
Το βιβλίο της Άμπυ Τζόνσον (Abby Johnson), με τίτλο: «Οι Τοίχοι μιλούν: Τέως υπάλληλοι κλινικών εκτρώσεων διηγούνται τις ιστορίες τους», συγκεντρώνει μαρτυρίες από «πρώτο χέρι», από υπαλλήλους που εργάζονταν σε κλινικές εκτρώσεων. Οι ιστορίες ποικίλλουν στη θεματολογία τους, αλλά κάθε μία από αυτές είναι μία ανάμνηση από υπαλλήλους των εκτρώσεων, που δεν μπόρεσε να τις αποχωριστεί ακόμα και όταν έφυγε.
Μία από αυτές τις ιστορίες, έχει τίτλο: «Τακτικοί Ταξιδιώτες» ( σ.μ. λογοπαίγνιο από τις λέξεις Frequent Flyers, που εννοούν τους ταξιδιώτες που χρησιμοποιούν σε τακτική βάση αεροπλάνα για τις μετακινήσεις τους και επιβραβεύονται από τις αεροπορικές εταιρείες με διάφορα προνόμια) αναφέρεται σε μια νεαρή γυναίκα που είχε στο ιστορικό της εννέα (9) εκτρώσεις.
Ο αφηγητής παραμένει ανώνυμος, διευκρινίζει πως οι γυναίκες που κατέφθαναν στην κλινική περισσότερες από μία φορές, έχοντας στο ιστορικό τους πολλαπλές εκτρώσεις, είχαν λάβει από το προσωπικό το προσωνύμιο «Τακτικοί Ταξιδιώτες». Παρά το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι σε εγκαταστάσεις που πραγματοποιούνταν εκτρώσεις, ήταν προσηλωμένοι στην προώθηση και την διάπραξη των εκτρώσεων, κάποιοι από αυτούς είχαν επικριτικά αισθήματα έναντι αυτών των «Τακτικών Ταξιδιωτών».
Η υπάλληλος της κλινικής εκτρώσεων, αναφέρει:
Όταν η Άντζι περπατούσε διαμέσου των χώρων της κλινικής για την ένατη επέμβαση (έκτρωση), ακόμη και όσοι υπάλληλοι λάμβαναν τον μισθό τους ακριβώς από αυτές τις εκτρώσεις, κουνούσαν το κεφάλι τους, με απορία και έλεγαν: «Αλήθεια; Σοβαρά;»...
Παρά το γεγονός ότι ήταν ενάντια στην προσωπική μου ιδεολογία, επιθυμούσα η Άντζι να επιδείξει έστω ένα δείγμα μεταμέλειας. Δεν περίμενα τέτοιου είδους συμπεριφορά από τις αναρίθμητες γυναίκες που είχαν να παρουσιάσουν δύο, τρεις ή ακόμη και τέσσερις εκτρώσεις. Αλλά εννέα; Αυτό θα δικαιολογούσε τουλάχιστον μια ελαφρά υποψία μετάνοιας ή έστω μια μικρή γεύση από παλαιομοδίτικη ντροπή...
Η Άντζι δεν έδειξε κανένα ίχνος ενοχής ή οποιουδήποτε είδους δυσαρέσκειας, όταν ήρθε στην κλινική εκτρώσεων. Γελούσε κατά τη διάρκεια της πρώτης έκτρωσής της, καθώς επίσης και κατά τη διάρκεια κάθε επόμενης έκτρωσης. Δεν διέφερε στο παραμικρό όταν έφθασε για την ένατη έκτρωση. Η δε υπάλληλος της εκτρωτικής κλινικής περιέγραψε τη συμπεριφορά της λεπτομερώς:
«Έμοιαζε να θεωρεί τις επισκέψεις της στην κλινική μας, ως μια ευκαιρία να παρουσιάσει ένα “απροετοίμαστο” θεατρικό έργο, μια κωμωδία. “Δεν μπορείτε απλώς να φωτοτυπήσετε την καρτέλα μου κι εγώ απλώς να προσθέσω τις ημερομηνίες;”, πρότεινε αστειευόμενη. Όταν επιτέλους ολοκληρώθηκε η σύνταξη των διαδικαστικών εγγράφων, η Άντζι δοκίμαζε να αστειευτεί με τα κορίτσια που υπήρχαν στο θάλαμο αναμονής. Τις διαβεβαίωνε ότι «δεν είναι τίποτε σπουδαίο. Το έχω ξανακάνει άλλες οκτώ φορές, και δεν έχω καθόλου μετανιώσει»
Αν και δεν μπορούσα να παρέμβω, η ελαφρότητα της Άντζι μου προκαλούσε μεγάλη αποστροφή. Δεν έδειξε καμία ενοχή ή μεταμέλεια οποιουδήποτε είδους.
Στη διάρκεια των ετών, είχα παρηγορήσει και είχα κρατήσει τα τρεμάμενα χέρια πολλών γυναικών που πλησίαζαν το χειρουργικό τραπέζι με φόβο. Κάποιες έκλαιγαν και γράπωναν το χέρι μου τόσο έντονα, έως του σημείου να πονάω. Άλλες κρατούσαν στο στέρνο τους τη Βίβλο και με το στόμα τους έλεγαν δυνατά προσευχές ζητώντας συγχώρεση, πριν ακόμη ο γυναικολόγος που θα έκανε την έκτρωση, αρχίσει το έργο του και ενώ τα μωρά τους ήταν ακόμη ασφαλή στη μήτρα τους. Πολλές φορές γυναίκες ανέβαιναν στο χειρουργικό τραπέζι, παραμένοντας ακίνητες, χωρίς καμία ανταπόκριση κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Ψυχικά, ήταν εκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά. Και από την άλλη πλευρά ήταν η Άντζι. H Άντζι ούτε καν προσπάθησε ποτέ να δώσει μια εξήγηση. Όταν προσπαθούσαμε να συζητήσουμε μαζί της ζητήματα ελέγχου των γεννήσεων (σ.μ. αντισύλληψης – οικογενειακού προγραμματισμού, πνευματικός απόγονος της «επιστήμης» της ευγονικής), με την απόπειρα να καθορίσουμε ένα ραντεβού για μια πιο συστηματική ανάπτυξη του ζητήματος, τότε απλώς θα χαμογελούσε και αρνιόταν ευγενικά με μια απλή κίνηση του χεριού της.
Η Άντζι χρησιμοποιούσε την έκτρωση, ως «αντισύλληψη», μη ενδιαφερόμενη να μάθει για κάποια άλλη μέθοδο. Ίσως θα κατέληγε να κάνει άλλες εννέα εκτρώσεις, αλλά τότε κάτι συνέβη.
Οπωσδήποτε η Άντζι είχε υπόψη της τη ρητορική υπέρ των εκτρώσεων. Με βεβαιότητα φαίνεται πως είχε ακούσει ότι η έκτρωση, απλώς αφαιρεί μια μικρή μπάλα από κύτταρα, ένα κομμάτι ιστού ή μια μη ολοκληρωμένη μάζα. Αλλά μετά την ένατη έκτρωση, ήταν περίεργη και επιθυμούσε να δει με τα ίδια της τα μάτια αυτό τον «ιστό». Ζήτησε από τον υπάλληλο που συμμετείχε στην έκτρωση να της δείξει τα υπόλοιπα, που είχαν προκύψει από την έκτρωση, και αυτός συμμορφώθηκε. Στις 13 εβδομάδες το μωρό της ήταν πλήρως διαμορφωμένο.
Προηγήθηκε μια συζήτηση για το πώς θα παρουσιάζαμε τα κομμάτια. Ήταν μήπως καλύτερο να τα αραδιάσουμε όλα μαζί σε έναν άμορφο σωρό, ούτως ώστε κανένα από αυτά να μην είναι αναγνωρίσιμο ή μήπως όφειλα να τα παραθέσω με σειρά και τάξη, όπως πράττουμε συνήθως, ώστε να βεβαιωθούμε ότι κανένα από τα κομμάτια του μωρού δεν λείπει (σ.μ. να καθίσταται σίγουρο ότι έχει καθαριστεί η μήτρα και να αποφευχθούν επιπλοκές και μολύνσεις). Δεν υπήρχε κανένα πρωτόκολλο σε ένα τέτοιο συμβάν, για το λόγο αυτό κατέληξα να «συναρμολογήσω» τα κομμάτια ένα – ένα μαζί.
Η αντίδραση της Άντζι δεν ήταν αυτή που ανέμενε ο υπάλληλος της κλινικής.
«Ευχαριστώ» είπε, με το χαμόγελο – σήμα κατατεθέν να εξακολουθεί να καλύπτει το πρόσωπό της. Όταν τα μάτια της ταξίδεψαν στο περιεχόμενο του τραπεζιού, αυτή αιφνιδιάστηκε απότομα και για πρώτη φορά από όταν είχε φθάσει στην κλινική, η Άντζι ήταν πλήρως σιωπηλή. Λίγες στιγμές αργότερα ολόκληρο το σώμα της άρχισε αν τρέμει και τα λεία καφετιά χέρια της ανατρίχιασαν.
Όταν άπλωσε το χέρι της για να ακουμπήσει το νεκρό σώμα, προσπάθησα να τραβήξω το δίσκο με τα υπολείμματα μακριά. Αλλά μου άρπαξε τον καρπό και με σταμάτησε. Είμαστε αμφότερες σιωπηλές για λίγες στιγμές, ενώ αυτή εξακολουθούσε να κοιτάζει με απορία το περιεχόμενο του δίσκου. Οπισθοχώρησα ένα βήμα και η Άντζι έπεσε μπροστά, στα γόνατά της, κρατώντας ακόμη με τα δάκτυλά της τον καρπό μου . Οι άλλες συνάδελφοι στο δωμάτιο της ανάνηψης άρχισαν να αντιλαμβάνονται τι σύμβαίνει, και ο βαθμός δυσφορίας μου άρχισε να ανεβαίνει εκθετικά.
Αντιλαμβανόμενη το λάθος της η υπάλληλος, προσπάθησε επανειλημμένως να απομακρύνει το δίσκο με τα ματωμένα ανθρώπινα μέλη. Αλλά η Άντζι κρατούσε σφιχτά τα υπολείμματα του παιδιού της, μη επιτρέποντας στην υπάλληλο της κλινικής να τα απομακρύνει από τα χέρια της.
Συμπληρώνει δε ο υπάλληλος:
Παρέμεινε ακίνητη, παγωμένη στο πάτωμα της κλινικής. «Αυτό είναι ένα μωρό», αναφώνησε, με τη φωνή της μόλις να διακρίνεται. «Αυτό ΗΤΑΝ το ΔΙΚΟ ΜΟΥ μωρό», πρόσθεσε. Η ένταση της φωνής της αυξανόταν σταθερά, όπως ένας χείμαρρος λέξεων που ξεχυνόταν από το στόμα της, λέξεις που έκαναν κάθε υπάλληλο να μην αισθάνεται καθόλου άνετα. «Τι έκανα; Τι έκανα;» επαναλάμβανε διαρκώς, ξανά και ξανά και αναλύθηκε σε κλάματα. Κάποια από τα κορίτσια στην αίθουσα ανάνηψης άρχισαν να κλαίνε μαζί της. Άλλες κάλυψαν το πρόσωπό τους με τα χέρια τους ή έκρυψαν τα κεφάλια τους πίσω από τα κρεββάτια.
Εν τέλει οι υπάλληλοι της κλινικής κατάφεραν να αποσπάσουν το δίσκο από την Άντζι. Τότε πραγματικά ξέσπασε με υστερία. Κάποιοι προσπάθησαν να την ηρεμήσουν. Ματαίως όμως.
Οι συνάδελφοί μου έσπευσαν στο πλευρό μου, προσπαθώντας να ηρεμήσουν την Άντζι. Έπειτα από μερικά λεπτά, ήταν πλέον προφανές ότι δεν επρόκειτο να ηρεμήσει. Ούτε καν μπορούσαμε να τη σηκώσουμε από το πάτωμα. Αφού το συζητήσαμε επί τόπου, αποφασίσαμε να τη σύρουμε μέχρι το μπάνιο, με την ελπίδα ότι τουλάχιστον η βαριά πόρτα θα περιόριζε τον θρήνο της, έως ότου αποφασίσουμε πώς έπρεπε να πράξουμε.
Η Άντζι κουνούσε σπασμωδικά τα χέρια και τα πόδια της και οι κραυγές της ήταν ασταμάτητες, καθώς την τραβούσαμε στο διάδρομο προς το χωλ. Χωρίς αμφιβολία υπήρξαμε ένα περίεργο θέαμα για τις υπόλοιπες κοπέλες που βρίσκονταν στο θάλαμο ανάνηψης. Τελικά καταφέραμε να περιορίσουμε την πανικόβλητη Άντζι στο μπάνιο και κλείσαμε την πόρτα. Πρότεινα να την συνεφέρουμε, ρίχνοντας κρύο νερό στο πρόσωπό της, μήπως και καταφέρει και ανασυγκροτήσει τη σκέψη της και τα συναισθήματά της. Ο θρήνος της, ήταν πλέον αισθητά πιο υποτονικός, εξακολουθούσε όμως να είναι εύκολα αντιληπτός, αφού δεν μπορούσε να κρυφθεί τελείως από την κλειστή πόρτα.
Τότε η Άντζι άρχισε να εκλιπαρεί τους υπαλλήλους να της επιτρέψουν να πάρει μαζί της, στο σπίτι της, το κομματιασμένο μωρό της. Δεν ήθελε να αποχωριστεί το παιδί της, παρά το γεγονός ότι ήταν πλέον νεκρό. Παρακαλούσε τους υπαλλήλους να ενδώσουν, αφήνοντάς την να πάρει μαζί της το μωρό. Αυτοί όμως αρνήθηκαν. Εξακολούθησε να θρηνεί με λυγμούς στο μπάνιο, αναστατώνοντας τη λειτουργία ολόκληρης της εγκατάστασης της κλινικής.
Οι υπάλληλοι που εργάζονταν στις εκτρώσεις, εντόπισαν στα έγγραφα του ιατρικού της φακέλου, ποιο ήταν το τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης, στο οποίο έπρεπε να απευθυνθούν σε περίπτωση επιπλοκής της εγχείρησης που έθετε σε κίνδυνο τη ζωή της. Κάλεσαν τον τηλεφωνικό αριθμό, στον οποίο απάντησε ο τότε σύντροφός της, το αγόρι της. Ήρθε στην κλινική και χρειάστηκε 45 ολόκληρα λεπτά να πείσει την Άντζι να βγει από το μπάνιο. Αμφότεροι αναχώρησαν από την κλινικ, μέσα σε δάκρυα.
Η Άντζι δεν επέστρεψε στην κλινική ποτέ ξανά. Η μάρτυρας της ιστορίας αυτής δεν γνωρίζει τι απέγινε η κοπέλα. Ασφαλώς η πορεία που διαγραφόταν μπροστά της, μετά τη συνειδητοποίηση της ευθύνης για τον θάνατο 9 δικών της παιδιών, θα είναι γεμάτη αγωνία. Μπορούμε μόνο να ελπίσουμε ότι θα καταφέρει να θεραπευτεί από τα ψυχικά της τραύματα.
Στο εξής, η κλινική εκτρώσεων έθεσε κανονισμό που τηρείται απαρέγκλιτα, ποτέ να μην επιδεικνύονται τα εκτρωθέντα σώματα των εμβρύων στις γυναίκες. Στο κάτω-κάτω της γραφής, μία παρόμοια σκηνή όπως αυτή της Άντζι, θα περιόριζε τη δραστηριότητα της κλινικής και θα επηρέαζε αρνητικά τα κέρδη της. Περισσότερες γυναίκες θα αντιλαμβάνονταν την ανάπτυξη των εμβρύων, και θα επέρχετο πτώση στον αριθμό των εκτρώσεων. Με σκοπό να επιτύχουν την απρόσκοπτη λειτουργία, σε εντατικούς και επικερδείς ρυθμούς, η κλινική απαγόρευσε σε κάθε γυναίκα τη δυνατότητα να δει με τα μάτια της τα νεκρά σωματάκια, των εκτρωθέντων μωρών.
Λίγο καιρό αργότερα, η υπάλληλος που είχε παρουσιάσει στην Άντζι το νεκρό βρέφος της, εγκατέλειψε την επιχείρηση. Δεν εξήγησε τους λόγους που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, αλλά είναι βέβαιο ότι η ιστορία της Άντζι και η συναισθηματικής της αγωνία την επηρέασαν σοβαρά.
Πόσες άραγε γυναίκες καταφεύγουν σε κλινικές εκτρώσεων, χωρίς να γνωρίζουν πόσο ανεπτυγμένα είναι τα παιδιά τους; Πόσοι αποφασίζουν να διαπράξουν περισσότερες από μία εκτρώσεις, χωρίς να έχουν καμία απολύτως ιδέα για το πώς θανατώνονται τα μωρά τους, κόβοντάς τα κομμάτι-κομμάτι και στη συνέχεια πετιούνται στα σκουπίδια ή πωλούνται σε ειδικές εταιρείες;
Άπαντες οι υπάλληλοι της συγκεκριμένης κλινικής αντιλήφθηκαν εκείνη την ημέρα ότι η Αλήθεια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός των εκτρώσεων. Τους υπενθύμισαν ότι είναι ζωτικής σημασίας για την κλινική να αποκρύπτονται τα γεγονότα από της ευαίσθητες και εύθραυστες γυναίκες, εφόσον το κέρδος απαιτεί να πειστούν και να «αγοράσουν» τις υπηρεσίες της έκτρωσης.
Ήταν ο μόνος τρόπος για να συνεχίσουν να κερδίζουν χρήματα.
Πηγή: (Abby Johnson The Walls Are Talking: Former Abortion Clinic Workers Tell Their Stories (San Francisco, CA: Ignatius Press, 2016) 71-77), Live Action, Αφήστε με να ζήσω!

Ο μεγάλος ξεσηκωμός των μαθητών της Βορείου Ελλάδας κατά της προδοσίας των πολιτικών και του ξεπουλήματος της Μακεδονίας, είναι μία πραγματική Ελληνική «ιντιφάντα» (στα Αραβικά σημαίνει «σεισμός»).
Οι συντονισμένες επιθέσεις που εξαπολύουν οι πολιτικοί προδότες εναντίον των μαθητών, θυμίζουν τις ίδιες αήθεις επιθέσεις των ίδιων προδοτών κατά των σύγχρονων Ελλήνων ηρώων που συμμετείχαν στα ένδοξα συλλαλητήρια για την Ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Οι κατηγορίες περί φασισμού πλέον έχουν ξεφτίσει, ενώ ακούγονται ως αστειότητες, λόγω της κατάχρησης της έννοιας από τους προπαγανδιστές της αριστεράς. Άλλωστε έχει γίνει πλέον σαφές ότι οι μεγαλύτεροι φασίστες στη χώρα είναι η οργανωμένη αριστερά, και έπονται οι δεξιοί ναζιστές.
Οι «τσακίστε τους φασίστες» είναι δηλωμένοι υμνητές της βίας και του αίματος, κοκκινοβαμμένα Ορκ στα οποία το μόνο που αξίζει είναι η πολιτικοιδεολογική αλληλοεξόντωση με τους ναζί.
Σε κάθε περίπτωση οι Έλληνες πολίτες, εν αντιθέσει με τους εξωνημένους δούλους του Στάλιν και του Χίτλερ, δεν έχουν καμία σχέση με το φασισμό, όσο δηλητήριο και αν εκσφενδονίζουν τα φίδια της κυβέρνησης.
Ωστόσο, θα ήλπιζε κανείς ότι μέχρι και τα ερπετά έχουν κάποιο όριο.
Υπάρχει κάτι πιο αχρείο, άθλιο και αισχρό από το να κατηγορεί κανείς μαθητές 15-16 χρονών για φασισμό και τραμπουκισμό;
Πόσο απάνθρωπος και μισάνθρωπος μπορεί να είσαι, πόσο κανίβαλος και αρχιφασίστας για να καθυβρίζεις τη νεολαία της χώρας σου; Τα μιάσματα του πολιτικού συστήματος μας αποδεικνύουν πως βρίσκονται στον μαύρο πάτο της εξέλιξης του ανθρώπου.
Απαντώντας σε όλους τους προδότες της απεχθούς συμφωνίας, Κοτζιά, Καμμένο, Τσίπρα, αλλά και στο λοιπό πολιτικό σύστημα που δεν παραιτήθηκε, νομιμοποιώντας έτσι την συγκυβέρνηση να ξεπουλήσει τη Μακεδονία, ένα σχολείο της Βορείου Ελλάδος έστειλε επιστολή στο φασιστικό υπουργείο παιδείας και ανθελληνισμού ρωτώντας το αυτονόητο: «Είστε μια χούφτα νοματαίοι και θέλετε να επιβάλετε την άποψή σας για τη Συμφωνία των Πρεσπών στη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Και λέτε εμάς φασίστες;».
Οι καταληψίες της κυβέρνησης και τα κοράκια του δικομματισμού και του πολυτεχνείου που ποτέ δεν έδωσαν δημοκρατία και συμμετοχή στους πολίτες, τολμούν με θράσος να κατηγορούν τους μαθητές, επειδή επαναστατούν με όσα μέσα έχει αφήσει ανέπαφα η κοινοβουλευτική δικτατορία. Και τα άφησε ανέπαφα ακριβώς για να μπορούν να διαμαρτύρονται οι γελοίοι συνδικαλιστές, με γνώμονα πάντα το κακό της Ελλάδας.
Αντικινητοποίηση λοιπόν όπως πάντα κάνουν οι αληθινοί φορείς του φασισμού στη χώρα: οι νεολαίες των κομμάτων της αριστεράς και τα εξωκοινοβουλευτικά, αναρχικά παραπαίδια τους. Γνωρίζουμε άλλωστε πλέον ότι όπου αναφέρεται η λέξη «συντονιστικό» μαθητών, δεν υπάρχει καμία σχέση με κανονικούς ανθρώπους, αλλά πρόκειται για κομματικά κακέκτυπα του κομματικού, στομωμένου πλέον σωλήνα. Δηλαδή οι αυριανοί κρατικοδίαιτοι της αριστεράς. Οι λούμπεν αούγκανοι με τα καδρόνια, τις κόκκινες σημαίες και τα προκάτ συνθήματα του περασμένου αιώνα, που αν και αρέσκονται στη δήθεν επανάσταση, είναι οι πλέον προσκυνημένοι και ξεπλένουν την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ στο Σκοπιανό.
Η ιντιφάντα της Βορείου Ελλάδος ωστόσο είναι η πραγματική επανάσταση. Ο ξεσηκωμός των μαθητών της Μακεδονίας αποδεικνύει ότι η Ελλάδα είναι ζωντανή. Ότι η χώρα δεν είναι αποχαυνωμένη όπως η Αθήνα, και οι πολίτες δεν είναι προδότες όπως οι πολιτικοί. Η Αθήνα μπορεί να είναι μια ξοφλημένη ιδεολογικά, πολιτικά και εθνικά πόλη, αλλά δεν έχει ξοφλήσει μαζί της και η χώρα. Η ιντιφάντα δεν γυρίζει πίσω. Δημιουργεί και γαλουχεί την νέα γενιά της Ελλάδας. Αυτήν που επιτέλους θα αντικαταστήσει το αίσχος της γενιάς του βρώμικου πολυτεχνείου, με όραμα και αγάπη για τον Ελληνισμό. Η γενιά της Μακεδονίας γεννήθηκε.
Είναι μια γενιά παιδιών που αγαπάει την πατρίδα της, και κάνει πέρα τους προδότες σε βουλή, δημοσιογραφία και πανεπιστήμια που προσπαθούν να την νουθετήσουν εναντίον της Ελλάδας. Είναι η γενιά που παραμερίζει και ξεφτιλίζει τους ψευτοκουλτουριάρηδες της αριστεράς και της όζουσας «τέχνης» οι οποίοι ξεπουλούν τη χώρα στο βωμό του κόμπλεξ και της ξεφτιλισμένης πολιτικής τους ορθότητας.
Είναι η γενιά που δεν έχει καμία σχέση με τους κηφήνες του πολυτεχνείου που κατέστρεψαν την Ελλάδα στη σύγχρονη ιστορία της. Που γελούν με τους κίβδηλους πολιτικούς ήρωες της μεταπολίτευσης, οι οποίοι μετά τη χούντα, αντί για δημοκρατία, επέφεραν διχασμό, κομματοκρατία, διαφθορά και πελατειακό κράτος για να βολευτούν εσαεί αυτοί και οι οικείοι τους. Στις πλάτες των Ελλήνων πολιτών.
Αλλά τώρα τα έβαλαν με μία νέα γενιά οι οποίοι δεν λυγάει. Η γενιά της Μακεδονίας δεν τσιμπάει στα ιστορικά ψέματα των προδοτών – εθναρχών, ενώ γελάει με τις πολιτικές καρικατούρες του σήμερα και τις φαιδρές τους ιδεολογίες. Είναι αυτή που υπερασπίζεται τη Μακεδονία, που ακυρώνει το σάπιο βουλευτικό αξίωμα των ριψάσπιδων του κυνοβουλίου. Είναι η μόνη υγιής δύναμη αυτή τη στιγμή στη χώρα και είναι αυτή που θα ενώσει τους πολίτες και θα τιμωρήσει την «ανθρωποφάγα φυλή του πολυτεχνείου» που ερήμωσε τη χώρα με την προδοσία και την ασυδοσία της.
Είναι αυτή η γενιά που μπορεί να οδηγήσει τους προδότες πίσω από τα σίδερα, με παραδειγματική τιμωρία για κάθε ανθέλληνα και εχθρό αυτής της χώρας.
Είναι αυτή που μπορεί να απελευθερώσει την πατρίδα μας από τον κομμουνισμό και τον φασισμό – τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Τα δύο τέρατα της Ελλάδας.
Είναι αυτά τα παιδιά που μπορούν να σώσουν τη Μακεδονία και την Ελλάδα.
Βοηθήστε τα με κάθε τρόπο.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά, Αβέρωφ

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξημένη δραστηριότητα ορθόδοξων θεολόγων, κληρικών και λαϊκών, σε συζητήσεις, με μελέτες και αναρτήσεις άρθρων σε blogs σχετικά με τα ευαίσθητα θέματα της ανθρωπίνης σεξουαλικότητας και της ταυτότητας φύλου. Η δραστηριότητα αυτή στοχεύει, σύμφωνα με τους ίδιους, στη διερεύνηση της θέσης και του ρόλου της παραδοσιακής Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στη μοντέρνα Δύση του 21ου αιώνα. Στην ουσία όμως επιδιώκεται η μετατόπιση των θέσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στα θέματα αυτά και η εκκοσμίκευσή της.
Το άρθρο αυτό στόχο έχει να προβληματίσει παρουσιάζοντας κάποια παραδείγματα της πιο πάνω αναφερόμενης δραστηριότητας.
Το Συμπόσιο του Άμστερνταμ [1,2]
Όπως ανέφερε το Κέντρο Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, που φιλοξένησε μεταξύ 7 και 9 Ιουνίου του 2017 το συμπόσιο αυτό, μία διεθνής ομάδα ορθόδοξων ιερέων και θεολόγων συγκεντρώθηκε εκεί για να συζητήσουν θέματα σεξουαλικότητας και ποιμαντικής φροντίδας. Οι συμμετέχοντες ασχολήθηκαν με μία σειρά γενικών θεμάτων σχετικών με την ανθρώπινη σεξουαλικότητα από πλευράς επιστήμης, φυσικού νόμου, θεολογικής ανθρωπολογίας, νομικών ζητημάτων, ψυχολογίας, ποιμαντικής φροντίδας. Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες οι απόψεις που ακούστηκαν δεν ήταν καθόλου μονολιθικές -με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει- και ότι οι ιδέες μερικών εκ των συμμετεχόντων προέρχονταν από την αριστερή πτέρυγα της κυρίαρχης πολιτικής κουλτούρας και όχι από την Ορθόδοξη Παράδοση.
Το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Μελετών του Πανεπιστημίου Fordham στις ΗΠΑ [3]
Το Κέντρο αυτό, σύμφωνα με το ίδιο, εστιάζεται στη σύνδεση πολιτιστικών και θρησκευτικών παραδόσεων με στόχο την αύξηση της ευαισθησίας της Ορθοδοξίας και την ενεργοποίησή της σε οικουμενική δραστηριότητα. Πιο συγκεκριμένα «Το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Μελετών του Πανεπιστημίου Fordham συνδέει ένα αρχιπέλαγος πολιτιστικών, θρησκευτικών παραδόσεων και ακαδημαϊκών κλάδων, για να αυξήσει την ευαισθησία και τη γνώση της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης σε δημόσια ομιλία».
Το ως άνω Κέντρο ξεκινά μία επίσημη μελέτη των «ΛΟΑΤ δικαιωμάτων σε σχέση με την Ανατολική Ορθόδοξη Ταυτότητα». Για τη διεξαγωγή της ανωτέρω μελέτης, που θα γίνει σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Exeter του Ηνωμένου Βασιλείου που ειδικεύεται σε μελέτες σχετικές με τους ΛΟΑΤ και την Ανατολική Ορθοδοξία, δόθηκε επιχορήγηση από το Βρετανικό Συμβούλιο στις ΗΠΑ. Η επιχορήγηση αυτή είναι μέρος του προγράμματος «Γεφυρώνοντας Φωνές» που θα φέρει αποκλίνουσες φωνές από την Αμερική και το Ηνωμένο Βασίλειο στο Πανεπιστήμιο Fordham για ένα σεμινάριο τον Ιούνιο του 2019 με τίτλο «Η Σύγχρονη Ανατολική Ορθοδόξη Ταυτότητα και οι Προκλήσεις του Πλουραλισμού και της Σεξουαλικής Διαφορετικότητας σε ένα Κοσμικό Αιώνα». Σύμφωνα με τον Brandon Gallaher του Πανεπιστημίου του Exeter, που συμμετέχει στη μελέτη, η «Ανατολική Ορθοδοξία έχει πολλές προκλήσεις, που χρειάζεται να τις αντιμετωπίσει στο σύγχρονο κόσμο, περιλαμβανομένης της σεξουαλικής διαφορετικότητας και του ρόλου των γυναικών στην Εκκλησία σε ένα δημοκρατικό και κοσμικό αιώνα.
Το blog Public Orthodoxy (Δημόσια Ορθοδοξία) [3]
Το Σεπτέμβριο του 2015 το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Fordham δημιούργησε το blog «Δημόσια Ορθοδοξία», ένα -κατ’ αυτούς- επιμελημένο blog, που θέλει να συνδυάσει το εκκλησιαστικό, το ακαδημαϊκό και το πολιτιστικό. Η επιδίωξή του είναι η προώθηση συζητήσεων, δίνοντας χώρο για διαφορετικές προοπτικές σε σύγχρονα ζητήματα που σχετίζονται με την Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη. Εξάλλου διαθέτει μία διαδεδομένη φήμη ως φόρουμ συζητήσεων για θέματα της «ΛΟΑΤ» σφαίρας, που είναι μη συμβατά με την ορθόδοξη διδασκαλία.
Μεταξύ πολλών άλλων αμφιλεγόμενων άρθρων, ανάρτησε και το άρθρο του Giacomo Sanfillippo με τίτλο «Συζυγική Φιλία» (Conjugal Friendship). Σ’ αυτό ο συγγραφέας προσπαθεί να δικαιολογήσει την ομοφυλοφιλία, υποστηρίζοντας ότι: «Η Ιερά Παράδοση κατέχει σε σπερματική μορφή κάθε τι απαραίτητο για να αρθρώσει, αυστηρά και προσεκτικά, μία ορθόδοξη θεολογία και πνευματικότητα για ό,τι σήμερα καλούμε ομοφυλόφιλη αγάπη, ικανοποιητική για τις ποιμαντικές φροντίδες του 21ου αιώνα και πλήρως συμβατή με το ασκητικό ήθος της ορθόδοξης ζωής για όλα».
Το περιοδικό The Wheel (Ο Τροχός) [4]
Το περιοδικό The Wheel παρουσιάζεται ως ένα περιοδικό ορθόδοξης χριστιανικής σκέψης. Επιδιώκει, όπως το ίδιο λέει, να αρθρώσει το Ευαγγέλιο έξυπνα και εποικοδομητικά για τον 21ο αιώνα -μία πλουραλιστική περίοδο, η οποία φέρνει την χριστιανοσύνη αντιμέτωπη με νέες και μοναδικές προκλήσεις, που απαιτούν μία δημιουργική φαντασία της κοινωνικής της ταυτότητας και του ρόλου της σε δημόσιο λόγο. Διαμέσου της ποικιλίας των προσεγγίσεων «Ο Τροχός» στοχεύει να κινηθεί πέρα από τις τρέχουσες πολώσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αρχισυντάκτης είναι η Inga Leonova, αρχιτέκτων και συγγραφέας, γνωστή ακτιβίστρια υπέρ των ομοφυλοφίλων και δημιουργός μας προ-ομοφυλοφιλικής ομάδας στο Facebook.

Στην συμβουλευτική επιτροπή του περιοδικού «Ο Τροχός – The Wheel» βρίσκεται και ο Ιωάννης Χρυσαυγής, αρχιδιάκονος του Οικουμενικού θρόνου.

Στη συμβουλευτική επιτροπή του περιοδικού «Ο Τροχός The Wheel» βρίσκεται και ο Παντελής Καλαϊτζίδης, διευθυντής της Ακαδημίας «θεολογικών» σπουδών Βόλου.
Το τεύχος 13/14 (Άνοιξη – Καλοκαίρι 2018) του περιοδικού The Wheel [5]
Το διπλό τεύχος 13/14 (Άνοιξη – Καλοκαίρι 2018) του περιοδικού «Ο Τροχός», όπως το ίδιο γράφει, αποδέχτηκε την πρόταση του πατρός Andrew Louth για ένα τεύχος που θα εστιάζει τη συζήτηση στο φύλο, τη σεξουαλικότητα και το σεξ μέσα στο ευρύ πλαίσιο της θεολογικής ανθρωπολογίας. Έτσι κάλεσε τον πατέρα Andrew Louth, ομότιμο καθηγητή Πατερικών και Βυζαντινών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Fordham στις ΗΠΑ, Αρχιερέα της Επισκοπής του Σουρόζ (Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας) και συνεργάτη του Τροχού, να γίνει ο προσκεκλημένος αρχισυντάκτης του τεύχους αυτού. Γενικός τίτλος και κύριο θέμα: Να είσαι Άνθρωπος. Το τεύχος προλογίζει ο Μητροπολίτης Διοκλείας Kallistos Ware. Μερικοί από τους δεκαπέντε τίτλους του τεύχους αυτού είναι χαρακτηριστικοί και δείχνουν τη στόχευσή του: Ενσάρκωση και ανθρωπολογία. Σεξ, γάμος και θέωση -Ιησούς Χριστός και γάμος ομοφυλοφίλων- Η Ορθόδοξη Εκκλησία. Σεξουαλικός προσανατολισμός και ταυτότητα φύλου -Σεξουαλικά παραδείγματα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Τη συμμετοχή και τις απόψεις του Μητροπολίτου Καλλίστου σχολίασαν πολλοί ορθόδοξοι κληρικοί και θεολόγοι [6,7,8]. Πρώτον, γιατί επέλεξε να γράψει τον πρόλογο στο συγκεκριμένο τεύχος του συγκεκριμένου περιοδικού, του οποίου, κατά τον πατέρα Lawrence Farley [6], η συντακτική και συμβουλευτική επιτροπή περιλαμβάνει άτομα γνωστά για την επιθετική ομοφυλοφιλική τους ατζέντα. Στην πραγματικότητα, το περιοδικό αυτό είναι ένα μέσο προώθησης μιας ομοφυλοφιλικής ατζέντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Δεύτερον, γιατί με το ευρύτερο κύρος του έδωσε αξιοπιστία στα γραφόμενα στο περιοδικό. Τρίτον, γιατί στον πρόλογό του θέτει υπό μορφή ερώτησης το ζήτημα εάν είναι δίκαιο για την Ορθόδοξη Εκκλησία να επιβάλλει σε άτομα με ομοφυλόφιλο προσανατολισμό και με σταθερή και με πιστότητα σχέση το βαρύ φορτίο να μην μπορούν να τελέσουν γάμο. Κατά τον πατέρα Juvenaly Repass [7] ο καθαρός υπαινιγμός της άποψης αυτής είναι ότι θα πρέπει η κατηγορία αυτή των ομοφυλοφίλων να μπορούν να τελέσουν γάμο ή να έχουν κάποιας μορφής ευλογία της Εκκλησίας, αλλά αυτό φυσικά δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Τελικά που στοχεύουν αυτές οι δραστηριότητες των ορθόδοξων θεολόγων; Είναι απλά ακαδημαϊκή ενασχόληση ή οδηγούν κάπου αλλού; Την απάντηση δίνει ο ορθόδοξος ιερέας Lawrence Farley σε ανάρτησή του στο διαδίκτυο [6], όπου γράφει: «Στον ακαδημαϊκό χώρο επιτρέπονται όλες οι ερωτήσεις, και ο πειραματισμός και η ώθηση των ορίων είναι η νόρμα. Όλες οι ερωτήσεις είναι ανοικτές ερωτήσεις. Τίποτε δεν είναι κατασταλαγμένο και το κάθε τι είναι ανοικτό σε αναθεώρηση. Και ενώ αυτός ήταν πάντοτε ο ακαδημαϊκός δρόμος, αυτός ουδέποτε υπήρξε και δεν μπορεί να είναι ο δρόμος της Εκκλησίας. Στην Εκκλησία δεχόμαστε την αλήθεια, όχι από πειραματισμό, αλλά από αποκάλυψη, και μία σειρά ζητημάτων δεν είναι εκ των πραγμάτων ανοικτά σε αναθεώρηση. Για τα τελευταία 150 χρόνια η κατρακύλα των διάφορων εκκλησιών στον φιλελευθερισμό και την αποστασία, πάντοτε συνέβαινε κάτω από τον ισχυρισμό ότι οι φιλελεύθεροι αποδομητές ξεκινούν απλά συζητήσεις και θέτουν ερωτήσεις και πειραματίζονται με νέους τρόπους σκέψης. Αλλά πάντοτε η συζήτηση φαίνεται να κατέληγε στη διάβρωση της παραδοσιακής πίστης και πράξης. Σκοπός τους ουσιαστικά είναι να αποδομήσουν την υπάρχουσα Ορθόδοξη Παράδοση και να προσφέρουν στους πιστούς ό,τι ο Απόστολος Παύλος θα αποκαλούσε το ‘άλλο ευαγγέλιο’».
«Αι ημέραι πονηραί εισί» και απαιτούν ενημέρωση, εγρήγορση και πνευματική αντίσταση και αντίδραση σε ό,τι παράδοξο και μη συμβατό με την ορθόδοξη παράδοση λέγεται και γράφεται από κάποιους σύγχρονους ορθοδόξους, ακαδημαϊκούς κυρίως, θεολόγους για θέματα ανθρώπινης σεξουαλικότητας, ομοφυλοφιλίας και ταυτότητας φύλου.
_______________
- ORTHODOX PASTORS, THEOLOGIANS GATHER IN AMSTERDAM TO DISCUSS THEIR VIEWS ON ISSUES OF SEXUALITY
- The Amsterdam Symposium: An Abuse of Authority?
- FORDHAM UNIVERSITY’S ORTHODOX CENTER RECEIVES GRANT TO STUDY LGBTQ RIGHTS
- Περιοδικό THE WHEEL (about)
- Περιοδικό THE WHEEL (τεύχος 13/14)
- METROPOLITAN KALLISTOS AND THE WHEEL
- Met. Kallistos Ware Comes Out for Homosexual “Marriage”
- Orthodox Priests Challenge Met. Kallistos Ware’s Views of Monogamous Homosexual Relationships
Πηγή: (Περιοδικό «Η Δράση μας» Έτος ΝΖ’ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2018 Τεύχος 563 (σελ. 346-349)), Αβέρωφ, Η άλλη όψη

Α’ Υπάρχει άραγε οδός η οποία από την γη να οδηγή τον άνθρωπο εις τον ουρανό;
Β’ Που ευρίσκεται αυτή η οδός;
Γ’ Εάν θέλουμε, πράγματι, να αναβούμε από την γη εις τον ουρανό, και να γίνουμε ουρανοπολίτες, συμπολίτες των Αγγέλων και Αγίων και οικείοι του Θεού, πρέπει να προτιμήσουμε την οδό της κατά Χριστόν αρετής, εξόχως δε την ταπείνωσι.
Πολλοί από τους ανθρώπους καταγίνονται σε διάφορες εφευρέσεις, τέχνες, επιστήμες και ανακαλύψεις. Εφεύραν μηχανές και επιστήμες διά των οποίων μεγάλες ευκολίες προσέφεραν εις την ανθρωπότητα. Εφεύραν τηλεγράφους, τηλέφωνα, ραδιόφωνα, ατμόπλοια, αυτοκίνητα, αεροπλάνα, υποβρύχια, διά των οποίων διευκόλυναν τις συνεννοήσεις, τις ειδήσεις, τις συγκοινωνίες. Ωσαύτως η ιατρική επιστήμη εφεύρε πολλές και θαυμάσιες μεθόδους και τέχνες προς ταχεία και ασφαλή θεραπεία των ασθενών, αγνώστους εις το παρελθόν. Κανείς δεν φανταζόταν ούτε πίστευε από τις προγενέστερες γενεές ότι η επιστήμη κι οι διαφορές εφευρέσεις θα έφθαναν εις τόσο δυσθεώρητο ύψος.
Αλλά με όλες τις θαυμάσιες εφευρέσεις και ανακαλύψεις η σημερινή σοφία και επιστήμη αγνοήσασα ή και παραβλέψασα ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο υλικός, αλλά και άυλος, δεν είναι σώμα, αλλά και ψυχή, επεδόθη μόνο εις τα υλικά και φαινόμενα. Προσπάθησε μόνο όσα είναι χρήσιμα, αναγκαία για το σώμα και την ύλη να γνωρίσει και αποκτήσει. Εφεύρε αυτοκίνητα, ατμόπλοια, αεροπλάνα προς σύντομη και εύκολη μετάβαση από πόλεως εις πόλη, από θαλάσσης εις θάλασσα, από μιας ηπείρου εις άλλη ήπειρο, και διαστήματα τα οποία διήνυαν οι άνθρωποι σε παλαιότερη εποχή εις έτη και μήνες σήμερα τα διανύουν σε ημέρες και ώρες. Δεν φρόντισε όμως να εφεύρει μέσα και μηχανές και μεθόδους διά των οποίων να μεταβαίνουν οι άνθρωποι από της γης εις τον ουρανό, από την πρόσκαιρη πατρίδα εις την αεί διαμένουσα.
Εφεύρε μεθόδους προς θεραπεία των ασθενειών του σώματος, παρέβλεψε όμως να μεθόδους και τέχνες προς θεραπεία των ασθενειών της ψυχής. Η τέτοια παράβλεψη εκ μέρους της σημερινής επιστήμης για την θεραπεία και σωτηρία της αφθάρτου και αθανάτου ψυχής και της μεταβάσεως της εκ της γης εις τον Ουρανό επέφερε όχι μόνο δυσπιστία και απιστία εις τους πολλούς, αλλά και τα μέσα τα οποία εφεύραν προς θεραπεία και ωφέλεια των σωματικών αναγκών οι πλείστοι των ανθρώπων (επειδή δεν πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός, ότι υπάρχει κρίση και ανταπόδοση, υπάρχει ψυχή και ζωή πέραν του τάφου αιώνιος) τα μεταχειρίζονται εις καταστροφή τους. Καθώς βλέπομε σήμερα τις περισσότερες των εφευρέσεων τις μεταχειρίζονται για να καταστρέψουν ο ένας τον άλλο.
Εγώ ο αμαρτωλός και ανάξιος του ουρανού και της γης, εκ παιδικής ηλικίας αναγνώσας το Ιερό Ευαγγέλιο και τις αγίες Γραφές και πιστεύσας ότι υπάρχει ζωή πέραν του τάφου, ότι υπάρχει κρίση και ανταπόδοση, ότι θα έλθει πάλι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός επί της γης, για να κρίνει τον κόσμο και ν’ ανταποδώσει στον καθένα κατά τα έργα αυτού· πιστεύσας εις την διδασκαλία του ουρανοβάμονος Παύλου, ότι «ουκ έχομν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», πιστεύσας, ότι «το πολίτευμα ημών εν ουρανοίς υπάρχει», ότι πάντες παραστησόμεθα εις το βήμα του Χριστού. Πιστεύσας εις το σύμβολο της Πίστεως ημών, το υπό της Α’ Οικουμενικής Συνόδου συνταχθέν και υπό των 6 οικουμενικών Συνόδων επικυρωθέν, το λέγον «και πάλιν ερχόμενον κρίναι ζώντας και νεκρούς…», και «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος Αμήν». Αυτά, λέγω, πιστεύσας και κατανοήσας την ματαιότητα των προσκαίρων πραγμάτων, το βραχύ του βίου, το άδηλο του θανάτου και την αιώνια ζωή, σκέφτηκα να εφεύρω μέσο, και μέθοδο, πως από την γη να ανέβω στους ουρανούς.
Προς τον σκοπό αυτόν άρχισα να ερευνώ, να εξετάζω, να ερωτώ, να μελετώ για να βρω τον δρόμο πως μπορεί ασφαλώς να υπάγει κάποιος από την γη στον Ουρανό. Τέλος μετά 33 ετών μελέτη και έρευνα βρήκα την οδό διά της οποίας μπορούμε να ανέβουμε από την γη στον Ουρανό. Αυτή την οδό την οποία βρήκα δεν ευχαριστούμαι να την γνωρίζω μόνος εγώ, αλλά θέλω να την κάμω γνωστή και εις εσάς τα πνευματικά μου τέκνα και τους αδερφούς μου. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι, που οδηγούν τον άνθρωπο από την γη στον ουρανό, αλλ’ όμως η πλέον ευκολοτέρα, συντομοτέρα και ασφαλεστέρα οδός, την οποία εκ πολλής ερεύνης και μελέτης έμαθα και σας υποδεικνύω, είναι η οδός της ταπείνωσης. Αυτή είναι η μόνη ασφαλής και ακίνδυνος οδός, την οποία όποιος βαδίζει φθάνει ασφαλώς από την γη στον ουρανό, στον Παράδεισο. Πολλοί μη γνωρίσαντες ή μη θελήσαντες να βαδίσουν αυτή την οδό ακολούθησαν άλλους δρόμους, και άλλοι προχώρησαν λίγο διάστημα και κατόπιν γύρισαν πίσω, άλλοι έφθασαν πλησίον της πύλης του ουρανού και απ’ εκεί κρημνίσθησαν φοβερό κρημνισμό. Τουναντίον όσοι ακολούθησαν την οδό της ταπείνωσης ανέβησαν ακόπως, ακινδύνως και απροσκόπτως στους ουρανούς.
ΜΕΡΟΣ Α’
Ήταν κλεισμένος ο ουρανός, τον είχε κλείσει η υπερηφάνεια και η παρακοή των πρωτοπλάστων, διότι ο πρωτόπλαστος Αδάμ άκουσε την συμβουλή του φιδιού, που του είπε ότι θα γίνει Θεός, και ευθύς υπερηφανεύθηκε, φαντάστηκε να γίνει Θεός. Παρήκουσε την εντολή του Θεού και αντί να γίνει Θεός έγινε θνητός από αθάνατος, και φθαρτός από άφθαρτος. Παρήλθαν αιώνες πολλοί και κανείς δεν μπόρεσε να ανέβει εις τους ουρανούς. Επέρασαν Πατριάρχαι, Βασιελείς, Κριταί, Προφήται, Άγιοι, κανείς όμως δεν μπόρεσε να ανέβει στους ουρανούς. Εις τους 5.500 χρόνους, αφ’ ότου κλείσθηκε ο ουρανός και είχε κοπεί η συγκοινωνία και ήταν άγνωστος η οδός βρέθηκε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μία παρθένος αγνή, καθαρά, άσπιλος, αμόλυντος, αγία εις την ψυχή και το σώμα, η οποία βρήκε την οδό διά της οποίας ανέβει εις τους ουρανούς.
Και πώς βρήκε την οδό, ποιος την δίδαξε; Βρήκε την οδό διά της ταπεινώσεως. Επάνω από τα ύψη του ουρανού επέβλεψε ο Κύριος, είδε την ταπείνωσή της, την αγάπησε και την ανεβίβασε εις τον ουρανό. Από την στιγμή εκείνη ανοίχθηκε ο ουρανός, ανοίχθηκε η κεκλεισμένη πύλη της Εδέμ, ανοίχθηκε ο Παράδεισος. Αναβἀσα η Παρθένος Μαριάμ διά της ταπεινώσεώς της στους ουρανούς από εκεί κατεβίβασε τον υιό του Θεού στη γη, ο Οποίος επιβλέψας επί την ταπείνωση της δούλης Αυτού κατήλθε εκ των Ουρανώ, μορφή δούλου λαβών, και έγινε άνθρωπος όμοιος κατά πάντα με εμάς εκτός της αμαρτίας. «Εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού,…» (Φιλιπ. 2, 8).
Την εις ουρανούς διά της ταπεινώσεως ανάβαση της Υπεραγίας ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, και την από του ουρανού κατάβαση στην γη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την συνδιαλλαγή και συμφιλίωση και επικοινωνία των ουρανίων μετά των επιγείων εικόνιζε και η μυστική εκείνη κλίμακα, την οποία ο μέγας εν Πατριάρχαις Ιακώβ είδε σε όραμα. Είδε κλίμακα στηριγμένη επί της γης και η κορυφή της έφθανε στον ουρανό· Άγγελοι του Θεού ανέβαιναν και κατέβαιναν επ’ αυτής, υπεράνω δε αυτής επεστήρικτο ο Κύριος. Η κλίμακα εκείνη εικόνιζε την Κυρία Θεοτόκο, η οποία διά της ταπείνωσης υψώθηκε άχρι των ουρανών και, τρόπον τινά, έγινε κλίμακα και οδός αναφέρουσα του εκ γης προς ουρανό, διά το οποίο και η Αγία Εκκλησία μας χαρμόσυνα ψάλλει· «Και κλίμαξ η μετάρσιος, ην ο Ιακώβ εθεάσατο»· «χαίρε, κλίμαξ γήθεν (από της γης) πάντας ανυψώσασα χάριτι»· «χαίρε, κλίμαξ, επουράνιε, δι’ ης κατέβη ο Θεός», και «χαίρε, γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν».
Και η ίδια η Θεοτόκος Μαριάμ την εις ουρανούς ανάβασή τους και την δόξα της και την τιμή, την οποία έλαβε παρά Θεού, δεν την αποδίδει εις άλλο τι παρά εις την ταπείνωσή της. Όταν επισκέφθηκε την συγγενή της Ελισάβετ, εις τον ασπασμό και χαιρετισμό της Ελισάβετ…, η Μαριάμ, με ταπεινό το σχήμα και το φρόνημα, απάντησε· «μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγγαλλίασε τω πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού· ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί…» (Λουκ. 1, 46).
Ω βάθος και ύψος! Ω μεγαλεία της ταπείνωσης! Πέρασαν από την στιγμή εκείνη πολλοί αιώνες. Όσες γενεές, κατά το χρονικό αυτό διάστημα παρήλθαν, και όσες παρέρχονται και όσες θα παρέλθουν, εμακάριζαν, μακαρίζουν και θα μακαρίζουν την ταπεινή Παρθένο της Ναζαρέτ, την αξιωθείσα, διά της ταπείνωσης, να γίνει μητέρα Θεού, την τιμιοτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα των Σεραφείμ και ανωτέρα πάντων των ποιημάτων. Αυτή είναι η οδός η οποία οδηγεί τον άνθρωπο στους ουρανούς. Όποιος θέλει να ανέβει από την γη στον ουρανό αυτή την οδό πρέπει να βαδίσει, την οδό της ταπείνωσης ως πλέον συντομοτέρα και αφαλεστέρα. Όσοι ακολούθησαν την οδό της ταπείνωσης, ανέβησαν ακόπος, ακινδύνως και ασφαλώς στους ουρανούς. Όλοι οι Άγιοι διά της ταπεινώσεως ανέβησαν εις τους ουρανούς και αποτελούν την θριαμβεύουσα εν ουρανοίς Εκκλησία των πρωτοτόκων. Χωρίς ταπείνωση είναι αδύνατο να ανέβει ο άνθρωπος στου ουρανούς και να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, να συμβασιλεύσει με τον Χριστό.
Και ακούσατε πώς ένας Άγιος Πατήρ της Εκκλησίας μας, ο θείος Δαμασκηνός, παριστά την ταπείνωση. Η ταπείνωση, λέγει, γεννά την υπακοή, η υπακοή γεννά την πραότητα, η πραότητα γεννά την διάκριση, η διάκριση την διόραση, η διόραση την προόραση, η προόραση αναβιβάζει ον άνθρωπο στην τέλεια αγάπη του Θεού και του πλησίον. Η δε τέλεια αγάπη αξιοί τον άνθρωπο συγκοιτασθήναι και συμμείναι τω νυμφίω Χριστώ, διότι ο μένων εις την αγάπη μένει εις τον Θεό και ο Θεός εις αυτόν.
Εννόησες, χριστιανέ, ότι η ταπείνωση είναι η οδός, είναι η κλίμακα, που θα ανέλθουμε στους ουρανούς; Άρχισε λοιπόν και βάδιζε την οδό της ταπείνωσης με θάρρος, με ανδρεία και μεγαλοψυχία, με προθυμία και χαρά, χωρίς φόβο ή δειλία· και επειδή κάθε αρετή, και παν δώρημα τέλειο, είναι δώρο του Θεού άνωθεν καταβαίνον εκ του Πατρός των φώτων, ζήτησε μετά θέρμης πίστεως από τον Πατέρα των φώτων να σε πλουτίσει με την αρετή και το χάρισμα της ταπείνωσης. Και Εκείνος ο οποίος είπε· «αιτείτε, και δοθήσαιτε υμίν, ζητείτε, και ευρήσετε» χωρίς άλλο θα δώσει ό, τι ζητείς, αρκεί να είναι προς το συμφέρον σου· δεν πρέπει όμως και συ να αμελήσεις, αλλά να κοπιάσεις κατά το δυνατόν. Το πουλί με ένα φτερό δεν μπορεί να πετάξει, αλλά με δύο. Έτσι και ο άνθρωπος, μόνο με τη θέληση την δική του, χωρίς του Θεού την βοήθεια και χάρη, τίποτε δεν κάμει. Ο Θεός πάντοτε βοηθεί τον άνθρωπο, του δίδει την χάρη, αλλ’ όταν αυτός μένει ακίνητος και ράθυμος δεν γίνεται τίποτε. Ο θείος Χρυσόστομος λέγει: «πρέπει και το εκ Θεού αλλά και το αφ’ ημών»· και ο θείος Αυγουστίνος λέγει: «ο Θεός έκαμε τον άνθρωπο χωρίς του ανθρώπου, δεν σώζει όμως τον άνθρωπο χωρίς του ανθρώπου».
ΜΕΡΟΣ Β’
Εννοήσατε, αγαπητοί μου, ότι η ασφαλεστέρα και συντομοτέρα οδός, που οδηγεί εις τους ουρανούς, είναι η οδός της ταπείνωσης. Αυτή την οδό δίδαξε ο Κύριος και μας την έδειξε εμπράκτως διά του ιδίου παραδείγματός του.
Δεύτερον μας δίδαξε την ταπείνωση η Παρθένος Μαρία, η οποία διά την υπερβολική της ταπείνωση αξιώθηκε να γίνει Μητέρα Θεού, και τρίτον μας δίδαξαν την ταπείνωση οι Άγιοι Πάντες, Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, Όσιοι και Δίκαιοι, οι οποίοι αξιώθηκαν διά της ταπείνωσης των ουρανών βασιλείας. Ας ακούσουμε την φωνή του Κυρίου του Καλού μας Πατρός και Ποιμένος, ο οποίος μας καλεί και μας λέγει· «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς» (Ματθ. 11, 28). Ελάτε εις εμέ όλοι όσοι κοπιάζετε για τον νόμο μου, για τις εντολές μου, ακόμη και όσοι είστε φορτωμένοι με αμαρτίες, έλθετε εις εμέ και εγώ θα σας θεραπεύσω, θα σας αναπαύσω, θα σας χαρίσω την αιώνια ζωή και βασιλεία. Αλλά «μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. 11, 29). Μάθετε, διδαχθείτε, λάβετε παράδειγμα από εμέ για να γίνετε και σεις όμοιοι με εμέ, και έτσι θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας· «ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστι» (Ματθ. 11, 30). Ζυγό εννοεί την ταπείνωση και φορτίο ελαφρό εννοεί τις εντολές, οι οποίες δεν είναι βαριές, αλλά ελαφριές. Εάν δεν γίνετε πράοι και ταπεινοί, δεν θα βρείτε ανάπαυση. Αυτή είναι η οδός για την οποία δέεται και ο Προφητάναξ Δαβίδ και παρακαλεί τον Θεό να στείλει το Πνεύμα το Άγιο να τον οδηγήσει· «Το Πνεύμα Σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γη ευθεία»(Ψαλμ. 142, 10).
Δυστυχώς οι άνθρωποι, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, έχασαν την ευθεία οδό της ταπεινώσεως και περιπατούν σε κρημνούς και σε βράχους και γι’ αυτό καθημερινά προσκόπτουν, κρημνίζονται, συντρίβονται. Πάντες εξέκλιναν, λέγει ο Προφητάναξ Δαβίδ, της ευθείας οδού. Οι πόλεμου που γίνονται σήμερα, οι φόνοι, οι αρπαγές, οι κλοπές, οι πλεονεξίες, οι αδικίες, οι πορνείες, οι μοιχείες, οι ασέλγειες, οι σπατάλες, οι κραιπάλες και μέθες είναι σημεία ότι οι άνθρωποι έχασαν την ευθεία οδό, έχασαν τον δρόμο που οδηγεί στην ανάπαυση, στους ουρανούς και την αιώνιο ζωή. Ουκ έγνωσαν συνήκαν εν σκότει διαπορεύονται, επόμενον δε, όταν περιπατεί κανείς στο σκότος να συντριβεί.
Σκότος και ολίσθημα, απόλυτο σκοτάδι και συσκότιση, σύντριμμα και οδύνες θανάτου κάλυψαν και καλύπτουν όλη την οικουμένη. Εάν η ανθρωπότητα δεν αποβάλει τον εγωισμό και την υπερηφάνεια, εάν όλοι μας δεν στραφούμε να γίνουμε άκακοι, απόνηροι, απλοί, πραείς, ταπεινοί, σαν τα άκακα και μικρά παιδιά, στο σκότος θα βαδίζουμε και έξω της βασιλείας των ουρανών θα μείνουμε. «Αμήν λέγω υμίν· εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών», είπε ο Κύριος (Ματθ. 18, 3). Ο ουρανός είναι θρόνος του Θεού, διότι εκεί ακαταπαύστως δοξολογείται ο Θεός υπό των Αγγελικών δυνάμεων. Μετά τον ουρανό έχει την καρδία του ταπεινού ανθρώπου. Σε κανένα άλλο τόπο δεν αναπαύεται παρά στον ταπεινό, τον πράο και που τρέμει τους λόγους Του…
Ότι δε είναι αληθείς οι λόγοι φανερό είναι από τα εξής: Όταν ευδόκησε ο Θεός να εξαποστείλει τον υιό Αυτού εις τον κόσμο, για την σωτηρία των ανθρώπων εις ουδένα άλλο επέβλεψε, αλλ’ εις την ταπεινή Παρθένο της Ναζαρέτ. Αυτή εγένετο κατοικητήριο και οίκος, εις τον οποίο κατώκησε ο Ύψιστος Θεός και έγινε άνθρωπος. Εάν ερευνήσουμε καλώς τους βίους των Αγίων Πάντων θα δούμε ότι διά της ταπεινώσεως υψώθησαν παρά Θεού, ετιμήθησαν, εδοξάσθησαν, εθαυμαστώθησαν, αγίασαν. Εάν αφαιρέσεις την ταπείνωση ουδείς Άγιος. Ο ταπεινός άνθρωπος είναι πράος, απλούς, άκακος, γλυκύς, ιλαρός, ευκατάδεκτος, μειλίχιος, κεκοσμημένος πάσης χάριτος, εικών, τύπος και ομοίωσις του Θεού. Ενώ ο υπερήφανος είναι αλαζών, ακατάδεκτος, φθονερός, δόλιος, υποκριτής, ψεύτης, άδικος θυμώδης και οργίλος· είναι εικών και τύπος του διαβόλου, στερημένος πάσης χάριτος.
Την ταπείνωση την ονομάζει ο όσιος Ισαάκ στολή Θεότητος, διότι ο των όλων Θεός και Κύριος αυτήν ενεδύθη, όταν ήλθε προς τους ανθρώπους. Αυτήν, λοιπόν, ας ενδυθούμε και εμείς για να μπορέσουμε χωρίς κίνδυνο και απρόσκοπτα να βαδίσουμε την οδό την άγουσα στους ουρανούς.
Ο Μέγας Αντώνιος, όταν ζούσε, είδε σε οπτασία τις παγίδες του διαβόλου απλωμένες στην γη και δεν υπήρχε τόπος που να μην υπήρχε παγίδα. Αναστέναξε ο Άγιος και είπε· και τις δύναται ταύτας εκφύγειν; Ποιος, είπε, θα δυνηθεί να διαφύγει όλες αυτές τις παγίδες· και άκουσε φωνής που έλεγε· η ταπείνωση.
Ο διάβολος, αγαπητοί μου, έχει στήσει παντού τις παγίδες του και συλλαμβάνει τους ανθρώπους, μόνο όμως διά της ταπείνωσης θα δυνηθούμε να τις αποφύγουμε.
Ταπείνωση λέγοντες εννοούμε την εσωτερική και όχι εξωτερική, την αληθινή και όχι την ψευδοταπείνωση, την πραγματική και όχι την υποκριτική. Ταπείνωση εσωτερική, πραγματική, αληθινή είναι να αισθάνεται κάποιος, μέσα στο βάθος της καρδιάς του, τις δωρεές και χάριτες που έχει λάβει από τον Θεό· να αισθάνεται ότι παν ό, τι έχει, και ύπαρξη και ζωή και υγεία και πλούτο και σοφία όλα είναι ξένα, είναι δώρα του Θεού· να αισθάνεται τον προορισμό του επί της γης, τις υποχρεώσεις τις οποίες έχει προς τον Θεό και τον πλησίον του.
Τέτοια ταπείνωση είχαν οι Άγιοι και εξόχως ο Πατριάρχης Αβραάμ, ο οποίος συνομιλών με τον Θεό έλεγε· «ήγημαι δε εμαυτόν γην και σποδόν», και ο Προφητάναξ Δαβίδ έλεγε· «εγώ δε ειμι σκώληξ και ουκ άνθρωπος, όνειδος ανθρώπου και εξουθένημα λαού». Ο Απόστολος Παύλος ονόμαζε τον εαυτό ελάχιστο των Αποστόλων, αμαρτωλότερο πάντων, έκτρωμα της φύσεως. Ωσαύτως και όλοι οι Άγιοι. Επίσης αληθής ταπείνωση είναι, το να συναισθάνεται κάποιος τις αμαρτίες του. Τέτοια ταπείνωση έδειξε ο Τελώνης ο οποίος συναισθανόμενος τις αμαρτίες του δεν ήθελε να πλησιάσει στο ιερό, αλλά στάθηκε από μακρυά, θεωρούσε εαυτόν ανάξιο να πλησιάσει στο ιερό και να δει τον ουρανό, κύπτων δε κάτω έτυπτε το στήθος και μετά στεναγμών και δακρύων έλεγε: «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ».
Εξωτερική ταπείνωση, υποκριτική, ψευδής είναι το να φαίνεται κάποιος εξωτερικά ταπεινός, να προσποιείται το πρόβατο και εσωτερικά να είναι λύκος. Τέτοια ταπείνωση είχαν οι Αρχιερείς και οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι της εποχής του Κυρίου, οι οποίοι νήστευαν, και διά να φαίνονται στους ανθρώπους ότι νηστεύουν αφάνιζαν τα πρόσωπα τους, περιπατούσαν σκυθρωποί, έκαναν προσευχές μεγάλες όχι στα δωμάτιά τους κρυφά, αλλά φανερά στους δρόμους και στις πλατείες για να τους θαυμάζουν. Έκαναν ελεημοσύνες για να τους βλέπουν και επαινούν οι άνθρωποι και κρυφίως άρπαζαν τις περιουσίες των χηρών και ορφανών. Τέτοια ψευδή και υποκριτική ταπείνωση την βδελύσσεται ο Κύριος καθώς είναι φανερό εις τα Ευαγγέλια.
Εξ όσων είπαμε θα κατανοήσατε ποια είναι η οδός, η οποία οδηγεί ασφαλώς εις τους ουρανούς και ότι πρέπει αυτή την οδό να ακολουθήσουμε. Ως Πνευματικός Πατήρ σας έδειξα την οδό. Πρέπει, ως πνευματικός ιατρός, να σας δώσω και μερικές οδηγίες, οι οποίες θα σας χρησιμεύσουν καθ’ οδόν, διότι, ως άνθρωποι, ενδέχεται να συναντήσετε εμπόδια, προσκόμματα, να αποκάμετε εκ του κόπου και να σκοντάψετε. Είπαμε ότι η οδός της ταπείνωσης είναι πλέον συντομοτέρα και ασφαλεστέρα. Πώς λοιπόν έχει εμπόδια; Έχει μερικά εμπόδια. Πρώτον, διότι είμαστε άνθρωποι και όχι Άγγελοι, και δεύτερον επειδή έχουμε πολλές κακές και παλαιές συνήθειες, οι οποίες μας γίνονται εμπόδιο εις τον δρόμο που βαδίζουμε. Δι’ αυτό, ως πνευματικός ιατρός, πρέπει να σας δώσω μερικές οδηγίες για να αποφύγετε κάθε κίνδυνο στον δρόμο.
Όταν οι Ισραηλίται, κατά προσταγή του Θεού, με την οδηγία του Μωυσέως, αναχώρησαν από την Αίγυπτο για να πάνε στην πατρίδα τους, στη γη Χαναάν, τη γη της επαγγελίας, ενώ πήγαιναν στην έρημο εδάγκωντο από τα φίδια και πέθαιναν. Τότε ο Μωυσής, κατά προσταγή του Θεού, κατασκεύασε χάλκινο φίδι, το οποίο έθεσε πάνω σε ξύλο· και έβαλε πάνω σε μέρος περίβλεπτο· όσοι δε από τους Ισραηλίτες εδάγκωντο από τα φίδια, μόλις ατένιζαν στο χάλκινο φίδι, ευθύς θεραπεύονταν.
Αίγυπτος είναι ο κόσμος. Ισραηλίτες είμαστε εμείς οι Χριστιανοί οι πιστεύσαντες εις τον Χριστό, οι οποίοι λάβαμε παρά Θεού προσταγή να αναχωρήσουμε και φτάσουμε στη γη της επαγγελίας, στους ουρανούς, στον Παράδεισο. Έρημος είναι η οδός η από τον κόσμο αυτόν έως να φτάσουμε στους ουρανούς. Όφεις είναι τα πονηρά πνεύματα που παραμονεύουν στον δρόμο και μας δαγκάνουν και μας πληγώνουν. Άλλον τον πληγώνουν με την υπερηφάνεια, άλλον με τον φθόνο, άλλον με την πλεονεξία, άλλον με την φιλαργυρία, άλλον με την απιστία, άλλον με την ασωτία. Μωυσής είναι ο Αρχιερεύς, ο Πνευματικός πατήρ, ο οποίος πρέπει να οδηγεί τους χριστιανούς εις την οδό… Ο όφις ο χαλκούς ο επί ξύλου εικόνιζε τον επί ξύλου Σταυρωθέντα αναμάρτητον Ιησού Χριστό.
Εκείνο λοιπόν που μεταχειρίστηκε ο Μωυσής για τους παλαιούς Ισραηλίτες αυτό να μεταχειριστώ και εγώ ο ελάχιστος για εσάς τους νέους Ισραηλίτες. Όσες φορές, λοιπόν, τέκνα μου εν Κυρίω αγαπητά, πληγωθείτε από τον νοητό όφι, τον διάβολο, ατενίστε με τα μάτια της διανοίας σας εις τον Εσταυρωμένο και αμέσως θεραπευθείτε. Στοχαστείτε καλά ποιος είναι, τι έπαθε και διά ποιον έπαθε! Και όταν καλώς στοχαστούμε τον επί ξύλου για εμάς σταυρωθέντα, και ταπεινωθούμε, και ζητήσουμε θεραπεία, ευθύς θα την λάβουμε.
Είσαι βασιλεύς, είσαι πατριάρχης, αρχιερεύς, ιερεύς, υπουργός, στρατηγός, αξιωματικός, πλούσιος, πτωχός, μεγάλος, μικρός και σε φουσκώνει ο άνεμος της υπερηφάνειας; Κοίταξε τον Εσταυρωμένο, τον Βασιλέα του Παντός, Εκείνον ο Οποίος εποίησε τα πάντα διά μόνου του λόγου, πόση ταπείνωση έδειξε. Αυτός καταδέχτηκε να κατέβει από τους ουρανούς, να γίνει ο Θεός άνθρωπος, να φορέσει σάρκα ανθρώπινη, να γεννηθεί σε πενιχρό σπήλαιο, να ανακλιθεί σε φάτνη των αλόγων! Κόπιασε, περιπάτησε, δίψασε, πείνασε, ωνειδίσθη, υβρίσθη, ενεπαίχθη, εμπτύσθη, εκολαφίσθη, όξος και χολή εποτίσθη, στέφανον εξ ακανθών εφόρεσε, ελογχεύθη και τον επονείδιστο σταυρικό θάνατο υπέμεινε για την δική μας αγάπη. Έπαθε ο αναμάρτητος, ο ανεύθυνος γι’ εμάς τους αμαρτωλούς και υπευθύνους, γι’ εμάς τους εχθρούς του. Πλήρωσε διά του Σταυρικού του θανάτου και της εκχύσεως του Αίματός του το χρέος των ημετέρων αμαρτιών, μας ελευθέρωσε των του Άδου δεσμών και της φθοράς, και μας επανήγαγε πάλι εις τον Παράδεισο, την πρώτη πατρίδα.
Αλλά, για να πάμε στην ουράνιά μας πατρίδα, την αεί διαμένουσα, πρέπει να μιμηθούμε Αυτόν, ιδίως την ταπείνωσή του. «Χριστός έπαθεν υπέρ ημών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού· ος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού ος λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει, παρεδίδου δε τω κρίνοντι δικαίως· ος τας αμαρτίας ημών αυτός ανήνεγκεν εν τω σώματι αυτού επί το ξύλον, ίνα ταις αμαρτίαις απογενόμενοι τη δικαιοσύνη ζήσωμεν· ου τω μώλωπι αυτού ιάθητε· ήτε γαρ ως πρόβατα πλανώμενα, αλλ’ επεστράφητε νυν επί τον ποιμένα και απίσκοπον των ψυχών υμών» (Α’ Πετρ. 2, 21-25).
Κατά τη Δευτέρα Παρουσία, όταν έλθει ο Υιός του Θεού να κρίνει τον κόσμο και να αποδώσει εις έκαστο κατά τα έργα αυτού, τότε θα πει εις εμάς· «Ίδητε άνθρωποι τι εποίησα δι’ εσάς; Δι’ εσάς εταπεινώθην διά να σας υψώσω, κατήλθον εκ των ουρανών εις την γη διά να σας αναβιβάσω από της γης εις τον ουρανόν· έγινα άνθρωπος, Θεός ων, διά να σας κάμω θεούς και υιούς μου κατά χάριν· επτώχευσα διά να σας πλουτίσω· σας εκάλεσα αδελφούς μας, παιδιά μου· έχυσα το Αίμα μου διά να σας εξαγοράσω εκ της κατάρας, από την προπατορικήν αμαρτίαν· σας έδωσα το Σώμα και το Αίμα μου, να τα εσθίετε και πίνετε, διά να μένετε μαζί μου. Τι άλλο έπρεπε να κάμω και δεν το έκαμα;».
Προς αυτά τι έχομε να απολογηθούμε; Τότε οι Άγιοι Απόστολοι και οι Προφήται θα δείξουν τους πόνους, τους αγώνες, τους ιδρώτες του κηρύγματος, τους διωγμούς, τις εξορίες, τις φυλακίσεις, τους θανάτους που υπέμειναν για τον Χριστό. Οι Μάρτυρες θα δείξουν τα αίματα που έχυσαν για την αγάπη Του, οι Όσιοι και οι Ασκηταί τις αγρυπνίες, τις προσευχές, τις νηστείες, τις στερήσεις. Οι Δίκαιοι και ελεήμονες τις δικαιοσύνες και ελεημοσύνες. Εμείς τι θα δείξουμε; Αλλοίμονο εις εμέ ο οποίος δεν εποίησα καρπό. Εάν αγαπητοί μου, ευρεθούμε τότε, ωσάν άκαρπα δένδρα, θα υποστούμε την φοβερή καταδίκη την οποία προανήγγειλε στο Ιερό Ευαγγέλιο ο Τίμιος Πρόδρομος· «παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ματθ. 3, 10).
Πριν λοιπόν έλθει η φοβερή ημέρα του θανάτου ας φροντίσουμε να καθαρίσουμε την ψυχή μας διά της μετανοίας και εξομολογήσεως, και να πλουτίσουμε τον εαυτό μας με έργα αγαθά, να κοσμήσουμε τις λαμπάδες της ψυχής μας με αρετές, και προ παντός να ταπεινωθούμε ενώπιον Κυρίου για να μας υψώσει. «Ταπεινώθητε ενώπιον του Κυρίου, και υψώσει υμάς» (Ιακ. 4, 10). Βαδίσατε, αγαπητοί μου, προθύμως την οδό της ταπείνωσης, την οποία όχι εγώ αλλ’ αυτός ο Κύριος μας χάραξε και μας υπέδειξε, εγώ δε ως Πνευματικός σας υπέμνησα.
Πηγή: (Από το βιβλίο: Αρχιμ. Φιλοθέου Ζερβάκου, Ηγουμένου Ι. Μ. Λογγοβάρδας Πάρου, Ομιλίες. Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη». Τ. Κ. 566 26, Σπαρτάκου 6, Συκιές, Θεσσαλονίκη, 2015),
orp.gr,
Η άλλη όψη

Ήταν ανήμερα της εθνικής μας επετείου, 28 Οκτωβρίου του 2016 όταν εστάλησαν τα πρώτα ειδοποιητήρια, σε κατοίκους της Χιμάρας με τα οποία τους εζητείτο να εκκενώσουν τα σπίτια τους τα οποία θα κατεδαφίζονταν στο πλαίσιο ενός αναπτυξιακού υποτίθεται έργου ανάπλασης της περιοχής. Κατοικίες άνω των 100 ετών είχαν μπει στο στόχαστρο των συμφερόντων.
Η αντίδραση ήταν άμεση και μαζική. Για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια η συντριπτική πλειοψηφία των Χιμαραίων ενώθηκε κάτω από τον ίδιο σκοπό. Με την ΟΜΟΝΟΙΑ μπροστά, οργανώθηκε μια κινητοποίηση σε όλα τα μέτωπα.
Με τη συνδρομή της πρεσβείας της Ελλάδος στα Τίρανα, και την στήριξη της ελληνικής πολιτείας ενημερώθηκαν διεθνείς φορείς και ξένες πρεσβείες στα Τίρανα ενώ αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΑΣΕ, βρέθηκαν στην Χιμάρα για επιθεώρηση της κατάστασης. Πραγματοποιήθηκαν διαμαρτυρίες, κινήθηκαν νομικές διαδικασίες, ο Συνήγορος του Πολίτη της Αλβανίας επιβεβαίωσε πως είχαν καταπατηθεί τα δικαιώματα των κατοίκων κατά τον σχεδιασμό και υλοποίηση του έργου.
Έγινε προσπάθεια συνεννόησης με την κυβέρνηση ακόμη και με τον δήμαρχο Χιμάρας του οποίου η στάση ήταν όλο αυτό το διάστημα η πιο εχθρική απέναντι στα αιτήματά μας.

Το θέμα πήρε διαστάσεις σε ελληνικά, αλβανικά και διεθνή ΜΜΕ. Όλα αυτά έγιναν με την συνεργασία των Χιμαραίων από τα Τίρανα μέχρι την Αθήνα και την Ουάσιγκτον. Σημαντικό μέρος της αλβανικής κοινής γνώμης συνετάχθη με τα δίκαια αιτήματά μας παρά την διαχρονική της επιφυλακτικότητα απέναντι στον ελληνισμό της Χιμάρας
Μετά την δικαστική δικαίωση που έφερε την ακύρωση του σχεδίου, οι εμπλεκόμενοι αναγκάστηκαν να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μετά από πολύωρες διαβουλεύσεις, καταρτίστηκε νέο σχέδιο σύμφωνα με το οποίο δεν γίνεται καμία κατεδάφιση. Υπέρ του σχεδίου τάχθηκε η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων, κατά την παρουσίασή του, στις 17 Οκτωβρίου. Το σχέδιο αυτό εκτός από το FondiZhvillimitαναγκάστηκε να υπογράψει και ο δήμαρχος της Χιμάρας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη από αυτήν για το δίκαιο των αιτημάτων μας. Η εξέλιξη αυτή, εκθέτει σαφώς τον δήμαρχο Χιμάρας που ως τοπικός άρχοντας, απέδειξε πως δεν υπηρετεί τα συμφέροντα του τόπου του εφόσον αυτά τα δύο χρόνια, στάθηκε εμπόδιο σε κάθε λύση.
Ταυτόχρονα, λάβαμε την δέσμευση πως η εγγραφή των περιουσιών στο υποθηκοφυλακείο θα ολοκληρωθεί με διαδικασίες fast track οι οποίες ήδη έχουν ξεκινήσει από τα αντίστοιχα υπουργεία. Οι κάτοικοι του κέντρου της Χιμάρας έχουν ήδη καταθέσει τα δικαιολογητικά και αναμένουμε την τελική διεκπεραίωση. Η καταγραφή των ιδιοκτησιών και απόδοση τίτλων ιδιοκτησίας, είναι ένα πάγιο αίτημα των κατοίκων της Χιμάρας από το 1991. Η διαφαινόμενη επίλυση αυτού του ζητήματος θα λύσει εν πολλοίς το πρόβλημα τις αβεβαιότητας και της υφαρπαγής των περιουσιών με πλαστογραφήσεις και άλλες μεθοδεύσεις. Σε περίπτωση που οι δεσμεύσεις δεν τηρηθούν και παρατηρηθεί οποιαδήποτε κωλυσιεργία, οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν. Διαβεβαιώνουμε κάθε εμπλεκόμενο ότι γνωρίζουμε καλά πλέον που κινούμαστε και η αποτελεσματικότητά μας είναι επιβεβαιωμένη.
Σε αυτήν την πορεία είχαμε να αντιμετωπίσουμε ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και πολιτικές σκοπιμότητες με εθνικιστικό χαρακτήρα. Είχαμε δύσκολες στιγμές και δεχτήκαμε ισχυρή πίεση, αυτά τα δύο χρόνια μαχόμενοι κατά των κατεδαφίσεων και της οικονομικής εξόντωσης. Καταφέραμε όμως τελικά, να δείξουμε προς όλες τις πλευρές πως κύριος αυτού του τόπου είναι ο Χιμαραίος. Από εδώ και μπρος κάθε αγώνας θα ξεκινάει με αυτό το δεδομένο.
Πηγή: Himara.gr | Ειδήσεις απ' την Βόρειο Ήπειρο
Πηγή: Himara.gr, defence-point.gr

Είναι σαφές ότι, πίσω από τη λεγόμενη πρόταση ή πρόθεση της Πολιτείας, που αφορά στην απόλυση από το Δημόσιο των Ιερέων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη χώρα μας, κρύβεται στην πραγματικότητα μία ακόμη δίωξη και απαξίωση της ορθόδοξης πίστεως και του πνευματικού χώρου που διακονεί η ορθόδοξη Ιεροσύνη.
Η δίωξη εναντίον των κληρικών δεν συνιστά μια απλή, μισθολογικού μόνον περιεχομένου, αποπομπή των κληρικών από την ενιαία αρχή πληρωμών του δημοσίου, αλλά ένα ακόμη στάδιο του σχεδίου επιβολής της ουδετεροθρησκείας, που μεθοδεύεται από την ηγεμονεύουσα πολιτεία.
Η πρόθεση της κυβέρνησης, να απολύσει 10.000 Ιερείς, δεν είναι καθόλου τυχαία, διότι είναι φανερό ότι στοχοποιεί έναν κλάδο, με συγκεκριμένο έργο, για τον λόγο ότι το έργο αυτό βρίσκεται σε αντίθετη κατεύθυνση από την ουδετεροθρησκεία που μεθοδεύει να επιβάλει στην ελληνική κοινωνία.
Στη συζήτηση Πρωθυπουργού – Μακαριωτάτου, που προηγήθηκε της συμφωνίας, έγινε, εκτός των άλλων, λόγος για την ουδετεροθρησκεία και τις δομικές αρχές της, τις οποίες σχεδιάζει να επιβάλει το κυβερνόν κόμμα. Είναι οι ίδιες αρχές, με την ίδια ιδεοληπτική εχθρότητα, που εκφράστηκαν από την ίδια πολιτειακή αρχή, όταν αυτή, το 2016, αποφάσισε άρον – άρον, να επιβάλει στους έλληνες ορθόδοξους μαθητές, με υπουργικές αποφάσεις, τα Νέα Προγράμματα Σπουδών στα Θρησκευτικά, με τελικό στόχο τη μετάλλαξή τους σε πολυθρησκειακά θρησκευτικά, αποφάσεις, βέβαια, τις οποίες ακύρωσε πρόσφατα (2018) το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Ο βασικός λόγος της δίωξης και αποπομπής των Ιερέων από το δημόσιο είναι ότι η ορθόδοξη πίστη ενοχλεί και εμποδίζει τα σχέδια για την πορεία προς την ολοκλήρωση της παγκόσμιας διακυβέρνησης, που θέλουν να εφαρμόσουν κάποιοι εξωτερικοί οικονομικοί παράγοντες στη χώρα μας και τα οποία σχέδια υπηρετούν με αφοσίωση, για τους δικούς τους λόγους, κάποιοι εσωτερικοί δορυφόροι τους.
Η συμφωνία Πρωθυπουργού – Μακαριωτάτου αυτοακυρώθηκε, όταν, ενώ ο Μακαριώτατος δήλωνε δημοσίως ενώπιον του Πρωθυπουργού ότι η συμφωνία θα ισχύσει, εφόσον εγκριθεί από την Ιερά Σύνοδο, η Πολιτεία, ούτε καν ανέμενε την απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, αλλά έσπευσε, αμέσως μετά τη συνάντηση Πρωθυπουργού – Μακαριωτάτου, την ίδια μέρα, να ανακοινώσει την απόλυση των κληρικών από το Δημόσιο και την προκήρυξη 10.000 νέων διορισμών στις θέσεις των απολυθέντων κληρικών! Με τον τρόπο αυτό η Πολιτεία έδειξε απόλυτη ασέβεια έναντι της Εκκλησίας και, αφενός, μετέτρεψε τη συμφωνία σε προεκλογική εξαγγελία και ψηφοθηρία, αφετέρου, προσέβαλε τον Μακαριώτατο, εμφανίζοντάς τον στον ελληνικό λαό ως εμπλεκόμενο στα δόλια προεκλογικά σχέδια και τεχνάσματά της και, λίγο πολύ, ως συμφωνούντα στην απόλυση των Κληρικών.
Ταυτόχρονα, η εργαλειοποίηση της απόλυσης των κληρικών και η εμφάνισή της ως προεκλογική σημαία ανοίγματος 10.000 νέων θέσεων στο δημόσιο αποτελεί ανήθικη πολιτική πρόκληση και παρακίνηση σύγκρουσης και διχασμού ανάμεσα σε διάφορες ομάδες ανέργων και στους κληρικούς.
Η πρόθεση απόλυσης των Ιερέων, όμως, αποτελεί συνάμα και μια πρωτάκουστη για τα εργασιακά δεδομένα της Ελλάδος και της Ευρώπης ενέργεια, διότι, για πρώτη φορά, μόνιμοι δημόσιοι λειτουργοί, αντί να προάγονται, υποβιβάζονται και υποτιμούνται, με εντελώς αντισυνταγματικό και παράνομο τρόπο, σε ένα κατώτερο και αγνώστων στοιχείων εργασιακό και ασφαλιστικό καθεστώς.
Η Πολιτεία, με την απαξιωτική στάση της στον Ιερό Κλήρο και το έργο του, επιδεικνύει εμφανώς, όχι συμπάθεια και αναγνώριση, αλλά εμφανή πρόθεση διαχωρισμού του ελληνικού λαού από την πνευματική παρουσία, προστασία και αρωγή της ορθόδοξης πίστεώς του, που διακονείται από τον Ιερό κλήρο και φυσικά ως προβολή του τι εννοεί με την επιμονή της σε ένα νέο καθεστώς διαχωρισμού Εκκλησίας - Πολιτείας και ουδετεροθρησκείας.
Ξεχνάει βέβαια, στην περίπτωση αυτή, τη βαθύτερη σχέση του Ελληνικού λαού με τον Ιερέα του. Ο Ιερέας, στη συνείδηση σχεδόν όλων των Ελλήνων, αποτελεί το μόνιμο και σταθερό στήριγμα, στις λύπες, στις χαρές, στις συμφορές, στις εκάστοτε υλικές και πνευματικές τους ανάγκες. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι στις ενορίες της χώρας μας, χριστιανοί και μη, τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά, που βιώνουν τον δικό τους σταυρό, με ποικίλες και πάμπολλες μόνιμες ή προσωρινές ή και αιφνίδιες δυσχέρειες και δυσκολίες, που η Πολιτεία ούτε καν τις γνωρίζει.
Ο Ιερέας, όμως, που ζει καθημερινά στην ενορία του, η οποία, ως γνωστό, αποτελεί το κέντρο της αγάπης και της αλληλεγγύης της τοπικής κοινότητας και το αποκούμπι των πτωχών και των πάσης φύσεως αδυνάτων, είναι εκείνος που γνωρίζει από κοντά και προσωπικά τις υπάρχουσες πνευματικές και υλικές ανάγκες και προσπαθεί, με κάθε τρόπο, να αντιμετωπιστούν άμεσα και αποτελεσματικά.
Ειδικά, τα τελευταία χρόνια, οι ενορίες και οι ιερείς τους επωμίστηκαν το κύριο βάρος από τις γνωστές και οξύτατες κοινωνικές και ψυχικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσεως, συμβάλλοντας, μέσω του πνευματικού και φιλανθρωπικού τους έργου, στην ανακούφιση όλων των εχόντων ανάγκη, ανεξάρτητα από εθνότητα ή θρησκεία.
Ο ελληνικός λαός, συνεπώς, αντιλαμβάνεται πλήρως ότι η στοχοθέτηση των Ιερέων είναι μεθοδευμένη από την πολιτεία ενέργεια, ώστε να καλλιεργείται η εντύπωση ότι η δημοσιοϋπαλληλική σχέση των Ιερέων αποτελεί εμπόδιο για άλλους νέους διορισμούς στο δημόσιο για να προκαλείται, έτσι, μια ενδόμυχη εχθρότητα εναντίον των Ιερέων και του φορέα που διακονούν.
Πάντως, το σχέδιο ουδετεροθρησκείας και αποϊεροποίησης της κοινωνικής και δημόσιας ζωής του λαού μας, που θα επιδιωχθεί ίσως να εφαρμοστεί και διά της αναθεωρήσεως του Συντάγματος, έχει ήδη αρχίσει να υλοποιείται στην πράξη διά της πρόσφατης αλλοιώσεως του ορθόδοξου προσανατολισμού του Μαθήματος των Θρησκευτικών, αλλά και διά της τωρινής διώξεως των Ιερέων από το δημόσιο, απειλώντας τις οντολογικές δομές του ελληνικού θρησκευτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού τοπίου της χώρας.
Ωστόσο, ο λαός μας γνωρίζει ότι ο Ιερέας εκφράζει έναν συγκεκριμένο ιστορικό συμβολισμό, που σε γενικές γραμμές έπαιξε και συνεχίζει να παίζει σημαντικό και πολύπτυχο ρόλο στην ορθόδοξη παράδοση και ζωή. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος έγραφε: «Η Ιεροσύνη αποτελεί διακονία, η οποία συνδέει τον άνθρωπο με τον Θεό».
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, επίσης, σημειώνει: «Πρόσεξε, πόση είναι η δύναμη των Ιερέων: Βάλε με το νου σου το βάπτισμα, την άφεση των αμαρτιών, τη θεία υιοθεσία, τα υπόλοιπα μυστήρια, χιλιάδες ευεργεσίες, τις οποίες απολαμβάνεις με την επίθεση των χειρών τους στην κεφαλή σου και τις ευχές προς τον Θεό για χάρη σου». Ο ίδιος Πατήρ υπογραμμίζει: «Δεν γνωρίζεις τι είναι ο Ιερέας; Είναι ο αγγελιοφόρος του Κυρίου. Εάν τον υποτιμάς, ουσιαστικά δεν υποτιμάς αυτόν, αλλά τον Θεό. Εάν δεν ενεργεί ο Θεός δι’ αυτών, ούτε πνευματικό καθαρισμό έχεις, ούτε των ιερών μυστηρίων μπορείς να μετέχεις, ούτε χαίρεσαι τις ευεργεσίες των ευλογιών, άρα δεν είσαι καν Χριστιανός.
Ο Φ. Κόντογλου, επίσης, εκφράζοντας την κληρονομιά που γνώρισε, ως προς τη θέση των Ιερέων στην ελληνική κοινωνία, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οι παπάδες μας είναι σαν πνευματικοὶ άρχοντες. Δόξα σοι ο Θεὸς που βλέπουμε ακόμα τέτοιες βιβλικὲς μορφὲς στον αιώνα της μονοτονίας, της ανέκφραστης ομοιομορφίας και της αντιπνευματικής πεζότητας! Ο παπὰς είναι σύμβολο. Σύμβολο θρησκευτικὸ και εθνικό. Το ράσο θυμίζει στον λαὸ την ιστορία του, τις θυσίες του, τους πόνους του, τις χαρές του και γι᾿ αυτὸ το ράσο τον ζεσταίνει, του δίνει φρόνημα, πίστη, πεποίθηση, εμπιστοσύνη κι᾿ αγάπη».
Και, όμως, η σημερινή πολιτική ηγεσία όλα αυτά τα περιφρονεί και τα υποτιμά για ένα και μόνον λόγο: Γιατί, απλώς, δεν σέβεται την ταυτότητα και τη συνείδηση του Ελληνικού λαού, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ορθόδοξη παράδοση και κληρονομιά του.

Ὁ Οἰκουμενισμός, πού ἀποτελεῖ τό ὄργανό τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, μεταξύ τῶν ἄλλων κακῶν, ἐργάζεται μεθοδικά γιά τήν ἀλλοίωση, κατάργηση καί ἀντικατάσταση(;!) τῶν ἁγίων ἀρετῶν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καί μάλιστα ἐκ τῶν ἔσω. Ἀγωνίζεται, ἐπί παραδείγματι, γιά τήν ἀνάδειξη τῆς ἀγάπης ὡς κορυφαίας ἀρετῆς καί παράλληλα ἀπαξιώνει καί σχετικοποιεῖ τήν πίστη στήν Ἀλήθεια. Ἀγάπη ὅμως δίχως πίστη στήν Ἀλήθεια εἶναι ψέμα καί ἀπάτη. Ἐνεργεῖ καταχρηστικῶς, ἀφοῦ καπηλεύεται μέ περισσό θράσος αὐτές τίς θεοσδοτες, ζωογόνες καί ἀληθεῖς ἀρετές, ὅπως ἐξαρχῆς καί διά παντός φανερώνονται καί ἐνεργοῦν μέσα στήν Παράδοση, μέ τήν πλήρη καί καθαρή μορφή, ἀλλά καί μέ τήν οὐσιώδη καί σωστική δύναμή τους.
Οἱ ἐργάτες του τίς ἰδιοποιοῦνται καί τίς διδάσκουν αὐθαίρετα, χωρίς νά ἔχουν ζήσει τήν ἐμπειρία τους. Καί ἐπιπλέον, ἐνῶ ἀποσιωποῦν καί βάζουν στό περιθώριο βασικές εὐαγγελικές ἀρετές, ἀνακαλύπτουν και...«κατασκευάζουν» νέες, ἐπίπλαστες, ἀναρετες ἀρετές, τίς ὁποῖες προωθοῦν, διδάσκοντας τές στό λαό. Προσπαθοῦν νά τίς θεμελιώσουν ἀναιδῶς καί ἀνενδοιάστως πάνω σέ μεταπατερικές, καί νεοπατερικές θεολογίες καί σέ ἀντιπατερικές θεωρίες, ἀλλοιώνοντας τήν Ἀλήθεια, τήν ὀρθόδοξη πίστη. Μιλᾶνε, δηλαδή, γιά τά ἴδια θέματα πού μίλησαν οἱ ἅγιοι, ἀλλά, ὡς ἀμέτοχοί τῆς θείας Χάριτος, προσπαθοῦν νά περάσουν τήν πάσχουσα δογματικῶς θεολογία τους μέ σκοπό τήν ἀλλοίωση τοῦ ἤθους καί ὀρθοδόξου κριτηρίου τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἀρετές εἶναι ἀπόσταγμα τοῦ αἵματος καί τῶν δακρύων τῶν ἁγίων μας, ἄρα καί γέννημα οὐράνιο, γνήσιο καί καθαρό τῆς Παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος συνοψίζει αὐτήν τήν ἀλήθεια, ἀρχίζοντας τό λόγο του γιά τόν ἅγιο Ἀθανάσιο μέ τή φράση: «Ἀθανάσιον ἐπαινῶν, ἀρετήν ἐπαινέσομαι. Ταυτόν γάρ, ἐκεῖνον τέ εἰπεῖν, καί ἀρετήν ἐπαινέσαι, ὅτι πάσαν ἐν ἐαυτῶ συλλαβῶν εἶχε τήν ἀρετήν, η, τό γέ ἀληθέστερον εἰπεῖν, ἔχει. Θεῶ γάρ ζῶσι πάντες οἱ κατά Θεόν ζήσαντες, κάν ἐνθένδε ἁπαλλαγῶσι». (Λόγος κά΄. Εἰς τόν μέγαν Ἀθανάσιον ἐπίσκοπον Ἀλεξανδρείας).
Αὐτές τίς ἀρετές τίς μεταλλάσσουν, τίς προσδίδουν ἄλλο νόημα καί ἀπό σωστικά πνευματικά ἰάματα τίς μετατρέπουν σέ θανατηφόρα δηλητήρια, γιά τήν νέκρωση τῆς ψυχῆς. Ὡς συνεργάτες δέ τῶν κοσμικῶν ἀρχῶν καί ἐξουσιῶν, μεθοδεύουν δολίως τήν χειραγώγηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐπιβολή μίας κακόζηλης, καινοφανοῦς, κενόσοφης ἀλλά καί ἀπάνθρωπης κοινωνικῆς, πολιτικῆς, πολιτιστικῆς ὁμογενοποίησης. Κυρίως ὅμως, ἑνός ἐξουθενωτικοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, κατάλληλου γιά τήν προετοιμασία τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά ὑποτάσσονται εὔκολα, δίχως ἀντιστάσεις σέ ὁποιασδήποτε μορφῆς ὁλοκληρωτικά συστήματα.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς διδάσκουν καθαρῶς, ἀλλά καί ἐμμέσως, πλήν σαφῶς, πῶς νά φυλαχτοῦμε ἀπό αὐτές τίς παγίδες καί νά στηριχτοῦμε πρῶτα στίς ἔνθεες ἀρετές. Σ` αὐτές πού δωρίζονται στίς ταπεινές καρδιές ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μᾶς φωτίζουν, γιά νά ζήσουμε μακριά ἀπό τήν πλάνη καί μέσα στήν πραγματική ἐλευθερία. Αὐτοί ἀπηχοῦν καί ἑρμηνεύουν κατά κανόνα τίς ἀπόψεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς περί ἀρετῆς. Προκειμένου δέ νά τονίσουν τίς ἐπί μέρους ἀρετές, ἀναφέρονται στά πρόσωπα, καί στά ἰδιαίτερα χαρίσματά τους, τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τῆς Καινῆς ἤ σέ μάρτυρες καί ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, τούς ὁποίους παρουσιάζουν ὡς ὑποδείγματα ἀρετῆς.
Ἡ ἐνάρετη ζωή καί ὁ ἀρετηφόρος λόγος τῶν ἁγίων, πού λάμπουν καί φωτίζουν ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μᾶς στηρίζουν, μᾶς καθοδηγοῦν καί μᾶς βοηθοῦν, νά θεμελιώσουμε ἐσωτερικά τό ἔνθεο φρόνημα. Νά μπορέσουμε νά δοῦμε καί νά ἐκφράσουμε στό βίο καί στήν πολιτεία μας τίς ἀρετές μέ ὀρθή ἀξιολόγηση. Ἐξάλλου, στήν ἐν Χριστῷ ἀληθινή ζωή, ἡ ἀξιολόγηση καί ἡ κατάταξη τῶν ἀρετῶν δέν γίνεται μέ τά γνωστά ἀνθρωποκεντρικά κριτήρια ἀλλά μέ τρόπο μυστικό καί ἱεροκρύφιο: «Ἁγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωοῦται, καί καθάρσει ὑψοῦται λαμπρύνεται, τῆ τριαδική Μονάδι ἱεροκρυφίως». (Ἀναβαθμοί Δ΄ Ἤχου, Ἅ΄Ἀντίφωνο).
Οἱ ἄνθρωποι λησμονοῦν, ἀλλά οἱ πνευματικοί νόμοι δέν παύουν ποτέ νά λειτουργοῦν! Διότι συνεχίζει στό λόγο του ὁ ἅγιος Γρηγόριος: «Ἀρετήν δέ ἐπαινῶν, Θεόν ἐπαινέσομαι, πάρ οὗ τοῖς ἀνθρώποις ἡ ἀρετή». Σύμφωνα μέ αὐτό, ἡ αὐθαίρετη ἀλλοίωση τῶν ἀρετῶν εἶναι ὕβρις κατά τοῦ Θεοῦ, πλάνη καί αἵρεση.
Ὅλα τά κακά, πού κατά τρόπο χειμαρρώδη πνίγουν σήμερα τόν κόσμο καί τήν πατρίδα μας, ἕλκουν τήν γέννα τους ἀπό τόν Οἰκουμενισμό! Κάτω ἀπό τή σκιά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ συνεχίζουν νά διενεργοῦνται σήμερα ὅλα τά προδοτικά ἀντιχριστα καί ἀντεθνικά ἔργα, ὅλων τῶν ἐπισήμων κρατικῶν, ἐκκλησιαστικῶν, καί λοιπῶν, προσώπων καί φορέων. Τίποτε δέν εἶναι τυχαῖο οὔτε ἄσχετο καί ἀνεπηρέαστο ἀπό τήν κακοδοξία αὐτή, πού ἐργάζεται πλέον ἀνεμπόδιστη σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς. Ἀπολύτως τίποτε! Ἀκόμη καί αὐτή ἡ συνάλγηση τῆς φύσεως, μέ τά ἀκραία καταστροφικά ξεσπάσματα! Εἶναι νόμος πνευματικός! Δέν μπορεῖ νά τρελάθηκε ἔτσι ξαφνικά ὁ κόσμος! Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀνατρέπονται ἀρχές, ἀξίες, σεβάσματα καί ἱερά καί ὅσια αἰώνων μέσα σέ τόσο σύντομο χρόνο καί μάλιστα μέ τέτοια ὁρμή καί πάθος!
Ἄν δέν τό πιστέψουμε αὐτό, ἄν δέν τό τοποθετήσουμε στήν κορυφαία θέση τῆς καρδιᾶς μας, ἄν δέν κάνουμε αἴτημα προσευχῆς τήν μετάνοια τῶν πρωτεργατῶν ἱεραρχῶν καί λοιπῶν συνενόχων τους, ὥστε νά ἐπιστρέψουν στήν Ἁγία Πατερική Παράδοση καί νά ἐπανορθώσουν, δέν θά ὑπάρξει θεῖο ἔλεος, διότι, ἁπλούστατα, δέν θά εἶναι τοῦ συμφέροντός μας!
Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος
Κιλκίς, 10-11-2018
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό

Ο Άγιος Φιλούμενος κατά κόσμος Σοφοκλής γεννήθηκε στην Λευκωσία, στις 15 Οκτωβρίου 1913. Γονείς του ήταν οι Ευσεβείς Γεώργιος και Μαγδαληνή. Ήταν δίδυμος αδελφός με τον π. Ελπίδιο (κατά κόσμον Αλέξανδρος) και από μικροί ξεχώριχαν για την αγάπη που είχαν προς τον Θεό και γι’ αυτό από πολύ νωρίς άναψε μέσα τους η επιθυμία για τη μοναχική ζωή. Το 1927, σε ηλικία μόλις 14 ετών αναχώρησαν και οι δυο για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αφού πήραν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά και των ευλαβών γονέων τους. Εκεί έμειναν 6 περίπου χρόνια, όταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου τους πήρε για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα, όπου βρέθηκαν το 1934, μαθητές στην Σχολή της Αγίας Σιών.
Το 1937 εκάρησαν μοναχοί παίρνοντας ο Σοφοκλής το όνομα Φιλούμενος και ο Αλέξανδρος το όνομα Ελπίδιος. Στις 5 Σεπτεμβρίου του ιδίου χρόνου χειροτονήθηκαν διάκονοι και το 1939 αποφοίησαν από το Γυμνάσιο του Πατριαρχείου. Ο π. Ελπίδιος έφυγε από την Αγία Γη, υπηρετώντας σε άλλους τόπους. Ο Άγιος Φιλούμενος παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα για 45 συνεχή χρόνια, μέχρι το μαρτύριό του. Το 1943 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και αφού πέρασε από διάφορες διακονίες μέσα στο Πατριαρχείο και διορίσθηκε σε διάφορες θέσεις υπηρετώντας πάντοτε με ευθύνη και φόβο Θεού και με πολύ αγάπη προς τους αγιοταφίτες πατέρες, στις 8 Μαΐου του 1979 μετατέθηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ όπου υπηρέτησε μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο, στις 29 Νοεμβρίου του ιδίου έτους. Εκεί όμως, αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα από φανατικούς Εβραίους που συνέχεια τον απειλούσαν ότι αν δεν εγκαταλείψει το Φρέαρ και πάρει τις εικόνες και τον Εσταυρωμένο να φύγει, θα τον σκοτώσουν. Εκείνος όμως απαντούσε ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ το προσκύνημα, αλλά ότι ήταν έτοιμος ακόμα και να μαρτυρήσει, ως πιστός φύλακας αυτού.
Το απόγευμα της 29ης Νοεμβρίου του 1979, ημέρα της μνήμης του Αγ. Μάρτυρος Φιλουμένου, φανατικοί Εβραίοι μπήκαν στο χώρο του Φρέατος του Ιακώβ κι ενώ ο Άγιος τελούσε τον Εσπερινό, του επιτέθηκαν με τσεκούρι, τον κακοποίησαν και τέλος τον σκότωσαν. Το μαρτύριό του ήταν φρικτό, γιατί οι δήμιοί του τον χτύπησαν αλύπητα στο πρόσωπο και του έκοψαν τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Στη συνέχεια βεβήλωσαν την Εκκλησία και το Σταυρό κι έριξαν μια χειροβομβίδα καταστρέφοντας τον χώρο. Είναι συγκλονιστική η μαρτυρία του π. Σωφρονίου που παρέλαβε το τίμιο λείψανο του μάρτυρα για να το ντύσει και να το ετοιμάσει για την ταφή, ότι παρέμεινε 5 μέρες μετά το μαρτύριό του ζεστό και εύκαμπτο και «βοήθησε» το Γέροντα Σωφρόνιο για να τον ντύσει. Συγκλονιστική είναι επίσης η μαρτυρία του κατά σάρκα αδελφού του π. Ελπιδίου, που αν και μίλια μακρυά, άκουσε τη φωνή του π. Φιλουμένου να του λέγει:
› Αδελφέ μου με σκοτώνουν προς δόξαν Θεού. Σε παρακαλώ μην αγανακτήσεις.
Η Εκκλησία τον τιμά ως άγιο στις 29 Νοεμβρίου και το ευωδιάζον και θαυματουργό σκήνωμά του βρίσκεται εντός του νέου τρισυπόστατου μεγαλοπρεπούς ιερού ναού που χτίστηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ, επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος, του Αγίου Φιλουμένου και του αγίου Ιουστίνου. Κτίτωρ του νέου αυτού ναού είναι ο Αρχιμανδρίτης π. Ιουστίνος, στον οποίο ο Άγιος Φιλούμενος εμφανίζεται συχνά και τον προστατεύει από τις επιθέσεις των φανατικών Εβραίων που συνεχίζονται εναντίον του π. Ιουστίνου και του Ιερού Προσκυνήματος. Χιλιάδες ορθόδοξοι καταφθάνουν κατ’ έτος για να προσκυνήσουν το ιερό λείψανό του στο Φρέαρ του Ιακώβ, στη Σαμάρεια. Τεμάχιον ιερού λειψάνου του, πετραχήλι του, μαζί με την παρούσα εικόνα ευρίσκονται και εις την Ελλάδα, εις την Ιερά Μονή Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ Τρικόρφου Φωκίδος.
Ὁ Ἅγιος Φιλούμενος ὑπηρέτησε τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων ἀπὸ διάφορες θέσεις – διακονήματα: Ἀρχικὰ ὡς ἐργοδηγὸς, ἀργότερα ὡς Ἐπιμελητῆς τῶν Πατριαρχικῶν Γραφείων, ὡς βοηθὸς φροντιστῆς στὸ Κεντρικὸ μαγειρεῖο, ὡς Ἡγούμενος στὴν Τιβεριάδα, στὴν Ἰόππη, ὡς διευθυντὴς τοῦ Οἰκοτροφείου τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς, ὡς Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἀρχαγγέλου, ὡς τυπικάρης τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, ὡς Ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Μεταμορφώσεως στὴ Ραμάλλα, στὴν Ἱ. Μ. Ἀββᾶ Θεοδοσίου, στὴν Ἱ. Μ. Προφήτου Ἠλία καὶ τέλος στὴν Ἱ. Μονή Φρέατος τοῦ Ἰακώβ στῆν πόλη Νεάπολη (Nablus) τῆς Σαμάρειας. Ἀπ’ ὅπου καὶ νὰ πέρασε, ἡ διακονία τοῦ Ἁγίου ἦταν ἀγλαόκαρπος! Γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν ἀγαπητός ἀκόμη καὶ ἀπὸ τους μουσουλμάνους.
Στὸ τελευταῖο του διακόνημα στὴν Νεάπολη τῆς Σαμάρειας, στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, ὁ Ἅγιος εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες, κυριώς ἀπὸ φαναντικοῦς Σιωνιστές, οἱ ὁποίοι καὶ δικεδικούσαν τὸ Προσκύνημα. Ὁ Ἅγιος ἀνέφερε συχνὰ τὶς δυσκολίες του αὐτές, σὲ ἄνθρώπους μὲ τοὺς ὁποίους συνδεόταν στενά, ὅπως ὁ συμμαθητῆς καὶ φίλος του (μακαριστὸς πλέον) Μητροπολίτης Βόστρων Ὑμέναιος. Στις 29 Νοεμβρίου 1979, ημέρα της ονομαστική του εορτής, φανατικοί σιωνιστές,που διεκδικούσαν το προσκύνημα ως δικό τους, τον κατέκοψαν την ώρα του εσπερινού.
Μια εβδομάδα πριν, μια ομάδα φανατικών σιωνιστών πήγε στο μοναστήρι του Φρέαρ του Ιακώβ, ισχυριζόμενοι ότι ήταν Εβραϊκός ιερός τόπος και απαιτώντας όπως όλοι οι Σταυροί και οι εικόνες να απομακρυνθούν. Βέβαια, ο άγιος επεσήμανε ότι το πάτωμα στο οποίο ήταν τώρα είχε κατασκευαστεί από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο πριν από το 331 μ.Χ. και ότι χρησιμοποιήθηκε ως Ορθόδοξος Χριστιανικός ιερός τόπος για δεκαέξι αιώνες πριν το ισραηλινό κράτος έχει δημιουργηθεί, και ότι ήταν στα χέρια των Σαμαρειτών οκτώ αιώνες πριν από αυτό, (το υπόλοιπο του αρχικού ναού είχε καταστραφεί κατά την εισβολή του Σάχη Χοσράν Παρνίς στον έβδομο αιώνα, κατά την οποία οι Εβραίοι είχαν σφαγιάσει όλους τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ).
Η ομάδα έφυγε με απειλές, ύβρεις και αισχρότητες του είδους που οι ντόπιο χριστιανοί υποφέρουν τακτικά. Μετά από λίγες μέρες, στις 29 Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια μιας χειμαρρώδους νεροποντής, μια ομάδα σιωνιστών γύρισε στο μοναστήρι. Ο άγιος είχε ήδη βάλει το πετραχήλι του για τον Εσπερινό. Η αποσπασματική κοπή των τριών δακτύλων με το οποίο έκανε το σημείο του Σταυρού του έδειξε ότι είχε βασανιστεί σε μια προσπάθεια να τον κάνουν να αρνηθεί την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη. Το πρόσωπο του είχε χαραχθεί άγρια στη μορφή του Σταυρού. Η εκκλησία και ιερά σκεύη είχαν όλα καταστραφεί από την διάπραξη της ιεροσυλίας.
Το σκήνωμα του αγίου παραδόθηκε στους ορθοδόξους μετά από 6 μέρες, αλλά διατηρούσε την ευκαμψία του και ετάφη στο κοιμητήριο της Αγίας Σιών. Μετά από τέσσερα χρόνια στην ανακομιδή των ιερών του λειψάνων, το σώμα βρέθηκε άφθαρτο και ευωδίαζε. Τότε, έκλεισαν τον τάφο και τον ξανάνοιξαν τα Χριστούγεννα του 1984, οπότε το ιερό σκήνος διατηρούσε μερική αφθαρσία και το τοποθέτησαν σε υάλινη λειψανοθήκη στο βόρειο τμήμα του ιερού βήματος στο ναό της Αγίας Σιών. Σχετικά μὲ τὰ ὅσα συνέβησαν τὴν ἡμέρα τοῦ Μαρτυρίου χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ διήγηση τοῦ ἱερομ. π. Σωφρονίου (δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στὸ «Ἑορτολόγιο -2000» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου, καὶ συμπεριλαμβάνεται στὸ βιβλίο «Ὁ Ἅγιος νέος Ἱερομάρτυς Φιλούμενος ὁ Κύπριος, τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Ὀρούντας Κύπρου):
«Ὁ μακαρίτης ὁ πατήρ Φιλούμενος μᾶς ἔλεγε, ὅτι κάθε Παρασκευὴ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς μισαλλόδοξους καὶ φανατικοὺς Ἑβραίους πήγαιναν γιὰ νὰ προσευχηθοῦν στὸ φρέαρ τοῦ Ἰακώβ. Συνέχεια τοῦ ἔλεγαν, νὰ σηκώσει ὅλες τὶς εἰκόνες καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο ἀκόμα καὶ νὰ τὶς πάρει καὶ νὰ φύγει, διότι τὸ Φρέαρ εἶναι δικό τους καὶ ὄχι τῶν Χριστιανῶν. Εἰδάλλως θὰ τὸ μετανιώσει πικρά, ἀλλὰ θὰ εἶναι ἀργά.
Ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πῆγε ἐκεῖ ὅλο καὶ τὸν φοβέριζαν. Αὐτὸς ὅμως ἤξερε τὰ ἑβραϊκὰ καὶ τοὺς ἀποστόμωνε. Δὲν εἰδοποίησε ποτὲ τὴν Ἀστυνομία νὰ τὸ ἔχει ὑπ’ ὄψιν της καὶ οὔτε τὸ φαντάζονταν ὅτι θὰ τὸν σκότωναν. Στὶς 16 Νοεμβρίου (29 μὲ τὸ νέο ἡμερολόγιο) εἶχε μεγάλη βροχή, ἀσταπές, βροντές, χαλασμὸς Κυρίου ὅλη τὴν ἡμέρα.
Βρῆκαν τὴν εὐκαιρία, ποὺ δὲν ὑπῆρχε κανένας, λόγῳ τῆς κακοκαιρίας, πῆγαν καὶ τὸν σκότωσαν μέσα στὸ φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου, ὅπως ἔκαμαν καὶ στὸν προφήτη Ζαχαρία, τὸν πατέρα τοῦ τἰμιου Προδρόμου. Τὴν ὥρα ποὺ ἔκανε ἑσπερινό, ἐκείνη τὴν ὥρα ὅρμησαν. Κύριος οἶδε πόσοι ἦσαν, καὶ τὸν σκότωσαν μὲ το τσεκούρι στὰ μούτρα καὶ στὸ δεξὶ χέρι, κόβοντας τὰ δάκτυλά του. Ἐπίσης, ἡ σιαγόνα του καὶ τὸ ἕνα μάτι του βγαλμένο καὶ τὸ ἄλλο κτυπημένο.
Τὸ πῶς μπῆκαν στὸ Μοναστήρι, Κύριος οἶδε, διότι ὁ φύλακας εἶχε φύγει ἀπὸ τῖς 4.00 τὸ ἀπόγευμα καὶ ἔκλεισε τὸ Μοναστήρι. Ὁ φόνος ἔγινε μετὰ τὶς 5.00 μ.μ.. Τὸ πρωὶ πηγαίνει ὁ φύλακας στὶς 7.00 π.μ., φωνάζει: «πάτερ Φιλούμενε;». Στὸ δωμάτιό του δὲν τὸν βρίσκει. Πηγαίνει στὴν ἐκκλησία καὶ τὸν βλέπει σκοτωμένο, μέσα στὰ αἵματα. Ἀμέσως εἰδοποίησε τὴν Ἀστυνομία καὶ ἡ Ἀστυνομία τὸ Πατριαρχεῖο.
Πῆγαν οἱ πατέρες, ὁ Καισαρείας Βασίλειος, ὁ Πέτρας Γερμανός, ὁ π. Γρηγόριος, ὁ π. Μελίτων, ὁ π. Διονύσιος καὶ ἄλλοι. Ἀλλὰ ἀφοῦ τὸν σκότωσαν ἔριξαν καὶ χειροβομβίδα ἔξω στὴν προσκομιδὴ καὶ τὰ ἔκαμαν ὅλα κομμάτια. Οὔτε μανουάλια ἄφησαν γερά, οὔτε εἰκόνες. Καὶ αὐτοῦ τοῦ Ἐσταυρωμένου ἔκοψαν τὸ χέρι του τὸ ἀριστερό. Τὰ Ἅγια Ποτήρια χαμένα. Ἦταν τόσο τρομερὴ ἡ κατάσταση σὰν νὰ μὴν κατοικοῦσε ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ χρόνια.
Τὸν πῆραν στὸ νεκροτομεῖο, καὶ μετὰ τὸν ἔκαμαν νεκροψία στὸ Τὲλ Ἀβίβ καὶ στὶς 21 Νοεμβρίου (π.ἡ) μᾶς εἰδοποίησαν. Ἐγὼ πῆγα μαζὶ μὲ ἄλλους τρεῖς πατέρες τοῦ Πατριαρχείου καὶ μᾶς τὸν ἔδωσαν γυμνό. Ὅταν τοὺς ρωτήσαμε ποῦ εἶναι τὰ ροῦχα του, μᾶς εἶπαν εἶναι στὴ Νεάπολη. Εὐτυχῶς ποὺ εἴχαμε πάρει μαζί μας ὅλα τὰ χρειαζούμενα γιὰ νὰ τὸν ντύσουμε.
Ἀλλὰ δὲν φαντάζεστε, ὅταν μᾶς τὸν παρέδωσαν κομματισμένο, τὸ πρόσωπό του ἀγνώριστο, φέρον τὰ στίγματα τοῦ Μαρτυρίου, ὅπως οἱ Πέρσες ἔσφαξαν τοὺς Πατέρες τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ τῶν λοιπῶν μοναστηριῶν. Ἔτσι καὶ σήμερα. Ἀκολούθησε νέο μαρτύριο στὸν πατέρα Φιλούμενο.
Πέντε μέρες τὸν εἶχαν στὸ ψυγεῖο. Καὶ ὅμως ἦταν μαλακώτατος, σὰν νὰ μὴν εἶχε πεθάνει. Ὅταν ἄρχισα νὰ τὸν ντύνω – διότι οἱ ἄλλοι δὲν μποροῦσαν, δὲν ἄντεχαν νὰ τὸν βλέπουν ἀπὸ τὶς κακουχίες ποὺ εἶχε – τοῦ λέγω σὰν νὰ ἦταν ζωντανός:
› Γέροντά μου, τώρα θὰ μὲ βοηθήσεις νὰ σὲ ντύσω, διότι βλέπεις εἶμαι μόνος μου.
Ὅταν ἄρχισα καὶ τοῦ ἔβαλα τὴ φανέλλα, τὸ πρῶτο χέρι ἀμέσως τὸ κατέβασε μόνος του. Ὅπως καὶ τὸ ἄλλο χέρι. Καὶ τὰ πόδια ὁμοίως. Τοῦ μάζευα τὰ πόδια νὰ τοῦ φορέσω τὰ ροῦχα καὶ ὅταν τελείωνα τὰ ἅπλωνε μόνος του. Στὸ ἀριστερὸ πόδι ἀπὸ κάτω, εἶχε κτύπημα μὲ τὸ τσεκούρι.
Ἀπὸ τὸ νεκροτομεῖο. τὸν φέραμε στὸ Πατριαρχεῖο. Στὴν Ἁγία Θέκλα, ἔγινε ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία ἐν μέσῳ Ἁγιοταφιτῶν πατέρων, τῶν ἀδελφῶν τοῦ μακαρίτη καὶ ἄλλων πολλῶν. Ἦλθαν πολλοί, μέχρι καῖ ξένων δογμάτων καὶ μουσουλμάνοι καὶ χοτζάδες. Γιατὶ ὅμως ὅλοι αὐτοί; Διότι, ὅλοι τὸν ἀγαποῦσαν καὶ ἦλθαν νὰ τοῦ δώσουν τὸν τελευταῖο ἀσπασμό. Τὶ ὀδυρμός! Τὶ θρῆνος! Τὶ κοπετός ἦταν αὐτός! Ἡ Κυβέρνηση, ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι καὶ πρὶν τὸν ἐνταφισμὸ στὴ Σιών, ἔστειλε ἀστυνομία κοντὰ στοὺς Ἁγιοταφίτες φοβούμενη ἀντίποινα. Πῆρε αὐστηρά μέτρα. Καὶ νεκρὸν ἀκόμα τὸν ἐφοβοῦντο.
Τὸν π. Φιλούμενο ὅλοι τὸν κλάψαμε, διότι ἦταν ἕνας καλὸς καὶ ἅγιος πνευματικός. Ὁ Πατριάρχης τὸν ἀποκαλοῦσε “πτωχοπρόδρομο”. Καὶ ὄντως, ἦταν. Οἱ τέλειοι κληρονομοῦν τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὑπέμεινε λίγο μαρτύριο καὶ βρίσκεται μεταξὺ τῶν ἱερομαρτύρων καὶ τῶν Ὁσιομαρτύρων· ὧν ταῖς πρεσβείες, εἴθε νὰ ἀξιωθοῦμε καὶ ἐμεῖς τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Ἱερομόναχος Σωφρόνιος Ἁγιοταφίτης»
Μετὰ τὰ γεγονότα αὐτά, τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων ἔστειλε ὁμάδες πατέρων γιὰ νὰ ἐπανδρώσουν τὸ Προσκύνημα, ἀλλὰ κανένας ἀπ’ αὐτοὺς δὲν παρέμεινε στὸ Μοναστήρι γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα. Τὸ 1983 ὁ τότε Πατριάρχης Διόδωρος κάλεσα τὸν π. Ἰουστῖνο νὰ ἀναλάβει τὴν Ἡγουμενία στὸ Φρέαρ. Ἐκεῖνος ἀν καὶ ἀρχικὰ ἀρνήθηκε, κατόπιν διαφόρων ὁραμάτων ποὺ εἶχε, δέχτηκε καὶ πῆγε στὸ Φρέαρ, ὅπου καὶ διακονεῖ μέχρι καὶ σήμερα. Ὁ π. Ἰουστῖνος κατὰ τὴν διάρκεια τῆς διακονίας του δέχτηκε πολλὲς ἐπιθέσεις ποὺ εἶχαν στόχο νὰ τὸν σκοτώσουν ἢ τουλάχιστον νὰ τὸν κάνουν νὰ ἐγκαταλείψει τὸ Προσκύνημα. Ὁ Ἅγιος Φιλούμενος τὸν ἔσωσε πολλὲς φορές. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση ποὺ τὸν σήκωσε ἀπὸ τὸ κρεβάτι καὶ τοῦ ἀποκάλυψε ἕνα ὡρολογιακὸ ἐκρηκτικὸ μηχανισμό!
Στὴν τρίτη ἐπίθεση που δέχτηκε ὁ π. Ἰουστῖνος, κατάφερε – ἄν καὶ τραυματισμένος – νὰ ἀκινητοποιήσει τὸν δράστη χρησιμοποιώντας ἕνα μανουάλι πού βρισκόταν δίπλα του. Ὁ δράστης συνελήφθη καὶ ἀποδείχθηκε ὅτι ἦταν ὑπεύθυνος καὶ γιὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου Φιλουμένου. Ἡ Ἀστυνομία τὸν ἔφερε καὶ πάλι στὸ Προσκύνημα, ὅπου καὶ ἔγινε ἀναπαράσταση τῆς δολοφονίας τοῦ Ἁγίου. Τότε ἔγινε γνωστὸ σὲ ὅλους τὸ πῶς μπῆκαν στὸ Μοναστήρι, πῶς κρύφτηκαν καὶ τέλος πῶς δολοφόνησαν τὸν ἅγιο Φιλούμενο.
Ὁ π. Ἰουστῖνος μὲ πολλὲς προσευχὲς καὶ ἀγῶνες, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἔμπρακτη βοήθεια τοῦ Ἁγίου Φιλουμένου, ἔχει ἀποπερατώσει τὴν ἀνέγερση τοῦ Ἱ. Ν. τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, ἡ στάμνα τῆς ὁποίας φιλοξενεῖται πλέον στὸ Προσκύνημα τοῦ Φρέατος. Ἐπίσης τὸ ἄφθαρτο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Φιλουμένου μεταφέθηκε ἁπὸ τὸν Ναὀ τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς καὶ φυλάσσεται στὸ Ἱερὸ Προκύνημα τοῦ Φρέατος στὴν Νεάπολη. Ἔτσι λοιπόν, ὅπως χαρακτηριστικὰ συνηθίζει νὰ λέει ὁ π. Ἰουστῖνος, ἔχει καὶ «σωματικά» τὸν Ἅγιο Φιλούμενο στο πλευρό του! Τεμάχιον ιερού λειψάνου του, πετραχήλι του, μαζί με την παρούσα εικόνα ευρίσκονται και εις την Ελλάδα, εις την Ιερά Μονή Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ Τρικόρφου Φωκίδος.
Β.Μ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] Αντέχουμε : «29 Νοεμβρίου 1979: Ὁ Ἅγιος Νέος Ἱερομάρτυς Φιλούμενος ὁ Ἁγιοταφίτης κατακρεουργεῖται στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ»
[2] Αναβάσεις : «Άγιος Νεομάρτυς Φιλούμενος Αγιοταφίτης (1913-1979)»
[3] Πεμπτουσία : «Ο Άγιος Νεομάρτυρας Φιλούμενος του Φρέατος του Ιακώβ († 29 Νοεμβρίου 1979)»
[4] ICONANDLIGHT: «Άγιος Φιλούμενος του Φρέατος του Ιακώβ, "Αδερφέ μου με σκοτώνουν…"»
[5] Γέροντας Νεκτάριος: «Ο Άγιος Φιλούμενος στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Βύρωνος»
[6] Νεκρός για τον κόσμο: «Άγιος Νεομάρτυρας Φιλούμενος - Απόστολος Ανδρέας (29+30 Νοέμβρη)»
(Πηγή: «Ο Άγιος Νεος Ιερομάρτυς Φιλούμενος ο Αγιοταφίτης που κατακρεούργησαν Εβραίοι στα Ιεροσόλυμα. 16/29 Νοεμβρίου», Χώρα του Αχωρήτου)

Σημείο αγιότητος του Αγίου Φιλουμένου
«Τα Χριστούγεννα του 1984 εκοιμήθη εν Κυρίω ο μητροπολίτης Πέλλης Κλαύδιος και τον συνωδεύσαμε μέχρι το νεκροταφείο μας που είναι στο όρος Σιών. Τότε μας είπε ο Πατριάρχης να κάνουμε την ανακομιδή του π. Φιλουμένου.
Πράγματι, όταν ανοίξαμε τον τάφο, εβγάλαμε το σώμα του επάνω σ' ένα μάρμαρο διπλανού τάφου. Τα ρούχα του ήταν μισολειωμένα και έπαιρναν οι μοναχοί ως ευλογία να τα μοιράσουν και σε άλλους. Τα χέρια του ήταν ευλύγιστα. Το δεξιό του πόδι, από τον αστράγαλο και κάτω, είχε λειώσει, διότι ο φονιάς του το είχε κόψει με τον μπαλντά, καθώς και τα δάκτυλα του αριστερού του ποδός. Το υπόλοιπο σώμα του ήταν ακέραιο, παρ' ότι παρέμεινε στον τάφο τρία χρόνια. Το πρόσωπο, επειδή ήταν κτυπημένο με τον μπαλντά, είχε άνοιξη το κρανίο και του έλειπε και η μύτη. Είχε ακόμη τα γένεια του και τα μαλλιά του. Κάποιος εκεί καθάρισε το σώμα με κρασί και σφουγγάρι, το οποίον μάλιστα δεν είχε καμμιά δυσοσμία. Δεν ήταν σκωληκόβρωτο, δεν είχε καμμιά οπή, ούτε μία. Πιέζαμε το στήθος και την κοιλιά του και πάλι έρχονταν στην θέσι τους. Το τοποθέτησαν σ' ένα φέρετρο και το έθαψαν πάλι σ' ένα άλλο τάφο. Εκεί έμεινε μέχρι το Πάσχα του 1985, οπότε έγινε και η δεύτερη ανακομιδή του. Τότε είχαν απορροφηθή τα υγρά του. Το έβαλαν στην εκκλησία και είναι όπως τα σώματα των Αγίων Γερασίμου και Σπυρίδωνος.
Θα μου ειπήτε: Είναι άγιος; Σίγουρα είναι μάρτυς, διότι εμπόδισε τον εβραίο να προσευχηθή σε χριστιανικό προσκύνημα. Όταν εκείνος εκτύπησε το κουδούνι του σπιτιού του, βγήκε έξω ο πατήρ Φιλούμενος με το επιτραχήλιο, διότι εκείνη την στιγμή εδιάβαζε τον Εσπερινό. Τον έπιασε ο εβραίος από τα γένεια, τον έρριξε κάτω και τον κτύπησε με τον μπαλντά. Εκείνος προσπαθούσε ο καϋμένος με τα χέρια να βγη έξω, να γλυτώση, διότι μετά είδαμε και είχαν γεμίσει οι σκάλες αίματα. Επομένως είναι μάρτυς.
Και τώρα θα σας ειπώ μία θαυματουργική επέμβασι του πατρός Φιλουμένου.
Στις 28 Οκτωβρίου 1985 είχε ορίσει το Πατριαρχείο τον μητροπολίτη Παλλάδιο να τελέση πανηγυρική Δοξολογία σε κάποια απομακρυσμένη εκκλησία. Καθυστέρησε όμως να ξεκινήση, οπότε άλλοι αδελφοί του τηλεφώνησαν επανειλημμένως. Κανείς όμως δεν σήκωνε το τηλέφωνο. Επήγαν και στο δωμάτιό του και του κτύπησαν την πόρτα, μα δεν επήραν απάντηση. Ειδοποίησαν τον Γέροντά του, τον Καισαρείας Βασίλειο, και το πρωί τον ευρήκαν μέσα στο δωμάτιο του πεσμένον στο πάτωμα, σχεδόν νεκρό. Τι του είχε συμβή; Από το βράδυ του ήλθε λιποθυμία και έμεινε μέχρι το πρωί στις 10 αναίσθητος κάτω στο πάτωμα.
Εφώναξαν το Πρώτων Βοηθειών. Μαζί με τον Καισαρείας μπήκε και ο μοναχός Σωφρόνιος, ο οποίος είχε μαζί του ένα δακτυλάκι του πατρός Φιλουμένου. Όλοι έκλαιγαν. Σε μια στιγμή λέγει ο μοναχός Σωφρόνιος:
› Σεβασμιώτατε, μου επιτρέπετε να τον σταυρώσω με αυτό το οστούν του πατρός Φιλουμένου;
› Κάνε ό,τι μπορείς. Τι να σου ειπώ;
Έβγαλε το οστούν και τον εσταύρωσε στο μέτωπο λέγοντας και το τροπάριο: «Οι Μάρτυρες Σου, Κύριε, εν τη αθλήσει αυτών...». Μόλις τον εσταύρωσε, εκείνος ανέπνευσε βαθειά και είπε:
› Πού είμαι; Πού είμαι;
Αυτό είναι αποδεικτικό της αγιότητος του πατρός Φιλουμένου.»
(Αποσπάσματα από την ομιλία του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Νεαπόλεως και Σαμαρείας κ. Αμβροσίου που εκφωνήθηκε στο Συνοδικό της Ιεράς ημών Μονής του Οσίου Γρηγορίου την 24ην Οκτωβρίου 1986, «Περί της ανακομιδής των λειψάνων του ιερομάρτυρος Φιλουμένου», περιοδικό «Ο Όσιος Γρηγόριος», ετήσια έκδοσις της Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, έτος 1987, αριθμός 12, Ιερά Μονή Παντοκράτορος)

Γνωρίσαμε τον Άγιο Φιλούμενο, τον κύπριο, τον ιερομάρτυρα
Το 1940 ό π.Έλπίδιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και υπηρέτησε με ζήλο τα διάφορα διακονήματα πού του ανατέθηκαν. Το 1949 προσελήφθη στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και αναχώρησε από την Αγία Γη, ακολουθώντας μία πορεία πνευματικής διακονίας σε πολλούς τόπους και χώρες. Ό Άγιος Φιλούμενος παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα υπηρετώντας ταπεινά για σαράντα πέντε συνεχή χρόνια μέχρι το μαρτυρικό του τέλος. Ένα χρόνο μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο ό Άγιος Φιλούμενος, διορίστηκε εργοδηγός στο Πατριαρχείο. Λίγο αργότερα, μετατέθηκε ως διάκονος στην Ιερά Λαύρα τού Άγιου Σάββα τού Ηγιασμένου. Εκεί υπηρέτησε από τον Ιούνιο του 1940 μέχρι και τον Σεπτέμβριο τού 1941 και συνδέθηκε πνευματικά με τούς Άγιοσαββαΐτες πατέρες.
Τον Ιανουάριο του 1942 κλήθηκε να αναλάβει καθήκοντα Επιμελητού των Πατριαρχικών Γραφείων, θέση στην όποια υπηρέτησε μέχρι και τον Ιούλιο τού 1944. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στα Πατριαρχικά Γραφεία, την 1η Νοεμβρίου τού 1943, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος επί τού Φρικτού Γολγοθά από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Πέλλης Μεθόδιο. Ή επόμενη διακονία του ήταν στο Κεντρικό Μαγειρείο, όπου υπηρέτησε ως βοηθός φροντιστής μέχρι τον Φεβρουάριο του 1946. Έπειτα διορίστηκε Ηγούμενος στην' Ιερά Μονή των Άγιων Αποστόλων στην Τιβεριάδα και στις 20 Μαρτίου του 1948 χειροθετήθηκε Αρχιμανδρίτης. Τον Μάρτιο του 1953 μετατέθηκε στην’ Ιερά Μονή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην Ίόππη, όπου υπηρέτησε ως Ηγούμενος για έξι περίπου χρόνια, μέχρι τον Νοέμβριο του 1959. Για τα επόμενα δύο χρόνια, από τον Νοέμβριο του 1959 μέχρι τον Μάιο του 1961, ό Άγιος υπηρέτησε ως Διευθυντής του Οικοτροφείου της Πατριαρχικής Σχολής. Τα χρόνια αυτά είχαν την ευκαιρία να τον γνωρίσουν και αρκετά από τα παιδιά του Γυμνασίου του Πατριαρχείου.
Αναφέρει ό Κύπριος στην καταγωγή Αρχιεπίσκοπος Κένυας Μακάριος:
«Ως νέος είχα τη μεγάλη ευλογία να ταξιδέψω στους Αγίους Τόπους, με σκοπό να παραμείνω εκεί και να ενταχθώ στους κόλπους της Άγιοταφικής Αδελφότητας. Λόγοι ειδικοί και ίσως το σχέδιο του Θεού δέ μού επέτρεψαν να παραμείνω εκεί για πολύ χρόνο. Όμως στο διάστημα της εκεί παραμονής μου, ίσως βέβαια αυτό να οφειλόταν και στην καταγωγή μου, δημιούργησα μία στενή φιλία με τον τότε άσημο ιερομόναχο Φιλούμενο [...]. Σ' έμενα προσωπικά, ό π. Φιλούμενος είχε δημιουργήσει βαθιά μέσα μου ένα αίσθημα μεγάλου σεβασμού, το όποιο τελικά με οδήγησε μια μέρα να τον σταματήσω και να του συστηθώ. Ή συνάντηση αυτή δεν ήταν τυπική, αλλά κατά βάθος ουσιαστική, γιατί από τη στιγμή εκείνη αισθάνθηκα ότι δέ συνομιλούσα με ένα συνηθισμένο άνθρωπο, αλλά με κάποιον πού αυτόματα επιβεβαίωνε την αγιότητα. Αντιλήφθηκα ότι είχα μπροστά μου ένα "φίλο Χριστού", και θυμήθηκα το προφητικό του Δαβίδ, "Έμοι δέ λίαν έτιμήθησαν οι φίλοι σου, ό Θεός" (Ψαλμ. 138,17).»
Τον Μάιο του 1961, ό Άγιος Φιλούμενος διορίστηκε Ηγούμενος στην’ Ιερά Μονή των Αρχαγγέλων στα Ιεροσόλυμα και τον Φεβρουάριο τού 1962 τυπικάρης στον Μοναστηριακό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, όπου υπηρέτησε για τρία περίπου χρόνια (μέχρι τον Αύγουστο τού 1965). Στο διακόνημα τού τυπικάρη υπηρέτησε με πολύ ζήλο και ήταν πολύ αυστηρός όσον άφορα στην εκκλησιαστική τάξη και την τήρηση της. Ή πνευματική άλλωστε ακρίβεια πού τον χαρακτήριζε, αντικατοπτριζόταν σε κάθε διακόνημα πού αναλάμβανε, πολύ δέ περισσότερο στην τέλεση των εκκλησιαστικών ακολουθιών, οι όποιες αποτελούσαν το καθημερινό του εντρύφημα. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης Αρίσταρχος:
«Γνώρισα τον π. Φιλούμενο κατά τα έτη 1964-1966. Τότε ήμουν μαθητής της Ε' και Στ' τάξης του Γυμνασίου και ταυτόχρονα υπηρετούσα ως νεωκόρος στον Άγιο Κωνσταντίνο Εκεί ήταν τυπικάρης ό π. Φιλούμενος. Και τον θυμόμαστε Τον ζήσαμε. Ήταν άνθρωπος ευσεβής, άνθρωπος μοναχικός, αφιερωμένος, φιλακόλουθος. Άκουγα μάλιστα από τον φίλο του, τον μακαριστό Μητροπολίτη Βόστρων' Υμέναιο, ότι είχε τα εκκλησιαστικά βιβλία και στο σπίτι και διάβαζε εκεί όσες ακολουθίες δεν μπορούσαμε να διαβάσουμε στην εκκλησία. Αγαπούσε τις ακολουθίες και, ως τυπικάρης πού ήταν, επέμενε πολύ στην ακριβή τέλεση τους. Και θυμάμαι ακόμα πού, όταν κάποιες φορές εμείς βιαζόμασταν στην ανάγνωση τού Ψαλτηρίου ή παραλείπαμε κάτι, αυτός το αντιλαμβανόταν και ερχόταν και μάς έπέπληττε.»
Συμπληρώνει ό Αρχιεπίσκοπος Μαραθώνος Μελίτων:
«Όταν ό Άγιος Φιλούμενος ήταν τυπικάρης, εμάς, τα παιδιά πού διακονούσαμε στο αναλόγιο, μάς αγαπούσε πολύ. Πηγαίναμε εκεί πρωί-πρωί, για να κανοναρχήσουμε, και αυτός μάς ετοίμαζε τα βιβλία και μάς εξηγούσε το κάθε τί:
› Το μικρό βιβλίο το θέλουμε γι' αυτόν τον σκοπό, το μεγάλο για εκείνο...
Μάς έμαθε να κανοναρχούμε και να αγαπούμε το ψαλτήρι. Ήθελε όμως να διαβάζουμε σωστά και μάς παιδαγωγούσε. Έτσι, όταν κάναμε λάθος στην ανάγνωση των εκκλησιαστικών κειμένων, μάς διέκοπτε και μάς έβαζε να ξαναδιαβάσουμε όλο το κείμενο από την αρχή. Δεν είχε βέβαια πνεύμα τιμωρίας, αλλά μάς παίδευε μορφωτικά, όταν χρειαζόταν.
Μάς έλεγε ακόμα να φροντίζουμε τον Οίκο τού Θεού με επιμέλεια, γιατί αυτή ή φροντίδα είναι μέρος της λατρείας μας προς τον Κύριο. Γι' αυτό και επεδίωκε, ως κανονάρχες πού ήμασταν, να έχουμε υπό την ευθύνη μας την ευπρέπεια τού Μοναστηριακού Ναού των Άγιων Κωνσταντίνου και Ελένης. Δεν έφείδετο κόπου και χρόνου, για να μάς συμβουλεύσει και να μάς καθοδηγήσει στο σωστό. Καταλαβαίναμε ότι μάς αγαπούσε. Ήμασταν τότε μικρά παιδιά και νιώθαμε κοντά του ασφάλεια. Νιώθαμε ότι είχαμε δίπλα μας έναν άνθρωπο πού πάντοτε ήταν έτοιμος να μάς στηρίξει. Πάντοτε είχε κάτι καλό να μάς πει, κάτι καλό να μάς διδάξει. Βέβαια, δεν ήταν μόνο τα λόγια. Όλη του ή ζωή ήταν μία συμβουλή για μάς και παράδειγμα προς μίμηση.»
Παράλληλα με την ορθή και ακριβή τέλεση των ακολουθιών, ό Άγιος ήθελε να μεταδώσει στα παιδιά την αγάπη για την αρχαία ελληνική γλώσσα, ώστε να μπορούν να κατανοούν τα εκκλησιαστικά κείμενα. Αναφέρει ό Αρχιεπίσκοπος Γεράσων Θεοφάνης:
«Όταν διαβάζαμε την ακολουθία και βρίσκαμε κάποια άγνωστη λέξη, για να μας διδάξει, μας ρώταγε:
› Ξέρετε τί είναι αυτό;
Και μάς εξηγούσε. Αυτός ήταν και ό καλύτερος τρόπος για να μάθουμε. Πολλές φορές, μάλιστα, μάς έβρισκε και μάς ρωτούσε και έκτος της εκκλησίας, γιατί φαίνεται ότι είχε πολλή αγάπη στη γραμματική και το συντακτικό. Ήξερε όλους τούς κανόνες, τις εξαιρέσεις, τα ανώμαλα ρήματα και μάς τα μάθαινε. Είχαμε μαζί του μία απλή και ταπεινή σχέση, ταυτόχρονα όμως τον σεβόμασταν πάρα πολύ.»
Μετά την τριετή διακονία του στον Άγιο Κωνσταντίνο, ό Άγιος Φιλούμενος διορίστηκε Ηγούμενος στην’ Ιερά Μονή της Μεταμορφώσεως στη Ραμάλα (Αύγουστος του 1965 - Αύγουστος τού 1967), όπου υπηρέτησε και αργότερα για άλλα τρία χρόνια (Ιανουάριος τού 1976 - Μάιος τού 1979).Έκεΐ είχε ένα ορθόδοξο αραβόφωνο ποίμνιο μερικών χιλιάδων, το όποιο διακόνησε με πατρική αγάπη και πόνο, γι' αυτό και απέκτησε πολύ νωρίς τη φήμη ενός εξαιρετικού ιερομόναχου και πνευματικού. Αν και ή σοβαρότητα και ή σύνεση πού τον χαρακτήριζαν τον έκαναν να φαίνεται κάποτε απρόσιτος, εντούτοις, όσοι τον πλησίαζαν, αμέσως αντιλαμβάνονταν την πηγαία αγάπη, με την όποια περιέβαλλε αδιάκριτα τον κάθε άνθρωπο είτε αυτός άνηκε στο ποίμνιο του είτε όχι. Πολλοί, μάλιστα, τον σέβονταν και τον ευλαβούνταν ως άγιο από τον καιρό πού ήταν ακόμα εν ζωή. Θυμάται ή Μαριλέν Οdeh (εκπαιδευτικός στη Ραμάλα):
«Όταν ό Άγιος Φιλούμενος ήταν Ηγούμενος στην περιοχή μας, στη Ραμάλα, έρχόταν πολύ συχνά στο σπίτι μας, γιατί ή μητέρα μου έψαλλε στην εκκλησία κι έτσι είχαμε καλές σχέσεις με όλους τούς μοναχούς του Πατριαρχείου πού διορίζονταν έδώ. Έχουμε πάρα πολύ καλές αναμνήσεις άπ' αύτόν. 'Ο αδελφός μου, ό Σαμίρ ό όποιος ήταν τότε μικρό παιδάκι -δυόμισι έως τριών ετών-, καθόταν πάντοτε στα πόδια του και τον παρακαλούσε να τού διηγείται βίους άγιων. Γενικά, είχε πολύ καλή επικοινωνία με το ποίμνιο του, αλλά μ' εμάς ήταν σαν να είμαστε μία οικογένεια.
Όμως, παρόλο πού είχαμε αυτή την άνεση μεταξύ μας, οι επισκέψεις του ήταν πάντοτε «μετρημένες», πνευματικές, ίσως γιατί και ό ίδιος ήταν πάρα πολύ αυστηρός στο πρόγραμμα και τις αρχές του.
Ήταν πάρα πολύ καλός άνθρωπος. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Από τότε φαινόταν ότι είχε κάτι ξεχωριστό. Ξεχώριζε από τούς υπόλοιπους ανθρώπους. Χωρίς να τού μιλάς, ένιωθες κοντά του ειρήνη, σιγουριά, ασφάλεια. Και αυτός καταλάβαινε τί ήθελες, χωρίς να χρειαστεί να τού μιλήσεις, δίνοντας σου μάλιστα πολλές φορές και την απάντηση πού χρειαζόσουν. Όταν μιλούσε, ήταν πάρα πολύ ήρεμος. Και σου μετέδιδε αυτή την ηρεμία. Μιλούσε για τον Χριστό, για την Εκκλησία, για την Ορθοδοξία.
Από τον καιρό πού ζούσε, νιώθαμε ότι όλα όσα είχαμε διαβάσει για τούς άγιους και τη ζωή τους εκπληρώνονταν σ'αυτόν τον άνθρωπο.»
Οι πολλοί πνευματικοί αγώνες τού Αγίου Φιλουμένου, καθώς και ή ανυπόκριτη αγάπη με την όποια περιέβαλλε το ποίμνιο του, προσείλκυαν τούς ανθρώπους, οι όποιοι αισθάνονταν κοντά του παρηγοριά και ανάπαυση. Όλοι γνώριζαν ότι στο πρόσωπο του θα βρουν τον καλόν ποιμένα τον αληθινό πνευματικό πατέρα, τον γνήσιο μαθητή του Χριστού. Ή Χάρη του Θεού τον συνόδευε παντού και πλησίον του αντιλαμβάνονταν τις ενέργειες της, ακόμη και με μόνη την απλή παρουσία του. Διηγείται ό π. Ίσσα Χούρη:
«Όταν ό Άγιος Φιλούμενος ήταν Ηγούμενος στη Ραμάλα, εγώ ήμουνα στο Μπίρ Εέιτ και δεν είχα ίερωθεί ακόμα. Επειδή ό πατέρας μου ήταν πρωτοψάλτης, γνώριζε όλους τούς ιερείς πού περνούσαν από την περιοχή μας και έτσι είχαμε γνωρίσει και τον Άγιο. Τον θυμάμαι. Ήταν πράος και πάρα πολύ ήρεμος άνθρωπος. Όταν κουβεντιάζαμε, μιλούσε μόνο για πνευματικά θέματα. Του άρεσε πολύ να μιλά για τον Θεό και τούς άγιους, για τον καθημερινό μας αγώνα ως χριστιανοί. Απ' αυτόν είχα μάθει πάρα πολλά, τα όποια με βοήθησαν ως άνθρωπο και ως ιερέα. Αλλά δεν ήταν μόνο οι συζητήσεις μας μαζί του. Πολλές φορές ή παρουσία του και μόνο μάς παρηγορούσε και κατεύναζε τις θλίψεις και τα προβλήματα μας. Ή αγιότητα πού είχε πληροφορούσε την καρδία μας, ώστε θέλαμε συνέχεια να τον συναντάμε... Να είμαστε κοντά του».
Έκτος από το ποίμνιο του ό Άγιος αγαπούσε πολύ και τούς Αγιοταφίτες πατέρες -ιδιαίτερα τούς μικρότερους-και, όταν τον επισκέπτονταν στη Ραμάλα, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να τούς ενισχύσει και να τούς στηρίξει. Θυμάται ό π. Ευσέβιος:
«Όταν ήταν ή εορτή της Μεταμορφώσεως και πανηγύριζε ή Μονή στη Ραμάλα πήγαινε εκεί πέρα πάρα πολύς κόσμος. Και επειδή οι Ηγούμενοι, όταν γιορτάζει ή εκκλησία τους, πάντα κάνουν τραπέζι, το ίδιο έκανε και ό Άγιος Φιλούμενος. Τον θυμάμαι, λοιπόν, αύτη τη μέρα να τρέχει συνεχώς πάνω-κάτω. Ό ίδιος δεν έτρωγε καθόλου, για να μάς εξυπηρετεί. Εμάς, τούς νεότερους διακόνους, μάς αγαπούσε ιδιαίτερα. Ίσως λόγω ηλικίας, πού ήμασταν νεότεροι ίσως επειδή είχαμε πολλές δυσκολίες στα πνευματικά, στα οικονομικά διότι και οικονομικά πολλές φορές μάς βοηθούσε. Έτρεχε, λοιπόν, πάνω-κάτω και έλεγε:
› Έφαγες π. Ευσέβιε; Έφαγες π. Γρηγόριε; Χόρτασες; Τί σού λείπει; Φρούτο έφαγες; Γλυκό έφαγες; Πάρε, πάρε!
Καθόμασταν, λοιπόν, εκεί πέρα και τρώγαμε, τραγουδούσαμε τραγούδια εθνικά, αραβικά και ελληνικά και ψάλλαμε. Μάλιστα, βάζαμε και τον π. Φιλούμενο να ψάλλει, γιατί ήταν γνώστης της μουσικής. Τώρα είναι ή σειρά σου, τού λέγαμε, και κάναμε όλοι απόλυτη ησυχία, επειδή ήταν ισχνή ή φωνή του και έπρεπε να ακούγεται. Αυτός έψαλλε και εμείς ίσοκρατούσαμε.»
Συμπληρώνει ό Αρχιεπίσκοπος Γεράσων Θεοφάνης:
«Πιο πολύ μάλιστα τού άρεσε να ψάλλει τα Κατανυκτικά της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τα τροπάρια δηλαδή πού ψάλλουμε στους Κατανυκτικούς Εσπερινούς. Και το παράξενο ήταν ότι, όταν έψαλλε ό Άγιος, δέ θέλαμε να σταματήσει. Αν και ή φωνή του ήταν αδύνατη, εντούτοις μάς μετέδιδε κάτι πάρα πολύ δυνατό. Είχε βέβαια τη γνώση και μπορούσε να αποδώσει πολύ καλά τα μουσικά, αλλά είχε και πολύ μεγάλη ευλάβεια. Έψαλλε έκ ψυχής. Ζούσε την κάθε λέξη των τροπαρίων και αυτό το βίωμα του το μετέδιδε και σ' εμάς τούς νεότερους.»
Ανάμεσα στους δύο διορισμούς του στη Ραμάλα, ό Άγιος Φιλούμενος υπηρέτησε για τρία χρόνια στη Μονή του Αββά Θεοδοσίου (Αύγουστος 1967 - Αύγουστος 1970) και για έξι χρόνια στη Μονή τού Προφήτη Ηλία (Αύγουστος 1970 Ιανουάριος 1976). Στον Προφήτη Ηλία τον γνώρισαν Ηγούμενο πολλοί από τούς μαθητές τού Γυμνασίου, επειδή εκεί πήγαιναν πολύ συχνά εκδρομές.
Θυμάται ό π. Ευσέβιος:
«Ανάμεσα στις εξόδους πού πηγαίναμε κάθε Κυριακή, πηγαίναμε και στον Προφήτη Ηλία. Θυμάμαι, λοιπόν, τον Άγιο με το γκρίζο αντερί του -τού άρεσε πολύ το χρώμα αυτό-, με το σκουφάκι του το μοναχικό να ανεβοκατεβαίνει τα πολλά σκαλιά τού Προφήτη Ηλία για να μάς εξυπηρετήσει. Και θυμάμαι πού μάς μάζευε εκεί πέρα στη σκιά ενός δένδρου, μάς έβαζε να καθίσουμε και μάς μιλούσε. Μάς έλεγε για τον Πανάγιο Τάφο και για την αγάπη πού πρέπει να έχουμε για τα προσκυνήματα πού υπηρετούμε. Μάς διηγείτο βίους άγιων ή μάς έλεγε αποσπάσματα από τούς Πατέρες της' Εκκλησίας, για τα όποια μάλιστα, όταν μάς ξανάβλεπε, έκανε ερωτήσεις μάς "εξέταζε", για να δει αν τα θυμόμασταν.
Άλλοτε πάλι, μάς έλεγε συμβουλές δικές του, στηριγμένες σε βίους άγιων. Τον θυμάμαι, για παράδειγμα, πού μάς έλεγε συχνά:
› Να κάνετε κάθε μέρα προσευχή και, όταν θα γίνετε αργότερα Αγιοταφίτες μοναχοί, να μάθετε τούς Χαιρετισμούς της Παναγίας από στήθους. Διότι όλοι οι μοναχοί ξέρουν τούς Χαιρετισμούς της Παναγίας, όπως και το Απόδειπνο και προσεύχονται το βράδυ. Ένα πράγμα να μην ξεχνάτε και ποτέ να μην το παραβιάζετε: Εάν δεν μπορείτε να λέτε την ακολουθία όρθιοι, αν είστε κουρασμένοι ή άρρωστοι, ποτέ να μην την παραλείπετε. Να τη λέτε έστω καθιστοί, έστω στο κρεβάτι.
Κάποτε μάς έψελνε εκεί πού ήμασταν μαζεμένοι, γιατί ήθελε να μεταδώσει αυτό το τάλαντο της μουσικής, όπου μπορούσε. Μάς έλεγε:
› Αυτό είναι ήχος τάδε· ακούστε πώς πάει...
Και μάς το έψαλλε. Μάλιστα τού άρεσε και ήθελε να μεταφέρει τον ιεροσολυμίτικο τρόπο ψαλσίματος, τις ιδιαιτερότητες τόσο τις λειτουργικές όσο και τις ψαλτικές τού Πατριαρχείου. Έπειτα μάς κερνούσε φρούτο, καραμέλες ή ακόμα κα! σοκολάτες ή παγωτό, όταν ήτανε Κυριακή και δεν ήτανε νηστεία, και μετά φεύγαμε.»
Ό Άγιος διακονούσε με αγάπη και τούς προσκυνητές, πού μαζεύονταν στη Μονή για τη γιορτή τού Προφήτη Ηλία. Έφθαναν εκεί άνθρωποι από διάφορες πόλεις τού Ισραήλ -κυρίως Άραβες ορθόδοξοι-, για να προσκυνήσουν και να φέρουν τάματα και λαμπάδες. Όλους έτρεχε να τούς δει, να τούς εξυπηρετήσει, φροντίζοντας μάλιστα πέρα από τη φιλοξενία να τούς προσφέρει και λόγο πνευματικό. Οι κοσμικές συζητήσεις δεν τον ενδιέφεραν. Όταν επρόκειτο να μιλήσει για τον Θεό, τότε γινόταν άλλος άνθρωπος. Γινόταν ό ποιμήν ό καλός, ό όποιος ανησυχούσε για τα λογικά πρόβατα της ποίμνης του. Ήθελε με κάθε τρόπο να γνωρίσουν και να μάθουν να αγωνίζονται γι' Αυτόν, στον Όποιον πιστεύουν. Κα! ό λόγος του, όπως μαρτυρούν όσοι τον γνώρισαν, αποτυπωνόταν στις καρδιές των ανθρώπων, διότι δεν ήταν απλή παράθεση θεωριών, αλλά αντανακλάση, τα δικά του πνευματικά βιώματα. Αναφέρει η μοναχή Ευπραξία:
«Ό Άγιος Φιλούμενος ήταν πάρα πολύ ολιγόλογος. Όταν όμως πηγαίναμε στο προσκύνημα πού διακονούσε, στο πέρας της Θείας Λειτουργίας, πάντοτε έκανε ένα σύντομο και απλό κήρυγμα. Μάς έλεγε, για παράδειγμα, να έχουμε ταπείνωση, να έχουμε αγάπη, να ήμαστε ελεήμονες...
› Να λέτε την Ευχή, και η ευχή θα τα κανονίσει όλα. Όταν λέτε την Ευχή, μη φοβείστε τίποτα.
Αλλά κι ό ίδιος ζούσε την Ευχή, ή όποια δεν έλειπε ο από το στόμα του. Περπατούσε κα έβλεπες συνεπώς τα Χείλη του να κινούνται. Εμάς, πού ήμασταν μοναχές, μας έλεγε να διαβάζουμε πολύ και κυρίως πατερικά βιβλία, όπως τον Άγιο Έφραίμ τον Σύρο, τον Άγιο Έφραίμ τον Σύρο, την Κλίμακα τού Αγίου Ιωάννου τού Σιναιτου, την Αγία Γραφή...
Μας έλεγε:
› Το Ευαγγέλιο να μη μας λείπει από το χέρι σας. Την Καινή Διαθήκη να τη διάβαζε τε τακτικά.»
Μετά τη διακονία του στο Προφήτη Ηλία και τη Ραμάλα, ό Άγιος Φιλούμενος μετατέθηκε, στις 8 Μαΐου τού 1979, στο Φρέαρ του Ιακώβ, όπου υπηρέτησε μέχρι και τον μαρτυρικό του θάνατο, στις 29 Νοεμβρίου τού ίδιου έτους.
(Από το βιβλίο «Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλούμενος ο Κύπριος», «ΓΝΩΡΙΣΑΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΦΙΛΟΥΜΕΝΟ. ΤΟΝ ΚΥΠΡΙΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑ», Άπαντα Ορθοδοξίας)

O Ουίλιαμ Νταλρίμπλ και η μαρτυρία του για τον Άγιο Φιλούμενο στο Φρέαρ του Ιακώβου
Γύρω στο 570 μ.Χ., κι αφού είχε ήδη περιβληθεί το μοναχικό σχήμα στη Μονή του Αγίου Θεοδοσίου, ο Ιωάννης Μόσχος αποσύρθηκε στην έρημο για να περάσει δέκα χρόνια σ’ ένα μοναστήρι χτισμένο σε μια απομακρυσμένη σπηλιά στη Φαράν, βόρεια της Ιερουσαλήμ. Λέγεται ότι η Φαράν, το σημερινό Έιν Φάρα, είναι το παλιότερο μοναστήρι στην Παλαιστίνη. Το θεμελίωσε στις αρχές του τετάρτου αιώνα ο σπουδαίος βυζαντινός ερημίτης Άγιος Χαρίτων, ο οποίος, απ’ ότι λένε, εγκαταστάθηκε σε μια σπηλιά, πάνω από τα καθάρια νερά μιας πηγής. Γύρω του συγκέντρωσε μια κοινότητα από ομοϊδεάτες του - ασκητές όλοι, οι οποίοι ζούσαν μια ζωή σιωπής, αυτοαναίρεσης και αυστηρής νηστείας, διανθισμένη με πολύωρες προσευχές.
Διακόσια χρόνια αργότερα, εκείνο που προσέλκυσε το Μόσχο στο μοναστήρι δεν ήταν τόσο η αρχαιότητά του, όσο η σοφία του ηγουμένου του, του άμπα Κοσμά του Ευνούχου. Σ’ ένα σημαντικό κεφάλαιο του Λειμωνάριου ο Μόσχος αναφέρει ότι ο Κοσμάς ήταν εκείνος που του έδωσε πρώτος την ιδέα να συλλέξει τα αποφθέγματα των πατέρων:
«... την ώρα που [ο αβάς Κοσμάς] μου μιλούσε για τη σωτηρία της ψυχής, θυμήθηκε έναν αφορισμό του Αγίου Αθανασίου, που ήταν αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας και μου είπε ο γέροντας, Όταν ακούς τέτοια λόγια, αν δεν έχεις μαζί σου χαρτί, γράψε το πάνω στα ρούχα σου.»
Τέτοιο πόθο είχε ο αβάς Κοσμάς για το λόγο των Αγίων Πατέρων μας και των διδασκάλων. Αυτή ήταν η συμβουλή που αργότερα θα έδινε στο Μόσχο το έναυσμα για να συντάξει το Λειμωνάριο, και μ’ αυτόν τον τρόπο να διασώσει την ιστορία των μοναχών της βυζαντινής Παλαιστίνης, μια ιστορία που κατά τ’ άλλα παραμένει σε μεγάλο βαθμό άγραφη.
Εντελώς συμπτωματικά, στο ξεκίνημα αυτού του ταξιδιού, στον Άθω, είχα συναντήσει έναν καλόγερο που υποστήριζε ότι ήταν ο τελευταίος ερημίτης που είχε ζήσει στην ίδια ακριβώς σπηλιά με το Μόσχο, στο Έιν Φάρα. Ο αμπούνα Αλέξανδρος ήταν μια ψηλόκορμη, κοκκινοπρόσωπη φιγούρα με ξεθωριασμένο ράσο, τα μαλλιά του τραβηγμένα πίσω σ’ ένα μικρό κοτσιδάκι, όπως το συνηθίζουν οι ορθόδοξοι ιερείς, και γκρίζα γενειάδα, άγρια και μπερδεμένη, όπως είναι η γενειάδα του Ιωάννη του Βαπτιστή σε κάποιες πρώιμες βυζαντινές εικόνες. Είχα πέσει πάνω του κατά τύχη, στη διάρκεια μιας απογευματινής βόλτας μόλις λίγες μέρες νωρίτερα, στη βιβλιοθήκη της μονής των Ιβήρων, είχα ξεθάψει το χειρόγραφο του Λειμωνάριου. Ζούσε μόνος του σε μια μικρή ξύλινη καλύβα, σ’ ένα ξέφωτο του δάσους, ψηλά πάνω από τις Καρυές. Ήταν ένας τόπος ειδυλλιακός, ένα γαλήνιο και φωτεινό ησυχαστήριο ανάμεσα σε κρίνους και λιοπρίνους, με εκπληκτική θέα που αγκάλιαζε τους ασημόχρωμους τρούλους της Ρωσικής Μονής, για να κατρακυλήσει ακόμη πιο χαμηλά και πιο μακριά, μέχρι το βαθύ, ραγισμένο γαλάζιο του Αιγαίου. Αυτό όμως, μου είπε ο αμπούνα Αλέξανδρος, δεν ήταν το σπίτι του- εκείνος θα ήθελε να βρίσκεται αλλού· μετακόμισε σ’ ετούτη την ελληνική βουνοκορφή, γιατί τον είχαν αναγκάσει να εγκαταλείψει το ερημητήριό του στους Αγίους Τόπους.
Τα περισσότερα χρόνια του ενήλικου βίου του, μου εξήγησε, τα είχε περάσει ζώντας σαν τους πατέρες της ερήμου στη σπηλιά του Έιν Φάρα, χίλια πεντακόσια χρόνια μετά την θεμελίωση του μοναστηριού από τον Άγιο Χαρίτωνα. Όμως ο αμπούνα Αλέξανδρος ήταν ο τελευταίος συνεχιστής εκείνης της παράδοσης. Δέκα περίπου χρόνια μετά την κατάληψη και την κατοχή της Δυτικής Όχθης από τους Ισραηλινούς είχε αρχίσει να δέχεται απειλές για τη ζωή του· , πίστευε ότι προέρχονταν από μια σκληροπυρηνική ομάδα Ισραηλινών, που είχαν ιδρύσει έναν οικισμό εκεί κοντά. Κάποια στιγμή, ένα χειμωνιάτικο πρωινό του 1979, ο πνευματικός του πατέρας, που ήταν και μακρινός συγγενής του, ένας έλληνας μοναχός που λεγόταν Φιλούμενος, πραγματικά κατακρεουργήθηκε μέσα στο κελί του στο Πηγάδι του Ιακώβ κοντά στη Ναμπλούς.
Κάποιος είχε δηλητηριάσει τα σκυλιά του και του είχε επιτεθεί με τσεκούρι, για να αποτεφρώσει έπειτα το πτώμα ανατινάζοντάς το με μια χειροβομβίδα. Λίγο καιρό αργότερα ο αμπούνα Αλέξανδρος επέστρεψε από ένα ταξίδι στην Ιερουσαλήμ και βρήκε το εκκλησάκι της σπηλιάς του βεβηλωμένο τα βιβλία του και τα προσωπικά του αντικείμενα ήταν καμένα και σκορπισμένα στο έδαφος. Ο άμβωνας της μικρής εκκλησίας είχε διαλυθεί σ’ εκατό κομμάτια. Ο ερημίτης το ’σκασε, πήρε πλοίο για την Αθήνα και με τον καιρό κατέληξε στον Άθω. Έκτοτε η σπηλιά και η πηγή αποτελούσαν, κατά πάσα πιθανότητα, μέρος κάποιου νέου οικισμού.
Όπως πολλοί ερημίτες, έτσι και ο αμπούνα Αλέξανδρος ήταν άνθρωπος ιδιαίτερα εκκεντρικός, ένας σαλός που μιλούσε σε μια κουκουβάγια, το κατοικίδιο ζωάκι του, τάιζε τις σαύρες και ισχυριζόταν ότι πού και πού δεχόταν επισκέψεις από αγγέλους. Ήταν ένας άντρας του οποίου τα λόγια δεν έπρεπε μάλλον να τα παίρνεις τοις μετρητοίς. Αυτός ήταν και ο λόγος που έμεινα έκπληκτος όταν, στη διάρκεια της επίσκεψής μου στο Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ, στην παλιά πόλη, διαπίστωσα ότι πολλά απ’ όσα μου είχε πει είχαν πράγματι συμβεί. Ένας γενειοφόρος έλληνας μητροπολίτης, που είχε γνωρίσει το Φιλούμενο και τον Αλέξανδρο, μου έδειξε ένα φάκελο γεμάτο αποκόμματα εφημερίδων τα οποία αναφέρονταν στη βεβήλωση της σπηλιάς του Αγίου Χαρίτωνα και στην άγρια δολοφονία στο Πηγάδι του Ιακώβ.
Έμαθα ότι για το έγκλημα είχε κατηγορηθεί ένας διανοητικά καθυστερημένος Ισραηλινός από το Τελ Αβίβ, που θεωρήθει υπεύθυνος και για δύο ακόμη δολοφονίες. Μέχρι και στο μαρτύριο της Ορθόδοξης Ιερατικής Σχολής πήγε στο Όρος Σιών, όπου το θρυμματισμένο κρανίο και λίγα από τα τσακισμένα κόκαλα του πατέρα Φιλούμενου αποτελούν μόνιμα -αν και αρκετά μακάβρια- εκθέματα, ντυμένα με το παλιό του ράσο, προσμένοντας μια πιθανή αγιοποίηση.
› Είναι άγιος!
Με διαβεβαίωσε ο αμπούνα Αριστόπουλος, ο γεμάτος ζήλο νεαρός καλόγερος που με ξενάγησε στο μαρτύριο:
› Ο αμπούνα Φιλούμενος δεχόταν πολλά τηλεφωνήματα από φανατικούς Εβραίους, που του έλεγαν ότι έπρεπε να φύγει απ’ το Πηγάδι του Ιακώβ, ότι το Πηγάδι ήταν δικός τους ιερός τόπος και όχι δικός μας. Όταν δηλητηρίασαν τα σκυλιά του, ο πατριάρχης του είπε ότι καλά θα έκανε να σηκωθεί να φύγει και να έρθει να μείνει στην Ιερουσαλήμ, όπου θα ήταν πιο ασφαλής. Όμως κάθε φορά που του το πρότεινε, ο αμπούνα Φιλούμενος απαντούσε αρνητικά. Διάβαζε τον Εσπερινό όταν τον βρήκε ο δολοφόνος κι άρχισε να τον τεμαχίζει με το τσεκούρι.
› Δεν τον σκότωσε μια κι έξω;
› Όχι», απάντησε ο μοναχός.
› Πρώτα τον χτύπησε πολλές φορές με το τσεκούρι: του έκοψε τα χέρια, έπειτα τα πέλματα, μετά τα πόδια. Τον έκανε κομμάτια. Πολύ τρομακτικό. Τη χειροβομβίδα την πέταξε στο τέλος.
Με έκφραση φρίκης στο πρόσωπό του, ο αμπούνα Αριστόπουλος έκανε το σταυρό του.
› Ξέρετε, όταν πριν από τέσσερα χρόνια του έκαναν ένα μικρό μνημόσυνο, ξέθαψαν το λείψανο και διαπίστωσαν ότι το σώμα του ήταν αναλλοίωτο.
› Μα πώς μπορεί να ήταν αναλλοίωτο, αφού το είχαν ήδη τεμαχίσει και το είχαν κάψει κιόλας;
› Εντάξει, όχι εντελώς αναλλοίωτο, παραδέχτηκε ο μοναχός. Πάντως, η κατάσταση στην οποία είχε διατηρηθεί ήταν μεγάλο θαύμα. Μετά απ’ αυτό σημειώθηκαν θαύματα μεταξύ των οποίων και ίαση ασθενών- και πολλοί είδαν τον πατέρα Φιλούμενο σε όραμα. Κι εγώ είδα μερικά οράματα.
› Έχετε δει τον πατέρα Φιλούμενο;
› Τον έχω δει στα όνειρά μου, είπε ο Αριστόπουλος. Επίσης τον έχω μυρίσει.
› Δεν καταλαβαίνω, είπα. Νόμιζα ότι είπατε πως το σώμα του δεν είχε αλλοιωθεί.
› Όχι, όχι, είπε ο αμπούνα Αριστόπουλος. Ήταν καλή μυρωδιά. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου στον Κόλπο το ελληνικό προξενείο έδωσε εντολή σ’ όλους τους Έλληνες να επιστρέφουν στην πατρίδα. Η ιερατική σχολή έκλεισε και όλοι οι μαθητές έφυγαν. Ήμουν μόνος εδώ. Κλείδωσα το παρεκκλήσι κι έμεινα τρεις μήνες στο δωμάτιό μου, στον πάνω όροφο, με την αντιασφυξιογόνο μάσκα μου, εξαιτίας των πυραύλων Σκουντ του Σαντάμ. Έπειτα, το Μάρτιο, όταν τελείωσε ο πόλεμος, ήρθα και ξεκλείδωσα την πόρτα. Η τελευταία φορά που είχα μπει εδώ μέσα ήταν την Πρωτοχρονιά. Είχες την αίσθηση ότι η εκκλησία ήταν γεμάτη λιβάνι, μια βαριά μυρωδιά, τόσο ωραία, τόσο γλυκιά. Ερχόταν από τον Άγιο Φιλούμενο.
Έτσι λοιπόν -σκέφτηκα- άρχιζαν οι διάφορες ιστορίες για θαύματα. Μίλησα στον πατέρα Αριστόπουλο για τη συνάντησή μου με τον πατέρα Αλέξανδρο και για την ιστορία που μου είχε διηγηθεί σχετικά με την εισβολή στη σπηλιά του. Ο Αριστόπουλος αποκρίθηκε ότι οι επιθέσεις σε ιδιοκτησίες της εκκλησίας δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών, είπε, το δωμάτιο όπου βρισκόμασταν είχε δεχτεί επίθεση από έναν ισραηλινό στρατιώτη που είχε πυροβολήσει πολλές φορές το εικονοστάσι, προτού τελικά τραυματιστεί -έτσι τουλάχιστον ισχυριζόταν ο αμπούνα Αριστόπουλος- από μια σφαίρα, που ως εκ θαύματος εξοστρακίστηκε, αφού πρώτα χτύπησε πάνω σε μια εικόνα της Θεοτόκου.
Διασταυρώνοντας αυτές τις ιστορίες στο αρχείο της περισσότερο νηφάλιας JERUSALEM POST και στις διάφορες εκκλησίες της Ιερουσαλήμ, διαπίστωσα ότι από τις αρχές του 1970 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980, είχε πράγματι σημειωθεί κύμα επιθέσεων σε βάρος της εκκλησιαστικής ιδιοκτησίας. Μια εκκλησία στην Ιερουσαλήμ ένα εκκλησάκι των Βαπτιστών κι ένα χριστιανικό βιβλιοπωλείο είχαν όλα καεί ολοσχερώς -υπεύθυνοι ήταν, υποτίθεται, φανατικοί ορθόδοξοι χαρεντίμ-, ενώ οι μαθητές ενός κοντινού γιεσίβα είχαν επιδοθεί σε βανδαλισμούς στο Ναό της Κοίμησης. Είχαν επίσης σημειωθεί αλλεπάλληλες αποτυχημένες απόπειρες εμπρησμού της αγγλικανικής εκκλησίας (χρειάστηκε ν’ αντικατασταθούν οι ξύλινες πόρτες με ατσάλινες, προκειμένου να είναι σε θέση να ανθίστανται στις επανειλημμένες κρούσεις των επίδοξων εμπρηστών), αλλά και δύο ακόμη εκκλησιών στην Άκρα (έναν ελληνορθόδοξο ναό στην παλιά πόλη κι ένα προτεσταντικό εκκλησάκι στα καινούργια προάστια του Ισραήλ), καθώς και μιας αγγλικανικής εκκλησίας στη Ράμλε.
Υπήρχε και συνέχεια. Στο λόφο της Σιών το προτεσταντικό νεκροταφείο που είχε ήδη υποστεί ζημιές στο διάστημα μεταξύ 1948 και 1967, όταν αποτελούσε τμήμα της νεκρής ζώνης ανάμεσα στο Ισραήλ και την Ιορδανία, είχε γίνει στόχος ιερόσυλων όχι μία, ούτε δύο, αλλά οκτώ φορές. Το επισκέφθηκα: σχεδόν όλες οι ταφόπλακες ήταν διαλυμένες, μεταλλικοί σταυροί κείτονταν παραμορφωμένοι και μερικά από τα μνήματα είχαν παραβιαστεί· το μοναδικό μαυσωλείο που στεκόταν όρθιο έφερε αμέτρητα σημάδια από σφαίρες. Όπως το έθεσε ο εφημέριος Ναΐμ Άτικ του αγγλικανικού μητροπολιτικού ναού του Αγίου Γεωργίου στην Ιερουσαλήμ, που χρειάστηκε μισή ώρα για να απαριθμήσει όσα περιστατικά ιεροσυλίας ήξερε:
› Το Ισραήλ θέλει να παρουσιάζεται ως τιμητής της θρησκευτικής ανοχής, μόνο που ολόκληρη η χώρα χτίστηκε πάνω στο σφετερισμό και την κατάσχεση χριστιανικής και μουσουλμανικής γης. Η κατάσχεση και η βεβήλωση της εκκλησιαστικής ιδιοκτησίας είναι τακτική που ακόμη δεν έχει εγκαταλειφθεί.
(Aπόσπασμα από το βιβλίο «ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ», Ουίλιαμ Νταλρίμπλ, Εκδόσεις Ωκεανίδα, Άπαντα Ορθοδοξίας)

Ο Άγιος Φιλούμενος επεμβαίνει για την απεξάρτηση ναρκομανούς!
Η Ελένη Ν., η οποία κατάγεται από τη Ρόδο, ήταν για επτά χρόνια χρήστης ναρκωτικών. Παρόλο που είχε κάνει κάποιες προσπάθειες απεξάρτησης, εντούτοις πάλι επέστρεφε στα ίδια.
Δεν μπορούσε να εργαστεί και η σχέση της με την οικογένεια της είχε γίνει πολύ δύσκολη. Σε μια τελευταία προσπάθεια της μητέρας της για να τη βοηθήσει, μετέβησαν στην Αθήνα, όπου εισήχθη σε κέντρο απεξάρτησης. Εκεί όμως δεν συνεργαζόταν καθόλου με τους ειδικούς· φώναζε, θύμωνε, χτυπούσε. Η μητέρα της απελπισμένη προσευχόταν στον Άγιο Φιλούμενο, για τον οποίο είχε ακούσει πολλά, και τον παρακαλούσε να την βοηθήσει.
Μια μέρα η Ελένη ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Όταν αποκοιμήθηκε, η μητέρα της κλαίγοντας προσευχήθηκε πάλι στον Άγιο Φιλούμενο. Ταυτόχρονα παρακάλεσε και κάποιο γνωστό της να ψάλλει εκείνη την ώρα τον Παρακλητικό του κανόνα. Όταν αργότερα ξύπνησε η Ελένη, ήταν συγκλονισμένη από ένα πολύ παράξενο όνειρο που είχε δει. Είδε στον ύπνο της ότι έτρωγε με μανία ένα μαύρο γάτο. Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά της ένας ιερέας, ο οποίος της άρπαξε τον γάτο και της είπε αυστηρά:
› Φτάνει πια! Δεν θα ξαναφάς άλλο απ’ αυτό!
Η Ελένη σαστισμένη του είπε:
› Ποιος είσαι εσύ και πώς βρέθηκες εδώ;
Ο ιερέας της απάντησε:
› Είμαι από την Κύπρο, αλλά ήλθα τώρα προσωρινά στην Αθήνα για να σε βοηθήσω.
Η Ελένη μετά το όνειρο ξύπνησε με εντελώς διαφορετική διάθεση, συνεργάστηκε με τους ειδικούς και σε σύντομο χρονικό διάστημα γύρισε στο σπίτι της.
Τώρα είναι καλά, εργάζεται κανονικά και η σχέση της με τους οικείους της έχει αποκατασταθεί.
(Από το βιβλίο «Άγιος Ιερομάρτυς Φιλούμενος ο Κύπριος», έκδοση Ιεράς Μονής Αγίου Νικολάου, Ορούντα, Κύπρος, Πεμπτουσία)

Απολυτίκιον. Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτην.
Της Ορούντης τον γόνον, νήσου Κύπρου το βλάστημα και ιερομάρτυρα νέον Ιακώβ θείου Φρέατος, Φιλούμενον τιμήσωμεν, πιστοί, ως πρόμαχον της πίστεως ημών, και αήττητον οπλίτην Χριστού της αληθείας, πόθω κράζοντες‧ δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε αφθαρτίσαντι, δόξα τω σε ημίν χειραγωγόν προς πόλον δείξαντι.
Έτερον Απολυτίκιον ήχος πλ. α'.
Σαμαρείτιδος βίον πάτερ μιμούμενος, κατηκολούθησας χαίρων τω Ζωοδότη Χριστώ, και το Φρέαρ Ιακώβ τανυν κατέλαβες, ένθα εκέρδισας λαμπρώς παραδείσου την τρυφήν, αγώσι του μαρτυρίου Φιλούμενε ιερομάρτυς των Ορθοδόξων νέον καύχημα.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ΄. Τη Υπερμάχω.
Τον ανατείλαντα ως άστρον νεαυγέστατον τη Εκκλησία του Χριστού αρτίως μέλψωμεν, μαρτυρίου ταις ακτίσι και θαυμασίων ταις βολαίς νεοφανέντα ιερόαθλον, ού ηφθάρτισε το σκήνωμα ο Ύψιστος, πόθω κράζοντες‧ χαίροις, μάκαρ Φιλούμενε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις, της Ορούντης σεπτός βλαστός, χαίροις, νήσου Κύπρου πολυτίμητος θησαυρός, χαίροις, Εκκλησίας της Μόρφου ωραιότητης, Φιλούμενε, μαρτύρων νέων υπόδειγμα.
Πηγή: Χώρα του Αχωρήτου, Ιερά Μονή Παντοκράτορος, Άπαντα Ορθοδοξίας, Άπαντα Ορθοδοξίας, Πεμπτουσία, Διακόνημα

Την πλήρη διερεύνηση των συνθηκών θανάτου του ομογενούς, Κωνσταντίνου Κατσίφα, που έπεσε νεκρός από σφαίρες της αλβανικής αστυνομίας στις 28 Οκτωβρίου στο χωριό Βουλιαράτες στην Αλβανία αποφάσισε να ζητήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η παρέμβαση του ευρωκοινοβουλίου έγινε με πρωτοβουλία της σοσιαλιστικής ομάδας και τις υπογραφές του Ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη και Knut Fleckenstein, Εισηγητή για την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας,
Οι δύο ευρωβουλευτές κατέθεσαν τροπολογία στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που υπερψηφίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία και ζητά την πλήρη διερεύνηση των συνθηκών θανάτου του Κωνσταντίνου Κατσίφα από τις Αλβανικές αρχές.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του κυρίου Ανδρουλάκη, η τροπολογία ενσωματώθηκε στην Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις Ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αλβανίας, αναφέρεται στις συνθήκες θανάτου του Κατσίφα στους Βουλιαράτες της Βορείου Ηπείρου και σημειώνει πως «αναμένει από τις αλβανικές αρχές να διερευνήσουν και να διευκρινίσουν τις συνθήκες που οδήγησαν στην απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής».
Το πλήρες κείμενο της τροπολογίας αναφέρει:
20α. σημειώνει την ένταση που υπήρξε μετά από επεισόδιο στο οποίο έχασε τη ζωή του ο Κωνσταντίνος Κατσίφας, μέλος της ελληνικής εθνικής μειονότητας με διπλή ιθαγένεια (αλβανική και ελληνική), ο οποίος έπεσε νεκρός από τα πυρά των Ειδικών Δυνάμεων της Αλβανικής Αστυνομίας (RENEA) κατά τη διάρκεια επετειακού εορτασμού για τους πεσόντες Έλληνες στρατιώτες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στους Βουλιαράτες, στις 28 Οκτωβρίου 2018· ζητεί αυτοσυγκράτηση από όλες τις πλευρές και αναμένει από τις αλβανικές αρχές να διερευνήσουν και να διευκρινίσουν τις συνθήκες που οδήγησαν στην απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής·
Πηγή: Himara.gr

Ο άγιος Στέφανος, εφάμιλλος του πρωτομάρτυρος, γεννήθηκε το 715 στην Κωνσταντινούπολη από ευσεβείς και επιφανείς γονείς που για πολλά χρόνια ήταν άτεκνοι. Όταν ο Θεός τους χάρισε το τέκνο αυτό μετά από φανέρωση της Υπεραγίας Θεοτόκου, το έταξαν στην υπηρεσία Του. Βαπτίσθηκε από τον άγιο πατριάρχη Γερμανό [12 Μαΐου], ο οποίος το έθεσε υπό τη σκέπη του πρωτομάρτυρος. Το παιδί πρόκοβε σε γνώση και αρετή, περιφρονώντας τις μάταιες απολαύσεις και επιδιδόμενο ιδιαιτέρως στην άσκηση της ακτημοσύνης και της ταπεινοφροσύνης.
Όταν ήλθε η ώρα για τους γονείς του να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους, ο αυτοκράτορας Λέων Γ' ο Ίσαυρος (717-741) άρχισε να λαμβάνει τα πρώτα μέτρα για την απαγόρευση της τιμής των ιερών εικόνων και τον διωγμό των υπερασπιστών της Ορθοδοξίας. Έκριναν πιο συνετό να απομακρυνθούν από τη Βασιλεύουσα και να εμπιστευθούν τον γιό τους στους μοναχούς του ορούς του Αγίου Αυξεντίου, πλησίον της Χαλκηδόνας [1].
Ο δεκαεξαετής νέος έγινε δεκτός μετά χαράς από τους αγίους ανθρώπους και την ίδια κιόλας ημέρα ενεδύθη το αγγελικό Σχήμα. Έγινε μαθητής του πέμπτου κατά σειράν διαδόχου του αγίου Αυξεντίου, Ιωάννου, ενός Γέροντος έμπειρου στην ασκητική τέχνη και προικισμένου με το προορατικό χάρισμα. Ο Στέφανος επέδειξε τέλεια υπακοή και τον ίδιο ζήλο για τα πλέον κουραστικά διακονήματα όπως και την αδιάλειπτη δοξολογία του Θεού. Λίγο αργότερα εκοιμήθη ο κατά σάρκα πατέρας του και ο Στέφανος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη για να ρυθμίσει τις υποθέσεις του και να μοιράσει τα υπάρχοντά του στους φτωχούς. Έφερε πίσω μαζί του τη μητέρα του και μία από τις αδελφές του που έγιναν μοναχές στην κοντινή γυναικεία Μονή των Τριχιναραίων και άφησε την άλλη αδελφή του να εισέλθει σε ένα μοναστήρι της Βασιλεύουσας.
Όταν μετά από λίγο παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό και ο Ιωάννης, ο πνευματικός του πατέρας, ο Στέφανος επελέγη ομοφώνως από τους αδελφούς στη θέση του ως ηγούμενος. Υπό την επιμελή καθοδήγησή του και χάρη στη μεγάλη του ταπεινοφροσύνη, η μικρή ομάδα των ασκητών αυξήθηκε φθάνοντας να αριθμεί είκοσι αδελφούς και έγινε κοινοβιακό μοναστήρι. Ο άγιος οργάνωσε την αδελφότητα με τρόπο που να αποτελεί όντως εικόνα της Βασιλείας των ουρανών και κατόπιν αποσύρθηκε πιο ψηλά στο όρος για να δοθεί απερίσπαστος στη σιωπηλή και αδιάλειπτη προσευχή, αφήνοντας έναν από τους μαθητές του, τον Μαρίνο, ως υπεύθυνο για τη μονή. Το κελί του δεν είχε στέγη και ήταν εκτεθειμένο σε όλους τους καιρούς, ήταν δε τόσο στενό, που δεν μπορούσε κανείς να καθήσει οκλαδόν. Φορώντας χειμώνα καλοκαίρι ένα λεπτό χιτώνα, φέροντας βαρειές αλυσίδες πάνω του και αρκούμενος σε μια τροφή ικανή να τον κρατά απλώς στη ζωή, ο άγιος Στέφανος έκανε μεγάλες προόδους στην προσευχή και δίχως να το θελήσει τράβηξε γύρω του πλήθος μαθητών και επισκεπτών που διέδωσαν τη φήμη του σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.
Μετά τον θάνατο του Λέοντος του Γ' (741), εστέφθη αυτοκράτορας ο γιός του Κωνσταντίνος Ε'. Στην αρχή της βασιλείας του, απασχολημένος καθώς ήταν στην αντιμετώπιση του σφετεριστή Αρτάβασδου και της αραβικής απειλής στην ανατολή, δεν έδειξε να τον ενδιαφέρει η κατάργηση των εικόνων. Μόλις εδραιώθηκε όμως η εξουσία του, εκήρυξε απηνή διωγμό εναντίον όσων τιμούσαν τις ιερές εικόνες. Εγύμνωσε εκκλησίες, βεβήλωσε ιερά σκεύη που τα διακοσμούσαν ιερές παραστάσεις, έβαλε να ασβεστώσουν τοίχους ιστορημένους με τοιχογραφίες και έκαψε ξύλινες εικόνες. Μονάχα παραστάσεις με διακοσμητικό και θύραθεν χαρακτήρα σεβάσθηκε και μόνον τον Σταυρό αναγνώρισε ως άξιο προσκυνήσεως.
Όσοι τολμούσαν να αντιταχθούν στα μέτρα του τιμωρούνταν αυστηρά, ιδιαιτέρως δε οι μοναχοί. Καταδιωκόμενοι, εξοριζόμενοι, βασανιζόμενοι, αυτοί συνέρρεαν κατά πλήθη στη Μονή του Αγίου Αυξεντίου για να βρουν κοντά στον άγιο Στέφανο παρηγοριά και ενθάρρυνση για να παραμείνουν στέρεοι στην ομολογία της Ορθοδοξίας. Τους συμβούλευε να μεταναστεύσουν σε περιοχές ανέγγιχτες ακόμη από τα απάνθρωπα αυτοκρατορικά μέτρα: στη Μαύρη Θάλασσα, στον Περσικό Κόλπο, στην Κύπρο, στις ακτές της Συρίας και κυρίως στη νότια Ιταλία, όπου χιλιάδες μοναχοί έβρισκαν τότε καταφύγιο. Το 754 ο τύραννος συνεκάλεσε μια σύνοδο στο ανάκτορο της Ιέρειας με τη συμμετοχή πλέον των τριακοσίων υποταγμένων στην εξουσία του επισκόπων, η οποία κατ' εντολή του διακήρυξε επισήμως την κατάργηση της προσκυνήσεως των εικόνων και την αναγνώριση κάποιων παρανοϊκών δογμάτων που είχε διατυπώσει ο αυτοκράτορας, ο οποίος καυχόταν για τις θεολογικές του γνώσεις.
Με όπλο τη συνοδική τούτη απόφαση, ο Κωνσταντίνος Ε' έβαλε να καταστρέψουν παντού τις εικόνες και διέταξε να τις αντικαταστήσουν με παραστάσεις του αυτοκράτορα ή με κοσμικές σκηνές. Καταστράφηκαν επίσης τα λείψανα των αγίων και τα πράγματα έφθασαν μάλιστα μέχρι του σημείου να καταδικασθεί ακόμη και η τιμή της Θεοτόκου και των αγίων.
Παντού οι ομολογητές καίγονταν, ξυλοκοπούνταν ή φυλακίζονταν. Ήταν λοιπόν η κατάλληλη ευκαιρία να εξαπολυθεί ένας συστηματικός διωγμός κατά του μοναχισμού, ο οποίος, πια ανεξάρτητος από την επίσημη ιεραρχία απέναντι στην εξουσία, παρέμενε πάντα ένας παράγων αντιστάσεως κατά της αυτοκρατορικής αυθαιρεσίας. Άρχισαν λοιπόν να κλείνουν τα μοναστήρια, μετατρέποντάς τα ακόμη και σε στρατώνες, «λουτρά» ή άλλα δημόσια κτήρια. Οι μοναχοί προπηλακίζονταν και αναγκάζονταν δια της βίας να επιστρέψουν στην τάξη των λαϊκών και να νυμφευθούν επί ποινή βασανισμού. Όσοι αντιστέκονταν, υφίσταντο ακρωτηριασμό της μύτης, της γλώσσας ή άλλες βιαιοπραγίες πριν σταλούν στην εξορία.
Απτόητος απέναντι στα κατασταλτικά μέτρα, ο άγιος Στέφανος συνέχιζε την αντίστασή του και αναδείχθηκε παντού αρχηγός της ορθοδόξου παρατάξεως. Κλήθηκε λοιπόν από τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη για να προσυπογράψει τις αποφάσεις της αιρετικής συνόδου:
› Δεν μπορώ να υπογράψω αύτη την άσεβη Σύνοδο. Δεν μπορώ να ονομάσω το σκοτάδι φως. Είμαι έτοιμος να χύσω ακόμη και το αίμα μου για την προσκύνηση των αγίων Εικόνων.
Μετά την άρνησή του και τη θαρραλέα αποπομπή τους, αυτοί μηχανεύθηκαν απάτη για να τον μειώσουν ηθικά στα μάτια των πολυπληθών υποστηρικτών του διαδίδοντας ότι ο άγιος είχε παραδοθεί στην ασέλγεια με μια πνευματική του θυγατέρα, μια αξιότιμη μοναχή της μονής, και πλήρωσαν ψευδομάρτυρες για να καταθέσουν ενώπιον του ηγεμόνα. Η μοναχή ονόματι Άννα, οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιάσθηκε στον αυτοκράτορα. Αρνούμενη τις άθλιες αυτές συκοφαντίες βασανίσθηκε απάνθρωπα, αλλά η τιμή του αγίου παρέμεινε άθικτη. Τελικώς, μηχανευόμενοι άλλο δόλο, κατάφεραν να τον συλλάβουν προφασιζόμενοι ότι είχε εξαναγκάσει έναν νέο που ήταν ευνοούμενος του αυτοκράτορα να ενδυθεί το μοναχικό Σχήμα.
Τον έκλεισαν σε μια μονή της Κωνσταντινουπόλεως, ενώ έκαιγαν το μοναστήρι του και διασκόρπιζαν τους μαθητές του. Κατόπιν τον έφεραν δημοσίως αντιμέτωπο με θεολόγους του αυτοκράτορα, αλλά εκεί υποστήριξε με λαμπρό τρόπο την παράδοση των αγίων Πατέρων. Μπροστά στο δίλημμα που του ετέθη να υπογράψει τις αποφάσεις της συνόδου ή να πεθάνει βασανιζόμενος, ο άγιος ενέπαιξε τους κατηγόρους του, έδειξε ότι η σύνοδος δεν μπορούσε παρά να είναι ψευδής και οι αποφάσεις της αιρετικές και ξένες προς την παράδοση, υπενθυμίζοντας μάλιστα οι έξι πρώτες Οικουμενικές Συνοδοί είχαν λάβει χώρα σε εκκλησίες διακοσμημένες με ιερές εικόνες. Εν συνεχεία, καταδικάσθηκε σε εξορία στην Προκόννησο της Προποντίδας (755). Επωφελούμενος της εξορίας, ο άγιος αποσύρθηκε σε ένα στενό κελλί στην κορυφή ενός στύλου, όπου και αποδύθηκε σε νέους ασκητικούς άθλους. Αξιώθηκε με τον τρόπο αυτό μια τόσο μεγάλη χάρη από το Θεό, που εκ πλήθος θαυμάτων για όσους έρχονταν κοντά του και ομολογούσαν την άγια ορθόδοξη πίστη, προσκυνώντας την εικόνα του Χριστού.
Τα θαύματα αυτά συνέβαλαν στη μεγαλύτερη ακόμη εξάπλωση της φήμης του αγίου και ενίσχυσαν τους οπαδούς της Ορθοδοξίας, γιατί ήταν δύσκολο να βρεθεί μια τέτοια αγιότητα στο στρατό των αιρετικών. Για να θέσει τέρμα στην αύξηση του κύρους του ο τύραννος έβαλε να τον μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη, στη φυλακή του πραιτωρίου. Εκεί βρήκε ο άγιος άλλους 342 μοναχούς ομολογητές της πίστεως.
Όλοι έφεραν στο σώμα τους τα σημάδια των ενδόξων αγώνων τους: οι μεν ήταν ακρωτηριασμένοι στη μύτη, άλλοι στα αυτιά ή στη γλώσσα, άλλοι πάλι είχαν υποστεί αισχρούς εξευτελισμούς και είχαν βουτηχθεί σε ακαθαρσίες. Βλέποντάς τους ο άγιος εδόξασε κλαίγοντας την πίστη και την καρτερία τους. Έδωσε θάρρος στους απελπισμένους, τους παρότρυνε να παραμείνουν σταθεροί στην πέτρα της πίστεως μέχρι το τέλος του αγώνα και τους ένωσε σε ένα σώμα κάτω από την ισχυρή πνευματική αυθεντία του. Παρά τις δύσκολες συνθήκες της φυλακής, ο Στέφανος οργάνωσε τη ζωή των κρατουμένων όπως σε ένα μοναστήρι, στον ρυθμό της αδιάλειπτου δοξολογίας του Θεού και εν αρμονία και αγάπη. Μετέστρεψε μάλιστα στην Ορθοδοξία μερικούς από τους δεσμοφύλακές του, οι οποίοι άκουγαν με θαυμασμό τις διηγήσεις για τους αγώνες των αγίων ομολογητών.
Μετά από ένδεκα μήνες στη φυλακή ο Στέφανος έλαβε την αποκάλυψη του επικείμενου τέλους του. Είπε στη γυναίκα, που του έφερνε φαγητό στη φυλακή:
› Σε ευχαριστώ για τον κόπο, που έλαβες τόσες ημέρες να μου φέρνεις φαγητό. Από τώρα μέχρι σαράντα ημέρες δεν θέλω να μου φέρεις τίποτε, γιατί θέλω να νηστέψω.
Νήστευσε τότε σαράντα ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων δίδασκε νυχθημερόν στους μαθητές του την οδό της Σωτηρίας. Στις σαράντα οκτώ η μέρες ο Άγιος κάλεσε την γυναίκα, που του έφερνε φαγητό, και αφού την ευχαρίστησε, για την φιλοξενία της, της έδωσε πίσω τα Εικονίσματα, που του είχε φέρει. Η γυναίκα εκείνη επήρε τις άγιες εκείνες Εικόνες, επήρε και την ευχή του Άγιου και αναχώρησε. Όταν έφθασε η τελευταία ημέρα, είπε να τελεσθεί ολονύκτια αγρυπνία για να λάβει από τον Θεό τη δύναμη στον έσχατο αγώνα του. Ο τύραννος είχε αναρτήσει παντού αναγγελίες για την απόφαση της εκτελέσεως του αρχηγού της ορθοδόξου παρατάξεως, με σκοπό να τρομοκρατήσει όσους έκρυβαν στο σπίτι τους μοναχούς ή ομολογητές της πίστεως. Στη μεγάλη αναταραχή που ακολούθησε, το πλήθος υποκινούμενο από τους στρατιώτες έσπευσε στο πραιτώριο, πήρε τον άγιο και τον έσυρε στους δρόμους υβρίζοντας και κτυπώντας τον.
Όταν ο όχλος έφθασε στον ναό του Αγίου Θεοδώρου, ένας από τους αχρείους αυτούς, ονόματι Φιλομάτιος, κτύπησε τον άγιο στο κεφάλι με ένα δοκάρι, του έσπασε το κρανίο και τα μυαλά του χύθηκαν στο χώμα. Το νεκρό σώμα του αγίου συνέχισαν να το κτυπούν με πέτρες μέχρις ότου παραμορφωθεί και το έσυραν έξω των τειχών για να το ρίξουν τελικά στην κοινή τάφρο που προοριζόταν για τους ειδωλολάτρες και τους κατάδικους. Το γεγονός έλαβε χώρα στις 20 Νοεμβρίου 765 [2].
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Την εποχή εκείνη δεν ήταν πραγματικό μοναστήρι αλλά μάλλον μια αναχωρητική ομάδα ιδρυμένη τον 5° αιώνα από τον όσιο Αυξέντιο. Οι ασκητές ζούσαν υπό την καθοδήγηση ενός πνευματικού πατέρα. Όχι μακριά από εκεί, υπήρχε μια γυναικεία μονή.
[2] Δίνουμε την ημερομηνία αυτή ακολουθώντας τη Χρονογραφία του αγίου Θεοφάνους του Ομολογητού. Φαίνεται πως σύμφωνα με το κείμενο αυτό, όπως και με την Ιστορία σύντομον του αγίου Νικηφόρου του Ομολογητού, η άμεση αιτία του θανάτου του αγίου Στεφάνου ήταν μάλλον η σχέση του με δυο ανώτερους αξιωματούχους τους οποίους είχε οδηγήσει στον μοναχισμό.
(Από «ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ», ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτη, Εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ)

Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν ἐνδεδειγμένος, σκεῦος γέγονας δικαιοσύνης διαπρέπων ταῖς σεπταῖς ἀναβάσεσι· καὶ τοῦ Χριστοῦ τὴν εἰκόνα σεβόμενος, μαρτυρικῆς ἠξιώθης φαιδρότητος. Θεῖε Στέφανε, ἐν ὅπλῳ ἡμᾶς στεφάνωσον τῆς θείας εὐδοκίας τοὺς ὑμνοῦντας σε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶς προγυμνασθεὶς ἐν τῷ ὄρει, τὰς νοητὰς τῶν δυσμενῶν παρατάξεις, τῇ πανοπλίᾳ ὤλεσας παμμάκαρ τοῦ Σταυροῦ. Αὖθις δὲ πρὸς ἄθλησιν, ἀνδρικῶς ἀπεδύσω, κτείνας τὸν Κοπρώνυμον, τῷ τῆς Πίστεως ξίφει· καὶ δι᾽ ἀμφοῖν ἐστέφθης ἐκ Θεοῦ, Ὁσιομάρτυς ἀοίδιμε Στέφανε.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, ἡ Ἐκκλησία, ἑορτὴν εὐφρόσυνον, ἐν τῇ σῇ μνήμη· καὶ πιστῶς, ἀνευφημοῦσα κραυγάζει σοι, Στέφανε θεῖε, ὁσίων τὸ καύχημα.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν τῆς Τριάδος ἐραστὴν καὶ μύστην ἔνθεον
Ὡς ἐν ἀσκήσει καὶ ἀθλήσει διαλάμψαντα
Στεφανώσωμεν τῶν ὕμνων τῷ θείῳ στέφει·
Τοῦ Χριστοῦ γὰρ τὸ ἐκτύπωμα σεβόμενος
Τῶν ἀνόμων καταβέβληκε τὸ φρύαγμα.
Ὅθεν εἴπωμεν, χαίροις ἔνδοξε Στέφανε.
Κάθισμα Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Τῶν Μοναστῶν ὑπογραμμὸς ἀνεδείχθης, τῶν Ἀθλητῶν καλλωπισμὸς ἀνεφάνης, δι' ἀμφοτέρων Στέφανε κοσμούμενος· ὅθεν ἀξιάγαστε, καὶ διπλοῦς τοὺς στεφάνους, ἔλαβες ἀσκήσεως, καὶ ἀθλήσεως Πάτερ. Ἀλλ' ἐκτενῶς Χριστὸν ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν σὲ ὑμνούντων, ἱκέτευε Στέφανε.
Μεγαλυνάριον
Αἷμα τῆς ἀθλήσεως τῆς σεπτῆς, ἱδρῶσι κεράσας, θεοφόρε ἀσκητικοῖς, ὡς εὔπνοον μύρον, τὴν παναγίαν κρᾶσιν, προσήγαγες τῷ Λόγῳ, Ὅσιε Στέφανε.
Ὁ Οἶκος
Εἰς πᾶσαν γῆν ὡς ἀληθῶς, διέδραμεν ὁ φθόγγος τῶν σῶν κατορθωμάτων, σοφὲ Ὁσιομάρτυς, ὧν περ εἰργάσω θαυμαστῶς· ὅθεν δυσωπῶ σε, παρρησίαν πρὸς Θεὸν ὡς κεκτημένος Ὅσιε, ἱκέτευε τοῦ δοθῆναί μοι λόγον ἐπάξιον, τοῦ ἀνευφημῆσαι τοὺς ἀγῶνας, οὓς ὑπέστης ἐξ ὁρατῶν ἐχθρῶν καὶ νοουμένων· ὃς πρὶν ἀσκητικῶς καθεῖλες, ἀπάσας τὰς κινήσεις τῆς σαρκὸς ἀπονεκρώσας, ἀθλήσει δὲ νῦν τὸν τύραννον ἐτροπώσω, Ὁσίων τὸ καύχημα.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Ορθόδοξος Συναξαριστής, Μέγας Συναξαριστής