
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Συλλογίσου αγαπητέ, ότι παρακινούμενοι ημείς από τον προφήτην Δαυίδ όπου λέγει να αγαλλώμεθα εις την ημέραν της Αναστάσεως του Κυρίου.«αύτη η ημέρα, ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή» (Ψαλμ. ριζ' 23) έχομεν χρέος εν πρώτοις να συγχαρώμεν τον Ιησούν Χριστόν, ο Οποίος εις την χαρμόσυνόν Του Ανάστασιν απέκτησε πάλιν με κέρδος άπειρον όλα εκείνα όπου είχε χάσει εις το πάθος Του. Τέσσαρα πράγματα είχε χάσει τότε: την χαράν, την ωραιότητα, την τιμήν και την ζωήν. Τώρα δε όπου ανέστη ανέλαβε την ζωήν, αλλά τι λογής ζωήν; Μίαν ζωήν όπου εθανάτωσε τελείως τον θάνατον και δια τούτο θέλει είναι δια πάντα ζωή μοναχή, χωρίς να φοβήται να λάβη άλλην μίαν φοράν θάνατον.«Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκ έτι αποθνήσκει.θάνατος αυτού ουκ έτι κυριεύει» (Ρωμ. στ' 9).
Ανέλαβε την τιμήν και εξουσίαν, επειδή Εκείνος ο ίδιος όπου προ ολίγου ελογίζετο ολιγώτερον παρά άνθρωπος και εκαταφρονείτο χειρότερον παρά ένας σκώληξ, τώρα ανασταίνεται και αρχίζει να βασιλεύη εν τω ουρανώ και εν τη γη. Δια τούτο και έλεγε μετά την Ανάστασιν.«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. κη' 18). Ανέλαβε την χαράν, επειδή διερράγησαν πλέον τα μεσότοιχα όπου εκρατούσαν πρότερον εκείνο το πέλαγος της χαράς εις μόνον το ανώτερον μέρος τη ψυχής του Κυρίου και τώρα, όλον το πλήρωμα της χαράς εκείνης όπου εκρατείτο τριαντατρείς χρόνους, έτρεξεν εις το να κατακλύση τας κατωτέρας δυνάμεις της ψυχής και τα μέλη του Λυτρωτού.
Δια τούτο και όταν ανέστη από τον τάφον, ο πρώτος λόγος όπου έβγαλεν από το άγιον στόμα Του, ήτο δηλωτικός ταύτης Του της χαράς: «και ιδού ο Ιησούς απήντησεν αυταίς λέγων χαίρετε» (Ματθ. κη' 9). Ανέλαβε και την ωραιότητα και την δόξαν, διότι Εκείνος όπου ήτο χθές και προχθές άμορφος, άδοξος, ανίδεος, τώρα ανέστη εκ του μνήματος, ωσάν ένας νυμφίος από τον θάλαμόν του: όλος ωραιότατος, όλος δεδοξασμένος, όλος ηλιόμορφος, επειδή η χάρις και η δόξα του αναστηθέντος σώματος του Χριστού είναι τόσον υπερβολική, όπου εις τον ουρανόν αυτή θέλει είναι η ανωτάτη μακαριότης της ψυχής και του σώματος και όλων των αισθήσεών μας. Και θέλει είναι αρκετή να ειδοποιήση εις όλους τους μακαρίους, τόσον αγγέλους όσον και ανθρώπους ένα Παράδεισον, εις τον οποίον έχουν να ευφραίνωνται αχόρταστα εις πάντας τους αιώνας. Θέλεις να το καταλάβης καλλίτερα; Σχημάτισαι με τον νουν σου ένα ήλιον τόσον λαμπρόν, όπου με το φως του να σκεπάζη μυριάδας ηλίους, καθώς και ούτος ο αισθητός ήλιος σκεπάζει όλους τους αστέρας.
Τώρα ένας ήλιος τόσον λαμπρός, βέβαια ήθελεν είναι ένα μικρόν κάρβουνον συγκρινόμενος με το ένδοξον σώμα του Ιησού, το οποίον με την υπερβολικήν λάμψιν του θέλει καταρροφήσει την λάμψιν τόσων μυριάδων μακαρίων σωμάτων των Αγίων, από τα οποία το κάθε ένα θέλει είναι λαμπρότερον από τούτον τον ήλιον, ως γέγραπται: «τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτού» (Ματθ. ιγ' 43), όπου το, «ως», δεν δηλοί ομοίωσιν, αλλ υπεροχήν, ήγουν λάμψουσιν υπέρ τον ήλιον, καθώς ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος και αύτη είναι η δόξα εκείνη και ωραιότης όπου εζητούσεν ο Χριστός με τόσην παρακάλεσιν από τον ουράνιόν του Πατέρα προ του πάθους Του, λέγων: «δόξασόν με πάτερ παρά σεαυτώ τη δόξη, η είχον προ του τον κόσμον είναι παρά σοί» (Ιω. ιζ' 5).
Με τα οποία λόγια δείχνει ότι εζήτει και ήθελε να εξαπλωθή η δόξα της θεότητός Του δια να δοξάση πληρέστατα και την ανθρωπότητά Του, επειδή χωρίς αυτήν την δόξαν και ωραιότητα της ανθρωπότητος του Ιησού Χριστού κανένας δεν ηδύνατο να γίνη δεκτικός της του Θεού δόξης και μακαριότητος και ακολούθως κανένας δεν ηδύνατο να γίνη ποτέ μακάριος, ούτε άγγελος ούτε άνθρωπος. Διότι η ανθρωπότης του Θεού Λόγου εστάθη ωσάν ένα μεθόριον ανάμεσα εις τον Κτίστην και εις τα λοιπά κτίσματα και πέρνουσα αυτή εις τον εαυτόν της όλον το πλήρωμα της του Θεού δόξης και μακαριότητος το συγκερνά τρόπον τινά και ούτω δια μέσου εαυτής μεταδίδει την δόξαν ταύτην και μακαριότητα εις όλους τους μακαρίους αγγέλους τε και ανθρώπους. Αλλ όχι καθώς αυτή την λαμβάνει από τον Θεόν άκρατον, διότι είναι αδύνατον να την δεχθή έτσι άκρατον, κανένα κτίσμα ψιλόν.αλλά συγκεκραμένην και μετριωτέραν δια να γίνωνται ταύτης δεκτικοί οι μακάριοι τόσον οι άγγελοι όσον και οι άνθρωποι.
Ότι μεν ουν οι άγγελοι λαμβάνουσι την δόξαν και μακαριότητα δια μέσου του αναστάντος Ιησού Χριστού, μάρτυς ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος λέγων, ότι αι τάξεις των Αγγέλων μετέχουσι της του Ιησού φωτοδοσίας, όχι με εικόνας τινάς αλλά με πρώτην μετουσίαν της γνώσεως, των θεουργικών αυτού φώτων1. Και ο σοφός Θεοδώρητος ο Κύρου λέγει: «μετά την σάρκωσιν ώφθη (ο Θεός) και τοις αγγέλοις ουκ εν ομοιώματι της δόξης αλλ αληθεί και ζώντι χρησάμενος ως περιβολή της σαρκός τω καλύμματι» (Διάλογ. α'. κατά Ευτυχ.). Μάλιστα δε ο άγιος Ισαάκ λέγων ότι προ της ενσάρκου οικονομίας του Χριστού δεν ήτο δυνατόν εις τους αγγέλους να έμβουν εις τα υψηλότερα μυστήρια της θεότητος. Ότε δε εσαρκώθη ο Λόγος ηνοίχθη αυτοίς θύρα εν τω Ιησού. (Λόγος πδ'. σελ. 478). Και πάλιν: «και αυτή η πρώτη τάξις θαρρούσα λέγει ότι ουκ αφ εαυτής, αλλά διδάσκαλον έχει τον μεσίτην Ιησούν εκείνον, υφ ου υποδέχεται και τοις κάτω επιδίδωσιν» (αυτόθ. 477). Ότι δε και οι μακάριοι άγιοι δια μέσου της ανθρωπότητος του Ιησού βλέπουσι την δόξαν του Θεού, εδήλωσεν ο Κύριος ειπών: «Πάτερ ους δέδωκάς μοι θέλω ίνα όπου ειμί εγώ, κακείνοι ώσι μετ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν». Και δεν στέκει έως εδώ αλλά προσθέτει: «ην δέδωκάς μοι» δια να φανερώση με τούτο την δόξαν όπου εδόθη εις την ανθρωπότητά Του (βλ. Ιω. ιζ' 24).
Ω δόξαις! Ω λαμπρότηταις! Ω μεγαλεία της Αναστάσεως του Κυρίου! Όντως αύτη είναι η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος. Διότι την μεν δευτέραν και τρίτην ημέραν εποίησε το πρωτόγονον εκείνο φως και την τετάρτην και πέμπτην και έκτην και εβδόμην εποίησεν τον εν τη δ' ημέρα γενόμενον ήλιον. Την δε Κυριακήν και πρώτην ταύτην ημέραν, και εν τη κοσμογενεσία, μόνος ο Κύριος αμέσως εποίησεν εκ του μη όντος εις το είναι (το γαρ εν αυτή γεγονός φως ουχί από το πρωί, αλλά από μεσημβρίας ήρξατο, κατά τους Θεολόγους) και τώρα πάλιν μόνος ο νοητός Ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός ταύτην εποίησεν από του μνήματος ως από ορίζοντος αναστάς. Και αυτή η Κυριακή, τώρα μεν είναι εικών του μέλλοντος αιώνος.τότε δε έχει να ήναι αυτός εκείνος ο όγδοος αιών2.
«Όντως αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί Αυτού» (Ψαλμ. ριζ' 23). Οι εχθροί Του δαίμονες, ο εχθρός Του θάνατος, ο εχθρός Του η αμαρτία, ο εχθρός Του άδης, οι εχθροί Του Ιουδαίοι οι τούτον σταυρώσαντες και μισούντες Αυτόν. Όντως εκινδύνευε το καράβι να πνιγή και να πλέη δεν ηδύνατο όπου ερρίφθη ο Ιωνάς εις την θάλασσαν και κατεπόθη από το κήτος. Καράβι είναι ο κόσμος όπου δεν ηδύνατο να υπάγη εμπρός εις το αγαθόν. Θάλασσα είναι τα πάθη και αι θλίψεις του κόσμου. Ιωνάς ο Χριστός, κήτος ήτον ο θάνατος και ο άδης. Ερρίφθη ο Χριστός εις την θάλασσαν και τα πάθη. Κατεπόθη από τον θάνατον και τον άδην. Και επειδή η ζωοποιός θεότης δεν εχωρίσθη ούτε από το νεκρωθέν σώμα το κείμενον εις τον τάφον ούτε από την ψυχήν την καταβάσαν εις άδην δια τούτο ενέκρωσε και τον άδην και ανέστη τριήμερος και ούτως ο κόσμος όπου εκινδύνευε διεσώθη «ώσπερ γαρ ην Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους τρεις ημέρας και τρεις νύκτας, ούτως έσται ο υιος του ανθρώπου εν τη καρδία της γης τρεις ημέρας και τρεις νύκτας» (Ματθ. ιβ' 40).
Τώρα εσύ αδελφέ, είναι δυνατόν να μελετήσης ταύτας τας αληθείας, και να μη γεμίση από χαράν η καρδία σου δια την ανωτάτην ευδαιμονίαν και δόξαν, εις την οποίαν βλέπεις πως έφθασεν ο Λυτρωτής σου δια της Αναστάσεως, όχι μόνον κατά την ψυχήν, αλλά και κατά το πανάγιον σώμα Του; Όθεν επιθύμησαι να έχης όλαις ταις χαραίς των αγγέλων και όλων των Αγίων όπου συνέστησαν σήμερον και ελευθερώθησαν από τον άδην, δια να συγχαρής με αυτάς τον αναστάντα Δεσπότην, και δια να ευφρανθής με όλην σου την καρδίαν εις την νέαν ταύτην χαράν και δόξαν και νίκην Του, στοχαζόμενος πως η ιδική Του χαρά είναι και χαρά ιδική σου. Η ιδική Του δόξα είναι και δόξα ιδική σου και η ιδική Του νίκη είναι και νίκη ιδική σου. Και απλώς όσα Αυτός προνόμια και αξιώματα έλαβε δια της Αναστάσεώς Του, όλα ταύτα γίνονται και ιδικά σου δια της προς Αυτόν πίστεως και θερμής αγάπης. Εκείνου ως κεφαλής και εσένα ως μέλους. Εκείνου ως Πατρός και εσένα ως υιού. Εκείνου ως αρχιστρατήγου και βασιλέως και εσένα ως στρατιώτου και βασιλευομένου. Εκείνου ως φιλουμένου και εσένα ως φιλούντος.επειδή η αγάπη έχει φυσικόν ιδίωμα να κοινοποιή τα των φίλων κατά την παροιμίαν.«τα των φίλων κοινά». Και καθώς χθές και προχθές εκοινωνήσατε εις τα Πάθη και την θλίψιν του Κυρίου δια της πίστεως και αγάπης έτσι και σήμερον είναι δίκαιον να κοινωνήσετε εις την χαράν Αυτού και δόξαν και Ανάστασιν, «καθώς κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι χαίρετε ίνα και εν τη αποκαλύψει της δόξης Αυτού χαρήτε αγαλλιώμενοι» (Α' Πέτρ. δ' 13).
Και αν ο Αβραάμ προτήτερα από τρεις χιλιάδας χρόνους είδε την ημέραν ταύτην της Αναστάσεως του Σωτήρος και εχάρη, όταν έλαβε ζωντανόν τον υιόν του καθώς είπεν ο Κύριος: «Αβραάμ ο πατήρ υμών ηγαλλιάσατο ίνα ίδη την ημέραν την εμήν και είδε και εχάρη». (Ιωάν. η' 56). Πως εσύ να μη χαρής αδελφέ εις την ημέραν ταύτην του Κυρίου, εις την οποίαν η φθορά μετεβλήθη εις αφθαρσίαν, ο θάνατος εις ζωήν, ο ακάνθινος στέφανος εις ρόδα και άνθη, ο κάλαμος, η λόγχη, οι ήλοι, ο Σταυρός και τα λοιπά όργανα του Πάθους και της ατιμίας, έγιναν όργανα δόξης και απαθείας; Πως να μη ευφρανθής εις την ημέραν ταύτην, εις την οποίαν οι μεν εν ουρανώ άγγελοι αγάλλονται απολαβόντες και αυτοί δια της Αναστάσεως την σωτηρίαν; Ήγουν την τελείαν ατρεψίαν και ακινησίαν εις το κακόν, ην ουκ είχον πρότερον, καθώς ο θεολόγος Γρηγόριος τούτο δηλοί εις το Πάσχα λέγων: «σήμερον σωτηρία τω κόσμω, όσος τε ορατός και όσος αόρατος» και ο τούτου σχολιαστής ερμηνεύει Νικήτας3.
Οι εν τω άδη Προπάτορες ευφραίνονται, οι εν τοις μνημείοις εγείρονται, οι εν τη γη Απόστολοι χαίρουσι, και ο ίδιος άδης πανηγυρίζει με όλα ομού τα επίγεια και ουράνια και άλλο δεν ακούεται εις κάθε μέρος, παρά το «Χριστός Ανέστη!». Πως εσύ να μην αγαλλιάσης εις την ημέραν ταύτην της αγαλλιάσεως, ήτις είναι των εορτών Εορτή και Πανήγυρις των πανηγύρεων κατά τον θεολόγον Γρηγόριον; Έαρ της Εκκλησίας μεταξύ των καιρών. Ήλιος μεταξύ των αστέρων, χρυσός μεταξύ των μετάλλων και βασιλίς, μεταξύ όλων των ημερών του ενιαυτού. Ήξευρε γαρ ότι αν δεν χαρής πνευματικώς εις όλα ταύτα τα υπερφυσικά χαρίσματα της του Χριστού Αναστάσεως, είναι κακόν σημάδι δια λόγου σου, πως δεν αγαπάς τον αναστάντα Χριστόν και ακολούθως πως δεν είσαι αληθινός Χριστιανός, αλλά ξένος του Χριστού και αλλότριος, διότι δεν συγχαίρεσαι εις την χαράν και δόξαν του Κυρίου σου.
Δια τούτο άναψαι αδελφέ την καρδίαν σου με μίαν φλόγα αγάπης προς τον αναστάντα Χριστόν, ευφραινόμενος εις την ευδαιμονίαν και εις το ιδικόν του καλόν περισσότερον, παρά όπου ήθελες ευφρανθή αν ήτο ιδικόν σου. Και επειδή σήμερον έγιναν καινούργια όλα τα πάντα, ως λέγει ο Παύλος: «τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά τα πάντα» (Β' Κορ. ε' 17): καινός ο τάφος, καιναί αι σινδόνες, καινή η Ανάστασις του Κυρίου. Καινοί οι αναστάντες Προπάτορες και Δίκαιοι, καινός ο ουρανός, καινή η γη. Ψάλλε και εσύ ακολούθως καινά άσματα καθώς σε προστάζει ο Δαβίδ: «άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν». (Ψαλμ. ρμθ' 1). Και συλλογίζου καινούργιους λογισμούς. Κάμνε έργα καινούργια, ζήσαι ζωήν καινούργιαν και αξίαν της του Χριστού καινής Αναστάσεως. Εσύ όταν εβαπτίσθης, συναπέθανες και συνεταφιάσθης μαζί με τον Χριστόν εις την αγίαν κολυμβήθραν και συνανεστήθης μαζί με Αυτόν και υπεσχέθης να ζήσης μίαν καινούργιαν ζωήν, ως λέγει ο Παύλος «συνετάφημεν ουν αυτώ δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον ίνα ως περ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. στ' 4). Λοιπόν, εντράπου πως έως τώρα παρέβης την υπόσχεσιν αυτήν και έζησες μίαν ζωήν παλαιάν και διεφθαρμένην και από της σήμερον και εις το εξής αποφάσισαι να ανακαινίσης την πρώτην εκείνην υπόσχεσιν όπου έδωκες εις το άγιον Βάπτισμα και να ζήσης μίαν άλλην καινούργιαν ζωήν, όχι με τρυφάς και ξεφαντώματα και χορούς και τραγούδια. Όχι με φιληδονίας και φιλοδοξίας, όχι με φιλαργυρίας και άλλας αμαρτίας. Διότι αυτά είναι της φθαρτής ζωής του παλαιού ανθρώπου, τον οποίον εκδύθης εις το Βάπτισμα και όποιος ταύτα εργάζεται, έχει να αποθάνη «ει γαρ κατά σάρκα ζήτε, μέλλετε αποθνήσκειν» (Ρωμ. η' 13). Αλλά με την παρθενίαν και αφθαρσίαν του σώματος, με την καθαρότητα και απάθειαν της ψυχής. Με την πνευματικήν γνώσιν και θεωρίαν του νοός και με τας λοιπάς ζωοποιούς αρετάς και καλά έργα, τα οποία είναι της νέας ζωής του καινού ανθρώπου και της Αναστάσεως του Χριστού, ο Οποίος αφ ου ανέστη, έζησε μίαν νέαν ζωήν, ελευθέραν έως και από τα αδιάβλητα πάθη της φύσεως, πείναν δηλ. και δίψαν και ψύχραν και τα λοιπά.
Έτσι και εσύ ως συναναστηθείς τω Χριστώ δια της πίστεως, χρεωστείς να ζήσης ελεύθερος καν από τα διαβεβλημένα πάθη και αμαρτίας και να φυλάττης καθαράν αυτήν την νέαν ζωήν όπου σου εχάρισεν ο Χριστός και μη σε πλανήση ο διάβολος λέγωντάς σου εις αυτάς τας αγίας ημέρας: τώρα είναι Ανάστασις και λαμπρά και τρώγε, πίνε, ευφραίνου, ξεφάντωνε. Διότι λέγει ο θείος Χρυσόστομος, ότι αν και ο καιρός της νηστείας επέρασεν, αλλ ο καιρός της εγκρατείας είναι πάντοτε με ημάς και μάλιστα, διότι η αγία Πεντηκοστή είναι οπίσω και μας προσμένει και πρέπει να καθαριζώμεθα εις τας ημέρας ταύτας, δια να λάβωμεν εις την ψυχήν μας τον ερχομόν και την Χάριν του Αγίου Πνεύματος, καθώς και η Εκκλησία ούτω ψάλλει: «νέαν και καινήν πολιτείαν παρά Χριστού μεμαθηκότες, ταύτην μέχρι τέλους φυλάττειν, διαφερόντως πάντως σπουδάσωμεν, όπως Αγίου Πνεύματος την παρουσίαν απολαύωμεν.» Όθεν είπε και ο μέγας Βασίλειος «πως ημάς η Πεντηκοστή υποδέξεται, ούτω του Πάσχα καθιβρυσθέντος, η Πεντηκοστή του Πνεύματος έσχε του αγίου την εναγή και πάσι γνωρίμην επιδημίαν.συ δε προλαβών σεαυτόν, οικητήριον του αντικειμένου εποίησας Πνεύματος, εγένου ναός ειδώλων, αντί του γενέσθαι ναός Θεού δια της ενοικήσεως του Πνεύματος του Αγίου και επεσσάσω την αράν του προφήτου ειπόντος εκ προσώπου του Θεού.«ότι στρέψω τας εορτάς αυτών εις πένθος» (Αμώς στ' 16)» (Εν τω τέλει του «Κατά μεθυόντων» λόγου).
Ευχαρίστησε τον Κύριον δια τα χαρίσματα όπου σου εχάρισε δια μέσου της Αναστάσεώς Του και μάλιστα διότι σε έκαμε με την Ανάστασίν Του καινούργιον αντί παλαιού «ει τις εν Χριστώ καινή κτίσις» (Β' Κορ. ε' 17). Και επειδή κατά τους νηπτικούς και θεοσόφους Πατέρας, τρεις είναι αι αναστάσεις όπου ενεργούνται μυστικώς και ηθικώς εις τον άνθρωπον, η μία του σώματος, η άλλη της ψυχής και άλλη του νοός4. Η μία της αρετής ήτις κατορθούται δια της πρακτικής φιλοσοφίας, η άλλη του λόγου, ήτις κατορθούται δια της των όντων θεωρίας και πνευματικής γνώσεως και άλλη της υπέρ λόγον σιγής, ήτις κατορθούται δια της αρπαγής προς Θεόν. Παρακάλεσαι τον σήμερον αναστάντα Κύριον να ενεργήση εις τον εαυτόν σου δια της Χάριτός Του αυτάς τας τρεις αναστάσεις και να ζωοποιήση το σώμά σου όπου ενεκρώθη από την εμπάθειαν, την ψυχήν σου όπου ενεκρώθη από την ηδυπάθειαν, και τον νουν σου τον νεκρωθέντα από την προσπάθειαν.
Και ούτω ζωοποιήσας αυτά τα τρία μέρη δια της απαθείας, να σε αξιώση να αναστηθής από εδώ μαζί με Αυτόν, όχι δια ψιλής πίστεως, αλλά δια πείρας και νοεράς αισθήσεως, ώστε να λέγης κατά αλήθειαν και όχι με λόγον μόνον το : «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον». Και να βασιλεύη και να ζη ο Χριστός μόνος εις εσένα και εσύ αντιστρόφως να βασιλεύεσαι και να ζής εις μόνον τον Χριστόν, κατά την παραγγελίαν όπου σου δίδει ο Απόστολος: «ίνα οι ζώντες μηκέτι εαυτοίς ζώσιν, αλλά τω υπέρ αυτών αποθανόντι και εγερθέντι» (Β' Κορ. ε' 15).
Συλλογίσου αγαπητέ, ότι έχομεν χρέος δεύτερον να συγχαρώμεν με την Παναγίαν Παρθένον, ήτις όταν είδε τον θείον Υιόν Της όπου ανέστη, εγέμισε παρευθύς από τόσην μεγάλην χαράν όση ήτο μεγάλη και η περασμένη θλίψις όπου εδοκίμασεν εις τα Πάθη Του. Οι πόνοι Αυτής και αι θλίψεις μετρούνται από την γνώσιν όπου είχε της απείρου αξιότητος του ενσαρκωμένου Λόγου, και από την αγάπην όπου είχεν εις Αυτόν, όχι μόνον ως Θεόν ομού, και ως γέννημα των σπλάγχνων Της, αλλά και ως Μονογενή Αυτής Υιόν και ως μόνη ούσα Μήτηρ Αυτού χωρίς πατρός, τα οποία όλα δεν άφιναν την αγάπην Της να μοιρασθή εις άλλα πράγματα, αλλά την επολλαπλασίαζαν εις μόνον τον γλυκύν Της Υιόν. Όθεν επειδή και Τον εγνώριζε περισσότερον, Τον ηγάπα και περισσότερον, παρά όπου Τον εγνώριζαν και Τον ηγάπων όλοι οι άγγελοι εις τον ουρανόν, λοιπόν ακόλουθον είναι να ειπούμεν, ότι η Παναγία Παρθένος έπαθεν εις το Πάθος του Υιού Της περισσότερον από εκείνο όπου έπαθαν όλα ομού τα κτίσματα. Και ότι η λύπη Της δεν ευρίσκει άλλην παρόμοιαν δια να συγκριθή πάρεξ την λύπην όπου εδοκίμασεν ο ηγαπημένος Της Ιησούς. «Και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. β' 35).
Αφ ου όμως Αυτή πρώτη επήγε κατά το μεσονύκτιον δια να θεωρήση τον τάφον του Υιού Της.και αφ ου δι Αυτήν και μόνην έγινεν ο σεισμός και Αρχάγγελος Γαβριήλ ο συνήθης διακονητής και τροφεύς και Ευαγγελιστής Της4 κατέβη από τους ουρανούς και εκύλισε την πέτραν από την πόρταν του τάφου και εκάθητο επάνω εις αυτήν αστραπόμορφος και χιονοειδέστατος: «Άγγελος γαρ Κυρίου καταβάς εξ ουρανού, προσελθών απεκύλισε τον λίθον από της θύρας και εκάθητο επάνω αυτού.ην δε η ιδέα αυτού ως αστραπή και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών». (Ματθ. κη' 2).Αφ ου λέγω κατέβη ο θείος Γαβριήλ.ω, πως μετετράπη ευθύς εις υπερβολικήν χαράν η υπερβολική Της λύπη! Ω πόσον ηγαλλίασε το πνεύμα Της, όταν είδεν, ότι δι Αυτήν μόνην ανοίχθη ο τάφος του Υιού Της! (Καθώς γαρ δια την Θεοτόκον ανοίχθησαν εις τους ανθρώπους τα ουράνια και τα επίγεια, έτσι και δια την Θεοτόκον ανοίχθη ο ζωοποιός Τάφος του Κυρίου).ως λέγει ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος: «εμοί δε δοκεί και δι Αυτήν πρώτην τον ζωηφόρον εκείνον ανοιγήναι τάφον.δι Αυτήν γαρ πρώτην και δι Αυτής πάντα ημίν ηνέωκται, όσα επί του Ουρανού άνω και όσα επί της γης κάτω». (Λόγ. εις την Κυριακήν των Μυροφόρων).
Και όταν Αυτή πρώτη εθεώρησε την Ανάστασιν του Υιού Της! Ω πόσον ευφράνθη, όταν πλησιάζουσα εις τον αγαπητόν Της Ιησούν επίασε με άκραν ευλάβειαν και αγάπην τους αγίους Του πόδας και τους επροσκύνησε! Και όταν είδε γεμάτα απο θείον φως και από της Αναστάσεως τα μέλη του γλυκυτάτου Της Υιού, τα οποία προ ολίγου ήσαν όλα καταξεσχισμένα.όλα άτιμα και ανίδεα! Μάλιστα δε εξαιρέτως πόσον εχάρη, όταν ήκουσεν από το θείον στόμα του Υιού Της τον χαροποιόν εκείνον λόγον όπου Της είπε το, «χαίρε». Μολονότι και ο Ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρει, ότι ήτο μαζί Της και η Μαγδαληνή Μαρία και επίασε και αυτή τους πόδας του Κυρίου και το «χαίρε» και αυτή ήκουσε, με σκοπόν δια να μη αμφιβάλλεται η Ανάστασις του Κυρίου μαρτυρουμένη από μόνην την θείαν Μητέρα Του δια την φυσικήν οικειότητα, ως ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (μετά Ξανθοπούλου εν τω συναξαρίω του Πάσχα) αποδεικνύει τούτο ισχυρώς. (Λόγος εις την Κυριακήν των Μυροφόρων). Και λοιπόν ποίος νους ημπορεί να καταλάβη τι λογής τελειότης αγάπης και χαράς απέρασεν αναμεταξύ της Θεοτόκου και του Χριστού, αναμεταξύ μιας τοιαύτης Μητρός και ενός τοιούτου Υιού;
Όθεν αν η Θεοτόκος ήναι φυσική μεν Μήτηρ του Χριστού, θετή δε και πνευματική μήτηρ όλων των Χριστιανών και τοιαύτη μήτηρ, ώστε όπου, καθώς ο Χριστός μας παραγγέλλει να μη καλέσωμεν πατέρα εις την γην, επειδή κυρίως ένας είναι ο Πατήρ μας ο επουράνιος «και πατέρα μη καλέσητε υμών επί της γης.εις γαρ εστιν ο Πατήρ υμών ο εν τοις Ουρανοίς» (Ματθ. κγ' 9). Έτσι έχομεν δίκαιον να ειπούμεν, και ότι ημείς μητέρα άλλην κυρίως δεν έχομεν, ει μη την Θεοτόκον6. Αν λέγω η Θεοτόκος ήναι μήτηρ των Χριστιανών, χρεωστείς και συ αδελφέ ως Χριστιανός και υιος της Παρθένου να συγχαρής εις την μεγάλην ταύτην χαράν Της. Διότι, ανίσως και εις καιρόν της τόσης Της ευτυχίας, εάν δεν ήθελες συγχαρή με την Παναγίαν, βέβαια έχεις να φανής ανάξιος της αγάπης Της. Και εάν φανής ανάξιος της αγάπης Της, έχεις να φανής ανάξιος δια να δεχθής υπό κάτω εις την Σκέπην Της, και εάν Αύτη η κοινή μήτηρ δεν σε δεχθή υπό την Σκέπην Της αλλοίμονον εις εσέ! ποία ελπίς πλέον θέλει μένει δια την σωτηρίαν σου; Επειδή Αυτή είναι η μήτηρ της ελεημοσύνης και δια μέσου των χειρών Αυτής περνούν όλαι αι του Θεού χάριτες, τόσον εν τω ουρανώ, όσον και εν τη γη. τόσον εις τους αγγέλους, όσον και εις τους ανθρώπους.
Αυτή μόνη γαρ μεθόριον γενομένη αναμεταξύ του Θεού και των κτισμάτων, λαμβάνει από την Τρισήλιον Θεαρχίαν όλας τας υπερφυσικάς δωρεάς και χαρίσματα και τα μεταδίδει ως φιλανθρωποτάτη Βασίλισσα εις όλας τας τάξεις των αγγέλων και των ανθρώπων, κατά την αναλογίαν της αγάπης όπου έχουν προς Αυτήν, ώστε Αυτή μόνη είναι και ο ταμιούχος εν ταυτώ και ο χορηγός του πλούτου της Θεότητος και χωρίς την μεσιτείαν αυτής, δεν δύναται να πλησιάση τινάς εις τον Θεόν, ούτε άγγελος, ούτε άνθρωπος, καθώς περί Αυτής υψηγορεί ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος εν τω α' λόγω των Εισοδίων7.
Όθεν ακολούθως και αι πρεσβείαι της Θεοτόκου ηθέλησεν ο Κύριος, να είναι νόμοι απαράβατοι, δια να γίνεται παρ Αυτού έλεος και ευσπλαγχνία εις εκείνους, δια τους οποίους πρεσβεύει: «στόμα δε ανοίγει σοφώς και νομοθέσμως, η δε ελεημοσύνη αυτής ανέστησε τα τέκνα αυτής και επλούτησαν» (Παροιμ. κθ' 26). Και ο άγιος Γερμανός «ουδέ γαρ ενδέχεταί Σε ποτέ παρακουσθήναι.επειδή πειθαρχεί Σοι κατά πάντα, και δια πάντα, και εν πάσιν ο Θεός, ως αληθινή Αυτού αχράντω Μητρί» (Λόγ. εις την Κοίμησιν). Συγχαίρου λοιπόν εξ όλης σου της καρδίας με Αυτήν την Δέσποιναν του Ουρανού και της γης, της χαράς το δοχείον επειδή εις Αυτήν πρώτην εδόθη η χαρά και προ της Αναστάσεως εις τον Ευαγγελισμόν Της, και μετά την Ανάστασιν σήμερον. Συγχαίρου με την Θεοτόκον, καθώς την συγχαίρεται και όλη η του Χριστού Εκκλησία εις χίλια μέρη των ασματικών τροπαρίων Της ψάλλουσα εις Αυτήν χαρμοσύνως και πανηγυρικώς, τώρα μεν «ο άγγελος εβόα τη Κεχαριτωμένη, αγνή Παρθένε χαίρε και πάλιν εώ χαίρε.ο Σός Υιος ανέστη τριήμερος εκ τάφου», τώρα δε «Συ δε αγνή τέρπου Θεοτόκε, εν τη εγέρσει του τόκου Σου» και ποτέ μεν «Αναστάντα κατιδούσα σόν Υιόν και Θεόν, χαίροις συν Αποστόλοις, Θεοχαρίτωτε αγνή», ποτέ δε «την γαρ εν τω πάθει σου μητρικώς πάντων υπεραλγήσασαν, έδει και τη δόξη της σαρκός Σου, υπερβαλλούσης απολαύσαι χαράς». Τι λέγω; Συγχαίρου με την Θεοτόκον, καθώς την συγχαίρεται και αυτή όλη η άλογος και αναίσθητος κτίσις και χαίρει εις την Ανάστασιν του Υιού Της και Την δωροφορεί με όλα τα κάλλιστα και εξαίρετα δώρα και χάριτας του έαρος και της γλυκυτάτης ανοίξεως.
Και δεν βλέπεις και μόνος με τους οφθαλμούς σου, πως τώρα ο ουρανός είναι διαυγέστερος; ο κύκλος της Σελήνης είναι λαμπρότερος και αργυροειδέστερος, και όλος ο χορός των αστέρων φαίνεται καθαρώτερος; Δεν βλέπεις πως τώρα η γη είναι στεφανωμένη με τα πολυποίκιλά της χορτάρια, με τα ανοιγμένα διάφορα δένδρα της και με τα ποικιλόχροα και ευωδέστατα άνθη και ρόδα της, τα οποία άλλα μεν ευγήκαν τελείως από τους κάλυκάς των και παρρησιάζουν εις τους ορώντας την ροδόπνοον χάριν τους άλλα δε εβγήκαν ολίγον και άλλα ακόμη ευρίσκονται εις τους κάλυκάς των μέσα ωσάν εις νυμφικόν θάλαμον; Δεν ακούεις με τα αυτιά σου την συμφωνίαν και εναρμόνιον μουσικήν όπου τώρα κάμνουν με τα γλυκυτάτας φωνάς των επάνω εις τα χρυσοπράσινα και δασύφυλλα δένδρα αι αηδόνες, αι χελιδόνες, αι τρυγόνες, οι κόσσυφοι, οι κόκκυγες, αι πέρδικες, αι κίσσαι, αι φάσσαι, οι σπίνοι και όλα τα λοιπά ωδικά όρνεα και πουλιά και πως συνερίζονται να νικήση ένα το άλλο με τα ποικιλόφθογγα και γοργογλυκόστρεπτα αυτών κελαδήματα; Και πως κατασκευάζουν τόσον τεχνικά τας φωλέας των και τα μεν θηλυκά κάθηνται και πυρώνουν τα αυγά μέσα εις αυτάς, τα δε αρσενικά πετούν τριγύρω και κελαδούν γλυκύτατα; Δεν βλέπεις πως τώρα αι βρύσες τρέχουν καθαρώτερα; Πως οι ποταμοί λυθέντες από τους χειμερίους πάγους ρέουσι πλουσιώτερα και ποτίζουν όπου περνούν της γης το πρόσωπον; Πως τα περιβόλια ευωδιάζουν;
Πως το χορτάρι κόπτεται; Πως τα μικρά και τρυφερά αρνάκια πηδούν και χορεύουν επάνω εις τους χλοηφόρους κάμπους και τα χωράφια; Δεν βλέπεις πως αι φιλόπονοι μέλισσαι τώρα ευγαίνουσαι από τα κοφφίνιά των βομβούσιν ηδύτατα και πετούν τριγύρω εις τους λειμώνας και περιβόλια και κλέπτουν τα άνθη και πλάττουσι τα κηρία των, βάνουσαι τας ευθείας γραμμάς αντίθετα εις τας γωνίας δια περισσοτέραν ασφάλειαν εν ταυτώ και κάλλος του έργου των και το γλυκύτατον μέλι κατασκευάζουσι; Δεν βλέπεις πως τώρα οι άνεμοι ησυχάζουσι; Πως αι γλυκείαι αύραι των ζεφύρων πνέουσι; Πως η θάλασσα είναι γαληνιαία και ήρεμος; Πως οι ναύται ταξιδεύουν άφοβα και πως οι δελφίνες συμπεριπατούν ομού με τα πλοία φυσώντες και κολυμβώντες γλυκύτατα και ξεπροβοδίζουν τους ναύτας με ευθυμίαν; Δεν βλέπεις πως τώρα οι γεωργοί, τα βόδια ζεύξαντες τέμνουσι την γην με το άροτρον και με τας καλάς ελπίδας των καρπών, όλοι είναι πασίχαροι;
Πως οι ποιμένες και βουκόλοι κατασκευάζοντες σύριγγας και συραύλια μέσα εις τα δένδρα περνούσι την άνοιξιν και πως οι αλιείς και ψαράδες τα δίκτυα και τους γρίπους εις την θάλασσαν ρίπτοντες, τα βγάνουν τώρα γεμάτα από ψάρια; Δεν βλέπεις πως τώρα όλα τα ορατά κτίσματα, όπου και αν γυρίσης να ιδής, είναι τερπνά, είναι ευώδη, είναι δροσώδη, είναι χαριέστατα και πανευφρόσυνα, ευχαριστούντα τας πέντε αισθήσεις του σώματος; Και πως φαίνονται ωσάν να συνανεστήθησαν με τον Χριστόν και αυτά και να εζωντάνευσαν από εκεί όπου ήσαν πρότερον ωσάν νεκρωμένα και αποθαμένα από την προλαβούσαν ψύχραν και δριμύτητα του χειμώνος;8 Και δια να ειπώ με συντομίαν, συγχαίρου με την Θεοτόκον και εσύ αδελφέ, καθώς την εσυγχάρηκαν και αι θείαι μυροφόροι, η Μαγδαληνή Μαρία και η Σαλώμη και η Ιωάννα. Δύνασαι γαρ εάν θέλης να γίνης και εσύ ωσάν αυτάς κατά την ψυχήν, καθώς σε παρακινεί ο θεολόγος Γρηγόριος εις το Πάσχα λέγων: «καν Μαρία τις ης, καν Σαλώμη, καν Ιωάννα, δάκρυσον ορθρία, ίδε πρώτη τον λίθον ηρμένον, τυχόν δε και τους αγγέλους και Ιησούν αυτόν», όπου ο σχολιαστής Νικήτας λέγει: «Μαρία Μαγδαληνή είναι κάθε ψυχή πρακτική, καθαρθείσα δια λόγου των Ευαγγελικών εντολών, ωσάν από δαιμόνια, από την προσπάθειαν της εβδοματικής ταύτης ζωής. Σαλώμη δε, ειρήνη ερμηνευομένη, είναι η ψυχή εκείνη όπου νικήση τα πάθη και υποτάξη το σώμα εις την ψυχήν και δια της θεωρίας των πνευματικών νοημάτων την των όντων γνώσιν περιλαμβάνουσα και δια τούτο ειρήνην τελείαν έχουσα. Ιωάννα δε, περιστερά ερμηνεύεται και είναι η ψυχή εκείνη η άκακος και γονιμωτάτη εις τας αρετάς, η οποία απέβαλε κάθε πάθος με την πραότητα και είναι θερμή εις το να γεννά τα πνευματικά νοήματα με γνώσιν και διάκρισιν.
Εάν τοιαύτη γίνη η ψυχή σου αγαπητέ, πήγαινε ωσάν τας μυροφόρους μετά προθυμίας και σπουδής (ο γαρ όρθρος ταχύτητα και σπουδήν δηλοί) εις τον τάφον, ήγουν εις το βάθος, εν ω είναι κεκρυμμένος ο λόγος των επιγείων και ουρανίων και εις την ιδικήν σου καρδίαν9 και ζήτησαι με δάκρυα νοητά και αισθητά να μάθης εάν ανεστήθη ο εν σοί λόγος της αρετής και της γνώσεως. Και εάν ζητήσης με τοιούτον τρόπον, πρώτον μεν θέλεις ιδεί να σηκωθή από την καρδίαν σου ο λίθος, ήγουν η πώρωσις της ασάφειας του λόγου, και αφ ου αυτή σηκωθή θέλεις ιδεί τους αγγέλους, ήγουν τας κινήσεις της συνειδήσεώς σου να σου κηρύττουν, ότι ανέστη ο εν σοί δια κακίαν νεκρωθείς λόγος της αρετής και της γνώσεως, επειδή εις την ψυχήν του φαυλοβίου ανθρώπου ο λόγος δεν ενεργεί, αλλά τρόπον τινά είναι νεκρός. Και εις όλον το ύστερον θέλεις ιδεί και αυτόν τον λόγον να σου εμφανίζεται εις τον νουν γυμνός και χωρίς τύπους και σύμβολα και να γεμίζει τας νοεράς δυνάμεις της ψυχής σου από χαράν πνευματικήν. Όθεν αφού τοιουτοτρόπως πληροφορηθής την του λόγου ανάστασιν δια της πρακτικής, συγχαίρου και με την άλλην Μαρίαν, ήγουν την Μητέρα του Θεού, ήτις εις την θεωρίαν περιλαμβάνεται, η οποία αφ ου επρόλαβε μίαν φοράν και είδε την Ανάστασιν του Υιού Της, επληροφορήθη και ησύχασε και πλέον εις τον τάφον δεν επήγεν, ωσάν τας άλλας μυροφόρους, επειδή και η θεωρία προλαμβάνει και απλώς νοεί, η δε πράξις έπεται και πείρα λαμβάνει την γνώσιν»11.
Η μεγαλυτέρα δε χαρά όπου έχεις να προξενήσης εις την Θεοτόκον είναι εάν κάμης απόφασιν να νικάς τα πάθη σου εις κάθε καιρόν και να παρθενεύης δια την αγάπην της Παρθένου. Και δια να γίνης άξιος να σε υπερασπίζεται και να σε έχη δια υιόν Της επιμελήσου να υποτάσσεσαι και να δουλεύης όσον δύνασαι περισσότερον Αυτήν και τον Μονογενή Της Υιόν και παρακάλεσαί Την να σε συναριθμήση με τους ευλαβητικούς δούλους Της και να σε αξιώση να χαίρεσαι με Αυτήν αιωνίως εις τον ουρανόν, ψάλλοντας εις Αυτήν εκείνο το Δαυιτικόν: «μνησθήσομαι του ονόματός σου εν πάση γενεά και γενεά.δια τούτο λαοί εξομολογήσονταί σοι εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος» (Ψαλμ. μδ' 17).
Συλλογίσου αγαπητέ, ότι πρέπει τρίτον να συγχαρώμεν με το σώμά μας, διότι ο αναστάς εκ των νεκρών Κύριος δεν ευχαριστήθη μόνον με τον τύπον του θανάτου και της Αναστάσεώς Του όπερ εστί το άγιον Βάπτισμα. Τούτων γαρ τύπον έχει το θείον Βάπτισμα, ως λέγει ο θείος Παύλος: «ει γαρ σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι του θανάτου Αυτού, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα» (Ρωμ. στ' 5), δεν ευχαριστήθη λέγω μόνον με τον τύπον της Αναστάσεώς Του να συγχωρήση το προπατορικόν μόνον αμάρτημα, να αφήση δε την ποινήν και τα αποτελέσματά του να ενεργούν, αλλά σήμερον με την πραγματικήν Του Ανάστασιν εξαλείφει ακόμη και αυτήν την ποινήν και το αποτέλεσμα του προπατορικού αμαρτήματος.όπερ εστίν ο θάνατος. «Έσχατός φησιν εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α' Κορ. ιε'). Και ούτω με τελειότητα σηκώνει από το μέσον ως νέος Αδάμ την αμαρτίαν με όλας τας ρίζας και κλάδους της και καρπούς.
Διότι με την δύναμιν της σημερινής Αναστάσεώς Του χαρίζει εις όλην την φύσιν των ανθρώπων την ανάστασιν των σωμάτων τόσον των πιστευόντων εις Αυτόν, όσον και εκείνων όπου απιστούν. Και κατά τούτο υπερβαίνει το χάρισμα του νέου Αδάμ από το αμάρτημα του παλαιού, καθ ότι, όσοι μεν εμέθεξαν από το αμάρτημα εκείνου, ούτοι και απέθανον. Όσοι δε εμέθεξαν από την πίστιν του Χριστού, δεν αναστένωνται μόνοι, αλλά ακόμη και όσοι δεν εμέθεξαν από ταύτην την πίστιν, ως λέγει ο κριτικός Φώτιος ερμηνεύων το αποστολικόν εκείνο, «πλήν ουχ ως το παράπτωμα, ούτω και το χάρισμα.ει γαρ τω του ενός παραπτώματι οι πολλοί απέθανον, πολλώ μάλλον η χάρις του Θεού και η δωρεά εν χάριτι του ενός ανθρώπου Ιησού Χριστού εις τους πολλούς επερίσσευσε» (Ρωμ. ε' 15).
Και η αιτία είναι διότι, καθώς όλην την φύσιν των ανθρώπων ανέλαβεν ο Κύριος εις την θείαν Του υπόστασιν, έτσι ανεκαίνισε όλην την φύσιν, αναστήσας και τους απίστους αυτούς, διότι φυσικώς εν τω Αδάμ ήμαρτον και ου προαιρετικώς. Επειδή όμως προαιρετικώς δεν ηθέλησαν να πιστεύσουν εις τον νέον Αδάμ, δια τούτο και τα μέλλοντα αναστηθήναι σώματα αυτών θέλουν έχει μεγάλην και ασύγκριτον διαφοράν από τα αναστηθησόμενα σώματα των πιστών και εναρέτων. Καθ ότι εκείνα μεν θέλουν είναι σκληρά βαρέα, άσχημα, άτιμα, μαύρα, σκοτεινά, ψυχρά και χονδρά και αυτά όλα τα άθλια ιδιώματα έχουν να αυξάνουν η να ολιγοστεύουν εις αυτά, κατά την αναλογίαν της απιστίας αυτών και κακίας, τα δε σώματα των πιστών και Ορθοδόξων έχουν εκ του εναντίου να είναι μαλακά, κούφα, ωραία, ένδοξα, διαφανή, φωτεινά, θερμά και πνευματικά. Και αυτά όλα τα μακαριστά ιδιώματα έχουν να αυξάνουν η να ολιγοστεύουν εις αυτά κατά την αναλογίαν της πίστεως και αρετής αυτών, καθώς γενικώς περί τούτων των ιδιωμάτων αναφέρει ο Απόστολος εν τη Α' προς Κορινθ. κεφ. ιε' 42 λέγων: «σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία.σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη. σπείρεται εν ασθενεία, εγείρεται δυνάμει.σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν».
Συλλογίσου λοιπόν αδελφέ, πόσον μας ηγάπησεν ο Δεσπότης μας Ιησούς Χριστός ώστε όπου χωρίς ημάς δεν ηθέλησε να ήναι αθάνατος και μακάριος κατά την ψυχήν και κατά το σώμα, αλλά ηθέλησε και τα ιδικά μας σώματα να θριαμβεύσουν κατά του θανάτου και να γυρίσουν πάλιν να ζουν ομού με Αυτόν δια παντός, δεδοξασμένα και μακάρια: «ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει συν αυτώ» (Α' Θεσσαλ. θ' 13). Επειδή με το μέσον του θανάτου και της Αναστάσεώς Του μας έκαμεν αξίους δια μίαν τοιαύτην ζωήν και μακαριότητα, γενόμενος ημών Πατήρ αθάνατος και ημείς αθάνατα τέκνα Του εις αιώνας αιώνων, κατά τον τίτλον όπου Του έδωκεν ο Προφήτης: «Πατήρ του μέλλοντος αιώνος». (Ησ. θ' 6). Μάλιστα ηθέλησεν όχι μόνον να υπηρετήση εις την ανάστασίν μας ως μισθός, αλλά και ως αρχέτυπον. Ώστε το σώμα μας όταν αναστηθή να έχη μεγάλην αναλογίαν και ομοιότητα με το μέτρον εκείνου του δεδοξασμένου Του σώματος: «μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών, εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης Αυτού» (Φιλιπ. γ' 21). Και καθώς ο αισθητός ήλιος όταν κτυπήση τας ακτίνας του εις ένα καθαρόν καθρέπτην, ο καθρέπτης εκείνος γίνεται άλλος ήλιος, έτσι και ο νοητός ήλιος Χριστός εν τη μελλούση αναστάσει κτυπώντας τας ακτίνας Του εις τα αναστηθέντα σώματά μας, έχει να τα κάμη να λάμπουν ωσάν άλλοι ήλιοι όμοιοί Του καθώς είναι γεγραμμένον: «τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών» (Ματθ. ιγ' 43).
Ω θαυμαστά εφευρέματα όπου εύρεν ο γλυκύτατός μας Ιησούς δια να μας αγαθοποιήση! Ω ασύγκριτα χαρίσματα όπου μας εχάρισε δια της Αναστάσεώς Του! Και τι άλλο μεγαλύτερον και θεοπρεπέστερον χάρισμα ηδύνατο να χαρίση εις ημάς ωσάν αυτό όπου μας εχάρισεν, ήγουν το να δοξάση με τόσην μεγαλοπρέπειαν αιωνίως όχι μόνον την ψυχήν αλλά και αυτό το σώμά μας; Έστω.η ψυχή εις όλον το ύστερον είναι καθαρόν πνεύμα.είναι συγγενές με τους αγγέλους και εικών της Θεότητος, όθεν δεν φαίνεται τόσον υπερβολική αγάπη το να πάθη ο Κύριος, δια να την δοξάση αιώνια. Αλλά τι λογής υπερβολή αγάπης είναι αύτη το να πάθη τόσον ένας Υιος του Θεού δια να αξιώση μιας αιωνίου δόξης το σώμά μας όπου είναι μία γη και σποδός; όπου είναι ένα σκεύος γεμάτον από δυσωδίαν και ακαθαρσίαν και μάλιστα όπου απεστάτησε τόσαις και τόσαις φοραίς από το θείόν Του θέλημα με τας κακάς του ορέξεις; Κατά αλήθειαν ανίσως και ημείς ηθέλαμεν καταξεσχίση δια τον Ιησούν Χριστόν με χίλια μαρτύρια το σώμά μας.ανίσως και ηθέλαμεν το καρφώση δι αγάπην Του επάνω εις τον Σταυρόν.η το ολιγώτερον ανίσως ηθέλαμεν το φυλάξη καθαρόν από κάθε λογής αμαρτίαν και μολυσμόν, πάλιν δεν ήτο άξιον το σώμά μας να απολαύση εις τον ουρανόν ένα προνόμιον τόσον υψηλόν, όπου να συνδοξασθή με το σώμα του Λυτρωτού μας «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. η' 18).Και τώρα να απολαύση αυτό το υψηλόν προνόμιον τούτο το σώμα, ύστερα αφ ου ύβρισε τον Θεόν δια να θεραπεύση τον εαυτόν του και αφ ου εμολύνθη με τόσας αμαρτίας μόνον διότι εκαθαρίσθη μετρίως με την μετάνοιαν; Τούτο εκπλήττει κάθε νουν. Τούτο κάμνει άφωνον κάθε γλώσσαν.
Ω μακάριαι λοιπόν όπου είναι αι ελπίδες των Χριστιανών, με τας οποίας προσμένουν βέβαια να λάβουν τα σώματά των μίαν τοιαύτην ανάστασιν και δόξαν! Αυταί αι ελπίδες της αναστάσεως κάμνουσι σήμερον να χαίρωνται οι Προπάτορες και Προφήται. Ο αποκτανθείς Άβελ, ο απιστούμενος Νώε, ο εν τοις ξένοις ξενωθείς Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ. Ο λεπρωθείς Ιώβ, ο διωχθείς Μωσής, ο διαβληθείς Ααρών, ο πολεμών Ιησούς ο του Ναυή, ο πεινών Δαβίδ, ο απογνούς εαυτόν Ηλίας, ο περιγελώμενος Ελισσαίος. Ο πριονισθείς Ησαίας, ο εν τω λάκκω βληθείς Ιερεμίας. Ο ραπισθείς Μιχαίας, ο λιθοβολιθείς Ναβουθαί. Αυταί αι ελπίδες κάμνουσι να ευφραίνωνται οι Απόστολοι και οι μάρτυρες Ιάκωβος και Παύλος οι αποκεφαλισθέντες.Πέτρος και Ανδρέας οι σταυρωθέντες.ο ποτήριον φαρμάκου πιών11 και εν ζέοντι ελαίω βληθείς12 Ιωάννης ο Θεολόγος.Ματθαίος και Πολύκαρπος οι πυρποληθέντες.οι Γεώργιοι, οι Δημήτριοι, οι Ευστάθιοι και πάντες οι λοιποί. Αυταί αι ελπίδες κάμνουσι σήμερον να αγάλλωνται όλοι οι Όσιοι και Ασκηταί, οι οποίοι επλανώντο εν ερημίαις και όρεσι και σπηλαίοις, κακουχούμενοι, θλιβόμενοι και βασανίζοντες την σάρκα των με διαφόρους κακοπαθείας και όσον περισσότερον εβασανίζοντο, τόσον περισσότερον εχαίροντο. Διατί; Δια να λάβουν ενδοξοτέραν ανάστασιν: «ου προσδεξάμενοι την απολύτρωσιν, ίνα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν» (Εβρ. ια' 35).
Αυταί, αυταί αι μακάριαι ελπίδες της αναστάσεώς σου, πρέπει να κάμνουν και εσένα αδελφέ να χαίρεσαι εις τας θλίψεις σου, να πλουτίζης εις την πτωχείαν σου, να παρηγορήσαι εις τας ασθενείας σου και να ευφραίνεσαι εις όλας τας δυστυχίας όπου σου έρχονται. Διότι όσον περισσότερον θλιβής και κακοπαθήσης εδώ, τόσον ενδοξοτέραν ανάστασιν έχεις να λάβης: «ίνα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν». Όθεν αν τυφλωθής, χαίρε ότι αυτά τα μάτια έχουν να λαμπρυνθούν περισσότερον και να θεωρούν καθαρώτερον το φως της Τρισηλίου Θεότητος. Αν κουλλαθής χαίρε, διότι αυτά τα χέρια έχουν να εκτείνωνται με περισσοτέραν παρρησίαν εις τον Θεόν. Αν κουτσαθής χαίρε, διότι θέλεις χορεύει καλύτερα εις τον Παράδεισον. Αν λεπρωθή όλον σου το σώμα χαίρε, διότι έχει να αναστηθή ενδοξότερον, λαμπρότερον και ωραιότερον. Αν μετανοής και κλαίης δια τας αμαρτίας σου, χαίρε, διότι με τα δάκρυα αυτά θέλεις πλυθή από κάθε μολυσμόν και θέλεις αναστηθή καθαρώτερος. Και λοιπόν διατί φρίττεις και τρομάζεις τόσον πολύ την μετάνοιαν; Διατί αποφεύγεις τόσον κάθε λογής πειρασμόν και θλίψιν αντί να επιθυμής να έλθουν καταπάνω σου όλαι αι τιμωρίαι δια να δοκιμασθής τώρα εις αυτά, ωσάν το χρυσάφι και να αναστηθής λαμπρότερος;
Και τι νομίζεις; Ένας αναμάρτητος Ιησούς, ήτον ανάγκη να πάθη τόσα βάσανα, δια να έμβη εις την δόξαν, ήτις ήτο χρεωστουμένη εις το θείόν Του σώμα, δια πολλά αίτια. «Ουχί ταύτα έδει παθείν τον Χριστόν και εισελθείν εις την δόξαν αυτού;» (Λουκ. κδ' 26), και εσύ θέλεις να μη πάθης τίποτε και να έμβης εις την αυτήν δόξαν, αφ ου έγινες ανάξιος δια αυτήν τόσαις φοραίς όσαις ήμαρτες; Έβγαλε από τον νουν σου αυτήν την πλάνην ανάμεσα εις όλον το πλήθος των δικαίων, όπου ο θεολόγος Ιωάννης εις την Αποκάλυψίν του, κανένας δεν ηδυνήθη να απολαύση τόσην ευδαιμονίαν με άλλο πάρεξ με μίαν μεγάλην θλίψιν: «ούτοί εισιν οι ερχόμενοι εκ της θλίψεως της μεγάλης» (Αποκ. θ' 14), και εσύ θέλεις να γίνη δια λόγου σου μία καινούργια πόρτα εις τον Παράδεισον δια να περάσης ακόπως να χαίρεσαι με την ψυχήν και με το κορμί όλας τας τρυφάς του ουρανού, αφ ου εθεράπευσες τας αισθήσεις σου με όλας τας τρυφάς της γης;
Ανόητος όπου είσαι. Ένας Παύλος έχαιρε να συγκοινωνή εις τα παθήματα του Χριστού με τα βάσανα και να συμμορφώνεται με τον θάνατόν Του, δια να απολαύση την μέλλουσαν δόξαν της αναστάσεως: «ευρεθώ εν αυτώ έχων την κοινωνίαν των παθημάτων αυτού, συμμορφούμενος αυτού εν τω θανάτω, είπως καταντήσω εις την εξανάστασιν των νεκρών» (Φιλιππ. γ' 10), και εσύ θέλεις να απολαύσης αυτήν την δόξαν της αναστάσεως τρώγωντας και πίνωντας και μη θέλωντας να δοκιμάσης καμμίαν θλίψιν και βάσανον; Πεπλανημένος όπου είσαι από τον κόσμον και από τον διάβολον. Ήξευρε γαρ, ότι καθώς ο άνθρωπος είναι διπλούς εκ ψυχής και σώματος, έτσι και η ανάστασις είναι διπλή, πρώτη και δευτέρα. Η πρώτη είναι της ψυχής, την οποίαν ενεργεί εις αυτήν η Χάρις του Αγίου Πνεύματος εν τη παρούση ζωή, δια μέσου της εργασίας των εντολών του Χριστού και της καθάρσεως των ψυχικών παθών και των σωματικών, περί της οποίας αναστάσεως γέγραπται εν τη Αποκαλύψει: «Αύτη η ανάστασις η πρώτη» (Αποκ. κ' 5). Η δευτέρα ανάστασις είναι του σώματος, ήτις μέλλει να γίνη εν τη συντελεία του κόσμου. Και όποιος αξιωθή απ εδώ να αναστηθή κατά την ψυχήν, ούτος δεν θέλει δοκιμάσει τον δεύτερον θάνατον, όπου είναι η κόλασις, αλλά θέλει αναστηθή με το σώμα, δια να ζήση και να συμβασιλεύση αιωνίως με τον Χριστόν, κατά την αυτήν Αποκάλυψιν: «μακάριος και άγιος ο έχων μέρος εν τη αναστάσει τη πρώτη.επί τούτων ο δεύτερος θάνατος ουκ έχει εξουσίαν» (Αποκ. κ' 6).
Όποιος δε απ εδώ δεν αναστηθή κατά την ψυχήν, αυτός κινδυνεύει, όχι να δοξασθή με την ανάστασιν του σώματος, αλλά να κολασθή με το σώμα, και με την ψυχήν. Λέγει γαρ ο μέγας Γρηγόριος, ο της Θεσσαλονίκης, ότι καθώς ο αληθινός θάνατος, ήτοι η αμαρτία, ο αίτιος του πρώτου και δευτέρου και προσκαίρου και παντοτεινού θανάτου της ψυχής και του σώματος άρχισε μέσα εις τον τόπον της ζωής, ήτοι εις τον Παράδεισον, έτσι και η αληθινή ζωή, ήτοι η αρετή και η μετά Θεόν ένωσις, πρέπει δια να αρχίση από τον τόπον του θανάτου, ήτοι από την παρούσαν ζωήν. Και όποιος αυτήν την ζωήν δεν σπουδάση να αποκτήση απ εδώ, ούτος ας μη απατά τον εαυτόν του με ελπίδες εύκεραις, ότι θέλει την λάβη εκεί: «ώστε και η όντως ζωή η και ψυχή και σώματι πρόξενος της αθανάτου και όντως ζωής, εν τω τόπω τούτω του θανάτου έξει την αρχήν και ο μη σπεύδων κτήσασθαι αυτήν κατά ψυχήν ενταύθα, μη κεναίς ελπίσιν απατάτω εαυτόν, ως λήψεται αυτήν εκεί» (Λόγος εις την Ξένην). Εντράπου λοιπόν αδελφέ, δια την αγνωσίαν όπου είχες τούτων των αληθειών και διότι ενόμισες πως έχεις να απολαύσης την μέλλουσαν δόξαν της αναστάσεως, χωρίς θλίψεις και βάσανα.
Όθεν μη αφίσης τον εαυτόν σου να πλανηθή πλέον. Κάμε απόφασιν από τώρα και εμπρός να παθαίνης μεν θεληματικώς κάθε κόπον αρετής.να υπομένης δε ευχαρίστως κάθε ακούσιον πειρασμόν, δια την ελπίδα της μελλούσης αναστάσεως όπου σε προσμένει. Καθώς και ο γεωργός δια την ελπίδα των καρπών υπομένει κόπους, χιόνας, βροχάς, χειμώνας και θέρη και ο πραγματευτής δια το κέρδος τρέχει επάνω και κάτω δια ξηράς και δια θαλάσσης. Και ο στρατιώτης δια την ελπίδα της νίκης δεν συλλογίζεται τελείως τον πόλεμον, και ο ασθενής δια την ελπίδα της υγείας πίνει μετά χαράς τα πικρά ιατρικά. Και επειδή ο Κύριος είναι η Ανάστασις και η Ζωή: «εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή.ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη ζήσεται» ι(Ιω. ια' 25), δια τούτο παρακάλεσαί Τον να εντυπώση μέσα εις την καρδίαν σου τούτον τον λογισμόν: «εγώ έχω βέβαια να αναστηθώ και συνδοξασθώ, με τον Ιησούν», λοιπόν πρέπει να ετοιμάζωμαι, ίνα με τούτον τον λογισμόν και την ελπίδα καθαρίζης τας αισθήσεις και όλα τα μέλη σου από κάθε λογής μολυσμόν και αμαρτίαν, καθώς είναι γεγραμμένον: «πας ο έχων την ελπίδα ταύτην επ αυτώ, αγνίζει εαυτόν, καθώς εκείνος αγνός εστι» (Α' Ιω. γ' 3). Και ούτω ποιών να ετοιμασθής απ εδώ με μίαν ζωήν καθαράν, αγίαν και αξίαν δια να λάβης εμπράκτως τέτοιαις εξαίρεταις επαγγελίαις εις τον καιρόν εκείνον.ήγουν δια να αναστηθής, όχι εις ανάστασιν κρίσεως, καθώς έχουν να αναστηθούν οι αμαρτωλοί, αλλά εις ανάστασιν ζωής, καθώς έχουν να αναστηθούν οι δίκαιοι: «και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες, εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες, εις ανάστασιν κρίσεως».(Ιω. ε' 29).
Υποσημειώσεις:
1. Τα λόγια του θείου Διονυσίου άπερ περί της πρώτης τάξεως των θρόνων Χερουβίμ και Σεραφίμ λέγει είναι ταύτα: «της δε Ιησού κοινωνίας ωσαύτως ηξιωμένας ουκ εν εικόσιν ιεροπλάστοις μορφωτικώς αποτυπούσι (ήτοι αποτυπούσαις αττικών γαρ εστι το τας αρσενικάς μετοχάς θηλυκοίς συντάττειν, ως ερμηνεύει ο θείος Μάξιμος) την θεουργικήν ομοίωσιν.αλλ ως αληθώς αυτώ πλησιαζούσας εν πρώτη μετουσία της γνώσεως των θεουργικών αυτού φώτων» (περί ουραν. Ιεραρχ. Κεφ. ζ').
2. Και τα δύω ταύτα βεβαιοί ο μέγας Βασίλειος. Απορήσας γαρ ο Άγιος διότι ωνόμασεν ο Μωϋσής μίαν και ουχί πρώτην την Κυριακήν λέγει «ίνα ουν προς την μέλλουσαν ζωήν την έννοιαν ημών απαγάγη μίαν ωνόμασε του αιώνος την εικόνα την απαρχήν των ημερών.την ομήλικα του φωτός.την αγίαν Κυριακήν, την τη Αναστάσει του Κυρίου τετιμημένην.εγένετο ουν εσπέρα φησί και εγένετο πρωί, ημέρα μία» (Ομιλ. β' εις την Εξαήμερον).
Ότι δε η Κυριακή έχει να ήναι αυτός εκείνος ο όγδοος αιών, λέγει πάλιν ο αυτός Βασίλειος ταύτα εκείσε: «επεί ανέσπερον και αδιάδοχον και ατελεύτητον την ημέραν εκείνην είδεν ο λόγος, ην και ογδόην ο Ψαλμωδός προσηγόρευσε δια του έξω κείσθαι του εβδοματικού τούτου χρόνου. Ώστε καν ημέραν είπης καν αιώνα την αυτήν ερείς έννοιαν» (αυτόθι). Σχεδόν τα αυτά περί της Κυριακής λέγουσιν ό τε Γρηγόριος ο Θεολόγος εις την Πεντηκοστήν και ο Νύσσης και ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντες την επιγραφήν του στ' ψαλμού υπέρ της ογδόης. Και ο Θεσσαλονίκης θείος Γρηγόριος εις την Καινήν Κυριακήν: «δια τούτο και η του Χριστού Εκκλησία όλην την διακαινήσιμον Εβδομάδα ταύτην ως μίαν ημέραν της Κυριακής και λαμπροφόρου λογίζεται, δια να δείξη με τούτο ότι και όλος ούτος ο εβδοματικός αιών της παρούσης ζωής έχει να γίνη μία ημέρα ογδόη και Κυριακή, ήτις έσται ο όγδοος εκείνος αιών της μελλούσης ζωής. Επειδή γαρ κατά το μεσονύκτιον της Κυριακής έχει να γίνη η Δευτέρα Παρουσία και να έλθη ο άδυτος Ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός, καθώς τούτο οι θεοφόροι Πατέρες λέγουσι. Λοιπόν η Κυριακή εκείνη αφ ου μίαν φοράν καταυγασθή από τας ακτίνας του ηλίου εκείνου, δεν λαμβάνει πλέον εσπέραν, αλλ έσται μία ημέρα ανέσπερος και αδιάδοχος εις αιώνας αιώνων.»
3. Τα λόγια του σοφού Νικήτα εισί ταύτα: «οι δε άγγελοι δυσκίνητοι όντες προς το κακόν αλλ ουκ ακίνητοι μετά την του Χριστού Ανάστασιν, εγένοντο λοιπόν και ακίνητοι ου φύσει αλλά χάριτι. Είη αν αυτοίς σωτηρία η ατρεψία μηκέτι φοβουμένοις την επί το χείρον μεταβολήν και την εκ ταύτης απώλειαν. Ακίνητοι δε εγένοντο οι άγγελοι προς το κακόν μετά την Ανάστασιν, επειδή και έργω έμαθον από τον Δεσπότην Χριστόν την ταπείνωσιν, όστις εταπεινώθη ου μόνον ότι εγένετο άνθρωπος αλλά πολλώ μάλλον ότι κατεδέξατο έως και να νίψη τους πόδας των μαθητών και εγένετο υπήκοος μέχρι Παθών και Σταυρού και θανάτου και ταφής. Δι ό και ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος είπεν: εντεύθεν άγγελοι νυν το απερίτρεπτον έλαβον, έργω παρά του Δεσπότου μαθόντες, οδόν υψώσεως και της προς Αυτόν ομοιώσεως ου την έπαρσιν ούσαν, αλλά την ταπείνωσιν». (Λόγος εις την Χριστού Γέννησιν).
4. Μη θαυμάσης, ω αναγνώστα, ανίσως εδώ μεν λέγομεν τρεις αναστάσεις, εις δε τον ακόλουθον γ'. Συλλογισμόν της Μελέτης ταύτης λέγομεν δύω αναστάσεις, ψυχής και σώματος. Αι γαρ αύται εις δύω συγκεφαλαιούνται, του νοός, από της ψυχής διαιρουμένου τη επινοία.
5. Ότι ο θείος Γαβριήλ ήτο ο καταβάς απ ουρανού και κυλίσας τον μέγαν λίθον από της θύρας του μνήματος του Κυρίου, πολλά ασματικά τροπάρια της Εκκλησίας αναφέρουσιν.
6. Περί της Θεοτόκου όρα και εις την ζ' Εξέτασιν.
7. Τα λόγια του θείου Πατρός εισι ταύτα: «ουκούν αύτη μόνη μεθόριόν εστι κτιστής και ακτίστου φύσεως, και ουδείς αν έλθοι προς Θεόν ει μη δι αυτής της τε και του εξ αυτής μεσίτου, και ουδέν αν εκ του Θεού των δωρημάτων, ει μη δια ταύτης γένοιτο και αγγέλοις και ανθρώποις». Και πάλιν, «Πάσα φωτοφανείας θείας πρόοδος, και πάσα θεαρχικωτάτων μυστηρίων αποκάλυψις, και πάσα πνευματικών ιδέα χαρισμάτων, άπασιν αχώρητος χωρίς Αυτής. Αύτη δε πρώτη δεχομένη το πλήρωμα του τα σύμπαντα πληρούντος, καθίστησι τοις πάσι χωρητόν κατά την αναλογίαν και το μέτρον της εκάστου καθαρότητος. Ώστ Αυτήν είναι και ταμίαν, και πρύτανιν του πλούτου της θεότητος, και προς Αυτήν οράν και ταύτη πεποιθέναι τας ανωτάτω Χερουβικάς Ιεραρχίας, και απλώς πάσί τε και πάσαις κατά το μέτρον του προς ταύτην απαθούς και θείου πόθου. Και του αύλου και αλήκτου έρωτος... και η στάσις έψεται, και η του θείου φωτισμού τρανότης».
8. Όρα τας χάριτας του έαρος ταύτας και άλλας περισσοτέρας εν τω εις την Καινήν Κυριακήν πανηγυρικώ λόγω του Γρηγορίου του Θεολόγου.
9. Λέγει γαρ ο άγιος Μάξιμος ότι «μνημείόν εστι δεσποτικόν η εκάστου πιστών καρδία» (Κεφ. ξα' της α' εκατοντ. των θεολογικών).
10. Εκ του παραδείγματος του Ιωάννου του εις την θεωρίαν παραλαμβανομένου και του Πέτρου του εις την πράξιν αναγομένου, πίστευσον ταύτα. Έτρεχον γαρ οι δύο ούτοι ομού, ως λέγει το Ευαγγέλιον, αλλ όμως ο Ιωάννης επρόλαβε τον Πέτρον: «ο άλλος» φησί «μαθητής προέδραμε τάχιον του Πέτρου». Πάλιν: «ο μεν Ιωάννης βλέπει κείμενα τα οθόνια μόνον και πιστεύει, ο δε Πέτρος εισέρχεται εις τον τάφον και περιεργάζεται τα οθόνια και το σουδάριον και τα λοιπά και ούτω πιστεύει».
11. Τούτο λέγει ο Ιερός Αυγουστίνος εν τη κγ' ερωτική ευχή.
12. Τούτο λέγει Γεώργιος ο Κορέσιος.λόγος εις την Ανάστασιν.
Aγαπητοί μου,
Aυτές τις ημέρες ξαναγυρίζω πάντα στα παιδικά μου χρόνια. Kαι θυμάμαι τις θαυμάσιες εκείνες γιορτές που χαιρόμουν στην πατρίδα μου, όταν ήμουν μικρό αμέριμνο παιδί κι είχα τους καλούς μου γονείς να με φροντίζουν και να μ’ οδηγούν σε όλα. Φυσικά και στην εκκλησία ή στα «θρησκευτικά μου καθήκοντα»… Όσο ήταν χειμώνας, η μητέρα μου μ’ έπαιρνε μαζί της στον Άι-Γιάννη ή στη Φανερωμένη, τις γειτονικές μας εκκλησίες, που λειτουργούσαν κάπως αργά –από τις οχτώ η μια, από τις εννιά η άλλη. Mα όταν έμπαινε η άνοιξη, που μπορούσα να ξυπνώ και να βγαίνω πιο πρωί, ο πατέρας μου μ’ έπαιρνε στην Eπισκοπιανή ή στον Άγιο Xαράλαμπο, εξοχικές εκκλησίτσες αυτές, σ’ ένα ωραίο παραθαλάσσιο προάστιο, που λειτουργούσαν από τις επτά. Mετά τη λειτουργία, κάναμε κι έναν ωραίο περίπατο στους Kήπους και γυρίζαμε λιγάκι κουρασμένοι μα πολύ ευχαριστημένοι κι οι δυο.
Ω, ήταν τόσο όμορφα! H άνοιξη είχε στολισμένες τις πρασινάδες με μαργαρίτες άσπρες και κίτρινες, με ολοκόκκινες παπαρούνες και μ’ άλλα γαλάζια ή μαβιά αγριολούλουδα. Tι πολύχρωμο το χαλί που απλωνόταν στα χωράφια! Tο έβλεπα κι από την ανοιχτή πόρτα της εκκλησιάς, καθώς άκουγα τα ψαλσίματα, τις ευχές και τα ευαγγέλια. Tα ευαγγέλια προπάντων μ’ άρεσαν πολύ. Eίναι τόσο ποιητικά αυτά που λένε πριν και μετά το Πάσχα. Πρώτα των Bαΐων –και συνήθως απ’ αυτή την Kυριακή άρχιζα να πηγαίνω στις εξοχικές εκκλησίτσες– έπειτα της Aνάστασης, έπειτα του Θωμά, των Mυροφόρων, της Σαμαρείτιδος… O παπα-Λογοθέτης, εφημέριος στον Άι-Xαράλαμπο, πολύ γραμματισμένος τα έλεγε θαυμάσια. Kι όχι ψαλτά με μπάσα και σικόντα, όπως σ’ άλλες εκκλησιές· αλλά διαβαστά, καθαρά, σταράτα, λέξη προς λέξη, και μ’ έκφραση, με τόνο ώστε να καταλαβαίνει το νόημα κι ο αγράμματος. Kι αλήθεια, στις εκκλησίτσες εκείνες το περισσότερο πήγαιναν απλοί, ταπεινοί άνθρωποι του λαού –ψαράδες, βαρκάρηδες, κηπουροί, μυλωνάδες. Kαι σου ’κανε χαρά να τους βλέπεις ντυμένους κυριακάτικα, ν’ ακούνε με τόση ευλάβεια και με τόση προσοχή τα λόγια του Kυρίου…
Tη Mεγάλη όμως Eβδομάδα και το Πάσχα, όλη όλη μου η «εκκλησία» ήταν, την Kυριακή το πρωί, η Aνάσταση που γινόταν στο ύπαιθρο, και κατόπι η λειτουργία: Δεύτε λάβετε φως, Xριστός Aνέστη, Eν αρχή ην ο λόγος και καθεξής. Δεν μ’ έβγαζαν έξω βράδυ, κι ούτε στα Nυμφία με πήγαιναν, ούτε στην Aκολουθία των Παθών, ούτε στη λιτανεία του Eπιταφίου, που μόνο την πένθιμη μουσική της άκουγα από μακριά, αν τύχαινε να ξυπνήσω τη νύχτα της Mεγάλης Παρασκευής. Έτσι δεν ήξερα καλά τι προηγήθηκε απ’ την Aνάσταση. Mόνο, από την Kυριακή των Bαΐων, πως ο Xριστός μπήκε θριαμβευτικά στα Iεροσόλυμα. Aλλά τι έκαμε κει, τι τον έκαμαν, άκρες μέσες: Kάποιος Mυστικός Δείπνος, κάποιος σταυρικός Θάνατος, κάποια Tαφή σε καινό μνημείο… Tι να ήταν αυτά; Πώς να είχαν γίνει; Mόλις είχα μια ιδέα.
Kι άξαφνα… τα έμαθα όλα! Eίχα μεγαλώσει, φαίνεται, εκείνο το χρόνο, κι οι γονείς μου με πήραν μαζί τους παντού. Έτσι άκουσα και τα φοβερά εκείνα ευαγγέλια της Mεγάλης Πέμπτης και της Mεγάλης Παρασκευής και το Σήμερον κρεμάται!… Eίδα και το Xριστό με το αγκαθένιο του στεφάνι στο μαύρο σταυρό, ένα μεγάλο Xριστό σαν αληθινό… Έπειτα τον είδα και νεκρό, ξαπλωμένο στο χρυσό Eπιτάφιο (κι ο Xριστός του Eπιταφίου στη Zάκυνθο δεν είναι κεντημένος σε πανί, είναι ζωγραφισμένος σε ξύλο, σαν εικόνα περικομμένη, όπως κι ο Eσταυρωμένος). Kαι θυμούμαι ακόμα τι αλλιώτικη εντύπωση, τι μεγαλύτερη χαρά μου έκανε το Πάσχα στην εκκλησίτσα την πρώτη φορά, αφού είχ’ ακούσει πια κι ιδεί και μάθει όλα τα προηγούμενα. Mπορώ να πω πως αυτό ήταν το πρώτο μου Πάσχα.
Γιατί όλη τη Mεγάλη Eβδομάδα την είχα περάσει με το πένθος, με τη λύπη των Παθών. Eίχα παρακολουθήσει το Xριστό στο μαρτύριό του, στην αγωνία του, στο θάνατό του· είχ’ ακούσει και τη Διαθήκη του, είχα παρακαθίσει και στο Mυστικό Δείπνο, είχ’ ακολουθήσει και την εκφορά του, κλαίγοντας μαζί με τη Θλιμμένη Mητέρα, που κι αυτή ακολουθούσε ζωγραφιστή σε μια μεγάλη εικόνα σαν αληθινή: ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον … Γι’ αυτό το Xριστός Aνέστη μου έκαμε ύστερα τόση χαρά, τόση αγαλλίαση· γι’ αυτό μου φάνηκε σα μιαν υπέρτατη ικανοποίηση, σα μια νίκη, σαν ένας θρίαμβος. Eκείνος που φόρεσε για εμπαιγμό ψεύτικη πορφύρα. Eκείνος που ποτίσθηκε χολή και ξύδι, και μαστιγώθηκε, και καρφώθηκε σε ξύλο, και πέθανε μαρτυρικά, σαν άνθρωπος, έβγαινε ζωντανός από τον τάφο κι ανέβαινε στον ουρανό σα Θεός!
Έτσι έπρεπε να είναι. Για να μου δώσει τόση χαρά η Aνάσταση, έπρεπε να προηγηθεί το Πάθος· για να μου κάμει τόση εντύπωση το Πάσχα, έπρεπε να γνωρίσω τη Mεγάλη Eβδομάδα. Mαθαίνοντας όσα έμαθα εκείνο το χρόνο, μάθαινα τη ζωή, που ώς τότε ήμουν πολύ μικρός για να την ξέρω, αφού οι γονείς που με φρόντιζαν και μ’ οδηγούσαν, δεν με πήγαιναν παρά στις χαρούμενες κυριακάτικες λειτουργίες και με προφύλαγαν απ’ τα λυπητερά, που δεν ήταν ακόμα για μένα. Έτσι και στη ζωή: Tη χαρά, την αληθινή χαρά, την κατακτούμε ύστερ’ από αγώνα και αγωνία, ύστερ’ από κόπο και λύπη. Πριν από κάθε μας Πάσχα, πρέπει να περάσουμε μια Mεγάλη Eβδομάδα.
Ω, αυτό το ξέρετε και σεις απο τώρα. Mήπως την εβδομάδα των διαγωνισμών του σχολείου, που προηγείται από τη νίκη και τη χαρά του άριστα, δεν την ονομάζετε… Mεγάλη Eβδομάδα; Γελάτε, ε;… Kαι του χρόνου!
Σας ασπάζομαι
ΦAIΔΩN
(από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος τρίτο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)
Πηγή: http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2014/04/blog-post_6182.html
Ο μέγας πατριώτης και Αθωνίτης ιερομόναχος Γαβριήλ, σαν γύρισε από την ''Πόλη των ονείρων'' του, εκείνο το Πάσχα του 1953, δεν έχανε ευκαιρία να διηγείται τον πόνο και τα δάκρυα των κρυπτοχριστιανών, που γνώρισε ως πνευματικός στα ''μυστικά δώματα'' του Πατριαρχείου.
Μεγάλη Τετάρτη πρωί του είπαν εμπιστευτικώς ότι στο επάνω παρεκκλήσιο, που συνέχεται με τον κεντρικό ναό, τον περιμένουν κάποιοι ξένοι από μακριά, για να εξομολογηθούν και να μεταλάβουν.
Πράγματι, στο ημίφως του υπερώου, διέκρινε δεκαριά άνδρες χωρικούς, οι οποίοι στο αντίκρυσμά του έβαλαν όλοι τους μετάνοια και ο γεροντότερος του είπε σε διάλεκτο Ποντιακή: ''Ήμες Χριστιανοί, Πάτερ, α σον Πόντον, και λαλεύομεν (φιλούμε) τα πόδα σου, να ξαγουρεύομεν (να εξομολογηθούμε) και μεταλάβομεν σήμερον και απές να λέομεν στην Αγιωσύνην σου, ντό θέλομεν ένα κι' άλλον''.
Ευτυχώς που ο γέρων Γαβριήλ είχε συναναστραφεί πριν από χρόνια με Ποντίους πρόσφυγες στην Μακεδονία και καταλάβαινε κάπως την γλώσσα τους.
Έτσι, έμαθε από τους εξομολογούμενους ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια ολόκληρο το χωριό τους είναι κρυπτοχριστιανοί.
Ότι στο φανερό είναι Οθωμανοί και Τούρκοι, και στο κρυφό είναι Χριστιανοί και Έλληνες και περιμένουνε να τους γλυτώσει ο Θεός από την σκλαβιά.
Ότι στα φανερά λέγονται Χασάνηδες και Μεμέτηδες, και τα πραγματικά τους ονόματα είναι Γιωρίκας ( Γεώργιος), Ανάστας (Αναστάσιος).
Ότι έχουν έναν δικό τους δήθεν Χόντζα, αλλά ούτε περιτομή κάνουν ούτε ραμαζάνια και μπαϊράμια.
Ότι πριν από την ''ανταλλαγή'', έπαιρναν Παπά από γειτονικά χριστιανικά χωριά και στα κρυφά τους βάπτιζε, τους στεφάνωνε, τους λειτουργούσε τις μεγάλες γιορτές και μετελάμβαναν.
Ότι τώρα δεν υπάρχει πουθενά Παπάς και έρχονται αναγκαστικά στην Πόλη, λίγοι-λίγοι, δήθεν για δουλειές και γίνονται Χριστιανοί.
Μετά την εξομολόγηση έμειναν σύμφωνοι να ξαναπάνε αργά το βράδυ με τις γυναίκες τους μαζί και τα παιδιά, και μέσα στην νύχτα μυστικά να γίνει η βάπτιση των παιδιών κ.λ.π.
Έτσι και έγινε. Το βράδυ, σαν ησύχασε ο κόσμος, ήρθανε όλοι με τις οικογένειές τους τμηματικά και με προφυλάξεις. Εξομολογήθηκαν και οι γυναίκες, και κοντά στα μεσάνυχτα έγινε στο παρεκκλήσιο η βάπτιση, το μύρωμα και ο Εκκλησιασμός των παιδιών.
Ο Λειτουργός Πνευματικός γέρων Γαβριήλ λαβών τα Άγια εκφωνεί: ''Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε''.
-Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού;
-Ανάστας.
Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού;
- Παρέσσα
Μετά το νεοβάπτισμα τον πλησιάζουν οι δυο γεροντότεροι και του λένε: ''Ατώρα, πάτερ, να λέομέν σε έναν κι' άλλον τ' αμέτεραν τας δουλείας. Σ' εμέτερον το χωρίον Πουπάν κι' έχομεν, ανάστασιν καί ξέρομεν αδά στα τριάντα χρονίας. Ντό ψυήν να δίομεν σον Θεόν Πάτερ; Τα παιδία μουν αντρέβουν χωρίς Πουπάν, στεφάν ποίον να θέκει τα στο αφκάλ;
Άχ! αφορισμένον σκλαβίαν. Πάσχα έρχετεν, Πάτερ, και να κάνεις μας και ίνα ανάστασιν, ν' ακούσουμε ''Χριστός Ανέστη'', κι απές ας πεθάσκομεν''.
Στις μέρες μας το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού αποκαλύπτεται και συζητιέται όλο και περισσότερο:
''Τούρκοι'' σκηνοθέτες και ηθοποιοί παρουσιάζουν, μέσα στην Τουρκία, ταινία μεγάλου μήκους με θέμα τους κρυπτοχριστιανούς του Πόντου.
''Τουρκάλες'' με μαντίλες και φερετζέδες ανάβουν κεριά σε Εκκλησίες της Πόλης και κάνουν τάματα σε Αγίους.
''Τούρκοι'' πανεπιστημιακοί και δημοσιογράφοι μιλάνε ανοιχτά για την έκταση του κρυπτοχριστιανισμού στην Τουρκία και γνωστοποιούνται, μέσω τηλεοράσεως και διαδικτύου, ολόκληρα χωριά του Πόντου , όπου μιλάνε Ελληνικά και στα κρυφά πιστεύουνε σε Τριαδικό Θεό και Παναγία!
''Τούρκοι'' Αλεβήτες ( περί τα 25 εκατομμύρια) κρατάνε κομποσκοίνια και ανάβουνε στις τελετές τους θυμιατά και λαμπάδες.
Λέτε να ήρθε το ''πλήρωμα του χρόνου'' για την πραγματοποίηση της προφητείας του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, που έλεγε: ''Από τους Τούρκους το 1/3 θα χαθεί, το άλλο τρίτο θα βαπτισθεί και μονάχα το 1/3 θα πάει στην Κόκκινη Μηλιά''...
Του Φώτη Μιχαήλ, ιατρού
________________________________________
Σημ.
Οι διάλογοι στην Ποντιακή αλιεύθηκαν από το βιβλίο του γέροντα Γαβριήλ Διονυσιάτη ''Νοσταλγίαι και Αναμνήσεις''.
Εάν υπάρχει μια αλήθεια στην οποία θα μπορούσαν να συνοψισθούν όλες οι ευαγγελικές αλήθειες, η αλήθεια αυτή θα ήταν η ανάσταση του Χριστού. Και ακόμη, εάν υπάρχει μια πραγματικότητα στην οποία θα μπορούσαν να συνοψισθούν όλες οι καινοδιαθηκικές πραγματικότητες, η πραγματικότητα αυτή θα ήταν η ανάσταση του Χριστού. Μόνο στην ανάσταση του Χριστού εξηγούνται όλα τα θαύματά Του, όλες οι αλήθειές Του, όλα τα λόγια Του, όλα τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης.
Μέχρι την ανάστασή Του ο Κύριος δίδασκε για την αιώνια ζωή, αλλά με την ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος όντως είναι η αιώνια ζωή. Μέχρι την ανάστασή Του δίδασκε για την ανάσταση των νεκρών, αλλά με την ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος είναι πράγματι η ανάσταση των νεκρών. Μέχρι την ανάστασή Του δίδασκε ότι η πίστη σ’ Αυτόν μεταφέρει εκ του θανάτου εις την ζωήν, αλλά με την ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος νίκησε το θάνατο και έτσι εξασφάλισε στους θανατωμένους ανθρώπους τη μετάβαση εκ του θανάτου στην ανάσταση.
Με την αμαρτία ο άνθρωπος έγινε θνητός και πεπερασμένος· με την ανάσταση του Θεανθρώπου γίνεται αθάνατος και αιώνιος. Σ’ αυτό δε ακριβώς έγκειται η δύναμη και το κράτος και η παντοδυναμία της του Χριστού αναστάσεως. Και για αυτό χωρίς την ανάσταση του Χριστού δεν θα υπήρχε καν ο Χριστιανισμός.
Μεταξύ των θαυμάτων η ανάσταση του Κυρίου είναι το μεγαλύτερο θαύμα. Όλα τα άλλα θαύματα πηγάζουν από αυτό και συνοψίζονται σ’ αυτό. Απ’ αυτό πηγάζουν η πίστη και η αγάπη και η ελπίδα και η προσευχή και η θεοσέβεια. Αυτό είναι εκείνο το οποίο καμία άλλη θρησκεία δεν έχει· αυτό είναι εκείνο το οποίο ανυψώνει τον Κύριο υπεράνω όλων των ανθρώπων και των θεών. Αυτό είναι εκείνο το οποίο κατά τρόπο μοναδικό και αναμφισβήτητο δείχνει και αποδεικνύει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός και Κύριος σε όλους τους ορατούς και αόρατους κόσμους.
Το ότι ο άνθρωπος πιστεύει αληθινά στον Αναστάντα Κύριο το αποδεικνύει με το να αγωνίζεται κατά της αμαρτίας και των παθών και εάν μεν αγωνίζεται, πρέπει να γνωρίζει ότι αγωνίζεται για την αθανασία και την αιώνια ζωή. Εάν όμως δεν αγωνίζεται, τότε μάταιη η πίστη του! Διότι, εάν η πίστη του ανθρώπου δεν είναι αγώνας για την αθανασία και την αιωνιότητα, τότε τι είναι; Εάν με την πίστη στο Χριστό δεν φθάνει κανείς στην αθανασία και την επί του θανάτου νίκη, τότε προς τι η πίστη μας; Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τούτο σημαίνει ότι η αμαρτία και ο θάνατος δεν έχουν νικηθεί. Εάν δε δεν έχουν αυτά τα δύο νικηθεί, τότε γιατί να πιστεύει κανείς στο Χριστό; Εκείνος όμως ο οποίος με την πίστη στον Αναστάντα Χριστό αγωνίζεται εναντίον κάθε αμαρτίας του, αυτός ενισχύει σιγά-σιγά μέσα του την αίσθηση ότι ο Κύριος πραγματικά αναστήθηκε, άμβλυνε το κέντρο του θανάτου, νίκησε το θάνατο σε όλα τα μέτωπα της μάχης.
Χωρίς την ανάσταση δεν υπάρχει ούτε στον ουρανό ούτε κάτω από τον ουρανό τίποτε πιο παράλογο από τον κόσμο αυτό ούτε μεγαλύτερη απελπισία από τη ζωή αυτή, δίχως αθανασία. Σ’ όλους τους κόσμους δεν υπάρχει περισσότερο δυστυχισμένη ύπαρξη από τον άνθρωπο, που δεν πιστεύει στην ανάσταση των νεκρών. Γι’ αυτό, για την ανθρώπινη ύπαρξη, ο Αναστημένος Κύριος είναι τα «πάντα εν πάσιν» σ’ όλους τους κόσμους: ο,τι το Ωραίο, το Καλό, το Αληθινό, το Προσφιλές, το Χαρμόσυνο, το Θείο, το Σοφό, το Αιώνιο. Αυτός είναι όλη η Αγάπη μας, όλη η Αλήθειά μας, όλη η Χαρά μας, όλο το Αγαθό μας, όλη η Ζωή μας, η Αιωνία Ζωή σε όλες τις αιωνιότητες και απεραντοσύνες.
Πηγή: http://www.diakonima.gr
Ο Χριστιανισμός στη Μέση Ανατολή μετά την Αραβική Άνοιξη.
Ο όρος «Αραβική Άνοιξη» χρησιμοποιήθηκε δημοσιογραφικά από το αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy, τον Ιανουάριο του 2011, για να προσδιορίσει τις λαϊκές εξεγέρσεις στη Μέση Ανατολή, οι οποίες είχαν σκοπό την ανατροπή δικτατορικών καθεστώτων και την αντικατάστασή τους με δημοκρατικά εκλελεγμένες κυβερνήσεις. Ο όρος αυτός αποτελεί υπαινιγμό προς την «Άνοιξη των Λαών», εν σχέσει με τις επαναστάσεις στην Ευρώπη το 1848 και, ως δυτικό κατασκεύασμα, αποτελεί μία από τις πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιείται αδόκιμα ένας όρος με ευρωπαϊκές ιστορικές παραστάσεις και εμπειρίες.
Μέσα στο ίδιο πλαίσιο, διάφοροι αναλυτές είδαν τις εξελίξεις στον αραβικό κόσμο ως το ιστορικά ισοδύναμο της κατάρρευσης του κομουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη το 1989, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι στην Ανατολική Ευρώπη ήταν καθολικό το αίτημα να υιοθετήσουν οι κοινωνίες τις δημοκρατικές δομές της δυτικής Ευρώπης.
Στην Αίγυπτο, παρά το ότι υπήρχε ρεύμα υποστηρικτών της φιλελεύθερης δημοκρατίας ανάμεσα στο κίνημα που ανέτρεψε το Μουμπάρακ, εντούτοις δεν μπόρεσε να ασκήσει μεγάλη επιρροή με αποτέλεσμα να καπελωθεί μέχρι το καλοκαίρι του 2013 από τους ισλαμιστές, οπότε το πραξικόπημα του στρατού ανέτρεψε την ακατάσχετη άνοδο και τελική κυριαρχία των ισλαμιστών.
Στην Τυνησία η εξέγερση έφερε τους ισλαμιστές στην εξουσία που συνεχίζουν με σοβαρά προβλήματα. Στη Λιβύη η εξέγερση προκάλεσε διεθνή στρατιωτική επέμβαση που επέφερε χάος, αβεβαιότητα και πιθανή τριχοτόμηση της χώρας. Στη Συρία, η αδυναμία μίας διεθνούς επέμβασης έδωσε παράταση στην κρίση λαμβάνοντας τη μορφή εμφυλίου πολέμου, με τους ισλαμιστές-σαλαφιστές να παίζουν τον κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ.
Ό,τι όμως ξεκίνησε ως «Αραβική Άνοιξη» για πολλές κοινωνίες της Μέσης Ανατολής έχει αρχίσει να εξελίσσεται ως κινούμενη άμμος για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής, οι οποίοι αποδεικνύονται τα εύκολα θύματα των πολιτικών εξελίξεων. Βεβαίως όσο εύκολο κι αν είναι να αποδώσουμε τις διώξεις Χριστιανών στην γενικότερη αναρχία που συσσωρεύουν οι εξεγέρσεις, κυρίως στην Αίγυπτο και την Συρία, εντούτοις δεν είναι η καλύτερη οπτική γωνία για να προσεγγίσει κανείς το πρόβλημα.
Μία πιο επισταμένη μελέτη του θέματος και γίνεται σαφές ότι οι πρόσφατες επιθέσεις είναι μέρος μιας μεγαλύτερης πολεμικής εναντίον των Χριστιανών στη Μέση Ανατολή, μιας πολεμικής η οποία μπορεί να αναχθεί σε εξελίξεις που έλαβαν χώρα στις μουσουλμανικές κοινωνίες σε περασμένες δεκαετίες. Οι αραβικές εξεγέρσεις μπορεί να είναι η γενεσιουργός αιτία για μερικά ακραία περιστατικά βίας, αλλά οι ρίζες του προβλήματος είναι πολύ βαθύτερες – και το διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο από ό, τι θα περίμενε κανείς. Αυτό που βλέπουμε είναι στην πραγματικότητα μια περιφερειακή θρησκευτική εξόντωση η οποία σύντομα θα εξελιχθεί σε μία ιστορική καταστροφή για τους Χριστιανούς αλλά και για τους μετριοπαθείς Μουσουλμάνους.
Κατά τις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο χριστιανικός πληθυσμός της Μέσης Ανατολής, η οποία τότε ήταν κατά το πλείστον μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποτελούσε ένα σημαντικό κομμάτι στη γενικότερη δημογραφική κατανομή που έφθανε περίπου στο 20% επί του συνόλου.
Σήμερα, εκατόν δηλαδή χρόνια μετά έχει συρρικνωθεί περίπου στο 4%. Αν και είναι δύσκολο να είμαστε ακριβείς, έχουν απομείνει περίπου 13 εκατομμύρια Χριστιανοί στην περιοχή και ο αριθμός αυτός ενδέχεται μειωθεί περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη την συνεχιζόμενη αποσταθεροποίηση της Συρίας και της Αιγύπτου, δύο κράτη με ιστορικά μεγάλους χριστιανικούς πληθυσμούς. Με τον σημερινό ρυθμό μείωσης, μπορεί κάλλιστα να μην υπάρχει σημαντική χριστιανική παρουσία στη Μέση Ανατολή, σε μια γενιά ή δύο.
Οι Σαλαφιστές έχουν στηρίξει την πολιτική των διώξεων κατά των Χριστιανών της Συρίας, τους οποίους χαρακτήρισαν συνεργάτες και στυλοβάτες του καθεστώτος Άσαντ. Συνεπώς σε περίπτωση ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ, οι Χριστιανοί θα βρεθούν σε εξαιρετικά δυσμενή θέση. Ακόμη και η αδράνεια και παθητικότητα που επιδεικνύουν σήμερα οι Χριστιανοί για τον συριακό εμφύλιο πόλεμο είναι για τους Σαλαφιστές τεκμήριο ενοχής.
Σε παρόμοιο πλαίσιο λειτούργησε και η δυναμική εναντίον των Χριστιανών στην Αίγυπτο, η οποία διαθέτει τον παλαιότερο και μεγαλύτερο χριστιανικό πληθυσμό της Μέσης Ανατολής. Οι Κόπτες της Αιγύπτου αποτελούν περίπου το 10% του πληθυσμού, ή περί τα οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι. Πολλοί Χριστιανοί της Αιγύπτου, συμπεριλαμβανομένου του Κόπτη Πατριάρχη, δεν έκρυψαν την υποστήριξή τους προς το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον υποστηριζόμενο από την Μουσουλμανική Αδελφότητα πρόεδρο από το αξίωμά του. Αυτή η υποστήριξη έχει ανοίξει τον δρόμο για αχαρακτήριστες πράξεις βίας από ορισμένους υποστηρικτές των Αδελφών Μουσουλμάνων εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων της χώρας.
Η τραγωδία για τους Χριστιανούς της Μέσης Ανατολής είναι προφανής. Οι ζωές, οι περιουσίες και οι λατρευτικοί τους χώροι ευρίσκονται σε διαρκή κίνδυνο. Εκδιώκονται από τις πατρογονικές τους εστίες και αναγκάζονται να φύγουν ως πρόσφυγες σε γειτονικές χώρες όπου είναι, σε πολλές περιπτώσεις, εξίσου ανεπιθύμητοι. Αλλά, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το ξερίζωμα των Χριστιανών της περιοχής αποτελεί επίσης μια καταστροφή και για τους Μουσουλμάνους.
Είναι αυτοί στους οποίους θα μείνει το έργο της οικοδόμησης μιας πιο ανεκτικής και δημοκρατικής(;) κοινωνίας στον απόηχο αυτών των βαρβαροτήτων. Σήμερα οι τζιχαντιστές αφαιρούν το είδος τού πλουραλισμού που αποτελεί το θεμέλιο για κάθε πραγματικά δημοκρατική δημόσια ζωή. Ένα από τα συνθήματα των αραβικών εξεγέρσεων ήταν ότι οι πολίτες θέλουν να βάλουν τέλος στην τυραννία. Αλλά, ο μόνος διαρκής εγγυητής των πολιτικών δικαιωμάτων είναι το είδος τής κοινωνικής και θρησκευτικής πολυμορφίας που οι ριζοσπάστες Μουσουλμάνοι της περιοχής βρίσκονται στην διαδικασία να εξαλείψουν.
Ο Χρήστος Ιακώβου είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
Πηγή: http://mignatiou.com/2014/04/o-christianismos-sti-mesi-anatoli-meta-tin-araviki-anixi/
Ανάσταση! Ένας μοναδικός θρίαμβος. Ένας θρίαμβος όχι συνηθισμένων διαστάσεων, αλλά θρίαμβος κοσμικών, και χρονικώς αιωνίων διαστάσεων.
«Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω». «Εορταζέτω δε κόσμος ορατός τε και αόρατος», γιατί «τα σύμπαντα σήμερον χαράς πληρούνται». «Άγγελοι και άνθρωποι την του Σωτήρος υμνούσι τριήμερον έγερσιν». «Λαοί υμνούσι... Πάσχα μέγα εξανατείλαν υπό του Αναστάντος εκ τάφου Χριστού του ζωοδότου και Λυτρωτού πάσης κτίσεως». «Ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια» αναγνωρίζουν το μεγάλο και μοναδικό γεγονός της Αναστάσεως. Και δικαιολογημένα ψάλλει η Εκκλησία θριαμβευτικά και με ακράτητον ενθουσιασμό την Ανάσταση. «Ώφθη φως απρόσιτον ημίν λάμπων από του τάφου ωραίος Χριστός ο Κύριος. Άδης ηχμαλώτισται. σατάν ηφάνισται. χαίρει κόσμου τα πέρατα», μέλπει Εκκλησία του Χριστού.
Και με το στόμα του μεγαλυτέρου ρήτορός της κράζει θριαμβευτικά:
«Μηδείς θρηνήτω πενίαν. εφάνη γαρ η κοινή βασιλεία. Μηδείς οδυρέσθω πταίσματα. συγγνώμη εκ του τάφου ανέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον. ηλευθέρωσε γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Εσκύλευσε τον Άδην ο κατελθών εις τον Άδην... ο Άδης επικράνθη... Πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, Άδη, το νίκος; Ανέστη Χριστός, και συ καταβέβλησαι. Ανέστη Χριστός, και πεπτώκασι δαίμονες. Ανέστη Χριστός, και χαίρουσιν άγγελοι. Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς εν τω μνήματι. Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας».
(Κατηχητικός Λόγος Ιω. Χρυσοστόμου, Κυριακής Πάσχα).
Αυτόν τον ενθουσιασμό με παραλήρημα χαράς ανεκφράστου ακράτητο βιώνει η Εκκλησία μας πάντοτε, αλλά ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο της επετείου της Αναστάσεως του Κυρίου. Και τον εκφράζει διαποτισμένον με πίστη απαρασάλευτη και ζώσα με την πλούσια και ασύγκριτη υμνολογία της. Αυτόν τον θρίαμβο εξυμνεί εκφράζοντας τα θεία και ουράνια αισθήματά της καλώντας σε συμμετοχή τους πάντες, ιδιαίτερα όμως ετούτες τις ημέρες, όλους τους πιστούς της. Και τους καλεί να συμμετάσχουν σε αυτά όχι για να προκαλέση στις ψυχές κάποια έντονα στιγμιαία ιερά συναισθήματα, αλλά μόνιμα βιώματα και πεποιθήσεις εσωτερικές ακλόνητες και οδηγητικές της πορείας μέσα στη ζωή του καθενός. Βιώματα εν πίστει, που να διαποτίζουν ολόκληρη την ύπαρξη, ώστε να αποτελούν όλο και πιο αποφασιστικά και με συνέπεια αποδοχή της καινής ζωής, που εμπνέει ο κενός τάφος ως μάρτυρας σιωπηλός μεν, αλλά αναμφίλεκτος, της αναχωρήσεως από αυτόν του προσωρινού Ενοίκου του, που αναχώρησε στο ολόφωτο βασίλειο του ουρανού ως ταυτόχρονα φορεύς και της εξαγιασμένης ανθρώπινης φύσεως της ενωμένης αχώριστα με την θεϊκή του φύση.
Είναι όμως αδύνατο να περιγράψη κανένας με λόγια το γεγονός, που ολόκληρο το σύμπαν, όλος ο υλικός και πνευματικός κόσμος, αδυνατεί και να περιχωρήση και να κατανοήση εις βάθος και να εκτιμήση ανάλογα με τη σημασία και το μέγεθός του. Και βέβαια είναι απολύτως αδύνατη η περιγραφή του και παρουσίασή του στα πολύ περιορισμένα χρονικά πλαίσια μιας πενιχρής ομιλίας. Παραμένει μόνο η θελκτικότητα του βιώματος και η διαισθητική προσέγγιση του μεγάλου αυτού μυστηρίου εν πίστει και χαρά αφ' ενός και εν βιώσει του στην πορεία και τον αγώνα της ζωής αφ' ετέρου.
Θα έπρεπε όμως να εκταθή υπέρμετρα ο λόγος και με ακροθιγή, έστω, αναφορά του στο άφραστον αυτό θαύμα. Όσα έχουν αναφερθή ως το σημείο αυτό, αναφέρθηκαν μόνον ως στοιχειωδέστατη και ατελής υπογράμμιση της σημασίας της Αναστάσεως του Κυρίου και οπωσδήποτε αφετηριακά, γιατί το θέμα μας δεν είναι αυτό, αλλά Η Ανάσταση ως θρίαμβος της αγάπης. Ποιας αγάπης; και ποιου θριάμβου; Της αγάπης του Θεού και του θριάμβου της, όπως θα επιχείρηση η συνέχεια του λόγου να καταδείξη. Αποτελεί άλλωστε το θέμα αυτό μια ουσιαστική, αν όχι την ουσιαστικώτερη, πλευρά του γεγονότος της Αναστάσεως. Και χρειάζεται, φρονώ, περισσότερη έξαρσή του, αφού η αγάπη του Θεού είναι εκείνη, που αποτελεί τον θρίαμβό της και αυτή η αγάπη μας ενδιαφέρει περισσότερο από κάθε τι άλλο. Στην πλευρά αυτή θα προσπαθήσουμε να στρέψουμε την προσοχή μας.
α) Η αγάπη του Θεού
«Ο Θεός αγάπη εστί» (Α' Ιω. δ' 8). Όσο κι αν μας φαίνεται κατανοητή η φράση αυτή και ο προσδιορισμός του νοήματός της, όμως αποτελεί μυστήριο, γιατί μυστήριο είναι ο ίδιος ο Θεός, με τον οποίο ταυτίζεται. Όσο άπειρος είναι ο Θεός, τόσο άπειρη είναι και η αγάπη του. Και όσο λίγο κατανοούμε τον Θεό, τόσο λίγο μπορούμε να κατανοήσουμε και το νόημα αυτής της φράσεως, ότι ο Θεός είναι αγάπη στην ολότητά του, γιατί ξεπερνάει τα όρια της περιωρισμένης μας λογικής. Μένουν όμως κάποια στοιχεία και μερικά περιθώρια κατανοήσεως κάποιων εκδηλώσεων της αγάπης του Θεού, τόσο στη σύνολη δημιουργία, όσο και στη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο. Αλλιώς δεν θα είχε νόημα η ομιλία αυτή.
Μια προσπάθεια προσεγγίσεως της θείας αγάπης αποτελεί η περιγραφή, που επιχειρεί σχετικά ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης μιλώντας για την αγάπη του Θεού ως «εκστατικότητα του Θεού». Η αγάπη του Θεού είναι μια κατά κάποιον τρόπο μυστικόν και απροσπέλαστον νοητικά «έκσταση», δηλαδή έξοδος του Θεού από τον εαυτό του, χωρίς όμως να «εξίσταται» ο Θεός, χωρίς δηλαδή να βγαίνη από τον εαυτό του! Ακατανόητο αυτό και αντινομικό, αλλά μόνον έτσι μπορεί να εκφρασθή αυτή η διαπίστωση. Ο Θεός πληροί τα πάντα και περιέχει τα πάντα, αλλά ο ίδιος δεν περιέχεται από τίποτε. Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να «εξίσταται» ο Θεός, αφού δεν υπάρχει χώρος για να «εκστή» έξω από αυτόν, γιατί είναι απερίληπτος; Πώς μπορεί δε να εξίσταται, και όμως να παραμένη μη εξιστάμενος;«Μείωση» ή «σμίκρυνση» του Θεού είναι απαράδεκτη και ακατανόητη. Ας ιδούμε όμως τί ακριβώς μας λέει ο Άγιος και ας κατανόηση ο καθένας μας ό,τι μπορεί, αφού ο χρόνος δεν μας επιτρέπει αναλύσεις και σχολιασμούς.
«Ας τολμήσουμε, λέει, να πούμε ετούτο χάριν της αλήθειας, ότι αυτός ο αίτιος των όλων εξαιτίας του καλού και αγαθού έρωτος για όλα, από υπερβολή ερωτικής αγαθότητος βγαίνει έξω από τον εαυτό του με τις πρόνοιές του για όλα τα όντα. Και θέλγεται κατά κάποιον τρόπο από την αγαθότητα και την αγάπη και τον θείον έρωτα. Από εκεί, που είναι πάνω από όλα και υψηλότερος απείρως από αυτά, κατεβαίνει σε όλα με εκστατική δύναμη υπερούσια χωρίς να εξέρχεται ουσιαστικά από τον εαυτό του. Γι' αυτό και εκείνοι, που ξέρουν καλά τα θεία τον αποκαλούν ζηλωτή, (Δευτερ. ε' 9), επειδή έχει πολύν αυτόν τον έρωτα προς τα όντα. Και επειδή γι' αυτά προνοεί».
Και επεξηγεί ο άγιος Ιερόθεος την έννοια του όρου έρως: «Τον έρωτα είτε θείον ειπούμε είτε αγγελικόν είτε νοερόν είτε ψυχικόν είτε ακόμη και φυσικόν, πρέπει να τον εννοήσουμε ως μια δύναμη που προξενεί ένωση. Και κινεί τα ανώτερα να προνοούν για τα κατώτερα, εκείνα που είναι της ίδιας σειράς τα κινεί να έχουν αμοιβαία συνοχή και κοινωνία και τέλος κινεί τα κατώτερα να επιστρέψουν στα καλύτερα και ανώτερά τους».
Και ο άγιος Διονύσιος συνεχίζει: «Επομένως ο Θεός "εξίσταται" με μια πνευματική κίνηση αγαπητική προς τα δημιουργήματά του και ειδικώτερα προς τα λογικά πλάσματά του, όπως είναι ο άνθρωπος. Ο θείος έρως είναι από τη φύση του εκστατικός. Δεν αφήνει τους εραστές να ανήκουν στον εαυτό τους. Και αυτό το δείχνουν από την πρόνοια, που δείχνουν για τα κατώτερα. Εκείνα που είναι της ίδιας σειράς τη δείχνουν από την μεταξύ τους συνοχή. Και τα χαμηλότερα από τη θειότερη επιστροφή τους προς τα πρώτα. Γι' αυτό ο θείος Παύλος, που κυριεύθηκε από τον θείον έρωτα και δοκίμασε την εκστατική του δύναμη, λέει με ένθεο στόμα: "δεν ζω εγώ, αλλά ζη μέσα μου ο Χριστός". (Γαλ. β' 13) ως αληθινός εραστής, που μέσα του είχε υποστή έκσταστη προς τον Χριστό, όπως λέει ο ίδιος στην προς Κορινθίους Επιστολή του (Β', ε' 13). Δεν ζούσε επομένως τη δική του ζωή, αλλά τη ζωή του αγαπημένου του ως υπερβολικά αγαπητή και ποθητή».
Και ο μεγάλος θεολόγος, ο όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής, (Ζ' εκατοντ. Θεολογίας, όπου και τα παραπάνω των αγίων Διονυσίου και Ιεροθέου κεφ. 84 εξ.) λέει τα εξής: Οι θεολόγοι ονομάζουν το θείον άλλοτε έρωτα, άλλοτε αγάπη, άλλοτε εραστό και αγαπητό. Γι' αυτό ο έρως, που είναι αγάπη κινείται (προς τα έξω), ως εραστό δε και αγαπητό κινεί προς τον εαυτό του όλα όσα είναι δεκτικά έρωτος και αγάπης. Και, για να το ξαναπούμε καθαρώτερα και σαφέστερα, κινείται προς εκείνα, που είναι δεκτικά έρωτος και αγάπης προξενώντας μια εσωτερική σχέση. Και κινεί, γιατί είναι εκ φύσεως ελκυστικός της επιθυμίας εκείνων, που κινούνται προς αυτόν. Και πάλι κινεί και κινείται, γιατί ο θείος έρως διψάει να τον διψούν, ποθεί να ποθήται και αγαπάει να τον αγαπούν. Το ίδιο άλλωστε ισχύει και από την πλευρά των αγαπημένων εν σχέσει προς τον Κύριο, ως πηγή της θείας αγάπης.
Και συνεχίζει (κεφ. 87): Πηγή και γεννήτορας της αγάπης και του θείου και αγίου έρωτος είναι ο ίδιος ο Θεός. Γιατί αυτός, ενώ υπήρχε αυτή η αγάπη μέσα του, την πρόβαλε προς τα έξω, δηλαδή προς τα κτίσματά του. Σύμφωνα με αυτό έχει λεχθή ότι «ο Θεός είναι αγάπη»(Α' Ιω. δ' 16). Και πάλι λέγεται για τον Θεό, ότι είναι «γλυκύτης και επιθυμία», δηλαδή αγάπη και θείος έρως (Άσμα Ασμ. ε' 16). Υποκείμενο λοιπόν, άλλα και αντικείμενο αγάπης και θείου έρωτος είναι ο ίδιος. Λοιπόν με το να ξεχύνεται από αυτόν ο θείος έρως και η θεία αγάπη, αυτή η έκβλυση σημαίνεται ως κίνηση. Με το να είναι αυτός το πράγματι αξιέραστο και αγαπητό και επιθυμητό και προτιμητό, κινεί εκείνα, που στρέφονται προς αυτόν ανάλογα προς τη δύναμη της επιθυμίας τους.
β) Η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο
Ο Θεός ο υπεράγαθος και υπεράγιος, ο Θεός, που είναι η αγάπη η άπειρη και απερινόητη, δεν ανεχόταν να περιορίζεται σε μόνον τον εαυτό του το αγαθό, που τον χαρακτηρίζει, και η χωρίς όρια μακαριότης του, χωρίς αυτά τα αγαθά να μετέχωνται και από άλλους εκτός του εαυτού του. Γι' αυτό δημιούργησε τις νοερές αγγελικές δυνάμεις, τον αισθητό κόσμο και ανάμεσά τους τον άνθρωπο, τον περιβεβλημένον υλικό σώμα, αλλά και προικισμένον με πνευματικόν πλούτο μέσα σε αυτό. Όλα έγιναν από πολλή αγάπη και μόνο, γιατί ο Θεός είναι ανενδεής, δηλαδή δεν έχει ανάγκη από τίποτε. Είναι παντοδύναμος και δεν χρειάζεται συμπλήρωση από τίποτε. Είναι απολύτως μακάριος και δεν χρειάζεται προσθήκη άλλης δυνάμεως. Είναι πάνσοφος και δεν χρειάζεται συμβούλους και έξωθεν σοφία όντας αυτός αυτοσοφία και πηγή κάθε σοφίας. Ο μόνος λόγος νοερής και υλικής δημιουργίας ήταν η απέραντη αγάπη του για να μετάσχουν και τα δημιουργήματά του από τον πλούτο των αγαθών, των οποίων είναι ο ίδιος φορεύς και να γεύωνται τον πλούτο της αγάπης του.
Έτσι έχουμε μια κίνηση αγάπης, που εκπορεύεται από τον Θεό, διαπερνάει και διαποτίζει όλα τα όντα, πνευματικά και υλικά, και επιστρέφει πάλι στον ίδιο τον Θεό ως πηγή της. Ιδιοποιούμενα δε τα πλάσματά του αυτήν την αγάπη, την προσφέρουν με τη σειρά τους στην αέναη πηγή της, για να συνεχίζη ακατάπαυστα αυτή η θεία ροή και η υπερλογική ανακύκληση. Έτσι ο λόγος «Τα σα εκ των σων» αποτελεί μια ατέλειωτη και αδιάκοπη και διαρκώς επαναλαμβανόμενη περίοδο αγάπης, που ζωοποιεί και χαρίζει ό,τι καλό σε όλους τους αποδέκτες της και προ πάντων στους λογικούς αποδέκτες της, που του προσφέρουν με τη σειρά τους ως δική τους, συνειδητά δική τους, την αγάπη τους στον Θεό, από τον οποίο και ξεκίνησε.
Αυτό τονίζει και ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Η ερωτική κίνηση του αγαθού, η οποία προϋποθέτει τον Αγαθό Κύριο του παντός και το Αγαθό, που σε Αυτόν προϋπάρχει και που από Αυτόν προέρχεται, ξαναγυρίζει στον ίδιο, γιατί η κίνηση αυτή είναι χωρίς τέλος και χωρίς αρχή. Αυτό φανερώνει και την ακατάπαυστη επιθυμία μας προς ένωση μαζί του. Γιατί η αγαπητική ένωση με τον Θεό είναι πολύ πιο πάνω από κάθε άλλη ένωση» (όπ. π. κεφ. 89).
Η κίνηση αυτή είναι κίνηση αγαπητική κοινωνίας με τον Θεό. Ιδιαίτερα τα λογικά πλάσματα, ακριβώς γιατί έχουν λογικό και αυτοσυνειδησία, κοινωνούν συνειδητότερα και βαθύτερα με τον Θεό. Η κοινωνία αυτή βέβαια δεν είναι κοινωνία ίσων προς ίσον, αλλά κοινωνία πλασμάτων σχετικών και περιορισμένων προς τον άπειρο Δημιουργό τους. Με άλλα λόγια. αλλιώς αγαπάει ο Θεός τα πλάσματά του και αλλιώς τα πλάσματα τον Θεό. Η αγάπη του Θεού είναι απροσμέτρητη και άπειρη σε μέγεθος και βάθος και πλάτος και γνησιότητα. Η αγάπη των πλασμάτων προς τον δημιουργό τους πάντοτε περιορισμένη και σχετική και οπωσδήποτε ανάλογη με τη δύναμη προσφοράς τους.
Ο άνθρωπος, όπως είπαμε, δημιουργήθηκε από τον Θεό ως έκφραση της απέραντης αγαθότητος και κοινωνικότητός του. Και δημιουργήθηκε με κέντρο της υπάρξεώς του τον Δημιουργό του, από τον οποίο την πήρε και η οποία μόνο από αυτόν μπορεί να συνεχίζεται και να διατηρήται αλώβητη, όπως π.χ. τηρουμένων πάντοτε των αναλογιών, η γη διατηρήται και διατηρεί όλον τον πλούτο της από τον ήλιο, που τη συγκρατεί στην τροχιά της και την ζωογονεί με το φως και τη θερμότητά του.
Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν Θεού». Και αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων ότι δημιουργήθηκε και με τα ιδιαίτερα χαρίσματα της λογικότητος, της αυτοσυνειδησίας και της ελευθερίας και επομένως με τη δυνατότητα προσωπικής και αγαπητικής κοινωνίας με τον Θεό. Και αυτή πάντοτε εν ελευθερία. Αυτός ήταν ο πρωταρχικός σκοπός, όπως ήδη τονίσθηκε και πιο πάνω και για τα άλλα λογικά και πνευματικά όντα. Όχι βέβαια γιατί είχε ανάγκη ο Θεός, το τονίζουμε και πάλι αυτό, της κοινωνίας του ανθρώπου μαζί του, αλλά από αγαθότητα απέραντη και από αγάπη και με την επιθυμία να μετέχη διαρκώς και περισσότερο ο άνθρωπος στις πνευματικές και άλλες δωρεές του Θεού, στη μακαριότητα και στην απεριόριστη χαρά και ευτυχία του. και, αν μπορούμε να το πούμε και αλλιώς, να χαίρεται ο Θεός βλέποντας χαρούμενον και μακάριον τον άνθρωπο και διαρκώς προοδεύοντα στην μαζί του σχέση.
Ο Θεός φύσηξε στον Αδάμ πνοήν ζωής. Και του έδωσε άφθονη τη θεία χάρη γιατί προίκισε τον Αδάμ με «ψυχήν ζώσαν» και όχι απλώς ψυχή, που είχαν άλλα έμβια όντα. Και δεν ήταν η ψυχή του ανθρώπου απλώς ζωή, αλλά ψυχή, που δεχόταν την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος και που θα μπορούσε να τη διατηρή, εφόσον θα ζούσε πνευματικά. Έτσι το Άγιον Πνεύμα θα γινόταν η ψυχή της ψυχής του, ο μόνιμος κάτοικός της, και επομένως θα γινόταν «τέλειος και ολόκληρος και εν μηδενί λειπόμενος». Όσο θα εξακολουθούσε αυτή η ψυχή του Αδάμ να είναι τέτοια, θα του έδινε συνεχή δόξα και θεόμορφη και θεοειδή λαμπρότητα. Θα έβλεπε τα πράγματα διορατικά και προφητικά και θα γινόταν συνδημιουργός του Θεού στην κλίμακα και τον κύκλο της ανθρώπινης υπάρξεώς του.
Όπως δημιουργήθηκε ο πρώτος άνθρωπος, μας λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, «δεν χρειαζόταν να παρεμβάλλεται μεταξύ αυτού και του Θεού κάτι, που να χρειάζεται να το γνωρίζη και που να τον εμποδίζη στην αυτόβουλη σχέση και συγγένειά του με τον Θεό. Αυτό θα πραγματοποιούνταν μέσω της αγάπης κατά την κίνησή του προς αυτόν. Επειδή με τη βοήθεια της θείας χάριτος ο άνθρωπος ήταν απαθής, δεν θα μπορούσαν να τον εξαπατήσουν με την ηδονή οι φαντασίες των παθών. Επειδή δε ήταν χωρίς ανάγκες, ήταν ελεύθερος από τις περιστατικές ανάγκες των τεχνών, για την οποιαδήποτε χρεία του. Και επειδή ήταν σοφός, ήταν χάρις στη γνώση ελεύθερος από την εξάρτηση και αναγκαστική θεώρηση της φύσεως, γιατί θα την γνώριζε άμεσα και με τη βοήθεια της χάριτος. Αυτή δε η κατάσταση μονιμοποιούμενη ελεύθερα με την προσωπική προσπάθεια και ελεύθερη συμβολή του ίδιου του ανθρώπου θα τον ωδηγούσε στη θέωση».
Όμως ο Αδάμ έπεσε θεληματικά παρακούοντας την σαφή εντολή του Θεού. Έπεσε πολύ βαριά. Και ευρισκόμενος στην κατάσταση της παρακοής στερήθηκε τη θεία χάρη και αποξενώθηκε από τον Θεό. Έχασε το ζωοποιό και φωτιστικό Άγιο Πνεύμα, αφού δεν θέλησε να τιμήση και την προνομιακή θέση, που σε αυτήν τον τοποθέτησε ο Θεός καθώς και τις ανεκτίμητες ευεργεσίες, που του έκανε ο Δημιουργός του. «Και άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε. Παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς». Έτσι βυθίστηκε στην άγνοια και στο σκοτάδι μη έχοντας πια οδηγό του το Άγιο Πνεύμα και δεν του ήταν πια δυνατή η πρώτη οικεία σχέση του με τον Θεό. Κατάντησε λοιπόν ο άνθρωπος γεώδης και βοσκηματώδης, σκλάβος των παθών του και της αμαρτίας, που τον κυρίεψε ολοκληρωτικά. Ο άνθρωπος έμεινε πια μόνος του, με μόνο σύντροφό του την πικρή, την κατάπικρη, τώρα για την κατάστασή του ανάμνηση μιας τρομερής πτώσεως και καταπτώσεως, αλλά και μιας ανέφικτης πια και οριστικά χαμένης ευτυχίας και ενός απολεσθέντος Παραδείσου.
«Οίμοι! ο Αδάμ εν θρήνω κέκραγεν, ότι όφις και γυνή Θεϊκής παρρησίας με έξωσαν, και Παραδείσου της τρυφής ξύλου βρώσις ηλλοτρίωσεν! Οίμοι! Ου φέρω λοιπόν το όνειδος. ο ποτέ βασιλεύς πάντων κτισμάτων του Θεού, νυν αιχμάλωτος ώφθην, υπό μιας αθέσμου συμβουλής και ο ποτέ δόξαν αθανασίας ημφιεσμένος της νεκρώσεως την δοράν περιφέρω. Οίμοι! Τίνα των θρήνων συνεργάτην ποιήσομαι;» (Στιχηρόν των αίνων της Κυριακής Τυρινής).
Άδικα λοιπόν δημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο; Θα έμενε πια όνειρο μακρινό η αρχέγονη κατάσταση; Θα ήταν για πάντα κλειστός για τον άνθρωπο ο ουρανός;
γ) Η ανόρθωση και ο θρίαμβος της αγάπης
Ο Θεός όμως δεν είναι μικροπρεπής ούτε εκδικητικός. «Ουκ εις τέλος οργισθήσεται ουδέ εις τον αιώνα μηνιεί. Ου κατά τας ανομίας ημών εποίησεν ημίν ουδέ κατά τας αμαρτίας ημών ανταπέδωκεν ημίν». Θα ψάλη αργότερα ο ιερός Ψαλμωδός. Αλλά ο Θεός ήταν και είναι πάντα ο ίδιος. Το πλάσμα του ελεύθερα τον παρήκουσε. Διεχώρισε την πορεία του από την πορεία, που του χάραξε ο Δημιουργός του. Αλλά εκείνος, μακρόθυμος ων και πολυέλεος, δεν μπορούσε να υποφέρη βλέποντας το πλάσμα του καταδικασμένο στη φθορά και στον θάνατο από τον ίδιο τον εαυτό του. Αν ο άνθρωπος λησμόνησε τον Πλαστουργό του, ο Πλαστουργός του δεν λησμόνησε ποτέ το πλάσμα του το ξεπεσμένο και δυστυχισμένο από τη δική του παράνοια και ανυπακοή. «Ο Θεός αγάπη εστί». Και η αγάπη του Θεού «ουδέποτε εκπίπτει» σε μη - αγάπη. Ο Θεός δεν έπαψε να αγαπά το δημιούργημά του, στο οποίο μάλιστα εγκατέστησε την εικόνα του. Ως Παντογνώστης, αλλά και πλήρως Προγνώστης του μέλλοντος είχε σχεδιάσει «προ καταβολής κόσμου» την επανόρθωση του πεσόντος Αδάμ και της καταπεσμένης ανθρώπινης φύσεως. Και προγραμμάτισε κάτι, που όχι ανθρώπου διάνοια, αλλά και αυτών των αγίων αγγέλων ο άγιος νους ήταν αδύνατο να φαντασθή.
Επειδή δε δεν ήθελε με κανένα τρόπο να παραβιάση την ελευθερία του ανθρώπου, που ο ίδιος του χάρισε και την οποία δεν ήθελε χρησιμοποιώντας τη θεία δύναμή του να αναγκάση τον άνθρωπο να δεχθή τη λύτρωσή του, έπρεπε να χρησιμοποιήση τρόπο τέτοιον, που να βοηθηθή ο άνθρωπος να δεχθή ελεύθερα και αβίαστα την επάνοδό του στην αγαπητική σχέση με τον Δημιουργό του.
Δύο ενέργειες καθιστούν φανερόν και γνήσιον τον εραστή και φορέα της θείας αγάπης.
Πρώτον, η ευποιΐα και ευεργεσία προς τον αγαπημένο και
Δεύτερον, η αδίστακτη προσφορά και των μεγαλυτέρων θυσιών και δεινών χάριν του αγαπημένου.
Η δεύτερη ενέργεια είναι ανώτερη από την πρώτη. Η δεύτερη ενέργεια είναι επίσης πειστικώτερη από την πρώτη. Και γι' αυτό και είναι σπανιώτερη από την πρώτη. Στον ανθρώπινο βίο βέβαια, όχι όμως και προκειμένου περί του Θεού.
Και η πρώτη ενέργεια για τον Θεό ήταν προχειρότατη. Και την είχε εκδηλώσει προηγουμένως με πλούσια δώρα στον άνθρωπο και μπορούσε να την επαναλάβη με περισσότερες και ακόμη ανώτερες δωρεές και ευεργεσίες. Η δεύτερη όμως ενέργεια θα σκόνταβε στο ότι ο Θεός είναι απρόσβλητος από ο,τιδήποτε μειωτικό και αρνητικό, γιατί ο Θεός δεν είναι παθητός. Όμως η αγάπη του δεν σταμάτησε σε αυτό το εμπόδιο. Η αγάπη του ως πάνσοφη και απείρως εφευρετική θα εύρισκε τον τρόπο να προχωρήση και στη δεύτερη ενέργεια, γιατί μόνο έτσι θα μπορούσε να πείση την ανθρώπινη φύση για τη γνησιότητα της αγάπης του χωρίς να την παραβιάση ή να την παραμορφώση ή να την άρη και να την αφαιρέση. Ο Θεός χαρίζει αμεταμέλητα ό,τι χαρίζει. Δεν μετανοιώνει ποτέ για ό,τι έκανε, γιατί δεν κάνει τίποτε, που να μην είναι και σοφά καμωμένο και ακριβώς σύμφωνο με αυτό ακριβώς, που ήθελε να κάνη. Και λοιπόν βρήκε τη λύση. Βρήκε τη λύση όχι περιμένοντας την πτώση του ανθρώπου, αλλά προαιωνίως, γιατί ό Θεός ήξερε τί επρόκειτο να συμβή με τον άνθρωπο. Και ποια θα ήταν η λύση; Η λύση θα ήταν η «κένωση». Η κένωση; Τί σημαίνει κένωση; Σημαίνει, ότι θα άδειαζε από τη θεότητά του και θα έπαιρνε σάρκα και οστά ο μονογενής Υιός του, η απόλυτη αγάπη του θείου προσώπου του, το θείο και υπερφυσικό Γέννημά του.
Τί πιο μεγαλειώδες και πιο υπέροχο σχέδιο από αυτό; Σχέδιο, που μόνον Αυτός μπορούσε και να το σκεφθή και προ πάντων να το θέση σε εφαρμογή επισκεπτόμενος τον άνθρωπο ο Θεός σαν άνθρωπος και αυτός στο πρόσωπο του αγαπημένου του Μονογενούς Υιού και Λόγου του, που ήταν και είναι ισοδύναμος και συνάναρχος με τον Πατέρα, Θεός εκ Θεού. Και θα τον έστελνε όχι με θείο μεγαλείο και δόξα ουράνια και στρατιές αγγέλων δορυφορούντων αυτόν, αλλά ως ταπεινόν άνθρωπο.
Αυτό θα ψάλη αργότερα η Εκκλησία:
«Ο εκ Θεού Πατρός Λόγος, προ των αιώνων γεννηθείς, επ' εσχάτων δε των χρόνων, ο αυτός εκ της απειρογάμου σαρκωθείς, βουλήσει σταύρωσιν θανάτου υπέμεινε, και τον πάλαι νεκρωθέντα άνθρωπον έσωσε, διά της εαυτού Αναστάσεως» (Πεντηκοστάριον, Σάββατον Διακαινησίμου, στιχηρόν εις το Κύριε εκέκραξα).
«Ο Βασιλεύς των ουρανών διά φιλανθρωπίαν, επί της γης ώφθη, και τοις ανθρώποις συνανεστράφη. Εκ Παρθένου γαρ αγνής σάρκα προσλαβόμενος, και εκ ταύτης προελθών μετά της προσλήψεως, εις έστιν Υιός διπλούς την φύσιν, αλλ' ου την υπόστασιν. Διό τέλειον αυτόν Θεόν, και τέλειον άνθρωπον, αληθώς κηρύττοντες, ομολογούμεν Χριστόν τον Θεόν ημών, ον ικέτευε Μήτερ ανύμφευτε, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών» (ένθ. ανωτέρω).
Με άλλα λόγια δεν θα γινόταν άνθρωπος άλλος από τον ίδιο τον Θεό, γιατί στο πρόσωπο του Υιού του Θεού θα ήταν ο ίδιος ο Θεός, αφού ο Λόγος του Πατρός είναι Θεός όπως ο Πατήρ χωρίς καμμιά διαφορά εκτός της υποστατικής ιδιότητός του ως εκ Πατρός γεννηθέντος. «Ούτος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος» κατά την μαρτυρία του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου.
Ναι τέτοιος είναι ο Θεός. Γεμάτος απέραντη αγάπη θερμή, τρυφερή, απαλή, ποτέ κουραστική και ποτέ εκβιαστική. Υπέροχη εικόνα αυτής της ανεκτίμητης απαλής αγάπης και θείας λεπτότητος παρουσίας του έδωσε ο ίδιος ο Θεός στον δυναμικό προφήτη Ηλία, στον οποίο είπε:
«Εξελεύση αύριον και στήση ενώπιον Κυρίου εν τω όρει. Ιδούπαρελεύσεται Κύριος. Και πνεύμα μέγα κραταιόν διαλύον όρη και συντρίβον πέτρας ενώπιον Κυρίου. ουκ εν τω πνεύματι ο Κύριος. Και μετά το πνεύμα συσεισμός, ουκ εν τω συσσεισμώ ο Κύριος. Και μετά τον συσσεισμόν πυρ. ουκ εν τω πυρί Κύριος. Και μετά το πυρ φωνή αύρας λεπτής, κακεί Κύριος!» (Γ' Βασιλ. 19, 11-12).
Ναι, αυτός είναι ο Κύριος. «Φωνή αύρας λεπτής», γαλήνια αύρα, που δροσίζει, που γαληνεύει, που εξηρεμεί, που ειρηνεύει και που θωπεύει τρυφερά και σπλαχνικά τον ξεπεσμένον άνθρωπο. Ως τέτοιος θα επισκεπτόταν τον άνθρωπο. Θα επισκεπτόταν τον άνθρωπο ο Μονογενής Υιός, ως άνθρωπος. Όχι μεταμορφωμένος σε άνθρωπο, χωρίς να είναι, αλλά σε πραγματικόν άνθρωπο, με σάρκα και αίμα, ως «ενανθρωπίσας Θεός». Ως ίσος προς ίσους, έστω κι αν πίσω του θα κρυβόταν η Θεότης του, αφού θα ήταν θεάνθρωπος. Όμως θα φαινόταν και θα λεγόταν και θα ήταν και «υιός του ανθρώπου». «Και λοιπόν ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν τοις ανθρώποις». Μάλιστα. «άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα θεόν τον άνθρωπον απεργάσηται»!
«Ο Υιός λοιπόν του Θεού εν μορφή Θεού υπάρχων... εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. β' 6-8).
Ο λόγος του Θεού, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Χριστός, που ως απαράλλακτη εικόνα του Θεού και Πατρός ήταν και ο ίδιος Θεός, άδειασε τον εαυτό του από το θεϊκό του μεγαλείο, τον σμίκρυνε μόνος του θεληματικά από αγάπη και μόνο και από απόλυτη υπακοή στο θέλημα του αγαπημένου του Πατρός και έλαβε μορφή δούλου, δηλαδή έγινε άνθρωπος και ουσιαστικά ίδιος με τους ανθρώπους κατά το εξωτερικό του φαινόμενο, χωρίς όμως αμαρτία, και ταπείνωσε τον εαυτό του μέχρι θανάτου και μάλιστα σταυρικού θανάτου οδυνηρού και ατιμωτικού.
«Ο περί τους ανθρώπους έρως τον Θεόν εκένωσε», θα σχολιάση ένας εκκλησιαστικός Πατήρ.
Πλήθος είναι οι σχετικές γραφικές μαρτυρίες για το θέμα αυτό. Κάποιες από αυτές θα αναφέρουμε για να πιστοποιηθή πόση αγάπη και πόσον πόθο είχε ο Θεός να σώση τον άνθρωπο συμφιλιώνοντάς τον μαζί του.
«Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ' έχη ζωήν αιώνιον. Ου γαρ απέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού εις τον κόσμον, ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ' ίνα σωθή ο κόσμος δι' αυτού» (Ιω. γ' 16).
Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε σε θάνατο τον μονογενή του Υιόν, για να μη χαθή και καταδικαστή ο κόσμος, αλλά να σωθή ο καθένας, που θα πιστέψη σε αυτόν και να κληρονομήση την αιώνια ζωή. Γιατί δεν έστειλε ο Θεός τον Υιό του στον κόσμο για να κρίνη και να καταδικάση τον κόσμο, αλλά για να σωθή ο κόσμος βάσει της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού.
Αντί λοιπόν να παρουσιασθή ένδοξος και περιβεβλημένος όλη του τη θεία δύναμη και το μοναδικό του μεγαλείο, ήρθε ταπεινά, από αγάπη και εντελώς αθόρυβα, για να κάνη ό,τι ο θείος Απόστολος Παύλος σημειώνει αναφερόμενος στο γεγονός αυτό.
«Ιδού γέγονε καινά τα πάντα. Τα δε πάντα εκ του Θεού του καταλλάξαντος ημάς εαυτώ διά του Ιησού Χριστού και δόντος ημίν την διακονίαν της καταλλαγής, ως ότι Θεός ην εν Χριστώ κόσμον καταλλάσσων εαυτώ, μη λογιζόμενος αυτοίς τα παραπτώματα αυτών, και θέμενος εν ημίν τον λόγον της καταλλαγής. Υπέρ Χριστού ουν πρεσβεύομεν ως του Θεού παρακαλούντος δι' ημών.δεόμεθα υπέρ Χριστού, καταλλάγητε τω Θεώ. τον γαρ μη γνόντα αμαρτίαν υπέρ ημών αμαρτίαν εποίησεν, ίνα ημείς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεού εν αυτώ» (Β' Κορ. ε' 17-21).
Όλα έγιναν καινούργια. Και όλες οι δωρεές πηγάζουν από τον Θεό, ο οποίος μας συμφιλίωσε με τον εαυτό του διά του Ιησού Χριστού και ανέθεσε σ' εμάς τους αποστόλους το έργο του να υπηρετούμε σε αυτήν την συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους. Γιατί ο Θεός ήταν ενωμένος με τον Ιησούν Χριστόν σε μια θεανδρική υπόσταση συμφιλιώνοντας τους ανθρώπους με τον εαυτό του και μη καταλογίζοντας τα αμαρτήματα εις βάρος των ανθρώπων. Αυτός μας ανέθεσε το κήρυγμα του Ευαγγελίου, που συμφιλιώνει με τον Θεό. Είμαστε λοιπόν πρεσβευτές του Χριστού προς τους άλλους ανθρώπους, γιατί ο Θεός διά μέσου μας σας παρακαλεί. Και εμείς λοιπόν παρακαλούμε εξ ονόματος του Χριστού και σας λέμε.συμφιλιωθήτε με τον Θεό!
Και τώρα είναι πια εύκολο έργο η συμφιλίωση με τον Θεό διά μέσου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που ως άνθρωπος δεν γνώρισε ποτέ καμμιά αμαρτία από προσωπική πείρα, αυτόν τον Ιησούν Χριστό τον έκανε για μας αμαρτία, τον φόρτωσε, με άλλα λόγια, τις δικές μας αμαρτίες, και τον άφησε να κατακριθή ως αμαρτωλός για χάρη μας, ώστε εμείς διά μέσου του και της θυσίας του να δικαιωθούμε απέναντι του Θεού.
Ο Πατήρ αγάπησε πράγματι τον κόσμο. Το ίδιο και ο Υιός του. Αγάπησε και αυτός με την ίδια θέρμη και στον ίδιο βαθμό τον άνθρωπο. Αυτό μας βεβαιώνει ο άγιος Απόστολος Παύλος γράφοντας στους Θεσσαλονικείς:
«Αυτός δε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και ο Θεός και Πατήρ ημών, ο αγαπήσας ημάς και δους παράκλησιν αιωνίαν και ελπίδα αγαθήν εν χάριτι, παρακαλέσαι υμών τας καρδίας και στηρίξαιυμάς εν παντί λόγω και έργω αγαθώ» (Β' Θεσ. β' 16-17).
Ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και ο Θεός και Πατέρας μας, που μας αγάπησε, μας έδωσε παρηγορία ανεξάντλητη με τη χάρη και την καλή ελπίδα του ουρανού και των αγαθών του. Είθε αυτός να παρηγορήση τις καρδιές σας και να σας στηρίξη με κάθε διδασκαλία οικοδομητική και κάθε καλό έργο.
Και ο Ευαγγελιστής της αγάπης, ο άγιος απόστολος Ιωάννης, καταθέτει και αυτός τη δική του μαρτυρία.
«Εν τούτω εστίν η αγάπη, ουχ ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών» (Α' Ίω. δ' 10).
Η αγάπη του Θεού φαίνεται και συνιστάται στο γεγονός, ότι δεν είμαστε εμείς εκείνοι, που πρώτοι αγαπήσαμε τον Θεό, αλλά εκείνος αγάπησε πρώτος εμάς τους αμαρτωλούς και έστειλε τον Υιό του για να προσφέρη τον εαυτό του ως θυσία λυτρωτική για τις αμαρτίες μας και τη συμφιλίωσή μας με τον Θεό.
Και ο απόστολος Παύλος προσθέτει δοξολογικά και ευχαριστιακά ό,τι θα αποτελούσε και σύνοψη του θείου έργου της αγαπητικής για τη σωτηρία του ανθρώπου οικονομίας του Θεού.
«Ευλογητός ο Θεός και πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ, καθώς εξελέξατο ημάς εν αυτώ προ καταβολής κόσμου είναι ημάς αγίους και αμώμους κατενώπιον αυτού, εν αγάπη προορίσας ημάς εις υιοθεσίαν διά του Ιησού Χριστού εις αυτόν, κατά την ευδοκίαν του θελήματος αυτού, εις έπαινον δόξης της χάριτος αυτού, εν η εχαρίτωσεν ημάς εν τω ηγαπημένω, εν ω έχομεν την απολύτρωσιν διά του αίματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων, κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού, ης επερίσσευσεν εις ημάς εν πάση σοφία και φρονήσει, γνωρίσας ημίν το μυστήριον του θελήματος αυτού κατά την ευδοκίαν αυτού, ην προέθετο εν αυτώ εις οικονομίαν του πληρώματος των καιρών, ανακεφαλαιώσασθαι τα πάντα εν Χριστώ, τα επί τοις ουρανοίς και τα επί της γης, εν αυτώ, εν ω και εκληρώθημεν προορισθέντες κατά πρόθεσιν του τα πάντα ενεργούντος κατά την βουλήν του θελήματος αυτού, εις το είναι ημάς εις έπαινον της δόξης αυτού, τους προηλπικότας εν τω Χριστώ» (Εφεσ. α' 3-12).
Ας είναι ευλογημένος και δοξασμένος ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος μας έχει χορηγήσει πλούσια κάθε ευλογία πνευματική διά μέσου του Ιησού Χριστού, ώστε να αποκτήσουμε και να απολαύσουμε τα επουράνια αγαθά. Αυτό το πραγματοποίησε σύμφωνα με την εκλογή, που μας έκανε διά μέσου του Ιησού Χριστού προτού να δημιουργηθή ο κόσμος. Και το έκανε με σκοπό να γίνουμε εμείς άγιοι και αψεγάδιαστοι μπροστά του. Με την αγάπη του μας προώρισε να υιοθετηθούμε και να γίνουμε παιδιά του χαριστικώς διά μέσου του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με την αγαθή του διάθεση και το άγιό του θέλημα. Και αυτό, με το να υμνούνται και να δοξάζονται η χάρη του και οι πλούσιες δωρεές του, που με αυτές μας στόλισε και μας έκανε χαριτωμένους πνευματικά διά μέσου του αγαπημένου του Υιού.
Πραγματικά διά μέσου του Υιού του λάβαμε και έχουμε την απελευθέρωση από την σκλαβιά της αμαρτίας και τη σωτηρία με το αίμα του, που χύθηκε επάνω στον Σταυρό για να εξαγορασθούμε. Έτσι λάβαμε και έχουμε την συγχώρηση των αμαρτιών μας βάσει του πλούτου της χάριτός του. Τη χάρη αυτή μας την χορήγησε πλούσια και με το παραπάνω μαζί με κάθε σοφία πνευματική. Και αυτό, για να γνωρίσουμε μεγάλες αλήθειες και για να σκεφτόμαστε σωστά και να ρυθμίζουμε όσα μας αφορούν καθώς πρέπει.
Ακόμα μας έκανε γνωστό το μυστικό και κρυμμένο μέχρι τότε για τον άνθρωπο θέλημά του σύμφωνα με την καλή διάθεση, που είχε για μας πριν από αιώνες ο Θεός. Και η καλή του διάθεση ήταν να πραγματοποιηθή στον κατάλληλο καιρό, όταν αυτός θα ερχόταν, για τη σωτηρία μας. Και έτσι να ενώση διά μέσου του Χριστού σε μια αρμονική ενότητα τα πάντα, τους αγγέλους του ουρανού και τους ανθρώπους στη γη. Διά μέσου του Χριστού και εμείς έχουμε εκλεγή σαν να έγινε κλήρωση γι' αυτό, δηλαδή χωρίς εμείς να κοπιάσουμε καθόλου, και έχουμε προορισθή σύμφωνα με την άγια πρόθεση του Θεού. Ο Θεός ενεργεί και τα κάνει όλα σύμφωνα με το αγαθό του θέλημα. Έχουμε επομένως προορισθή να αποτελούμε έπαινον και ύμνον παντοτεινό της άπειρης δόξας του και της αγαθότητός του εμείς οι χριστιανοί, που και από πριν (όσοι ήμασταν πρώην πιστοί Ιουδαίοι και γίναμε τώρα χριστιανοί) ελπίζαμε και περιμέναμε τη σωτηρία μας διά μέσου του Ιησού Χριστού.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, στην Αποκάλυψή του μας λέει ετούτα:
«Ιωάννης ταις επτά εκκλησίαις... από Κυρίου Ιησού Χριστού,ο μάρτυς ο πιστός, ο πρωτότοκος των νεκρών και άρχων των βασιλέων της γης, τω αγαπώντι ημάς και λούσαντι ημάς από των αμαρτιών ημών...» (Αποκ. α' 4-5).
Εγώ ο Ιωάννης απευθύνομαι στις επτά εκκλησίες (της Μ. Ασίας) και σας εύχομαι να έχετε τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός είναι ο αξιόπιστος μάρτυρας της αλήθειας του Θεού. Αυτός είναι εκείνος, που έχει αναστηθή πρώτος από τους νεκρούς και έγινε αρχή της αναστάσεως όλων των πιστών στη νέα ζωή. Αυτός είναι ο εξουσιαστής και κύριος όλων των βασιλέων της γης. Αυτός λοιπόν ο Ιησούς και μας αγαπάει και μας έχει λούσει και καθαρίσει με το αίμα του από τις αμαρτίες μας.
Κάτι, που έχει σημαντική βαρύτητα και αποτελεί θεμελιώδη σημασία για την αγάπη του Θεού, είναι και η εμπειρία των Αγίων και η προσωπική βίωση της αγάπης αυτής. Αυτήν καταθέτει ο άγιος απόστολος Παύλος, που έχει ζήσει όσο λίγοι την αγάπη αυτή και μας λέει τα ακόλουθα:
«Η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν. Έτι γαρ Χριστός όντων ημών ασθενών κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανε. Μόλις γαρ υπέρ δικαίου τις αποθανείται. υπέρ γαρ του αγαθού τάχα τις και τολμά αποθανείν. Συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιωθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι' αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού. Ου μόνον δε, αλλά και καυχώμενοι εν τω Θεώ διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι' ου νυν την καταλλαγήν ελάβομεν» (Ρωμ. 5,5-11).
Δεν μας ντροπιάζει η ελπίδα στον Θεό, γιατί η αγάπη του Θεού έχει χυθή πλούσια και έχει πλημμυρίσει τις καρδιές μας με το Άγιον Πνεύμα. Και μας δόθηκε ως προκαταβολή για τις δωρεές, που με βέβαιη ελπίδα περιμένουμε να δεχθούμε από τον Θεό. Η άπειρη αγάπη και συγκατάβαση του Θεού απέναντί μας έγινε φανερή από τούτο, δηλαδή από το ότι, ενώ εμείς ήμασταν άρρωστοι πνευματικά, δηλαδή αμαρτωλοί και ένοχοι, ο Χριστός στον καιρό, που γνώριζε από πριν ποιος θα είναι ο κατάλληλος, πέθανε επάνω στο σταυρό για να σώση με τη θυσία του τους ασεβείς.
Πραγματικά είναι μεγάλη η αγάπη του Θεού. Πολύ δύσκολα μπορεί πιθανόν να υπάρξη άνθρωπος που να θυσιασθή για κάποιον δίκαιον. Για έναν αγαθόν και καλόν άνθρωπο ίσως τολμήση κάποιος να πεθάνη. Ο Θεός όμως δείχνει με τρόπο αναμφισβήτητο την αγάπη του για μας με το γεγονός, ότι, αν και εμείς ήμασταν αμαρτωλοί, πέθανε για χάρη μας ο Χριστός. Πολύ περισσότερο λοιπόν τώρα, που δικαιωθήκαμε με το αίμα του, θα σωθούμε από την μελλοντική οργή. Και αυτό, γιατί, ενώ εμείς ήμασταν εχθροί συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό μέσω του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο τώρα, που έχουμε συμφιλιωθεί, θα σωθούμε μέσω του Κυρίου Ιησού Χριστού, που ζη (με την Ανάστασή του) αιώνια, κοντά στον Θεό ως μεσίτης μας. Και όχι μόνο θα σωθούμε, αλλά απολαμβάνοντας από τώρα τις ευεργεσίες του Θεού καυχώμαστε για την αγάπη του διά μέσου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που με την παρέμβασή του έχουμε αποκαταστήσει τις σχέσεις μας με τον Θεό.
* * *
Αλήθεια ποιος άνθρωπος αγάπησε τόσο πολύ; Κι αν αγάπησε έναν ή κάποιον αριθμό συνανθρώπων του δεν του ήταν δυνατό να αγαπήση όλους τους ανθρώπους με την ίδια απέραντη αγάπη και για όλους μαζί και για τον καθένα τους χωριστά. Όλους, όχι μόνο τους τωρινούς ανθρώπους, αλλά όλους, μικρούς και μεγάλους, καλούς και κακούς, δικαίους και αδίκους, όσοι υπήρξαν και όσοι θα υπάρξουν επάνω στη γη. Είναι αδιανόητο αυτό για άνθρωπο. Όση αγάπη κι αν νιώθει ένας φιλόστοργος πατέρας είναι αγάπη για το δικό του παιδί και βέβαια αγάπη ανθρώπινη, περιωρισμένη, αδύναμη, ασύγκριτα μικρή μπρος στην αγάπη του Θεού. Όση αγάπη κι αν έχει μια μητέρα για τα παιδιά της, δεν μπορεί να έχη την ίδια αγάπη και για όλα τα παιδιά του κόσμου, έστω κι αν θυσιασθή γι' αυτά. Η αγάπη της είναι ανθρώπινη, και γι' αυτό περιορισμένη και ανίκανη να σώση το παιδί της από την αμαρτία ή να του εξασφάλιση αιώνια ζωή.
Ποιος καλός άνθρωπος ένιωσε τέτοιον μανικόν έρωτα για τους ανθρώπους, ώστε να αγαπάη απαραμείωτα και μισούμενος και διωκόμενος και βασανιζόμενος και κακοπαθών ως καταγέλαστος και περιφρονημένος από τους ίδιους τους αγαπημένους του χωρίς πικρία, χωρίς αγανάκτηση, χωρίς απογοήτευση; Και μάλιστα διατηρώντας από ευγνώμονα αγάπη τη μνήμη των αγνωμόνων και σαδιστών δημίων του; Ποιος θα έδειχνε θεωρώντας τα τραύματα των βασανιστηρίων του δείγματα αγάπης αδιάσειστα ως προς τη γνησιότητά της; Αυτά μόνο η κενωθείσα και ενανθρωπήσασα αγάπη ήταν ικανή να πραγματοποιήση όχι σε περιωρισμένη κλίμακα, αλλά σε όλη την έκτασή τους. Επανερχόμενος στη ζωή ο ενανθρωπήσας και σταυρωθείς και αναστάς Ιησούς, ανασταίνοντας το σώμα του διατηρεί τις ουλές του και τις πληγές του και στα μάτια των αγγέλων και στα μάτια των Μαθητών του, τους οποίους αφήνει να τα ψαύσουν προς επιβεβαίωση της ταυτότητός του και της θυσίας της αγάπης του. Και ενώ απέρριψε όλα τα άλλα σωματικά στοιχεία και όποιο άλλο χαρακτηριστικό της υλικότητος του πριν από την ανάσταση σώματός του και όποιο άλλο αδιάβλητο πάθος (π.χ. πείνα, δίψα, βάρος, ανάπαυση κ.λπ.) κρατάει συνεχώς τις ουλές του και τα σημάδια των πληγών του. Και μάλιστα με χαρά και καμάρι και ικανοποίηση. Πώς λοιπόν να μη βρουν ανταπόκριση σε αυτήν την αγάπη τα αναρίθμητα πλήθη αγίων μαρτύρων, που «επικολούθησαν τοις ίχνεσιν αυτού»βαδίζοντας τον ίδιο δρόμο του μαρτυρίου χάριν της υπέρτατης αγάπης του Κυρίου για τους ανθρώπους και μαρτύρησαν με τη σειρά τους και αυτοί από αγάπη προς τον πρώτον αγαπήσαντα αυτούς Κύριον;
Ο Κύριος «εαυτόν εκένωσε και έλαβε δούλου μορφήν... και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού». Με τη σταύρωση και την ταφή του φάνηκε πως όλα τελείωναν. Έγινε λοιπόν άδικα η θυσία; Όλα όσα είπε και έκανε ο Ιησούς, ο Μονογενής Υιός του Θεού, όλα αυτά αποτελούσαν απλούστατα φενάκη; Στηρίχθηκαν λοιπόν ελπίδες στο πρόσωπό του και στο έργο του και όλα τάφηκαν πίσω από μια βαρειά ταφόπετρα; Έτσι φάνηκε τουλάχιστον. Μιαν αναλαμπή απολυτρώσεως στο Πρόσωπο του Κυρίου την διέψευδε η αλυσίδα των δραματικών γεγονότων των ελάχιστων ημερών, που προηγήθηκαν και τα σφράγισε πια για πάντα η σιγή του τάφου; Για λίγες μέρες έτσι φάνηκε, πως όλα πήγαν χαμένα. «Και ημείς ηλπίζομεν ότι αυτός εστίν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ. αλλά γε συν πάσι τούτοις τρίτην ταύτην ημέραν άγει σήμερον, αφ' ου ταύτα εγένετο...». Πόση θλίψη, αλήθεια, πόση απογοήτευση, πόσο ζοφερή απαισιοδοξία, αλλά και απελπισία δεν μαρτυρούν αυτά τα λόγια! Καμμιά ελπίδα πια μετά την ταφόπετρα, που φάνηκε να σκεπάζη και νεκρώνη ελπίδες, όνειρα, προσδοκίες....
Αυτή ήταν η ανθρώπινη πλευρά.
Και η θεία πλευρά; Η θεία πλευρά δεν μίλησε με λόγια. Μίλησε με τον πιο αυθεντικό και αδιαμφισβήτητο τρόπο, με την ΑΝΑΣΤΑΣΗ!
Γιατί με την ανάσταση:
«Η φθορά εξωστράκισται.
αφθαρσία εξήνθησε.
ο δεσμός ο χρόνιος διαλέλυται.
οι ουρανοί, η γη και τα επίγεια ευφραίνονται.
εξανέστη γαρ Χριστός.
εσκύλευται ο θάνατος»
και η συνδιαλλαγή Θεού και ανθρώπου
επισφραγίσθηκε οριστικά και αμετάκλητα.
Γιατί «η ευφρόσυνος επεφάνη ημέρα»,
που κατ' αυτήν πραγματοποιήθηκε
ο θρίαμβος της αγάπης
του αιωνίου Θεού!
Αυτώ η δόξα, η τιμή, το κράτος, η σοφία, η αγάπη, ο αίνος και η αιωνία ευγνώμων ευχαριστία! ΑΜΗΝ!
«ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ»
Ιερομονάχου Ευσεβίου Βίττη
Εκδοσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/anastasi_eyseviosvittis.el.aspx
Η εικόνα του Νυμφίου της Εκκλησίας μας, δηλαδή του Κυρίου μας με το στεφάνι, είναι η πιο προσφιλής και συμπαθής εικόνα για κάθε χριστιανό και μάλιστα τον πονεμένο.
Ο πονεμένος άνθρωπος αναπαύεται κοντά στον πονεμένο. Ο πληγωμένος ευρίσκει παρηγοριά σ’ εκείνον που έχει τις περισσότερες πληγές, γιατί είναι σε θέση να τον καταλάβει.
Ο αδικημένος στηρίζεται στην απελπισία του, όταν ατενίζει με τα σωματικά του μάτια και άλλον διασυρμένο και καταδικασμένο και μάλιστα αδίκως.
Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τον κάθε εμπερίστατο άνθρωπο.
Το λυπημένο, το ταπεινωμένο, το ματωμένο πρόσωπο του Κυρίου μας προσελκύει κάθε άνθρωπο που έχει προβλήματα η αντιμετωπίζει δοκιμασίες.
Είναι αδικημένος και κατατρεγμένος από την κακότητα των ανθρώπων;
Ηρεμεί, όταν βλέπει με τα μάτια του σώματός του την εικόνα του Κυρίου μας η τον αγκαλιάζει με τη θερμή του πίστη, όταν σκέπτεται ότι αυτός μεν ως άνθρωπος μπορεί να είχε φταίξει, πριν καταδικαστεί, ενώ ο Κύριός μας καταδικάσθηκε χωρίς να πράξει κάποιο, έστω μικρό, σφάλμα.
Την αθωότητά του την παραδέχεται ακόμη και ο Πιλάτος και μάλιστα τρεις φορές ομολογεί ενώπιον του όχλου: «Ούτος ουδέν άτοπον έπραξεν».
Ο πληγωμένος σωματικά από θεληματική και οργανωμένη επίθεση συνανθρώπου του η ο τραυματισμένος ψυχικά από λόγια πικρά, όταν βλέπει την Εικόνα του Νυμφίου, αισθάνεται μια παρηγοριά και παίρνει μεγάλη ενίσχυση, γιατί σε μια ειλικρινή αυτοεξέταση αναλογίζεται: «Εκείνος “αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού».
Παρά ταύτα οι άνθρωποι ως ληστή τον συνέλαβαν και ως κακούργο τον σταύρωσαν, ενώ εγώ δεν κατάφερα, ούτε μια μέρα να ζήσω χωρίς να διαπράξω κάποιο σφάλμα, χωρίς να διατυπώσω έναν πικρό η ακατάλληλο λόγο η χωρίς να σκεφθώ κάτι πονηρό και βλαπτικό για την ψυχή μου».
Ο αμαρτωλός, όταν βλέπει το ακάνθινο στεφάνι του Κυρίου μας, παρηγορείται και θεριεύει μέσα του ηελπίδα, ότι θα λυτρωθεί από τα πάθη του και θα σωθεί από τις αμαρτίες του, αφού ο Χριστός μας με την αναμφισβήτητη πλέον εσταυρωμένη αγάπη του θυσιάσθηκε «υπέρ ημών και αντί ημών».
Και εν γένει ο κάθε δοκιμαζόμενος άνθρωπος, βλέποντας και διαπιστώνοντας ότι έχει συμπάσχοντα και συναγωνιζόμενο τον Κύριο, παίρνει θάρρος και κουράγιο, ξεχνάει τον πόνο του, δε συντρίβεται στις μυλόπετρες της δοκιμασίας του και ζει με την ελπίδα της σωτηρίας του και της απαλλαγής του από την πίκρα της ζωής αυτής.
Μακάρι να συνειδητοποιήσει ο κάθε άνθρωπος, ότι στη ζωή δεν παλεύει μόνος του.
Ο Νυμφίος της Εκκλησίας μας αγαπάει τη νύμφη ψυχή μας και θέλει πάντα να ευρίσκεται κοντά της «συγκοιταζόμενος και συνανιστάμενος».
Ο πονεμένος χριστιανός, ο πολυπαθής οικογενειάρχης, ο δοκιμαζόμενος κάθε ημέρα νέος, ο άρρωστος που υποφέρει και ο αμαρτωλός που βασανίζεται η από τύψεις η από λογισμούς η από εγκατάλειψη προσφιλών προσώπων, ας έχουν υπόψη τους ότι στον αγώνα τους και στην αγωνία τους, στις ήττες και στις νίκες τους, στη χαρά και στη λύπη τους είναι μπροστά τους ο Κύριός μας, ο Νυμφίος της Εκκλησίας, που, σύμφωνα με την ωραία διδασκαλία του ιερού Χρυσοστόμου, είναι για μας τα πάντα.
«Εγώ πατήρ, φησίν ο Χριστός, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφή, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλης εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστής.
Εγώ και δουλεύσω, ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι.
Εγώ και φίλος και μέλος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ, πάντα εγώ.
Μόνον οικείως έχε προς εμέ.
Εγώ πένης δια σε και αλήτης δια σε, επί σταυρού δια σε, επί τάφου δια σε, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί, κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.
Πάντα μοι συ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος. Τι πλέον θέλεις;».
Πηγή: http://aktines.blogspot.gr/2014/04/blog-post_6630.html
Μεγάλη Παρασκευὴ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου συναμαρτωλοὶ ἀδελφοί, ἡμέρα ἱερὰ γεμάτη ἀναμνήσεις, ἡμέρα ποὺ προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως καὶ δάκρυα. Ἂς βγάλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό μας κάθε ἰδέα γήινη, κάθε ῥυπαρὴ σκέψι καὶ λογισμό, ἂς καθαρίσουμε τὴ διάνοιά μας, καὶ μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἂς διασχίσουμε τὶς ἀποστάσεις καὶ τοὺς αἰῶνες, κι ἂς ἐπισκεφθοῦμε νοερὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Μπορεῖ κανεὶς νὰ πάῃ ἐκεῖ κι ὅμως νὰ μὴν εἶνε ἐκεῖ, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν πάῃ σωματικὰ στοὺς Ἁγίους Τόπους κι ὅμως νά ᾽νε ἐκεῖ ψυχικά.Ἂς βρεθοῦμε λοιπὸν τώρα μὲ τὴ σκέψι μας στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ λέγεται Κρανίου τόπος ἢ Γολγοθᾶς· ἐκεῖ ποὺ παίχθηκε τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἐκεῖ ποὺ δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, ἀληθείας καὶ ψεύδους. Ἐκεῖ, στὸ Γολγοθᾶ, εἶνε τώρα ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Θεαταὶ τῆς θυσίας του εἶνε πολλοί. Ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὰ Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ, ποὺ ἀπὸ τὰ θεωρεῖα τῆς αἰωνιότητος βλέπουν τὸ δρᾶμα, ἀγανακτοῦν κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι μὲ τὶς πύρινες ῥομφαῖες τους νὰ σαρώσουν τοὺς δημίους.Θεαταὶ ἀπ᾽ τὴ γῆ εἶνε ὁ ὄχλος ἐκεῖνος, ποὺ πρὶν τέσσερις μέρες, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἐκραύγαζε «Ὡσαννά» (Ματθ. 21,9. Μᾶρκ. 11,9-10. Ἰω. 12,13) καὶ τώρα εἶνε κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ ἐμπαίξῃ.Θεαταὶ εἶνε ἀκόμα οἱ εἰδωλολάτρες στρατιῶτες , τὸ ἀπόσπασμα ποὺ μὲ ἐπὶκεφαλῆς τὸν ἑκατόνταρχο (λοχαγό) ἔλαβε ἐντολὴ ν᾽ ἀνεβῇ στὸν Κρανίου τόπον καὶ νὰ ἐκτελέσῃ τὴν ἀπόφασι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ δικαστηρίου. Οἱ ἀγροῖκοι αὐτοὶ ῾Ρωμαῖοι, ποὺ ἔχουν λάβει μέρος σὲ μάχες καὶ συνήθισαν νὰ βλέπουν τὸ ἀνθρώπινο αἷμα νὰ χύνεται, εἶνε ἀδιάφοροι· ἢ μᾶλλον ὄχι ἀδιάφοροι, ἀλλὰ συνεχίζουν τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ ἔκαναν μέσα στὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου.
Παρακολουθοῦν τὴν ἐκτέλεσι, παίζουν ζάρια κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρό, καὶ πίνουν ποτά…Ἀλλὰ ξαφνικὰ ὁ μεσαῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἐσταυρωμένους, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ἑλκύειτὴν προσοχή τους. Βλέπουν ὅτι διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖνοι βλαστημοῦν, καταριῶνται τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκαν, ἐκσφενδονίζουν ὕβρεις σὲ ὅλους, ἐνῷ ὁ Ἐσταυρωμένος αὐτὸς σιωπᾷ . Ἡ σιωπή του εἶνε μυστηριώδης, σιωπὴ ποὺ προκαλεῖ συγκίνησι. Σιωπᾷ ὁ Χριστός.Κι ὅταν ἀνοίγει τὰ ἄχραντα χείλη του γιὰ νὰ πῇ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ , τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν εἶνε κατάρες, εἶνε εὐλογίες, λόγια ποὺ προκαλοῦν βαθειὰ ἐντύπωσι σὲκάθε ἀκροατὴ καὶ θεατή. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ πρόσεξαν οἱ σταυρωταὶ τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἀποσπάσματος ἄκουσαν τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) , ἄκουσαν τὸ «Διψῶ» (Ἰω. 19,28) , ἄκουσαν τὸ «Ἠλὶ Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνα τί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46. Μᾶρκ. 15,34) , ἄκουσαν καὶ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκουσαν καὶ διαλογίζονταν· Ποιός νά ᾽νε αὐτὸς ἆραγε; αὐτὸς διαφέρει τελείως ἀπὸ τοὺς ἄλλους καταδίκους… Κι ὅταν μετὰ τὸ μεσημέρι εἶδαν τὸν ἥλιο νὰ σκοτεινιάζῃ, τὸ σκοτάδι ν᾽ ἁπλώνεται σ᾽ ὅλη τὴν κτίσι, τὴ γῆ νὰ σείεται καὶ τὰ μνήματα ν᾿ ἀνοίγουν, τότε πλέον πίστεψαν.
Δὲν τοὺς ἔμεινε κανένας δισταγμὸς ἢ ἀμφιβολία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἑκατόνταρχο εἶπαν κατατρομαγμένοι· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54)· αὐτὸς πραγματικὰ δὲν εἶνε τυχαῖος, ἔχει ὑπερφυσικὴ προέλευσι, εἶνε Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός.
Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἑκατόνταρχος ἔχουν περάσει –μετρῆστε–εἴκοσι περίπου αἰῶνες. Καὶ ἡ μαρτυρία - ὁμολογία αὐτὴ δὲν ἔμεινε μόνη· ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πολλές, ἀναρίθμητες μαρτυρίες λένε, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, Θεάνθρωπος . Ἔχουμε ἀποδείξεις; Ἔχουμε. Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἀναφέρω μερικές·
«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος». Τὸ φωνάζειπρῶτα - πρῶτα ἡ διδασκαλία του. Ἀνοῖξτε τὰκείμενα ὅλων τῶν θρησκειῶν, διαβάστε τὰ βιβλία τῶν φιλοσόφων, ἀκοῦστε τοὺς λόγους τῶν μεγαλυτέρων ῥητόρων· θὰ δῆτε, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὑπερτερεῖ, εἶνε ὑπέροχη. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι κι ἄλλοι εἶπαν σπουδαῖα πράγματα· ἀλλὰ τὰ λόγια τους μοιάζουν μὲ μικρὰ ψήγματα χρυσοῦ ἀνακατεμένα μέσα σ᾽ ἕνα ὄγκο εὐτελῶν μετάλλων· μοιάζουν μὲ μικρὰ φῶτα, πυγολαμπίδες θὰ ἔλεγα, μπροστὰ στὸν ἥλιο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε φῶς καὶ ζωή, κ᾽ ἔκαναν πάντα μεγάλη ἐντύπωσι.
Ἐχθρικοὶ ἀκροαταί του ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος,ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46) . Ἂς προάγεται τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, ὅπως εἶπε κάποιος, ἂςπροχωροῦν οἱ ἐπιστῆμες, ἂς γίνωνται ἀνακαλύψεις· ποτέ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θὰ φθάσῃ τὸ ὕψος τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάποιος ἄλλος εἶπε· Δὲν ξέρω ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες κατοικοῦν λογικὰ ὄντα· ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸαὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός.
«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» · τὸ φωνάζειἡ διδασκαλία του, τὸ φωνάζουν καὶ τὰ θαύματά του. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπου ἅ-πλωνε τὰ ἄχραντα χέρια του, ὅπου ἀκουγό-ταν ἡ θεϊκὴ προσταγή του, ἐκεῖ ὁ ἄνεμος σταματοῦσε, ἡ τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνευε,τὰ δαιμόνια ἔφευγαν, τυφλοὶ ἔβλεπαν, κουφοὶ ἄκουγαν, μουγγοὶ μιλοῦσαν, λεπροὶ καθαρίζονταν, παράλυτοι σηκώνονταν, κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν ἀπὸ τοὺς τάφους. Θαύματα πραγματικά, ὄχι φανταστικά.Θαύματα ποὺ ἔγιναν ὄχι νύχτα καὶ σὲ κάποια ἀθέατη γωνιά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ πλῆθος μάτια, μερικὲς φορὲς καὶ ἐχθρῶν, ποὺ τὰ ἔβλεπαν καὶ κατάπληκτοι ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν»(Μᾶρκ. 2,12) . Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀνα-ρίθμητα. Κι ἂν ἡ θάλασσα γίνῃ μελάνι κι ὁ οὐ-ρανὸς χαρτὶ καὶ τὰ δέντρα μολύβια, δὲν φτά-νουν γιὰ νὰ ἱστορηθοῦν τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» . Τὸ φωνάζειἀκόμα ὁ ἄψογος βίος του. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἅγιος, ὄχι μὲ ἔννοια σχετικὴ ὅπως πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μὲ ἔννοια ἀπόλυτη. Εἶνε ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει καμμία κακία ἢ ἐλάττωμα, δὲν «εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,9 = Α΄ Πέτρ. 2,22) , ἐκεῖνος ποὺ ἡ ζωή του λάμπειἀπὸ κάθε πλευρά, ἐκεῖνος ποὺ ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς» (Ἀμβ. 3,3) . Ποιά ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ ν᾽ ἀναφέρουμε πρώτη; τὴ φτώχεια καὶ ἁπλότητά του, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔζησετόσο ταπεινὰ ὥστε νὰ μὴν ἔχῃ «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20); τὴν πραότητα καὶ ἀνεξικακία του ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καὶ σταυρωτάς του; τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβία του ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων καὶ τοῦ Πιλάτου ὅταν διεκήρυττε τὴν ἀλήθεια; τὴν ταπείνωσί του, μέχρι ση-μείου νὰ σκύψῃ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του; ἢ πρὸ παντὸς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν; Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας στὴ γῆ. Μερικοὶ προ-σπάθησαν νὰ τοῦ βροῦν ἐλαττώματα· ἔψαξαντὰ Εὐαγγέλια, πίεσαν τὸν ἐγκέφαλό τους, μὰ δὲν μπόρεσαν νὰ βροῦν ψεγάδι. Ὁ ἥλιος ἔχειτὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος ἥλιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) , καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» , τὸ ἀποδεικνύουν ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, τὸ ἀποδεικνύει τέλος ἡ μαρτυρία τῶν αἰώνων. Δὲν τὸ μαρτυρεῖ μόνο ὁ ἑκατόνταρχος· τὸ μαρτυροῦν οἱ γενεὲς γενεῶν τῶν ἁγίων· μικρὰ παιδιὰ σὰν τὸν ἅγιο Κήρυκο ποὺ κρατοῦν στὴν ἀγκαλιὰ οἱ μητέρες, σεμνὲς παρθένες, ἁπλοϊκοὶ ἰδιῶτες ὅπως οἱ ψαρᾶδες, σοφοὶ ἐπιστήμονες· ὅλοι ὁμολογοῦν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς ἀληθινός.
Θεαταὶ κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, ἀγαπητοί μου, τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος μας. Πῶς παρακολουθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα; Ὅπως οἱ ἄγγελοι μὲ ἀγάπη καὶ λατρεία, ἢ ὅπως ὁ ὄχλος ποὺ ξέχασε τὰ «Ὡσαννά» καὶ φώναζε «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν»; (Ἰω. 19,6) . Ἂς τὸ παρακολουθοῦμε ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ἄφησε τοὺς δισταγμούς, πίστεψε καὶ τὸν ὡμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ.Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ποὺ ἔχει κάποια ἀμφιβολία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχειπαρὰ νὰ τὸν πλησιάσῃ, νὰ ἐξετάσῃ, νὰ ἐρευνήσῃ μὲ εἰλικρίνεια . Καὶ τότε σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ τὰ πράγματα νὰ ὁμο-λογήσῃ κι αὐτός, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός» , ὅτι εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶνε ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 24-4-1981.
Πηγή: http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2014/04/blog-post_18.html
«Δεινὸν ἡ ῥαθυμία! μεγάλη ἡ μετάνοια!…» (αἶν. Μ. Τετ.)
Ἐάν, ἀγαπητοί μου, σᾶς πῶ ὅτι ἕνα περιστέρι ἔγινε κοράκι καὶ ἕνα κοράκι ἔγινε περιστέρι, δὲν θὰ τὸ πιστέψετε. Καὶ δικαίως. Διότι τέτοιες μεταβολὲς δὲν γίνονται στὴ φύσι. Τὸ περιστέρι μένει περιστέρι, τὸ κοράκι μένει κοράκι· ἡ τίγρις μένει τίγρις, τὸ ἀρνάκι μένει ἀρνάκι.
Ἀλλ᾿ ἐνῷ στὴ φύσι δὲν συμβαίνουν τέτοιες μεταβολές, στὸν ἠθικὸ κόσμο συμβαίνουν· εἶνε μεταβολὲς ποὺ μᾶς κάνουν νὰ θαυμάζουμε. Ἕνα τέτοιο θέαμα μᾶς παρουσιάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας· μᾶς δείχνει ἀπ᾿ τὸ ἕνα μέρος ἕνα περιστέρι ποὺ ἔγινε κοράκι, κι ἀπὸ τὸ ἄλο ἕνα κοράκι ποὺ ἔγινε περιστέρι. Ποιό εἶνε τὸ κοράκι, ποιό εἶνε τὸ περιστέρι; Περιστέρι εἶνε ὁ Ἰούδας – ἔτσι τοὐλάχιστον φαινόταν ἐξωτερικῶς· αὐτὸς ἔγινε μαῦρος σὰν τὸ κοράκι. Καὶ ποιό τὸ κοράκι ποὺ ἔγινε περιστέρι; Ἡ πόρνη· μαύρη σὰν τὸ κοράκι ἦταν, καὶ ἔγινε ἄσπρη σὰν τὸ περιστέρι. Ἀλλὰ πῶς ἔγινε αὐτὴ ἡ μεγάλη μεταβολή, ποὺ ὑπερβαίνει καὶ τὶς μεταμορφώσεις τοῦ Ὀβιδίου; Ἔγινε ἡ μεταβολή, ἡ ἠθικὴ αὐτὴ μεταμόρφωσις, διότι ὁ μὲν Ἰούδας πῆρε ὡς σύντροφο τὴ ῥαθυμία καὶ τὴν ἀμέλεια, ἐνῷ ἡ πόρνη πῆρε ὡς σύντροφο καὶ συνοδοιπόρο τὴ μετάνοια. Καὶ ὁ ὑ μνῳδὸς θαυμάζει καὶ λέει· «Δεινὸν ἡ ῥαθυμία! μεγάλη ἡ μετάνοια!» (αἶν. Μ. Τετ.).
* * *
«Δεινὸν ἡ ῥαθυμία!». Φοβερὸ πρᾶγμα ἡ ἀμέλεια. Παντοῦ σὲ ὅλες τὶς ὑποθέσεις εἶνε φοβερὴ ἡ ἀμέλεια· ἰδίως ὅμως εἶνε φοβερὴ ὅταν κανεὶς ἀμελῇ στὴ μεγαλύτερη ὑπόθεσι τῆς ζωῆς μας, τὴ μετάνοια. «Τὸ ζητούμενον ἁ λωτόν, ἐκφεύγει δὲ τἀμελούμενον», ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι (Σοφοκλ., Οἰδ. τύρ., στ. 110-111). Δηλαδή, ἐκεῖνο ποὺ κυνηγᾷς τὸ πιάνεις, ἐνῷ ἐκεῖνο ποὺ τ᾿ ἀφήνεις καὶ τὸ παραμελεῖς, κάνει φτερὰ καὶ φεύγει, γίνεται πουλὶ ἄπιαστο. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε καὶ στὸν Ἰούδα. Ὁ Ἰούδας εἶχε ὅλες τὶς προϋποθέσεις νὰ γίνῃ ἅγιος. Ἔζησε κοντὰ στὸ μεγαλύτερο διδάσκαλο τῶν αἰώνων, τὸ Χριστό. Ὁ Χριστὸς δὲν δίδασκε μόνο τὰ ὡραιότερα πράγματα, ἀλλὰ –τὸ σπουδαιότερο– ὅ,τι δίδασκε τὸ εἶχε ἐφαρμόσει πρῶτος στὴ ζωή του. Λαμπρά, λοιπόν, διδασκαλία καὶ ἄριστο παράδειγμα καὶ ἄριστο περιβάλλον εἶχε ὁ Ἰ ούδας. Ζοῦσε μέσα σὲ μία ἀτμόσφαιρα πνευματική. Δὲν συναναστρεφόταν μὲ μέθυσους, πόρνους, κακοποιούς. Εἶχε καθημερινὴ συν αναστροφὴ μὲ τὸν εὐαίσθητο Ἰωάννη, μὲ τὸ φλογερὸ Πέτρο, μὲ τὸ φιλότιμο Ἀνδρέα καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους. Ἔτρωγε μαζί τους, προσευχόταν μαζί τους, μελετοῦσε μαζί τους τὶς ἅγιες Γραφές, κοιμόταν καὶ ξυπνοῦσε μαζί τους. Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ Ἰούδας ἔπεσε. Διέπραξε τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα· Ἐπρόδωσε τὸν Διδάσκαλο. Ἔπεσε ὁ Ἰούδας, «καὶ ἦν ἡ πτῶσις αὐτοῦ μεγάλη» (πρβλ. Ματθ. 7,27).
Καὶ γιατί ἔπεσε; Διότι ἀμέλησε. Δὲν πρόσ εξε καλὰ τὸν ἑαυτό του, δὲν ἔλαβε τὰ κατάλληλα μέτρα. Ἀγαποῦσε μὲν τὸν Διδάσκαλο, ἀλλὰ ἐρωτοτροποῦσε καὶ μὲ τὸν διάβολο. Ὁ δὲ σατανᾶς εἶνε φοβερός. Ἐφαρμόζει τὸν τρόπο τοῦ δρυοκολάπτη. Τί εἶνε ὁ δρυοκολάπτης; Ἕνα πουλὶ τοῦ δάσους. Καὶ τί κάνει; Μὲ τὴ μύτη, μὲ τὸ ῥάμφος του, χτυπάει γύρω γύρω τὸν κορμὸ τοῦ δέντρου. Κι ὅπου ἀντιληφθῇ ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ φλοιὸ εἶνε κούφιο, ἐκεῖ τρυπᾷ τὸ ξύλο καὶ τρώει τὰ ἔντομα ποὺ ὑπάρχουν. Τὸ ἴδιο κάνει κι ὁ σατανᾶς. Περιτριγυρίζει τὴν ψυχή μας κι ὅπου βρῇ ἀδύνατο μέρος, κουφάλα, ἐκεῖ βυθίζει μὲ τρόπο τὸ ῥύγχος του, δημιουργεῖ ῥῆγμα, κι ἀπὸ ᾿κεῖ ἀρχίζει τὸ ἔργο τῆς καταστροφῆς. Καὶ στὸν χαρακτῆρα λοιπὸν τοῦ Ἰούδα βρῆκε μία ἀδύνατη πλευρά. Ἡ ἀδύνατη πλευρὰ τοῦ Ἰούδα, ἡ ἀχίλλειος πτέρνα του, ἦταν ἡ φιλαργυρία. Ἡ ψυχή του ἑλκυόταν ἀπὸ τὸ χρῆμα. Τὸ χρῆμα ἦταν ἡ ἀδυναμία του. Καὶ τὴν ἀδυναμία αὐτὴ δὲν προσπάθησε νὰ τὴν ἐξαλείψῃ. Δὲν πολέμη σε τὸ σατανᾶ, ποὺ τοῦ παρουσίαζε νύχτα μέρα ἐμπρός του τὴν εἰκόνα τοῦ χρυσοῦ. Ἀπὸ τὴν ἀμέλειά του ἄφησε τὴν ψυχή του ἀφύλαχτη. Ἔτσι ὁ σατανᾶς εἰσῆλθε στὴν καρδιά του. Μπῆκε ὅπως μπαίνει ὁ κλέφτης ὅταν ἀφήσουμε τὴν πόρτα ἢ τὸ παράθυρο ἀνοιχτά. Μπῆκε ὅπως ὁ πλημμυρισμένος ποταμὸς ποὺ σπάει τὸ φράγμα καὶ ὁρμᾷ ἀκράτητος στὸν κάμπο καὶ καταστρέφει τὰ πάντα. Μπῆκε ὅπως μπαίνει ὁ ἐχθρὸς στὸ φρούριο καὶ σφάζει τοὺς στρατιῶτες ὅταν οἱ φρουροὶ ἀποκοιμηθοῦν καὶ σταματήσουν νὰ φωνάζουν «φύλακες, γρηγορεῖτε».
Αὐτὸ ἔπαθε ὁ Ἰούδας. Αὐτὸ παθαίνουν καὶ ὅλοι ὅσοι ἀμελοῦν καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴ σωτηρία τους. Ὁ διάβολος τοὺς δένει σήμερα λίγο, αὔριο περισσότερο, μεθαύριο ἀκόμη περισσότερο, ἕως ὅτου τοὺς δέσῃ τόσο σφιχτὰ καὶ πανοῦργα, ὥστε νὰ τοῦ παραδώσουν ψυχὴ καὶ σῶμα καὶ νὰ γίνουν αἰχμάλωτοί του διὰ τῶν παθῶν. Πόσο δίκιο ἔχει ὁ ὑμνῳδὸς ὅταν λέει· «Δεινὸν ἡ ῥαθυμία»!
Ἀλλ᾿ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἡ Ἐκκλησία μᾶς δείχνει μία πόρνη καὶ μᾶς φωνάζει· «Μεγάλη ἡ μετάνοια!». Εἶνε μεγάλη ἡ δύναμις τῆς μετανοίας. Διότι τί ἦταν ἡ πόρνη; Μία γυναίκα τῆς ἁμαρτίας, ἕνα σκουλήκι ποὺ κυλιόταν μέσα στὸ βόρβορο, ἕνα κουρέλι τοῦ δρόμου ποὺ τὸ πατοῦσαν ὅλοι, μία νυχτερίδα τῆς ἡδονῆς. Ὅπως ἡ νυχτερίδα βγαίνει στὰ σκοτεινά, ἔτσι καὶ ἡ πόρνη νύχτα ἅπλωνε τὰ δίχτυα της. Πόσες τέτοιες νυχτερίδες ὑπάρχουν καὶ σήμερα καὶ δουλεύουν στὰ καταγώγια τῆς διαφθορᾶς γιὰ νὰ πιάσουν στὰ δίχτυα τοὺς ἄμυαλους νέους ἀλλὰ καὶ γέρους.
Ἀλλὰ τώρα; Ὤ, τώρα ἡ πόρνη μετανοεῖ! Ὁ μαθητὴς καὶ ἀπόστολος φεύγει ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐνῷ αὐτὴ τρέχει πρὸς τὸ Χριστό. Ἀλήθεια· ὅταν βλέπω πόρνες νὰ μετανοοῦν, θυμᾶμαι τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ· «Οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς (σᾶς ξεπερνοῦν) εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 21,31). Ὁ Ἰούδας ἔπεσε στὸ δρόμο καὶ δὲν ξανασηκώθηκε πιά· ἡ πόρνη, ποὺ εἶχε πέσει στὴ λάσπη, σηκώθηκε, ἄφησε «τὰ ἔργα τῆς αἰσχρᾶς ἁμαρτίας» (οἶκ. Μ. Τετ.), ἔτρεξε σὰν καλὸς δρομέας, πέρασε τὸν Ἰούδα, προχώρησε στὸν ἅγιο δρόμο, καὶ τερμάτισε νικήτρια. «Μεγάλη ἡ μετάνοια!».
Μετανόησε ὄχι ὅπως μετανοοῦμε ἐμεῖς· ἔδειξε μετάνοια πραγματική. Δὲν τὴ βλέπετε; Τὰ μαλλιά της, ποὺ τὰ στόλιζε καὶ τὰ ἔκανε πλοκάμια τοῦ διαβόλου, τὰ κάνει τώρα πετσέττα γιὰ νὰ σκουπίσῃ τὰ εὐλογημένα πόδια τοῦ Λυτρωτοῦ της. Καὶ τὰ μάτια της, μὲ τὰ ὁ ποῖα τόσους θὰ εἶχε παγιδεύσει στὴν ἀκολασία, τώρα τὰ κάνει βρύση ποὺ τρέχει δάκρυα. Κάθε δάκρυ κ᾿ ἕνα διαμάντι τοῦ οὐρανοῦ, κάθε ἀναστεναγμὸς καὶ μιὰ χαρὰ τῶν ἀγγέλων. Κλαίει. Καὶ μόνο κλαίει; Κάνει καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ φανερώνει τὴ μετάνοιά της, τὴν ἀγάπη καὶ ἀφοσίωσί της στὸ Χριστό. Ἀγοράζει ἕνα δοχεῖο μὲ τὸ καλύτερο μύρο. Αὐτὴ ποὺ ἄλλοτε ἦ ταν ἕνα κινητὸ μυροπωλεῖο τῆς ἁμαρτίας καὶ μὲ κολώνιες καὶ ἀρώματα τραβοῦσε κοντά της καὶ παγίδευε τοὺς ἄντρες, τώρα παίρνει τὸ δοχεῖο τοῦ μύρου, τὸ σπάει, καὶ χύνει ὅλο τὸ ἄρωμα στὸ Χριστό.
* * *
Ἀδελφοί μου! Δὲν ἐπιμένω περισσότερο στὴν περιγραφὴ τῆς μετανοίας τῆς πόρνης. Ὅπου φωνάζουν τὰ πράγματα, τὰ λόγια περιττεύουν. Τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, ποὺ ἀκοῦμε ἀπόψε, τί εἶνε; Εἶνε ἡ προσευχὴ τῆς πόρνης ποὺ μετανοεῖ· «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁ μαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή… Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;». Ἂς τὸ κάνουμε τὸ τροπάριο αὐτὸ κ᾿ ἐμεῖς δική μας προσευχή, γιὰ νὰ αἰσθανθοῦμε τὸ μεγαλεῖο του καὶ νὰ δοκιμάσουμε τὴ γλυκύτητά του. Ἀλλὰ πότε; Ὅταν κ᾿ ἐμεῖς μετανοήσουμε ὅπως ἡ πόρνη καὶ ὅπως τόσοι ἄλλοι ἁμαρτωλοὶ ποὺ βρῆκαν στὴ μετάνοια τὸ λιμάνι τους.
Λιμάνι σωτηρίας ἡ μετάνοια. Κάτι περισσότερο· εἶνε σωσίβιο. Κάθε ἁμαρτωλός, δηλαδὴ κάθε ἄνθρωπος (διότι τίς «ζήσεται καὶ οὐχ ἁ μαρτήσει»;νεκρ. ἀκολ.), καθένας ἀπὸ μᾶς, εἶνε ἕ νας ναυαγός, ποὺ παλεύει μέσ᾿ στὰ κύματα τῆς ἁ μαρτίας καὶ κινδυνεύει νὰ γίνῃ τροφὴ τοῦ δράκοντα τῆς ἀβύσσου. Ἀλλὰ ὁ Χριστός, ποὺ δέχτηκε τὴν πόρνη καὶ τὸ λῃστή, στέκεται στὸ βράχο –δὲν τὸν βλέπετε;– καὶ ῥίχνει – τί; Ῥίχνει συνεχῶς σωσίβια· γιὰ κάθε ἁμαρτωλὸ κ᾽ ἕνα σωσίβιο.
Ἀδελφέ μου συναμαρτωλέ! Καὶ γιὰ σένα ἔχει σωσίβιο ὁ Χριστός! Ἅρπαξέ το ὅπως ἁρπάζει ὁ ναυαγὸς τὴ σανίδα. Ἐὰν τὸ κάνῃς, θὰ αἰσθανθῇς μία χαρὰ ποὺ ποτέ στὴ ζωή σου δὲν αἰσθάνθηκες. Ὁ Χριστὸς θὰ σὲ δεχθῇ. Οἱ ἄγγελοι θὰ χειροκροτήσουν, θὰ ξεκρεμάσουν τὶς κιθάρες τους, καὶ θὰ ψάλλουν· «Δόξα στὸ Χριστό, τὸ σωτῆρα τῶν ἁμαρτωλῶν· δόξα στὸ Λυτρωτή». Διότι μεγάλη χαρὰ γίνεται στὰ οὐράνια γιὰ μιὰ ψυχὴ ποὺ μετανοεῖ (πρβλ. Λουκ. 15,7,10,32).
Εἴθε τὴ χαρὰ τῆς μετανοίας ὅλοι νὰ δοκιμάσουμε.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Κυριακή Σύντομον Κήρυγμα. Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία συνετάγη πιθανὸν τὸ 1962. Καταγραφὴ καὶ μικρὰ σύντμησις 26-4-2005, ἐπανέκδοσις 22-3-2014.
Πηγή: http://katanixis.blogspot.gr/2014/04/blog-post_987.html
Δριμύς, ἀγαπητοί μου, δριμὺς δριμύτατος ὑπῆρξε ὁ ἔλεγχος τοῦ Κυρίου ἐναντίον τῶν φαρισαίων καὶ γραμματέων. Οὐδέποτε ἄλλοτε ὁ Κύριος μίλησε μὲ τέτοια δριμύτητα.
Ἡ ἀναφορά τοῦ κ. Ν. Δήμου στό «δῆθεν» Ἅγιο Φῶς πού τό ἐξομοιώνει μέ εἰδωλολατρικό σύμβολο θέτει ἀναπόδραστα γιά ἐκεῖνον καί τούς ἀναγνῶστες του κάποια πολύ σημαντικά ἐρωτήματα:
1. Ἐνῶ ὁ ἀξιότιμος κ. Δήμου δηλώνει στό ἄρθρο του ἄνθρωπος «ἐλεύθερος ἀνοικτός καί ἀδογμάτιστος» ὑπηρετεῖ μέ τήν δημοσιοποιηθεῖσα θέση του τόν πιό σκληρό δογματισμό τοῦ οἰηματία καί παντογνώστη γιατί ὅπως προκύπτει ἀπό τό κείμενό του οὐδέποτε παρηκολούθησε τήν τελετή τοῦ Ἁγίου Φωτός καί συνεπῶς δέν ἔχει μήτε ἰδίαν ἀντίληψι μήτε ἰδίαν γνῶσι καί ἑπομένως ἀποφθέγγεται ὑβρίζων «ὁρμώμενος ἐξ ἐμπαθοῦς καί μόνον προαιρέσεως» καί βυθιοτάτου δογματισμοῦ Αὐτό δέν ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ κειμένου σας κ. Δήμου;
2. Εἶναι πασίδηλο γεγονός πού δέν χρειάζεται ἀπόδειξη ὁ σαφής καί διαχρονικός ἀντιχριστιανισμός τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί εἶναι ἐπίσης «δεδομένο» ὅτι ὁ πανίερος Ναός τῆς Ἀναστάσεως ἐντός τοῦ ὁποίου ἐπί αἰῶνες τελεσιουργεῖται τό μεγαλειῶδες θαῦμα τοῦ Ἁγίου Φωτός εὑρίσκεται ἐντός τοῦ κράτους τοῦ Ἰσραήλ, τό ὁποῖο θά εἶχε κάθε λόγο νά «ἀποκαλύψει» τήν ἀπάτη τοῦ Χριστιανισμοῦ καί ἀσφαλῶς νά καταδείξει τοιουτοτρόπως τήν «ἀλήθεια» τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ. Ἡ τελετή ἁφῆς τοῦ Ἁγίου Φωτός γίνεται ἐπί παρουσία τῶν δημοσίων ὀργάνων τοῦ Κράτους τοῦ Ἰσραήλ καί μετά ἐνδελεχῆ ἔλεγχο γιά τήν δυνατότητα ὑπάρξεως φυσικοῦ τρόπου ἁφῆς. Γιά ποιό λοιπόν λόγο τό σαφῶς ἀρνητικό στό Χριστιανισμό Ἰσραήλ ἀνέχεται μιά ἀπάτη πού εὐτελίζει καί ἀποδεικνύει ἀνυπόστατη τή δική του πίστη;
3. Τό Ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο πού μόνο αὐτό ὡς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εὐλογεῖται ἀπό τόν Πανάγιο Θεό διά τήν θαυματουργικῆς ἁφῆς τοῦ ἀκτίστου Ἁγίου Φωτός «συγκατοικεῖ» στήν Ἁγία Γῆ μετά τῶν ἄλλων Χριστιανικῶν δογμάτων καί ὁμολογιῶν, τά ὁποῖα ἔχουν κάθε προφανῆ λόγο νά ἐλέγχουν ἐπισταμένως ὅπως προβλέπεται τήν γνησιότητα τοῦ γεγονότος καί γιά λόγους δικῆς τους αὐτοσυνειδησίας. Γιά ποιούς λόγους λοιπόν τά ἄλλα Χριστιανικά δόγματα ἀνέχονται μία πρόδηλη «ἀπάτη» πού ἐμποιεῖ τιμή καί δόξα στό Ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων καί ἀναδεικνύει θεόθεν τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως τήν στιγμή κατά τήν ὁποία οἱ μέν Ρωμαιοκαθολικοί ἀτέχνως ἀποπειρῶνται διαχρονικά νά καλύψουν τήν ἔλλειψη τῆς θείας χάριτος ἀπό τήν παρασυναγωγή τους ἀνάβοντας τεχνητή φωτιά ἀπό θειάφι στόν λίθο τῆς ἀποκαθηλώσεως, οἱ δέ Ἀντιχαλκηδόνιοι, Ἀρμένιοι καί λοιποί προσέρχονται καί ἀσπάζονται τήν χεῖρα τοῦ Ἑλληνορθοδόξου Πατριάρχου καί λαμβάνουν ἀπό ἐκεῖνον τό Ἅγιο Φῶς;
4. Πῶς ἑρμηνεύεται τό ἱστορικῶς πλήρως ἐξακριβωμένο γεγονός γιά τήν θαυματουργική κάθοδο τοῦ Ἁγίου Φωτός πού συναντᾶμε τό Πάσχα του 1634 ὁπότε θέλησαν οἱ Ἀρμένιοι δωροδοκώντας τούς Τούρκους κατακτητές νά ἐμποδίσουν τούς Ἑλληνορθοδόξους νά διεξάγουν τήν τελετή ἁφῆς τοῦ Ἁγίου Φωτός καί νά τήν τελέσουν ἐκεῖνοι. Μέ δωροδοκία τῶν διοικητῶν τῆς Παλαιστίνης καί τοῦ σατράπη τῆς Δαμασκοῦ Κουτζούκ Ἀχμέτ πασᾶ κατόρθωσαν νά ἀπαγορευθεῖ στούς Ἑλληνορθοδόξους ἡ εἴσοδος στόν Πανάγιο Τάφο καί τότε τό Ἅγιο Φῶς ὡς κεραυνός ἐξῆλθε ἐκ τοῦ ἀριστεροῦ πεσοῦ τῆς Κεντρικῆς Θύρας τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως χαράσσοντας ἀνεξίτηλα τόν μαρμάρινο πεσό ἐνώπιον τοῦ ἐκδιωχθέντος Ἑλληνορθοδόξου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων σημεῖο πού ἐμφαίνεται καί σήμερα;
5. Εἶναι γνωστή ἡ ἐμπάθεια τῶν αἱρετικῶν μονοφυσιτῶν Ἀρμενίων κατά τοῦ Ἑλληνορθοδόξου Πατριαρχείου καί τά συνεχῆ βίαια ἐπεισόδια τῶν Κληρικῶν τους. Γιά ποιό λόγο οἱ συγκεκριμένοι δέν ἐπαναλαμβάνουν τό τόλμημα τοῦ 1634; Γιά ποιό λόγο ἑκόντες ἄκοντες σύρονται ἐνώπιον τοῦ Ἑλληνορθοδόξου Πατριάρχου, ἐνῶ ἐάν ἐπρόκειτο περί ἀπάτης θά ἦτο εὐχερέστατο καί οἱ ἴδιοι νά τήν ἐπαναλάβουν;
6. Εἶναι πανθομολογούμενο τό γεγονός ὅτι μία ἀπό τίς ἰδιότητες τοῦ Ἁγίου Φωτός πού μέ ἀστραπές κατέρχεται στόν Πανάγιο Τάφο καί ἀνάπτει αἰφνιδίως καί μυστηριωδῶς καντήλια καί λαμπάδες πού κρατοῦν οἱ πιστοί σέ ὅλο τό εὗρος τοῦ Πανιέρου Ναοῦ εἶναι ἡ ἰδιότης τῆς ἀκαΐας γιά τά πρῶτα λεπτά τῆς ἐμφανίσεώς Του, πῶς ἑρμηνεύεται αὐτό τό πασίδηλο καί αὐταπόδεικτο γεγονός ἐάν πρόκειται κατά τόν κ. Δήμου γιά εἰλωλολατρικό σύμβολο;
Στά παραπάνω ἐρωτήματα θά πρέπει νά ἀπαντήσει ὁ ἀξιότιμος κ. Δήμου ἄν σέβεται τόν ἑαυτό του καί τούς ἀναγνῶστες του, ἄλλως ἀποδεικνύεται ἐκ τῶν λόγων του καί δογματικός καί ἐμπαθής καί ὑλοποιεῖ στό χῶρο καί τόν χρόνο τό ἀξίωμα τοῦ Μ. Βασιλείου «Ἄνθρωπος, ἀποστάς τοῦ Θεοῦ, θηριώδης ἤ δαιμονιώδης γίνεται!» Καί ἐπειδή ὁ ἀξιότιμος κ. Δήμου καί ἡλικιακῶς καί σωματικῶς δέν κέκτηται τά στοιχεῖα τοῦ θηριώδους μᾶλλον θά ἰσχύει τό δεύτερο.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
«Ιδε ό άνθρωπος!», κραύγασε ό Πιλάτος στον Ιουδαϊκό όχλο, όταν τούς παρουσίασε το Χριστό πού φορούσε το αγκάθινο στεφάνι και το πορφυρό ιμάτιο. Γιατί το είπε αυτό ό Πιλάτος; Ήταν από θαυμασμό για την επιβλητικότητα, τη γαλήνη και τη σιωπή του Χριστού, ή με σκοπό να προκαλέσει τη συμπάθεια των Ιουδαίων; Ίσως και το ένα και το άλλο. Άς κραυγάσουμε κι εμείς με θαυμασμό: «Ίδε ό άνθρωπος!» Αυτός είναι ό πραγματικός, ό αληθινός και ένδοξος Άνθρωπος, ό άνθρωπος όπως τον είχε στο νου Του ό Θεός όταν έπλασε τον Αδάμ.
Αυτός είναι ό Άνθρωπος, πράος, ταπεινός και υπάκουος στο θέλημα του Θεού, όπως ήταν ό Αδάμ στον Παράδεισο προτού αμαρτήσει και εκβληθεί απ’ αυτόν. Αυτός είναι ό Άνθρωπος πού δεν έχει φθόνο και κακία, πού έχει αδιατάραχτη γαλήνη μέσα στην καταιγίδα του μίσους και της κακίας πού προκαλούν άνθρωποι και δαίμονες! Τη μάχη Του την έδωσε στον κήπο της Γεθσημανή. Τη στιγμή πού αναφώνησε για τρίτη φορά πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον γενέσθω, ή ψυχή Του ειρήνεψε. Ή ειρήνη αυτή τον κάλυψε ολόκληρο με μια επιβλητικότητα πού προκάλεσε τούς Ιουδαίους κι έκανε τον Πιλάτο να τον θαυμάσει.
Παρέδωσε το σώμα Του στο θέλημα του Πατέρα Του, όπως λίγο αργότερα θα παρέδινε το πνεύμα Του στα χέρια Του. Υπόταξε ολοκληρωτικά το ανθρώπινο θέλημά Του στο θεϊκό θέλημα του ουράνιου Πατέρα Του. Χωρίς να ευχηθεί το κακό για κανέναν άνθρωπο, ό Αθώος Αμνός γονάτισε από το βάρος του σταυρού στο δρόμο για το Γολγοθά. Δεν ήταν τόσο το βάρος του σταυρού, όσο οι αμαρτίες του κόσμου ολόκληρου πού βάραιναν. Οι αμαρτίες πού θα καρφώνονταν μαζί με το σώμα Του στο ξύλο του σταυρού.
Τί εννοούμε όταν λέμε πώς ό Χριστός δεν ευχόταν κακό για κανέναν άνθρωπο τη φοβερή αυτή στιγμή; Με αυτό είπαμε το μισό μόνο. Ό Χριστός όχι μόνο δεν ήθελε το κακό, αλλά ευχόταν το καλό σέ όλους τούς ανθρώπους, σέ όλη τη φύση. Ακόμα και τώρα όμως δεν είπαμε όλη την αλήθεια. Όχι μόνο ευχήθηκε το καλό, αλλά εργάστηκε για το καλό όλων ως την τελευταία Του αναπνοή. Και πάνω στο σταυρό ακόμα εργαζόταν για το καλό όλων, ακόμα και για τούς σταυρωτές Του. ‘Ότι μπορούσε να κάνει γι’ αυτούς, ακόμα και μέσα στους πόνους πού υπόφερε πάνω στο σταυρό, το έκανε: Συχώρεσε την αμαρτία τους.
«Πάτερ, άφες αύτοίς’ ου γάρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ’34). Αυτά δεν είναι απλά καλά λόγια, αλλά σωστό έργο, το μέγιστο καλό έργο πού μπορούν να ζητήσουν από το Θεό οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Πάνω στο σταυρό, ενώ ό θάνατος καραδοκούσε κι όλοι είχαν καμφθεί από τον πόνο, ό Κύριος πλημμύριζε από το ενδιαφέρον Του για τη σωτηρία των ανθρώπων. Συγχωρεί την άγνοια τους. Προσεύχεται για τούς κακούργους πού τον κάρφωσαν στο σταυρό και τον κέντησαν με τη λόγχη.
Την ώρα της σταύρωσης ο Χριστός τήρησε τις μεγάλες εντολές πού είχε δώσει στους ανθρώπους: εντολές για αδιάλειπτη προσευχή, για αγάπη και συγχωρητικοτητα. Ποιός έπεσε ποτέ στα χέρια κακούργων και προσευχήθηκε γι’ αυτούς, για τη σωτηρία τους, ποιός συχώρεσε τις κακουργίες τους; Ακόμα κι οι καλλίτεροι άνθρωποι, όταν πέσουν στα χέρια κακούργων προσεύχονται στο Θεό για τη δική τους σωτηρία, σκέφτονται το δικό τους καλό, ενδιαφέρονται για τον εαυτό τους και τον δικαιολογούν. Πριν από την έλευση τού Χριστού, ακόμα κι ό πιο δίκαιος άνθρωπος δέ θα σήκωνε τα χέρια του να προσευχηθεί για εκείνους πού τον έβλαψαν. Όλοι τους θα ζητούσαν από το Θεό και τούς ανθρώπους να τον βοηθήσουν να εκδικηθεί εκείνους πού τού έκαναν κακό. Να όμως πού ό Κύριος συγχωρεί τούς εχθρούς, νοιάζεται γι’ αυτούς. Τούς συγχωρεί και προσεύχεται γι’ αυτούς.
Εμείς πόσα μικροπράγματα δέ θυμόμαστε και τα παίρνουμε για κακά! Για πόσα μικροπράγματα δεν ζητάμε οργισμένοι εκδίκηση! Και το κάνουμε εμείς αυτό, πού κάθε μέρα παροργίζουμε το Θεό, παραβαίνουμε τις εντολές Του με τις ακάθαρτες σκέψεις μας, με ακάθαρτες επιθυμίες και έφάμαρτες πράξεις. Κανένας μας δεν μπορεί να ονομαστεί άνθρωπος, αν δεν αγαπά το συνάνθρωπό του. Από μόνη της ή αγάπη για το συνάνθρωπό μας μπορεί να μάς κάνει ανθρώπους πραγματικούς, αληθινούς.
Άδικα κοιτάζουμε τον Κύριο στο σταυρό, μάταια ακούμε την τελευταία Του προσευχή για τούς αμαρτωλούς, αν δεν έχουμε αγάπη για τούς συνανθρώπους μας κι ανήκουμε στην ομάδα των κακούργων πού τον καταδίκασαν άδικα σέ θάνατο. Γι` αυτό ας μην περιοριστούμε μόνο στο να θαυμάζουμε την αγάπη του Κυρίου για το ανθρώπινο γένος. Ό θαυμασμός μας αυτός πρέπει να μάς γεμίσει ντροπή, αν σκεφτούμε πόσο αφορά κι εμάς ή προσευχή Του από το σταυρό.
«Όσο μεγαλύτερη είναι ή αγάπη, τόσο μεγαλύτερος είναι ό πόνος», λέει ό άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης. Αν δεν μπορούμε ακόμα να μετρήσουμε το μεγαλείο της Αγάπης πού έχει ό Κύριος Ιησούς για μάς, ας προσπαθήσουμε να μετρήσουμε το μέγεθος του πάθους Του για μάς. Τα πάθη Του ήταν τόσο μεγάλα και τόσο φοβερά, ώστε ακόμα κι ή γη τα ένιωσε και σείστηκε ό ήλιος τα ένιωσε και σκοτίστηκε- τα ορη και κομματιάστηκαν το καταπέτασμα του ναού και σχίστηκε στα δύο- τα μνήματα και άνοιξαν οι νεκροί και βγήκαν από τούς τάφους τους ό κεντυρίων πού βρισκόταν κάτω από το σταυρό κι ομολόγησε τον Υιό του Θεού• ό ληστής στο σταυρό και μετάνιωσε.
Είθε οι καρδιές μας να μη γίνουν πιο τυφλές από τη γη, πιο σκληρές από τα ορη, πιο αναίσθητες από τούς τάφους και πιο νεκρές από τούς νεκρούς. Είθε να μετανιώσουμε όπως ό ληστής στο σταυρό, να προσκυνήσουμε τον Υιό του Θεού πως ό κεντυρίων του Πιλάτου κάτω από το σταυρό. Έτσι θα μπορέσουμε, μαζί με πολλούς αγίους αδελφούς και αδελφές μας, να λυτρωθούμε από το θάνατο με τα πάθη του Χριστού, να καθαριστούμε από τις αμαρτίες μας με το τίμιο αίμα Του, ν’ αξιωθούμε να μάς αγκαλιάσουν τα άχραντα χέρια Του πού απλώθηκαν στο σταυρό και να μπούμε στην αιώνια βασιλεία Του.
Όποιος τ’ αμελεί αυτά, σ’ αυτή τη ζωή θα παραμείνει με την απαίσια συντροφιά του Αντίχριστου και στη μέλλουσα ζωή θα ’χει τη θέση του δίπλα στον αμετανόητο ληστή, μακριά πολύ από τη θέα του προσώπου του Θεού. Αν κι ό Θεός έζησε κάποτε στη γη ανάμεσα σέ αμαρτωλούς, στον ουρανό δέ θα είναι ποτέ μαζί τους.
Ας σκύψουμε λοιπόν κι ας προσκυνήσουμε τα πάθη του Χριστού, Εκείνον πού σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας. ’Ας τον ομολογήσουμε κι ας δοξάσουμε το άγιο όνομα Του. Σ’ Αυτόν πρέπει ή δόξα κι ό ύμνος, στον αληθινό Άνθρωπο και τον αληθινό Θεό, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ
Ο Θεός μας αξίωσε και περάσαμε την περίοδο της νηστείας, όπως κι αν νηστέψαμε ο καθένας, και μπαίνομε πια στη Μεγάλη Εβδομάδα. Αυτή η Εβδομάδα λέγεται Μεγάλη, όχι γιατί τάχα οι ώρες και οι ημέρες τώρα είναι μεγαλύτερες και περισσότερες, μα γιατί σ’ αυτήν εορτάζουμε τα μεγάλα και θαυμαστά που έγιναν για τη σωτηρία μας. Όλα τα γεγονότα της θείας οικονομίας είναι τόσο μεγάλα, που δεν τα χωράει ο λογισμός μας, μα αυτά που έγιναν αυτές τις ημέρες είναι το δίχως άλλο τα μεγαλύτερα.
Κι όχι μόνο έγιναν μια φορά, αλλά και γίνονται, κάθε που η Εκκλησία, τα εορτάζει, γιατί αυτό ακριβώς είναι οι εορτές της Εκκλησίας, όχι ιστορικές αναμνήσεις των όσων έγιναν, αλλά μυσταγωγικές επαναλήψεις των γεγονότων της θείας οικονομίας- επαναλήψεις δηλαδή μέσα στις καρδιές των πιστών, που η Εκκλησία με τον κάθε εορτασμό τους χειραγωγεί για να ζήσουν μυστικά όσα έκαμε ο Θεός για τη σωτηρία του κόσμου. Όταν λέμε «μυστικά», εννοούμε να ζήσουν οι πιστοί μέσα τους, και να αισθανθούν το έργο του Θεού για τον άνθρωπο, όχι με το μυαλό τους, με την ψυχρή δηλαδή λογική και με τις σωματικές αισθήσεις, αλλά με κάποια άλλα εσωτερικά αισθητήρια στον άνθρωπο· εκείνα, που όταν μιλάνε, δεν ακούεται η φωνή τους έξω, αλλά μόνο μας πλημμυρίζει μέσα μας μία ανείπωτη και ανέκφραστη χαρά και ευφροσύνη.
Άλλη χαρά αυτή και πολύ διαφορετική από κείνη που μας δίνει ο κόσμος με την απόλαυση των αγαθών του. Δεν φοβούμαι τώρα μήπως και δεν με καταλαβαίνετε, γιατί κάθε άνθρωπος, ακόμα κι ο πιο απλός, μάλιστα δε αυτός ίσως περισσότερο, ζει και ξέρει τι είναι αυτή η εσωτερική χαρά, όσο κι αν τον στέγνωσε η ξερή γνώση του μυαλού, όσο κι αν πάει να τον σκοτώσει εσωτερικά η επιστήμη και η τεχνική, καθώς το λέει ο νεοέλληνας ποιητής, ότι «μού ’γινε η γνώση παιδεμός και πάει να με σκοτώσει».
Φτάσαμε λοιπόν στην Εβδομάδα, όπου η Εκκλησία εορτάζει τα μεγάλα γεγονότα της πίστεως μας, τα «απόρρητα» και «άρρητα», που δεν μπορεί δηλαδή να τα συλλάβει ο νους και να τα εκφράσει το στόμα. Ο Υιός του Θεού, που έγινε Υιός ανθρώπου, έρχεται προς το εκούσιο πάθος του, έρχεται να χτυπηθεί με το θάνατο, να τον νικήσει και να μας δώσει τη ζωή. Αυτή είναι η θεία πραγματικότητα των όσων μας διηγούνται τα ιερά Ευαγγέλια και μας παραδίδει η Εκκλησία ότι έγιναν στα Ιεροσόλυμα μέσα σ’ αυτή την Εβδομάδα. Αν δεν μπορούμε να εισχωρήσουμε στην πραγματικότητα των γεγονότων αυτών, επειδή μας λείπει ή πίστη, κι αν όσα ακούμε και βλέπομε αυτές τις ημέρες τα δεχόμαστε μόνο και τα ζούμε με μια ρηχή συναισθηματικότητα κι ακόμα, όπως είναι της μόδας, με μια λαογραφική αντίληψη, τότε δεν εγγίζουμε στο μυστήριο του Θεού μήτε ζούμε την άρρητη χαρά και ευφροσύνη για τη σωτηρία μας· δεν αισθανόμαστε καν μέσα μας τη δίψα της σωτηρίας.
Αυτά που έγιναν στα Ιεροσόλυμα αυτή την Εβδομάδα η Εκκλησία τα ονομάζει «απόρρητα», δηλαδή που δεν λέγονται γι’ αυτό δεν τα εξηγεί, αλλά τα υμνολογεί με τους καλύτερους ύμνους, που μεγάλοι Πατέρες και υμνογράφοι συνέθεσαν, και τα προσκυνάει, με όλη την ευπρέπεια και τη σεμνότητα της ευσέβειας. Αυτός είναι ο γνήσιος τρόπος της «λογικής» λατρείας της Εκκλησίας· δεν εξηγεί και δεν ερμηνεύει τα «απόρρητα» γεγονότα της θείας οικονομίας, αλλά τα ομολογεί και τα προσκυνάει. Ό,τι κάνει ο Θεός για τη σωτηρία μας εμείς, δεν μπορούμε να το καταλάβουμε και να το εξηγήσουμε· το προσκυνάμε μόνο και το δοξάζουμε· «Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν, Δέσποτα, και την αγίαν σου Ανάστασιν δοξάζομεν». Το ζούμε μυστικά μέσα μας και η ψυχή μας γίνεται ο τόπος, όπου ο Χριστός πάλι σταυρώνεται και ανασταίνεται· μάλλον δε, οδηγημένοι από την πίστη, εμείς πάσχουμε μαζί με το Χριστό, που έπαθε μια φορά κι αναστήθηκε για μας.
Ό,τι και να πούμε δεν θα μπορέσουμε ποτέ να εκφράσουμε αυτό που η Εκκλησία ονομάζει «απόρρητο», γιατί πραγματικά αυτό δεν μπορεί μα και δεν πρέπει να λέγεται αλλά είναι εκείνο που το ζει ο πιστός μέσα του. Το μυστήριο του Θεού μένει πάντα για τον άνθρωπο μυστήριο· το αισθανόμαστε και το ζούμε, μα δεν είναι τρόπος να το καταλάβουμε λογικά και να το εκφράσουμε με λόγια. Γι’ αυτό σωπαίνουμε και το προσκυνάμε. Η καλύτερη γλώσσα της Μεγάλης Εβδομάδας είναι η σιωπή και η προσκύνηση. Ούτε να κλαίμε και να λυπούμαστε το Χριστό που πάσχει, γιατί εκείνος δεν είχε τάχα το ατύχημα να εμπλακεί σε μια δυσάρεστη γι’ αυτόν περιπέτεια, αλλά και ήξερε και ήθελε αυτό που έκανε· πορεύεται μόνος του προς το εκούσιο Πάθος. Πηγαίνοντας να τον σταυρώσουν, σε κάποιες γυναίκες που τον έκλαιγαν είπε· «Να μην κλαίτε για μένα, αλλά για σας να κλαίτε». Αν είναι λοιπόν κι εμείς να κλάψουμε, για μας να κλάψουμε, γιατί εξαιτίας μας και για χάρη μας ο Ιησούς Χριστός έπαθε. Κι όχι μόνο έπαθε, αλλά και πάσχει και ξαναστρώνεται από μας κάθε μέρα.
Η καλύτερη γλώσσα της Εκκλησίας είναι η ιερή Ακολουθία. Αυτή είναι η γλώσσα, με την οποία η Εκκλησία μιλάει στον ορθόδοξο λαό. Η ιερή Ακολουθία είναι μια σύνθεση από αγιογραφικά αναγνώσματα, από ψαλτικά τροπάρια, κι από ιερατικές ευχές και δεήσεις. Ο ορθόδοξος λαός αυτή τη γλώσσα την ξέρει πολύ καλά σαν μητρική του γλώσσα και την αγαπά, σαν τον καλύτερο τρόπο προσευχής, αλλά και διδασκαλίας. Γιατί η Εκκλησία με τις ιερές ακολουθίες όχι μόνο προσεύχεται, αλλά και διδάσκει· τα καλύτερα και τα μεθοδικότερα μαθήματα θρησκευτικής και εκκλησιαστικής διδασκαλίας είναι οι ιερές Ακολουθίες. Γι’ αυτό η Εκκλησία έχει πολλές ιερές Ακολουθίες, για κάθε ώρα της ημέρας, για κάθε εποχή του εκκλησιαστικού έτους και για κάθε περίσταση του βίου των πιστών. Όλος ο βίος του χριστιανού, η κάθε μέρα του φυσικού έτους, το κάθε γεγονός της θείας οικονομίας, ο κάθε άγιος και η μνήμη του, όλα είναι δεμένα από την Εκκλησία με μια εορτή και με μια Ακολουθία.
Ο Φίλιππος Κουτσάφτης περιγράφει βήμα βήμα τις επιπτώσεις των Παθών (με έξι ανακρίσεις και τέσσερις βασανισμούς) και εξηγεί πώς προήλθε ο θάνατος του Χριστού στον Σταυρό.
Ο Φίλιππος Κουτσάφτης είναι ο προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών και ίσως ο πιο διάσημος ιατροδικαστής των τελευταίων δεκαετιών.
Έχει κληθεί να μελετήσει και να αποφανθεί για τα μεγαλύτερα σύγχρονα εγκλήματα και οι εκθέσεις του προσέφεραν πολύτιμα στοιχεία στις Αρχές. Αυτή τη φορά όμως εκλήθη να κάνει μια διαφορετική «νεκροψία» και «έκθεση», για το μαρτύριο και τον θάνατο Του Ιησού Χριστού.
Ο κ. Κουτσάφτης έχει κάνει μια βαθιά μελέτη (συστηματικά εδώ και καιρό) για το θέμα, εξετάζοντας όλες τις πηγές και αναλύοντας τα Πάθη και τον θάνατο Του Ιησού Χριστού με επιστημονικό τρόπο. Σήμερα αναλύει στην «Κυριακάτικη Δημοκρατία» τα αίτια θανάτου Του Ιησού, την επίπτωση κάθε βασανιστηρίου αλλά και την ψυχοσωματική κατάσταση του Χριστού.
Τέλος, απαντά γιατί καταρρίπτονται όλες οι θεωρίες που αμφισβητούν ότι Ο Χριστός πέθανε πάνω στον Σταυρό, με τελικό σκοπό να αμφισβητηθεί η Ανάστασή Του.
E: Κύριε Κουτσάφτη, τα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας από τις Γραφές, την παράδοση της Εκκλησίας και τις ιστορικές πηγές μάς δίνουν μια πλήρη εικόνα για τα μαρτύρια Του Χριστού;
Βεβαιότατα. Ξέρουμε πάρα πολλά στοιχεία και θα έλεγε κανείς ότι μπορούμε να βγάλουμε ένα πόρισμα. Ελπίζω να μην ακούγεται ασεβές αυτό το τόλμημα σε ορισμένους, γιατί τόλμημα είναι. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το θείο πάθος είναι εκούσιο. Ο Κύριος με τη δική Του θέληση δέχτηκε τα πάντα, γι' αυτό ακόμα και την ώρα που τα καρφιά έσκιζαν τις σάρκες του και τρυπούσαν τα οστά Του Αυτός προσευχόταν για τους σταυρωτές Του, πράγμα πρωτοφανές.
E: Ποια ήταν λοιπόν η επίπτωση των Παθών;
Αυτό που πρέπει όλοι να γνωρίζουν είναι ότι τα Πάθη είναι ψυχοσωματικά. Ο Χριστός, όταν φεύγει από τον Μυστικό Δείπνο και πορεύεται για να προσευχηθεί, αφήνοντας λίγο πιο μακριά τους τρεις μαθητές (Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη), εμφανίζεται με βάση τις Γραφές εκστατικός σαν κάτι δυσάρεστο να περιμένει. Στο τέλος (ενώ οι μαθητές δεν έχουν αντιληφθεί τι συμβαίνει) Ο Ιησούς προσεύχεται για τρίτη φορά και τρέχει από το μέτωπό του ιδρώτας και αίμα. Αυτό το σημείο της διήγησης περί «αιματηρού ιδρώτα» αμφισβητήθηκε πολύ έντονα για αιώνες. Ο Ευαγγελιστής όμως γράφει κάτι που ήταν αδιανόητο και πρωτοφανές, χωρίς να τον νοιάζει αν θα τον αμφισβητήσουν ή αν θα πουν ότι γράφει φανταστικά πράγματα. Πράγματι, λοιπόν, το Ευαγγέλιο 2000 χρόνια μετά δικαιώθηκε, καθώς η Ιατρική πρόσφατα αποφάνθηκε ότι υπάρχει ένα σπάνιο συνοδό σύμπτωμα του οργανισμού με αυτά τα χαρακτηριστικά όταν κάποιος βρεθεί σε μεγάλη ψυχοσωματική ένταση. Ξέρουμε πλέον από τη σύγχρονη επιστήμη ότι οι ιδρωτοποιοί αδένες είναι διάσπαρτοι στο σώμα, αλλά οι πολυπληθέστεροι βρίσκονται στις παλάμες, στα πέλματα, στον αυχένα, στις παρειές και στο μέτωπο. Οταν ο άνθρωπος βρεθεί σε μεγάλη ένταση, είναι δυνατόν να γίνει αυτόματη ρήξη μεγάλου αριθμού τριχοειδών αγγείων στο σπείραμα των αδένων. Το αίμα που απελευθερώνεται αναμειγνύεται με τον ιδρώτα, τον βάφει κόκκινο και στη συνέχεια το παραχθέν μείγμα αναβλύζει στο δέρμα. Δηλαδή ο Ευαγγελιστής Λουκάς έγραψε την αλήθεια. Καταλαβαίνει, όμως, κανείς σε πόσο μεγάλο βαθμό έντασης βρισκόταν Ο Ιησούς πριν ακόμα από τη σύλληψή Του. Την άλλη μέρα ήξερε ότι θα αναλάβει την ανθρώπινη αμαρτία ως αντικαταστάτης του πεσόντος ανθρώπου και θα αντιμετωπίσει πάνω στον Σταυρό τη θεία δικαιοσύνη. Δεν ήθελε να χάσει το βλέμμα του πατέρα Του που ήταν στραμμένο πάνω Του. Δεν ήταν η αγωνία Του ούτε για τη μαστίγωση ούτε για τα καρφιά.
E: Τα μαρτύρια πριν από τη Σταύρωση ποια ήταν και ποια επίπτωση είχαν;
Μετά τη σύλληψη Ο Ιησούς πέρασε από έξι εξαντλητικές και κακόπιστες ανακρίσεις. Από τον Αννα, τον Καϊάφα, το Συνέδριο, τον Πιλάτο, τον Ηρώδη και ξανά από τον Πιλάτο. Στα μεσοδιαστήματα κακοποιήθηκε με τέσσερις πολύωρους και βάρβαρους βασανισμούς. Μεταξύ των ανακρίσεων και των βασανισμών σύρθηκε αλυσοδεμένος και δερόμενος έξι φορές. Η απόσταση που διήνυσε με τις αλυσίδες ήταν περίπου έξι χιλιόμετρα. Και όλα αυτά νηστικός, διψασμένος και άυπνος.
E: Οι πιέσεις τι ρόλο έπαιξαν;
Του ασκήθηκε έντονη ψυχοσωματική βία, Τον έγδυσαν τρεις φορές, Τον έντυσαν άλλες τόσες, Τον μαστίγωσαν, Του φόρεσαν το ακάνθινο στεφάνι και Του φόρτωσαν τον βαρύ Σταυρό. Στις ανακρίσεις Τον διέσυραν και Τον εξευτέλισαν. Ήθελαν με κάθε τρόπο να Τον κάνουν να λυγίσει.
E: Μεταξύ άλλων, μαστιγώθηκε.
Ναι. Η μαστίγωση γινόταν με φραγγέλιο, που είχε λουριά με απολήξεις σφαιρίδια και άκρες από κόκαλα. Κάθε φορά που έπεφτε στο σώμα το μαστίγιο αυτά τα αντικείμενα έμπαιναν μέσα στις σάρκες και όταν το τραβούσε ο βασανιστής για να ξαναχτυπήσει έσκιζαν το δέρμα. Οι πληγές που προκάλεσαν ήταν φοβερές σε όλη την οπίσθια επιφάνεια και την πλάγια κοιλιακή και θωρακική χώρα, που πρέπει να ήταν καταματωμένη. Πρέπει να έχασε πολύ μεγάλη ποσότητα αίματος Ο Χριστός μόνο από αυτό.
E: Ως προς τον Σταυρό που κουβάλησε;
Οταν Ο Κύριος φορτώθηκε τον Σταυρό έπρεπε να κουβαλήσει ένα ξύλο που δεν ήταν πλανισμένο (όπως το βλέπουμε στις αγιογραφίες). Ηταν δυο κορμοί γεμάτοι σκληρό φλοιό και ρόζους και καταλαβαίνετε τι έγινε όταν πέταξαν πάνω στην πλάτη Του το οριζόντιο τμήμα. Την ήδη καταματωμένη πλάτη από τη μαστίγωση. Αυτός ο βαρύς κορμός μπήκε μέσα στις πληγές προκαλώντας αφόρητο πόνο.
Στη συνέχεια Ο Ιησούς κυριολεκτικά σέρνει τα βήματά Του και υποφέρει. Πλέον δεν έχει ανάσες και αρκετό οξυγόνο. Το αίμα Του λιγοστεύει και κάποια στιγμή λυγίζουν τα γόνατά Του και είναι αδύνατον να προχωρήσει.
E: Περιγράφετε μια κατάσταση που σχεδόν δεν αντέχεται με βάση τα ανθρώπινα μέτρα.
Ναι. Πιστεύω αν δεν ήταν Ο συγκεκριμένος εκεί θα είχε πεθάνει. Κανονικά, με βάση τη λογική, εκεί (στην πορεία προς τον Γολγοθά) θα έπρεπε να είναι το τέλος.
E: Ωστόσο, Ο Χριστός φτάνει τελικά μέχρι τη Σταύρωση. Εκεί τι ακριβώς γίνεται;
Εκεί οι σταυρωτές ξαπλώνουν Τον Ιησού πάνω στον Σταυρό και Του καρφώνουν τα χέρια και τα πόδια. Για το ακριβές σημείο του καρφώματος υπάρχουν δύο εκδοχές: το εσωτερικό της παλάμης, που φαίνεται και σε πολλές εικόνες, ή το κέντρο της έσω επιφανείας των καρπών. Η πρώτη εκδοχή είναι για μένα η πιο προσιτή. Η παλάμη έχει μικρό πάχος, μεγάλη επιφάνεια και λόγω των τενόντων και των περιτονιών δεν σκίζεται το δέρμα. Υπάρχουν και τα μετακάρπια οστά, που μπορούν να συγκρατήσουν το βάρος.
Αν, πάντως, το καρφί μπήκε ανάμεσα στα δύο κόκαλα, κερκίδα και ωλένη, έχουμε τραγικό πόνο γιατί τραυματίστηκε το μέσο νεύρο. Σκεφτείτε ότι αν ακουμπήσουμε ελάχιστα το νεύρο του αγκώνα νιώθουμε έντονο πόνο. Φανταστείτε να περάσει καρφί από αυτό το νεύρο. Ως προς το κάρφωμα των ποδιών οι δύο εκδοχές είναι ότι σταύρωναν τα πόδια και το καρφί περνούσε από το ένα πόδι στο άλλο ή ότι καρφώθηκαν παράλληλα. Ευρήματα του 1968 σε τάφους στην Ανατολική Ιερουσαλήμ μάς δείχνουν ότι υπήρχαν και άλλοι που σταυρώθηκαν στα πόδια με τον πρώτο τρόπο.
E: Ο θάνατος τελικά από τι επήλθε; Γνωρίζουμε;
Μπορούμε να πούμε ότι ήταν ένας θάνατος αργός και λίαν βασανιστικός. Με την ανύψωση του Σταυρού Ο Χριστός αντιμετωπίζει μια σειρά από δυσμενείς παράγοντες:
- Υποχρεωτική ορθοστασία, που Του δημιουργεί ορθοστατική υπόταση.
- Υποχρεωτική ακινησία, που δεν δίνει τη δυνατότητα στο φλεβικό αίμα να επιστρέψει στην καρδιά.
- Ειδική στάση του θώρακα, με το βάρος του σώματος να είναι σε μόνιμη έκπτυξη και να δυσκολεύει φοβερά την αναπνοή. Δεν μπορεί να κάνει εκπνοή παρά μόνο εισπνοή. Αυτό συντόμευσε τον θάνατό Του.
Επιπλέον αντιμετωπίζει επιπλοκές τραυμάτων, αιμορραγία, αφυδάτωση, πείνα, δίψα και εξάντληση.
E: Το τελικό «πόρισμα»;
Επρόκειτο για πολυπαραγοντικό θάνατο. Πολλά πράγματα έδρασαν για την κατάληξη, με τελικό αίτιο την ασφυξία μαζί με την κυκλοφορική ανεπάρκεια. Μια σημαντική λεπτομέρεια είναι και η επιδρομή των σαρκοφάγων εντόμων. Το αίμα φέρνει από πολύ μακριά έντομα που κόβουν κομμάτια από τις πληγές ενός ακίνητου ανθρώπου! Οι πιο φοβερές στιγμές για Τον Κύριο ήταν μετά το κάρφωμα στον Σταυρό.
E: Πώς εξηγείτε την αντοχή που έδειξε;
Ο Χριστός δεν πέθανε πριν από τη Σταύρωση γιατί υπήρχε λόγος. Υπερέβη τα ανθρώπινα μέτρα και για μένα το ότι άντεξε και ανέβηκε στον Σταυρό είναι ακόμα ένα δείγμα της θεότητάς Του.
E: Μπορείτε να μας περιγράψετε τι αισθανόταν Ο Ιησούς φορώντας το ακάνθινο στεφάνι;
Πρώτα πρώτα, να σας πω ότι είναι πρωτοφανής τρόπος αντιμετώπισης. Ποτέ πριν δεν είχε γίνει κάτι τέτοιο και ποτέ ξανά δεν επαναλήφθηκε. Επρόκειτο για φρίκη! Το κατασκεύασαν από μια τζιτζιφιά, ευλύγιστο φυτό που ευδοκιμεί στην περιοχή, με πολύ μεγάλα και σκληρά αγκάθια. Μέχρι τότε τα στεφάνια των καταδίκων ήταν σιδερένια και προσαρμόζονταν με βάση τη διάμετρο του κρανίου. Εδώ ήταν βασανιστήριο. Το τριχωτό της κεφαλής είναι αγγειοβριθέστατο. Έχει πολύ καλή αιμάτωση και ειδική νεύρωση. Η αιμορραγία, λοιπόν, ήταν μεγάλη και αφόρητος ο πόνος από τα αγκάθια στα νεύρα.
E: Κατά καιρούς έχουν ακουστεί θεωρίες ότι Ο Χριστός δεν είχε πεθάνει στον Σταυρό και ότι έτσι δικαιολογείται (λογικά) η Ανάστασή του. Κατά τη γνώμη σας, αυτό μπορεί να στέκει;
Τυχαία έγινε, νομίζετε, ο λογχισμός της πλευράς; Καθόλου τυχαία. Αυτό το γεγονός είναι το πιστοποιητικό του θανάτου. Η λόγχη τρύπησε την πλευρά και βγήκε «αίμα και ύδωρ». Από όποια πλευρά και να έγινε ο λογχισμός, με αυτό το βαρύ όπλο των δυόμισι μέτρων, δεν υπάρχει περίπτωση ο οποιοσδήποτε να μείνει ζωντανός. Με τίποτα!
Αρα καταρρίπτονται όλα;
Φυσικά. Οι αρνητές βέβαια λένε ό,τι θέλουν, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί ασχολούνται με Τον Χριστό αφού γι' αυτούς δεν υπάρχει.
Αυτές οι τρεις ημέρες, τις οποίες η Εκκλησία ονομάζει Μεγάλες και Άγιες, έχουν, μέσα στο λειτουργικό κύκλο της Μεγάλης Εβδομάδας, έναν καθοριστικό σκοπό. Τοποθετούν όλες τις ιερές ακολουθίες στην προοπτική του Τέλους· μας υπενθυμίζουν το εσχατολογικό νόημα του Πάσχα.
Συχνά η Μεγάλη Εβδομάδα χαρακτηρίζεται σαν περίοδος γεμάτη με «ωραιότατες παραδόσεις» και «έθιμα», σαν ξεχωριστό τμήμα του εορτολογίου μας. Τα ζούμε όλα αυτά από την παιδική μας ηλικία σαν ένα ελπιδοφόρο γεγονός που γιορτάζουμε κάθε χρόνο, θαυμάζουμε την ομορφιά των ακολουθιών, τις επιβλητικές πομπές και προσβλέπουμε με κάποια ανυπομονησία στο Πασχαλινό τραπέζι… Και υστέρα, όταν όλα αυτά τελειώσουν, ξαναρχίζουμε την κανονική μας ζωή.
Αλλά άραγε καταλαβαίνουμε πως όταν ο κόσμος αρνήθηκε τον Σωτήρα του, όταν ο Ιησούς «ήρξατο αδημονείν» και έλεγε: «περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου», και όταν πέθανε στο Σταυρό, τότε η «κανονική ζωή» σταμάτησε; Δεν είναι πια δυνατόν να υπάρξει «κανονική ζωή» γιατί ακριβώς αυτοί που φώναζαν «Σταύρωσον Αυτόν!», αυτοί που Τον έφτυναν και Τον κάρφωναν στο Σταυρό ήταν… «κανονικοί άνθρωποι». Τον μισούσαν και Τον σκότωσαν ακριβώς γιατί τους τάραξε, τους χάλασε την «κανονική» ζωή τους. Και ήταν πραγματικά ένας τέλεια «κανονικός» κόσμος αυτός που προτίμησε το σκοτάδι και το θάνατο από το φως και τη ζωή… Με το θάνατο όμως του Χριστού ο «κανονικός» κόσμος και η «κανονική » ζωή καταδικάστηκαν αμετάκλητα. Ή μάλλον, θα λέγαμε ότι αποκαλύφθηκε η αληθινή, η ανώμαλη φύση τους, η ανικανότητα τους να δεχθούν το Φως· αποκαλύφθηκε η τρομερή δύναμη του κακού μέσα τους. «Νυν κρίσις εστίν του κόσμου τούτου· νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιω. 12, 31).
Το Πάσχα σημαίνει το τέλος «αυτού του κόσμου». Με το Θάνατο και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού συντελέστηκε αυτό το τέλος, που μπορεί να διαρκέσει εκατοντάδες αιώνες, χωρίς να αλλοιώνει τη φύση του χρόνου τον οποίο ζούμε σαν «έσχατο καιρό». «Και οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι· παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α’ Κορ. 7, 31).
Η λέξη Πάσχα σημαίνει πέρασμα, διάβαση. Η γιορτή της Διάβασης (Πάσχα) ήταν για τους Εβραίους η ετήσια ανάμνηση όλης της ιστορίας της σωτηρίας τους · της σωτηρίας σαν πέρασμα από τη σκλαβιά των Αιγυπτίων στην ελευθερία, από την εξορία στη γη της επαγγελίας. Ήταν επίσης η προσδοκία της τελικής διάβασης στη Βασιλεία του Θεού. Και ο Ιησούς Χριστός έγινε η εκπλήρωση αυτού του Πάσχα, έγινε το Πέρασμα. Αυτός πραγματοποίησε την τελική διάβαση από το θάνατο στη ζωή από τούτο τον «παλαιό κόσμο» στον «καινό κόσμο», στον «καινό χρόνο» της Βασιλείας του Θεού. Ο Χριστός έδωσε και σε μας τη δυνατότητα για μια τέτοια διάβαση. Ζώντας «εν τω κόσμω τούτω» μπορούμε ταυτόχρονα να μην είμαστε «εκ του κόσμου τούτου», δηλαδή να ελευθερωθούμε από τη σκλαβιά στο θάνατο και την αμαρτία και να συμμετέχουμε στον «επερχόμενο αιώνα». Για να γίνει αυτό θα πρέπει και εμείς επίσης να πραγματοποιήσουμε τη δική μας, την προσωπική διάβαση· να καταδικάσουμε τον παλαιό Αδάμ μέσα μας, να «ενδυθούμε» τον Χριστό – αυτό δηλαδή που γίνεται στο βάπτισμα με την τριπλή κατάδυση και που είναι σύμβολο θανάτου – και να ζήσουμε την αληθινή ζωή εν Θεώ…
Μόνον έτσι το Πάσχα δεν γίνεται μια ετήσια ανάμνηση – ι εροπρεπής και ωραία – γεγονότων του παρελθόντος. Αλλά είναι το Γεγονός που μας προσφέρθηκε και αποτελεσματικά μας αποκαλύπτει ότι ο παρών κόσμος μας, ο χρόνος μας, η ζωή μας έφτασαν στο Τέλος τους και ταυτόχρονα μας αναγγέλλει την Αρχή της νέας ζωής…
Οι τρεις, λοιπόν, πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας έχουν σαν σκοπό να μας παρουσιάσουν, σαν πρόκληση, αυτό το εσχατολογικό νόημα του Πάσχα και να μας προετοιμάσουν να το καταλάβουμε και να το αποδεχτούμε.
1. Η εσχατολογική αυτή πρόκληση αποκαλύπτεται πρώτα-πρώτα
με το κοινό και για τις τρεις ημέρες, τροπάριο:
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της Βασιλείας έξω κλεισθής· αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο θεός δια της Θεοτόκου, ελέησον ημάς»
Το «μέσον της νυκτός» (μεσονύκτιο) είναι η στιγμή κατά την οποία η ημέρα φτάνει στο τέλος της και μια νέα ημέρα αρχίζει. Ακριβώς γι’ αυτό το μεσονύκτιο γίνεται το σύμβολο του χρόνου στον οποίο ζούμε σαν χριστιανοί. Γιατί η Εκκλησία από τη μια πλευρά ζει μέσα σ’ αυτό τον κόσμο συμμετέχοντας στις αδυναμίες του και σ’ όλες τις τραγωδίες. Από την άλλη πλευρά η αληθινή της ύπαρξη δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου», γιατί είναι η Νύμφη του Χριστού και η αποστολή της είναι να αναγγείλει και να αποκαλύψει τη Βασιλεία του Θεού και την «καινή ημέρα». Η ζωή της είναι μια αιώνια αναμονή, μια συνεχής και άγρυπνη προσδοκία αυτής της νέας Ημέρας… Αλλά εμείς ξέρουμε πολύ καλά πόσο ισχυρός είναι ο δεσμός μας με την «παλαιά ημέρα», με τον κόσμο, με τα πάθη του και τις αμαρτίες. Ξέρουμε πόσο βαθιά ακόμα ανήκουμε στον «κόσμο τούτο». Είδαμε το φως, γνωρίσαμε τον Χριστό, ακούσαμε για την ειρήνη, τη χαρά, τη νέα «εν Χριστώ ζωή» και παρ’ όλα αυτά ο κόσμος μας κρατάει σκλάβους του. Αυτή η αδυναμία, αυτή η συνεχής προδοσία του Χριστού, αυτή η ανικανότητα να δώσουμε ολόκληρη την αγάπη μας στο μόνο πραγματικό αντικείμενο αγάπης, εκφράζονται τέλεια στο εξαποστειλάριο των τριών αυτών ημερών:
«Τον νυμφώνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδότα και σώσόν με»
2. Το ίδιο θέμα παρουσιάζεται στα Ευαγγελικά αναγνώσματα αυτών των ημερών.Πρώτα απ’ όλα ολόκληρο το κείμενο των τεσσάρων Ευαγγελίων (ως το Ιω. 13, 31) διαβάζεται στις Ώρες (πρώτη, τρίτη, έκτη και εννάτη). Αυτή η ανακεφαλαίωση δείχνει ότι ο Σταυρός είναι η ολοκλήρωση της ζωής και της διακονίας του Ιησού Χριστού. Δίνει το κλειδί για τη βαθύτερη κατανόηση αυτής της ζωής. Καθετί στο Ευαγγέλιο οδηγεί σ’ αυτή την έσχατη ώρα του Ιησού και όλα γίνονται κατανοητά μέσα σ’ αυτό το φως. Γι’ αυτό κάθε ακολουθία αυτών των ημερών έχει ειδικό Ευαγγελικό ανάγνωσμα:
Μεγάλη Δευτέρα
Στον Όρθρο διαβάζεται από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου (21, 18- 43) η ιστορία της «ξηρανθείσης συκής». Η συκιά εδώ είναι το σύμβολο του κόσμου που δημιουργήθηκε από τον Θεό να φέρει πνευματικούς καρπούς και απέτυχε ν’ ανταποκριθεί στο Δημιουργό του.
Στην Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων διαβάζονται από το 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου οι στίχοι 3-35 οι οποίοι αναφέρονται στα σημεία της έλευσης του Κυρίου και της συντέλειας του κόσμου. Είναι μια εσχατολογική απάντηση του Ιησού Χριστού στην ερώτηση των μαθητών Του, και προαναγγέλλει το Τέλος, τα Έσχατα. «Ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι…».
Μεγάλη Τρίτη
Στον Όρθρο διαβάζεται από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου (22,15-23,39) η καταδίκη των Φαρισαίων. Τα πολλά «ουαί» για την τυφλή και υποκριτική θρησκεία αυτών o ι οποίοι νομίζουν ότι είναι αρχηγοί των ανθρώπων και το φως του κόσμου, αλλά στην ουσία «κλείουν την Βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων…».
Στην Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων συνεχίζεται η ανάγνωση από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου στα κεφάλαια 24 (36) 25 και 26 (2). Και εδώ πάλι γίνεται λόγος για τα Έσχατα, για το Τέλος. Γι’ αυτό μιλούν και οι παραβολές που χαρακτηρίζονται «παραβολές των Εσχάτων». Είναι η παραβολή των δέκα παρθένων. «Πέντε εξ αυτών ήσαν φρόνιμοι» και είχαν πάρει μαζί με τις λαμπάδες τους και αρκετό λάδι, «πέντε ήσαν μωραί», οι λαμπάδες τους έσβυσαν και δεν έγιναν δεκτές στο γαμήλιο δείπνο. Η άλλη παραβολή είναι των ταλάντων. Δεν χρησιμοποιούνται τα τάλαντα που έδωσε στον καθένα ο Κύριος. «…Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν εν η ο Υιός του άνθρωπου έρχεται». Και τέλος διαβάζουμε για την ημέρα της μέλλουσας κρίσης.
Μεγάλη Τετάρτη
Στον Όρθρο το Ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι από τον Ιωάννη (12, 17-50). Αναφέρεται σ’ αυτούς που αρνήθηκαν τον Χριστό και κάνει την εσχατολογική προειδοποίηση: «Νυν κρίσις εστί του κόσμου… Ο αθετών εμέ και μη λαμβάνων τα ρήματα μου, έχει τον κρίνοντα αυτόν· ο λόγος ον ελάλησα, εκείνος κρίνει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα».
Στην Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων διαβάζεται στο Ευαγγέλιο τουΜατθαίου (26, 6-16) η ιστορία της γυναίκας που με πολύτιμα μύρα έλουσε τα πόδια του Ιησού Χριστού. Αυτή η γυναίκα με τούτη την πράξη της είναι η εικόνα της αγάπης και της μετάνοιας, μοναδικά μέσα για την ένωσή μας με τον Χριστό.
3. Τα Ευαγγελικά αναγνώσματα βρίσκουν τέλεια ερμηνεία και ανάπτυξη στην υμνολογία αυτών των ημερών. Τα στιχηρά και τα τριώδια (σύντομοι κανόνες από τρεις ωδές που ψάλλονται στον Όρθρο) αναλύουν τα Ευαγγελικά νοήματα. Μια προειδοποίηση, προτροπή διατρέχει όλους αυτούς τους ύμνους: το τέλος, η κρίση έρχεται… ας προετοιμαστούμε ανάλογα…
«Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον Πάθος, τοις αποστόλοις έλεγεν εν τη οδώ· ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και παραδοθήσεται ο Υιός του άνθρωπου, καθώς γέγραπται περί αυτού. Δεύτε ουν και ημείς κεκαθαρμέναις διανοίαις, συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν ταις του βίου ηδοναίς · ίνα και συζήσωμεν αυτώ και ακούσωμεν βοώντος αυτού · Ουκέτι εις την επίγειον Ιερουσαλήμ, δια το παθείν, αλλά αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα υμών, και Θεόν μου, και Θεόν υμών. Και συνανυψώ υμάς εις την άνω Ιερουσαλήμ, εν τη Βασιλεία των Ουρανών.»
(Στιχηρό από τους Αίνους του Όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας).
«Ιδού σοι το τάλαντον ο Δεσπότης εμπιστεύει, ψυχή μου· φόβω δέξαι το χάρισμα, δάνεισαι τω δεδωκότι, διάδος πτωχοίς και κτήσαι φίλον τον Κύριον, ίνα στης εκ δεξιών αυτού, όταν έλθη εν δόξη και ακούσης μακαριάς φωνής· Είσελθε δούλε, εις την χαράν του Κυρίου σου. Αυτής αξίωσόν με, Σωτήρ, τον πλανηθέντα, δια το μέγα σου έλεος»
(Δοξαστικό των Αίνων στον Όρθρο της Μεγάλης Τρίτης).
4. Στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής τα δυο βιβλία της Παλαιάς Διαθήκηςπου διαβάζονται στους Εσπερινούς είναι η Γένεση και οι Παροιμίες. Με την αρχή της Μεγάλης Εβδομάδας αντί γι’ αυτά έχουμε τα βιβλία «Έξοδος» και «Ιώβ», πάλι από την Παλαιά Διαθήκη. Η Έξοδος είναι η ιστορία της σωτηρίας του Ισραήλ, της ελευθερίας του από τη σκλαβιά των Αιγυπτίων, η ιστορία δηλαδή της Διάβασης των Εβραίων. Αυτή η ιστορία προετοιμάζει και μας να κατανοήσουμε την έξοδο του Χριστού προς τον Πατέρα Του, την ολοκλήρωση δηλαδή του έργου της σωτηρίας μας. Ο Ιώβ, ο πολύπαθος, είναι η προεικόνιση του Ιησού Χριστού στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτά τα αναγνώσματα από το βιβλίο του Ιώβ προαναγγέλλουν το μεγάλο μυστήριο των παθών του Κυρίου, της υπακοής και της θυσίας Του.
5. Η λειτουργική πορεία αυτών των ήμερων έχει ακόμα το ρυθμό της Μεγάλης Σαρακοστής. Λέγεται ακόμα η προσευχή του (αγίου) Εφραίμ του Σύρου («Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιέργειας, φιλαρχίας και αργολογίας, μη μοι δως. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω. Ναι Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα, και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου· ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν») και γίνονται οι ανάλογες μετάνοιες. Επίσης έχουμε εκτεταμένα αναγνώσματα από το Ψαλτήρι και βέβαια κάθε πρωί την Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων, με τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής. Βρισκόμαστε ακόμα στην περίοδο της μετανοίας, γιατί μόνο η μετάνοια μας εξασφαλίζει τη συμμετοχή μας στο Πάσχα του Κυρίου μας και μας ανοίγει τις θύρες στο Πασχάλιο δείπνο.
Τελικά την Αγία και Μεγάλη Τετάρτη όταν η τελευταία πια Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων φτάνει στο τέλος, αφού τα Τίμια Δώρα έχουν μεταφερθεί από την Αγία Τράπεζα, ο ιερέας λέει, για τελευταία φορά, την προσευχή του Αγίου Εφραίμ. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο η προετοιμασία φτάνει στο τέλος. Ο Κύριος μας καλεί τώρα στο τελευταίο Του δείπνο.
Το τροπάριο της Κασσιανής από τη Χορωδία του πρωτοψάλτη Θεόδωρου Βασιλικού:
ΠΗΓΗ: Πατρός Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, Σύντομη λειτουργική εξήγηση των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκδ. Ακρίτας 1990.
Ἔκπληξη, θλίψη, πένθος, ἀπογοήτευση βαθιὰ προξενεῖ ἡ ἀπόφαση τῶν καθηγητῶν τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Θεσσαλονίκης γιὰ τὴ δημιουργία μέσα στὸ Τμῆμα Θεολογίας ἰδιαίτερου Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν.
Μὲ ψήφους 23 ἔναντι 6 καὶ 8 ἀπουσίες οἱ καθηγητὲς τῆς κάποτε θεωρούμενης παραδοσιακῆς Σχολῆς ἐνέκριναν τὴ μετατροπή της σὲ πολυθρησκειακὸ ἀνεμόμυλο, μέσα στὸν ὁποῖο ἀκόμη καὶ «ὀρθόδοξοι θεολόγοι» θὰ διδάσκουν ταυτόχρονα φῶς Χριστοῦ καὶ μωαμεθανικὸ σκοτάδι, πλάνη καὶ ἀλήθεια, ἀγάπη εὐαγγελικὴ καὶ κορανικὸ μίσος.
Ἡ ἀντορθόδοξη αὐτὴ ἀπόφαση εἶναι ἐνδεικτικότατο σύμπτωμα τῆς κατακλυσμιαίας εἰσβολῆς τοῦ πνεύματος τῆς πανθρησκείας, ποὺ δείχνει νὰ ἔχει ἐπεκταθεῖ ἐπικίνδυνα στὸν ὀρθόδοξο θεολογικὸ κόσμο.
Τὸ πολὺ θλιβερὸ στὸ ὅλο ζήτημα, κατὰ τὴν ξεκάθαρη καταγγελία τοῦ καθηγητῆ τῆς Σχολῆς κ. Λάμπρου Σιάσου εἶναι τὸ ὅτι ὑπῆρξε σχεδιασμὸς ἀπὸ συγκεκριμένους κύκλους ἐδῶ καὶ 15 περίπου χρόνια γιὰ τὴν οὐσιαστικὴ ἅλωση τοῦ Τμήματος Θεολογίας ἀπὸ ἀνθρώπους ἐμφορούμενους ἀπὸ παρόμοιες ἀντιλήψεις. Γιὰ τοὺς συγκεκριμένους κύκλους, ποὺ ὁ κ. Καθηγητὴς δὲν κατονόμασε, μιὰ ματιὰ στὰ ὀνόματα τῶν εἴκοσι τριῶν φανερώνει τὴν ἀλήθεια. Οἱ 15 ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι μέλη τοῦ γνωστοῦ θεολογικοῦ Συνδέσμου «Ὁ Καιρός», ποὺ προωθεῖ καὶ τὸ ἀντορθόδοξο πανθρησκειακὸ Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στὰ Σχολεῖα.
Πῶς πραγματοποιήθηκε ἡ ἅλωση τοῦ Θεολογικοῦ Τμήματος; Σύμφωνα μὲ τὴν καταγγελία τοῦ κ. Καθηγητῆ ἔγινε ἀνεπαίσθητα μὲ τὴ σταδιακὴ εἰσαγωγὴ μαθημάτων ξένων πρὸς τὸ καθαυτὸ γνωστικὸ ἀντικείμενο τῆς Σχολῆς· στὰ ὁποῖα μαθήματα προωθοῦντο ὁμόφρονες τῶν σχεδιαστῶν. Τὸ ὅλο ἐγχείρημα, πάντα κατὰ τὸν καθηγητὴ κ. Σιάσο, ἔγινε πολὺ ἔξυπνα, «μὲ χειρουργικὲς ἐπεμβάσεις στὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν», ὅπως εἶπε ἐπὶ λέξει, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχει ἀλλάξει πλήρως τὸ περιεχόμενο τῶν μαθημάτων τῆς Σχολῆς καὶ ἀπὸ ὀρθόδοξο θεολογικὸ νὰ ἔχει γίνει «πολυπολιτισμικό». Δηλαδὴ πανθρησκειακό, προσθέτουμε ἐμεῖς.
Τὸ ἀκόμη ἀνησυχητικότερο, σύμφωνα μὲ τὸν κ. Καθηγητή, εἶναι τὸ ὅτι ὅλη αὐτὴ ἡ ἀλλαγή, ποὺ ἀποτελεῖ «ἐπιστημονικὸ πραξικόπημα», προῆλθε ἀπὸ ἐνέργειες τῆς Ἀμερικανικῆς Πρεσβείας καὶ χρηματοδοτεῖται μὲ πακτωλὸ χρημάτων. Σήμερα δέ, συμπλήρωσε ὁ Καθηγητής, τὸ ὅλο ἐγχείρημα ὑποστηρίζεται ἀπὸ δύο ἐπισκόπους τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ἕναν τῆς Θεσσαλίας καὶ ἕναν τῆς Θράκης, οἱ ὁποῖοι ἀντιεκκλησιαστικῶς κινούμενοι ὄχι μόνο παρεμβαίνουν ἀλλὰ καὶ «σχεδιάζουν σὲ ἄλλη Μητρόπολη», τὴ Μητρόπολη Θεσσαλονίκης.
Τὶς καταγγελίες τοῦ κ. Σιάσου ἐπιβεβαίωσε καὶ ὁ καθηγητὴς τῆς Δογματικῆς κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης. Οἱ δύο καθηγητὲς σὲ κοινὴ παρέμβασή τους ἐξέφρασαν τὴ μεγάλη ἔκπληξή τους γιὰ τὰ τεκταινόμενα στὴ Σχολή.
Ἐμεῖς δὲν θεωροῦμε ὅτι ἀποτελοῦν μόνο ἔκπληξη τὰ τεκταινόμενα. Θεωροῦμε πὼς πρόκειται γιὰ τραγικὴ πτώση τῆς Σχολῆς. Καὶ ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ἄξια βαρύτατου πένθους καὶ θερμῆς ἱκεσίας πρὸς τὸν Κύριο νὰ μὴν ἀποσύρει τὴ χάρη Του ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Ἑλλάδα μας.
Πηγή: http://osotir.org/keimena/ekpaideutika/item/33075-tragik-ptosi-theologik-s-sxol-s
Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι η εβδομάδα πριν το Πάσχα, από την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ μέχρι το Μ. Σάββατο και ονομάζεται «Μεγάλη», όχι γιατί έχει περισσότερες μέρες ή ώρες από τις άλλες εβδομάδες, αλλά γιατί τα γεγονότα όπου τελούνται και βιώνονται στους Ιερούς Ναούς είναι κοσμοσωτήρια για τον άνθρωπο!
Πώς βιώνεται ο λειτουργικός χρόνος τη Μεγάλη εβδομάδα;
Η Εκκλησία από την μεγάλη της φιλανθρωπία, για να μπορέσουν όσο είναι δυνατόν περισσότεροι πιστοί να συμμετέχουν στις Ακολουθίες, επέτρεψε από την αρχή της Μ. Εβδομάδας, να ψάλλεται ο Όρθρος της επόμενης ημέρας. (π.χ. την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ ψάλλεται ο Όρθρος της Μεγάλης Δευτέρας).
Τι τελείται τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας;
Οι τέσσερις πρώτες ημέρες μας προετοιμάζουν πνευματικά για το θείο δράμα και οι Ακολουθίες ονομάζονται «Ακολουθίες του Νυμφίου».
Την Μεγάλη Δευτέρα κυριαρχούν δύο γεγονότα:
α) Η ζωή του Ιωσήφ του 11ου γιού του Πατριάρχη Ιακώβ, του ονομαζόμενου Παγκάλου, δηλαδή του ωραίου στο σώμα και τη ψυχή. Ο Ιωσήφ προεικονίζει με την περιπέτειά του (που πουλήθηκε σκλάβος στην Αίγυπτο) τον ίδιο τον Χριστό και το πάθος Του.
β) Το περιστατικό της άκαρπης συκιάς που ξέρανε ο Χριστός (Ματθ. 21, 18-22): Συμβολίζει την Συναγωγή των Εβραίων και γενικά την ζωή του Ισραηλιτικού λαού που ήταν άκαρποι από καλά έργα.
Μεγάλη Τρίτη (Μεγάλη Δευτέρα βράδυ):
Την Μεγάλη Τρίτη θυμόμαστε και ζούμε δύο παραβολές:
α) Των δέκα παρθένων (Ματθ. 25,1-13) που μας διδάσκει να είμαστε έτοιμοι και γεμάτοι από πίστη και φιλανθρωπία.
β) Των Ταλάντων (Ματθ. 25,14-30), που μας διδάσκει να είμαστε εργατικοί και πρέπει να καλλιεργούμε και να αυξήσουμε τα πνευματικά μας χαρίσματα.
Μεγάλη Τετάρτη (Μεγάλη Τρίτη βράδυ):
Η Μεγάλη Τετάρτη είναι αφιερωμένη στην αμαρτωλή γυναίκα (Λουκ. 7,47), που μετανιωμένη άλειψε τα πόδια του Κυρίου με μύρο και συγχωρήθηκε για τα αμαρτήματά της, γιατί έδειξε μεγάλη αγάπη και πίστη στον Κύριο. Ψάλλεται το περίφημο τροπάριο (δοξαστικό) της Υμνογράφου Μοναχής Κασσιανής.
Την Μεγάλη Πέμπτη γιορτάζουμε 4 γεγονότα :
α) Τον Ιερό Νιπτήρα, το πλύσιμο δηλαδή των ποδιών των μαθητών από τον Κύριο, δείχνοντας για το ποια πρέπει να είναι η διακονία των πιστών στην Εκκλησία.
β) Τον Μυστικό Δείπνο, δηλαδή την παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.
γ) Την Προσευχή του Κυρίου, στο Όρος των Ελαιών και
δ) την Προδοσία του Ιούδα, δηλαδή την αρχή του Πάθους του Κυρίου.
Μεγάλη Παρασκευή (Μεγάλη Πέμπτη βράδυ):
Την Μεγάλη Παρασκευή έχουμε την Κορύφωση του θείου δράματος, τελείται η «Ακολουθία των Παθών» και θυμόμαστε και βιώνουμε τα Σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού μας. Δηλαδή:
α) Τα πτυσίματα
β) τα μαστιγώματα
γ) τις κοροϊδίες
δ) τους εξευτελισμούς
ε) τα κτυπήματα
στ) το αγκάθινο στεφάνι και κυρίως την
ζ) Σταύρωση και
η) τον θάνατο του Χριστού μας.
Μεγάλο Σάββατο (Μεγάλη Παρασκευή πρωϊ και βράδυ):
Το Μεγάλο Σάββατο το πρωϊ γιορτάζουμε:
α) την Ταφή Του Κυρίου και
β) την Κάθοδο Του στον Άδη, όπου κήρυξε σε όλους τους νεκρούς. Έτσι Μεγάλη Παρασκευή το πρωϊ (ημερολογιακά), τελούνται οι εξής ακολουθίες: Ακολουθία των Μεγάλες Ωρών και στις 12.00 το μεσημέρι της Αποκαθηλώσεως, δηλαδή την Ταφή Του Κυρίου από τον Ιωσήφ τον Αριμαθαίας και το Νικόδημο τον Φαρισαίο, μέλος του Μ. Συμβουλίου και κρυφό μαθητή του Κυρίου.
Την Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ (ημερολογιακά) ψάλλονται τα Εγκώμια και έχουμε την περιφορά του Επιταφίου!
Κυριακή του Πάσχα (Μ. Σάββατο πρωϊ και νύχτα από τις 12.00π.μ):
Το Μεγάλο Σάββατο (ημερολογιακά) το πρωϊ, έχουμε την λεγόμενη «1η Ανάσταση», δηλαδή το προανάκρουσμα της Αναστάσεως που μεταδίδουν οι ύμνοι και της προσμονής της λυτρώσεως όλης της κτίσεως από την φθορά και τον θάνατο!
Το Μεγάλο Σάββατο στις 12.00 (δηλαδή ουσιαστικά την Κυριακή), έχουμε την ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας, την ήττα του θανάτου και της φθοράς και την αφή του Αγίου Φωτός στον κόσμο από το Πανάγιο Τάφο.
Κυριακή του Πάσχα στις 11.00 π.μ. ή το απόγευμα, τελείται ο «Εσπερινός της Αγάπης», όπου σε πολλές γλώσσες διαβάζεται το Ιερό Ευαγγέλιο και διατρανώνεται παγκοσμίως η νίκη του θανάτου και η εποχή της Καινούριας Διαθήκης, της χαράς και της Αναστάσιμης ελπίδας.
Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα των Παθών και της Αναστάσεως για όλους εμάς τους Πίστους;
Οι πιστοί βιώνουμε τα πάθη και την ανάσταση του Χριστού συμμετέχοντας ενεργά σε αυτά με «συμπόρευση», «συσταύρωση» και «συνανάσταση»! Ο Χριστός με την θέληση του (εκουσίως), έπαθε και ανέστη για να σωθούμε όλοι εμείς! Αυτό σημαίνει ότι δεν λυπούμαστε «μοιρολατρικά» για το Πάθος του, αλλά για τις δικές μας αμαρτίες και αφού μετανοιώνουμε ειλικρινώς μπορούμε την αντικειμενική σωτηρία που χάραξε ο Χριστός να την κάνουμε και υποκειμενική – προσωπική σωτηρία!
Οἱ Σεβ. Μητροπολίται Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κ. Ἀνδρέας καί Πειραιῶς κ. Σεραφείμ ἀπέστειλαν εἰς τάς Ἀγγλικήν καί Ἰταλικήν γλώσσας τήν κάτωθι ἐπιστολήν πρός τόν Ἀρχηγόν τοῦ Κράτους τοῦ Βατικανοῦ καί ἀντικανονικῶς κατέχοντα τό τέως Πρεσβυγενές, Παλαίφατον καί Περίπυστον Πατριαρχεῖον τῆς παλαιᾶς Ρώμης καί τῆς Δύσεως ἐπιδοθεῖσα διά τοῦ ἐν Ἀθήναις «Ἀποστολικοῦ Νουντσίου Ἀρχιεπισκόπου» Paul Fouad Tabet, ὅστις μετά μεγίστης εὐγενείας καί προσηνείας παρέλαβε τήν ἐγχειρισθεῖσα ἐπιστολήν.
Πηγή: http://thriskeftika.blogspot.gr/2014/04/blog-post_164.html
Προσβολή για την αγιότοκο Θεσσαλονίκη η «Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών» εντός του τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.
Δημοσιεύουμε εδώ την επιστολή-παρέμβαση της Ιεράς Μονής Αγίου Στεφάνου Αγίων Μετεώρων προς τον Πρόεδρο του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ. για το επίμαχο θέμα της ίδρυσης «Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» εντός του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.).
Παρόμοια επιστολή κατέθεσε και ο σεβαστός Προηγούμενος της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Μεγάλου Μετεώρου) Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Αναστασίου. Στο σοβαρό αυτό θέμα αναφερόμαστε και σε σχόλιό μας στις σσ. 17-18 της «Π».
Δυστυχώς, οι επιστολές-παρεμβάσεις και τα επιχειρήματα, που ανέπτυξαν όσοι μίλησαν στις 7.3.2014 στη συνέλευση του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ. εναντίον της πολύ επικίνδυνης πρότασης, δημιουργίας «Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών», δεν έφεραν αποτέλεσμα. Ελπίζουμε όμως να φέρει αποτέλεσμα η αντίδραση κλήρου και λαού της Θεσσαλονίκης, που δεν θέλουν να δούν την αγιοτόκο πόλη τους και τη Θεολογική Σχολή της να μεταλλάσσονται σε κέντρα ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Η «Παρακαταθήκη» συγχαίρει ταπεινώς τόσο τη Γερόντισσα της Ι. Μ. Αγίου Στεφάνου, όσο και τον σεβαστό Προηγούμενο του Μεγάλου Μετεώρου π. Αθανάσιο, οι οποίοι ακολουθώντας την πνευματική παρακαταθήκη του Μακρυγιάννη και του πατρο-Κοσμά δίνουν πάντοτε το αγωνιστικό τους παρών στα μείζονα θέματα, που έχουν σχέση με την εκκλησιαστική και εθνική μας ταυτότητα. Ευχόμεθα να τους μιμηθούν και άλλοι.
Ακολουθεί η επιστολή-παρέμβαση:
Ελλογιμώτατε κύριε Πρόεδρε,
Πρόσφατα πληροφορηθήκα με την πρόθεση του Υπουργείου Παιδείας για την ίδρυση μιάς «Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» εντός του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. Ει ναι πραγ μα τι κα ακατανόητη μία τέτοια πρόθεση, που μόνο θλίψη και αγανάκτηση μπορεί να προκαλέσει στο ορθόδοξο πλήρωμα.
Όσο καλόπιστα και αν επιχειρήσει κανείς να αντιληφθεί και να κατανοήσει την αναγκαιότητα αυτής της συγκεκριμένης προθέσεως, διαπιστώνει ότι το όλο σκεπτικό της είναι αντιφατικό και κινείται πέραν πάσης λογικής. Κι αυτό γιατί ο σκοπός της νέας αυτής «Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» είναι διαμετρικά αντίθετος με τον σκοπό μίας Ορθοδόξου Θεολογικής Σχολής.
Συγκεκριμένα, το νέο αυτό Τμήμα καλείται να καταρτίσει θεολογικά τους δασκάλους του μαθήματος των θρησκευτικών στα μειονοτικά σχολεία της Θράκης. Η εκπαίδευσή τους αυτή θα στηρίζεται κυρίως στο Κοράνιο. Πως λοιπόν να δεχθεί κανείς την αναλυτική και εξειδικευμένη διδασκαλία του Κορανίου από μια Ορθόδοξη Θεολογική Σχο λη; Πως μπορεί μία Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή να παρέχει θεσμική αναγνώριση, σε κορυφαίο μάλιστα ακαδημαικό επίπεδο, σε πολεμίους της ορθοδόξου πίστεως και διδασκαλίας, σε αρνητές της Τριαδικότητος του Θεού μας και υβριστές της θεότητος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Σωτήρος μας;
Η λειτουργία ενός Τμήματος μουσουλμανικών σπουδών στο Τμήμα Θεολογίας αποτελεί προσβολή για την ίδια την ιστορία και την πλούσια παράδοση της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. Πλήττει τον χαρακτήρα και την αποστολή της και υποβαθμίζει το κύρος και την ποιότητά της. Ουσιαστικά με τον τρόπο αυτόν αναιρείται η ίδια η ταυτότητα και η ύπαρξη της Σχολής, η οποία είναι ταυτισμένη με τις αγιογραφικές αλήθειες και την αγιοπατερική διδασκαλί α, που επί τόσα χρόνια διακονεί. Τα στοιχεία αυτά είναι που έχουν καταστήσει την Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. σημείο αναφοράς για όλους τους φοιτητές και μελετητές όχι μόνο στην πατρίδα μας, αλλά και σε όλο τον κόσμο.
Επιπρόσθετα δε, η ύπαρξη και λειτουργία ενός τέτοιου Τμήματος προσβάλλει το θρησκευτικό συναίσθημα και την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία, αλλά και τα δημοκρατικά αισθήματα του λαού της Θεσσαλονίκης. Προσβάλλει την ίδια την παράδοση και την αισθητική της πόλης, που είναι ταυτισμένη με τις βυζαντινές μνήμες, την ορθόδοξη οικουμενικότητα, τους αγώνες για την ελευθερία και την δημοκρατία, τις τέχνες, τον πολιτισμό και την ελευθερία της σκέψεως. Όλα αυτά, που είναι τόσο ξένα και όλως διάφορα προς τον φονταμενταλισμό, την απολυτότητα, την βιαιότητα, την εκδικητικότητα και τον σκοταδισμό που εκπροσωπεί το ισλάμ.
Από τους εμπνευστές αυτού του ακατανόητου και αχαρακτήριστου σχεδιασμού προβάλλεται το εύκολο και χιλιοειπωμένο επιχείρημα των «εθνικών συμφερόντων», που επιβάλλουν αυτή την επιλογή. Ότι δηλαδή είναι εθνικά συμφέρον οι μουσουλμάνοι που θα διδάσκουν στα μειονοτικά σχολεία της Θράκης να λαμβάνουν την επιστημονική τους κατάρτιση από κάποιο επίσημο Πανεπιστημιακό Ίδρυμα της Ελλάδος και όχι από θρησκευτικούς κύκλους του τουρκικού προξενείου, που καλλιεργεί και τροφοδοτεί την τουρκική προπαγάνδα στην περιοχή. Καί αναρωτιόμαστε γιατί δεν επιλέγεται η απλούστατη λύση της ιδρύσεως του επίμαχου τμήματος σε ένα οποιοδήποτε άλλο Πανεπιστημιακό Ίδρυμα, που λειτουργεί στην χώρα μας και που το γνωστικό του αντικείμενο είναι πολύ πιο κοντά στις μουσουλμανικές σπουδές (π.χ. Τμήμα Τουρκικών και Ασιατικών Σπουδών, Τμήμα Βαλκανικών και Ανατολικών Σπουδών κ.α.) από αυτό της Ορθοδόξου Θεολογικής Σχολής με το οποίο είναι απόλυτα αντίθετο.
Αναρωτιόμαστε, επίσης, αν οι επινοητές τέτοιων σχεδιασμών είναι τόσο «αφελείς», ώστε να πιστεύουν ο τι, ιδρύοντας ένα Τμήμα μουσουλμανικών σπουδών μέσα σε μια Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή, εξασφαλίζουν τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα της πατρίδος μας. Αν είναι τόσο «αφελείς» όσοι θεωρούν ο τι αναχαιτίζεται η τουρκική προπαγάνδα ιδρύοντας ένα Τμήμα μουσουλμανικών σπουδών στην Θεσσαλονίκη, μια πόλη ορόσημο για την ιστορία της, τους συμβολισμούς της, την ορθόδοξη παράδοση και πνευματικότητά της και την καθοριστική σημασία της για τον ελληνισμό της Μακεδονίας μας, τον οποίο τόσοι «φίλοι» και γείτονες επιβουλεύονται.
Αναρωτιόμαστε αν όλοι αυτοί οι «αφελείς» είναι σε θέση να καταδείξουν έστω και μία περίπτωση, εδώ και σχεδόν έναν αιώνα από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, που η υποχωρητικότητα και ο ενδοτισμός έναντι της Τουρκίας απέφεραν κάποιο συγκεκριμένο όφελος σε εθνικό επίπεδο. Αναρωτιόμαστε αν είναι τόσο «αφελείς» αυτοί που απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό και στην εδραίωση του μουσουλμανικού τόξου στα Βαλκάνια «αντιτάσσουν» ένα Τμήμα μουσουλμανικών σπουδών στην καρδιά του ορθοδόξου ελληνισμού της Μακεδονίας! Αν είναι τόσο «αφελείς» αυτοί που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της τουρκικής επιρροής στην Θράκη μεταφέροντας, αναπαράγοντας και διασπείροντάς το και στην Θεσσαλονίκη με απρόβλεπτες συνέπειες. Δυστυχώς μια τέτοια «αφέλεια» δεν είναι μόνο παράλογη και ανεδαφική, αλλά και εθνικά επικίνδυνη.
Γι’ αυτό και είμαστε βέβαιες ότι σε καμμία περίπτωση δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή από τους Καθηγητές του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής, αλλά και συνολικά από την πανεπιστημιακή κοινότητα, την Εκκλησία, τους φορείς και τον λαό της Θεσσαλονίκης. Μας είναι αδιανόητη η εικόνα της Θεολογικής Σχολής της Θεσσαλονίκης παραποιημένης και αλλοιωμένης από την παράλληλη λειτουργία ενός Τμήματος μουσουλμανικών σπουδών στους κόλπους της. Μιά τέτοια μεταλλαγμένη Θεολογική Σχολή, κακέκτυπο της ιστορίας και της μαρτυρίας της, μια Θεολογική Σχολή απονευρωμένη και εκφυλισμένη πνευματικά, που θα συμφύρεται με τον φονταμενταλισμό και θα ολισθαίνει στην παρακμή και την υποβάθμιση, θα αποτελεί για τους εμπνευστές και τους αποδέκτες αυτού του σχεδιασμού όνειδος έναντι του Θεού και της ιστορίας.
Ευχόμαστε και προσευχόμαστε ο Πανάγαθος Τριαδικός Θεός μας, διά πρεσβειών του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και όλων των Θεσσαλονικέων Αγίων, να μην επιτρέψει την εφαρμογή μίας τέτοιας επιλογής.
της Οσιολ. Μοναχής Χριστονύμφης, Καθηγουμένης της Ι. Μ. Αγίου Στεφάνου Αγίων Μετεώρων
* Το κείμενο συνυπογράφουν και τα 30 μέλη της Αδελφότητος.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος εξηγεί στην Πεμπτουσία το έργο που επιτελεί η Συνοδική Επιτροπή Βιοηθικής της Εκκλησίας Ελλάδος και τη Μονάδα Ανακουφιστικής Φροντίδας “Γαλιλαία".
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...