
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η εορτή της Αναλήψεως, που εορτάζουμε κάθε χρόνο σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση του Χριστού, είναι μια από τις μεγάλες δεσποτικές εορτές της Εκκλησίας μας, όπως τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, η Μεταμόρφωση, τα Πάθη του Χριστού και η Ανάσταση. Η Ανάληψη επίσης είναι το τρίτο κατά σειράν μέγιστο γεγονός πριν από το τέλος του κόσμου. Έσχατο πάντων γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας είναι η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και η τελική Κρίση. Πριν από αυτό ήδη έχει γίνει η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής. Και πριν από την Πεντηκοστή συνέβη η ανάληψη του Χριστού. Η ανάληψη του Χριστού αποτελεί ένα θαυμαστό σημείο. Είναι ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός, αλλά συγχρόνως και ένα μεγάλο θαύμα.
Είναι γεγονός της ιστορίας διότι συνέβη σε συγκεκριμένο τόπο, στο Όρος των Ελαιών στην Παλαιστίνη, και σε συγκεκριμένο χρόνο, στο πρώτο μισό του 1ου μ.Χ. αιώνος. Το γεγονός αυτό το είδαν με τα μάτια τους και το περιγράφουν με λεπτομέρειες αυτόπτες μάρτυρες, οι ιεροί ευαγγελισταί. Η ανάληψη του Χριστού είναι συγχρόνως και μέγιστο θαύμα, διότι όπως συνέβη δείχνει να ανατρέπονται, ή καλύτερα να υπερβαίνονται οι ανθρώπινοι νόμοι.
Η ιστορία του γεγονότος είναι πολύ γνωστή. Ο Ιησούς Χριστός, σαράντα ημέρες μετά την ανάστασή του και μετά από πολλές εμφανίσεις, εμφανίζεται για μία ακόμη φορά στους μαθητές του. Συζητεί μαζί τους. Τους διδάσκει. Τους υπενθυμίζει εκείνα που τους έλεγε πριν από το πάθος του. Κι ύστερα τους παίρνει μαζί του και τους ανεβάζει στο Όρος των Ελαιών. Η τελευταία του πράξη προς τους μαθητές του είναι η ευλογία του. Αφού τους αποκάλυψε όλα όσα είχε να τους αποκαλύψη, τώρα τους ευλογεί.
Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του ευαγγελιστού Λουκά: «Κατόπιν οδήγησε τους μαθητές του έξω από την πόλη των Ιεροσολύμων, μέχρι κοντά στη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε. Καθώς τους ευλογούσε άρχισε να απομακρύνεται από αυτούς και να ανεβαίνη στον ουρανό» (24:50-51).
Μ’ αυτήν την τελευταία πράξη της ευλογίας του Θεανθρώπου γίνεται ο «αποχωρισμός» του από τους μαθητές του. Έρχεται τότε η νεφέλη, που τον παραλαμβάνει και τον ανεβάζει προς τον ουρανό. Κι όλο απομακρύνεται μέχρι να χαθή από τα μάτια των μαθητών. «Κι ενώ εκείνοι τον κοίταζαν που ανέβαινε προς τον ουρανό, ξαφνικά δύο άνδρες (άγγελοι) εμφανίστηκαν μπροστά τους με άσπρα ενδύματα και τους είπαν: Άνδρες Γαλιλαίοι, γιατί σταθήκατε και κοιτάτε προς τον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς, που αναλήφθηκε από κοντά σας στον ουρανό, έτσι θα έλθη και πάλι, με τον ίδιο τρόπο, όπως τον είδατε να αναβαίνη» (Πρξ. 1:9-11).
Αυτή είναι η πρώτη πράξη του γεγονότος της Αναλήψεως. Είναι το ξεπροβόδισμα του Θεανθρώπου Κυρίου από τη γη για την «επάνοδό» του στον ουρανό. Υπάρχει όμως και η δεύτερη πράξη του ιδίου γεγονότος, που οι περισσότεροι και από τους χριστιανούς ακόμη την αγνοούν. Αυτή είναι η υποδοχή που έγινε στον Ιησού Χριστό κατά την είσοδό του στους ουρανούς και η εγκατάστασή του στα δεξιά του Πατρός. Για την υποδοχή αυτή μαθαίνουμε από την θεία αποκάλυψη, όπως αυτή διασώζεται στις άγιες Γραφές, στους αγίους πατέρες, στην Υμνολογία και γενικά στην γραπτή και βιωματική ιερή Παράδοση της Εκκλησίας.
Ο προφητάναξ Δαυΐδ, χίλια χρόνια πριν από το ιστορικό γεγονός, προφητεύει αυτό με θαυμαστό τρόπο. «Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. Τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός. Κύριος δυνατός εν πολέμω» (Ψαλ. 23:7-10). Είναι τα λόγια που επαναλαμβάνονται στην τελετή των εγκαινίων ενός Ορθοδόξου Ναού κατά την ώρα που ο αρχιερεύς επιχειρεί να εισέλθη στον ιερό ναό με τις κεκλεισμένες θύρες.
Αυτήν την υποδοχή του αναληφθέντος Χριστού στους ουρανούς υπονοεί ο απόστολος Πέτρος στην ομιλία του την ημέρα της Πεντηκοστής, αναφερόμενος στον Ιησού Χριστό. «Αυτόν τον Ιησού ανέστησεν ο Θεός, του οποίου όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες, ο οποίος με την δύναμη του Θεού αναλήφθηκε στους ουρανούς» (Πρξ. 2:33). Το ίδιο ομολογούμε όλοι οι πιστοί απαγγέλλοντας το Σύμβολο της Πίστεως: «και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός». Και ο άγιος Χρυσόστομος παρατηρεί: «Πρόσεξε, πού βρισκόταν κάτω ο Χριστός και πού ανέβηκε επάνω. Δεν υπήρχε κατώτερο σημείο για να κατεβή απ’ εκείνο που κατέβηκε ως άνθρωπος. Και δεν υπήρχε υψηλότερο σημείο για ν’ ανεβή από εκείνο που ανέβασε τον άνθρωπο… Ξεπέρασε τους αγγέλους. Προσπέρασε τους αρχαγγέλους. Πιο πάνω από τα Χερουβίμ. Παραπάνω από τα Σεραφίμ. Δεν σταμάτησε, μέχρι που έφθασε και κάθισε στον θεϊκό θρόνο» (ΕΠΕ 36,214). Αυτό το ίδιο γεγονός υποδηλώνει πάλι ο προφητάναξ Δαυΐδ με τον προφητικό του λόγο, «Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου· Κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου» (Ψαλ. 109:1).
Πιο συγκεκριμένα για την υποδοχή του αναληφθέντος Ιησού Χριστού γίνεται λόγος σε ένα τροπάριο της Λιτής της εορτής της Αναλήψεως: «Ότε ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός, των μαθητών ορώντων, αι νεφέλαι υπελάμβανόν σε μετά σαρκός. Πύλαι επήρθησαν αι ουράνιαι. Ο χορός των αγγέλων έχαιρεν εν αγαλλιάσει. Αι ανώτεραι δυνάμεις έκραζον λέγουσαι· Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της δόξης». Με απλά λόγια: «Όταν αναλήφθηκες με δόξα, Χριστέ, συ ο αληθινός Θεός, κι ενώ σε κοιτούσαν οι μαθηταί σου, το σύννεφο σε έπαιρνε μαζί με την ανθρώπινη σάρκα. Τότε οι ουράνιες πύλες άνοιξαν. Ο χορός των αγγέλων έχαιρε με βαθειά αγαλλίαση. Οι ανώτερες αγγελικές δυνάμεις έκραζαν και έλεγαν· Άρχοντές μας, ανοίξτε τις πύλες, διότι να, θα περάση ο Βασιλιάς της δόξης».
Όλα αυτά που ανέφερα δεν είναι παρά μία αμυδρή εικόνα, που μας αποκαλύπτει το απερίγραπτο πανηγύρι, που έγινε στον ουρανό για την υποδοχή του Θεανθρώπου Κυρίου και την εγκατάστασή του με αδιάπτωτη την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του θρόνου του Θεού στον ουρανό.
Κι όταν θεολογικά και εκκλησιαστικά ομιλούμε για ουρανό, δεν εννοούμε ένα μέρος του υλικού σύμπαντος, αλλά μία άλλη πραγματικότητα. Παίρνοντας αφορμή από αγιοπατερικούς λόγους ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν σχολιάζει: «Ο ουρανός δεν βρίσκεται κάπου στο απώτερο διάστημα πέρα από τους πλανήτες ή σε κάποιον άγνωστο γαλαξία. Είναι εκεί που μας επαναφέρει ο Χριστός· είναι ό,τι χάσαμε με την αμαρτία και την υπερηφάνεια, με τις επίγειες, αποκλειστικά γήινες επιστήμες και ιδεολογίες. Αυτός ο ουρανός είναι τώρα ανοικτός, μας τον επιστρέφει και μας τον προσφέρει ο Χριστός. Ουρανός είναι το βασίλειο της αιώνιας ζωής, το βασίλειο της αλήθειας, της καλωσύνης, της ομορφιάς. Ουρανός είναι ολόκληρη η πνευματική μεταμόρφωση της ανθρώπινης ζωής. Ουρανός είναι η Βασιλεία του Θεού, η νίκη επάνω στον θάνατο, ο θρίαμβος της αγάπης και της φροντίδας. Ουρανός είναι η εκπλήρωση αυτής της έσχατης επιθυμίας, για την οποία είπε ο απόστολος Παύλος· α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν. Όλα αυτά μας έχουν αποκαλυφθή, μας έχουν δοθή από τον Χριστό. Κι έτσι ο ουρανός διαπερνά τη ζωή μας εδώ και τώρα, η ίδια η γη γίνεται μία αντανάκλαση της ουράνιας ομορφιάς» (Εορτολόγιο, σ. 190).
Αυτές είναι οι δύο όψεις του μεγάλου ιστορικού γεγονότος και συγχρόνως μεγάλου θαύματος της αναλήψεως του Χριστού. Έτσι γνωρίζουμε την ανάληψη του Χριστού ολοκληρωμένα, από πού και πώς αναλήφθηκε ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός και πού και πώς ανέβηκε, ανυψώνοντας εκεί και την δική μας ανθρώπινη φύση.
Πηγή: Κοινωνία Ορθοδοξίας
Την ώρα που η οικονομία της πατρίδας μας συρρικνώνεται, με την νεοφιλελεύθερη συγκυβέρνηση να ξεπουλά τα πάντα μέσω του Υπερταμείου στους τοκογλύφους δανειστές, η Αριστερά με την σιωπή του «Δεξιού» υπερπατριώτη Π. Καμμένου, «υπερασπιστή», όπως μας συνήθιζε να λέει των εθνικών θεμάτων και της Ορθοδοξίας, υλοποιεί αθόρυβα και απερίσπαστα την ιδεολογική της ατζέντα στην παιδεία και στην λαθρομετανάστευση.
Αργά, αλλά με μεθοδικό τρόπο, την στιγμή που η κοινωνία παρακολουθεί με τρόμο τα μέτρα που περνά άκοπα η συγκυβέρνηση από την Βουλή, οι μαρξιστές του ΣΥΡΙΖΑ, με την ένοχη σιωπή της ΝΔ αλλά και των υπολοίπων κομμάτων του «συνταγματικού τόξου», γκρεμίζουν καθετί που συγκροτεί την εθνική μας ταυτότητα.
Ο Υπουργός που δεν έχει καν πτυχίο πανεπιστημίου, έχει βάλει ως στόχο (;) να δημιουργήσει μια αντεθνική παιδεία, ενώ την ίδια στιγμή με τη μη ιστορικές του γνώσεις, προκαλεί το εθνικό αίσθημα με τις δηλώσεις του για την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.
Οι οδοστρωτήρες του εθνομηδενισμού και της «πολιτικής ορθότητας’,’ κινούνται αθόρυβα και ύπουλα, δηλητηριάζοντας τις ψυχές και τις συνειδήσεις των ελληνόπουλων, που αντί για πολίτες με εθνική συνείδηση γίνονται γενίτσαροι χωρίς ταυτότητα και προορισμό.
Τι είναι ο Εθνομηδενισμός; Η απαξίωση κάθε έννοιας της πατρίδας, του έθνους, της φυλής, των παραδόσεων, της γλώσσας. Αυτός είναι ο Εθνομηδενισμός. …
ΞΕΧΑΣΤΕ ΠΑΡΕΛΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Σχολείο χωρίς βαθμούς, παρελάσεις και προσευχή προτείνει η Επιτροπή Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή» στις προτάσεις προβλέπεται και η κατάργηση των παρελάσεων των μαθητών, ο υποχρεωτικός εκκλησιασμός και η υποχρεωτική προσευχή. Και δεν είναι οι μόνες ρηξικέλευθες προτάσεις της, που προκαλούν αντιδράσεις τόσο από την Εκκλησία όσο και από την εκπαιδευτική κοινότητα. Για παράδειγμα, στο Λύκειο τα μόνα υποχρεωτικά μαθήματα για όλους τους μαθητές προτείνεται να είναι τα Αγγλικά και η Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία.
ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΦΙΛΗ
Άσχετος ή απλά επικίνδυνος; Η πιο πλούσια γλώσσα του κόσμου, στην οποία βασίστηκαν οι γλώσσες πολλών λαών δέχεται επιθέσεις από τους ίδιους τους Έλληνες ή καλύτερα Ελληνόφωνους.
Ο προκλητικός υπουργός Παιδείας προτείνει την κατάργηση στα ελληνικά σχολεία των Αρχαίων ελληνικών από την Α’ Γυμνασίου, αμφισβητώντας τη σημαντικότητα του μαθήματος.
Να σημειωθεί ότι ακόμα και οι πιο ακραίοι «δημοτικιστές» από αυτούς που επικαλείται, προκειμένου να δώσει κύρος στην ανοησία που εκστόμισε, δεν ισχυρίστηκαν ποτέ ότι η διδασκαλία των αρχαίων είναι παρά φύσιν.
ΣΕ ΠΟΙΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΙ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Την ώρα που ο κ. Φίλης θέλει να μειώσει την σημασία των Αρχαίων Ελληνικών, στο εξωτερικό σε άλλες χώρες το μάθημα είναι υποχρεωτικό ή προαιρετικό.
Σύμφωνα με το newsbeast.gr, στα 16 Ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται, ως υποχρεωτικό μάθημα σε 208 Κλασικά Λύκεια.
Στην Πολωνία λειτουργούν 3 Κλασικά Λύκεια Β/θμιας όπου διδάσκεται παράλληλα με την Αρχαία Ελληνική και ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός.
Στη Μ. Βρετανία η διδασκαλία των Αρχαίων είναι προαιρετική, στο πλαίσιο της διδασκαλίας ξένων γλωσσών σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες. Κάθε σχολείο είναι αρμόδιο να αποφασίσει αν θα εντάξει τα Αρχαία Ελληνικά στο πρόγραμμά του. Ωστόσο σε κάποια από τα ιδιωτικά σχολεία το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών και Λατινικών (Classics) προσφέρεται στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο. Ιδιαίτερη παράδοση και ποιότητα στις κλασικές σπουδές έχουν πολλά γνωστά Πανεπιστήμια της Αγγλίας.
Βέλγιο, Γαλλία, Ισπανία
Τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται ως μάθημα επιλογής.
Ιταλία
Στην Ιταλία τα Αρχαία διδάσκονται στα κλασικά Λύκεια.
Ρωσία
Στη Μόσχα τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Μόσχας Λομονόσοφ, στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Ανθρωπιστικών Σπουδών (RGGU), στο Πανεπιστήμιο Αγίας Πετρούπολης, στο Πανεπιστήμιο Πετροζαβόντσκ, στη Θεολογική Ακαδημία Μόσχας και στα εκκλησιαστικά λύκεια.
Αυστραλία
Τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται, ως επιλεγόμενο μάθημα για τις Πολιτειακές εξετάσεις (Πανελλήνιες), σε σχολεία της Δευτεροβάθμιας.
Σας αναφέραμε ελάχιστες χώρες, καθώς τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Ο ΕΘΝΟΜΗΔΕΝΙΣΤΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ
Ο Αντώνης Λιάκος τα τελευταία χρόνια κινείτο στον στενό πυρήνα των εκσυγχρονιστών του σημιτικού ΠΑΣΟΚ, καθώς εκτός των άλλων ήταν αυτός που ο απαιτητικός με τους συνεργάτες του- Κώστας Σημίτης, του είχε εμπιστευτεί τα ηνία ενός δημιουργήματος του. Ο καθηγητής έχει διατελέσει πρόεδρος του ΟΠΕΚ, ενός ομίλου σημιτικής έμπνευσης που τα αρχικά του σημαίνουν «Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της κοινωνίας» και μέλη του ήταν μια σειρά από γνήσια στελέχη του εκσυγχρονισμού.
Υπό την παιδαγωγική του ιδιότητα, είχε καλέσει ιστορικούς και δασκάλους «αντί να ενισχύουν την εθνική ταυτότητα, να δίνουν στους μαθητές τους τα εφόδια για να επιλέγουν οι ίδιοι την ταυτότητά τους». Το ότι ο καθηγητής αμφισβητεί ήδη από οκταετίας ανοικτά την επιταγή του Συντάγματος στο άρθρο 16, παράγραφος 2, που θέτει ως σκοπό της παιδείας την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης, λέει πολλά, για το ποια θα είναι η πορεία της ελληνικής παιδείας και για το ποια θα είναι η συνείδηση που θα διαμορφώσουν τα ελληνόπουλα.
Οι ανιστόρητες και προκλητικές του τοποθετήσεις αποδομούν το «παπαρρηγοπούλειο σχήμα της εθνικής συνέχειας του Ελληνισμού», θίγοντας νοητικά και συναισθηματικά παραδοσιακές πεποιθήσεις των Ελλήνων πολιτών.
Μην ξεχνάμε πως ο κύριος Λιάκος υπήρξε και πνευματικός μέντορας της συγγραφέως, καθηγήτριας Μαρίας Ρεπούση, όπου με το βιβλίο της περί «συνωστισμού» προκάλεσε το εθνικό αίσθημα. Ενός βιβλίου που κρίθηκε απαράδεκτο και αποσύρθηκε, καθώς σύμφωνα με αυτό, «χιλιάδες Ελληνες συνωστίζονταν στο λιμάνι (της Σμύρνης) προσπαθώντας να μπουν στα πλοία και να φύγουν».
Οι εκφραστές του εθνομηδενισμού θέλουν να καταστήσουν τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία απλές «επιλογές» μεταξύ πολλών άλλων σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα κοσμοπολιτισμού.
Αν καταργείς το μάθημα των Θρησκευτικών, τότε θα πρέπει να καταργήσεις και τη διδασκαλία του Κορανίου στα δημόσια σχολεία της Θράκης. Γιατί δεν βάζουν στην δημόσια ατζέντα το σχετικό ζήτημα; Μήπως ο πραγματικός τους στόχο είναι η αποδόμηση καθετί ελληνοχριστιανικού ούτως ώστε να δημιουργηθεί μια κοινωνία χωρίς συνείδηση;
Οι εθνομηδενιστές λειτουργούν ως πέμπτη φάλαγγα της συνέχειας και της αξιοπρέπειας του Έθνους. …
Η εθνομηδενιστική αντίληψη δεν συμβαίνει μόνο στην αλλαγή θεώρησης της ιστορίας, αλλά και στην τεχνική αλλαγή της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων. …
Ο Ελύτης δίνει απάντηση σε όλους όσοι θέλουν να αποδομήσουν την ελληνική γλώσσα και ταυτότητα.
«Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική.
Το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου»
Πηγή: ithesis
Την 1-6-16 έλαβαν χώρα στην Ελβετία τα εγκαίνια του μεγαλύτερου σιδηροδρομικού τούνελ στον κόσμο που θα συνδέει την Ελβετία με τη Βόρεια Ιταλία. Παρόντες στην τελετή οι ισχυροί ηγέτες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων η κα Μέρκελ, κ. Ολάντ, Ρέντσι ενώ γενικά παραβρέθηκε ως καλεσμένη η Ευρωπαϊκή Ελίτ.
Την τελετή διάρκειας 6 και πλέον ωρών αναμετάδωσε -μεταξύ άλλων καναλιών- στο σύνολό της ασχολίαστη το Δορυφορικό Κανάλι Russia Today και μπορείτε να την παρακολουθήσετε μέσω του διαδικτύου εδώ:
Η τελετή ξεκίνησε με – τι άλλο; – συμπροσευχή (στο 7΄.10΄΄) Καθολικού Ιερέα, Ραβίνου, Μουφτή και Προτεστάντισσας Κληρικού και συνεχίστηκε με διάφορα συμβολικά δρώμενα ώστε να καταλήξει στην πιο απροκάλυπτη Σατανιστική τελετή που έχει ποτέ λάβει χώρα δημοσίως. Οι Ελβετοί οργανωτές με κάθε ωμότητα έδειξαν το όραμα των οπαδών του Εωσφόρου για τον κόσμο και ούτε λίγο ούτε πολύ δικαίωσαν ( έως το σημείο που τους συνέφερε φυσικά ) τις προρρήσεις των Αγίων και Γερόντων της Πίστεώς μας. Η κορύφωση της τελετής – λατρείας ξεκίνησε (όλως τυχαίως) την 6η ώρα της τελετής (θυμίζουμε την ημερομηνία 1-6-16) παρουσιάζοντας τους εργάτες να εισέρχονται στο χώρο με στρατιωτική πειθαρχία ως άψυχα κινούμενα σώματα (ζόμπι) ( στο 5:58΄.25΄΄). Μετά από απέλπιδες κινήσεις αντίδρασής τους που καταλήγουν στην κατάρρευση των προσπαθειών τους να σκαρφαλώσουν σε έναν απότομο γκρεμό (μήπως απεικονίζεται η σισύφεια προσπάθειά τους να επιβιώσουν οικονομικά στη σύγχρονη Ευρώπη;) υποχωρούν τελικά και τη θέση τους παίρνουν ( στο 6:04΄.00΄΄) οι αστοί ευρωπαίοι πολίτες ημίγυμνοι αλλοπρόσαλλοι, σκοτισμένοι και παραδομένοι στη σάρκα και τις διεκδικήσεις. Όλοι σταματούν (στο 6:04΄.30΄΄) και ταυτιζόμενοι με τον κτύπο του τυμπάνου συμμετέχουν στην ανθρωποθυσία τριών εργατών που κρεμασμένοι ψυχορραγούν (στο 6:06΄.06΄΄) μέχρι να πεθάνουν οπότε και εικονίζονται να γκρεμίζονται στην άβυσσο (στο 6:06΄.45΄΄). Οι ψυχές των θυσιασμένων ανεβαίνουν προς τα πάνω (6:07΄.08΄΄) ενώ την ίδια στιγμή επί της γης συνοδευόμενος από ανδρόγυνες νύμφες κάνει την εμφάνισή του θριαμβευτικά ο ίδιος ο Εωσφόρος ικανοποιημένος από την ανθρωποθυσία!!! ( στο 6:09΄.08΄΄). Από εδώ και πέρα το θέαμα είναι αποτρόπαιο. Ο Εωσφόρος ουρλιάζει υπό τη συνοδεία Ελβετικών κόρνων και η συνοδεία του μεριάζει προσκυνώντας τον. Μία μαύρου χρώματος πόρνη νύμφη τον πλησιάζει και εν μέσω χορών της συνοδείας του ζευγαρώνει βέβηλα μαζί του. Η πόρνη νύμφη τον τυλίγει με το πέπλο της ( στο 6:12΄.00΄΄) ως βασιλέα και εν συνεχεία αποσύρεται στο βάθος της σκηνής ενώ ο Εωσφόρος ξαπλώνει στο μπροστινό μέρος της ως να τίκτει… ( στο 6:14΄.15΄΄). Η πόρνη τελικά κατεβαίνει από τη σκηνή για να αφήσει μόνο του επάνω τον νεαρό Αντίχριστο… (στο 6:14΄.54΄΄). Υπό τους ήχους ενός παγανιστικού τραγουδιού γυναίκες κρατώντας και φορώντας παγανιστικά σύμβολα και άνδρες ντυμένοι ως να θυμίζουν μασόνους κρατώντας επίσης παγανιστικά σύμβολα περνούν μέσα από τους θεατές ( αρκετοί από αυτούς φοβισμένοι από ότι είδαν έως τώρα) και έρχονται να αποτίσουν φόρο τιμής στον Αντίχριστο. ( στο 6:15΄.55΄΄). Ακολούθως τη θέση των παγανιστών παίρνει ένα πολύχρωμο πλήθος ενώ η μουσική γίνεται ηλεκτρονική και στη γιγαντοοθόνη προβάλλονται βιομηχανικές και τεχνολογικές εικόνες. Ο αντίχριστος … παραλαμβάνει τα κέρατα από τον Εωσφόρο (στο 6:20΄.00΄)΄ ο οποίος κατόπιν αναμιγνύεται με το πολύχρωμο πλήθος και επιδίδεται σε βδελυρές περιπτύξεις ενώ ανάμεσα στους συμμετέχοντες διακρίνονται μια γυναίκα με πορφυρά καθολικά άμφια και τσάντα με σταυρό, γυναίκες ντυμένες άνδρες και άνδρες ντυμένοι γυναίκες. Ο αντίχριστος κρατώντας τα κέρατα του πατέρα του αναπαύεται στο άκρο της σκηνής, στη γιγαντοθόνη προβάλλονται …πιγκουίνοι με γραβάτες και το παρδαλό πλήθος συνεχίζει άνευ νοήματος τους χορούς και τις περιπτύξεις. Κάποια στιγμή η γυναίκα με τα καθολικά άμφια εν μέσω γελώτων γεννά μια κοπέλα (;) (στο 6:24΄.00΄΄) και μετά από νεύμα του Εωσφόρου (στο 6:27΄.10΄΄) όλοι μαζί προχωρούν προς τη γιγαντοοθόνη όπου απεικονίζεται ένα ρολόι το οποίο και προσκυνούν. Κάπου εκεί, στο τέλος της τελετής, οι υπεύθυνοι θυμήθηκαν ότι επρόκειτο για εγκαίνια σιδηροδρομικού τούνελ και προέβαλαν ένα τραίνο να βγαίνει από το τούνελ οπότε το παρδαλό πλήθος μαζί με τον Εωσφόρο άρχισε να πανηγυρίζει με υστερία και μανία ενώ ο αντίχριστος διακριτικά αποχώρησε με σκυφτό το κεφάλι συνεχίζοντας να κρατά τα κέρατα του πατέρα του.
Ήταν πραγματικά αποκρουστικό να δούμε και να περιγράψουμε τα παραπάνω που ξεπερνούν κάθε ανθρώπινη φαντασία. Έπρεπε όμως να το κάνουμε καθώς επρόκειτο για μια επίσημη διακυβερνητική γιορτή στην καρδιά της Ευρώπης που μεταδόθηκε τηλεοπτικά και που παρά το σκανδαλώδες και πολυδάπανο θέαμά της αλλά και τις αντιδράσεις που προκάλεσε στους Ευρωπαίους πολίτες, δεν ακούστηκε για αυτή ούτε λέξη από τα ημεδαπά μέσα «ενημέρωσης».
Οι εχθροί της Πίστεώς μας νιώθουν πια ανίκητοι και επιδεικνύουν τις διαστροφές τους και τις ορέξεις τους. Η Ευρώπη του Χριστιανισμού και των Αξιών έχει πια τελειώσει. Μια Νέα Ευρώπη έχει γεννηθεί και μολονότι είναι ανόσια και αποκρουστική μας δείχνει ξεδιάντροπα το πρόσωπό της. Προβάλει ότι πιο σκοταδιστικό, φαύλο και πρωτόγονο και όμως οι υπηρέτες της έχουν το θράσος να μας αποκαλούν οπισθοδρομικούς και κολλημένους στην παράδοση.
Με αυτή την Ευρώπη δεν θέλουμε να έχουμε καμία σχέση. Την αποστρεφόμαστε και δεν τη φοβόμαστε.
Όσοι θέλουν ας διαλέξουν αυτήν την κατ’ όνομα Ευρώπη. Εμείς το Χριστό αγαπάμε και κρατάμε τη Ρωμαίικη Ελλάδα.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Το υπερκράτος, η υπεροικονομία, η υπερθρησκεία δεν θα υπηρετούν τον Χριστό και τον άνθρωπο, ως εικόνα του Θεού, αλλά τον αντίχριστο και όσους προσκυνήσουν τον αντίχριστο.
Πολλοί σήμερα μιλούν για παγκοσμιοποίηση. Ενώ κάποιοι ολίγοι την σχεδιάζουν και την προετοιμάζουν. Παγκοσμιοποίηση στην οικονομία, στην δημιουργία ενός υπερκράτους, στην θρησκεία.
Η παγκοσμιοποίησις φαίνεται να είναι και ο στόχος του κινήματος της «Νέας Εποχής» που αποβλέπει στην αντικατάσταση του Χριστού από τον αντίχριστο. Η βασιλεία του αντιχρίστου, κατά τους νεοεποχίτας, θα αρχίσει με την γ΄ χιλιετία μ. Χ. Ο Ι.Χ.Θ.Υ.Σ (Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ) θα αντικατασταθεί με τον Υδροχόο (σύμβολο του αντιχρίστου).
Η παγκοσμιοποίησις δεν θα είναι εφικτή, εάν οι και θρησκείες δεν παραιτηθούν από την αξίωσή τους, ότι έχουν την απόλυτη Αλήθεια, και εάν δεν δεχθούν να προχωρήσουν σε μια υπερθρησκεία, ένα μίγμα θρησκειών.
Έτσι βλέπουμε το πρωτοφανές γεγονός Χριστιανοί, Ιουδαίοι, Μουσουλμάνοι, Βουδισταί, Ειδωλολάτραι, να συμπροσεύχονται για την ειρήνη και να προσχωρούν σε διαθρησκειακούς διαλόγους, στους οποίους υπερτονίζεται ότι (οι μονοθεϊστικές θρησκείες) έχουμε ένα κοινό Θεό.
Σ΄ αυτούς τους διαλόγους οι συμμετέχοντες χριστιανοί, και δυστυχώς και ορθόδοξοι κληρικοί και λαϊκοί, δεν ομολογούν τον Τριαδικό Θεό και τον Ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού.
Με πολύ λύπη διαβάσαμε, ότι τελευταία στην Ρουμανία έλαβε χώρα πανθρησκειακή συγκέντρωση και προσευχή υπέρ της ειρήνης με την συμμετοχή και ορθοδόξων Πατριαρχών και Αρχιεπισκόπων. Δεν συμμετείχαν, ευτυχώς, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και αι Εκκλησίαι Ιεροσολύμων, Ρωσίας, Σερβίας, Γεωργίας, Ελλάδος και Πολωνίας.
Σχεδιάζεται λοιπόν μια παγκοσμιοποίησις όχι μόνο χωρίς Χριστό αλλά και κατά του Χριστού.
Το υπερκράτος, η υπεροικονομία, η υπερθρησκεία δεν θα υπηρετούν τον Χριστό και τον άνθρωπο, ως εικόνα του Θεού, αλλά τον αντίχριστο και όσους προσκυνήσουν τον αντίχριστο.
Σ΄ αυτήν τη παγκοσμιοποίηση οι διάφοροι θεσμοί θα αφαιρούν τις ελευθερίες των ανθρώπων προκειμένου οι άνθρωποι να γίνουν πιόνια στα χέρια των ισχυρών της γης.
Κάτι τέτοιο άρχισε να γίνεται και στην πατρίδα μας, όπου θεσμοί έξωθεν ερχόμενοι επιβάλλονται στον λαό μας. Όλοι θα ελέγχονται με παγκόσμιο φακέλωμα. Ανησυχήσαμε για τη Συνθήκη του Σένγκεν, επειδή την είδαμε σαν πρόδρομο του παγκόσμιου φακελώματος.
Το ότι οι ανησυχίες μας δεν είναι ανυπόστατες αποδεικνύει το γεγονός, ότι βάσει της Συνθήκης αυτής οι Ορθόδοξοι Βαλκάνιοι αδελφοί μας δυσκολεύονται να έλθουν στη πατρίδα μας. Λειτουργεί δηλαδή η συνθήκη και εις βάρος της Ορθοδοξίας.
Ως χριστιανοί αρνούμεθα να δεχθούμε και να συμπράξουμε σε παγκοσμιοποιήσεις τύπου «Νέας Εποχής».
Η αληθινή παγκοσμιοποίησις άρχισε με τη Σάρκωση του Θεού Λόγου, που προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση και ένωσε «τα πριν διεστώτα» και ανέστησε «παγγενή τον Αδάμ». Ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινά παγκόσμιος άνθρωπος. Και τούτο διότι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε» εν Αυτώ(Γαλ. 3,28).
Κάθε χριστιανός που ενώνεται με τον Χριστό και που ο Χριστός ζει εν αυτώ και αυτός εν τω Χριστώ, γίνεται επίσης παγκόσμιος χριστιανός. Αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους αδιακρίτως φύλου, γλώσσης, θρησκείας, εθνικότητος. Γίνεται ένας καθολικός άνθρωπος, μικρόκοσμος και συγχρόνως μακρόκοσμος, γιατί περιέχει μέσα του όχι μόνο όλη την ανθρωπότητα αλλά και όλη την κτίση.
Πώς είναι δυνατόν ένας θεωμένος χριστιανός να μην είναι ένας παγκόσμιος και καθολικός άνθρωπος ;
Τέτοιοι παγκόσμιοι άνθρωποι ήσαν οι άγιοι Απόστολοι, οι παλαιοί και νέοι Μάρτυρες, οι Ασκηταί, οι εν τω κόσμω άνθρωποι της αγάπης και της θυσίας.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι παγκόσμιος, γιατί θυσιάστηκε για όλο τον κόσμο.
Ο αντίχριστος και οι οπαδοί του σφετερίζονται τον τίτλο του παγκοσμίου. Και τούτο γιατί δεν θυσιάζονται για τους ανθρώπους, αλλά θυσιάζουν τους ανθρώπους εν ονόματι κάποιας ιδεολογίας και παγκοσμιοποιήσεως.
Κατά τους χρόνους της ελεύσεως του Κυρίου η Ρώμη είχε επιτύχει κάποια παγκοσμιοποίηση, την «Pax Romana». Όμως αυτή βασιζόταν στην διάκριση ελευθέρων και δούλων, εκμεταλλευτών και εκμεταλλευομένων και προϋπέθετε τη λατρεία των ειδώλων και του Ρωμαίου Αυτοκράτορος, στο πρόσωπο του οποίου οι χριστιανοί έβλεπαν τον πρόδρομο του αντιχρίστου.
Μεταξύ εκείνης και της σημερινής παγκοσμιοποιήσεως υπάρχουν πολλά τα κοινά.
Όπως ψάλλει ο Εκκλησία μας κατά τον Εσπερινό των Χριστουγέννων :
«Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ πολυαρχία τῶν ἀνθρώπων ἐπαύσατο, καὶ σοῦ ἐνανθρωπήσαντος ἐκ τῆς Ἁγνῆς, ἡ πολυθεΐα τῶν εἰδώλων κατήργηται. Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον, αἱ πόλεις γεγένηνται· καὶ εἰς μίαν Δεσποτείαν Θεότητος, τὰ Ἔθνη ἐπίστευσαν. Ἀπεγράφησαν οἱ λαοί, τῷ δόγματι τοῦ Καίσαρος, ἐπεγράφημεν οἱ πιστοί, ὀνόματι Θεότητος, σοῦ τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ ἡμῶν. Μέγα σου τὸ ἔλεος, δόξα σοι».
Κάθε χωρίς Χριστόν μοναρχία και παγκοσμιοποίησις ημπορεί να καταργεί την πολυαρχία των ανθρώπων. Αλλά την πολυθεΐα των ειδώλων, της λογής – λογής ειδωλοποιήσεις ψευδών θεών και ιδεολογιών, μόνον ο ενανθρωπήσας εκ της Αγνής Χριστός καταργεί.
Απεγράφησαν τότε οι λαοί «τω δόγματι του Καίσαρος» και απογράφονται σήμερα στις διάφορες κρατικές και υπερκρατικές εξουσίες.
Όμως οι χριστιανοί δεν αρκούνται σ΄ αυτήν την απογραφή. Γιατί είναι ανθρωποκεντρική που κάποτε γίνεται και δαιμονική.
Ζητούν να απογραφούν και επιγραφούν στο όνομα του Θεανθρώπου Χριστού. Ζητούμε παγκοσμιοποίηση θεανθρώπινη, παγκοσμιοποίηση στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία.
Εκεί είναι η ελπίδα μας και γι΄ αυτήν ο αγώνας μας.
Ως χριστιανοί δεν προσκυνούμε υπερανθρώπους, ιδεολογίες, είδωλα, ψευδοσωτήρες.
Προσκυνούμε μόνον τον εν Βηθλεέμ τεχθέντα Κύριον Ιησούν Χριστόν. Τον ταπεινόν Ιησούν. Αυτόν που μας ελύτρωσε με τον Σταυρόν και την Ανάστασή Του. Και τον ικετεύουμε να δώσει πλουσία την Χάρι Του στο λαό Του, και σε μας να μη παρασυρθούμε από τους ψευδοπροφήτες, αλλά να μείνουμε πιστοί στο όνομά Του άχρι θανάτου.
Χριστούγεννα 1998
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου
Πηγή: («ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ», τευχ. 3, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1998, σσ. 5-6.), Διακόνημα
Πηγή: Εκκλησιαστική Παράμβαση, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Σύντομη κριτική μελέτη στη δημοσίευση του Θεοφ. Επισκόπου Αβύδου κ. Κυρίλλου, καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με τίτλο: «Εμπιστεύομαι την Εκκλησία».
Πρόσφατα το φως της δημοσιότητος στο ιστολόγιο «Ρομφαία» είδε η δημοσίευση με τίτλο: «Εμπιστεύομαι την Εκκλησία», του Θεοφ. Επισκόπου Αβίδου κ. Κυρίλλου, (στο εξής Θ.Α.Κ.), καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρόκειται για ένα εκτενέστατο κείμενο στο οποίο ο συγγραφέας καταπιάνεται με πολλά θέματα, ιδίως όμως προσπαθεί να υπερασπίσει το διάτρητο προσυνοδικό κείμενο: «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον». Στις γραμμές που ακολουθούν θα προσπαθήσουμε με την Χάρη του Θεού να κάνουμε μια σύντομη κριτική μελέτη και να αναφερθούμε στα κυριώτερα σημεία του εν λόγω κειμένου με γνώμονα πάντοτε την Κανονική και Πατερική παράδοση της Εκκλησίας μας.
Η κατ’ ακρίβεια και η κατ’ οικονομία πράξη.
Ο Μ. Βασίλειος, που συμφωνεί και επαυξάνει τη θεολογική προσέγγιση της Συνόδου του Αγ. Κυπριανού, εξηγεί και το γιατί η Εκκλησία δέχεται τους προσερχομένους από ορισμένες αιρέσεις χωρίς να τους βαπτίζει. Δεν πρόκειται περί θεολογικών, αλλά καθαρά περί ποιμαντικών λόγων. Ο Μ. Βασίλειος συναινεί να μη βαπτίζονται οι προσερχόμενοι από ορισμένες αιρέσεις, πρακτική που εφαρμοζόταν σε Εκκλησίες της Μ. Ασίας η της Ρώμης «οικονομίας ένεκα των πολλών», (Βασιλ-1), η «οικονομίας τινός ένεκα» (Βασιλ-47), όπως χαρακτηριστικά σημειώνει. Επίσης, ο ίδιος, ενώ υπεραμύνεται της θεολογικής ακρίβειας, προτείνει και την κατ’ οικονομία πράξη «εάν μέντοι μέλλη τη καθόλου οικονομία εμπόδιον έσεσθαι τούτο, πάλιν τω έθει χρηστέον και τοις οικονομήσασι τα καθ’ ημάς Πατράσιν ακολουθητέον. Υφορώμαι γαρ μήποτε, ως βουλόμεθα οκνηρούς αυτούς περί το βαπτίζεινποιήσαι, εμποδίσωμεν τοις σωζομένοις δια το της προτάσεως αυστηρόν». Αντιδιαστέλλεται, λοιπόν, η θεολογική ακρίβεια («το της προτάσεως αυστηρόν»), από την ποιμαντική οικονομία («το έθος των πατέρων»). Με άλλα λόγια, η Εκκλησία, χρησιμοποιώντας τη θεολογική ακρίβεια σε όλους τους τόνους, αποφαίνεται ότι δεν υφίσταται έγκυρο βάπτισμα στην αίρεση. Αξιοποιώντας όμως την ποιμαντική οικονομία, υποδέχεται όσους μετανοημένοι αρνούνται την αίρεση και προσέρχονται στην Εκκλησία μόνο με την τέλεση του ιερού Χρίσματος και τη Θ. Μετάληψη και όχι δια του τριπλού μυστηρίου της Χριστιανικής μυήσεως (Βάπτισμα-Χρίσμα-Θ. Ευχαριστία), όπως προβλέπει η κατ’ ακρίβεια πράξη. Σε όλες τις περιπτώσεις, όμως, απαιτείται ρητή άρνηση και αναθεματισμός των αιρέσεων, των αιρετικών διδασκαλιών, ακόμα και των «εξάρχων των αιρέσεων».
[2] Fameree Joseph, “Orthodox Influeceοn the Roman Catholic Theologian Yves Congar, σ.412-413.
Αβύδου Κύριλλος: ''Εμπιστεύομαι την Εκκλησία''
Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον
Ἡ ὀρθόδοξη πλευρὰ ποὺ ἐκινεῖτο καὶ κινεῖται στὴ διάσταση τοῦ ὀρθοῦ φρονήματος τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ἀγωνίζεται νὰ ἐκπληρώσει στὴν πράξη τὴν προτροπὴ τοῦ Ἁγ. Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ: «Ὁ τέλειος ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς ἄκρον ἀπαθείας ἐλθών, οὐκ ἐπίσταται διαφορὰν ἰδίου καὶ ἀλλοτρίου, ἢ ἰδίας καὶ ἀλλοτρίας, ἢ πιστοῦ καὶ ἀπίστου, ἢ δούλου καὶ ἐλευθέρου, ἢ ὅλως ἄρσενος καὶ θηλείας· ἀλλ᾽ ἀνώτερος τῆς τῶν παθῶν τυραννίδος γενόμενος, καὶ εἰς τὴν μίαν φύσιν τῶν ἀνθρώπων ἀποβλε-πόμενος, πάντα ἐξ ἴσον θεωρεῖ, καὶ πρὸς πάντας ἴσως διάκειται».
Γιὰ νὰ ἀγαπᾶς καὶ νὰ ἀποδέχεσαι τὸν ἄλλο, νὰ ὑπερβαίνεις τὴν ἀδιαφορία, τὸ φανατισμὸ καὶ τὸ μίσος πρὸς τὸν ἄλλο, τὸ λέγει πολὺ ξεκάθαρα ὁ Ἅγ. Μάξιμος, πρέπει νὰ εἶσαι «ἀνώτερος τῆς τῶν παθῶν τυραννίδος». Χρειάζεται νὰ θυμηθεῖ κανεὶς ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ τὰ λέγει κάποιος ποὺ γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸ ὀρθόδοξο δόγμα καὶ φρόνημα, δηλ. τὴν αὐθεντικὴ καὶ ἀληθινὴ ζωή, διώχτηκε βάναυσα ἀπὸ τὴν πολιτικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία τοῦ καιροῦ του; Δὲν ἔκανε ὁ Ἅγ. Μάξιμος διάλογο μὲ τὴν κακοδοξία τῆς ἐποχῆς του; Καὶ μόνο ἡ συζήτηση μὲ τὸν αἱρετικὸ Πατριάρχη Πύρρο πέρα ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐπιστολῶν του εἶναι δεῖγμα καὶ ἀπόδειξη τῆς στάσης του ἀπέναντι στὸ μεῖζον τότε πρόβλημα. Τὸ ἴδιο δὲν ἔκανε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συζητώντας μὲ Ἀρειανούς, Ἀνομοίους, Εὐνομιανούς, Πνευματομάχους; Ὅλοι αὐτοὶ καὶ πολλοὶ ἄλλοι διὰ μέσω τῶν αἰώνων, ἀναδειχθέντες πνευματοφόροι πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, δὲ διεῖδαν ποτὲ τὸ μάταιο τοῦ ἐγχειρήματος τοῦ διαλόγου, δὲν ἐγκατέλειψαν τὴν προσδοκία καὶ τὴν ἐλπίδα, δὲν αἰσθάνθηκαν κόπωση ἀπὸ τὴ μὴ εὐόδωση τῶν προσπαθειῶν τους.
Ἀσφαλῶς καὶ μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα κινούμενες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες αἰσθάνθηκαν τὴν ἀνάγκη ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ ᾽60 νὰ πορευτοῦν αὐτὲς τὴν πορεία τῆς συνάντησης μὲ τὸ λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο, μετὰ ἀπὸ τὶς γνωστὲς ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Διασκέψεων στὴ Ρόδο καὶ τὸ Σαμπεζὺ τῆς Ἑλβετίας. Εἶναι σαφὴς καὶ ἀδιαμφισβήτητη ἡ ἀξία αὐτῆς τῆς πρωτοβουλίας.
Μεταξὺ ἄλλων ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καλεῖται νὰ δώσει τὴ δική της μαρτυρία τῆς δικῆς της παράδοσης, τῆς ἀποστολικῆς παράδοσης, τῆς ἀποκεκαλυμμένης τοῦ Θεοῦ ἀλήθειας, τῆς καταγεγραμμένης στὴ Βίβλο καὶ τὶς Οἰκουμενικὲς συνόδους καὶ ἑρμηνευόμενης ἀπὸ τοὺς ἐκκλησια-στικοὺς πατέρες, μὲ ἀλάθητο ἔσχατο κριτήριο τὴ διαχρονικὴ συλλογικὴ συνείδηση τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ. Ὅταν διαλέγεσαι μὲ αὐτοὺς ποὺ κάποιοι καλοῦν αἱρετικούς, κάποιοι ἄλλοι τοὺς καλοῦν ἑτεροδόξους, οὐσιαστικὰ βάζεις ἀνάχωμα σὲ ὁποιαδήποτε προσηλυτιστικὴ διάθεση, διαφορετικὰ ὁ διάλογος γίνεται ἀκόμα πιὸ δύσκολος, ἂν ὄχι ἀδύνατος. Καλεῖσαι καὶ μπορεῖς νὰ ἀντιμετωπίσεις ἀπὸ κοινοῦ τὶς προκλήσεις τοῦ κόσμου τῆς ἀθεΐας καὶ ἡ ἀντιμετώπιση εἶναι γιὰ προφανεῖς λόγους ἀποτελεσματικώτερη.
Ἐπιζητᾶς νὰ δώσεις μιὰ πιὸ ἠχηρὴ ἀπάντηση στὰ ὀξύτατα σύγχρονα προβλήματα, γιὰ τὴ δικαιοσύνη, γιὰ τὴν εἰρήνη, γιὰ τὸ σεβασμὸ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, γιὰ τὰ οἰκολογικὰ προβλήματα, τὰ προβλήματα βιοηθικῆς ποὺ ὡς ποιμένες χειριζόμαστε πολλὲς φορὲς μὲ τόση ἀνευθυνότητα, ἀπερισκεψία καὶ ἄγνοια, καταστάσεις ἀσύγγνωστες γιὰ Ποιμένες. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ αὐτὰ ζητᾶς νὰ ἀνακαλύψεις στὸν ἄλλο τὸν ἑαυτό σου καὶ κάθε φορὰ ποὺ τὸ ἀποτυγχάνεις αὐτό, ὑπάρχει ἡ πιθανότητα νὰ ἀναζητήσεις καὶ τὴ δική σου εὐθύνη, νὰ συναισθανθεῖς τὴν δική σου ὑπαιτιότητα ἐγκαταλείποντας τὴν ἀλαζονεία τῆς αὐτοδικαίωσης.
Ἐάν, γιὰ παράδειγμα, ὁ Μιχαὴλ Κηρουλάριος πρὶν τὸ ἀνάθεμα στοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς ἄκουγε τὶς σοφὲς ὑποδείξεις τοῦ Πέτρου Ἀντιοχείας καὶ κατόρθωνε νὰ διακρίνει τὴν οὐσία ἀπὸ τὰ «συμβεβηκότα» καὶ τὰ οὐσιώδη ἀπὸ τὰ ἐπουσιώδη, ἡ βιαία καὶ παρορμητική του ἀντίδραση θὰ εἶχε ἀποφευχθεῖ καὶ ἡ πορεία τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου θὰ ἦταν ἴσως σήμερα διαφορετική.
Ἕνα ἀπὸ τὰ κείμενα ποὺ θὰ προσαχθοῦν πρὸς συζήτηση καὶ ἐπικύρωση στὴν προκείμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Πανορθόδοξο Σύνοδο τὸν προσεχῆ Ἰούνιο μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τῆς Ε´ Προσυνοδικῆς Πανορθόδοξης Διάσκεψης (Σαμπεζύ, 10-15 Ὀκτωβρίου 2015) ἀφορᾶ τὶς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο, ἕνα κείμενο στὸ ὁποῖο συμπεριελήφθησαν καὶ τὰ τῆς Οἰκουμενικῆς κινήσεως ποὺ ἀποτελοῦσαν ἰδιαίτερο κείμενο σύμφωνα μὲ τὴν Γ´ Προσυνοδικὴ Συνδιάσκεψη (28 Ὀκτωβ. - 6 Νοεμβρ. 1986).
Τὸ κείμενο ἐπισημαίνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἡ ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ ἱδρυθεῖσα μέσα στὴν ὁποία διαφυλάσσεται ἡ καθολικότητα, δηλ. ἡ πληρότητα καὶ ἡ ἀκεραιότητα τῆς ἀποκεκαλυμμένης στὸν κόσμο ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ. (§ 1). Τὸ πόσο σημαντικὴ εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ καθολικότητα καὶ ἡ ἀποστολικότητα τῆς πίστης καταδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὴν § 5, ὅπου ἐπισημαίνεται ὅτι οἱ θεολογικοὶ διάλογοι ὀφείλουν νὰ διεξάγωνται γιὰ νὰ ἀναζητηθεῖ ἡ πίστη καὶ ἡ παράδοση τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὴν ὁποία ἡ ᾽Ορθόδοξη Ἐκκλησία δὲ διαφοροποιεῖται καὶ ἀποτελεῖ συνέχειά της.
Τὸ ζήτημα τῆς διατήρησης τῆς αὐθεντικότητας τῆς πίστης εἶναι θεμελιῶδες καὶ σοβαρό, ὥστε νὰ ἐπισημαίνεται στὸ κείμενο (§ 22) ὅτι ἡ γνησιότητα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται ὄχι ἀπὸ κάποιο μεμονωμένο πρόσωπο ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ καὶ τὸ φορέα τοῦ ἀλαθήτου, ἀλλὰ διὰ τῆς Ἐκκλησίας ἀποφαινομένης ἐν συνόδῳ, διὰ τῆς λειτουργίας τοῦ συνοδικοῦ συστήματος ποὺ ἀποτελοῦσε στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποτελεῖ μέχρι σήμερα τὸν ἁρμόδιο κριτὴ περὶ τῶν θεμάτων πίστεως. Ἡ ὑψίστη σημασία ποὺ ἀποδίδεται ἀπὸ τὸ κείμενο στὴν καθολικότητα τῆς πίστεως καταδεικνύεται ἀπὸ τὴν καταληκτήριο § 24, ὅπου ἐπίσης τονίζεται ὅτι ἡ μαρτυρία καὶ ὁ διάλογος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μὲ τὸ λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο δίδεται καὶ ὀφείλει νὰ δίδεται «ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως καὶ πίστεώς μας».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ μπορεῖ νὰ ἀμφιβάλλει κανεὶς ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία αὐτοκατανοεῖται σήμερα ὡς ἡ Μία, Καθολικὴ Ἐκκλησία ποὺ ἔχει ὡς κεφαλὴ τὸ Χριστὸ καὶ κατέχει τὸ πλήρωμα καὶ συνιστᾶ τὸ «ἑδραίωμα» τῆς ἀλήθειας; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἀσφαλῶς καὶ μὲ βεβαιότητα ἀρνητική.
• § 17. «Unica ergo est Christi Ecclesia, subsistens in Ecclesia Catholica, cuius moderatio spectat ad Petri Successorem et ad Episcopos in communione cum eο».
Πηγή: Ακτίνες
Tὸ δῶρο τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ὑπέρτατη δωρεὰ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ. Τοῦ δόθηκε ὡς ξεχωριστὴ εὐλογία νὰ αὐξάνεται καὶ νὰ πληθύνεται καὶ νὰ κατακλύζει ὁλόκληρη τὴ γῆ (Γέν.1,26-28). Νὰ εἶναι ἔτσι συνδημιουργός Του, νὰ συνεργεῖ δηλαδὴ μὲ τὸν Δημιουργό, φέρνοντας στὴ ζωὴ νέες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, εἰκόνες τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, προορισμένες γιὰ τὴ θέωση.
Ὅμως τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως παράφθειρε καὶ αὐτὴ τὴ θεία δωρεά. Ἡ διαδικασία τῆς γεννήσεως τῶν παιδιῶν ἔγινε πέρα ἀπὸ χυδαιότητα, ὀδύνη καὶ πόνος ἀβάστακτος (Γέν.3,16). Ἡ εὐλογία τῆς αὐξήσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μεταβλήθηκε σὲ κατάρα. Ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ἐξουσιαστὴς τῆς ἄλογης φύσεως μεταβλήθηκε σὲ ἐξουσιαστὴς καὶ τύραννος τῶν συνανθρώπων του καὶ τὸ χειρότερο: ὁ ἄνδρας ἔγινε ἐξουσιαστὴς καὶ τύραννος τῆς γυναῖκας του, δηλαδὴ τῆς «σαρκὸς ἐκ τῆς σαρκὸς» του (Γέν.2,23)! Ἀπὸ τότε ἄρχισε νὰ θεωρεῖται ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν συνάνθρωπό του ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀτομική του ζωή. Ἔγινε ἄγριο θηρίο, λύκος ἁρπακτικός, «hοmo homini lupus» (ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο εἶναι λύκος), ὅπως ἔλεγαν οἱ Ρωμαῖοι καὶ ὁ «ἄλλος εἶναι ἡ κόλασή μου», ὅπως δογματίζουν οἱ σύγχρονοι μηδενιστές (Ζὰν Πὼλ Σάρτρ)! Τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο εἶναι πλασμένο κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Νὰ βιώνει δηλαδὴ τὸν ὑπέρτατο ἀγαπητικὸ τρόπο ὑπάρξεως τῆς Ἁγίας Τριάδος. Νὰ εἶναι στὸν ὑλικὸ κόσμο τὸ ὁρατὸ σημεῖο ὑπάρξεως καὶ φανερώσεως τοῦ Δημιουργοῦ του, δηλαδὴ ἡ φανέρωση τῆς ἀγάπης Του.
Ἀλλὰ, ὅπως προαναφέραμε, τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως τὸν μετέβαλε ἀπὸ πρόσωπο προορισμένο νὰ ἀγαπᾶ, σὲ ἀπρόσωπο ἄτομο, κυριευμένο ἀπὸ τὴν ἐνστικτώδη προβολὴ τῆς ἀτομικῆς του ἐγωπάθειας. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀφετηρία ξεκινάει καὶ τὸ διαχρονικὸ ἀνθρώπινο δράμα! Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν φρικώδη κατάσταση τῆς ἐγωκεντρικῆς ἁμαρτωλότητας, τὸ θεῖο δῶρο τῆς γεννήσεως τῶν παιδιῶν θεωρεῖται ἄχθος καὶ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀτομικιστικὴ εὐδαιμονία. Ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ χαρὰ τῆς δημιουργίας νέας ζωῆς μετατράπηκε σὲ «καθῆκον» καὶ μπῆκε στὰ καλούπια τοῦ «προγραμματισμοῦ». Ἡ ἔγκυος γυναῖκα αἰσθάνεται ὡς δέσμια τοῦ «μητρικοῦ φίλτρου», ὡς «μηχανὴ παραγωγῆς παιδιῶν», γι’ αὐτὸ καὶ ἡ μηδενίστρια καὶ φεμινίστρια Σιμὸν ντὲ Μποβουὰρ (σύντροφος τοῦ μηδενιστῆ Σάρτρ) εἶχε διακηρύξει: «κάτω ἡ μητρότητα, τὸ τελευταῖο ὀχυρό τῆς ἀνδροκρατίας»!
Κάτω ἀπὸ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ ἐνωρὶς οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν νὰ ἐφευρίσκουν τρόπους νὰ ἀπαλλάσσονται ἀπὸ τὸ ἄχθος τῆς τεκνογονίας. Στὴν ἀρχὴ θανάτωναν ὅσα παιδιὰ δὲν ἤθελαν ἢ ὅσα παιδιὰ γεννιοῦνταν μὲ σωματικὰ ἐλαττώματα. Οἱ Ρωμαῖοι τὰ ἄφηναν στὶς ἐρημιὲς καὶ τὰ κατασπάραζαν τὰ ἄγρια θηρία. Ἀλλὰ μὲ τὸν καιρὸ οἱ ἄνθρωποι ἐφηῦραν τρόπους νὰ μὴν γεννιοῦνται τὰ ἀνεπιθύμητα παιδιά, τὰ ὁποῖα μὲ διάφορα βότανα καὶ φάρμακα θανατώνονταν στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας των. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔκτρωση. Στὴν ἐποχή μας τὸ φοβερὸ αὐτὸ ἔγκλημα ἔχει πάρει ἀπίστευτες διαστάσεις. Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος βιώνοντας τὸ χειρότερο ἀτομισμὸ ὅλων τῶν ἐποχῶν, θέλει νὰ μὴ στέκεται κανένα ἐμπόδιο στὴν ἀτομική του εὐδαιμονία καὶ ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Προσπαθεῖ νὰ ἀπωθήσει ὅλες ἐκεῖνες τὶς ὑποχρεώσεις ποὺ τοῦ στεροῦν αὐτὴ τὴν ἡδονικὴ ἐπιθυμία. Οἱ οἰκογενειακὲς ὑποχρεώσεις καὶ ἰδιαίτερα ἡ φροντίδα τῶν παιδιῶν ἀποτελοῦν γι’ αὐτὸν ἰσχυρὸ ἀντίπαλο. Φροντίζει νὰ μένει ἄγαμος γιὰ μεγάλο διάστημα, φτάνοντας συχνὰ (ἰδιαίτερα οἱ γυναῖκες) σὲ κατάσταση μὴ γονιμότητας. Καὶ ὅταν «δεσμευτεῖ» μὲ τὸν γάμο, ἀρχίζουν οἱ «παρεμβάσεις», μὲ πρώτη τὸν «προγραμματισμὸ» τῆς γεννήσεως τῶν παιδιῶν. Ἂν πάλι κάποιο παιδὶ «ἔρθει» χωρὶς τὴ θέληση τῶν γονέων του, καταφεύγουν στὴν «εὔκολη λύση» τῆς ἔκτρωσης!
Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι βεβαίως τρομακτικό: νὰ εἶναι τριπλάσιες οἱ ἐκτρώσεις κατ’ ἔτος ἀπὸ τὶς γεννήσεις στὸν λεγόμενο ἀναπτυγμένο κόσμο! Νὰ ἔχουμε μιὰ ἐφιαλτικὴ εἰκόνα τῆς σύγχρονης κοινωνίας, γερασμένη! Ὑπολογίζεται στὴ χώρα μας ὅτι, μὲ τοὺς μετριότερους ὑπολογισμούς, γίνονται περισσότερες ἀπὸ 300.000 ἐκτρώσεις τὸ χρόνο, ἔναντι πολὺ λιγότερων ἀπὸ 100.000 γεννήσεων! Ἂν δοῦμε αὐτὰ τὰ ἐφιαλτικὰ στοιχεῖα διαχρονικά, τὴν τελευταία τριακονταετία, ὑπολογίζοντας τὸν ἀριθμὸ τῶν σφαγιασμένων ἐμβρύων, διαπιστώνουμε ὅτι ὑπερβαίνουν κατὰ πολὺ τὸν ἀριθμὸ τῶν σημερινῶν κατοίκων τῆς χώρας μας! Μιὰ ὁλόκληρη Ἑλλάδα σφάχτηκε καὶ ρίχτηκε στοὺς ὑπονόμους! Πρόκειται γιὰ τὸ ἐπαχθέστερο «σιωπηλὸ» ἔγκλημα καὶ τὴν πιὸ μεγάλη γενοκτονία τῆς πατρίδος μας! Ἀναλογιζόμενοι μάλιστα τὴν ἐφιαλτικὴ στασιμότητα αὔξησης τοῦ πληθυσμοῦ τῆς χώρας μας καὶ τὴν ταχύτατη γήρανση τοῦ πληθυσμοῦ, συμπεραίνουμε ὅτι βαίνουμε ὁλοταχῶς στὸν κοινωνικὸ καὶ ἐθνικὸ ἀφανισμό! Ὁ σύγχρονος ἀποστατημένος, φίλαυτος καὶ ἐγωπαθὴς ἄνθρωπος ἔχει τὴν ψευδαίσθηση ὅτι «βρῆκε τὴ λύση» μὲ τὶς ἐκτρώσεις, παραβλέποντας τὶς ἐπιπτώσεις τῶν ἐκτρώσεων, κατὰ κύριο λόγο στὴ γυναῖκα, οἱ ὁποῖες εἶναι ὑπαρκτὲς καὶ δυσάρεστες, εἴτε ἀπὸ ἄποψη σωματικῆς ὑγείας, εἴτε ἀπὸ ψυχολογικῆς κατάστασης. Παρ’ ὅλες τὶς σύγχρονες ἰατρικὲς μεθόδους πραγματοποίησης τῆς ἔκτρωσης, ἡ θνησιμότητα στὴ γυναῖκα ποὺ καταφεύγει στὴν «διακοπὴ τῆς κύησης» (μὲ αὐτὸν τὸν ὅρο προσπαθοῦν νὰ ἁπαλύνουν τὸ ἔγκλημα τῆς ἔκτρωσης) εἶναι μεγάλη. Πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ προβλήματα παραμένουν ἴσως γιὰ πάντα στὴ γυναῖκα, ἀπὸ διάτρηση τῆς μήτρας ἢ τοῦ ἐντέρου, ἕως τὴν ἀκατάσχετη αἱμορραγία καὶ ἕως τὴ στείρωση.
Ἡ πιὸ συχνὴ ὅμως ἐπίπτωση εἶναι τὰ ψυχολογικὰ προβλήματα ποὺ καταλαμβάνουν τὸ ζευγάρι καὶ ἰδιαίτερα τὴ γυναῖκα. Οἱ δύο στὶς τρεῖς γυναῖκες ποὺ ὑποβάλλονται σὲ ἔκτρωση, καταφεύγουν ἐξάπαντος σὲ ψυχολόγο. Οἱ συνειδησιακὲς τύψεις, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ὁρμονικὴ διαταραχή, δημιουργοῦν στὴ γυναῖκα τάσεις προσωρινῆς κατάθλιψης, ἡ ὁποία τείνει νὰ πάρει συχνά το χαρακτήρα μόνιμης ψυχολογικῆς βλάβης. Σοβαρότατες, καὶ ἴσως μὴ ἀναστρέψιμες, εἶναι οἱ ἐπιπτώσεις στὰ νέα κορίτσια. Ἡ ἔκτρωση καταστρέφει σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν ἔντονη φυσικὴ γονιμοποιητικὴ ὁρμὴ τῆς κοπέλας, ὥστε νὰ μένουν σὲ ὅλη της τὴ ζωὴ βαθιὰ χαραγμένα τὰ σημάδια αὐτοῦ τοῦ σόκ, στὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή της. Ἡ Ἐκκλησία μας θεωρεῖ τὴν ἔκτρωση φόνο καὶ μάλιστα ἰδιάζοντα, ἀφοῦ τὸ ἔμβρυο βρίσκεται σὲ πλήρη φυσικὴ ἀδυναμία ἀντίστασης!
Ὑπάρχουν διατάξεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης οἱ ὁποῖες ἀπαγορεύουν ρητὰ καὶ αὐστηρὰ τὴν ἐθελούσια πρόκληση ἀποβολῆς τῆς ἐγκύου (Ἔξοδ.21,22). Ἡ γέννηση παιδιῶν εἶναι εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ τοῦτο τὰ ἀφιέρωναν σὲ Ἐκεῖνον. Ὁ Χριστὸς στὴν Καινὴ Διαθήκη δείχνει ἰδιαίτερη ἀγάπη καὶ φροντίδα γιὰ τὰ παιδιά, καλῶντας μας ὅλους νὰ γίνουμε στὴν ἀγαθότητα σὰν αὐτά, γιὰ νὰ κληρονομήσουμε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Λουκ.18,16). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὶς ἐπιστολές του συμβουλεύει τοὺς πιστοὺς νὰ δείχνουν ἀγάπη, στοργὴ καὶ σεβασμὸ στὰ παιδιὰ καὶ νὰ τὰ διαπαιδαγωγοῦν εἰς Χριστὸν (Ἐφεσ.6,4. Κόλ.3,21). Στὴ συνέχεια ἡ Ἐκκλησία μας ἔδειξε πρωτεῦον ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ παιδιά. Πατέρες τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Ἰουστῖνος καὶ ὁ Τερτυλλιανός, ἔδειχναν τὴ διαφορὰ τῶν Χριστιανῶν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπὸ τὴ συμπεριφορά τους πρὸς τὰ παιδιά. Θεσπίσθηκαν κανόνες ἀπὸ τὶς Ἱερὲς Συνόδους γιὰ τὴν προστασία τῶν παιδιῶν ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ὥρα τῆς συλλήψεώς τους μέχρι καὶ τὴν ἐνηλικίωσή τους. Ἰδιαίτερα ἡ ἐθελούσια θανάτωση τῶν ἐμβρύων κανονίζεται μὲ αὐστηρότατα ἐπιτίμια, διότι κατατάσσεται στὰ λεγόμενα θανάσιμα ἁμαρτήματα. Τὸ ἀντρόγυνο ποὺ φονεύει μὲ τὴ θέλησή του τὸ ἔμβρυο κανονίζεται σὲ μακροχρόνια εἰλικρινῆ μετάνοια, προκειμένου νὰ τύχει τῆς συγγνώμης καὶ τῆς σωτηρίας (2ος κανὼν Μ. Βασιλείου, 91ος κανὼν Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου). Οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι βρίσκουν πολλὲς δικαιολογίες προκειμένου νὰ δικαιολογήσουν τὴν εἰδεχθῆ πράξη τῆς ἔκτρωσης, ὅπως εἶναι οἱ λόγοι ὑγείας τῆς μητέρας, ἢ τοῦ ἐμβρύου, ἡ ἐγκυμοσύνη λόγῳ βιασμοῦ, ἡ ἐγκυμοσύνη ἐκτὸς γάμου, ἡ περίπτωση αἱμομιξίας κ.λ.π. Οἱ πιὸ πολλοὶ προβάλλουν οἰκονομικοὺς λόγους, καὶ μάλιστα μὲ κυνισμὸ καὶ ὑποκρισία ἀναφέρουν ὅτι «δὲν θέλουν νὰ βασανίζεται μαζί τους ἀπὸ τὴν ἀνέχεια» καὶ γι’ αὐτὸ τοῦ ἀφαιροῦν τὸ δικαίωμα νὰ ζήσει! Ἄλλοι πιὸ πωρωμένοι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου προβάλλουν δῆθεν «ἐπιστημονικὲς» καὶ «φιλοσοφικὲς» ἀπόψεις γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν ἔκτρωση. Ἰσχυρίζονται πὼς τὸ ἔμβρυο ἀποκτᾶ ζωὴ μετὰ τὸν 5ο μήνα τῆς κυήσεώς του.
Ὅμως σοβαρὲς ἐπιστημονικὲς ἔρευνες ἀπέδειξαν ὅτι τὸ ἔμβρυο ἔχει ζωὴ ἀπὸ τὰ πρῶτα λεπτά τῆς ἑνώσεως τῶν δύο κυττάρων, σπερματοζωαρίου καὶ ὠαρίου. Εἰδικὰ βίντεο ἔδειξαν πὼς τὴν ὥρα τῆς ἔκτρωσης τὸ ἔμβρυο ταράσσεται καὶ προσπαθεῖ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὸ φονικὸ ἰατρικὸ ἐργαλεῖο! Ἄλλοι ὑπερφίαλοι, ὑποστηρικτὲς τῶν δῆθεν δικαιωμάτων τῶν γυναικῶν, θωροῦν τὴν ἔκτρωση ἀναφαίρετο δικαίωμα τῆς γυναίκας, διότι ὁρίζουν τὸ ἔμβρυο μέρος τοῦ σώματός της! Θέλουν νὰ ξεχνοῦν ὅμως πὼς τὸ ἔμβρυο εἶναι σύνθεση κυττάρων τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικὸς καὶ πὼς ζεῖ αὐτοτελῶς, ἁπλὰ προσκολλημένο, φιλοξενούμενο, στὴ γυναικεία μήτρα (δὲς Γ. Μαντζαρί- δη: Χριστιανικὴ Ἠθική, Θεσ/νίκη 1983, σελ.345). Ἀπὸ ὅποια ὀπτικὴ γωνιὰ καὶ ἂν δεῖ κανεὶς τὸ γεγονὸς τῆς ἐκτρώσεως, δὲν παύει νὰ εἶναι ἔγκλημα. Ἀκόμα καὶ οἱ πλέον πωρωμένοι στὴ συνείδηση θεωροῦν τὴν ἔκτρωση ὡς «κακὸ» καὶ συστήνουν τὴν ἀποφυγή της.
Ὡς πιστοὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ πρέπει νὰ στρατευτοῦμε ἐνάντια σὲ αὐτὸ τὸ διαχρονικὸ καὶ διαρκὲς ἔγκλημα. Νὰ διαδώσουμε παντοῦ τὴν ἄποψη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι ἡ ἔκτρωση εἶναι φόνος καὶ μάλιστα εἰδεχθής, ἀπέναντι σὲ ἕνα ἀνυπεράσπιστο ζωντανὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Νὰ ἐγερ- θοῦμε ὡς ἕλληνες πατριῶτες κατὰ τοῦ ἐθνοκτόνου αὐτοῦ ἐγκλήματος. Νὰ πιέσουμε τὴν Πολιτεία νὰ λάβει μέτρα, ὄχι παρέχοντας τὰ μέσα καὶ εὐκολύνοντας τὸ ἔγκλημα τῶν ἐκτρώσεων, ὅπως πράττει μέχρι τώρα, ἀλλὰ νὰ συστήσει ὑπηρεσίες ποὺ θὰ διευκολύνουν τὴ γέννηση τῶν «ἀνεπιθύμητων» παιδιῶν, ἀπὸ ὅπου θὰ ἀντλοῦνται μὲ εὔκολες διαδικασίες οἱ υἱοθεσίες. Νὰ ὑπάρξει εὐρεῖα ἐνημέρωση στὰ σχολεῖα γιὰ τὶς ἠθικές, σωματικὲς καὶ ἐθνικὲς συνέπειες τῶν ἐκτρώσεων. Νὰ λειτουργήσουν σεμινάρια ἀπὸ φορεῖς (π.χ. Δῆμοι, σωματεῖα, κ.λ.π.), ὅπου εἰδικοὶ ἐπιστήμονες θὰ ἐνημερώνουν γιὰ τὰ ἠθικά, ἰατρικά, ψυχολογικά, κοινωνικὰ καὶ ἐθνικὰ διλήμματα τῶν ἐκτρώσεων. Οἱ ἱερὲς μητροπόλεις καὶ οἱ ἐνορίες, στὰ πλαίσια λειτουργίας τῶν «Σχολῶν Γονέων» νὰ ἐνημερώνουν τὰ νέα ζευγάρια γιὰ τὸ πρόβλημα αὐτό. Ὅπως ἀναφέραμε, ἡ ἔκτρωση συγκαταλέγεται στὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα. Ὅσα ζευγάρια ἔχουν κατα- φύγει στὴν ἔκτρωση, κυριεύονται ἀπὸ πνεῦμα ἀπελπισίας καὶ θεωροῦν a priori τοὺς ἑαυτούς τους μισητοὺς ἀπὸ τὸ Θεό.
Τὰ πράγματα δὲν εἶναι ἔτσι. Αὐτὸ εἶναι μιὰ καλοστημένη παγίδα τοῦ διαβόλου, γιὰ νὰ μὴν μετανοήσουν γιὰ τὴν πράξη τους. Ὁ Θεὸς ζητᾶ τὴ μεταστροφὴ καὶ τὴ μετάνοια ὅλων των ἀνθρώπων, ἀκόμη καὶ τῶν πλέον κακούργων. Κατὰ συνέπεια, εἶναι εὐπρόσδεκτη καὶ ἡ μετάνοια ὅσων ἔχουν κάνει ἔκτρωση, ἀρκεῖ νὰ εἶναι πραγματικὴ καὶ νὰ γίνει στὰ πλαίσια τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἀνάγκη, τέλος, νὰ συνειδητο-ποιήσουμε, παρ’ ὅλη τὴν ἁμαρτωλότητά μας, ὅτι εἴμαστε ἀγαπητὰ ποιήματα τοῦ Θεοῦ καὶ βρισκόμαστε, εἴτε τὸ θέλουμε εἴτε ὄχι, στὰ χέρια Του, στὴν ἀέναη πρόνοιά Του καὶ στὸ ἀπύθμενο ἔλεός Του.
Ἄς ἀποδεχτοῦμε τὴν ἀγάπη Του καὶ ἃς τοῦ ἀναθέσουμε λοιπὸν τὴ ζωή μας καὶ τὴ ζωὴ τῶν παιδιῶν μας, καταρτίζοντας ἀσίγαστο αἶνο εὐγνωμοσύνης, ἀναφωνώντας πρὸς Ἐκεῖνον μαζὶ μὲ τὸν ψαλμωδό: «σὺ ἐκτήσω τοὺς νεφρούς μου, Κύριε, ἀντελάβου μου ἐκ γαστρὸς μητρός μου» (Ψάλμ.138,13).
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΜΕΤΣΧΕΤΗΣ ΚΑΙ ΤΥΦΛΙΔΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ ΠΑΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ (ΙΒΗΡΙΑΣ) κ.κ. ΗΛΙΑΝ Β΄
Μακαριώτατε,
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Ταπεινῶς καί εὐσεβάστως ἐκφράζουμε τόν βαθύτατο θαυμασμό, πού μᾶς προκαλεῖ τό πνευματικό Σας ἔργο στόν ὁμόδοξο καί ἀδελφό Γεωργιανό λαό, ὁ ὁποῖος πέρασε δύσκολα χρόνια ἐπί κομμουνισμοῦ καί σήμερα δοκιμάζεται ἀπό τόν κίνδυνο τῆς ἐκκοσμικεύσεως. Ἰδιαιτέρως ἐπιθυμοῦμε νά ἐκφράσουμε τήν χαρά μας καί τίς εὐχαριστήριες προσρήσεις μας πρός Ἐσᾶς, ἐπειδή τό Σεπτό Πατριαρχεῖο τῆς Γεωργίας ἀπέρριψε κάθε ἀντικανονικό συμβιβασμό μέ τόν ἑτερόδοξο κόσμο. Αἰσθανόμαστε ἀσφαλεῖς ἐξαιτίας τῆς παρουσίας τῆς Μακαριότητός Σας στόν Ὀρθόδοξο κόσμο. Ἐσεῖς, Μακαριώτατε, ὁμολογεῖτε τήν Ὀρθόδοξη Πίστι, ὑπερασπίζεσθε τήν Ὀρθοδοξία καί δέν λησμονήσατε τούς φοβερούς ὅρκους, πού ἐδώσατε κατά τή χειροτονία Σας ὡς Ἐπίσκοπος, δηλαδή νά διαφυλάσσετε καί νά διατηρεῖτε ἀκέραιη τήν πίστι τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Σέ μιά ἐποχή ταραχῆς καί συγχύσεως ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας κινδυνεύει νά εἰσέλθη σέ μεγάλη δοκιμασία καί περιπέτεια ἐν ὄψει τῆς συγκλήσεως τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου», ἡ ὁποία θά συνέλθη τόν προσεχῆ Ἰούνιο στήν Κρήτη. Βεβαίως, οἱ μόνοι λόγοι, πού θά δικαιολογοῦσαν τήν σύγκλησι αὐτῆς τῆς Συνόδου, δέν εἶναι ἄλλοι παρά μόνο α) ἡ καταδίκη τῆς συγκρητιστικῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως τήν ἀποκαλοῦσε ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς, β) ἡ ἀποτροπἠ τῆς παρουσίας τῶν Ὀρθοδόξων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.) καί γ) ἡ καταδίκη τῆς μεταπατερικῆς καί ἀντιπατερικῆς «νέας ἐκκλησιολογίας», ἡ ὁποία ἀπορρίπτει τά χαρισματικά, δογματικά καί κανονικά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας.
Δυστυχῶς, ὅμως, αὐτή ἡ Σύνοδος, ἀντί νά ἀσχοληθῆ μέ τά ἀνωτέρω καίριας σημασίας θέματα, λαμβάνοντας καταδικαστική ἀπόφασι, φαίνεται νά νομιμοποιῆ καί ἀποδέχεται τήν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τήν σχετικοποίησι στήν Ἐκκλησία καί νά προβάλλη τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καί τήν συμμετοχή τῆς Μιᾶς καί Μόνης Ἐκκλησίας σ’αὐτόν τόν ἀντορθόδοξο ὀργανισμό, μέ βάσι τόν διάλογο ἐπί ἴσοις ὅροις μέ τίς Προτεσταντικές αἱρέσεις, γιά νά δώσει δῆθεν τήν καλή μαρτυρία ἐνώπιον αὐτῶν. Ἀλλά, μετά ἀπό ἕνα ὁλόκληρο αἰῶνα Διαλόγων, δέν ὑπάρχει κανένα ἀποτέλεσμα καί καμμία καρποφορία, ἀκριβῶς ἐπειδή ἡ Ἀλήθεια φαλκιδεύεται καί ἀποσιωπᾶται ἀπό τούς ὀρθοδόξους ἐκπροσώπους στίς συνεδριάσεις τῶν οἰκουμενιστικῶν αὐτῶν ὀργανισμῶν καί χρησιμοποιεῖται μία γλῶσσα μέ διπλή ἔννοια καί ἀσαφής, δῆθεν διπλωματική, ἡ ὁποία δέν ἀνήκει στό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπεναντίας, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ζημιώνεται καί θά ζημιωθῆ πάρα πολύ ἐξαιτίας τῆς συμμετοχῆς της στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.). Στό ὄνομα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πολλοί ἑτερόδοξοι, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά ἐπιστρέψουν στήν Ὀρθοδοξία, δέν εἰσέρχονται στήν Ἐκκλησία μέ τό εἰσαγωγικό καί ἄκρως ἀπαραίτητο Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἰδιαίτερα στή Δύσι. Μέ τόν τρόπο, ὅμως, αὐτό ἐμποδίζεται ἡ διάδοσις τῆς ἀληθινῆς Πίστεως καί κλείονται οἱ πύλες τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν γιά ὅσους ἐπιθυμοῦν νά ἔλθουν στήν Ἀλήθεια.
Πολλές προτεσταντικές ὁμάδες τοῦ λεγομένου «Π.Σ.Ε.» θεωροῦν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς «μία κατώτερη ἐκκλησία, διότι δέν εὐλογεῖ τούς γάμους τῶν ὁμοφυλόφιλων καί δέν δέχεται τήν χειροτονία τῶν γυναικῶν», σύμφωνα μέ τούς ἰσχυρισμούς ἑνός προτεστάντου καθηγητοῦ θεολογίας, πού ἦταν παρών στήν 10 η Γενική Συνέλευσι τοῦ λεγομένου «Π.Σ.Ε.» στό Πουσάν τῆς Κορέας τόν Νοέμβριο τοῦ 2013.
Στίς 23 Μαρτίου 2016 συνδιοργανώσαμε στόν Πειραιᾶ, στό Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας, σέ συνεργασία μέ τίς Ἱερές Μητροπόλεις Πειραιῶς, Γλυφάδας καί Γόρτυνος, καί μέ τή συμμετοχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ἐπιστημονική καί θεολογική ἡμερίδα μέ θέμα : «Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος».
Στήν ἡμερίδα αὐτή ἀνεγνώσθη μήνυμα τοῦ ἐκπροσώπου τοῦ Σεπτοῦ Πατριαρχείου Βουλγαρίας, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λόβετς κ. Γαβριήλ, καί ὡμίλησαν ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Κιέβου καί πάσης Οὐκρανίας Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μπαντσέν κ. Λογγῖνος, οἱ Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες 1.Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, 2.Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, 3.Γλυφάδας κ. Παῦλος, 4.Γόρτυνος κ.Ἱερεμίας καί ἡ ἐλαχιστότητά μου, ὁ ἐλλογιμώτατος Καθηγητής τῆς Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, ὁ ὁμότιμος Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, ὁ ὁμότιμος Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης, ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου, καί πολλές ἄλλες σύγχρονες προσωπικότητες τῆς Ὀρθοδοξίας, Κληρικοί καί Λαϊκοί.
Τό συμπέρασμα τῆς ἡμερίδος ἦταν ὅτι ἡ ἐν λόγῳ Σύνοδος ἔχει μιά σειρά σοβαρῶν προβλημάτων, ὄχι μόνον ὅσον ἀφορᾶ στά προπαρασκευαστικά κείμενα, ἀλλά καί στόν κανονισμό διοργανώσεώς της.
Πῶς εἶναι δυνατόν σ’ αὐτή τήν Σύνοδο νά μήν συμμετέχουν ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά μόνο 24 ἐκ μέρους κάθε Τοπικῆς Ἐκκλησίας; Γιατί λείπει ἡ δυναμική παρουσία Ἰερέων, Ἱερομονάχων, Ἱεροδιακόνων, Μοναχῶν, θεολόγων καί λαϊκῶν; Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἐκφρασθῆ καί ψηφισθῆ ἡ Ἀλήθεια ἀπό μιά μειονότητα Ἐπισκόπων, ἡ ὁποία δέν ἐκπροσωπεῖ καθ’ ὁλοκληρίαν τό Πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Πῶς εἶναι δυνατόν νά μήν ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν οἱ Ἐπίσκοποι καί οἱ Τοπικές Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες ἐκφράζουν ἀντιρρήσεις στά κείμενα, μέ τό πρόσχημα ὅτι ἀποτελοῦν δῆθεν μειοψηφία; Πῶς εἶναι δυνατόν ἀπό ἐκκλησιολογικῆς καί κανονικῆς πλευρᾶς ἑκάστη Τοπική Ὄρθόδοξος Ἐκκλησία νά ἔχη μία ψῆφο, καί ὄχι ὁ κάθε Ἐπίσκοπος νά ἔχη τήν ψῆφο του, καί νά ἐπιβάλλεται ἐκ προοιμίου εἰς ὅλα τά θέματα ἡ ἀρχή τῆς ὁμοφωνίας ὡς ἀπαραίτητος ὅρος; Πολύ φοβούμεθα ὅτι αὐτή ἡ Σύνοδος δέν θά ἀποτελέση συνέχεια καί ἐπιβεβαίωσι τῆς διδασκαλίας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Κατ’ἀρχήν θά ἔπρεπε ν’ ἀλλάξη ἐκ θεμελίων τό Καταστατικό διοργανώσεως τῆς Συνόδου, ἐπειδή εἶναι ἀντισυνοδικό . Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀναγκασθοῦν οἱ Τοπικές Ἐκκλησίες νά ἀποδεχθοῦν τήν ἀπαράδεκτη παρουσία τους στούς Οἰκουμενικούς Διαλόγους καί στούς ἑτεροδόξους ὀργανισμούς («Π.Σ.Ε.» κλπ.); Ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς παρουσίας τῶν ἑτεροδόξων παρατηρητῶ ν πίσω ἀπό τούς Μακ. Προκαθημένους στήν ἔναρξι καί τό τέλος τῆς Συνόδου, ἐνῶ σέ ὡρισμένους ἀπό τούς ἀποκλειομένους νά συμμετάσχουν Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους, πού ἐνδεχομένως θά ἤθελαν νά παρευρεθοῦν στήν «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο», ἔστω καί ὡς παρατηρητές, δέν θά τούς παρείχετο, προφανῶς, αὐτό τό δικαίωμα καί ἡ δυνατότητα;
Αὐτή ἡ Σύνοδος θέλει νά αὐτοαποκληθῆ ὡς ὁ «ἁρμόδιος καί ἔσχατος κριτής περί τῶν θεμάτων τῆς πίστεως» . Ἔτσι, ὅμως, ἀπ’τή μιά θεωρεῖ τόν ἑαυτό της ἀλάθητο, χωρίς νά σέβεται τά πατερικά κριτήρια καί χωρίς νά εἶναι συνέχεια τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων καί τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη, διευκρινίζεται ὅτι ἡ Σύνοδος δῆθεν δέν θά ἀσχοληθῆ μέ τά δόγματα, μέ θέματα πίστεως.
Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος αὐτή δέν ὀνομάζεται «οἰκουμενική», ὅπως θά ἦταν φυσιολογικό γιά μιά Σύνοδο τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, πράγμα πού θά ἀναδείκνυε τήν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, ὅτι δηλαδή ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ Μία καί Μοναδική. Δέν θά ἀναγνωρίση, οὔτε κἄν θά συζητήση γιά τίς Οἰκουμενικές Συνόδους ἐπί Φωτίου τοῦ Μεγάλου (τήν Η’ Οἰκουμενική Σύνοδο) καί ἐπί Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (τήν Θ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο), οἱ ὁποῖες ἀναθεμάτισαν τίς παπικές αἱρέσεις τοῦ Filioque καί τῆς κτιστῆς χάριτος-ἐνεργείας. Μόνο ἐάν γίνονταν τά ἀνωτέρω ἡ Σύνοδος θά ἀναδεικνυόταν ὡς «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος» καί συνέχεια τῆς Συνοδικῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καί θά μποροῦσε νά γίνη μελλοντικά ἀποδεκτή ὡς Οἰκουμενική ἀπό τό Πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Τά προπαρασκευαστικά κείμενα τῆς Συνόδου στήν παροῦσα μορφή τους περιέχουν σοβαρές ἀσάφειες καί ἀντιφάσεις . Γράφεται π.χ. ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία καί ταυτόχρονα ὑπάρχουν καί «ἄλλες ἐκκλησίες», χρησιμοποιώντας τόν ὅρο «Ἐκκλησία» γιά τούς αἱρετικούς καί ἑτεροδόξους ἐντελῶς ἀντικανονικά καί ἀπαράδεκτα καί μάλιστα σέ κείμενο Πανορθοδόξου Συνόδου . Οἱ ἀναφερθεῖσες ἀσάφειες τῶν κειμένων δύνανται νά ἑρμηνευθοῦν εὔκολα μέσα ἀπό τό πνεῦμα τῶν ἀντιλήψεων τοῦ Ἰησουίτη θεολόγου Karl Rahner, μέντορα τῆς Β΄ Βατικάνειας «Συνόδου» καί τοῦ Yves Congar. Ὁρισμένες ἀπό τίς ἀντιλήψεις τους υἱοθετεῖ καί ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ἰωάννης, ὅπως τήν «θεωρία τῶν ἀτελῶν ἐκκλησιῶν», σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁρισμένες ἐκκλησίες βρίσκονται πιό κοντά, ἐνῶ ἄλλες πιό μακριά ἀπό τήν πλήρη Ἐκκλησία. Στήν περίπτωσι τῆς Β΄ Βατικάνειας «Συνόδου» ὁ Παπισμός εἶναι ἡ πλήρης Ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ ἄλλες (συμπεριλαμβανομένης καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) εἶναι οἱ ἀτελεῖς ἐκκλησίες. Στήν περίπτωσι τῆς λεγομένης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ πλήρης Ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ ἄλλες (συμπεριλαμβανομένων τῶν αἱρέσεων τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ) εἶναι οἱ ἀτελεῖς ἐκκλησίες. Ὅμως, αὐτή ἡ ἀντίληψις μᾶς παραπέμπει σέ μιά Βατικανοποίησι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας , τήν ὁποία προσπαθεῖ νά εἰσαγάγη συνοδικῶς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὡς προϊστάμενον αὐτῆς τῆς κινήσεως. Αὐτό εἶναι τό λογικό συμπέρασμα, πού προκύπτει, βάσει τῶν πληροφοριῶν καί τῆς μελέτης τῶν θεολογικῶν κειμένων, σχετικά μέ αὐτή τήν πρωτοφανῆ ἐκκλησιολογία, ὡς ἐξάγεται ἀπό τίς θεολογικές ἀπόψεις τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου καί τήν ἀνάλυσι τῆς ἐκκλησιολογίας τῆς Β΄ Βατικάνειας «Συνόδου», ὅπως κατέδειξε στό ἐξαίρετο βιβλίο του μέ τίτλο «Ἡ ἐκκλησιολογική ἀναθεώρηση τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου˙ μία Ὀρθόδοξη διερεύνηση τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Ἐκκλησίας κατά τό Διάταγμα περί Οἰκουμενισμοῦ» ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Πέτρος Χίρς. Οἱ θεωρίες τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν», τῶν «δύο πνευμόνων τῆς Ἐκκλησίας» (Ὀρθοδοξία καί Παπισμός), τῶν «κλάδων», τῆς «μεταπατερικῆς καί μετακανονικῆς θεολογίας», τῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας», ἡ θεωρία ὅτι ἡ Ἐκκλησία περιλαμβάνει ὅλες τίς ὁμολογίες, οἱ ὁποῖες ἀπεσχίσθησαν ἀπό αὐτήν, ἡ ἀποδοχή τῶν μικτῶν γάμων μέ τούς ἑτερόδοξους κ.ἄ. ἀποτελοῦν ἐκφράσεις καί μορφές τῆς νέας ἐκκλησιολογίας, τῆς νέας μεταπατερικῆς ἤ καλύτερα ἀντιπατερικῆς ἐκκλησιολογίας.
Σύμφωνα μέ τήν θεωρία «τῆς βαπτισματικῆς θεολογίας», ὅποιος βαπτίζεται στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως πίστεως, δόγματος καί ὁμολογίας. Ὅμως, οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας οὐδέποτε ἀνεγνώρισαν τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν, παρά μόνον κατ’ οἰκονομίαν τούς δέχονταν ἐν μετανοίᾳ, ἐφ’ ὅσον διατηροῦσαν τήν ἐξωτερική μορφή τοῦ Βαπτίσματος μέ τίς τρεῖς καταδύσεις καί ἀναδύσεις. Ἡ οἰκονομία δέν δύναται ποτέ νά μετατραπῆ σέ κανόνα πίστεως ἤ σέ δόγμα.
Τά κείμενα τῆς Συνόδου ἔπρεπε νά γραφοῦν, λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψιν τό πνεῦμα τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως. Δέν ἀρκεῖ νά συγκληθῆ μιά Σύνοδος μόνο καί μόνο γιά νά ἀποδειχθῆ στόν κόσμο ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε ἑνωμένοι. Ἑνωμένοι σέ τί; Ἡ ἕνωσις γίνεται ἐν ἀγάπῃ μόνο βάσει τῆς Ὄρθοδόξου Πίστεως καί τῆς Ἀληθείας. Ἡ ἑνότητα εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός στήν Ἀρχιερατική Του Προσευχή : «ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς… ἁγίασον αὐτούς ἐν τῇ ἀληθείᾳ Σου… ἵνα καί αὐτοί ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ». Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας συνίσταται στήν ἀκέραιη καί ἀβλαβῆ διαφύλαξι τῶν διδασκαλιῶν τῆς ὀρθῆς Πίστεως, τήν ὁποία παρέλαβαν παρά Κυρίου καί μᾶς παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρας, ὁπότε διηρημένοι καί ἀπεσχισμένοι ἀπό τήν Ἐκκλησία εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι, πού φρονοῦν διαφορετικά ἀπό τούς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, καθώς μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. Ὁ Χριστός ὀνόμασε «Καθολική» τήν Ἐκκλησία Του, ἐπειδή μόνο αὐτή διατηρεῖ τήν Ἀλήθεια καί τήν Ὁμολογία τῆς Πίστεως, χωρίς τήν ὁποία κανείς δέν μπορεῖ νά σωθῆ.
Δέν ἐπιχειρεῖται νά ἀλλάξη οὔτε ἡ νηστεία, οὔτε ἡ τάξις τοῦ Μοναχισμοῦ, οὔτε ἡ τάξις τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν˙ ὅμως παραχαράσσεται καί στρεβλώνεται τό πιό νευραλγικό σημεῖο, δηλαδή ὁ ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας. Τό κείμενο τῆς Συνόδου μέ τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» εἶναι κατ’ἐξοχήν δογματικό, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Καθηγητής τῆς Δογματικῆς κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης˙ ὅμως εἶναι ἀντορθόδοξο, ἐπειδή ἐπιτρέπει ἐντελῶς λανθασμένες ἑρμηνεῖες, οἱ ὁποῖες ἐνθαρρύνουν τίς ἑτερόδοξες ἀντιλήψεις, πρᾶγμα πού σημαίνει ἀλλοίωσι τῆς ἀποκαλυφθείσης Ἀληθείας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ . Ὁ μόνος λόγος συμμετοχῆς σ’αὐτή τήν Σύνοδο μιᾶς Τοπικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία θέλει νά διαφυλάξη μέ ἀκρίβεια τήν θεία Ἀποκάλυψι, δέν εἶναι ἄλλος παρά μόνον ἡ καταδίκη τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς συμμετοχῆς στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καί τῆς νέας μεταπατερικῆς ἐκκλησιολογίας, ἡ ὁποία προκαλεῖ σύγχυσι καί μεγάλη πνευματική ζημία στίς Θεολογικές Σχολές καί σέ Τοπικές Ἐκκλησίες. Ὁ ρόλος μιᾶς Συνόδου εἶναι ἀκριβῶς νά ἀποκόψη ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τίς αἱρετικές διδασκαλίες, καί ὄχι νά τίς νομιμοποιήση.
Μακαριώτατε,
Ταπεινῶς καί βαθυσεβάστως θέλουμε νά συγχαροῦμε καί πάλιν ἐκ μέσης καρδίας τήν Μακαριότητά Σας, ἐπειδή ἀπορρίψατε τό κείμενο γιά τό Μυστήριο τοῦ Γάμου, τό ὁποῖο θεσμοθετεῖ τούς λεγομένους «μικτούς γάμους» στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πρᾶγμα πού ἀπαγορεύεται ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες. Δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχη Μυστήριο τοῦ Γάμου, παρά μόνον μεταξύ Ὀρθοδόξων, διότι δέν γίνεται ἕνωσις μεταξύ ἀνομοίων καί ἑτεροπίστων. Μέσῳ τῶν «μικτῶν γάμων» ἐγκρίνεται καί πάλι ὁ δογματικός μινιμαλισμός, δηλαδή ἡ βαπτισματική θεολογία, ἡ ὁποία de facto θεωρεῖ ἔγκυρο ὁποιοδήποτε αἱρετικό βάπτισμα, τό ὁποῖο ἐτελέσθη στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Γνωρίζοντας πολύ καλά τήν πλήρη ἀφιέρωσι καί τήν θυσιαστική ἀγάπη Σας γιά τόν Σωτῆρα Ἰησοῦ Χριστό, τόν Ὁποῖον διακονεῖτε μέ ὅλη τήν ὕπαρξί Σας, Σᾶς ἀπηύθυνα ὡς ὁ ἐλάχιστος ἐν Ἐπισκόποις αὐτές τίς ταπεινές σκέψεις, οἱ ὁποῖες προβληματίζουν τό Χριστεπώνυμο Πλήρωμα. Προσευχόμεθα ὁλόθερμα ἡμέρα καί νύκτα στόν Ἀρχιποίμενά μας καί ἐν πᾶσι πρωτεύοντα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό νά Σᾶς ἐνισχύη νά παραμένετε πάντοτε εὐσταθής στή θέσι, τήν ὁποία υἱοθετήσατε, καί ἡ ὁποία δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο παρά μόνο τήν σταθερή ἐπιμονή καί παραμονή στήν Ὀρθοδοξία, ὡς ἄξιος διάδοχος πού εἶσθε ὄχι μόνο τῶν «θρόνων τῶν Ἀποστόλων», ἀλλά καί τοῦ βίου, τῆς Πίστεως καί τῆς Ὁμολογίας τους
Μακαριώτατε,
Ἐκζητοῦμε μετά τοῦ Ποιμνίου μου ταπεινῶς καί γονυπετῶς τίς ἅγιες καί θεοπειθεῖς εὐχές Σας καί Σᾶς εὐχόμεθα μακροχρόνια ζωή, ὑγεία, δύναμι καί πνευματική χαρά. Οἱ γρηγοροῦντες ἐν τῇ Ὁμολογίᾳ τῆς Πίστεως Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μαζί μέ πολλούς Κληρικούς καί πιστούς, προβλέπουν μέ κραταιά ἐλπίδα πρός τήν Μακαριότητά Σας καί τήν Ἱερά Σύνοδο τοῦ Σεπτοῦ Πατριαρχείου τῆς Γεωργίας καί Σᾶς ἀποδίδουν φόρο εὐγνωμοσύνης γιά τήν σταθερή θέσι Σας ἐνώπιον τοῦ κλύδωνος, ὁ ὁποῖος ἠγέρθη ἐναντίον τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Ἀσπάζομαι βαθυσεβάστως τήν δεξιάν Σας.
Καί ἐπί τούτοις διατελῶ μετά Πασχαλίων προσρήσεων καί εὐχῶν
Ὁ Μητροπολίτης
†Ὁ Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων Σεραφείμ
Δεν γνωρίζω πόσοι από εσάς παρακολουθήσατε την επίσκεψη αυτή, αλλά λόγω προσωπικού ενδιαφέροντος αφιέρωσα αρκετό χρόνο στην παρακολούθηση της. Τα παρακάτω απορρέουν ως εντυπώσεις των όσων παρατήρησα στις λεπτομέρειες τους. Πρόσωπα, κινήσεις, εκφράσεις, πρωταγωνιστές, παρατρεχάμενοι κ.ά. Και παρόλο που σε αυτές τις περιπτώσεις όλα είναι στημένα τις πιο πολλές φορές, ωστόσο η αλήθεια καταφέρνει πάντα να ξεφεύγει απ’ το πρωτόκολλο, αποκαλύπτοντας υπό τη μορφή σημειολογίας τις πιο κρυφές όψεις και διαθέσεις της.
Υπό τη μορφή προλόγου, λοιπόν, αν υποθέσουμε ότι ο πρόεδρος Ομπάμα θεωρείται ο νο 1 ισχυρός ηγέτης του πλανήτη, τότε ο πρόεδρος Πούτιν είναι αναμφισβήτητα ο νο 2. Αν και περί αυτού δεν είμαι βέβαιος, αν υπολογίσει κανείς τη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη και τις αρμοδιότητες που κατέχει ο Ρώσος πρόεδρος στη χώρα του, σε σχέση με τον Αμερικανό. Πρόκειται για δύο διαφορετικά είδη δημοκρατιών.
Στην Αθήνα
Αυτός ο παγκόσμιος ηγέτης, ο Πούτιν, ήρθε προχθές στην Ελλάδα. Επίσημα για θρησκευτικούς λόγους, για να επισκεφθεί το Άγιον Όρος για τους εορτασμούς του χιλιόχρονου ρωσικού μοναχισμού. Η επίσκεψη του στην Αθήνα, ήταν μάλλον για το «παρεμπιπτόντως» και επί τη ευκαιρία κι όχι επί της ουσίας. Πράγμα που φάνηκε αρχικά στην υποδοχή του Ρώσου προέδρου στο αεροδρόμιο, όχι από τον πρωθυπουργό, αλλά από τον ΥΠΑΜ (υποβάθμιση χάριν των Αμερικανών και ας ειπώθηκαν δικαιολογίες). Στη συνέχεια και παρά την ανταλλαγή των συνηθισμένων φιλοφρονήσεων, η γλώσσα των σωμάτων έδειχνε ότι υπήρχε κάποιος πάγος και η παρουσία του στις συνεντεύξεις και στις συναντήσεις, όπου δεν έσκασε ούτε ένα χαμόγελο ήταν κάπως ψυχρή, καθώς μάλλον σκεφτόταν από μέσα του «άντε να τελειώνουμε». Και τα όσα είπαν; Τα περισσότερα ήταν λόγια του αέρα. Το ήξεραν και οι δύο. Ας μίλησαν πάλι για αγωγούς, για μεγαλόπνοα σχέδια κλπ, που δίχως την έγκριση των Αμερικανών, θα καταλήξουν όπως πάντα στις καλένδες. Ο Πούτιν γνωρίζει πλέον με ποιους έχει να κάνει και με ποιους συνομιλεί. Γνωρίζει ότι αυτοί, που ακόμα και για να κλάσουν παίρνουν την άδεια από τον θείο Σαμ και την θεία Μέρκελ, είναι ανίκανοι να χαράξουν ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Γνωρίζει πως οι έλληνες πολιτικοί είναι δουλάκια της Δύσης και ότι δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψουν τους χορηγούς της εξουσίας τους. Αυτοί, από την άλλη, γνωρίζουν ότι ο Πούτιν δεν πρόκειται να κάνει αυτά που λέει, εξαιτίας της δικής τους στάσης, αλλά τους φαίνεται καλό να πάρουν αν μπορούν και κάτι από την Ρωσία. Κυρίως τουρίστες και την άρση του εμπάργκο στα αγροτικά προϊόντα. Γι’ αυτό το λόγο, υπενθυμίζουν διαρκώς στους Ρώσους την κοινή ορθόδοξη πορεία μας και τα πόσα μας χρωστούν στον πνευματικό τομέα, κλαψουρίζοντας κι «εκβιάζοντας» την όποια βοήθεια της ομόδοξης υπερδύναμης. Όμως, αμέσως μετά, συνεχίζουν να γυαλίζουν ως λούστροι τις μπότες του ΝΑΤΟ. Φανταστείτε, τώρα, οι αριστεροί άθεοι της κυβέρνησης να πρέπει να χρησιμοποιούν την Ορθοδοξία ως δίαυλο προσέγγισης με τον Πούτιν και τους Ρώσους. Πως αλλάζουν οι καιροί! Ωστόσο, ο Ρώσος πρόεδρος φαίνεται να γνωρίζει πως όλα αυτά αφορούν μόνο το πολιτικό σύστημα κι όχι τους Έλληνες ως λαό. Σίγουρα είναι ενημερωμένος για τα συναισθήματα των απλών Ελλήνων προς το πρόσωπο του.
Στο Άγιον Όρος
Στον Άθω αποβιβάσθηκε ένας άλλος Πούτιν και οι κάμερες δεν λένε ψέματα. Με πρόσωπο χαρούμενο και με χαμόγελο αβίαστο, που καμία σύγκριση δεν είχε με τον Πούτιν στην Αθήνα. Και ποιον συνάντησε πρώτον από όλους στην προβλήτα και τον ασπάστηκε με εγκαρδιότητα; Μα τον Εφραίμ τον ηγούμενο της Βατοπαιδείου. Κι έπειτα στις Καρυές, ο νο 2 του πλανήτη, ένας Ορθόδοξος ηγέτης, ασπάστηκε και χαιρέτησε έναν-έναν και τους είκοσι ηγούμενους, αλλά και όλους τους πρωτεπιστάτες και μοναχούς, με ταπεινό τρόπο που δεν περιφρονούσε κανέναν. Έκανε επανειλημμένα τον σταυρό του με σωστό τρόπο (χωρίς να παίζει μπαγλαμαδάκι όπως οι δικοί μας), προσκύνησε με σεβασμό τα θεία και τις εικόνες, άναψε το κεράκι του, παρακολούθησε δίχως δυσφορία κι αδημονία την λειτουργία κι επέδειξε το αληθινό ορθόδοξο φρόνημα ενός προσκυνητή. Εικόνες ευσέβειας που τις είδαν στα πέρατα της γης.
Αυτός επαναλαμβάνω, ο νο 2 ηγέτης του πλανήτη, κάθισε ως είθισται πάντα για το τιμώμενο πρόσωπο στο μοναδικό επισκοπικό θρόνο του Πρωτάτου. Εν τούτοις, ο αρμόδιος υπάλληλος του ΥΠΕΞ είχε άλλη γνώμη, εφόσον έτσι θα μειωνόταν το κύρος του ΠτΔ Πρ. Παυλόπουλου που θα έπρεπε να κάτσει δίπλα στον Πούτιν σε απλό στασίδι. Ποιος; Ο πρόεδρος της Ζητουλάνδης σε στασίδι! Ο Πάκης μας! Αδύνατον! Πρότεινε τότε να φέρουν δύο όμοια καθίσματα, οι αγιορείτες φυσικά αρνήθηκαν, διαπληκτίστηκαν και στο τέλος ανακοίνωσαν στο ΥΠΕΞ ότι τον κήρυξαν ανεπιθύμητο! Να έρχεται δηλαδή ένας τέτοιος επισκέπτης στο σπίτι σου και να έχεις μόνο μια καλή πολυθρόνα να του προσφέρεις, κι εσύ ούτε χάριν της φιλοξενίας να μην του την παραχωρείς, αλλά να την διαπραγματεύεσαι, χάριν του δήθεν γοήτρου του τρύπιου σου σώβρακου! Αναρωτιέται κανείς, αν στην θέση του Πούτιν βρισκόταν π.χ ο Ομπάμα, ή ο Ολάντ, θα προέβαλε η ελληνική πλευρά μια τέτοια απαίτηση; Τελικά ο άθρονος Πάκης δεν πήγε στο Πρωτάτο, αλλά υποδέχθηκε αργότερα τον Πούτιν στην Ιερά Επιστασία. Έτσι, νομίζει ο ΠτΔ ότι έσωσε τελικά το καταρρακωμένο για άλλους λόγους προεδρικό του γόητρο. Όσον αφορά τον Πατριάρχη, τον αδελφό και καρντάση του Πάπα, έλαμψε δια της απουσίας του, μάλλον λόγω του φόρτου εργασίας στο μαγείρεμα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου!
Αυτός ο ισχυρός ηγέτης δείχνει ένα έντονα θρησκευτικό πρόσωπο, για το οποίο πολλά μπορεί να πει κανείς για το αν πρόκειται για ένα απλό προσωπείο, ή για μια αληθινή πίστη κι εμπειρία. Η σημειολογία πάντως, μέσα από τις πράξεις και τη συμπεριφορά έχει την αξία της. Ακόμη κι αν χρησιμοποιεί ο Πούτιν την Ορθοδοξία, είναι σίγουρο πως τον χρησιμοποιεί κι εκείνη. Όπως και το ότι του προσφέρει την ηθική βάση και το πνευματικό έρεισμα των αξιών, πάνω στα οποίο οικοδομεί εδώ και χρόνια την ιδεολογική του διαφοροποίηση και ταυτότητα, απέναντι στον παρακμασμένο ηθικά κόσμο της νεοφιλελεύθερης Δύσης και του υλιστικού πολιτισμού της. Με λίγα λόγια απέναντι στην Νέα Τάξη. Έτσι, δεν είναι τυχαίο, αλλά μάλλον αναμενόμενο, ότι τα δυτικά ΜΜΕ φρύαξαν και λασπολόγησαν γι’ αυτό το ορθόδοξο προσκύνημα του Πούτιν. Τον υποδέχθηκαν λέει στον Άγιον Όρος ως «σουπερσταρ»! Φυσικά, ότι δεν φτάνει η αλεπού τα βγάζει κρεμαστάρια. Όπως κι αν έχει, προβλέπω πως η αριστερή κυβέρνηση της αθεΐας, θα εντείνει τις προσπάθειες της να πλήξει την θρησκευτικότητα των Ελλήνων και την Ορθοδοξία, υπακούοντας στα κελεύσματα των υπεραντλαντικών αφεντικών της, οι οποίοι ελπίζουν πως με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουν να διαρρήξουν τον πνευματικό και ψυχικό δεσμό των Ελλήνων με τους ομόδοξους τους Ρώσους και κατ΄ επέκταση την επιρροή της Ρωσίας επί της Ελλάδας. Η Ορθοδοξία στέκεται εμπόδιο και είναι εχθρός πολλών.
Πηγή: ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ, Αβέρωφ
Πρὶν ἀπὸ 2-3 χρόνια μπῆκα σὲ ἕνα ταξί. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς διαδρομῆς, βλέποντας ὁ ὁδηγὸς ὅτι εἶμαι κληρικός, μὲ ρωτάει:
- Πάτερ, θέλω νὰ βρῶ μία καλὴ κοπέλα, γιὰ νὰ ἀνοίξω σπιτικό. Τί νὰ κάνω; Τοῦ ἀπαντῶ φυσικότατα:
- Νὰ γίνεις πρῶτα ἐσὺ καλὸς ἄνδρας γιὰ σπιτικό!
- Δηλαδή τί ἐννοεῖτε;
- Νὰ πᾶς σὲ ἕναν πνευματικὸ νὰ ἐξομολογηθεῖς καὶ τότε θὰ καταλάβεις τί ἐννοῶ. Δὲν ξέρω τελικὰ ἂν ὁ ὁδηγὸς ἀκολούθησε τὴ συμβουλή μου, εἶμαι ὅμως βέβαιος πὼς οὔτε ποὺ διανοήθηκε πὼς αὐτὸς ὁ σύντομος διάλογος, θὰ γινόταν κάποτε πρόλογος σὲ ἕνα ἄρθρο! Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὅλους τοὺς νέους ἀνθρώπους τοὺς ἀπασχολεῖ τὸ θέμα τῆς ἐπιλογῆς συζύγου. Ἀνάλογα βέβαια μὲ τὸ ποιὸς εἶναι ὁ καθένας τὰ κριτήρια ποικίλλουν. Ἂν λ.χ. ἕνας νέος-α ἔχει γαλουχηθεῖ σὲ οἰκογένεια ἄγευστη τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὰ κριτήρια ἔχουν ἄρωμα κοσμικότητας. Ἂν πάλι ἔχει πνευματικὸ ὑπόβαθρο ὁ νέος καὶ ἀγωνί- ζεται νὰ ζεῖ κατὰ Θεόν, τὰ κριτήρια εἶναι διαφορετικά. Ὅπως καὶ νὰ ἔχει πάντως, τὸ θέμα ἐπιλογῆς συζύγου θέλει σοβαρότητα, λίγη σκέψη καὶ πολλὴ προσευχή. Πρῶτα ἀπὸ ὅλα ὁ νέος ἄνθρωπος πρέπει νὰ ὁλοκληρώνει τὶς σπουδές του καὶ μετὰ νὰ ψάχνει νὰ βρεῖ τὸ κατάλληλο πρόσωπο γιὰ σύζυγο. Ἂν μπλέξει σπουδὲς μὲ γνωριμίες, καὶ οἱ σπουδὲς θὰ πᾶνε πίσω καὶ ὁ γάμος. Μέχρι τότε πρέπει νὰ εἶναι προσεκτικὸς στὶς συναναστροφές του. Ἂν ἀρχίσει ἀπὸ τὴν ἐφηβικὴ ἡλικία νὰ κοιτάζει δεξιὰ καὶ ἀριστερά, τότε καὶ τὸν χιτῶνα τῆς ψυχῆς του θὰ μολύνει καί, ὅταν κάποτε παντρευτεῖ, ὁ ἀκόλαστος τρόπος ζωῆς θὰ τὸν συνοδεύει. Εἶναι παιδαριῶδες καὶ ἀντιευαγγελικὸ τὸ ἐπιχείρημα ποὺ κυριαρχεῖ στὶς μέρες μας, πὼς δηλαδὴ ὁ νέος πρέπει νὰ κάνει σχέσεις πρὶν καταλήξει νὰ παντρευτεῖ, γιὰ νὰ ἔχει ἐμπειρίες. Ἂν δὲν ζήσει πρῶτα τὴ ζωή του, λένε, τί οἰκογένεια νὰ κάνει; Εἶναι καλύτερα νὰ ἀποκτήσει ἀπωθημένα καὶ μετὰ τὸν γάμο νὰ θέλει νὰ ζήσει ὅσα δὲν ἔζησε πρίν;
Πρῶτον: Τέτοιου εἴδους ἐμπειρίες εἶναι βλαπτικές, ἐφάμαρτες κι ὑποθηκεύουν τὸ αἰώνιο μέλλον τοῦ ἀνθρώπου. Δεύτερον: ὅταν κανεὶς μάθει-ἐθιστεῖ νὰ ζεῖ ἀσύδοτα στὴ νεότητά του, δὲν διορθώνεται εὔκολα οὔτε μέσα στὸν γάμο του. Οἱ πνευματικοὶ εἴμαστε μάρτυρες τραγικῶν οἰκογενειακῶν προβλημά- των ποὺ ἔχουν τὴν ἀφετηρία τους στὰ νεανικὰ χρόνια τῶν συζύγων. Και τρίτον: Τὸ τί εἶναι σωστὸ ἢ λάθος γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἴτε στὴ νεότητα, εἴτε στὴν ὥριμη ἡλικία, εἴτε στὸ γῆρας, τὸ πιστοποιεῖ καὶ τὸ ὁριοθετεῖ, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση. Ἀπὸ τὴν μέχρι τώρα ποιμαντική μου ἐμπειρία καὶ διαβάζοντας πρόσφατα καὶ κάποιες σχετικὲς νουθεσίες τοῦ π. Παϊσίου, ἔχω νὰ καταθέσω τὰ ἑξῆς:
gamoskanaἘν πρώτοις ὁ νέος πρέπει νὰ προετοιμάζεται πνευματικὰ ὁ ἴδιος πρὶν διαλέξει σύζυγο. Νὰ ἐκπαιδευτεῖ στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ (καὶ ἡ ζωὴ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ) θὰ τὸν ἐκπαιδεύσει νὰ ἀγαπήσει καὶ τὸ ἕτερον ἥμισυ. Νὰ κοιτάξει ὁ ἢ ἡ σύζυγος νὰ εἶναι ἄνθρωπος μὲ πνευματικὲς ἀναζητήσεις καὶ στολισμένος μὲ ἀρετές. Νὰ μὴν μένει μόνο στὰ ἐξωτερικὰ (λ.χ ἐμφάνιση) ἂν καταλήξαμε ἐδῶ ποὺ καταλήξαμε ὡς ἔθνος, φταίει ἐν πολλοῖς τὸ ὑλικὸ φρόνημά μας. Γνώριζε γιὰ παράδειγμα, ὁ γιὸς μιᾶς οἰκογένειας μία κοπέλα καὶ ὅταν, τὸ ἔλεγε στοὺς γονεῖς του, τὸν ρωτοῦσαν ἐκεῖνοι: «Ἔχει δουλειά; Ἔχει σπίτι;». Ἐνῷ ἔπρεπε νὰ ποῦν: «Εἶναι χριστιανοὶ ἄνθρωποι; Ἔχουν καλὲς ἀρχὲς στὴν οἰκογένειά της;». Ἄ! Καὶ μιᾶς καὶ εἶπα παραπάνω πὼς δὲν πρέπει νὰ μένει ὁ νέος μόνο στὴν ἐξωτερικὴ ὀμορφιά, θὰ ἤθελα νὰ σημειώσω πὼς θεωρῶ ἀπόλυτα ὑγιὲς σὲ ἕναν νέο τὸ νὰ θέλει τὸ ταίρι του νὰ ἔχει μία προσεγμένη ἐμφάνιση. Ἁπλὰ δὲν πρέπει νὰ δίνει ἐκεῖ τὸ βάρος. Νὰ ἔχουν λοιπὸν καὶ οἱ δύο πνευματικὴ ζωή, νὰ ἀγωνίζονται νὰ τὴ διατηρήσουν καὶ ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχουν κοινὸ πνευματικὸ πατέρα, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς συμπαρασταθεῖ καὶ θὰ τοὺς κατευθύνει στὸ ξεκίνημα τῆς ζωῆς τους. Νομίζω πὼς ἡ βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ εἶναι ἀπαραίτητη, στὸ νὰ ἀποσαφηνίσουν μέσα τους πὼς ὁ σκοπὸς τοῦ Γάμου εἶναι σωτηριολογικός. Τελικὸς προορισμὸς εἶναι ὁ Παράδεισος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Γάμος εἶναι τὸ ὄχημα. Θέλω ἐδῶ νὰ τονίσω ὅτι δὲν χρειάζεται νὰ ψάχνει ὁ νέος νὰ βρεῖ σύζυγο μὲ ἴδιο χαρακτῆρα.. Οἱ γάμοι πολλὲς φορὲς διαλύονται λόγῳ ἀσυμφωνίας χαρακτήρων. Μὰ ἡ ἀσυμφωνία χαρακτήρων εἶναι ἡ προϋπόθεση γιὰ νὰ πετύχει ἕνας γάμος, ὄχι γιὰ νὰ διαλυθεῖ. Δανείζομαι καὶ πάλι κάποια ἀπὸ τὰ σοφὰ λόγια του Γέροντος Παϊσίου:
«Δὲν καταλαβαίνετε ὅτι μέσα στὴ διαφορὰ τῶν χαρακτήρων κρύβεται ἡ ἁρμονία τοῦ Θεοῦ; Ἀλλοίμονο ἂν ἤσασταν ἴδιοι χαρακτῆρες». Αὐτὴ ἡ ἀνομοιότητα τῶν χαρακτήρων θὰ ἀποτελέσει καὶ τὸ ἔναυσμα γιὰ νὰ συζητήσουν μὲ σοβαρότητα ποὺ συμφωνοῦν, ποὺ διαφωνοῦν, τί θέλει ὁ καθένας ἀπὸ τὴ ζωή του καὶ γενικὰ νὰ ξεδιπλώσουν τοὺς χαρακτῆρες τους. (Χωρὶς τακτικισμούς, ὅπως συμβαίνει στὸ πρῶτο διάστημα μιᾶς γνωριμίας). Καλὸ εἶναι αὐτὰ νὰ γίνουν ἐξ ἀρχῆς. Πρὶν προλάβουν νὰ δεθοῦν μὲ ἰσχυροὺς δεσμοὺς ἀγάπης. Ὅσο ἀργότερα, τόσο περισσότερο θὰ πληγωθοῦν. Ἂν κιόλας ἔχουν παντρευτεῖ καὶ τεκνοποιήσει, τότε θὰ ἀντιμετωπίζουν διαρκῶς προβλήματα. Δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ὑπάρχει πεδίο συνεν- νόησης, γιατί δὲν θὰ ἔχουν φερθεῖ ὥριμα καὶ σοβαρὰ ἐξ ἀρχῆς. Ἡ ἀγάπη ποὺ θὰ νιώθουν ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον, δὲν θὰ ἐπαρκεῖ γιὰ νὰ καλύψει «σπίλον ἢ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων». Φυσικὰ τὸ κακὸ κλίμα ποὺ θὰ δημιουργηθεῖ στὴν οἰκογένεια, θὰ τὸ εἰσπράττουν πρωτίστως τὰ παιδιά. Αὐτὰ θὰ εἶναι οἱ ἀποδέκτες τῆς ἀνώριμης καὶ ἐγωϊστικὴς στάσης τῶν γονέων τους, οἱ ὁποῖοι διαρκῶς καὶ ἀνεπιτυχῶς θὰ προσπαθοῦν νὰ διορθώ- σουν ὁ ἕνας τὰ ἐλαττώματα τοῦ ἄλλου. Τί κακὸ κι αὐτὸ μέσα στὰ ἀνδρόγυνα! Ἀντὶ ὁ καθένας νὰ διορθώνει τὰ δικά του σφάλματα, προσπαθεῖ νὰ διορθώσει τὰ σφάλματα τοῦ ἄλλου! Συζήτηση λοιπὸν ὥριμη καὶ ρεαλιστικὴ ἐξ ἀρχῆς· «Κάλλιον τὸ προλαμβάνειν ἢ τὸ θεραπεύειν». Τὸ ἑπόμενο ποὺ θέλω νὰ σημειώσω εἶναι ἕνα θέμα ποὺ ἐγείρει ἔριδες μεταξὺ τῶν χριστιανῶν. Οἱ ὑποψήφιοι σύζυγοι, μὲ τὴν παράλληλη ἄσκηση τῆς ἀγάπης, ὀφείλουν νὰ μὴν συνάπτουν σαρκικὲς σχέσεις πρὸ τοῦ γάμου. Αὐτὸ τὸ ζήτημα, μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει ἕνα ἄρθρο ἢ μία μελέτη ἀπὸ μόνο του. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀναλυθεῖ σωστὰ σὲ λίγες γραμμές. Γι’ αὐτὸ δὲν θὰ ἐπεκταθῶ ἰδιαιτέρως. Ἡ ἁγνότητα καὶ ἡ ἀποφυγὴ τῶν σαρκικῶν σχέσεων πρὶν ἀπὸ τὸν γάμο: 1ον: εἶναι μεγάλη ἀρετὴ καὶ εὐλογία γιὰ ἕναν νέο καὶ 2ον: θεμελιώδης ἀρχὴ τῆς Ἠθικῆς Διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ παραθεωρεῖται ὡς οὐτοπική. Καὶ κυρίως δὲν πρέπει νὰ χρειάζεται καὶ νὰ ὑβρίζεται. Ὅταν ὑβρίζεις καὶ θεωρεῖς ἀνεφάρμοστη τὴν ἀρετή, τότε ἀποκτᾶ ἐξουσία ἐπάνω ὁ μισόκαλος διάβολος καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνεις (νομίζοντας ἁπλῶς πὼς εἶσαι ρεαλιστὴς) πέφτεις στὸ ἁμάρτημα τῆς βλασφημίας τοῦ Εὐαγγελίου. Θὰ συνέστηνα ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ σοβαροῦ θέματος νὰ διαβάζαμε τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τὸ 39ο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως. Στὸ δεύτερο θὰ δοῦμε μὲ τί φόβο Θεοῦ ὁ Ἰωσὴφ ἀπέκρουσε τὴν γυναῖκα ποὺ τοῦ εἶπε: «κοιμήθητι μετ’ ἐμοῦ», καὶ πῶς ὁ Θεὸς τὸν ἄμειψε γιὰ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν θεοφοβία του.
Θέλω νὰ πῶ σὲ ὅσους νέους ἀγωνίζονται νὰ διατηρήσουν ἀμόλυντο τὸν χιτῶνα τους, πὼς ὁ Κύριος θὰ ἀμείψει τὸν ἀγῶνα τους, (τὸ ἔχω δεῖ πολλὲς φορὲς στὴν ἱερατική μου διακονία) ἀξιώνοντάς τους νὰ δημιουργήσουν λαμπρὲς οἰκογένειες. Ναὶ Χριστέ μου! Ἄμειψέ τους ἐπὶ γῆς καὶ ἐν οὐρανῷ γιατί δὲν νόθευσαν τὴν Ἀλήθειά Σου, γιατί δὲν συσχηματίστηκαν μὲ τὸ φρόνημα τοῦ κόσμου, γιατί δὲν κατέβασαν τὴν κορυφὴ στὸ ἔδαφος γιὰ νὰ ποῦν ὅτι ἀνέβηκαν (Γ. Παΐσιος).
Κλείνοντας αὐτὲς τὶς φτωχὲς σκέψεις θὰ ἤθελα νὰ ἐπισημάνω τοὺς τρεῖς μεγαλύτερους ἐχθρούς της ἀγά- πης: 1ος: «ἔχω δίκιο», 2ος: «ἔχω καὶ ἐγὼ δικαίωμα», 3ος: «δὲν μὲ καταλαβαίνεις». Ἂς μείνουν ξένες αὐτὲς οἱ φράσεις ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῶν συζύγων. Καὶ ὁ Χριστός μας εἶχε δίκιο, ἀλλὰ δὲν τὸ διεκδίκησε. Καὶ ὁ Χριστός μας εἶχε καὶ ἔχει ὅλα τὰ δικαιώματα, δὲν τὰ ἄσκησε. Καὶ ὅταν ἦρθε στὴ γῆ καὶ διῆλθε «εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος», ἀλλὰ κυρίως ὅταν Σταυρώθηκε, δὲν Τὸν καταλάβαμε. Οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές Του! Ὅσων νέων ἀνθρώπων ποθοῦν νὰ δημιουργήσουν μία εὐλογημένη οἰκογένεια καὶ μέσῳ αὐτῆς νὰ σώσουν τὶς ψυχές τους, «Μνησθείη Κύριος ὁ Θεὸς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Αὐτοῦ».
Συγχωρέστε με!
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ὁ Θεὸς εἶναι φῶς, καὶ δίνει τὴ λαμπρότητά Του σ΄ ἐκείνους πού καθαρίζουν τὴ σβησμένη λαμπάδα τῆς ψυχῆς τους κι’ ἑνώνονται μὲ τὸ «Θεῖον πῦρ».
Θαῦμα παράδοξο! Ὁ ἄνθρωπος νὰ ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό ὄχι μόνο πνευματικά, ἀλλά καὶ σωματικά. Ἄνθρωπος καὶ Θεὸς νὰ γίνονται ἕνα, ὅπως ἕνα εἶναι καὶ τὸ ζωντανὸ ἀνθρώπινο σῶμα μὲ τὴν ψυχή. Μὲ τὴν ἕνωση αὐτή ὁ ἄνθρωπος γίνεται «κατὰ χάριν Θεός», ὅπως λέει ὁ ψαλμωδὸς Δαβίδ: «Ἐγώ εἶπα, θεοὶ ἐστε καὶ υἱοί Ὑψίστου πάντες».
Ὁ Χριστὸς βεβαίωσε: «Ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν. Ἐὰν μή τις μείνῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὸν καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι. Μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν».
Πῶς ὅμως μένουμε ἐμεῖς στὸν Χριστὸ κι’ Αὐτός σέ μᾶς;
Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν ἔδωσε ὁ Ἴδιος, ὅταν, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος Του, προσευχήθηκε στὸν Πατέρα: «Σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοί ἐν ἡμῖν ὦσιν…κἀγώ τὴν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἓν ἐσμέν, ἐγώ ἐν αὐτοῖς καί σύ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσιν τετελειωμένοι εἰς ἕν…».
Ἀλλά καί στούς μαθητές Του μέ σαφήνεια εἶπε: «Πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγώ ἐν τῷ πατρί καί ὁ πατήρ ἐν ἐμοί … ἐγώ ἐν τῷ πατρί μου καί ὑμεῖς ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν ὑμῖν».
Ἐναργέστατα εἶναι τὰ θεϊκὰ κι’ ἀλάθητα λόγια τοῦ Κυρίου.
Ὅπως ὁ Πατέρας εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Υἱό Του, ἔτσι κι’ ἐμεῖς εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεό. Καὶ ὅπως ὁ Πατέρας μένει «κατὰ φύσιν ἐν τῷ Υἱῷ», ἔτσι καὶ ὅσοι πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀναγεννήθηκαν «διὰ Πνεύματος Ἁγίου», μένουν «κατὰ χάριν ἐν τῷ Θεῷ» καὶ ὁ Θεὸς μένει σ’ αὐτούς ὡς «κατὰ χάριν υἱούς» Του.
Τί θαυμαστή, θεανθρώπινη ἕνωση!
Ἡ ἕνωση ὅμως Πατέρα καὶ Υἱοῦ δὲν εἶναι παρὰ ἕνωση ἄπειρης καὶ ἄφατης ἀγάπης. Καὶ ἡ ἀγαπη τοῦ Υἱοῦ πρός τόν Πατέρα φανερώνεται μὲ τὴν «ἐν ἄκρᾳ ταπεινώσῃ» ἄρνηση τοῦ θελήματός Του καὶ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ πατρός.
Αὐτό ἀκριβῶς χαρακτηρίζει πρωταρχικὰ τὴν Θεία Ἕνωση.
Αὐτό ὅμως πρέπει νὰ χαρακτηρίζει καὶ τὴ δική μας ἀγαπητική ἕνωση μὲ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ εἶναι γνήσια: ἡ ταπεινή ἐκπλήρωση τοῦ ἁγίου θελήματός Του, δηλαδή ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Τό εἶπε ὁ ἴδιος: «Ἐάν ἀγαπᾶτε με, τά ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε… Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστὶν ὁ ἀγαπῶν με… Ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσῃ αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσωμεν».
Ὁ Θεός ἔρχεται καί «ποιεῖ μονήν παρ’ ἡμῖν», -μέ ἄλλα λόγια: ἑνώνεται μαζί μας- μόνον ἄν Τόν ἀγαπᾶμε ἔμπρακτα, τηρώντας τό νόμο Του. Τότε ζοῦμε τήν παρουσία Του μέσα μας. Τότε πραγματοποιεῖται ὁ λόγος Του: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι». Τότε προγευόμαστε τή μυστική καί ἀπερίγραπτη γλυκύτητα τῆς βασιλείας Του, τήν ἄρρητη ἀπό τό φθαρτό σῶμα. Γιατί, ὅπως βεβαιώνει ὁ ἴδιος, «οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι ‘Κύριε, Κύριε’ εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς».
Μέ ὅλα ὅσα εἴπαμε ὡς τώρα, δείξαμε τόν ἕνα τρόπο ἑνώσεώς μας μέ τόν Θεό: τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Ὑπάρχει ὅμως καί ἄλλος, παράλληλος, πού συμπληρώνει καί ἐνισχύει τόν πρῶτο. Αὐτός εἶναι ἡ συχνή συμμετοχή μας στό μυστικό δεῖπνο Του, ἡ μετάληψη τῶν ἀχράντων μυστηρίων Του.
Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός πάλι εἶπε: «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα, ἐν ἐμοί μένει κἀγώ ἐν αὐτῷ… Ἐγώ εἰμί ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσει εἰς τόν αἰώνα… Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον, κἀγώ ἀναστήσω αὐτόν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρα».
Γιά νά εἴμαστε λοιπόν ἑνωμένοι μέ τόν Κύριο καί νά ἔχουμε ζωή αἰώνια, πρέπει νά κοινωνοῦμε συχνά τό Σῶμα καί τό Αἷμα Ἐκείνου, πού εἶναι ἡ Πηγή τῆς ζωῆς. Ἀλλιῶς, ὄχι μόνον εἴμαστε χωρισμένοι ἀπ’ Αὐτόν, ἀλλά καί νεκροί: «Ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐάν μή φάγητε τήν σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε Αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς».
Ἄς προσέξουμε ὅμως, νά μήν κοινωνοῦμε χωρίς βαθειά μετάνοια, συντριβή καρδιᾶς, καθαρή ζωή καί πνευματική προετοιμασία, γιατί τότε ἡ Θεία Κοινωνία ὄχι μόνο δέν συντελεῖ στήν ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό, ἀλλά, ἀντίθετα, μᾶς καταδικάζει καί μᾶς κατακαίει. «Ὁ γάρ ἐσθίων καί πίνων ἀναξίως», λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «κρίμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει». Γι’ αὐτό «δοκιμαζέτω ἄνθρωπος ἑαυτόν, καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω».
Ἂς φυλάξουμε λοιπὸν μὲ προθυμία καὶ ἐπιμέλεια τὶς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, καί ἄς προσερχόμαστε μέ συναίσθηση καί ἀκατάκριτη συνείδηση στά πανάγια μυστήριά Του, γιά νά ἑνωθοῦμε μαζί Του· γιά νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια βασιλεία Του· γιά νά μήν ὑποστοῦμε στήν παρούσα ζωή ὅ,τι λέει ὁ Τίμιος Πρόδρομος: «Ὁ ἀπειθών τῷ Υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωήν, ἀλλ’ ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ μένει ἐπ’ αὐτόν». Γιά νά μήν ἀκούσουμε στήν ἄλλη ζωή τόν φοβερό λόγο τοῦ Κυρίου: «Ἀπέλθετε ἀπ’ ἐμοῦ… Οὐκ οἷδα ὑμᾶς!…». Γιά νά δεχθοῦμε, τέλος, τήν πανευφρόσυνη πρόσκληση: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου».
Πηγή: (“ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ”, Πνευματικά κεφάλαια βασισμένα σέ κείμενα τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ), Η άλλη όψη
Ὅποιος γονιός ἔχει αὐτά τά χρόνια παιδί στό δημοτικό σχολεῖο, ἔχει πάρει καί μία γεύση τοῦ τί σημαίνει δημόσια ἑλληνική ἐκπαίδευση. Ἄν ἀσχολήθηκε λίγο μέ τά διαβάσματα τοῦ παιδιοῦ του θά διαπίστωσε τήν καταβαραθρωμένη ποιότητα τῶν βιβλίων, τό “περίεργο” πνεῦμα τῶν προγραμμάτων σπουδῶν καί τά καζάντια τῶν μοντέρνων παιδαγωγικῶν μεθόδων. Παράλληλα θά διαπίστωσε ὅτι συχνά καί οἱ ἴδιοι οἱ δάσκαλοι στέκονται μέ τήν ἴδιαν ἀμηχανία ἀπέναντι σέ ὅσα τούς ἔρχονται ἀπό τήν πλευρά τοῦ ὑπουργείου. Ἡ φτώχεια δέν ἀφορᾶ μόνο τήν ποσότητα τῶν πληροφοριῶν πού ἀποκομίζει τό παιδί στό σχολεῖο ἀλλά καί τήν σύνολη ψυχοπνευματική του ἀνάπτυξη. Μέσα στό κυριολεκτικά τρομακτικό αὐτό τοπίο ἀνακοινώθηκαν καί οἱ ὀργουελικοί σχεδιασμοί Φίλη – Λιάκου.
Μέχρι πρόσφατα, ὁμολογῶ τήν ἁμαρτία μου, πίστευα κι ἐγώ πώς πρόκειται γιά μιά πορεία ἀνησυχητική μέν, ἀναπόδραστη δέ. Ἀποδίδοντας τόν κατήφορο στά χαρακτηριστικά τοῦ καιροῦ μας (κυριαρχία τῆς εἰκόνας, μετάβαση σέ διαφορετική ἐποχή μέ καινούργιες ἀνάγκες, λογική τῆς ἥσσονος προσπάθειας, ἀπουσία ἐπαγγελματικῶν προοπτικῶν…) πίστευα πώς ἁπλῶς ἡ χώρα μας ἀκολουθεῖ νομοτελειακά μιά παγκόσμια ἐκφυλιστική τάση. Μέχρι πού ἦρθα σέ ἐπαφή μέ τά σχολικά ἐγχειρίδια τῆς γλώσσας καί μέ τίς ἀπόψεις τῶν σχεδιαστῶν τῶν προγραμμάτων σπουδῶν.
Τά τρέχοντα βιβλία φτιάχτηκαν ἐπί σημιτικοῦ “ἐκσυγχρονισμοῦ” ἀκριβῶς στό ἀποδομητικό πνεῦμα τῆς ἄθλιας ἐκείνης περιόδου. Τά τέσσερα ἀπό τά ἕξι βιβλία γλώσσας γράφτηκαν ἀπό ὁμάδες μέ ἐπικεφαλῆς πανεπιστημιακό: στῆς Α΄ τάξης ἡ Ἑλένη Καρατζόλα, στῆς Β΄ ἡ Ζωή Γαβριηλίδου καί στίς τάξεις Ε΄ καί Στ΄ ἡ Ἄννα Ἰορδανίδου. Ὅλες συναντῶνται (καί) στήν ἐπιστημονική ὁμάδα πού πλαισίωσε τό χρυσοτόκο (27 ἑκατ. εὐρώ!) Πρόγραμμα Ἐκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων τοῦ ἑλληνοφοβικοῦ διδύμου Φραγκουδάκη – Δραγώνα, πρόγραμμα πού στήν ἁπτή, σχολική πραγματικότητα …ὤδινεν ὄρος καί ἔτεκεν μῦν. Τό πνεῦμα πού διαρρέει τήν στοιχειώδη ἐκπαίδευση μέ βάση τό Πρόγραμμα Σπουδῶν τό συνέχουν ἡ διαπολιτισμικότητα, ἡ διαθεματικότητα, ὁ μαθητοκεντρισμός, ἡ ὁμαδικότητα. Ἕωλες ἰδέες ἑνός συρμοῦ πού ἀποδομεῖ τίς ἐθνικές κοινωνίες κόντρα στήν συνταγματική ἐπιταγή γιά “ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης”. Δέν θά μιλήσω γιά προχειρότητα, ἀνοησία, ἰδεοληψία, εἶναι ἀδύνατον νά περιγραφεῖ ἡ πραγματικότητα. Ἄλλωστε, καθώς στή χώρα μας δέν ὑπάρχει καμμία θεσμική ἀποτίμηση ὁποιασδήποτε ἐκπαιδευτικῆς μεταβολῆς, καθένας ἔχει τή γνώμη του. Ὅμως ποιός μπορεῖ νά δηλώνει σήμερα εὐτυχής μέ τήν ψυχοπνευματική καθήλωση τῶν παιδιῶν;
Πηγή: Αντιφωνητής
«Βλέπετε οὖν πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ' ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι. Διὰ τοῦτο μὴ γίνεσθε ἄφρονες, ἀλλὰ συνιέντες τί τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Καὶ μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ᾄδοντες καὶ ψάλλοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ» (Εφεσ. ε'15)
Δεν υφίσταται στην υφήλιο ένας διάχυτος χριστιανικός κόσμος, αλλά από τη μία πλευρά υπάρχει η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία κατέχει το πλήρωμα της αληθείας και είναι «στύλος και εδραίωμα της Αληθείας», κι από την άλλη μεριά υπάρχουν οι πλανεμένοι, αιρετικοί και αποσκιρτήσαντες χριστιανοί, υπέρ των οποίων εκτενώς προσευχόμαστε προς επιστροφή και ενότητα (=υπέρ της των πάντων - και όχι πασών των «εκκλησιών» - ενώσεως) στην αγία και αμώμητη πίστη των Ορθοδόξων.
Οι Άγιοι Πατέρες, οι κατά πάντα υποχωρητικοί και συγκαταβατικοί, οι ταπεινοί προς πάντα άνθρωπον, ποτέ δεν εξίσωναν την αίρεση με την αλήθεια και όταν «η πίστις ήτο το κινδυνευόμενον» δεν έδειχναν καμμιά υποχώρηση και αβροφροσύνη, λέγοντας, ότι «εις τα της πίστεως ου χωρεί συγκατάβασις» (π.χ. ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, ο Μ. Βασίλειος, ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο Αββάς Αγάθων…) Μη συγχέομε λοιπόν την καθημερινή άσκηση της αγάπης με την ακριβή διατύπωση της αλήθειας και τα «όρια ά έθεντο οι πατέρες ημών», η οποία αλήθεια ακριβώς συνιστά την όντως αγάπη προς τους αιρετικούς.
Η υπόθεση της κλιματικής αλλαγής και της παγκόσμιας ειρήνης, του μεταναστευτικού προβλήματος και της τρομοκρατίας ασφαλώς είναι οξύτατα προβλήματα που απασχολούν όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα ματώνουν τις καρδιές των χριστιανών. Αυτό όμως το γεγονός δεν συνιστά καμμιά προϋπόθεση για έναρξη και συνέχιση θεολογικών διαλόγων με αιρετικούς, ωσάν να αναζητούμε λύσεις πάνω στην χαμένη αλήθεια και ενότητα της πίστεως. «Έτερον εκάτερον». Ούτε ένας άγιος Πατέρας στο παρελθόν κάθισε ποτέ στο ίδιο Τραπέζι με αιρετικούς για την πείνα και τη φτώχεια. Εξάλλου μέχρι σήμερα δεν έφεραν αυτοί οι διάλογοι κανένα αποτέλεσμα στα παραπάνω θέματα ούτε στη θεολογική σύγκλιση των δύο πλευρών. Η Εκκλησία δίνει επαρκή τη μαρτυρία της εμπειρίας της στα κοινωνικά θέματα χωρίς άλλα στηρίγματα και δεκανίκια και δεν αλλάζει την ορολογία της αγίας Γραφής και των αγίων Πατέρων, που μας λέγουν ξεκάθαρα «αιρετικόν άνθρωπον μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού…» και ότι οι Λατίνοι και σχισματικοί και αιρετικοί είναι. Πόσο μάλλον όλοι οι άλλοι.
Επειδή δια το θέμα του βαπτίσματος λέγονται κατά καιρούς πολλά, εκείνο που πρέπει να πούμε είναι ότι οι πρό του Σχίσματος Ορθόδοξοι Πατέρες μας ως ορθόδοξοι αντιμετώπιζαν ποιμαντικά και τοπικά με διαφορετική πιθανόν προσέγγιση – με ακρίβεια ή με οικονομία - το θέμα της εισόδου εκ νέου στην Εκκλησία των αιρετικών εκείνης της εποχής, οι οποίοι προφανώς διέσωζαν τον τύπο του αγίου Βαπτίσματος. Εδώ στην περίπτωση των με επίγνωση στην αγία Ορθοδοξία επιστρεφόντων αιρετικών της Δύσεως δεν έχουμε καν βάπτισμα. Η συνείδηση των επιστρεφόντων δυτικών ζητούν την κατ΄ ακρίβειαν επανεισδοχή τους με ορθόδοξο βάπτισμα στην Εκκλησία μας (π. Πλακίδας Ντεσιέγ).
Ασφαλώς ο Χριστός έκανε θαύματα σε ειδωλολάτρες και Σαμαρείτες της εποχής του, όπως κάνει θαύματα και σήμερα σε μουσουλμάνους και παπικούς και ετεροδόξους… Κοινός Πατέρας όλων είναι. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι αυτοί όλοι ανήκαν τότε στο λαό του Θεού ( όπως ακριβώς είπε και διόρθωσε τη Σαμαρείτιδα) και ότι οι σημερινοί αιρετικοί είναι μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. «Με την Πεντηκοστή και την Εκκλησία «εις ενότητα πάντας εκάλεσε» και τότε έδωκε την τελειωτική χάρη δια του λόγου, της Πίστεως και των Μυστηρίων: «ὁ πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Τότε «γενήσεται μία ποίμνη είς ποιμήν». Εξάλλου όπως λέγει ο αείμνηστος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: «τα προσωπικά σε εθνικούς και αλλοδόξους θαύματα σκοπό έχουν να τους φέρουν στο χώρο του αντικειμενικά και γενικά ισχύοντος θαύματος, που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία».
Άλλο διάσπαση και διάτμηση του χριστιανικού κόσμου κι άλλο διάσπαση και σχίσμα του εκκλησιαστικού σώματος, όπως υπονοεί και ο Παύλος, όταν ομιλεί για σχίσματα και διαιρέσεις των Χριστιανών της Κορίνθου. Ασφαλώς οι άγιοι Πατέρες τότε δεν θεωρούσαν τους αρειανούς Εκκλησία…Εμείς δυστυχώς θεωρούμε όλες τις μεγάλες αιρέσεις Εκκλησίες και αποκαλούμε τους αιρεσιάρχες σε συλλείτουργα μάλιστα αγιώτατους αδελφούς. Και εν πάση περιπτώσει συνήλθαν οι άγιες Οικουμενικές Σύνοδοι και έθεντο τα όρια της αμωμήτου πίστεως, κατεδίκασαν, αφόρισαν, αναθεμάτισαν τους αιρετικούς, όπως και οι παπικοί συνοδικά και πατερικά καταδικάσθηκαν και έκτοτε δεν γεννάται θέμα. Μα επιτέλους: δεν τα ήξεραν αυτά οι άγιοι πατέρες μας, ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης, οι Πατριάρχαι της Ανατολής το 1848, όταν μιλούσαν κατά του παπισμού;
Ερωτάται κατά κόρον πως δέχθηκαν Πατέρες κάποιων Αγίων Οικουμενικών Συνόδων αιρετικούς στην Αγία Ποίμνη του Χριστού χωρίς αναβαπτισμό και αναχειροτόνιση και μείς δεν μπορούμε σήμερα… Πρώτον μέν το αποφάσισαν συνοδικά, και όχι ένας ατομικά και μια εκκλησία τοπικά. Τα αποφάσισαν συγκεκριμένα και ασφαλώς υπό προϋποθέσεις και κατ΄ οικονομίαν χάριν ενός μεγαλυτέρου καλού, της αρχής της σωτηρίας. Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι οι αιρετικοί εκείνοι ήθελαν να επανέλθουν στην Εκκλησία. Είχαν μετανιώσει και είχαν αποκηρύξει την πλάνη τους. Οι παπικοί και οι άλλοι δεν θέλουν. Θέλουν να μένουν στην αίρεση. Τόσο απλό είναι! Εμείς σπεύδουμε εκ των προτέρων και κάνουμε εκπτώσεις στην κανονικότητα χωρίς να μας το ζητήσουν. Όσοι επιστρέφουν όμως πραγματικά στην Ορθοδοξία δεν θέτουν θέμα βαπτίσματος και δεν ζητούν διευκολύνσεις. Εμείς βιαζόμαστε και κάνουμε τον πρόθυμο και τον ανοιχτοχέρη.
«Αρχή φιλοσοφίας η των ονομάτων επίσκεψις». Πράγματι οι Άγιοι Πατέρες μαζί με την ακρίβεια δεχόντουσαν και την οικονομία στο χειρισμό των αιρετικών. Ουδέποτε όμως έδιναν μυστήρια και θεωρούσαν ισότιμα μέλη της Εκκλησίας ανθρώπους που βρισκόντουσαν ακόμη μέχρι το λαιμό στην αίρεση. Μέχρι να επιστρέψουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία με τον τρόπο που αποφασιζόταν συνοδικά και συνολικά, οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν δικαίωμα στα Μυστήρια. Ύστερα δεν είναι το ίδιο τα θαύματα και οι βαπτίσεις των μαθητών του Χριστού αποστελλομένων από τον Χριστό πρίν από την Πεντηκοστή και μετά την Πεντηκοστή.
Πολύς λόγος για τον Παπισμό. Καλά, έχει ορθή Τριαδολογία, ορθή Μαριολογία, Ορθή Εκκλησιολογία, ο Παπισμός; Δεν ασκεί προσηλυτισμό με εγκλήματα μάλιστα ο Παπισμός; Ο παπισμός έχει περισσότερες αιρέσεις και από τον Χιλιασμό που είναι οργάνωση. Τι λέγει ο άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς για τον Πάπα και τον ανθρωποκεντρισμό του παπισμού; Τα γεγονότα τα καθ΄ εκάστην γενεάν εις βάρος του Παπισμού γενόμενα υπό του Θεού θαυμαστώς προκληθέντα (θαύμα αγ. Σπυρίδωνος στην Κέρκυρα) σε συλλείτουργα και συμπροσευχές είναι δυνατόν να αγνοηθούν και να αφήνουν περιθώρια αθωώσεως της παπικής αιρέσεως.
Αν αρχίσουμε, τέλος, να θέτουμε σε μερική ή γενική αμφισβήτηση την ισχύ των ιερών κανόνων, επικαιροποίησης και εκσυγχρονισμού τους, αν την ιερή καύχηση περί της αδόλου αποστολικότητας και μοναδικότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας την χαρακτηρίζουμε αυθαίρετη αποκλειστικότητα της Εκκλησίας μας, αν βλέπουμε Εκκλησίες και Χάριτες στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Αιρέσεων, στο οποίο σημειωτέον η Παπική Αίρεση ποτέ δεν έγινε μέλος, και για το οποίο άγιοι παλαιοί και πρόσφατοι με αποκάλυψη Θεού απερίφραστα καταδίκασαν, αν επιλεκτικά διαχωρίζουμε τα Μυστήρια, αναγνωρίζοντας το κρείττον (=το βάπτισμα) και ακυρούντες δήθεν τα ελάσσονα, αν χωρίς να μας το ζητήσουν σπεύδουμε εμείς από μόνοι μας και εγκρίνουμε βαπτίσματα αιρετικών και να υποστηρίζουμε μεικτούς γάμους, αν εθελοτυφλούμε μπροστά στην αμετανοησία και την εγκληματικότητα του παπισμού και στις διαστροφές του προτεσταντικού χώρου, τότε έχουμε αποτολμήσει απόπειρα εκκλησιαστικού εγκλήματος και εμπιστευόμαστε την κρίση μας κυμαινόμαστε αντιφατικά και αυτοκτονικά μεταξύ ορθοδόξου ομολογίας και αντιθέου ανθρωπαρεσκείας.
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
Δελτία Τύπου της Ιεράς Συνόδου
Δεύτερη Συνεδρία της Δ.Ι.Σ. για τον μήνα Ιούνιο (2/6/2016)
Συνήλθε σήμερα, Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016, στη δεύτερη Συνεδρία Της για τον μήνα Ιούνιο η Διαρκής Ιερά Συνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.
Κατά την σημερινή Συνεδρία:
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος επικύρωσε τα Πρακτικά της προηγουμένης Συνεδρίας.
Με έκπληξη η Δ.Ι.Σ. παρακολουθεί τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη να αναφέρεται σε δηλώσεις του απαξιωτικά και προσβλητικά για το μάθημα των Θρησκευτικών, και επιπλέον να εξακολουθεί να το χαρακτηρίζει κατηχητικό ή ομολογιακό, χαρακτηρισμοί που έχουν απορριφθεί από ειδικές επιτροπές και επιστήμονες που ασχολούνται με την διδακτική του μαθήματος, καθώς και από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Συνεδρία της 9ης Μαρτίου ε.έ. Ανάλογες δηλώσεις έγιναν εσχάτως και για το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών. Υπενθυμίζεται ότι το ισχύον πρόγραμμα του μαθήματος των Θρησκευτικών έχει γνωσιολογικό, πολιτιστικό και θρησκειολογικό χαρακτήρα και όχι κατηχητικό ή ομολογιακό. Επειδή με τέτοιες δηλώσεις παραπλανάται ο ελληνικός λαός, η Δ.Ι.Σ. εκφράζει την λύπη της γι’ αυτές τις απαξιωτικές δηλώσεις του κ. Υπουργού.
Ακολούθως, αποφάσισε την σύνταξη ειδικού φυλλαδίου, το οποίο θα απευθύνεται προς τον Λαό και θα τον ενημερώνει με συγκεκριμένα στοιχεία για το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας που γίνεται στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Λαβούσα γνώση για το γεγονός ότι κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα δημοσιεύθηκαν ψηφίσματα που αφορούν στο θέμα της εκδόσεως της ηλεκτρονικής Κάρτας του Πολίτη, η Δ.Ι.Σ. επαναλαμβάνει για μία ακόμη φορά ότι αναμένει από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Πολιτείας το σχετικό προς διαβούλευση Νομοσχέδιο και την επ’ αυτού Εισηγητική Έκθεση, προκειμένου να τοποθετηθεί υπευθύνως. Γι’ αυτό και συνιστά στον Ιερό Κλήρο, τους Μοναχούς και τους πιστούς να ειρηνεύουν και να αναμένουν την τελική θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Tέλος, η Δ.Ι.Σ. έλαβε αποφάσεις σχετικά με τρέχοντα υπηρεσιακά θέματα της ημερησίας διατάξεως.
Εκ της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου
«Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει»…
Τι πήραμε από τους Ευρωπαίους; Ψίχουλα… «Ώδυνεν όρος και έτεκεν μυν» (Κοιλοπονούσε ένα βουνό και γέννησε ένα ποντίκι, δηλ. πολύ – πολύ μικρότερα των προσδοκομένων τα αποτελέσματα). Συνεχώς παίρνουμε δήθεν λεφτά που γυρίζουν στους ίδιους…
Δώσαμε τα πάντα και πήραμε δόσεις… ναρκωτικού και υποκατάστατα φαρμάκων, για να ξεγελιόμαστε… «άχρι καιρού».
Γίναμε αιχμάλωτοι για ένα αιώνα!
Στο βωμό της αξιολόγησης, της εκταμίευσης και της ελάφρυνσης, κυρίως χάριν των Γερμανικών εκλογών και των αμερικανικών απαιτήσεων, πουλήσαμε τα πάντα.
Δεχτήκαμε τρία επίσημα μνημόνια και ένα αέναο κόφτη.
Χάσαμε λιμάνια, αεροδρόμια, συγκοινωνίες, φυσικά και ενεργειακά αγαθά, δηλ. αξιοπρέπεια, εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία. Δεν αποκλείεται να πούμε «το νερό νεράκι».
«Αμαρτήσαμε, ανομήσαμε, τίποτε δεν σεβαστήκαμε και αδικήσαμε τη χώρα και το λαό μας».
Κι όχι μόνο οικονομικά…
Ο Δούρειος Ίππος της Οικονομίας έφερε κατάργηση της Κυριακής Αργίας, Υπογραφή Συμφώνου Συμβίωσης, Κοσμικό κράτος, αδιοριστία ιερέων, χτύπημα της Εκκλησίας και της Οικογένειας, της Ιστορίας και της Φυλής μας.
Ανέθαλλαν όλα τα αριστερά άνθη του κακού στη συγκεκριμένη συγκυρία: απιστία, αθεϊα, εκκλησιομαχία, ανθελληνισμός, χτύπημα στην οικογένεια και στην ιστορία. Όλες οι άλλες χώρες βγήκαν από τα μνημόνια και μείς κατά ένα παράξενο τρόπο πηγαίνουμε όλο και παραπίσω με προαπαιτούμενα και ευρωπαϊκές οδηγίες και αξιολογήσεις.
Φταίμε ως χώρα και πολιτική πρακτική. Κάναμε μεγάλα λάθη. Λειτουργήσαμε συχνά ως ανεγκέφαλοι:
1] Υπογράψαμε τη συνθήκη του Δουβλίνου 2 σύμφωνα με την οποία η επαναπροώθηση των μεταναστών δεν επιβάλλεται πέραν της αμέσως προηγούμενης χώρας… Κλείσαν και τα σύνορα οι βόρειοί μας… Μείναμε εμείς κι αυτοί…
2] Το δεύτερο, δεχτήκαμε να μετακυλιστούν τα χρέη μας και από τραπεζικά να γίνουν κρατικά… με ό,τι αυτό συνεπάγεται…
3] Η παρουσία δε υπερπληθών μεταναστών στη χώρα αλλοιώνει πλέον τη σύνθεση του πληθυσμού, τροφοδοτεί απαράδεκτους μικτούς γάμους, εδραιώνει τον μουσουλμανισμό, δημιουργεί προϋποθέσεις Κοσσοβοποίησης τμημάτων της ελληνικής Πατρίδας, ρίχνει τα εργατικά μεροκάματα και μειώνει την αγορά και προσφορά εργασίας, διαλύει τις εργασιακές ενώσεις και σχέσεις και θεριεύει το κεφάλαιο και τον εργασιακό μεσαίωνα.
4] Φτιάξαμε ένα ξενόδουλο υπερταμείο «κράτος εν κράτει» για πρώτη φορά στην ιστορία μας και είναι όλα υποθηκευμένα
5] Δεχτήκαμε ένα άτυπο αέναο μνημόνιο
6] Ανεχτήκαμε τις απειλές της Τουρκίας για τους μετανάστες, ότι αν δεν τους παραβάλουμε εμείς ή δεν παραλάβουν αυτοί (=οι Τούρκοι) τα λεφτά για τους δικούς τους…θα ξαναπλημμυρίσει η χώρα με καραβιές ξένων.
7] Δεν τολμήσαμε να ανακηρύξουμε την ΑΟΖ και ανεχτήκαμε στο σβέρκο μας εποπτείες, επιτηρήσεις, διευθυντήρια, ελεγκτές, τρόϊκες και κουαρτέτα, γίναμε εντολοδόχοι ξένων κέντρων και κυβερνήσεων.
Έχουμε σκεφτεί ποτέ γιατί γίνονται όλα αυτά στην δύσμοιρη Πατρίδα μας;
Όλα έγιναν και γίνονται για ένα νόμισμα. Για το Ευρώ. Το καταραμένο το ευρώ. Και για να μη βγούμε από την ευρωζώνη…
Το σκληρό νόμισμα… Το απάνθρωπο…
Το δελεαστικό αρχικά και απογοητευτικό στο τέλος…
Γι΄ αυτό το ευρώ, την παραμονή στη ζώνη του ευρώ, υπήρξαν οι επιδοτήσεις, οι εξισορροπήσεις, τα μνημόνια, οι μεταρρυθμίσεις, οι αποκρατικοποιήσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις, ο κόφτης, το υπέρ-ταμείο…
Για να μη χάσουμε το ευρώ: έγιναν και απολύσεις και οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων και επιβλήθηκε φορολογία δυσβάστακτη και δημοσιονομική προσαρμογή και έλεγχος κεφαλαίων…
Μάλιστα τη στιγμή που άλλες μεγάλες χώρες της ΕΕ δεν έχουν μπει στη ζώνη του ευρώ καθόλου και διατηρούν σχετική αυτονομία. Και μάλιστα την ίδια στιγμή που άλλες χώρες σκέφτονται άμεσα την αποχώρησή τους από την ΕΕ για διαφόρους λόγους.
Εμείς λατρέψαμε το ευρώ. Αφοσιωθήκαμε σ΄ αυτό. Του δώσαμε υπεραξία που δεν την έχει με τίποτε. Χάσαμε το πιο αρχαίο νόμισμα της Ευρώπης, τη δραχμή, και ασυναίσθητα κάναμε το ευρώ θεό στη ζωή μας. Το θεοποιήσαμε σαν να ήμασταν ιθαγενείς απολίτιστοι που χάσκουν μπροστά στα καθρεπτάκια των δυτικοευρωπαίων. Πέσαμε στο αμάρτημα του μαμωνισμού και είπαμε δυστυχώς «ευρώ αντί πάσης θυσίας», δηλαδή «ευρώ και πάρτε μας το κεφάλι». Κι άλλο που δεν ήθελαν οι εκδοροσφαγείς των λαών της Ευρώπης: «μας πήραν τα κεφάλαια και το κεφάλι».
Η υπόθεση του ευρώ, όσο καλά κι αν ξεκίνησε με επιδοτήσεις και χορηγίες και ΕΣΠΑ, τόσο πιο πονηρά και οδυνηρά κατέληξε σε δάνεια και χρέη και άλλες ρυθμίσεις, που βγάζουν ένα λαό από τον παραδοσιακό του δρόμο. Ρυθμίσεις που φτάνουν στην ανατροπή και αλλοίωση του αξιακού του κώδικα και στο ήθος του και στην πίστη του. Το ευρώ μας οδηγεί σταθερά στο ηλεκτρονικό φακέλωμα και στην απόλυτη δικτατορία του Αντιχρίστου.
Το ευρώ τα θέλει όλα: και μετανάστες, και αλλαγές στο σύνταγμα και πολυπολιτισμική ουτοπία, και κοσμικό κράτος και αδιοριστία ιερέων και ανάδειξη μειονοτήτων και προσφυγικές ροές και κλειστά σύνορα και την Ελλάδα να γίνει αποθήκη ψυχών -αγνώριστη πλέον - με έκρηξη των ιδιωτικοποιήσεων και αποθέωση του καπιταλιστικού τρόπου ζωής και θάνατο στους αδύνατους και φτωχούς.
Θέλει χέρσα τα ελληνικά χωράφια γεμάτα φωτοβολταϊκά, χαμομήλι από τη Χιλή, πατάτες από την Αίγυπτο, ντομάτες από Τουρκία, ελιές και λάδι από μεσογειακές χώρες, ζώα από Βαλκάνια και ευρωπαϊκές χώρες κι εδώ τους Έλληνες απλά να δουλεύουν ως σερβιτόροι και ξενοδοχοϋπάλληλοι στη μεγάλη βιομηχανία του τουρισμού μας…που τείνει και αυτός να γίνει αμαρτωλός και τρισάθλιος.
Το ευρώ επιτελεί σατανικό έργο, αποτελεί όχημα του κακού, οδηγεί στην εξαχρείωση των λαών που το ακολουθούν. Κι όσο θα λειτουργεί ακόμη στην Ελλάδα μας η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι τόσο θα κυβερνά το ευρώ και θα συνεχίζονται τα μνημόνια.
Διότι το ευρώ μας γελοιοποίησε ως έθνος: μας έκανε πολύ κατώτερους από την ιστορία μας, έσχατους και ανάξιους των Μεσολογγιτών, μας έφερε συχνά σε κρίση συνειδήσεως, που όμως δεν υπερβήκαμε ποτέ, μας δίχασε ως προσωπικότητες και μας εγκλώβισε αρκετές φορές στο δίλημμα της παραιτήσεως, χωρίς όμως ποτέ ως άλλοι αρχαίοι Έλληνες να πούμε «ου περί χρημάτων ημίν ο αγών, αλλά περί δόξης». Μας έκαμε αιχμάλωτους. Βγάλαμε δυστυχώς τα μάτια μας με τα χέρια μας. Χάλασε η ψυχή μας και γίναμε δειλοί σα γατάκια μπροστά στο είδωλο του ευρώ. Κρίμα!!!
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
Ἅγιον Ὄρος, 4/17 Μαρτίου 2016
ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Ἡ σύντονη καί φιλότιμη προσπάθεια τῶν Ἀντιπροσωπειῶν τῶν Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στίς Πανορθόδοξες Προσυνοδικές Διασκέψεις ἔφερε ἐν τέλει τά ἐν σχεδίῳ προσυνοδικά κείμενα στήν μορφή, μέ τήν ὁποία δό-θηκαν στήν δημοσιότητα μέ ἐντολή τῶν Σεπτῶν Προκαθημένων στίς 21-28 Ἰανουαρίου 2016.
Τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει τώρα τήν δυνατότητα νά ἐκφράσῃ εὐ-λαβῶς τήν κρίσι του ἐπί τῶν κειμένων, συμμετέχοντας ἔτσι στήν συνοδική λει-τουργία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ, ἔχει τήν μορφή ὑπομνήματος. Εἶναι εὐλαβής ἔκθεσις τῶν σκέψεών μας πρός τούς Σεβ. Ἱεράρχας τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκ-κλησίας μας περί τοῦ πῶς τά ἐν σχεδίῳ κείμενα θά μποροῦσαν νά λάβουν μία περισσότερο «καθολική» μορφή, νά ἐκφράζουν δηλαδή ἀκριβέστερα τό καθο-λικό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τό διασώζει ἡ Κανονική μας παράδοσις, ἡ λατρευτική συνείδησις καί ἡ ἐμπειρία τῶν χαρισματούχων Ἁγίων μας: ἡ κοινω-νία σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις.
Γνωρίζουμε ὅτι οἱ Σεβ. Ἀρχιερεῖς ἔχουν ἤδη διατυπώσει προτάσεις τρο-ποποιήσεων ἐπί τῶν ἐν σχεδίῳ κειμένων, οὕτως ὥστε τό παρόν κείμενο δέν θά χρειαζόταν νά συνταχθῇ καί ἐπιβαρύνῃ τήν συνοδική διαδικασία.
Ἄς θεωρηθῇ ὅμως αὐτό ὡς μικρή συνεισφορά στόν μεγάλο καί πολυ-εύθυνο ἀγῶνα πού ἔχουν τώρα ἀναλάβει οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας ἐν ὄψει τῆς συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, ὥστε νά εἶναι μία σύνοδος θεοσυνέργητος καί ἑπομένη τοῖς ἁγίοις πατράσι.
Α’.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΩΝ
Στό ζήτημα τῆς ὑποβολῆς τροπολογιῶν ἐπί τῶν ἐν σχεδίῳ κειμένων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου ἀναφέρεται καί τό ἄρθρο 11, παράγρ. 2 τοῦ «Κα-νονισμοῦ ὀργανώσεως καί λειτουργίας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου».
Ὁ Κανονισμός ἔχει ἀναμφισβήτητα μεγάλη σημασία γιά τήν εὔρυθμη καί ἀπρόσκοπτη διεξαγωγή τῆς Συνόδου. Ὅμως ἡ συγκεκριμένη παράγραφος προκαλεῖ μία δυσλειτουργία.
Γράφεται: «ἡ ἔγκρισις τῶν τροπολογιῶν, μετά τήν ὁλοκλήρωσιν τῆς συζητήσεως αὐτῶν, ἐκφράζεται, κατά τά πανορθοδόξως καθιερωμένα, διά τῆς ἀρχῆς τῆς ὁμοφωνίας τῶν ἀντιπροσωπειῶν πασῶν τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθο-δόξων Ἐκκλησιῶν. Τοῦτο σημαίνει ὅτι αἱ μή ὁμοφώνως ἀποδεκταί γενόμεναι τροπολογίαι δέν ἐγκρίνονται».
Πρακτικά αὐτό σημαίνει ὅτι ἕνα ἐν σχεδίῳ κείμενο, πού δέν θά δεχθῇ τροποποιήσεις ἐπειδή δέν ὑπάρχει ἐπ’ αὐτῶν ὁμοφωνία, μένει ὡς ἔχει καί ἡ τε-λική ψηφοφορία γίνεται ἐπ’ αὐτοῦ.
Ὅμως ἡ Ἱεραρχία, ἡ ὁποία προτείνει τροπολογίες, δείχνει τήν βούλησί της νά ἀναδιαμορφώσῃ τό προσυνοδικό κείμενο, ὥστε αὐτό νά ἐκφράζῃ αὐ-θεντικά τήν αὐτοσυνειδησία της. Ἐφ’ ὅσον δέν μπορεῖ νά τό πράξῃ, ὑποχρεώ-νεται νά κινηθῇ στό πλαίσιο πού χάραξαν οἱ προσυνοδικές διασκέψεις. Ἐάν ὅμως τελικά τό προσυνοδικό κείμενο δέν τήν ἐκφράζῃ, προφανῶς τό μόνο πού τῆς ἀπομένει εἶναι νά τό καταψηφίσῃ.
Αὐτό δέν δείχνει ἀδυναμία νά φθάσουμε σέ ὑγιῆ, ἁγιοπατερική, πανορ-θόδοξη ἑνότητα;
Β’.
ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ»
Τό κείμενο αὐτό φαίνεται ὅτι συντάχθηκε μέ κάποια μονομέρεια. Ἀποτυπώνει τήν μία πλευρά τῶν πραγμάτων. Περιγράφει τίς σχέσεις τῆς Ὀρθο-δόξου Ἐκκλησίας μέ τόν ἑτερόδοξο χριστιανικό κόσμο ἀπό τήν σκοπιά ἐκείνων τῶν φορέων πού τίς διεκπεραίωσαν κατά τά πενήντα τελευταῖα χρόνια.
Ὅμως στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει καί ἄλλη θεολογική ἄποψις τῶν διαχρι-στιανικῶν σχέσεων. Πανορθοδόξως καταξιωμένοι ἀρχιερεῖς, κληρικοί, μοναχοί, θεολόγοι (πανεπιστημιακοί καί μή), τό Ἅγιον Ὄρος καί ὁ ἁπλός λαός -ἀνάμεσά τους καί ἁγιασμένοι ἄνθρωποι- ἔχουν ἐκφράσει ἐμπεριστατωμένα τίς ἰσχυρές ἐπιφυλάξεις τους γιά τήν μορφή τῶν σχέσεων μέ τούς ἑτεροδόξους πού δια-τυπώνεται στό ἐν σχεδίῳ κείμενο, καί γιά τήν θεολογία πού ὑπόκειται αὐτῶν τῶν σχέσεων. Σύμφωνα μέ αὐτή τήν ἄποψι, πού πιστεύουμε ὅτι ἐκφράζει τήν Πίστι τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων, τό ὡς ἄνω σχέδιο κειμέ-νου πρέπει νά ξαναγραφῇ, γιά νά ἐκφράσῃ αὐτή τήν Πίστι. Σέ αὐτή τήν προοπτική καταθέτουμε εὐλαβῶς τόν ἐπ’ αὐτοῦ σχολιασμό μας καί τίς προτάσεις μας, ὥστε οἰ συνοδικοί Ἀρχιερεῖς νά ἀποφανθοῦν γιά τήν μορφή πού πρέπει νά πάρῃ τό κείμενο.
Ὁ σχολιασμός τῶν ἐπί μέρους σημείων καταλήγει σέ προτάσεις τροπο-ποιήσεων, οἱ ὁποῖες παρατίθενται στό ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ, στό τέλος τοῦ παρόντος. Ὁ σχολιασμός ἀκολουθεῖ τήν σειρά τῶν παραγράφων τοῦ ἐν σχεδίῳ κειμένου.
1ον. Ἡ μοναδικότης τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀπό τό ἐν σχεδίῳ κείμενο λείπει, δίκην προοιμίου, μία σαφής ἀναφορά στό θεμελιῶδες στοιχεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, τό ὁποῖο θά νοημα-τοδοτήσῃ καί τό ὑπόλοιπο κείμενο: ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ μοναδι-κή Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Θεωροῦμε ἀπαραίτητο ἐπ’ αὐτοῦ νά ληφθῆ ὑπ’ ὄψιν, μεταξύ ἄλλων, ὅτι:
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει βαθεῖα αὐτοσυνειδησία ὅτι αὐτή μόνη ἀποτελεῖ τό Σῶμα τοῦ Ζῶντος Χριστοῦ (Ἐφ. α’ 22-23 καί Κολ. α’ 18). Τήν αὐ-τοσυνειδησία της τήν περιγράφει μέ τήν διατύπωσι τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστε-ως «Εἰς Μίαν Ἁγίαν Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Χρησιμοποιεῖ γιά τόν ἑαυτό της τόν ὅρο «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία», γιά νά τόν ἀντιδιαστείλῃ ἀπό κάθε ἄλλη ἑτερόδοξη χριστιανική ἐκκλησία, ὁμολογία, κοινότητα ἤ ὁμάδα. Ἡ ἑτεροδοξία ἀναφέρεται σέ πλεῖστα ὅσα θέματα, ἰδιαίτερα ὅμως στήν διαφορε-τική πίστι, τήν διαφορετική λατρεία (τό lex credendi ἀλλοιώνει τό lex orandi), τό διαφορετικό ἦθος πού αὐτά συνεπάγονται, καί τήν ἔλλειψι ἐμπειρίας τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις».
Ἡ αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διατηρήθηκε μέχρι σήμε-ρα ἀκεραία ὡς λατρευτική συνείδησις, ὡς πιστότης στήν δογματική πίστι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν θεοφόρων Πατέρων, καί ὡς γνήσιο βίωμα τοῦ αὐθεντικοῦ (μή παραμορφωμένου ἀπό τήν αἵρεσι) Προσώπου τοῦ Θεανθρώ-που Χριστοῦ.
Τό ὡς ἄνω ἐν σχεδίῳ κείμενο ἀναφέρεται στίς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν ὑπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Γι’ αὐτό, πρέπει νά σημειώ-νεται σέ τί διαφέρει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀπό αὐτόν. Νά λέγεται δηλαδή ὅτι οἱ ἐκκλησίες καί ὁμολογίες τοῦ ἑτεροδόξου Χριστιανισμοῦ δέν ἔχουν τούς χα-ρακτῆρες τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἔστω καί ἄν αὐτές πιστεύουν γιά τόν ἑαυτό τους ὅτι τούς ἔχουν. Ἡ ἑνότης, ἡ ἁγιότης, ἡ καθολικότης καί ἡ ἀποστολικότης εἶναι ἀποκλειστικά ἰδιώματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου σημειώνει περί τῆς Ἁγίας Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἐν σχέσει πρός τίς ὀγδόντα μέχρι τότε ἀναφυεῖσες αἱ-ρέσεις, ἐκεῖνο τό παλαιοδιαθηκικόν: «ἑξήκοντά εἰσι βασίλισσαι, καὶ ὀγδοήκον
τα παλλακαί, καὶ νεάνιδες ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός· μία ἐστὶ περιστερά μου, τε-λεία μου». Μία, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, εἶναι ἡ ἁγνή περιστερά, ἡ ἄσπιλος Νύμφη τοῦ Ἀρνίου, τήν ὁποία Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί Ὁμολογηταί Πατέρες διεφύλαξαν ἄμωμον «μή ἔχουσαν σπῖλον ἤ ρυτῖδα ἤ τι τῶν τοιούτων» (Ἐφ. 5, 27).
Αὐτά δέν φαίνονται στό ἐν σχεδίῳ κείμενο, ἐνῶ εἶναι τόσο ἀπαραίτητα. Ἡ ἁπλῆ ἀναφορά ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, οὖσα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία» (παράγρ. 1) δέν εἶναι ἐπαρκής. Οἱ ὀρθές «σχέσεις» μέ τόν λοιπό χριστιανικό κόσμο προϋποθέτουν ὀρθό καί ἀκριβῆ αὐτοπροσδιορι-σμό, τήν στιγμή πού οἱ ἑτερόδοξοι σφετερίζονται τόν τίτλο τῆς Μιᾶς Ἁγίας.
Ὑπό τήν προϋπόθεσι τῆς διαχρονικῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὡς τῆς μόνης Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ παράγρ. 1 τοῦ κειμένου προτείνεται νά ἀναδιατυπωθῇ. Ἡ παράγραφος, ὅπως εἶναι διατυπωμένη, ὑπονοεῖ διαχριστιανική ἑνότητα διαφορετική ἀπό ἐκείνη πού χαρακτηρίζει τήν Ἐκκλησία ἐκ τῆς φύσεώς Της. Μέ τήν διατύπωσι αὐτῆς τῆς παραγράφου ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν φαίνεται νά ἀπευθύνῃ πρόσκλησι πρός ὅλους τούς ἐκτός αὐτῆς Χριστιανούς νά ἐπιστρέψουν στήν δική της ἁγιοπνευματική ἑνότητα, ἀλλά φαίνεται νά συμβάλλῃ στήν ἀναζητου-μένη μέ ὄχι ὀρθό τρόπο ἀπό τόν ὑπόλοιπο χριστιανικό κόσμο παγχριστιανική ἑνότητα. Αὐτή ἡ λανθασμένη ἀναζήτησις φαίνεται καί ἱστορικῶς ἀπό τίς κινή-σεις τοῦ προτεσταντικοῦ κατ’ ἀρχήν κόσμου, καί κατόπιν τῆς ρωμαιοκαθολι-κῆς ἐκκλησίας (Β’ Βατικανή), μέ τίς ὁποῖες συνεδέθη κατά τόν παρελθόντα αἰ-ῶνα καί τό διαχριστιανικό ἄνοιγμα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Καί ἡ μέν πρό-θεσις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἶναι νά δώσουν μαρτυρία τῆς «ἐν ἡμῖν ἐλ-πίδος», ἀλλά εἶναι ταυτόχρονα πολλαπλῶς μεμαρτυρημένο ὅτι ὁ παποκεντρι-κός καί ὁ προτεσταντικός οἰκουμενισμός δέν στοχεύουν στήν ἑνότητα ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ πίστει, ἀλλά σέ μία ἑνότητα ἐν τῇ ποικιλομορφίᾳ αἱρετικῶν διδα-σκαλιῶν καί ἠθῶν. Εἰδικώτερα ὁ παποκεντρικός οἰκουμενισμός μέ τά ἀνοίγμα-τα τῆς Β’ Βατικανῆς στοχεύει σέ ἑνότητα ἐν ποικιλομορφίᾳ παραδόσεων, ὑπό τήν προϋπόθεσι τῆς «κοινωνίας μετά τοῦ διαδόχου τοῦ Πέτρου»!
Πρός ἀποφυγήν συγχύσεως, ὅσον ἀφορᾶ τήν ἑνότητα στήν ὁποία στοχεύει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, προτείνεται νά γραφῇ ὅτι μόνη αὐτή συνεχίζει νά εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησίαi .
2ον. Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας νοεῖται ὡς ἑξῆς:
Πρῶτον, ὑπό τήν ἔννοια τῆς μοναδικότητος τῆς Ἐκκλησίας («Πιστεύω... εἰς Μίαν»). Μία εἶναι ἡ Νύμφη. Οἱ ἄλλες ἐκκλησίες ὄνομα μόνο ἔχουν χριστια-νικό ἀλλά δέν εἶναι τοῦ Χριστοῦ: «εἰς ὄνομα Χριστοῦ κληθεῖσαι, μὴ οὖσαι δὲ αὐτοῦ» (ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου, Πανάριον, π’). Τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καί μοναδική («Μία Ἁγία») θεμελιώνεται κατά τούς Ἁγίους Πατέρας στήν μο-ναδικότητα τῆς θεανδρικῆς Ὑποστάσεως τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ. «Αὐτὸς γὰρ, φησὶν, ἐστὶν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας· ὃν ἔχειν αἱρετικοὶ κεφαλὴν ἀπηξίωσαν» (Ἰω. Χρυσοστόμου, PG 60, 745).
Ἡ ἀποστολική διαβεβαίωσις «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα» (Ἐφ. δ’ 5), καί ἄλλες συναφεῖς ἐκφράσεις, ἐπαναλαμβάνονται ἀπό τούς Ἁγίους Πα-τέρας, ὁσάκις πρέπει νά τονισθῇ ἡ μοναδικότης τῆς Ἐκκλησίας, τόσον ἔναντι τῶν αἱρέσεων ὅσον καί ἔναντι τῶν σχισμάτων (Ἰω. Χρυσοστόμου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολήν, Ὁμιλία ΙΑ’, ε’, PG 62, 86).
Δεύτερον, ἡ ἑνότης ὑπό τήν ἔννοιαν τῆς ἑνώσεως ἡμῶν τῶν μελῶν Της μεταξύ μας καί μέ τόν Τριαδικό Θεό, θεμελιοῦται κατά τούς Ἁγίους Πατέρας ἐπί τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Εἴμαστε οἰκοδομή Χριστοῦ, «ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ, ἐν ᾧ πᾶσα οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ» (Ἐφ. 2, 20-21). Καί, ὅπως ὁ ἴδιος θεῖος ἀπό-στολος προσμαρτυρεῖ, Αὐτός, «ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, Χριστός, ἐξ οὗ πᾶν τὸ σῶ-μα συναρμολογούμενον καὶ συμβιβαζόμενον διὰ πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας κατ' ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνὸς ἑκάστου μέρους τὴν αὔξησιν τοῦ σώματος ποιεῖται εἰς οἰκοδομὴν ἑαυτοῦ ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφ. 4, 15-16).
Τήν ἑνότητα αὐτή μεταξύ μας καί μέ τόν Τριαδικό Θεό πραγματοποιεῖ ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σύνδεσμος ἑνότητος εἶναι ἡ «δόξα», τήν ὁποία ἔδωσε ὁ Κύριος στούς ἰδικούς Του: «κἀγώ τήν δόξαν, ἥν δέδωκάς μοι, δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν, ἐγώ ἐν αὐτοῖς καί σύ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν» (Ἰω. 17, 22-23)1 .
Ζωή ἑνοποιός τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἁγιοπνευματική ζωή, ἡ ὁποία προχεομένη ἐκ τοῦ Πατρός δι’ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι γίνεται ὁ σύν-δεσμος τῆς ἑνότητός μας. Εἶναι, κατά τήν λειτουργική εὐχή, «ἡ χάρις τοῦ Κυ-ρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Σέ αὐτήν τήν ἑνότητα θείας ζωῆς δέν μετέχουν ὅσοι ἐξ ἰδίας προαιρέ-σεως ἐπιμένουν νά εἶναι «κόσμος» καί ὄχι σῶμα Χριστοῦ: «Οὐ περί τοῦ κό-σμου ἐρωτῶ», παρατηρεῖ μέ ἔμφασι ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς, «ἀλλά περί ὧν δέδω-κάς μοι». Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἑρμηνεύει μέ σαφήνεια τό σημεῖο αὐτό τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς: «οὐχ ἑτέρων εἶναι δεικνὺς τὸ συνεῖναί τε αὐτῷ καὶ ἀξιοῦσθαι βλέπειν τὴν δόξαν αὐτοῦ, ἢ τῶν ἑνωθέντων τε ἤδη δι᾽ αὐτοῦ τῷ Πατρὶ» (Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 3, 5).
Τρίτον, ἡ ἑνότης ὑπό τήν ἔννοιαν τῆς ἑνώσεως τῶν κατά τόπους ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν θεμελιώνεται κατά τούς Ἁγίους Πατέρας στήν ταυτότητα τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, στήν κοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων ἐπι-σκόπων ἐν τῇ αὐτῇ μιᾷ Εὐχαριστίᾳ, στήν ταυτότητα τοῦ ἤθους καί στήν κοινή ἐμπειρία τῆς Χάριτος σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις, στοιχεῖα τά ὁποῖα καθιστοῦν κάθε τοπική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ἔκφρασιν ἐν τόπῳ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐκκλησία τῆς Κορίνθου εἶναι ἐξίσου σῶμα Χριστοῦ μέ τήν ἐκκλησία τῶν Ἱερο-σολύμων καί τῆς Ἐφέσου, καί ἡ σχέσις τους εἶναι κοινωνία Πνεύματος Ἁγίου καί ἀγάπης ἐν Χριστῷ. Δέν ὑφίσταται μεταξύ τους ἑτερότης, καθό ἐκ-κλησίες Χριστοῦ. Ἔχουν οὐσιώδη ἑνότητα. Διότι ἡ ἁγιότης, ἡ ἀποστολικότης καί ἡ καθολικότης ὑπάρχει ἤδη σέ κάθε τοπική ἐκκλησία, ὅπου τελεῖ-ται ἡ Εὐχαριστία τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας μέ παρόντα τόν ὄλο Χριστό.
Ἡ παράγρ. 2 τοῦ κειμένου «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» διαλαμβάνει ὅτι «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θε-μελιοῖ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ... ἐπί τῆς κοινωνίας ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι». Προφανῶς δέν ἀναφέρεται στήν ἔννοια τῆς ἑνότητος ἡμῶν ὡς μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, διότι αὐτό δέν ἐνδιαφέρει τό ἐν λόγῳ κείμενο, ἀλλά καί διότι αὐ-τονοήτως στήν περίπτωσι αὐτή θά ἐχρησιμοποιεῖτο κατά κάποιον τρόπο μία παύλειος ἔκφρασις, ὅπως π.χ. «σῶμα Χριστοῦ». Ἀναφέρεται στήν ἑνότητα τῶν «χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν», ὅπως προκύπτει ἀπό τό συνολικό ὕφος τοῦ κειμένου.
Ὅπως προελέχθη, οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες χαίρουν οὐσιώδους ἑνότη-τος καί δέν χρειάζεται νά θεμελιώνουν μία μεταξύ τους ἑνότητα «ἐν ἑτερό-τητι» (διότι αὐτό σημαίνει κοινωνία). Ἐπ’ ἐσχάτων ἡ ἰδέα νά θεμελιωθῇ ἡ ἑνό-της τῶν «χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν» στό Μυστήριον τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου Τριάδος, προκειμένου νά ἔχουν «ἑνότητα ἐν εὐρεῖᾳ διαφορετικότητι» (unity in rich diversity), ὑπῆρξε γέννημα τοῦ πολυδιεσπασμένου Προτεσταντισμοῦ. Ὁ σύγχρονος Προτεσταντισμός στήν ἑτερότητα τῶν θείων Ὑποστάσεων θεμελι-ώνει τήν διαφορετικότητα τῶν πολυαρίθμων ἐκδοχῶν του, στήν δέ ὁμοουσιό-τητα τῶν θείων Ὑποστάσεων θεμελιώνει τήν μοναδικότητα τῆς μιᾶς, κατ’ αὐ-τόν, ἀοράτου Ἐκκλησίας(!), τῆς ὁποίας ὁρατές μορφές(!) εἶναι ἡ πολυάριθμος σειρά τῶν παραφυάδων του3 . Ἡ ἰδέα κατόπιν ἀξιοποιήθηκε ἀπό τόν Ρωμαιοκαθολικισμό, ὁ ὁποῖος ἐπίσης ὁμιλεῖ γιά ἑνότητα ἐν ποικιλομορφίᾳ παραδόσεων (λέγε οὐνία), ἀλλά ἑνότητα πού ἐξασφαλίζεται μέ τήν ἀποδοχή τοῦ πετρινείου ἀξιώματος τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης (Πρωτεῖο).
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος δέν πρέπει νά ἐπιτρέψῃ σέ κείμενό της παράχρησι τοῦ ὅρου «ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας», πού γίνεται μέ τήν ἔκφρασι «ἐπί τῆς κοινωνίας ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι». Γι’ αὐτό θά μποροῦσε νά προταθῇ τρο-
ποποίησις πού νά δηλώνῃ τήν θεμελίωσι τῆς μοναδικότητος τῆς Ἐκ-κλησίας στήν μοναδικότητα τῆς ὑποστάσεως τοῦ Χριστοῦ, καί ἐπίσης τήν ἑνότητα τῶν μελῶν της στήν ἀδιάπτωτη ἑνότητα τῶν θεαρχικῶν Ὑποστάσεωνii.
Ὑπό τήν προϋπόθεσι τῆς ἀνωτέρω τροποποιήσεως, ἡ παράγρ. 3 ἐπιδέ-χεται ἀναγκαῖες προσθῆκεςiii .
We affirm that the apostolic faith of the Church is one, as the body of Christ is one. Yet there may legitimately be different formulations of the faith of the Church. The life of the Church as new life in Christ is one. Yet it is built up through different charismata and ministries. The hope of the Church is one. Yet it is expressed in different human expectations. We acknowledge that there are different ecclesiological starting points, and a range of views on the relation of the Church to the churches ... Each church is the Church catholic and not simply a part of it. Each church is the Church catholic, but not the whole of it. Each church fulfils its catholicity when it is in communion with the other churches. We affirm that the catholicity of the Church is expressed most visibly in sharing holy communion and in a mutually recognized and reconciled ministry» (Ἀπό τό κείμενο: Called to be the One Church (as adopted), Porto Alegre, 23 February 2006).
3ον. Οἱ διμερεῖς διάλογοι τῆς Ἐκκλησίας μετά τῶν ἑτεροδόξων.
Μέ τίς παραγάφους 4-15 τό σχέδιο κειμένου ἀποτυπώνει τό πῶς ἔχουν διεξαχθῆ οἱ διμερεῖς διαχριστιανικοί διάλογοι. Σέ αὐτούς ὅμως, παρά τόν στόχο τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει ἑνώσεως, ἔχουν συμβεῖ θεολογικά ἀτοπήματα, γιά τά ὁποῖα ἔχουν ἐκφρασθῇ ὡρισμένες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, τό Ἅγιον Ὄρος καί ἐξαίρετοι Ὀρθόδοξοι θεολόγοι. Μποροῦμε νά θυμίσουμε τά συμπεράσματα τοῦ διαλόγου μέ τούς Ἀντιχαλκηδονίους (Κοινές Δηλώσεις 1989, 1990) καί τήν συμφωνία Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν μέ τό Κείμενο τοῦ Balamand τό 1993, τά ὁποῖα ἔχουν ἐπισύρει ἀξιόλογη καί τεκμηριωμένη κριτική.
Στό πλαίσιο τῶν διμερῶν διαλόγων ἔχουν ἐπίσης ἀναπτυχθῆ συμφωνίες τῶν ἑκατέρωθεν ἀντιπροσωπειῶν (ad referendum πρός τήν Μεγάλη Σύνοδο), οἱ ὁποῖες δέν ἔχουν ἀκόμη ἀξιολογηθῆ ἀπό τίς κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκ-κλησίες ἀλλά δείχνουν ὅτι δέν θεμελιώνονται στήν Παράδοσι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὅπως π.χ. ἡ ἀναγνώρισις ἐκκλησιακοῦ χαρακτῆρα, ἀποστολικῆς πίστεως, αὐθεντικῶν μυστηρίων καί ἀποστολικῆς διαδοχῆς στήν Ρωμαιοκαθο-λική ἐκκλησία (Μόναχο 1982, Μπάρι 1987, Νέο Βάλαμο 1988). Γράφεται προ-οιμιακῶς στό κείμενο τοῦ Μονάχου ὅτι: «ἐκφράζομεν ἀπό κοινοῦ μίαν πίστιν, ἡ ὁποία εἶναι συνέχισις τῆς πίστεως τῶν Ἀποστόλων». Στό Νέο Βάλαμο ἐπί-σης: «Εἰς ἀμφοτέρας τάς Ἐκκλησίας μας ἡ ἀποστολική διαδοχή εἶναι θεμε-λιώδης διά τόν ἁγιασμόν καί διά τήν ἑνότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ».
Ἐπίσης, τό προσχέδιο τοῦ κειμένου «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», τό ὁποῖο εἶχε ἑτοιμάσει ἡ Γ’ Προσυνο-δική Διάσκεψις τό 1986, περιελάμβανε ἀποτιμήσεις τῶν ἐπί μέρους διμερῶν διαλόγων, οἱ ὁποῖες ἀφαιρέθηκαν ἀπό τά τελικά ἐν σχεδίῳ κείμενα. Σήμερα εἴμαστε σέ θέσι νά γνωρίζουμε ὅτι κανείς ἀπό αὐτούς τούς διαλόγους δέν ἔχει εὐοίωνη προοπτική, ὅπως ὁμολογοῦν οἱ ἴδιοι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Ἐκκλησιῶν μας σέ αὐτούς. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί δέν μετακινοῦνται ἀπό τό πνεῦμα τῆς Β’ Βατικανῆς, πού θέλει τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ἐλλιπῆ ἐκκλησία, ἐπειδή δέν ἀναγνωρίζει τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα, καί προωθοῦν ἕνα νέο σχῆμα οὐνίας. Οἱ Ἀγγλικανοί, οἱ Λουθηρανοί καί οἱ Μεταρρυθμισμένοι δέν φαίνεται νά ἀνακάμ-πτουν ἀπό τόν θεολογικό καί ἠθικό ἐκτροχιασμό τους. Οἱ Ἀντιχαλκηδόνιοι, μετά τήν ἀποτυχία τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, ἔχουν διατυπώσει τίς μονοφυ-σιτικές χριστολογικές τους ἀπόψεις μέ σαφήνεια πού δέν χωρεῖ ἀμφιβολία.
Μέ αὐτά τά δεδομένα ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος δέν θά ἔπρεπε νά ἐπικυρώσῃ ἁπλῶς τήν στοχοθεσία καί τήν μεθοδολογία τῶν διμερῶν διαλόγων, ὅπως εἶχαν αὐτές ὁρισθῆ πρίν ἀπό δεκαετίες, ἀλλά νά τίς τροπο-ποιήσῃ. Νά μή ἐπιβεβαιωθοῦν τά λάθη τοῦ παρελθόντος, ἀλλά νά δοθοῦν προοπτικές πού ἐκπηγάζουν ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιολογία καί τήν ἀγιο-πνευματική αἴσθησι συγχρόνων Ἁγίων καί ἁγιασμένων ποιμένων τῆς Ἐκκλη-σίας, ἤτοι:
α’. Νά ἀξιοποιηθοῦν οἱ ἀντιαιρετικές συγγραφές ἁγίων Πατέρων (Ἰωάν-νου Δαμασκηνοῦ, Φωτίου Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγορίου Παλαμᾶ, Νεκταρί-ου Πενταπόλεως, Ἰουστίνου τοῦ νέου Ὁμολογητοῦ), καθώς καί οἱ ἀποφάσεις τῶν μεγάλων Ὀρθοδόξων συνόδων ἐπί Μεγ. Φωτίου (879), ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (1341, 1347, 1351) καί ἄλλων σημαντικῶν, ὅπως τοῦ 1282-84 πού ἀκύρωσε τίς ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Λυών καί τοῦ 1484 πού ἀκύρωσε τήν ἐν Φλωρεντίᾳ ψευδοσύνοδο, μέχρι τίς συνοδικές ἀποφάνσεις τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τῶν ἐτῶν 1672, 1848 καί 1895.
β’. Νά ἀναθεωρηθοῦν καινοτομίες περί τήν πίστι, ὅπως ἡ «βαπτισματι-κή θεολογία» (ὅτι καί οἱ ἑτερόδοξοι τελοῦν αὐθεντικό βάπτισμα)· ἡ κακῶς νο-ουμένη «εὐχαριστιακή ἐκκλησιολογία» (πού σημαίνει ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι, ἐφ’ ὅ-σον τελοῦν εὐχαριστία, εἶναι Ἐκκλησία)· καί ὁ «θεολογικός περσοναλισμός» (πού εἶναι ἀνεπίτρεπτη προβολή τῶν κτιστῶν περί προσώπου κατηγορημάτων στήν θεολογία τῶν θείων Προσώπων).
γ’. Νά ἀκυρωθοῦν οἱ ἀποφάσεις τοῦ διμεροῦς διαλόγου μέ τούς Ἀντι-χαλκηδονίους, καθώς οἱ παρενέργειες αὐτῶν τῶν ἀποφάσεων (μερική μυστη-ριακή διακοινωνία) ἔχουν γίνει συνήθεις σέ ὡρισμένες τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκ-κλησίες καί προωθοῦνται στήν Ὀρθόδοξο Διασπορά4 .
δ’. Νά ἐπαναδιατυπωθῇ ἡ Ὀρθόδοξος διδασκαλία, ὅτι οἱ ἑτερόδοξες χρι-στιανικές ἐκκλησίες καί ὁμολογίες στήν Ἀνατολή καί στήν Δύσι ἔχουν ἀποκοπεῖ ἀπό τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας γιά λόγους πίστεως, καί νά ἀκυρωθοῦν νεώτερες ἀπόψεις πού θεωροῦν τούς ἑτεροδόξους ἐντός τῆς Ἐκκλησίας σέ κατάστασι ἀκοινωνησίας.
Ἀπό τήν ἀποστολική ἀκόμη ἐποχή οἱ εἰκόνες τῆς οἰκοδομῆς, τῆς ἀμπέ-λου καί τοῦ σώματος χρησιμοποιοῦνται γιά νά περιγράψουν τήν σχέσι τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας πρός τίς ἀποκομμένες ἀπό Αὐτήν χριστιανικές κοινότητες: τήν σχέσι τῆς ὑγιαινούσης ρίζης πρός τούς ἀπεξηραμμένους καί ἐκπεσόντας κλάδους της ἤ τήν σχέσι τοῦ ὑγιαίνοντος σώματος πρός τά νεκρά μέλη. Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου γράφει ὅτι ἀπό τῆς Ἐκκλησίας «ἐξεκλάσθησαν ὥσπερ κλάδοι αἱ ἀφορισθεῖσαι αἱρέσεις, εἰς ὄνομα Χριστοῦ κληθεῖσαι, μὴ οὖσαι δὲ αὐτοῦ, ἀλλ' αἱ μὲν ἀπὸ μήκοθεν αὐτοῦ πολὺ διεστῶσαι, αἱ δὲ διά τι ἐλάχιστον ἀποκληρονόμους καὶ ξένας αὐτοῦ ἑαυτὰς κα-ταστήσασαι καὶ τὰ αὐτῶν τέκνα τῶν οὐκ οὐσῶν ἐνθέσμων, ἔξω δὲ βεβηκυιῶν, μόνον δὲ τὸ ὄνομα ἐπικεκλημένων Χριστοῦ» (Πανάριον, αἵρεσις π’).
Ἡ Ἐκκλησία διαχρονικῶς διαλέγεται μέ ὅσους ἐπιθυμοῦν τόν διάλογο. Θέτει ὅμως ὅρους καί κανόνες. Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι σαφής σέ αὐτή τήν διαδικασία. Πρῶτον, τονίζει τήν σημασία τῆς σπουδῆς γιά τήν ἑνότητα τῶν ἐκ-κλησιῶν καί τήν ὑπέρβασι τῶν σχισμάτων5 καί προσδιορίζει τό πνεῦμα διεξα-γωγῆς του6. Δεύτερον, ὁρίζει συγκεκριμένο δογματικό πλαίσιο, ἐντός τοῦ ὁ-ποίου ὀφείλει νά γίνῃ ἡ ἕνωσις7, ὅπως ἐπίσης καί κανόνες διαλόγου, ὥστε οἱ συζητήσεις νά μή εἶναι ἀτέρμονες καί ἀναποτελεσματικές, οὔτε βλαπτικές τοῦ ἤθους τῆς Ἐκκλησίας8. Καί τρίτον, θέτει προθεσμία λήξεως στόν διάλογο, ὅταν οἱ αἱρετικοί ἐπιμένουν στίς ἀπόψεις τους9, χωρίς αὐτό νά σημαίνῃ ὅτι παύει νά ἐνδιαφέρεται γιά τήν σωτηρία τοῦ σύμπαντος κόσμου.
Ὅταν πλέον παγιώθηκαν οἱ αἱρέσεις, οἱ διάλογοι τῆς Ἐκκλησίας μέ τούς ἑτεροδόξους, ἀναλόγως τῶν προϋποθέσεων καί τῶν στόχων, εἶχαν διαφορετι-κά ἀποτελέσματα. Ἐπί αὐτοκράτορος Ἡρακλείου π.χ. οἱ πατριάρχαι Κων/πόλε-ως ἔκαναν διαλόγους μέ πολιτική σκοπιμότητα, ἀλλά κατέληξαν στόν μονο-θελητισμό. Ὁ Μέγας Φώτιος ὅμως πραγματοποίησε μέ ὑγιῆ τρόπο θεολογικούς διαλόγους μέ τούς Ἀρμενίους καί ἐκέρδισε στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας τίς δυτικές ἀρμενικές ἐπαρχίες, ὁ δέ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἔδωσε ἀκραιφνῆ Ὀρθόδοξο μαρτυρία μέ τόν διάλογό του πρός τούς Χιόνας (Τούρκους). Καί οἱ ἀοίδιμοι Πατριάρχαι ἐπί τουρκοκρατίας ἔκαναν ἀξιοπρεπεῖς διαλόγους μέ τούς Διαμαρτυρομένους θεολόγους, ἀλλά εὐθαρσῶς τούς διέκοψαν ὡς ἀτελεσφό-ρους10 .
Βάσει τῆς διαχρονικῆς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας περί διαλόγων καί ἐν γνώσει τῶν δεδομένων τῶν σημερινῶν διαχριστιανικῶν διαλόγων ἡ παράγρ. 4 μπορεῖ νά δεχθῇ τροποποιήσεις πού θά δώσουν στό κείμενο Ὀρθόδοξη περί διαλόγων προοπτικήiv. Συναφῶς πρός τήν ἀναδιαρθρωμένη πα-ράγρ. 4, οἱ παράγρ. 5, 6 καί 7 θά μποροῦσαν νά δεχθοῦν ἀναγκαῖες ἀλλαγέςv .
Στήν παράγρ. 8 θά μποροῦσε νά γίνῃ ἐπίσης ἀπαραίτητη τροποποίησις, ὥστε ὡς προοπτική τῶν διαχριστιανικῶν διαλόγων νά μή τίθεται ἡ ἀναζήτησις τῆς «ἀρχαίας Ἐκκλησίας τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων», ὡσάν ἡ Ὀρθό-δοξος Ἐκκλησία μέχρι σήμερα νά μή εἶναι ἡ πιστή συνέχειά της, ἀλλά στόχος τους νά εἶναι ἡ ἐπιστροφή πάντων σέ αὐτή τήν ἴδια τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, καθώς αὐτή εἶναι ἡ ἀμετάβλητη ἀνά τούς αἰῶνες Ἐκκλησία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρωνvi.
Στίς παραγρ., τέλος, 9-15 περιλαμβάνονται διαδικαστικά (μεθοδολογι-κά) θέματα, τά ὁποῖα δέν ἁρμόζει νά ἀποτελέσουν ἀποφάσεις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου. Εἶναι προφανές ὅτι οἱ παράγραφοι αὐτές παρέμειναν στό κείμενο γιά νά ἀποκτήσουν καί τυπική ἰσχύ, ἀλλά ἡ σοβαρότης τοῦ ἔργου τῆς Συνόδου ἀπαιτεῖ τήν ἀπόσυρσί τους. Προτείνεται αὐτά τά θέματα νά ρυθμι-σθοῦν ἀπό μικροτέρας ἰσχύος πανορθόδοξο συνοδικό ὄργανο, ἀφ’ ὅτου ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος ἀποφασίσῃ περί τῆς ἐκκλησιολογικῆς ἐγκυρότητος τῆς μεθοδολογίας καί τῆς στοχοθεσίας τῶν μέχρι σήμερα πραγματοποιηθέντων διαλόγωνvii .
4ον. Ἡ συμμετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Π.Σ.Ε.
Στἰς παραγρ. 16-19 ἀποτυπώνεται ὁ τρόπος συμμετοχῆς τῆς Ὀρθοδό-ξου Ἐκκλησίας στό Π.Σ.Ε. Ὡς γνωστόν ἡ δημιουργία τοῦ Π.Σ.Ε. καί ἡ ἑφεξῆς λειτουργία του ἀκολούθησαν τά πρότυπα κοσμικῶν συνασπισμῶν (Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν, Ο.Η.Ε.). Ἡ συμμετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σέ αὐτό, μετά τίς κοσμογονικές ἀλλαγές πού ἀκολούθησαν τούς παγκοσμίους πολέμους, κρί-θηκε ἀπαραίτητη. Ὅμως, ὅπως ἔχει ἐπισημανθῆ, ἡ ‘‘ἑνότης’’ πού ἐπιδιώκεται στό Π.Σ.Ε. δέν εἶναι ἡ ἑνότης πίστεως, μυστηρίων καί ἤθους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀλληλοαναγνώρισις τῶν δογματικῶν διαφοροποιήσεων, τῶν τρόπων διακονίας καί τῶν ‘‘μυστηρίων’’ ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν-μελῶν του σέ μία μορφή «ἑνότητος ἐν εὐρεῖᾳ διαφορετικότητι» (unity in rich diversity).
Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή στίς συνελεύσεις τοῦ Π.Σ.Ε. ἔχει ἀλληλοανα-γνωρισθῆ τό Βάπτισμα τῶν κυριωτέρων προτεσταντικῶν Ὁμολογιῶν, ἀκόμη καί τό ‘‘βάπτισμα’’ τῶν Πεντηκοστιανῶν στό Ἅγιο Πνεῦμα (9η Γενική Συνέλευσις Π.Σ.Ε, Κείμενο: «Text on ecclesiology: Called to be the One Church», 8-9.
Βλ. Ἐπί τῶν Δογματικῶν Ἱεροκοινοτική Ἐπιτροπή Ἁγίου Ὄρους, Ὑπόμνημα περί τῆς συμμετοχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, Ἅγιον Ὄρος Φεβρουάριος 2007, σελ. 24 κ.ἑξ.). Καί Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ὡς γνωστόν, ἔχουν ἀναγνωρίσει τό Βάπτισμα τῶν Ἀντιχαλκηδονίων καί τῶν προτεσταντικῶν Ὁμολογιῶν τῆς Γερμανίας (ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 11).
Ἡ προτεσταντική θεωρία περί ἀοράτου ἐκκλησίας καί ‘‘ἑνότητος’’ τῶν ὁρατῶν προτεσταντικῶν ‘‘ἐκκλησιῶν’’, μέ τήν μορφή ἀλληλοαναγνωρίσεως, συνυπάρξεως καί συνεργασίας γιά κοινή μαρτυρία στόν κόσμο, δεσπόζει στήν προοπτική τοῦ Π.Σ.Ε. Ἡ μαρτυρία τῶν Ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων συναντᾶ ἀνυ-πέρβλητες δυσκολίες ἀπό τίς ἀνεξέλεγκτες πλέον ἠθικές κατευθύνσεις τῶν Προτεσταντῶν (χειροτονίες γυναικῶν, ὁμοφυλοφιλία κ.λπ.).
Μέ αὐτά τά δεδομένα ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος πρέπει νά ἀναθεωρή-σῃ τό θέμα τῆς συμμετοχῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στό Π.Σ.Ε., διότι ἡ φθορά τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος μεγεθύνεταιviii. Ἐάν ὅμως κριθῇ ὅτι ἡ συμμετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σέ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητη γιά λόγους ὑψίστου, καλῶς νοουμένου καί θεοφιλοῦς συμφέροντος ὡρισμένων Ὀρθοδό-ξων Ἐκκλησιῶν (βλ. Πηδάλιον, ἔκδ. Ρηγοπούλου 1982, σελ. 56, τί ἐστι τό συμφέρον) καί ὄχι κοσμικῆς σκοπιμότητος ἤ ἀνούσιου συμφυρμοῦ, κάποιες τροποποιήσεις στό ἐν σχεδίῳ κείμενο θά ἦταν ἀπαραίτητες, ὥστε ἡ συμ-μετοχή νά εἶναι σύμφωνη πρός τήν Ἐκκλησιολογία της. Ἤτοι:
Νά περιληφθῇ φράσις πού νά θέτῃ ζήτημα διακοπῆς τῶν σχέσεων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τό Π.Σ.Ε., ἐφ’ ὅσον ἡ στοχοθεσία του παραμένει προτεσταντικῆς προοπτικῆς.
Νά περιληφθῇ παράγραφος πού νά θέτῃ ὅρια στόν τρόπο συμμετοχῆς τῶν Ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων, χωρίς συμπροσευχές καί λατρευτικές ἐκδηλώ-σεις ἀλλά μέ ἐπαφές ἀκαδημαϊκοῦ χαρακτῆρος.
Νά περιληφθῇ πρότασις, ὥστε οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες νά διατυπώνουν τίς θέσεις τους μέ τήν μορφή χωριστῶν δηλώσεων, ὅπως γινόταν μέχρι τό 1961 ἀπό τίς Ὀρθόδοξες Ἀντιπροσωπεῖες.
Στήν παράγρ. 16, εἰδικότερα γίνεται ἀναφορά στίς σχέσεις τῶν Ὀρθο-δόξων Ἐκκλησιῶν μέ διαχριστιανικούς ὀργανισμούς καί περιφεριακά ὄργανα τοῦ Π.Σ.Ε., καί μάλιστα μέ τήν παρατήρησι ὅτι «ταῦτα μετά τοῦ Π.Σ.Ε. πλη-ροῦν σημαντικήν ἀποστολήν διά τήν προώθησιν τῆς ἑνότητος τοῦ χριστιανι-κοῦ κόσμου». Τό ἔργο τῶν ὀργανισμῶν αὐτῶν δέν εἶναι, ἀπό Ὀρθοδόξου ἐπό-ψεως κρινόμενο, σύμφωνο μέ τίς προσδοκίες τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Εἶναι ἐν προκειμένῳ γνωστές κάποιες ἐνέργειες τῶν διαχριστιανικῶν ὀργανι-σμῶν, οἱ ὁποῖες προκαλοῦν τό Ὀρθόδοξο αἴσθημα. Μία τέτοια ἐνέργεια εἶναι, ἐπί παραδείγματι, σχετική μέ τήν ψήφισι τῆς λεγομένης Οἰκουμενικῆς Χάρτας ἀπό τό C.E.C καί τό C.C.E.E., ὅπως προκύπτει ἀπό ἔγγραφα τῶν Ἐπιτροπῶν ἐπί Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν σχέσεων. Θά ἦταν πραγματική ἀστοχία, ἄν ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος ἐπιβεβαίωνε μεθόδους καί στό-χους διαχριστιανικῆς συνεργασίας, ὅπως αὐτές.
Ἡ παράγρ. 20 ὀφείλει νά τροποποιηθῇ. Οἱ ἱεροί Κανόνες 7 τῆς Β’ καί 95 τῆς Πενθέκτης προσδιορίζουν τόν τρόπο εἰσδοχῆς τῶν ἐξ αἱρέσεων προσ-ερχομένων στήν Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, καί ὄχι τήν προ-οπτική τοῦ διαλόγου τῆς Ἐκκλησίας μαζί τους, ἐνόσῳ αὐτοί παραμένουν στίς ἑτεροδιδασκαλίες τουςix .
Δέν πρέπει ἐπίσης νά λησμονῆται ὅτι ἡ ἀρχική στάσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν διαχριστιανικῶν ὀργάνων, π.χ. στήν Ἐπιτροπή «Πίστις καί Τάξις», περιελάμβανε ὅρον, ὅτι οἱ ἐκπρόσωποί της δέν θά συμμετέχουν σέ δογματικές συζητήσεις καί λατρευτικές ἐκδηλώσεις στό πλαίσιο συνεργασίας τους (βλ. Ἰω. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα...., τόμ. ΙΙ, σελ. 962-963). Εἶναι ἀξιοπρόσεκτη ἡ στάσις τῆς Ὀρθοδόξου ἀντιπροσωπείας στήν Λούνδη (πρώτη σύσκεψις τοῦ «Πίστις καί Τάξις» ἐντός τῶν πλαισίων τοῦ Π.Σ.Ε., 1952), ὅπου ἐδήλωσαν: «... ἡ Ἱεραρχία τῆς ὅλης Ἑλληνικῆς Ὀρθοδό-ξου Ἐκκλησίας ἐπιφυλάσσει δι’ ἑαυτήν καί μόνην τό δικαίωμα νά ὁρίζῃ τί εἶναι σφαλερόν εἰς θρησκευτικά ζητήματα καί τί εἶναι σύμφωνον ἤ ἀσύμφωνον πρός τήν πίστιν αὐτῆς...».
Δεδομένης σήμερα τῆς παραγωγῆς θεολογικῶν κειμένων ἀπό τίς ἐπι-τροπές τοῦ Π.Σ.Ε., εἴμαστε σέ θέσι ἀπό τήν μελέτη τους νά ἀντιληφθοῦμε τήν θεολογική προοπτική τῆς συνεργασίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τό Π.Σ.Ε. Ἀπό τήν μελέτη τους διαπιστώνουμε ὅτι χρειάζεται περισσότερη προσοχή καί ἐπιφυλακτικότης γιά τά ἐκπονούμενα κείμενα. Τέτοιο κείμενο εἶναι π.χ. τό κείμενο τῆς Ἐπιτροπῆς Πίστις καί Τάξις «Text on ecclesiology: Called to be the One Church», στό ὁποῖο μέ σαφήνεια καί ἐν γνώσει τῶν Ὀρθοδόξων ἐκπροσ-ώπων δεσπόζει στό Π.Σ.Ε. ἡ προτεσταντική ἐκκλησιολογία (βλ. Ἐπί τῶν Δογματικῶν Ἱεροκοινοτική Ἐπιτροπή Ἁγίου Ὄρους, Ὑπόμνημα περί τῆς συμ-μετοχῆς...., σελ. 13 κ.ἑξ.).
Μέ αὐτά τά δεδομένα ἡ παράγρ. 21 θά μποροῦσε ἐπίσης νά τροποποιηθῇ, ὥστε νά δηλωθῇ ἡ ἐπιφυλακτικότης γιά τά θεολογικά κείμενα πού παράγονται στίς ἐπιτροπές τοῦ Π.Σ.Ε.x.
Ἡ παράγρ. 22, παρά τήν σπουδαιότητά της γιά τήν εὐστάθεια τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, θά μποροῦσε νά μή περιληφθῇ στό κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανι-κόν κόσμον», καθότι ἀποτελεῖ θέμα ἄλλης προοπτικῆς.
5ον. Ὡρισμένες συνέπειες τοῦ διαχριστιανικοῦ διαλόγου.
Ἡ παράγρ. 23, ἐάν τήν ἐννοοῦμε σωστά, σημαίνει δύο πράγματα. Πρῶτον, σημαίνει ἐκδηλώσεις φιλοφρονήσεων πρός τούς ἑτεροδόξους.
Ὅμως στό πλαίσιο αὐτῶν τῶν ἐκδηλώσεων παρέχεται ἡ ψευδής ἐντύπωσις ὑγιοῦς πορείας πρός ἑνότητα ἤ καί ὑπαρχούσης ἑνότητος, καί ἐκφέρεται λόγος ἀπό ἐπίσημα βήματα καί πρόσωπα περί αὐτῆς. Εἶναι γνωστό ὅμως ὅτι μεγάλο μέρος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ δέν ἀναπαύεται σέ ὅλα αὐτά τά ἀνοίγματα, καί ὅτι ἡ ἑνότης πού καλλιεργεῖται δέν εἶναι ἀληθής.
Δεύτερον, σημαίνει ὅτι πανορθοδόξως ἀποφασίζεται νά μή γίνων-ται δεκτοί οἱ ἑτερόδοξοι πού προσέρχονται στήν Ἐκκλησία: «ἀποκλειομένης πάσης πράξεως προσηλυτισμοῦ ἤ ἄλλης προκλητικῆς ἐνεργείας ὁμολο-γιακοῦ ἀνταγωνισμοῦ». Αὐτό ὅμως δέν εἶναι σύμφωνο μέ τήν πίστι καί τήν πρακτική τῆς Ἐκκλησίας. Μέ διαλόγους ἀμφιβόλου ἐκβάσεως ἀναιρεῖται ἡ ἱεραποστολική φύσις τῆς Ἐκκλησίας καί ἀποστερεῖται ἀπό τά διεσκορπισμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ ἡ δυνατότης ἐπιστροφῆς τους στήν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό ἡ πα-ράγρ. 23 σύμφωνα μέ τά ἀνωτέρω πρέπει νά τροποποιηθῇxi .
Είς δέ τήν ἀκροτελεύτιο παράγραφο πρέπει νά ἀποφευχθῇ ἡ φράσις «ὅπως οἱ χριστιανοί ἐργασθῶσιν ἀπό κοινοῦ». Ἔτσι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν θά δεσμευθῇ μέ πανορθόδοξο συνοδική ἀπόφασι γιά κάθε εἴδους διαχρι-στιανική συνεργασία, ἀλλά θά μείνῃ στήν ἐλπίδα τῆς καρποφορίας τῆς δικῆς της ἁγιοπνευματικῆς μαρτυρίαςxii.
Γ’.
ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Ε’ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ
«ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ»
1ον. Ὑποδείγματα θεοσυνεργήτων τροποποιήσεων.
Οἱ παράγρ. ΙΙ3 καί ΙΙ4 εἶναι ὑποδείγματα Ὀρθοδόξως ἐκφερομένου συνοδικοῦ λόγου, συμφώνου πρός τήν ἐκκλησιαστική παράδοσι καί θεολογία περί ἱερωσύνης, γάμου καί μοναχισμοῦ. Ἐκτός τούτου εἶναι καί παραδείγματα γιά τό ὅτι μέχρι τελευταίας στιγμῆς μπορεῖ νά γίνουν θεοσυνέργητες τροπο-ποιήσεις, ἐάν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν ὅτι στά προσχέδια τοῦ κειμένου αὐτοῦ (Β’ Πανορθόδοξος Προσυνοδική Διάσκεψις, 1982) ὑπῆρχαν προτάσεις γιά διαφο-ρετικές ἀποφάσεις (γάμο τῶν ἐν χηρείᾳ κληρικῶν καί ἱερολόγησι τοῦ γάμου τῶν ἐκπεσόντων τοῦ μοναχικοῦ σχήματος Μοναχῶν), πού εὐτυχῶς ἀποφεύ-χθηκαν. Τό ἴδιο ἀναλογικά ἰσχύει καί μέ τήν τροποποίησι πού δέχθηκε τό προ-σχέδιο κειμένου περί νηστείας ἤδη ἀπό τό 1986 (Γ’ Πανορθόδοξος Προσυνο-δική Διάσκεψις), ὥστε νά λάβῃ τήν γενικῶς σήμερα παραδεκτή μορφή του.
2ον. Ἡ περί γάμου προθεωρία καί ἀναγκαῖες προσθῆκες.
Τό σχέδιο κειμένου «Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου καί τά κωλύματα αὐ-τοῦ» ἔχει μία Ὀρθοδόξως τεκμηριωμένη προθεωρία. Εἶναι ἀνάγκη ὅμως ἡ προθεωρία αὐτή νά θεμελιωθῇ, ἐπιπροσθέτως, καί ἐπί τῶν περί γάμου ἱ. Κανόνων διά παραπομπῆς σέ αὐτούς πού ἔχουν κυρωθῇ διά τοῦ β’ Κανόνος τῆς Πενθέκτης, διότι δι’ αὐτῶν προστατεύεται ὁ γάμος ἀπό τήν ἐκκο-σμίκευσί του. Γι’ αὐτό προτείνεται ἡ προσθήκη κάποιας παραπομπῆς σέ αὐ-τούς τούς ἱ. Κανόναςxiii .
Ἐπίσης, γιά λόγους πιστότητος στήν Κανονική παράδοσι χρειάζεται μία προσθήκη (φαίνεται μέ ἔντονη γραφή) στήν κατωτέρω διατύπωσι τῆς ἰδίας αὐτῆς παραγράφου Ι4: «Ἀπαραίτητος προϋπόθεσις διά τόν γάμον εἶναι ἡ Ὀρ-θόδοξος πίστις εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, μία πίστις, τήν ὁποίαν ὀφείλουν νά ἀποδέχωνται ὁ νυμφίος καί ἡ νύμφη, ὁ ἀνήρ καί ἡ γυνή»11 .
3ον. Ὁ γάμος ὡς ὁδός θεώσεως (ἡ ἀσκητική τοῦ γάμου).
Ἡ θεμελίωσις τῶν κωλυμάτων γάμου στούς ἱ. Κανόνας 53 καί 54 τῆς Πενθέκτης συμπληρώνεται εὔστοχα ἀπό τήν φράσι: «καί τῆς συνῳδά τούτοις ἐκκλησιαστικῆς πράξεως», ὄχι ὅμως ἐπαρκῶς. Ἡ παραπομπή στούς Καταστα-τικούς Χάρτες τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καί στίς συνοδικές ἀποφάσεις τους δέν καλύπτει τό θέμα, ἐάν δέν γίνῃ παραπομπή καί στούς προαναφερ-θέντες ἱ. Κανόνες καί τίς μετέπειτα συνοδικές ἀποφάσεις τῶν ἀοιδίμων πατρι-αρχῶν καί τίς ἑρμηνεῖες τῶν ἐγκρίτων κανονολόγων.
Ὁ λόγος γιά μία ὁλοκληρωμένη, καί ὄχι ἀποσπασματική, ἀναφορά στήν κανονική περί γάμου παράδοσι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας βρίσκεται στήν ἀνάγκη νά βοηθηθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί στόν ἀγῶνα τους γιά τήν πνευματική ὡρίμανσι καί θέωσι. Διότι καί ὁ Ὀρθόδοξος γάμος εἶναι μυστήριον φανερώσεως τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄσκησις τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν περιλαμβάνει καί τήν σωφροσύνη, ἡ ὁποία κατά τήν ἐκλογή συζύγου ἔχει τήν ἰδιαίτερη σημασία της. Ἡ διαδικασία τῆς ἐκλογῆς συζύγου, ὅπως καί ἡ ὁλοκλή-ρωσίς της μέ τόν Ὀρθοδόξως ἱερολογηθέντα γάμο, δέν εἶναι ἰδιωτική μόνο ὑπόθεσις, ὅπως θά ἐθεωρεῖτο στήν ἐκκοσμικευμένη ἐποχή μας, ἀλλά ὑπόθεσις ἐκκλησιαστική. Μέλη τοῦ Χριστοῦ οἱ νέοι ἀναζητοῦν ἄλλα μέλη τοῦ Χριστοῦ γιά νά συνδεθοῦν «εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν», νά κάνουν τήν ζωή τους Βασιλεία Θεοῦ. Αὐτό λέγει καί ἡ παράγρ. Ι4 τοῦ σχεδίου κειμένου.
Ἑπομένως, ὡς ἀντανάκλασις αὐτοῦ τοῦ φρονήματος, προτείνεται ἡ παράγρ. ΙΙ1 νά τροποποιηθῇ, ὥστε νά διαφυλαχθῇ ἀναλλοίωτη ἡ συνοδική παρακαταθήκη τῆς ἀσκητικῆς τοῦ γάμουxiv.
Ἔτσι ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος θά βοηθήσῃ τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας νά μή μειώσουν τό ἀσκητικό φρόνημά τους καί νά μή διακινδυνεύσουν τήν πορεία τους πρός τήν τελειότητα, ἐπιλέγοντας ἐμπαθῶς γιά γάμο πρόσωπα μέ ὅλο καί μικρότερους βαθμούς συγγενείας. Ἄλλωστε τέτοιες περιπτώσεις θά οἰκονομηθοῦν χωρίς εἰδική ἀπόφασι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου γιά περιορισμό τῶν κριτηρίων στούς Κανόνες 53 καί 54 τῆς Πενθέκτης, οἱ ὁποῖοι οὕτως ἤ ἄλλως ἐπί αἰῶνες δέν εἶχαν τηρηθῆ ἀκριβῶς ἀλλά ἐπί τό αὐστηρό-τερον (δέν συνῆπτον π.χ. γάμο δεύτερα ἐξαδέλφια, βλ. Πηδάλιον).
4ον. Διευκρινίσεις στόν ὅρο «διγαμία».
Στήν παράγρ. ΙΙ2 ἡ ἔννοια «διγαμία» δέν χρησιμοποιεῖται μέ τόν κανο-νικῶς ἀκριβῆ ὁρισμό της. Στήν φράσι «συμφώνως πρός τήν κατηγορηματικῶς καταδικάζουσαν τήν διγαμίαν καί τόν τέταρτον γάμον Ὀρθοδόξον κανονικήν παράδοσιν» ἡ διγαμία χρησιμοποιεῖται μέ τήν ἔννοια ὅτι κάποιος ἔχει καί δεύ-τερη σύζυγο προτοῦ πάρῃ διαζύγιο ἀπό τήν πρώτη. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ λέξις διγαμία συναντᾶται στά σύγχρονα λεξικά (βλ. λῆμμα στό Μέγα Ἑλληνικό Λεξικό Φυτράκη), καί ὑπ’ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ διγαμία στό σχέδιο κειμένου κατηγορηματικῶς καταδικάζεται ὅπως καί ὁ τέταρτος γάμος. Ἀλλά ὑπό τήν ἔννοια αὐτή καταδικαστέος εἶναι καί ὁ δεύτερος καί ὁ τρίτος καί ὁ τέταρτος καί ὁ πολλοστός, ἐφ’ ὅσον δέν ἔχει λυθῆ κανονικῶς ὁ πρῶτος γάμος. Ἡ πο-λυγαμία δέν ἔχει θέσιν στήν Ἐκκλησία.
Στήν κανονική παράδοσι ἡ ἔννοια τῆς διγαμίας εἶναι διαφορετική. Ση-μαίνει ὅτι κάποιος, εἴτε λόγῳ θανάτου τῆς συζύγου εἴτε λόγῳ μοιχείας, ἔχει ἤδη διαζύγιο καί νυμφεύεται δεύτερη γυναῖκα. Αὐτός ὁ γάμος «παραχωρεῖ-ται», δηλαδή συγχωρεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία. Καί ὁ τρίτος γάμος, ἐννοεῖται λόγῳ θανάτου ἤ μοιχείας καί τῆς δευτέρας συζύγου, γίνεται ἀνεκτός ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἀλλά ὁ ἑπόμενος, ὁ τέταρτος, ἔστω καί ἄν συντρέχουν οἱ προηγού-μενες προϋποθέσεις τοῦ θανάτου ἤ τῆς μοιχείας, δέν ἐπιτρέπεται.
Ἡ διγαμία λοιπόν, ὑπό τήν ἀνωτέρω κανονική της ἔννοια, συγχωρεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία, δηλαδή γίνεται δεκτή μετά ἀπό ἐπιτίμιο. Οἱ ἱεροί Κανόνες, τοῦ Μεγ. Βασιλείου ὁ δ’ καί τῆς ἐν Νεκαισαρείᾳ ὁ ζ’ ὁρίζουν πῶς γίνεται δεκτός ὁ δίγαμος καί ὁ τρίγαμος. Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης σημειώνει ἀκριβέ-στερα: «Ἡ μὲν οὖν διγαμία παρακεχώρηται δῆλον ὅτι ὑπὸ τοῦ ἱεροῦ ἀποστό-λου καὶ δι' αὐτοῦ παρὰ Χριστοῦ, οὐ μὴν νόμος, ὥσπερ ὁ Θεολόγος Γρηγόριος, ἀλλὰ συγχώρησις».
Ἑπομένως προτείνεται νά τροποποιηθῇ ἡ φράσις διά τοῦ: «καταδι-κάζουσαν τόν τοιοῦτον καί τόν τέταρτον γάμον... κτλ»xv .
Ὁ λόγος, γιά τόν ὁποῖο ἀναφερθήκαμε στήν μή κανονική χρῆσι τῆς ἔν-νοιας τῆς διγαμίας στό ἐν σχεδίῳ κείμενο, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐάν κατανοήσουμε θεολογικῶς τήν ἀπό κανονικῆς ἀπόψεως θέσι τῆς διγαμίας στήν Ἐκκλησία, εἴμαστε σέ θέσι νά ἀντιληφθοῦμε ἀναλογικά καί τό σοβαρό θεολογικό πρόβλη-μα πού βρίσκεται πίσω ἀπό τήν ἱερολόγησι τῶν μικτῶν γάμων.
5ον. Οἱ μικτοί γάμοι καί τά θεολογικά τους προβλήματα.
Ἡ παράγρ. 5i, περί τῶν μικτῶν γάμων «Ὀρθοδόξων μεθ’ ἑτεροδόξων», ἔχει δύο θεολογικά προβλήματα:
α’. Ὁ μικτός γάμος δέν ἔχει θεολογική βάσι.
Ὁ μικτός γάμος μέ ἑτεροδόξους, γράφεται στό σχέδιο κειμένου, «κωλύ-εται κατά κανονικήν ἀκρίβειαν, μή δυνάμενος νά εὐλογηθῇ (κανών 72 τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλλῳ συνόδου)». Διότι, ὅπως σωστά λέγεται στήν προθεω-ρία περί γάμου τοῦ σχεδίου κειμένου: «Ἡ ἐν Χριστῷ ἕνωσις ἀνδρός καί γυναι-κός συνιστᾷ μίαν μικράν ἐκκλησίαν ἤ μίαν εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας». Κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο ἡ ἕνωσις τῶν χριστιανῶν συζύγων εἶναι μυστήριον εἰς Χρι-στόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν, ὥστε «θεμέλιον τῆς ἑνότητος τοῦ γάμου νά εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ἑνότης» καί ἡ ἕνωσίς τους «διά τῆς ὑπό τοῦ ἁγίου Πνεύματος εὐλογίας τῆς συζυγικῆς ἀγάπης» νά εἶναι εἰσαγωγή «εἰς τήν τάξιν τῆς Βασιλεί-ας τῆς παναγίας Τριάδος» (παράγρ. Ι4). Ὁ ἐν Χριστῷ γάμος, ὡς φανέρωσις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὁλοκληρώνεται καθώς οἱ νεόνυμφοι στήν Θεία Λειτουργία μεταλαμβάνουν τῶν θείων Μυστηρίων (κατά τήν ἀρχαία τάξι).
Δεδομένου λοιπόν ὅτι ὁ μικτός γάμος δέν μπορεῖ νά εὐλογηθῇ γιά τούς ἀνωτέρω θεολογικούς λόγους, δέν ἁρμόζει τούς συζύγους «εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν», οὔτε τούς ἐντάσσει ὡς ζεῦγος «εἰς τήν τάξιν τῆς Βασιλείας τῆς παναγίας Τριάδος», διότι «εἰς τήν τάξιν τῆς Βασιλείας» δέν μπορεῖ νά ἐν-ταχθῇ, τήν στιγμή τουλάχιστον τῆς τελέσεως τοῦ μικτοῦ γάμου, τό ἑτερόδο-ξον μέλος. Εἰς τί συνίσταται ἑπομένως ἡ «συγκατάβασις καί φιλανθρωπία», κατά τό ἐν σχεδίῳ κείμενο; Στήν οἰκονομία τοῦ Ὀρθοδόξου μέλους. Γιά τόν λόγο αὐτό προτείνεται νά τροποποιηθῇ τό ἐν σχεδίῳ κείμενο. Νά τελειώσῃ δηλαδή μέ τελεία στιγμή ἡ διατύπωσις περί τοῦ ὅτι ὁ μικτός γάμος κωλύεται κατά κανονικήν ἀκρίβειαν. Αὐτό εἶναι κανονικῶς ὀρθό. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος πρέπει νά ἐπαναλάβῃ καί ἐπιβεβαιώσῃ τήν κανονική παράδο-σι. Στήν συνέχεια τό κείμενο νά διαλαμβάνῃ ὅτι ὁ μικτός γάμος ἀντιμετω-πίζεται κατ’ οἰκονομίαν ὅπως ὁρίζουν οἱ ἱ. Κανόνεςxvi.
Ἡ οἰκονομία τοῦ Ὀρθοδόξου μέλους εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα, ὅπως βεβαίως καί ἡ διευκόλυνσις τοῦ ἑτεροδόξου μέλους νά ἐπανέλθῃ στήν Ἐκκλησία. Περί τοῦ τελευταίου διαλαμβάνει ὁ λα’ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ. Ἄν ὅμως δέν θέλῃ τό ἑτερόδοξο μέλος νά ἀποδεχθῇ τήν Ὀρθοδοξία, τότε ἀπομένει ἡ οἰκονομία τοῦ Ὀρθοδόξου μέλους κατά τούς ἱ. Κανόνες.
Συνθῆκες γιά μικτούς γάμους ὑπῆρχαν ἀνέκαθεν, ἀλλά τό θέμα ἀντιμε-τωπιζόταν κατά τούς ἱ. Κανόνες. Ἀπό τά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος, σέ κλίμα ἐκ-κλησιολογικῆς καθιζήσεως, ἄρχισε νά θεωρῆται ὡς οἰκονομία ἡ ἴδια ἡ ἱερολογία τῶν μικτῶν γάμων12. Δέν πρέπει ὅμως νά λησμονῆται ὅτι ἡ πρακτική αὐτή δέν ἔτυχε μέχρι σήμερα πανορθοδόξου συνοδικῆς διευθετήσεως. Θά εἶναι εὐ-τυχές νά λάβῃ τώρα μία σύμφωνη πρός τούς ἱ. Κανόνας διευθέτησι. Ἡ Ἐκ-
κλησία ἐπί αἰῶνες δέν ἐπεκύρωσε συνοδικῶς κάτι διαφορετικό ἀπό τήν ἐντολή τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Δογματικῶς ὀρθό εἶναι ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος νά μή θεσμοθετήσῃ κάτι πλέον τοῦ οβ’ Κανόνος τῆς Πενθέκτης. Ἡ ὑπάρχουσα πρακτική τῶν μικτῶν γάμων πρέπει νά μείνῃ πρός καιρόν οἰκονομία τῶν ἐπισκόπων, χωρίς ἡ Σύνοδος νά διατυπώσῃ δε-σμευτική ρήτρα τοῦ τύπου «κατ’ οἰκονομίαν εὐλογοῦνται μικτοί γάμοι». Ὅσο ὡριμάζουμε ἐκκλησιολογικά, μπορεῖ ἡ ποιμαντική τῆς Ἐκκλησίας (ποιμαντική τῆς θεώσεως καί ὄχι ἄλλων κατευθύνσεων) νά θεραπεύσῃ σύν τῷ χρόνῳ τίς πληγές πού δημιούργησαν ἀθεολόγητες περί τόν γάμο πρακτικές στόν νεωτε-ρικό κόσμο τοῦ 19ου καί 20οῦ αἰῶνος. Ἄς μή δεσμευθῇ ἡ Ἐκκλησία μέ μία πανορθόδοξη συνοδική ἀπόφασι. Οἱ μικτοί γάμοι εἶναι ἀναπόφευκτοι, ὅσο ὁ λαός ὑστερῇ σέ ἐκκλησιολογική αὐτοσυνειδησία καί πνευματική ὡριμότητα.
β’. Ὁ μικτός γάμος συνιστᾶ ἀποδοχή τῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας». Εἶναι ἐντελῶς ἀόριστη ἡ διατύπωσις τοῦ ἐν σχεδίῳ κειμένου «ὁ γάμος Ὀρθοδόξων μεθ’ ἑτεροδόξων». Μέ ποιούς ἑτεροδόξους θά ἐπιτρέπεται (ἐνν. κατά τό σχέδιο κειμένου) καί μέ ποιούς δέν θά ἐπιτρέπεται γάμος; Ποιός κανό-νας θά ἰσχύῃ; Μόνο μέ τούς Ρ/καθολικούς, Ἀντιχαλκηδονίους καί Προτεστάν-τες θά ἐπιτρέπεται, ἐνῶ μέ τούς Πεντηκοστιανούς καί τούς Ἀντβεντιστές καί τούς Ἀντιτριαδικούς δέν θά ἐπιτρέπεται; Καί γιατί αὐτή ἡ διαφοροποίησις, ἐφ’ ὅσον ὅλοι ἔχουν δόγματα καί ἤθη ἀντιευαγγελικά;
Ὅμως, ἔστω καί ἄν δέν λέγεται στό ἐν σχεδίῳ κείμενο, ἡ πρᾶξις σήμερα εἶναι νά δεχόμαστε τόν μικτό γάμο μέ «βαπτισμένους στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος», ὅπως φαίνεται ἀπό ποιμαντικές ὁδηγίες Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν σέ χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Αὐτή ἀκριβῶς ἡ παραδοχή ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ πρακτική τῶν μικτῶν γάμων, πού θεσμοθετεῖται μέ τό σχέδιο κειμέ-νου, ἐπιβεβαιώνει τήν λεγομένη «βαπτισματική θεολογία», ἄγνωστη στήν πατερική Παράδοσι καί χαλκευμένη τά τελευταῖα πενήντα χρόνια μέ τούς θεολογικούς διαλόγους.
ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Ε’ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ
«Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΝ Τῼ ΣΥΓΧΡΟΝῼ ΚΟΣΜῼ»
1ον. Γενικές ἐπισημάνσεις.
Τό σχέδιο κειμένου διαπνέεται ἀπό μία ἀντίφασι, ὅσον ἀφορᾶ τόν χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας. Σέ κάποιες παραγράφους ἡ Ἐκκλησία περιγράφεται ὀρθά σύμφωνα μέ τήν φύσι της (καινή κτίσις κ.λπ.) καί σέ ἄλλες μέ μία καθι-δρυματική ἀντίληψι, σάν κοσμικός ὀργανισμός πού συμμετέχει στίς δομές τοῦ συγχρόνου κόσμου.
Ἡ καθιδρυματική ἀντίληψις περί Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δημιουργήθηκε μετά ἀπό ρωμαιοκαθολική καί προτεσταντική ἐπίδρασι, στήν πρᾶξι δέν εἶναι εὔκολο νά παρακαμφθῇ. Ὁ σύγχρονος κόσμος λειτουργεῖ μέ τρόπο πού προϋ-ποθέτει αὐτή τήν ἀντίληψι. Ὅμως ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος μπορεῖ νά τήν ἀποφύγῃ καί νά δώσῃ ἔτσι τό μήνυμα ὅτι πρόκειται περί ἐκτροπῆς ἀπό τήν ἁγιοπατερική ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας. Μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖες θά μαρτυροῦν γιά τήν ἤδη ὑπάρχουσα καί βιουμένη στήν Ἐκκλησία εἰρήνη, καταλλαγή καί ἀγάπη. Πράγματι αὐτή ἀποτελῇ «τό ἔλεον καί τόν οἶνον στά τραύματα» τοῦ κόσμου, ὅπως ὡραῖα λέγεται στό σχέδιο κειμένου. Αὐτήν τήν εἰρήνη καί τήν καταλλαγή ἡ Ἐκκλησία «ὡς Καλός Σαμαρείτης ἐπιχέει μέ ἀγάπη καί φιλανθρωπία» στά τραύματα τοῦ κόσμου. Ἡ κοσμική ἀντίληψις περί καταλλαγῆς, ἡ ὁποία ἔχει μέν εὐγενῆ κίνητρα ἀλλά ὄχι καί ὑγιεῖς θεολογικά, δηλαδή ἁγιοπνευματικές, προσδοκίες καί ἐπιδιώξεις, ἐμπλέκει τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες σέ δραστηριότητες πού ἀκυρώνουν τό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας. Καί αὐτή ἡ ἐμπλοκή προωθεῖται μέ τό σχέδιο κειμένου. Γι’ αὐτό χρειάζονται τρο-ποποιήσεις.
2ον. Περί τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου καί περί περσοναλισμοῦ.
Ὅσον ἀφορᾶ τήν παράγρ. Α1 περί τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου (ὄχι τοῦ «ἀνθρωπίνου προσώπου», διότι ἤδη ἔχει ἐντοπισθῆ ἀπό τόν Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεο καί ἀπό ἄλλους καί ἔχει γίνει κατανοητή ἡ περσοναλιστική στρέ-βλωσις τοῦ ὅρου αὐτοῦ), πρέπει νά ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν ὅτι τό χριστολογικό καί χριστοκεντρικό περιεχόμενό της χάνει τήν σημασία του στίς ἑπόμενες παρα-γράφους Α2-3. Γράφεται ὅτι ὡς προϋπόθεσις γιά τήν διαχριστιανική συνεργα-σία καί διαθρησκειακή συνεννόησι γιά τήν προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου «δύναται νά χρησιμεύσῃ ἡ κοινή ἀποδοχή τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώ-που» (παράγρ. Α3).
Πόσο κοινή ὅμως εἶναι ἡ διδασκαλία περί τοῦ ἀνθρώπου ἀνά-μεσα στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία καί στίς ἄλλες χριστιανικές ἐκκλησίες καί ὁμολογίες, πού δέν δέχονται τήν κατά Χάριν θέωσι τοῦ ἀνθρώ-που, καί στίς ἄλλες θρησκεῖες πού τήν ἀγνοοῦν παντελῶς; Οἱ διαχριστιανικές καί διαθρησκειακές προσπάθειες γιά τήν προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου ἐνδέχεται νά ἔχουν ὡς προϋπόθεσι μία οὐμανιστική (περσοναλιστι-κή, ὑπαρξιστική) ἀντίληψι περί «ἀνθρωπίνου προσώπου», ἀδυνατοῦν ὅμως νά θέσουν ὡς βάσιν αὐτῶν τήν ἁγιοπνευματική γνῶσι τοῦ ἀνθρώπου ὡς «κεκε-λευσμένου Θεοῦ». Ἡ Σύνοδος θά θέσῃ ὡς στόχο τῶν ἀποφάσεών της ἐνδοκο-σμικές συνεργασίες χωρίς σαφῆ περιγραφή τῶν δικῶν της κριτηρίων; Γι’ αὐτό προτείνεται τροποποίησις τῶν παραγάφων Α2-3xvii .
Εἰδικότερα ἡ περσοναλιστική (οὐμανιστικῆς, ὑπαρξιστικῆς προελεύσε-ως) ἑρμηνεία τοῦ ὅρου «ἀνθρώπινο πρόσωπο», ἡ ὁποία δεσπόζει στήν παρά-γραφο Β1, προτείνεται νά τροποποιηθῇ. Ἡ κοινωνία μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καί λόγῳ τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, δέν ἀντανακλᾶ ἀπροϋ-ποθέτως «τήν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι ζωήν» (παράγρ. Β1), ἀλλά μόνο ὑπό τήν προ-ϋπόθεσι ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει σῶμα Χριστοῦ στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία καί ἔχουν ὡς ζωή τους τήν «δόξαν», τήν ὁποία ἔδωσε ὁ Χριστός σέ αὐτούς πού ἔγιναν σῶμα Του, «ἵνα ὦσιν ἕν», καθώς εἶναι τά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριά-δος. Αἰχμή στήν παράγρ. Β1 ἀποτελεῖ ὁ ὅρος «κοινωνία τῶν θείων προσ-ώπων». Εἶναι καθαρά περσοναλιστικῆς προελεύσεως, ἀντορθόρθοξος, καί ὀφείλει νά ἀποφευχθῇxviii.
3ον. Περί εἰρήνης καί δικαιοσύνης.
Ὅσον ἀφορᾶ τήν εἰρήνη καί τήν δικαιοσύνη, γιά τίς ὁποῖες γίνεται λό-γος στό ὑποκεφάλαιο Γ., ὑπάρχει σύγχυσις ἐννοιολογικοῦ περιεχομένου. Στίς ἴδιες παραγράφους χρησιμοποιοῦνται μέ τήν ἁγιοπνευματική τους ἔννοια καί μέ τήν κοσμική (ἐνδοκοσμική) ἔννοια. Βλ. π.χ. στήν παράγρ. Γ1, ὅπου ἡ εἰρή-νη τοῦ Χριστοῦ ὡς ὁ «ὥριμος καρπός τῆς ἐν Αὐτῷ (τῷ Χριστῷ) ἀνακεφαλαιώ-σεως τῶν πάντων», μία εἰρήνη ὑπέρ νοῦν καί κατάληψιν, χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22), φέρεται ἐπίσης ὡς καρπός «τῆς καθολικότητος τῶν ἀρχῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί, τέλος, τῆς καρποφορίας τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί τῶν λα-ῶν τοῦ κόσμου». Περιττόν νά ποῦμε ὅτι οὔτε ἡ ἱστορία οὔτε ἡ ἐσχατολογική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁμιλοῦν γιά «ἐπί τῆς γῆς ἐπικράτησι ὅλων αὐτῶν τῶν χριστιανικῶν ἀρχῶν» (παράγρ. Γ1). Μόνον ἡ προφητική, χριστολογική, διάστασις τῆς εἰρήνης ἀπομένει (Ἡσ. 11, 1-9) καθώς καί οἱ αἰτήσεις τῆς Ἐκκλησίας «ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης καί τῆς σωτηρίας» τῶν τέκνων της, πού εἶναι ἡ ἁγιοπνευματική διάστασις τῆς εἰρήνης. Ἀκολουθοῦν κατόπιν εὐχετικῶς καί οἱ δεήσεις «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», ὁ ὁποῖος ταλαιπωρεῖται ἀπό τίς πολλές καί πολύμορφες διαστάσεις καί ἔχθρες καί μάχες.
Προτείνεται λοιπόν ἡ σαφής καί ἀνεπίμικτη χρῆσις τῶν ὅρων, ὥστε νά εἶναι καθαρή ἡ μαρτυρία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Διότι στίς παράγρ. Γ3-5 φαίνεται ἡ σύγχυσις αὐτοῦ πού εἶναι ἡ «ἄνωθεν εἰρήνη» μέ αὐτό πού ἐπιδιώ-κεται μέ τίς διαχριστιανικές καί διαθρησκειακές πρωτοβουλίες. Πολύ περισσό-τερο πού σέ αὐτές τίς τελευταῖες γίνονται προσευχές ὄχι σέ Ἐκεῖνον τόν ἀλη-θινό Θεό, τόν χορηγό τῆς «ἄνωθεν εἰρήνης», ἀλλά σέ ποικιλία θεῶν.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος καλεῖται νά ἀναδείξῃ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς πιστότητα ὅλων τῶν ἐπισκόπων καί τοῦ λογικοῦ ποιμνίου τους στό φρόνημα τῶν ἁγίων Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων: ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἴμαστε «ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθημεν ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ἡμῶν» (πρβλ. Ἐφ. 4, 4).
Ἡ Σύνοδος θά ψηφίσῃ τά προετοιμασμένα, ἐνδεχομένως μέ τροποποιή-σεις, προσυνοδικά κείμενα. Τήν ἑνότητα στήν Σύνοδο δέν δίνει ἡ ὑπερψήφισις ἁπλῶς τῶν κειμένων. Τά κείμενα πρέπει νά ἔχουν περιεχόμενο σύμφωνο μέ τό φρόνημα τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Ἀπό τά κείμενα πού θά τεθοῦν πρός ψήφισι, ἄλλα ἔχουν καθαρά δο-γματικό (ἐκκλησιολογικό) περιεχόμενο καί ἄλλα ποιμαντικό μέ δογματικές προϋποθέσεις ἤ συνέπειες.
Τό ἀνά χεῖρας ὑπόμνημα ἐκθέτει τίς δογματικές παραμέτρους πού διέ-πουν τά προσυνοδικά κείμενα καί προσφέρει ἐνδεχόμενες τροποποιήσεις σέ αὐτά, ὥστε ἡ ἑνότης στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο νά μή εἶναι ἁπλῶς ἀπουσία διαφορετικῶν (διασπαστικῶν) τάσεων ἀλλά ὁμογνωμία σέ «ὅ,τι πάντοτε, πανταχοῦ καί ὑπό πάντων ἐπιστεύθη», ἐν προκειμένῳ στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλη-σιολογία.
Ἡ ἐποχή μας δέν ὑστέρησε σέ μορφές Ἁγίων, ἐν οἷς καί ἐξαιρέτων θεο-λόγων. Ἡ χαρισματική μαρτυρία τῶν συγχρόνων Ἁγίων καί ἡ «ἑπομένη τοῖς ἁ-γίοις πατράσι» μαρτυρία τῶν θεοφόρων θεολόγων εἶναι σημεῖα ἀναφορᾶς, πού μποροῦν νά ἐξασφαλίσουν θεοσυνέργητη ἑνότητα στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΜΕ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ
1ον.
ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ»
i«1. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει τήν βαθεῖαν αὐτοσυνειδησίαν ὅτι μόνη αὐτή ἐκ τῶν χρι-στιανικῶν ἐκκλησιῶν καί ὁμολογιῶν συνεχίζει νά εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί ἈποστολικήἘκκλησία τοῦ Συμβόλου τῆς Νικαίας - Κωνσταντινουπόλεως. Ἐκ τῆς αὐτοσυνειδησίας ταύτης προέρχεται ἡ μέριμνα Αὑτῆς, ὅπως δοθῇ μαρτυρία περί τῆς ἐν αὐτῇ ἀληθείας καί πραγματωθῇ ἡ ἐπαναγωγή πάντων τῶν ἐκτός Αὐτῆς εὑρισκομένων Χριστιανῶν εἰς τήν Ἑαυτῆς ἑνότητα».
ii«2. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεμελιοῖ τήν ἑνότητα αὑτῆς (τό εἶναι αὐτήν Μίαν) ἐπί τῆς μοναδικότητος τῆς θεανδρικῆς Ὑποστάσεως τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου καί Θεοῦ καί Σω-τῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅστις ἀποτελεῖ τήν μοναδικήν Κεφαλήν τοῦ ἑνός καί μοναδικοῦ σώματος Αὐτοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἑνότης τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας μεταξύ των, συμφώνως πρός τήν ἀρχιερατικήν προσευχήν τοῦ Κυρίου: ‘‘ἵνα ὦσιν ἕν, καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμέν’’ (Ἰω. ιζ’, 22), ἔχει ὡς πρότυπον τήν ἀδιάπτωτον ἑνότητα τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ δέ οὐσι-ώδης ἑνότης τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ κατά τόπους Ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν ἐκφράζεται διά τῆς ὁμολογίας τῆς αὐτῆς ἀποστολικῆς Πίστεως, διά τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς τῶν ἐπισκόπων αὐτῶν ἔν τε τῇ πίστει καί τῇ χειροτονίᾳ («τό γάρ ὁμόγνωμον καί ὁμόθρονον· τό δέ ἀντίγνω-μον καί ἀντίθρονον», κατά τόν Θεολόγον Γρηγόριον) καί διά τῆς πατερικῆς παραδόσεως βιου-μένης μέχρι σήμερον ἐν αὐταῖς ἀμειώτως».
iii «3. Ἡ εὐθύνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διά τήν ἑνότηταταύτην, ὡς καί ἡ οἰκουμενικήαὐτῆς ἀποστολή, ἐξεφράσθησαν ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Αὗται ἰδιαιτέρως προέβα-λον τόν μεταξύ τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας ὑφιστάμενον ἄρρηκτον δεσμόν, καί διά τοῦτο ἀπέκοπτον ἐκ τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας τούς μή κοινωνοῦν τας τῇ πίστει καί τοῖς μυστηρίοις αὐτῆς» (οἱ προσθῆκες σημειωμένες μέ ἔντονα γράμμα-τα).
iv«4. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀδιαλείπτως προσεύχεται ὑπέρ ἐπιστροφῆς πάντων εἰς τήν ἑνότητά της: «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τιμ.2, 4). Ἐκαλλιέργει πάντοτε τόν διάλογον μετά τῶν ἐξ Αὐτῆς διεστώτων, τῶν ἐγγύς καί τῶν μακράν, θέτουσα ἀναγκαῖα δογματικά ὅρια πρός ἀσφαλῆ ἀνάκαμψιν αὐτῶν εἰς τήν ἀποστολι-κήν πίστιν Αὐτῆς καί τελείαν μετ’ Αὐτῆς κοινωνίαν ἐν τῷ αὐτῷ ἤθει καί τῇ αὐτῇ ἐμπειρίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἰς τήν σύγχρονον ἀναζήτησιν ὁδῶν καί τρόπων ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνό-τητος τῶν εἰς Χριστόν πιστευόντων ἀνταποκρίνεται ἐκθέτουσα τήν δογματικήν Αὐτῆς διδα-σκαλίαν καί κανονικήν παράδοσιν (ἀποφάνσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί Ἱερούς Κανόνας) ἐπί τῷ τέλει τῆς ἀκραιφνοῦς μαρτυρίας Αὐτῆς ἐντός τῶν νέων ἱστορικῶν συνθηκῶν».
v«5. ... δέον νά ἐρείδωνται», ἀντί τοῦ ἁπλῶς «ἐρείδονται».
«6. Κατά τήν ὀντολογικήν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑνότης αὐτῆς εἶναι ἀδύνατον νά διατα-ραχθῇ. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία γνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἑτεροδόξων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ᾽αὐτῆς, ἀλλά καί πιστεύει ὅτι αἱ πρός ταύτας σχέσεις αὐτῆς πρέπει νά στηρίζωνται ἐπί σαφῶς Ὀρθοδόξων θεολογικῶν καί κανονικῶν βάσεων. Ὑπό τήν προϋπόθεσιν ταύτην εἶναι θετικῶς διατεθειμένη πρός θεολογικόν διάλογον μετ’ αὐτῶν, ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι διά τοῦ διαλόγου δίδει δυναμικήν μαρτυρί-αν τοῦ πληρώματος τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας καί τῶν πνευματικῶν αὐτῆς θησαυρῶν πρός τούς ἐκτός αὐτῆς, μέ ἀντικειμενικόν σκοπόν τήν προλείανσιν τῆς ὁδοῦ τῆς ὁδηγούσης πρός τήν ἑνότητα αὐτῶν μετά τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς, ἤτοι τῆς Ὀρθοδό-ξου, Ἐκκλησίας. Ἐν ᾗ δέ περιπτώσει διάλογός τις δέν τελεσφορεῖ, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θέτει τέρμα εἰς αὐτόν κατά τήν εὐαγγελικήν προτροπήν (Τίτ. 3, 10-11).
«7. Ὑπό τό ἀνωτέρω μόνον πνεῦμα, ἅπασαι αἱ Ἁγιώταται Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι δέον νά συμμετέχουν εἰς διαχριστιανικούς διαλόγους, ‘‘ἵνα μή ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ’’ (Α’ Κορ. 9, 12)».
vi«8. ... κατανοεῖ ὅμως ταύτας ἐν τῇ πορείᾳ πρός κατανόησιν τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας ...».
vii «9-15. Θέματα ἀφορῶντα τήν μεθοδολογίαν τῶν διαχριστιανικῶν σχέσεων θά ἐπανεκτι-μηθοῦν μετά τήν λῆψιν τῶν ἀποφάσεων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου».
viii «16-19. Αἱ μέχρι τοῦδε σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μετά τοῦ Π.Σ.Ε. διακόπτον-ται, καθόσον τό ἐκκλησιολογικόν πλαίσιον τῆς ἐν αὐτῷ διαχριστιανικῆς συνεργασίας δέν ἀπο-βλέπει εἰς τήν ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Πίστει καί Ἐκκλησίᾳ ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν ἀλλ’ εἰς συνύ-παρξιν, ἀμοιβαίαν ἀνοχήν καί συνεργασίαν τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν καί ὁμολογιῶν».
ix«20. Ἡ εἰσδοχή τῶν προσερχομένων εἰς τούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐκ τῶν ἄλλων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν προσδιορίζεται πάντοτε ἐπί τῇ βάσει τῶν κανονικῶν κριτηρίων τῆς ἤδη διαμορφωμένης ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως (κανό-νες 7 τῆς Β´ καί 95 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῶν συνόδων)».
x«21. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μετ’ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος παρακαλουθεῖ τήν θεολογι-κήν παραγωγήν διαχριστιανικῶν θεολογικῶν ὀργάνων-ἐπιτροπῶν, ἀλλά διατηρεῖ ἐπιφυλάξεις διά κεφαλαιώδους σημασίας θεολογικά συμπεράσματα αὐτῶν».
xi«23. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναπτύσσει διαχριστιανικόν θεολογικόν διάλογον μέ ἀγά-πην Χριστοῦ ἐν ἀληθείᾳ, ἤτοι προσκαλεῖ τούς ἐκτός Αὐτῆς εἰς ἑνότητα Ὀρθοδόξου πίστεως καί γνησίας ἐμπειρίας Θεοῦ προβάλλουσα εἰς τόν σύγχρονον κόσμον τό ἰδανικόν πρότυπον τοῦ καινοῦ ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου».
xii «Δεόμεθα, ὅπως ὁ Κύριος ἐκπληρώσῃ τήν ἐλπίδα ἡμῶν περί τῆς ἐπανακάμψεως πάντων εἰς τήν Μίαν Ἁγίαν Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, τήν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Ἐκκλησίαν, ὅπως ‘‘γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν’’ (Ἰω. 10, 16)».
2ον.
ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ»
xiii Παράγρ. Ι4. « ... Ἄλλωστε, τό θεμέλιον τῆς ἑνότητος τοῦ γάμου εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ἑνότης, ἵνα, διά τῆς ὑπό τοῦ ἁγίου Πνεύματος εὐλογίας τῆς συζυγικῆς ἀγάπης, δυνηθῇ τό ζεῦγος νά ἀντανακλᾷ τήν ἀγάπην Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας ὡς μυστηρίου τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς αἰωνίου ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ ἀγάπῃ τοῦ Θεοῦ. Εἰς τήν διατήρησιν τῆς τοιαύτης προοπτικῆς τοῦ ἐν Χριστῷ γάμου συνετέλεσε καί ἡ πλουσία περί γάμου Κανονική παράδοσις (οἱ ι’ καί λα’ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ, ὁ ζ’ τῆς ἐν Νεοκαισαρείᾳ, ὁ ιδ’ τῆς Δ’, τοῦ Μεγ. Βασ. ὁ δ’, καί κυρίως ὁ οβ’ τῆς ΣΤ’, καθώς καί αἱ ἑρμηνευτικαί ἐπεξηγήσεις τῶν ἐγκρίτων κανονολόγων)».
xiv Παράγρ. ΙΙ1. «Σχετικῶς μέ τά κωλύματα γάμου λόγῳ ἐξ αἵματος, ἐξ ἀγχιστείας, ἐξ υἱοθεσίας καί πνευματικῆς συγγενείας ἰσχύει ὅ,τι προβλέπεται ὑπό τῶν ἱερῶν κανόνων (53 καί 54 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς συνόδου) καί τῆς συνῳδά τούτοις ἐκκλησιαστικῆς πράξεως, ἥτις διαχρονικῶς ἔχει τηρηθῇ διά τῶν συναφῶν ἱερῶν Κανόνων, τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων τῶν ἀοιδίμων Πατριαρχῶν καί τῶν ἑρμηνειῶν ἐγκρίτων Κανονολόγων, καί λαμβάνεται ὑπ’ ὄψιν ἡ σύμφωνος πρός αὐτάς σύγχρονος πρᾶξις τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν».
xv Παράγρ. ΙΙ2. «Περί τοῦ μή ἀμετακλήτως λυθέντος ἤ ἀκυρωθέντος γάμου καί τοῦ προϋπάρξαντος τρίτου, ἰσχύει ὅτι συνιστοῦν ἀπόλυτα κωλύματα πρός σύναψιν γάμου, συμ-φώνως πρός τήν κατηγορηματικῶς καταδικάζουσαν τόν τοιοῦτον καί τόν τέταρτον γάμον Ὀρθόδοξον κανονικήν παράδοσιν».
xvi Παράγρ. 5i. «i. Ὁ γάμος Ὀρθοδόξων μεθ᾿ ἑτεροδόξων κωλύεται κατά κανονικήν ἀκρί-βειαν, μή δυνάμενος νά εὐλογηθῇ (κανών 72 τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλλῳ συνόδου). Ἀντιμετωπίζεται ὅμως κατά περίπτωσιν συμφώνως πρός τά ὁριζόμενα ὑπό τῶν ἱερῶν Κανόνων καί ὑπό τόν ρητόν ὅρον ὅτι τά ἐκ τοῦ γάμου τούτου τέκνα θέλουν βαπτισθῆ καί ἀναπτυχθῆ ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ».
3ον.
ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ «Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΝ Τῼ ΣΥΓΧΡΟΝῼ ΚΟΣΜῼ»
xvii Παράγρ. Α2: «Ἐπ’ αὐτῆς τῆς βάσεως εἶναι ἀπαραίτητον νά διακηρυχθῇ πρός ὅλας τάς κατευθύνσεις ὅτι ἡ προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, αὐτονοήτως δέ καί τοῦ ἀγαθοῦ τῆς εἰρήνης, δέν ἐξασφαλίζεται ἄνευ τοῦ ἁγιασμοῦ τούτου, τουτέστι τῆς ἐν τῇ Ὀρθοδό-ξῳ πίστει καί Ἐκκλησίᾳ θεοποιοῦ ἀσκήσεως καί ἑνώσεως μετά τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἐκ τῆς ὁποίας αἱ εἰρηνευτικαί προσπάθειαι ἀποκτοῦν θεοφιλῆ προσανατολι-σμόν. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία στέκει ἐν τῷ κόσμῳ ὡς διαχρονική μαρτυρία τοῖς μακράν καί τοῖς ἐγγύς περί αὐτῆς τῆς μοναδικῶς ἐν ἑαυτῇ φυλαττομένης ἐλπίδος».
Παράγρ. Α3: «Προϋπόθεσιν συνεργασίας Ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων μετ’ ἄλλων διακρατι-κῶν, διαχριστιανικῶν ἤ διαθρησκειακῶν φορέων ἀποτελεῖ ἡ ἀπαρέγκλιτος θέσις τῆς Ὀρθοδό-ξου Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ ἀπάλειψις τοῦ φανατισμοῦ, ἡ συμφιλίωσις τῶν λαῶν καί ἡ ἐπικράτησις τῆς ἐλευθερίας καί τῆς εἰρήνης εἰς τόν κόσμον πρός ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἀνθρώπου, ἀνεξαρτή-τως φυλῆς καί θρησκεύματος, δέν πρέπει νά προϋποθέτῃ ἤ νά συνεπάγεται τόν συγκρητι-σμόν, τουτέστι τήν προσοικείωσιν ἤ τήν ἀποδοχήν μεθόδων ἀπαδόντων πρός τάς δογματικάς καί κανονικάς ἀρχάς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
xviii Παράγρ. Β1: «Ἕν ἐκ τῶν ὑψίστων δώρων τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπον, τόσον ὡς συγκεκριμένον φορέα τῆς εἰκόνος τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί κεκλημένου εἰς τό «καθ’ ὁμοί-ωσιν», ὅσον καί ὡς κοινωνίαν προσώπων, ἀποτελεῖ τό θεῖον δῶρον τῆς ἐλευθερίας. «Ὁ πλάσας ἀπ᾽ ἀρχῆς τόν ἄνθρωπον ἐλεύθερον ἀφῆκε καί αὐτεξούσιον, νόμῳ τῷ τῆς ἐντολῆς μόνον κρατούμενον» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΙΔ´, Περί φιλοπτωχίας, 25. PG 35, 892Α). Ἡ ἐλευθερία καθιστᾷ μέν τόν ἄνθρωπον ἱκανόν νά προοδεύῃ πρός τήν πνευματικήν τελειότη-τα, ἀλλά, συγχρόνως, ἐμπερικλείει τόν κίνδυνον τῆς παρακοῆς, τῆς ἀπό τοῦ Θεοῦ αὐτονομή-σεως καί, δι’ αὐτῆς, τῆς πτώσεως, ἐξ οὗ καί αἱ τραγικαί συνέπειαι τοῦ κακοῦ ἐν τῷ κόσμῳ».
1 Γράφει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: «Ἐρωτῶ ἵνα καὶ αὐτοὶ γένωνται ἓν, κατὰ τὸ ἐν ἐμοὶ σῶμα, καὶ κατὰ τὴν αὐτοῦ τελείωσιν· ἵνα καὶ αὐτοὶ γένωνται τέλειοι, ἔχοντες πρὸς τοῦτο τὴν ἑνότητα, καὶ εἰς αὐτὸ ἓν γενόμενοι· ἵνα, ὡς ἂν πάντες φορεσθέντες παρ᾽ ἐμοῦ, πάντες ὦσιν ἓν σῶμα καὶ ἓν πνεῦμα, καὶ εἰς ἄνδρα τέλειον καταντήσωσιν. Οἱ γὰρ πάντες, ἐκ τοῦ αὐτοῦ μεταλαμβά-νοντες, ἓν γινόμεθα σῶμα, τὸν ἕνα Κύριον ἔχοντες ἐν ἑαυτοῖς» (Κατά ἀρειανῶν, PG 26, 369). Καί ἐπίσης: «Ἐπειδὴ γὰρ ὁ Λόγος ἐστὶν ἐν τῷ Πατρὶ, τὸ δὲ Πνεῦμα ἐκ τοῦ Λόγου δίδοται, θέλει λαβεῖν ἡμᾶς τὸ Πνεῦμα, ἵνα, ὅταν ἐκεῖνο λάβωμεν, τότε ἔχοντες τὸ Πνεῦμα τοῦ Λόγου τοῦ ὄντος ἐν τῷ Πατρὶ, δόξωμεν καὶ ἡμεῖς διὰ τὸ Πνεῦμα ἓν γίνεσθαι ἐν τῷ Λόγῳ, καὶ δι᾽ αὐτοῦ τῷ Πατρί. Τὸ δὲ, ὡς ἡμεῖς, ἐὰν λέγῃ, οὐδὲν ἕτερον πάλιν ἐστὶν, ἢ ἵνα ἡ γινομένη τοιαύτη τοῦ Πνεύματος χάρις εἰς τοὺς μαθητὰς ἀδιάπτωτος καὶ ἀμεταμέλητος γένηται» (ἔνθ’ ἀνωτ. PG 26, 376).
2 Ἡ φράσις «ἐπί τῆς κοινωνίας ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι», ἡ ὁποία παρεισέφρυσε στό σχέδιο κειμένου, ὀφείλει νά ἀπορριφθῇ. Στήν Ἁγία Τριάδα θεωροῦνται ἑνώσεις καί δια-κρίσεις, ὄχι ὅμως κοινωνία (ἐννοεῖται Προσώπων). Βλ. σχετικῶς, Ἀμφιλοχίου Ράντοβιτς, Τό Μυστήριον τῆς Ἁγίας Τριάδος κατά τόν ἅγιον Γρηγόριον τόν Παλαμᾶν, Θεσσαλονίκη 1973.
3 Σέ ἕνα ἀπό τά κείμενα, τά ὁποῖα ὑποστηρίζουν αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἑνότητα, λέγεται: «We confess one, holy, catholic, and apostolic Church as expressed in the Nicene-Constantinopolitan Creed (381). The Church's oneness is an image of the unity of the Triune God in the communion of the divine Persons ... Αs the people of God, the body of Christ, and the temple of the Holy Spirit, the Church is called to manifest its oneness in rich diversity ...
4 «Ἤδη στό Πατριαρχεῖο τῆς Ἀλεξανδρείας καί στό Πατριαρχεῖο τῆς Ἀντιοχείας ὑπάρχουν ἐ-πίσημες συμφωνίες σχετικά μέ τά Μυστήρια. Ἐδῶ στίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες, οἱ Ἀνατολικοί Ὀρ-θόδοξοι πιστοί, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν δικές τους ἐνορίες σέ κάποια περιοχή, γίνονται δεκτοί στίς Ὀρθόδοξες ἐνορίες. Μέ τήν εὐλογία τοῦ ἐπιχωρί ου ἐπισκόπου καί τοῦ ἐφημερίου τῆς ἐνορίας, τούς ἐπιτρέπεται νά λάβουν τήν Θεί α Κοινωνία. Λαμβάνουν χώραν καί Βαπτίσεις καί Γάμοι. Μνημόσυνα καί Κηδεῖες ἐπίσης λαμβάνουν χώραν. Αὐτά συμβαίνουν ὑπό τήν προϋπόθεσι ὅτι σέ κάποια περιοχή δέν ὑπάρχουν ἱερεύς καί ἐνορία μιᾶς Ἀνατολικῆς Ὀρθο-δόξου Ἐκκλησίας. Οἱ Ἀνατολικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀκολουθοῦν γενικῶς τήν ἴδια ἐπίσης πρακτική» (Ἀπόσπασμα ἀπό τό κείμενο Recommendations for Greater Understanding and Co-operation τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Ὀρθοδόξων καί Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πού περιλαμβάνεται στό βιβλίο «Restoring the Unity in Faith: The Orthodox – Oriental Orthodox Theological Dialogue» (Ἀποκαθιστώντας τήν Ἑνότητα ἐν τῇ Πίστει: Ὁ Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων), ἔκδ. Holy Cross Orthodox Press, Η.Π.Α., 2007). Βλ. ἐπ’ αὐτοῦ ἄρθρο τοῦ Ἱερομ. Λουκᾶ Γρηγοριάτου, Θεολογικές ἐπισημάνσεις σέ πρόσφατες προτάσεις γιά μυστηριακή διακοινωνία Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων, Ἅγιον Ὄρος, 1/14 Σεπτεμβρίου 2011.
5«Καὶ γὰρ ἂν εἴημεν ὡς ἀληθῶς πάντων ἀνθρώπων ἀτοπώτατοι, σχίσμασι καὶ κατατομαῖς Ἐκκλησιῶν ἐφηδόμενοι καὶ μὴ τὴν συνάφειαν τῶν μελῶν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ τὸ μέγι-στον τῶν ἀγαθῶν τιθέμενοι» (Ἐπιστολή 156, Εὐαγρίῳ πρεσβυτέρῳ).
6«Ἐπιστεῖλαι αὐτοῖς ἀπὸ μιᾶς γνώμης πᾶσαν παράκλησιν μετ' εὐσπλαγχνίας προσάγοντας, καὶ τὴν τῶν Πατέρων πίστιν προτεινομένους προκαλεῖσθαι αὐτοὺς εἰς συνάφειαν» (Ἐπιστολή 128, Εὐσεβίῳ ἐπισκόπῳ Σαμοσάτων).
7«Τὴν ἐν Νικαίᾳ πίστιν, ... καὶ τὸ μὴ δεῖν λέγεσθαι κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον μηδὲ κοινω-νικοὺς αὐτῶν εἶναι τοὺς λέγοντας» (Ἐπιστολή 113, Τοῖς ἐν Ταρσῷ πρεσβυτέροις).
8«Κἂν μὲν πείσωμεν, κοινῶς αὐτοῖς ἑνωθῆναι, ἐὰν δὲ ἀποτύχωμεν, ἀρκεῖσθαι ἡμᾶς ἀλλή-λοις, τὸν δὲ ἐπαμφοτερισμὸν τοῦτον ἐξορίσαι τοῦ ἤθους» (Ἐπιστολή 128, Εὐσεβίῳ ἐπισκόπῳ Σαμοσάτων).
9«Ἐὰν μὲν οὖν πεισθῶσί σοι, ταῦτα ἄριστα. Εἰ δὲ μή, γνωρίσατε τοὺς πολεμοποιοὺς καὶ παύσασθε ἡμῖν τοῦ λοιποῦ περὶ διαλλαγῶν ἐπιστέλλοντες» (Ἐπιστολή 128, Εὐσεβίῳ ἐπισκόπῳ Σαμοσάτων).
10 Βλ. Ἀρχιμ. Γεωργίου (Καψάνη), Ἡ ἐκκλησιολογική αὐτοσυνειδησία τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τῆς Ἁλώσεως μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος, 1998, δημοσιευμένο στό Εἰκοσιπενταετηρικόν (ἀφιέρωμα στόν Μητροπολίτη Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Ἀνάτυπο 1999.
11 Ὁ μακαριστός Γέροντάς μας, ὁ Ἀρχιμ. Γεώργιος Καψάνης, γράφει: «ἡ μυστηριακή βάσις τοῦ γάμου προϋποθέτει τήν κοινήν πίστιν ... ἡ μετά τοῦ ἑτεροδόξου συζύγου κοινωνία δέν εἶναι δυνατόν νά εἶναι τελεία, ἐφ᾿ ὅσον δέν κοινωνοῦν τῆς αὐτῆς πίστεως καί τῶν αὐτῶν μυστηρίων» (Ἡ Ποιμαντική Διακονία κατά τούς Ἱερούς Κανόνας, Πειραιεύς 1976, σελ. 179).
12 Ἀρχιμ. Ἱερωνύμου Κοτσώνη, Ἡ κανονική ἄποψις περί τῆς ἐπικοινωνίας μετά τῶν ἑτεροδόξων (intercommunio), ἐν Ἀθήναις 1957, σελ. 206 κ.ἑξ.
Η συζήτηση που εγείρεται τις τελευταίες ημέρες γύρω από το μάθημα των θρησκευτικών, είναι κάτι που απασχολεί ή θα έπρεπε να μας απασχολεί όλους. Βεβαίως το θέμα δεν είναι κάτι νέο, αφού εδώ και δεκαετίες υπάρχουν ολιγάριθμες φωνές που ζητούν κατάργηση ή αλλαγή του μαθήματος, από ορθόδοξο σε πολύ-ομολογιακό. Όμως, οι σημερινές πολιτικές συγκυρίες και κυρίως η μεγάλη κινητικότητα του υπουργείου παιδείας ως προς αυτή την κατεύθυνση, δείχνουν ότι η πολυσυζητημένη μετατροπή του μαθήματος είναι πιο κοντά από ποτέ και ότι η κατήχηση των χριστιανοπαίδων στην κοσμοθεωρία της Νέας Εποχής είναι προ των πυλών.
Ο σημερινός υπουργός Παιδείας, Ν. Φίλης, ο οποίος αποτελεί την προσωποποίηση της αναξιοκρατίας, καθώς όντας ο ίδιος «αιώνιος φοιτητής», καλείται να διοικήσει καθηγητές Πανεπιστημίου και εκπαιδευτικούς χαμηλότερων βαθμίδων, έχει δείξει ξεκάθαρα τις προθέσεις του. Ήδη, κατά παράβαση παλαιότερων σαφέστατων αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας[1], μείωσε με απόφασή του[2] τις ώρες των θρησκευτικών στην Ε’ και στην Στ’ Δημοτικού. Παράλληλα, θέλει, κατά δήλωσή του, να προωθήσει ένα νέο πρόγραμμα σπουδών στα θρησκευτικά, εφαρμοσμένο ήδη πιλοτικά σε κάποια σχολεία, το οποίο πρόγραμμα, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσιογραφική έρευνα[3] αποτελεί αντιγραφή προγράμματος μίας νεοβουδιστικής οργάνωσης που προωθεί την πανθρησκεία. Στη δε επιτροπή[4] που κλήθηκε να αποφασίσει για το χαρακτήρα του μαθήματος, επιδεικνύοντας το περίσσευμα αντιδημοκρατικότητας που χαρακτηρίζει τον ίδιο και πολλούς «συντρόφους» του, έχει τοποθετήσει μερικούς από τους φερόμενους ως συντάκτες του υπό κρίση νέου προγράμματος, κατά παράβαση της αρχής της αμεροληψίας που απαιτείται κατά τη διοικητική διαδικασία[5].
Η δε ομάδα των επίδοξων ανανεωτών του μαθήματος των θρησκευτικών, έχει συστήσει από το 2010 ένα αμφιβόλου νομιμότητας συνδικαλιστικό σωματείο θεολόγων, με το διακριτικό τίτλο «ΚΑΙΡΟΣ», το οποίο ως μοναδικούς σκοπούς του έχει, αφ’ ενός να αλλάξει το μάθημα των θρησκευτικών μέσω της προώθησης του ως άνω πολυθρησκειακού προγράμματος σπουδών και αφ’ ετέρου να αντιπαλέψει το έργο της πολυπληθέστερης και αρχαιότερης ένωσης θεολόγων, της ΠΕΘ, η οποία αποτελείται από ευσυνείδητους θεολόγους που μάχονται ώστε να μη γίνει το μάθημά τους εργαλείο κατήχησης των ελληνοπαίδων στις ιδέες του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού οικουμενισμού.
Η αγωνία των εκπροσώπων της Νέας Εποχής να επιβάλλουν τη διδασκαλία της θρησκειολογίας (ορθότερο «πανθρησκείας») στα σχολεία, βασίζεται πλην των άλλων και σε ένα ακόμη δεδομένο. Η προώθηση της ομοφυλοφιλίας, των εκτρώσεων, του οικογενειακού προγραμματισμού κ.λπ., μειώνουν μεν τον πληθυσμό, όπως απαιτούν οι νέοι «πανανθρώπινοι στόχοι», αλλά ενέχουν τον «κίνδυνο» η επόμενη γενιά Ελλήνων να αποτελείται σχεδόν μόνο από πιστούς χριστιανούς[6]. Διότι, παρά ταύτα, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι, οι οποίοι με την ελπίδα τους στραμμένη στο Θεό και παρά τις τεράστιες δυσκολίες, δημιουργούν πολυμελείς οικογένειες, προσφέροντας στα παιδιά τους τα απαραίτητα αντίδοτα στα πάσης φύσεως ψυχοκτόνα δηλητήρια. Είναι εκείνοι οι άνθρωποι τους οποίους κατά δημόσια δήλωσή του στη βουλή, απεχθάνεται Έλληνας βουλευτής[7], χωρίς να ακουστεί η ελάχιστη κριτική εναντίον του από πολιτικούς και δημοσιογράφους. Από τα δε σκληρά μέτρα εναντίον των λαϊκών στρωμάτων ουδέποτε εξαιρέθηκαν, ως όφειλε να συμβεί και από ηθικής και από συνταγματικής[8] απόψεως, οι πολύτεκνες οικογένειες[9]. Μπροστά, λοιπόν, σε αυτό το ενδεχόμενο, το κράτος επιχειρεί να κρατήσει για τον εαυτό του το είδος και την κατεύθυνση της θρησκευτικής εκπαίδευσης, μη λαμβάνοντας υπόψη τις πεποιθήσεις των γονέων επί του θέματος, πραγματοποιώντας δηλαδή ένα πνευματικό παιδομάζωμα.
Έτσι, τα παιδιά των χριστιανών, χωρίς να ερωτηθούν οι γονείς τους, όπως δικαιούνται κατά το Ελληνικό Σύνταγμα[10] και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου[11], θα κληθούν πολύ σύντομα να διδαχθούν αξίες ξένες προς την Ορθόδοξη Πίστη, με κεντρικό νόημα ότι όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν – με κάποια ποικιλία στον τρόπο – στον ίδιο Θεό.
Οι στιγμές είναι ιστορικές και κρίσιμες. Η επικίνδυνη παρέα πολιτικών με μηδενιστικές ιδεοληψίες, οι οποίοι κατέλαβαν την εξουσία βασιζόμενοι σε ψευδείς υποσχέσεις και εκμεταλλευόμενοι την απέχθεια του λαού στις προηγούμενες αποτυχημένες κυβερνήσεις, βιάζεται να αποδομήσει όσο προλαβαίνει ό,τι μπορεί, αισθανόμενη την ολιγότητα των ημερών της. Ο στόχος ξεκάθαρος: Η Ελλάδα και οι Έλληνες[12] πρέπει να αποχριστιανοποιηθούν και τώρα παρουσιάζεται η πιο κατάλληλη ευκαιρία γι’ αυτό. Οι Έλληνες ζαλισμένοι και απηυδισμένοι από την υποκρισία των προηγούμενων κυβερνώντων, πίστεψαν ή μάλλον θέλησαν να πιστέψουν ότι άνθρωποι που μάχονται ανοιχτά τις ελληνορθόδοξες αξίες, θα μπορούσαν να σώσουν οικονομικά τη χώρα. Όμως η αποτυχία τους ήταν προδιαγεγραμμένη από την απιστία τους, όπως εύστοχα είχε προβλέψει επιφανής Μητροπολίτης[13], όταν οι σημερινοί υπερασπιστές των μνημονίων και της κατακρεούργησης του ελληνικού λαού, ήταν ακόμα η ελπιδοφόρα αντιπολίτευση.
Ο καθένας μας έχει την ανάλογη ευθύνη για τη στάση του ενώπιον αυτής της επιχειρούμενης πνευματικής γενοκτονίας. Η χώρα μας πολλές φορές στην ιστορία της πέρασε μεγάλες δυσκολίες, αλλά οι κάτοικοί της, στηριζόμενοι στις διαχρονικές αξίες της ελληνοβυζαντινής παράδοσης, στέκονταν όρθιοι, με θαυμασμό και αγάπη για την πατρίδα. Σήμερα, δεν είναι τόσο οι οικονομικές δυσκολίες που μας λυγίζουν, αλλά το ότι η άχρωμη και άοσμη νέα Ελλάδα των δυτικών ηθών, δεν παρουσιάζει τίποτα που να μας κάνει να τη θαυμάζουμε, όπως συνέβαινε με την πατρίδα μας μέχρι πρότινος.
Αντιθέτως, οι σημερινοί θεματοφύλακες των αξιών τις οποίες εμείς πουλήσαμε επί πινακίου φακής λόγω των κόμπλεξ κατωτερότητας, των εισαχθέντων από τους δυτικοσπουδαγμένους που προσκολλήθηκαν εδώ και δεκαετίες σε νευραλγικές θέσεις της παιδείας, όχι μόνο δεν ντρέπονται για αυτές τις αξίες, αλλά δικαίως τις θεωρούν κινητήρια δύναμη της συνεχούς ανέλιξής τους στη διεθνή σκηνή.
[1] ΣτΕ 3356/1995, ΣτΕ 2176/1998 (βλ. και ΔΕφΧαν. 115/2012)
[2] Υπ. αρ. Φ12/657/70691/Δ1/26-4-2016 υπουργική απόφαση με θέμα: «Ωρολόγιο πρόγραμμα ενιαίου τύπου ολοήμερου δημοτικού σχολείου»
[3] http://aktines.blogspot.gr/2016/04/blog-post_29.html
[4] http://thriskeftika.blogspot.gr/2016/04/5.html
[5] Αρ. 7 Κ.Δ.Διαδ. (Ν. 2690/99)
[6] Αυτή την εξέλιξη αντιμάχεται και η μαζική εισροή μεταναστών από μουσουλμανικές χώρες, που ενέχει σοβαρό κίνδυνο αλλοίωσης του εθνικού πληθυσμού και μετατροπή της Ελλάδας σε ισλαμική χώρα εντός ολίγων χρόνων.
[7] http://www.protothema.gr/politics/article/537225/vouleutis-suriza-gia-poluteknous-tous-apehthanomai-tous-grafo-sta-palia-mou-ta-papoutsia-/
[8] Το άρθρο του 21 του Συντάγματος αναφέρει: 1. H οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Kράτους. 2. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Kράτος… 5. O σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους.
[9] Σημειωτέον, ότι το άλλοτε αυτονόητο δικαίωμα μεταγραφής των πολυτέκνων φοιτητών σε πανεπιστήμιο της πόλης κατοικίας τους, το οποίο κανένα κόστος δεν έχει για τον κρατικό προϋπολογισμό, καταργήθηκε επί υπουργίας της Άννας Διαμαντοπούλου, επανήλθε για λίγο και στην ουσία ξανακαταργήθηκε με τον ισχύοντα νόμο (αρ. 21 του Ν. 4332/2015) επί υπουργίας Αρ. Μπαλτά, με τον οποίο απλώς δίνονται ελάχιστα μόρια στους υποψηφίους από πολύτεκνες οικογένειες, ενώ προτάσσονται για περαιτέρω μοριοδότηση τα εισοδηματικά κριτήρια.
[10] Άρθρο 16 παρ. 2: H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης…
[11] Άρθρο 2 Α’ Πρωτ. : Παv Κράτoς εv τη ασκήσει τωv αvαλαμβαvoμέvωv υπ’ αυτoύ καθηκόvτωv επί τoυ πεδίoυ της μoρφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται τo δικαίωμα τωv γovέωv όπως εξασφαλίζωσι τηv μόρφωσιv και εκπαίδευσιv ταύτηv συμφώvως πρoς τας ιδίας αυτώv θρησκευτικάς και φιλoσoφικάς πεπoιθήσεις.
[12] Οι Έλληνες δεν έχασαν την πίστη τους στην Ορθοδοξία ούτε στην οθωμανική κατοχή τεσσάρων αιώνων
[13] http://www.impantokratoros.gr/6E1D7ABC.el.aspx
Πηγή: Θρησκευτικά, Αβέρωφ
Με κατάπληξη πληροφορηθήκαμε την πρόταση, που υπογράφεται από 56 πανεπιστημιακούς δασκάλους, σχετικά με την κατάργηση της διδασκαλίας της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο. Η έκπληξή μας έγινε μεγαλύτερη από το γεγονός ότι το εν λόγω κείμενο υπογράφεται από συναδέλφους η συντριπτική πλειονότητα των οποίων δεν έχει σχέση με την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Φιλολογία ή με την αρχαιογνωσία εν γένει, ενώ αρκετοί από αυτούς υπηρετούν σε πανεπιστημιακά τμήματα άσχετα με τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση γενικότερα. Το αποτέλεσμα είναι ότι η επίμαχη πρόταση υπεραπλουστεύει κατά τρόπο ανεπίτρεπτο ζητήματα σύνθετα και χαρακτηρίζεται συνολικά από μεγάλη προχειρότητα. Πληροφορούμενοι, ωστόσο, ότι το θέμα έχει αρχίσει να αποτελεί σημείο προβληματισμού των υπευθύνων για τον Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία θεωρούμε ότι αποτελεί υποχρέωσή μας ως μελών του Τομέα Κλασικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών να δηλώσουμε τα εξής σχετικά με την αναγκαιότητα διατήρησης και περαιτέρω ενίσχυσης του μαθήματος των Αρχαίων Ελληνικών στο ωρολόγιο πρόγραμμα του Γυμνασίου:
Η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα είναι μαζί με τη Λατινική οι δύο κατ’ εξοχήν παγκόσμιες γλώσσες της Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, στις οποίες συγγράφηκαν πάμπολλα από τα σημαντικότερα αριστουργήματα της παγκόσμιας σκέψης όλων των εποχών και σχεδόν το σύνολο των πνευματικών δημιουργημάτων που έθεσαν τις βάσεις για τη δημιουργία του σημερινού δυτικού πολιτισμού. Η Αρχαία Ελληνική υπήρξε για χιλιετίες οικουμενική γλώσσα και κατείχε στον αρχαίο και μεσαιωνικό κόσμο θέση ανάλογη με αυτήν που κατέχουν σήμερα η Αγγλική και η Γαλλική. Ενδεικτικός είναι ο τεράστιος αριθμός ελληνικών λέξεων που υπάρχουν σε όλες τις σημερινές γλώσσες των χωρών της Δύσης και της Ανατολής. Οι Έλληνες μαθητές έχουν τη σπάνια ευκαιρία να μελετήσουν έξοχα δημιουργήματα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς από το πρωτότυπο καταβάλλοντας ένα μικρό μόνο τμήμα του μόχθου που καταβάλλουν οι μαθητές των υπόλοιπων χωρών Δύσης και Ανατολής, αφού τα κείμενα είναι γραμμένα σε μια πρωιμότερη μορφή της ίδιας της μητρικής τους γλώσσας. Το όφελος από τη μικρή αυτή επένδυση χρόνου και κόπου είναι τεράστιο: αυτοδύναμη δυνατότητα αδιαμεσολάβητης προσέγγισης μεγάλου τμήματος των σπουδαιότερων γραπτών μνημείων της ανθρωπότητας.
Συνάμα, η αυτόνομη αυτή δυνατότητα προσέγγισης δεν αφορά στα κείμενα κάποιας ξένης γλώσσας, αλλά στα κείμενα της γλώσσας των μαθητών και της πολιτισμικής παράδοσης στην οποία ανήκουν και οι ίδιοι. Σε αυτά δεν ανήκουν μόνο τα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, ο Όμηρος, ο Πλάτωνας, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης, ο Θουκυδίδης, ο Αριστοτέλης. Ανήκουν, επίσης, τα Ευαγγέλια και όλα τα κείμενα της πρώιμης και ύστερης χριστιανικής γραμματείας, καθώς επίσης και όλα τα λόγια και δημώδη κείμενα της βυζαντινής περιόδου, δίχως τα οποία ο μαθητής και μετέπειτα πολίτης δεν θα μπορέσει ποτέ να κατανοήσει την αδιάκοπη πολιτισμική συνέχεια μέσα από την οποία οδηγηθήκαμε από την Αρχαιότητα στον Νέο Ελληνισμό. Ακόμη και η κατανόηση πάμπολλων σημαντικών μνημείων της νεοελληνικής διανόησης (και δεν αναφερόμαστε εδώ μόνο στον Παπαδιαμάντη ή στον Ροΐδη, αλλά και στις διακειμενικές αναφορές της ποίησης και της πεζογραφίας σε παλαιότερα κείμενα στο πρωτότυπο) καθίσταται προβληματική χωρίς τη γνώση των παλαιοτέρων μορφών της γλώσσας μας.
Η Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, αξιοποιώντας διάφορα διδακτικά αντικείμενα, στοχεύει μεταξύ άλλων στο να καλλιεργήσει στον μαθητή κριτική ικανότητα, πειθαρχία στη σκέψη και τον λόγο, μνημονική ικανότητα επιστρατευμένη στις ανάγκες της δημιουργικής σκέψης, παρατηρητικότητα κτλ. Τα Αρχαία Ελληνικά είναι ένα εργαλείο δοκιμασμένο στην πορεία του χρόνου για την αποτελεσματικότητά του στους τομείς αυτούς. Επίσης, συμβάλλει στο να κατακτήσει ο μαθητής τον τρόπο με τον οποίο θα ανάγεται υπομονετικά από το γνωστό στο άγνωστο, τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο κατακτά τη νέα γνώση.
Για την εκμάθηση της Νέας Ελληνικής η μελέτη της Αρχαίας Ελληνικής δεν αποτελεί εμπόδιο, όπως με περισσή προχειρότητα και κατά τρόπο αντιεπιστημονικό αποφαίνονται οι συντάκτες της επίμαχης πρότασης. Αντιθέτως, η καλή γνώση της Αρχαίας Ελληνικής είναι σημαντικότατη, μεταξύ άλλων διότι η Νέα Ελληνική αφενός διατηρεί την ιστορική ορθογραφία των λέξεων, για την οποία η ετυμολογία είναι απαραίτητη, αφετέρου διότι περιέχει χιλιάδες λέξεις, φράσεις και εν γένει γλωσσικό υλικό που προέρχεται κατ’ ευθείαν από τις δεξαμενές της Αρχαίας και Μεσαιωνικής Ελληνικής. Ζητούμενο κατά τη σωστή εκμάθηση της Νέας Ελληνικής πρέπει να είναι και η κατανόηση των πλευρών της που άπτονται της ιστορικής της διαχρονίας, πράγμα που επιτυγχάνεται μόνο με τη στέρεα γνώση των προγενέστερων μορφών της ομιλούμενης σήμερα γλώσσας. Δεν διαφωνούμε ότι οι ώρες διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών είναι λίγες και πρέπει να αυξηθούν. Θα ήταν όμως ολέθριο σφάλμα να ληφθούν από το κατ’ εξοχήν μάθημα που λειτουργεί, μεταξύ άλλων, ευεργετικά και για την ίδια τη σωστή εκμάθηση της Νέας Ελληνικής.
Διαπιστώσεις όπως ότι τα Αρχαία Ελληνικά αντιμετωπίζονται με αντιπάθεια από τους μαθητές ή ότι υπάρχουν απόφοιτοι Λυκείου που δεν γνωρίζουν τέλεια τα Αρχαία Ελληνικά μπορούν να αποτελέσουν επιχειρήματα μόνο για τη βελτίωση των μεθόδων διδασκαλίας τους και όχι για τη μείωση ή την κατάργησή τους. Η παραπάνω λογική των υπέρμαχων της κατάργησης της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο θα οδηγούσε μεταξύ άλλων σε παράλογα συμπεράσματα όπως, π.χ., ότι δεν χρειάζεται η διδασκαλία των Μαθηματικών ή και των Νέων Ελληνικών, αφού υπάρχουν πάμπολλοι απόφοιτοι Λυκείου που δεν γνωρίζουν ικανοποιητικώς αριθμητικές και μαθηματικές πράξεις ή δεν χειρίζονται ορθώς τη μητρική τους Νέα Ελληνική, μολονότι διδάσκονται Αριθμητική/Μαθηματικά και Νέα Ελληνικά όχι μόνο από την πρώτη τάξη του Γυμνασίου, αλλά από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Τα κενά των αποφοίτων του Λυκείου στη χρήση των Μαθηματικών και της Νέας Ελληνικής δεν πρέπει να μας οδηγούν στην πρόταση κατάργησης των αντιστοίχων μαθημάτων από το ωρολόγιο πρόγραμμα του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου, αλλά σε γενικότερο προβληματισμό και προτάσεις βελτίωσης της διδασκαλίας τους. Το ίδιο ισχύει αυτονοήτως και για τα Αρχαία Ελληνικά που κατέχουν ούτως ή άλλως πολύ μικρότερο ποσοστό στο συνολικό πρόγραμμα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Δυνατότητα εκμάθησης της Αρχαίας Ελληνικής προσφέρεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ την ίδια στιγμή παρατηρείται έξαρση στην κίνηση για την επαναφορά της μαζικής διδασκαλίας της Αρχαίας Ελληνικής στη Μέση Εκπαίδευση σημαντικών κρατών του πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως της Γερμανίας και της Γαλλίας. Ενδεικτικά, διοργανώνεται αυτή τη στιγμή (με γερμανική πρωτοβουλία) πανευρωπαϊκό συνέδριο για το 2017 με θέμα την ανάγκη προστασίας γλωσσών που υπήρξαν φορείς σημαντικού πολιτισμού όπως είναι τα Αρχαία Ελληνικά. Θα ήταν θλιβερό, εάν η ίδια η Ελλάδα σε αυτό ακριβώς το χρονικό σημείο καταργούσε τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο.
Η δυνατότητα κατανόησης στοιχείων της Αρχαίας Ελληνικής από το πρωτότυπο είναι ταυτόχρονα απαραίτητη για το σύνολο σχεδόν των σύγχρονων επιστημών. Πώς θα μπορούσε να κινηθεί κανείς σε χώρους όπως αυτούς της Φιλοσοφίας, της Ψυχολογίας, της Ιστορίας, της Αρχαιολογίας, της Θεολογίας, της Νομικής, της Ιατρικής, των Μαθηματικών, της Φυσικής, της Χημείας, της Βιολογίας και τόσων άλλων επιστημονικών κλάδων χωρίς τη δυνατότητα προσέγγισης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας;
Σε σχέση με το πότε πρέπει να ξεκινά η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών έχουμε να παρατηρήσουμε το εξής: η παιδαγωγική πράξη έχει δείξει ότι είναι προσφορότερο να ξεκινά η γλωσσική διδασκαλία (κάθε γλώσσας) σε μικρή σχετικά ηλικία. Τούτο το γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν προσπαθήσει να μάθουν κάποια γλώσσα σε προχωρημένη ηλικία. Αν δεχθούμε ότι η Αρχαία Ελληνική πρέπει να διδάσκεται, πράγμα που πιστεύουμε ακράδαντα, τότε είναι παιδαγωγικώς προσφορότερο προς διευκόλυνση των μαθητών η διδασκαλία αυτή να ξεκινά στην ηλικία των δώδεκα και όχι των δεκαπέντε ετών. Όσο για την πρόταση να υπάρχει απλώς η δυνατότητα επιλογής της εκμάθησης των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο μόνο στην Τρίτη Γυμνασίου, αυτό είναι παντελώς αδύνατο να εφαρμοστεί, καθώς θα οδηγούσε στην ανάγκη δημιουργίας παράλληλων τάξεων στο Λύκειο, για αρχάριους και προχωρημένους.
Ακόμη, επιθυμούμε να τονίσουμε ότι θεωρούμε απαράδεκτο να διδάσκονται μόνο για ένα έτος στο Λύκειο τα Λατινικά. Πιστεύουμε ότι πρέπει να επανέλθει άμεσα η διδασκαλία τους τουλάχιστον για δύο χρόνια στο Λύκειο. Τα Λατινικά αποτελούν τον έτερο πυλώνα του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού και τη γέφυρα με την οποία ο Ελληνισμός μπορεί να κατανοήσει τις λοιπές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να συνδεθεί και να συνεργαστεί με αυτές.
Ας μην ξεχνούμε ότι και μετά τον Μεσαίωνα, από την Αναγέννηση έως τις μέρες μας, τα Λατινικά αποτέλεσαν και αποτελούν την κατ’ εξοχήν γλώσσα της επιστήμης για τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη. Μάλιστα, σε πολλές χώρες της Δυτικής και της Ανατολικής Ευρώπης (π.χ. Γερμανία και Τσεχοσλοβακία) η Λατινική υπήρξε ως και τη δεκαετία του 1980 η μοναδική εναλλακτική γλώσσα συγγραφής διδακτορικών διατριβών.
Τέλος, με την ευκαιρία αυτή θα θέλαμε να αναφερθούμε σε έναν γενικότερο ισχυρισμό που θεωρεί την αρχαία ελληνική «νεκρή» γλώσσα και χρησιμοποιείται συχνά από τους υποστηρικτές της κατάργησης της διδασκαλίας της. Η αρχαία ελληνική δεν θεωρείται «νεκρή» γλώσσα με βάση επιστημονικά κριτήρια. Μία γλώσσα θεωρείται νεκρή όταν συντρέχουν δύο απαραιτήτως προϋποθέσεις: (α) δεν έχει φυσικούς ομιλητές και (β) δεν έχει αφήσει πίσω της (μέσω της εξέλιξής της) γλωσσικούς απογόνους. Με την έννοια αυτή, οι ειδικοί δεν θεωρούν ότι η αρχαία ελληνική έχει «πεθάνει», εφόσον υπάρχουν Νεοέλληνες που έχουν ως μητρική τους γλώσσα τη σύγχρονη μορφή της ελληνικής! Πέρα από το ζήτημα του ορισμού, όμως, που εν προκειμένω δεν είναι και το πλέον ουσιαστικό, ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι μια γλώσσα της οποίας η πλούσια γραμματειακή παραγωγή γεμίζει τις βιβλιοθήκες, πανεπιστημιακές και μη, όλου του κόσμου και η οποία επηρέασε και επηρεάζει, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο, την πορεία του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πολιτισμού, εκ των πραγμάτων δεν είναι νεκρή. Ιδιαίτερα μάλιστα για μας, τους Νεοέλληνες, η αρχαία ελληνική εξακολουθεί να αποτελεί μέρος της ζωής μας, όχι μόνο γιατί η σημερινή μας γλώσσα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εξέλιξη εκείνης, αλλά και γιατί η ίδια η αρχαία μορφή της γλώσσας μας είτε είναι παρούσα αυτούσια δίπλα μας (βλ. π.χ. επιγραφές σε αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία) είτε ενσωματώνεται ανά πάσα στιγμή στον φυσικό νεοελληνικό μας λόγο με απόλυτα ομαλό τρόπο. Αυτή η τελευταία απόδειξη της ζωντάνιας της είναι ταυτόχρονα και ένα προνόμιο που η αρχαία γλώσσα προσφέρει μόνο σε μας, τους φυσικούς συνεχιστές της, και προφανώς οφείλουμε να το αξιοποιήσουμε.
Αθήνα, 31/05/2016
Τα μέλη του Τομέα Κλασικής Φιλολογίας
του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Πηγή: esos.gr
Για το μίσος των Φράγκων εναντίον των Ρωμηών, θα μπορούσε να πει κανείς πολλά. Θαρρώ, όμως, ότι εκείνο που έχει για εμάς ιδιαίτερο ενδιαφέρον να τονισθεί, είναι η προέλευσή αυτού του μίσους.(1)
Δεν πρόκειται για μίσος συναισθηματικής τάξεως. Δηλαδή ρηχό, επιπόλαιο και ευκόλως αναστρέψιμο. Είναι μίσος τάξεως οντολογικής. Ξεκινάει από τα κατάβαθα της θρησκευτικής τους συνείδησης, η οποία είναι εντελώς διαφορετική από την δική μας.
Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος Βλάχος, διακεκριμένος μελετητής των σχέσεων Ανατολής-Δύσης, γράφει σχετικά: ’’Τό μίσος αυτό εκδηλώθηκε ακόμη από την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο, η οποία θέσπισε την προσκύνηση των ιερών εικόνων και συνεχίσθηκε αργότερα. Η πολιτική των Φράγκων συνδέθηκε με μια θεολογία, που ήταν αντίθετη με την θεολογία της Ορθοδόξου Ανατολής’’. (2)
Πράγματι, πίσω από κάθε απανθρωπία και σκληρότητα των Δυτικών εναντίον μας, κρύβεται η αναπηρία της θεολογίας τους.
Θέλετε να θυμηθούμε την πολιτική του Όθωνα και της τρόϊκας των ευρωπαίων επιτρόπων του;
1. Τετρακόσια Ορθόδοξα μοναστήρια κλείνουν διά της βίας, καταληστεύονται, και το προϊόν της λεηλασίας φυγαδεύεται στα φράγκικα αρχοντικά.
2. Ο θρυλικός Παπουλάκος διώκεται και φυλακίζεται, με την συγκατάθεση δικών μας ενδοτικών.
3. Προωθείται το αυτοκέφαλον της Εκκλησίας της Ελλάδος, που ταλανίζει μέχρι και αυτή την ώρα τα εκκλησιαστικά πράγματα της Πατρίδας μας, όχι μονάχα σε επίπεδο διοικητικό, αλλά προπαντός σε θέματα Πίστεως και Ορθοπραξίας.
Θέλετε να θυμηθούμε την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής;
Δεν ήσαν οι Δυτικοί, εκείνοι που οργάνωσαν στρατιωτικά, που ενίσχυσαν οικονομικά και που κάλυψαν πολιτικά την θηριωδία του Κεμάλ;
Θέλετε να μιλήσουμε για την Κατοχή;
Για τα 2.000 χωριά μας που παραδόθηκαν στην φωτιά; Για τα δωδεκάχρονα παιδιά που εκτελέστηκαν εν ψυχρώ στα Καλάβρυτα; Για τον εξανδραποδισμό αθώων γυναικόπαιδων και υπερηλίκων ανδρών απ’ άκρου εις άκρον της Ελλάδος; Για τις ξεκοιλιασμένες εγκύους, τις καρφωμένες με ξιφολόγχες στα δένδρα του Διστόμου; Για την πείνα και το θανατικό;
Δεν ήταν το μίσος των Γερμανικών φύλων εναντίον των Ελλήνων Ρωμηών, που τα προκάλεσε όλα αυτά;
Θέλετε να μιλήσουμε για τα μνημόνια τα σημερινά;
Για το ξεπούλημα της πατρίδας μας; Για την ανεργία και την φτώχεια που μαστίζουν την Ελλάδα μας τα τελευταία χρόνια; Για τα νιάτα μας που φεύγουν για τα ξένα; Για την υπογεννητικότητα και τον εποικισμό της πατρίδας μας από τα στίφη του Ισλάμ;
Δεν είναι, όλα αυτά τα δεινά, δαιμονικές μεθοδεύσεις της γερμανικής Ευρώπης, εναντίον της εν Ελλάδι Ρωμηοσύνης;
Πάντως, αυτό που ματιάζει πρώτο-πρώτο το φράγκικο μίσος, δεν είναι τα υλικά μας πλούτη. Επειδή η ρίζα του μίσους εναντίον της Ρωμηοσύνης είναι τάξεως θεολογικής, το πρώτο και κύριο όνειρό τους είναι να μας υποτάξουν εκκλησιαστικώς και να μας αλλάξουν την Πίστη.
Να μας αναγκάσουν με κάθε τρόπο να αναγνωρίσουμε εκκλησιαστικότητα στην ’’κουρελού’’, όπως έλεγε και ο άγιος γέροντάς μας Παΐσιος. Δηλαδή, στον κάθε αιρετικό του λεγόμενου παγκοσμίου συμβουλίου των εκκλησιών, στους οποίους η ξεθωριασμένη εκκλησιολογική μας συνείδηση έχει ήδη , δυστυχώς, αναγνωρίσει μυστήρια, συνεπώς και ιεροσύνη.
Το μήνυμα είναι σαφές: Απέναντι στο άσβεστο μίσος των Δυτικών, οφείλουμε από την πλευρά μας να είμαστε διαρκώς εξαιρετικά προσεκτικοί και να φυλαγόμαστε δεόντως.
Και όπως έχουν αποδείξει τα γεγονότα, αυτό δεν μπορεί να γίνει με τακτικές δικές τους. Δηλαδή, με αγαπολογίες και δημόσιες σχέσεις. Μπορεί να επιτευχθεί μονάχα με τον τρόπο τον δικό μας.
Δηλαδή, με ειλικρινή μετάνοια, με φιλότιμο, με αγωνιστικότητα, με προσήλωση στην Πατερική μας παράδοση, και πάνω απ’ όλα με αναφορά στο θέλημα και στην Πρόνοια του Τριαδικού μας Θεού.
Με δυο λέξεις: Με επιστροφή στις ρίζες μας.
(1). Η Πτώση της Πόλης ωφείλετο σε δυο κυρίως λόγους: Πρώτον, στην προηγηθείσα καταστροφή και καταλήστευση της Πόλης από τους Φράγκους το 1204 και δεύτερον, στο μίσος των Δυτικών εναντίον της Ρωμηοσύνης. (Συμπέρασμα του Στήβεν Ράνσιμαν)
(2). Από το άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ’’Η Πόλις εάλω, αλλά ζη’’. http://agiameteora.net/index.php/i-polis-ealo/1796-i-polis-ealo-alla-kai-zi.html
Ο Βλαδίμηρος Πούτιν προέρχεται από την K.G.B., την φοβερή μυστική υπηρεσία της κομμουνιστικής Ρωσίας. Υπήρξε ανάστημα του Γιέλτσιν και βάδισε στα χνάρια του. Σήμερα είναι Πρόεδρος της Ρωσικής Συνομοσπονδίας, μεγάλος και χαρισματικός ηγέτης, σεβαστός στους φίλους και φοβερός στους εχθρούς της Πατρίδος του. Βρίσκεται στην εξουσία χρόνια τώρα με τη θέση άλλοτε του Πρωθυπουργού και άλλοτε του Προέδρου μαζί με τον Μεντβέντεφ, δύο στη συσκευασία του ενός, χάριν της Αγίας Ρωσίας.
Σήμερα ο άνθρωπος αυτός φαίνεται ότι πιστεύει και θρησκεύει. Τουλάχιστον εξωτερικά δείχνει την ευλάβειά του και στηρίζει την Ορθοδοξία απανταχού της γης. Χτίζει Εκκλησίες και επιστρέφει στο Πατριαρχείο της Ρωσίας τα κλεμμένα των μπολσεβίκων. Ασφαλώς πρέπει νάναι και από τους λίγους φίλους της Ελλάδας, χωρίς αυτό όμως να καταργεί το πρώτο και άμεσο ενδιαφέρον του για το καλό της πατρίδας του.
Φαίνεται λοιπόν ότι πιστεύει και μετάνιωσε. Αυτό έδειξε κι εδώ στην Ελλάδα. Λένε ότι έχει και πνευματικό και εξομολογείται. Πήγε στους Αγίους Τόπους και άφησε πάνω στον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου το βαπτιστικό σταυρό του που του είχε δώσει η μάνα του, λέγοντας ο ίδιος σε δημοσιογράφο το εξής φοβερό: "ἡ πίστη είναι σαν το χορτάρι στην άσφαλτο. Το πατάνε τα αυτοκίνητα και αυτό όλο ξαναφυτρώνει". Αρκετές φορές πήγε και στο Άγιο Όρος.
Οπωσδήποτε αναμάρτητος δεν είναι. Είναι διπλωμάτης, είναι χριστιανός, είναι πατριώτης, έξυπνος, ετυμόλογος, ευθύς στο λόγο. Έχει πάρει και διαζύγιο από τη σύζυγό του. Πως και γιατί δεν μάθαμε πολλά. Τηρουμένων των αναλογιών είναι για την Ορθόδοξη Ρωσία μια καλή περίπτωση ηγέτη, συμβατού με την πίστη και την παράδοση. "Ἑίτε προφάσει είτε αληθεία Χριστός δοξάζεται". Μπορεί να ισχύει και το άλλο του Χριστού, ότι: "οι τελώνες και αι πόρνες πάνε μπροστά και μας οδηγούν στη Βασιλεία των Ουρανών".
Εμείς εδώ το ξεφτιλίσαμε. Ούτε τον σταυρό μας δεν κάνουμε. Δεν μπορεί νάναι κάποιος πρωθυπουργός σε μια ορθόδοξη χώρα και νάναι άθεος και άπιστος; Με τίποτε. Είναι τελείως αταίριαστο. Είσαι σα τη μύγα μεσ΄ στο γάλα. Νιώθει άβολα και δεν ξέρει τι να κάνει. Κρίμα για τον Αλέξη, τον Πρωθυπουργό μας. Θέλει πολλή προσευχή ώστε να βγάλει από μέσα του την καλή πλευρά και να αποδεχθεί την υπεροχή της γνώσεως και της δυνάμεως του Θεού. Δεν μπορεί νάχει η Ελλάδα άθεο Πρωθυπουργό... Εδώ όλα μιλούν για το Θεό. Ο άθεος κανονικά πρέπει να ζει σε άλλη χώρα. Διαφορετικά πάσχει. Αξιολύπητος ο άνθρωπος. Ο Πούτιν κινούταν μέσα στο φυσικό του χώρο. Ο δικός μας είχε χάσει "τ΄ αυγά και τα πασχάλια". Φταίμε όμως κι εμείς, κληρικοί και λαϊκοί, διότι ζούμε εντελώς εξωτερικά την πίστη και δε βοηθάμε με βίο και λόγο τους ατακτούντες.
Συμπληρωματικά με το παραπάνω θέμα είναι και τα εξής.
Μη μας κακοφαίνεται για την αθεϊα των αρχόντων μας. Δεν είχε και καλύτερους να μας στείλει ο Θεός. Εξάλλου είναι και επιλογή μας. Φταίμε εμείς πρωτίστως που τους ψηφίσαμε, κατά πλειονοψηφεία εννοείται. Δηλαδή "κατά τον λαόν και οι άρχοντες".
Μπορεί να είμαστε βαπτισμένοι ορθόδοξοι, αλλά τι σόϊ χριστιανοί είμαστε; Ο λαός μας χτυπιέται από τα κύματα και βουλιάζει μέσα στην απιστία, στη μαγεία, στην πορνεία, στις προγαμιαίες σχέσεις, στην εκτεταμένη μοιχεία, στη χρήση ουσιών από το γυμνάσιο ακόμη. Είμαστε πρώτοι στη βλασφημία, στις εκτρώσεις, στο κάπνισμα, στην απρόσεκτη οδήγηση, στη ρύπανση του περιβάλλοντος, στην αισχρολογία, στην οφθαλμοπορνεία ζώσης και εικονικής πραγματικότητας...
Από την άλλη μεριά όμως ισχυριζόμαστε ότι όλοι έχουμε δεί στον ύπνο μας την Παναγία και την Αγία Παρασκευή, έχουμε αγίους προγόνους που δεν τους μοιάζουμε βέβαια, περνάμε ανάβουμε ένα κεράκι, αλλά δεν εκκλησιαζόμαστε συστηματικά, και καυχιόμαστε ότι θρησκεύουμε και πιστεύουμε με τον τρόπο μας, τη στιγμή που δεν έχουμε εξομολογηθεί ποτέ και έχουμε χρόνια να κοινωνήσουμε.
Αυτοί είμαστε γενικά ως λαός: ανεκκλησίαστοι και απαίδευτοι χριστιανικά. Καρναβαλιστές στο έπακρο, χωμένοι στη μασονία και τις στοές, διεφθαρμένοι μέχρι το κόκαλο, φιλοπανηγυριστές και φιλοαγιορείτες πιθανότατα, με εικόνες στα σπίτια μας, αλλά και με χρόνιους παράνομους δεσμούς, πολιτικούς γάμους, σύμφωνα συμβίωσης και παρατεταμένα αρραβωνιάσματα, δηλαδή όλα όσα άνευ ουδεμιάς αντιλογίας βδελύσσεται ο Θεός και η Εκκλησία.
Διαμαρτυρόμαστε τώρα για τη συμπεριφορά του Υπουργού παιδείας σε βάρος των θρησκευτικών... Γιατί; Οι νέοι γονείς κατά πως έμαθαν σέρνουν από μικρά τα παιδιά τους με τα καροτσάκια στις καφετέριες που πήγαιναν και πηγαίνουν και οι ίδιοι. Μόλις μεγαλώσουν τα στέλνουν σε όλα τα άλλα: πολεμικές τέχνες, μπαλλέτα κλπ αδιαφορώντας για κατηχητικά, εκκλησία, προσευχές, λόγο Θεού.
Οι υπουργοί της αριστεράς λοιπόν κάνουν αυτό που ξέρουν και το εφαρμόζουν δημόσια και γενικά. Το επιτρέπει ο Θεός για να καταλάβουμε πόσο επιπόλαιο και αταίριαστο είναι να ζούμε χωρίς Θεό όχι μόνο με νόμους του κράτους, αλλά και με τους δικούς μας νόμους μέσα στην καρδιά μας και μέσα στο σπίτι μας.
Βέβαια για όλα αυτά φταίει πρωτίστως και η εκκλησιαστική κατήχηση και οργάνωση, η οποία αρέσκεται και χαίρεται, και καλά κάνει μέχρι ένα σημείο, αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό, που βλέπει λαό πολύ Χριστούγεννα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο στους ναούς και δεν ανησυχεί που όλος αυτός ο λαός είναι αποίμαντος, ακατήχητος, επιφανειακός, ασχολούμενος με όνειρα, με προλήψεις και δεισιδαιμονίες, φορτωμένος με μάγια και ξεματιάσματα και με πλημμελή γνώση της ορθόδοξης πίστης.
Ο λαός μας εξ αιτίας της σιωπής των ποιμένων δεν έχει πλέον κριτήρια να αποφασίσει γιά τη ζωή του και να ψηφίσει για την πατρίδα του. Κουβαλάει ιδέες απαράδεκτες για τους παπάδες και την Εκκλησία, για την παρούσα και για την άλλη ζωή και νομίζει επειδή σε κάποια στιγμή διάβασε την αγία Επιστολή και την Αποκάλυψη της Παναγίας, ότι έπιασε το κράσπεδο του ιματίου του Ιησού.
Πρότυπα και σύγχρονοι άγιοι ασφαλώς υπάρχουν, αλλά συνεχής προσφορά του θείου λόγου και παρεμβάσεις αληθείας στην επικαιρότητα δεν υπάρχουν εκ μέρους των εκκλησιαστικών ποιμένων με αποτέλεσμα να προσεγγίζει ο λαός μας ακόμη και τα πιο άγιο πρόσωπα μοιρολατρικά, συναισθηματικά και μαγικά.
Γι΄ αυτό λοιπόν μη λέμε ότι μας φταίει η πρώτη φορά αριστερά. Ας κάνουμε την αυτοκριτική μας και ας καταλάβουμε ότι είμαστε πνευματικά τόσο ανώριμοι ώστε τη στιγμή που οι άλλοι λαοί αποκήρυξαν τον μαρξισμό, εμείς εδώ ψηφίζουμε αριστερούς και άθεους, ανθρώπους με αποκομμένες τις σχέσεις με την Εκκλησία και μετά διαμαρτυρόμαστε για τα κακά που μας βρήκαν.
Σε ένα λαό σοβαρό, πονεμένο, ειλικρινή, με βαθιά πίστη και στοχασμό, που έχει πάρει στα σοβαρά τη βασιλεία των ουρανών, που η Εκκλησιαστική του ηγεσία έχει λόγο και δυναμική παρουσία στα τεκταινόμενα, ο Θεός στέλνει και ανάλογους ηγέτες... Σε μας που μια ζωή παιδιαρίζουμε και κινούμαστε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, βλέπουμε τώρα όλοι τι μας έλαχε... Πάμε από το κακό στο χειρότερο… Τι άλλο να πούμε; Ως εδώ και μη παρέκει!!!
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...