ιδ΄. Άκουσε ο Αββάς Αντώνιος για κάποιον νεώτερο μοναχό, ότι έκανε θαύμα στον δρόμο. Δηλαδή είχε δει κάποιους γέροντες να οδοιπορούν και να κουράζονται στον δρόμο. Και πρόσταξε ονάγρους να έλθουν και να βαστάξουν τους γέροντες ώσπου να φθάσουν στον Αντώνιο. Οι γέροντες λοιπόν τα ανακοίνωσαν αυτά στον Αντώνιο.
Και τους λέει : «Μου φαίνεται ότι ο μοναχός αυτός είναι πλοίο γεμάτο από αγαθά, αλλά δεν ξέρω αν θα φθάσει στο λιμάνι».
Και ύστερα από καιρό, αρχίζει ξαφνικά ο Αββάς Αντώνιος να κλαίει και να μαδά τις τρίχες του και να οδύρεται.
Του λένε λέγουν οι μαθητές του: «Γιατί κλαις;».
Και είπε ο γέροντας: «Μεγάλος στύλος της Εκκλησίας έπεσε πριν από λίγο*, (μιλούσε δε για νεώτερο μοναχό). Αλλά πηγαίνετε, λέει, έως αυτόν και θα δείτε τι συνέβη».
* Κλίμαξ 15, 27.
Πηγαίνουν λοιπόν οι μαθητές και βρίσκουν τον μοναχό να κάθεται σε ψαθί και να κλαίει την αμαρτία οπού είχε κάνει. Βλέποντας δε τους μαθητές του γέροντα, λέει: «Πείτε στον γέροντα να παρακαλέσει τον Θεό, δέκα μόνο μέρες να μου παραχωρήσει και ελπίζω να απολογηθώ».
Και μέσα σε πέντε μέρες, τελεύτησε.
Πηγή: (Είπε Γέρων… Το Γεροντικόν σε νεοελληνική απόδοση, Υπό Βασιλείου Πέντζα, Εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1999), Ελληνική Πατρολογία