Προσφώνησις Μακαριωτάτου 10-10-2006 κατά την τακτική σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Τα θέματα της Ημερησίας Διατάξεως
Στο πλαίσιο της προσφώνησής του, ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε αρχικά στα θέματα της Ημερησίας Διατάξεως, ήτοι:
• την εκλογή νέου Ποιμενάρχου στη χηρεύσασα Ι. Μητρόπολη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως ένεκα παραιτήσεως λόγω γήρατος του Σεβ. Μητροπολίτη πρώην Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Θεοφίλου που την διαποίμανε θεοφιλώς επί σαράντα έτη. Υπενθύμισε μάλιστα την μέριμνα που λαμβάνει η Ι. Σύνοδος (Κανονισμός υπ’ αριθμ. 171/2006) για την αξιοπρεπή διαβίωση των Μητροπολιτών που για οιονδήποτε λόγο παραιτούνται της ενεργού υπηρεσίας, ενώ επισήμανε ότι σύντομα ολοκληρώνεται και παραδίδεται σε χρήση των εφησυχαζόντων Ιεραρχών ειδικός προς τούτο ξενώνας της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Χαλάνδρι.
• την εκλογή νέου Ποιμενάρχου στην αποστολική και ιστορική Ι. Μητρόπολη Κορίνθου που κενώθηκε δια της προς Κύριον εκδημίας του αειμνήστου Μητροπολίτη της κυρού Παντελεήμονος. Η Ι. Μητρόπολη, σημείωσε, ζητεί Ποιμενάρχη άνδρα σοφό, ικανό, έμπειρο και πνευματικό και η Ιεραρχία ασφαλώς θα εκλέξει τον καταλληλότερο, ικανοποιώντας την εύλογη αξίωση του λαού του Θεού.
• την πρόταση προαγωγής σε Επίσκοπο του Αρχιγραμματέα της Ι. Συνόδου.
• τη γνωστοποίηση στην Ι. Σύνοδο και την επεξεργασία από αυτήν του νέου σχεδίου νόμου περί των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων, που προήλθε κατόπιν σπουδαίας και επίπονης προεργασίας Ειδικής Επιτροπής υπό την προεδρία του Μακαριωτάτου, η οποία και προέβη σε βαθιές τομές προς εκσυγχρονισμό αφενός της απονομής της Εκκλησιαστικής Δικαιοσύνης τηρουμένου κατά το εφικτόν του Ιεραρχικού πολιτεύματος της επισκοποκεντρικής Εκκλησίας, προς υπέρβαση αφετέρου πολλών παραλείψεων και ατελειών του ισχύοντος σχετικού νόμου ιδίως στον τομέα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κατηγορουμένων κληρικών ένεκα της μη προσαρμογής των διατάξεών του προς τα κεκτημένα του σύγχρονου πολιτειακού δικαιϊκού συστήματος.
• τη β΄ φάση του διαλόγου Εκκλησίας – Κοινωνίας που οργανώθηκε στο Βόλο τον περασμένο Μάιο με θέμα «Αγιότητα και εκκοσμίκευση στη ζωή της Εκκλησίας», για την οποία θα παρουσιάσει εισήγηση ο Σεβ. Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερώνυμος, Πρόεδρος της σχετικής Επιτροπής.
• την ψήφιση Κανονισμών, μεταξύ των οποίων και ο αφορών στους Ιεροψάλτες.
Το ζήτημα της εφαρμογής των αποφάσεων της τακτικής Ι.Σ.Ι. του Οκτωβρίου 2005
Στη συνέχεια, ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε στο ζήτημα της εφαρμογής των αποφάσεων της τακτικής Ι.Σ.Ι. του περασμένου Οκτωβρίου που απασχόλησε πολλές φορές την Δ.Ι.Σ., εφόσον οι εν λόγω αποφάσεις έχρηζαν περαιτέρω επεξεργασίας προκειμένου να λάβουν την τελική τους μορφή. Έτσι:
• για τα πορίσματα της α΄ φάσης του διαλόγου Εκκλησίας -Κοινωνίας που οργανώθηκε στην Πάτρα τον Σεπτέμβριο του 2005, η Δ.Ι.Σ. απηύθυνε σχετικό έγγραφο στην υπό τον Σεβ. Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερώνυμο, Επιτροπή ώστε αυτή να επεξεργασθεί τις προτάσεις. προκειμένου να προσλάβουν πρακτική μορφή. Ήδη, το οριστικό κείμενο υποβλήθηκε στη Δ.Ι.Σ. και εγκρίθηκε.
• την εισήγηση περί της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής του Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεου, η Δ.Ι.Σ. την απέστειλε στην υπό τον Σεβ. Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαο Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της Βιοηθικής προς περαιτέρω επεξεργασία. Η Επιτροπή ολοκλήρωσε την εργασία αυτή και την υπέβαλε στη Δ.Ι.Σ. που αποδέχθηκε τις προτάσεις της και προχώρησε στη δημοσίευση και αποστολή του σχετικού κειμένου σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
• την εισήγηση περί του επανευαγγελισμού του λαού του Σεβ. Μητροπολίτη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου, η Δ.Ι.Σ. την απέστειλε στην υπό τον Σεβ. Μητροπολίτη Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου κ. Τίτο Συνοδική Επιτροπή Θείας Λατρείας και Ποιμαντικού Έργου προς περαιτέρω επεξεργασία, αλλά και σε όλους τους Ιεράρχες, καθώς, όπως είπε ο Μακαριώτατος, καθένας οφείλει να αναζητήσει και να βρει νέους τρόπους επικοινωνίας με τον λαό. Οι κληρικοί μας, τόνισε, πρέπει, ως φορείς της ιεραποστολής μέσα στην κοινωνία, να συνειδητοποιήσουν τη θεμελιώδη σημασία του επανευαγγελισμού του λαού με βάση τις σύγχρονες συνθήκες και ανάγκες του και προς αυτή την κατεύθυνση ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η συνεχής μέριμνα και παρουσία των Επισκόπων στο πλευρό τους. Την ίδια μέριμνα, συνέχισε, οφείλουμε οι Αρχιερείς και στην επιλογή των προς χειροτονία νέων υποψηφίων, ώστε να πρόκειται για πρόσωπα ανεπίληπτα και ευσεβή, μη σκανδαλοποιά και μη προκαλούντα. Η Εκκλησία, επισήμανε, έχει ανάγκη εξειδικευμένων στελεχών, καθώς δεν αρκεί πλέον μόνος ο ζήλος, ούτε η εμπειρική ενασχόληση, αλλά απαιτείται οργανωτική δράση και επιστασία κατά την άσκηση της ιεραποστολής. Σε αυτό, είπε, ασφαλώς θα συμβάλει και η προσφάτως ιδρυθείσα Σχολή Επιμορφώσεως των Στελεχών της Εκκλησίας.
• το θέμα του τρόπου εκλογής των Επισκόπων στην Εκκλησία μας, η Δ.Ι.Σ. το παρέπεμψε στον Πανοσ. Αρχιμανδρίτη κ. Χρυσόστομο Σαββάτο, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Αθηνών προς συγκριτική μελέτη των ισχυόντων στις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Ο Μακαριώτατος όμως χαρακτήρισε πικρή τη γεύση από τις πρόσφατες διαδικασίες προς ανάδειξη νέου Αρχιεπισκόπου στην πολύπαθη Εκκλησία Κύπρου «ψήφω κλήρου και λαού», τονίζοντας ότι ουδείς φρονεί ότι επιθυμεί την μεταφορά και ενταύθα του απαράδεκτου κλίματος που συνοδεύει την εφαρμογή αυτού του συστήματος, την απαλλαγή από το οποίο επιδιώκουν όλες οι Εκκλησίες που το έχουν εν λειτουργία.
Το ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος
Η εκστρατεία υπέρ του χωρισμού Εκκλησίας – Πολιτείας
Ακολούθως, ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε στο ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος, το οποίο, όπως είπε, από τη στιγμή που τέθηκε από τον Πρωθυπουργό, υπήρξε αντικείμενο ιδιαίτερης φροντίδας προς την κατεύθυνση της διατήρησης του ισχύοντος συστήματος των σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας, το οποίο έχει αποδειχθεί χρήσιμο και λυσιτελές και για τις δύο πλευρές. Υπενθύμισε δε την εκστρατεία, όπως τόνισε, για την προώθηση του χωρισμού Εκκλησίας – Πολιτείας, κυρίως εκ μέρους πολιτικών κύκλων και αντιεκκλησιαστικών στοιχείων, προερχομένων ενίοτε και εκ των ένδον, που φρόντιζαν να δηλητηριάζουν το φρόνημα του λαού εναντίον της Εκκλησίας, ως δήθεν αντλούσης την εξουσία Της από τις στενές σχέσεις των Ιεραρχών με την κρατική εξουσία, ενθαρρυνθέντες από τη στιγμιαία, λόγω των σκανδάλων του περασμένου έτους, αποστασιοποίηση σημαντικής μερίδας του λαού. Βέβαια, συνέχισε, η σχετική παραφιλολογία αναγκάστηκε στιγμιαία να αποκλίνει εκ του στόχου της, καθώς έγινε αντιληπτό ότι σύντομα η Εκκλησία ανέκαμψε, για να επανέλθει μετά την αναγγελία του Πρωθυπουργού για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Τώρα όμως, υπογράμμισε, η Εκκλησία δια της Δ.Ι.Σ. έλαβε τα μέτρα Της και ετοιμάστηκε να δώσει τη μάχη της, ενεργοποιώντας την ήδη απ’ αρχής συγκροτηθείσα Επιτροπή ειδημόνων στις σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας, η οποία ανέλαβε το έργο της παρακολούθησης των εξελίξεων, της προετοιμασίας κειμένων και της προβολής των απόψεων της Εκκλησίας. Η Δ.Ι.Σ. μάλιστα, είπε, με ειδική έκδοση του φυλλαδίου «Προς τον Λαό», ενημέρωσε τους πιστούς για όσα κρύβονταν πίσω από την πρόταση νόμου της «Ελληνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη», που υπεβλήθη στη Βουλή δια τινών βουλευτών, μία πρόταση που διαπνεόταν από έντονο αντιθρησκευτικό πνεύμα, καταλυτικό της μακραίωνης παράδοσης του ελληνικού λαού και αναιρετικό της συστοιχίας Εκκλησίας και Πολιτείας στη χώρα μας. Παρεμφερή σχέδια νόμου, πρόσθεσε, υπέβαλαν και το Κ.Κ.Ε. και ο Συνασπισμός.
Την ορμή των επιτιθέμενων, σημείωσε, ανέκοψε κάπως η δήλωση του Πρωθυπουργού, ο οποίος κατέστησε σαφές ότι η Κυβέρνηση δεν συζητεί θέμα αλλαγής του συστήματος των σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας, πλην όμως αυτοί δεν παραιτήθηκαν του σχεδίου τους. Παράλληλα, συνέχισε, μας δόθηκε ρητή διαβεβαίωση ότι ουδεμία διάταξη νόμου ή πρόταση αναθεώρησης διατάξεων του Συντάγματος σχετικών με την Εκκλησία επρόκειτο να προωθηθούν και γι’ αυτό ευχαρίστησα δια ζώσης τον Πρωθυπουργό, οδηγούμενος βέβαια στην απόφαση να συνεχίσουμε να είμαστε σε κατάσταση επιφυλακής μέχρις ότου κριθούν τα ζητήματα οριστικώς. Άλλωστε, είπε, ο Πρωθυπουργός άφησε ανοικτό το ζήτημα της δια της απλής νομοθετικής οδού τυχόν αντιμετώπισης ορισμένων εκκρεμούντων θεμάτων επικοίνου ενδιαφέροντος, προσθέτοντας ότι περί αυτών θα προηγηθεί συνεννόηση με την Εκκλησία. Η μάχη, τόνισε, πρέπει να δοθεί κυρίως αυτή την περίοδο, κατά την οποία κρίνεται ποιες διατάξεις άρθρων του Συντάγματος θα θεωρηθούν ως τελούσες υπό αναθεώρηση.
Ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε και στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε μαζί του ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης την ημέρα της κατάθεσης στη Βουλή των προτάσεων του κόμματός του για την αναθεώρηση, ο οποίος και ζήτησε να συζητηθούν αυτές από διμερή Επιτροπή και να επακολουθήσει συνάντησή του με τον Αρχιεπίσκοπο προς επισφράγιση της τυχόν συμφωνίας. Αποδέχθηκα, τόνισε, το προταθέν σχήμα και αναμένω την εφαρμογή των υπεσχημένων, καθώς, όπως ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε δηλώσει, μεταξύ άλλων, ενώπιον της Επιτροπής του κόμματός του για την αναθεώρηση, «χρειάζεται ένας σοβαρός διάλογος για την αντιμετώπιση των σχετικών θεμάτων με πραγματική αλληλοκατανόηση και αλληλοσεβασμό» στη λογική «των διακριτών ρόλων Κράτους και Εκκλησίας, στο πλαίσιο του απόλυτου σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας και ισότητας όλων».
Επιπρόσθετα, ο Μακαριώτατος υπογράμμισε ότι οι επιζητούντες την επίλυση ορισμένων ζητημάτων θρησκευτικού και εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος δια της απλής νομοθετικής οδού έθεσαν, δια διακομματικών προτάσεων προς τη Βουλή, μερικά εξ αυτών, για τα οποία η Κυβέρνηση, όπως είπε, προκειμένου να προχωρήσει στην αποδοχή ή την απόρριψή τους, ζήτησε τη γνώμη της Εκκλησίας. Έτσι, συνέχισε, η Δ.Ι.Σ. αποδέχθηκε την προώθηση της περί καύσεως των νεκρών προβλέψεως μόνο για τους ετεροδόξους και ετεροθρήσκους, καθώς και τη διάταξη περί καταργήσεως της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του οικείου Μητροπολίτη σε ό,τι αφορά στην ανέγερση ναών και ευκτηρίων οίκων των ετεροδόξων και ετεροθρήσκων, που είχε ήδη καταστεί παντελώς τυπική και πολλάκις προσχηματική. Για τα υπόλοιπα (κατάργηση της Ναοδομίας, επαναπροσδιορισμό της έννοιας του προσηλυτισμού κ.λπ.), είπε, διατύπωσε την πλήρη αντίθεσή της και με ικανοποίηση είδε ότι η Κυβέρνηση απέρριψε τις σχετικές προτάσεις. Πρόσθεσε πάντως ότι, επειδή η τελική διατύπωση της διάταξης για την καύση των νεκρών δεν εξαιρεί τους Ορθόδοξους, η Εκκλησία θα πρέπει να ασχοληθεί σε μία συνέλευση της Ι.Σ.Ι. με τη διατύπωση της γνώμης Της ως προς την καύση στη βάση της δογματικής Της διδασκαλίας και της παράδοσής Της και να καθορίσει την ποιμαντική αντιμετώπιση όσων εκ των πιστών Της θελήσουν μετά θάνατον να καούν.
Το θέμα της ανέγερσης τεμένους στην Αθήνα
Ακολούθως, ο Μακαριώτατος, αφού υπενθύμισε τη διάθεση από την Δ.Ι.Σ. έκτασης 30 στρεμμάτων στο Σχιστό για τη δημιουργία εκεί χώρου ταφής των μουσουλμάνων, αναφέρθηκε στο ζήτημα της ανέγερσης ισλαμικού τεμένους, για το οποίο ουδέποτε η Εκκλησία εξέφρασε οιαδήποτε αντίρρηση, και της χωροθέτησής του από την Κυβέρνηση στον Ελαιώνα.
Υπογράμμισε μάλιστα ότι η υποχρέωση της Εκκλησίας να μάχεται υπέρ της θρησκευτικής ελευθερίας όλων των πολιτών στην πατρίδα μας, ανεξαρτήτως της γνωστής θρησκείας που πρεσβεύουν, δεν Την απαλλάσσει του χρέους να αναλογιστεί και τους κινδύνους που εκπορεύονται από την ισλαμική μισαλλοδοξία, την φονταμενταλιστική θεοκρατική αντίληψη των ακραίων ισλαμικών στοιχείων περί δημοκρατίας και ελευθερίας, το ακατάλλακτο μίσος που τρέφουν εναντίον των Χριστιανών της Δύσης και τον όρκο τους ότι θα εργαστούν για την εξαφάνιση των χριστιανικών κοινωνιών από τον παγκόσμιο χάρτη. Εάν βεβαιωθούμε, συνέχισε, ότι τέτοιες είναι οι προθέσεις των φανατικών ισλαμιστών και στην Ελλάδα, υποχρεούμαστε να λάβουμε τα μέτρα μας για την προστασία του λαού μας έναντι αυτής της απειλής.
Ο νέος νόμος για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση
Ο Μακαριώτατος χαρακτήρισε άθλο την ψήφιση μετ’ εμποδίων από τη Βουλή του νέου νόμου για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση, καθώς υπήρξαν ανάρμοστες συμπεριφορές σε βάρος της Εκκλησίας, αμετροέπειες εκ μέρους εκείνων που θα έπρεπε, αν μη τι άλλο, να σέβονται τους Ποιμένες τους και αντιεκκλησιαστικό μένος εκ μέρους ορισμένων πολιτικών δυνάμεων. Υπομείναμε τις προκλήσεις, συνέχισε, χωρίς καμία αντίδραση χάριν του τελικού σκοπού στον οποίο απέβλεπε το νομοσχέδιο, το οποίο και ψηφίστηκε, τροποποιημένο σε μερικά σημεία κατά τις απαιτήσεις των αντιδρώντων, για τα οποία διατυπώσαμε αρμοδίως τις ενστάσεις μας. Ο νέος νόμος, είπε, έχει όμως και ορισμένες ατέλειες, οι οποίες, αν και επισημάνθηκαν εγκαίρως, στην αρμόδια Υπουργό δεν διορθώθηκαν πριν από την ψήφισή του με αποτέλεσμα να χρειάζονται τώρα διορθωτικές επεμβάσεις.
Το ζήτημα του σκηνώματος του π. Βησσαρίωνα
Ως προς το ζήτημα του σκηνώματος του π. Βησσαρίωνος, η Δ.Ι.Σ., είπε, παρά το ότι ο οικείος Ιεράρχης Σεβ. Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος διαχειρίστηκε την κατάσταση με περισσή προσοχή και διακριτικότητα, αναγκάστηκε -καθώς ορισμένα Μ.Μ.Ε., που πρόβαλαν την υπόθεση καθ’ υπερβολήν, δεν άργησαν να στραφούν εναντίον της Εκκλησίας ως δήθεν προκαλούσης το προσκύνημα προς χρηματισμό- να εκδώσει εκτενές ανακοινωθέν με το οποίο συνιστούσε στον λαό μέγιστη προσοχή στην εξαγωγή πρόωρων συμπερασμάτων και περιέγραφε τις συνθήκες υπό τις οποίες αναγνωρίζονται οι Άγιοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Το ανακοινωθέν, σημείωσε, έθεσε τελεία και παύλα στην ανεξέλεγκτη φιλολογία και τις ατέρμονες συζητήσεις στις τηλεοράσεις.
Το κινηματογραφικό έργο «Κώδικας Ντα Βίντσι»
Σχετικά με το κινηματογραφικό έργο “Κώδικας Ντα Βίντσι”, η Δ.Ι.Σ., τόνισε, παρά τις πιέσεις που δέχθηκε από ακραία στοιχεία, υιοθέτησε τη λύση της ήπιας αντίδρασης με ένα σαφές και κατατοπιστικό κείμενό της στο φυλλάδιο «Προς τον Λαό». Αφήνοντας ελεύθερο τον λαό να πράξει κατά την κρίση του, αφού προηγουμένως, όπως είχε δικαίωμα και χρέος, τον ενημέρωσε, η Δ.Ι.Σ., με την επιτυχή της τοποθέτηση, ανέκοψε το μένος των εχθρών της Εκκλησίας, πρόσθεσε χαρακτηριστικά.
Το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας
Στη συνέχεια, ο Μακαριώτατος υπογράμμισε ότι, παρά τις προσπάθειες της Δ.Ι.Σ., πολλοί άνθρωποι δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν το κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας, που αγκαλιάζει όλες τις εμπερίστατες ηλικίες με αγάπη και στοργή, προ του οποίου, όταν το πληροφορούνται, μένουν ενεοί. Κατά το προηγούμενο έτος, σημείωσε, η Εκκλησία δαπάνησε για τα ιδρύματά Της το ποσό των 62 εκατομμυρίων ευρώ, που στην ουσία είναι μεγαλύτερο, καθώς 15 Ι. Μητροπόλεις εκώφευσαν στην παράκληση της Δ.Ι.Σ. να της γνωστοποιήσουν το ύψος της δαπάνης που απαιτήθηκε για τη λειτουργία των κοινωνικών έργων τους.
Η συμμετοχή της Εκκλησίας στο Γ΄ Κ.Π.Σ.
Ως προς τη συμμετοχή της Εκκλησίας στο Γ΄ Κ.Π.Σ. συμφώνησα, είπε, κατά τη συνάντησή μου με τον Υπουργό Οικονομίας, για την προώθηση περίπου τριάντα επιλέξιμων έργων υποδομής για κοινωφελείς δράσεις, με την προϋπόθεση ότι θα υποβληθούν για αυτά οι απαιτούμενες πλήρεις μελέτες. Οι αρμόδιοι της Εκκλησίας, συνέχισε, κατέληξαν στο να προτείνουν δεκατέσσερα αρχικώς και είκοσι στη συνέχεια έργα της Ι. Συνόδου, της Ι. Αρχιεπισκοπής και των Ι. Μητροπόλεων και ήδη τα δεκατέσσερα εντάχθηκαν στο πρόγραμμα. Επίσης, σημείωσε, ετοιμάζονται ήδη οι προτάσεις συμμετοχής μας στο Δ΄ Κ.Π.Σ. και Επιτροπή που έχει συστήσει η Δ.Ι.Σ. θα ενημερώσει σχετικά τις Ι. Μητροπόλεις, οι οποίες, παράλληλα, μπορούν να απευθύνονται και στις Περιφέρειες για τις επιθυμητές χρηματοδοτήσεις.
Η ανάγκη ενίσχυσης της Ενορίας
Ο Μακαριώτατος βέβαια υπογράμμισε ότι το κατεξοχήν έργο της Εκκλησίας είναι η σωτηρία ψυχών, η ανάπτυξη του πνευματικού και ιεραποστολικού Της έργου με επίκεντρο την Ενορία, έστω και αν οι διαστάσεις του δεν φαίνεται να απασχολούν το πολύ δημόσιον. Για τη διευκόλυνση του έργου αυτού, ανέφερε, η Δ.Ι.Σ. έχει προετοιμάσει τον Κώδικα Ενοριακής Ποιμαντικής Δράσης που επεξεργάζεται σε τελικό στάδιο για να τον θέσει υπόψη των Ποιμένων της Εκκλησίας, καθώς πρόδηλη είναι η ανάγκη ενίσχυσης και προσδόσεως νέας πνοής στην Ενορία. Σε ορισμένες Ενορίες, είπε, οι εφημέριοι οφείλουν, προκειμένου να φέρουν τους πιστούς στην Εκκλησία, να αναλάβουν ποιμαντική κατ’ άτομο, εξερχόμενοι των ναών και μεταβαίνοντες στις οικίες και συνομιλούντες με τους ενορίτες τους. Υπάρχουν προβλήματα, υπογράμμισε, που πρέπει να συζητήσουμε για να βρούμε τις επιθυμητές και εφικτές λύσεις, όπως η διαδοχή των υπέργηρων ιεροψαλτών, η παρουσία τους στις δεκάδες Σχολές Βυζαντινής Μουσικής, η απροθυμία νεανίδων να παντρευτούν υποψήφιους κληρικούς, τα αυξανόμενα διαζύγια στις ιερατικές οικογένειες, κάποια κρίση στις ιερατικές κλίσεις κ.λπ.
Υποχρέωσή μας να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για τη νεολαία
Αφού αναφέρθηκε στα επιμορφωτικά σεμινάρια, τις Ημερίδες και τα Συνέδρια που συγκλήθηκαν σε όλη την επικράτεια της Εκκλησίας με την ευθύνη των αρμόδιων Συνοδικών Επιτροπών για φλέγοντα και επίκαιρα θέματα, ο Μακαριώτατος σημείωσε ότι η Εκκλησία δεν καλύπτει ακόμη όλες τις πτυχές των κοινωνικών προβλημάτων της εποχής μας και δεν έχει να επιδείξει σημαντικό έργο στους τομείς του αγώνα κατά του αλκοολισμού, του καπνίσματος και των ναρκωτικών. Ιδιαίτερα στον τομέα της νεολαίας, είπε, οφείλουμε να αναδιοργανώσουμε επειγόντως τον τρόπο εργασίας μας, αλλιώς θα χάσουμε τα νέα παιδιά, ενώ φοβούμαι ότι δεν είναι μακράν η ημέρα κατά την οποία δεν θα μας επιτρέπεται η είσοδος στα σχολεία. Πρέπει, ανέφερε, σε όλες τις Ι. Μητροπόλεις να ιδρύσουμε Παιδικούς Σταθμούς, Νηπιαγωγεία και Δημοτικά Σχολεία, όπου αυτό είναι δυνατόν, φέρνοντας τα παιδιά κοντά μας, και να μελετήσουμε, όπως ήδη οι αρμόδιοι συνεργάτες μας κάνουν, ακόμη και ηλεκτρονικούς τρόπους κατήχησης και συγγραφή νέων επαγωγικών βιβλίων Θρησκευτικών για τα σχολεία. Παράλληλα, πρόσθεσε, πρέπει να καλύψουμε τα ενοριακά κενά και να αποκτήσουμε εξειδικευμένα στελέχη.
Επιβάλλεται η συμπαράταξη όλων
στο ενιαίο στρατόπεδο της Εκκλησίας
Την ίδια στιγμή όμως, τόνισε, πολλές Ορθόδοξες δυνάμεις εξαντλούνται σε δονκιχωτικές επιθέσεις εναντίον άλλων πνευματικών δυνάμεων ώστε να διασπάται το ενιαίο μέτωπο της Εκκλησίας. Η Εκκλησία όμως, είπε, που δεν κινδύνευσε ποτέ περισσότερο από τους έξωθεν εχθρούς Της όσο από τους έσωθεν, δεν φοβήθηκε ποτέ τους γνωστούς Ορθοδοξαμύντορες, εισαγγελείς όλης της Ελλάδας, που αρέσκονται να τρυπώνουν στα άδυτα των συζυγικών παστάδων και να υπαγορεύουν, να ελέγχουν και να θέλουν να μετατρέψουν την κοινωνία σε μοναστήρι και τους εαυτούς τους σε κανόνες πίστεως και ακριβείας και που απειλούν κάθε Επίσκοπο και κάθε κληρικό με την κατασυκοφάντηση και την καταγγελία ως δήθεν νεωτεριστή, οικουμενιστή, μανιχαϊστή, βαρλααμιστή, νεοεποχίτη, αιρετικού, φιλοπαπικού, εκκοσμικευμένου, σε μία κοινωνία που βιώνει τον καθημερινό αγώνα για επιβίωση, υπέρβαση της μοναξιάς και απόκτηση ελπίδας. Στις ημέρες μας, συνέχισε, κατά τις οποίες έντυπα σχιζοφρενικής ύλης και συμμαχίες ετερόκλητων στοιχείων υπερσυντηρητικών δυσφημούν την Εκκλησία και απαιτούν από Αυτήν να υψώσει τείχη, να αυτοαπομονωθεί, να μετατραπεί σε τιμωρό και να προβάλει το φονταμενταλιστικό Της πρόσωπο, επιβάλλεται συμπαράταξη όλων στο ενιαίο στρατόπεδο της Εκκλησίας. Ηγούμενοι και ακαδημαϊκοί θεολόγοι και οργανωσιακοί ευσεβείς, ανέφερε, οφείλουν να εγκαταλείψουν τα στερεότυπα της χειραφέτησης, να ταπεινωθούν και να σεβαστούν το πολίτευμα της Εκκλησίας, απαρνούμενοι ανταρσίες και ανυπακοές στο χώρο Της, ενώ οι Επίσκοποι, οι φυσικοί φορείς της ενότητας, οφείλουν να επιδείξουν τη θέλησή τους προς υπέρβαση των όποιων δυσχερειών επικοινωνίας τους με στελέχη τους. Μπροστά στα νέα προβλήματα, που προέρχονται από την εγκαθίδρυση στις κοινωνίες μας νέων πραγματικοτήτων και συνθηκών, και την εσωτερική προσπάθεια αλλοτρίωσης του λαού από τις παραδόσεις του και αλλοίωσης της ιστορίας του και καθημερινού καταιγισμού προϊόντων υποπολιτισμού από πολλά Μ.Μ.Ε., τόνισε, οι ηγέτες της Εκκλησίας οφείλουν να αρθρώνουν λόγο ορθό, φερέγγυο και πειστικό προς καθοδήγηση των ανθρώπων, παρά τη λυσσώδη αντίδραση όσων θέλουν την Εκκλησία παντελώς άμοιρη κοινωνικών προβληματισμών και τοποθετήσεων, μακράν των εξελίξεων, ως φολκλορική πραγματικότητα. Πρέπει να ανταποκριθούμε, συνέχισε, στην απαίτηση της κοινωνίας να ακούσει το Ευαγγέλιο, να ενδυναμωθεί στον αγώνα της, να δει αλλαγές και μεταρρυθμίσεις κυρίως προς χάριν των νέων, γιατί κανένας νέος δεν μας θέλει φύλακες του μουσείου της Ιστορίας, ούτε καν διαδόχους των εθνικών αγωνιστών του ΄21. Να έλθουμε σε ρήξη με το αμαρτωλό κατεστημένο και να ξεδιπλώσουμε τον μανδύα της αγάπης για τους κοπιώντες και πεφορτισμένους. Αντιμετωπίζουμε, είπε, σχεδόν τα ίδια ποιμαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και άλλες Εκκλησίες, όπως η Ρωμαιοκαθολική, και ένα εξ αυτών είναι και η αμφισβήτηση στην Εκκλησία του δικαιώματος να διατυπώνει λόγο για τα δημόσια πράγματα και να κάνει κοινωνικές παρεμβάσεις.
Η Δ.Ι.Σ. τιμά τους εργάτες του πνεύματος
Κατά το διαρρεύσαν έτος, είπε, η Δ.Ι.Σ. τίμησε διακεκριμένες προσωπικότητες του επιστημονικού και πολιτικού χώρου, οπουδήποτε και εάν ανήκουν, και ανέδειξε προς τα έξω το νέο πρόσωπο της Εκκλησίας που αναγνωρίζει τους άξιους θεράποντες του θυσιαστηρίου, του άμβωνος και της επιστήμης, ώστε να μην κατηγορείται ότι αντιπαρατάσσεται προς αυτήν. Είναι ευτύχημα, υπογράμμισε, ότι υπάρχουν πολλοί σεμνοί και ταπεινοί εργάτες του πνεύματος, με ήθος και ακεραιότητα, στην κοινωνία μας, οι οποίοι δεν διστάζουν να ομολογούν πίστη στον Χριστό, να προκινδυνεύουν αυτής της πίστης και να παρατάσσονται στο πλευρό της Εκκλησίας.
Τριετές αναπτυξιακό πρόγραμμα ολοκληρώνει η Ε.Κ.Υ.Ο.
Ακολούθως, ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε στη σταθεροποίηση των οικονομικών πραγμάτων της Εκκλησίας, καθ’ όσον αφορά στην Ε.Κ.Υ.Ο., με την κατάθεση του όγδοου κατά σειρά πλεονασματικού προϋπολογισμού και τόνισε το ιδιαίτερα θετικό έργο της υπηρεσίας που εκδηλώθηκε με την κατασκευή σειράς έργων, την κοστοβόρα και χρονοβόρα μαχητική δικαστική διασφάλιση των περιουσιακών δικαιωμάτων της Εκκλησίας, το σχεδιασμό της αξιοποίησής τους και ουσιαστικές κοινωνικές παροχές. Η Ε.Κ.Υ.Ο., σημείωσε, έχοντας επίγνωση και σχέδιο αντιμετώπισης των βασικών αναγκών της Εκκλησίας μας, προχώρησε με αποφασιστικότητα και προσοχή στη λήψη των αναγκαίων μέτρων, μετά την έγκριση της Διοικούσης Επιτροπής και της Δ.Ι.Σ., για τη διατήρηση της ισχυρής θέσεως του χαρτοφυλακίου των μετοχών της Εκκλησίας στην Εθνική Τράπεζα. Σήμερα δε οι οικονομικές και τεχνικές υπηρεσίες της, εκσυγχρονισμένες και αναδιοργανωμένες, είναι έτοιμες να παρουσιάσουν, πριν από το τέλος του έτους, το πρώτο τριετές αναπτυξιακό πρόγραμμα που στοχεύει στη βέλτιστη αξιοποίηση των πόρων και των διαθεσίμων μας προς όφελος της Εκκλησίας μας και του ελληνικού λαού.
Η Εκκλησία μας δεν δικαιούται να κλείνεται στον εαυτό Της
Ανοίγεται στο μέλλον
Ο Μακαριώτατος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην απόφαση της Δ.Ι.Σ. να προσεγγίσει επίσημα τα άλλα δύο χριστιανικά δόγματα, αυτό της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και εκείνο των Διαμαρτυρομένων, που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, καθώς και τους πιστούς του Ισλάμ στην Ελλάδα, ορίζοντας τους Σεβ. Μητροπολίτες Σύρου κ. Δωρόθεο, Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και Ξάνθης κ. Παντελεήμονα αντίστοιχα, ως συνδέσμους της με τους εκπροσώπους αυτών των κοινοτήτων. Παρήλθε, σημείωσε, η εποχή των αποκλεισμών και δεν δικαιούμαστε σήμερα να κλεινόμαστε ερμητικά στον εαυτό μας και να αγνοούμε την ύπαρξη των άλλων δίπλα μας. Κανείς δεν πρόκειται να μας δικαιώσει, πρόσθεσε, εάν υπηρετήσουμε την πόλωση, εάν παραμείνουμε όμηροι των φανατικών και φονταμενταλιστών, που μετέρχονται δυστυχώς ως εμπορία την ευσέβεια, και εάν δεν συνεργαστούμε σε τομείς που δεν έχουν σχέση με τα δόγματα, αλλά που επηρεάζουν την κοινωνία μας. Ως υπεύθυνοι ταγοί, επισήμανε, οφείλουμε να βλέπουμε μακράν και πιστοί στους όρκους μας, χωρίς να διαπραγματευόμαστε τα δόγματά μας, ανοιγόμαστε στον αχανή χώρο του μέλλοντος και προσβλέπουμε στις συνεργασίες που θα προβάλλουν τη δύναμη του Χριστού. Άλλωστε, ανέφερε, η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει από πολλών ετών εγκαινιάσει τον Διάλογο της Αγάπης, χωρίς τούτο να έχει οδηγήσει σε υποτίμηση του δόγματος ή σε δογματικές εκπτώσεις και μειοδοσίες.
Η πρόσφατη συνάντηση με τον Πρωθυπουργό
Στη συνέχεια, ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας αναφέρθηκε στην πρόσφατη επίσκεψή του στον Πρωθυπουργό, κατά την οποία είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει μαζί του για τα πάγια αιτήματα της Εκκλησίας που δεν έχουν ακόμη ικανοποιηθεί πλήρως (ανέγερση νέου Διοικητικού Κέντρου και νέου Μητροπολιτικού Ναού, συμμετοχή της Εκκλησίας στο Γ΄ και Δ΄ Κ.Π.Σ., παρουσία των ιερέων στα σχολεία, προώθηση του νομοσχεδίου για την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη κ.α.). Έλαβα τη διαβεβαίωση, τόνισε, ότι εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος μη υπερβαίνοντος τον Οκτώβριο, θα υπάρξουν τελικές προτάσεις της Κυβέρνησης για τα σημαντικότερα από αυτά. Παράλληλα, πρόσθεσε, ευχαρίστησα τον Πρωθυπουργό για τη στάση του έναντι της Εκκλησίας κατά τη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος και για την έκδοση του νόμου για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση. Επίσης, υπάρχει μεγάλη ελπίδα, είπε, να προκύψει σύντομα η απόκτηση τηλεόρασης της Εκκλησίας ύστερα από συντονισμένες προσπάθειές μας.
Ο σταδιακός θρησκευτικός αποχρωματισμός της ελληνικής κοινωνίας
Πρέπει να σημάνουμε συναγερμό
Ο Μακαριώτατος υπογράμμισε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει η Εκκλησία στο εγγύς μέλλον είναι ο σταδιακός θρησκευτικός αποχρωματισμός της ελληνικής κοινωνίας. Η Εκκλησία, είπε, εξοστρακίζεται από το σχολείο, στο όνομα της πολυπολιτισμικότητας και της πολυφωνίας, το θρήσκευμα διαγράφηκε από τις ταυτότητες βάσει των αρχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σχέδια νόμων εκπονούνται από κόμματα και άλλες ομάδες εργασίας με στόχο την υποβάθμιση της παρουσίας της Εκκλησίας στο δημόσιο βίο της χώρας, η νεολαία τρέφεται με πολιτισμικά υποπροϊόντα, ενώ τα εγγενή στοιχεία της παράδοσής μας λοιδορούνται. Από εμάς όμως εξαρτάται, σημείωσε, να εντείνουμε τις προσπάθειές μας προς στερέωση της πίστης, προς πνευματική καλλιέργεια του λαού μας, προς απόκτηση ικανών στελεχών, προς αντιμετώπιση των αθεϊστικών τάσεων στην παιδεία, την επιστήμη, την κοινωνία. Πρέπει να αποφύγουμε, τόνισε, την ακηδία και την αδράνεια και να σημάνουμε συναγερμό, καθιστώντας αξιόμαχα τα στελέχη μας, τους γονείς, τη νεολαία και τους επιστήμονες και μελετώντας, με τη βοήθεια του Θεού, το πρόβλημα προς αναζήτηση ευκταίων λύσεων. Η κατάσταση της μοιρολατρικής αποδοχής των επιγιγνομένων είναι ό,τι το χειρότερο, ανέφερε.
Τέλος, ο Μακαριώτατος ευχήθηκε η παρούσα τακτική Σύνοδος της Ιεραρχίας να αποβεί επ’ ωφελεία όλων, κυρίως όμως του κύρους της Εκκλησίας μας, το οποίο, όπως είπε, ο λαός έχει ήδη περί πολλού, γεγονός που επιβάλλει σε εμάς προσοχή, προσευχή και σύνεση.
ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ
Τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν
καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Χριστοδούλου
ἐνώπιον τῆς τακτικῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.
10 Ὀκτωβρίου 2006.
Σεβασμιώτατοι καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί
Καθηκόντως ὑποδεχόμενοι πάντας ὑμᾶς ἐνταῦθα πρός συγκρότησιν τῆς τακτικῆς ταύτης Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, ἐκφράζομεν πρός ἅπαντας ὑμᾶς τήν βαθυτάτην ἡμῶν ἀδελφικήν συγκίνησιν ἐπί τῇ τοιαύτῃ ἱερᾷ καί καταστατικῇ ἡμῶν συνάξει, εἰς τήν ἁρμοδίαν ἀποβλεπούσῃ σοβούντων ἐκκλ. ζητημάτων ἀντιμετώπισιν καί ἐπίλυσιν, ἐπ’ ἀγαθῷ συμπάσης τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Καί εὐχόμεθα ἀπό καρδίας ἵνα ἡ κοινή ἡμῶν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι διαβούλευσις ἀποβῆ εὐεργετική διά τά καθ’ἡμᾶς καί ἐπωφελής καί λυσιτελής διά τόν λαόν τοῦ Θεοῦ.
Τά θέματα τῆς Ἡμερησίας Διατάξεως ἡμῶν, εἶναι ἤδη εἰς ὑμᾶς γνωστά.
1- Τό πρῶτον εἶναι ἡ ἐκλογή νέου Ποιμενάρχου εἰς τήν χηρεύσασαν Ἱ. Μητρόπολιν Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, ἕνεκα παραιτήσεως λόγῳ γήρατος τοῦ θεοφιλῶς ταύτην ἐπί 40ετίαν ὅλην διαποιμάναντος Σεβ. Μητροπολίτου πρ. Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ. Θεοφίλου, τοῦ ἐφησυχάζοντος ἤδη εἰς Σπάρτην παρά τῷ Σεβ. Μητροπολίτῃ αὐτῆς κ.Ευσταθίῳ. Ἡ Ἱ. Σύνοδος, ὡς εἶναι ἤδη γνωστόν, διά τοῦ προσφάτως ἐκδοθέντος ὑπ’ ἀριθμ. 171/2006 Κανονισμοῦ αὐτῆς «Περί τῆς ὀφειλομένης μερίμνης πρός τους παραιτουμένους ἤ τούς ἀπαλλασσομένους τῶν καθηκόντων των λόγῳ ἀνικανότητος Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» ἔλαβεν ἀξιόχρεω μέριμναν διά τήν ἀξιοπρεπῆ διαβίωσιν τῶν δι’ οἱονδήποτε λόγον παραιτουμένων τῆς ἐνεργοῦ ὑπηρεσίας Σεβ. Μητροπολιτῶν, ὥστε νά ἐξασφαλισθοῦν ὑπέρ αὐτῶν πάντα τά ἀνθρωπίνως δυνατά καί εὔκοσμα πρός εἰρηνικήν αὐτῶν καί ἀμέριμνον διαβίωσιν, εἰ δυνατόν μάλιστα ἐντός τῶν κόλπων τῆς ὑπ’ αὐτῶν διαποιμανθείσης πνευματικῆς ποίμνης. Ὁ δέ ἐν Χαλανδρίῳ εἰδικός πρός τοῦτο ξενών τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς, τοῦ ὁποίου τό πρόπλασμα ἐκτίθεται εἰς τόν ἔξω τῆς αἰθούσης ταύτης χῶρον, ἤδη ἑτοιμάζεται καί παραδίδεται εἰς χρῆσιν τῶν ἐκ τῶν ἐφησυχαζόντων Ἱεραρχῶν μελλόντων προτιμᾶν τήν ἐν αὐτῷ ἐγκατάστασιν αὐτῶν καί ἀξιοπρεπή διαβίωσιν.
Ἑτέρα ἐκλογή είναι ἐκείνη εἰς τήν Ἱ. Μητρόπολιν Κορίνθου, τήν κενωθεῖσαν διά τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου τῆς κυροῦ Παντελεήμονος, ἐπισυμβάσης τήν 16ην Αὐγούστου ἐ.ἔ. Ἡ Ἱ.Μητρόπολις Κορίνθου ἐκ τῶν ἀποστολικῶν, ἱστορικῶν καί περιφανῶν Ἱ. Μητροπόλεων τῆς Ἐκκλησίας μας, ζητεῖ Ποιμενάρχην ἄνδρα σοφόν, ἱκανόν, ἔμπειρον καί πνευματικόν καί ἡ Ἱεραρχία ἀσφαλῶς θά ἐκλέξει τόν καταλληλότερον μεταξύ πολλῶν διά νά τόν ἀποστείλει εἰς Κόρινθον, εἰς διαδοχήν τοῦ ἀειμνήστου Παντελεήμονος καί πρός ἐπιμελεστέραν καί καρποβριθεστέραν ποιμαντορίαν κλήρου καί λαοῦ αὐτῆς. Τοιαύτη εἶναι ἡ εὔλογος ἀξίωσις τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Παραλλήλως πρός τάς δύο ταῦτας ἐκλογάς πρόκειται,ἐάν δεήσει, νά προαχθῆ εἰς Ἐπίσκοπον ὁ Ἀρχιγραμματεύς της Ἱ. Συνόδου.
2- Τό δεύτερον θέμα εἶναι ἡ γνωστοποίησις εἰς τήν Ἱ. Σύνοδον καί ἡ ὑπ’ αὐτῆς ἐπεξεργασία τοῦ νέου σχεδίου νόμου περί τῶν Ἐκκλ. Δικαστηρίων καί τῆς πρό αὐτῶν διαδικασίας, τό ὁποῖον προῆλθε κατόπιν σπουδαίας καί ἐπιπόνου προεργασίας εἰδικῆς ὑπό τήν προεδρίαν ἡμῶν Ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία καί προέβη εἰς βαθείας τομάς ἐπί τῶν οὐσιαστικῶν καί δικονομικῶν διατάξεων τοῦ νέου τούτου σχεδίου, τοῦτο μέν πρός ἐκσυγχρονισμόν τῆς ἀπονομῆς τῆς ἐκκλ. Δικαιοσύνης, τηρουμένου κατά τό ἐφικτόν τοῦ Ἱεραρχικοῦ πολιτεύματος τῆς ἐπισκοποκεντρικῆς Ἐκκλησίας, τοῦτο δέ πρός ὑπέρβασιν πολλῶν παραλείψεων καί ἀτελειῶν τοῦ ἰσχύοντος σχετικοῦ νόμου, τοῦ πρό 80ετίας περίπου ψηφισθέντος καί ἔκτοτε μέ ἐλαφράς τροποποιήσεις ἐφαρμοζομένου ὑπό τῶν καθ’ ἡμᾶς ἐκκλ. Δικαστηρίων. Καθ’ ὅλην τήν διάρκειαν τῆς ἰσχύος τοῦ νόμου ἐκείνου ἐπεσημάνθησαν ὑπό εἰδικῶν ἐπιστημόνων τοῦ Κανονικοῦ καί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου αἱ ἐλλείψεις καί παραλείψεις του, ἰδίως εἰς τόν τομέα τοῦ σεβασμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῶν κατηγορουμένων κληρικῶν, ἐνῶ πολλαχόθεν ἠκούοντο φωναί ἐπικριτικαί ἕνεκα τῆς μή προσαρμογῆς τῶν διατάξεων αὐτοῦ πρός τά κεκτημένα τοῦ συγχρόνου πολιτειακοῦ δικαιϊκοῦ συστήματος. Ἀποτέλεσμα τῶν ἐπικρίσεων τούτων ὑπῆρξε τοῦτο μέν ἡ ὑποβάθμισις τῆς ἐννοίας τῆς ἐκκλ. Δικαιοσύνης εἰς τάς συνειδήσεις τῶν κληρικῶν καί τῶν λαϊκῶν, τοῦτο δέ ἡ ἀκύρωσις ὑπό τοῦ Σ.τ.Ἐ. πολλῶν διαδικασιῶν,ἐρχομένων εἰς εὐθείαν ἀντίθεσιν πρός τά δικονομικά κεκτημένα τοῦ κοσμικοῦ δικαίου,καί δή καί πρός τό ἄρθρον 6 τῆς Συμβάσεως τῆς Ρώμης περί τῶν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αἱ Συμβάσεις αὐταί καθώς καί τό Εὐρωπαϊκόν Δίκαιον ὑπέρκεινται, ὡς γνωστόν, τῶν ἐπί μέρους ἐθνικῶν δικαίων καί κατισχύουν πάσης ἄλλης ρυθμίσεως. Ἑπομένως, καί ἐκ τοῦ λόγου αὐτοῦ δέν θά ἦτο δυνατον νά μή τηρηθοῦν βασικαί ἀρχαί τῶν διεθνῶν δικαιϊκῶν νομίμων καί εἰς τήν Ἐκκλ. Δικαιοσύνην.
Διό καί ἐδῶ ἀνεφύη, διά μιάν εἰσέτι φοράν, ἀλλά μετά ἐπιτακτικῆς, ὡς ἐλέχθη ἤδη, ἐπιμονῆς τό περιώνυμον ζήτημα τῆς σχέσεως μεταξύ κανονικότητος καί νομιμότητος, δεδομένων τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας-Πολιτείας ἐν Ἑλλάδι. Πρόκειται διά τήν σχέσιν μεταξύ Ἱ. Κανόνων καί Νόμων, ἰδίως ὅταν ὑπάρχει σύγκρουσις μεταξύ των. Ἡ περίπτωσις ἐμφανίζεται κατά κύριον λόγον ἐκεῖ ἔνθα, ὡς συμβαίνει εἰς τήν Ἑλλάδα, ἡ Ἐκκλησία διοικεῖται καί διά τῶν νόμων τοῦ κράτους. Ἡ ἀκυρωτική ἔναντι τῶν ἐξωτερικῶν, στοιχείων τῶν ἀποφάσεων τῶν ἐκκλ. Ὀργάνων ἁρμοδιότης τῶν οἰκείων κρατικῶν Δικαστηρίων, ἐξικνουμένη καί μέχρι πλήρους ἐξαφανίσεως τῶν ἐξ αὐτῶν μή συμπλεουσῶν μέ τάς στοιχειώδεις ἀρχάς τῆς ἐννόμου τάξεως, ἐξαναγκάζει τήν Ἐκκλησίαν νά εὐθυγραμμίζεται πρός ὅσα οἱ νόμοι ἐπιτάσσουν, οἵτινες, κατά τήν νομολογίαν τοῦ Σ.τ.Ἐ., δύνανται νά τροποποιοῦν ἀκόμη καί Ἱ. Κανόνας μή θεμελιώδεις διά τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας. Τό ζήτημα τοῦτο ἡ Ἐπιτροπή ἀντιμετώπισε κατά τόν πλέον προσήκοντα τρόπον, ὥστε νά παύσει ὁ διασυρμός τῆς ἐκκλ. Δικαιοσύνης ὡς δῆθεν ἀναχρονιστικῆς, ἀπανθρώπου καί μεσαιωνικῆς, κινουμένης κατά κανόνα εἰς βάρος δῆθεν τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί τῶν μοναχῶν, καί ταυτοχρόνως νά τηρηθοῦν στοιχειώδεις κανόνες σεβασμοῦ πρός τά δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου καί χρήστης διαχειρίσεως τῆς πνευματικῆς ἐξουσίας τῶν Ἐπισκόπων. Πρός τούτοις εἶναι ἀνάγκη νά τονισθῆ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι βεβαίως ἱεραρχική, ἀλλ’ ὄχι ἱεροκρατική. Ἀλλά περί πάντων τούτων θά ἔχω τήν τιμήν νά ἐνημερώσω τό Ἱερόν τοῦτο Σῶμα κατά τήν αὐριανήν συνεδρίαν, ὅτε καί θά μᾶς ἀπασχολήσουν αἱ διατάξεις τοῦ σχετικοῦ νομοσχεδίου, τό ὁποῖον ἐγκαίρως ἐτέθη ὑπ’ ὄψιν πάντων ὑμῶν ἤδη ἀπό τάς ἀρχάς Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ.
3- Τρίτον θέμα εἶναι ὁ β’ διάλογος Ἐκκλησίας-Κοινωνίας πού ὠργανώθη εἰς Βόλον τό Σάββατον 6-5-06 μέ θέμα «Ἁγιότητα καί ἐκκοσμίκευση στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας». Περί τούτου θά εἰσηγηθῆ τά δέοντα ὁ Σεβ. Θηβῶν καί Λεβαδείας κ. Ἱερώνυμος, Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ διαλόγου τούτου.
4-Ἕτερα θέματα εἶναι ἡ ψήφισις Κανονισμῶν, ἀπό καιροῦ ἡτοιμασμένων, ὑποστάντων νομοτεχνικήν ἐπεξεργασίαν καί ὑποβαλλομένων πρός ἔγκρισιν καθώς καί τινα Ὑπηρεσιακά θέματα. Μεταξύ τῶν Κανονισμῶν εἶναι καί ὁ ἀφορῶν εἰς τούς Ἱεροψάλτας, ὁ ὁποῖος ἔχει καί ἄλλοτε ὑποβληθῆ εἰς τήν ΙΣΙ ἀλλ’ ἀνεπέμφθη πρός πληρεστέραν διατύπωσιν καί ἐπεξεργασίαν.
ο-ο-ο
Τά συμπεριλαμβανόμενα εἰς τήν Ἡμερησίαν Διάταξιν θέματα δέν ἐξαντλοῦν βεβαίως τόν εὐρύν κατάλογον τῶν ζητημάτων πού ἐνδιαφέρουν τήν Ἐκκλησίαν ἤ πού ἀντιμετωπίσθησαν ἤδη ὑπό τῆς Διαρκοῦς Ἱ. Συνόδου τῆς ληξάσης Συνοδικῆς περιόδου ἤ καί ἐξακολουθοῦν νά ἀπασχολοῦν τήν διοίκησιν τῆς Ἐκκλησίας. Θά ἐπεθύμουν περί τῶν σοβαροτέρων ἐξ αὐτῶν νά ἐνημερώσω ἀξιοχρέως και ἐνδεικτικῶς τήν Ἱ. Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας.
1. Τό ζήτημα τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἀποφάσεων τῆς τακτικῆς ΙΣΙ τοῦ παρελθόντος Ὀκτωβρίου ἀπησχόλησε τήν ΔΙΣ εἰς σειράν συνεδρίων αὐτῆς, ἐφ’ ὅσον αἱ ληφθεῖσαι τότε ἀποφάσεις ἔχρηζον περαιτέρω ἐπεξεργασίας, ἐπί τῇ βάσει τῶν κατά τήν συζήτησιν διατυπωθεισῶν παρατηρήσεων τῶν Σεβ. Συνοδικῶν Συνέδρων, προκειμένου νά λάβουν τήν τελικήν αὐτῶν μορφήν. Πρός τοῦτο ἡ ΔΙΣ ἀπεφάσισε νά ἀποστείλει ἁρμοδίως (ἤτοι εἰς τάς καθ’ὕλην ἁρμοδίας Συνοδικάς Ἐπιτροπάς) τάς ἀποφάσεις αὐτάς παρακαλοῦσα τούς παραλήπτας αὐτῶν νά ἐγκύψουν εἰς τήν ἄρτιαν αὐτῶν ἀπό πάσης ἐπόψεως διατύπωσιν.
α. Οὕτω διά τά πορίσματα τοῦ α’ διαλόγου Ἐκκλησίας-Κοινωνίας (Πάτραι, 10-9-05) ἡ ΔΙΣ ἀπηύθυνε σχετικόν ἔγραφον εἰς τήν ὑπό τόν Σεβ. Θηβῶν καί Λεβαδείας κ. Ἱερώνυμον Ἐπιτροπήν παρακαλοῦσα ταύτην νά ἐπεξεργασθῆ τάς προτάσεις προκειμένου νά προσλάβουν πρακτικήν μορφήν. Ἤδη τό ὁριστικόν κείμενον ὑπεβλήθη εἰς τήν ΔΙΣ καί ἐνεκρίθη.
β. Τήν περί τῆς ὑποβοηθουμένης ἀναπαραγωγῆς εἰσήγησιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου κ. Ἱεροθέου, ἡ ΔΙΣ ἀπέστειλεν εἰς τήν ὑπό τόν Σεβ. Μητροπολίτην Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Νικόλαον ΕΣΕ τῆς Βιοηθικῆς πρός περαιτέρω ἐπεξεργασίαν, καί δή καί ἔλεγχον τῶν 80 σημείων εἰς τά ὁποῖα συνεκεφαλαιώθησαν αἱ σχετικαί ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας. Τήν ἐργασίαν αὐτήν ἡ ὡς εἴρηται Ἐπιτροπή ἐπεράτωσε καί ὑπέβαλεν εἰς τήν ΔΙΣ τάς προτάσεις της γενομένας ἀποδεκτάς, δημοσιευθέντος τοῦ ὑπ’ ἀριθμ. 307/ 219/ 19-1-06 Ἐγκυκλίου Σημειώματος ἔνθα συμπεριελήφθησαν αἱ ὡς εἴρηται 80 θέσεις. Τό κείμενον τοῦτο ἐδημοσιεύθη τόσον εἰς τό περιοδικόν «Ἐκκλησία» ὅσον καί εἰς τό διαδίκτυον καί δή εἰς τήν ἑλληνικήν, ἀγγλικήν, γαλλικήν καί ρωσικήν γλώσσαν ὥστε, νά εἶναι προσιτόν καί εἰς τούς ξένους. Το ἴδιον κείμενον ἀπεστάλη καί εἰς ἁπάσας τάς ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας.
γ. Τήν εἰσήγησιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κερκύρας καί Παξῶν κ. Νεκταρίου περί τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ λαοῦ, ἡ ΔΙΣ ἀπέστειλε πρός περαιτέρω ἐπεξεργασίαν εἰς τήν ὑπό τόν Σεβ. Μητροπολίτην Παραμυθίας, Φιλιατῶν καί Γηρομερίου κ. Τίτον Συν. Ἐπιτροπήν Θ. Λατρείας καί Ποιμαντικοῦ Ἔργου. Τό ἔργον βέβαια τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ λαοῦ ἀνήκει εἰς τήν εὐθύνην τῶν ἑκασταχοῦ Σεβ. Μητροπολιτῶν, ὡς Ποιμεναρχῶν τοῦ λαοῦ. Ἕκαστος Ἱεράρχης θά πρέπει νά σκεφθῆ τίνι τρόπῳ θά ἐφαρμόσει εἰς τήν περιοχήν του τόν ἐπανευαγγελισμόν. Τό κείμενον ὅπερ ἀπεστάλη πρός ὑμᾶς διά τοῦ ὑπ’ ἀριθμ. 754/ 465/ 15-2-06 Ἐγκυκλίου Σημειώματος εἶναι ἐνδεικτικόν τῶν διαφόρων τρόπων ἐνεργείας, ὅμως ἕκαστος ἡμῶν ὀφείλει νά ἀναζητήσει καί ἀνεύρει καί νέους τρόπους ἐπικοινωνίας μέ τόν λαόν. Καί ἐδῶ ἀναφύεται τό ὀξύ πρόβλημα τῆς ποιοτικῆς ἀναβαθμίσεως τοῦ ἱ. μας κλήρου. Πρέπει οἱ κληρικοί μας νά συνειδητοποιήσουν ότι θεμελιώδης εἶναι ἡ σημασία τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ λαοῦ, διά νά ἀναλάβουν τό ἔργον τοῦτο. Μεγάλην πρός τοῦτο σημασίαν ἔχει ἡ συνεχής μέριμνα καί παρουσια τῶν Ἐπισκόπων πλησίον τῶν ἱερέων, πρός ἔμπνευσιν εἰς αὐτούς τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἰδεώδους,καί ἐνίσχυσίν των εἰς τήν προκειμένην διακονίαν τοῦ λαοῦ. Τήν αὐτήν μέριμναν ὀφείλομεν οἱ Ἀρχιερεῖς καί εἰς τήν ἐπιλογήν των πρὀς χειροτονίαν νέων ὑποψηφίων, ὥστε νά πρόκειται διά πρόσωπα ἀνεπίληπτα καί εὐσεβῆ, μή σκανδαλοποιά καί μή προκαλοῦντα. Οἱ ἱερεῖς μας εἶναι οἱ φορεῖς τῆς ἱεραποστολῆς ἐντός τῆς κοινωνίας. Καί ἐξ αὐτῶν ἐξαρτᾶται ἡ ἄσκησις τῆς ἀποστολῆς ταύτης καί τά θετικά της ἀποτελέσματα. Δέν πρέπει οἱ ἱερεῖς μας νά ἀφήνονται μόνοι εἰς τήν ἀντιμετώπισιν τῶν ποικίλων προβλημάτων τῆς ζωῆς των. Ἡ αἴσθησις ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος ἀγρυπνᾶ καί ἐνδιαφέρεται καί δι’αὐτούς, καί διά τάς οἰκογενείας των, ἀνακουφίζει καί ἐνισχύει τους ἐξ αὐτῶν πάσχοντας. Καί ἐκεῖνοι ἀνταποδίδουν τό ἐνδιαφέρον τοῦτο μέ τήν ὑπακοήν καί ἀφοσίωσίν των.
Ἔχομεν ἀνάγκην ἐξειδικευμένων στελεχῶν. Δέν ἀρκεῖ πλέον μόνος ὁ ζῆλος, οὔτε ἡ ἐμπειρική ἐνασχόλησις. Ἀπαιτεῖται ὀργανωτική δρᾶσις καί ἐπιστασία κατά τήν ἄσκησιν τῆς ἱεραποστολῆς. Εἰς τοῦτο ἀσφαλῶς θά συμβάλει καί ἡ Σχολή Ἐπιμορφώσεως τῶν Στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας πού ἱδρύθη ἤδη, διά τοῦ νεαροῦ νόμου 3432/ 2006, καί ἡ ὁποία θά προσφέρει εἰς τόν ἱερόν μας κλῆρον καί τούς λαϊκούς μας συνεργάτας δυνατότητες νέων ὁριζόντων εἰς τήν διαποίμανσιν τοῦ λαοῦ μέ βάσιν τάς συγχρόνους συνθήκας καί ἀνάγκας τοῦ ποιμνίου πού ἔχουν ριζικῶς ἀλλάξει ἀπό ὅ,τι παραδοσιακῶς μέχρι τώρα ἴσχυε.
δ. Συναφῶς πρός τό θέμα τοῦ τρόπου ἐκλογῆς τῶν Ἐπισκόπων ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἡμῶν ἡ ΔΙΣ παρέπεμψε τοῦτο εἰς τόν πανοσιολ. Ἀρχιμ. κ. Χρυσ. Σαββάτον, καθηγητήν τῆς Θεολογ. Σχολῆς Ἀθηνῶν πρός συγκριτικήν μελέτην τῶν ἰσχυόντων εἰς τάς λοιπάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας. Ἡ μελέτη συνεχίζεται μέ ἀργούς ρυθμούς διότι προϋποθέτει μετάφρασιν τῶν σχετικῶν καταστατικῶν κειμένων τῶν ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ἤδη ὅμως πικρά εἶναι εἰς τάς γλώσσας μας ἡ γεῦσις ἐκ τῶν προσφάτων διαδικασιῶν πρός ἀνάδειξιν νέου Ἀρχιεπισκόπου εἰς τήν πολυπαθῆ Ἐκκλησίαν Κύπρου «ψήφῳ κλήρου καί λαοῦ» καί ἀσφαλῶς οὐδείς φρονῶ ὅτι ἐπιθυμεῖ τήν μεταφοράν καί ἐνταῦθα τοῦ ἀπαραδέκτου κλίματος πού συνοδεύει τήν ἐφαρμογήν τοῦ συστήματος τούτου, τήν ἀπαλλαγήν ἐκ τοῦ ὁποίου ἐπιδιώκουν ἅπασαι αἱ Ἐκκλησίαι πού τό ἔχουν ἐν λειτουργία.
2- Τό θέμα τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος ἀφ’ ἧς ἐτέθη την 17-1-06 τό πρῶτον ὑπό τοῦ Πρωθυπουργοῦ κ. Κ. Καραμανλῆ, ὑπῆρξεν ἀντικείμενον ἰδιαιτέρας φροντίδος ὑφ’ ἡμῶν, μεριμνώντων διά τήν διατήρησιν τοῦ ἰσχύοντος συστήματος τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας-Πολιτείας, ὅπερ ἔχει ἀποδειχθῆ χρήσιμον καί λυσιτελές διά τέ τήν Ἐκκλησίαν καί τήν Πολιτείαν.Το σύστημα τοῦτο λέγεται μέν τῆς «νόμῳ κρατούσης Πολιτείας» ἐφ’ ὅσον ἡ Πολιτεία διατηρεῖ τό δικαίωμα νά νομοθετεῖ διά τόν τρόπον διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας,ἐν τοῖς πράγμασιν ὅμως ἔχει προσλάβει τήν μορφήν τῆς συναλληλίας ἐφ’ ὅσον αἱ τοιαῦται νομοθετικαί παρεμβάσεις τῆς Πολιτείας συντελοῦνται, κατά κανόνα, ἰδίως κατά τά τελευταῖα χρόνια, τῇ συναινέσει τῆς Ἐκκλησίας.
Περί τοῦ θέματος τούτου πάντως τῆς ἀλλαγῆς τοῦ συστήματος τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας-Πολιτείας καί τῆς προωθήσεως τοῦ χωρισμοῦ μεταξύ των, ὡς ἐνθυμεῖσθε,ὑπῆρξε πρό πολλοῦ μιά σχετική ἐκστρατεία, διά δηλώσεων, δημοσιεύσεως ἄρθρων, καί συμμετοχῆς εἰς συζητήσεις ἀπό τηλεοράσεως, κυρίως ἐκ μέρους πολιτικῶν κύκλων, καί ἀντιεκκλησιαστικῶν στοιχείων, προερχομένων ἐνίοτε καί ἐκ τῶν ἔνδον, τά ὁποῖα ἐφρόντιζον νά διατηροῦν τοῦτο εἰς τήν ἐπικαιρότητα, καί νά δηλητηριάζουν τό φρόνημα τοῦ λαοῦ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὡς δῆθεν ἀντλούσης τήν «ἐξουσίαν» αὐτῆς ἐκ τῶν στενῶν σχέσεων τῶν Ἱεραρχῶν μετά τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἐνθαρρυνθέντων ἀπό τήν στιγμιαίαν, ἕνεκα τῶν σκανδάλων τοῦ παρελθόντος ἔτους, ἀποστασιοποίησιν σημαντικῆς μερίδος τοῦ λαοῦ.
Ἡ σχετική παραφιλολογία πρός στιγμήν ἠναγκάθη νά ἀποκλίνει ἐκ τοῦ στόχου της, ἀντιληφθεῖσα ὅτι λίαν συντόμως ἡ Ἐκκλησία ἀνέκαμψε. Νέον ὅμως ἔναυσμα εἰς τήν σχετικήν ἐκστρατείαν ἔδωκεν ἡ ἀναγγελία τοῦ κ. Πρωθυπουργοῦ περί τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος, ὁπότε καί ἤνοιξαν ἐκ νέου οἱ ἀσκοί τοῦ Αἰόλου ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Τώρα ὅμως ἡ Ἐκκλησία διά τῆς ΔΙΣ ἔλαβε τά μέτρα της καί ἡτοιμάσθη νά δώσει τήν μάχην της πρός διατήρησιν τοῦ ἰσχύοντος συστήματος τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας – Πολιτείας. Πρός τοῦτο ἐνεργοποιήθη ἡ ἤδη ἀπ’ ἀρχῆς συγκροτηθεῖσα Ἐπιτροπή εἰδημόνων εἰς τάς σχέσεις Ἐκκλησίας-Πολιτείας, ἡ ὁποία καί ἀνέλαβε τό ἐπίπονον ἔργον νά παρακολουθεῖ τάς ἐξελίξεις, νά προετοιμάζει κείμενα καί νά εἶναι ἑτοίμη νά προβάλει τάς ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ πρώτη βολή προῆλθεν ἀπό τήν «Ἑλληνικήν Ἐπιτροπήν γιά τά Δικαιώματα τοῦ Ἀνθρώπου καί τοῦ Πολίτη» ἡ ὁποία καί ὑπέβαλεν εἰς τήν Βουλήν διά τινων βουλευτῶν σχέδιον νόμου οὐσιαστικά γιά τόν χωρισμό Ἐκκλησίας-Πολιτείας. Τό σχέδιον τοῦτο συνωδεύετο καί ἀπό αἰτιολογικήν ἔκθεσιν ὅπου ἐπεξηγοῦντο οἱ λόγοι, ὧν ἕνεκα ἡ Ἐπιτροπή ἐπρότεινε τήν λήψιν τῶν συγκεκριμένων μέτρων μεταξύ τῶν ὁποίων συγκατελέγοντο ἡ καῦσις τῶν νεκρῶν, ὁ ὑποχρεωτικός πολιτικός γάμος, ἡ κατάργησις τοῦ ἀδικήματος τοῦ προσηλυτισμοῦ, ἡ κατάργησις τῆς γνώμης τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου διά τήν ἀνέγερσιν ναῶν καί εὐκτηρίων οἴκων τῶν ἑτεροδόξων, ἡ κατάργησις τοῦ ὅρκου, ἡ διακοπή τῆς μισθοδοσίας τοῦ κλήρου, κυρίως ὅμως καί κατ’ ἐξοχήν ἡ ὑποβάθμισις τοῦ ἱεροῦ θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ μετατροπή της εἰς ν.π.ι.δ., ἡ διαγραφή ἐκ τοῦ τίτλου τοῦ Ὑπουργείου Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων, τῆς τελευταίας λέξεως καί ἡ ἀνάθεσις τῆς ἐποπτείας ἐπί τῶν θρησκευτικῶν ν.π.ι.δ. εἰς τινα διεύθυνσιν κ.λπ. Ἡ ΔΙΣ ἀπηξίωσεν ἐξ ἀρχῆς τό κείμενον τοῦτο, ὡς ἀνάξιον νά τύχη σχολιασμοῦ, ἐπειδή σαφῶς καί ἀνενδοιάστως διεπνέετο ἀπό ἔντονον ἀντιθρησκευτικὀν πνεῦμα, καταλυτικόν της μακραίωνος παραδόσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, καί ἀναιρετικόν τῆς συστοιχίας Ἐκκλησίας καί Πολιτείας ἐν Ἑλλάδι. Οἱ συντάκται του ηθέλησαν να μεταφέρουν εἰς τά καθ’ἡμας τό γαλλικόν σύστημα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας-Πολιτείας, τό ἐμφορούμενον ἀπό τό γνωστόν ἀντιθεϊκόν καί ἀντικληρικαλιστικόν πνεῦμα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, καί τοῦ Διαφωτισμοῦ, πνεῦμα ἀλλότριον πρὀς τά καθ’ἡμᾶς καί παντελῶς ξένον πρός τάς παραδόσεις τοῦ λαοῦ μας. Ὡστόσον μέ εἰδικήν ἔκδοσιν τοῦ φυλλαδίου «Πρός τό Λαό» ἡ ΔΙΣ ἐνημέρωσε τόν θρησκευόμενον ἑλληνικόν λαόν περί τῶν ὅσων κατά ἀλήθειαν ὑπεκρύπτοντο ὄπισθεν τῆς προτάσεως τοῦ νόμου τούτου. Ἐν τῷ μεταξύ παρεμφερῆ σχέδια νόμου ὑπεβλήθησαν καί ἀπό τά κόμματα ΚΚΕ καί ΣΥΝ. Τά ὁποῖα καί ἔλαβον τήν ἄγουσαν πρός τήν Βουλήν.
Ἐν τῷ μεταξύ μέ δήλωσίν του τοῦ Μαΐου 2006 ὁ κ. Πρωθυπουργός κατέστησε σαφές ὅτι ἡ κυβέρνησις δέν συζητεῖ θέμα ἀλλαγῆς τοῦ συστήματος τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας-Πολιτείας, γεγονός τό ὁποῖον ἀνέκοψε πώς τήν ὁρμήν τῶν ἐπιτιθεμένων, οἱ ὁποῖοι ὡστόσον δέν παρητήθησαν τοῦ σχεδίου των. Τήν θέσιν τοῦ κ. Πρωθυπουργοῦ ἐπανέλαβον καί κορυφαῖα στελέχη τοῦ κόμματός του, ἐνῶ εἰς ἡμᾶς ἐδόθησαν ρηταί διαβεβαιώσεις ὅτι οὐδεμία διάταξις νόμου ἤ πρότασις ἀναθεωρήσεως διατάξεων τοῦ Συντάγματος σχέσιν ἐχουσῶν μέ τήν Ἐκκλησίαν ἐπρόκειτο νά προωθηθοῦν. Ἡ διαβεβαίωσις αὐτή μέ ὡδήγησε νά εὐχαριστήσω διά ζώσης τόν κ. Πρωθυπουργόν καί τούς στενούς αὐτοῦ συνεργάτας, ἐνῶ παραλλήλως μέ ὡδήγησεν εἰς τήν ἀπόφασιν νά συνεχίσωμεν νά εἴμεθα εἰς κατάστασιν ἐπιφυλακῆς μέχρις ὅτου κριθοῦν τά ζητήματα ὁριστικῶς. Εἰς τάς σχετικάς του ὅμως δηλώσεις ὁ κ. Πρωθυπουργός ἄφησεν ἀνοικτόν τό ζήτημα τῆς διά τῆς ἁπλῆς νομοθετικῆς ὁδοῦ τυχόν ἀντιμετωπίσεως ὡρισμένων ἐκκρεμούντων θεμάτων ἐπί κοινοῦ ἐνδιαφέροντος. Προσθείς ὅτι περί τούτων θά προηγηθεῖ συνεννόησις μετά τῆς Ἐκκλησίας.
Ὡς γνωρίζετε ἀσφαλῶς ἡ παροῦσα Βουλή πρόκειται νά ἀποφασίσει ποῖαι διατάξεις ἄρθρων τοῦ Συντάγματος πρόκειται νά ἀναθεωρηθοῦν. Ἡ μέλλουσα νά προέλθει ἐκ τῶν προσεχῶν ἐκλογῶν Βουλή θά ὀνομάζεται ἀναθεωρητική καί ἐκείνη εἶναι πού θά ἀποφασίσει περί τοῦ τελικοῦ περιεχομένου τῶν ἀναθεωρητέων διατάξεων. Κατά συνέπειαν ἐνέχει σημαντικήν σημασίαν ποῖα ἄρθρα καί ποῖαι παράγραφοι αὐτῶν θά θεωρηθοῦν ὡς τελοῦντα ὑπό ἀναθεώρησιν. Διά τοῦτο καί ἡ μάχη δέον νά δοθῇ κυρίως τώρα.
Προτάσεις περί τῆς ἀναθεωρήσεως ὑπέβαλε καί τό κόμμα τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολιτεύσεως, περί τῶν ὁποίων μέ ἐνημέρωσε τηλεφωνικῶς τήν ἰδίαν ἡμέραν τῆς καταθέσεως τοῦ σχετικοῦ κειμένου εἰς τήν Βουλήν ὁ Πρόεδρος αὐτοῦ κ. Γ. Παπανδρέου, ζητήσας νά συζητηθοῦν αἱ προτάσεις αὐταί ὑπό διμεροῦς Ἐπιτροπῆς καί εἴτα νά ἐπακολουθήσει συνάντησις ἡμῶν τῶν δύο πρός ἐπισφράγισιν τῆς τυχόν συμφωνίας. Ἀπεδέχθην τό προταθέν σχῆμα, καί ἀναμένω τήν ἐφαρμογήν τῶν ὑπεσχημένων, χωρίς μέχρι στιγμῆς νά ἔχει πραγματοποιηθῆ κάποια ἐπαφή. Προηγουμένως καί δή τήν 11-5-06 ὁ κ. Γ. Παπανδρέου εἶχε δηλώσει ἐνώπιον τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ κόμματός του διά τήν ἀναθεώρησιν ὅτι κεντρική θέσις τοῦ ΠΑΣΟΚ εἶναι «οἱ διακριτοί ρόλοι Κράτους καί Ἐκκλησίας στό πλαίσιο τοῦ ἀπολύτου σεβασμοῦ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί ἰσότητας ὅλων. Γιά τήν ἀντιμετώπιση ὅλων τῶν θεμάτων πού ἄλλωστε συζητήθηκαν καί τό 2001 καί συνεχίζουν νά συζητοῦνται διεξοδικά χρειάζεται ἕνας σοβαρός διάλογος μέ πραγματική ἀλληλοκατανόηση καί ἀλληλοσεβασμό. Καί αὐτό συνεπάγεται τή συνειδητοποίηση καί τήν ὑποχρέωση τῆς Ἐκκλησίας γιά ἀπόλυτο σεβασμό τῆς πολιτικῆς οὐδετερότητας. Ἔχω τήν πεποίθηση ὅτι ἤδη ἔχουν ὡριμάσει ζητήματα τά ὁποῖα μποροῦμε νά προτείνουμε ὡς ἀλλαγές στό Σύνταγμα. Ὅπως εἶναι ἡ ἀντικατάσταση τοῦ θρησκευτικοῦ ὅρκου μέ τή διαβεβαίωση καί τό θέμα τῆς ἀπαγόρευσης τοῦ προσηλυτισμοῦ, δηλ. προτείνουμε τήν κατάργηση τῆς ἀπαγόρευσης τοῦ προσηλυτισμοῦ. Ὑπάρχουν βεβαίως πολλά ἄλλα θέματα σχέσεων Κράτους-Ἐκκλησίας τά ὁποῖα ὅμως δέν εἶναι συνταγματικῆς φύσης. Γι’ αὐτά ἤδη προχωροῦμε σέ διάλογο στό πλαίσιο τοῦ ὁποίου θά ἔχουμε ἐπαφές καί μέ τήν ἑλλαδική Ἐκκλησία καί βεβαίως καί μέ τό Πατριαρχεῖο καί ἄλλους, γιά νά διαμορφώσουμε τήν τελική μας πρόταση». Παρά ταῦτα καί ἐνῶ ἡ διαδικασία τῆς πρώτης φάσεως τῆς ἀναθεωρήσεως δέν εἶχεν ἀκόμη ἀρχίσει, οἱ ἐπιζητοῦντες τήν διά τῆς ἁπλῆς νομοθετικῆς ὁδοῦ ἐπίλυσιν ὡρισμένων ζητημάτων θρησκευτικοῦ καί ἐκκλησιαστικοῦ ἐνδιαφέροντος, ἔσπευσαν καί διά διακομματικῶν προτάσεων πρός τήν Βουλήν ἔθεσαν μερικά ἐκ τῶν ζητημάτων τούτων ὡς λ.χ. τό τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, ἤ τό τῆς καταργήσεως τῆς εκφράσεως γνώμης παρά τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου προκειμένης τῆς χορηγήσεως ἀδείας δι’ ἀνέγερσιν ναῶν καί εὐκτηρίων οἴκων τῶν ἑτεροδόξων, τῆς καταργήσεως τῆς Ναοδομίας, τοῦ ἐπαναπροσδιορισμοῦ τῆς ἐννοίας τοῦ προσηλυτισμοῦ ὡς ποινικοῦ ἀδικήματος, κ.λπ. Διά πάντα ταῦτα ἡ κυβέρνησις προκειμένου νά προχωρήσει εἰς τήν ἀποδοχήν αὐτῶν ἤ τήν ἀπόρριψιν ἐζήτησε τήν γνώμην μας. Ἡ ΔΙΣ ἀπεδέχθη μέν τήν προώθησιν τῆς περί καύσεως προβλέψεως μόνον διά τούς ἑτεροδόξους καί ἑτεροθρήσκους, καθώς καί την διάταξιν περί καταργήσεως τῆς γνωμοδοτικῆς ἁρμοδιότητος τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ εἰς τήν ἀνέγερσιν ναῶν καί εὐκτηρίων οἴκων τῶν ἑτεροδόξων και αλλοθρήσκων, ἡ ὁποία εἶχεν ἤδη καταστῆ παντελῶς τυπική καί πολλάκις προσχηματική. Διά τά λοιπά διετυπώσαμεν τήν πλήρη ἀντίθεσιν ἡμῶν καί μεθ’ ἱκανοποιήσεως εἴδομεν ὅτι ἡ κυβέρνησις ἀπέρριψε τάς σχετικάς προτάσεις. Ἐπ’ ἐσχάτων ἀναλόγους πρός τάς ἀπορριφθείσας προτάσεις ἐπανέλαβε καἰ ἡ Ἐθνικη Ἐπιτροπή Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, ἐπιδιώκουσα τήν νομοθετικήν αὐτῶν κατοχύρωσιν. Εὐσεβεῖς πόθοι; Συντεταγμένον σχέδιον ἐφαρμογῆς τῆς μεθόδου τοῦ σαλαμιοῦ;
Ἴδωμεν…
Εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ εἰς τήν καῦσιν τῶν νεκρῶν, ἡ τελική διατύπωσις δέν ἐξαιρεῖ τούς Ὀρθοδόξους, διότι προβλέπει τήν δυνατότητα νά ζητοῦν τή καῦσιν τῶν νεκρῶν σωμάτων των, «ἡμεδαποί καί ἀλλοδαποί τῶν ὁποίων οἱ θρησκευτικές πεποιθήσεις ἐπέτρεπαν τή μετά θάνατον ἀποτέφρωση» (ἄρθρο 35 ν. 3448/06). Ὡς ἀντιλαμβάνεσθε,μετά την διάταξιν ταύτην και ἐφ’ ὅσον ὑπάρξουν περιπτώσεις ὀρθοδόξων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι θά θελήσουν μετά θάνατον νά καοῦν, ἡ Ἐκκλησία θά πρέπει νά ἀσχοληθῆ εἰς μίαν τῶν συνελεύσεων τῆς ΙΣΙ μέ τήν διατύπωσιν τῆς γνώμης αὐτῆς ὡς πρός τήν καῦσιν, ἐπί τῇ βάσει τῆς δογματικῆς αὐτῆς διδασκαλίας, τῆς παραδόσεως καί τῶν ἄλλων σχετικῶν μέ τό θέμα στοιχείων, καί νά καθορίσει τήν ποιμαντικήν ἀντιμετώπισιν τῶν ἐκ τῶν πιστῶν της μελλόντων νά παρακούσουν εἰς τήν τοποθέτησιν ταύτην, δεδομένου ὅτι μέχρι στιγμῆς τό θέμα ἐξητάσθη εἰς μίαν Ἡμερίδα πού συνῆλθεν τήν 3-3-99. Μέ τό ἴδιον θέμα ἠσχολήθη καί ἡ ΔΙΣ κατά τήν συνεδρίαν της τῆς 8-3-02, ἐξαπολύσασα καί τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2734/27-3-02 Ἐγκύκλιόν της ζητοῦσα ἀπό τούς Σεβ. Ἱεράρχας νά ἐπιστρατεύσουν πάντα δυνάμενον νά βοηθήσει εἰς τήν διαφώτισιν τοῦ ποιμνίου περί τῆς ταφῆς, ὡς τοῦ μόνου παραδοσιακοῦ τρόπου ἀποσυνθέσεως τῶν νεκρῶν σωμάτων.
3. Τό θέμα τῆς ἀνεγέρσεως τεμένους εἰς Ἀθήνας ἀντιμετωπίσθη ὑπό τῆς ΔΙΣ μετά τῆς δεούσης προσοχῆς ἐξ ἀρχῆς. Ἡμεῖς ἀπ’ ἀρχῆς ἐδηλώσαμεν ὅτι δέν ἀντιτιθέμεθα εἰς τήν ἀνέγερσιν μουσουλμανικοῦ τεμένους πρός ἄσκησιν τῶν τῆς λατρείας τῶν ἐν Ἑλλάδι μουσουλμάνων, διατυπώσαντες ἀντίρρησιν ὡς πρός τήν παράλληλον λειτουργίαν Κέντρου ἱσλαμικῶν σπουδῶν. Εἰς ἐπίρρωσιν δέ τῶν ἀπόψεων ἡμῶν τούτων διεθέσαμεν ἔκτασιν 30 στρεμμάτων εἰς τό «Σχιστό» πρός δημιουργίαν ἐκεῖ χώρου ταφῆς τῶν μουσουλμάνων. Τελευταίως ἡ κυβέρνησις προσηνατολίσθη εἰς τήν μεταφοράν τοῦ τόπου ἀνεγέρσεως τοῦ τεμένους ἀπό τήν Παιανίαν εἰς ἄλλον χῶρον, ἕνεκα ἀσφαλῶς τῆς μεγάλης ἀποστάσεως τῆς περιοχῆς ἀπό τό κέντρον, ἀλλά καί τῶν ἀντιδράσεων τῶν τοπικῶν ἀρχῶν. Ἐπροτάθη ὡς νέος χῶρος ἡ περιοχή Μοναστηρακίου εἰς τό κέντρον τῶν Ἀθηνῶν, πρότασιν εἰς τήν ὁποίαν ἀντιταχθήκαμε, προτείνοντες, ὅταν ἐρωτήθημεν, τήν περιοχήν τοῦ Ἐλαιῶνος. Τοῦτο καί τελικῶς ἀποφάσισε ἡ κυβέρνησις.
Ὡστόσον κρίνομεν ἀναγκαῖον νά ὑπογραμμίσωμεν ὅτι ναί μέν ὡς Ἐκκλησία ἔχομεν ὑποχρέωσιν νά τηροῦμεν τούς νόμους καί τό Σύνταγμα καί νά μαχόμεθα, ὅπως ἄλλωστε μαχόμεθα, ὑπέρ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας πάντων τῶν εἰς τήν Ἐπικράτειαν πολιτῶν ἀνεξαρτήτως τῆς γνωστῆς θρησκείας ἥν πρεσβεύουν, ὅμως τοῦτο δέν μᾶς ἀπαλλάσει τοῦ χρέους νά ἀναλογισθῶμεν καί τούς κινδύνους, οἵτινες ἐκπορεύονται ἀπό τήν ἰσλαμικήν μισαλλοδοξίαν, τήν φονταμενταλιστικήν θεοκρατικήν ἀντίληψιν τῶν ἀκραίων ἰσλαμικῶν στοιχείων περί δημοκρατίας καί ἐλευθερίας, τό ἀκατάλλακτον μῖσος ὅπερ τρέφουν ὁρισμένοι ἰσλαμιστές ἐναντίον τῶν χριστιανῶν τῆς Δύσεως, καί τόν ὅρκον ὅν ἔδωκαν καί δίδουν ὅτι θά ἐργασθοῦν διά τήν ἐξαφάνισιν τῶν χριστιανικῶν κοινωνιῶν ἐκ τοῦ παγκοσμίου χάρτου. Ἐάν βεβαιωθῶμεν ὅτι τοιαῦται εἶναι αἱ προθέσεις τῶν φανατικῶν ἰσλαμιστῶν καί ἐν Ἑλλάδι, ὑποχρεούμεθα νά λάβωμεν τά μέτρα μας διά τήν προστασίαν τοῦ λαοῦ μας ἔναντι τῆς ἀπειλῆς ταύτης.
4. Ἡ ψήφισις μετ’ ἐμποδίων ἀπό τήν Βουλήν τοῦ νέου νόμου περί τῆς Ἐκκλ. Ἐκπαιδεύσεως, ὑπῆρξεν ἆθλος ὁ ὁποῖος κατέδειξεν ἀνάρμοστες συμπεριφορές εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας, ἀμετροέπειες ἐκ μέρους ἐκείνων πού θά ἔπρεπε, ἄν μή τι ἄλλο, νά σέβωνται τούς Ποιμένας των, καί ἀντιεκκλησιαστικόν μένος ἐκ μέρους πολιτικῶν τινῶν δυνάμεων. Δοθείσης εὐκαιρίας ἐξήνεγκον ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν καινά καί παλαιά, σαθρά καί ἕωλα, καί σαπρά, ἀπαξιωτικά διά τήν Ἐκκλησίαν καί πάνυ ἐκδικητικά. Καί εἶναι ὁπωσδήποτε ἀπορίας ἄξιον πῶς ἄνδρες τυχόντες ἐκκλησιαστικῆς παιδείας καί ἐναβρυνόμενοι διά τό ἐκκλησιαστικόν ἦθος τῶν ἐπέτρεψαν εἰς τούς ἑαυτούς των νά κατέλθουν εἰς τόσον χαμηλόν ἐπίπεδον καί νά ἁμιλλῶνται ποῖος θά ἐκτοξεύσει κατά τοῦ Αρχιεπισκόπου τήν τρανωτέραν ὕβριν καί ποῖος θά ὑπερκεράσει τόν ἄλλον εἰς ἀμετροέπειαν καί καταγέλαστον ἀδολεσχίαν. Ὑπεμείναμεν τάς προκλήσεις ταῦτας ἄνευ οἱασδήτινος ἀντιδράσεως χάριν τοῦ τελικοῦ σκοποῦ εἰς ὅν ἀπέβλεπε τό νομοσχέδιον, τό ὁποῖον καί ἐψηφίσθη μέν ἀλλά τροποποιημένον εἰς μερικά σημεῖα κατά τάς ἀπαιτήσεις τῶν ἀντιδρώντων , διά τά οποῖα διετυπώσαμεν ἁρμοδίως τάς ἐνστάσεις μας. Καί ἤδη ὁ νόμος κεῖται. Ὁ νέος αὐτός νόμος ρυθμίζει ὅλας τάς βαθμίδας τῆς Ἐκκλ. Ἐκπαιδεύσεως, εἰσάγων εἰς τήν Β/θμιον ἐκπαίδευσιν τούς νέους θεσμούς τῶν Ἐκκλ. Γυμνασίων β’ εὐκαιρίας, καί τά ΙΕΚ τά ὁποῖα ἀντικαθιστοῦν τήν μέχρι τώρα τετάρτην τάξιν τῶν ἐνιαίων Ἐκκλ. Λυκείων. Καθ’ ὅσον δ’ ἀφορᾶ εἰς τήν ἀνωτάτην Ἐκπαίδευσιν διά πρώτην φοράν αἱ μέχρι τώρα 4 Ἀνώτερες Ἐκκλ. Σχολές μετατρέπονται εἰς Ἀνώτατες 4ετοῦς φοιτήσεως μετονομαζόμεναι εἰς Ἐκκλ. Ἀκαδημίας, μέ δομάς πανεπιστημιακάς. Περί τῶν νέων τούτων ρυθμίσεων ἐξαπελύθη ἤδη πρός ὑμᾶς τό πρῶτον ὑπ’ αριθμ. 2837/ 1836/ 11.4 06 Ἐγκύκλιον Σημείωμα, ἀναφερόμενον εἰς τά Ἐκκλ. Γυμνάσια καί Λύκεια καί τούς νεόυς θεσμούς της Β/ θμιου Ἐκπαιδεύσεως καθώς καί τό δεύτερον ὑπ’ ἀριθμ. 3516/1833/ 31-7-06 καί ἕπονται καί ἕτερα διά τῶν ὁποίων θά ἐνημερωθῆτε πλήρως περί τῶν Ἐκκλ. Ἀκαδημιῶν ἀφ’ ἑνός καί τῆς Ἐκκλ. Σχολῆς Διακονίας ἀφ’ἑτέρου,ἤτοι ἐπιμορφώσεως διά βίου τῶν στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ νέος νόμος ἔχει καί ὡρισμένες ἀτέλειες, οἱ ὁποῖες καίτοι ἐπεσημάνθησαν ἐγκαίρως ὑφ’ ἡμῶν εἰς τήν Καν Ὑπουργόν δέν διωρθώθησαν πρό της ψηφίσεώς του, με ἀποτέλεσμα νά χρειάζονται τώρα διορθωτικαί ἐπεμβάσεις. Βασικότερον πρόβλημα εἶναι ἡ πρόβλεψις τοῦ νόμου ὅτι τίς δαπάνες τῶν Οἰκοτροφείων τῶν Ἐκκλ. Γυμνασίων καί τῶν Λυκείων ἀναλαμβάνει ἡ Ἐκκλησία. Ἤδη, ὡς ἐλέχθη, καί ὡς γνωρίζετε ὅσοι ἐξ ὑμῶν ἔχετε λειτουργοῦντα εἰς τήν περιοχήν σας Ἐκκλ. Σχολεῖα αὐτῆς τῆς κατηγορίας, ἔγιναν σύντονοι προσπάθειαι πρός ἀντιμετώπισιν τοῦ προβλήματος τούτου. Καί τό πρόβλημα μέν τελικῶς ἐλύθη. Ὅμως εἶναι ἁλυσιτελής ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον ὡρισμένοι ἐν Χρίστῷ Ἀδελφοί ἀντιμετωπίζουν τά τῶν Ἐκκλ. Σχολείων πού λειτουργοῦν εἰς τήν περιοχήν των. Ὡς παράδειγμα φέρω τήν ἐκ μέρους ἑνίων, εὐτυχῶς ἐλαχίστων, Ἱ. Μητροπόλεων, παράλειψιν πάσης ἀπαντήσεως εἰς ζητηθέντα οἰκονομικά στοιχεῖα τῆς λειτουργίας τῶν Οἰκοτροφείων, ὥστε νά προσδιορισθῆ τό ὕψος τῆς ἐτησίας δαπάνης πού ἀπαιτεῖται καί τοῦτο νά ζητηθῆ ἐπισήμως νά καταβληθῆ εἰς τήν Ἐκκλησίαν παρά τοῦ Ὑπουργείου.Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι οἱ ἡμέτεροι ἁρμόδιοι, μή ἔχοντες ἐπίσημα στοιχεῖα δι’ὅλα τά Οἰκοτροφεῖα περιωρίσθησαν, ὡς πρός αὐτά, εἰς τήν καθ’ὑπολογισμόν διαμόρφωσιν τοῦ ὕψους τῆς ἀπαιτουμένης ἐτήσιας δαπάνης, ἐνῷ δι’ ἄλλας περιπτώσεις ἠναγκάσθησαν νά διορθώσουν τά ληφθέντα ἀναξιόπιστα στοιχεῖα κυμαινόμενα ὡς πρός τό ἡμερήσιον σιτηρέσιον ἀπό 1,5 μέχρις 150 Εὐρώ δι’ ἕνα ἕκαστον μαθητήν .
5. Ἡ ὑπόθεσις τοῦ σκήνους τοῦ π. Βησσαρίωνος τῆς Ἱ. Μονῆς Ἀγάθωνος Ὑπάτης ἐδημιούργησε μέγαν θόρυβον εἰς τόν λαόν μας ἐξ αἰτίας τηλεοπτικῶν τινῶν δικτύων τά ὁποῖα ἐπρόβαλον τήν περίπτωσίν του καθ’ ὑπερβολήν ὥστε νά παρακινηθῆ ὁ λαός νά συρρέει εἰς τήν Ἱ. Μονήν διά νά τιμήσει τόν ἱερομόναχον. Παρά δέ τό γεγονός ὅτι ὁ οἰκεῖος Ἱεράρχης Σεβ. Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος διεχειρίσθη μετά περισσῆς προσοχῆς καί διακριτικότητος τήν ὅλην ὑπόθεσιν, ἐν τούτοις δέν ἤργησαν τά ΜΜΕ νά στραφοῦν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὡς δῆθεν προκαλούσης τό προσκύνημα πρός χρηματισμόν. Ἐνδεικτικῶς μνημονεύω τήν δήλωσιν τοῦ κ. Ἀλ. Ἀλαβάνου Προέδρου τοῦ ΣΥΝ ὅστις ἐξ ἀφορμῆς τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς εἶπεν ὅτι ἡ χώρα ζῆ «μιά περίοδο πολιτιστικοῦ σκοταδισμοῦ» (Δήλωσις τῆς 30-3-06). Ἐκ τοῦ λόγου τούτου ἠναγκάσθη ἡ ΔΙΣ νά λάβει σαφή θέσιν ἐπί τοῦ προκειμένου, καταστρωθεῖσαν εἰς ἐκτενές ἀνακοινωθέν ἔνθα περιεγράφοντο αἱ συνθῆκαι ὑφ ἅς ἀναγνωρίζονται οἱ ἅγιοι ἐν τῇ καθ’ ἡμᾶς Ὀρθοδόξω Ἐκκλησίᾳ καί συνιστᾶτο εἰς τόν εὐσεβῆ λαόν μεγίστη προσοχή εἰς τήν ἐξαγωγήν προώρων συμπερασμάτων, τοῦ Θεοῦ ὄντος μόνου ἁρμοδίου νά ἀποκαλύψει εἰς ἡμᾶς τήν θέλησιν καί τήν εὐαρέστησίν του πρός τόν ἁπλοϊκόν π. Βησσαρίωνα. Τό ἀνακοινωθέν τοῦτο τελικῶς ἔθεσε τελείαν καί παύλαν εἰς τήν ἀνεξέλεγκτον φιλολογίαν καί τάς ἀτέρμονας συζητήσεις εἰς τάς τηλεοράσεις.
6. Τό κινηματογραφικόν ἔργον Κώδικας Ντά Βίντσι ἐπροκάλεσε διεθνῶς μέγαν θόρυβον, ὅπως καί εἰς τήν Ἑλλάδα. Ἡ ΔΙΣ, παρά τάς πιέσεις πού ἐδέχθη ἀπό ἀκραῖα στοιχεῖα, υἱοθέτησε τήν λύσιν τῆς ἠπίας ἀντιδράσεως μέ κείμενόν της εἰς τό φυλλάδιον «Πρός τόν Λαό» τό ὁποῖον διεκρίνετο διά τήν σαφήνειαν καί τόν σεβασμόν του πρός τούς ἀναγνῶστας του. Ἡ ΔΙΣ δεν ἐζήτησεν ἀπό τούς πιστούς της νά κατέλθουν εἰς διαδηλώσεις, οὔτε τούς ὥθησεν εἰς ἀκραίας ἐνεργείας. Ἀφοῦ ἐξήγησε περί τινος πρόκειται, ὅτι δηλ. πρόκειται διά μυθιστόρημα χωρίς ἱστορικήν βάσιν, ἐξ ἐκείνων μάλιστα τά ὁποῖα κατ’ἐπανάληψιν εἶδον τό φῶς τῆς δημοσιότητος καθ’ ὅλην τήν ἱστορικήν διαδρομήν τῆς Ἐκκλησίας, ἀφῆκεν ἐλεύθερον τόν λαόν νά πράξει κατά τήν κρίσιν του, ἀφοῦ προηγουμένως, καθ’ ὅ εἶχε δικαίωμα καί χρέος, τόν ἐνημέρωσε. Ἡ τοιαύτη τοποθέτησις τῆς ΔΙΣ ὑπῆρξεν ἐπιτυχής καί ἀνέκοψε τό μένος τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας.
7. Τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας εἰς τε τόν ἱεραποστολικόν καί τόν κοινωνικόν τομέα ὑπῆρξε καί ἐφέτος ἐντυπωσιακόν. Ἡ ΔΙΣ ἐφρόντισε νά τό ἀναδείξει μέ δημοσιεύματα, δελτία τύπου καθώς καί μέ ἐκθέσεις πού διωργάνωσε, μέ CD πού παρήγγειλε, καί μέ εἰδικάς ἐκδόσεις ὥστε νά καταστῆ γνωστόν εἰς τό εὐρύτερον κοινόν. Δυστυχῶς εἰς τόν τομέα αὐτόν ὑστεροῦμεν ἀκόμη διότι παρ’ ὅλας τάς προσπαθείας μας πολλοί ἄνθρωποι δηλώνουν ὅτι δέν γνωρίζουν τό κοινωνικόν καί φιλανθρωπικόν ἔργον τῆς Ἐκκλησίας, πρό τοῦ ὁποίου, ὅταν τό πληροφοροῦνται, μένουν ἐννεοί. Κατά τό προηγούμενον ἔτος ἡ Ἐκκλησία ἐδαπάνησε διά τά ἱδρύματά της τό ἐντυπωσιακόν ποσόν τῶν 62 εκατομμυρίων Εὐρώ ἤτοι 22 δισεκατομμυρίων δρχ. γεγονός πρωτοφανές, πού ἀποδεικνύει τήν ἔκτασιν τοῦ κοινωνικοῦ της ἔργου πού ἀγκαλιάζει ὅλες τίς ἐμπερίστατες ἡλικίες μέ ἀγάπην καί στοργήν. Καί ἐδῶ ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ ἡ παρατήρησις ότι τά στοιχεῖα αὐτά θά ἦσαν ηὐξημένα κατά τι ἐάν περί τάς 15 Ἱ. Μητροπόλεις δέν ἐκώφευον εἰς τήν παράκλησιν τῆς Ἱ. Συνόδου νά τῆς γνωρίσουν τό ὕψος τῆς δαπάνης πού ἀπητήθη διά τήν λειτουργίαν τῶν κοινωνικῶν καί φιλανθρωπικῶν των ἔργων κατά το παρελθόν ἔτος. Ἡ μή ἀποστολή τῶν αἰτουμένων ἑκάστοτε στοιχείων ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά ἐμφανίζεται μειωμένη ἡ προσφορά τῆς Ἐκκλησίας μας πρός τόν λαόν μας. Καί τοῦτο εἶναι λογικόν νά ἀδικεῖ τήν Ἐκκλησίαν. Ἰδίως ὅταν γενικῶς εἶναι γνωστόν ὅτι πρότυπα κοινωνικά ἔργα ἔχουν τεθῆ εἰς λειτουργίαν ἐπισπῶντα τόν ἔπαινον τῶν ἀνθρώπων καλῆς πίστεως πρός δόξαν Θεοῦ.
Συναφές εἶναι καί τό ἔργον τῆς συμμετοχῆς τῆς Ἐκκλησίας μας εἰς τό Γ ΚΠΣ. Εἰς τόν τομέα αὐτόν, ὡς γνωρίζετε, μποροῦν νά ἐντάσσονται ἐπιλέξιμα ἔργα ὑποδομῆς διά δράσεις κοινωφελεῖς, εἰς τάς ὁποίας ἡ Ἐκκλησία πρωτοστατεῖ. Ἐγκαίρως ἡ Ἱ. Σύνοδος ἐζήτησε παρά τῶν Ἱ. Μητροπόλεων προτάσεις τοιούτων ἔργων. Ἔλαβε τάς ἀπαντήσεις.Τάς συνεζήτησε μετά τῶν ἁρμοδίων. Ἐκ τοῦ καταλόγου διεγράφησαν ὑπ’αὐτῶν τά μή ἐπιλέξιμα ἔργα καί ἐνημερώθησαν αἱ Μητροπόλεις. Διά τά ὑπόλοιπα ἐζητήθησαν πλήρεις μελέτες παρά τῶν οἰκείων ἐκκλ. φορέων. Κατά τήν προσωπικήν μου συνάντησιν μετά τοῦ Ὑπουργοῦ Οἰκονομίας κ. Γ. Ἀλογοσκούφη τήν 16-2-06 συνεφωνήθη νά προωθηθοῦν περί τά 30 ὥριμα ἔργα διά τά ὁποῖα θά ὑπῆρχον ἕτοιμες μελέτες. Οἱ ἡμέτεροι ἁρμόδιοι ἤλεγξαν ἕν πρός ἕν τά ὑπάρχοντα στοιχεῖα ἐζήτησαν τήν συνδρομήν τῶν ἐνδιαφερομένων ἐκκλ. φορέων καί κατέληξαν εἰς τό νά προτείνουν 14 ἀρχικῶς καί εἶτα περί τά 20 συγκεκριμένα ἔργα τῆς Ἱ. Συνόδου, τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς καί τῶν Ἱ. Μητροπόλεων. Ἤδη τά πρῶτα 14 ἔργα ἐνετάχθησαν εἰς τό πρόγραμμα, ἐνῷ κατ’αὐτάς θά προταθοῦν καί θά ἐγκριθοῦν καί ἕτερα 20 ἔργα. Οἱ ὑπηρεσίες μας ἐργάζονται πυρετωδῶς νά προλάβουν τόν χρόνον καί νά ἑτοιμάσουν ὅπου δεῖ μελέτες. Τό Γ ΚΠΣ ἐξαντλεῖται περί τό τέλος τρέχοντος ἔτους. Ὅ,τι θά εἶναι ἕτοιμον μέχρι τότε, δηλ. ὅποιον ἔργον ἔχει πλήρεις μελέτες, θά ὑποβληθῆ πρός τό Ὑπουργεῖον Οἰκονομίας διά χρηματοδότησιν καί ἐκεῖθεν πρός τάς Περιφερείας πρός τάς ὁποίας ἔχουν δοθῆ αἱ δέουσαι ὁδηγίαι παρά τοῦ Ὑπουργείου. Ἤδη ἑτοιμάζονται αἱ προτάσεις συμμετοχῆς εἰς τό Δ ΚΠΣ. Εἰς τοῦτο θά συμμετάσχει καί ἡ Ἐκκλησία. Ἡ ΔΙΣ ἔχει συστήσει Ἐπιτροπήν ἡ ὁποία μελετᾶ τίς δυνατότητες πού μᾶς προσφέρει τό νέο πακέττο καί θά ἐνημερώσει τίς Ἱ. Μητροπόλεις. Παραλλήλως καί αἱ Περιφέρειαι ἑτοιμάζονται. Πρός αὐτάς δύνανται αἱ Ἱ. Μητροπόλεις νά ἀπευθυνθοῦν, ἀνεξαρτήτως τῶν δυνατοτήτων προβολῆς ἔργων των ἀπό την ΔΙΣ, διά τάς ἐπιθυμητάς χρηματοδοτήσεις. Πάντως ὅλοι ἄς γνωρίζουν ὅτι μόνον αἱ ἕτοιμοι μελέτες τῶν ἔργων προωθοῦνται καί ὄχι ἁπλῶς προτάσεις ἤ ἀποσπασματικά σχέδια ἔργα.
8- Βεβαίως τό κατ’ ἐξοχήν πρώτιστον ἔργον τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ σωτηρία ψυχῶν, ἡ ἀνάπτυξις τοῦ πνευματικοῦ καί ἱεραποστολικοῦ της ἔργου,ἔστω καί ἄν αἱ διαστάσεις του δέν φαίνεται νά ἀπασχολοῦν τό πολύ δημόσιον. Ἐν τούτοις εἶναι ἐντυπωσιακόν τό ἔργον τοῦτο τό ὁποῖον μέ ἐπίκεντρον τήν ἐνορίαν διεξάγεται μέ ἔντασιν οὐ τήν τυχοῦσαν. Ἡ ΔΙΣ ἐν τῇ μερίμνῃ της διά τήν διευκόλυνσιν τοῦ ἔργου τούτου, ἔχει προετοιμάσει τον Κώδικα Ἐνοριακῆς Ποιμαντικῆς Δράσεως, τόν ὁποῖον ἐπεξεργάζεται εἰς τελικόν στάδιον, προκειμένου νά τόν θέσει ὑπ’ ὄψιν τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας. Καί τοῦτο διότι εἶναι πρόδηλος ἡ ἀνάγκη ἐνισχύσεως και προσδόσεως νέας πνοῆς εἰς τήν ἐνορίαν. Ἐκει εἰς τό κύτταρον τοῦτο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἀναπτύσσεται ἡ πνευματική καί ἡ ἄλλη δραστηριότης τῆς Ἐκκλησίας καί ἐκεῖ ἀναφαίνονται τά ἀποτελέσματα τῆς δράσεως ταύτης. Εἰς τάς μεγάλας βέβαια πόλεις ὅπου ὑπηρετοῦν δραστήριοι ἱερεῖς ἐκεῖ οἱ καρποί εἶναι ἐμφανεῖς. Ἀλλοῦ ὅμως τά πράγματα γίνονται προβληματικά. Ἐκεῖ οἱ ἱερεῖς θά πρέπει νά δραστηριοποιηθοῦν διά νά προσελκύσουν τούς πιστούς εἰς τήν Ἐκκλησίαν. Νά ἀναλάβουν ποιμαντικήν κατ’ ἄτομον, ἐξερχόμενοι τῶν ναῶν καί μεταβαίνοντες εἰς τάς οἰκίας καί συνομιλοῦντες μετά τῶν ἐνοριτῶν των. Παρῆλθεν ἡ ἐποχή πού ὁ ἐφημέριος ἀνέμενε τούς ἐνορίτας εἰς τό Γραφεῖον τοῦ ναοῦ του. Τώρα πρέπει να ἐξέλθη ὁ ἴδιος εἰς τάς ὁδούς καί τάς ρύμας διά νά ἀναζητήσει τό πλανώμενον πρόβατον. Ὑπάρχουν ναοί ὅπου οὔτε ἕνα παιδί δέν ὑπάρχει διά να διακονήσει εἰς τό Ἅγ. Βῆμα. Ὑπάρχουν ἄλλοι ναοί ὅπου οἱ ψάλτες εἶναι ὑπέργηροι καί οὐδεμίαν ἔχουν λάβει μέριμναν διά τήν διαδοχήν των. Λειτουργοῦν δεκάδες Σχολές Βυζ.Μουσικῆς. εἰς τάς ὁποίας φοιτοῦν ἑκατοντάδες νέων πού ἀποφοιτοῦν κατά δεκάδας, ἀλλ’ ὑπάρχει σπάνις ἱεροψαλτῶν.Ὅλα αὐτά εἶναι προβλήματα πού ζητοῦν λύσιν. Καί ὑπάρχουν καί ἄλλα. Πρέπει να τα συζητήσωμεν μέ ἄνεσιν διά νά ἀνευρῶμεν τάς ἐπιθυμητάς καί ἐφικτάς λύσεις.Τοιαῦτα προβλήματα εἶναι ἡ ἀπροθυμία νεανίδων νά ὑπανδρευθοῦν ὑποψηφίους κληρικούς, τά αὐξανόμενα διαζύγια εἰς τἰς ἱερατικές οἰκογένειες, κάποια κρίσις εἰς τάς ἱερατικάς κλίσεις. Εἰς εἰδικήν ἡμερίδα ἐξητάσθησαν τά θέματα αὐτά καί συνήχθησαν συμπεράσματα τά ὁποῖα θά ὑποβληθοῦν πρός ἐπεξεργασίαν εἰς τήν Ἱ. Σύνοδον.
9. Κατά τό διαρρεῦσαν ἔτος συνεκλήθησαν ἐν Ἀθήναις καί εἰς ἄλλας πόλεις ἐπιμορφωτικά Σεμινάρια, Ἡμερίδες, Συνέδρια καί Συνάξεις ὑπευθύνων, καί συνεζητήθησαν φλέγοντα καί ἐπίκαιρα θέματα, μέ τήν εὐθύνην τῶν ἁρμοδίων Σ.Ε. καί Ε.Σ.Ε. ὡς λ.χ. τῶν Σ.Ε. ἐπί τῶν αἱρέσεων, Ἐκκλ. Ἐκπαιδεύσεως, Διορθοδόξων, Κοινων.Πρόνοιας, Τύπου, Θ.Λατρείας καί τῶν Ε.Σ.Ε. ἐπί τῶν Γυναικείων Θεμάτων, Πολιτικῆς Οἰκονομίας καί Οἰκολογίας, Πολιτιστικῆς Ταυτότητος, Εὐρωπαϊκῶν Θεμάτων, κλπ. Ἐπίσης ἡ ΔΙΣ ἀπησχολήθη μέ μιάν σειράν θεμάτων πρός ἐνίσχυσιν τῆς περιφερείας εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ποιμαντικῆς τῆς εὐθύνης. Βεβαίως θά πρέπει νά ὁμολογήσωμεν ὅτι ὡς Ἐκκλησία δέν καλύπτομεν εἰσέτι πάσας τάς πτυχάς τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων τῆς ἐποχῆς μας. Δέν ἔχομεν νά ἐπιδείξωμεν σημαντικόν ἔργον εἰς τούς τομεῖς τοῦ ἀγῶνος κατά τοῦ ἀλκοολισμοῦ, κατά τοῦ καπνίσματος, κατά τῶν ναρκωτικῶν, ἐνῶ ὑστεροῦμεν, καίτοι δέν εἴμεθα παντελῶς ἀπόντες ἀπό τόν προβληματισμόν διά τά ΑΜΕΑ, τούς ὁμοφυλόφιλους, τάς διαφυλικάς σχέσεις, κλπ. Δανείζομαι ἐδῶ τίς σκέψεις νέου συνεπισκόπου μας πού διαπιστώνει αὐτοκριτικά. «Στήν ἀνεργία πού μαστίζει τήν ἐποχή μας, στά ναρκωτικά καί στά τροχαῖα πού θερίζουν τόν ἀνθό τῆς νιότης, στο ΑΙDS πού μαστιγώνει τήν σεξουαλική ἀνασφάλεια, στόν φόβο μπροστά στό γάμο, στή σιωπηλή κραυγή τῆς αὐξανόμενης ἀτεκνίας καί σέ παρόμοια θέματα, ὁ λόγος μας μοιάζει παιδαριώδης καί ἀνεπαρκής. Ἡ ἠθική μέ στενή ἔννοια μᾶς ξεπέρασε καί μεῖς παριστάνουμε ὅτι δέν τό γνωρίζουμε ἡ ἐπιβάλλουμε ἀνεδαφικά ἐπιτίμια. Ἡ σύνολη ἐπιστημονική ἐρευνητική κοινότητα γιά νά ἀποφύγει τίς ἀτεκμηρίωτες κραυγές μας, σιωπᾶ καί προχωρεῖ σέ μιά συνωμοτική συνεργασία μέ τήν τρέχουσα πραγματικότητα πού στο τέλος ἀποδέχεται κάθε ἔρευνα καί ἐπίτευγμα…» (Μητροπολίτου Ἀλεξανδρουπόλεως Ἀνθίμου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἱστορίας καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Αὔριο σ. 11). Εἰς τόν τομέα τῆς νεολαίας ὀφείλομεν ἐπείγουσαν ἀναδιοργάνωσιν τοῦ τρόπου ἐργασίας μας, ἄλλως θά χάσωμεν τά νέα παιδιά, ἐνῷ φοβοῦμαι ὅτι δέν εἶναι μακράν ἡ ἡμέρα καθ’ ἥν δέν θά μᾶς ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος εἰς τά σχολεῖα. Διό καί ἐπαναλαμβάνω τήν ἔκκλησίν μου περί ἱδρύσεως καί λειτουργίας εἰς ὅλας τάς Ἱ. Μητροπόλεις Παιδικῶν Σταθμῶν καθώς καί Νηπιαγωγείων καί Δημοτικῶν σχολείων, ὅπου τοῦτο εἶναι δυνατόν, ἐπειδή διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ θά ἔχομεν εἰς τήν διάθεσίν μας ἀρκετά μικρά παιδιά, καί τοῦτο χωρίς νά ἀποψιλώσωμεν τά Κατηχητικά μας σχολεῖα. Ἤδη οἱ ἁρμόδιοι συνεργάται μας, κατόπιν ἐντολῆς τῆς ΔΙΣ, μελετοῦν ἀκόμη καί ἠλεκτρονικούς τρόπους κατηχήσεως, καθώς καί συγγραφήν νέων ἐπαγωγικῶν βιβλίων θρησκευτικῶν διά τά σχολεῖα. Τό ἐγχείρημα δέν εἶναι εὔκολον, ἀλλά ἐπιβάλλεται ἐκ τῶν περιστάσεων, διά νά διασώσωμε τήν διάδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας.
Εἰς τήν ποιμαντικήν οἱ πλεῖστοι ἐκ τῶν κληρικῶν μας ὡς καί στελέχη μας αὐτοσχεδιάζουν καί ὁ ἐρασιτεχνισμός μαζί μέ τήν ἐμπειρικότητα καί τόν ζῆλον ἀποτελοῦν τά βασικότερα ἐφόδιά των. Καί ταῦτα εἰς ἐποχήν ἀπαιτοῦσαν ἐξειδίκευσιν εἰς ὅλους τούς τομεῖς. Δέν ἀγνοῶ τήν καθημερινήν ἀγωνίαν τῶν ἀδελφῶν Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπω καί χαίρω τούς καρπούς τῆς διαρκοῦς μερίμνης διά τήν ἐπιτυχεστέραν προσφοράν τοῦ ἔργου τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά ἀπό μέρους ὅλων ἀκούω παράπονα διά τήν ἔλλειψιν στελεχῶν, διά τά ἐνοριακά κενά, διά τήν ἀπουσίαν ἐξειδικευμένων προσώπων. Ἄν δέν λάβωμεν ἐγκαίρως τά μέτρα μας ἡ κατάστασις θά χειροτερεύσει. Καί ἐνῶ αὐτή εἶναι ἡ κατάστασις πολλαί Ὀρθόδοξοι δυνάμεις ἐξαντλοῦνται εἰς Δονκιχωτικάς ἐπιθέσεις ἐναντίον ἄλλων πνευματικῶν δυνάμεων, ὥστε νά διασπᾶται τό ἑνιαῖον μέτωπον τῆς Ἐκκλησίας. Καί ναί μέν ποτέ δέν ἔλειψαν ἀπό τάς αὐλάς τοῦ Κυρίου ἐκεῖνοι πού ἐπίστευαν ὅτι εἶναι τά «μαντρόσκυλα τοῦ Θεοῦ» καί γι’αὐτό πολεμοῦσαν μέ πάθος καί ὀργή κάθε ἕναν πού, κατά τήν γνώμην τους, ἦταν εὔκολος στήν προδοσία τῆς πίστεως. Πρόκειται γιά τούς γνωστούς ὀρθοδοξαμύντορες, εἰσαγγελεῖς ἁπάσης τῆς Ἑλλάδος, πού ἀρέσκονται νά τρυπώνουν στά ἄδυτα τῶν συζυγικῶν παστάδων, κατά την καλβινικήν ἠθικήν, καί νά ὑπαγορεύουν, νά ἐλέγχουν καί νά θέλουν νά μετατρέψουν τήν κοινωνία σέ μοναστῆρι καί τούς ἑαυτούς των σέ κανόνες πίστεως καί ἀκριβείας. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία ποτέ δέν φοβήθηκε τούς κέρβερους αὐτούς τοῦ παραδείσου, πού ἀπειλοῦν κάθε Ἐπίσκοπο καί κάθε κληρικό μέ τήν βίβλον ἀποστασίου, μέ τήν κατασυκοφάντηση δηλ. καί τήν καταγγελίαν ὡς δῆθεν νεωτεριστῶν, οἰκουμενιστῶν, μανιχαϊστῶν, βαρλααμιστῶν, νεοεποχιτῶν, αἱρετικῶν, φιλοπαπικῶν, ἐκκοσμικευμένων, κι όλα αὐτά μπροστά σέ μιά κοινωνία πού βιώνει τόν καθημερινό ἀγῶνα γιά ἐπιβίωση, γιά ὑπέρβαση τῆς μοναξιᾶς καί ἀπόκτηση τῆς ἐλπίδος. Ἡ Ἐκκλησία δέν ἐκινδύνευσε ποτέ περισσότερον ἀπό τούς ἔξωθεν ἐχθρούς της ὅσον ἀπό τούς ἔσωθεν. Τό φαινόμενον ἐπιβιώνει καί εἰς τάς ἡμέρας μας. Ἔντυπα σχιζοφρενικῆς ὕλης, ὁμιλίες καί συμμαχίες ἑτερόκλητων στοιχείων ὑπερσυντηρητικῶν, δυσφημοῦν τήν Ἐκκλησίαν, ἀπαιτοῦν ἀπό αὐτήν νά ὑψώσει τείχη, νά αὐτοαπομονωθῆ, νά λάβει ἀνά χεῖρας τό μαστίγιον, νά ἀποβάλει τά σπλάγχνα οἰκτιρμῶν, νά μετατραπῆ εἰς τιμωρόν Ἰαβέρην, νά προβάλει τό φονταμενταλιστικόν της πρόσωπον, τήν ὑπερσυντήρησιν, τήν παράλογον καί ἀστεῖαν μονολιθικότητα. Οἱ καιροί οὐ μενετοί. Ἐπιβάλλεται συμπαράταξις τῶν πάντων εἰς τό ἑνιαῖον στρατόπεδον τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι οἱ φυσικοί φορεῖς τῆς ἑνότητος καί ὀφείλουν νά ἐπιδείξουν τήν θέλησίν των πρός ὑπέρβασιν τῶν δυσχερειῶν ἐπικοινωνίας των, ὅπου ὑπάρχουν, μέ στελέχη των. Ἡγούμενοι καί ἀκαδημαϊκοί θεολόγοι καί ὀργανωσιακοί εὐσεβεῖς καί ἄλλοι ὀφείλουν νά ἐγκαταλείψουν τά στερεότυπα τῆς χειραφετήσεως, νά ταπεινωθοῦν καί νά σεβασθοῦν τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπαρνούμενοι ἀνταρσίας, καί ἀνυπακοάς ἐντός τοῦ χώρου τῆς Ἐκκλησίας. Τώρα πρό τῶν πυλῶν εἶναι ὁ κίνδυνος. Ἡ παγκοσμιοποίησις εἶναι φόρος τῆς ἐκκοσμικεύσεως. Ἡ ἐκκοσμίκευσις ἀντιμάχεται τήν πνευματικότητα καί ἀλλοτριώνει τό φρόνημα. Ἡ ἀλλοτρίωσις τοῦ φρονήματος εἶναι ἀπάρνησις τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου. Καί αὐτή ὁδηγεῖ εἰς ἀπώλειαν. Τήν ἀπώλειαν αὐτήν τῶν ψυχῶν τῶν πιστῶν μας καθιστᾶ αἰσθητήν ἡ νεοειδωλολατρία, ὁ Σατανισμός, οἱ καταστροφικές λατρεῖες, ἡ ἐπέλασις τῶν αἱρέσεων, ἀλλά καί ἡ αὐτοαπομόνωσις, ὁ ναρκισσισμός τῆς αὐταρκείας, ἡ ἀγνόησις τοῦ περιβάλλοντος κόσμου. Τά νέα προβλήματα πού προέρχονται ἀπό τήν ἐγκαθίδρυσιν εἰς τάς κοινωνίας μας νέων πραγματικοτήτων καί νέων συνθηκῶν, καθώς καί ἡ ἐσωτερική προσπάθεια ἀλλοτρίωσης τοῦ λαοῦ ἀπό τίς παραδόσεις του, ἀλλοίωσης τῆς ἱστορίας του, καθημερινοῦ καταιγισμοῦ ἀπό πολλά ΜΜΕ μέ προϊόντα ὑποπολιτισμοῦ, ἐπιβάλλουν εἰς τούς ἡγέτας τῆς Ἐκκλησίας νά ἀρθρώνουν λόγον ὀρθόν, ἀκαινοτόμητον, ἀγαθόν, φερέγγυον καί πειστικόν, πρός καθοδήγησιν τῶν ἀνθρώπων, παρά τήν λυσσώδη ἀντίδρασιν τῶν θελόντων τήν Ἐκκλησίαν παντελῶς ἄμοιρης κοινωνικῶν προβληματισμῶν καί τοποθετήσεων, μακράν τῶν ἐξελίξεων, ἁπλῶς ὡς φολκλορικήν πραγματικότητα. Ἡ κοινωνία σήμερα θέλει νά ἀκούσει τό Εὐαγγέλιο, νά ἐνδυναμωθῆ στόν ἀγῶνα της, να τῆς δείξουμε κατάματα τήν ἀλήθεια γιά τή ζωή καί τό θάνατο. Θέλει ἀλλαγές καί μεταρρυθμίσεις κυρίως πρός χάριν τῶν νέων. Κανένας νέος δέν πρόκειται νά μᾶς σεβασθῆ ἄν στηρίζουμε τήν ὕπαρξή μας σέ σιγγίλια καί χρυσόβουλα. Δέν μᾶς θέλει φύλακες τοῦ μουσείου τῆς Ἱστορίας, οὔτε κάν διαδόχους τῶν ἐθνικῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 21. Θέλει νά τολμήσουμε νά ἔλθουμε σέ ρήξη μέ τό ἁμαρτωλό κατεστημένο, νά ξεδιπλώσουμε τόν μανδύαν τῆς ἀγάπης, νά ξεφορτώσουμε τούς κοπιῶντες καί πεφορτισμένους. Θέλει νά ἀποκτήσουμε λόγον Θεοῦ, νά ἐμπνεύσουμε τούς νέους νά νικήσουν τόν κόσμο. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωσιν ὅταν ἐδιάβασα εἰς ξένην εὐρωπαϊκήν ἐφημερίδα («La Croix» 4-7-06) τά προβλήματα τῆς Ρκαθολικῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν Εὐρώπην ὅπως αὐτά ἀνελύθησαν καί ἐξητάσθησαν κατά τήν Σύναξιν τῶν 34 Γεν.Γραμματέων τῶν ἰσαρίθμων εὐρωπαϊκῶν Ἐπισκόπων στήν Σλοβενίαν στίς ἀρχές Ἰουλίου. Εἶναι σχεδόν τά ἴδια καί ἀπαράλλακτα μέ τά ἰδικά μας ποιμαντικά προβλήματα. Ἕν ἐξ αὐτῶν εἶναι καί ἡ ἀμφισβήτησις εἰς τήν Ἐκκλησίαν του δικαιώματος νά διατυπώνει λόγον διά τά δημόσια πράγματα. Οἱ ἁρμόδιοι ἐκκλ. παράγοντες διεπίστωσαν τήν ὕπαρξιν ἐχθρικοῦ πνεύματος ἐναντίον τῶν κοινωνικῶν παρεμβάσεων τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν οἱ ἀμφισβητίες θέλουν νά περιορίσουν στό Ἱερόν Βῆμα. Εἰς πεῖσμα τῶν ἀντιρρησιῶν οἱ ἐκκλ. παράγοντες ἐπαναβεβαίωσαν τήν ἀπόφασίν των νά διατυπώνουν λόγον διά τήν ἀξιοπρέπειαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, νά καταδικάζουν τήν μέ ἄλλους τρόπους σήμερα συντήρησιν τοῦ δουλεμπορίου ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων, νά προστατεύουν τό ἀνθρώπινον ἔμβρυον ἀπό ἔρευνες καἰ πειράματα πού τό ἀπαξιώνουν, νά ἀρνοῦνται τήν εὐθανασίαν, νά ὑπερασπίζονται τήν οἰκογένειαν, νά ἀποκρούουν τόν γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων. Ἐπίσης νά ἐνδιαφέρονται γιά τήν αὔξησιν τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἐκκλησιαζομένων ἰδίως μεταξύ τῶν νέων, γιά τήν ἐπιστροφήν τῆς χαμένης πνευματικότητος, γιά τήν καταπολέμηση ταῆς διασπορᾶς τῶν αἱρέσεων καί τῶν παραθρησκειῶν κλπ.
10. Ἐπίσης κατά τό διαρρεῦσαν ἔτος ἡ ΔΙΣ ἐτίμησε διακεκριμένες προσωπικότητες τοῦ ἐπιστημονικοῦ καί πολιτικοῦ χώρου καί ἀνέδειξε πρός τά ἔξω τό νέον πρόσωπον τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὁποία ἀναγνωρίζει τούς ἀξίους θεράποντας τοῦ θυσιαστηρίου, τοῦ ἄμβωνος καί τῆς ἐπιστήμης, ὥστε νά μή κατηγορεῖται ὅτι ἀντιπαρατάσσεται πρός αὐτήν. Εἶναι εὐτύχημα ὅτι ὑπάρχουν πολλοί εἰσέτι σεμνοί καί ταπεινοί ἐργάται τοῦ πνεύματος, κληρικοί καί λαϊκοί εἰς τήν κοινωνίαν μας, οἱ ὁποῖοι δέν διστάζουν νά ὁμολογοῦν πίστιν εἰς τόν Χριστόν, νά προκινδυνεύουν αὐτῆς τῆς πίστεως καί νά παρατάσσονται παρά τό πλευρόν τῆς Ἐκκλησίας. Τούτους ἀξίζει νά τιμῶμεν ὅταν ἡ ὑποκουλτούρα τῆς ἐποχῆς ἀναδεικνύει ξόανα ὡς δῆθεν προσωπικότητες πού ὑποβαθμίζουν ὄχι μόνον τά ἤθη ἀλλά καί τήν ποιότητα τῆς ζωῆς. Ἐνώπιον τῆς ἀλλοτριώσεως αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία ἀνθίσταται καί ἀναδεικνύει καί τιμᾶ τούς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος ὁπουδήποτε καί ἄν ἀνήκουν, ἀρκεῖ ὅτι εἶναι ἄνθρωποι μέ ἦθος, μέ ἀκεραιότητα καί μέ πίστιν ἔστω καί λαϊκήν, παραδοσιακήν.
11- Ἡ σταθεροποίησις τῶν οἰκονομικῶν μας πραγμάτων καθ’ ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν ΕΚΥΟ μέ τήν κατάθεσιν τοῦ 8ου κατά σειράν πλεονασματικοῦ προϋπολογισμοῦ εἶναι ἕνα γεγονός τό ὁποῖον σημαίνει, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἀπρόσκοπτη λειτουργία τῶν Συνοδικῶν Γραφείων, τῶν Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν, καί τῶν ἐκκλ. Φορέων ὡς λ.χ. τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ, τοῦ Διορθοδόξου Κέντρου, τῶν μεγάλων προγραμμάτων ἀλληλεγγύης ὡς π.χ. τῆς στήριξης τῶν πτωχοτέρων Ἱ. Μητροπόλεων καί Μονῶν, τῆς ἀσφαλίσεως τῶν μοναχῶν, τοῦ ἐπιδόματος τοῦ τρίτου τέκνου στή Θράκη, τοῦ θεσμοῦ τῶν ὑποτροφιῶν κλπ. Ἐξ ἄλλου ἡ κατασκευή σειρᾶς ἔργων, ἐπισκευῶν καί βελτιώσεων, ἡ κοστοβόρα καί χρονοβόρα μαχητική δικαστική διασφάλισις τῶν περιουσιακῶν δικαιωμάτων τῆς Ἐκκλησίας καί ὁ σχεδιασμός τῆς ἀξιοποιήσεώς των, σέ συνδυασμό μέ οὐσιαστικές κοινωνικές παροχές σκιαγραφοῦν μέ λίαν θετικό τρόπο τό ἔργο πού ἐπετεύχθη καί κατά τό διαρρεῦσαν ἔτος. Ἡ ΕΚΥΟ, ἔχουσα ἐπίγνωση ἀλλά καί σχέδιον ἀντιμετωπίσεως τῶν βασικῶν ἀναγκῶν τῆς Ἐκκλησίας μας μέ ἀποφασιστικότητα καί ἰδιαίτερη προσοχή ἐπροχώρησε καί εἰς τήν λῆψιν τῶν ἀναγκαίων μέτρων, μετά ἀπό ἔγκρισιν τῆς Δ.Ε. καί τῆς ΔΙΣ διά τήν διατήρησιν τῆς ἰσχυρᾶς θέσεως τοῦ χαρτοφυλακίου τῶν μετοχῶν μας εἰς την ΕΤΕ μετά τήν πρόσφατη κολοσσιαία αὔξηση τοῦ κεφαλαίου της. Σήμερα οἱ οἰκονομικές καί τεχνικές Ὑπηρεσίες μας ὑπό τόν συντονισμόν τῆς Γ. Δ/θύσεως τῆς ΕΚΥΟ καί τήν καθοδήγησιν τῆς Δ.Ε. της, προετοιμάζονται νά μᾶς παρουσιάσουν πρό τοῦ τέλους τοῦ τρέχοντος ἔτους τό πρῶτο 3ετές ἀναπτυξιακό πρόγραμμα τό ὁποῖον συνδυάζει τήν βέλτιστη ἀξιοποίηση τῶν πόρων καί τῶν διαθεσίμων μας, πρός ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὁλοκλήρου τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ. Εἶναι ἀναγκαῖον νά τονίσω ἐδῶ ὅτι τό ἅλμα τῆς καταρτίσεως ἑνός 3ετοῦς προγράμματος καθίσταται δυνατόν χάρις στίς ἄοκνες προσπάθειες ἐκσυγχρονισμοῦ καί ἀναδιοργανώσεως τῆς ΕΚΥΟ καί τῆς δημιουργίας ὀργάνων ἀξιοποιήσεως τῆς περιουσίας κατά τά τελευταῖα ἔτη.
12- Ἡ ἐποχή μας δέν ἀνέχεται τήν ἀπομόνωση τῆς Ἐκκλησίας, δέν δουλεύει σέ ἀποκλεισμούς καί διακρίσεις. Εἴμεθα μιά μικρή χώρα, τῆς ὁποίας ἡ μεγάλη πλειονότης ἀνήκει στό ὀρθόδοξο δόγμα. Ὅμως δίπλα μας ζοῦν καί δραστηριοποιοῦνται καί τά ἄλλα δύο χριστιανικα δόγματα, αὐτό τῆς ΡΚαθολικῆς Ἐκκλησίας καί ἐκεῖνο τῶν Διαμαρτυρομένων. Μέ τά δύο αὐτά δόγματα οὐδέποτε στό παρελθόν ἦλθε σέ ἐπίσημη ἐπαφή ἡ Ἐκκλησία μας. Ἴσως διότι ἠσθάνετο τήν ὑπεροχήν της ἤ δέν ἠσθάνετο τήν ἀνάγκην συνεργασίας μαζί των σέ κοινωνικά θέματα πού ἀπασχολοῦν τήν ὅλην κοινωνίαν μας. Παράλληλα οἱ πιστοί τοῦ Ἰσλάμ, συγκεντρωμένοι μέχρι πρό 20ετίας στη Δυτ. Θράκη, ἄφηναν ὅλους ἐμᾶς τούς ἄλλους ἀδιαφόρους ἐμπρός στήν ὕπαρξή των. Σήμερα ζοῦν στή χώρα μας πάνω ἀπό 500.000 μουσουλμάνοι οἱ περισσότεροι τῶν ὁποίων εἶναι συγκεντρωμένοι στήν Ἀττική. Ἡ ἀνάγκη νά ἀσχοληθοῦμε μέ τούς ἐκπροσώπους καί τῶν τριῶν αὐτῶν κοινοτήτων, ὅπως τό ἐπιβάλλει πιά ἡ ἐποχή μας, ὡδήγησε τήν ΔΙΣ νά ὁρίσει τούς Σεβ. Μητροπολίτας Σύρου κ. Δωρόθεον, Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιον καί Ξάνθης κ.Παντελεήμονα ὡς συνδέσμους της πρός τίς τρεῖς αὐτές ὁμάδες, πρός προσέγγισίν των καί ἀμοιβαίαν γνωριμίαν, ἡ ὁποία θά ἀποδώσει ἀσφαλῶς καρπούς. Παρῆλθεν ἡ ἐποχή τῶν ἀποκλεισμῶν. Δέν δικαιούμεθα νά κλεινόμεθα ἑρμητικά στόν ἑαυτόν μας, ἐν ὀνόματι τῆς πνευματικῆς μας αὐτάρκειας, καί νά ἀγνοοῦμεν τήν ὕπαρξιν τῶν ἄλλων δίπλα μας. Κανείς δέν πρόκειται νά μᾶς δικαιώσει ἐάν ὑπηρετήσωμε τήν πόλωσιν καί ἐάν δέν συνεργασθοῦμε σέ τομεῖς πού δέν ἔχουν σχέση μέ τά δόγματα, ἀλλά πού ἐπηρεάζουν την κοινωνίαν μας. Καί εἶναι τόσον πολλοί. Ἐμεῖς εἴμεθα οἱ ἰσχυροί καί ἕνεκεν ὄγκου καί ἕνεκεν ἀληθείας. Ἤδη τό νέον σύστημα ἤρχισε νά λειτουργῆ. Μέ εὐχάριστον ἔκπληξιν ἐδέχθησαν οἱ ἄλλοι, ἰδίως οἱ ΡΚαθολικοί, τήν πρωτοβουλίαν μας. Καί δέν θά πρέπει νά παραμείνωμεν ὅμηροι τῶν φανατικῶν καί φονταμενταλιστῶν, πού μετέρχονται δυστυχῶς ὡς ἐμπορίαν την εὐσέβειαν, λιθάζοντες, ἐπιτιμῶντες, ἀπαξιοῦντες, διαπομπεύοντες τούς Ποιμένας των ὡς δῆθεν ἀλλοτριοδοξοῦντες, αὐτοί οἱ ὡς κανόνες πίστεως ἐμφανιζόμενοι καί ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς ἐπαγγελλόμενοι τούς φύλακας τῆς ἀμπέλου, ἐφ’ ὅσον κατ’ αὐτούς πάντες ἡμεῖς ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν καί χάρις εἰς αὐτούς καί μόνον ὑπάρχει ἐπί γῆς ἡ φωτιστική χάρις τοῦ Παρακλήτου καί ἡ ἁγία Ὀρθοδοξία. Ἡμεῖς ὡς ὑπεύθυνοι ταγοί ὀφείλομεν νά βλέπωμεν μακράν καί νά μή μυωπάζωμεν.Τά δόγματά μας δέν διαπραγματευόμεθα, οὔτε περί αὐτῶν ἀμφιβάλλομεν. Πιστοί εἰς τούς ὅρκους μας ἀνοιγόμεθα εἰς τόν ἀχανῆ χῶρον τοῦ μέλλοντος καί προσβλέπομεν εἰς τάς συνεργασίας πού θά προβάλουν τήν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ. Ἐλπίζομεν νά ἀποκομίσωμεν, σύν Θεῷ, ὀφέλη ἀπό τήν προσέγγισιν αὐτήν. Μή δέ εἴπη τις ὅτι τό ἦθος εἶναι ἡ ἄλλη ὄψις τοῦ δόγματος, προκειμένου νά καταδικάσει τάς κοινωνικάς ἐπαφάς μεταξύ ἀνθρώπων πού θρησκευτικά πιστεύουν ἄλλα ἕκαστος. Διότι θά ἀντιτάξωμεν εἰς αὐτούς ὅτι ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς ἥν ἀνήκομεν, ἔχει ἀπό πολλῶν ἐτῶν ἐγκαινιάσει τόν Διάλογον τῆς ἀγάπης, ὡς προσφυῶς ἀπεκλήθησαν αἱ κοινωνικαί σχέσεις καί συνεργασίαι τῶν ὀρθοδόξων μετά τῶν ἑτεροδόξων καί τῶν ἀλλοθρήσκων, χωρἰς τοῦτο νά ἔχει ὁδηγήσει εἰς ὑποτίμησιν τοῦ δόγματος ἤ εἰς δογματικάς ἐκπτώσεις καί μειοδοσίες.
13- Κατά την πρόσφατη (30-9-06) ἐπίσκεψίν μου εἰς τόν Πρωθυπουργόν κ. Κ. Καραμανλήν, εἶχα τήν εὐκαιρίαν νά συνομιλήσω μετ’αὐτοῦ διά τά πάγια αἰτήματα τῆς Ἐκκλησίας τά ὁποῖα δέν ἔχουν εἰσέτι ἱκανοποιηθῆ πλήρως. Τά ζητήματα αὐτά εἶναι ἡ ἀνέγερσις τοῦ νέου Διοικητικοῦ μας Κέντρου, ἡ ἀνέγερσις νέου Μητροπολιτικοῦ ναοῦ, ἡ συμμετοχή τῆς Ἐκκλησίας εἰς τά πακέττα Γ καί Δ τῆς Ε.Ε., τό ἀναφυέν ζήτημα τῆς παρουσίας τῶν ἱερέων στά σχολεῖα, ἡ θεσμοθέτησις νέων θέσεων ἐκκλ. Ὑπαλλήλων ὥστε νά καλυφθοῦν τά ὑπάρχοντα κενά χωρίς νά ἐξαντληθῆ ὁ κατάλογος τῶν διακονικῶν θέσεων, ἡ προώθησις τοῦ νομοσχεδίου περί τῆς ἐκκλ. Δικαιοσύνης, κ.α. Ἔλαβον τήην διαβεβαίιωσιν ὅτι ἐντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος μη ὑπερβαίνοντος τόν μῆνα Ὀκτώβριον θά ὑπάρξουν τελικές προτάσεις τῆς Κυβερνήσεως ἐπί τῶν σημαντικοτέρων ἐξ αὐτῶν. Παραλλήλως εὐχαρίστησα τόν κ. Πρωθυπουργόν διά τήν στάσιν του ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν διαδικασίαν τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος, ὡς καί διά τήν ἔκδοσιν τοῦ νόμου περί τῆς Ἐκκλ. Ἐκπαιδεύσεως. Κατά τήν συνάντησιν παρίσταντο οἱ Ὑπουργοί κ.κ. Μαριέττα Γιαννάκου καί Θεόδ. Ρουσόπουλος. Εἶχον παρακληθῆ ἁρμοδίως νά μεταβῶ μόνος εἰς τήν συνάντησιν αὐτήν. Ἡ ἀπόκτησις ἐξ ἄλλου τηλεοράσεως τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχει μεγάλη ἐλπίς νά προκύψει συντόμως ὕστερα ἀπό συντονισμένες προσπάθειές μας.
14- Ὅμως τό μεγαλύτερον πρόβλημα πού θά ἀντιμετωπίσωμεν εἰς τό ἐγγύς μέλλον εἶναι ὁ σταδιακός θρησκευτικός ἀποχρωματισμός τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας πού ἐπιχειρεῖται ἤδη μέ ἀργά βήματα. Ἡ Ἐκκλησία ἐξοστρακίζεται ἀπό τό σχολεῖο, ἐν ὀνόματι τῆς πολυπολιτισμικότητος καί τῆς πολυφωνίας, τό θρήσκευμα διεγράφη ἐκ τῶν ταυτοτήτων βάσει τῶν ἀρχῶν τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, σχέδια νόμων ἐκπονοῦνται ἀπό γνωστά κόμματα καί ἄλλες ὁμάδες ἐργασίας μέ στόχο τήν ὑποβάθμιση τῆς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας εἰς τόν δημόσιον βίον τῆς χώρας. Ἡ νεολαία τρέφεται μέ ὑποπροϊόντα τῆς κουλτούρας ἐνῷ τά ἐγγενῆ στοιχεῖα τῆς παραδόσεώς μας λοιδοροῦνται. Εἰδικη ἔρευνα πού ἔχει δημοσιευθῆ σέ ξένο περιοδικό γιά τή διασπορά τῶν θρησκειῶν σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο, προβλέπει ὅτι τό 2020 στήν Εὐρώπην, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς Ἑλλάδος, θά κυριαρχῆ ἡ ἀθεΐα, (Diplomatie, 14/2005 σ.59). Ἡ πρόβλεψις ἀσφαλῶς μᾶς τρομάζει. Ἀπό ἡμᾶς ὅμως ἐξαρτᾶται νά ἐντείνουμε τίς προσπάθειές μας πρός στερέωσιν τῆς πίστεως, πρός πνευματικήν καλλιέργειαν τοῦ λαοῦ μας, πρός ἀπόκτησιν ἱκανῶν στελεχῶν, πρός ἀντιμετώπισιν τῶν ἀθεϊστικῶν τάσεων στήν παιδεία, στήν ἐπιστήμη, στην κοινωνία. Ἐκεῖνο πού πρέπει νά ἀποφύγουμε εἶναι ἡ ἀκηδία καί ἡ ἀδράνεια. Πρέπει νά σημάνωμε συναγερμόν και να καταστήσουμε ἀξιόμαχα τά στελέχη μας, τούς γονεῖς, τή νεολαία, τούς ἐπιστήμονες. Δέν εἶναι εὔκολα πράγματα αὐτά, ἀλλά δέν εἶναι καί ἀδύνατα. Ἀρκεῖ νά ἐκζητήσουμε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί νά ἀρχίσουμε νά μελετᾶμε στά σοβαρά τό πρόβλημα ἀναζητοῦντες τίς εὐκταῖες λύσεις. Ἡ κατάσταση τῆς μοιρολατρικῆς ὰποδοχῆς τῶν ἐπιγιγνομένων εἶναι ὅ,τι τό χειρότερο. Μπορεῖ νά δικαιολογεῖ τήν ἀπραξίαν μας, ἀλλά ἐνώπιον τῆς ἱστορίας θά μᾶς καταδικάσει.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Εἶμαι εὐτυχής διότι εὑρίσκομαι ἐν μέσω ὑμῶν καί ὑμεῖς μετ’ ἐμοῦ ἐστέ, ἐν τῷ ἱερῷ τούτῳ τόπῳ. Ὁσάκις συνέρχονται αἱ Σύνοδοι τῶν Ἐπισκόπων μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας οἱ οὐρανοί ἀγάλλονται καί ἡ Ἐκκλησία καυχᾶται. Ὁ ἱερός κλῆρος αἰσθάνεται ἰσχυρός καί ὁ λαός τῶν πιστῶν ἠρεμεῖ καί ἡσυχάζει θεωρῶν τούς Ποιμένας του εἰρηνικῶς διαλεγομένους καί διαβουλευομένους περί σπουδαίων ζητημάτων, σχέσιν ἐχόντων πρός τά καλῶς νοούμενα συμφέροντα τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ψυχῶν του. Ἀποπνέοντας τό ἄρωμα τοῦ ἐκκλ. ἤθους καί τιμῶντας τό Συνοδικόν σύστημα διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἄς εὐχηθῶμεν καί ἡ παροῦσα τακτική Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας νά ἀποβῆ ἐπ’ ὠφελείᾳ πάντων ἡμῶν, κυρίως ὅμως τοῦ κύρους τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας ἡμῶν, κύρους ὅπερ ὁ λαός ἔχει ἤδη περί πολλοῦ , γεγονός τό ὁποῖον ἐπιβάλλει εἰς ἡμᾶς προσοχήν, προσευχήν καί σύνεσιν ἐν πᾶσιν.