Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Σε πολλές πόλεις (Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή, Τρίκαλα, Φλώρινα κ.α.), παραλιακές και μη, της Ορθόδοξης και Ναυτικής πατρίδας μας, σε καίρια σημεία, όπως πλατείες και πάρκα, υπάρχει η προτομή του Ναυάρχου Κωνσταντίνου Κανάρη. Είναι δώρο του Πολεμικού Ναυτικού στους οικείους Δήμους, σε ανάμνηση του πανελλήνιου εορτασμού της Ναυτικής Εβδομάδας, ενός θεσμού που σιωπηρά καταργήθηκε και για τελευταία φορά γιορτάστηκε το 2008.
Χρέος τιμής, στο φετινό εορτασμό της Επανάστασης του 1821, να μνημονεύσουμε το Ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη.
***
Πόσα δε λέει αυτή η μικρή προτομή του Κωνσταντίνου Κανάρη στον καθένα μας που τη θωρεί…
Μας υπενθυμίζει μία από τις ηρωικότερες φυσιογνωμίες του αγώνα του 1821, τον ατρόμητο ήρωα των ελληνικών θαλασσών, ο οποίος με το πυρπολικό του μια ασέληνη νύχτα του Ιουνίου του 1822 άναψε στο λιμάνι της Χίου «φλόγα ουρανομήκη», έκαψε την τουρκική ναυαρχίδα, εκδικήθηκε την άγρια σφαγή της Χίου, τιμώρησε τους βάρβαρους επιδρομείς, φωταγώγησε τα ελληνικά πελάγη, εμψύχωσε στον υπέρ πάντων αγώνα της Φυλής και προκάλεσε παγκόσμια προσοχή.
Μας υπενθυμίζει ότι αυτός, όπως και ολόκληρη εκείνη η ένδοξη γενιά των αγωνιστών του 1821, είχε βαθύτατο θρησκευτικό συναίσθημα. Πίστευε ότι στην πάλη της ημισελήνου και Σταυρού θα νικούσε τελικά ο Τίμιος Σταυρός. Και γι’ αυτό, μετά το ηρωικό του κατόρθωμα, αμέσως μόλις αποβιβάστηκε στους βράχους των Ψαρών, έσπευσε αμέσως ο ίδιος και οι σύντροφοί του να δοξολογήσουν το Θεό στο εξωκκλήσι του Αγίου Νικολάου, όπου άναψε λαμπάδα, γονάτισε και γεμάτος ιερή συγκίνηση ευχαρίστησε τον Κύριο και τον παρακάλεσε να δώσει ταχύτατα την ελευθερία της Πατρίδας.
Μας υπενθυμίζει ότι ο «Ναύαρχος», όπως τον αποκαλούσαν, όταν αξιώθηκε να δει τους καρπούς των αγώνων του, την Ελλάδα ελεύθερη, και εγκαταστάθηκε στην Κυψέλη, δε λησμόνησε το Θεό. Κάθε Κυριακή, από τα χαράματα, επί πολλά χρόνια, μέχρι τα βαθιά του γεράματα, πήγαινε από τους πρώτους στο εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων, ιδιοκτησίας της οικογένειας, και στεκόταν στο στασίδι του, με ευλάβεια μέχρι τέλους στη Θεία Λειτουργία. Μέχρι και σήμερα, μπαίνοντας σε αυτό το μικρό ναό, ένα στασίδι, αριστερά του Δεσποτικού θρόνου, προκαλεί αμέσως την προσοχή. Είναι στολισμένο με μία γαλανόλευκη ταινία. Στο στασίδι είναι χαραγμένη με κεφαλαία γράμματα η επιγραφή : «ΣΤΑΣΙΔΙ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΚΑΝΑΡΗ 1794 – 1877».
Σήμερα, αυτό το «στασίδι του Κανάρη», είναι ο δριμύς έλεγχος όλων εκείνων των Ελλήνων οι οποίοι, διαδεχόμενοι τους ήρωες στις διάφορες δημόσιες θέσεις, δεν έχουν ούτε ένα μόριο της Χριστιανικής Πίστης των προγόνων τους.
Σήμερα, η Χριστιανική Ελλάδα έχει την αξίωση να κυβερνιέται από χριστιανούς κυβερνήτες, που κλείνουν στα στήθη τους τη θαυματουργή πίστη ενός Κανάρη, που έγινε Ναύαρχος, τέσσερις φορές Υπουργός των Ναυτικών (Κυβερνήσεις Ανδρέα Μεταξά, Ιωάννη Κωλέττη, Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και Μπενιζέλου Ρούφου) και πέντε φορές Πρωθυπουργός (1844, 1848-9, 1864, 1864-5 και 1877).
Σήμερα, στην εθνική μας επέτειο, η πιο μεγάλη τιμή των ηρώων του 1821 είναι η μίμηση των αρετών τους.
Άρχοντες και αρχόμενοι δεν πρέπει μονάχα να θυμόμαστε, πρέπει και να μιμούμαστε τη λεβεντιά και τις αρετές των τιτανομάχων της Εθνεγερσίας.
Είναι ο καλύτερος εορτασμός της 25ης Μάρτιου.
Αλεξανδρούπολη Μάρτιος 2016
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Υποναύαρχος Λ.Σ. (ε.α.)
Ο Ρωμηός επι Τουρκιάς γνωρίζει Τετάρτη και Παρασκευή, ξέρει να κάνει μετάνοιες, λειτουργείται κάθε Κυριακή, προσεύχεται, ευλογεί και ευλογείται, μιλάει στα παιδιά του για Θεό, κάνει τον σταυρό του γεμάτον και ολόκληρον…
Φαίνεται ότι κάποτε ενήστευες και σήμαινε ότι είσαι Ρωμηός. Αν δε νήστευες Τετάρτη και Παρασκευή, εσήμαινε ότι είσαι Τούρκος. Ετούτο δεν είναι υπερβολή, ήταν ένας τόπος κοινός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και τούτο το βλέπουμε ξεκάθαρα στο έργο του Φωτάκου: «Ο Βίος του Παπαφλέσσα».
Όταν έφτασε ο Φλέσσας στο Άργος, ο αδελφός του Νικήτας τού άλλαξε τα φορέματα, τού φόρεσε τούρκικα καλιοντσίτικα και τον όπλισε ως Τούρκο, καθώς και τους άλλους που είχε μαζί του ο Παπαφλέσσας. Προφανώς, έγινε αυτό, για λόγους ασφαλείας, που θα λέγαμε σήμερα. Φιλοξενήθηκε, όμως, ο Φλέσσας, μαζί με τους δικούς του, στην οικεία του Οικονομόπουλου. Κι επειδή η οικοδέσποινα τους εξέλαβε ως Τούρκους, αν και ήταν Τετάρτη, τους έβγαλε να φάνε αυγά. Παίζοντας εκείνοι τους Τούρκους, προσποιήθηκαν ότι τα έφαγαν, αλλά κρυφίως τα πέταξαν. Και μάλιστα έπειτα – μάλλον μετά την αναχώρηση τους – τα αυγά ευρέθησαν (!) καθώς το διηγείται ο Φωτάκος.
Ο Έλληνας της Τουρκοκρατίας είναι ο πιο βαθιά Ορθόδοξος Έλληνας που βρίκεται μέσα στους αιώνες. Ίσως περισσότερο κι από τον Έλληνα του Βυζαντίου, πάει μπροστά σε Ορθοδοξία ο σκλαβωμένος Έλληνας επι Τουρκιάς.
Ο Ρωμηός επι Τουρκιάς γνωρίζει Τετάρτη και Παρασκευή, ξέρει να κάνει μετάνοιες, λειτουργείται κάθε Κυριακή, προσεύχεται, ευλογεί και ευλογείται, μιλάει στα παιδιά του για Θεό, κάνει τον σταυρό του γεμάτον και ολόκληρον – αρχοντικόν σταυρόν, όχι τσιγκούνικον, κι έτσι μπουζούκικον. Στο κούτελο, κάτω στη βαλβίδα της κοιλιάς, δεξιά κι αριστερά στους ώμους, έτσι κάνει ο Παπαφλέσσας τον σταυρό του, ο Γέρος του Μόρια, ο Διάκος και οι άλλοι.
Όσοι μάς ελευθέρωσαν, εγνώριζαν Τετάρτη και Παρασκευή. Αυτονοήτως ενήστευαν ως κάτι δεδομένο και παραδομένο άπαξ εκ προγόνων Ορθοδόξων. Πλείστα όσα παραδείγματα δεικνύουν του λόγου το αληθές: ότι αυτοί που μάς λευτέρωσαν σαν καλογέρια αγαπούσαν τον Θεό, ήταν άνθρωποι του «Πάτερ Ημών» και της ωραίας εν Θεώ ζωής. Εμείς;
Πηγή: Το Ζωντανό Ιστολόγιο, ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Αβέρωφ
«Στην διάρκεια της τουρκοκρατίας η Εκκλησία κατόρθωσε να επιβιώσει. Και όσο η Εκκλησία επεβίωνε, το Έθνος δεν μπορούσε να πεθάνει»
(Στήβεν Ράνσιμαν)
Λέγονται και γράφονται κατά καιρούς διάφορα σχετικά με το «Κρυφό Σχολειό» της Τουρκοκρατίας. Ορισμένοι επιχείρησαν και επιχειρούν να αμφισβητήσουν την ύπαρξή του, να κλονίσουν μια πεποίθηση στερεά ριζωμένη στην συνείδηση του λαού μας. Και είναι προφανές ότι οι περισσότεροι από τους αμφισβητίες -αν όχι όλοι- έχουν ως στόχο την βαθύτερη αμφισβήτηση του ρόλου και της προσφοράς της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας κατά την περίοδο της μακραίωνος δουλείας του γένους από τον οθωμανικό ζυγό. Θεωρούμε, λοιπόν χρήσιμο να καταθέσουμε ορισμένα στοιχεία και να ξεκαθαρίσουμε μερικές ασάφειες που ίσως προκαλούν απορίες.
Το σπουδαιότερο επιχείρημα των αρνητών του «Κρυφού Σχολειού» είναι το εξής: «Οι Οθωμανοί Τούρκοι υπήρξαν ανεκτικοί στα θέματα Πίστεως και Παιδείας. Αφού, λοιπόν, δεν καταδίωκαν την εκπαίδευση των Ελλήνων και γενικότερα των Ορθοδόξων υπηκόων τους (Ρούμ μιλλέτ= Το Γένος των Ρωμηών), τότε γιατί χρειάζονταν Κρυφά Σχολεία στους νάρθηκες των Ναών και των Μοναστηριών;».
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι η εξής :
Ναι, μεν, για λόγους θρησκευτικούς και διοικητικούς οι Οθωμανοί Σουλτάνοι παρεχώρησαν προνόμια και έδειξαν ένα βαθμό ανοχής προς τους Ρωμηούς υπηκόους τους, όμως υπήρξαν περίοδοι και περιοχές, στις οποίες δεν τηρήθηκαν οι υποσχέσεις αυτές. Δεν μπορούμε να ομιλούμε για μια ενιαία τουρκοκρατία στον χρόνο και τον χώρο. Υπήρχε διαφορετική (πιο καταπιεστική) μεταχείριση των υποδούλων κατά τους πρώτους αιώνες και διαφορετική στο δεύτερο ήμισυ της Τουρκοκρατίας με την επικράτηση μετριοπαθεστέρων απόψεων. Αλλά και κατά τόπους η εφαρμογή των σουλτανικών αποφάσεων και των δικαιωμάτων των υποδούλων υπέκειτο στην βούληση, στις ιδιορρυθμίες, στο βαθμό θρησκευτικού φανατισμού και γενικά στην προσωπικότητα του τοπικού Οθωμανού ηγεμόνος. Σε μια αχανή αυτοκρατορία και μάλιστα υπό τις συνθήκες διοικήσεως και επικοινωνίας της εποχής εκείνης, η αυθαιρεσία των τοπικών μπέηδων και πασάδων ήταν φαινόμενο σύνηθες. Δεν είχαμε, λοιπόν, ομοιόμορφη εφαρμογή των θεμελιωδών αποφάσεων περί θρησκείας και παιδείας των Ορθοδόξων Ελλήνων. Οι αποφάσεις αυτές καταστρατηγήθηκαν ή αλλοιώθηκαν σε διάφορες χρονικές περιόδους και σε διάφορες επαρχίες και τοπικές διοικήσεις (βιλαέτια). Δεν υπήρξε ενιαία τουρκοκρατία, αλλά ποικίλες μορφές της, αναλόγως εποχής και περιοχής.
Οι δύο πρώτοι αιώνες υπήρξαν πολύ δύσκολοι και μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνος δεν μπορούμε να ομιλούμε για δυνατότητα ακώλυτης ασκήσεως των θρησκευτικών και εκπαιδευτικών ελευθεριών. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι ο Σουλτάνος Σελήμ Α' στις αρχές του 16ου αιώνος εξεδήλωνε δημοσίως το μίσος του προς τους Χριστιανούς και την άποψή του περί βιαίου εξισλαμισμού όλων των μη μουσουλμάνων. Το 1537 ο Σουλεϊμάν Α' εξέδωσε διαταγή που ζητούσε να εκτελεστεί ως άπιστος οποιοσδήποτε αμφισβητούσε τα λόγια του προφήτη Μωάμεθ. Από τις αρχές του 16ουου αιώνος : «Να σκεφθή κανείς ότι ουδέποτε από την εποχή του Νέρωνος, του Δομητιανού και του Διοκλητιανού έχει υποστή ο Χριστιανισμός διωγμούς σκληρότερους από αυτούς, που αντιμετωπίζει σήμερα η ανατολική Εκκλησία» (ίδε Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. 10, Αθήνα 1974, σ. 150).
Από τα μέσα του 17ου αιώνος τα πράγματα σαφώς βελτιώνονται στον εκπαιδευτικό τομέα και οι υπόδουλοι Ρωμηοί αρχίζουν να ιδρύουν, υπό την αιγίδα της Εκκλησίας και με την βοήθεια των ξενιτεμένων και των ευεργετών, σημαντικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Σ' αυτά καλλιεργήθηκαν και τα ιερά γράμματα και η «θύραθεν παιδεία», η εγκυκλοπαιδική και επιστημονική κατάρτιση. Όμως δεν ήταν εύκολο κάτω από το σπαθί του δυνάστη να καλλιεργηθεί το εθνικό φρόνημα και η συνείδηση της ιστορικής συνέχεια του Ελληνισμού. Στην περίοδο αυτή, την οποία ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ' σε Υπόμνημά του (17/1/1879) χαρακτηρίζει «ως ανέσεως εποχή, καθ' ην ήρξατο υποφώσκουσα ελπίς βελτιώσεως», η λειτουργία Κρυφών Σχολειών ίσως περιορίσθηκε, δεν έπαυσε όμως τελείως. Διότι η κρυφή εκπαίδευση χρειαζόταν για εκείνα τα ειδικά μαθήματα που φούντωναν τον πόθο για την ελευθερία. Άλλωστε είπαμε ότι υπήρξαν και πολλές αυθαιρεσίες τοπικών Οθωμανών ηγεμονίσκων. Ο ιστορικός συγγραφεύς Αθανάσιος Κομνηνός Υψηλάντης στο έργο του «Τα μετά την άλωσιν 1453-1789» (εγράφη τον 18ο αιώνα και εξεδόθη στην Κωνσταντινούπολη το 1870), αναφέρει ένα περιστατικό, το οποίο ο ίδιος τοποθετεί στον 18ο αιώνα. Στο παζάρι (αγορά) του Καΐρου είδε 30.000 κομμένες γλώσσες Ελλήνων, οι οποίοι επέμεναν να ομιλούν ελληνικά παρά την σχετική απαγόρευση των τοπικών αρχών. Σε μια εποχή που οι Οθωμανοί γενικά είχαν επιτρέψει ή ανεχθεί την δημόσια λειτουργία ελληνικών εκπαιδευτηρίων, ο τοπικός Οθωμανός ηγεμόνας της Αιγύπτου απαγόρευε την χρήση της ελληνικής επί ποινή αποκοπής της γλώσσας. 30.000 ηρωικοί Έλληνες αντέστησαν! Πώς όμως διετηρήθη η ελληνική γλώσσα κάτω από τέτοιες συνθήκες αν δεν υπήρχαν τα Κρυφά Σχολειά με το Ψαλτήρι και την Οκτάηχο και τα άλλα εκκλησιαστικά βιβλία; Πάντως και κατά τον 18ο αιώνα έχουμε περιόδους διωγμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τα Ορλωφικά και τις αγριότητες των Τουρκαλβανών ο άγιος Κοσμάς διέκοψε τις περιοδίες του και κατέφυγε επί αρκετά έτη στο Άγιον Όρος!
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι τα Κρυφά Σχολειά ήταν απαραίτητα στους πρώτους δύο αιώνες της τουρκοκρατίας λόγω του κλίματος φόβου και τρόμου που επικρατούσε, στους δε επόμενους αιώνες, παρά την βελτίωση της οθωμανικής συμπεριφοράς, λειτούργησαν είτε για να δώσουν λύση απέναντι στην ανθελληνική και αντιχριστιανική τακτική ορισμένων Οθωμανών διοικητών, είτε για να διδάσκονται εκεί μαθήματα εθνικού φρονηματισμού με στόχο την εκπλήρωση των πόθων του Γένους.
Αποστομωτικό για τους αρνητές των «Κρυφών Σχολειών» και λίαν εύγλωττο, διότι συνοψίζει τα όσα εκθέσαμε μέχρι τώρα, είναι το ακόλουθο απόσπασμα από το βιβλίο του Γάλλου δημοσιογράφου Rene Puaux «Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος», (ελλην. Έκδοση εκδ. Τροχαλία, Αθήναι α. χρ.). Ο Puaux (Πυώ) περιηγήθηκε την Ήπειρο το 1913, ακριβώς μόλις τα εδάφη αυτά είχαν ελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό. Συνομιλώντας με Έλληνες Ηπειρώτες, οι οποίοι τότε για πρώτη φορά απηλλάγησαν από τον τουρκικό ζυγό, μαθαίνει έκπληκτος και τα εξής : «Κανένα βιβλίο τυπωμένο στην Αθήνα δεν γινόταν δεκτό στα σχολεία της Ηπείρου. Ήταν επιβεβλημένο να τα προμηθεύονται όλα από την Κωνσταντινούπολη. Η Ελληνική Ιστορία ήταν απαγορευμένη. Στην περίπτωση αυτή λειτουργούσαν πρόσθετα κρυφά μαθήματα, όπου χωρίς βιβλία, χωρίς τετράδια, ο νεαρός Ηπειρώτης μάθαινε για τη μητέρα Πατρίδα, διδασκόταν τον Εθνικό της Ύμνο, τα ποιήματά της και τους ήρωές της. Οι μαθητές κρατούσαν στα χέρια τους την ζωή των δασκάλων τους. Μία ακριτομυθία, μια καταγγελία ήταν αρκετή. Δεν είναι συγκινητικό, αυτά τα διακόσια μικρά αγόρια και τα διακόσια πενήντα κοριτσάκια να δέχονται τις επιπλέον ώρες των μαθημάτων (στην ηλικία, που τόσο αγαπούν τα παιχνίδια), να συζητούν για την Ελλάδα και επιστρέφοντας στις οικογένειές τους με τα χείλη ραμμένα να κρατούν τον ενθουσιασμό μυστικό στην καρδιά;» (σελ. 126).
Το ντοκουμέντο αυτό, που προέρχεται από μαρτυρία ξένου περιηγητή, άρα ανεπηρέαστου από τα ιδεολογικά ρεύματα που επεκράτησαν στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωσή της, μας δείχνει ότι ακόμη και 5-6 χρόνια πριν από τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ακόμη και σε εποχή που λειτουργούσαν ελεύθερα τα ελληνικά σχολεία, υπήρχαν παράλληλα κρυφά σχολεία για να μεταδώσουν την αγωνιστικότητα και τον πόθο για ελευθερία. Να μεταφέρουν στα παιδιά το μήνυμα που τους διδάσκει ο Ιερεύς στο συγκινητικό ποίημα του Ιωάννη Πολέμη με τίτλο «Το Κρυφό Σχολειό» :
Μη σκιάζεστε στα σκότη!
Της λευτεριάς το φεγγοβόλο αστέρι της νύχτας το ξημέρωμα θα φέρει!
Μια ενδιαφέρουσα μαρτυρία έχουμε και από ένα εξόχως μαρτυρικό και ταλαιπωρημένο τμήμα του Ελληνισμού, την μεγαλόνησο Κύπρο. Ο Κύπριος Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ Σαμπατακάκης γράφει το 1921 για τις εξελίξεις στην ιδιαίτερη πατρίδα του :
«Η θαυμασία αυτή ανάπτυξις του εθνικού αισθήματος οφείλεται, προ παντός, εις τα Σχολεία, τον Τύπον και την Εκκλησίαν. Της ευκαιρίας της Αγγλικής κατοχής δραξάμενος ο Κυπριακός Λαός έσπευσεν, ως η διψασμένη έλαφος τρέχει δρομαία επί τας πηγάς των υδάτων, ούτω και ούτος προς τα νάματα της παιδείας. Και ηδύνατό τις να ίδη φιλοτιμουμένους τους πολίτας και τους χωρικούς να ιδρύωσι δι' ιδίων δαπανών σχολάς, να φροντίζωσι να διορίζωσι δάσκαλον τον καλύτερον μεταξύ αυτών. Ιδρύθη το Παγκύπριον Γυμνάσιον και αι λοιπαί των κεντρικών πόλεων σχολαί, αίτινες ήρξαντο να χαλκεύωσιν Έλληνας χαρακτήρας, να εξαποστέλλωσι διδασκάλους εις τα διάφορα χωρία, διδάσκοντας ουχί πλέον την Οκτώηχον, ουχί το ψαλτήριον, ουχί θρησκέιαν, αν και ταύτα και αύτη ήσαν αναγκαία, αλλά τα ανδραγαθήματα των αρχαίων και νεοτέρων Ελλήνων ηρώων,... τας μαύρας της δουλείας ημέρας, και τέλος την ιδέαν της πατρίδος και της ελευθερίας...» (ίδε Κωστή Κοκκινόφτα, Κυκκώτικα Μελετήματα, τόμος Α', Λευκωσία 1997). Το κείμενο αυτό μας λέγει δυο σημαντικές αλήθειες! Πρώτον ότι οι Έλληνες της Κύπρου έσπευσαν να ανοίξουν σχολεία όλων των βαθμίδων μόνο όταν άρχισε η αγγλική κατοχή (1878 κ.ε.), προφανός διότι εφοβούντο ή δεν εμπιστεύονταν τους Τούρκους. Οργανωμένη Ελληνική παιδεία δεν υπήρξε επί Τουρκοκρατίας στην Κύπρο, με εξαίρεση τη σχολή της Μονής Κύκκου, που και αυτή λειτούργησε στα μέσα του 18ου αιώνος. Τι υπήρξε; Μας το λέγει σαφώς ο Κύπριος Ιερωμένος και αυτή είναι η δεύτερη σπουδαία αλήθεια : Διδασκαλία στοιχειωδών γνώσεων μέσω του Ψαλτηρίου και της Οκτωήχου, άρα που αλλού; Στα Μοναστήρια και στους Ναούς. Όταν, λοιπόν, οι Έλληνες μιας περιοχής φοβούνταν ή παρεμποδίζονταν να ανοίξουν δημοσίως σχολείο κατά την διάρκεια των «μαύρων της δουλείας χρόνων», κατέφευγαν στα «κολλυβογράμματα» του ιερέως ή του μοναχού. Ε, λοιπόν, αυτό ακριβώς ήταν το Κρυφό Σχολειό!
Ορισμένοι αρνητές του Κρυφού Σχολειού ισχυρίζονται ότι πρόκειται για μύθο και ερωτούν, γιατί δεν υπάρχουν κείμενα της εποχής της Τουρκοκρατίας, που να μαρτυρούν την ύπαρξη τέτοιων μυστικών εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Το ερώτημα είναι αφελές. Αφού επρόκειτο για κρυφή δραστηριότητα, η οποία εγκυμονούσε πολλούς κινδύνους και επέσυρε δυσάρεστες συνέπειες, εάν ανεκαλύπτετο από τους Τούρκους, θα ήταν εγκληματική ανοησία για οποιονδήποτε κληρικό να εκδώσει γραπτή (!) απόφαση περί Κρυφού Σχολειού, ή για οποιονδήποτε λόγιο να καταγράψει δημοσίως υπό τα όμματα των κατακτητών μια τέτοια δραστηριότητα. Όμως αμέσως μετά την απελευθέρωση και την ίδρυση του πρώτου Ελλαδικού κρατιδίου (1830 και εξής) πολλοί λόγιοι και ιστορικοί καταγράφουν την προφορική παράδοση που οι ίδιοι είχαν βιώσει ή τους είχε μεταδοθεί από γενεάς σε γενεά περί του Κρυφού Σχολειού. Το 1842 ο πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων στον επιμνημόσυνο λόγο, που εκφωνεί στην Αθήνα για τους ευεργέτες Ζωσιμάδες τονίζει : «... Άλλ' η Πανάγαθος Πρόνοια, καθώς εφώτιζε τας μαίας και εζωογόνει κρυφίως τα άρρενα των Εβραίων, ωσαύτως διέταξε και ψυχάς ευσεβείς και φιλοθέους και ταύτας ούτε Αιγυπτίας, αλλ' ομογενείς και ομόφρονας, αίτινες εν ταπειναίς εκκλησίαις και απωκισμένοις μοναστηρίοις, και εν σχολαίς μικραίς και πενιχραίς, δια της Ιεράς διδασκαλίας, εμαίευον εις ζωήν τα πάτρια των αιχμαλώτων Ελλήνων φρονήματα».
Και αν ακόμη θεωρήσει κάποιος ότι ο κληρικός Οικονόμος υπερβάλλει, υπάρχει για τους πλέον δύσπιστους η καταγραφή των ιστορικών γεγονότων από τον Charles Tuckermann, τον πρώτο Αμερικανό Πρόξενο στην Αθήνα (1867-1874). Στο έργο του «Οι Έλληνες της σήμερον» (Ελληνική μετάφραση Αντωνίου Ζυγομαλά. Αθήνα 1877) ο Αμερικανός διπλωμάτης γράφει μεταξύ άλλων :
«Φεγγαράκι μου λαμπρό φέγγε μου να περπατώ,
να πηγαίνω στο σχολειό να μαθαίνω γράμματα
του Θεού τα πράγματα.
»Τοιούτον περίπου ήτο το άσμα, όπερ ετραγώδουν οι Ελληνόπαιδες, πορευόμενοι εν καιρώ νυκτός εις το σχολείον επί τουρκοκρατίας. Το άσμα τούτο είναι γνωστόν εις πάντα Έλληνα νυν ως και πρότερον, και οι πατέρες δεικνύοντες εις τα τέκνα των την σελήνην, επαναλαμβάνουσι τους στίχους τούτους, αφηγούμενοι αυτοίς πόσον τοις εχρησίμευσεν αύτη κατά τους σκοτεινούς χρόνους της Οθωμανικής κυριαρχίας. Μη επιθυμούντες, έστω και κατ' ελάχιστον, να ερεθίσωσι τους δεσπότας αυτών δυναμένους να παρακωλύσωσιν τας προς ιδίαν παίδευσιν προσπαθείας των, οι παίδες ουχί δε σπανίως και αυτοί οι πατέρες, εφοίτων δια νυκτός και κρύφα εις την οικίαν του διδασκάλου, όπως εξακολουθήσωσι τας σπουδάς των».
Προφανώς, ο Αμερικανός Πρόξενος καταγράφει την προφορική παράδοση, που είχε ακούσει από πολλούς συνομιλητές του στην ελεύθερη πλέον Ελλάδα, πολλοί εκ των οποίων είχαν πατέρα ή παππού, που εμαθήτευσε σε Κρυφό Σχολειό. Κι όμως τις μαρτυρίες του Tuckermann (Τάκερμαν), του Κωνσταντίνου Οικονόμου, του Νικολάου Δραγούμη και άλλων λογίων του 19ου αιώνος τις απορρίπτει σε πρόσφατο μελέτημά του ο κ. Άλκης Αγγέλου (Το κρυφό Σχολειό, χρονικό ενός μύθου, Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα 1997), δογματίζοντας ότι όλοι αυτοί είναι επηρεασμένοι από έναν μύθο που καλλιεργούσε η Εκκλησία και η συντηρητική ιδεολογία! Αλλά η γνώμη των ανθρώπων που έγραψαν τον 19ο αιώνα νε πρόσφταες και ζωντανές μαρτυρίες των γεγονότων της τουρκοκρατίας βαρύνει πολύ περισσότερο από έναν ιδεολογικά και αντιεκκλησιαστικά προκατειλημμένο συγγραφέα της εποχής μας, δηλαδή του τέλους του 20ου αιώνος. Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι ο κ. Αγγέλου επικαλείται ως κύριο αμφισβητία του Κρυφού Σχολειού τον γνωστό ιστοριοδίφη του 20ου αιώνος Γιάννη Βλαχογιάννη. Ο Βλαχογιάννης, όμως, είναι αντιφατική πηγή. Διότι σε κείμενό του, που δημοσιεύθηκε στη «Νέα Εστία», τεύχος ΛΔ', 1948, σ. 1110 με τίτλο «Καραϊσκάκης», αναφέρεται στο ποιήμα «Φεγγαράκι μου λαμπρό...» και δέχεται ότι «σ' όσα χωριά το μοναστήρι ήταν πολύ μακριά, έπρεπε το παιδί να κινήσει με άλλα, και να τραβάει αξημέρωτα ανάμεσα σε άγριο λόγγο». Δηλαδή ακόμη και ο Βλαχογιάννης δέχεται την σύνδεση του άσματος με την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων στα μοναστήρια. Ο κ. Αγγέλου και άλλοι αμφισβητίες του «Κρυφού Σχολειού» κάνουν επιλεκτική και κατά βούληση χρήση των κειμένων. Εκεί που τους ταιριάζει ο τάδε συγγραφεύς τον αναφέρουν, εκεί που δεν τους συμφέρει τον αποσιωπούν!
Μια αδιάψευστη μαρτυρία για την ύπαρξη του Κρυφού Σχολειού αποτελούν τα τοπωνύμια. Σε διάφορες γωνιές του Ελληνισμού διατηρείτε άσβεστη η παράδοση και ζωντανή η μνήμη ότι «κάποτε εδώ λειτουργούσε το Κρυφό Σχολειό». Ο ακούραστος ερευνητής Τάσος Γριτσόπουλος στο βιβλίο του «Σχολή Δημητσάνης» (Αθήναι 1962) αναφέρει ότι η λαϊκή παράδοση συνδέει το Κρυφό Σχολειό με την Ι. Μονή Φιλοσόφου της Δημητσάνης, με τη Μονή Στρατηγοπούλου ή Μονή Ντίλιου στο νησί των Ιωαννίνων, ενώ τοπωνύμιο Κρυφό Σχολειό υπάρχει και στην Ίο των Κυκλάδων στην παραλία του λιμένος, και μάλιστα κοντά σε σπήλαιο. Και επισημαίνει ο Γριτσόπουλος : «Ακριβώς τα λανθάνοντα, αλλά πάντοτε παρόντα στοιχεία ταύτα ανεύρεν εις την συνείδησιν του Έθνους ο Γύζης και εδημιούργησε τον περίφημο πίνακά του, το «Κρυφό Σχολειό» (σελ.26). Ο δε φιλόλογος και ιστορικός Σαράντος Καργάκος δηλώνει σχετικά στην εφημερίδα «Εξουσία» της 24/3/1998 : «Ότι είναι θρύλος δεν είναι ψέμα». Υποστηρίζει μάλιστα ότι στο χωριό Βέργοια Λακωνίας υπάρχουν δύο σημεία, που ο λαός ονομάζει «Κρυφά Σχολειά». Και συμπληρώνει : «Δεν είναι δυνατόν ένας ολόκληρος λαός να ψεύδεται». Στην Κρήτη επίσης υπάρχει ζωντανή ανάμνηση του Κρυφού Σχολειού στις Μονές Φανερωμένης, Τοπλού, Κρεμαστών, Καρδαμίτζας, Μεραμπέλλου κ.α.
Ορισμένοι αρνητές του «Κρυφού Σχολειού» προσπαθούν να αρνηθούν γενικότερα τη συμβολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στη διατήρηση του εθνικού αισθήματος των υποδούλων. Τους διαψεύδουν όμως τα γεγονότα και οι πηγές. Ο Γάλλος περιηγητής και πολιτικός Victor Berard στο βιβλίο του «Τουρκία και Ελληνισμός - Οδοιπορικό στη Μακεδονία» (ελλην. Έκδοση Τροχαλία, Αθήναι 1987) γράφει ότι στην Αττάλεια της Μικράς Ασίας είδε το εξής φαινόμενο περί τα τέλη του 19ου αιώνος : «Μέσα στο Κάστρο οι χριστιανοί μιλούν μόνο τούρκικα και δηλώνουν Έλληνες. Απέξω οι μωαμεθανοί, απόγονοι των Τουρκομοραϊτών που στην διάρκεια της επανάστασης του 1821 έφυγαν από τη Μεθώνη και Κορώνη μιλούν μόνο ελληνικά». Οι χριστιανοί, λοιπόν, οι Ορθόδοξοι δήλωναν Έλληνες αν και είχαν χάσει την μητρική τους γλώσσα. Ακόμη και στη δύσκολη αυτή κατάσταση η Πίστη και η Εκκλησία διατηρούσαν την εθνική συνείδηση.
Ματαίως εξ άλλου προσπαθούν ορισμένοι να αρνηθούν την προσφορά της Εκκλησίας στην προετοιμασία και στην υλοποίηση των εθνικών οραματισμών και του Αγώνος. Τους διαψεύδουν οι πρωταγωνιστές των γεγονότων. Ο αγωνιστής Ιωάννης Μακρυγιάννης γράφει στα «Οράματα και Θάματα» (Αθήναι 1983, εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, σελ. 163-4) : «Τ' άγια τα μοναστήρια, οπού έτρωγαν οι δυστυχισμένοι... από τους κόπους των Πατέρων, των Καλογήρων. Δεν ήταν Καπιτσίνοι Δυτικοί, ήταν υπηρέτες των Μοναστηριών της Ορθοδοξίας. Δεν ήταν τεμπέληδες, δούλευαν και προσκυνούσαν (=λάτρευαν). Και εις τον αγώνα της πατρίδος σ' αυτά τα μοναστήρια γινόταν τα μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τα ολίγα αναγκαία του πολέμου και εις τον πόλεμον θυσίαζαν και σκοτωνόταν αυτείνοι, οι ‘περέτες των μοναστηριών και των εκκλησιών. Τριάντα είναι μόνο με μένα οι σκοτωμένοι έξω εις τους πολέμους και εις το Κάστρο, το Νιόκαστρο και εις την Αθήναν».
Ένας άλλος δε σπουδαίος πολεμικός ηγέτης και αυτόπτης μάρτυς των γεγονότων της Παλιγγενεσίας, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, βεβαιώνει με το δικό του τρόπο την συμπαράταξη του Κλήρου και του Λαού στις κρίσιμες για την Ανάσταση του Γένους στιγμές : «Πλησίον εις τον Ιερέα ήτον ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης και τζομπάνης, ναύτης και γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι» (Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής, εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σελ. 29).
Τέλος αξίζει να τονισθεί ότι η Εκκλησία ήσκησε τα εκπαιδευτικά της καθήκοντα όχι μόνον υπό τον Οθωμανικό ζυγό, αλλά και κάτω από άλλους κατακτητές ελληνικών τόπων. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στα Επτάνησα επί ενετοκρατίας Ορθόδοξοι κληρικοί και «νοδάροι» (συμβολαιογράφοι) δίδασκαν γράμματα και έπλαθαν τους ελάχιστους γραμματιζούμενους της εποχής.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας φρόντιζε επί τουρκοκρατίας να τονώνει το εθνικό συναίσθημα των ελληνοπαίδων ακόμη και με την προβολή ορισμένων αρχαίων προγόνων μέσω της αγιογραφίας. Ο τεκμηριωμένος και έγκυρος ιστορικός του Νέου Ελληνισμού Απόστολος Βακαλόπουλος γράφει σχετικά : «Οι νάρθηκες - σχολεία, λοιπόν, των εκκλησιών ήταν οι πιο κατάλληλοι τόποι, όπου θα ταίριαζε να ζωγραφηθούν ανάμεσα στους χριστιανούς αγίους οι μορφές των μεγάλων ειδωλολατρικών σοφών, προδρόμων του χριστιανισμού, συνήθεια παλιά βυζαντινή... Άραγε η τόνωση της παλιάς αυτής συνήθειας κατά τους αιώνες της τουρκοκρατίας οφείλεται σε μια λατρεία των ένδοξων προγόνων από τους ξεπεσμένους επιγόνους, σ' ένα ρευστό και αδιαμόρφωτο ακόμη εθνικό κίνητρο;» (Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, έκδοση Β', τόμος Β', Θεσσαλονίκη 1976).
Μόνον όσοι αγνοούν ή διαστρεβλώνουν σκοπίμως τις ιστορικές πηγές και τα γεγονότα του νεοελληνικού βίου αμφισβητούν τον εθνικό, κοινωνικό και εκπαιδευτικό ρόλο της Εκκλησίας μας. Και μέσα σ' αυτήν την γενικότερη αμφισβήτηση εντάσσεται και η άρνηση του Κρυφού Σχολειού. Η Εκκλησία μας, η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν χρειάζεται το ψέμα, διότι έχει δώσει αίμα. Ούτε της χρειάζεται ο ΜΥΘΟΣ, διότι μπορεί και προβάλλει ΗΘΟΣ: Το ελληνορθόδοξο ΗΘΟΣ, το οποίο αποτελεί πνευματικό εξοπλισμό απαραίτητο και για την πορεία του Γένους προς τον 21ο αιώνα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Α. ΗΣΑΝ ΟΙ ΟΘΩΜΑΝΟΙ ΤΟΣΟ ΑΝΕΚΤΙΚΟΙ;
Επειδή αυτοί που ισχυρίζονται ότι το Κρυφό Σχολειό ήταν μύθος παρουσιάζουν συνήθως ρόδινη την εικόνα της Παιδείας και της ζωής γενικότερα κατά την τουρκοκρατία, παραθέτουμε ενδεικτικά αδιάψευτες ιστορικές πηγές που μιλούν για το εντελώς αντίθετο :
«Ορώ δε νυν μετοικήσαντα πάντα τα αγαθά από των ελληνικών τόπων και οικήσαντα εν υμίν, ή τε σοφία και αι των μαθημάτων επιστήμαι, αι τέχναι αι άριστοι, η ευγένεια, ο πλούτος, η παίδευσις και ο λοιπός των χαρίτων χορός. Ελληνικών δε χαρίτων το κλέος βαρύς ώλεσεν αιών» (γράφει ο Θεόδωρος Ζυγομαλάς τον 16ο αιώνα προς τον Γερμανό ελληνιστή Μαρτίνο Κρούσιο. Ίδε το βιβλίο του Κρουσίου Turkograecia, σελ. 94).
«Κάθε μέρα βλέπει κανείς εξισλαμισμούς στην Κόρινθο και οι κάτοικοι της πόλεως ή αν θέλετε του χωριού είναι σήμερα οι μισοί οθωμανοί. Μας διηγήθηκαν ακόμη, ανάμεσα στ' άλλα, πως τρεις παπάδες τον περασμένο χρόνο τούρκεψαν» (J. Spon, Voyage d' Italie et du Levant, Lyon 1688, τομ. Β', σελ. 303).
Οι νάρθηκες των Εκκλησιών εχρησίμευον εις τα σχολεία των παίδων διδασκομένων βαναύσως πως τα κοινά λεγόμενα γράμματα υπό των ιερέων αυτών. Κατά δε τα τέλη του παρελθόντος αιώνος συνεστήθησαν μεν ελληνικά σχολεία εν Κωνσταντινουπόλει, Σμύρνη, Κυδωνίαις, Ιωαννίνοις, Χίω, αλλά ταύτα δεν διήρκεσαν επί πολύ, διότι η τουρκική εξουσία, ραδιουργούμενη υπό των Ιησουιτών, κατάστρεψαν αυτά...» (Χρήστου Βυζαντίου, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών ων συμμετέσχεν ο τακτικός στρατός από του 1821 μέχρι του 1833. Απομνημονεύματα Αγωνιστών του 1821, εκδ. Τσουκαλά, σελ. 14).
«Εκ των πολλών της Ανατολής χωρών, αίτινες επέπρωτο να καταπλακώθωσιν υπό την βαρείαν πλάκα της βαρβαρότητος και της αποξενώσεως παντός εθνικού χρήματος, πρωτίστως έλαβε δυστυχίαν να είναι η Μικρά Ασία ως πρωιμότερον απολέσασα την προγονικήν γλώσσαν και τα παρεπόμενα αυτή εθνικά αγαθά. Ακόμη και περί τα μέσα του ΙΗ' αιώνος (1750) ουδαμού της Μικράς Ασίας υπήρχον σχολεία εκτός της Σμύρνης και της Καισαρείας. Πανταχού της Μικράς Ασίας γενική υπήρχεν αμάθεια και άγνοια των εν τοις ναοίς αναγιγνωσκομένων, άπερ κατά πατροπαράδοτον μόνον συνήθεια ήσαν εν χρήσει» (Δανιήλογλου, Πρόδρομοι της Αναγεννήσεως, Κωνσταντινούπολις 1865, σελ. 2-3).
«Εις τέτοιαν κακήν τύχην κατήντησε το παλαί ποτέ μακαριστόν γένος ημών των Γραικών, ότι μόλις ευρίσκεται τώρα διδάσκαλος όπου να' ναι ικανός να διδάσκη τους νέους καν την γραμματικήν τέχνην (Νικόλαος Σοφιανός στον επίλογο της Γραμματικής του - 1544).
«Δεν βλέπετε οπού αγρίεψε το γένος μας από την αμάθειαν και εγίναμε ως Θηρία;».
(Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Διδαχές).
Β. Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚ. ΔΡΑΓΟΥΜΗ
Και σαν αυθεντική μαρτυρία της ιστορικότητος του κρυφού σχολειού φυλάω την μαρτυρία του Νικολάου Δραγούμη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πανδώρα» του μηνός Ιανουαρίου 1855 (τόμος Ε', σελ. 450 κ.ε.), όπου γράφει για τον πατέρα Μάρκο (1770-1854) ότι: «ως εάν έφερε μεγαλόσταυρον εις τον λαιμόν και ταινίαν εγκάρσιον εις το στήθος, εκαυχάτο πάντοτε ο πατήρ μου ότι εδάρη υπό του οθωμανού χάριν των ελληνικών γραμμάτων».
Και προσθέτει ο Νικόλαος Δραγούμης : «Ουχί μόνον κοπιώντες, αλλά και κινδυνεύοντες εσπούδαζον οι πατέρες ημών γράμματα. Έκαστος των Τούρκων και ο έσχατος, ως γνωστόν, είχε το δικαίωμα να τυραννεί, να φορολογεί και να φονεύει τους οπαδούς του Χριστού. Επειδή δε τα σχολεία διήγειραν τας υποψίας αυτών και κατέστρεφον παντοιοτρόπως, και διδάσκαλοι και μαθηταί εσοφίζοντο παντοίους επίσης τρόπους δια να αποφεύγωσιν την οργήν των. Και οσάκις συνήρχοντο εις το σχολείον, εις εξ αυτών ιστάμενος πλησίον του παραθύρου ως κατάσκοπος έστρεφεν ανήσυχος πανταχού το βλέμμα και έδιδεν προς τους άλλους την είδησιν ότι έβλεπεν οθωμανόν ερχόμενον μακρόθεν...» (Κωνσταντίνου Γανωτή, φιλολόγου : «Το Κρυφό Σχολειό και ποιους ενοχλεί», περιοδικό ΕΚ ΠΕΤΡΑΣ, Αγ. Νικόλαος Κρήτης, σελ. 1224).
Γ. ΜΑΡΤΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
«Στον Άγιο Ιωάννη Μυλοποτάμου έζησε κι έδρασε κατά την πρώτη 50ετία της τουρκικής κατάκτησης του νησιού (17ος αιών) ένας ανώτερος αξιωματικός των γενιτσάρων ο Χουσεΐν Μπέης, που ήλθε κι εγκαταστάθηκε εδώ από την Κωνσταντινούπολη. Ο Τούρκος αυτός άρχοντας ήταν ελληνικής καταγωγής και κρυπτοχριστιανός. Παντρεύτηκε μια ελληνίδα σκλάβα του, την οποία εξαγόρασε αντί 100 παράδων. Ο γιος του Μουσταφά Χατζη-Χασάν Ογλού διδάχθηκε τα ελληνικά γράμματα από τους μοναχούς της Μονής Δισκουρίου Μυλοποτάμου. Δεν μπορεί, φαντάζομαι, να ισχυρισθεί κανείς ότι ένα τουρκόπουλο θα πήγαινε φανερά σ' ένα ελεύθερο και δημόσιο ελληνικό σχολείο, για να μάθει ελληνικά γράμματα! Πώς θα το ανέχονταν οι Τούρκοι κάτι τέτοιο;» (Γιάννη Χριστάκη: Το Κρυφό Σχολειό δε θάβεται, περιοδ. Εκπαιδευτικοί Προσανατολισμοί, Φθινόπωρο 1995).
«Αρκούμεθα λοιπόν στην εμπειρία, η οποία αφορά τον παππού μου. Καταγόταν από ένα μικρό ορεινό χωριό απομονωμένο αιώνες από τον υπόλοιπο κόσμο, ήταν παπάς και πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία (νομίζω περνούσε τα ενενήντα) το 1952. Θα πρέπει δηλαδή να είχε γεννηθεί γύρω στο 1860. Ήξερε να γράφει και να διαβάζει άνετα. Φυσικά δεν είχε φοιτήσει σε κανονικό σχολείο γιατί οι Τούρκοι επέτρεψαν την μεν ίδρυσή τους μόλις το 1858, αλλά η οργάνωση, ευρύτερη διάδοση και λειτουργία των βράδυνε αισθητά, πραγματοποιηθείσα σταδιακά μετά το 1874. Στο δε χωριό του παππού ιδρύθηκε σχολείο το 1903.
Όταν δε (τελειόφοιτος Γυμνασίου εγώ), τον ρώτησα που έμαθε να γράφει και να διαβάζει και σε ποιο σχολείο εφοίτησε, μου απάντησε ότι πήγαινε στο «Κρυφό Σχολειό» της Καρδαμούτσας. Καρδαμούτσα για τους μη γνωρίζοντες είναι ένα μοναστήρι στο Βόρειο Μεραμπέλο, το οποίο ιδρύθηκε κατά την ενετοκρατία και πριν το 1617 κοντά στην Μονή Αρετίου. Και ενώ το Αρέτι ήταν ο οικονομικοδιοικητικός παράγοντας της περιοχής, έχοντας ενσωματώσει (δορυφοροποιήσει) όλα τα γύρω μοναστήρια, η Καρδαμούτσα (οι μοναχοί της ήσαν οι πιο μορφωμένοι) που δεν απορροφήθηκε ποτέ από το Αρέτι, αποτελούσε την «πνευματική εστία» όπου μάθαιναν γράμματα...» (Επιστολή του συγγραφέως Γιώργου Πρατσίνη στο περιοδικό «Εκπαιδευτικοί Προσανατολισμοί», Φθινόπωρο 1995).
Δ. Η ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΗΠΕΙΡΟΥ
«Μετά την κατάκτηση του τόπου μας από τους Τούρκους και μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, βαθύ πνευματικό σκοτάδι σκέπαζε όλες τις τουρκοκρατούμενες χώρες, φυσιολογικά και τον χώρο μας.
Την εποχή αυτή η παιδεία κατατρεγμένη από τον άγριο και βάρβαρο κατακτητή βρήκε άσυλο στα μοναστήρια και στους νάρθηκες των εκκλησιών. Ταπεινοί μοναχοί δίδασκαν τα ελληνόπουλα τα λίγα, αλλά τόσο απαραίτητα γράμματα, που περιορίζονταν στην ξερή ανάγνωση περικοπών από θρησκευτικά βιβλία, σε λίγη γραφή και αποστήθιση διαφόρων προσευχών. (Μονή Αρνάκου, Πολύτσανης) (Ομιλία του Βορειοηπειρώτη ελληνοδιδασκάλου Βασίλη Κουτσού, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «2000», Αργυρόκαστρο, Ιούνιος 1998).
Ε' ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ ΕΠΙ ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑΣ
Στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της 16.6.1998 δημοσιεύθηκε η ακόλουθη επιστολή, η οποία αναφέρεται στην λειτουργία «Κρυφών Σχολειών» στα Δωδεκάνησα και μετά την τουρκοκρατία, δηλαδή επί ιταλοκρατίας. Αξίζει να διαβασθεί, διότι καταδεικνύει ότι ο εθνικός ρόλος της Εκκλησίας μας δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο :
ΤΑ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΡΟΔΟ
«Με αφορμή τα όσα γράφονται στην στήλη της εφημερίδας σας για το «Κρυφό Σχολειό» της τουρκοκρατίας, θα μου επιτρέψετε συμπληρωματικά να αναφερθώ με συντομία, στο πότε και κατά ποιον τρόπο λειτούργησε κατά την φασιστική κατοχή η μορφή αυτή του σχολείου, στην επαρχία της Ρόδου. Το 1937, ο πολύς Ντε Βέκκι, τετράρχης του φασισμού και Γενικός Διοικητής Δωδεκανήσου, 1936-1940, έχοντας ελεύθερο το πεδίο και εκμεταλλευόμενος την ισχυροποίηση της Ιταλίας σε διεθνές επίπεδο, στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, επιδίδεται συστηματικότερα στον εξιταλισμό των πάντων στη Δωδεκάνησο, αρχίζοντας από τον ευαίσθητο τομέα της Παιδείας. Και κατά τρόπον απροσχημάτιστο, τον Ιούλιο του έτους εκείνου, καταργεί με κυβερνητικό Διάταγμα το από αιώνων κρατούν εκπαιδευτικό καθεστώς. Όλα ανεξαιρέτως τα ελληνικά σχολεία της Δωδεκανήσου μετατράπηκαν σε ιταλικά και αντί των Δωδεκανησίων που παύθηκαν, ήρθαν φανατικοί Ιταλοί εκπαιδευτικοί, επιλεγμένοι από το φασιστικό καθεστώς.
»Μπροστά σε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα έλαμψε η ελληνική επινοητικότητα, σε όλο της το μεγαλείο. Ο Μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος Τρύφωνος δραστηριοποιείται ενεργότερα και εκμεταλλεύεται ορισμένες συγκυρίες. Επιδέξια και αθόρυβα αποσπά, το 1938, με νωπή ακόμη τη μελάνη της υπογραφής του Διατάγματος, που καθιέρωνε τη σκληρή φασιστική εκπαιδευτική πολιτική, τη συγκατάθεση του Τοποτηρητή του φασιστικού καθεστώτος στη Δωδεκάνησο, να διδάσκεται και στα παιδιά των χωριών το Θρησκευτικό μάθημα στις εκκλησίες κάθε Κυριακή, με τη διευρυμένη μορφή του Κατηχητικού. Ας σημειωθεί ότι τα Κατηχητικά, μέσα στις εκκλησίες, στην πόλη της Ρόδου, λειτουργούσαν από το 1934, κατά τρόπον όμως υποτυπώδη. Το 1938 επεκτάθηκαν σε όλο το γεωγραφικό χώρο της επαρχίας Ρόδου.
»Η παραπάνω άδεια του Ντε Βέκκι για τα Κατηχητικά, δόθηκε με τον όρο, ότι το μάθημα θα γινόταν μέσα στην εκκλησία και θα χρησιμοποιούνταν ως δάσκαλοι, κληρικοί. Είναι η εποχή, που ο κάθε ιερωμένος στην ύπαιθρο, ή την πρωτεύουσα της Ρόδου, ανεξάρτητα από το βαθμό μόρφωσής του, πρόσφερε στους συγχωριανούς του, αλλά και στη διατήρηση των ιερών και οσίων υπηρεσίες ισάξιες των ιερωμένων του Γένους.
»Στα σκοτεινά εκείνα χρόνια διδάσκονταν τα Ροδιτόπουλα κάθε Κυριακή, μέσα στην εκκλησία, τα ελληνικά γράμματα, κάτω από το πρόσχημα των Θρησκευτικών. Παράλληλα με το Κατηχητικό, ιδρύθηκαν και Χορωδίες Βυζαντινής Μουσικής, που αποτέλεσαν κίνητρο, όχι μόνο για την προσέλκυση μεγάλου αριθμού παιδιών στο Κατηχητικό, αλλά και άλλων ενηλίκων κατοίκων στην εκκλησία. Το Κατηχητικό λειτουργούσε κανονικά κάθε γιορτή και Κυριακή. Μια δυο φορές το χρόνο γινόταν επιθεώρηση από τη Μητρόπολη. Τηρούνταν φύλλα προόδου και μοιράζονταν Συνόψεις, Συνέκδημοι και άλλα θρησκευτικά βιβλία που χρησιμοποιούνταν σαν Αναγνωστικά. Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε, ότι τα Κατηχητικά μεταβλήθηκαν πράγματι σε «Κρυφό Σχολειό». Έτσι με τα δεδομένα αυτά, γίνεται φανερό ότι η Εκκλησία στην επαρχία Ρόδου, υπό το πρόσχημα των Κατηχητικών Σχολείων, βρήκε τρόπον εύσχημο, ένα «μονοπάτι», ώστε να επαναρχίσει, έστω και περιορισμένα, η λειτουργία των ελληνικών σχολείων στη Ρόδο, καθώς και σε άλλα νησιά της Δωδεκανήσου.
»Το Πατριαρχείο επιδοκίμασε τη λειτουργία των Κατηχητικών και με απόφαση της Ιεράς Συνόδου, εξέφρασε την ευαρέσκειά του προς τον Μητροπολίτη Τρύφωνος. Και η Πολιτεία μεταπελευθερωτικά αναγνώρισε τους τίτλους σπουδών».
Περί Ελληνικής εξουσίας
Ερωτηθείς «πως μπορεί να εξουσιάζει τις καλώς τους Έλληνας»; είπεν:
«Όποιος θέλει να εξουσιάζη τους Έλληνας καλά, πρέπει να έχει στον πλάτην του έν δισάκιον, το οποίον να είναι γεμάτον διαβόλους οπίσω, και ο Χριστός μπροσθά, ο δε χρυσός εις την μέσην».
Περί πολεμικού αρχηγού
Ερωτηθείς «οποίος πρέπει να είναι ένας πολεμαρχηγός»; Είπεν:
«Ο πολεμαρχηγός ο καλός, πρέπει να έχη φρονήματα του πετεινού (δια το αρχικόν), αμνησικακίαν του σκύλου (δια να αγαπάται), ανδρίαν και θεωρίαν του λέοντος (δια να προξενεί σέβας και φόβον), ύπνον και πόδας λαγωού (δια να είναι ταχύς και άγρυπνος, κατά το ‘ου χρη πανύχιον εύδειν βουληφόρον άνδρα, ω λαοί επιτετράφαται, και τόσα μέμηλε’) και πονηρίαν γυναικός (δια να απατά και να έλκη ανθρώπους)».
Περί μεγάλων ανδρών, όταν ανεσχύντωσιν έμπροσθεν των μικρών.
Όποιος προκομμένος άνθρωπος δεν κρύπτει τα ελαττώματά του από τα όμματα των πολλών, είναι ανοητότερος από την γάταν, όπου θάπτει την κοπριάν της δια να μη φαίνεται εις το φως.
Περί πολεμικής δόξης
Ερωτηθείς «πως ημπορεί ένας πολεμικός να γένη μέγας και υποληπτικός»; Είπε:
«Φρόνιμος και παληκάρι, πλούσιος και γαλαντόμος μέγας γίνεται στον κόσμον».
Περί νόθων ανθρώπων (σ. ο Καραϊσκάκης νόθος ήν)
Καθώς η φύσις αποδέχεται τα κεντρώματα, και δείχνει τα εμβολισμένα δένδρα ωφελιμώτερα των αγρίων, ούτω και ο Θεός δείχνει πολλάκις τους νόθους ανθρώπους αξιωτέρους των γνησίων.
Περί δειλού στρατιώτου
Φοβιτζιάρης το ασκέρι ως πανούκλα το μολεύει
Και δειλός απηλπισμένος γίνεται ανδρειωμένος.
Περί δούλων
Ο δούλος θέλει χρύσωμα, και καθ’ ημέραν ύβρισμα.
Περί δεσποτών
Όποιος γίνεται αυθέντης, χωρίς να γένη πρότερον δούλος, είναι μπάσταρδος αυθέντης, και αλλοίμονον στον δούλον!
Περί ξεπεσμένων δεσποτών
Όποιος γένη δούλος από αυθέντης, μαύρη μοίρα τον προσμένει.
Απόκρισις του ΚαραΪσκάκη προς τον Αλή πασιάν
Ερωτηθείς πότε μετ’ ευνοίας από τον Αλή πασιά το «τι θέλεις να σε κάμω, μωρέ Καραϊσκάκη»; απεκρίθη:
«Αν με γνωρίζης άξιον δι’ αυθέντην, κάμε με αυθέντην. Αν με γνωρίζης άξιον δια χουσμεκιάρην (δούλον), κάμε με χουσμεκιάρην. Αν με γνωρίζης ανάξιον του παντός, ρίψαι με εις της λίμνης των Ιωαννίνων τον γιαλόν».
Περί εξουσίας γυναικών
Ερωτηθείς «πως να εξουσιάζη τις καλώς την γυναίκαν του»; είπεν:
«Η γυναίκα και το άττι θέλουν άξιον καβαλάρην».
Περί των εν πολέμοις ψευμάτων
Καθώς εις την φαγούραν του σώματος πολλάκις είναι αναγκαίον το ξύσιμον το καλόν, έτσι και εις τον πολεμικόν λαόν το ψεύμα το τεχνικόν.
Ευδαιμονία του Καραϊσκάκη
Ερωτηθείς «τι απήλαυσεν εις τον κόσμον τούτον»; είπε:
«Νέος υπανδρεύθηκα, ωραίαν γυναίκα πήρα.
Ζεύκια πολλά ετράβησα, δόξαν μεγάλην ηύρα,
Και γρόσια εκαζάντησα, όσα μου ήτον χρεία».
Πηγή: Γεωργίου Γαζή, «Βιογραφία των ηρώων Μάρκου Μπότσαρη και Καραϊσκάκη», Εθνική Τυπογραφία 1828 (αρχείο σε μορφή .pdf), Αβέρωφ
Η Ναυμαχία της Τενέδου: Καταδρομική επιχείρηση δύο πυρπολικών από τα Ψαρά, με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κανάρη, εναντίον του οθωμανικού στόλου που ναυλοχούσε στα ανοιχτά της Τενέδου. Η επιχείρηση έγινε τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου 1822 και είχε ως αποτέλεσμα τη βύθιση ενός μεγάλου εχθρικού δίκροτου ή κατ’ ορισμένους ιστορικούς της υποναυαρχίδας του οθωμανικού στόλου.
Μετά την αποτυχία του να καταλάβει τη Μύκονο (11-14 Οκτωβρίου 1822), ο οθωμανικός στόλος κατευθύνθηκε προς τα Στενά του Ελλησπόντου. Όμως, οι αντίθετοι άνεμοι που έπνεαν στην περιοχή, τον ανάγκασαν να αράξει στα ανοιχτά της Τενέδου.
Νωρίτερα, είχε γίνει αντιληπτός από τους Έλληνες, όταν διερχόταν μεταξύ Ψαρών και Χίου. Η Βουλή των Ψαρών συνήλθε αμέσως και αποφάσισε να προσβάλει τον εχθρικό στόλο με δύο πυρπολικά, στα οποία τέθηκαν επικεφαλής ο Κωνσταντίνος Κανάρης και ο Φίλιππος Αντωνίου από την Τήνο. Τα πυρπολικά θα συνόδευαν δύο μίστικα (μίστικο = μικρό πειρατικό πλοίο), με καπετάνιους τους Γεώργιο Καλαφάτη και Αναγνώστη Σαρηγιάννη. Στις 27 Οκτωβρίου 1822 ο στολίσκος αναχώρησε από τα Ψαρά και την επομένη ημέρα πλησίασε τον τουρκικό στόλο. …
Ο νότιος άνεμος ευνοούσε την εχθρική αρμάδα και οι δύο πυρπολητές αποφάσισαν να επιτεθούν την ίδια νύχτα για να προλάβουν τυχόν απόπλου των τουρκικών πλοίων προς τον Ελλήσποντο. Πράγματι, τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου 1822 ύψωσαν την τουρκική σημαία για να παραπλανήσουν τον εχθρό και να πλησιάσουν ανενόχλητοι στους στόχους τους.
Πρώτος ο Κανάρης πλεύρισε ένα τεράστιο δίκροτο (πολεμικό πλοίο με δύο καταστρώματα) ή σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς στην υποναυαρχίδα του οθωμανικού στόλου και κόλλησε αμέσως στην πρώρα το πυρπολικό του. Το πυροδότησε και αμέσως οι φλόγες τύλιξαν το μεγάλο πλοίο, ενώ η σύγχυση που ακολούθησε εμπόδισε κάθε προσπάθεια κατάσβεσης της πυρκαϊάς. Άλλοι από τους ναύτες έπεφταν στη θάλασσα για να σωθούν και άλλοι προσπαθούσαν να κατεβάσουν τις βάρκες και να φθάσουν στην παραλία. Η ταραχή στην οθωμανική αρμάδα εντάθηκε περισσότερο, όταν από το φρούριο της Τενέδου οι Τούρκοι κανονιοβολούσαν στο κενό, θέτοντας σε κίνδυνο τα φίλια πλοία, που προσπαθούσαν να διαφύγουν για να μην έχουν την τύχη του φλεγόμενου δίκροτου. Πολλά από αυτά εξόκειλαν στις απέναντι ασιατικές ακτές ή εγκαταλείφθηκαν από τα πληρώματά τους.
Λιγότερο τυχερός από τον Κανάρη στάθηκε ο Αντωνίου, που με πηδαλιούχο τον Γεώργιο Βρατσάνο πλησίασε και κόλλησε το πυρπολικό του σε ένα άλλο δίκροτο ή κατ’ άλλους στη ναυαρχίδα του οθωμανικού στόλου. Έγινε, όμως, αντιληπτό από τους Τούρκους, οι οποίοι το απομάκρυναν εσπευσμένως. Φαίνεται ότι το φλεγόμενο πυρπολικό παρασύρθηκε από τον άνεμο και πλησίασε προς την καιόμενη υποναυαρχίδα της οποίας το πλήρωμα είχε επιβιβασθεί στις βάρκες για να γλυτώσει. Σύμφωνα με την αναφορά της Βουλής των Ψαρών προς την Υπερτάτην του Έθνους Βουλή το «καιόμενον μπουρλότο. κατέπνιξεν όλαις ταις βάρκες οπού εζητούσαν να γλυτώσουν παρά της φλογός».
Μετά την πυρπόληση του τουρκικού δικρότου, τα δύο μίστικα αναγκάσθηκαν να αγκυροβολήσουν στη Σκύρο, εξαιτίας της συνεχιζόμενης τρικυμίας. Οι κάτοικοι του νησιού δεξιώθηκαν τους άνδρες τους και τέλεσαν δοξολογία για το κατόρθωμα και τη διάσωσή τους. Στις 4 Νοεμβρίου 1822 τα δύο πλοία έφθασαν στα Ψαρά, όπου έτυχαν ενθουσιώδους υποδοχής. Αντίθετα, η νέα επιτυχία του Κανάρη συνέβαλε στην κατάπτωση του ηθικού των Τούρκων. Ο οθωμανικός στόλος κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έξαλλος ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ από τις συνεχόμενες αποτυχίες στο Αιγαίο του ναυάρχου του Καρά Μεχμέτ Πασά, διέταξε τον αποκεφαλισμό του.
Η αναφορά της Βουλής των Ψαρών
Η κατωτέρω αναφορά εστάλη στην Ύδρα, όπου ευρίσκετο το κέντρο της Επανάστασης για τον αγώνα στη θάλασσα.
“Απεράσας ο εχθρικός στόλος προς τα άνω μέρη δια να εισέλθη εις Ελλήσποντον, από εναντίους ανέμους άραξεν εις Τένεδον. Πάραυτα λοιπόν ημείς ετοιμάσαμεν δύο μπουρλότα συντροφευόμενα υπό δύο πολεμικών τα οποία επιμείναντα την διόρθωσιν των ανέμων, κατά τας 27 του παρελθόντος ανεχώρησαν, και την ακόλουθον ημέραν το εσπέρας έφθασαν εις Τένεδον.
Νυκτός ουν γενομένης, επροχώρησαν απαντώντας τας των εχθρών φυλακάς και πλησιάζοντας εις τα βασσέλα, το μεν εν των μπουρλότων εκόλλησεν εις έν εκ των βασσέλων και δυνάμει του προστατεύοντος πανάγαθου Θεού των εκδικήσεων κατέκαυσεν αυτό, το δε άλλο των μπουρλότων εκόλλησεν εις έν άλλο βασέλλον, πλην δια τον να ειδοποιηθή το αυτό εκ των κανονίων ερρίφθησαν κόπτοντας ταις γούμεναις και ημπόρεσε να αποφύγη το μπουρλότον, το οποίον μοναχόν καιόμενον μπουρλότο, διηυθύνθη προς το βασσέλον οπού εκαίετο, και εκεί κατέπνιξεν όλαις ταις βάρκες οπού εζητούσαν να γλυτώσουν παρά της φλογός, και διασωθέντες αβλαβείς άπαντες οι μπουρλοτιέροι έφθασαν εις την ενταύθα μετά παρέλευσιν έξι έξη ημερών, και μας βεβαιώνουν ότι το καιόμενον βασσέλον ήτον ο αυτός καπ. Πασάς, ως και τα εκ της Κωνσταντινουπόλεως προερχόμενα πλοία μας φανερώνουν, ότι ο καπ. Πασάς εκάη, πλην οι Τούρκοι το έχουν μυστικόν. Εκ δε των λοιπών εχθρικών πολλά εναυάγησαν και εσυντρίφθησαν, και ότι τα συντριμμένα περιφέρονται τριγύρω της Τενέδου, δια τα οποία και θέλει στείλωμεν καράβια πολεμικά.
Ο επιφέρων ημέτερος καπ. Μανώλης Μπαλαμπάνος στέλλεται παρ’ημών επίτηδες αυτού ίνα σας παραστήση τα έξοδα και πληρωμάς της άνω εκπλεύσεως των δύο μπουρλότων και δύο πολεμικών, διά τα οποία δεν αμφιβάλλομεν ότι θέλετε τα οικονομήσει ως δει, δηλ. εβγάζοντας αυτά πριν της διανομής οπού μέλλει να γένη εις τα συναχθέντα παρά των αρμοστών, ιδεάζοντας αυτούς περί αυτής της αποφάσεως καθώς και με τους ιδικούς μας πληρεξουσίους εμείνατε σύμφωνοι”.
Στην ανωτέρω αναφορά είχε επισυναφθεί ο ακόλουθος λογαριασμός για τα έξοδα της επιχείρησης στην Τένεδο.
“Εξοδα τα οποία ηκολούθησαν εις τα κατά του εις Τένεδον ευρισκομένου εχθρικού στόλου έκπλευσιν των μπουρλότων:
Οσα δια ενενήκοντα ανθρώπους οπού ήτον εις τα πολεμικά πλοία τα οποία εσυντρόφευσαν τα μπουρλότα, εις τους οποίους είχομεν υποσχεθή, εάν τελεσφορήσουν, να λαμβάνουν ανά 50 γρόσια. Ειδεμή, να λογαριάζωνται αι ημέραι της διατρίψεως των.
Οθεν δια το να ετελεσφόρησαν: γρόσια 4.500
Οσα εις ζωοτροφίας των ιδίων δια 15 ημέρας ανά 50 παράδες: γρόσια 1687.5
Όσα εις ζωοτροφίας των δύο μπουρλότων διά 15 ημέρας: γρόσια 1920.16
Όσα εις ζωοτροφίας του πρώην ετοιμασθέντος μπουρλότου, το οποίον ον ετοιμασμένον καθ’ όλα, δια την ανεπιτηδειότητα των ανέμων άραξεν εις το νησί του Αγίου Νικολάου, όπου και εναυάγησε και εχάθηκαν άπαντα όσα εξώδευσαν, τα οποία είναι γρόσια 955.20
Δια τεσσαράκοντα και πέντε μπουρλοτιέρους, οίτινες υπούργησαν εις ταύτην την ιεροπραξίαν του να καύσωσι τον καπετάν πασσάν με το βασσέλον του, όσα ήθελον κριθή ανάλογα της αυτών εκτελέσεως.”
Πηγή: Ρωμνιός
Αὐτὸ τὸ θέμα μᾶς προτρέπει νὰ διερευνήσουμε τὶς πράξεις, ἀλλὰ καὶ νὰ εἰσχωρήσουμε στὰ ἄδυτα τῆς ψυχῆς ἑνὸς ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἀκολούθησε ἑκούσια καὶ συνειδητὰ στὴ ζωή του τὴν ὁδὸ τῆς θυσίας καὶ τῆς αὐταπαρνήσεως, ἀρετὲς ἀπόλυτα συμβατὲς μὲ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἰδέα τοῦ ἐθελοντισμοῦ. Αὐτὸ θὰ ἐπιχειρηθεῖ μέσα ἀπὸ ἕνα ἐνδεικτικὰ ἐπιλεγμένο πλαίσιο ὁρισμένων σταθμῶν τῆς ζωῆς του.
Ὁ Καποδίστριας γεννήθηκε στὴν Κέρκυρα τὸ 1776. Γονεῖς του ἦταν ὁ Κερκυραῖος Πολιτικὸς Ἀντώνιος-Μαρία καὶ ἡ Ἡπειρώτισσα (Κυπρία στὴν καταγωγή) Διαμαντίνα Γονέμη. Ὑπῆρξε τὸ ἕκτο παιδὶ αὐτῆς τῆς εὐσεβοῦς πολύτεκνης οἰκογένειας, δύο μάλιστα ἀπὸ τὶς ἀδερφές του ἔγιναν μοναχές. Ὁ λόγιος ἱερωμένος Ἀνδρέας Ἱδρωμένος πολὺ συνέβαλε στὴν ἐκκλησιαστική του παιδεία. Ἐπίσης τὸν βοήθησε καὶ ἡ φιλία ποὺ εἶχε μὲ τὸν Μητροπολίτη Ἄρτης καὶ μετέπειτα Οὐγγροβλαχίας Ἰγνάτιο, ἡ οἰκία τοῦ ὁποίου στὴ Ρωσία ἀπετέλεσε ἀργότερα ἕνα ἀπὸ τὰ πνευματικά του καταφύγια.
Ὁ Καποδίστριας ὑπῆρξε μία συγκροτημένη καὶ ὁλοκληρωμένη προσωπικότητα. Ἐβίωνε τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ ὅλες του οἱ ἐνέργειες διαπνέονταν ἀπὸ τὶς ἠθικὲς ἀρχὲς καὶ τὰ φιλάδελφα αἰσθήματά του. Θαυμάζουμε τὴν ἀκεραιότητα τοῦ χαρακτῆρα του καὶ μέσα ἀπὸ μία ἐπιστολὴ πρὸς τὸν πατέρα του. Ἔγραφε: «Εἶμαι εὐχαριστημένος… Ἀντιστάθηκα στὶς πιὸ μεγάλες καὶ γοητευτικὲς προτάσεις… Μοῦ προσφέρθηκαν περισσότερες ἀπὸ μία ὡραῖες ἀποκαταστάσεις. Τὶς ἀρνήθηκα χωρὶς δυσαρέσκειαν. Θὰ εἶχα γίνει κροῖσος στὰ πλούτη, ἀλλὰ στοὺς ἀντίποδες. Θὰ εἶχα προχωρήσει κατὰ χίλια βήματα στὴ σταδιοδρομία μου, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὶς ἀρχές μου, ἀπὸ τὴν ἀτμόσφαιρά μας. Δὲν τὸ θέλησα καὶ οὔτε θὰ τὸ θελήσω ποτέ… Ἐλπίζω στὴ θεϊκὴ προστασία». Σὲ ὅλες τὶς φάσεις τῆς ζωῆς του παρέμεινε πάντα σταθερὸς στὶς οἰκογενειακὲς ἀρχὲς καὶ στὴν ὀρθόδοξη πίστη του. Τὶς ἡμέρες τοῦ Πάσχα 1811 ἔγραψε στὸν πατέρα του: «Μεθαύριο, Μεγάλη Πέμπτη, θὰ ἐκπληρώσω τὰ χριστιανικά μου καθήκοντα. Θὰ κοινωνήσω…».
Στὴ συνέχεια ἀναφέρουμε μερικὲς ἀπὸ τὶς ἐνέργειες οἱ ὁποῖες ἐπιβεβαιώνουν τὶς ἀρετὲς τοῦ ἀνδρός: στὸ Συνέδριο τῆς Βιέννης τὸ 1815, ἐνῶ ὅλοι διασκέδαζαν, ἐκεῖνος ζοῦσε λιτὰ καὶ ὑπεύθυνα: «Οἱ Αὐτοκράτορες χορεύουν, οἱ Βασιλεῖς χορεύουν, ὁ Μέττερνιχ χορεύει, ὁ Καστελρέϊ χορεύει, ὅλος ὁ κόσμος χορεύει», γράφει ἐφημερίδα τῆς ἐποχῆς. Μόνον ὁ Καποδίστριας δὲν χόρευε. Σοβαρὸς καὶ μετρημένος ξενυχτοῦσε πάνω στὰ διπλωματικά του ἔγγραφα, σκεπτόμενος μὲ ποιόν τρόπο θὰ μποροῦσε νὰ βοηθήσει τὴ σκλαβωμένη πατρίδα του. Ἦταν τότε ποὺ προέτρεψε τὸν τσάρο Ἀλέξανδρο νὰ ἡγηθεῖ μιᾶς Συνομοσπονδίας ὀρθοδόξων κρατῶν, στὰ ὁποῖα θὰ συγκαταλεγόταν βέβαια καὶ ἡ ὑπόδουλη τότε Ἑλλάδα, μὲ σκοπὸ τὴν ἀποτίναξη τοῦ ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ καὶ τὴν ὁμαλὴ ἐνσωμάτωσή της σὲ μία μεγάλη εὐρωπαϊκὴ οἰκογένεια «γύρω ἀπὸ μίαν κοινὴν Πατρίδα, τὴν Ἡνωμένην Εὐρώπην», ὅπως ἔγραψε. Αὐτὸ τὸ σχῆμα θὰ βασιζόταν πάνω στὶς χριστιανικὲς ἀρχὲς τῆς ἀλληλεγγύης καὶ τῆς ἰσότητας καὶ θὰ περιελάμβανε καὶ τὰ μικρότερα κράτη, μὲ τὴν κατάθεση ἑνὸς ὑπομνήματος γιὰ μία πανευρωπαϊκὴ συνεργασία καὶ ἑνότητα. Ἔτσι ὁ Καποδίστριας ἀναδεικνύεται ὡς ὁ πρῶτος ὁραματιστὴς μιᾶς ἑνωμένης χριστιανικῆς Εὐρώπης. Τὸ ὅραμα τῆς ἑνωμένης Εὐρώπης πραγματοποιήθηκε, δυστυχῶς ὅμως ἡ Εὐρώπη σήμερα τείνει νὰ ἀρνηθεῖ τὴ χριστιανικὴ καταγωγή της καὶ παρατηρεῖται μία μεγάλη ἀνισότητα ἀνάμεσα στὶς χῶρες τοῦ Βορρᾶ καὶ τοῦ Νότου της.
Ὁ Καποδίστριας μόχθησε ὡσαύτως γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναβάθμιση τῆς νεολαίας. Πίστευε πὼς ἡ ἀνόρθωση τοῦ Γένους συνδεόταν ἄμεσα μὲ τὴ μόρφωση τῶν ἑλληνοπαίδων: «Χωρὶς πίστιν εἰς τὸν Θεόν, ἀγάπην εἰς τὴν Πατρίδα καὶ ἐκμάθησιν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, τὰ ἑλληνόπουλα θὰ χαθοῦν στὶς ξένες χῶρες. Φροντίστε, λοιπόν, νὰ διατηρεῖτε ἄσβεστες στὶς ψυχὲς τῶν μαθητῶν σας αὐτὲς τὶς ὕψιστες ἀξίες», ἔγραφε τότε πρὸς τοὺς διδασκάλους τοῦ ἐξωτερικοῦ. Μὲ τὴ συνεργασία τοῦ λογίου ἀρχιμανδρίτη Ἀνθίμου Γαζῆ ἵδρυσε τὴ «Φιλόμουσον Ἑταιρείαν τῆς Βιέννης», μὲ σκοπὸ τὴ μόρφωση τῶν ἑλληνοπαίδων. Διέθεσε μάλιστα σημαντικὰ ποσὰ γι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπό.
Τὸ 1817 ἐκκλησιαζόταν τακτικὰ τὶς Κυριακὲς στὴν ἑλληνικὴ ἐκκλησία τῆς Μόσχας, ὅπου: «Αἰσθανόταν ἰδιαιτέραν χαράν, ἐπειδὴ εἶχεν τὴν εὐκαιρίαν νὰ ἀκροᾶται καὶ νὰ ἐννοεῖ τὴν γλῶσσαν εἰς τὴν ὁποίαν δεόμεθα», δηλαδὴ τὴν ὡραιοτάτη καὶ συνεκτικὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα, τὴν ὁποία ἐμεῖς σήμερα, δυστυχῶς, τόσο κακοποιοῦμε!
Ὁ ἔξοχος ἄνδρας ἔπραττε πάντα κατὰ συνείδησιν. Ὅταν διεπίστωσε τὴν ἀλλαγὴ πολιτικῆς τοῦ Τσάρου – ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ Μέττερνιχ – πάνω στὸ ἑλληνικὸ ζήτημα, τότε δὲν δίστασε νὰ ὑποβάλει εὐθαρσῶς τὴν παραίτησή του. Μάλιστα τοῦ ὑπενθύμισε τὰ λόγια του κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς ἀναλήψεως τῶν ὑψηλῶν καθηκόντων του: «Μεγαλειότατε, ὁσάκις εὑρεθῶ πρὸ τοῦ τραγικοῦ διλήμματος νὰ ὑποστηρίξω τὰ συμφέροντα τῆς σκλαβωμένης Πατρίδος μου ἢ τὰ συμφέροντα τῆς ἀχανοῦς Αὐτοκρατορίας Σας, δὲν θὰ διστάσω οὔτε στιγμή: θὰ τεθῶ μὲ τὸ μέρος τῆς πατρίδος μου. Εἶμαι Ἕλλην καὶ θὰ μείνω Ἕλλην γιὰ πάντα».
Δὲν δίστασε νὰ θυσιάσει ἀκόμη καὶ τὸν ἁγνὸ ἔρωτά του πρὸς τὴν ἐκλεκτὴ ἑλληνίδα Ρωξάνδρα Στούρτζα, ὅταν ἀπεφάσισε νὰ κατέβει πρὸς ἐκεῖνο τὸ «ἀπέραντο ἐρείπιο», τὴν ἀγαπημένη του Ἑλλάδα, ὕστερα ἀπὸ τὴν πρόσκληση τῆς Γ΄ Ἐθνοσυνελεύσεως τῶν Ἑλλήνων, τὸ 1827.
Ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς «Γλυκοφιλούσας», τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια Τὴν εἰκόνα αὐτὴ ὁ πλήρης πίστεως στὸν Θεό καὶ τὴν Παναγία Μητέρα του Κυβερνήτης, Ἰωάννης Καποδίστριας, εἶχε στὸ δωμάτιό του καί, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἰδιόχειρη ἐπιγραφὴ ποὺ σώζεται ὄπισθεν τῆς εἰκόνας, στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο ἀπευθυνόταν προσευχόμενος ὁ μαρτυρικὸς ἐθνικὸς ἡγέτης κατὰ τὶς ὧρες τῶν περιστάσεων καὶ κινδύνων, ποὺ συναντοῦσε στὴν προσπάθειά του νὰ συστήση καὶ νὰ συγκροτήση, σὺν Θεῷ, ἐκ θεμελίων, τὸ καινούργιο Ἑλληνικὸ Κράτος. Στὸ πίσω μέρος τῆς εἰκόνας ὑπάρχει ἰδιόχειρο ἱκετευτικὸ ἐπίγραμμα τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια: «Γλυκοφιλοῦσα Μαριάμ, τὸν Υἱόν σου αἴτησαι ὑπὲρ ἐμοῦ τοῦ δούλου σου Ἰωάννου, βραβεῦσαι, μετὰ σοφίας κυβερνᾶν τὸν ευσεβῆ λαόν σου καὶ βασιλείας με Αὐτοῦ τυχεῖν δι΄ ἔλεός Του. 1829»
«Ἀγωνιῶ νὰ προγνωρίσω τί θέλω ἀπογίνει καὶ ἂν μοῦ ἔχει ὁρισθεῖ νὰ σηκώσω τὸν οὐρανόθεν ἐπικαταβαίνοντα εἰς ἐμὲ σταυρὸν μὲ τὴν ψῆφον τῆς Συνελεύσεως τῆς Τροιζῆνος… Ἡ κάθοδός μου εἰς τὴν Ἑλλάδα σημαίνει ἄνοδον εἰς τὸν Γολγοθᾶν μου», ἔγραψε τότε πρὸς τὸν ἐκλεκτὸ φίλο του Ἑλβετὸ τραπεζίτη Ἰωάννη Ἐϋνάρδο. Ἀποτελεῖ μοναδικὴ ἴσως περίπτωση πολιτικοῦ ἀνδρός, ὁ ὁποῖος ξεκίνησε τὴ σταδιοδρομία του μὲ τὴν αἴσθηση πὼς δὲν τὸν περίμεναν δόξες, τιμὲς καὶ ὀφέλη, ἀλλὰ σταυρὸς καὶ μαρτύριο! Φαίνεται πὼς ὁ μεγάλος ἄνδρας ὅλα αὐτὰ τὰ εἶχε συνειδητὰ ἀποδεχθεῖ. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο μάλιστα μιμήθηκε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως ἀπεδείχθη ἀπὸ τὴν μετέπειτα πορεία του.
Ἔχω τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐθύνη ὡς ἱερεὺς νὰ διακονῶ ἐδῶ καὶ 33 χρόνια στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Αἰγίνης. Στὶς 12 Ἰανουαρίου 1828 στὸν προαύλιο χῶρο τῆς ἐκκλησίας ἔγινε ἡ πανηγυρικὴ ὑποδοχὴ τοῦ Κυβερνήτη ἀπὸ τὴν – ἑνωμένη πλέον – Βουλή, τὴν Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπὴ καὶ ἕναν ἐνθουσιῶντα – πλὴν καταρημαγμένο – λαό. Μετὰ τὴ Δοξολογία, ἀπὸ τὸ πλατύσκαλο τοῦ ἐξώστη προσεφώνησε τὸν Κυβερνήτη ὁ Θεόφιλος Καΐρης. Ὅπως ὁ ἴδιος ἀπεκάλυψε ἀργότερα, ἡ καρδιά του ράγισε ἀντικρίζοντας τὴ δυστυχία καὶ τὶς ὄψεις τῶν σκελετωμένων παιδιῶν!
Μὲ τὴν ἐγκατάστασή του στὸ Κυβερνεῖο ἄρχισε ἀμέσως τὸ τιτάνιο ἔργο του, ἀπὸ τὸ χάος νὰ δημιουργήσει κράτος.
Ὁ Καποδίστριας ἔστειλε δικούς του ἀνθρώπους καὶ μὲ δικά του χρήματα ἐξαγόρασε σημαντικὸ ἀριθμὸ παιδιῶν ποὺ εἶχαν αἰχμαλωτισθεῖ καὶ μεταφερθεῖ ἀπὸ τὸν Ἰμπραὴμ στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἂς ἀναφερθοῦμε ἐδῶ μόνο στὴν κοινωνικὴ μέριμνα τοῦ Κυβερνήτης, ἡ ὁποία ἐπεκτάθηκε μέχρι καὶ στὴν ἵδρυση Ὑγειονομείων καὶ λοιμοκαθαρτηρίων. Σ᾿ ἕνα τεράστιο κτήριο ἐκτάσεως 4.000 τ.μ., ποὺ ἔκτισε τὸ 1829 στὴν Αἴγινα μὲ τὸν πρωτοεμφανιζόμενο στὴν Ἑλλάδα ρυθμὸ τῆς ἁπλῆς δωρικῆς ἀρχιτεκτονικῆς, λειτούργησε οὐσιαστικὰ ἡ πρώτη Σχολὴ Τεχνικῆς καὶ Ἐπαγγελματικῆς Ἐκπαίδευσης στὴν Ἑλλάδα. Οἱ 500 τρόφιμοι τοῦ ὀρφανοτροφείου, ἀγόρια καὶ κορίτσια, εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ παρακολουθοῦν μαθήματα οἰκοδομικῆς, ξυλουργικῆς, τορνευτικῆς, σιδηρουργικῆς, ὡρολογοποιΐας, ραπτικῆς, ὑποδηματοποιΐας, βιβλιοδετικῆς καὶ τυπογραφίας. Οἱ ἀποφοιτῶντες ἔπαιρναν ἀπὸ τὸ Κράτος ἕνα μικρὸ χρηματικὸ κεφάλαιο γιὰ τὴν ἀγορὰ τῶν ὀργάνων τῆς τέχνης τους, δηλαδὴ ἐδῶ βλέπουμε τὴ λειτουργία τοῦ κράτους προνοίας. Παράλληλα, εὐνοήθηκαν ἡ καλλιέργεια πατάτας, σιταριοῦ καὶ ἡ ἐκτροφὴ μεταξοσκωλήκων. Χορηγήθηκαν καὶ καλλιεργητικὰ δάνεια στὶς κοινότητες γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἐλιᾶς καὶ τῆς σταφίδας. Ὁ Κυβερνήτης ζοῦσε πολὺ ἁπλά. «Ἐμένα μοῦ χρειάζονται 60 λεπτὰ γιὰ νὰ ζήσω», ἔλεγε. Καὶ ὁ Μακρυγιάννης: «Ὁ Κυβερνήτης ἔτρωγε ἐπὶ τέσσερις μέρες μία κότα».
Εἶχε φοβερὰ ἀδυνατίσει. Στὴν παράκληση τοῦ ἰατροῦ του ἡ ἀπάντηση ἦταν: «Τότε μονάχα θὰ βελτιώσω τὴν τροφήν μου, ὅταν θὰ εἶμαι βέβαιος ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα ἑλληνόπουλο ποὺ νὰ πεινάει». Δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν ἀποκαλοῦν «κόμη». Πολὺ καλύτερα ἀποδεχόταν τὸ «μπάρμπα–Γιάννης» τοῦ λαοῦ. Ντυνόταν ἁπλά. Ὁ Νικόλαος Δραγούμης περιγράφει ἐκεῖνο τὸ χαριτωμένο περιστατικὸ ποὺ συνέβη στὴν πρώτη περιοδεία του στὴν Κορινθία, ὅταν τὸν παρεκάλεσε ὁ Κολοκοτρώνης νὰ ἀλλάξει στολή, ἐπειδὴ ὁ λαὸς ζητωκραύγαζε γιὰ Κυβερνήτη του τὸν προπορευόμενο ταχυδρομικὸ διανομέα Καρδαρᾶ «ἐνδεδυμένον βελούδινον χρυσοκέντητον σεγκούνιον». Ἡ στολή ὅμως ποὺ τελικὰ φόρεσε δὲν διέφερε ἀπὸ ἐκείνη τῶν δασονόμων τῆς ἐποχῆς τῆς Ἀντιβασιλείας ἐπὶ Ὄθωνος (κοινῶς τοῦ δραγάτη!). Ὡς ἄνθρωπος, βέβαια, ὁ Καποδίστριας δὲν ἀπέφυγε τὰ λάθη στὰ 55 χρόνια τῆς ζωῆς του. Τὰ ἁγνὰ κίνητρα, ὅμως, ὅπως καὶ οἱ ἀρετές του δίκαια μποροῦν νὰ τὸν χαρακτηρίσουν πρότυπο χριστιανοῦ ἡγέτη ἰδεατό, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι κάλλιστα μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει πρότυπο γιὰ ἄλλους.
Στὴ «Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια» διαβάζουμε: «Κατὰ τὴν πρώτην δοξολογίαν θρόνος τοῦ Καποδίστρια ἦταν ἕνα ἁπλοῦν ξύλινο στασίδι. Αὐτὸ ἐχρησιμοποίει ὅταν τακτικῶς ἐκκλησιάζετο τὰς Κυριακὰς καὶ ἐορτάς». Πρόκειται γιὰ τὸν «θρονίσκον Δεσποτικὸν» κατὰ τὸν Κασομούλη, ποὺ κατεσκεύασε ἡ Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπὴ γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς ὑποδοχῆς του.
Ἱ. Ναὸς Ἁγίου Σπυρίδωνος Ναυπλίου
Μέχρι σήμερα αὐτὸ τὸ κάθισμα βρίσκεται στὴν Ἐκκλησία, ἀπέναντι ἀπὸ τὸ Δεσποτικό, μέσα στὴ «Μεγάλη Ἐκκλησία», κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ ἴδιου τοῦ Καποδίστρια μέσα σὲ κείμενό του, ὅπως στὰ χρόνια τὰ βυζαντινὰ ὁ θρόνος τοῦ Αὐτοκράτορα βρισκόταν ἀπέναντι ἀπὸ τοῦ Πατριάρχη.
Ὁ Καποδίστριας ἤθελε καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ καταδείξει τὴ συνέχεια αὐτῆς τῆς παράδοσης. Σκόπευε, μάλιστα, νὰ ἐφαρμόσει τὸ βυζαντινορωμαϊκὸ δίκαιο, τὸ ὁποῖο ἐξ ἄλλου δὲν ἔπαυσε νὰ ἰσχύει στὸν τόπο κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας μὲ τὴν «Ἑξάβιβλο» τοῦ Ἀρμενοπούλου. «Καθὼς ἀντικρύζει κανεὶς τὸ ἄδειο στασίδι τοῦ Καποδίστρια μέσα στὴ Μητρόπολη, εἶναι εὔλογο νὰ φαντάζεται καὶ νὰ διερωτᾶται: ποιά θὰ ἦταν ἡ μορφὴ τῆς πατρίδας μας σήμερα, ἂν δὲν εἶχε τόσο νωρὶς μεσολαβήσει τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς δολοφονίας του;». Τὸ ἐρώτημα πάντως παραμένει: Σὲ ποιὲς ἀξίες ἄραγε βασίστηκαν οἱ σύγχρονοι πολιτικοί μας, ὥστε νὰ ὁδηγηθεῖ ἡ χώρα στὰ σημερινὰ ἀδιέξοδα; Ἔχω τὴ γνώμη πώς, ἂν δὲν βρεθοῦν ἄνθρωποι ποὺ νὰ διακατέχονται ἀπὸ τὰ ἴδια μὲ τὸν Καποδίστρια ἰδανικά, πολὺ δύσκολα θὰ προκύψει ἡ ἐπιθυμητὴ ἀπ᾿ ὅλους μας ἀνάκαμψη…
Ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Steven Runciman: «Ἂν ὅλοι οἱ λαοὶ, γιὰ νὰ προοδεύσουν, πρέπει νὰ κοιτοῦν μπροστά, οἱ Ἕλληνες πρέπει νὰ στραφοῦν πίσω, στὶς ἀξίες καὶ στὶς παραδόσεις τους».
1. Ἐμ. Γιαννούλη, Ταξίδι στὴν Ἱστορία, Αἴγινα – «Μεγάλη Ἐκκλησία» – Καποδίστριας. Ἀρχὴ Νεοελληνικοῦ Κράτους, ἐκδ. Ἀθ. Σταμούλης, Ἀθήνα 2013, σελ. 156 καὶ ἑπόμενα.
2. Διονυσίου Α. Μαντζουλίνου, Ἰωάννης Καποδίστριας Α΄, ἐκδ. «Ἑστίας», Ἀθῆναι 1990, σελ. 41 καὶ ἑπόμενα.
3. ΦΕΚ τεῦχος 1ο , ἀρ. φύλλου 9/30 Ἰανουαρίου 2012, Προεδρικὸ Διάταγμα ὑπ᾿ ἀριθμ. 7 Προέδρου Δημοκρατίας Καρόλου Παπούλια.
4. Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, ἄρθρο «Αἴγινα», Ἀρ. Καμπάνης, τ. 16, σελ. 766.
5. Ν. Κασομούλη, Στρατιωτικὰ Ἐνθυμήματα, τόμ. Β΄, σελ. 690. «Ἡ Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπὴ ἔστησεν ἕνα θρονίσκον δεσποτικὸν, τὸν ὁποῖον ἐστόλισεν μὲ μυρσίνας καὶ δάφνας».
6. Ἐμ. Γιαννούλη, Ἡ «Μεγάλη Ἐκκλησία», ὁ Μητροπολιτικὸς Ναὸς στὴν Αἴγινα, ἔκδοση ἔτους 1996, σελ. 106 καὶ ἑπόμενα (ἐξαντλημένο).
7. Ὀπισθόφυλλο τοῦ ἰδίου βιβλίου, ὡς ἄνω.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Τό κείμενο, πού ἀκολουθεῖ, ἀποτελεῖ μετάφραση ὑπό Ἁγιορειτῶν Πατέρων ἀπό τό πρωτότυπο γαλλικό κείμενο, πού βρίσκεται στή βιβλιοθήκη τῆς Ἑταιρείας Μακεδονικῶν Σπουδῶν Θεσσαλονίκης.
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΠΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΠΟΔΟΥΛΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΓΕΝΟΣ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΒΕΛΤΙΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΕΠΡΩΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Κέρκυρα 6/18 Ἀπριλίου 1819
Τέκνα τῆς Ἁγίας Μητέρας μας Ἐκκλησίας,
Εἴμαστε ὅλοι ἀδέλφια˙ συνδεδεμένοι μέ κοινές δυστυχίες, ὁδηγηθήκαμε ὅλοι στό νά βοηθοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον˙ φωτισμένοι ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν λαθῶν μας, σπουδασμένοι ἀπό ἐδῶ καί πέρα στό σχολεῖο τῶν συμφορῶν, οἱ ὁποῖες προέκυψαν ἀπό αὐτά καί οἱ ὁποῖες μᾶς καταθλίβουν, φτάσαμε ἤδη σέ ἕναν ὁρισμένο βαθμό ὡριμότητας, διότι ὅλοι μας εἴμαστε ἐξίσου ἐντυπωσιασμένοι ἀπό μία πεποίθηση˙ ὅτι δηλαδή ὀφείλουμε νά βοηθᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, χωρίς ὅμως νά παρεκκλίνουμε καθόλου ἀπό τίς ἀρχές τίς καθιερωμένες ἀπό τήν ἠθική αὐτῆς τῆς ἁγίας θρησκείας, στή μόνην πού ὀφείλουμε νά συγκροτήσουμε ἕνα ἔθνος, νά ὑποφέρουμε ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πεποιθήσεως, νά συλλάβουμε τό βαθύ νόημα τῶν δεινῶν μας καί νά αἰσθανθοῦμε τήν ἀνάγκη νά ἀπαλλαγοῦμε γιά πάντα ἀπό αὐτά.
Ἡ πορεία, πού ἀκολουθοῦμε ἐδῶ καί μερικά χρόνια, μέ την προοπτική νά ἐπιτύχουμε αὐτόν τόν σκοπό, εἶναι χωρίς ἀντίρρηση ἡ ἀληθινή. Ἔχει ὡς ὁδηγό τίς ἀρχές τοῦ Εὐαγγελίου καί εἶναι μέσα στή φύση τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων.
Κάνουμε τό καλό στούς συμπατριῶτες μας χάριν μόνον τῆς ἀγάπης τοῦ καλοῦ καί χωρίς ὁποιοδήποτε ἄλλο συμφέρον˙ μέ αὐτό βελτιώνουμε τήν σημερινή ζωή τους καί τούς προετοιμάζουμε ἔτσι γιά τά μεγάλα πλεονεκτήματα ἑνός ἠθικοῦ καί χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ˙ δέν ἀναμιγνυόμεθα καθόλου στήν δημιουργία αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ πάνω στίς βάσεις ἑνός αὐθαίρετου συστήματος ἤ ἑνός τέτοιου, πού θά τό ὑπαγόρευαν οἱ περιστάσεις, ἀλλά ἀφήνουμε αὐτό τό μεγάλο ἔργο στήν Θεία Πρόνοια, ἡ ὁποία μόνη εἶναι ὁ διαιτητής τῶν ἐθνῶν.
Τέτοιες εἶναι γενικά οἱ ὁδηγίες, πού ἀκολουθοῦν οἱ Ἕλληνες, καλεσμένοι ἀπό τήν ἀφοσίωσή τους στήν ὑπηρεσία τῆς πατρίδος μας˙ οἱ μέν ἐργαζόμενοι οἱ ἴδιοι γιά τήν καλύτερη ἐκπαίδευση τῶν παιδιῶν τους, οἱ δέ εὐνοώντας μέ εὐγενεῖς θυσίες τίς φιλολογικές προθέσεις ἀνάμεσά μας καί στηρίζοντας μέ τά μέσα τούς φτωχότερους ἀνάμεσα στούς νέους Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι φοιτοῦν στίς εὐρωπαϊκές ἀκαδημίες.
Ἡ φιλολογική ἐκπαίδευση δέν εἶναι ὡστόσο ἡ μόνη, πού ἔχουμε ἀνάγκη· ἡ πατρίδα ἀπαιτεῖ μία ἄλλη. Πρόκειται γιά τήν ἠθική.
Ἡ ἠθική ἐκπαίδευση ὀφείλει νά ἔχει σάν σκοπό ἀφενός μέν νά προβάλει τούς ἀνθρώπους, πού εἶναι ἄξιοι σεβασμοῦ καί ἐμπιστοσύνης ἐκ μέρους τοῦ ἔθνους, ἀφετέρου δέ νά συνηθίσει σταδιακά τό ἔθνος νά σέβεται, νά ἀκούει καί νά πιστεύει αὐτούς τούς ἀνθρώπους.
Ἐάν οἱ ἐποχές, ὅπου τά πάντα ὑπόσχονταν στήν πατρίδα μας τό πιό ἀξιοπρεπές καί εὐτυχισμένο μέλλον, πέρασαν, παίρνοντας μαζί τους τίς καλύτερές μας ἐλπίδες, αὐτό ὀφείλεται στό ὅτι οἱ ἄνθρωποι, ἀπό τούς ὁποίους αὐτή ἡ πατρίδα ἐπρόκειτο νά ἀποτελεῖται, δέν ἦταν ἀκόμη φτιαγμένοι οὔτε νά ἀκοῦνε τήν σεβάσμια φωνή τῆς ἀλήθειας οὔτε νά εἰσακούονται ἀπό τήν μάζα τῶν συμπολιτῶν μας : Λίγα φῶτα, καμία ἐμπειρία, καθόλου χρήση τοῦ κόσμου καί λιγότερα ἀκόμη ἤθη ἀποτελοῦσαν ὅλη τήν κληρονομιά μας ἐκείνων τῶν ἐποχῶν. Ζοῦμε δύσκολα σ’ αὐτήν τήν φτώχεια τῶν μέσων, ὅταν βρισκόμαστε ἐν μέσῳ μιᾶς καταστάσεως συνηθισμένων πραγμάτων. Πῶς, λοιπόν, νά ἀπαιτήσουμε νά βγοῦμε ἀπό αὐτήν ἤ νά δημιουργήσουμε μία καλύτερη;
Ὁ ἄνθρωπος, πού μόλις ἀποτίναξε τόν ζυγό, μπορεῖ νά φέρει γρήγορα τό πνεῦμα του σέ φιλελεύθερες ἀντιλήψεις, ἀλλά, γιά νά ἐφαρμόσει αὐτές τίς ἰδέες, χρειάζονται περισσότερα, χρειάζεται ἡ καρδιά αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι προικισμένη μέ φωτισμένη καλοσύνη, τέτοια ὅπως ἐκείνη, πού διδαχθήκαμε ἀπό τό Εὐαγγέλιο : ἔξω ἀπό αὐτό τίποτα τό πραγματικό καλό.
Οἱ Φιλελεύθερες ἀντιλήψεις ἤ παραμένουν στόν κόσμο τῶν ἀφηρημένων ἐννοιῶν, ὁπότε μένουν χωρίς ἀποτέλεσμα, ἤ γίνονται τό μέσο τῆς φιλοδοξίας καί τοῦ προσωπικοῦ συμφέροντος, ὁπότε χάνουν ὅλα τους τά θέλγητρα : ἀντί νά γίνουν ἀγαπητές, γίνονται ἀπεχθεῖς στό λαό : ὁ πολιτισμός του δέν μπορεῖ νά προχωρήσει˙ ὀπισθοχωρεῖ.
Ἄς συνειδητοποιήσουμε τίμια τά γεγονότα, πού καλύπτουν τό ἤμιση τοῦ αἰώνα μας˙ ἄς κατέβουμε μέ περισυλλογή στό βάθος τῶν συνειδήσεών μας˙ ἄς διερευνήσουμε αὐτές τῶν συμπατριωτῶν μας, οἱ ὁποῖοι βρέθηκαν σέ θέση νά μᾶς παράσχουν κάποια ὑπηρεσία καί ἔχασαν τίς ὡραῖες καί μεγάλες εὐκαιρίες νά ἐξοφληθοῦν γι’ αὐτήν, καί θά εἴμαστε βαθειά πεπεισμένοι ὅτι μέ λιγότερη ἄγνοια ἀφ’ἑνός καί λιγότερη ἔλλειψη ἠθικοῦ χαρακτῆρος ἀφ’ἑτέρου, οἱ πιό διακεκριμένοι ἄνθρωποι μεταξύ τῶν πατέρων μας, εὐνοημένοι ἀπό τίς περιστάσεις τῶν καιρῶν τους, θά μᾶς εἶχαν κληροδοτήσει πεπρωμένα λιγότερο προβληματικά καί τήν σταδιακή βελτίωση τῆς τύχης μας.
Αὐτή ἡ βελτίωση ὡστόσο ἀρχίζει˙ τό κυριότερο στοιχεῖο της ἔγκειται στήν ἀπήχηση, πού εἶχαν ἀνάμεσά μας ἐδῶ καί μερικά χρόνια οἱ ἀλήθειες, πού μόλις περιγράψαμε. Πρέπει τώρα νά καλλιεργήσουμε μέ συνέχεια καί σοφία αὐτή τήν εὐτυχή τάση τῶν συμπατριωτῶν μας καί νά τή φέρουμε σταδιακά σέ ἱκανοποιητικά ἀποτελέσματα.
Ἕνα ἀπό τά μέσα, πού παρουσιάζεται, γιά νά ποῦμε ἔτσι αὐθόρμητα στό πνεῦμα, εἶναι νά ἑνώσουμε σ’ αὐτό τό μεγάλο ἔργο τίς προσπάθειες τῶν πιό φωτισμένων καί τῶν πιό ὑγιῶς σκεπτομένων ἀνάμεσα στούς Ἕλληνες. Αὐτή ἡ ἕνωση φαίνεται νά ὑπάρχει˙ εἶναι τόσο στό γράμμα ὅσο καί στό πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς ἀδελφότητος. Ὅποιος καί νά εἶναι ὁ κοσμικός χαρακτήρας, μέ τόν ὁποῖο μπορεῖ κανείς νά θελήσει νά τήν ἐπενδύσει, εἶναι ἐπιθυμητό αὐτή ἡ ἕνωση νά μήν παρεκκλίνει καθόλου ἀπό τό σκοπό, τόν ὁποῖο δηλώσαμε πιό πάνω, καί πάνω στόν ὁποῖο εἶναι σπουδαῖο ἀκόμη νά ἑστιάσουμε τήν προσοχή.
Τό ἐπαναλαμβάνουμε˙ οἱ Ἕλληνες ὀφείλουν νά ἀσχοληθοῦν μοναδικά καί ἀποκλειστικά μέ τήν ἠθική καί φιλολογική ἐκπαίδευση τῆς Ἑλλάδος˙ κάθε ἄλλο ἀντικείμενο ἀσχολίας εἶναι μάταιο˙ κάθε ἄλλη ἐργασία εἶναι ἐπικίνδυνη.
Τό σημεῖο ἀφετηρίας, ὅπως καί τό κέντρο τῆς ἠθικῆς ἐκπαιδεύσεως, δέν μπορεῖ νά εἶναι παρά ἡ μόρφωση τοῦ κλήρου˙ ὁ δικός μας δέν εἶναι καθόλου μορφωμένος ἐλλείψει μέσων˙ παρέχοντάς του τα, θά ἐκπληρώσει ἕνα ὡραῖο καθῆκον. Περιορίζουμε αὐτά τά μέσα στά ἀκόλουθα :
1. Νά ἐφοδιάσουμε τίς κυριότερες ἐπισκοπές μέ τούς πιό μορφωμένους καί ὑποδειγματικούς ἐπισκόπους καί μητροπολίτες ὡς πρός τήν καθαρότητα τῶν ἠθῶν τους.
2. Νά ὑποχρεώσουμε αὐτούς τούς ἀρχιερεῖς ἔμμεσα νά εὐνοοῦν στήν δικαιοδοσία τους τήν πρόοδο τῶν δημοσίων σχολείων˙ σάν δεῖγμα ἐλεημοσύνης θά μπορούσαμε νά τούς παρέχουμε τά χρηματικά μέσα.
3.Νά τούς ἀποδείξουμε τή μείζονα σημασία τῆς ὑπηρεσίας, τήν ὁποία θά μποροῦσαν νά προσφέρουν στήν πατρίδα, ἀπονέμοντας στίς ἀντίστοιχες δικαιοδοσίες τους τήν δικαιοσύνη μέ μία σχολαστική αὐστηρότητα καί μία ἀκατάβλητη ἀνιδιοτέλεια.
Τό τεράστιο κύρος τῆς Ἐκκλησίας, ἐνισχυμένο μέ αὐτό τόν τρόπο, θά καταστεῖ ὁ φύλακας τοῦ ἔθνους. Θά εἶναι ἡ μόνη, μόνο αὐτή ἴσως ἡ κοιτίδα τοῦ μέλλοντός του. Ἐάν θά θέλαμε νά ἀναπτύξουμε αὐτή τήν ἰδέα, θά ἦταν εὔκολο νά ἀποδείξουμε μέχρι πασιφανείας ὅτι ἀπό τήν ὑπόληψη, μέ τήν ὁποία περιβάλλει κανείς τόν κλῆρο καί ἀπό τή σωστική ἐπιρροή, πού αὐτός ἀσκεῖ στίς ἐσωτερικές σχέσεις κάθε ἐπισκοπῆς, θά θεμελιώσουμε πάνω στίς σημερινές βάσεις τήν ἀναγέννηση τοῦ ἔθνους, καί θά ἔχουμε, γιά νά ποῦμε ἔτσι, στό χέρι τό νῆμα, μέ τό ὁποῖο συνδέεται αὐτό τό μεγάλο γεγονός.
Εἶναι περιττό νά παρατηρήσουμε ἐδῶ ὅτι στήν παροῦσα κατάσταση τῶν πραγμάτων μέ αὐτό μόνο τό μέσο μποροῦμε νά εὐνοήσουμε ἀφ’ ἑνός τήν ἄνοδο τῶν ἀνθρώπων, πού ὀφείλουν νά εἰσακούονται, καί νά διατηρήσουμε ἀφ’ ἑτέρου τόν σεβασμό καί τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ ἀπέναντι στούς τελευταίους.
Ὅποια καί νά εἶναι ἡ τύχη τῶν γεγονότων, εἴτε ἡ σημερινή κατάσταση τῆς πατρίδος μας ἔχει νά διατηρηθεῖ ἀμετάβλητη γιά πολλά χρόνια, εἴτε ἡ Ἑλλάδα ἔχει νά ὑποστεῖ μία κρίση, εἶναι πάντοτε ὑψίστης σημασίας :
1. Τό Ἔθνος νά εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀφοσιωμένο στήν Ἐκκλησία του καί ἑπομένως ὁ λαός κάθε περιοχῆς νά φέρεται φυσικά στό νά ἀναγνωρίζει καί νά λατρεύει τούς ἀρχηγούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐργαστεῖ περισσότερο γιά τήν εὐτυχία του.
2. Οἱ ποιμένες νά εἶναι, ὅσο αὐτό εἶναι ἐφικτό, τά ὄργανα αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἀποτελέσματος.
3. Ἡ δημόσια ἐκπαίδευση νά εἶναι ταυτόσημη μέ αὐτή τοῦ κλήρου καί ἡ μία νά μήν μπορεῖ ποτέ νά ἀποσπασθεῖ ἀπό τήν ἄλλη, πολύ δέ περισσότερο νά βρίσκονται σέ διάσταση.
Εὐνοώντας τήν ἐκπαίδευση τῆς νεολαίας καί ἕλκοντας ἐπιμελῶς ἀπό τούς κόλπους τῶν οἰκογενειῶν τους μορφωμένους ἀνθρώπους στίς σχολές τῶν πανεπιστημίων καί τοῦ κόσμου, πρέπει νά φροντίσουμε πολύ νά μήν τούς ἐπιτρέψουμε καθόλου νά ἔρθουν σέ ἀντιπαράθεση μέ τήν Ἐκκλησία.
Αὐτή ἐδῶ εἶναι μία μεγάλη ὑπηρεσία, τήν ὁποία οἱ Ἕλληνες, ἀπολαμβάνοντας κάποια ἀξιοπιστία, μποροῦν καί ὀφείλουν νά προσφέρουν στήν πατρίδα τους. Αὐτό θά τό πετύχουν, μετριάζοντας μέ τήν ἐπιρροή τους τίς ἀξιώσεις τῶν σοφῶν καί ἐξουδετερώνοντας τίς προλήψεις, μέ τίς ὁποῖες ἡ ἄγνοια ἀγαπᾶ νά περιβάλλεται.
Εἴπαμε ὅτι εἶναι μεγίστης σημασίας νά τοποθετήσουμε στίς μεγάλες ἐπισκοπές ἀρχιερεῖς φωτισμένους καί σεβαστούς ἕνεκα τῆς καθαρότητας τῶν ἠθῶν τους.
Τό δεύτερο μέρος τῆς ἠθικῆς ἐκπαιδεύσεως ὀφείλει νά ἔχει σάν ἀντικείμενο τήν ἐκπαίδευση τῶν ἀνθρώπων στίς ὑποθέσεις τῶν χωρῶν τους. Τό καλύτερο σχολεῖο γιά μᾶς εἶναι αὐτό, πού μᾶς προσφέρουν οἱ χριστιανικοί λαοί τῆς θρησκείας μας καί οἱ ἐλεύθεροι λαοί. Εἶναι στή Ρωσία, ὅπου μποροῦμε νά δοῦμε πῶς ἀπό τήν Ἐκκλησία προέρχεται ἡ ἐθνική εὐημερία καί ἡ πρόοδος τοῦ πολιτισμοῦ. Εἶναι στήν Ἑλβετία, στήν Ἀγγλία καί στήν Ἀμερική, ὅπου μποροῦμε νά μάθουμε ἀπό τήν ἕλξη τοῦ παραδείγματος τήν ἐπιστήμη καί τήν τέχνη τῆς ἐλευθερίας.
Ἡ ἐλευθερία εἶναι μία ἐπιστήμη, διότι βασίζεται σέ ἀρχές˙ εἶναι μία τέχνη, διότι τό πιό ὑψηλό δόγμα δέν ἀξίζει μία καλή δράση, καί διότι στίς ὑποθέσεις τά πάντα εἶναι δράση. Πρέπει, λοιπόν, νά βρισκόμαστε ἐν μέσῳ ἐλευθέρων ἀνθρώπων, γιά νά μάθουμε νά εἴμαστε ἐλεύθεροι καί θεωρητικά καί πρακτικά. Πρέπει νά ζήσουμε ἕνα χρονικό διάστημα ἐν μέσῳ ἑνός ἔθνους ἰδιαίτερα χριστιανικοῦ καί θρησκευτικοῦ καί συνεπῶς εὐημερεύοντος, γιά νά μάθουμε νά εἴμαστε θρησκευόμενοι τόσο μέ τό συναίσθημα ὅσο καί μέ τήν πειθαρχία.
Οἱ σημαίνοντες ἄνθρωποι τῆς πατρίδος μας θά ὄφειλαν, λοιπόν, νά μήν χάσουν καθόλου ἀπό τά μάτια τους αὐτές τίς παρατηρήσεις καί υἱοθετώντας τες νά φροντίσουν, ὥστε κάποιοι νέοι μεταξύ τῶν δικῶν μας νά λάβουν μιά καλή μόρφωση στή Ρωσία, στήν Ἑλβετία, στήν Ἀγγλία καί στήν Ἀμερική.
Τό ἐμπόριο τούς προσφέρει μία πολύ εὐνοϊκή εὐκαιρία. Ἀνάμεσα σ’ αὐτούς τούς νέους, θά μπορούσαμε νά διαλέξουμε αὐτούς, πού δίνουν τίς μεγαλύτερες ἐλπίδες, τόσο μέ τά χαρίσματά τους, ὅσο καί μέ τά ἤθη τους, καί νά τούς κάνουμε νά ταξιδέψουν κάποιο χρονικό διάστημα στίς χῶρες, πού μόλις ἀναφέραμε. Ἀφοῦ μορφωθοῦν σ’ αὐτά τά μεγάλα σχολεῖα, θά πρέπει νά τούς κάνουμε νά ἐπιστρέψουν στήν πατρίδα τους καί νά τούς δώσουμε ἐργασία, εἴτε παρέχοντάς τους δημόσιες φροντίδες, εἴτε ἐκφράζοντάς τους ἐμπιστοσύνη.
Τό μεγαλύτερο μέρος τῶν Ἑλλήνων, πού διακρίθηκαν στό ἐξωτερικό, ἐπιστρέφοντας στίς ἑστίες τους, βρίσκονται ἐκτοπισμένοι καί χωρίς ἔργο. Πληγέντες ἀπό τήν πλήξη καί τήν ἀνυποληψία ἀδημονοῦν˙ ψάχνουν ἀλλοῦ τή ζωή, πού δέν μποροῦν νά βροῦν στή χώρα τους˙ τήν ἐγκαταλείπουν˙ εἶναι χαμένοι γιά την πατρίδα.
Τό σημαντικό εἶναι νά τούς διατηρήσουμε καί νά τούς κάνουμε νά ἐργαστοῦν γι’ αὐτήν. Αὐτό τό θέμα, πού θεωρητικά φαίνεται νά ἔχει μιά τεράστια δυσκολία, εἶναι εὔκολο ἀπό τή στιγμή, πού τό ἐξετάζει κανείς πρακτικά : ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρίς κάποιο ἐνδιαφέρον˙ ἡ μεγάλη τέχνη ἔγκειται στό νά τόν κάνουμε νά βρεῖ κάποιο ἐνδιαφέρον καί νά ἑνώσουμε αὐτό τό ἐνδιαφέρον μέ τό ἐνδιαφέρον ὅλων.
Ὅμως, δέν ὑπάρχει χωριό, πού νά μήν προσφέρει μία πληθώρα ἐνδιαφερόντων, κυρίως γιά ἀνθρώπους, πού εἶναι προικισμένοι μέ μία μεγάλη εὐαισθησία καί πολύ φαντασία καί ὅταν ἡ ἐθνική ἱστορία μπορεῖ νά συγκινήσει τή μία καί νά θρέψει τήν ἄλλη.
Ἀσχολούμενοι μέ ἕνα μέρος τῆς ὑπηρεσίας της πατρίδος μας, οἱ καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι μποροῦν νά τῆς φανοῦν πολύ χρήσιμοι, εἴτε εὐνοώντας τήν πολιτική, γιά νά ποῦμε ἔτσι, ἐκπαίδευση τῶν νέων μέ μεγάλες ἐλπίδες, εἴτε χρησιμοποιώντας αὐτούς, οἱ ὁποῖοι θά τίς ἔχουν πραγματοποιήσει μέ τίς ἐπιτυχίες τους, κατά τήν διάρκεια τῶν ταξιδιῶν τους στό ἐξωτερικό.
Αὐτοί οἱ δύο κλάδοι τῆς ἐθνικῆς ὑπηρεσίας ἀπαιτοῦν ἕνα σημεῖο ἐπαφῆς, ἕνα κοινό κέντρο ἀπό ὅπου ἀναχωροῦν. Αὐτοί, πού μποροῦν νά γίνουν τό κέντρο, εἶναι οἱ φωτισμένοι ἄνθρωποι καλῆς προαιρέσεως καί εἰλικρινά χριστιανοί ἀνάμεσά μας. Δίδοντας συνεχῶς μέ ὅλες μας τίς προσπάθειες αὐτή τήν εὐθεία καί ἠθική κατεύθυνση, δέν θά παραμελήσουμε κανένα καθῆκον, πού ὁ καθένας ἀπό μᾶς ἔχει ἀναλάβει ἀπέναντι στήν τάξη, πού ὑπάρχει στή χώρα, ὅπου βρίσκονται οἱ ἑστίες του καί ὁ τάφος τῶν πατέρων του, καί συγχρόνως ἐκπληρώνουμε ἔντιμα καί μέ ἀξιοπρέπεια ὅλα τά καθήκοντα, πού μᾶς ἐπιβάλλει ἡ ἁγία μας θρησκεία.
Αὐτή μᾶς ἐντέλλεται τήν ἀγάπη πρός τούς ὁμοίους μας καί κατά μείζονα λόγο πρός τούς συμπατριῶτες μας.
Τήν ἡμέρα, πού θά βγοῦμε ἀπό αὐτή τήν γραμμή, ὅταν θά ἀσπασθοῦμε ἕνα διαφορετικό δόγμα, οἱ θυσίες μας θά αὐξήσουν τίς συμφορές τῆς πατρίδος μας.
Δέν θά πρόκειται πλέον γιά τό κοινό καλό˙ θά εἶναι ἡ φιλοδοξία καί ἡ κενοδοξία ὁρισμένων ἀτόμων, τά ὁποία θά κληθοῦν νά ὑπηρετήσουν τά συμφέροντα τῆς γενέτειρας γῆς μας.
Ἐλπίζουμε νά προφυλαχθοῦμε ἀπό αὐτόν τόν μεγάλο κίνδυνο˙ οἱ συνέπειες τῶν λαθῶν μας βαραίνουν ἀκόμη πάνω ἀπό τά κεφάλια μας.
“Όταν μου πειράζουν την πατρίδα μου και θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα ‘νεργήσω κι’ ό,τι θέλουν ας μου κάμουν”.
“Έβλεπε κάθε τίμιος άνθρωπος την άχλια κατάστασιν της πατρίδος του, έβλεπα κι’ εγώ ο μικρότερος όλα μας τα πράματα παραλυμένα από την Κυβέρνησιν κι’ απ’ ούλες της αρχές, όξω εις το Κράτος κλεψές κι’ άλλες ακαταστασίες.
“Αν μας έλεγε κανένας αυτείνη την λευτεριά όπου θα γευόμαστε, θα περικαλούσαμε τον Θεόν να μας αφήση …………εις τους Τούρκους άλλα τόσα χρόνια, όσο να γνωρίσουν οι άνθρωποι τι θα ειπή πατρίδα, τι θα ειπή θρησκεία, τι θα ειπή φιλοτιμία, αρετή και τιμιότη.
Αυτά λείπουν απ’ όλους εμάς, στρατιωτικούς και πολιτικούς. Τις πρόσοδες της πατρίδας της κλέβομεν, από υποστατικά δεν της αφήσαμε τίποτας, σε ‘πηρεσίαν να μπούμεν, ένα βάνομεν εις το ταμείον, δέκα κλέβομεν.
Αγοράζομεν πρόσοδες, της τρώμεν όλες. Χρωστούν εις το ταμείον δεκαοχτώ ‘κατομμύρια ο ένας κι’ ο άλλος… Τέτοιοι μπαίνουν εις τα πράματα και τέτοιους συντρόφους βάνουν. “Δύσκολο είναι ο τίμιος άνθρωπος να κάνη τα χρέη του πατριωτικώς.
“΄Οσοι έχουν την τύχη μας σήμερον εις τα χέρια τους, όσοι μας κυβερνούν, μεγάλοι και μικροί, και υπουργοί και βουλευταί, το ’χουν σε τιμή, το ’χουν σε ικανότη το να τους ειπής ότι έκλεψαν, ότι πρόδωσαν, ότι ήφεραν τόσα κακά εις την πατρίδα. Είναι άξιοι άνθρωποι και τιμώνται και βραβεύονται.
“΄Οσοι είναι τίμιοι κατατρέχονται ως ανάξιοι της κοινωνίας και της πολιτείας.“Αυτά δεν τα λέγω εγώ μοναχός, τα λέγει όλο το κοινό και οι ‘φημερίδες. “…ένα πράμα μόνον με παρακίνησε κ’ εμένα να γράψω, ότι τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι’ όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος.
Ξέρετε πότε να λέγη ο καθείς «εγώ»;
Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’ όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φτειάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί.
΄Εγραψα γυμνή την αλήθεια, να ειδούνε όλοι οι ΄Ελληνες ν’ αγωνίζονται διά την πατρίδα τους, διά την θρησκεία τους, να ιδούνε και τα παιδιά μου και να λένε: «΄Εχομεν αγώνες πατρικούς, έχομεν θυσίες», αν είναι αγώνες και θυσίες. Και να μπαίνουν σε φιλοτιμίαν και να εργάζωνται εις το καλό της πατρίδας τους, της θρησκείας τους και της κοινωνίας.
΄Ότι θα είναι καλά δικά τους. Όχι όμως να φαντάζωνται για τα κατορθώματα τα πατρικά, όχι να πορνεύουν την αρετή και να καταπατούν τον νόμον και να ’χουν την επιρροή για ικανότη.
“Επειδή τις ολοένα λέγω κατάχρησες, μη στοχάζεστε ότι έχω πάθος εις τους ανθρώπους. Ψάξετε τις ‘φημερίδες, τηράτε και τα πραχτικά των Βουλών, μ’ όλον οπού ’ναι τέτοιες Βουλές όπου ‘περασπίζονται την κλεψιά και ‘διοτέλεια και πολεμούνε την δικαιοσύνη, και μ’ όλον αυτό θα ιδήτε αν αληθινά είναι αυτά όπου σημειώνω.
Είπα σε πολλά μέρη, λέγω και τώρα, εγώ τα ’γραψα αυτά όλα κι’ όποιος απ’ όσους μιλώ προσωπικώς στοχάζεται ότι τον αδικώ και είναι κακία μου κι’ όχι αλήθεια, έχει το ελεύτερον να γράψη κι’ αναντίον μου ό,τι λάθη έκαμα εις τον αγώνα της πατρίδος, όχι όμως παθητικώς, αλλά συντροφεμένος με την αλήθεια, με την παρατήρησιν.
» Όμως δεν έχει κανένας το δικαίωμα να γράψη ούτε υπέρ μου, ούτε κατά αν δεν διαβάση πρώτα όλο τούτο αρχή και τέλος κι’ όλα μου τα’ αποδειχτικά και τα χαρτιά μου – και τότε ας γράψη ό,τι ο Θεός τον φωτίση. Κι’ όταν τα διαβάση, τότε ας κάμη την παρατήρησή του, όχι πρωτύτερα. Κ’ εγώ έκαμα λάθη και κάνω, άνθρωπος είμαι. Και πρέπει να γράφωνται και τα καλά μας και τα κακά μας. ”
Απομνημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη-Β’ Τόμος, σελ. 211-229-236-251-2-3
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
«Η ζωή, οι αγώνες και το εγκώμιο του πρώτου Εθνικού Κυβερνήτη της Ελλάδας»
-Παρουσίαση Ντοκιμαντέρ (σύνθεση αποσπασμάτων)
Μιλούν:
– Δρ. Δημήτριος Γ. Μεταλληνός, Διδάσκων Ιονίου Πανεπιστημίου
– Μαρία Παπαευσταθίου, Σύμβουλος Φιλολόγων Ν. Θεσπρωτίας
–
ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑ
Πνευματικό Κέντρο «Πάνθεον»
Δευτέρα, 22 Ιουνίου 2015 και Ώρα 20:00
–
Μετά το τέλος της εκδήλωσης θα διανεμηθεί δωρεάν η κασετίνα με τους οπτικοακουστικούς δίσκους του ντοκιμαντέρ
–
-Είσοδος Ελεύθερη-
–
ΣΥΝΔΙΟΡΓΑΝΩΤΕΣ
-ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
-Ι. ΜΟΝΗ ΓΗΡΟΜΕΡΙΟΥ
-ΑΧΕΛΩΟΣ TV
-ΔΗΜΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑΣ
Ο «Αχελώος Tv» και το σωματείο «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» παρουσιάζει «τη ζωή, τους αγώνες και το εγκώμιο του πρώτου εθνικού κυβερνήτη της Ελλάδας».
Μετά από επίπονη έρευνα και τηλεοπτικά «γυρίσματα» τριών ετών το σωματείο «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» (ΕΡΩ) και ο «Αχελώος Tv» παρουσιάζουν το ντοκιμαντέρ για την ζωή του Ιωάννη Καποδίστρια. Τον εξ απορρήτων σύμβουλο και υπουργό του αυτοκράτορα της Ρωσίας Αλεξάνδρου Α’ και μετέπειτα πρώτο Κυβερνήτη της Ανεξάρτητης Ελλάδας που έχει χαρακτηριστεί από Έλληνες και ξένους κορυφαίους ιστορικούς και πολιτικούς ως: πρωτοστάτης της ελληνικής παλιγγενεσίας, ασκητής της πολιτικής, αγωνιστής της Ορθοδοξίας, μάρτυρας της Ρωμιοσύνης, κορυφαίος των Ελλήνων, μεγάλος αρχιτέκτονας της πανευρωπαϊκής ειρήνης και μεταρρυθμιστής της Γαλλίας και Ελβετίας. Ομάδα επιστημόνων σε συνεργασία με ειδικό τηλεοπτικό-κινηματογραφικό συνεργείο ακολούθησε πιστά σε Ελλάδα, Ελβετία, Ιταλία, Ρωσία και Αυστρία τα βήματα του Ιωάννη Καποδίστρια και τον διπλωματικό του αγώνα για την θεμελίωση του Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους.
Η σπονδυλωτή οπτικοακουστική παραγωγή χωρίζεται σε επτά ξεχωριστές θεματικές ενότητες – επεισόδια και αποτελεί την ιστορική καταγραφή της ζωής, του έργου και της δράσης του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας. Το πρωτογενές υλικό του ντοκιμαντέρ αποτελείται από κινηματογραφικά πλάνα, αρχειακό οπτικοακουστικό υλικό και συνεντεύξεις επιστημόνων οι οποίοι μελετούν το έργο του Ιωάννη Καποδίστρια. Η μουσική επένδυση αποτελείται από κομμάτια του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη Σταμάτη Σπανουδάκη ενώ το έργο αφηγείται ο ηθοποιός Κώστας Καστανάς.
Το έργο αποτελεί μια σειρά ντοκιμαντέρ που ακολουθεί και επιχειρεί να αναδείξει την ζωή και την προσφορά όλων των ιστορικών προσωπικοτήτων που άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στο Έθνος.
Εμπνευστής και πρωτεργάτης της ιστορικής και πολιτιστικής παραγωγής στη μνήμη του οποίου αφιερώνεται και η πρώτη επίσημη παρουσίαση της είναι ο αείμνηστος Πρόεδρος της τηλεόρασης του Αχελώου Γεώργιος Μπόκας. Υπό την δική του καθοδήγηση το σύνολο του έργου επιχειρεί να αναδείξει τις ανθρωπιστικές αξίες, το πατριωτικό πνεύμα και την ανιδιοτελή προσφορά όλων των μεγάλων Ελλήνων που θεμελίωσαν το Ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος στην βάση των αρχέγονων, ανθρωπιστικών, πατριωτικών και θρησκευτικών αξιών. Πρόκειται για τις ίδιες αξίες πάνω στις οποίες μπορούμε να χτίσουμε και σήμερα ένα πιο βέβαιο μέλλον.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...