦμε τόν Χριστό μυστικά μέσα στήν καρδιά μας, νά μᾶς χορτάσει ἀπό ἀγάπη καί ἀλήθεια.[2]
Γιά τούς ἐν τῷ κόσμῳ εὑρισκόμενους χριστιανούς, οἱ Γέροντες τῆς Ἱ. Μονῆς Βαλαάμ, (Φιλαμνδίας), συμβουλεύουν:”Ὅταν δέν σᾶς εἶναι δυνατόν ἤ δέν ἔχετε διαθέσιμον χρόνον διά νά ἀσκῆσθε εἰς τήν προσευχήν, τότε κατά τήν ἀπασχόλησίν σας προσπα-θήσατε νά διατηρεῖτε παντοιοτρόπως τό “πνεῦμα τῆς προσευχῆς” τ. ἔ. ἔχετε τήν μνήμην τοῦ Θεοῦ καί μέ κάθε τρόπο ἐντείνατε τήν νοεράν ὅρασίν σας ἵνα βλέπετε Αὐτόν ἐνώπιόν σας, ὄντως ὄντα, μετ’ εὐλαβοῦς ὑποταγῆς εἰς Αὐτόν καθ’ ὅλας τάς ὥρας τῆς ἐργασίας σας. Παραδώσατε ἑαυτούς εἰς τήν παντοδυναμίαν Του, εἰς τήν παντοκρατορίαν Του, εἰς τήν παντογνωσίαν, οὕτως ὥστε εἰς κάθε ἔργον σας, εἰς κάθε λόγον σας καί εἰς κάθε διαλογισμόν σας νά ἐπιμνημονεύτεαι ὁ Θεός καί τό ἅγιον Αὐτοῦ θέλημα. Ἰδού ἐν ὀλίγοις εἰς τί ἔγκειταιτό λεγόμενον “τό νεῦμα τῆς προσευχῆς”.[3]
Λόγω τοῦ σπουδαιοτάτου αὐτοῦ θέματος τῆς προσευχῆς, κρίναμε σκόπιμο νά παρουσιάσουμε στήν ἀγάπη σας τήν ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ σεβαστοῦ Ἁγιορείτου Μοναχοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, ἡ ὁποία παρουσιάστηκε στόν Ραδιο-φωνικό σταθμό τῆς Ἒκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τό Σάββατο 22 Αὐγούστου 2004. Γιά τήν πληρέστερη κατανόηση τῆς ὁμιλίας, στήν εἰσαγωγή πού ἀκολουθεῖ ἀναφέρουμε τήν δημιουργία καί τήν ζωή πρό καί μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων μέσα ἀπό κείμενα ἀπό τούς ἁγ. Πατέρες μας ἀλλά καί τοῦ ὁμιλοῦντος σχετικά μέ τήν ἡσυχαστική – ἀσκητική Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Γιά τίς ἐλλείψεις ζητοῦμε τήν ἐπιείκειάν σας.
Κων/νος Ἡρ. Δεσπότης
Εἰσαγωγή
Ὁ Θεός άρχικά δημιούργησε τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τή γῆ καί στή συνέχεια “ἐνεφύσησε” καί ἐδημιούργησε τήν ψυχή. Τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τριαδική φύση ὅπως ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός (Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα), Νοῦς ὁ πατήρ, Λόγος ὁ Υἱός καί Πνεῦμα, ἔτσι καί ἡ ψυχή ἔχει νοῦ, λόγο καί πνεῦμα. Ὁ νοῦς, πού εἶναι θά λέγαμε ὁ πυρήνας τῆς ὑπάρξεώς μας, ὁ λόγος, πού γεννιέται ἀπό τόν νοῦ καί τό πνεῦμα πού εἶναι “ὁ νοερός ἔρως τοῦ ἀνθρώπου”. Ὁ Θεός ἔχει οὐσία, – πού εἶναι ἀμέθεκτη – καί ἐνέργεια, (ἡ θεία Χάρις, μέ τήν ὁποία μπορεῖ νά ἔχει κοινωνία ὁ ἄνθρωπος), πού εἶναι ἄκτιστες ἀλλά καί ἡ ψυχή ἔχει οὐσία καί ἐνέργεια. Ἡ οὐσία της βρίσκεται στήν καρδιά ὄχι σάν σέ ἀγγεῖο ἀλλά σάν σέ ὄργανο, ἐνῶ ἡ ἐνέργειά της (ὁ νοῦς) λειτουργεῖ μά τούς λογισμούς. Στή φυσική κατάσταση ὁ νοῦς βρίσκεται στήν καρδιά καί ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή, ὁ λόγος ἐνεργεῖ στόν ἐγκέφαλο. Ἡ λογική ἐργάζεται καί ἔχει συνείδηση τοῦ περιβάλλοντος, ἀσχολεῖται μέ τίς γήϊνες φροντίδες.
Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἡ ψυχή λέγεται καί νοῦς. Ἀλλά νοῦς λέγεται τόσο ἡ οὐσία της πού εἶναι ἡ καρδιἀ, ὅσο καί ἡ ἐνέργειά της, πού συνίσταται στούς λογισμούς. Γιά νά μή γίνεται ὅμως καμμιά σύγχυση οἱ ὅροι αὐτοί στήν βιβλιοπατερική Παράδοση ἐναλλάσσονται, μποροῦμε νά μιλοῦμε γιά τήν ψυχή ὡς τό πνευματικό στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς μας, γιά τήν καρδιά, ὡς τήν οὐσία τῆς ψυχῆς καί γιά τόν νοῦ, ὡς τήν ἐνέργειά της.
Καρδιά εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχοσωματικῆς συγκροτήσεως τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ χῶρος ἐκεῖνος πού ἀνακαλύπτεται μέ τήν ἐν Χάριτι ἄσκηση (τήν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν) καί ὁ χῶρος ὅπου ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός. Εἶναι τό κέντρο καί ἡ συνισταμένη τῶν τριῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς ἤτοι τοῦ λογιστικοῦ (ἤ λόγος), τοῦ ἐπιθυμητικοῦ (ἤ ἐπιθυμία) καί τοῦ θυμικοῦ (ἤ θυμός). Ἡ ἐπιθυμία καί ὁ θυμός ἀποτελοῦν τό παθητικό μέρος τῆς ψυχῆς.[4] “Ὁ μέν λόγος ἀναζητεῖ τόν Θεό, ἡ ἐπιθυμία νά ἐπιθυμῆ τόν Θεό καί ὁ θυμός πρέπει νά κάνη τά πάντα γιά νά ἐπιτύχη αὐτήν τήν τήν κοινωνία καί ἑνότητα”.[5]
“Ὁ Ἀδάμ στόν Παράδεισο πρίν ἀπό τήν πτώση βρισκόταν στήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ἡ μελέτη τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως δείχνει ὅτι ὁ Αδάμ εἶχε κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀλλά ἔπρεπε μέ τόν ἐλεύθερο ἀγώνα του νά παραμείνη σ’ αὐτήν τήν κατάσταση, νά σταθε-ροποιηθῆ περισσότερο καί νά φθάση στήν τελεία κοινωνία καί ἑνότητα μαζί Του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά αὐτήν τήν κατάσταση τῆς ἀρχεγόνου δικαιοσύνης. Ὁ Ἀδάμ ἦταν κεκαθαρμένος καί συγχρόνως τρεφόταν ἀπό τήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ νοῦς του ἦταν φωτισμένος, καί αὐτό σημαίνει κυρίως ὅτι ἦταν ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶχε ἀδιάλειπτη μνήμη Θεοῦ”.[6] Οἱ πρωτόπλαστοι ἀκολούθησαν τήν πονηρή συμβουλή τοῦ διαβόλου, νά αὐτονομηθοῦν καί νά φθάσουν στήν θέωση χωρίς τόν Θεό, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπη τούς πρότεινε νά μήν φάνε ἀπό τόν καρ-πό γιατί θά πεθάνουν. Κι’ αὐτό δέν ἀποτελοῦσε μία ἀπειλή ἀλλά τήν φανέρωση τῶν ὁρίων τῆς ζωῆς. Γιατί δέν ὑπάρχει ζωή ἔξω ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν συνειδητοποιεῖ αὐτή τήν δωρεά πού τοῦ δόθηκε μέ ἀποτέλεσμα νά ἀκολουθήση ἡ πτώση. Τό προπατορικό ἁμάρτημα συνίσταται στόν σκοτασμό τοῦ νοῦ καί τήν ἀπώλεια τῆς Θεοκοινωνίας. Ὁ νοῦς ὑπολειτουργεῖ καί ὑποδουλώνεται στά πάθη, στό ἄγχος, στίς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος, διασκορπίζεται καί διαχέεται στόν κόσμο διά τῶν αἰσθή-σεων. Ἔπαθε πλήρη ἐσωτερική ἀποδιοργάνωση, οἱ ψυχικές δυνάμεις σκορπίστηκαν καί ἡ λογική θεοποιήθηκε καί καί νεκρώθηκε.
Ἑπομένως ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά θεραπευθῆ μέ τήν βοήθεια τῆς θείας Χάριτος τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πού χορηγεῖται διά τῶν μυστηρίων καί τῆς Εὐαγγελικῆς ζωῆς, ἀκολουθώντας τήν ἡσυχαστική ἀγωγή[7] τῆς Ἐκκλησίας μας νά διέλθη τά τρία στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού εἶναι ἡ κάθαρση,[8] ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ, πού ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση, καί ἔπειτα νά φθάση στήν θέωση. [9]
Ἡ Θεοτόκος διά τῆς ἡσυχίας ἐπιτυγχάνει τήν τελεία ἕνωσί της μέ τόν Θεό.[10]
“Τήν ἡσυχία, τήν στάσι τοῦ νοῦ καί τοῦ κόσμου, τήν λησμονιά τῶν κάτω, τήν μυσταγωγό τῶν ἄνω, τήν ἀπώθηση τῶν νοημάτων πρός τό ἀνώτερο. Αὐτή ἡ πρᾶξις ἀληθῶς εἶναι ἐπίβασις τῆς ἀληθινῆς θεωρίας ἤ θεοπτίας, γιά νά μιλήσω σαφέστερα, εἶναι δεῖγμα τῆς ἀληθοῦς ὑγιοῦς ψυχῆς. Διότι κάθε ἄλλη ἀρετή εἶναι σάν φάρμακο ἀντίδοτο πρός τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς καί τά κατερριζώμενα πονηρά παθήματα ἀπό τή ραθυμία.[11]
Ἡ ἡσυχία ὅπως τήν ἐβίωσε ἡ Παναγία δέν εἶναι ἀδράνεια. Εἶναι κοπιώδης πνευματική ἐργασία, εἶναι συνεχής ἀγών πνευματικῶν καρδιακῶν ἀναβάσεων, πού μόνο ψυχές ἐκκαιόμενες ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί χαριτωμένες ἀπό τήν θεία Χάρι ἠ-μποροῦν νά ἀναλάβουν. Ἡ Θεοτόκος, ἐγκαινίασε στόν κόσμο τήν ἡσυχαστική ὁδό ἀναβάσεως πρός τόν Θεό: ” Ἀποβάλλοντας λοιπόν ἡ Πάναγνος ὅλες (τίς σχέσεις) ἀπό αὐτήν τήν ἀφετηρία τοῦ βίου της (καθώς λένε), ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους. καί ἀποφεύγοντας τόν ἔγγαμο βίο,προτίμησε τήν ἀόρατη σέ ὅλους καί ἀσυνδύαστη ζωή, διαβιώνοντας μέσα στά ἄδυτα, (Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ Ναοῦ), ὅπου λυμένη ἀπό κάθε δεσμό καί ἐκτινάσσοντας κάθε σχέσι καί ὑπερνικώντας καί αὐτήν τή συμπάθεια πρός τό δικό της σῶμα, συνένωσε τόν νοῦ μέ τήν στροφή καί τήν προσοχή πρός τόν ἑαυτόν της (τήν καρδιά) καί μέ τήν ἀδιάλειπτη θεία προσευχή (πού ἔδωσε στόν νοῦ της). Καί ἀφοῦ εἰσῆλθε δι’ αὐτῆς ἐντός τοῦ ἑαυτοῦ της, καί ὑπερέβηκε τόν πολύμορφο συρφετό τῶν λογισμῶν καί, γιά νά μιλήσω μέ ἁπλᾶ λόγια, κάθε εἴδους (νοήματα), οἰκοδόμησε καινούργια καί ἀπόρρητη ὁδό πρός τούς οὐρανούς, γιά νά μιλήσω ἔτσι, τήν νοητή σιγή. Καί προσηλώνοντας σ’ αὐτήν τόν νοῦ ὑπερίπταται πάνω ἀπό κάθε κτιστό, καί βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ πολύ ἀνώτερα κι ἀπό τόν Μωϋσῆ καί ἀντικρύζει τήν θεία Χάρι, πού δέν ὑποπίπτει καθόλου στίς αἰσθήσεις, ἀλλά εἶναι εὔχαρι, καί ἱερό θέαμα τῶν ἀμολύντων ψυχῶν καί νόων. Ἐπιτυγχάνοντας λοιπόν αὐτό τό θέαμα, γίνεται σύμφωνα μέ τούς θείους ὑμνωδούς,νεφέλη φωτεινή τοῦ ὄντως ζῶντος ὕδατος καί αὐγή μυστικῆς ἡμέρας καί πρυρίμορφο ὄχημα τοῦ Λόγου. [12] Γι’ αὐτό καί ἀφοῦ μέ αὐτές τίς τελειότατες θεωρίες ἔφθασε σέ τελεία καθαρότητα καί ἀφοῦ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ἑνώθηκε καί ἔγινε ὁμοία μέ τόν Θεό, μοναδική ἀπό τούς ἀνά τούς αἰῶνες ἀνθρώπους”.[13]
Ὁ ἀναγνώτης μπορεῖ νά πληροφορηθῆ γιά τήν ἡσυχαστική-ἀσκητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό τά ἔργα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, σχετικά μέ τήν Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία, 4 τόμοι, ἔκδοση Ἱ. Μονῆς Πελαγίας.
Tό θέμα τό ὁποῖον ἐπέλεξα διά νά σᾶς μιλήσω εἶναι τό θέμα τῆς προσευχῆς τό ὁποῖον τόσον συνδέεται μέ τήν πνευματικήν ζωήν τῶν χριστιανῶν.[14] Ἡ προσευχή ἀποτελεῖ ἕνα θέμα τό ὁποῖον ἀποτελεῖ τήν καρδίαν τῆς πίστεώς μας χωρίς τό ὁποῖον δέν μπορεῖ νά νοηθῇ πνευματική ζωή, χριστιανική ὀρθόδοξος ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ προσευχή προϋποθέτει μίαν ἀδιάλειπτον προσπάθειαν συνομιλίας καί ἑνώσεως μέ τόν Θεόν ἀπό τόν ὁποῖον προερχόμεθα καί εἰς τόν ὁποῖον πάλιν ἐπιστρέφωμεν. Ἑπομένως, ἡ προσευχή, εἶναι ἕνα ἀπό τά κέραια θέματα (τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς) ὄχι μόνον ὡς οὐσιώδης ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καί ὡς μέσον ἑνώσεως μέ τόν Θεόν ἀλλά καί ὡς στοιχεῖον τό ὁποῖον κρίνει τόν βαθμόν τῆς χριστιανικότητός μας. Διότι εἶναι ἀδύνατον νά νοηθῇ χριστιανός ὀρθόδοξος χωρίς νά εὑρίσκεται εἰς ἀδιάλειπτον ἐπαφήν μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς ὅπως λέγει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ τήν σύστασίν του:” ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε”. Ὁ Κύριός μας: “ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεσθε” καί γενικῶς ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑπογραμμίζουν τήν ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς[15] ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τόν πνεύμονα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καί χωρίς τήν ὁποίαν δέν μποροῦμε νά νοηθοῦμε χριστιανοί. Εἶναι θά ἔλεγε κανείς ἀδελφοί μου ἡ προσευχή τό πιό χαρακτηριστικό γνώρισμα αὐτῆς τῆς ἀνθρωπίνης ὑποστάσεώς μας ὡς λογικῶν ὅντων καί ὡς ἕνα μέσον διά τοῦ ὁποίου ἑνούμεθα μέ τόν Θεόν καί μαρτυροῦμεν μέ τήν ἀδιάλειπτον τήν ἄρρηκτον σχέσιν πού ἔχομεν μέ τόν Πατέρα Δημιουργόν μας. Γι’ αὐτό λοιπόν εἶπα: “ὅτι αὐτό τό θέμα πρέπει νά μᾶς ἀπασχολῇ πάντοτε ἀδελφοί μου, καί αὐτό μάλιστα γιατί ἡ προσευχή εἶναι κάτι στό ὁποῖο προσκρούωμε οἱ πολλοί διότι ἡ προσευχή προϋποθέτει κάτι τό ὁποῖον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν ἁγίων Πατέρων ὀνομάζεται ἀμεριμνίαν,[16] ἡσυχίαν, προϋποθέσεις ἐντελῶς ἀπαραίτητες. Καί ξέρετε ὅτι δημιουργεῖται ἕνα εἶδος ἀντινομίας θά ἔλεγε κανείς ἀπό τό γεγονός νά θέλῃ κανείς νά προσευχηθῇ ὑπό την προϋπόθεσιν ὅτι θέλει νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεόν σέ συνθῆκες καταλυτικές, ὅπως εἶναι οἱ σύγχρονες συνθῆκες τῆς ζωῆς μας κατά τίς ὁποῖες διασπᾶται ἡ ἑνότης τῆς ψυχῆς κατακερματίζεται ἡ καρδία καί δέν μποροῦμεν νά ἀναφερθοῦμεν εἰς τόν Θεῖον.
Θά ἔλεγε κανείς ὅτι συνδέεται ἡ προσευχή μέ τήν προσπάθειαν ἐκτοπίσεως ὅσων τό δυνατόν περισσοτέρων διαφόρων μεριμνῶν τῆς ἀφαιρέσεως ὅσων τό δυνατόν περισσοτέρων στοιχείων τά ὁποῖα παρεμβάλλονται ἐμποδιστικῶς μέσα στήν προσπάθειάν μας νά τά προσπεράσωμεν καί νά ἑνωθοῦμε μέ τό Θεῖον. Ἑπομένως ἡ προσευχή εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα ἀθλήματα γι’ αὐτό μάλιστα καί οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν θεωροῦν ὡς καθρέπτην τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τῶν χριστιανῶν[17] . “Πές μου πώς προσεύχεσαι νά σοῦ πῶ ποιός εἶσαι”. Καί ξέρετε ἀδελφοί μου ὅπως εἶπα προηγουμένως, ὅτι εἶναι τρομακτική ἀντινομία νά σκεφθῇ κανείς ὅτι ἔχοντες τήν συνείδησιν ὅτι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος καί ἔχοντες αὐτόν τόν νοερόν ἐργαστήριον, ἔχοντες αὐτήν τήν ποιότητα τήν πνευματικήν ὡς νοερά ὅντα, ὡς ψυχοπνευματικῶν ἀνήκοντες περισσότερον εἰς τόν Θεόν καί ὁλιγότερον εἰς τόν κόσμον νά μήν ἔχωμεν τήν δυνατότητα ἤ τουλάχιστον νά ἐμποδιζόμεθα τόσον πολύ ἀπό τήν προσευχήν.[18]
Βέβαια περί τῶν μοναχῶν δέν γίνεται κἄν λόγος καί θά ἔλεγε κανείς εἶναι ἕνα τάγμα τό ὁποῖον ἀδιαλείπτως προσεύχεται ἀκριβῶς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἔχουν εξασφαλισμένες τίς προϋποθέσεις τῆς προσευχῆς πού εἶναι ἡ ἀμεριμνία καί ἡ ἡσυχία.[19]
Ἡ ζωή μας εἶναι ὁργανωμένη ὅπως θά τό ξέρετε ἔτσι ὥστε ἡ ψυχή τοῦ μοναχοῦ ἀπηλλαγμέγη ἀπό διάφορες ὀχλήσεις ἐξωτερικῶν πραγμάτων χωρίς εἰκόνες, χωρίς τύπους τίς διασπαστικές μέριμνες, χωρίς νά ἔχουν τήν ἐμποδιστικήν τῶν διαφόρων ἀνθρωπίνων περιπασμῶν, ἀντίρρησιν, τήν ἄρνησιν νά μποροῦν νά ἔχουν αὐτήν τήν δυνατότητα τῆς ἀμεσότερης προσευχῆς γι’ αὐτό μάλιστα θά ἔλεγε κανείς εἶναι οἱ ὑμνητικοί ἐρωδιοί, εἶναι πνεύματα ἀδιαλείπτως κινούμενα στόν χῶρο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἑνώσεως μέ τόν Θεόν. Οἱ μοναχοί ἰδίως μάλιστα οἱ ἡσυχασταί ἀπό τούς ὁποίους ἔχουν ἀναδειχθεῖ μεγάλοι Πατέρες θεολόγοι εἶχαν αὐτήν τήν ἱκανότητα καί τήν ἐνέργειαν τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἦσαν μέσα εἰς τόν χῶρον τόν ἡσυχαστικόν καί ἐάν μέσα εἰς τήν ἡσυχίαν ἀπαιτεῖται μία προσπάθειαν διά τήν ἑνότητα μέ τήν προσευχή εἶναι προφανές ὅτι ἐσεῖς ἔχετε ἐδῶ εἰς τόν κόσμον “περιπεπληγμένη ταῖς τοῦ βίου πραγματεῖες”, περισσοτέραν τήν ἀνάγκην αὐτῆς τῆς προσπαθείας ὑπερβάσεως τῶν διαφόρων ἐμποδίων τῶν ὁποίων ἐγείρονται εἰς τήν ζωήν σας διά νά μπορέσετε νά ἔρθετε εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον.[20]
Κατ’ ἀρχήν ἀδελφοί μου ὅταν λέγωμεν προσευχήν ἐννοοῦμε αὐτό πού λέγουν οἱ Πατέρες εἶναι ὁμιλία ἐν τῆ ἐννοία του ὁμοῦ δηλ. τῆς ἑνότητος κάνωμεν μίαν προσπάθειαν ἑνώσεως καί ἑνότητος μέ τόν Θεόν. Εἶναι μία χάρις ἰδιαιτέρα εἰς τόν ἄνθρωπον ἀλλά διά νά πραγματοποιηθῇ αὐτή ἡ ἑνότης δέν φθάνει μόνον ὅπως εἶπα προηγουμένως νά εἴμαστε ἀπηλλαγμένοι ἀπό τίς πολλές μέριμνες καί μήν ξεχνᾶτε πώς καί ἡ προσευχή εἶναι μία ἀπό τις λειτουργίες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς μέσα στά πλαίσια ὅλων τῶν ἄλλων προσπαθειῶν διά νά ἀπαλλαγῇ ἡ ψυχή μας ἀπό τά διάφορα πάθη καί ἀπό τίς διάφορες παρενέργειες. Δηλ. δεν μποροῦμε νά ἐννοήσουμε προσευχήν ἐάν δέν τηροῦμε τάς ἐντολάς[21] μίαν ἐκ τῶν ὁποίων καί ἐκ τῶν θεμελιωδεστέρων εἶναι ἀδελφοί μου·” μή μεριμνᾶτε τί φάγετε ἤ τί ἐνδύσητε ..κλπ”. Καί νά μήν διασποῦμε τήν προσευχή μας μέ αὐτές τίς μέριμνες, τίς καθημερινές ἀναπόφευκτες δέ ἀλλά ἐπειδή εἶναι ἀναπόφευκτες μποροῦν νά ἀντιμετωπιστοῦν. Πῶς; Μέ τήν πίστιν. Ἡ πίστις εἶναι αὐτή ἡ ὁποία μᾶς ἱκανώνη ὥστε τίς μέριμνες οἱ ὁποῖες εἶναι μέσα στό δρόμο τῆς συνθέσεως τῆς οἰκογενειακῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς εἶναι ἀναπόφευκτες ὅμως μποροῦν νά γίνουν χωρίς προσπάθεια. Νά γίνονται μέ πνεῦμα πίστεως μέ καρδίαν ὑψωμένην εἰς τόν Θεόν ἔτσι ὥστε νά ἐνεργῇ ὁ ἄνθρωπος μέσα εἰς τήν ζωήν του μέ πίστιν καί μέ ἀπάθεια. Δηλ. νά γίνεται αὐτό τό ὁποῖο λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: “χρώμενοι τῷ κόσμῳ καί οὐ καταχρώμενοι” Νά εἴμαστε μέσα εἰς τά πλαίσια τοῦ πιστεύοντος ἀνθρώπου πού εὑρῆκε θέσι συνεργείας μέ τόν Θεόν καί δέν παραδίδει τόν ἑαυτόν του, τήν ψυχήν ὅπως λέγει ὁ Κύριος διά τῆς μερίμνης νά διασπᾶται καί νά κατακερματίζεται ἡ ἑνότης. Ἡ ἑνότης δέ τῆς ψυχῆς ἀδελφοί μου, συνίσταται εἰς τήν μετριοπάθειαν εἰς τήν ἀπάθειαν, δηλ. ὅταν ἔ-χουμε μέριμνες ἐξωτερικές νά μήν ἔχουμε, ὅταν ὅμως ἔχουμεν πάθη εἰς τήν ψυχή μας καί εὑρισκόμενοι μέσα εἰς χώρους ἡσυχαστικούς καί τότε ἀκόμη δέν ἔχουμε τήν βασικήν προϋπόθεσιν τῆς προσευχῆς ἐφ’ ὅσον τά πάθη τά ἴδια διασποῦν καί περισποῦν αὐτήν τήν ἑνότητα. Δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά ἑνωθοῦμε γι’ αὐτό μάλιστα καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅταν ἔλεγε διά νά ἑξάρη τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἑνοποιήσεως τῆς ψυχῆς προκειμένου νά προσευχηθῇ ὁ ἄνθρωπος, ὁ χριστιανός ὁ μοναχός ἔλεγε: “ὅταν τό ἑνιαῖον τῆς ψυχῆς γίνεται τρισσόν μένον ἑνιαῖον ἀνέρχεται εἰς τήν θεανδρικήν Τριάδα, ὑπεράνω καθεστώς σαρκός κόσμου καί κοσμοκράτορος καί δημιουργεῖ μίαν ἑνότητα δηλ. ὅταν τό τρισσόν ἐννοεῖ τήν ψυχήν μας ὡς οὐσίαν, τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς μας, τήν διανοητικότητα καί τήν βούλησίν μας τήν ἀγαπητικήν.[22] Πρέπει νά συνέλθουν οἱ παράγοντες αὐτοί διά νά μποροῦμε νά ἀναβαίνωμεν εἰς τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς. Ὅπως μάλιστα καί ὁ μέγας Βασίλειος σέ ἕνα ἄλλο σημεῖον λέγει ὅτι: “νοῦς μή σκυ-δεννύμενος ἐπί τά ἔξω μηδέ διά τῶν αἰσθητηρίων διά τόν κόσμον ἐπάνω δέ πρός ἑαυτόν καί πρός τοῦ Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει κα-κείνῳ τῷ κάλλει περιλαμπόμενος…..λαμβάνη”.[23]
Πάλιν οἱ ἅγιοι Πατέρες τονίζουν αὐτήν τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἑνοποιήσεως, δέν μποροῦμε ἐν Χριστῷ ἀδελφοί μου νά ἔχουμε προσευχήν ἐάν δέν ἔχουμε κάποιαν ἑνοποίησιν καί δέν μποροῦμε νά προσευχόμεθα ὅταν ἔχουμε κατακερματισμένες τίς ψυχές μας ἀπό τίς διάφορες μέριμνες κι ἄν δέν ἀντιμετωπίζουμε τά διάφορα προβλήματά μας διά τῆς πίστεως ὥστε ἡ ψυχή παραμένουσα σέ κάποιον βαθμόν ἀπαθής ἤ μετριοπαθής νά μπορῇ τουλάχιστον νά ἔρχεται εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον.
Ξέρετε ὅτι προσευχές ἔχουμε πάρα πολλές, πολλά εἴδη. Ἔχουμε Ἐκκλησιαστικές προσευχές, ἔχουμεν τίς ἐκτεταμμένες προσευχές, τίς στενώτερες τό: “Πάτερ ἡμῶν…” διάφορες αὐτοσχέδειες προσευχές πού ἔχουν κάνει οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἐκεῖνες οἱ προσευχές οἱ ὁποιες προσχεδιάζουν πρός στούς μοναχούς: “ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ” καί “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό” κ.λ.π.[24] Μάλιστα καί ἡ εὐχή αὐτή ἡ νοερά λεγομένη προσευχή ἀποδεικνύει μέ τήν ἐλαχιστότητα μέ τούς πέντε λόγους ἀπό τούς ὁποίους συγκροτεῖται ἀποδεικνύει πώς ὅσο περισσότερο ἑννοποιεῖται ἡ ψυχή τόσο περισσότερον ἐπιτυγχάνει αὐτήν τήν ἑνότητα με τόν Θεόν.[25] Βέβαια, ὅπως εἶπα προηγουμένως ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔχουν ὁρίσει τήν προσευχήν ὡς τήν μεγαλυτέραν πνευματικήν κατάστασιν τοῦ ἀνθρώπου καί ὡς τό κάτοπτρον τῆς πνευματικότητός του. Γιατί ἀκριβῶς ὁ νούς μας διακεχυμμένος εἰς τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου διά τῶν αἰσθητηρίων καί προπαντός διά τῶν ἐνεργούντων παθῶν μέσα εἰς τήν ψυχήν μας πρός τά διάφορα ἀντικείμενά των προκαλεῖται μία σύγχυσις προκαλεῖται μία διάσπασις, προκαλεῖται ἕνας κερματισμός αὐτής τῆς ἑνότητος. Γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά νοηθῆ προσευχή ὡς ἐπιδιωκομένη ἐνέργεια καί ἐπιθυμία νά ἑνούμεθα μέ τόν Θεόν παρά μέσα στά πλαίσια ἐργασίας τῶν ἐντολῶν, ὅσον περισσότερον ἐργαζώμεθα τίς ἐντολές, ὅσον περισσότερον ἐλευθερούμεθα ἀπό τά πάθη ὅσον περισσότερον ἀγαπῶμεν τόν Θεόν ὅσον περισσότερον ταπεινούμεθα καί συντριβώμενοι ἐν ταπεινώσει τόσον πιό πολύ ἔχουμε τίς ἀναγκαῖες προϋποθέσεις καί τούς ὅρους διά νά ἔλθωμεν εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον καί νά ἐκφράσουμε ἐν στεναγμοῖς ἀλαλλήτοις τούς πόθους καί τά αἰτήματά μας. Εἶπα ἀδελφοί μου ὅτι δέν μπορεῖ νά νοηθῇ προσευχή χωρίς αὐτές τίς προϋποθέσεις πράγματι.[26]
Ἐμεῖς στό Ἅγιον Ὄρος ἐπειδή λόγω τῆς ὁργανωμένης μοναχικῆς ζωῆς εἴμαστε ἀπηλλαγμένοι ἀπό τίς μέριμνες τίς δικές σας μποροῦμε νά ἀφήνουμε τόν νοῦν μας ἐλεύθερο νά πετᾶ εἰς τόν Θεόν εἴτε μέ τήν προσευχήν αὐτή εἴτε μέ μελέτες Θεολογικές, εἴτε μέ θεωρίες πνευματικές ἔτσι ὥστε νά ἐπιτυγχάνωμε τήν ἀμεσοτέραν ἐπαφήν μέ τό Θεῖον. Μάλιστα αὐτή ἡ ἐπαφή εἶναι αἴτημα τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Αἴτημα δηλ. τοῦ Χριστοῦ ἑρμηνευμένο ὀρθοδόξως. Διότι ὅταν λέγη ὁ Χριστός: “ἐγώ θέλω νά εἶμαι ἐν ἡμῖν καί ὑμεῖς ἐν ἐμοί, (ἐγώ μέσα σας καί ἐσεῖς μέσα μου) δηλ. ζητᾶ μίαν ἀγαπη-τικήν, ἐρωτικήν θά ἔλεγε κανείς ἀλληλοπεριχώρησιν, μίαν ἕνωσιν πραγματικήν ἡ ὁποία μάλιστα θά ἐκφράζεται καί μέ τό εἰκονικόν ἐκεῖνο τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου: “Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος καί ὑμεῖς τά κλήματα”. Ἄμπελος εἶναι, ὄχι τό ἀμπέλι πού κακῶς τό ἑρμη-νεύουν τινές, εἶναι τό κλῆμα καί τά κλήματα εἶναι οἱ παραφυᾶδες τῶν κλημάτων γιά νά παρουσιάση αὐτήν τήν ἀδιάσπαστη καί θά ἔλεγε κανείς ὁργανική ἕνωσι τοῦ κλήματος μέ τίς παραφυᾶδας μέ τίς κληματσῖδες μέ τά κλήματα. Μᾶς θέλει λοιπόν, ἀποτελεῖ αἴτημα, γι’ αὐτό μάλιστα καί ὁ θεῖος Παῦλος συνεχῶς μᾶς ὑπομιμνήσκη ὅτι: “ἐμεῖς οὐκ ἔχωμεν ὦδε μένουσαν πόλιν, τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τά συνεχῶς τά ἄνω ἀφοῦ καί τό πολίτευμα ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει”.
Μέσα στήν Ὀρθοδοξίαν ἀδελφοί μου ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχουμεν ὡς πλοῦτον ἄρρητον καί ὡς εὐεργεσίαν ἀνέκφραστην ἀπό τόν Θεόν εἶναι αὐτή ἡ δυνατότης τήν ὁποίαν μᾶς ἔχει δώσει ὡς πλάσματα, ὅπως εἴμαστε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσίν Του νά φθάσουμε νά γίνουμε ὅμοιοι μέ Αὐτόν. Ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅλες οἱ ἀρετές οἱ ἐνεργούμενες διά τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ δέν ἑνώνουν μέ τόν Θεόν ἀλλά παρασκευάζουν καταλλήλως τό ἔδαφος διά νά ἐνωθοῦμε μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς. “Ὅντες λοιπόν κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν καί ὁδηγούμενοι μέ τήν ἐλευθερίαν πού ἔχουμε μέ τό καθ’ ὁμοίωσιν καί μέ τήν δυνατότητα ὁμοιώσεως μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς ὁδηγούμεθα εἰς τήν θέωσιν. Ὅπως λέγει ἕνα δοξαστικό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ: “….ἦλθεν ἵνα τοῦ χείρονος μεταλαβών ὁ Χριστός μεταδῶ μοι τοῦ βελτίονος. Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, καί Θεός ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν· ἄνθρωπος γίνεται Θεός ἵνα Θεόν τόν Ἀδάμ ἀπηργάσηται”. Μᾶς θέλει, ὅπως Αὐτός εἶναι Θεός κατά φύσιν νά γίνωμεν Θεοί κατά χάριν, καί γινώμεθα μέσα εἰς τό χῶρον τῶν ἐντολῶν ὅπως λέγει μάλιστα ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ὁ μέγας ἐκεῖνος πατήρ ὅτι: “ἡ πρός Θεόν ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις ταῖς τῶν σεβα-σμιωτάτων ἐντολῶν ἱερουργίες καί ἀγαπήσεσιν μόνοις τελεῖται”. Διά τῶν ἐντολῶν λοιπόν ὁδηγούμεθα ἀλλά θεούμεθα ὅμως καί ὁμοιούμεθα διά τῆς προσευχῆς. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων δογματικῶν καί μυστικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ὑπέστη τόσας προσβολάς ἀπό τήν Δυτικήν Θεολογίαν ὥστε νά ἀποβῆ ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων, θά ἔλεγε κανείς, ὑπερασπιστῶν τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἶχεν ὡς βάσιν τήν προσευχήν καί ὅλη του ἡ Θεολογία του στρέφεται περί τήν προσευχήν ὑπό τήν προϋπόθεσιν βεβαίως τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν. Γι’ αὐτό μάλιστα στίς διάφορες ἐκφάνσεις ἀντιλογίας πρός τόν Βαρλαάμ τόν Καλαμβρόν, αὐτόν τόν μοναχόν ὁ ὁποῖος κατεδικάσθη ὑπό τῶν Συνόδων του 14ου αἰῶνος, διετύπωνε συνεχῶς τήν ἄποψιν ὅτι πρέπη νά φεύγουν πολλά περιττά πράγματα καί μάταια ἀπό τήν ψυχήν τοῦ Ὀρθοδόξου, προκειμένου νά γίνη τέλειος. Γι’ αὐτό καί ἐπικαλεῖται ὁ Κύριος: “εἰ θέλης τέλειος εἶναι ὕπαγε πώλησον τά ὑπάρχοντά σου, διάδως πτωχοῖς καί δεῦρο ἀκολούθει μοι..” κ.λ.π. Δηλ. δέν μποροῦμε νά ἀναχθοῦμε εἰς τό Θεῖον δέν ἠμποροῦμεν νά ἑνωθοῦμε παρά μόνον ἀφαιροῦντες συνεχῶς τά μάταια καί τά περιττά. Βέβαια ἀδελφοί μου ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου στήν σύγχρονη ἐποχή καί μάλιστα ὑπό τό πρίσμα τῆς ὑφέσεως τῆς πνευματικῆς τήν ὁποίαν ἐφιστάμεθα ἐξ ἀφομῆς τοῦ ἐπηρεασμοῦ τῆς κοσμικῆς ζωῆς μέ τίς κοσμικές μέριμνες κ.λ.π. φαίνεται ἀπραγματοποίητος ἐν τούτοις ὅμως εἶναι ἐπιβεβλημμένη “γίνεσθε τέλειοι, γίνεσθε ἅγιοι ὅπως ὁ πατήρ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐ ρανοῖς τέλειος ἐστί καί ἅγιος”. Εἶναι ἀνάγκη ὁπωσδήποτε νά αὐξάνωμεν τήν πίστιν μας καί αὐτό γίνεται μέ τήν φροντίδα τῆς ἐπιτελέσεως τῶν ἐντολῶν καί τῆς ἀδιαλείπτου εἰ δυνατόν ἐργασίας τῆς προσευχῆς.
Θά ἤθελα λοιπόν νά σᾶς ἀπασχολήσω γιατί ξέρετε ὁ νοῦς μας, ὅπως εἶπε καί ὁ Μ. Βασίλειος διαχέεται εἰς τόν κόσμον διά τῶν αἰσθητηρίων καί διασπᾶται ἡ ἑνότης καί πολλές φορές καί ἀπό ἄγνοια καί ἡ ζωή ἡ πνευματική θέλει τέχνην, εἶναι μία τέχνη θά ἔλεγεν κανείς ἀπό τήν γνώσιν. Ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. ἡ Παράδοσις τῶν ἁγίων Πατέρων, ἡ ἐμπειρία ἡ καθολική τῶν ἁγίων Πατέρων μᾶς διδάσκουν τήν τέχνην καί τήν γνῶσιν μέ τήν ὁποίαν δυνάμεθα νά γινώμεθα ἀληθινά χριστιανοί. Συνιστοῦν λοιπόν τήν ἀδιάλειπτον προσευχήν καί τήν συνιστοῦν διότι εἶναι τό ἀσφαλέστερον καί εὐκολότερον μέσον διά νά μποροῦμε νά κρατοῦμεν τήν ψυχήν μας καθαρή, ἀπρόσβλητη ὅσον τό δυνατόν ἑνοποιημένη καί νά μᾶς θωρακίζη ἀπό τίς διάφορες προσβολές τίς ὁποῖες ἐφιστάμεθα ἀπό τόν κόσμον, ἀπό τόν διάβολον καί ἀπό τά πάθη. Γι’ αὐτό νομίζω ὅτι ἕνα ἀπό τά μέσα τοῦ ἀποφασιστικοῦ χαρακτῆρος πού μᾶς ἐγγυῶνται μίαν πνευματικήν πρόοδον εἶναι τό νά μάθωμεν νά προσευχόμεθα. Ὅπως μάλιστα λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος τό πώς “δεῖ προσεύχσθε ἐν στεναγμοῖς ἀλαλλήτοις” καί ὅπως μάλιστα λέγει ἀλλοῦ: ” οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰμί ἐν Πνεύματι Ἁγίω”. Ὅταν λέμε μέσα εἰς αὐτήν τήν διάχυσιν τοῦ κόσμου εἰς τόν ὁποῖον εὑρισκόμεθα ὅταν ἐπιμελούμεθα τήν προσευχή αὐτήν καί κάνουμε δύο ἐργασίες, μίαν ἐπαναλαμβάνοντες τό ὄνομα, τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, τό γλυκύτατον ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας καί Σωτῆρος μας ἀπό τό ἄλλο μέρος καλλιεργοῦμεν τήν συντριπτικήν διάθεσιν τῆς ψυχῆς ἐν ταπεινώσει νά ἐκζητοῦμεν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν ἐπαναλαμβάνοντες αὐτό καί ἐκτοπίζοντες τά διάφορα ἄλλα νοήματα τότε σταδιακά εἰσερχόμεθα εἰς τήν καρδίαν μας καί τότε γίνεται μία ἀληθινή ἑνοποίησις πού “τό τρισσόν γίνεται ἑνιαῖον μένον τρισσόν” δηλ. ἡ ἐνέργεια καί ἡ οὐσία τοῦ νοῦ μας καί ἡ ἀγαπητική βούλησις μέ τήν ὁποίαν κάνωμεν μίαν ἑνότητα.
Μέσα λοιπόν εἰς τόν χῶρον αὐτόν ἀδελφοί μου μποροῦμε σταδιακά νά καθαιρόμεθα, νά καθαίρεται ἡ ψυχή μας ἀπό τά πάθη, διότι μήν ξεχνᾶμε ότι ὅλες οἱ κακίες, ὅλα τά πάθη προέρχονται ἀπό τήν κακήν καί μή ὀρθήν χρῆσιν τῶν λογισμῶν μας.[27] Τά πάθη σχηματίζονται ἀπό τήν ἐπανάληψιν τῶν λογισμῶν καί στερεώνονται μέσα καί γίνονται ὅπως λέγει καί ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ καί γίνονται σκληρές οὐσίες. Ἔτσι λοιπόν ὅταν φθάσωμεν σέ ἡλικία καί κατανοήσουμεν ποιά πάθη μᾶς καταδυναστεύουν, ποιοί λο-γισμοί μᾶς προσβάλλουν μονιμότερον πρᾶγμα ἐκφραστικόν παραμονῆς τῶν παθῶν πού βρίσκονται μέσα μας ὅταν τό κατανοήσωμεν αὐτό μέ κλαυθμόν νά παρακαλοῦμε τόν Θεόν νά μᾶς ἐλευθερώση διά τῆς ἀγωγῆς αὐτῆς τῆς μονολογίστου λεγομένης προ- σευχῆς νοερᾶς πού γίνεται ἀργότερα καρδιακή. Πολλοί χριστιανοί πού ζοῦν εἰς τόν κόσμον κυρίως δέν γνωρίζουν αὐτήν τήν ἀνθρωπολογικήν δομήν, καί δεν ξέρουν τίς λειτουργίες τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού νομίζουν ἄν δέν κάνωμεν κάποια ἐξωτερικά κακά ἤ ἄν κάνωμεν κάποια ἐξωτερικά καλά ὑποτίθεται ὅτι εἴμαστε ἀληθινοί χριστιανοί ἀλλά αὐτό εἶναι λάθος μεγάλο. Ὁ Χριστός δέν ἦρθε στή γῆ γιά νά μᾶς κάνη καλούς ἀνθρώπους καί νά τακτοποιήση τά ἤθη μας καί νά μᾶς δημιουργήση τίς προυποθέσεις μιᾶς, θά ἔλεγε κανείς, ἁρμονικῆς συμβιώσεως στόν χῶρον τῆς κοινωνικῆς καί ‘Εκκλησιαστικῆς μας ζωῆς. Ἦρθε γιά νά μᾶς θεώση.Ἑπομένως τό ἅπαν εὑρίσκεται μέσα εἰς τήν ψυχήν μας καί ἐκεῖ πού διαφιλονικεῖται ἡ τελειότης μας εἶναι ἀκριβῶς εἰς τόν χῶ-ρον αὐτόν ὁ ὁποῖος προσβάλλεται ἀπό τά πάθη ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ὅτι δέν ξέρωμεν νά κάνουμε ἀγωγήν εἰς τόν νοῦν μας. Θά ξέρετε ὅτι ὅλοι μας ἔχωμεν τήν πεῖρα ὅτι προσβαλλώμεθα ἀπό λογισμούς. Εἶναι τραγωδία ἀληθινή νά νομίζωμεν ὅτι οἱ ποικίλοι λογισμοί, οἱ κακοί λογισμοί ὅτι ἀγνοοῦνται ἀπό τόν Θεόν. Μέσα εἰς τήν σιωπήν τῆς λειτουργίας τῆς διανοητικῆς και πνευματικῆς νομίζωμεν ὅτι δέν βλεπόμεθα ἀπό τόν Θεόν, εἶναι λάθος. Διότι βλέπει τούς ἐλαχίστοτάτους λογισμούς καί τίς πλέον μικρές ἐλαχίστους κινήσεις τῆς καρδίας μας ὁ Θεός. Καί λοιπόν ἔτσι ἐάν ξέρωμεν τίς συνέπειες τῶν λογισμῶν θά δώσωμεν ὅλο τό βάρος, νά πέση ἀκριβῶς ἐπάνω στήν προσοχήν τῶν λογισμῶν.Ἐάν δέν προηγηθοῦν οἱ λογισμοί στόν νοῦ εἶναι ἀδύνατον νά θιγῇ ἡ ψυχή καί τά πάθη τά ἐνυπάρχοντα ἀκόμη εἰς τήν ψυχήν δέν διερεθίζονται ἐάν δέν λειτουργήσουν, ἐάν δέν ἐνεργήσουν οἱ λογισμοί. Γι’ αὐτό ὅλη ἡ προσπάθειά μας πρέπει νά τείνη εἰς τήν προσοχήν τῶν λογισμῶν ὥστε νά ἀναστέλλεται ἡ ἐπιδείνωσις τῶν λογισμῶν καί ἀκόμη νά δημιουργοῦμε προϋποθέσεις συνεχοῦς καθάρσεως καί συνεχοῦς ἀφαιρέσεως ἀπό τά ξένα στοιχεῖα πού εἶναι μέσα μας.
Κατά τήν διδασκαλίαν τῶν ἁγίων Πατέρων ὅπως εἶπα προηγουμένως τά πάθη σχηματίζονται ἀπό τήν κακήν χρῆσιν τῆς ἐλευθερίας μας διά τῆς ἀποδοχῆς καί ἐπαναλήψεως τῶν διαφόρων ποιότητος λογισμῶν.
Ἡ ἐργασία αὐτή ἀφιερώνεται στόν σεβαστό Γέροντα π. Θεόκλητο καί στή συνοδεία του ὡς ἕνα ἀντίδωρο τῆς ἀγάπης των.
10 Νοεμβρίου 2004, ἑορτή τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου.
[1] Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Ζαχάρωφ), “Περί προσευχῆς”,ἔκδ. βα,Ἱ. Πατριαρχική Μο-νή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ, Ἀγγλίας 1994, σελ.145).
[2] Ἀπόσπασμα ἀπό κείμενο τοῦ Γέροντα π. Θεοκλήτου μοναχοῦ Διονυσιάτου, δημοσιευμένο τά “Ἀθωνικά ἄνθη”, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ. 106. Διασκευασμένο στήν δημοτική.
[3] Ἡ νοερά ἄθλησις, ἤτοι περί προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ,Γέροντος Κλήμεντος, μετάφρασις ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ, Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους, 1976, ἔκδοσις 1η, σελ.281).
[4] Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθόδοξη πνευ-ματικότητα, ἔκδ. β. τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.31 καί ἑξῆς.
[5] π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Φωνή Κυρίου, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθή-να 1985, σελ. 86.
[6] Μητροπολίτου Νυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος”….., σελ.48 καί ἑξῆς
[7] Ἡ ἡσυχία εἶναι μιά ἁγιοπνευματική κατάσταση, πού ἐκφράζεται μέ τήν μετά-νοια καί τό (κατά Θεόν) πένθος. Γεννᾶται ὀργανικῶς ἐκ τῆς βαθείας μετανοίας καί ἐκζητήσεως τῆς φυλάξεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ δι’ αὐτῶν τῶν ἐντολῶν γεννῶνται οἱ ἀρετές.. Ἡ ταπείνωση καί ἡ ὑπομονή εἶναι τά δύο θεμέ-λιά της. Σκοπός της ὁ καθαρμός τῆς καρδιᾶς καί τοῦ νοῦ.
Ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ διά τῆς σωματικῆς ἒξωτερικῆς ἡσυχίας (πού εἶναι ἡ προσπάθεια νά μειώση ὁ ἄνθρωπος, κατά τό δυνατόν, τόν περιορισμό τῆς γλώσσης, τῆς ὁράσεως, τῆς ἀκοῆς καί τῶν λόγων. Νά μειωθοῦν οἱ ἐξωτερι-κές παραστάσεις, οἱ εἰκόνες πού δέχονται καί προσφέρουν στήν ψυχή οἱ αἰσθή-σεις).Ἡ ψυχική ἡσυχία ἔγκειται στό νά ἀποκτήση ὁ νοῦς τήν ἱκανότητα καί τήν δυνατότητα νά μή δέχεται καμμιά πειρασμική περιπλάνηση, διακατεχόμενος ἀπό τήν νήψη (ἐγρήγορση) καί τήν κατάνυξη νά εἶναι στραμμένος μέσα στήν καρδιά. Ὁ νοῦς ἑνώνεται ἐν Ἁγίω Πνεύματι μέ τήν καρδιά καί τότε γίνεται ἀδι-άλειπτη προσευχή στήν καρδιά.Τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύ-ματος”. (Μητροπολίτου Ναυπάκτου, κ. Ἱεροθέου, “Καιρός τοῦ ποιῆσαι.” Ἱ.Μ. Πελαγίας, β, ἔκδ. 2000, σελ. 72-80)
[8] Οἱ ἅγιοι Πατέρες μιλώντας γιά τήν κάθαρση ἐννοοῦν τήν κάθαρση τῆς καρ-διᾶς ἀπό τούς λογισμούς πού παραμένοντας στήν καρδιά γίνονται πάθη.Νά θε-ραπευθοῦν οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς). (Μητροπολίτου Ναυπάκτου, κ.Ἱεροθέου, “Καιρός τοῦ ποιῆσαι.”….σελ.131)
[9] Μητροπολίτου Νυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθόδοξη πνευ-ματικότητα, ἔκδ. β. τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.44, 51-53.
[10] Ἀρχιμ. Γεωργίου Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, ἔκδ.β, Ἱ.Μ. Ὁ-σίου Γρηγορίου, Ἁγίου Ὄρους, 1998,
[11] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, πρός Μοναχήν Ξένης, Φιλοκ. τ. Δ, σελ. 170 -171.
[12] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, πρός Μοναχήν Ξένης, Φιλοκ. τ. Δ, σελ. 170 -176.
[13] Ὁμιλίαι, ἔνθ ἀνωτέρω, σελ. 177.
[14] Βασικές προϋποθέσεις τῆς πνευματικῆ ζωῆς εἶναι:”Ἡ θέλησις, ἡ θυσία, ἡ χά-ρις. Οὔτε μόνη ἡ θέλησις, οὔτε μόνη ἡ θυσία, οὔτε μόνη ἡ χάρις. Προηγεῖται ἡ θέλησις τοῦ ἀνθρώπου, ἀκολουθεῖ ἡ θυσία καί ἕπεται ἡ χάρις. Σπανιωτάτη εἶ-ναι ἡ ἀντιστροφή τῆς ἀκολουθίας ταύτης. Ἀλλ’ ὅταν λέγωμεν θυσίαν ἐννοοῦ-μεν τήν ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν. Διότι ἡ ἐκτέλεσις τῶν ἐντολῶν ἀπαιτεῖ θυσίας καί μάλιστα μεγάλας μάλιστα θυσίας. Διατί εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεσις τῆς μετά τοῦ Χριστοῦ μυστικῆς ἑνώσεως, ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν; Διότι καθαίρομεν τήν καρδίαν ἀπό τῶν ψεκτῶν (ἀξιοκατακρίτων) παθῶν καί ἑτοιμάζομεν οὕτω τόπον πρός τόν εἰπόντα:”ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσο-μεν. Ἤ καί καθαιρομένης τῆς καρδίας ἀπό τῶν παρά φύσιν παθῶν, ἡ ἐν ἐν αὐ-τῇ χάρις, ἥν ἐλάβομεν διά τοῦ Βαπτίσματος, ἀνάλάμπει κατά τό μέτρον τῆς κα-θάρσεως”.(Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικά Ἄνθη, ἐκδ. Παπαδημη-τρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ.49)
[15] “Περισσότερο ἀπό ὅλα ἀγάπησε τήν προσευχή, λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος,, διότι σέ φέρνει κοντά τοῦ καρποῦ, πού ἡ γλῶσσα ἀδυνατεῖ νά τόν ἐξηγήσει”. (Λόγος λδ΄)
[16] “Τό ἀπερίσπαστο καί τό ἀμέριμνο φέρνουν τήν ἐσωτερική ἡσυχία καί τήν πν-ευματική ἐπιτυχία. Οἱ μέριμνες ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὑπάρχη πο-λύς περισπασμός, ὑπάρχουν πολλά πνευματικά παράσιτα καί οἱ πνευματικοί ἀ-σύρματοι δέν ἐργάζονται μέ σήματα καλά.
Πρέπει νά ζητοῦμε πρῶτα τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καί αὐτή νά εἶναι ἡ μέρι-μνά μας, καί ὅλα τά ἄλλα θά μᾶς δοθοῦν. (Ματ.6,33). (Γέροντος Παϊσίου Λόγοι “τ. Α, “Μέ πόνο καί μέ ἀγάπη, ἔκδ.Ἱερόν Ἡσυχαστήριον “Εὐαγγελιστής Ἰωάν-νης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης,1998, σελ. 200).
Ἀμεριμνίαν ἀπό κάθε πρᾶγμα, δηλ. νέκρωσις ἀπό ὅλα, ὁποῦ νά μήν σέ ἐλέγχη ἡ συνείδησις εἰς κανένα πρᾶγμα”. Ἡ νοερά ἄθλησις, ἤτοι περί προσευχῆς τοῦ Ἰη-σοῦ,Γέροντος Κλήμεντος, μετάφρασις ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ, Κατουνάκια Ἁγίου Ὄ-ρους, 1976, ἔκδοσις 1η, σελ.211).
[17] Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, Κλῖμαξ, λόγος κη, περί προσευχῆς παρ. 38)
[18] Προσευχή καί λαϊκοί.Οἱ χριστιανοί πού ζοῦν στόν κόσμο ἡ προσευχή τους δέν εἶναι καθαρή, δηλ. δέν μποροῦν νά συγκεντρωθοῦν, παρεμβαίνουν λογι-σμοί καί ἀποροῦν. Ἡ καθαρή προσευχή εἶναι δῶρο Θεοῦ, καί θά τήν δώσει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν πλευρά του θά κάνει αὐτό πού πρέπει νά κάνει. Τί μένει λοιπόν στόν ἄνθρωπο; Στόν ἄνθρωπο μένει ἁπλῶς νά κάνει προσευχή. Ἡ ποσότητα τῆς προσευχῆς λέγει ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου “περιπέτειες ἑνός προ-σκυνητοῦ” . Καί αὐτό τό τονίζουν ὅλοι οἱ Πατέρες. Στήν προσευχή σου ἔφυγε ὁ νοῦς; Τό ἔργο σου εἶναι πάλι νά τόν φέρεις, καί πάλι θά φύγει καί πάλι νά φέ-ρεις τό νοῦ. Ἔτσι θά δείξεις στόν Θεό τήν καλή σου διάθεση, ἔτσι θά δεῖ ὁ Θεός τήν φιλοτιμία σου καί θά σέ δεχθεῖ. Μήν κάνεις προσευχή καί αὐτοδικαιώνεσαι καί περιμένεις ἀπό τόν Θεό τρόπον τινά πληρωμή. Δέν εἶναι ἔτσι. Νά ζητοῦμε γιά νά μᾶς δώσει ὁ Θεός: ” αἰτεῖτε καί δοθήσετε ὑμῖν” (Λουκ. 11, 9). Πῶς θά ζη-τᾶμε; Μέ ταπείνωση, μέ μετάνοια, μέ πίστη. Νά προσπαθήσουμε μέσα ἀπό τήν καρδιά, ἔστω καί ἄν εἶναι ἀκάθαρτη, προσπάθησε νά λές τήν προσευχή σου ἀδιαλείπτως.
Νά λές τήν εὐχή μέ συναίσθηση, μέ μυστηριακή ζωή (σελ. 249). Ὁ ἄνθρωπος, ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου διακρίνεται σέ τρία ἄς ποῦμε μέρη: Εἶναι ὁ νοῦς εἶναι δηλ. ἡ νοητική δύναμη ὁ νοῦς,εἶναι ἀγαπητική δύναμη πού εἶναι ἐκεῖ τό συναίσθημα καί ἡ βούληση (καρδιά), καί εἶναι καί ἡ λο-γιστική δύναμη. Δηλ. ὁ ἄνθρωπος ἔχει νοῦ, καρδία, ἀγαπᾶ, χαίρεται,ὁ ἄνθρωπος ἔχει λόγον ἤ μιλάει ἐκφώνως καί ἀκούγεται ἤ μιλάει ἀπό μέσα του. Ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος, ὅπως καί ἡ καρδία. Γι’ αὐτό λένε οἱ Πατέρες “δῶσε δουλειά στόν νοῦ” γιατί θά βρεῖ ἄλλα πράγ-ματα. καί δουλειά ἐννοοῦν τήν εὐχή, νά ἐπικαλειται ὁ νοῦς τόν Χριστό. Θά λές μέ τήν λογιστική δύναμη τήν εὐχή, ἀκατάπαυστα, ὅσο μπορεῖς. Μέ τήν εὐχή ἀναγκάζεις τόν νοῦ νά προσέχει ἐκεῖ θέλει δέν θέλει. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλί-μακος λέει: ” Ἐγκλείειν τόν νοῦν εἰς τά λόγια” Λέει ὁ π. Σωφρόνιος ὅτι: ὅταν ὁ νοῦς, ἡ νοητική δύναμη καί ἡ ἀγαπητική δύναμη ἑνωθοῦν – καί ἑνώνονται αἀτά γύρω ἀπό τό ὄνομα τοῦ Κυρίου – καί ἐν τῷ μεταξύ εἶναι καί ὁ ἐνδιάθετος λόγος ἤ ὁ προφορικός λόγος, οἱ τρεῖς δυνάμεις πού λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γίνουν ἕνα δηλ. καί ἑνώνονται μόνο στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστ-οῦ,μόνο στό ὄνομά Του, ὁ Χριστός μπαίνοντας στήν καρδία καθαρίζει λίγο λίγο τήν καρδία. Ὅταν τά τρία γίνουν ἕνα καί τό ἕνα τρία, τότε “ὁφθήσεταί σοι ἡ Ἁγία Τριάς” .(Ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες τοῦ π.Συμεών Κραγιοπού-λου, “τό μυστήριο τῆς σωτηρίας”, ζηλος, γονίδια, εὐχή. Πανόραμα Θεσ/ κης, 1998, σελ. 231- 233)
[19] “Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, πού ἔγινε γιά μᾶς σέ ὅλα τύπος καί ὑπο-γραμμός, ὑπέδειξε μέ τό παράδειγμά του πόσο πολύτιμη καί ἀναγκαί εἶναι ἡ κατά μόνας συνομιλία μέ τό Θεό καί ἡ ἐνώπιος ἐνωπίῳ προσευχή.“Καί ἀπολύ-σας τούς ὄχλους ἀνέβη εἰς τό ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὁψίας δέ γενομέ-νης μόνος ἦν ἐκεῖ” (Ματθ. ιδ’ 23). “Ἐγένετο δέ ἐν ταῖς ᾑμέραις ταύταις ἐξῆλθεν εἰς τό ὄρος προσεύξασθαι καί ἦν διανυκτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ” (Λουκ. στ. 12). “Καί ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἀπῆλθεν εἰς τό ὄρος προσεύξασθαι. Καί ὁψίας γενομένης ἦν τό πλοῖον ἐν μέσω της θαλάσσης καί αὐτός μόνος ἐπί τῆς γῆς” (Μάρκ. στ. 46,47).“Διήρχετο δέ μᾶλλον ὁ λόγος περί αὐτοῦ καί συνήρ-χοντο ὅχλοι πολλοί ἀκούειν καί θεραπεύεσθαι ὑπ’ αὐτού ἀπό τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν* αὐτός δέ τήν ὑποχωρών ἐν ταῖς ἐρήμοις καί προσευχόμενος”. (Λουκ. 15, 16). Ὁ δρόμος τῆς κοινωνίας μέ τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους περνᾶ μέσα ἀπό τήν ἔρημο τῆς μόνωσης τῆς σιωπῆς καί τῆς ἡσυχίας. “Σύ δέ ὅταν προσεύχη εἴ-σελθε εἰς τό ταμεῖον σου, καί κλείσας τήν θύραν σου πρόσευξαι τῳ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ” (Ματθ. στ’, 6). “Εἰρήνευσον ἐν σεαυτῷ καί εἰρηνεύσει σοι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ. Σπούδασον εἰσελθεῖν εἰς τό ταμεῖον τό ένδοθέν σου καί ὅψει τό τα-μεῖον τό οὐράνιον* εἐν γάρ έστι τοῦτο κακεῖνο. Καί ἐν μιᾶ εἰσόδῳ θεωρεῖς τά ἀμφότερα. Ἡ κλίμαξ τῆς Βασιλείας ἐκείνης ἔνδοθέν σου ἐστί, κεκρυμμένη ἐν τῇ ψυχῇ σου” (Άγ.Ισαάκ Λ, 127).Σύμφωνα μέ τήν γνώμη τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁ πε-ρισπασμός εἶναι αἰτία τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοός. Διότι ἐάν δέν συμμαζευτεῖ ἀπό παντοῦ ὁ νοῦς, ὅπως τό νερό περιορίζεται μέσα σέ ἕνα σωλήνα, δέν εἶναι δυνα-τόν στή διάνοια νά συγκεντρωθεῖ πρός τόν ἑαυτόν της ὥστε καί πρός τόν Θεό νά ανεβεῖ. “Μή ανελθών δέ τιςς νοερῶς καί μή γευσάμενος τι τῶν ἄνω, πῶς εὐ-χερῶς τῶν κάτω καταφρονῆσαι δύναται;” (Φιλοκ. Γ’,90). Μόνωση καί ἡσυχία. Ἐπίγνωση ἀρ. 48, Χειμώνας 1993-94.)
[20] Ὅταν προσεύχεσαι θά πετᾶς σάν ἀετόπουλο στά ὕψη.
Ἡ προσευχή εἶναι συναναστροφή τοῦ νοῦ μέ τό Θεό. Σκεφθεῖτε λοιπόν σέ ποιά κατάσταση πρέπει νά βρίσκεται ὁ νοῦς μας γιά νά μπορεῖ νά ἀπευθύνεται στόν Κύριο καί νά συνομιλεῖ μαζί Του χωρίς νά στρέφεται ἀλλοῦ καί χωρίς τή μεσολάβηση κανενός ἄλλου.
Ἡ προσευχή εἶναι καρπός τῆς πραότητας καί τῆς εἰρήνης πού δέν τήν ταράζει θυμός.
Ἡπροσευχή εἶναι προέκταση χαράς καί εὐχαριστίας.
Ἡ προσευχή εἶναι ἀσπίδα γιά κάθε λύπη καί στενοχώρια.
Μή στενοχωριέσαι ἄν δέν πάρεις ἀμέσως ἀπό τό Θεό αὐτό πού ζητᾶς. Θέλει νά σέ εὐεργετήσει περισσότερο γι’ αὐτό σέ κρατάει περισσότερο στήν προσευχή. Ὑπάρχει ἄραγε κάτι ἀνώτερο ἀπό τό νά συνομιλεῖς μέ τό Θεό κι ἀπό τό νά χρονοτριβεῖς στή συνάντηση μαζί Του ;
Ἡ ἀπερίσπαστη προσευχή εἶναι ἡ ἀπόλυτη χρήση τοῦ νοῦ μας.
Ἡ προσευχή εἶναι ἀνάβαση τοῦ νοῦ πρός τό Θεό.
Εἴτε προσεύχεσαι μέ ἄλλους εἴτε μόνος, ἀγωνίσου νά μήν τό κάνεις ἀπό συ-νήθεια ἀλλά μέ αἴσθηση.
Προσευχήσου μέ γλυκύτητα καί χωρίς ταραχή καί ψάλλε μέ συγκέντρωση καί ἁρμονία, καί θά εἶσαι σά νιογέννητο ἀετόπουλο πού πετᾶ στά ὕψη.
Ἡ προσευχή εἶναι ἐνέργεια ἀντάξια τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ. Δηλαδή εἶναι ἡ καλύτερη καί ἡ καθαρή χρήση τοῦ νοῦ.
Νά μή θέλεις νά γίνεται στή ζωή σου ὅ,τι ἐσύ νομίζεις σωστό ἀλλά ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, καί τότε θά προσεύχεσαι χωρίς ταραχή καί μέ εὐγνωμοσύνη.
(Ἅγιος Νεῖλος ὁ Ἀσκητής, Λόγος περί προσευχῆς, κεφάλαια γ΄,ιδ΄,ιε΄,ιστ΄,λδ΄, λε΄, μβ΄,πβ΄,πδ΄,πθ΄).
[21] Σκοπός ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά καθαρίσουν καί νά ἁγιά-σουν τήν καρδίαν τῶν πιστῶν. (Μον.Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικοί Διά-λογοι, “Θεολογία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, Θεσ/κη 1975, σελ. 44).
“Ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐφαρμόση τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ λέγεται ἄσκηση. Διά τῶν ἐντολῶν ὁ ἄνθρωπος διέρχεται ἀπό τά τρία πνευματικά στά-δια τῆς πνευματικῆς ζωῆς:τήν κάθαρση, (κακοπάθεια, νηστεία, – νά προσέχη μή βρεθῆ ὁ νοῦς ἀφύλακτος καί ἀθωράκιστος, – ἀγρύπνους προσευχάς καί τό ἀδι-άλειπτον δάκρυον διά νά φθάσουν στόν φωτισμό τοῦ νοῦ, – (Μον.Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικά Ἄνθη, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ.18) καί τήν θέωση”.Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθό-δοξη πνευματικότητα, ἔκδ. β.τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.150.
[22] “…τό τρισσόν ἐννοεῖ τήν ψυχήν μας ὡς οὐσίαν, τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς μας τήν διανοητικότητα καί τήν βούλησίν μας τήν ἀγαπητικήν”. Ὁ Γέροντας π. Θεό-κλητος στό βιβλίο του:”Ἀθωνικοί Διάλογοι, Ἡ Θεολογία τῆς Νοερᾶς προσευ-χῆς”, Θεσ/κη 1975 στή σελ.43, διευκρινίζει αὐτή τήν παράγραφο ὡς ἑξῆς:”Ὁ νοῦς, ἡ βούλησις, τό συναίσθημα ἤ, μέ ἄλλην ὁρολογία, τό θυμικόν, τό ἐπιθυμη-τικόν καί τό λογιστικόν, ὀνομάζονται “καρδία” (ψυχή) εἰς τό σύνολόν των, ἀ-φοῦ παρά τό διακεκριμένον τῶν λειτουργιῶν των, εἶναι ἀδιαίρετοι τῆς ψυχῆς δυνάμεις”.
Ὁπότε, γράφει ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ὅταν ὁ νοῦς ἔρχεται στήν καρδιά καί ἐνεργεῖται ἐκεῖ τότε ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ τοῦ νοῦ (ἐνέρ-γεια), καρδιᾶς (οὐσία) καί ψυχῆς”. (Μικρά εἴσοδος στήν Ὀρθόδοξη Πνευμα-τικότητα, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἔκδ. βα, Ἀθῆναι 1998, σελ. 38)
[23] Πνευματική ρύθμιση.
“Ἅγνιζε καί κάθαρε καί ρύθμιζέ με”. (Ἀκολουθία θείας Μεταλήψεως).
Τό μεγαλύτερο πρόβλημα πού ἀπασχολεῖ τόν ἄνθρωπο εἶναι τό θέμα τῆς ἐσω-τερικῆς ρυθμίσεως,νά ρυθμισθεῖ ὁ νοῦς. Πρέπει νά ἀποκτήση πνευματική ὑγεία, ὥστε νά ἀντιδρᾶ φυσιολογικά σέ ὅλα τά ἐμφανιζόμενα στήν ζωή προβλήματα. Ὁ νοῦς νά προσανατολισθῆ πρός τόν Θεό καί νά λειτουργῆ γι’ Αὐτόν. Νά χρη-σιμοποιήση ὁ ἄνθρωπος διάφορες μεθόδους,κυρίως τήν μετάνοια, τήν προσευχή καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Νά ἀποσπασθῆ ὁ νοῦς ἀπό τό ἄγ-χος, τό περιβάλλον καί κυρίως ἀπό τήν τυραννία τῆς λογικῆς καί νά ἔχει ἀδι-άλειπτη μνήμη Θεοῦ, παρά τίς καθημερινές του ἀσχολίες τοῦ σώματος.
Αὐτό ἐπιτυγχάνεται, ὅπως ἀναφέρει ὁ μέγας Βασίλειος σέ μία ἐπιστολή στόν φίλο του ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο.
“Ἐν ἡσυχία τόν νοῦν ἔχει πειρᾶσθαι προσήκει”.(Πρέπει νά προσπαθῶμεν νά κρατῶμεν τόν οῦν εἰς κατάστασιν ἡσυχίας.(Μ. Βασιλείου, ἐπιστολαί, Ε.Π. Ε. 2α ἐπιστολή πρός τόν φίλον Γρηγόριον. σελ. 60)
Τό πρῶτο εἶναι ἡ ἡσυχία τοῦ νοῦ. Ὅπως ὁ ὀφθαλμός, ἄν δέν προσηλοῦται σ’ ἕνα ὁρισμένο σημεῖο δέν μπορεῖ νά δῆ καθαρά ὅ, τι εὑρίσκεται μπροστά του τό ἴδιο γίνεται καί μέ τόν νοῦ. Ὁ νοῦς πρέπει νά προσανατολισθῆ πρός τόν Θεό καί νά τόν ἀπασχολῆ μόνον ὁ Θεός καί τά ἔχοντα σχέση μέ Αὐτόν. Αὐτό στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ ἀναχώρηση ἐκ τοῦ κόσμου.Ἡ ψυχή πρέπει νά ἀποσπα-σθῆ ἀπό τήν συμπάθεια πρός τό σῶμα. Νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τήν δουλεία στό κοσ-μικό καί σαρκικό φρόνημα καί νά ἀναφερθῆ πρός τόν Θεό.
“Νοῦς μέν γάρ μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω, μηδέ ὑπό τῶν αἰσθητηρίων ἐπί τόν κόσμον διαχεόμενος, ἐπάνεισιν μέν πρός ἑαυτόν,δι’ ἑαυτοῦ δέ πρός τήν περί Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει· κἀκείνω τῷ κάλλει περιλαμπόμενός τε καί ἐλλα-μπόμενος καί αὐτῆς τῆς φύσεως λήθην λαμβάνει, μήτε πρός τροφῆς φροντίδα, μήτε πρός περιβολαίων μέριμναν τήν ψυχήν καθελκόμενος, ἀλλά, σχολήν ἀπό τῶν γηΐνων φροντίδων ἄγων· τήν πᾶσαν ἑαυτοῦ σπουδήν ἐπί τήν κτῆσιν τῶν αἰωνίων μετατίθησι”.
(Διότι ὁ νοῦς, ὅταν δέν διασκορπίζεται πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τόν κό-σμον,ἐπιστρέφει πρός τόν ἑαυτόν του καί ἀπό τόν ἑαυτόν του ἀναβαίνει πρός τήν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ. Καθώς δέ περιαυγάζεται καί φωτίζεται ἀπό ἐκεῖνο τό κάλλος, λησμονεῖ καί τήν ἰδικήν του φύσιν ἀκόμη· δέν ἑλκύει τήν ψυχήν εἰς φροντίδα διά τήν τροφήν οὔτε εἰς μειμναν διά τήν ἐνδυναίαν, ἀλλά, ἐλεύθερος ἀπό γήινας φροντίδας,ὅλην του τήν προσοχήν μεταθέτει εἰς τήν ἀπόκτηιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν). (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 64)
Αὐτό εἶναι τό δεύτερο σημεῖο, εἶναι ἡ πορεία τοῦ νοῦ.Ὁ νοῦς δέν δέν πρέπει νά διαχέεται πρός τόν κόσμο διά τῶν αἰσθητηρίων οὔτε νά διασκορπίζεται πρός τά ἔξω, ἀλλά νά ἐπιστρέφη στόν ἑαυτό του καί διά τοῦ ἑαυτοῦ του νά ἀνέρχε-ται στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ κυκλική κίνηση. Ὁ νοῦς ἀφήνει τόν κόσμο καί στρέφεται πρός τόν ἑαυτό του, ὁπότε ἀνέρχεται στόν Θεό. Σέ αὐτήν τήν περίπτωση, καίτοι ζῆ ὁ ἄνθρωπος στόν κόσμο ἐν τού-τοις λαμβάνει λήθη τῆς φύσεως καί ἔχει μιά διηνεκῆ ἀδολεσχία μέ τόν Θεό.
“Καί τοῦτό ἐστι τοῦ Θεοῦ ἐνοίκησις, τό διά τῆς μνήμης ἐνιδρυμένον ἔχειν ἐν ἑαυτῷ τόν Θεόν. Οὕτω γινόμεθα ναός Θεοῦ, ὅταν μή φροντίσι γηΐναις τό συνεχές τῆς μνήμης διακόπτηται….”
(Ἐνοίκησις δέ τοῦ Θεοῦ εἶναι τοῦτο, τό νά ἔχῃ κανείς τόν Θεόν ἱδρυμένον μέσα του διά τῆς μνήμης.Τότε γινόμεθα ναοί τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἡ συνοχή τῆς μνήμης δέν διακόπτεται ἀπό γήινας φροντίδας…”). (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 64)
Εἶναι τό τρίτο σημεῖο στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος, παρά τίς γήϊνες φροντίδες, ἔχη διαρ-κῆ μνήμη Θεοῦ καί δέν διακόπτεται ἡ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς κα-θημερινές ἐργασίες, τότε δείχνει τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί ἀκόμη φανερώνει ὅτι γίναμε ναός τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά γιά νά ἐπιτευχθῆ αὐτό εἶναι ἀπα-ραίτητη ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη. Ἀρχή δέ τῆς καθάρσεως εἶναι ἡ ἡσυχία:”Ἡσυχία οὖν ἀρχή καθάρσεως τῇ ψυχῇ”. (Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Θεραπευτική ἀγωγή, τόμ. 2, ἔκδ. δ., Ἱ.Μ.Γενεθλίου τῆς Παναγίας, σελ. 64 καί ἑξῆς,1998)
[24] Μέ τήν βοεράν κραυγήν “Κύριε”, δοξολογοῦμεν τόν Θεόν, τήν ἔνδοξον μεγα-λειότητά Του, τόν δημιουργόν τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως, ὅν φρίττουσι τά Σεραφείμ καί τά Χερουβείμ.
Μέ τήν γλυκυτάτην ἐπίκλησιν καί πρόσκλησιν”Ἰησοῦ”, μαρτυροῦμεν, ὅτι εἶναι παρών ὁ Χριστός, ὁ σωτήρ ἡμῶν, καί εὐγνωμόνως τόν εὐχαριστοῦμεν, διότι μᾶς ἠτοίμασε ζωήν αἰώνιον. Μέ τήν τρίτη λέξιν “Χριστέ”, θεολογοῦμεν, ὁμολογοῦν-τες ὅτι ὁ Χριστός εἶναι αὐτός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός. Δέν μᾶς ἔσωσε κάποιος ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, ἀλλά ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἀληθινός Θεός.
Ἐν συνεχεία μέ τήν ἐνδόμυχον αἴτησιν “ἐλέησόν με”, προσκυνοῦμεν καί παρα-καλοῦμεν νά γίνῃ ἵλεως ὁ Θεός, ἐκπληρῶν τά σωτήρια αἰτήματά μας, τούς πό-θους καί τά ἀνάγκας τῶν καρδιῶν μας. καί ἐκεῖνο τό “με”, τί εὗρος ἔχει! Δέν εἶ-ναι μόνον ὁ ἑαυτός μου· εἶναι ἅπαντες οἱ πολιτογραφηθέντες εἰς τό κράτος τοῦ Χριστοῦ, εἰς τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν, εἶναι ὅλοι αὐτοί πού ἀποτελοῦν μέλος τοῦ ἰδικοῦ του σώματος.Καί, τέλος, διά νά εἶναι πληρεστάτη ἡ προσευχή μας, κατα-κλείομεν μέ τήν λέξιν “τόν ἁμαρτωλόν”, ἐξομολογούμενοι – πάντες γάρ ἁμαρτω-λοί ἐσμεν – καθώς ἐξωμολογοῦντο καί ὅλοι οἱ ἅγιοι καί ἐγίνοντο διά ταύτης τῆς φωνῆς υἱοί φωτός καί ἡμέρας. Ἐξ αὐτῶν ἀντιλαμβανόμεθα, ὅτι ἡ εὐχή ἐμπεριέ-χει δοξολογίαν, εὐχαριστίαν, θεολογίαν, παράκλησιν καί ἐξομολόγησιν”. (Ἀρχ. Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου, ἡ προσευχή τοῦ Ἁγ. Ὄρους, Ἁγιορείτικη Μαρτυ-ρία, τεῦχος 3,Μάρτιος – Μάϊος 1989, σελ. 124)
[25] Προσευχῆς νοερά, πρακτικές συμβουλές. Μόλις ξυπνοῦμε νά κάνουμε τρεῖς μετάνοιες, τό βράδυ πρίν ἀποσυρθοῦμε πάλι νά κάνουμε τίς τρεῖς μετάνοιες καί τήν προσευχή μας. Κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας εὐκαίρως ἀκαίρως μέσα μας, νά λέμε τήν εὐχή νοερά. Μισή ὥρα τήν ἡμέρα νά προσπαθήσουμε νά ποῦμε τήν εὐχή, κατά τήν δύναμή του ο καθένας. θά αισθανθεις μεγάλη ὠφέλεια. Θά μα-λακώσει ἀμέσως ἡ καρδιά καί λίγο ἄν ἐπιμείνει κανείς, ερχονται καί τά δάκρυα από τήν Χάρι του Θεου. (Ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες π. Συμεών Κραγιοπού-λου, τό μυστήριο τῆς σωτηρίας, ζῆλος, γονίδια, εὐχή.Πανόραμα Θεσ/ κης, 1998, σελ. 274- 275)
[26] Ἡ προσευχή εἶναι ἀπό τις κυριώτερες καί ἰσχυρότερες δυνάμεις, πού κάνουν τόν προσευχόμενο νά ξαναγεννιέται καί τοῦ χαρίζουν σωματική καί πνευματι-κή εὐεξία. Χωρίς τήν προσευχή οὔτε οἱ αμαρτίες μας συγχωροῦνται οὔτε Μυ-στήριον κάνουμε οὔτε καί ὁ Θεός μᾶς δίνει τή βοήθειά του καί τή Χάρη Του.
Ἡ προσευχή εἶναι τά μάτια καί τά φτερά τῆς ψυχῆς μας καί μᾶς δίνει θάρρος καί δύναμη ν’ ἀντικρίσουμε τόν Θεό. Ὅμως κατά τήν προσευχή πρέπει:
α) Τό ἦθος μας νά εἶναι ταπεινό, τρεφόμενο μ’ ἁγνές ἐλπίδες,
β) Νά μεταχειριζόμαστε ὅσα ταπεινώνουν καί ἡσυχάζουν τό σῶμα ἐλευθερώ-νοντας τό νοῦ ἀπό κάθε ἐνόχληση,
δ) Οἱ τροφές μας νά εἶναι ἐκείνες πού πρέπει καί τά πιοτά μας ἐλαφρά καί μέ μέτρο.
ε) Ἡ ὁρθοστασία μας καί οἱ γονυκλισίες μας ἀνάλογες μέ τίς δυνάμεις μας,
στ) Ὁ ὕπνος μας νά εἶναι ὁλίγος καί σέ σκληρά στρώματα,
ζ) Νά μεταχειριζόμαστε ὅσα δαμάζουν τό σῶμα καί ξυπνοῦν τό νοῦ φέροντάς μας κοντά στό Θεό. Σ’ αὐτό βοηθοῦν πολύ ἡ ἀνάγνωση τῶν Θείων Γραφῶν καί τῶν ἑρμηνειῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων, τά νηπτικά ἀποφθέγματα τῶν Ὁσίων καί οἱ κατανυκτικές ψαλμωδίες, καί
η) Νά νιώθουμε σ’ ὅλη τους τήν ἔκταση τά θαύματα, πού ἔγιναν καί γίνονται σ’ ὅλον τόν κόσμο.
Προσευχήσου, λοιπόν, ἀδελφέ μου, μέ τό στόμα, ὥσπου νά σέ φωτίσει ἡ Θεία Χάρη νά προσεύχεσαι καί μέ τήν καρδιά σου. Τότε θά συντελεσθεῖ μέσα σου μέ θαυματουργικό τρόπο ἑορτή καί πανήγυρη καί δέν θά προσεύχεσαι πιά μέ τό στόμα ἀλλά μέ τήν καρδιά. Σε κάθε σου ἐργασία ἀπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ, ἄς προηγεῖται ἡ προσευχή! Αὐτή ἄς κυβερνάει ὅλες σου τίς πράξεις! Αὐτή γεν-νάει τή μετάνοια καί τό δάκρυ! Αὐτή προχωρεῖ ὡς τά μύχια τῶν λογισμῶν μας. Αὐτή εἶναι ἡ γεννήτρια τῆς Θείας Ἀγάπης! Αὐτή καθορίζει τό λογιστικό τῆς ψυχής. Αὐτή ἐξαγνίζει τούς Ἀγγέλους καί τούς Ἁγίους!… Αὐτή φυλάγει καθαρό τό ἐπιθυμητικό τῆς ψυχῆς μέ τό νά βρίσκεται μπροστά στό Θεό, νά ὁμιλεῖ καί νά προσκολλᾶται σ’ Αὐτόν μ’ ὅλη της τήν ἐπιθυμία. Γιατί καθένας πού ἀγαπάει καί φοβᾶται τόν Θεό εἶναι ἀδύνατο νά μή σκέπτεται ταπεινά, εἶναι ἀδύνατο νά κυβερνᾶται ἀπό τό θυμό. Γι’ αὐτό καί λέμε πώς ἡ ὁσία ταπείνωση καθαρίζει τήν ψυχή. Ἀπό τό βιβλίο ἀνωνύμου Ἁγιορείτου Μοναχοῦ «Ἀδιαλείπτως προσεύχε-σθε»:31 ἐντρυφήματα γιά τήν προσευχή»,ἔκδοσις “Ὀρθόδοξος Κυψέλη”, Θεσ/κη
[27] Λογισμός εἶναι συνδυασμός εἰκόνος καί σκέψεως καί συνδυάζεται ὁπωσ-δήποτε καί μέ τήν φαντασία.Ἐνεργοῦν στό λογιστικό μέρος τῆς ψυχῆς, ἐρεθί-ζουν τό ἐπιθυμητικό καί προσπαθοῦν νά αἰχμαλωτίσουν τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώ-που. Ὅταν οἱ ρυπαροί λογισμοί κυριαρχήσουν στήν ψυχή, τότε τήν δηλητηριά-ζουν καί τήν νεκρώνουν. Ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀνασφαλής, κυριαρχεῖται ἀπό ἄγχος, ἀϋπνία, ταραχή καί νευρικότητα.
Στήν ὀρθόδοξη θεραπευτική ἀγωγή χρεάζεται προληπτική καί θεραπευτική ἀ-γωγή. Στήν προληπτική ἐντάσσεται ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἀπωθή-σεως τῶν λογισμῶν. Χρειάζεται ἐγρήγορση τοῦ νοῦ πού λέγεται νήψη καί προ-σευχή, ἡ ἀποφυγή τῶν αἰτίων πού προκαλοῦν τούς λογισμούς. Ὁ ἅγιος Θεοφά-νης ὁ Ἔγκλειτος ἀναλύει ὡς ἑξῆς τά στάδια τῆς ἁμαρτίας:.
α) Ἐμφανίζεται στό νοῦ μιά ἄσχημη σκέψη ἤ προσβολή. Ὅταν ἀντιδράσεις ἀμέσως καί στραφεῖς πρός τόν Κύριο, κέρδισες ἕνα στεφάνι. Ἐάν ὅμως ἀρχίσεις νά ἀσχολεῖσαι μέ τήν σκέψη ἤ συζητᾶς μαζί της ἡ ψυχή κλονίζεται καί πραγ-ματοποιεῖ ἕνα βῆμα πρός τήν ἁμαρτία. γ) Ἡ ἱκανοποίηση ἤ ἡ εὐχαρίστηση, πού ἀρχίζει νά προξενεῖ στήν ψυχή ἡ παράταση τοῦ πειρασμοῦ καί ἡ κουβέντα μαζί του. Στήν φάση αὐτή ἔχεις μολυνθεῖ. δ) Ἡ κάμψη τῆς θελήσεως. Στό ση-μεῖο αὐτό ὑπάρχει ἐνοχή. ε) Ἡ συγκατάθεση στήν ἁμαρτία ἤ ἡ ἀπόφαση νά ἁ-μαρτήσει κανείς. Ἐδῶ ἔχουμε ὁπωσδήποτε ἁμαρτία ἐσωτερική, πού τήν βιώνει ὁ ἄνθρωπος στήν ψυχή του ὡς διαστροφή τῶν ἐνργειῶν τῆς ψυχῆς. στ) ἡ διά-πραξη τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ τελευταία φάση. Ἔχουμε τήν ὁλοκληρωμένη πτώ-ση, στέρηση τῆς θείας Χάριτος, τήν ὑποταγή στήν ἐξουσία τοῦ ἐχθροῦ”.(Πρωτ. Εὐαγγ.Παχυγιαννάκη, Εὐαγγελικά Μηνύματα, ἔκδ. Ἐνορίας Ἁγίας Τριάδος, Ἁγ. Νικολάου Κρήτης,2000, σελ.35)
Ὅταν μιά ἁμαρτία ἐπαναλαμβάνεται συχνά καί ἐμφωλεύει πολύ χρόνο μἐσα στή ψυχή μας, λέγεται πάθος. Ἔχουμε διαστροφή τῶν ψυχικῶν δυνάμεων.Ἡ φυσική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὕπαρξη τῶν ἀρετῶν, ἐνῶ τά πάθη εἶναι ἡ παρά φύση κατάσταση. Ἀποτελεσματικός τρόπος ἀπαλλαγῆς ἀπό τούς λογισμούς εἶναι ἡ ἐξαγόρευσή τους σέ ἔμπειρο πνευματικό πατέρα. Ἄλλος τρό-πος εἶναι νά δημιουργοῦμε καλούς λογισμούς. Ἡ καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, ἡ ἀ-νάγνωση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί οἱ βίοι τῶν ἁγίων. Ὅπως διαλύεται ὁ καπνός στόν ἀέρα, ἔτσι διαλύονται οἱ λογισμοί μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. (Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος). Ὁ καλύτερος τρόπος ἀπό τόν διά-λογο εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ λογισμοῦ. Συνιστᾶται σάν καλός τρόπος ἰδίως ἀπό τούς ἀρχαρίους στόν ἀγώνα αὐτόν. (Ἀρχ. Ἱεροθέου Βλάχου, Ὀρθόδοξη ψυχοθεραπεία,Ἱ.Μ. Τιμίου Σταυροῦ, Ἔδεσσα 1986, σελ.216, 231 καί ἑξῆς).
“’Eγώ δέν γνώρισα ἄλλη πτώση ἀνθρώπου, ἀπό ἐκείνη πού προκύπτει ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στό λογισμό του.…Είδες κάποιον να πέσει στήν ἁμαρτία; Μάθε ὅτι ἐμπιστεύτηκε τόν λογισμό του. Τίποτε δέν εἶναι βαρύτερο καί πιό ὁλέθριο ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μας.
Μέ σκέπασε μέ τή Χάρη Του ὁ Θεός καί πάντοτε φοβόμουνα αὐτόν τόν κίν-δυνο. Γιατί ποτέ, δέν ἀποφάσιζα νά κάνω κάτι, χωρίς νά ἔχω τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μου. Καί πιστέψτε με, ἀδελφοί μου, ἡ ψυχή μου ἦταν πολύ ξε-κούραστη, χωρίς καμιά μέριμνα… Γιατί ἄκουγα ὅτι πρέπει νά μποῦμε στή Βα-σιλεία τῶν Oὐρανῶν, περνώντας μέσα ἀπό πολλές θλίψεις καί ἔβλεπα πώς ἐγώ δέν εἶχα καμιά θλίψη καί φοβόμουνα καί βρισκόμουνα σέ ἀπορία, ἐπειδή δέν ἤξερα τήν αἰτία τῆς τόσης ἀναπαύσεως, μέχρις ὅτου μοῦ εἶπε ὁ Γέροντας: «Μή στενοχωριέσαι. Καθένας πού μπαίνει κάτω ἀπ’ τήν ὑπακοή τῶν Πα-τέρων, τέτοια ἀνάπαυση καί ἀμέριμνη ζωή ἔχει».
Φροντίστε καί σεῖς νά ρωτᾶτε γιά ὅλα, ἀδελφοί μου, καί νά μήν ἔχετε ἐμπι-στοσύνη στόν ἑαυτό σας. Μάθετε πόση ξεγνοιασιά, πόση χαρά, πόση ἀνά-παυση ἔχει ὅποιος τό ἐφαρμόζει.
Ἐπιμέλεια: Kατερίνα Xούπα –Xημικός Mη-χανικός E.M.Π. Ἀββᾶ Δωροθέου Ἔργα Ἀσκητικά” Ἐκδόσεις: “Ἑτοιμασία”
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ & ΚΟΝΙΤΣΗΣ
Αριθ. Πρωτ.: 33
Εν Δελβινακίω τη 25η Μαΐου 2015
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. ΑΝΔΡΕΑΣ,
έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις :
«Πολλές φορές έχω τονίσει, ότι οι Αλβανοί φέρονται με ιταμότητα και θρασύτητα απέναντι στην Ελλάδα. Κι’ αυτό το αποδείκνυαν αλλεπάλληλα γεγονότα, που αφορούσαν στην Ελληνική Εθνική Κοινότητα της Βορείου Ηπείρου. Τώρα, όμως, όπως έγραψε με πηχυαίους πρωτοσέλιδους τίτλους ημερήσια γιαννιώτικη εφημερίδα, έγκυρη και με ευρύτατη κυκλοφορία (Τετάρτη, 20 Μαΐου 2015), «κάθε όριο έχει ξεπεράσει το θράσος της αλβανικής πλευράς προς την Ελλάδα, αφού μετά το θέμα με την υφαλοκρηπίδα που ... επινόησε, αντιδρώντας ουσιαστικά στις έρευνες που θα κάνει η Χώρα μας για υδρογονάνθρακες στο Ιόνιο, τα Τίρανα, μέσω διαβήματος, ζήτησαν και τους χάρτες χερσαίων ερευνών για υδρογονάνθρακες, που θα γίνουν στην Ήπειρο, εγείροντας επί της ουσίας θέμα συνόρων».
Ναι! «ΘΕΜΑ ΣΥΝΟΡΩΝ ΕΓΕΙΡΕΙ Η ΑΛΒΑΝΙΑ!». Διότι δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ τα σχέδιά της για την δημιουργία της ... «Μεγάλης Αλβανίας». Και ξεχνάει, ότι και τα σημερινά σύνορά της, προς Νότον τουλάχιστον, προέρχονται από την κλοπή των Ελληνικών εδαφών της Βορείου Ηπείρου με την βοήθεια κυρίως της Ιταλίας το 1914. Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί και θρασύτητα και ντροπή , αφού χάρη στην Ελλάδα μπόρεσε η Αλβανία - μετά την πτώση του αθεϊστικού κομμουνιστικού καθεστώτος - να σταθή στα πόδια της οικονομικώς. Η αχαριστία είναι ίδιο των μικρών ανθρώπων και των ανέντιμων κρατών.
Ένα ακόμη πρόσφατο δείγμα της αλβανικής αχαριστίας, αλλά και της ανθελληνικής πολιτικής της είναι, ότι το Σοσιαλιστικό κόμμα του πρωθυπουργού Έντι Ράμα τοποθέτησε στη θέση του τρίτου αντιπροέδρου της αλβανικής Βουλής τον Σπετίμ Ιντρίζι, που είναι πρόεδρος του εθνικιστικού κόμματος των Τσάμηδων. Ο οποίος, μάλιστα, εδήλωσε, ότι αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του θα λυθή και το ζήτημα «των εδαφικών διεκδικήσεων στην Ελλάδα», που προβάλλουν οι Τσάμηδες. Κι’ ακόμη, ότι ευελπιστεί μελλοντικά να υπάρχη εκπρόσωπος του Τσάμικου Κόμματος και στην ... Ελληνική Βουλή !!! Αυτός ο διορισμός προκάλεσε την παραίτηση από την θέση του αντιπροέδρου της αλβανικής Βουλής του κ. Βαγγέλη Ντούλε, ο οποίος, είναι πρόεδρος του Ελληνικού Βορειοηπειρωτικού Κόμματος «Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ)».
Ενώ, όμως, οι εξελίξεις στην γείτονα είναι ραγδαίες, η Ελληνική Κυβέρνηση παρακολουθεί αμήχανη τις κινήσεις των Αλβανών, και τους κινδύνους της Βορειοηπειρωτικής Κοινότητος ιδιαίτερα, από τους εγκληματίες «Τσάμηδες», τους οποίους η Αλβανία φανερά πλέον υποκινεί σε ανθελληνισμό.
Εκφράζοντας για μία ακόμη φορά την αγωνία μας, προσευχόμαστε και, παράλληλα, φωνάζουμε δυνατά στην Κυβέρνηση και σε όλο τον πολιτικό κόσμο : Κύριοι, ξυπνήστε ! Η Χώρα και η Βόρειος Ήπειρος κινδυνεύουν τα έσχατα. Γιατί, αν συνεχίσετε να αδιαφορήτε, θα πληρώσουμε πολύ ακριβά μιαν - ο μη γένοιτο - εθνική ταπείνωση και καταστροφή ».
( Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως )
Στις αρχές Φεβρουάριου του 2015 η Αγγλική Βουβή των Κοινοτήτων, με ψήφους 382 έναντι 128 ενέκρινε τη δημιουργία μωρών με τρεις βιολογικούς γονείς, δύο γυναίκες και έναν άνδρα, και περίπου τρεις εβδομάδες αργότερα η Βουβή των Λόρδων, με ψήφους 280 έναντι 48, την επικύρωσε. Η δημιουργία τέτοιων μωρών υπολογίζεται ότι θα αρχίσει το φθινόπωρο του 2015, και η γέννηση των πρώτων τέτοιων παιδιών αναμένεται το 2016.
Στόχος των επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο του Newcastle της Αγγλίας που ανέπτυξαν τη μέθοδο, είναι η επιδίωξη γέννησης υγιών παιδιών από γυναίκες με ελαττωματικό μιτοχονδριακό DNA. Τα μιτοχόνδρια αποτελούν το ενεργειακό «εργοστάσιο» του κυττάρου, περιέχουν δικό τους DNA, 36 με 37 γονίδια, και κληρονομούνται μόνο από τη μητέρα. Έτσι μητέρες με ελαττωματικό μιτοχονδριακό DNA γεννούν παιδιά με δύσκολα και θανατηφόρα γενετικά νοσήματα, τα μιτοχονδριακά αποκαλούμενα νοσήματα.
Στόχος της προτεινόμενης μεθόδου είναι η αντικατάσταση των ελαττωματικών μιτοχονδρίων της μητέρας με υγιή μιτοχόνδρια από δότρια γυναίκα για τη γέννηση υγιών παιδιών.
Η μέθοδος είναι παραλλαγή της εξωσωματικής γονιμοποίησης, και η αντικατάσταση των ελαττωματικών μιτοχονδρίων της μητέρας από τα υγιή μιτοχόνδρια της δότριας μπορεί να γίνει είτε στο επίπεδο του ωαρίου είτε στο επίπεδο του γονιμοποιημένου ωαρίου, δηλαδή του ζυμωτού. Τα μωρά αυτά με τους τρεις βιολογικούς γονείς (πατέρας, μητέρα και δότρια) έχουν το 99,98% του γενετικού τους υλικού από τον πατέρα και τη μητέρα (πυρηνικό DNA) και το 0,02% από την δότρια (μιτοχονδριακό DNA). Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι το μιτοχονδριακό DNA της δότριας κληρονομείται στους απογόνους των παιδιών αυτών.
Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο η πρόταση αυτή δημιούργησε αντιδράσεις, πολύ πριν και μετά την έγκρισή της, αφού ως ιδέα συζητείτο από το 2012. Αρκετοί ειδικοί επιστήμονες επισημαίνουν ότι η τεχνολογία αυτή είναι πειραματική και υπάρχουν περιορισμένες πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά της. Ακόμη επισημαίνουν ότι υπάρχει δικαιολογημένη ανησυχία για την υγεία των παιδιών αυτών και για πιθανές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες βλάβες, τόσο των παιδιών αυτών όσο και των απογόνων τους. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι όταν η μεταφορά των μιτοχονδρίων γίνεται με τη δεύτερη μέθοδο, στο επίπεδο του ζυγωτού, δημιουργούνται δύο έμβρυα από τα οποία προκύπτει ένα τρίτο με το γενετικό υλικό από τους τρεις γονείς, το οποίο και εμφυτεύεται στη μήτρα της μητέρας προς κυοφορία, ενώ τα δύο πρώτα καταστρέφονται. Αν μάλιστα χρησιμοποιηθεί το πρωτόκολλο της εξωσωματικής γονιμοποίησης, τότε θα δημιουργούνται περισσότερα του ενός έμβρυα, και τα έμβρυα που θα καταστρέφονται θα είναι πολλαπλάσια των δύο. Όμως το ζυγωτό δεν είναι μια απλή βιολογική οντότητα, αλλά μια έμψυχη ανθρώπινη ύπαρξη σύμφωνα με τη γνώμη πολλών επιστημόνων, αλλά και με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, και άρα η μέθοδος αυτή πάσχει ηθικά και θεολογικά, αφού θα υπάρχει καταστροφή ανθρώπινης ζωής.
Η καταπολέμηση των ασθενειών και η γέννηση υγιών παιδιών ασφαλώς είναι στόχος απόλυτα θεμιτός, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει με παρεμβάσεις που αλλοιώνουν αυτή την ίδια τη ζωή ή καταστρέφουν ζωή για να δημιουργήσουν μια άλλη ζωή. Ο σκοπός σε καμία περίπτωση δεν αγιάζει τα μέσα. Βέβαια υπάρχουν και άλλα ηθικά - υπό την ευρεία έννοια - ζητήματα. Ποιά θα είναι π.χ. η σχέση του παιδιού με τη δότρια. Θα έχει δικαίωμα το παιδί να γνωρίζει τον τρίτο γονέα του ή αυτός θα παραμένει ανώνυμος. Αλλο ζήτημα είναι η κάλυψη του κόστους αυτής της παρέμβασης, που θα είναι πολύ υψηλό, όπως άλλωστε είναι και το κόστος όλων των υποβοηθητικών της αναπαραγωγής τεχνολογιών. Αν αυτό δεν καλυφθεί από δημόσια η ιδιωτική ασφάλεια, η μέθοδος θα απευθύνεται μόνο στους πλουσίους, δημιουργώντας έτσι ζήτημα κοινωνικής διάκρισης.
Η όλη συζήτηση για τα μωρά από τρεις γονείς έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της δημιουργίας σχεδιασμένων μωρών, δηλαδή παιδιών με προκαθορισμένα χαρακτηριστικά, επιθυμητά στους γονείς τους, όπως π.χ. εξωτερική εμφάνιση, εξυπνάδα, μυϊκή δύναμη, ύψος, ή παιδιών απαλλαγμένων από νοσήματα και νοσηρές προδιαθέσεις.
Οι τεχνολογίες της γενετικής μηχανικής έχουν προχωρήσει αρκετά, και η γενετική τροποποίηση ανθρώπινων εμβρύων προς την κατεύθυνση δημιουργίας σχεδιασμένων μωρών φαίνεται ότι σχετικά σύντομα θα περάσει από το μύθο στην πραγματικότητα. Εάν και όταν αυτό συμβεί, η κοινωνία θα περάσει στην εποχή της θετικής ευγονικής, που σημαίνει παρεμβάσεις για τη βελτίωση του ανθρωπίνου είδους. Τα τελευταία χρόνια μέσα στην επιστημονική κοινότητα υπάρχουν έντονες συζητήσεις για τα σχεδιασμένα μωρά, το διαδίκτυο φιλοξενεί μεγάλο αριθμό αναρτήσεων με τα υπέρ και τα κατά αυτής της τεχνολογίας, ενώ πρόσφατα (Ιανουάριος 2015) σε εκπομπή του BBC κορυφαίοι σχετικοί επιστήμονες δηλώνουν ότι η κοινωνία πρέπει να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο αυτό που πάντως έρχεται. Το ζήτημα είναι αν η κοινωνία τελικά θα επιτρέψει τέτοιες ακραίες παρεμβάσεις στον πυρήνα της ζωής, ικανοποιώντας τις φιλοδοξίες των επιστημόνων και τις εγωιστικές επιθυμίες κάποιων γονέων, ή θα θέσει κόκκινες γραμμές. Μέχρι τώρα οι κληρονομήσιμες στην επόμενη γενεά παρεμβάσεις στον γενετικό κώδικα απαγορεύονταν. Με τη δημιουργία μωρών από τρεις γονείς η κόκκινη αυτή γραμμή παραβιάζεται, αφού το μιτοχονδριακό DNA της δότριας θα περάσει στους απογόνους των παιδιών αυτών. Όμως, άπαξ κάποιος περάσει την πιο πάνω κόκκινη γραμμή, είναι πολύ δύσκολο να μην κάνει το επόμενο βήμα, που είναι η δημιουργία σχεδιασμένων μωρών. Αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος αντίθεσης προς τη δημιουργία παιδιών από τρεις γονείς. Συχνά οι επιστήμονες που ασχολούνται με τη γενετική και τις παρεμβάσεις της, κατηγορούνται ότι προσπαθούν να σφετεριστούν το ρόλο του Θεού (play God). Αντικρούοντας την κατηγορία αυτή ο λόρδος Winston, κορυφαίος ειδικός επιστήμονας σε θέματα γονιμότητας δήλωσε: «Μερικές φορές μας κατηγορούν ότι παίζουμε τον Θεό. Δεν προσπαθούμε να τον υποκαταστήσουμε, απλά προσπαθούμε να επαυξήσουμε τα έργα του».
Το ερώτημα είναι: Έχουν οι επιστήμονες τέτοια εξουσία, χρησιμοποιώντας τα επιτεύγματα της γενετικής μηχανικής, να αλλάξουν τον κόσμο και την ανθρώπινη ζωή σύμφωνα με τις δικές τους φιλόδοξες επιθυμίες και τις χρησιμοθηρικές απαιτήσεις της κοινωνίας; Μήπως με τη συμπεριφορά τους αυτή οδεύουν στην περιοχή της «ύβρεως», της αναιδούς δηλαδή πρόκλησης του Θεού; Μήπως κάποιοι από τους επιστήμονες επιδιώκουν ενσυνείδητα να παίξουν το ρόλο του Θεού, θεωρώντας την επιστήμη παντοδύναμη και ικανή να δίνει πάντοτε λύσεις;
Πηγή: «Η Δράση μας», Μάιος 2015, Η άλλη όψη
Αψηφώντας τις στρατιές των Οθωμανών έξω από τα τείχη της Βασιλεύουσας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αποφασίζει πως προτιμά να πεθάνει μαζί με τους στρατιώτες του, παρά υποταχθεί και να παραδώσει γη και ύδωρ. Το κείμενο είναι του Γεώργιου Φραντζή.
Πρωτότυπο κείμενο:
Ἀπαρτίσας οὖν τὰ πάντα, ὡς αὐτῷ ἐδόκει καλῶς, ἔπεμψεν ἔνδον λέγων τῷ βασιλεῖ «Γίνωσκε τὰ τοῦ πολέμου ἤδη ἀπήρτησθαι• καὶ καιρός ἐστιν ἀπό τοῦ νῦν πρᾶξαι τὸ ἐνθυμηθὲν πρὸ πολλοῦ παρ' ἡμῖν νῦν• τὴν δὲ ἔκβασιν τοῦ σκοποῦ τῷ Θεῷ ἐφίεμεν. Τί λέγεις; Βούλει καταλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀπελθεῖν, ἔνθα καὶ βούλει, μετὰ τῶν σῶν ἀρχόντων καὶ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῖς, καταλιπὼν τὸν δῆμον ἀζήμιον εἶναι καὶ παρ' ἡμῶν καὶ παρά σοῦ; ἤἀντιστῆναι καὶ σὺν τῇ ζωῇ καὶ τὰ ὑπάρχοντα ἀπολέσεις σύ τε καὶ οἱ μετὰ σέ, ὁ δὲ δῆμος αἰχμαλωτιστθεὶς παρὰ τῶν Τούρκων διασπαρῶσιν ἐν πάσῃ τῇ γῇ;»
Ὁ βασιλεὺς δ' ἀπεκρίνατο σὺν τῇ συγκλήτῳ• «Εἰ μἐν βούλει, καθὼς καὶ οἱ πατέρες σου ἔζησαν, εἰρηνικῶς σὺν ἡμῖν συζῆσαι καὶ σύ, τῷ Θεῷ χάρις. Ἐκεῖνοι γὰρ τοὺς ἐμοὺς γονεῖς ὡς πατέρας ἐλόγιζον καὶ οὕτως ἐτίμων, τὴν δὲ πόλιν ταύτην ὡς πατρίδα• καὶ γὰρ ἐν καιρῷ περιστάσεως ἅπαντες ἐντὸς ταύτης εἰσιόντες ἐσώθησαν καὶ οὐδεὶς ὁ ἀντισταίνων ἐμακροβίω. Ἔχε δὲ καὶ τὰ παρ' ἡμῖν ἁρπαχθέντα ἀδίκως κάστρα καὶ γῆν ὡς δίκαια καὶ ἀπόκοψον καὶ τοὺς φόρους τόσους, ὅσους κατὰ τὴν ἡμετέραν δύναμιν, κατ' ἔτος τοῦ δοῦναι σοι καὶ ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ. Τί γὰρ οἶδας, εἰ θαῤῥῶν κερδᾶναι εὐρεθῇς κερδανθείς; Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ' ἐμόν ἐστιν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Απόδοση:
(Ο Μεχεμέτ), αφού ετοίμασε τα πάντα όπως καλύτερα νόμιζε, έστειλε μήνυμα λέγοντας στο βασιλιά: «Μάθε ότι έχουν τελειώσει οι πολεμικές προετοιμασίες. Ήρθε πια η ώρα να κάνουμε πράξη αυτό που θέλουμε εδώ και πολύ καιρό. Την έκβασή του την αφήνουμε στο Θεό. Τι λες; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να φύγεις, όπου θέλεις, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο το λαό και από μένα και από σένα; Ή θέλεις να αντισταθείς και να χάσεις τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου και συ και οι μετά σου, κι ο λαός αφού αιχμαλωτιστεί από τους Τούρκους, να διασκορπιστεί σ' όλη τη γη;»
Κι ο βασιλιάς με τη σύγκλητο αποκρίθηκε: «Αν θέλεις να ζήσεις μαζί μας ειρηνικά, όπως και οι πρόγονοί σου, ας έχεις την ευλογία του Θεού. Γιατί εκείνοι θεωρούσαν τους γονείς μου ως πατέρες τους και τους τιμούσαν ανάλογα, κι αυτή την πόλη τη θεωρούσαν ως πατρίδα τους. Σε καιρό ανάγκης όλοι τους έτρεχαν μέσα να σωθούν και κανένας αντίπαλός της δεν έζησε πολλά χρόνια. Κράτα τα κάστρα και τη γη που μας άρπαξες άδικα, όρισε και ετήσιους φόρους ανάλογα με τη δύναμή μας κα φύγε ειρηνικά. Σκέφτηκες ότι ενώ νομίζεις πως θα κερδίσεις μπορεί να βρεθείς χαμένος; Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της• γιατί όλοι με μια ψυχή προτιμούμε να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε λυπόμαστε για τη ζωή μας».
Πηγή: Εφημερίδα "Δημοκρατία"
Τό σημερινό μας θέμα ἀναφέρεται εἰς τήν Ἁγία Τριάδα καί κυρίως εἰς τήν ἐκπόρευσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἐκπόρευσις εἶναι μία ἀπό τίς πάμπολλες διαφορές μας πού ἔχομε μέ τούς αἱρετικούς Παπικούς.
Ὁ πρῶτος ὁ ὁποῖος ἀσχολήθηκε μέ τήν Θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦταν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος
κατά τόν τέταρτο αἰῶνα, ὁ ὁποῖος διεσφάλισε τήν ''ὁμοουσιότητα'' τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρός τόν Πατέρα, ἀλλά καί μεταξύ των, ὅτι δηλαδή ἔχουν καί τά τρία Πρόσωπα, ὄχι ἁπλῶς ὁμοία, ἀλλά τήν ἰδία κοινή οὐσία μεταξύ των.
Ἐτόνισε ἐπί πλέον τήν ἑνότητα τῆς ἐνεργείας τῆς Ἁγίας Τριάδος ἐκδηλουμένης ''ἐκ τοῦ Πατρός δι᾽ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι''. Ὑπάρχει δηλαδή κοινή ἐνέργεια τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος καί φυσικά κοινή βούλησις, ἤ θέλησις. ''Ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή'' - γιά τόν Θεό ὅμως ἀχρόνως - καί τά τρία Πρόσωπα ἐνεργοῦν καί θέλουν τά ἴδια ἀκριβῶς πράγματα. Εἶναι καί αὐτό ἄλλωστε ἕνα ἰδίωμα διά τοῦ ὁποίου κατ᾽ ἄνθρωπον προσεγγίζεται ἐντελῶς ἁμυδρᾶ ἡ ὄντως ἀκατάληπτη μονοθεΐα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τῆς τρισηλίου μιᾶς Θεότητος.
Ὁ Θεός εἶναι ἕνας, ἀλλά δέν εἶναι μόνος. Ὁ ἕνας Θεός εἶναι τρία Πρόσωπα. Ἐνῷ, ἐπί παραδείγματι, ἄν πάρωμε τρεῖς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί ἄν εἶναι κατά τό δυνατόν ἴδιοι σέ ὅλα - πρᾶγμα ἀδύνατον βέβαια -, ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή θά σκέφτωνται καί θά θέλουν διαφορετικά πράγματα ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Δηλαδή εἰς τούς τρεῖς αὐτούς ἀνθρώπους δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά ὑπάρξη ταυτόχρονα κοινή βούλησις καί κοινή ἀνθρωπίνη ἐνέργεια.
Ὁ καθορισμός ὅμως τῶν σχέσεων τῶν τριῶν Προσώπων καί τοῦ τρόπου ὑπάρξεώς Των, ἔγινε ἀπό τούς Καππαδόκες μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν Μέγα Βασίλειο, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης.
Αὐτοί, γιά πρώτη φορά, ἐταύτισαν τόν ὅρο ''ὑπόστασις'' μέ τόν ὅρο ''πρόσωπο''. Ὕστερα ἀποδέσμευσαν τόν ὅρο ''ὑπόστασις'' ἀπό τό ὅρο ''οὐσία''. Οἱ Καππαδόκες Πατέρες τόν ἀποδέσμευσαν ἅπαξ διά παντός καί εἰσήγαγαν ἐπί πλέον τήν ἔννοια τῆς ''αἰτίας'' στό εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Δηλαδή, εἰς τόν Θεόν δέν προηγεῖται ἡ κοινή οὐσία, ὅπως ἐσφαλμένως νομίζουν οἱ λατινόφρονες, ἀλλά προηγεῖται τό Πρόσωπο τοῦ Πατρός πού κάνει τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ νά ὑφίσταται. Ὅπως λέγουν «ἐκ τοῦ ὄντος, ἐκ τοῦ προσώπου δηλαδή, ἡ οὐσία» καί ποτέ «ἐκ τῆς οὐσίας ὁ ὤν.
Τό πρόσωπο εἶναι λοιπόν τό αἴτιο τῆς ὑπάρξεως καί αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει ἐλεύθερα καί ὄχι λόγῳ μιᾶς δεδομένης οὐσίας, μιᾶς δεδομένης ἀρχικῆς πραγματικότητος.
Ὁ Θεός ὑπάρχει μόνον ἐπειδή τό θέλει ὁ ἴδιος καί ὄχι γιατί ἐπειδή τό ἠθέλησε κάποιος ἄλλος νά ὑπάρχη. Αὐτό εἶναι ἕνα ἀπό τά ἰδιώματα τοῦ ἀκτίστου ὄντος. Ἐνῷ ἐμεῖς, πού εἴμαστε κτιστοί, ὑπάρχωμε ὄχι ἐπειδή τό ἠθελήσαμε ἀπό μόνοι μας - ἄλλωστε, πῶς νά τό θελήσωμε ἀφοῦ κἄν δέν ὑπήρχαμε -, ἀλλά ὑπάρχομε ἐπειδή τό ἠθέλησε ὁ Θεός.
Ἡ Ἁγία Τριάς εἶναι πρωταρχική ὀντολογική ἔννοια καί δέν πρόκειται γιά κάτι πού προσθέτομε στό εἶναι τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει καί προσθέτομε στήν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ τήν Ἁγία Τριάδα. Αὐτό εἶναι βλάσφημο καί αἱρετικό, εἶναι λάθος. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἄν βγῆ ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός δέν ὑπάρχει. Δηλαδή, δέν ὑπάρχει ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ κάπου ἕτοιμη, ἤ σχεδόν ἕτοιμη, ἤ κάποια μορφή θεότητος, κάποια μορφή ''θεϊκῆς στόφας'' ἀκατέργαστης, κατεργασμένης, κλπ. - συγγνώμη γιά τίς ἐκφράσεις - καί μετά ἔρχεται ἡ Τριάς καί γίνεται ὁ τελικός γνωστός Θεός, ἔστω κι ὅλα αὐτά ἀχρόνως. Αὐτό εἶναι ἐσφαλμένο.
Τό λάθος τῶν Δυτικῶν εἶναι ὅτι ἀναζητοῦν ἀνθρωπομορφικό μοντέλλο σέ ἕναν ἄνθρωπο γιά τόν Θεό. Ἐνῷ οἱ Καππαδόκες χρειάζονται τρεῖς ἀνθρώπους. Στούς Δυτικούς, ὁ ἕνας Θεός εἶναι ἡ μία οὐσία. Ἔτσι ξεκινοῦν. Ἡ ἀπρόσωπη οὐσία. Δηλαδή, γι᾽ αὐτούς ὁ Πατήρ, τό πρῶτο Πρόσωπο, εἶναι δευτερογενής ἔννοια ἐν σχέσει μέ τόν Θεό, μέ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ εἶναι τό πρῶτο μεγάλο καθοριστικό λάθος τους. Πρῶτα ὁμιλοῦν περί ἑνός Θεοῦ ὡς οὐσία καί μετά περί Ἁγίας Τριάδος. Ἔτσι, ἐκτός τῶν ἄλλων, χάνεται ἡ ἔννοια τῆς αἰτιότητος καί ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας εἰς τήν Ἁγία Τριάδα.
Ἐπίσης, οἱ Καππαδόκες Πατέρες ἔκαναν πρῶτοι διάκρισι μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἄλλο ἡ ἀμέθεκτος καί ἀκοινώνητος οὐσία τοῦ Θεοῦ, καί ἄλλο ἡ ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὅ,τι ξεκινάει ἀπό τόν Θεό καί ''φθάνει'' εἰς τά κτίσματα καί τά διέπει.
Ἡ ἑνότης τοῦ Θεοῦ περιποιεῖ δύο κατηγορίες λοιπόν. Τήν οὐσία, πού εἶναι παντελῶς ἀκοινώνητη, ἀπρόσιτος καί ἀμέθεκτος, καί στούς ἀγγέλους, καί στούς ἀνθρώπους, καί τήν ἄκτιστο θεία ἐνέργεια.
Ἡ οὐσία εἶναι μία εἰς τόν Τριαδικό Θεό καί εἶναι κοινή εἰς τίς τρεῖς Ὑποστάσεις, εἰς τά τρία δηλαδή Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἰς τό κάθε Πρόσωπο ὑπάρχει ὅλη ἡ θεία οὐσία, ἡ κοινή θεία οὐσία, ἤ, ὅπως λέγωμε διαφορετικά, ὑπάρχει ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος.
Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κοινές καί στά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί συνιστοῦν τίς παντοειδεῖς σχέσεις τοῦ Θεοῦ μέ τήν κτίσι. Ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ θεία Χάρις, στήν ὁποία μετέχουν οἱ ἄξιοι, κλπ., ὅλα αὐτά εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ.
Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, σχολιάζοντας τούς Πατέρες, λέγει τά ἑξῆς:
Κατά τόν Μέγαν Βασίλειον τά ποιήματα εἶναι μέν ἐνδεικτικά τῆς δυνάμεως καί τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὄχι καί τῆς οὐσίας Του. «Ἡμεῖς, ἔγραφε εἰς τόν Ἀμφιλόχιον Ἰκονίου, ἐκ μέν τῶν ἐνεργειῶν γνωρίζειν λέγομεν τόν Θεόν, τῇ δέ οὐσίᾳ Αὐτοῦ προσεγγίζειν οὐχ ὑπισχνούμεθα· αἱ μέν γάρ ἐνέργειαι Αὐτοῦ πρός ἡμᾶς καταβαίνουσιν, ἡ δέ οὐσία Αὐτοῦ μένει ἀπρόσιτος». Καί «αἱ μέν ἐνέργειαι Αὐτοῦ ποικίλαι, ἡ δέ οὐσία Αὐτοῦ ἁπλῆ». Διά τόν ἄνθρωπον ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκατανόητος καί ἄρρητος· γνωστή εἶναι μόνον εἰς τόν Μονογενῆ καί εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα. Κατά τόν ἅγιον Γρηγόριον τόν Θεολόγον, «ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ''τά ἅγια τῶν ἁγίων'', ἅ καί τοῖς Σεραφείμ συγκαλύπτεται καί δοξάζεται τρισίν ἁγιασμοῖς, εἰς μίαν συνιοῦσι κυριότητα καί θεότητα».
Πάντως ὅμως εἶναι εἰς τόν κτιστόν νοῦν δυνατόν νά σκιαγραφήσῃ ποιάν τινα ἁμυδράν εἰκόνα τῆς ἀληθείας, πού ἐμπερικλείεται εἰς τό ἀπέραντον πέλαγος τῆς θείας οὐσίας, ὄχι ὅμως ἐκ τοῦ τί εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά ««ἐκ τῶν περί Αὐτῶν». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέγει: «Ἡ θεία φύσις παντελῶς ἐστιν ἀκατάληπτος καί ἀσύγκριτος, διά δέ μόνων τῶν ἐνεργειῶν Αὐτῆς γινώσκεται», ὅλα δέ, ὅσα λέγομεν περί τοῦ Θεοῦ, δέν δείχνουν τήν θείαν φύσιν, ἀλλά «τά περί Αὐτήν», τάς ἐνεργείας Της. Ἡ θεία φύσις εἶναι ἀκατάληπτος, ἀνώνυμος, ἄρρητος. Τά πολυάριθμα σχετικά ὀνόματα πού ἀποδίδονται εἰς τόν Θεόν ὁμιλοῦν ὄχι διά τήν φύσιν ἤ οὐσίαν Του, ἀλλά διά τάς θείας ἰδιότητάς Του. Ὅμως αἱ θεῖαι ἰδιότητες...... εἶναι δυνάμεις καί ἐνέργειαι πραγματικαί, οὐσιώδεις, ζωοποιοί· ἀποκαλύψεις τῆς θείας ζωῆς· πραγματικαί εἰκόνες τῆς σχέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τήν κτίσιν, πού συνδέονται ἄμεσα μέ τήν εἰκόνα τῆς κτίσεως ἐν τῇ αἰωνίᾳ γνώσει καί περί αὐτῆς βουλῇ τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δέ εἶναι «τό γνωστόν τοῦ Θεοῦ».
Δέν ὑπάρχει διαίρεσις ἤ χωρισμός τοῦ Θεοῦ εἰς οὐσίαν καί ἐνεργείας. Ἡ διαφορά ἔγκειται κυρίως εἰς τό ὅτι ἡ μέν οὐσία εἶναι ἐντελῶς ἀκοινοποίητος (ἀμέθεκτος) καί ἀπρόσιτος εἰς τά κτίσματα, ἐνῷ διά τῆς μεθέξεως ἔρχονται εἰς πραγματικήν καί τελείαν κοινωνίαν καί ἕνωσιν μέ τόν Θεόν καί λαμβάνουν τήν θέωσιν, πού εἶναι «φυσική καί ἀχώριστος ἐνέργεια καί δύναμις τοῦ Θεοῦ», δηλαδή ἡ κοινή καί θεία δύναμις καί ἐνέργεια τοῦ Τρισυποστάτου Θεοῦ». Ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ προέρχεται, ''προΐησι'', ἀπό τήν οὐσία Του, ἀλλά καί «προϊοῦσα'' δέν χωρίζεται ἀπό αὐτήν. Ὅπως ἀναφέρεται εἰς τό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχομεν «.... ἕνωσιν θείας οὐσίας καί ἐνεργείας ἀσύγχυτον.... καί διαφοράν ἀδιάστατον...».
Ὁ Θεός εἶναι πολυώνυμος, διότι εἰς τήν πραγματικότητα εἶναι ἀνώνυμος. Καί εἶναι ἀνώνυμος, διότι τό ὄνομα ὁρίζει, ἐνῷ ὁ Θεός δέν ὁρίζεται.
Τήν διάκρισι ἐντός τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ ἡ ὕπαρξις τῶν τριαδικῶν Ὑποστάσεων - Προσώπων. Ἑκάστη Ὑπόστασις ἔχει τά αὐστηρῶς προσωπικά Της ἰδιώματα - χαρακτηριστικά, τά ὁποῖα εἶναι ἀκοινώνητα μεταξύ των καί διακρίνουν, ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως, τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἄν καί εἶναι σέ γένος οὐδέτερο εἰς τά Ἑλληνικά, ὅμως εἶναι πρόσωπον. Εἶναι τό τρίτο Πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ὁμόδοξα, ἔχουν τήν ἴδια δόξα, ὁμόθρονα, τήν ἴδια τιμή καί ἀξία, καί εἶναι συναΐδια, δηλαδή δέν ἔχει, τό καθένα ἀπό αὐτά, οὔτε χρονική ἀρχή, οὔτε χρονικό τέλος. Εἶναι ἐκτός χρόνου. Ἄλλωστε, καί τά τρία ἐδημιούργησαν τόν χωροχρόνο. Γιά κανένα ἀπό τά τρία Πρόσωπα δέν ἰσχύει ἡ φρᾶσις «ἦν ποτέ ὅτε οὐκ ἦν». Εἶναι ἄκτιστα, δηλαδή ἀδημιούργητα, σύνθρονα, εἶναι καί συμπλαστουργά, ἔχουν δηλαδή συμμετάσχει στήν Δημιουργία τῆς κτίσεως.
Ἡ μονοθεΐα εἰς τήν Ἁγία Τριάδα ἐξασφαλίζεται ἀπό τήν μοναρχία τοῦ Πατρός. Δηλαδή, αἰτία ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ - τοῦ δευτέρου Προσώπου - καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος - τοῦ τρίτου Προσώπου - εἶναι μόνον ὁ Θεός Πατήρ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος ἀναίτιος, δέν ἔχει δηλαδή αἰτία ὑπάρξεως.
Κατά τήν τριαδολογία τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων, ἡ ὑπόστασις τοῦ Πατρός καί ὄχι ἡ φύσις τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ αἰτία τῶν δύο ἄλλων ὑποστάσεων, δηλαδή τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης «τό αἴτιον εἶναι τό ἀκοινώνητον ὑποστατικόν ἰδίωμα τοῦ Πατρός», διά τοῦτο ἡ ἔννοια τῆς αἰτίας δέν εἶναι δυνατόν νά ἐφαρμοσθῆ καί εἰς τόν Υἱόν. Ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «πάντα ὅσα ἔχει ὁ Πατήρ τοῦ Υἱοῦ ἐστί πλήν τῆς αἰτίας». Διά τοῦτο ὁ Πατήρ εἶναι τό μοναδικόν αἴτιον τῆς ὑποστατικῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῆς καθ᾽ ὕπαρξιν ἐκπορεύσεως Αὐτοῦ.
Ὅλα τά ἰδιώματα-χαρακτηριστικά τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι κοινά, ἐκτός ἀπό τά λεγόμενα ''ὑποστατικά'' - προσωπικά, πού εἶναι ἄκρως ἀκοινώνητα. Αὐτά τά ἄκρως προσωπικά ἰδιώματα κάνουν νά διαφέρουν μεταξύ των τά τρία Πρόσωπα. Αὐτά τά ''ὑποστατικά'' ἰδιώματα εἶναι ἡ ''ἀγεννησία'' γιά τόν Πατέρα, ἡ ''γέννησις'' γιά τόν Υἱό καί ἡ ''ἐκπόρευσις'' γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτά τά ὑποστατικά ἰδιώματα ἔχουν σχέσι τώρα μέ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὑπάρχουν, ἐννοεῖται ἀχρόνως, τά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι διάφορος τοῦ τρόπου ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ.
Κατά τόν Μέγα Ἀθανάσιο, ἡ ἑνότης τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ ὁποία δηλοῖ τήν ὁμοουσιότητα καί τήν ἰσότητα Πατρός, Υἱοῦ καί Ἁγίου Πνεύματος, μαρτυρεῖται πολλαχοῦ τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Ματθ. ΚΗ´, 19) (Ἰωάν. ΙΔ´, 2) (Α´ Κορ. ΙΒ´, 4-6) (Β´ Κορ. ΙΓ´, 13) (Α´ Ἰωάν. Α´, 5) (Ἑβρ. Α´, 3).
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος εἰς τήν ἐπιστολήν του πρός Σεραπίωνα σημειώνει, ὅτι ὁλόκληρος ἡ Τριάς εἶναι Θεός καί ὄχι ὡρισμένα Πρόσωπα Αὐτῆς. Αὕτη εἶναι ἀδιαίρετος καί ἡνωμένη. Λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅτι ὁ Υἱός ὑπάρχει ἐκ τοῦ Πατρός γεννητῶς, τό Πνεῦμα ἐκπορευτῶς, «αὐθυποστάτως μέν ἀμφότερα - ἔχουν ἰδίαν ὑπόστασιν - τά δέ ἄλλα πάντα ὡς κτίσματα ἐκ τοῦ Δημιουργοῦ».
Ὁ Πατήρ ὑπάρχει ἀϊδίως, ἐκτός χρόνου δηλαδή, ''πρό τῶν αἰώνων'', καί ἐλευθέρως, ὄχι δηλαδή κατ᾽ ἀνάγκην, ἀλλ᾽ ὑπάρχει ἐπειδή τό θέλει ἀπό μόνος Του. Γεννᾶ ἀχρόνως, ἀϊδίως τόν Υἱό, τόν μονογενῆ καί ἐκπορεύει, πάλι ἀχρόνως, μόνον τό τρίτο ξεχωριστό καί αὐτοτελές Πρόσωπο, τό ὁμόδοξον μέ τά ἄλλα δύο, πού εἶναι τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής σημειώνει ὅτι ἡ αἰτία τῆς ἑνώσεως καί τῆς διακρίσεως τῶν θείων Προσώπων εἶναι ἡ ὑπόστασις τοῦ Πατρός. Ὁ Πατήρ, ὡς ὑπόστασις, μεταδίδει τήν κοινήν θείαν οὐσίαν εἰς τόν Υἱόν διά τῆς γεννήσεως καί εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα διά τῆς ἐκπορεύσεως, ''ἀχρόνως'' καί ''ἀγαπητικῶς''. Διά τοῦτο ἡ πρός τόν κόσμον κοινή ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος δηλώνεται κάποιες φορές, ἀπό τόν ἅγιο Μάξιμο, μέ τόν ὅρο ''ἔρως''.
Τώρα, εἰς τό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρωμε ὅτι οἱ Καππαδόκες Πατέρες κατηγορηματικώτατα ἀποφεύγουν νά δώσουν θετικό περιεχόμενο στίς ὑποστατικές ἰδιότητες τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Π.χ. ἀποφεύγουν νά προσδιορίσουν τήν διαφορά μεταξύ γεννήσεως καί ἐκπορεύσεως. Γιατί οὐσιαστικά, τί σημαίνει ''γέννησις'' καί τί σημαίνει ''ἐκπόρευσις'' κανείς ἄνθρωπος ποτέ, κανείς ἄγγελος, κανέν κτῖσμα δέν ἠμπορεῖ νά τό συλλάβη, νά τό ἐννοήση καί νά τό καταλάβη, οὔτε κἄν φυσικά νά τό πλησιάση.
Ἔτσι, οἱ Καππαδόκες Πατέρες ἀρκοῦνται μόνον εἰς τό νά λέγουν ὅτι ὁ Υἱός διαφέρει ἀπό τόν Πατέρα, διότι δέν εἶναι Πατήρ. Καί τό Πνεῦμα δέν εἶναι Υἱός, κ.ο.κ. Καί αὐτό τό κάνουν διά νά μήν ὑπάρξη κίνδυνος ἀνθρωπομορφισμοῦ εἰς τόν ὁποῖο μοιραῖα πέφτουν ὅλοι οἱ Δυτικοί, καί ἀφ᾽ ἑτέρου γιά νά μή κινηθοῦμε ὑποχρεωτικά σέ λογική ἀνάγκη ὡς πρός τήν Οἰκονομία.
Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑπάρχει μόνον διά τῆς ἐκπορεύσεως μόνον ἐκ τοῦ Πατρός, ἄνευ δηλαδή συμμετοχῆς τοῦ Υἱοῦ.
Ὡρισμένα δέ χωρία τῶν Καππαδοκῶν, ὡς καί πολλῶν μεταγενεστέρων Πατέρων, ὅπως τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, κλπ., εἰς τά ὁποῖα φέρεται ὁ Υἱός ὡς αἴτιον τοῦ Πνεύματος, ὅλοι αὐτοί ἀναφέρονται εἰς τήν ἀποστολήν καί φανέρωσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι εἰς τήν αἰτιατήν ὕπαρξίν Του.
Τά χωρία αὐτά, δυστυχῶς, ἐχρησιμοποίησαν οἱ λατινόφρονες, κυρίως τοῦ 13ου αἰῶνος, προκειμένου νά θεμελιώσουν τήν αἱρετική τους θέσι πού εἶναι ἡ ''καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ'' ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (τό filioque, στά Λατινικά).
Ἐάν ὁ ἕνας Θεός εἶναι ὁ Πατήρ, τότε μέ τό νά κάνωμε καί τόν Υἱό πηγή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι σάν νά εἰσάγωμε δύο θεούς, δύο ὀντολογικές ἀρχές εἰς τήν Ἁγία Τριάδα. Κινδυνεύει ὁ μονοθεϊσμός.
Στήν Δύσι ὅμως, δέν ὑπῆρχε αὐτό τό πρόβλημα, διότι γι᾽ αὐτούς ὁ μονοθεϊσμός διησφαλίζετο μέ τήν μία κοινή οὐσία. Ἡ μία κοινή οὐσία ἐξέφραζε τόν ἕνα Θεό. Ἔτσι ἐδῶ ὑπῆρχε οὐσιαστικά μία διακοπή ἐπικοινωνίας. Διότι τό ἐπιχείρημα πού προέβαλε ἡ μία πλευρά δέν ἴσχυε γιά τήν ἄλλη. Καί δέν ἴσχυε γιά τήν ἄλλη, διότι ἔκαναν τό πρῶτο μεγάλο ὀλίσθημα οἱ Δυτικοί, πού ἐξασφάλιζαν τήν μονοθεΐα μέ τήν κοινή οὐσία, καθ᾽ ὅ,τι γι᾽ αὐτούς προϋπάρχει δῆθεν ἡ οὐσία καί μετά ἡ Ἁγία Τριάς, ἐνῷ γιά ἐμᾶς εἴπαμε τί ἰσχύει, ὅτι ἄν βγῆ ἡ Τριάς, ὁ Θεός δέν ὑπάρχει.
Μέ τό filioque, στήν Ἀνατολή, αὐτόματα εἰσάγονται δύο ὀντολογικές ἀρχές εἰς τήν Ἁγία Τριάδα, ἐφ᾽ ὅσον τό Ἅγιον Πνεῦμα θά ὤφειλε τήν ὕπαρξί Του καί εἰς τόν Πατέρα, καί εἰς τόν Υἱόν, δηλαδή ἔχομε αὐτόματη εἰσαγωγή διθεΐας καί σπάει ἡ Ἁγία Τριάδα. Ἐπί πλέον τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑποβιβάζεται.
Τελικά ὅμως τό filioque εἶναι ἡ παρονυχίς τῆς ὑποθέσεως καί ὄχι ἡ οὐσία. Εἶναι τό αἰτιατόν καί ὄχι τό αἴτιον. Εἶναι τό ἀποτέλεσμα. Παρά ταῦτα, εἶναι τελικά, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἀρχικοῦ αἰτίου πού προαναφέραμε, μία δογματική παρέκκλισις ἱκανή καί ἀπό μόνη της ὥστε νά ἐκπέσουν οἱ Δυτικοί τῆς ἅπαξ παραδοθείσης ἀποκεκαλυμμένης θεϊκῆς καί ἐν προκειμένῳ τριαδολογικῆς παναληθείας.
Κατά τήν Δυτικήν ''ἐκκλησίαν'', ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός εἶναι μία ἀρχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι δύο ἀρχές. Διότι, λέγουν, ὅπως ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός εἶναι ἕνας Θεός καί ἕνας Ποιητής σέ σχέσι μέ τά κτίσματα, ἔτσι ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός εἶναι μία ἀρχή, ἐν σχέσει μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἡ Δυτική ''ἐκκλησία'' ταυτίζει οὐσίαν καί ἐνεργείας, ἀποδέχεται κτιστή Χάρι, κλπ. Μέγα τό ὀλίσθημα. Διά τῆς ταυτίσεως ὅμως ταύτης ἡ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνδέεται ἀφ᾽ ἑνός μέν, μετά τοῦ τρόπου τῆς καθ᾽ ὕπαρξιν προελεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκ τοῦ Πατρός ὡς αἰτίας, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ, μετά τῆς κοινῆς ἐνεργείας τῆς θεότητος. Τοιουτοτρόπως, τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἕνεκα τῆς μή διακρίσεως οὐσίας καί ἐνεργειῶν, ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ.
Γενικώτερα, τό ὅτι εἰς τόν Θεόν δέν προηγεῖται ἡ κοινή οὐσία, ὅπως ἐσφαλμένως νομίζουν οἱ λατινόφρονες, ἀλλά προηγεῖται τό Πρόσωπο τοῦ Πατρός πού κάνει τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ νά ὑφίσταται, ἡ μή διάκρισις μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργειῶν, ὅπως ὑποστάσεως καί ἐνεργειῶν, εἰς τήν ''Σχολαστική'', ὅπως λέγεται, Θεολογία τῆς Δύσεως, ἀποτελοῦν τήν βασική αἰτία τοῦ filioque καί πολλῶν ἄλλων βέβαια πλανῶν, καί σέ δογματικό ἐπίπεδο, ἀλλά καί σέ σωτηριολογικό ἐπίπεδο.
Τί νά πρωτοαναφέρωμε; ''Φθάνομε, λέγουν, εἰς τόν Θεό μέ τήν διαλεκτική, μέ τήν ὀρθή σκέψι, μέ τούς συλλογισμούς, μέ τόν στοχασμό''. Οἱ σκέψεις, αὐτές καθ᾽ ἑαυτές, ὅταν αὐτονομοῦνται, εἶναι ἕνας ἐγκεφαλικός λαβύρινθος χωρίς ἀρχή καί χωρίς τέλος.
Εἰς τόν Θεόν ''φθάνομε'', πλησιάζομε, γνωρίζομε, μέ τήν ἐν Θεῷ σύγκρασι, μέ τό νά μετέχη δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἐμπειρικά μέ ὅλο του τό εἶναι εἰς τίς θεῖες ἐνέργειες, εἰς τήν θεία δόξα, εἰς τό Θαβώρειον ἄκτιστο Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Αὐτό εἶναι Ὀρθοδοξία, αὐτό ὄντως εἶναι θεοκοινωνία, γι᾽ αὐτό ἦλθε ὁ Χριστός εἰς τήν γῆ, αὐτήν τήν ἀλήθεια καί τήν πραγματικότητα μᾶς ἐφανέρωσε. Οἱ ἄξιοι ἠμποροῦν, θείᾳ Χάριτι πάντα, νά μετέχουν καί ἀπό αὐτήν τήν ζωή, εἰς τό μέτρον τοῦ δυνατοῦ, εἰς τήν ἀτέρμονη δόξα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι μία κατάστασις, μία θεογνωσία, μία ἐμπειρία, προοίμιο τῆς μελλοντικῆς ἐσχατολογικῆς δόξης πού θά ἔχουν ὄχι μόνον οἱ Ἅγιοι, ἀλλά γενικῶς ὅλοι οἱ σεσωσμένοι. Μία δόξα, ἡ ὁποία θά εἶναι ὄχι στατική, ἀλλά δυναμική, συνεχῶς αὐξάνουσα ἀκόπως ''σύν τῷ χρόνῳ'', ἄν καί δέν θά ὑπάρχη τότε ἐκεῖ ἡ ἔννοια τοῦ χρόνου.
Ἐπίσης νά ἀναφέρωμε ὅτι ὅλα αὐτά τά προβλήματα κατ᾽ ἀρχάς ἐνεφανίσθησαν εἰς τήν Ἰσπανία τόν 6ο αἰῶνα, μετά εἰσήχθησαν τόν 8ο αἰῶνα εἰς τό φραγκικό κράτος ἀπό τόν Κάρολο τόν Μέγα καί μετά εἰσήχθησαν εἰς τήν Γερμανία καί τήν Ἰταλία, παρά τήν ἀντίδρασι τοῦ Πάπα Λέοντος τοῦ Γ´. Ὁ πάπας Νικόλαος ὁ Α´, ἐκτός ἀπό τίς δογματικές, εἶχε καί κάποιες ἄλλες διοικητικές ἀξιώσεις, πού ἀπεκρούσθησαν ἀπό τόν Μέγα Φώτιο.
Ὁ τελευταῖος, ὑπομνημάτισε πλήρως τούς Καππαδόκες Πατέρες. Εἶπε μεταξύ τῶν ἄλλων ὅτι, ἐάν τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὁ Υἱός τότε καθίσταται αἴτιον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί αἰτιατόν, ἐννοεῖται τοῦ Πατρός, τοῦ πρώτου Προσώπου, πού οὕτως ἤ ἄλλως ὄντως εἶναι, καί ἔτσι τό ἴδιον Πρόσωπον, ὁ Υἱός, καθίσταται καί αἴτιον καί αἰτιατόν, πρᾶγμα ἄτοπον, καί προσβάλλεται ἐπί πλέον ἡ ἰσοτιμία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐπίσης, ἡ ὑποτιθέμενη καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καθιστᾶ τόν Πατέρα ἀτελές αἴτιον, πρᾶγμα πού ἀντιβαίνει εἰς τήν τελειότητα τοῦ Πατρός. Ὅμως, ὅπως τονίζει ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Πατήρ, ὡς τέλειος Θεός, τελείαν τήν ἐκπόρευσιν ποιεῖται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μηδενός προσδεόμενος τοῦ Υἱοῦ. Ἡ ἐξάρτησις ἄλλωστε τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκ διπλοῦ αἰτίου, ὅπως προενεφέρθη, ὑποβιβάζει Αὐτό ἔναντι τῶν ἄλλων θείων Προσώπων καί ὡς ἐκ τούτου προσβάλλει τήν ἰσοτιμίαν τοῦ Πνεύματος πρός τόν Πατέρα καί τόν Υἱόν. Περιττόν νά εἴπωμε ὅτι ἔτσι θά ἔπιπτε εἰς τό κενόν τό ὅτι ἡ μονοθεΐα εἰς τήν Ἁγία Τριάδα ''ἐξασφαλίζεται'' ἀπό τήν μοναρχία τοῦ μόνου ἀναιτίου Πατρός.
Διέκρινε ἐπίσης μεταξύ ὑπάρξεως τῶν θείων Προσώπων καί ἀποστολῆς Αὐτῶν, καθώς καί μεταξύ ὑποστάσεως καί κοινῆς ἐνεργείας. Ὑπεγράμμισε ὅτι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, κατά τήν ἐνέργεια, εἶναι μία ἀρχή ποιητική καί συντηρητική τῆς κτιστῆς Δημιουργίας. Καί τά τρία Πρόσωπα, πιό ἁπλᾶ, συντηροῦν τήν Δημιουργία, τήν ὁποίαν ἐκ τοῦ μή ὄντος, ἐκ τοῦ μηδενός, ἔφεραν εἰς τήν ὕπαρξιν. Ἀντιθέτως, λέγει ὁ Μέγας Φώτιος: Ὅ,τι δέν εἶναι κοινό εἰς τήν Ἁγία Τριάδα «ἑνός ἐστί μόνον τῶν τριῶν». Δηλαδή, ὅ,τι δέν εἶναι κοινό εἰς τήν Ἁγία Τριάδα ἀνήκει μόνον σέ ἕνα ἀπό τά τρία Πρόσωπα.
Ἡ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι κοινόν, ἀλλά εἶναι ὑποστατική - αὐστηρῶς προσωπική - ἰδιότης. Ἀνήκει ἀποκλειστικά εἰς ἕνα Πρόσωπον, πού εἶναι ὁ Πατήρ. Ἡ ἀποστολή ὅμως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (τῆς ἐνεργείας Του) εἰς τόν κόσμον εἶναι κοινή ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος καί πραγματοποιεῖται ὑπό τῶν τριῶν Προσώπων, ἄρα καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ.
Τελικά, τό ἐπί Μεγάλου Φωτίου ἀρξάμενο Σχίσμα κατέστη ὁριστικό τό 1054 ἐπί τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ Κηρουλαρίου. Μετά τό Σχίσμα ἔγιναν κατά καιρούς ἑνωτικές προσπάθειες. Αὐτό φυσικά πού ἔχει σημασία εἶναι ὅτι ὁ Θεός στήν κάθε ἐποχή εἶχε τούς ἰδικούς Του ἀνθρώπους γιά νά περισώζουν, θείᾳ Χάριτι, τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτήν μόνον ἀπεκάλυψε καί παρέδωσε ὁ σεσαρκωμένος Λόγος τοῦ Πατρός ὁ ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάς, ὁ κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἄλλωστε, τότε δέν ὑπῆρχε παρά μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς Ἀρχαία Ἐκκλησία. Καί αὐτήν τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας θά ἀπαιτήση ὅταν θά ξαναέλθη ὡς ἄνθρωπος μετά δόξης ἀφάτου γιά νά κρίνη τά σύμπαντα.
Ἔτσι, συμπερασματικά, ὁ Υἱός συμμετέχει μόνον εἰς τήν ἐν χρόνῳ Ἀποστολήν τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄλλο ''πέμψις'' - ἀποστολή -, καί ἄλλο ''ἐκπόρευσις''. Ὅπως λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ''οὐ ταὐτόν'', δέν εἶναι δηλαδή τό ἴδιον πρᾶγμα. Καί τοῦτο, ἐφ᾽ ὅσον ἡ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔχη σχέσιν μέ τόν τρόπον ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἔχει ὡς μοναδική αἰτία τό πρῶτο Πρόσωπον, τόν Θεόν Πατέρα.
Εὔχομαι, τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἡ ἐνέργειά Του δηλαδή, νά μᾶς διέπη ἐξ ὁλοκλήρου καί νά μᾶς καθοδηγῆ ὅλους μας σέ ἀληθῆ ἐμπειρική Ὀρθόδοξη θεογνωσία. Ἀμήν.
(Ἑσπερινή ὁμιλία εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος - 16/6/2003)
Πηγή: Θρησκευτικά
Τρία καράβια ενετικά λοιπόν ξεκίνησαν από την πόλη γεμάτα με όλα αυτά τα κειμήλια, όπως λέει και ο θρύλος, αλλά το τρίτο από αυτά που μετέφερε την αγία τράπεζα βυθίστηκε στα νερά του Βοσπόρου στην περιοχή του Μαρμαρά. Από τότε μέχρι σήμερα στο σημείο εκείνο που είναι βυθισμένη η Αγία Τράπεζα τα νερά της θάλασσας είναι πάντοτε ήρεμα και γαλήνια, ασχέτως με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην γύρω περιοχή. Το φαινόμενο μαρτυρούν και σύγχρονοι Τούρκοι επιστήμονες, που έχουν κάνει κατά καιρούς απόπειρες να ανακαλύψουν που οφείλεται αυτό το περίεργο φαινόμενο, αλλά λόγω της λασπώδους σύστασης του βυθού, απέβησαν άκαρπες.
Στο βιβλίο του Δωροθέου Μονεμβασίας με τίτλο “Βίβλος Χρονική ” (1781) διαβάζουμε: ” Οι Ενετοί την υπερθαύμαστον και εξάκουστον Αγίαν Τράπεζαν της Αγίας Σοφίας, την πολύτιμον και ωραιότατην, έβγαλαν από τον Ναό και έβαλαν εις το καράβι, και καθώς έκαναν άρμενα και επήγαιναν προς Βενετία, ω, του θαύματος! Πλησίον της νήσου του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και έπεσεν εις την θάλασσαν η Αγία Τράπεζα και εβούλησε και είναι εκεί ως σήμερον, και τούτο είναι φανερόν και το μαρτυρούν οι πάντες, διότι όλον το μέρος εκείνο, όταν κάμνει φουρτούνα, η θάλασσα όλη κάμνει κύματα φοβερά, εις δε τον τόπο όπου είναι η Αγία Τράπεζα είναι γαλήνη και δεν ταράσσεται η θάλασσα. Και υπαγαίνουν τινές εκεί με περάματα, και λαμβάνουν από την θάλασσαν εκείνην, όπου είναι η Αγία Τράπεζα, και μυρίζει θαυμασιώματα μυρωδίαν, από το άγιον μύρον όπου έχει και των άλλων αρωμάτων “
Ο πατέρας της Ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαος Πολίτης , γράφει για το περιστατικό: “ Την ημέρα που πάρθηκεν η Πόλη έβαλαν σ’ ένα καράβι την Αγία Τράπεζα, να την πάνε στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Εκεί όμως στην θάλασσα του Μαρμαρά, άνοιξε το καράβι και η Αγία Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γαλήνη που είναι πάντα εκεί και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.”
Θα μπορούσε να είναι άλλος ένας μύθος που κατάφερε να επιβιώσει τόσους αιώνες μέσα στις καρδιές των Ελλήνων. Όμως σύμφωνα με ντόπιους Τούρκους της Κωνσταντινούπολης, το σημείο αυτό είναι υπαρκτό.
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ: Οι Ιουδαίοι κατά την περίοδο της Π. Διαθήκης γιόρταζαν την Πεντηκοστή, ή εορτή των εβδομάδων (7 επί 7), που ονομαζόταν ακόμη “εορτή θερισμού των πρωτογεννημάτων” (Εξ. κγ΄16). Κατά τη γιορτή προσφέρονταν στο Θεό θυσίες πρωτογεννημάτων (καρπών σιτηρών, οικιακών ζώων). Επίσης, κατά παράδοση, ο Δεκάλογος δόθηκε στο Μωυσή την 50η μέρα μετά το ιουδαϊκό Πάσχα. Κατ' αντιστοιχία, όπως κατά την εβραϊκή Πεντηκοστή, εκφράζονταν ευχαριστίες για τα πρωτογεννήματα, έτσι για την χριστιανική Πεντηκοστή εκφράζονται ευχαριστίες για “τας απαρχάς του Πνεύματος”.
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ: Η πρώτη αναφορά στην εορτή βρίσκεται στην απόκρυφη “Επιστολή των Αποστόλων”. Τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, Πεντηκοστή ονομαζόταν ολόκληρο το διάστημα των 50 ημερών από την Ανάσταση του Κυρίου μέχρι και την έβδομη Κυριακή μετά από αυτή. “Πάσα η Πεντηκοστή της εν τω αιώνι προσδοκώμενης αναστάσεως εστί υπόμνημα. Η γαρ μία και πρώτη εκείνη ημέρα (Ανάσταση), επτάκις πολλαπλασιασθείσα, τας επτά της ιεράς Πεντηκοστής εβδομάδας αποτελεί.” (Μ. Βασίλειος, PG 32, 192) Αυτές τις πενήντα μέρες απαγορευόταν γονυκλισία και νηστεία, λόγω του χαρμοσύνου των ημερών.
Αυτό μαρτυρείται ήδη από νωρίς (Τερτυλλιανός). Ακόμη, λόγω της ιερότητας της περιόδου, αποφεύγονταν ιπποδρομίες και θεατρικές παραστάσεις. Από τα χρόνια του Χρυσοστόμου, αποκλειστικό αποστολικό ανάγνωσμα ήταν οι περικοπές του βιβλίου των Πράξεων, που αφορούσαν άλλωστε στη γέννηση και εξάπλωση της Εκκλησίας.
Η τελευταία ημέρα της Πεντηκοστής αποκτά σπουδαιότερη από τις προηγούμενες σημασία, γιατί θεωρείται δικαίως ως η ημέρα “η τελειώσασα την Εκκλησίαν αιτία” (Θρ. Ηθ. Εγκυκλοπαίδεια). Η εκκλησία βεβαίως, ως σύνολο πιστών υπήρχε και πριν την Πεντηκοστή, εφόσον υπήρχε ιεραρχία, οργανωτικές βάσεις, παράδοση Μυστηρίων, αλλά έλειπε η κινώσα ζωτική πνοή του Θεού. Αυτή του Αγίου Πνεύματος, της τρίτης υποστάσεως του Αγίου Τριαδικού Θεού. “Εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καιί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας.”, γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος γράφει σχετικά: “Ει (εάν) μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία. Ει δε συνίσταται η Εκκλησία εύδηλον ότι Πνεύμα πάρεστιν”. Η Πεντηκοστή, “μητρόπολις των εορτών” κατά τον Ι. Χρυσόστομο, κατέστη η αφετηρία της Εκκλησίας ή καλύτερα η γενέθλιος μέρα του έργου της, διότι εκείνη τη μέρα κατήλθε το Πνεύμα το Άγιον στους πρώτους Μαθητές. Γράφει ο ίδιος Πατέρας για την εορτή: “Η φύσις η ημετέρα προ δέκα ημερών (διά της Αναλήψεως) εις τον θρόνον ανέβη τον βασιλικόν και το Πνέυμα το Άγιον κατέβη σήμερον προς την φύσιν την ημετέραν. Ανήνεγκεν ο Κύριος την απαρχήν την ημετέραν καικατήνεγκε υο Πνεύμα το Άγον.” (PG 50,454,456)
Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ: Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει αρχή ούτε τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και συναριθμείται με τον Πατέρα καί τον Υιό. [Το Άγιο Πνεύμα] πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει, οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται, παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως, αγιάζει, δεν αγιάζεται, κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, (...) είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο, αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (...). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], (...). Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται].
ΟΙ ΔΩΡΕΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Τι χορηγεί το Άγιο Πνεύμα; “Πάντα χορηγεί: βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί, αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξε, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν, όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας” (Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον). Τα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος, δύο εκ των κορυφαίων δωρεών του Αγίου Πνεύματος, τελούνταν τους πρώτους αιώνες κατά την εορταστική αγρυπνία της εορτής της Πεντηκοστής (όπως άλλωστε και των Χριστουγέννων και της Αναστάσεως). Το Άγιο Πνεύμα ακόμη και σήμερα πρέπει να εμψυχώνει τους ορθοδόξους λειτουργούς του Υψίστου, διότι κατά τον Χρυσόστομο “δυνάμεθα αεί Πεντηκοστήν επιτελείν”. Εξάλλου πρέπει να γνωρίζουμε ότι: “Το Πνεύμα το Άγιον αποτελεί την πηγή του ανακαθαρμού, της αναγέννησης και εξαγιασμού των πιστών.” (Π. Ν. Τρεμπέλας, Ομιλητική, σ.220, από τον Γρηγορίο Παλαμά).
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και της μυστικής επικοινωνίας τη ψυχής του πιστού με Αυτό, η ψυχή δέχεται και αντανακλά δόξα Κυρίου, και μεταμορφώνεται σε όμοια εικόνα με τον Αυτόν, προχωρώντας βαθμηδόν από “δόξης εις δόξαν” (Β΄Κορ. γ΄18), προοριζόμενη να φτάσει στο καθ' ομοίωσιν με τον Δημιουργό, που ήταν και ο κορυφαίος σκοπός του έργου του Τριαδικού Θεού κατά τη δημιουργία του κόσμου. Το Θείο Πνεύμα φέρνει στην ψυχή μια ατμόσφαιρα Παραδείσου, μέσα στην οποία γονιμοποιούνται όλα τα άνθη της και ωριμάζουν οι καρποί του Πνεύματος: “αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις,πραότης, εγκράτεια” (Γαλ. ε΄22). Επισφράγιση δε των δωρεών του Πνεύματος είναι η υιοθεσία που αποτελεί και τον αρραβώνα της αιώνιας κληρονομίας του Θεού.
ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑ: “Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού (...) Αυτό το Πνεύμα συμμαρτηρεί τω πνεύματι ημών, ότι εσμέν τέκνα Θεού, ει δε τέκνα καικληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού.” (Ρωμ. η΄14-17). Όλη αυτή η αγιοπνευματική βιοτή επιτυγχάνεται μόνο δια της μυστηριακής ζωής της γεννημένης δια του Αγίου Πνεύματος Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο Χριστός τήρησε την υπόσχεση που έδωσε και την ημέρα της Πεντηκοστής έστειλε στους μαθητές το Πανάγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα επεδήμησε στους Αποστόλους, στην Εκκλησία και δι'αυτών σ' όλους όσοι ανοίγουν σ' αυτό την πόρτα της ψυχής τους. Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα ψυχή ζωούται» και «περικρατείται πάντα τα ορατά συν τοις αοράτοις». Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα η κτίσις καινουργείται», δι' αυτού «ο πας πλούτος της δόξης, εξ ου χάρις και ζωή πάση τη κτίσει» δι' αυτού «πάσα ψυχή ζωούται», δι' αυτού «τα σύμπαντα το είναι έχει». (Αναβαθμοί Όρθρου)
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ: Ο Χρυσορρήμων Πατέρας της Ορθοδοξίας τονίζει ότι διά του Αγίου Πνεύματος: “δουλείας απαλλαττόμεθα, εις ελευθερίαν καλούμεθα, εις υιοθεσίαν αναγόμεθα, άνωθεν αναπλαττόμεθα, το βαρύ και δυσώδες των αμαρτημάτων φορτίων αποτιθέμεθα. Διά του Πνεύματος του Αγίου, ιερέων βλέπομεν χορούς, διδασκάλων έχουμε τάγματα. (...)
Διά της τούτου δυνάμεως εξ ανθρώπων άγγελοι γεγόναμεν οι τη χάριτι προσδραμόντες ,” χωρίς να μεταβάλλουμε τη φύση μας, αλλά κάτι το περισσότερο θαυμαστό: μένοντας στην ανθρωπινη φύση, “την των αγγέλων πολιτείαν επιδεικνύμεθα.” Και όπως η αισθητή φωτιά, όταν θερμάνει τον πηλό, όστρακον ισχυρόν τον αναδεικνύει, “ούτω δη και το πυρ του Πνεύματος, επειδάν λάβη ψυχήν ευγνώμονα και εύρη πηλού μάλλον διαλελυμένην, σιδήρου στερροτέραν αυτήν απεργάζεται. Και τον προ μικρού τω βορβόρω των αμαρτημάτων μεμολυσμένον, αθρόον του ηλίου λαμπρότερον αναδείκνυσιν” (PG 50, 463-5).
Πηγή: Ακτίνες
Προσφάτως, πρό ὀλίγων μηνῶν, ἡ Ρουμανική Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐξέδωσε καί κυκλοφόρησε δικό της ἐξαίρετο ὁμολογιακό κείμενο κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὑπογεγραμμένο ἀπό τό σύνολο τῶν Μοναχῶν τῆς Σκήτης μαζί μέ τούς Προεστῶτες καί Πνευματικούς τους· τό κείμενο αὐτό εἶχε λαμπρή ἀπήχηση στό ὀρθόδοξο πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας καί εὐρύτερα. Μέ τό εἰσαγωγικό κείμενο πού ἀκολουθεῖ, ἡ ἄτυπη «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν» ἐπαινεῖ, ἐνστερνίζεται, προσυπογράφει καί προβάλλει τήν Ὁμολογία Πίστεως τῆς Ρουμανικῆς Σκήτης, πού ἤδη κυκλοφορεῖται καί στά ἑλληνικά.
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΝΕΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Πηγή: Θρησκευτικά
Ποῦ πορεύεται ὁ κόσμος; Τί μέλλει νὰ μᾶς συναντήσει; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ τὰ βγάλουμε πέρα ὡς ἄτομα, οἰκογένειες, ἔθνος;
Πηγή: Ο Σωτήρ
Ο Ιωσήφ Βρυένιος , ονομαστός διδάσκαλος του Γένους μας, σε λόγο του ενώπιον του αυτοκράτορα, τριανταπέντε χρόνια πριν από την Άλωση, όρισε την αιτία, της διαφαινόμενης πτώσης της Πόλης, με τα παρακάτω λόγια:
«Όλοι οι Χριστιανοί έγιναν υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς, λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι. Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι νεώτεροι ακόλαστοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι χωρικοί άλαλοι και οι πάντες αχρείοι. Χάθηκε ευλαβής από της γης, εξέλιπε στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την αυτοκρατορία».
Στο τέλος της ομιλίας του, ως ανάχωμα στην επερχόμενη Άλωση, πρότεινε, σε όλους, μετάνοια και υπακοή στις εντολές του Θεού.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός ήταν μαθητής του Ιωσήφ Βρυένιου και ως επίσκοπος Εφέσου, συμμετείχε και αυτός σ’ εκείνη την ψευτοσύνοδο της Φερράρας, στην οποία, δεκαπέντε χρόνια πριν από την Άλωση, σύρθηκαν οι Έλληνες κάτω από την απειλή των Τούρκων και τις εκβιαστικές απαιτήσεις του πάπα, να ζητήσουν βοήθεια από την Δύση.
Τελικά, την δυσσεβή εκείνη συμφωνία περιφρόνησης της Ανατολικής Ορθόδοξης παράδοσης και της υποταγής μας στην παπική αίρεση, την υπέγραψαν όλοι, πλην ενός. Του Μάρκου του Ευγενικού.
Θα μου πείτε, και τι θα μπορούσε να πετύχει η αντίσταση του ενός; Και όμως! Τα αποτελέσματα της αντίστασης, του ενός και μόνον, προέκυψαν καθοριστικά.
Πρώτον, ανάγκασε τον τότε πάπα να παραδεχθεί την πλήρη αποτυχία του, στην προσπάθειά του να υποτάξει την Ορθοδοξία, λέγοντας την γνωστή φράση: «Ει Μάρκος ουχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαμεν». Εάν ο Μάρκος δεν υπέγραψε, δεν κάναμε τίποτε.
Και δεύτερον, η αντίσταση του ενός παραδειγμάτισε τόσο δυνατά τους Ρωμηούς, που πίστεψαν ακράδαντα, ότι τα Έθνη χάνονται, όχι όταν απωλέσουν την κρατική τους οντότητα, αλλά όταν χάσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα, δηλαδή, την ψυχή τους.
Ο Γεννάδιος Σχολάριος, εξέχων λόγιος, μαθητής του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού και πρώτος Πατριάρχης του υπόδουλου Γένους, μέσα από τις διασωθείσες επιστολές του, παραδίδει υψηλής πνευματικής και πολιτικής στάθμης μαθήματα, όχι μόνον για τους Ρωμηούς των ημερών του, αλλά και για ολόκληρη την σύγχρονη Ρωμηοσύνη, που όλο και ανθεί σε ολόκληρη την οικουμένη.
Ανάμεσα στα άλλα γράφει ο Γεννάδιος:
«Οι ηγέτες πρέπει να ξυπνήσουν την Πόλη, που φαίνεται ότι κοιμάται.
Οι περισσότεροι νομίζουν, ότι θα σωθούν χωρίς θυσίες, διότι πιστεύουν στην σκιά και στο παραμύθι της παπικής βοήθειας, αφού προηγηθεί η προδοσία της Πίστεως.
Αυτό, που απαιτείται, είναι η τόνωση του φρονήματος του λαού και όχι μοιρολατρική εγκαρτέρηση και ηττοπάθεια. Εάν χρειαστεί, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και την ζωή μας ακόμη να θυσιάσουμε.
Όσες φορές η Πόλη εναπέθετε τις ελπίδες της στον Θεό και όχι σε δυσσεβείς συμμαχίες ανθρώπων, εσώζετο.
Πώς, όμως, να κρατήσει το θάρρος του ο λαός και να πιστέψει στην σωτηρία της Βασιλεύουσας, όταν βλέπει τους πλουσίους και τους μορφωμένους να φεύγουν στην Δύση και στις αυλές των Φράγκων ηγεμόνων, με τις περιουσίες τους και τις ανέσεις τους, απ’ όπου δήθεν φροντίζουν να στείλουν βοήθεια» ;
Η Πόλις εάλω. Η Ρωμιοσύνη, όμως, δεν έσβησε ποτέ.
Το Πνεύμα της Ρωμηοσύνης, παρά τα μύρια εμπόδια, κατάφερε να φτάσει, μέχρι και τις ημέρες μας, ακέραιο και ρωμαλέο.
Είναι το πνεύμα των ησυχαστών Πατέρων της Εκκλησίας μας, που οι δυνάμεις του σκότους το τρέμουν και το πολεμάνε με μανία, από τότε μέχρι και σήμερα.
Είναι εκείνο το Πνεύμα, που σαν ωριμάσει στις ψυχές μας, θα φέρει και την πολυπόθητη λύτρωση του Γένους μας από την σημερινή «κάμινο του πυρός, την καιομένη επταπλασίως».
29/5/2015
Πηγή: Αβέρωφ
Α´. Μεταβολήν τοῦ νοῦ.
Β´. Μεταβολήν τῆς καρδίας.
Γ´. Μεταβολήν τῆς γλώσσης.
Συλλογίσου ἀγαπητέ, πῶς τό Πανάγιον Πνεῦμα ὅταν κατέβη εἰς τό ὑπερῷον ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν, ὡσάν ἕνας σφοδρότατος ἄνεμος καί βροντή, ἐγέμισεν ὅλον τόν οἶκον, εἰς τόν ὁποῖον ἦσαν καθήμενοι οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι καί ἐπροσηύχοντο· «καί ἐπλήρωσε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι» (Πραξ. β´. 2)· καί τόν ἔκαμεν ὡσάν μίαν κολυμβήθραν, ὡς λέγει ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, διά νά βαπτίσῃ τούς Ἀποστόλους μέ τήν θείαν χάριν του, περί τοῦ ὁποίου τούτου βαπτίσματος προεῖπεν εἰς αὐτούς ὁ Κύριος· «ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ οὐ μετά πολλάς ταύτας ἡμέρας (Πράξ. α´ 5).
Ἐπλήρωσε δέ τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι, κολυμβήθραν αὐτόν ἀπεργαζομένη πνευματικήν, καί πληροῦσα τήν τοῦ Σωτῆρος ἐπαγγελίαν, ἥν καί αὐτήν ἀναλαμβανόμενος πρός αὐτούς ἔλεγεν, ὅτι Ἰωάννης μέν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ…ἀλλά καί τήν κλῆσιν ἥν αὐτοῖς ἐπέθηκεν, ἐπαληθεύουσαν ἔδειξε· διά γάρ τοῦ ἐξ οὐρανοῦ τούτου ἤχου, ὄντως υἱοί βροντῆς γεγόνασιν οἱ Ἀπόστολοι» (Λόγος εἰς τήν Πεντηκ.) Τότε δή τότε αὐτό τό Πανάγιον Πνεῦμα ἐνήργησεν εἰς τούς Ἀποστόλους τρεῖς μεταβολάς (καί αὐταί αἱ μεταβολαί εἶναι κυρίως ὁ καρπός καί τῶν παρόντων πνευματικῶν γυμνασμάτων).
Ἡ α´ μεταβολή ἦτο τοῦ νοός τῶν Ἀποστόλων, ἡ ὁποία μετέβαλεν εἰς αὐτούς ἐκείνας τάς πρώτας ἰδέας ὅπου εἶχον περί τῶν πράγματων τοῦ κόσμου τούτου καί τούς ἔκαμε νά γνωρίσουν καθαρά τό ταπεινόν καί μάταιον τῶν παρόντων ἀγαθῶν, καί ἐξεναντίας νά γνωρίσουν τό μεγαλεῖον καί αἰώνιον τῶν μελλόντων, ὥστε ἐκεῖνοι οἱ ἴδιοι ὅπου ὀλίγον προτήτερα φιλονικοῦσαν ἀναμεταξύ τους ποῖος ἀπό αὐτούς νά ἦτο ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος· «ἐγένετο δέ καί φιλονικία ἐν αὐτοῖς τό τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων» (Λουκ. κβ´ 24). Ὕστερα ἀφ᾿ οὗ ἔλαβαν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐμετροῦσαν διά μεγάλην εὐτυχίαν, τό νά εἶναι μικρότεροι ἀπό ὅλους· τό νά καταφρονοῦνται ἀπό ὅλους διά τόν Χριστόν καί τό νά λογίζωνται ἀσθενεῖς, μωροί, ἄτιμοι, ὄνειδος, σκύβαλα καί σκουπίδια τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων· «ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν, ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ἡμεῖς ἄτιμοι, ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγεννήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι» (Α´ Κορ. δ´ 10).
Τώρα ἀδελφέ στοχάσου ἀνίσως ἔγινε καί εἰς ἐσέ αὐτή ἡ μεταβολή τοῦ νοός διά μέσου τούτων τῶν πνευματικῶν γυμνασμάτων ὅπου ἀνάγνωσες καί ἕως εἰς ποῖον βαθμόν ἔφθασες, διότι ἀνίσως καί ἕως τώρα ἐνόμισες ἕνα μεγάλον καλόν, τό νά σέ τιμοῦν καί νά σέ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι εἰς ὑπόληψιν, τό νά ζῇς εἰς τήν καρδίαν πάντων, ἤγουν τό νά σέ ἀγαποῦν ὅλοι, τό νά γυρεύης πάντοτε καινούργιαις ἡδοναῖς καί νά ἐξοδεύης εἰς αὐταῖς τόν καιρόν ὅπου σοῦ ἐδόθη διά νά κερδίσης τά αἰώνια ἀγαθά καί τό νά ζῇς μέ τέλη καί ἀντιρρήσεις κοσμικάς, φανερόν εἶναι ὅτι ὁ νοῦς σου ὡδηγεῖτο ἕως τώρα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί ὄχι ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί πρέπει διά τοῦτο νά λυπῆσαι καί νά μετανοῇς διότι ἀπέθανεν ὁ Χριστός καί ἀνέστη καί ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς, ὄχι διά νά σοῦ δώσῃ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου.'Aλλά διά νά σοῦ δώσῃ τό Πνεῦμα τό ἰδικόν του καί ἐσύ μέ τήν κακήν ζωήν ὅπου ἔζησες δέν ἔγινες δεκτικός τοῦ θείου του Πνεύματος· «ἡμεῖς δέ οὐ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλά τό πνεῦμα τό ἐκ τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. β´ 12).
Πρέπει ὅμως ἀπό τώρα καί ὕστερα νά εἶσαι ἀποφασισμένος νά κάμνης ὅλα τά ἐναντία, ἤγουν νά ὁδηγῆσαι μέ τάς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά μή λογιάζῃς ἄλλην τιμήν, παρά ἐκείνην ὅπου σέ μεγαλύνει ἐμπρός εἰς τόν Θεόν καί νά μή ψηφᾷς ἄλλο καλόν, παρά ἐκεῖνο ὅπου σοῦ προξενεῖ τήν ἀπόλαυσιν τοῦ Παραδείσου.
Εἶναι καλόν σημάδι πῶς ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἄρχισε νά φωτίζῃ τόν νοῦν σου καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό ἐκεῖνον ὅπου ἤσουν εἰς ἄνδρα ἄλλον, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σαούλ· «καί ἐφαλεῖται ἐπί σέ Πνεῦμα Κυρίου, καί στραφήσῃ εἰς ἄνδρα ἄλλον» (Α´. Βασιλ. ι´. 6) καί πρέπει διά τοῦτο νά χαίρῃς καί νά εὐχαριστῇς τόν Κύριον ὅπου σέ ἐφώτισε μέ τό Ἅγιόν του Πνεῦμα, διά νά μή περιπατῇς πλέον ὡσάν νήπιος, ἀλλά ὡσάν ἄνδρας τέλειος· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐφρόνουν ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δέ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τά τοῦ νηπίου» (Α´. Κορ. ιγ´ 11)· καί διά νά μή ἀκολουθῇς πλέον τό φρόνημα τῆς σαρκός ὅπου εἶναι θάνατος ἀλλά τό φρόνημα τοῦ Πνεύματος ὅπου εἶναι ζωή· «τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος· τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος, ζωή καί εἰρήνη» (Ρωμ. η´. 6).
Αἰσχύνθητι λοιπόν διά τήν περασμένην ζωήν ὅπου ἔζησες ὄχι ὡσάν οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὡσάν ξένος καί ἀλλότριος, μέ τό νά μή εἶχες τό Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή κατά τόν Ἀπόστολον· «εἴ τις Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ οὐκ ἔχει οὗτος, οὐκ ἔστιν αὐτοῦ» (Ρωμ. η´ 9). Καί παρακάλεσαι ταπεινῶς τό Ἅγιον Πνεῦμα νά μεταβάλη τελείως τόν νοῦν σου εἰς τό θεῖον του θέλημα, φωτίζωντάς τον μέ τήν χάριν του. Ὄχι κατά τήν ἐπιφάνειαν ἀλλά κατά βάθος διά νά μή ὑστερηθῇς καί ἐσύ τόν φωτισμόν καί τήν χάριν του καί νά λέγῃς μέ τόν Δαβίδ· «καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, καί αὐτό οὐκ ἔστι μετ᾿ ἐμοῦ» (Ψαλμ. λζ´ 10)· ἀλλά μᾶλλον νά λαμβάνης ἐπάνω εἰς τόν ἁμυδρότερον φωτισμόν, ἄλλον καθαρώτερον καί λαμπρότερον φωτισμόν καί νά λέγῃς· «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» (Ψαλμ. λε´ 10).
Πῶς δέ νά συγκρατῇς τόν φωτισμόν τοῦτον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν νοῦν σου καί πῶς νά μή τόν ἀφήσῃς νά σβύσῃ; Ἄκουσον τί σοῦ λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος· καθώς τό φῶς τοῦ λύχνου μέ τό λάδι ἀνάπτει καί συγκρατεῖται, καί ὅταν σωθῇ τό λάδι τότε σβύνει καί αὐτό, ἔτσι καί ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀνάπτει καί μᾶς φωτίζει, ὅταν ἔχωμεν καλά ἔργα, καί ἐλεημοσύνην εἰς τήν ψυχήν μας. Ὅταν δέ τά καλά ἔργα λείψουν καί ἡ ἐλεημοσύνη, ἀναχωρεῖ ἀπό ἡμᾶς καί τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· «καθάπερ γάρ τό λυχνιαῖον φῶς ἐλαίῳ κατέχεται καί ἀναλωθέντος τούτου, κᾀκεῖνο σβέννυται, οὕτω δή καί ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις, παρόντων μέν ἡμῖν ἔργων ἀγαθῶν, καί ἐλεημοσύνης πολλῆς ἐπιχεομένης τῇ ψυχῇ, μένει καθάπερ ἐλαίῳ κατεχομένη ἡ φλόξ· ταύτης δέ οὐκ οὔσης, ἄπεισι καί ἀναχωρεῖ» (Τόμ. Θ´ λόγος 55). Καθώς καί τό Πνεῦμα Κυρίου ὅπου ἐδόθη εἰς τόν Σαούλ, ἀνεχώρησεν ἀπό λόγου του μέ τό νά μή εἶχε γνώμην ὀρθήν καί ἔργα θεάρεστα· «Πνεῦμα Κυρίου ἀπέστη ἀπό Σαούλ» (Α´. Βασιλ. ις´ 14· διά τοῦτο καί ὁ Παῦλος παραγγέλει γράφων· «τό Πνεῦμα μή σβέννυτε» (Α´. Θεσσ. ε´ 19).
Λέγει γάρ ὁ μέγας Βασίλειος καί καθώς ἄλλη μέν θερμότης εὑρίσκεται εἰς τά σώματα καθ᾿ ἕξιν πολυχρόνιος, ἄλλη δέ κατά διάθεσιν ὀλιγοχρόνιος, ἔτσι καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, εἰς ἄλλους μέν παραμένει καθ᾿ ἕξιν διά τήν στρεότητα τῆς καλῆς των γνώμης, ὡς ἠκολούθησεν εἰς τόν Ἐλδάδ καί Μωδάδ, περί τῶν ὁποίων γράφουσιν οἱ ἀριθμοί, ὅτι ἐπροφήτευον πάντοτε· εἰς ἄλλους δέ μόνον εὑρίσκεται ὡς διάθεσις, καί γρήγορα ἀναχωρεῖ διά τό ἀστερέωτον τῆς γνώμης των, ὡς ἠκολούθησεν εἰς τόν Σαούλ καί εἰς τούς ἑβδομήκοντα πρεσβυτέρους, οἱ ὁποῖοι μίαν φοράν μόνον ἐπροφήτευσαν, καί ὕστερον ἔχασαν τῆς προφητείας τό χάρισμα. Ὡς ἐν σώμασιν ὑγίεια, ἤ θερμότης, ἤ ὅλως εὐκίνητοι διαθέσεις, οὕτω καί ἐν ψυχῇ πολλάκις ὑπάρχει τό πνεῦμα, τοῖς διά τό τῆς γνώμης ἀνίδρυτον εὐκόλως ἥν ἐδέξατο χάριν ἀπωθουμένοις οἷος ὁ Σαούλ καί οἱ πρεσβύτεροι οἱ ἑβδομήκοντα τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, πλήν τοῦ Ἐλδάδ καί Μωδάδ· «τούτοις γάρ μόνοις ἐκ πάντων φαίνεται παραμεῖναν τό Πνεῦμα· καί ὅλως εἴ τις τούτοις τήν προαίρεσιν παραπλήσιος» (Κεφ. κς´. Περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).
Συλλογίσου ἀγαπητέ τήν β´. μεταβολήν ὅπου ἔκαμε τό Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τήν καρδίαν τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι εἰς τήν ἀρχήν ἦσαν τόσον φιλόζωοι, τόσον φιλόσαρκοι, τόσον δειλοί, ὅπου διά νά φυλάξουν τήν ζωήν τους, ὁ ἕνας ἄφησε τόν διδάσκαλόν του εἰς τό πάθος καί ἔφυγε γυμνός· «καί εἷς τις νεανίσκος ἠκολούθει αὐτῷ περιβεβλημένος σινδόνα ἐπί γυμνοῦ… ὁ δέ καταλιπών τήν συνδόνα γυμνός ἔφυγεν ἀπ᾿ αὐτῶν» (Μαρκ. Ιδ´ 51. (Οὗτος ἦτο ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, ὅστις ἐφόρει ἕνα μόνον ἱμάτιον εἰς ὅλην του τήν ζωήν, ὡς λέγει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος), ὁ ἄλλος τόν ἠρνήθη καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀνεχώρησαν· «καί ἀφέντες αὐτόν πάντες ἔφυγον». (Μαρκ. ιδ´. 51). Καί τόσον ἦσαν τρομαγμένοι ὡσάν λαγωοί ὅπου ἔστεκαν κεκλεισμένοι ἀπό τόν φόβον τους μέσα εἰς τό ὑπερῶον καί δέν ἐτόλμων νά εὔγουν ἔξω σχεδόν εἰς ὅλον τό διάστημα τῶν πεντήκοντα ἡμερῶν ὅπου ἐπέρασαν μετά τήν Ἀνάστασιν ἀλλ᾿ ἀφ᾿ οὗ κατέβη εἰς αὐτούς τό Ἅγιον Πνεῦμα, μετέβαλε τήν ἀσθένειαν τῆς καρδίας των εἰς ἀνδρείαν καί γενναιότητα.
Ὅθεν εὐγῆκαν ἔξω ὡσάν τόσοι ἄφοβοι λέοντες καί ἐκήρυττον τόν ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν ἐμπρός εἰς ὅλον τό πλῆθος τοῦ λαοῦ μέ μέτωπον ἀνοικτόν, μέ στῆθος ἀνδρειωμένον καί μέ τόλμην καί παρρησίαν χωρίς νά δειλιάσουν οὔτε ἀπό φοβερισμούς, οὔτε ἀπό δαρμούς, οὔτε ἀπό βάσανα καί μαρτύρια, οὔτε ἀπό τόν ἴδιον θάνατον· ἀλλ᾿ ἐπεθύμουν ταῦτα πάντα ὡς τρυφάς καί ξεφαντώματα καί ἔχαιρον ὑπερβολικά ὅταν τά ἐλάμβανον· «οἱ μέν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πραξ. ε´. 41).
Τότε ἤθελες ἰδεῖ ἐκεῖνον τόν δειλότατον καί φιλόζωον Πέτρον, ὅπου πρότερον δέν ἠδυνήθη νά ἀκούσῃ χωρίς φόβον οὔτε ἕνα ψιλόν λόγον ἑνός δυστυχισμένου κορασίου, πῶς ἐστάθη μέ τόσην ἀφοβίαν καί τόλμην καί ἐδημηγόρησε μεγαλοφώνως ἔμπροσθεν εἰς ἕνα μυριάριθμον πλῆθος ἀνθρώπων, χωρίς νά στοχάζεται πῶς εἶναι ὁλότελα ἄνθρωποι ἀλλά πῶς εἶναι κνώδαλα καί φυτά ἤ λίθοι, καί μέ τήν δημηγορίαν του εἵλκυσεν εἰς τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ τρεῖς χιλιάδας λαοῦ· «σταθείς δέ Πέτρος σύν τοῖς ἕνδεκα ἐπῆρε τήν φωνήν αὐτοῦ, καί ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς» (Πράξ. β´. 14).
Τότε ἤθελες ἰδῇ ἐκείνους τούς ἁλιεῖς καί ἀγραμμάτους πλουτισμένους ἀπό τόσην σοφίαν καί σύνεσιν, ὥστε νά κάμνουν τούς σοφούς καί γραμματισμένους νά ἐξίστανται καί νά ἀποροῦν· «καί καταλαβόμενοι, ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καί ἰδιῶται ἐθαύμαζον». (Πράξ. δ´ 13). Καί τοῦτο διατί; διότι ἔδωκεν εἰς τήν καρδίαν αὐτῶν χῦμα γνώσεως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σολομῶντος· «καί ἔδωκε Κύριος φρόνησιν τῷ Σολομών καί χῦμα καρδίας» (Γ´ Βασιλ. δ´ 29)· καί διότι " ἥψατο Κύριος καρδίας αὐτῶν ὡς γέγραπται» (Α´ Βασιλ. ι´ 26).
Ὤ χάρις! ὤ ἐνέργεια! ὤ πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖον ὅταν μίαν φοράν ἀνάψῃ τήν καρδίαν, τούς λαγῳούς κάμνει λέοντας, τούς ἀδυνάτους δυνατούς, τούς ἀσόφους σοφούς, τούς πηλίνους κατασκευάζει πυρίνους καί τούς πρῴην ἀνδριάντας μεταβάλλει εἰς ἄνδρας τελείους. Καί τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο ὅπου ὁ Θεός ὑπεσχέθη νά δώσῃ διά τοῦ Προφήτου Μιχαίου λέγων· «οὐκ ἔσται ὁ ἐπακούων αὐτῶν, ἐάν μή ἐγώ ἐμπλήσω ἰσχύν ἐκ Πνεύματος Κυρίου» (Μιχ. γ´ 8).
Τώρα καί ἐσύ ἀδελφέ ὅπου ἀναγινώκεις ταῦτα, στοχάσου, ἐάν ἔλαβες αὐτήν τήν γενναιότητα καί θέρμην εἰς τήν καρδίαν σου διά νά μή φοβῆσαι σάρκα, κόσμον καί κοσμοκράτορα, τοῦτο εἶναι σημεῖον πῶς μετεβλήθης ἀπό τό Πνεῦμα Κυρίου, καθώς εἶναι γεγραμμένον· «τότε μεταβαλεῖ τό Πνεῦμα καί διελεύσεται, καί ἐξιλάσεται· αὕτη ἡ ἰσχύς τῷ Θεῷ μου» (Ἀββακ. α´ 11).
Στοχάσου, καί ἐάν ἐσύ προτήτερα ἐγύρευες μέ ὅλην τήν ὁρμήν τῶν ἐπιθυμιῶν σου τά ἀγαθά τοῦ κόσμου, τά πλούτη, τάς δόξας, τάς ἡδονάς καί ἐλόγιαζες ὅτι ἦτο μακαριώτερος ὅποιος εἶχεν ἀπό αὐτά τά ἀγαθά περισσότερα, ἤξευρε ὅτι ἕως τώρα ἦτο ἡ καρδία σου πεπαλαιωμένη, ἀναίσθητος καί πεπωρωμένη ὡσάν πέτρα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ κόσμου καί τῆς σαρκός. Καί λυπήσου διά τοῦτο καί μετανόησον, πώς εἰς τόσους χρόνους τῆς ζωῆς σου, δέν ἔγινες ἄξιος νά λάβῃς διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μίαν καινούργιαν καρδίαν αἰσθητικήν τοῦ συμφέροντός σου, τήν ὁποίαν ὑπεσχέθη νά σοῦ δώσῃ ὁ Θεός· «καί δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν δώσω ὑμῖν· καί ἀφελῶ τήν καρδίαν τήν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκός ὑμῶν καί δώσω ὑμῖν καρδίαν σαρκίνην καί τό πνεῦμά μου δώσω ἐν ὑμῖν» (Ἰεζεκ. λς´. 26).
Ἐάν δέ τώρα γυρεύῃς ὅλα τά ἐναντία καί ἀντί νά ὑπερηφανεύεσαι διά τά πλούτη, ἐσύ περισσότερον ταπεινώνεσαι καί χαίρεις εἰς τήν πτωχείαν· ἀντί νά θέλῃς τάς τρυφάς καί τά ξεφαντώματα, ἐσύ ἀγαπᾷς τήν ὀλιγάρκειαν καί ἐγκράτειαν, ἤξευρε, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἄρχισε νά μεταβάλῃ τήν καρδίαν σου εἰς ἄλλην καρδίαν, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σαούλ. «Καί ἐγενήθη ὥστε ἐπιστραφῆναι τῷ ὤμῳ αὐτοῦ ἀπελθεῖν ἀπό Σαμουήλ, μετέστρεψεν αὐτῷ ὁ Θεός καρδίαν ἄλλην». (Α´. Βασίλ. ι´. 9)
Ὅθεν εὐφράνθητι καί εὐχαρίστησαι τόν Κύριον, ὅπου διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὄχι μόνο σοῦ ἐκαθάρισε τόν νοῦν, ἀλλά καί σοῦ ἐθέρμανε τήν καρδίαν καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό σαρκικόν εἰς πνευματικόν· ἀπό νήπιον μωρόν, εἰς ἄνδρα σοφόν· καί ἀπό κοσμικόν καί ἐθνικόν, εἰς ἀληθινόν χριστιανόν. Τοιαύτας γάρ θεοπρεπεῖς καί παραδόξους μεταβολάς συνειθίζει νά ἐνεργῇ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς θεολογεῖ περί αὐτοῦ ὁ Μέγας Θεολόγος Γρηγόριος· «τοῦτο τό Πνεῦμα (σοφώτατον γάρ καί φιλανθρωπότατον) ἄν ποιμένα λάβῃ, ψάλτην ποιεῖ πνευμάτων πονηρῶν κατεπᾴδοντα καί βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ ἀναδείκνυσιν· ἐάν αἰπόλον συκάμινα κνίζοντα, προφήτην ἐργάζεται· τόν Δαβίδ καί τόν Ἀμώς ἐνθυμήθητι· ἐάν μειράκιον εὐφυές λάβῃ πρεσβυτέρων ποιεῖ κριτήν καί παρ᾿ ἡλικίαν· μαρτυρεῖ Δανιήλ ὁ νικήσας ἐν λάκκῳ λέοντας· ἐάν ἁλιέας εὕρῃ, σαγηνεύει Χριστῷ, κόσμον ὅλον τῇ τοῦ λόγου πλοκῇ συλλαμβάνοντας. Πέτρον λάβε μοι καί Ἀνδρέαν καί τούς τῆς βροντῆς υἱούς τά πνευματικά βροντήσαντας· ἐάν τελώνας, εἰς μαθητείαν κερδαίνει καί ψυχῶν ἐμπόρους δημιουργεῖ· φησί Ματθαῖος, ὁ χθές τελώνης, καί σήμερον εὐαγγελιστής· ἐάν διώκτας θερμούς, τόν ζῆλον μετατίθησι, καί ποιεῖ Παύλους ἀντί Σαύλων καί τοσοῦτον εἰς εὐσέβειαν, ὅσον εἰς κακίαν κατέλαβε». (λογ. Εἰς τήν Πεντηκοστήν).
Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, διότι ἕως τώρα ἤσουν μακράν ἀπό τέτοιους συλλογισμούς, πορευόμενος ἐν τοῖς κακοῖς θελήμασι τῆς καρδίας σου καί μή δίδωντας τόπον εἰς αὐτήν, διά νά κατοικήσῃ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· καί συντόμως εἰπεῖν, διότι ἔζησες ὡσάν ἕνας ψυχικός μόνον ἄνθρωπος, ὅς οὐ δέχεται τά τοῦ Πνεύματος· «μωρία γάρ αὐτῷ ἐστι καί οὐ δύναται γνῶναι» (Α´. Κορ. β´ 14). Κάμε ἀπόφασιν εἰς τό ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς σου, νά μή λυπήσης πλέον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ καμμίαν ἄτακτον καί κακήν ὄρεξιν τῆς καρδίας σου, κατά τήν παραγγελίαν ὅπου σοῦ δίδει ὁ Ἀπόστολος· «καί μή λυπῆτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. δ´. 30)· μηδέ νά ἐναντιωθῇς ὡς σκληροκάρδιος εἰς τό Ἅγιον αὐτοῦ θέλημα, κατά τούς σκληροκαρδίους ἐκείνους Ἑβραίους, πρός τούς ὁποίους εἶπεν ὁ Στέφανος· «σκληροτράχηλοι καί ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καί τοῖς ὠσίν· ὑμεῖς ᾀεί τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἀντιπίπτετε» (Πράξ. ζ´. 51)· ἀλλά νά δώσῃς ὅλην τήν καρδίαν σου εἰς αὐτό μέ ὅλας της τάς ἐπιθυμίας διά νά ἐνοικήσῃ καθώς αὐτό τό ἴδιον πνεῦμα σέ προστάζει λέγον· «υἱέ δός μοι τήν καρδίαν» (Παροιμ. κγ´. 26).
Θέλεις δέ δώσει τήν καρδίαν σου εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐάν μελετᾷς πάντοτε εἰς αὐτήν τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μέ μίαν ἀδιάλειπτον προσευχήν. Ἐπειδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μολονότι καί ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, ὅμως εἶναι καί λέγεται καί Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ διά τήν ὁμοουσιότητα καί ἐν τῷ Υἱῷ ἀναπαύεται καί χαίρει ὅταν αὐτός ὀνομάζεται· «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τό Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ ἐν ταῖς καρδίαις, κράζον ἀββᾶ ὁ Πατήρ»· (Γαλ. δ´. 6)·" ἵνα διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς καί πνευματικῆς προσευχῆς , ἐν μέν τῷ Πνεύματι θεωρῇς τόν Υἱόν, ἐν δέ τῷ Υἱῳ θεωρῇς τόν Πατέρα", ὡς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· καί ἵνα καταξιωθῇς διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς ἐργασίας, νά εὕρῃς καί νά ἰδῇς νοερῶς τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ὁποίαν ἔλαβες μέν διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, τήν ἔχωσες δέ ὡσάν σπινθῆρα μέσα εἰς τά πάθη καί ἁμαρτίας.
Καί τέλος πάντων, ἐπειδή καί τό Πανάγιον Πνεῦμα· ὁ ἄλλος παράκλητος, τό συμπληρωτικόν πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος· ὁ χορηγός πάντων τῶν χαρισμάτων ἡ ζωή τῶν ζώντων· ἡ κίνησις τῶν κινουμένων· καί ἡ τελειότης ἁπάντων τῶν ὄντων, ἠθέλησεν ἐκ μόνης τῆς φιλανθρωπίας του νά εἰδοποιήσῃ εἰς τήν καρδίαν σου τάς πρώτας γραμμάς καί τό πρῶτον σχέδιον τῆς χάριτός του, παρακάλεσαί τον νά μή σέ ἀφήσῃ ἀτελῆ ἀλλά νά φέρῃ εἰς τελειότητα αὐτήν τήν εἰδοποίησιν καί τό ἔργον ὅπου ἄρχισεν εἰς ἐσέ, χαρίζωντάς σου τό χάρισμα τῆς διαμονῆς καί τῆς μέχρι τέλους ὑπομονῆς ἐν τῇ αὐτοῦ χάριτι, τό ὁποῖον χάρισμα εἶναι τό μεγαλύτερον ἀπό ὅλα τά χαρίσματα καί αὐτό μόνον συνιστᾷ καί ἐπισφραγίζει τόν ἑκάστου προορισμόν κατά τούς θεολόγους καί διά τοῦ χαρίσματος τούτου νά σέ ἀξιώσῃ ἀπό ἐδῶ ἀκόμη, νά γίνῃς ὅλος πνευματικός, ὅλος ἀγγελοειδής, ὅλος ἅγιος καί υἱός Θεοῦ, καί Θεός κατά χάριν, ἀπ᾿ ἐκεῖ ὅπου εἶσαι τώρα γῆ καί σποδός· καθώς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελθόν εἰς ψυχήν ἀνθρώπου, ἔδωκε μέν ζωήν, ἔδωκε δέ ἀθανασίαν· ἤγειρε κείμενον· τό δέ κινηθέν κίνησιν ἀΐδιον ὑπό Πνεύματος Ἁγίον, ζῶον ἅγιου ἐγένετο· ἔσχε δέ ἄνθρωπος ἀξίαν πνεύματος εἰσοικισθέντος ἐν αὐτῷ προφήτου, ἀποστόλου, ἀγγέλου Θεοῦ, ὤν πρό τοῦ, γῆ καί σποδός»· (ὁμιλ. Περί τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, ἧς ἡ ἀρχή, ἐνθυμηθῶμεν πᾶσα ψυχή).
Συλλογίσου ἀγαπητέ τήν γ´. μεταβολήν ὅπου ἐνήργησε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν Ἀποστόλων· διότι ἐκεῖνοι ὅπου προτήτερα δέν ἐλαλοῦσαν ἄλλο παρά γήϊνα καί χαμερπῆ διά δόξας καί τιμάς προσωρινάς καί ματαίας· «δός ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καί εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου» (Μάρκ. ι´. 37)· ἐκεῖνοι ὅπου ἐλάλουν περί τοῦ Χριστοῦ ταπεινά καί εὐτελῆ· «ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὦδε εἶναι καί ποιήσωμεν σκηνάς τρεῖς, μίαν σοί καί Μωσεῖ μίαν καί μίαν Ἠλίᾳ» (Λουκ. θ´. 33).
Ἐκεῖνοι ὅπου πρότερον ἔφθασαν ἕως καί νά συμφωνήσουν μέ τόν Ἰούδαν καί νά κατηγορήσουν τήν εὐλογημένην ἐκείνην Μαρίαν καί νά θυμωθοῦν καταπάνω της, διότι ἄλειψε τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ μέ τόσον πολυέξοδον μῦρον, λέγοντες μέ ἀγανάκτησιν· «εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γάρ τοῦτο πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καί δοθῆναι πτωχοῖς καί ἐνεβριμῶντο αὐτῇ» (Μάρκ. ιδ´. 4) Αὐτοί λέγω οἱ ἴδιοι, ὕστερα ἀπό τόν ἐρχομόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἐλαλοῦσαν πλέον δι᾿ ἄλλο, παρά διά τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, διά ὑψηλά καί μεγάλα πράγματα διά τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, διά τήν θεολογίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος, διά τό ἀκατανόητον μυστήριον τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας· διότι εἶναι Θεός ἀληθινός ὁ Χριστός· μέ ρητορικήν ἀνήκουστον, μέ ἐλευθεροστομίαν ἀσύγκριτον καί μέ γλῶσσας διαφόρους· «ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ". (Πράξ. β´ 11).
Τώρα στοχάσου ἐσύ ἀγαπητέ τά λόγια ὅπου ὡμιλοῦσες προτήτερα ἀπό τά παρόντα γυμνάσματα, καί τά λόγια ὅπου πρέπει τώρα νά λαλῇς, διά νά λάβῃς καί ἐσύ τήν μεταβολήν αὐτήν τῆς γλώσσης ἀπό τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· τήν γλῶσσαν σοῦ τήν ἔδωκεν ὁ Θεός ἀδελφέ ὄργανον διά νά λαλῇς ὅλα τά καλά ὄχι τά κακά. Ὅθεν πρέπει νά τήν μεταχειρίζεσαι καί ἐσύ κατά τόν σκοπόν ὅπου ὁ Θεός σοῦ τήν ἔδωκεν· ἤγουν εἰς τό νά δοξολογῇς καί νά αἰνῇς μέ αὐτήν πάντοτε τόν Θεόν, καί νά μελετᾷς τά θεῖα του λόγια καθώς γέγραπται· «πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. β´ 11).
Καί πάλιν «καί ἡ γλῶσσά μου μελετήσει τήν δικαιοσύνην σου, ὅλην τήν ἡμέραν τόν ἔπαινόν σου»· (Ψαλμ. λδ´. 32)· καί ὄχι εἰς τό νά λαλῇς λόγια ἀνευλαβῆ κατά τοῦ Θεοῦ καί εἰς τό νά ὀνομάζῃς τό θεῖον του ὄνομα εἰς πράγματα μάταια· «οὐ λήψῃ γάρ φησι τό ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπί ματαίῳ» (Ἐξοδ. κ´. 7) εἰς τό νά κατηγορῇς καί νά μέμφεσαι τόν ἑαυτόν σου καί ὄχι εἰς τό νά τόν ἐπαινῇς μόνος σου «ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας καί μή τό σόν στόμα· ἀλλότριος, καί μή τά σά χείλη» (Παροιμ. κζ´. 2).
Εἰς τό νά συμβουλεύῃς τόν ἀδελφόν σου ὅλα ἐκεῖνα ὅπου εἶναι συμφέροντα εἰς τήν σωτηρίαν του καί νά στερεώνῃς εἰς τό καλόν καί τήν ἀρετήν, καί ὄχι εἰς τό νά ἀκονᾷς ὡς μάχαιραν τήν γλῶσσάν σου κατ᾿ αὐτοῦ περιπαίζωντάς τον, κατηγορῶντάς τον καί ὑβρίζωντάς τον καταφρονητικῶς μέ θυμόν· «ἠκόνησαν ὡς ραμφαίαν τήν γλῶσσαν αὐτῶν» (Ψαλμ. ξγ´. 30) ἤ καί δίδωντάς του κακάς συμβουλάς μέ λόγια ἁπαλά μέν καί φιλικά, ἐπίβουλα δέ καί ἐχθρικά, διά νά τόν κακοποιήσῃς καί νά τόν βλάψῃς· «ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτῶν ὑπέρ ἔλαιον καί αὐτοί εἰσι βολίδες» (Ψαλμ. νδ´. 24).
Καί διά νά εἰπῶ μέ ἕνα λόγον, εἰς τήν γλῶσσάν σου πρέπει νά ἔχῃς τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, τά λόγια τῆς παλαιᾶς καί νέας Γραφῆς· τά περί τῆς θείας προνοίας· τά περί τῆς κρίσεως· καί τά περί τῆς ἀγαθότητός του· καί ὅλαι αἱ συνομιλίαι σου νά ᾖναι περί πνευματικῶν καί θείων πραγμάτων καί περί ὠφελείας ψυχικῆς. Ἐάν περί τοιούτων μεταχειρίζεσαι τήν γλῶσσάν σου, ἤξευρε, ὅτι ὁ Κύριος ἔπλασε νοερῶς τήν ἰδικήν σου γλῶσσαν, καθώς ἔπλασε ποτέ καί τοῦ κωφοῦ καί μογιλάλου· «καί πτύσας ἥψατο τῆς γλώσσης αὐτοῦ… καί ἐλύθη ὁ δεσμός τῆς γλώσσης αὐτοῦ». (Μάρκ. ζ´ 33). Καί εἶναι καλόν σημάδι, ὅτι ἄρχισε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά μεταβάλῃ καί τήν ἰδικήν σου γλῶσσαν, καί νά λαλῇ αὐτό δι᾿ αὐτῆς, ὡς ποτέ ἐλάλει καί διά τῶν Ἀποστόλων καί διά τοῦ Δαβίδ «Πνεῦμα Κυρίου ἐλάλησεν ἐν ἐμοί καί ὁ λόγος αὐτοῦ ἐπί γλώσσης μου» (Β´. Βασιλ. κγ´. 2).
Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, πῶς ἕως τώρα ἐλάλεις ὡσάν ἕνας σαρκικός καί νήπιος καί ὄχι ὡσάν πνευματικός καί τέλειος ἄνδρας· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν» (Α´. Κορ. ιγ´ 11) καί ἡ γλῶσσά σου ἐμελέτα τήν ἀδικίαν, καθώς λέγει ὁ Ἡσαΐας· «ἡ γλῶσσα ἡμῶν ἀδικίαν μελετᾷ» (νθ´. 3).
Ἀποφάσισαι εἰς τό ἑξῆς νά μή ἀφήνῃς νά εὔγουν ἀπό τό στόμα σου λόγια σαπρά, λόγια γελοιώδη καί μάταια, ἀλλά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη πρός οἰκοδομήν τῶν ἀκουόντων, καθώς σοῦ παραγγέλει ὁ Ἀπόστολος· «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ᾿ εἴτις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσιν» (Ἐφέσ. δ´ 29)· διότι ὁ λόγος εἶναι σκιά τοῦ ἔργου, καθώς εἶπεν ἕνας σοφός (Οὗτος ἐστίν ὁ Δημόκριτος εἰπών· «λόγος ἔργου σκιή»)· καί οἱ λόγοι οἱ κακοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά κακά, καθώς καί ἐκ τοῦ ἐναντίου οἱ λόγοι οἱ καλοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά καλά. Διά τοῦτο εἶπε καί ὁ Σολομῶν, ὅτι εἰς τό χέρι τῆς γλώσσης στέκεται ἡ ζωή καί ὁ θάνατος· «θάνατος καί ζωή ἐν χειρί γλώσσης» (Παροιμ. ιη´. 21). Καί καθώς ὅποιος βαστᾷ μυρωδικά καί τόν ἑαυτόν του εὐωδιάζει καί τούς ἄλλους ὁμοίως καί ὅποιος βαστᾷ βρωμερά καί τόν ἑαυτόν βρωμίζει καί τούς ἄλλους· τοιουτοτρόπως καί ὅποιος λαλεῖ τά καλά λόγια, ἤ τά κακά καί τόν ἑαυτόν του ὠφελεῖ, ἤ βλάπτει καί τούς ἀκούοντάς του.
Καί τέλος πάντων, παρακάλεσαι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά δυναμώσῃ τοῦτο ὅπου ἄρχισε νά ἐνεργῇ εἰς ἐσέ· «δυνάμωσον ὁ Θεός τοῦτο, ὅ κατειργάσω ἐν ἡμῖν» (Ψαλμ. ξζ´. 31)· καί νά δείξῃς μίαν τελείαν μεταβολήν εἰς τήν γλῶσσάν σου διά τῆς χάριτός του, ὥστε νά μή σέ ἀφήσῃ νά σφάλῃς πλέον μέ αὐτήν εἰς κανένα λόγον ἄπρεπον· «εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ (Ἰακώβ. γ´. 2)· ἀλλά νά μεταχειρισθῇ τήν γλῶσσάν σου ὡσάν ἕνα κονδύλι, διά νά τήν κινῇ μέ τήν δεξιάν του εἰς τό νά λαλῇς ἐκεῖνα μόνον ὅπου αὐτό θέλει καί βούλεται· ὥστε ὅπου, σύ μέν νά λέγῃς· «ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (Ψαλμ. μδ´ 2)· ἐκεῖνοι δέ ὅπου σέ βλέπουν καί σοῦ ἀκούουν, νά λέγουν· «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ ὑψίστου». (Ψαλμ. ος´ 10).
Πηγή: Η άλλη όψη
«…Καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν»
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος
Στὸ γόνατο ἀποκεφαλίζουν κόσμο, δὲν ὑπάρχει κτηνωδία ποὺ δὲν διαπράττουν, τρόμος ἐπικρατεῖ στὶς δυτικὲς πόλεις, μήπως ἐμφανισθεῖ κάποια ἀγέλη -ἢ μοναχικὸς λύκος- καὶ ἐπιδοθεῖ σὲ σκοποβολὴ ἐπὶ δικαίων καὶ ἀδίκων, ὅμως σιγοῦν ἰχθυοπρεπῶς οἱ θιγμένοι, ἀπὸ τὴν λαϊκὴ εὐσέβεια, τζιτζιφιόγκοι τοῦ ψευτοπροοδευτισμοῦ.
Δειλὰ καὶ τρομαγμένα ἀνθρωπάκια, ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ Ἰσλάμ, λεονταρισμοὶ καὶ διαβολὲς ὅταν προβάλλεται ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἄθεοι καὶ ἀσεβεῖς ἀπὸ τὰ γεννοφάσκια τους, παθαίνουν ψύχωση ὅταν βλέπουν ὅτι τοῦτος ὁ κατασυκοφαντημένος καὶ ἐξαπατημένος λαὸς κρύβει, ὅπως ἡ ἀνοιξιάτικη γή τὸν σάπιο σπόρο, τὸ πατροπράδοτο σέβας, τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν ἁγία Ὀρθοδοξία.
Καὶ ἐπειδὴ δὲν πάσχω ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ… «ὀνοματοκρυπτισμοῦ», ὅπως τὴν ὀνομάζει ὁ πολιὸς καὶ ἀξιοσέβαστος δάσκαλός μας πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης, δὲν κρύβω ὀνόματα μιλώντας γενικῶς καὶ ἀσαφῶς, ἀπαριθμῶ:
Κάποιος Ψαριανός, βουλευτής, τοῦ γεμάτου ἀναθυμιάσεις «Ποταμιοῦ» μὲ σκουλαρίκι στὸ αὐτὶ καὶ μὲ μάτι ποὺ γυαλίζει ἀπὸ τὸ μίσος γιὰ τὴν Ἐκκλησία, εἰρωνευόταν, ὁ ἀνεμιαίας συμπεριφορᾶς πολιτικάντης, τὶς χιλιάδες Ἑλλήνων, ποὺ ἔσπευσαν πρὸς προσκύνησιν τῶν ἱερῶν λειψάνων...
τῆς Ἁγίας Βαρβάρας.
(Κρύβουν κάτι τέτοιοι, κάτω ἀπὸ τὸ κέλυφος τοῦ δῆθεν ἀριστεροῦ, τὴν φασιστική τους νοοτροπία. Ἐνῶ ὅλη τους ἡ βιοτή, βρομάει ἀπὸ πάνω μέχρι κάτω, ὅτι εἶναι τυχοδιῶκτες καὶ τίποτε ἄλλο. Ἡ ἴδια θλιβερὴ ἱστορία κάποιων, ποὺ τὰ νιάτα τους, τὰ μοναδικὰ καὶ ἀνεπανάληπτα, τὰ ἀφιέρωσαν στὴν ἐνσάρκωση τῆς μαρξιστικῆς ἰδέας, ἡ ὁποία ἀποδείχθηκε ὄχι ἁπλῶς ἕνα πελώριο φιάσκο, ἀλλὰ τερατογονία. Ὅμως ἀφοῦ «ἄντεξαν στὰ βασανιστήρια, λύγισαν στὶς προσφορές».
Μόλις ἀναρριχήθηκαν, ἐγκαταλείποντας τὸ «ἀδειανὸ πουκάμισο» τῆς ἰδέας, καὶ γεύτηκαν τὰ καλούδια τῆς «μπουρζουαζίας», ρίχτηκαν μὲ μανία στὴν ἀπόλαυσή τους. Ὅπως ἔλεγε καὶ ἕνας ἥρωας τοῦ Κούντερα «ἡ πιὸ θλιβερὴ ἀνακάλυψη τῆς ζωῆς μου ὑπῆρξε ὅτι οἱ διωκόμενοι δὲν εἶναι καλύτεροι ἀπὸ τοὺς διῶκτες». Τὸ μόνο ποὺ διατηροῦν, ὡς ἀναλαμπὴ ἀπὸ τὰ ἀνεόρταστα νιάτα τους, εἶναι ἡ ἐκκλησιομαχία. Μπαζώνουν τὴν συνείδησή τους, ἀποφεύγοντας ἔτσι καὶ τὸν ἐσωτερικὸ ἔλεγχο γιὰ τὶς ἀσωτεῖες).
Κατὰ πόδας καὶ ὁ ἀρχηγός του, ὁ νεοφανῆς τιποτολόγος τῆς πολιτικῆς Σ. Θεοδωράκης, τὸν ὁποῖο, ὅταν τὸν βλέπουμε νὰ κόπτεται δῆθεν γιὰ τὴν πορεία τῆς χώρας, μᾶς ἔρχεται στὸ νοῦ τὸ γνωστὸ ἀνέκδοτο μὲ τὸ σαλιγκάρι.
Βρέθηκε στὴ σκεπὴ τοῦ ὑψηλότερου μεγάρου τῆς πρωτεύουσας. Πῶς βρέθηκες ἐσὺ ἐδῶ πάνω, τὸ ρωτοῦν. Καὶ ἐκεῖνο ἐξομολογεῖται: Ἕρποντας, γλείφοντας καὶ μὲ τὰ κέρατά μου!
Κάποιοι θὰ ἀντιτείνουν ὅτι τοὺς ψήφισε ὁ λαός. Τοὺς προτείνω νὰ διαβάσουν τὴν ἀειθαλῆ μελέτη τοῦ Εὐάγγελου Λεμπέση μὲ τίτλο «περὶ τῆς τεράστιας σημασίας τῶν βλακῶν ἐν τῷ συγχρόνω βίω».
Ἐπιθυμεῖ, καταπῶς λέει, καὶ τὸν χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, χωρὶς νὰ πολυκαταλαβαίνει, ὅπως ὑποψιαζόμαστε, τί ἐννοεῖ. Τοῦ ἁπαντὰ ὁ σπουδαῖος Γ. Θεοτοκᾶς:
«Ἡ Ὀρθοδοξία, ὅπως παρουσιάζεται στὰ μάτια τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, εἶναι θρησκεία ἐθνική, συνυφασμένη ἀξεδιάλυτα μὲ τὰ ἤθη του καὶ τὸν ὁμαδικό του χαρακτήρα, μὲ τὸ κλίμα καὶ μὲ τὸ ἄρωμα τοῦ τόπου, μὲ τὰ τοπία του, μὲ τὴν οἰκογενειακή του ζωὴ καὶ μὲ τὰ γυρίσματα τῶν ἐποχῶν τῆς χρονιᾶς. Ἡ ὀργάνωσή της εἶναι δημοκρατική, ἡ γλώσσα της θερμή, ἡ ἠθική της ἀνθρώπινη, ταιριαγμένη μὲ τὴν ἑλληνικὴ νοοτροπία, τὰ σύμβολά της οἰκεία καὶ ἀναντικατάστατα στὴ λαϊκὴ συνείδηση. Οἱ μεγάλες ἑορτές της, ὁ Εὐαγγελισμός, τὸ Πάσχα, ὁ Δεκαπενταύγουστος, τὰ Χριστούγεννα καὶ τὰ Δωδεκάμερα καὶ ἄλλες, εἶναι κάθε χρόνο οἱ μεγάλες μέρες τῆς Ἑλλάδας, οἱ μέρες ὅπου τὸ ἐθνικὸ σύνολο αἰσθάνεται περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ὥρα τὴν ἑνότητά του, τὴν ἀλληλεγγύη του, τὴν ἀμοιβαία ἀγάπη τῶν μελῶν του.
Αὐτὴ ἡ θαλπωρή, αὐτὰ τὰ ζεστὰ πνευματικὰ κύματα ποὺ μεταδίδονται ἀκατάπαυστα, σ’ ὅλην τὴν Ἑλλάδα, ἀπὸ τοὺς ὀρθόδοξους ναοὺς κι ἀπὸ τὶς βυζαντινές τους ἀκολουθίες, ἀποτελοῦν στοιχεῖο συστατικό, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς. Γιὰ τοῦτο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ στὴν Ἑλλάδα χωρισμὸς Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας οὔτε καὶ ὑπῆρξε ἐδῶ ποτὲ ἀντικληρικὸ πολιτικὸ κίνημα, ὅπως συνέβη ἀλλοῦ. Ἐπικρίνουμε συχνὰ τὴν Ἐκκλησία -κάποτε μάλιστα μὲ μεγάλη δριμύτητα- ἀλλὰ τὴν ἐπικρίνουμε ἀπὸ μέσα, σὰν μέλη της ποὺ ἀπαιτοῦμε ἀπ’ αὐτὴν νὰ γίνει καλύτερη. Δὲν τὴν πολεμοῦμε σὰν νὰ εἶναι ἕνα ξένο σῶμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ζητοῦμε νὰ χωριστοῦμε».
(«Πνευματικὴ Πορεία», ἔκδ. «ΕΣΤΙΑ», σελ. 134).
Ἐρχόμαστε τώρα σὲ κάτι ἀμαθέστατα, ἀνάγωγα καὶ ἐξαχρειωμένα ἄτομα ποὺ τάχα διασκεδάζουν μὲ τὶς ἀνοησίες τους τὸ φιλοθεάμον κοινό: Τοὺς συντελεστὲς καὶ παρουσιαστὲς τῆς ἐκπομπῆς «Ράδιο Ἀρβύλα» (ἢ «Ράδιο Ξεφτίλα»).
«Ἄνθρωποι παντὸς ἐστερημένοι διανοητικοῦ προτερήματος παρακάθηνται ἐκεῖ, ἔχοντες ἀνήκουστον θράσος ἀμαθείας… ἐξευτελίζουσι δὲ καὶ καταρυπαίνουσι τὸ (τηλεοπτικὸν) βῆμα, φλυαροῦντες ἄνευ αἰσχύνης ὅ,τι καὶ ἂν τοῖς κατεβῆ εἰς τὴν μεστὴν μωρίας κεφαλὴν των», ὅπως ἔγραφε ἐφημερίδα τοῦ 19ου αἱ. γιὰ τοὺς τότε βουλευτές.
Ροκανίδια τοῦ ψευτοπροοδευτισμοῦ καὶ αὐτοί, παρουσίασαν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς ἁγίας Βαρβάρας νὰ διαλέγεται, μέσω «τρύκ», μαζί τους καὶ νὰ κατακεραυνώνει τοὺς «ἀφελεῖς καὶ θεομπαῖχτες» ποὺ συμμετέχουν σὲ τέτοια πράγματα. Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ξερνοῦν δηλητήρια κατὰ τῆς ἐκκλησίας καὶ ξέρουμε ἀπὸ ποῦ παίρνουν γραμμὴ καὶ πληρώνονται αὐτὰ τὰ ὑποκείμενα.
Ἡ Νέα Ἐποχὴ τὰ προσέχει τὰ τσιράκια της, ἀλλὰ φταῖνε καὶ οἱ ἀνυποψίαστοι ἢ οἱ ὀλιγόφρενοι ποὺ τοὺς παρακολουθοῦν. Τὸ ἐρώτημα ἰσχύει καὶ γι’ αὐτὰ τὰ μειρακιώδη γραΐδια: Γιατί δὲν τολμοῦν νὰ στηλιτεύσουν τὸν λιθοβολισμὸ μίας γυναίκας μουσουλμάνας, γιὰ παράδειγμα, ἀπὸ μαινόμενο ὄχλο; Ξέρουμε τί θέλουν κάτι τέτοιοι, μᾶς τὸ διδάσκει ὁ… Μακρυγιάννης.
«- Ἦταν ἕνας μπαρμπέρης φίλος τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ τοῦ Πρωτοσύγκελου κι ἀλλουνῶν. Ἐγὼ ‘λεγα νὰ πάγω νὰ σκοτωθῶ μὲ τοὺς ὀχτρούς, αὐτὸς γύρευε νὰ μοῦ γκρεμίσει τὸν βαθμό μου. Τοῦ μίλησα δι’ αὐτό, τοῦ κακοφάνη. Εἶπε ἐνοὺ ἀνηψιού του ποῦ ‘χε εἰς τὸ ψωμὶ καὶ γεμεκλίκια καὶ μᾶς τὰ ‘κοψε. Πῆγα καὶ τὸν ἐπίασα καὶ τὸ ‘δωσα ἕνα ξύλο διὰ πεθαμόν, κι ἂν δὲν πήδαγε ἀπὸ τὸ παλεθύρι κάτου ὁ διοικητής, δὲν ξέρω ἂν ἔμενε ζωντανός».
Ὑπάρχει καὶ ὁ κὺρ-Φίλης, ποὺ ἀναρωτήθηκε «τί δουλειὰ ἔχουν τὰ λείψανα νὰ τριγυρνᾶνε ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ». Στὴν περίπτωσή του ἰσχύει τὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Βασιλείου ρηθὲν «παχεία γαστὴρ οὐ λεπτὸν τίκτει νοῦν». (Ἐκτρέπομαι σὲ βαρεῖς χαρακτηρισμούς, ἀλλὰ ὅταν «πειράζουν πίστη καὶ πατρίδα μου» καπνίζουν τὰ μάτια μου ἀπὸ ὀργή).
Νὰ κλείσω παραπέμποντας στὸν Κολοκοτρώνη. «Λίγο πρὶν τὸν πιάσουν οἱ Βαυαροὶ ὁ Ἄρμανσμπεργκ, θέλοντας νὰ τὸν δοκιμάσει, τοῦ εἶπε:
- Ἔχεις πολλοὺς ἐχθρούς, στρατηγέ;
- Ἔχω, παραδέχτηκε ὁ Κολοκοτρώνης, μὰ δύο ἀπ’ αὐτοὺς στέκονται οἱ χειρότεροι ἀπ’ ὅλους.
- Καὶ ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ δύο ἐχθροί σου, ρώτησε περίεργα ὁ προϊστάμενος τῶν ἀντιβασιλιάδων.
Ὁ Γέρος τοῦ ἀποκρίθηκε:
- Ὁ ἕνας τ’ ὄνομά μου κι ὁ ἄλλος οἱ δουλεψές μου στὸ Γένος».
(Κ. Φωτιάδης, «Κολοκοτρώνης», σελ. 13)
Ἄς μου συγχωρεθεῖ ἡ σύγκριση, ἀλλὰ τὴν ἴδια ἀπάντηση δίνει καὶ ἡ Ἐκκλησία μας στοὺς τωρινοὺς διῶκτες της. «Ἀπ’ τὰ κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά», τραγουδᾶ ὁ Σολωμός.
Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἥρωες, ὁ ποιητὴς ὑπονοεῖ καὶ «ψάλλει» καὶ γιὰ τὰ κόκαλα, τῶν ἁγίων τῶν Ἑλλήνων, τὰ ἱερά. Κι ἀπὸ ἱερὰ λείψανα βγῆκε ἡ ἐλευθερία μας, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λαὸς τὰ προσκυνᾶ.
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Ἀπὸ τὸ Χρονικὸν τοῦ Μεγάλου Λογοθέτου Γεωργίου Σφραντζῆ ἢ Φραντζῆ
Ἐκδοθὲν ἐν Κερκύρᾳ ἔτει 1477
Ἐμεῖς μέν, εὐγενέστατοι Ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλὸς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ Ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν βούλεται ἵνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήσῃ ἡμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώσῃ ἡμῶν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἵνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἰὸν ἐκχύσῃ καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τὸν Ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν. Παραδίδωμι δὲ ὑμῖν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερά τινα ὀφείλεται κοινῶέ ἐσμεν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὅπερ πατρίδος, τρίτον ὅπερ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὅπερ συγγενῶν καὶ φίλων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσταί ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλὰ μᾶλλον ὅπερ πάντων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι.
Ἐὰν διὰ τὰ ἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοῖς ἀσεβέσιν, ὅπερ τῆς...
πίστεως ἡμῶν τῆς Ἁγίας, ἣν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἡμῖν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὅ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδίσῃ τις καὶ τῶν ψυχῶν ζημιωθῇ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν. Τρίτον βασιλείαν τήν ποτε μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα. Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ἡμᾶς ἐλθὼν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχῦος καθ᾿ ἡμέραν τε καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκῶν ἡμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνῃς ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἐλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό. Ἡμεῖς πᾶσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὖτοι ἐν ἵπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις χερσὶ καὶ ῥωμαλεότητι, ἣν ἐδωρήσατο ἡμῖν ἡ θεία δύναμις. Γνωρίζω δὲ ὅτι αὕτη ἡ μυριαρίθμητος ἀγέλη τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ἡ αὐτῶν συνήθεια, ἐλεύσονται καθ᾿ ἡμῶν μετὰ βαναύσου καὶ ἐπηρμένης ὀφρῦος καὶ θάρσους πολλοῦ καὶ βίας, ἵνα διὰ τὴν ὀλιγότητα ἡμῶν θλίψωσι καὶ ἐκ τοῦ κόπου στενοχωρήσωσι, καὶ μετὰ φωνῶν μεγάλων καὶ ἀλαλαγμῶν ἀναριθμήτων, ἵνα ἡμᾶς φοβήσωσι. Τὰς τοιαύτας αὐτῶν φλυαρίας καλῶς οἴδατε, καί οὐ χρῇ λέγειν περὶ τούτων. Καὶ ὥρα ὀλίγοι τοιαῦτα ποιήσωσι, καὶ ἀναριθμήτους πέτρας καὶ ἕτερα βέλη καὶ ἐλεβολίσκους, ὡσεὶ ἄμμον θαλασσῶν ἄνωθεν ἡμῶν πτήσουσι, δι᾿ ὧν, ἐλπίζω γάρ, οὐ βλάψωσι, διότι ὑμᾶς θεωρῶ καὶ λίαν ἀγάλλομαι καὶ τοιαύταις ἐλπίσι τὸν λογισμὸν τρέφομαι, ὅτι εἰ καὶ ὀλίγοι πάνυ ἐσμέν, ἀλλὰ πάντες ἐπιδέξιοι καὶ ἐπιτήδειοι ῥωμαλέοι τε καὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγαλήτορες καὶ καλῶς προπαρασκευασμένοι ὑπάρχετε. Ταῖς ἀσπίσιν ὑμῶν καλῶς τὴν κεφαλὴν σκέπεσθε ἐπὶ τῇ συμπλοκῇ καὶ συρρήξει. Ἡ δεξιὰ ὑμῶν ἡ τὴν ῥομφαῖαν ἔχουσα μακρὰν ἔστω πάντοτε. Αἱ περικεφαλαίαι ὑμῶν καὶ οἱ θώρακες καὶ οἱ σιδηροῖ ἱματισμοὶ λίαν εἰσὶν ἱκανοὶ ἅμα καὶ τοῖς λοιποῖς ὅπλοις, καὶ ἐν τῇ συμπλοκῇ ἔσονται πάνυ ὠφέλιμα, ἃ οἱ ἐνάντιοι οὐ χρῶνται, ἀλλ᾿ οὔτε κέκτηνται.
Καὶ ὑμεῖς ἔσωθεν τῶν τειχῶν ὑπάρχετε σκεπόμενοι, οἱ δὲ ἀσκεπεῖς μετὰ κόπου ἔρχονται. Διό, ὦ συστρατιῶται γίγνεσθε ἕτοιμοι καὶ στερεοὶ καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμηθῆτε τούς ποτε τῶν Καρχηδονίων ὀλίγους ἐλέφαντας, πὼς τοσοῦτον πλῆθος ἵππων Ῥωμαίων τῇ φωνῇ καὶ θέᾳ ἐδίωξαν, καὶ ἐὰν ζῷον ἄλογον ἐδίωξε πόσον μᾶλλον ἡμεῖς ἡ τῶν ζῴων καὶ ἀλόγων ὑπάρχοντες κύριοι, καὶ οἱ καθ᾿ ἡμῶν ἐρχόμενοι ἵνα παράταξιν μεθ᾿ ἡμῶν ποιήσωσιν ὡς ζῷα ἄλογα καὶ χείρονές εἰσιν. Οἱ πέλται ὑμῶν καὶ ῥομφαῖοι καὶ τὰ τόξα καὶ ἀκόντια πρὸς αὐτοὺς πεμπέτωσαν παρ᾿ ἡμῶν. Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἵνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζῴων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ῥωμαίων. Οἴδατε καλῶς ὅτι ὁ δυσσεβὴς αὐτὸς ὁ ἀμηρὰς καὶ ἐχθρὸς τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως χωρὶς εὔλογον αἰτίας τινος τὴν ἀγάπην ἣν εἴχομεν ἔλυσεν, καὶ τοὺς ὅρκους αὐτοῦ τοὺς πολλοὺς ἠθέτησεν ἀντ᾿ οὐδενὸς λογιζόμενος καὶ ἐλθὼν αἰφνιδίως φρούριον ἐποίησεν ἐπὶ τὸ στενὸν τοῦ Ἀσωμάτου, ἵνα καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν δύνηται βλάπτειν ἡμᾶς. Τοὺς ἀγροὺς ἡμῶν καὶ κήπους καὶ παραδείσους καὶ οἴκους πυριαλώτους ἐποίησε, τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν τοὺς Χριστιανοὺς ὅσους εὗρεν, ἐθανάτωσε καὶ ἠχμαλώτευσε, τὴν φιλίαν ἡμῶν ἔλυσεν. Τοὺς δὲ τοῦ Γαλατᾶ, ἐφιλίωσε, καὶ αὐτοὶ χαίρονται, μὴ εἰδότες καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι τὸν τοῦ γεωργοῦ παιδὸς μῦθον, τοῦ ἐψήνοντος τοὺς κοχλίας καὶ εἰπόντος. Ὦ ἀνόητα ζῷα, καὶ τὰ ἐξῇς.
Ἐλθὼν οὖν ἀδελφοί, ἡμᾶς ἀπέκλεισε, καὶ καθ᾿ ἑκάστην τὸ ἀχανὲς αὐτοῦ στόμα χάσκων, πῶς εὕρῃ καιρὸν ἐπιτήδειον ἵνα καταπίῃ ἡμᾶς καὶ τὴν πόλιν ταύτην, ἣν ἀνήγειρεν ὁ τρισμακάριστος ἐκεῖνος καὶ τῇ πανάγνῳ δεσποίνῃ ἡμῶν Θεοτόκῳ καὶ ἀειπαρθένῳ Μαρίᾳ ἀφιέρωσεν καὶ ἐχαρίσατο τοῦ κυρίαν εἶναι καὶ βοηθὸν καὶ σκέπην τῇ ἡμετέρα πατρίδι καὶ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων τὸ καύχημα πᾶσι τοῖς οὖσιν ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν. Καὶ οὖτος ὁ ἀσεβέστατος τήν ποτε περιφανῆ καὶ ὀμφακλίζουσαν ὡς ῥόδον τοῦ ἀγροῦ βούλεται ποιήσαι ὑπ᾿ αὐτόν. Ἣ ἐδούλωσε σχεδόν, δύναμαι εἰπεῖν, πᾶσαν τὴν ὑφ᾿ ἥλιον καὶ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς Πόντον καὶ Ἀρμενίαν, Περσίαν καὶ Παμφλαγονίαν, Ἀμαζόνας καὶ Καππαδοκίαν, Γαλατίαν καὶ Μηδίαν, Κολχοὺς καὶ Ἴβηρας, Βοσποριανοὺς καὶ Ἀλβάνους, Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσσοποταμίαν, Φοινίκην, Βακτριανοὺς καὶ Σκύθας, Μακεδονίαν καὶ Θετταλίαν, Ἑλλάδα, Βοιωτία, Λοκροὺς καὶ Αἰτωλούς, Ἀκαρνανίαν, Ἀχαΐαν καὶ Πελοπόννησον, Ἤπειρον καὶ τὸ Ἰλλυρικὸν Λύχνιτας κατὰ τὸ Ἀδριατικόν, Ἰταλίαν, Τουσκίνους, Κέλτους καὶ Κελτογαλάτας, Ἰβηρίαν τε καὶ ἕως τῶν Γαδείρων, Λιβύαν καὶ Μαυριτανίαν καὶ Μαυρουσίαν, Αἰθιοπίαν, Βελέδας, Σκούδην, Νουμιδίαν καὶ Ἀφρικὴν καὶ Αἴγυπτον, αὐτὸς τὰ νῦν βούλεται δουλώσαι καὶ τὴν κυριεύουσαν τῶν πόλεων, ζυγῷ ὑποβαλεῖν καὶ δουλείᾳ καὶ τὰς ἁγίας ἐκκλησίας ἡμῶν, ἔνθα ἐπροσκυνεῖτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδοξολογεῖτο τὸ πανάγιον, καὶ ὅπου οἱ ἄγγελοι ἠκούοντο ὑμνεῖν τὸ θεῖον καὶ τὴν ἔνσαρκον τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίαν, βούλεται ποιῆσαι προσκύνημα τῆς αὐτοῦ βλασφημίας καὶ τοῦ φληναφοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ, καὶ κατοικητήριον ἀλόγων καὶ καμήλων. Λοιπὸν ἀδελφοὶ καὶ συστρατιῶται, κατὰ νοῦν ἐνθυμηθῆτε ἵνα τὸ μνημόσυνον ὑμῶν καὶ ἡ μνήμη καὶ ἡ φήμη καὶ ἡ ἐλευθερία αἰωνίως γενήσηται.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...