
Ἀρχικά θά ἔλεγα ὅτι Χριστός καί πρωτεῖα εἶναι ἄκρως ἀντίθετα. Ὅποιος πιστεύει στόν Ἰησοῦ Χριστό καί μάλιστα θέλει νά Τόν ὑπηρετήσει καί νά εἶναι ἀντιπρόσωπός Του, πρέπει νά ἔχει τό ἴδιο φρόνημα μέ Αὐτόν, φρόνημα ἀνιδιοτελείας καί αὐτοθυσίας. Γιατί ὁ Χριστός μας, ἄν καί ἦταν Θεός, ὅμως «ἐκένωσεν ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος… Ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου», καί τί θανάτου; «Θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. 2,6- 8)! Ὁ Ἰησοῦς Χριστός πάλι εἶπε καθαρά στούς μαθητές Του ὅτι, «ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι μεγάλος μεταξύ σας, νά εἶναι ὑπηρέτης σας, καί ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι μεταξύ σας πρῶτος («πρωτεῖο») θά εἶναι δοῦλος ὅλων»! Καί τό παράδειγμα αὐτό μᾶς τό ἔδωσε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν» (Μάρκ. 10,42-45)! Ἀλλά καί ἄλλοτε ὁ Χριστός εἶπε καθαρά πάλι στού μαθητές Του: «Ἐάν κανείς θέλει νά εἶναι πρῶτος – ὁ πάπας θέλει νά εἶναι πρῶτος καί ζητάει «πρωτεῖο»! – πρέπει νά εἶναι ὁ τελευταῖος ὅλων καί ὑπηρέτης ὅλων» (Μάρκ. 9,35)!
Ὁ Χριστός ἐν δόξῃ καί οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι, Κωνσταντινούπολη, μέσα 14ου αἰ.
Μοῦ ἐζητήθη νά γράψω ὀλίγα λόγια γιά τό «πρωτεῖο» τοῦ πάπα, γιά τό ὅτι, δηλαδή, ὁ πάπας θέλει νά ἄρχει ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν. Τό κάνω αὐτό μέ τό παρόν σύντομο καί ἁπλό ἄρθρο.
1. Ἀρχικά θά ἔλεγα ὅτι Χριστός καί πρωτεῖα εἶναι ἄκρως ἀντίθετα. Ὅποιος πιστεύει στόν Ἰησοῦ Χριστό καί μάλιστα θέλει νά Τόν ὑπηρετήσει καί νά εἶναι ἀντιπρόσωπός Του, πρέπει νά ἔχει τό ἴδιο φρόνημα μέ Αὐτόν, φρόνημα ἀνιδιοτελείας καί αὐτοθυσίας. Γιατί ὁ Χριστός μας, ἄν καί ἦταν Θεός, ὅμως «ἐκένωσεν ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος… Ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου», καί τί θανάτου; «Θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. 2,6- 8)! Ὁ Ἰησοῦς Χριστός πάλι εἶπε καθαρά στούς μαθητές Του ὅτι, «ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι μεγάλος μεταξύ σας, νά εἶναι ὑπηρέτης σας, καί ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι μεταξύ σας πρῶτος («πρωτεῖο») θά εἶναι δοῦλος ὅλων»! Καί τό παράδειγμα αὐτό μᾶς τό ἔδωσε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν» (Μάρκ. 10,42-45)! Ἀλλά καί ἄλλοτε ὁ Χριστός εἶπε καθαρά πάλι στού μαθητές Του: «Ἐάν κανείς θέλει νά εἶναι πρῶτος – ὁ πάπας θέλει νά εἶναι πρῶτος καί ζητάει «πρωτεῖο»! – πρέπει νά εἶναι ὁ τελευταῖος ὅλων καί ὑπηρέτης ὅλων» (Μάρκ. 9,35)!
Ὕστερα ἀπό αὐτούς τούς λόγους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τό δικό Του μάλιστα ταπεινό καί δουλικό παράδειγμα, εἶναι πραγματικά ἐντροπή γιά ἕναν ἱερέα καί ἀρχιερέα καί ἀντιπρόσωπο Χριστοῦ νά ζητάει «πρωτεῖα». Ναί, εἶναι ἐντροπή του!… Δέν εἶναι ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ αὐτός.
2. Θά γράψω τώρα ἁπλᾶ πάλι, πῶς «κατήντησε» ὁ πάπας καί ζητάει «πρωτεῖο». Εἶναι γνωστόν, ὅτι μέ τούς παπικούς πρῶτα εἴμεθα ἑνωμένοι, ἀποτελούσαμε μέ αὐτούς μία Ἐκκλησία. Καί ἦταν πολύ καλή τότε ἡ Ρωμαϊκή Ἐκκλησία. Ἔδινε καλό παράδειγμα σέ ὅλες τίς Ἐκκλησίες· παράδειγμα ὀρθῆς πίστεως καί καλῶν ἔργων, ἔργων ἀγάπης. Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος προβάλλει τήν τότε Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ὡς πρότυπο πίστεως καί ἐμμονῆς στήν παράδοση περισσότερο ἀπό ὅλες τίς ἀποστολικές Ἐκκλησίες. Καί ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος καλεῖ τήν Ἐκκλησία αὐτή «προκαθημένη τῆς ἀγάπης», «προκαθημένη» σέ χριστιανικά ἔργα. Ἔχουμε ἁγίους πᾶπες τήν ἐποχή αὐτή, ὁ δέ λαός, ἀλλά καί οἱ ἱερεῖς καί ὅλοι, ἑλκύονται πολύ ἀπό τήν ἁγιότητα καί τρέχουν πρός τόν ἅγιο. Ἔτσι, λοιπόν, τήν παλαιά αὐτή ἐποχή κατέφευγαν ὅλοι στήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, στούς πᾶπες, καί ζητοῦσαν συμβουλή καί προστασία καί διευθέτηση διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων (γιά τήν ἔριδα περί τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, γιά παράδειγμα). Ὅπως βλέπουμε, ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἀπέδιδε στήν ἀρχή «πρωτεῖο» στήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἀλλά τό πρωτεῖο αὐτό ἦταν πρωτεῖο τιμῆς καί ἀληθείας καί ὄχι πρωτεῖο ἐξουσίας. Μάλιστα καί ἐκ πολιτικῶν λόγων, γιά τό ὅτι δηλαδή πρόκειται γιά τήν Ἐκκλησία τῆς παλαιᾶς Ρώμης, ἡ Β´ Οἰκουμενική Σύνοδος (381 μ.Χ.), μέ τόν 3ο Κανόνα της, ἔδωσε στήν Ἐκκλησία αὐτή τήν πρώτη θέση μεταξύ ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν.
Ἐκεῖνο ὅμως πού κάνει μεγάλη ζημιά, καί ἰδιαίτερα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, εἶναι ὁ ἐγωϊσμός. Οἱ πᾶπες, λοιπόν, ἄρχισαν νά ὑπερηφανεύονται γιά τήν τιμή τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν πρός αὐτούς, γιά τό «πρωτεῖο» τιμῆς, ὅπως τό εἴπαμε, πού ἀπελάμβαναν, καί τό ζητοῦσαν στήν συνέχεια νά τούς γίνει «πρωτεῖο» ἐξουσίας καί δυνάμεως καί δικαιωμάτων. Ἐδῶ ἔχουμε σειρά παπῶν (Στέφανος, Δάμασος, Ἰννοκέντιος Α´, Βονιφάτιος Α´, Λέων Α´, Κελεστῖνος Α´ κ.ἄ.), οἱ ὁποῖοι ἀπαιτοῦν ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης νά ἀναγνωρίζεται ὡς «κεφαλή» ὅλων τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν καί τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Φθάνουν μάλιστα μέχρι τό σημεῖο νά ποῦν ὅτι ὅποιος δέν ἔχει κοινωνία μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης εἶναι αἱρετικός· καί ὅτι ἡ γνώμη καί ἡ κρίση τοῦ πάπα εἶναι ἀπόλυτη καί ἐκφράζει τό θέλημα τοῦ Ἰδίου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ πᾶμε γιά τό «ἀλάθητο» τοῦ πάπα!…
Τώρα ἀρχίζει καί ὁ ἀγώνας τῶν παπικῶν νά κατοχυρώσουν καί ἁγιογραφικῶς τό «πρωτεῖο» τους. Ἄς προσέξουμε: Πρῶτα γεννήθηκε τό παπικό πρωτεῖο ὡς ἐπιθυμία δόξης καί ἐπιβουλῆς καί μετά ζητήθηκαν στηρίγματα καί μαρτυρίες τάχα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή γιά τήν κατοχύρωσή του. Τώρα οἱ παπικοί ζητοῦν νά ἀποδείξουν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἱδρύθηκε ἀπό τόν ἀπόστολο Πέτρο, ὁ ὁποῖος γι᾽ αὐτούς εἶναι ἡ κορυφή ὅλων τῶν Ἀποστόλων, καί ἐπί τοῦ ὁποίου ὁ Χριστός ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία. Ἄρα αὐτοί, οἱ διάδοχοι τοῦ Πέτρου ἔχουν ἐξουσία ἐφ᾽ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Τούς ἁρμόζει δηλαδή τό «πρωτεῖο». Αὐτά ὅμως πού θέλουν οἱ παπικοί δέν τούς τά προσφέρει ἡ Ἁγία Γραφή μέ τήν σωστή ὁμαλή ἑρμηνεία της. Παρά ταῦτα ὅμως αὐτοί ἐκβιάζουν τό ἱερό κείμενο, καί τό καταθλίβουν γιά νά «ἀποδείξει» τό «πρωτεῖο» τους. Σαφῶς ὅμως λέγουμε ὅτι ἀπό τήν Καινή Διαθήκη δέν κατοχυρώνεται τό «πρωτεῖο» τοῦ παπισμοῦ.
Οἱ ἀπαιτήσεις τῶν παπῶν προχώρησαν στήν συνέχεια μέ μεγαλύτερη ἑωσφορική ὁρμή. Ὁ πάπας θέλει νά γίνει ὄχι μόνο ἡ ἀνωτάτη ἐκκλησιαστική ἐξουσία, ἀλλά καί ἡ ἀνωτάτη ἐξουσία στόν κόσμο. Ὁ πάπας Νικόλαος ὁ Α´ (858-867) θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ὡς τήν ὑψίστη νομοθετική καί δικαστική ἀρχή καί ὅτι μόνος αὐτός δικαιοῦται νά ἐκδίδει κανόνες στήν Ἐκκλησία. Ὁ δέ πάπας Γρηγόριος ὁ Ζ´ (1073-1085) εἶπε τό χειρότερο, ὅτι μόνο ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἱδρύθη ἀπό τόν Κύριο καί ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά σωθεῖ κάποιος ἄν δέν ὑπακούει στόν πάπα! Ἡ κορύφωση δέ τῆς τρέλας τοῦ «πρωτείου» τοῦ παπισμοῦ εἶναι ἡ ἀνακήρυξη τοῦ «ἀλαθήτου» στήν 20η «οἰκουμενική» σύνοδό τους (!…) τό 1870 ἀπό τόν πάπα Πίο Θ´. Κατά τήν σύνοδο αὐτή τῶν παπικῶν ὑπῆρξαν πολλές ἀντιδράσεις γιά τό νέο αὐτό «δόγμα» καί πολλοί «ἐπίσκοποί» τους εἶπαν στόν πάπα ὅτι αὐτό δέν φέρεται στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά ὁ πάπας ἀπήντησε: «Ἡ παράδοση εἶμαι ἐγώ» (La traditio sono io)!…
6. Ἐπειδή δέν ὑπάρχουν πολλά περιθώρια χώρου στό περιοδικό μας ἀποκρούοντες μέ πολύ ἀποτροπιασμό τό «πρωτεῖο» τῶν παπικῶν ἀναφέρουμε τέλος τά παρακάτω δύο μόνο ἐπιχειρήματα ἐναντίον του:
(α) Δογματικῶς πιστεύουμε ὅτι ΜΙΑ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ ΜΙΑ αὐτή Ἐκκλησία ἐκφράζεται σέ πολλές κατά τόπους Ἐκκλησίες. Οἱ τοπικές αὐτές Ἐκκλησίες δέν μπορεῖ νά ἐπιβληθοῦν στήν ΜΙΑ, τήν καθ᾽ ὅλου Ἐκκλησία, ἀλλά, ἀντίθετα, ἡ καθ᾽ ὅλου (Καθολική) Ἐκκλησία ἐπεμβαίνει καί ἐπιβάλλεται στίς τοπικές Ἐκκλησίες. Αὐτό εἶναι μία γενική ἐκκλησιολογική ἀρχή, ἡ ὁποία τηρεῖται διά παντός στήν Ἐκκλησία μας. Στή περίπτωση τοῦ πρωτείου τῶν παπικῶν ἀνατρέπεται ἡ χρυσή αὐτή βάση τῆς ἐκκλησιολογίας μας καί μία τοπική Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης θέλει νά ἄρχει ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, δηλαδή θέλει νά ἐπιβληθεῖ στήν καθ᾽ ὅλου Ἐκκλησία!…
(β) Τό «πρωτεῖο» τοῦ πάπα ἔρχεται ἀντίθετα πρός αὐτήν τήν πίστη μας, τήν πίστη στόν Θεό μας. Ὁ Θεός μας λέγεται «Ἁγία Τριάδα»: Πιστεύουμε τρία Πρόσωπα, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί τά τρία αὐτά Πρόσωπα εἶναι ἰσότιμα. Τρία Πρόσωπα, ἀλλά μία θεία οὐσία. Ἔτσι ἔχουμε Τριάδα στήν Μονάδα καί Μονάδα στήν Τριάδα. Τά τρία Πρόσωπα ἔχουν κοινωνία ἀγάπης μεταξύ τους καί «περιχωροῦν» τό ἕνα τό ἄλλο. Ὁ Πατέρας μέσα στόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στόν Πατέρα καί τόν Υἱό κ.λπ. Αὑτό σημαίνει «περιχώρηση». Γιά τήν Ἁγία Τριάδα, τόν Θεό μας, πιστεύουμε ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι «πρῶτος» ἔναντι τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι «πρῶτος» ὄχι κατά τήν δύναμη ἤ τήν ἐξουσία, ἀλλά μόνο κατά τήν αἰτία, γιατί ἀπό τόν Πατέρα γεννᾶται ὁ Υἱός καί ἀπό τόν Πατέρα πάλι ἐκπορεύεται τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τήν «ὑποταγή» τοῦ ἑνός προσώπου στό ἄλλο τήν ἀπέρριψε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς αἵρεση.
Ἡ πίστη μας αὐτή στήν Ἁγία Τριάδα, ἡ «Τριαδολογία», ὅπως λέγεται, ρυθμίζει καί τήν «᾽Εκκλησιολογία», τήν ζωή μας, δηλαδή, μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅλοι μας στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ἰσότιμοι καί ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ καί μεταξύ μας. Στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει – δέν πρέπει νά ὑπάρχει – ὑποταγή μερικῶν μελῶν σέ ἄλλα, ἀλλά πρέπει νά ὑπάρχει κοινωνία καί περιχώρηση μεταξύ μας, μέ ἔργα ἀγάπης, γιατί ἔχουμε τήν ἴδια πίστη. Καί ὅσοι ἔχουμε ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα, ὅσοι, δηλαδή, εἴμαστε ἱερεῖς ἤ ἐπίσκοποι, πρέπει νά γνωρίζουμε καλά ὅτι τά ἀξιώματά μας στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι κυριαρχικά καί ὑπεροπτικά, ἀλλά διακονικά καί ὑπηρετικά γιά τήν σωτηρία τῶν ἀδελφῶν μας χριστιανῶν.
Ὁ πάπας μέ τό «πρωτεῖο», μέ τό ὁποῖο θέλει νά κυριαρχεῖ καί νά ἐξουσιάζει ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, φέρνει ἄνω-κάτω αὐτή τήν ὡραία ἐκκλησιολογία, πού φτιάχνει μία τέλεια κοινωνία, βασιζόμενη στήν ἀγαπητική σχέση τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Θεοῦ μας. Τό «πρωτεῖο» λοιπόν τῶν Καθολικῶν προσβάλλει τήν ὀρθόδοξη Τριαδολογία καί Ἐκκλησιολογία καί κατασκευάζει μία στυγνή δικτατορία, στήν ὁποία κυβερνᾶ ὁ ρωμαῖος ποντίφηκας, ὁ πάπας.
7. Τέλος, θέλουμε νά γράφουμε μία ἀλήθεια, ἡ ὁποία παρακαλοῦμε νά προσεχθεῖ, γιατί εἶναι πολύ σοβαρή: Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ὑπάρχει πρωτεῖο! Ὄχι ὅμως πρωτεῖο ἐξουσίας, ἀλλά «πρωτεῖο ΑΛΗΘΕΙΑΣ». Καί βεβαίως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἐπειδή ἔχει – μόνη αὐτή – τήν ὅλη ἀλήθεια δικαιοῦται αὐτή καί μόνο νά ἔχει τό «πρωτεῖον τιμῆς», διότι ἔχει τό «πρωτεῖον ἀληθείας». Πέρα ὅμως ἀπό αὐτήν τήν γενική ἔννοια περί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, λέγουμε ὅτι καί ἕνας ἁπλός μοναχός στήν Ἐκκλησία μας, ἀλλά ἅγιος, σάν τόν ἅγιο Νικόδημο τόν ἁγιορείτη γιά παράδειγμα, ἤ σάν τόν ἅγιο Παΐσιο τόν ἁγιορείτη πάλι, ἔχουν καί αὐτοί, σάν ἰδιαίτερα πρόσωπα ὁ καθένας, ἔχουν «πρωτεῖον ἀληθείας». Αὐτό τό παρατηροῦμε ἤδη στόν ἅγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο καί στόν ἅγιο Διονύσιο, ἐπίσκοπο Κορίνθου, ἔπειτα ἤ στόν ἅγιο Εἰρηναῖο, ἐπίσκοπο Λουγδούνου, ἀκόμη μετέπειτα. Στόν ἅγιο Διονύσιο Κορίνθου τό αἴσθημα τοῦ πρωτείου τῆς ἀληθείας, πού ἔχει γιά τόν ἑαυτό του, τοῦ δημιουργεῖ αἴσθημα γενικῆς εὐθύνης καί τόν κάνει ὄχι νά συμβουλεύει ἁπλῶς, ἀλλά νά «προστάττῃ» (βλ. Εὐσεβίου Ἐκκλησιαστική ἱστορ. Δ´ 23,6) νά δεχθοῦν καί νά ἐφαρμόσουν οἱ παραλῆπτες του τά παραγγελλόμενα. Καί σ᾽ αὐτό (στήν ὑπακοή στά λεγόμενά του) δέν ἐξαιρεῖται οὔτε ὁ ἰσχυρός ἐπίσκοπος τῆς Ρώμης Σωτήρ, ὁ ὁποῖος, ἐνῷ διαφωνοῦσε ἀρχικά μέ τόν Διονύσιο, ὑπεχώρησε ἔπειτα καί συνεφώνησε μέ τίς ἀπόψεις του. Ὅποιος στήν Ἐκκλησία μας ἐπίσκοπος ἤ καί ἁπλός ἱερεύς (σάν τόν πατέρα Ἐπιφάνιο τόν Θεοδωρόπουλο) ἤ καί λαϊκός (σάν τόν Καθηγητή Παναγιώτη Τρεμπέλα), λόγῳ ἁγιότητος καί γνώσεως τῆς θεολογίας, ἔχει – νοιώθει μέσα του αὐτό τό αἴσθημα τοῦ «πρωτείου ἀληθείας», αὐτός ἐκφράζει γνησιώτερα καί βαθύτερα καί ζωηρότερα ἀπό ὅσο οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι, ἱερεῖς ἤ λαϊκοί, τήν θεία ἀλήθεια σχετικά μέ τά προβλήματα πού ἀφοροῦν τήν σωτηρία καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό ὅμως τό αἴσθημα τοῦ ἔχοντος τό «πρωτεῖο ἀληθείας», πού τόν κάνει νά «προστάττῃ», ὅπως εἴπαμε γιά τόν ἅγιο Διονύσιο Κορίνθου, τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τό «πρωτεῖο ἐξουσίας» τοῦ πάπα, ἀλλά «οὐσιαστικά καί τό ἀναιρεῖ», ὅπως λέγει ὡραῖα ὁ μακαριστός πατρολόγος Καθηγητής, μακαριστός μοναχός Γεράσιμος (Στυλιανός) Παπαδόπουλος (βλ. Πατρολογία του, τόμ. Α´, σ. 268. 269).
Ἀπό αὐτό τό αἴσθημα, τοῦ πρωτείου ἀληθείας κινήθηκε καί ὁ ἅγιος Κλήμης ὁ Ρώμης νά γράψει ἐπιστολή πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου συμβουλεύοντας γιά τήν εἰρήνευσή της, καί ὄχι ἀπό τό πρωτεῖο ἐξουσίας ὡς Ρώμης, ὅπως ἐσφαλμένως ἰσχρυρίζονται καθολικοί συγγραφεῖς πατρολογικῶν ἐγχειριδίων.
Πηγή: (Περιοδικὸ «Ἐρῶ», τεύχος 25ο), Ἑνωμένη Ρωμηοσύνη

Ἕ
νας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει να ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες και τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα και τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση και τήν πνευματική προκοπή μας1...
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Πηγή: (Ἁγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄, Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς), Αγιορείτικα
Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει να ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες και τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα και τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση και τήν πνευματική προκοπή μας1...
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Ἁγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς.
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.

Σχόλιο Τ.Ι.: Ετοιμάζονται να στήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα την πολύτεκνη οικογένεια για ένα ελάχιστο ποσό, την ίδια ώρα που 85 μέχρι 100 δισεκατομμύρια ευρώ, είναι η οικονομική ζημιά που προκάλεσαν όπως πανθομολογείται.
Αγαπητοί γονείς,
Στα πλαίσια διαπραγματεύσεων για να κλείσει η 2η αξιολόγηση, έχει τεθεί θέμα η κατάργηση του Ενιαίου Επιδόματος Τρίτεκνων & Πολύτεκνων Οικογενειών, προκειμένου να εξευρεθούν πόροι, ύψους 300 εκ. € για να λειτουργήσει το πρόγραμμα του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης ( ΚΕΑ ).
Ο Σύλλογος μας, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον παραπάνω σχεδιασμό, απέστειλε επιστολή στην Κυβέρνηση & στην Βουλή, την οποία σας κοινοποιούμε.
5/12/2016
Αρ. Πρωτ. 173
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ ΑΝ. ΑΤΤΙΚΗΣ « ΑΓΙΟΙ ΤΕΡΕΝΤΙΟΣ & ΝΕΟΝΙΛΛΗ»
Μη Κερδοσκοπικού , φιλανθρωπικού & εκπολιτιστικού χαρακτήρα
Αρ. Μητρώου Πρωτ. Αθηνών : 30480 , Αρ. Διατ. Αναγνώρισης : 63/2014 Ειρ. Κρωπίας
Γ.Β. Σπυράκου 7 Μαρκόπουλο Μεσογαίας Αττικής , ΤΚ 19003 Αττική
Τηλ : 2299112133 , Φαξ : 2299112133 , Κιν.: 6970078770 , email : zxyrafi@yahoo.gr
Προς : Πρόεδρο της Ελληνικής Κυβέρνησης – Υπουργικό Συμβούλιο &
Πρόεδρο της Βουλής – Κοινοβουλευτικές Ομάδες.
Θέμα: Η Πολύτεκνη Οικογένεια θεμέλιος λίθος της Νέας Ελλάδας.
Κύριε Πρωθυπουργέ , Κυρίες & Κύριοι Υπουργοί , Κύριε Πρόεδρε της Βουλής & Κυρίες & Κύριοι Βουλευτές.
Για την σύνταξη της παρούσας επιστολής αιτία είναι οι δημοσιεύσεις στον ηλεκτρονικό Τύπο, που αφορούν την ενσωμάτωση του Ειδικού επιδόματος τρίτεκνων & πολύτεκνων οικογενειών , με το Ειδικό επίδομα στήριξής τέκνων , έτσι ώστε να εξοικονομηθούν 300εκ. € από τις μειώσεις που θα προκύψουν.
Με αφορμή , λοιπόν, τα δημοσιεύματα & τις προθέσεις της Κυβέρνησης, ας σας γνωστοποιήσουμε « Τι σημαίνει Πολύτεκνη Οικογένεια ».
Δεν είναι καθόλου υπερβολή, ότι το 1821 ήταν δημιούργημα και επιτυχία της πολυτεκνίας. Όσες φορές ο Ελληνισμός υποδουλώθηκε αιτία ήταν η ολιγοτεκνία. Πράγματι το 198 π.Χ ο Ελληνισμός νικήθηκε από τους Ρωμαίους στη μάχη στις Κυνός Κεφαλές και το 168 π.Χ στη μοιραία μάχη της Μακεδονικής Πιερίας υποδουλώθηκε οριστικά στους Ρωμαίους αποκλειστικά και μόνο από την έλλειψη επαρκούς αριθμού πολεμιστών εξ αιτίας της ολιγανθρωπίας. Τότε ο Ελληνισμός δεν διέθετε στρατό, έστω και αν στρατολόγησε ακόμη δεκαεξάχρονα παιδιά και υπερήλικους γέροντες.
Ωστόσο , η ολιγανθρωπία δεν ευθυνόταν μόνο για την αρχική πτώση του Ελληνισμού,διότι τόσο στις Σταυροφορίες το 1204 όσο και για την πτώση της Βασιλεύουσας αιτία ήταν η ίδια. Ο Οζάλ, πρόεδρος της Τουρκίας προ ετών είχε δώσει τη διάσταση της επίλυσης των Ελληνοτουρκικών διαφορών λέγοντας :
«Το Κυπριακό και το πρόβλημα του Αιγαίου θα επιλυθούν από τις πληθυσμιακές εξελίξεις που σημειώνονται στις δύο χώρες». Και εννοούσε αυτό ακριβώς, την πληθυσμιακή έκρηξη της Τουρκίας σε αντίθεση με την υπογεννητικότητα της Χώρας μας.
Με αυτή τη διάσταση αν δούμε την Επανάσταση των Ελλήνων το 1821 μπορούμε να πούμε, ότι ήταν η Επανάσταση των Πολυτέκνων.
Και όντως αν δεν υπήρχαν - με τόσες σφαγές και τόσα παιδομαζώματα - δεν θα υπήρχε δυνατότητα να επιβιώσει η Επανάσταση. Το 70% του τότε Ελληνικού πληθυσμού ήταν πολύτεκνοι. Ανατρέχοντας λοιπόν στις σελίδες της ιστορίας μας, ιδιαίτερα της νεότερης, διαπιστώνεται ότι , οι πολύτεκνοι είχαν τη μερίδα του λέοντος στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821.
Η ευρύτερη οικογένεια των Κολοκοτρωναίων- διέθετε πριν ξεσπάσει η Επανάσταση -150 ετοιμοπόλεμους άνδρες. Ο ίδιος δε, ο Στρατηλάτης γέρος του Μόριά, ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης είχε δώδεκα αδέλφια. Ο Ανδρούτσος είχε πέντε παιδιά, ο Πανουργίας είχε οκτώ παιδιά, ο δε άγιος του αγώνα στρατηγός Μακρυγιάννης ήταν ο ίδιος υπερπολύτεκνος με δώδεκα παιδιά. Ο Μιαούλης είχε πέντε παιδιά, ο Μπουρλοτιέρης Ναύαρχος Κανάρης είχε επτά παιδιά και ο Κουντουριώτης η ωραία αυτή μορφή του αγώνα , είχε οκτώ παιδιά. Ο Μεγαλοεπιχειρηματίας αρχηγός της Επαναστάσεως, στη Χαλκιδική, ο Εμμανουήλ Παπάς είχε εννιά παιδιά και θυσίασε στον αγώνα έξι από τα αγόρια του και, ο στρατηγός Γεώργιος Σισίνης είχε πέντε παιδιά. Οι κληρικοί δε του αγώνα είχαν: ο μαρτυρικός καλόγερος Σαμουήλ οκτώ παιδιά και έντεκα αδέλφια, ο φλογερός ρασοφόρος και μπουρλοτιέρης των ψυχών, που ξεσήκωσε τους ραγιάδες, ο Παπαφλέσσας είχε δεκαεννιά αδέλφια και ο ήρωας της Αλαμάνας Αθανάσιος Διάκος είχε δώδεκα αδέλφια.
Δεν ήταν όμως, μόνο οι αγωνιστές του 1821 που είχαν πρωτοπορία στην πολυτεκνία. Υπήρξαν και ηγετικές πολιτικές μορφές του Υψηλάντη, του Καποδίστρια ,πρώτο κυβερνήτη της χώρας μας και του Δεληγιάννης – όπου οι δύο πρώτοι είχαν οχτώ αδέλφια και ο τρίτος οχτώ παιδιά.
Η πολυτεκνία ήταν εκείνη που αποσόβησε τον εθνικό αφανισμό στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς. Όπως μαρτυρεί έμμεσα ο στρατηγός Μακρυγιάννης:
«.. .παλαιόθεν και ως τώρα όλα τα θεριά πολεμούν να μας ράνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και η μαγιά».
Αν δεν υπήρχε η πολύτεκνη Ελληνίδα μάνα να φέρνει καινούρια βλαστάρια στη ζωή , στη θέση εκείνων που αφάνισαν οι Τούρκοι με τις σφαγές, το παιδομάζωμα, τις αλλαξοπιστίες «το γένος των Ελλήνων θα είχε χαθεί και η Ελλάδα θα είχε σβήσει από το χάρτη και τη μνήμη των λαών » γράφει ο Νίκος Αρβανίτης.
Στίβος μάχης η πολύτεκνη οικογένεια.
Με το πέρασμα των χρόνων, ο αριθμός των πολύτεκνων οικογενειών συνεχώς μειώνεται. Το 1821 τα μέλη των πολύτεκνων οικογενειών αποτελούσαν το 70%, ενώ το 1940 το 50% του πληθυσμού.
Σήμερα η χώρα μας έχει καταρρεύσει δημογραφικά, αφού την τελευταία πενταετία οι θάνατοι υπερέβησαν τις γεννήσεις κατά 89.584 και το τ. έτος ήτοι από 1/1/2016 μέχρι 21/11/2016 οι θάνατοι ανήλθαν στις 104.196, ενώ οι γεννήσεις είναι μόλις 82.989, δηλαδή οι θάνατοι υπερτερούν των γεννήσεων κατά 21.207, σύμφωνα με την ΑΣΠΕ. Αποτέλεσμα της σημερινής ολιγοτεκνίας είναι , η χώρα μας να αντιμετωπίζει οξύ δημογραφικό πρόβλημα.
Οι δημογραφικοί μας δείκτες, παρουσιάζουν αναμφισβήτητα επικίνδυνη κάμψη με αποτέλεσμα το δημογραφικό πρόβλημα, δεδομένων και των γεωπολιτικών συγκυριών να εξελίσσεται σε μείζον εθνικό πρόβλημα.
Η πολιτεία οφείλει και πρέπει να προστατεύει και να ενισχύει τις πολύτεκνες οικογένειες οι οποίες από την πλευρά τους ενισχύουν - με τον μεγάλο αριθμό των παιδιών τους - το εργατικό δυναμικό της χώρας, τον στρατό και το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης μέσω των εισφορών τους ως εργαζόμενοι.
Απαιτείται μια πολιτική με ειδικές ρυθμίσεις, φοροαπαλλαγές, οικονομική ενίσχυση, επιδόματα ικανά να βοηθήσουν την φτωχή κυρίως πολύτεκνη οικογένεια, στέγη και κίνητρα για την δημιουργία πολύτεκνων οικογενειών.
Το Ενιαίο Επίδομα Τρίτεκνων & Πολύτεκνων Οικογενειών έχει σημαντικό ρόλο στη μάχη κατά του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα, διότι οι πολύτεκνες οικογένειες και η φτώχεια είναι χαρακτηριστικά που συνδέονται στενά.
Η Ελληνική οικογένεια αντιμετωπίζει μεγάλες πιέσεις, οι οποίες αλλάζουν τη δομή και τη μορφή της , ενώ η Ελληνική Κοινωνική Ασφάλιση αδυνατεί να παρέχει την απαιτούμενη στήριξη.
Η συντήρηση των πολύτεκνων οικογενειών παρουσιάζεται ανεπαρκής, αφού τα επιδόματα τα οποία δίνονται είναι μικρά και δεν μπορούν να καλύψουν παρά ένα ελάχιστο μέρος των εξόδων αυτής της οικογένειας.
Ο αριθμός των πολύτεκνων οικογενειών αντί να αυξάνεται, μειώνεται.
Τα ποσοστά φτώχειας που παρουσιάζονται σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει στην Ελλάδα, είναι τα μεγαλύτερα σε σχέση με τα μικρότερα σε μέγεθος νοικοκυριά και ο κίνδυνος της φτώχειας αυξάνεται, καθώς αυξάνονται τα εξαρτώμενα μέλη και ιδιαίτερα τα παιδιά.
Επομένως καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι η μέχρι τώρα εφαρμοζόμενη πολιτική είναι ανεπαρκής.
Επιπλέον τα επιδόματα τα οποία θεσμοθετήθηκαν για τις πολύτεκνες οικογένειες δεν έχουν μόνο στόχο να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες τους, αλλά επίσης να βοηθήσουν και στη μείωση της υπογεννητικότητας.
Συμπέρασμα ,
Οι πολυμελείς οικογένειες χρείζουν ειδική μέριμνα. Η πολιτεία οφείλει και πρέπει να τις προστατέψει και να τις ενισχύσει.
Απαιτείται μία πολιτική με ειδικές ρυθμίσεις , φοροαπαλλαγές και οικονομική ενίσχυση.
Η εφαρμοζόμενη κοινωνική πολιτική για την προστασία και κάλυψη της πολύτεκνης οικογένειας παρουσιάζεται αναποτελεσματική και ανεπαρκής, αφού τα καταβαλλόμενα επιδόματα παιδιών αποδεικνύονται μηδαμινά μπροστά στα πραγματικά έξοδα ανατροφής τους.
Η επιβολή ορίων εισοδήματος για τη χορήγησή τους, αποκλείει από τη διεκδίκηση αυτών πολλές πολύτεκνες οικογένειες.
Λόγω του μεγάλου αριθμού των παιδιών αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες και ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα.
Το γεγονός ότι οι περισσότερες πολύτεκνες οικογένειες είναι αγροτικές έχει ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά την οικονομική κατάσταση των οικογενειών αυτών. Για την κάλυψη των οικονομικών αναγκών της οικογένειας πρέπει να εργάζονται όλα τα μέλη της.
Τα παιδιά αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα προβλήματα από ότι τα παιδιά των μη φτωχών οικογενειών στην επαγγελματική τους αποκατάσταση.
Οι πολύτεκνες οικογένειες αντιμετωπίζουν την απειλή της φτώχειας και χρείζουν αρωγής.
Τα μέτρα που η Πολιτεία έχει ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ να λάβει για την στήριξη της πολύτεκνης οικογένειας πρέπει να είναι συνολικά και ΟΧΙ αποσπασματικά , έχοντας πολλές φορές την μορφή προεκλογικού χαρακτήρα.
Κυρίως τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τη φορολογική απαλλαγή των πολυτέκνων δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικά. Όσον αφορά στη λύση του στεγαστικού προβλήματος, η χορήγηση δανείων για την κατασκευή κατοικίας αποδεικνύεται αναποτελεσματική, αφού η αποπληρωμή τους είναι δύσκολη από τις πολύτεκνες οικογένειες που έχουν να αντιμετωπίσουν το υψηλό κόστος διαβίωσης της οικογένειάς τους.
Πρέπει η πολιτεία να σκύψει το κεφάλι πιο πολύ πάνω στους πολύτεκνους και να προσέξει περισσότερο τα προβλήματά τους και τις ανάγκες τους, αφού η χώρα μας έχει ανάγκη τις πολύτεκνες οικογένειες για να επιζήσει ως έθνος.
Τέλος, παρακαλούμε θερμά, όσον αφορά το Ειδικό Επίδομα Τρίτεκνων & Πολίτεκνων :
1) να εξαιρεθεί από τις μνημονιακές δεσμεύσεις & διαπραγματεύσεις της Κυβέρνησης , χαρακτηριζόμενο ως «ΚΟΚΚΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ»
2) να καταργηθούν τα εισοδηματικά κριτήρια
3) να καταργηθεί η επιβολή χαρτοσήμου του 3,6% που έχει επιβληθεί &
4) να μην μειωθεί το επιδοτούμενο ποσό , το οποίο ήδη χορηγείται.
Και να μην ξεχνάτε ότι :
1) «Η οικογένεια ως θεμέλιο συντηρήσεως κα προαγωγής του έθνους, ως και
ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία, τελούν υπό την προστασία του
κράτους. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου,
χήρες και ορφανά των εν πολέμου πεσόντων, θύματα πολέμου, ως και οι
πάσχοντες εξ ανιάτου σωματικής και πνευματικής νόσου, δικαιούνται της
ειδικής φροντίδας του Κράτους». &
2) Οι Πολύτεκνες Οικογένειες στην Ιστορία της Πατρίδας μας ήταν & θα είναι πάντα , οι πραγματικοί ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ & ΉΡΩΕΣ του Έθνου μας.
Με εκτίμηση σεβασμό,
Εκ μέρους του ΔΣ,
Η Πρόεδρος
|
Η Γεν. Γραμματέας
|
Ζωή Ξυράφη
|
Μαρίνα Εμμανωλίδη
|
Πηγή: Σύλλογος Πολυτέκνων Ανατολικής Αττικής «Αγιοι Τερέντιος & Νεονίλλη»