Ο όρκος των Κυπρίων να πολεμήσουν τους Άγγλους για να απελευθερωθούν. Ο ιστορικός «Όρκος των 12» που θύμιζε τη Φιλική Εταιρεία και τον αριθμό των Αποστόλων
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΠΡΟΣ. 1η Απριλίου 1955. ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΟΚΑ.
Σήμερα δεν θα γράψω τα γνωστά, επικά και λυρικά αφιερώματα, που κάθε χρόνο επετειακά τιμής ένεκεν καταγράφουμε εμείς οι απόγονοι όλων των ένδοξων ηρώων μας, που την ζωή τους πρόσφεραν ως θεία κοινωνία και αντίδωρο θυσίας και αθανασίας, υπέρ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ. Ως εκ τούτου ερανίζομαι ολίγα τυχαία εξαιρετικά αποσπάσματα, με πρόσθετα σχόλια μου, από τα μύρια αφιερώματα της Ελληνικής Λογοτεχνίας και ποίησης και τα καταθέτω.
Επιμέλεια από Αντώνη Αντωνά.
Εν αρχή ο όρκος των Ελλήνων Κυπρίων Αγωνιστών της ΕΟΚΑ. Δεν διαφέρει και πολύ από τον τιμημένο όρκο της Φιλικής Εταιρεία,,,,,
7 Μαρτίου 1953. Σε ένα μικρό διαμέρισμα της οδού Ασκληπιού στο κέντρο της Αθήνας, 12 άνθρωποι έδιναν όρκο να πάρουν τα όπλα και να ξεκινήσουν αγώνα για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Μεταξύ τους βρίσκονταν ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’ και ο Γεώργιος Γρίβας.
Ο όρκος των Κυπρίων να πολεμήσουν τους Άγγλους για να απελευθερωθούν. Ο ιστορικός «Όρκος των 12» που θύμιζε τη Φιλική Εταιρεία και τον αριθμό των Αποστόλων
Ο «Όρκος των 12»
Το Μάρτιο του 1953 ο Μακάριος Γ’ ταξίδεψε στην Αθήνα. Είχε προγραμματιστεί μία μυστική συνάντηση που θα έμενε στην ιστορία. Το βράδυ της 7ης Μαρτίου, στο σπίτι του καθηγητή θεολογίας Γεράσιμου Κονιδάρη, στην οδό Ασκληπιού 36, 12 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν γύρω από ένα τραπέζι.
Αυτοί ήταν ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου, ο Γεώργιος Γρίβας, ο Σωκράτης Λοϊζίδης, ο Νικόλαος Παπαδόπουλος, ο Γεώργιος Στράτος, ο Ηλίας Τσατσόμοιρος, ο Δημήτρης Σταυρόπουλος, ο Σάββας Λοϊζίδης, ο Αντώνιος Αυγίκος, ο Δημήτριος Βεζανής, ο Ηλίας Αλεξόπουλος και φυσικά ο οικοδεσπότης, Γεράσιμος Κονιδάρης.
Οι 12 άνδρες έδωσαν έναν κοινό όρκο: να επιτύχουν την πολυπόθητη ένωση. Αφού ήταν πια ξεκάθαρο ότι αυτό δε μπορούσε να γίνει με τα λόγια, έπρεπε να οργανωθούν και να πάρουν τα όπλα.
Σημ. Ο όρκος των δώδεκα.Το κείμενο του όρκου με τις υπογραφές και η Καινή Διαθήκη, που χρησιμοποιήθηκε βρίσκονται σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Ελλάδας
Ο όρκος ήταν μόλις 48 λέξεις:
«Ορκίζομαι εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος να φυλάξω, θυσιάζων και την ιδίαν μου ζωήν, υποφέρων και τα πλέον σκληρά βάσανα, μυστικόν παν, ό,τι γνωρίζω και θέλω ακούσει διά την υπόθεσιν της Ενώσεως της Κύπρου. Θα υπακούω δε εις τας εκάστοτε διδομένας μοι διαταγάς».
Ο Μακάριος διάβαζε τα ιερά λόγια έχοντας το χέρι του στο μέρος της καρδιάς ενώ οι υπόλοιποι επαναλάμβαναν τα λόγια έχοντας το δεξί τους χέρι ακουμπισμένο στην Καινή Διαθήκη. Σύμφωνα με τον ιστορικό Πέτρο Παπαπολυβίου, το τελετουργικό παραπέμπει στη Φιλική Εταιρεία, ενώ ο αριθμός 12 παραπέμπει στους Αποστόλους. Υιοθετούνται, δηλαδή, σύμβολα του μεγάλου ξεσηκωμού του ’21.
Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΕΟΚΑ.
«Ήταν πρώτη Απριλίου/
Της ΕΟΚΑ η αρχή/
Που ακούστηκε στην Κύπρο/
Η φωνή του Διγενή/
Και στον ήχο της φωνής του/
έτρεξε η λεβεντιά/
για να δώσουνε τη μάχη/
εις της Κύπρου τα βουνά/
Μάρκος Δράκος και Πατάτσος/
Ζάκος και Καραολής/
Δώσανε με τόσους άλλους/
Τη νεανική ζωή/
Μα απ' όλους τους λεβέντες/
πιο τρανός πιο ξακουστός/
ήτανε ο Αυξεντίου της ΕΟΚΑ υπαρχηγός/
Με το αίμα των ηρώων/
Και με γράμματα χρυσά/
Έγραψεν η ιστορία/
Τη γλυκιά μας λευτεριά/
Δεν μπορεί κανένας τόπος/
να μην ελευθερωθεί/
όταν κάθε παλικάρι/
τρέχει να θυσιαστεί.»
Ο υπέροχος αγώνας των ηρώων της ΕΟΚΑ μέσα από την ποίηση του Εθνικού ποιητή της Ελληνικής Κύπρου Κώστα Μόντη
«Τιμούμε τις εθνικές επετείους κι αναζητούμε σήμερα τον δικό μας προσανατολισμό.»
Ο Κώστας Μόντης ασχολήθηκε έντονα με τα σπουδαιότερα ιστορικά γεγονότα που σφράγισαν την κυπριακή πραγματικότητα. Ο απελευθερωτικός αγώνας του 1955-1959 έχει κυρίαρχη θέση στην ποίησή του.
Η ποίησή του είναι ένα μνημόσυνο για όλους όσους έπεσαν για την ελευθερία της Κύπρου μας. Ένα μνημόσυνο για τα νεαρά βλαστάρια, που θυσίασαν ζωή και νιάτα, που αψήφισαν την ανωτερότητα των Άγγλων στρατιωτών και νίκησαν. Ένα μνημόσυνο για όλους αυτούς, που με πίστη στον Θεό και την πατρίδα, θυσιάστηκαν για ιδέες και υψηλά ιδανικά που βρίσκονται κλεισμένα στην καρδιά κάθε τίμιου πατριώτη.
Από την ποίηση του Μόντη, αναδύεται ένας θαυμασμός, μια συγκίνηση απ΄ όλους εμάς που μείναμε, για όλους αυτούς που έφυγαν δοξασμένοι και καταξιωμένοι στο πάνθεον των ηρώων της νεότερης Ελληνικής ιστορίας.
Ο Μόντης λοιπόν, δηλώνει επιτακτικά, προσήλωση στα ιδεώδη της ένδοξης ελληνικής φυλής μας, προσήλωση στα ιδανικά για τα οποία θυσιάστηκαν οι ήρωές μας, και μας καλεί όλους μαζί ν΄ αγωνιστούμε, έχοντας φωτεινό παράδειγμα τους ήρωες του αγώνα της ΕΟΚΑ για τη σωτηρία και τη δικαίωση αυτού του τόπου.
Ο Κώστας Μόντης υμνεί με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο τους ήρωες της ΕΟΚΑ. Πιο κάτω μια μικρή προσωπική επιλογή ποιημάτων του που αναφέρονται στον αγώνα του ’55-‘59 σαν φόρος τιμής στους ήρωες που δόξασαν με τον ηρωικό τους θάνατο το νησί μας.
Γράφει …
(Αποσπάσματα)
ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ
Όταν διάβασα την ιστορία σου/
το βράδυ είχα πυρετό.
ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΑΤΑΤΣΟΣ
Εμείς; Τι είμαστε εμείς;/
Μπορεί να το διαβάσουμε με θλίψη
(πολλή; Kαλά, πολλή),/
μπορεί να το συζητήσουμε με πόνο
(αν και ποσό καιρό κι αυτό;),/
μπορεί – οι πιο ευαίσθητοι –/
να τ΄ αγρυπνήσουμε (αν και πόσες νύκτες;),/
μα τίποτα άλλο./
Όλα τ’ άλλα ειν΄ της μητέρας του παιδιού.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΤΣΗΣ
Απλώστε την ομίχλη/
μην πέσει σήμερα στα στάχυα του/
η αναπόφευκτη χαρά των κορυδαλλών.
ΤΡΕΙΣ ΑΓΧΟΝΕΣ ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ
Πού τρέχουν όλοι αυτοί,/
γιατί τόση αναταραχή/
για να σκοτώσουν τρία παιδικά χαμόγελα;/
Γιατί φοβούνται πως είναι τόσο δύσκολο/
να σκοτώσουν αυτά τα χαμόγελα;
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΚΑΡΑΟΛΗΣ
Μην πάρετε οποιαδήποτε φωτογραφία του./
Υπάρχει μια όταν ήταν δεκαέξι χρονών/
-στα χείλη το χαμόγελο των δεκαέξι χρονών, στα μάτια μια πρωινή πόρτα χωριού που άνοιγε./
Υπάρχει στο δωμάτιό του/
μια φωτογραφία με την πρώτη του χρωματιστή γραβάτα./
Γύρω- τριγύρω μεταξωτό πλαίσιο/
κεντημένο απ’ την αδερφή./
Αυτή ταιριάζει. Έτσι ήταν ξανά όταν πέθαινε, αυτό το ίδιο τραγούδι τραγουδούσε,/
χωρίς ίχνος ενδιάμεσης αλλαγής,/
ούτε καν απ΄ την αγχόνη.
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ
Εκείνο τ΄ «ΟΧΙ» δεν το επανέλαβε η ηχώ,/
ήταν πολύ βαρύ για να το μεταφέρει.
Εκείνο το πρωί/
ένας άνθρωπος θ΄ άλλαζε τ ΄όνομα των βουνών.
Μας παρέδωσε τα βιβλία του/
όσο που να γυρίσει απ΄ το Μαχαιρά/
και τώρα μείναμε μ΄ αυτό το βάρος./
Πού να ξέραμε, πού να υποθέσουμε.
Οι Έλληνες ξέρουν κάθε στιγμή να πεθάνουν. Γιατί ενεργούν πάντα με γνώμονα την καρδιά και όχι τη λογική. Γι΄ αυτό και πάντα πετυχαίνουν το παράλογο και κάνουν δυνατό το αδύνατο. Έχουν ατσάλινα στήθια οι Έλληνες, έχουν μεγάλη ψυχή, αδίστακτη θέληση, πίστη και θάρρος. Δε διστάζουν να χύσουν το αίμα τους, δεν κάνουν πίσω μπροστά στο θάνατο, δεν πτοούνται, δεν υποκύπτουν. Δεν υπολογίζουν θυσίες κι αγώνες , γι’ αυτό και πάντα βγαίνουν νικητές. Και το ότι οι Έλληνες δε δρουν με τη λογική, το έχουν αποδείξει επανειλημμένα. Ο αγώνας της ΕΟΚΑ ήταν μια «τρελή» αδιαμφισβήτητα απόδειξη…
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Ευτυχώς που το αίμα δεν παίρνει οδηγίες απ’ το μυαλό,/
ευτυχώς που μονάχα με την καρδιά έχει να κάνει,/
που η καρδιά το κινεί,/
γιατί ποιος ξέρει τι/
τσιγγουνιές εκείνο θα μας έκανε,/
τι υπολογισμούς στις πιο κρίσιμες στιγμές/
όταν θα ‘πρεπε οπωσδήποτε να βάψουμε την άσφαλτο κόκκινη, όταν/
θα ‘πρεπε οπωσδήποτε να πιτσιλλίσουμε τους τοίχους, κόκκινους.
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΤΣΗΣ
Όταν στη μεγάλη πλάτη της βουνοσειράς της Κερύνειας/
γράφαμε μ’ άσπρη κιμωλία/
τα πρώτα επαναστατικά συνθήματα,/
όταν στα μέτωπά μας καρφώναμε/
το πρώτο πανό της ανταρσίας,/
διαισθανόμαστε τη μεγάλη σας στιγμή./
Όταν τα κοριτσάκια του Γυμνασίου/
γρατσούνιζαν με τα νύχια τα στεν (όπλο)/
κ΄ οι σφαίρες γινόντουσαν σβώλοι,/
κυοφορόταν τ’ «όχι» σας./
Κι’ όταν ύστερα οι φυλακές απογυμνώθηκαν/
και δεν είχαν τοίχους ν΄ αντιπαρατάξουν /
και τ΄ ανακριτήρια αποκαλύφθηκαν/
και δεν είχαν άλλο υπόλοιπο τρόμου να επισείσουν,/
όταν ύστερα οι αγχόνες άρχισαν/
κατάπληκτες να τραγουδούν τον Εθνικό Ύμνο,/
ήταν πια βέβαιο πως είχατε ήδη πάρει αύξοντα αριθμό.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΑΔΕΛΦΟ
Δε γίνονται σήμερα αυτά τα πράγματα, Γρηγόρη./
Αυτά τα παράτησε ο κόσμος χιλιάδες χρόνια τώρα/
Και τ΄ αφυδάτωσε και τα ταρίχεψε/
Και τάκανε παραμύθια/
Για τ’ αναγνωστικά των παιδιών,/
Γιατί αρέσουν στα παιδιά οι Θερμοπύλες/
με τους χτενισμένους Σπαρτιάτες/
Και τα «υπό σκιάν» και τα «μολών λαβέ»./
Δε τάβαλαν για να τα επαναλαμβάνουμε./
Έπειτα πώς έρχεσαι/
ύστερα από δυόμιση χιλιάδες χρόνια/
να διεκδικήσεις;/
Σκέφτηκες τον αριθμό;/
Δυόμιση χιλιάδες χρόνια/
δεν υπήρχε αντίρρηση,/
δυόμιση χιλιάδες χρόνια/
είχαν κάνει κατοχή το παραμύθι/
οι άνθρωποι./
Δεν μπορείς εσύ τώρα να λες όχι.
Τιμούμε και δοξάζουμε τα νεαρά παιδιά της ΕΟΚΑ που τόλμησαν να προφέρουν το «όχι», που ανέβηκαν στο ικρίωμα της αγχόνης τραγουδώντας τον Εθνικό Ύμνο, που τόλμησαν να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι στον εχθρό και σ’ όλα τα μέσα που χρησιμοποίησε!
Όταν υπάρχουν τέτοια παιδιά που ξέρουν να φυλάγουν Θερμοπύλες, όταν υπάρχουν παιδιά που κάνουν βίωμά τους τα «μολών λαβέ», όταν υπάρχουν παιδιά που παραδειγματίζονται από τους προγόνους τους και γίνονται τα ίδια φωτεινά παραδείγματα για τους νεότερους, τότε μπορούμε να ελπίζουμε για ένα καλύτερο μέλλον!
Όταν υπάρχουν παιδιά που θυσιάζονται για τα υψηλά ιδανικά της ένδοξης φυλής μας, που είναι η Πατρίδα και η Ελευθερία τότε μπορούμε να ελπίζουμε στη δικαίωση και την ελευθερία του νησιού μας!
Φτάνει όλοι μας μαζί ν΄ ακολουθήσουμε το παράδειγμά τους και να μείνουμε πιστοί σ΄ αυτά για τα οποία θυσιάστηκαν!
Μια πατρίδα ελεύθερη απ’ άκρη σε άκρη διεκδικούμε. Μια Κύπρο ενιαία, ακέραιη χωρίς τα συρματοπλέγματα της ντροπής.
Δόξα και τιμή στους ήρωες του επικού αγώνα της ΕΟΚΑ!
Δόξα και τιμή στους αγωνιστές της λευτεριάς!
Το παρακάτω απόσπασμα, γραμμένο με οργή και οδύνη, του Μικρασιάτη λογοτέχνη και ζωγράφου, Φώτη Κόντογλου, δημοσιεύθηκε στη μεγάλη αθηναϊκή εφημερίδα «Ελευθερία» στις 20 Μαΐου 1956, λίγες μέρες ύστερα από τους απαγχονισμούς των Μιχαλάκη Καραολή και Αντρέα Δημητρίου. Είναι ενδεικτικό της πανελλήνιας συγκίνησης και της φρίκης που προκάλεσαν οι εκτελέσεις των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας και, παράλληλα, της απήχησης του Κυπριακού αγώνα στην ελληνική λογοτεχνία. «Το δυστυχισμένο αυτό νησί, ξέρει περισσότερο από κάθε ελληνική χώρα τι πικρό φαρμάκι είχε η σκλαβιά. Από αιώνες αλλάζει αφέντη κ’ εξουσιαστή, από τον ένα μπόγια πέφτει στον άλλο τύραννο, από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη. Όλοι τους είναι βγαλμένοι από την ίδια σκληρή κι ανελέητη ράτσα, άκαρδοι, συμφεροντολόγοι, βάρβαροι, είτε έρχονται από την Ανατολή είτε έρχονται από τη Δύση. Θαρρεί κανείς πως όλοι αυτοί οι τύραννοι που βασανίσανε τη φυλή μας την εχθρεύονται τόσο πολύ, γιατί δεν της συγχωρούνε το ότι θέλησε να τους κάνη ανθρώπους, από θηρία που ήτανε πριν, θαρρεί κανένας πως τους αγρίεψε και τους έκανε να λυσσάξουνε το φως που έριξε μέσα στις σκοτεινές σπηλιές τους που κοιμώντανε ναρκωμένοι σαν τις αρκούδες τον χειμώνα.» …..
Το ανεπανάληπτο αποχαιρετιστήριο γράμμα του μελλοθάνατου Παναγίδη. Όλοι οι μελλοθάνατοι ήρωες μας, κατά τον ίδιο τρόπο αποχαιρετούσαν τους δικούς τους ανθρώπους …. Δεν μπορείς να ολοκληρώσεις την ανάγνωση, όταν νοερά ταξιδέψεις εκείνες τις δραματικές στιγμές μέσα στο κελλί του μελλοθάνατου … Πύρρεια δάκρυα σαν χείμαρροι χύνονται …
Τα χαράματα της Παρασκευής, 21 Σεπτεμβρίου 1956, οδηγήθηκε στην αγχόνη από το βρετανικό αποικιακό καθεστώς ο 22χρονος αγωνιστής της ΕΟΚΑ, Ανδρέας Παναγίδης, από το Παλιομέτοχο (μαζί με τους Μιχαήλ Κουτσόφτα και Στέλιο Μαυρομάτη). Ήταν ο μοναδικός από τους απαγχονισθέντες, ο οποίος ήταν νυμφευμένος. Άφηνε πίσω του τρία παιδιά και μία σύζυγο. Καταδικάσθηκε για την εκτέλεση του Βρετανού σμηναγού Πάτρικ Χέιλ. Λίγο πριν, ένας Βρετανός στρατιώτης σε έλεγχο στον χώρο που εργαζόταν ο Παναγίδης, στο αεροδρόμιο Λευκωσίας -ήταν λίγο μετά τον απαγχονισμό των Καραολή και Δημητρίου- ευρήκε στην τσάντα του την ελληνική σημαία. Ζήτησε τότε από τον Παναγίδη να του σκουπίσει τα παπούτσια με αυτήν! Η προσβολή τον έκανε να αντιδράσει και να χτυπήσει άγρια τον Βρετανό.
Πρόλαβε και έστειλε ένα γράμμα. Το έγραψε αμέσως μετά την ειδοποίηση για την εκτέλεση της θανατικής ποινής. Είναι συγκλονιστικός ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε τον θάνατο:
«Αξιολάτρευτά μου παιδιά, πολυαγαπημένη μου γυναίκα χαίρετε. Αυτήν την στιγμήν που σας γράφω είναι Τρίτη, 10 η ώρα το βράδυ. Ακριβώς πριν τρία λεπτά μας ειδοποίησαν ότι χαράματα της Παρασκευής 21.9.1956, θα εκτελεσθούμε. Ίσως, όταν διαβάζετε το γράμμα, εγώ να μην υπάρχω ανάμεσα στους ζωντανούς. Λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα, στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γινείτε καλοί χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι. Ακολουθήστε πάντα το δρόμο της αρετής. Να είσθε πάντα βέβαιοι ότι σας αγάπησα τόσο θερμά και με μια απέραντη πατρική αγάπη. Αλλά δυστυχώς σας αφήνω, χωρίς να σας δω να μεγαλώνετε, όπως το ονειρευόμουν...
...Κι εσύ, πολυαγαπημένη μου Γιαννούλα, σου ζητώ για τελευταία χάρη να περνάς καλά με τα παιδιά μας. Αγάπα τα θερμά, τόσο πολύ, και για μένα. Και εγώ από ψηλά θα σας στέλλω τις πιο θερμές μου ευχές. Και να σεβαστείς και το δικό μου όνομα. Βλέπεις η μοίρα θέλησε να μας πικράνει στα πρώτα χρόνια του γάμου μας. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, ένα χαμόγελο γλυκύ στολίζει τα χείλη μου, γιατί είμαι ευτυχισμένος που αφήνω τα παιδιά μου σε μια καλή μητέρα. Η ψυχή μου είναι γεμάτη μια αληθινή χαρά, γιατί είμαι υπερήφανος για σένα. Μη δώσεις καμμιά ματιά στο παρελθόν, αλλά κοίταζε το παρόν. Σου ζητώ συγγνώμη και συγχώρεση για ό,τι σου έφταιξα Γιαννούλα.
...Έχετε γεια, μια για πάντα, αγαπημένες μου υπάρξεις. Με φιλιά και αγάπη, ο σύζυγος σου και ο αγαπητός σας πατέρα Ανδρέας Παναγίδης».
ΖΗΤΩ Η ΚΥΠΡΟΣ ΜΑΣ. ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. ΖΗΤΩ Η ΕΝΩΣΗ.
Αυτό είναι ένα από τα γράμματα των ηρώων μας και είναι μέρος της εθνικής κληρονομιάς της ΕΟΚΑ, προς τις μεταγενέστερες γενεές, του αγώνα για την Ένωση με την μητέρα Ελλάδα...
Απίστευτη ψυχολογική επίδραση έχει ένα ποίημα για τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη που προκαλεί ρίγη και δάκρυα στους περισσότερους Έλληνες και σίγουρα σε όλους πατριώτες. Η καλύτερη απόδειξη ότι η τέχνη είναι ένα εξαιρετικό κίνητρο στα εθνικά μας θέματα. Ειδικότερα, Στο άκουσμα του θανάτου του Ευαγόρα Παλληκαρίδη ο Δωδεκανήσιος Φώτης Βαρέλης έγραψε ένα εξαίσιο ποίημα, το οποίο ο ραδιοσταθμός της Λευκωσίας το μετέδωσε τότε ως δημοτικό κυπριακό τραγούδι. Αυτό το ποίημα υπήρχε στο παλιό – προ του 2006 – βιβλίο Γλώσσας της Στ΄ Δημοτικού, στο γ΄ τεύχος. Υπήρχε… Τώρα δεν διδάσκεται τίποτα!!!!
Εψές πουρνό μεσάνυχτα στης φυλακής τη μάντρα
μες στης κρεμάλας τη θελιά σπαρτάραγε ο Βαγόρας.
Σπαρτάρησε, ξεψύχησε, δεν τ’ άκουσε κανένας.
Η μάνα του ήταν μακριά, ο κύρης τους δεμένος,
οι νιοι συμμαθητάδες του μαύρο όνειρο δεν είδαν,
η νια που τον ορμήνευε δεν είχε νυχτοπούλι.
Εψές πουρνό μεσάνυχτα θάψαν τον Ευαγόρα.
Σήμερα Σάββατο ταχιά όλη η ζωή σαν πρώτα.
Ετούτος πάει στο μαγαζί, εκείνος πάει στον κάμπο,
ψηλώνει ο χτίστης εκκλησιά, πανί απλώνει ο ναύτης,
και στο σκολειόν ο μαθητής συλλογισμένος πάει.
Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας.
Μπαίνει κι η πρώτη η άταχτη κι η Τρίτη που διαβάζει,
μπαίνει κι η Πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.
Παρόντες όλοι;
Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.
Παρόντες, λέει ο δάσκαλος∙ και με φωνή που τρέμει:
Σήκω Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.
Ο δίπλα, ο πίσω, ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι,
αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει
να πέσουν μ’ αναφιλητά ετούτοι κι όλη η τάξη.
Παλληκαρίδη, άριστα, Βαγόρα, πάντα πρώτος,
στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης,
συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι,
και του σχολειού μας σήμερα Δευτέρα Παρουσία.
Τα ‘πε κι απλώθηκε σιωπή πα’ σα κλαμένα νιάτα,
που μπρούμυτα γεμίζανε της τάξης τα θρανία,
έξω απ’ εκείνο τ’ αδειανό, παντοτινά γεμάτο».
Απίστευτη η συγκίνηση του δασκάλου που χάνει τον μαθητή του στη μάχη! Απόλυτη επιτυχία στη διδασκαλία της εθνικής διάπλασης των μαθητών του που εξελίχθηκαν σε ήρωες “ Ευαγόρας Παλλικαρίδης* – Κώστας Μόντης
Όταν διάβασα την ιστορία σου το βράδι είχα πυρετό …. Όταν εμείς εξακολουθούσαμε να γράφουμε στίχους εκείνος διέκοπτε κι’ ανέβαινε στην αγχόνη.
«Ο ήρωας Γρηγόρης Αυξεντίου, είν΄ η προσωποποίηση,
όλων των Κυπρίων αγωνιστών που έπεσαν ηρωικά,
μαχόμενοι, πριν και μετά τον επικό του θάνατο.»
Δήλωσε στην μάνα, στον πατέρα του, ο αντάρτης Γρηγόρης, ανεβαίνοντας στα άγρια βουνά της Κύπρου από τους πρώτους….
«Στην εσχάτη ανάγκη θα αγωνισθώ
και σαν ΕΛΛΗΝΑΣ θα πεθάνω,
αλλά ζωντανό ποτέ δεν θα με πιάσουν».
Του Μαχαιρά ο Σταυραετός.
ΛΥΡΙΚΟ – ΕΠΙΚΟ ΑΦΗΓΗΜΑ. Του Αντώνη Αντωνά.
Και ηρωικά μαχόμενος ο νέος Λεωνίδας,
όπως στον εαυτό του έταξε, ολοκαύτωμα εγίνει,
στου Κύκκου τα βουνά, για της Λευτεριάς την ελπίδα….
Διακόσιοι Άγγλοι τ΄απόρθητο κρυσφύγετο,
περικύκλωσαν, μετ΄ από προδοσία.
«Παραδώσου» οι Άγγλοι στον Αυξεντίου φώναξαν!»
Κρατούσε όμως το κάστρο του, της ΕΟΚΑ ο υπαρχηγός,
ο *Ζήδρος, ο Ρήγας, ο Αίαντας, ο Άρης, ο Ανταίος, ο Μάστρος.
Κρατούσε τις Κύπρου, του έθνους Θερμοπύλες…
Και τους απάντησε ο γενναίος ΚΥΠΡΙΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ:
«Μαθαίνατε μέχρι σήμερα πως πολεμούν οι Έλληνες,
τώρα θα μάθετε και πως πεθαίνουν…!»
«Μολών Λαβέ…»
Δέκα ώρες η ηρωική μάχη κράτησε…
Δεκάδες Άγγλοι ΄χάσαν την ζωή τους.
Η ατσάλινη ψυχή και το κάστρο του, δεν έπεφταν.
Έπεφταν οι Άγγλοι, λιποψυχούσαν, ψυχομαχούσαν.
Στέλλωντας οι Άγγλοι τον συναγωνιστή του αιχμάλωτο,
Αυγουστή για να τον πείσει να παραδοθεί,
αυτός μαζί του έμεινε και σάρωναν τους Άγγλους…
Και αφού οι Άγγλοι κατατροπώθηκαν,
οι θρασύδειλο δείλιασαν, ελικόπτερο,
έφεραν και του ΄ριξαν βενζίνη, τον έκαψαν.
Ολοκαύτωμα έγινε, δεν παραδόθηκε
σε αιώνια άσβεστη λαμπάδα μετουσιώθηκε,
ελευθερίας και απαράμιλλου ηρωισμού.
Λαμπαδιασμένος ο ήρωας, όρθιος συνεχίζει,
να πυροβολεί, τους Άγγλους, να θερίζει…»
Ο Αυξεντίου ο Σταυραετός, ο θρυλικός ο ήρως,
με νεκρικό χαμόγελο υπερηφάνειας και τιμής,
την τελευταία του πνοή άφησε στις 3 του Μάρτη το 57.
Όλοι οι συναγωνιστές του ήρωα πεσόντες,
με την ίδια αυτοθυσία έπεφταν μαχόμενοι…..
Στο χρυσό το πάνθεο της Κύπρου
τα ονόματα τους ανεξίτηλα χαραχθήκαν…
Αιωνία τους η μνήμη.
«Θαρσαλέος ανήρ εν πάσι αμείνων» Όμηρος
Ο θαραλέος άνδρας υπερτερεί σε όλα
Μαχόμενος ηρωικά έπεσε με το Μολών Λαβε στα χείλη και το Ένωση και Λευτεριά στην Κύπρο, όπως όλοι οι Κυπραίοι ήρωες… Ο πρωθυπουργός και πατέρας των Άγγλων στον ΒΠΠ, είπε για τους Έλληνες που πολεμούσαν παρά το πλευρό των Συμμάχων σε αντίθεση με τους Τούρκους που υπέγραφαν υπόγειες συμφωνίες φιλίας με τον Χίτλερ, « Στο εξής δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες» (Περίπου το ίδιο είπε και ο Νοτιοαφρικανός στρατηγός Γιαν Κρίστιαν Σμίτ)
Και ο Σταυραετός του Μαχαιρά Αυξεντίου ντρόπιασε τους Άγγλους και βροντοφώναξε με την σθεντόρεια φωνή του, στους εκατοντάδες κατακτητές που τον περικύκλωσαν, όταν του ζήτησαν να παραδωθεί… «Μάθατε πως πολεμούν οι Έλληνες, τώρα θα μάθετε και πως πεθαίνουν..» και επισκίασε και διέγραψε όλα τα επικά γνωμικά των ξένων περί αυτοθυσίας των Ελλήνων, Ελληνικά το είπε ο ΕΛΛΗΝΑΣ…!
Μετά από 8 ώρες ηρωικής αντίστασης στο απόκρημνο κρησφύγετο στα Τζιόνια δίπλα στο Ιερό Μοναστήρι της Παναγίας που ήταν το ορμητήριο των θρυλικών ημίθεων ηρώων και αφού κατατροπώνει τους επίλεκτους Άγγλους στρατιώτες, μη μπορώντας ούτε καν να το προσεγγίσουν, οι θρασύδειλοι με ελικόπτερο ρίχνουν εμπρηστικές βόμβες στο απόρθητο κρησφύγετο και κατακαίνε τον ήρωα, ο οποίος και καιγόμενος όρθιος συνέχισε να πολυβολεί…. Έγινε άσβεστη λαμπάδα θυσίας και ελευθερίας ,όπως όλοι οι συναγωνιστές του Έλληνες Κύπριοι που έπεσαν μαχόμενοι… Αυτοί ήταν, είναι και θα είναι οι Κυπραίοι Έλληνες που ανά τους αιώνες αγωνίζονται για αυτό το ακριτικό ηρωϊκό νησί, που ΚΕΙΤΑΙ ΜΑΚΡΑΝ, να παραμείνει ΕΛΛΗΝΙΚΟ!!!!!
Ήταν Κυριακή 3 Μαρτίου 1957 και οι Κυριακάτικες ψαλμωδίες, από το μοναστήρι της Παναγιάς της Κυκκώτισας, τον συνόδευσαν στο Πάνθεο των ηρώων…, μαζί με τους ήχους των καμπάνων που ηχούσαν σε όλη την Κύπρο και μετέδιδαν το μήνυμα της αυτοθυσίας και ανεπανάληπτου ηρωϊσμού του ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ… Λαοθάλασσες γαλάζιες πλημμύρισαν τους δρόμους και με εμβατήρια τιμούσαν τον Αυξεντίου. Οι Άγγλοι οι δόλιοι και δειλοί φοβούμενοι την λαϊκή οργή, δεν παρέδωσαν το ιερό καμένο σώμα στους συγγενείς για ταφεί με εθνικές και θρησκευτικές τιμές… Το φυλάκισαν, το έθαψαν κρυφά στα … φυλακισμένα μνήματα στις αποτρόπαιες Κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας, που ήταν τόπος απαγχονισμών, εκτελέσεων, βασανιστηρίων μέχρι θανάτου, μαζί με τους άλλους συναγωνιστές του εκτελεσθέντες – απαγχονισθέντες που τον περίμεναν ΕΚΕΙ στα αθάνατα ιερά αιματοποτισμένα χώματα…. Σε αυτόν τον Ιερό χώρο, κανείς δεν μπορεί να συγκρατήσει το πύρωμα της καρδιάς και των δακρύων, που ποτίζουν σαν αθάνατο νερό και αγίασμα των σκλαβωμένων Ιερών Μοναστηριών μας Αποστόλων Ανδρέα και Βάρναβα!
Το άγιο χώμα που σκεπάζει τους τιμημένους ήρωες είναι ανάμικτο με τα τιμημένα χώματα της Κερύνειας, του Καραβά, της Μόρφου, της Μεσαορίας, της Καρπασίας, της Σαλαμίνας, της Αμμοχώστου, του Ριζοκαρπάσου…άρωμα Ελευθερίας σαν μύρο σε τυλίγει…σε συνεπαίρνει …σε μεταφέρει σε εκείνες τις δοξασμένες στιγμές… μεθάς …με τ΄αθάνατο κρασί από αίμα, που ζυμώθηκε μέσα από τους αγώνες του Ελληνισμού και τα πύρινα σου δάκρυα χείμαρροι γίνονται και ποτίζουν το δέντρο της Λευτεριάς, που οι ΑΘΑΝΑΤΟΙ φύτεψαν και ΠΟΤΕ δεν θα πρέπει να αφήσουμε να ξεραθεί… Ιεροσυλία θα είναι.. Προδοσία θα είναι….!
Και ο επικήδειος επικός, ποιητικός λόγος της ηρωομάνας Αντωνούς Αυξεντίου, στον Σταυραετό του Μαχαιρά, ήρωα γιό της Γρηγόρη.
Και όπως ο γιός της ήρωας, εκπροσωπούσε τον ηρωισμό και αυτοθυσία όλων των συναγωνιστών του, που έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι αλλά και αυτών τους που πολέμησαν με θάρρος και αυτοθυσία τον κατακτητή αλλά από τύχη ζωντανοί παρέμειναν και η ηρωομάνα του Αυξεντίου, Αντωνού, η χαροκαμένη μάνα εκπροσωπεί όλες ανεξαίρετα τις μάνες των πεσόντων. Κατά τον ίδιο επικό και ηρωικό τρόπο ναι …. όλες οι ηρωομάνες αποχαιρετούσαν τα νεκρά παιδιά τους, που για τη πατρίδα έπεσαν… Υπέρτατη προσφορά θυσίας των σπλάχνων τους στον βωμό της Ελευθερίας και αθανασίας.
Μια ανεπανάληπτη ωδή αθανασίας, ηρωισμού, μεγαλείου ψυχής ….., που συγκινησιακά αφυπνίζει κάθε συνείδηση…….. Πραγματικά πύρινα δάκρυα ψυχής, σαν χείμαρρος τρέχουν και σε πνίγουν, διαβάζοντας τα επικήδεια λόγια των μανάδων και πατέρων, των ηρώων, που κατευόδωνα τα παιδιά τους περήφανα και αγέρωχα, για την τελευταία τους κατοικία.
Έτσι περήφανα επίσης τα αποχαιρετούσαν, βάζοντας τους ένα Σταυρό στο στήθος, όταν εγκατέλειπαν το πατρικό τους σπίτι και ανέβαιναν στα βουνά της Κύπρου, για να αγωνισθούν υπέρ Ελευθερίας και πέσουν ηρωικά μαχόμενα….. Όρκο και υπόσχεση στο Θεό, στην πατρίδα και στους γονείς τους, έδιναν ότι ΠΟΤΕ δεν θα παραδοθούν στους κατακτητές. Το κατευόδιο και η ευχή της μάνας, του πατέρα, των αδελφών τους, σαν αόρατο ιερό πέπλο τους σκέπαζε και τους συνόδευε….. Αιωνία σας η μνήμη Αθάνατοι ΕΛΛΗΝΕΣ Ήρωες της Κύπρου.
Ύστατος Χαιρετισμός της ηρωομάνας του Αυξεντίου.
«Σήμερον που σ αντίκρυσα,
τζι είδα την *ζωγραφκιά σου,
την τόλμη σου φαντάστηκα,
τζιαί την παλληκαρκάν σου.
Να μεν σε πιάσουν ζωντανόν,
τζι ας ήταν όπως τύχει,
αφού για την πατρίδα μας,
το γαίμαν σου εχύθην.
Ξύπνα Γληόρη μου να δεις,
που κόντεψεν η Νικη,
τζι εσένα βάλλουσι μπροστά,
γιατί σ εσέν ανήκει.
Μια μάνα τέτοιου ήρωα,
εν προσβολή να κλάψει,
προσβάλλει τον λεβέντη της,
τζιείνον που θ απολάψει.
Χαλάλιν της Πατρίδος μου,
ο γιος μου, η ζωή μου,
τζι΄ αφού εν παραδόθηκεν,
τζι΄ έμεινεν, τζιαι σκοτώθηκεν,
ας έσιει την ευτζήν μου.»
Αλήθεια ποιος δεν συγκινείται, ποιός δεν δακρύζει, ποιος….;;;;;
*Σημ. Οι κατακτητές Άγγλοι φοβούμενοι την οργή του λαού, δεν παρέδωσαν το κατακαμένο και διάτρητο από σφαίρες, (Και νεκρό οι Άγγλοι τον πολυβολούσαν… ΚΑΙ ΝΕΚΡΟΣ ΕΝΙΚΑ), ιερό άψυχο σώμα του ήρωα στην οικογένεια του, για να αποδοθούν οι πρέπουσες τιμές, όπως και των άλλων ηρώων απαγχονισθέντων και πεσόντων πού είναι θαμμένοι στα Φυλακισμένα Μνήματα των φυλακών Λευκωσίας. Για αυτό η ηρωομάνα αναφέρει… «.τζ είδα την ζωγραφκιά σου», δηλ. την φωτογραφία σου. Μονάχα την φωτογραφία του ήρωα γιού της είχε στη νεκρική ακολουθία… όπου χιλιάδες κόσμου παρακολούθησαν με εμβατήρια και τον Εθνικό Ύμνο, τις Ελληνικές σημαίες, με στεφάνια δάφνης και τιμής… Με συνθήματα υπέρ της Ελευθερίας της Κύπρου……..Με συνθήματα υπέρ της Ένωσης…
*Τον τιμημένο νεκρό οι Άγγλοι τον «φυλάκισαν»….. σε κοιμητήριο φυλακή, στα ιερά Φυλακισμένα Μνήματα…. Το πνεύμα του και η ψυχή του μαζί με των νεκρών φυλακισμένων συναγωνιστών, σκέπασαν ολόκληρη την Κύπρο. Οι Κύπριοι και πάλι ξεσηκώθηκαν και τους κατακτητές σε άτακτη φυγή έτρεψαν…. Οι Άγγλοι έπνεαν τα λοίσθια και οι αλυσίδες της σκλαβιάς άρχισαν να ραγίζουν, να σπάνε… Ολόψυχα ας ευχηθούμε και προσευχηθούμε το ίδιο έπος να επαναληφθεί και σήμερα και οι βάρβαροι κατακτητές να επιστρέψουν στις στέππες της βαθύτερης Ανατολής, να τσακισθούν ακόμη και από τα ιερά Ελληνικά χώματα της Μ. Ασίας, ο λαός της οργής του θεού, ο λαός χωρίς ιστορία και πολιτισμό, οι αιματόβρεκτοι εγκληματίες πολέμων, που οι δόλιοι μας άσπονδοι σύμμαχοι τους παραχαϊδεύουν ….οι μεγάλες δυνάμεις εταίρες και συνεταίρες των άπιστων Τούρκων, που ουκ ολίγες φορές τους πρόδωσαν σε αντίθεση με Ελλάδα και Κύπρο που ήταν πάντα παρά το πλευρό τους….
Αχ! Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ και αγαπημένε… Πάντα ευκολόπιστε και πάντα ΠΡΟΔΟΜΕΝΕ…. (Σολωμός), από τους ύπουλους προδότες συμμάχους.
Και εμείς θα …. Καρτερούμεν μέραν νύχταν*
– Δημήτρης Λυπέρτης
Καρτερούμεν μέραν νύχταν/
να φυσήσ’ ένας αέρας/
‘στουν τον τόπον πόν’ καμένος τζι’εν θωρεί ποττέ δροσιάν,/
για να φέξει καρτερούμεν το φως τζείνης της ημέρας/
ποννά φέρει στον καθέναν τζαι χαράν τζαι ΛΕΥΤΕΡΙΑ..Την Μανούλλαν ( Ελλάδα) μας για πάντα μιτσιοί μιάλοι καρτερούμεν/
για να μας σφιχταγκαλιάσει τζαι να νεκραναστηθούμεν./
Η ζωή μας έν’ για τζείνην τζαι ζωή μας τζείνη ένι/
τζαι πως τρώμεν δίχα τζείνης τζι είμαστιν βασταεροί/
έν γιατί με τ’ όνομάν της είμαστιν ποσκολισμένοι/
πον το βκάλλουν που τον νουν μας μήτε χρόνια, με τζαιροί·/
ξυπνητοί τζαι τζοιμισμένοι έν’ για τζείνην η καρκιά μας/
που διπλοφακκά για νά ’ρτει τζαι να μείνει δα κοντά μας./
Τα λαμπρά μας ούλλον τζι άφτουν τζι οι καμοί μας εν σιούσιν,/
έν’ συμπούρκισμαν φουρτούνας των τζυμμάτων του γιαλού/
έτσ’ οι λας έν’ που παθθαίννουν όντας ξένοι τζυβερνούσιν·/
έχουν μέσα τους φουρτούναν τζι αν τους έχουν προς καλού/
τζι όσον τούτοι τζι αν κραδκιούνται που την Μάναν χωρισμένοι,/
η αγάπη τους περίτου γίνεται δρακοντεμένη./
Πκοιος αντέκοψεν ποττέ του τον αέραν γιά το τζύμμαν/
τζι έκαμέν το για ν’ αλλάξει φυσικόν τζαι να σταθεί;/
Ομπροστά στον Πλάστην ούλλοι εν είμαστιν παρά φτύμμαν,/
έν’ αβόλετον ο νόμος ο δικός του να χαθεί/
τζαι για τούτον μιτσιοί μιάλοι για την Μάναν λαχταρούσιν/
έν’ η γέννα, έν’ το γάλα, έν’ τα χνώτα που τραβούσιν./
Είντα γάλαν ήταν τότες τζείντο γάλαν που βυζάσαν/
ας αμπλέψουν να το δούσιν· είμαστιν ούλλοι εμείς./
Αν περνούσιν μαύρα χρόνια σγιαν τζαι τζείνα που περάσαν/
πό μας ένας έν τζαι βκαίννει που την στράταν της τιμής/
μήτ’ επλάστηκεν ποττέ του, τζι αν πλαστεί τζι αννοίξει στόμαν,/
νεκρόν εννά τον ξεράσει τζαι του τάφου του το χώμαν.
Στα φυλακισμένα μνήματα οδηγούν τα σκαλοπάτια, που παν στην ΛΕΥΤΕΡΙΑ.
Του Αντώνη Αντωνά.
Και εσύ αδελφέ Έλληνα, σαν ο δρόμος σου,
στη Κύπρο σ΄ οδηγήσει, μαζί σου φέρε,
τον «Κάλχα», που την Κύπρο, εθυσίασε
και ποτέ στα ματωμένα κυπριακά,
χώματα, το πόδι δεν επάτησε,
για να εξιλεωθεί, να τα προσκυνήσει,
φόρο τιμής ν΄ αποδώσει και να τα τιμήσει.
Και όταν ο θύτης Αρχιερέας, ρωτήθηκε,
στη πολύπαθη Κύπρο, αν θα πάει,
ρητά αρνήθηκε και από ντροπή, τύψεις,
αλλά κι΄ οδύνη, έσκυψε το κεφάλι…..
Λευτεριάς και αυτοθυσίας, θα βρεις,
μονοπάτια, μοναχικέ Έλληνα αδελφέ,
που από μακριά ήρθες, Ελληνικές σημαίες,
από σφαίρες, διάτρητες, φθαρμένες,
μισοσβησμένα συνθήματα της Ένωσης,
σ΄ ερειπωμένα μετερίζια, αντίστασης κι΄ ελευθερίας.
Τα μονοπάτια οδηγούν σε Θερμοπύλες,
στα «Ελεύθερα Φυλακισμένα Μνήματα».
Και όταν διαβάτη Έλληνα θα φτάσεις,
στα μνήματα τα φυλακισμένα,
σ΄ αυτόν της Κύπρου τον ιερό χώρο,
την αγχόνη κοίταξε και εσύ κατάματα,
τους σταυρούς, των ηρώων Κυπραίων άγγιξε.
Δεν θ΄ αντέξεις, θα λυγίσεις, ρίγη,
αναφιλητά, τα δάκρυα σου ποτάμια,
λάβας θα ρέουν, θα σε καίνε,
θ΄ αχνίζουν πέφτοντας στο
καθαγιασμένο χώμα των θαμμένων ηρώων.
Και νοερά θα ακούς, τα ποιήματα τους,
π΄ απάγγελλαν και τα εμβατήρια,
π΄ αλύγιστα περήφανα τραγουδούσαν..,
ακόμη και στο ικρίωμα, δεν λυγούσαν,
όταν την νεκρική θηλειά, τους περνούσαν.
Και τον εθνικό ύμνο θ΄ ακούς,
που τις τελευταίες τους στιγμές,
στα χείλια είχαν και υμνούσαν….
Και όταν αδελφέ Έλληνα,
στην Ελλάδα, επιστρέψεις, το μήνυμα δώσε,
« Ω Ξειν αγγέλλειν…., τοις Ελλήσιν,
ότι η Κύπρος εγκαταλείφθηκε,
ποτέ της δεν λιποψύχισε και δεν ηττήθηκε!
Ελληνικές Θερμοπύλες φύλαττε,
..τοις κείνων ρήμασι πειθόμενη…»,
πάντα με ηρωισμό και αυτοθυσία,
μόνη κ΄ έρμη, χρυσοπράσινο φύλλο,
των κυμάτων έρμαιον ριγμένο,
στο φουρτουνιασμένο μακρινό πέλαγος…..
Η Κύπρος, θ΄ αναστηθεί διαβάτη αδελφέ Έλληνα.
Σ΄ όλους τους χαλεπούς αιώνες,
ποτέ της δεν ελύγισε
βάρβαρους κατακτητές,
ποτέ της δεν προσκύνησε!
Μισοσβησμένα συνθήματα,
ύμνους Ελληνισμού και Ένωσης,
διαβάτη Έλληνα στη Κύπρο,
θα συναντούσες.
Τώρα, συνθήματα της ΕΝΩΣΗΣ
και της ΕΟΚΑ δεν θα δεις,
θυσία απ΄ τον Κάλχα,
σε ελληνικούς βωμούς εγίναν,
μαζί με τα προδομένα όνειρα χαθήκαν
Και εσύ αδελφέ όμως δεν λες τίποτα…
– Μιχάλης Πασιαρδής
«Εσύ δεν λες τίποτα/
μα εγώ θα σου πω γι’ αυτό το νησί/
που ήταν όνειρο χτες και θυμάρι κι αμίαντο/
και σήμερα ποτάμι οδύνης/
ποτάμι που δεν λέει να σιγήσει/
κατρακυλώντας απ’ τους αιώνες όχι νερό/
μα τις πέτρες μας, πέτρες αρχαίες που χτίσαν ναούς/
και υψώσανε κάστρα και πολιτείες που χάραξαν/
τ’ όνομά τους στο χρόνο/
βαθιά, και για πάντα./
Εδώ, σ’ αυτό το νησί, υδρίες λαδιού με παραστάσεις του μόχθου/
υδρίες κρασιού με παραστάσεις αγάπης/
ο χαλκός στου ανθρώπου τη δούλεψη/
ο χρυσός, η εικόνα, το κέντημα,/
το ξύλο που ευωδιάζει το χέρι,/
τάφοι προγόνων παλιών και χτεσινών πατεράδων./
Εσύ δεν λες τίποτα/
μα εγώ θα σου πω για τα παιδιά/
που σκύψανε άξαφνα με το χέρι στο στήθος/
εκεί στις πλαγιές του βουνού Πενταδάχτυλος και φωνάζαν/
τη μάνα τους ώσπου ξεψύχησαν./
Εσύ δεν λες τίποτα/
μα εγώ θα σου πω για τα σπίτια, τα δέντρα/
του κάμπου μας, τα πικρολέμονα του ίδρωτά μας/
που τα διαγούμισαν άλλοι/
και πέρα τα πήγανε./
Εσύ δεν λες τίποτα/
μα εγώ θα σου πω γι’ αυτό το μαρτύριο/
που δένει τη γη μας, τον τροχό* που στενάζει/
η πατρίδα μας, την πληγή στο σώμα του Ιησού./
Εσύ δεν λες τίποτα/
μα η πληγή στο σώμα του Ιησού/
δεν στερεύει./
Μένουμε μ’ ανοιχτές τις πληγές στο σταυρό του ορίζοντα./
Δεσπόζει το αίμα. Η Κύπρος καλεί. Στους/
δρόμους του κόσμου αντηχεί η φωνή μας./
Ας μην αναπαύονται οι άνθρωποι ..
«Και μην λησμονούν, αυτό το πολύπαθο νησί, που ανά τους αιώνες έρημο αγωνίζεται να παραμείνει ΕΛΛΗΝΙΚΟ!!!
Επιμέλεια του Αντώνη Αντωνά από ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΠΡΟ.
Πηγή: koukfamily.blogspot.com