Το θέμα της παρούσας εισήγησης «πρότυπα χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς κατά τους τρεις Ιεράρχες» είναι ένα θέμα επίκαιρο, αφού σήμερα ο άνθρωπος πλέει σε ένα απέραντο πέλαγος ιδεών χωρίς πυξίδα και προορισμό. Κατά καιρούς πολλοί έχουν αναφερθεί στο βίο, τις αρετές, τη δράση και το έργο των Τριών Ιεραρχών.
Επιλέξαμε όμως αυτό το θέμα γιατί πιστεύουμε ότι τα πρότυπα είναι απαραίτητα για όλους μας τη στιγμή που η λεγόμενη νέα Τάξη πραγμάτων εισάγει στη χώρα μας ήθη, έθιμα και θεσμούς ξένα προς την παράδοσή μας. Τα όσα λοιπόν προτείνουν οι άγιοι Τρεις Ιεράρχες αποτελούν τους οδοδείκτες της πνευματικής ζωής μας και διασφαλίζουν την εθνική ταυτότητα και παράδοσή μας, μέσα στην τρικυμία των καιρών μας.
Με τη λέξη πρότυπο εννοούμε ό,τι είναι άξιο για μίμηση. Μπορεί να είναι μορφές δράσης ή πρόσωπα, τα οποία είναι φορείς αξιών, ικανοτήτων, ιδανικών κ.α. [1]
Τα προτεινόμενα πρότυπα χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς δεν αποτελούν αυθαίρετα συμπεράσματα ή αυθαίρετες συμβουλές των τριών εκλεκτών Πατέρων, αλλά είναι απαύγασμα της σοφίας και της εμπειρίας τους καθώς και της θείας φώτισης. Θεωρούνται τα άριστα και όσα μας συμφέρουν, αν τα προτιμήσουμε [2] . Με κύρια πηγή την Αγία Γραφή, και δευτερευόντως τα αρχαιοελληνικά κείμενα μεταξύ των προσώπων πρώτη θέση κατέχει ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος αποτελεί το τέλειο πρότυπο και το ύψιστο ηθικό ιδεώδες [3] και ακολουθούν, ο Απ.Παύλος, οι άγιοι της Εκκλησίας και οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ποιητές, ήρωες κ.λ.π. Επιπρόσθετα πρότυπα δημιουργούνται και μέσα από τα αναφερόμενα των Τριών Ιεραρχών στις επιστολές, στους λόγους ή στις πραγματείες τους.
Θα αναφερθούμε σε πρότυπα που έχουν σχέση α) με την εκκλησιαστική διακονία, β) την κοσμική εξουσία και γ) τον απλό λαϊκό Χριστιανό. Σε εκείνα δηλ. από τα πολλά, τα οποία οφείλουν να πραγματοποιηθούν από τους αποφασισμένους να ευαρεστήσουν τον Θεό και τα οποία ανακινήθηκαν επί του παρόντος στην Εκκλησία ή για να δανειστώ τα λόγια του Μ.Βασιλείου: Πολλών όντων δηλουμένων και των κατορθούσθαι οφειλόντων τοις εσπουδακόσιν ευαρεστήσαι τω Θεώ, περί μόνον τέως των επί του παρόντος κινηθέντων παρ?υμίν, εν συντόμω υπομνήσει ειπείν αναγκαίως προεθυμήθην [4] .
Ξεκινώντας θα ήταν παράλειψη να μη σταθούμε στο γεγονός ότι οι ίδιοι οι άγιοι Τρεις Ιεράρχες αποτελούν πρότυπα για όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς με τη τεράστια προσφορά τους. Θεωρία και πράξη σε πλήρη συμφωνία, κάτι άλλωστε που χαρακτηρίζει τη ζωή όλων των Πατέρων της Εκκλησίας. Κοινωνική προσφορά, εκκλησιαστικοί αγώνες, πύρινοι λόγοι, όπου και όποτε χρειαζόταν, υπεράσπιση και στήριξη όχι μόνο των Χριστιανών, αλλά και των αλλόθρησκων στις δύσκολες στιγμές, είναι μερικά από τα οποία μπορούμε ν?αναφέρουμε σχετικά με την προσφορά τους και τα οποία είναι άξια μίμησης από μέρους μας. Αποδεικνύεται δηλ. ότι δεν ήταν μόνο εραστές των λόγων, αλλά εφάρμοζαν τα όσα πρέσβευαν.
Εκκλησιαστική και πολιτική κατάσταση (4 ος αι.)
Η εποχή τους χαρακτηρίζεται από την εκκλησιαστική γραμματεία ως η εποχή της δογματικής κατοχύρωσης [5] . Ήταν το τέλος μιας προηγούμενης εποχής και η αρχή μιας νέας περιόδου [6] . Ο Χριστιανισμός βγαίνει νικητής από τη σύγκρουση με τον ειδωλολατρικό κόσμο, θα έχει όμως να αντιμετωπίσει τον Αρειανισμό και τους Πνευματομάχους. Τα προβλήματα λοιπόν δεν θα λείψουν, αφού για αρκετό χρόνο στον αυτοκρατορικό θρόνο θα βρίσκονται άλλοτε Ορθόδοξοι και άλλοτε μη Ορθόδοξοι αυτοκράτορες [7] . Ο Θεοδόσιος ο Μέγας όμως θα είναι αυτός που θα σταματήσει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αυτή τη σύγχυση που υπήρχε ως προς τα θρησκευτικά ζητήματα, επιβάλλοντας μία πολιτική ενότητας. Εκκλησία και πολιτεία συμπορεύονται, αν και αρκετές φορές ο Καισαροπαπισμός εμφανιζόταν για να δυσχεράνει τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο μέρη. Ο αυτοκράτορας λοιπόν στο εξής θα έχει στην Εκκλησία δικαιώματα και καθήκοντα. Θα συγκαλεί τις Οικουμενικές συνόδους και θα επικυρώνει τις αποφάσεις τους, θα πρέπει να υπερασπίζεται την ορθόδοξη πίστη και να συντηρεί τον διοικητικό οργανισμό της Εκκλησίας. Αν κάποιος αυτοκράτορας ξεπερνούσε αυτά τα όρια και ήθελε να ρυθμίσει εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας με αυθαίρετο τρόπο, τότε αντιμετώπιζε την σθεναρή αντίσταση Ιεραρχών ή και μοναχών [8] . Εντύπωση πάντως θα προκαλέσει η ολιγόχρονη παρουσία στον αυτοκρατορικό θρόνο του Ιουλιανού του επονομαζομένου και Παραβάτη, ο οποίος είχε την ψευδαίσθηση ότι μπορούσε να επαναφέρει την παλιά ειδωλολατρική θρησκεία. Είναι το κύκνειο άσμα του παλαιού κόσμου. Περιόρισε τους Χριστιανούς και μάλιστα τους απέκλεισε από κάθε εκπαιδευτική δραστηριότητα υποστηρίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν δάσκαλοι που διδάσκουν έργα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων ή μαθητές που τα διδάσκονται να μη λατρεύουν και τιμούν τους αρχαίους θεούς, που οι συγγραφείς αυτοί τίμησαν [9] . Απέκλειε έτσι τους Χριστιανούς από τη δημιουργία του πολιτισμού και τα αρχαία γράμματα από καθετί χριστιανικό [10] Δεν κατάφερε φυσικά τίποτε απ?όσα επιδίωκε. Πολλοί Χριστιανοί μορφώθηκαν σε εθνικές σχολές ή κοντά σε εθνικούς δασκάλους, όπως και οι Τρεις Ιεράρχες, δίδαξαν σ?αυτές και στη συνέχεια αφοσιώθηκαν στην εκκλησιαστική διακονία [11] .
Η αρετή, ο επιδιωκόμενος στόχος
Σκοπός και επιδίωξη των Τριών Ιεραρχών είναι να φτάσει ο άνθρωπος στην αρετή. Και οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι επιδίωξαν την αρετή. Δεν αποκλείονται, ούτε απαγορεύονται όμως στους Χριστιανούς. Πόσο διαφορετική αντίληψη και ευρύτητα πνεύματος από εκείνη τη στενή και φανατισμένη σκέψη του αυτοκράτορα Ιουλιανού, αλλά και των αρχαιολατρών. Γίνεται μάλιστα προτροπή από τον Μ.Βασίλειο να δεχτούμε όσους επαίνεσαν την αρετή ή στιγμάτισαν την κακία. Είναι επιτρεπτό να μιμηθούμε λόγια και πράξεις ποιητών ή στοιχεία της ζωής των φιλοσόφων, όπως η ασκητικότητα, η ευθύτητα, η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη [12] . Στην ίδια γραμμή θα πορευτεί και ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος θα επαινέσει τους φιλοσόφους , όταν οι ιδέες τους ή η ηθική τους συμπεριφορά ταιριάζουν με τις χριστιανικές. Μιμούμενος τον Απ.Παύλο θα χρησιμοποιήσει στους λόγους του φράσεις των αρχαίων φιλοσόφων. Προηγούνται όμως πάντα γι?αυτόν οι Απόστολοι έναντι των φιλοσόφων γιατί αυτοί δέχτηκαν την αλήθεια του Θεού [13] . Η πιο πάνω θέση του Χρυσοστόμου, δηλ. η χρησιμοποίηση φράσεων των αρχαίων Ελλήνων, η μέθοδος της συγκατάβασης, εφαρμόστηκε και από τον Θεό κατά την επαφή του με τους ανθρώπους, όταν π.χ. χρησιμοποιεί την αστρολογία και όχι την προφητεία ή το αγγελικό μήνυμα, για να οδηγήσει τους Μάγους στο νεογέννητο Θείο Βρέφος Ο αγ.Γρηγόριος θα αναφέρει ως παραδείγματα συχνά ρήτορες, φιλοσόφους, ποιητές και έργα τους στα Ηθικά έπη του. Θα είναι όμως παράλληλα και επικριτικός προς τους αρχαίους φιλοσόφους, όπως όταν καταδικάζει την θεωρία περί προΰπαρξης των ψυχών και μετενσάρκωσης του Πλάτωνα, την φιληδονία και υλοφροσύνη του Επίκουρου, την πυθαγόρεια αυθεντία και σιωπή [14] . Συνθετική, επιλεκτική και όχι λοιπόν αποτρεπτική η στάση των Τριών Ιεραρχών απέναντι στον αρχαίο κόσμο [15] . Από εκεί θα προέλθει και ο λεγόμενος ελληνοχριστιανικός πολιτισμός, όπου θα διασωθεί ό,τι θετικό είχε να παρουσιάσει ο αρχαίος ελληνικός κόσμος. Αν θέλαμε να δώσουμε τον ορισμό της αρετής σύμφωνα με όσα οι Τρεις Ιεράρχες αναφέρουν για το θέμα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αρετή είναι καθετί που αρέσει στον Θεό και καθετί που μας οδηγεί προς Αυτόν [16] . Η αρετή είναι το όπλο που θα μας βοηθήσει να φτάσουμε στην άλλη ζωή. Έχει όμως δύσκολο δρόμο [17] . Ο αγ.Γρηγόριος ο Θεολόγος συμπληρώνει ότι η αρετή επιτυγχάνεται με τη χάρη του Θεού και την ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου. Η τέλεια αρετή επιτυγχάνεται στους ουρανούς. Αποτελεί συνεργία Θεού και ανθρώπου. Η αρετή οδηγεί στη θέωση [18] . Η μεσότητα ? την οποία ο Αριστοτέλης πρώτος υποστήριξε ? υιοθετείται από τον Μ.Βασίλειο και τον αγ.Γρηγόριο τον Θεολόγο στο θέμα της αρετής. Θα τονίσουν ότι η αρετή βρίσκεται στη μέση των κακών [19]
. Για να πετύχουμε τούτο πρέπει να προετοιμαζόμαστε για μια άλλη ζωή και να μη μας αγγίζουν οι πολυτέλειες, τα αξιώματα και τα κοσμικά στοιχεία που δεν μας βοηθούν σε τίποτε [20] . Αξιοθαύμαστη είναι η αρετή των αγίων, οι οποίοι με όπλα τους τον χριστιανικό τρόπο ζωής, την καρτερία, την υπομονή, την περιφρόνηση των παρόντων νίκησαν την κακία των ανθρώπων και τις εχθρικές πνευματικές δυνάμεις, δηλ. τις δαιμονικές επιθέσεις [21] .
Μίμηση Χριστού
Η μίμηση Χριστού είναι επίσης αναγκαία. Ο λόγος και οι πράξεις των Χριστιανών θα πρέπει να είναι ανάλογες με τις εντολές του Χριστού. Ούτος όρος Χριστιανισμού, μίμησις Χριστού εν τω μέτρω της ενανθρωπήσεως [22] . Ο άνθρωπος από τούτο τον κόσμο ξεκινάει για να πετύχει αυτό το ιδεώδες της πνευματικής ζωής [23] . Κάνοντας χρήση του αυτεξουσίου του και επιθυμώντας τα αγαθά, επιθυμεί και τον Θεό, που είναι το κυρίως αγαθό [24] . Το σχέδιο εξάλλου της σωτηρίας του Θεού για τον άνθρωπο είναι η ανάκληση από την έκπτωση και η επιστροφή κοντά στο Θεό. Η Ενανθρώπηση του Χριστού, τα παραδείγματα μέσα από τα Ευαγγέλια, τα πάθη, ο σταυρός, η ταφή και η ανάσταση αποβλέπουν σ?αυτό το σκοπό, ώστε τον σωζόμενον άνθρωπον διά μιμήσεως Χριστού, την αρχαίαν εκείνην υιοθεσίαν απολαβείν [25] . Αρχή της μίμησης και παράλληλα μίμησης του θανάτου του Χριστού είναι το βάπτισμα, με το οποίο διακόπτουμε τον προηγούμενο τρόπο ζωής μας. Έτσι ξεκινάει η αναγέννησή μας [26] .
Ο Απ. Παύλος
?λλο παράδειγμα μίμησης προβάλλεται και ο Απ.Παύλος, ιδιαίτερα από τον αγ.Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος τον ερμήνευσε, χωρίς όμως να υστερούν εδώ και οι άλλοι δύο Πατέρες. Ο Απ.Παύλος είναι εκείνος ο οποίος εφάρμοσε απόλυτα τις εντολές του Χριστού, ο μιμητής του Χριστού [27] . Η διδασκαλία του χρησιμοποιείται κατά κόρον, όταν υποστηρίζονται τα ορθόδοξα δόγματα ή κάποια ηθική διδασκαλία (π.χ. η αποφυγή της πολυτέλειας, η ψυχαγωγία, η παρθενία και ο έγγαμος βίος κ.α. Επαναλαμβάνεται στα κείμενά τους συχνά η φράση: ο Παύλος φησι [28] / ως γαρ εν Χριστώ λαλεί Παύλος [29] / ούτω προήνεγκεν ο απόστολος [30] /επιτιμάτω Παύλος υμίν [31] , απ?όπου διαφαίνεται η αναγωγή του Αποστόλου Παύλου σε αυθεντία και πνευματικό οδηγό. Είναι το «σκεύος εκλογής, που μέσα του μιλούσε ο Χριστός», «ο κήρυκας και βεβαιωτής του συντετμημένου λόγου, μαθητής και δάσκαλος των αλιέων» [32] , που έφτασε στο ψηλότερο μέτρο γνώσης του Θεού [33] . Γίνεται ακόμη λόγος για την μεταστροφή του Παύλου, ο οποίος από σφοδρός διώκτης του Χριστιανισμού, έγινε θερμός κήρυκας και υπερασπιστής του [34] , στην ικανοποίηση των βιοποριστικών αναγκών του με τις αποδοχές από την προσωπική εργασία [35] . Επιπλέον στην πνευματική εγρήγορση και προκοπή των Χριστιανών, την οποία ο Απόστολος Παύλος παρουσιάζει μεταφορικά με την καρποφορία της γης, που πετυχαίνει ο γεωργός, τον πόλεμο κατά των πονηρών πνευμάτων και των παθών της σάρκας, ο στρατιώτης, που φοράει την πανοπλία του Θεού, και η στέψη του νικητή στους αθλητικούς αγώνες, επειδή δεν παρέβη τους αθλητικούς νόμους [36] . Η αρπαγή του στους ουρανούς, όπως ο ίδιος αναφέρει (Β? Κορ. 12,2), χρησιμοποιείται σαν παράδειγμα, ώστε να γίνει κατανοητό πως για την ουσία του Θεού, ούτε ο Απ.Παύλος μπορεί να μιλήσει, όπως και για την εξιχνίαση και έρευνα όλης της αλήθειας [37] . Ο Απ.Παύλος προσπαθεί να πλησιάσει όχι τη φύση, αλλά τις ενέργειες του Θεού, τις οποίες και αυτές τις ονομάζει ακατάληπτες [38] . Υπάρχουν πολλά ερωτήματα που η διάνοια του ανθρώπου δεν μπορεί να φτάσει, όσο ψηλά κι αν μπορέσει να αναρριχηθεί αυτή.
Οι άγιοι της Εκκλησίας
Τρίτη κατηγορία προσώπων ? προτύπων είναι οι άγιοι της Εκκλησίας. ?γιος της Εκκλησίας για τον Χρυσόστομο είναι ο καθένας που τιμά ως τέτοιον η Εκκλησία. Κάτι αντίστοιχο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο ήταν ο ήρωας και ο φιλόσοφος. ?γιος είναι εκείνος που έχει ορθή πίστη και ζωή [39] . Κατά τον Μ.Βασίλειο οι άγιοι υπερέχουν των άλλων ανθρώπων. Έχουν μεγαλοπρέπεια γιατί δεν ρίχνουν τον εαυτό τους στα ευτελή πάθη, έχουν καθαρές ιδέες για τον Θεό και δεν είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά. Παρομοιάζει τον κάθε άγιο με αετό γιατί πετάει πάνω από τα πάθη και τις μικρότητες, με πρόβατο γιατί είναι ήρεμος και άκακος στη ζωή του, γεμάτος από αγάπη, με κριάρι, γιατί υπερέχει ηθικά από τους άλλους ανθρώπους, με περιστέρι για την αγνότητα των προθέσεών του και με ελάφι, γιατί έχει την ιδιότητα του ελαφιού και μάχεται με τα φίδια του κακού [40] . Θεωρούνται πρότυπα, γιατί οι ίδιοι με την ζωή και το έργο τους γίνονται παραδείγματα ευσέβειας για τους Χριστιανούς, τα εγκώμια προς αυτούς φανερώνουν τον πλούτο των χαρισμάτων τους και ο καθένας οίκοθεν βρύει την αρετήν [41] . Η μίμηση των αγίων αποτελεί επίσης προτροπή των Τριών Ιεραρχών. Ο Γρηγόριος εννοεί καταρχήν ως μίμηση την ενάρετη ζωή του μάρτυρα ή του ασκητή. Παράλληλα η καθημερινή πνευματική άσκηση θα μας αναδείξει αθλητές του Χριστού και θα μας οδηγήσει στην πνευματική τελείωση [42] . Το διηνεκές του πνευματικού αγώνα των Χριστιανών ως μίμηση των αγίων υποστηρίζει και ο Χρυσόστομος. Σήμερα δεν έχουμε διωγμούς, όπως την εποχή των μαρτύρων. Ο Χριστιανός όμως διώκεται από τους πειρασμούς των δαιμόνων και έτσι λοιπόν ο αγώνας του συνεχίζεται και χρειάζεται να ασκείται συνεχώς. Η συμμετοχή μας ακόμη στις εορτές των αγίων πρέπει να είναι ουσιαστική και πνευματική και όχι τυπική. Εννοείται ότι ο Χριστιανός μετά από κάθε παρουσία του σε εορτή αγίου βελτιώνεται προσθέτοντας στη ζωή του στοιχεία από τον βίο του κάθε αγίου [43] . Όποιος παραδέχεται αυτούς τους γενναίους μάρτυρες δεν θα υστερήσει κατά την μίμηση, όταν βρεθεί σε δύσκολες περιστάσεις. Ο Χριστιανός λοιπόν μπορεί να γίνει μάρτυς τη προαιρέσει, μάρτυρας κατά τη διάθεση, αν μακαρίσει αληθινά και ωφεληθεί ουσιαστικά, απ? όσους μαρτύρησαν την πίστη τους στον Χριστό [44] . ?ξιο λόγου είναι το ότι οι μάρτυρες λίγο πριν υποστούν το μαρτύριο τους εμφανίζονταν μπροστά στον τοπικό άρχοντα και δήλωναν: Χριστιανός ειμί. Περιφρονούσαν τα ονόματα που τους είχαν δοθεί από τη γέννησή τους και ονόμαζαν τον εαυτό τους από το κοινό όνομα του Σωτήρα. Απαρνούνταν στη συνέχεια τις τιμές που τους υπόσχονταν και στο τέλος ο ουρανός υποδεχόταν αυτούς [45] . Πάνω απ?όλα βλέπουμε ότι τοποθετούσαν τον Σωτήρα Χριστό. Ξέφευγαν από τα γήινα και πρόσκαιρα, κατακτούσαν τα ουράνια και αιώνια. Διερωτόμαστε αλήθεια, αν υπάρχει η ίδια διάθεση και δύναμη ψυχής σήμερα, σε όλους, όσους θέλουμε να ονομαζόμαστε Χριστιανοί.
Ο επίσκοπος και ο ιερέας
Ως προς τις μορφές προτύπων που παρουσίασαν στεκόμαστε καταρχήν σ?εκείνη του εκκλησιαστικού άνδρα. Ο κάθε ιερωμένος θεωρείται το άλας της γης (Ματθ. 5,13), όπως μας αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Επιβάλλεται να είναι καθαρός κατ?αναλογία με την υψηλή διακονία που αξιώθηκε. Συνετός, έμπειρος, να γνωρίζει τις βιοτικές ανάγκες, να είναι όμως απαλλαγμένος απ?αυτές. Πρέπει να είναι ποικίλος, δηλ. να ενεργεί με πλήρη ελευθερία και παρρησία και να συγκαταβαίνει, όταν οι περιστάσεις το απαιτούν. Να είναι ταυτόχρονα καλός και αυστηρός, να μεταχειρίζεται το ίδιο τους πιστούς, ιδιαίτερα να είναι προσεκτικός σε ταραγμένες καταστάσεις είτε αυτές προέρχονται μέσα ή έξω από την Εκκλησία [46] . Οι Τρεις Ιεράρχες, αν και «αγωνίζονταν τον αγώνα τον καλό, προσέκρουαν σε κάθε βήμα, σε δυσχέρειες και ραδιουργίες, αντιδράσεις και πλεκτάνες, οι οποίες προέρχονταν, όχι μόνο από τους εχθρούς της πίστης, αλλά δυστυχώς και από ομόδοξους [47] ». Διώχτηκαν και συκοφαντήθηκαν πράγματι από ομόδοξους επισκόπους, λόγω του ότι ήταν επιτυχημένοι στο έργο τους, αγαπητοί στο λαό και ανυποχώρητοι σε ηθικά ή δογματικά θέματα. Δεν αντιμετώπισαν τους διώκτες με εκδικητική διάθεση, αλλά για το καλό της Εκκλησίας και την επικράτηση της ειρήνης, υποχωρούσαν ή υπέμεναν με καρτερία τα όσα τους επέβαλλαν. Ο επισκοπικός ή αργότερα αρχιεπισκοπικός θρόνος δεν ήταν μέσο εξουσίας και επιβολής, αλλά διακονία των Χριστιανών και προσφορά στην Εκκλησία. Ο καλός ποιμενάρχης ή ποιμένας φαίνεται, όταν δεν παραμένει κολλημένος στο πηδάλιο του μέσα στο λιμάνι, αλλά όταν οδηγεί το πλοίο έξω απ?αυτό και δείχνει ότι έχει ικανότητες να διακυβερνήσει το πλοίο που λέγεται Εκκλησία δηλ. να είναι κοντά στον άνθρωπο και να φροντίζει γι?αυτόν παρατηρεί εύστοχα ο Χρυσόστομος [48] . Η ιεροσύνη αναφέρει κάπου αλλού δεν είναι επάγγελμα που εξασφαλίζει τα υλικά μέσα της ζωής. Είναι διακονία που ιδρύθηκε από τον Θεό και είναι τιμιότερη απ?όλες τις εξουσίες πάνω στη γη [49] . Διαμαρτύρονται επίσης συχνά για την κατάπτωση του επισκοπικού αξιώματος, όπου άνθρωποι αμόρφωτοι, οι οποίοι στερούνται διοικητικής πείρας γίνονται επίσκοποι και πρόξενοι μεγάλων κακών για την Εκκλησία.
Ο κρατικός άρχοντας
Ο τύπος τέλος του κρατικού άρχοντα κατέχει ιδιαίτερη θέση στη σκέψη των Τριών Ιεραρχών. Συμφωνούν ότι η εξουσία δόθηκε από τον Θεό στον άνθρωπο στην μεταπτωτική του κατάσταση. Μειώνεται έτσι η αντιπαλότητα που δημιουργείται στις ανθρώπινες κοινωνίες, στις οποίες λησμονήθηκε η ομοτιμία και ισοτιμία των ανθρώπων. Η ανισότητα που προκύπτει δεν εξαφανίζει την πνευματική ομοτιμία των ανθρώπων, αφού ισότιμα όλοι έχουν θέση στη βασιλεία του Θεού [50] . Είναι αναγκαίο να υποτασσόμαστε στον Θεό, ο ένας στον άλλον και στους επίγειους άρχοντες. Στον Θεό εξαιτίας των πάντων, ο ένας στον άλλον εξαιτίας της αγάπης προς τους αδελφούς μας και στους επίγειους άρχοντες χάρη της ευταξίας. Όσο πιο ήπιοι και καλοί είναι οι κοσμικοί άρχοντες, τόση μεγάλη προθυμία υπακοής να δείχνουμε. Να διευκρινίσουμε όμως εδώ ότι δεν προβάλλεται η ελέω Θεού εξουσία των φεουδαρχικών καθεστώτων. Ο πολίτης δηλ. δεν είναι παθητικός δέκτης των οποιοδήποτε κρατούντων. Ούτε ο Θεός χαρίζει την εξουσία σε όσους την κατέχουν. Ο αγ.Γρηγόριος μάλιστα συγκριτικά θεωρεί ανώτερη την θέση του επισκόπου από εκείνη του κοσμικού άρχοντα. Ο κοσμικός άρχοντας πρέπει να έχει συναίσθηση ότι διοικεί μαζί με τον Θεό. Η φιλανθρωπία, η ηπιότητα και ο οίκτος να είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του [51] . Η εξουσία του είναι πρόσκαιρη. Κάποια στιγμή και αυτός θα κληθεί να δώσει λόγο μπροστά στον Θεό. Ο Μ.Βασίλειος ζητάει από τους πολίτες οι άρχοντες τους να είναι Χριστιανοί, φύλακες των νόμων και όχι δούλοι της αμαρτίας. Τι συμβαίνει όμως όταν προκύπτουν τύραννοι ή εχθρικά διακείμενοι στους Χριστιανούς; Τέτοια παραδείγματα υπήρχαν πολλά επί των ημερών τους. ΄Όλοι γνωρίζουμε ότι ο ιερός Χρυσόστομος εξαιτίας του ηθικού ελέγχου του προς την αυτοκράτειρα διώχτηκε και πέθανε στην εξορία. Ο Μ.Βασίλειος σε επιστολή του προς τον Ευστάθιο Σεβαστείας θα διαμαρτυρηθεί για τις προσβολές από μέρους του αυτοκράτορα Ουάλη και του έπαρχου Μόδεστου. Σ?αυτήν την περίπτωση ακολουθείται το παράδειγμα των μαρτύρων, οι οποίοι αρνούνται υποταγή στις διαταγές των διωκτών τους, δηλ. «οι Χριστιανοί οφείλουν να μην υποκύπτουν σε πολιτικές ενέργειες που αποσκοπούν στην καταδίωξη της πίστης τους ή στην υποταγή της Εκκλησίας, ή στη διατάραξη της ενότητας της Εκκλησίας [52] . <![endif]>
Επίλογος
Αναμφίβολα σήμερα η κατάσταση στα εκκλησιαστικά και γενικότερα θρησκευτικά θέματα δεν είναι ρόδινη, ούτε ευοίωνη. Οι ισχυροί κλυδωνισμοί που υφίσταται το σκάφος της Εκκλησίας από διάφορα αίτια και γεγονότα μας οδηγεί έτσι, ώστε, στρέφοντας το βλέμμα μας προς του Τρεις Ιεράρχες να διαπιστώσουμε πως παρόμοιες στιγμές έντασης αντιμετώπισαν οι Χριστιανοί της εποχής τους. Απαιτείται λοιπόν κατά πρώτον ενότητα του πληρώματος της Εκκλησίας, σύνεση και μίμηση των προτύπων που προαναφέραμε. Με βάση αυτά τα πρότυπα η κοινωνία μας, η οποία εμφανίζεται απονευρωμένη και αδύναμη να αντιδράσει σ?οτιδήποτε της παρουσιάζουν και να κρίνει το καλό και ωφέλιμο, από το άχρηστο και ανήθικο θα αποκτήσει και σωστή δυναμική, αλλά και στοιχεία υγιούς επιβίωσης. Ο τεχνοκρατισμός, ο γρήγορος και εύκολος πλουτισμός, που βάζει στην άκρη κάθε ηθική αξία δεν πρόκειται να μας δώσουν την χαμένη ανθρωπιά μας. Αυτήν την ανθρωπιά που μας χρειάζεται σήμερα, όσο τίποτε άλλο.
* Η παρούσα εισήγηση απετέλεσε την κεντρική ομιλία για την εορτή των Τριών Ιεραρχών, παρουσία του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Ειρηναίου, στο Πνευματικό Κέντρο της Ι. Μητροπόλεως, στα Χανιά (30-1-2001).
[1] Σ.Γκίκα, Λεξικό εννοιών γενικής παιδείας , Αθήνα 1994, σελ.407-408.
[2] Μ.Βασιλείου, Ομιλία προς τους νέους , 19,1, P . G .31, 564 C .
[3] Π.Δημητρόπουλου, Ορθόδοξος Χριστιανική Ηθική , Αθήναι 1970, σελ.10.
[4] Μ.Βασιλείου, Περί τελειότητος βίου των Χριστιανών , Ε.Π.Ε. 3,462,1.
[5] Π.Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Εισαγωγή , τομ.α?, εκδ. γ?, Θεσσαλονίκη 1994, σελ192.
[6] Γ.Φλορόφσκυ, Οι Ανατολικοί Πατέρες του 4 ου αιώνα , μετ.Π.Πάλλης, Θεσσαλονίκη 1991,
σελ.17.
[7] Ιουλιανός (361-363), Ιοβιανός (363-364), Ουάλης (364-378), Θεοδόσιος ο Α? (379-395). Βλ. Ι.Αναστασίου, Εκκλησιαστική Ιστορία , τομ. Α', Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 571.
[8] Π.Χρήστου, ο.π. , σελ. 193.
[9] Α.Α.Βασίλιεφ, Ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας , μετ.Δ.Σαβράμης, Αθήναι 1973, σελ.99.
[10] Γ.Φλορόφσκυ, Χριστιανισμός και πολιτισμός , μετ.Π.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1982,
σελ.155.
[11] Π.Χρήστου, ο.π. , σελ.195.
[12] Μ.Βασιλείου, Ομιλία προς τους νέους , 2, P . G . 31,565 C .
[13] Σ.Παπαδοπούλου, ?γιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος , τομ.β?, Αθήνα 1999, σελ.14-15.
[14] Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΚΖ? ,Θεολογικός πρώτος , 10, P . G . 36, 24 BC .
[15] π.Θ.Ζήση, Η σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου , εκδ.β?, Θεσσαλονίκη 1992, σελ.29.
[16] Π.Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία , τομ.δ?, Θεσσαλονίκη 1989, σελ. 83.
[17] ο.π., σελ. 87.
[18] Γρηγορίου του Θεολόγου, Περί αρετής ( A ) , 9, 145-155, P . G . 37, 679-680 A .
[19] ιδίου, Υποθήκαι παρθένοις , 2, 208-209, P.G. 37, 594 A .
[20] Μ.Βασιλείου, Ομιλία προς τους νέους , 2, P.G. 31, 565B.
[21] Ι.Χρυσοστόμου, Ομιλία ογδόη, Προτροπή προς την αρετήν , 2, P . G . 49, 99-100.
[22] Μ.Βασιλείου, Όροι κατά πλάτος , 43, 1, P.G. 31, 1028B.
[23] Π.Χρήστου, ο.π. , σελ. 81.
[24] ο.π., σελ.82.
[25] Μ.Βασιλείου, Περί αγίου Πνεύματος , 15, 35, P.G. 32, 128D.
[26] ο . π , P.G. 32, 129A.
[27] ο.π .
[28] ιδίου, Ανατρεπτικός απολογητικού Ευνομίου Γ? , 4, P . G . 29, 665 A .
[29] ιδίου, Περί αγίου Πνεύματος , 26, 62, P . G . 32, 184 A .
[30] ο . π ., 5,7, P.G. 32, 80A.
[31] Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΚΖ? , Θεολογικός πρώτος , 8, P . G . 36, 21 C .
[32] ιδίου, ο.π. , 1, P.G. 36, 12A.
[33] Μ.Βασιλείου, Ανατρεπτικός απολογητικού Ευνομίου Α? , 12, P.G. 29, 540B.
[34] Γρηγορίου του Θεολόγου, Παρθενίης έπαινος , , 1, 497-498, P . G . 37, 559-550 A .
[35] ιδίου, Περί αρετής (Β) , 10, 549-550. P.G. 37, 720A.
[36] Μ.Βασιλείου, Εις το «πρόσεχε σεαυτώ» , 4, P . G . 31, 208 A .
[37] Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΚΗ?, Θεολογικός δεύτερος , 21, P . G . 36, 53 AB .
[38] ο.π.
[39] Σ.Παπαδοπούλου, ο.π. , τομ.β?, Αθήνα 1999, σελ. 222.
[40] Μ.Βασιλείου, Εις ΚΗ' Ψαλμόν , 6, P . G . 29, 300Β. Βλ. Δ.Ρίζου, Αγιολογία , Θεσσαλονίκη 1983, σελ.71-73.
[41] Ιδίου, Ομιλία ΚΓ' , Εις τον άγιον Μάμαντα , 2, P . G . 31, 592 B .
[42] Χ.Σωτηροπούλου, ?σκησις και μαρτύριον εις τον Γρηγόριον τον Θεολόγον , στο συλλογικό έργο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ - μέρος των εισηγήσεων του 10ου Συνεδρίου Πατερικής Θεολογίας (5-8/7/1990, Ι.Μ.Καλαβρύτων και Αιγιαλείας) - εκδ. ΑΡΜΟΣ, Αθήνα, χ.ε., σελ. 143.
[43] Σ.Παπαδοπούλου, ο.π. , τομ.β?, Αθήνα 1999, σελ. 236.
[44] Μ.Βασιλείου, Ομιλία εις τους αγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας , 19,1, P.G. 31, 508B.
[45] ο.π. , 19, 3-4, P . G 31, 512 BD .
[46] Ι.Χρυσοστόμου, Περί Ιερωσύνης, λόγος στ? , 4, P . G . 48, 680-682.
[47] Δ.Σ.Μπαλάνου, Οι τρεις Ιεράρχαι και η εποχή τους , Αθήναι 1926, σελ.4.
[48] Ι.Χρυσοστόμου, ο.π.
[49] Ιδίου, Περί Ιερωσύνης., λόγος γ? , 4, P . G . 48, 642.
[50] Σ.Παπαδοπούλου, ο.π. , τομ.β?, Αθήνα 1999, σελ. 348-350.
[51] Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΙΖ? , 9-10, P . G . 35, 976 A -977 B .
[52] Π.Χρήστου, Θεολογικά μελετήματα , τομ.β?, Θεσσαλονίκη 1975, σελ.101 .