Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό

theofania 04

Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς• ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό• πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι' αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.


Tήν Ἁγία ἡμέρα τῶν Φώτων

Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ,


Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς· ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό· πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι' αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.

Ἔπειτα ἐξηγήσαμε τὴν πρὸς τοὺς ὄχλους διδασκαλία Ἰωάννη τοῦ Προφήτη καὶ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ἡ ὁποία διαλαμβάνει καί αὐτή περὶ τοῦ ἰδίου βαπτίσματος· διότι τό μὲν βάπτισμα εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, ὁ δὲ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ὁδηγεῖ διὰ τῆς διδασκαλίας του στὴν ἐπίγνωσι αὐτοῦ, ἀποδεικνύοντας τὸν προαιώνιο καὶ δεσπότη τοῦ παντός, κριτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, ποὺ κατὰ τὴν ἐξουσία του τοὺς μὲν ἄξιους εἰσάγει στὶς ἀΐδιες μονές, τοὺς δὲ κατακρίτους ρίπτει στὴ γέεννα τοῦ πυρός· ἐνῶ μαρτυρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι κύριος καί τῶν ἀγγέλων, τὸν ἑαυτό του τὸν συντάσσει στοὺς ἔσχατους δούλους.

Ἐπειδὴ δὲ τὸ βάπτισμα ὄχι μόνο ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὑπόσχεσις ἐπιστροφῆς καί θεαρέστων ἔργων, γι' αὐτό ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ καί βαπτιστής, ὄχι μόνο ὁδηγοῦσε στὴν ἐπίγνωσι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκήρυττε μετάνοια κι' ἐπιζητοῦσε καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν μετριοφροσύνη, τὴν ἀγὰπη, τὴν ἀλήθεια. Δεικνύοντας δὲ καὶ τοῦτο, ὅτι χωρὶς ἔργα δὲν ὠφελεῖ καθόλου ἡ πρὸς τὸν Θεὸ ὑπόσχεσις, ἀλλὰ καὶ καταδικάζει τὸν ἄνθρωπο, ἐπέσειε ἀξίνα κι' ἐπεδείκνυε πυρκαϊά ἄσβεστη κι' ἔλεγε ὅτι «κάθε δένδρο ποὺ δὲν κάμει καλὸ καρπὸ ἀποκόπτεται καί ρίπτεται στὴ φωτιὰ».

Ἐκτός ἀπὸ αὐτά ἐξηγήσαμε πρὸς τὴν ἀγάπη σας καὶ τοὺς πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριο ποὺ ἦλθε νὰ βαπτισθῆ λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ ἐδίσταζε καί ὑποχωροῦσε καὶ παραιτεῖτο ἀπὸ τὸ ἔργο, κι' ζητοῦσε μᾶλλον αὐτός νὰ λάβη ἀπὸ ἐκεῖνον τὸ βάπτισμα. Ἀλλ' ἐπίσης ἐξηγήσαμε καὶ τοῦ Κυρίου τοὺς λόγους πρὸς ἐκεῖνον, ὡς δεσπότη ποὺ προστάσσει δοῦλον, συγχρόνως δὲ καὶ φανερώνει τὸ μυστήριο σὰν σὲ φίλο καὶ συγγενῆ κατὰ σάρκα καὶ προβάλλει τὶς εὔλογες δικαιολογίες. Καὶ φθάσαμε τότε ὁμιλώντας πρὸς σᾶς ἕως τὸ σημεῖο ὅπου ὁ Ἰωάννης πεισθείς ἄφησε τὸν Κύριο νὰ βαπτισθῆ. Ἀπέμεινε δὲ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο αὐτό ποὺ ἀναγνώσθηκε τώρα, ὅτι, «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδοὺ τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω του. Καὶ ἀμέσως ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό ποὺ ἔλεγε, τοῦτος εἶναι ὁ ἀγαπητὸς Υἱός μου, ποὺ τὸν ἐξέλεξα».

Μέγα καὶ ὑψηλό, ἀδελφοί, εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ ποὺ συμπεριλαμβάνεται στὰ λίγα τοῦτα λόγια, δυσθεώρητο καὶ δυσερμήνευτο καὶ ὄχι λιγώτερο δυσκατάληπτο· ἀλλ' ἐπειδὴ εἶναι ἐξαιρετικὰ σωτήριο, γι' αὐτό, ἀφοῦ πεισθοῦμε καὶ ἐλπίσωμε σ' αὐτόν ποὺ προέτρεψε νὰ ἐρευνοῦμε τὶς Γραφές, ἂς ἀνιχνεύσωμε ὅσο εἶναι ἐφικτό τὴ δύναμι τοῦ μυστηρίου. Ὅπως λοιπὸν κατὰ τὴ ἀρχὴ μετὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἂς κατασκευάσωμε ἄνθρωπο κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσί μας», ἀφοῦ ἐπλάσθηκε ἡ φύσιςμας στὸν Ἀδάμ, τὸ ζωαρχικό Πνεῦμα, ἀφοῦ φανερώθηκε κι' ἐδόθηκε μὲ τὸ ἐμφύσημα πρὸς αὐτόν, συνεφανέρωσε καὶ τὸ τριαδικὸ τῶν ὑποστάσεων τῆς δημιουργοῦ θεότητος ἐπάνω στὰ ἀλλὰ κτίσματα, τὰ ὁποῖα παράγονταν μὲ μόνο τὸ ρῆμα τοῦ Λόγου καὶ τοῦ λέγοντος Πατρός· ἔτσι τώρα, ποὺ ἀναπλασσόταν στὸν Χριστὸ ἡ φύσις μας, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, φανερωθὲν διὰ τῆς πρὸς αὐτόν καθόδου ἀπὸ τὰ ὑπερουράνια, καθὼς βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη, φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς ὕψιστης καὶ παντουργοῦ Τριάδος, τὸ σωστικὸ γιὰ τὰ λογικὰ κτίσματα.

Γιὰ ποιὸ λόγο φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅταν πλάσσεται καὶ ἀναπλάσσετα ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνο διότι εἶναι μόνος ἐπίγειος μύστης καὶ προσκυνητής της, ἀλλὰ καὶ διότι εἶναι ὁ μόνος κατὰ τὴν εἰκόνα της. Πραγματικὰ τὰ μὲν αἰσθητικὰ καὶ ἄλογα ζῶα ἔχουν μόνο πνεῦμα ζωϊκό, ἀλλὰ κι' αὐτό μὴ δυνάμενο νὰ ὑφίσταται καθ' ἑαυτό, στεροῦνται ὅμως τελείως νοῦ καὶ λόγου· τὰ δὲ ἐντελῶς ὑπὲρ τὴν αἴσθησι, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὡς νοεροί καὶ λογικοί, ἔχουν νοῦ καὶ λόγο, ἀλλὰ ὄχι καὶ πνεῦμα ζωοποιό, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν οὔτε σῶμα ποὺ νὰ ζωοποιῆται ἀπὸ αὐτό. Ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος ποὺ κατ' εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης φύσεως ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα ζωοποιὸ τοῦ σώματος, ἐπειδὴ ἔχει καὶ τὸ ζωοποιούμενο σώμα.

Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ φανερώθηκε ἡ ὕψιστη καὶ παντουργὸς Τριὰς τὴ στιγμὴ ποὺ ἀναπλασσόταν ἡ φύσις μας στὸν Ἰορδάνη, σὰν εἶδος ἀρχετύπου τῆς κατὰ τὴν ψυχὴ μας εἰκόνος, οἱ μὲν βαπτίζοντες κατὰ Χριστὸν μετὰ τὸν Χριστὸ βαπτίζουν μὲ τρεῖς καταδύσεις, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης βάπτιζε μὲ μία κατάδυσι. Κι' αὐτό ἐπισημαίνοντας ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ.

«Καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ χωρὶς νὰ βγῆ ἀπὸ τὸ ὕδωρ ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ ἀναδυθῆ μόνο, «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Συγκεντρώσατε λοιπὸν τὴ διάνοιά σας, παρακαλῶ ἀδελφοί, καὶ προσέχετε μὲ ἀκρίβεια τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ κατανοήσετε τήν δύναμι τοῦ μυστηρίου τοῦ κατὰ Χριστὸν βαπτίσματος. Διότι ἡ κατάδυσις τοῦ Χριστοῦ στὸ ὕδωρ καί ἡ κάτω ἀπὸ αὐτό τοποθέτησίς του, ὅταν βαπτιζόταν, προϋπεδείκνυε τὴν κατὰβασί του στὸν ἅδη.

Εὐλόγως καὶ συνεπῶς λοιπόν, ὅταν ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ, ἀμέσως τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί·ἐπειδὴ καὶ κατὰ τὴν κάθοδο στὸν ἅδη, ὅπου ἔγινε γιὰ χάρι μας ὑπόγειος, καθὼς ἐπανερχόταν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄνοιξε ἀπὸ ἐκεῖ τὰ πάντα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὄχι μόνο τὰ ἔγγεια καὶ τὰ περίγεια, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἀνώτατο οὐρανό, στὸν ὁποῖο ἔπειτα, ὅταν ἀναλήφθηκε σωματικῶς, «εἰσῆλθε πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν». Ὅπως δηλαδὴ διὰ τοῦ μυστικοῦ ἄρτου καὶ τοῦ ποτηρίου προϋπέδειξε τὸ σωτήριο πάθος του καὶ ἔπειτα παρέδωκε τὸ μυστήριο τοῦτο στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία, ἔτσι προϋπέδειξε καὶ τὴν κάθοδό του στὸν ἅδη καὶ τὴν ἀνὰβασί του ἀπὸ ἐκεῖ μυστικῶς διὰ τοῦ βαπτίσματός του τούτου, καὶ ἔπειτα τὸ παρέδωσε στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία. Στὸν ἑαυτὸ του μὲν παρεῖχε ἔτσι τὰ ἐπώδυνα καὶ δύσκολα, σ' ἐμᾶς δὲ ἐχάριζε τὴν κοινωνία τῶν παθημάτων του εὐθὺς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ διὰ τῶν ἀνώδυνων τούτων μέσων καὶ μᾶς καθιστοῦσε κατὰ τὸν ἀπόστολο συμφύτους μὲ τὸ ὁμοίωμα τοῦ θανάτου του, ὥστε στὸν καιρὸ νὰ μᾶς καταξιώση καὶ τῆς ὑπεσχημένης ἀναστάσεως.

Ἔχοντας δηλαδὴ σὰν ἐμᾶς ψυχὴ καὶ σῶμα, ποὺ ἀνέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας, διὰ μὲν τοῦ σώματος ὑπέστη τὸ θάνατο καὶ τὴν ταφὴ ὑπὲρ ἡμῶν, κι' ἀνέδειξε τὴν ἔγερσι ἀπὸ τὸν τάφο σὰν δύναμι ἀθανασίας καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, καὶ μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὴν ἀναίμακτη θυσία σὲ ἀνάμνησι τούτων καὶ δι' αὐτῆς νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· διὰ δὲ τῆς ψυχῆς κατῆλθε στὸν ἅδη καὶ ἐπανῆλθε ἀπὸ αὐτόν, μεταδίδοντας σὲ ὅλους φῶς ἀΐδιο καὶ ζωὴ καὶ γιὰ δεῖγμα τούτου μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὸ θεῖο βάπτισμα καὶ διὰ μέσου αὐτοῦ νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· καὶ μάλιστα νὰ τὴν καρπωνώμαστε μὲ τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο μυστήρια καὶ μὲ τὰ δύο στοιχεῖα, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μυούμενα καὶ δεχόμενα σπέρματα ἀκήρατης ζωῆς. Πραγματικὰ ἀπὸ τὰ δύο αὐτά ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ σωτηρία μας, ἀφοῦ ὅλη ἡ θεανδρικὴ οἰκονομία στὰ δύο αὐτά συγκεφαλαιώνεται.

«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Δὲν εἶπε ὁ οὐρανός, ἀλλὰ «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», δηλαδὴ ὅλοι, ὅλα τὰ ἐπάνω, γιὰ νὰ μὴ νομίσης, βλέποντας τὰ ἄνω κι' ἐπάνω ἀπὸ ἐμᾶς ἐπικείμενα, ὅτι ὑπάρχει κάτι ποὺ εἶναι ὑπερκείμενο καὶ ἀνώτερο. Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐννοήσης καὶ ἐπιγνώσης ὅτι ὑπάρχει μία μόνο φύσις καὶ δεσποτεία ποὺ ἀπὸ τὴν ὑπὲρ τὸν οὐρανό γύρω ἀπειρία φθάνει μέχρι καὶ τῶν μέσων τοῦ σύμπαντος καὶ τῶν ἰδικῶν μας ὁρίων, δηλαδὴ γεμίζει τὰ πάντα καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε ἔξω ἀπὸ ἑαυτὴν καὶ συγκρατεῖ καὶ περιέχει τὰ πάντα σωτηρίως καὶ ὑπερεκτείνεται πέρα ἀπὸ τὰ πάντα, ἀναγνωρίζεται ὅμως ἀπορρήτως σὲ τρεῖς συναφεῖς χαρακτῆρες.

«Τοῦ ἀνοίχθηκαν λοιπὸν οἱ οὐρανοί», γιὰ νὰ δειχθῆ φανερώτατα ὅτι αὐτός εἶναι ποὺ καὶ πρὸ τῶν οὐρανῶν ὑπάρχει, μᾶλλον δὲ ποὺ εἶναι καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα καὶ εἶναι πρὸς τὸν Θεὸ καὶ εἶναι Θεὸς καὶ εἶναι Θεοῦ Λόγος καὶ Υἱός καὶ οὔτε τὸν Πατέρα ἔχει προγενέστερό του καὶ ἔχει μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα ὄνομα τὸ ἐπάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα καὶ ἀπὸ κάθε λόγο. Διότι, ὅταν ὅλα τὰ φαινόμενα μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πατρὸς στὸν οὐρανό, ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια, ἐσχίσθηκαν καὶ ἦσαν πεταμένα τὰ πρῶτα δίπλα στὰ ἄλλα, μόνο αὐτός παρουσιαζόταν συνημμένος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ἀφοῦ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ σύστασι τῶν ὄντων ὑπῆρχε μαζὶ μὲ αὐτούς.

«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ὅπως δὲ λέγει ὁ Μάρκος, ἐσχίσθηκαν. Διότι λέγει, «ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ, εἶδε τοὺς οὐρανούς νά σχίζωνται». Πῶς λοιπόν ὁ μὲν ἕνας εἶπε, ἀνοίχθηκαν, ὁ δὲ ἄλλος, ἐσχίσθηκαν; Γιὰ νὰ μὴ διαφύγη τὴν προσοχὴ τῶν συνετῶν ἀκροατῶν ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου εἶναι διπλή. Πραγματικὰ μὲ τὴν ἔκφρασι ὅτι ἀνοίχθηκαν μᾶς ἔδειξε ὅτι οἱ οὐρανοί ἦσαν κλειστοὶ προηγουμένως λόγω τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρακοῆς μας πρὸς τὸ Θεό. Διότι ἔχει γραφῆ ὅτι ὁ οὐρανός ἀποκλείσθηκε γιὰ τὸν Ἀδάμ, ὅταν παρήκουσε στὸ Θεὸ καὶ ἄκουσε ἀπὸ αὐτόν ὅτι «γῆ εἶσαι καὶ στὴ γῆ θὰ μεταβῆς». Εὐλόγως λοιπὸν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί στὸν Χριστό, ποὺ παρουσιάσθηκε σὲ ὅλα ὑπήκοος καί, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στὸν Ἴωαννη, ἐξεπλήρωσε ὅλη τὴ δικαιοσύνη καὶ προσφάτως διὰ τοῦ βαπτίσματος. Ἐπειδή δέ, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος ὁ πρόδρομος τοῦ Κυρίου, «δὲν δίδει μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ὁ Θεός, ἀλλὰ ὁ Πατὴρ ἀγαπᾶ τὸν Υἱό καὶ δίδει τὰ πάντα στὸ χέρι του, φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ σάρκα ἔλαβε ὅλη τὴν ἀμέτρητη καὶ ἄπειρη δὺ-ναμι καὶ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος. Οἱ οὐρανοί ἔδειξαν ἐμπρά κτως ὅτι ὅλη αὐτή ἡ δύναμις καὶ ἐνέργεια τοῦ θείου Πνεύματος εἶναι ἀχώρητος σὲ ὅλα τὰ κτιστά.

Γι' αὐτό καὶ ὅταν τούτη ἡ δύναμις φαινόταν καὶ ἦταν σὰν νὰ διάβαινε πρὸς τὴν θεοϋπόστατη ἐκείνη σάρκα, αὐτοί μὴ χωρώντας ἐσχίσθηκαν. Καλῶς λοιπὸν διεκήρυξε αὐτός ποὺ εἶπε πρὸς τὸν Θεό, «οὔτε ὁ οὐρανός δὲν εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου», ὡς οὐρανὸ ἐννoώντας τούς ἀγγέλους, τοὺς ἀρχαγγέλους, τὰ πολυόμματα Χερουβίμ, τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, ὅλη τὴν ἄλλη ὑπερκόσμια φύσι. Εὐλόγως λοιπὸν οὔτε οἱ οὐρανοί, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι σ' αὐτόν, εἶναι καθαροὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή, ἂν καὶ φωτίζεται διαπαντὸς ἀπὸ τὴν ὑψίστη καὶ δεσποτικὴ ἱεραρχία, ὑστεροῦν ὡς πρὸς τὴν ὑπερτέλεια καθαρότητα αὐτῆς. Μόνη δὲ ἡ δική μας ἐν Χριστῷ φύσις ὡς θεοϋπόστατη καὶ ὁμόθεη διαθέτει καθαρότητα ὑπερτελεία καὶ εἶναι, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, χωρητική κάθε λαμπρότητος καὶ ἀγλαΐας καὶ δυνάμεως καὶ ἐνέργειας τοῦ Θείου Πνεύματος. Ἑπομένως ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἄγγελοι ὑποχώρησαν ἐμπρὸς στὴν τοιαύτη κάθοδο τοῦ Θείου Πνεύματος σ' αὐτόν.

«Ἄφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδού, τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί»· ὁ δὲ Λουκᾶς λέγει ὅτι εἶχε ἀνοιχθῆ ὁ οὐρανός, ὅταν ἀκόμη προσευχόταν ὁ Χριστός· διότι, λέγει, «ὅταν βαπτίσθηκε καὶ προσευχόταν ὁ Ἰησοῦς, ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός». Πραγματικὰ καὶ βαπτιζόμενος καὶ κατεβαίνοντας καὶ ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ προσευχόταν, διδάσκοντας ἐμπράκτως ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἱερεὺς καὶ λειτουργός τῶν μυστηρίων πρέπει νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ καὶ αὐτός πού δέχεται τό μυστήριο πρέπει νὰ κάμη τοῦτο σὲ κάθε θεία τελετὴ· καὶ ἂν μὲν ὁ λειτουργός εἶναι τελειότερος κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ ἀναπέμπει ἐκτενέστερη εὐχή, δι' αὐτοῦ ἀνεβαίνει ἡ χάρις πρὸς τὸν ἀποδέκτη τοῦ Μυστηρίου, ἂν δὲ ὁ ἀποδέκτης εἶναι ἀξιώτερος καὶ προσεύχεται ἐκτενέστερα, ὁ θελητής τοῦ ἐλέους (τί ἄφατη χρηστότης κι' αὐτή!) δὲν ἀρνεῖται νὰ μεταδώση δι' αὐτοῦ ἀπὸ τὴ χάρι καὶ στὸν λειτουργό· ὅπως καὶ τώρα ἔγινε φανερὰ στὴν περίπτωσι τοῦ Ἰωάννη, πράγμα ποὺ καὶ αὐτός μαρτυρεῖ ὕστερα δημόσια, λέγοντας, «ὅλοι ἐμεῖς ἐλάβαμε ἀπὸ τὸ πλήρωμά του».

Γιατί ὅμως μόνο στὸν Ἰησοῦ ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός, ὅταν προσευχόταν, σὲ κανένα δὲ ἀπό τούς πρὸ αὐτοῦ; Τί λέγεις; αὐτός ποὺ ἀντιλήφθηκε τή θεανδρικὴ οἰκονομία τοῦ ἐνυποστάτου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη ἔμβρυο, καὶ ὄχι μόνο ἐπήδησε μαζί του μὲ ἀγαλλίασι θείου Πνεύματος ἀπὸ τὴν μητρικὴ κοιλιά, ἀλλὰ μετέδιδε χάρι καὶ στὴν κυοφοροῦσα μητέρα του, αὐτός ποὺ μόλις λύθηκε ἀπὸ ἐκεῖ ἔλυσε τὸ πατρικὸ στόμα ποὺ εἶχε δεθῆ γι' αὐτόν μὲ ἀφωνία κατόπιν προσταγῆς τοῦ ἀγγέλου, τὸ θρέμμα τῆς ἐρήμου, ὁ ὑψηλότερος ἀνάμεσα στὰ γεννήματα τῶν γυναικῶν καὶ ἀξιώτερος τῶν ἀπὸ ἀνέκαθεν προφητῶν, δὲν εἶναι ἱκανός νὰ λύση τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος (ὁ,τιδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός ὁ ἱμάς), καὶ θὰ ἦταν ἱκανός ν' ἀνοίξη τὸν οὐρανό, μᾶλλον δὲ τὰ ὑπερουράνια, κάποιος ἀπό τούς ὑστεροῦντας ἀπέναντι στὴν ἀξία του;

Γιὰ νὰ κατανοήσης δὲ τὸ ὕψος τῆς ὑπεροχῆς τοῦ τώρα βαπτιζομένου κατὰ σάρκα ἀπέναντι σὲ ὅλους, πρόσεξε κι' ἐκεῖνο· ὅτι «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ἔχει γραφῆ, δείχθηκε δὲ σ' ἐμᾶς μὲ ἔργα ὅτι ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ κόλπος τοῦ Ὑψίστου Πατρὸς τοῦ ἀνοίχθηκε· διότι ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ φωνὴ ποὺ μαρτυροῦσε τὴν γνησιότητα τῆς υἱότητος . Οἱ δὲ οὐρανοί εἶναι κήρυκες τούτου, ἀφοῦ ἀνοίχθηκαν σὰν παγκόσμια στόματα, καὶ διατρανώνοντας ὄχι μόνο πρὸς τοὺς ἀγγέλους τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἐπάνω στὴ γῆ ἀνθρώπους τὴν ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ πρὸς τὸ ἀπὸ αὐτόν προελθόν ἐκπορευτῶς Πνεῦμα, κατὰ τὴν οὐσία καὶ δύναμι καὶ δεσποτεία πρὸς τὸ σύμπαν.

Εὐλόγως λοιπὸν μόνο γι' αὐτόν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί ὅταν προσευχόταν ἐπειδὴ καὶ τὸ σφραγισμένο βιβλίο, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ὑπαινίσσεται τὸν κλεισμένο προηγουμένως γιὰ μᾶς οὐρανό τοῦτον, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννη, κανένας καὶ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση· «κατώρθωσε δέ, λέγει, νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση μόνο ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα». Ποιὸς δὲ εἶναι ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ποὺ λέγει, «ἀνέβηκες ἀπὸ τὴ φυλή, υἱέ μου, σκύμνος τοῦ λέοντος Ἰούδα· ἀφοῦ ἐξάπλωσες, κοιμήθηκες σὰν λέων καὶ σὰν σκύμνος. Ποιὸς θὰ τὸν ξυπνήση; Δὲν θὰ λείψη ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα καί ἡγεμὼν ἀπό τοὺς μηρούς του, ἕως ὅτου ἔλθη αὐτός στὸν ὁποῖο ἀπόκειται ἡ ἀποστολή· καὶ αὐτός θὰ εἶναι προσδοκία τῶν ἐθνῶν», δηλαδὴ αὐτός ποὺ τώρα ἄνοιξε φανερὰ καὶ ὅλα τὰ ὑπερουράνια, ποὺ μόνος ἀνέγνωσε τούς ἀπό τούς αἰῶνες καὶ στοὺς αἰῶνες λόγους τῆς προνοίας, τοὺς ἀπόκρυφους στὸν πατρικὸ κόλπο θησαυροὺς τῆς σοφίας, τὰ ἀνεξερεύνητα βάθη καὶ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.

«Ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀμέσως ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἰδοὺ ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί». Βλέπετε ὅτι τὸ ἅγιο βάπτισμα εἶναι πύλη τῶν οὐρανῶν πού εἰσάγει ἐκεῖ τούς βαπτιζομένους; Διότι δὲν εἶπε ἁπλῶς «ἀνοίχθηκαν», ἀλλὰ «ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί»· ὅλα δὲ ὅσα ἔγιναν σ' αὐτόν, γιὰ μᾶς ἔγιναν. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί, ποὺ ἔχοντας ἀνοικτὲς τὶς πύλες προσμένουν τὴν εἴσοδό μας. Καὶ πρὶν ἀπό τούς ἄλλους μαρτυρεῖ τοῦτο ὁ πρωταγωνιστὴς ἀνάμεσα στοὺς μάρτυρες Στέφανος. Ἀφοῦ γονάτισε, προσευχόταν καί ἀτενίζοντας εἶδε ὅ,τι κανεὶς δὲν εἶδε πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ· «διότι ἀτενίζοντας εἶδε τοὺς οὐρανούς ἀνοιγμένους καὶ τὸν Ἰησοῦ στὴ δόξα τοῦ Πατρός», εἶδε ὄχι μόνο ἄρρητη δόξα καὶ τόπο ὑπερουράνιο, ἀλλὰ κι' αὐτόν τόν ποθούμενο μέσα στὴ δόξα τοῦ Πατρός, διὰ τῆς ὁποίας πρῶτος αὐτός ἀπό τούς μετὰ Χριστὸν εἶδε μακαρίως ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν εἶδε κανεὶς ἀπό τούς πρὸ Χριστοῦ, στὰ ὁποῖα κι' αὐτά ἀκόμη τὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων φοβοῦνται νὰ παρακύψουν. Διότι τὸν εἵλκυσε ὁ ποθούμενος Ἰησοῦς ποθώντας νὰ εἶναι τοῦτος πρῶτος διάκονος στοὺς οὐρανούς καὶ πολὺ προτιμότερος ἀπὸ τὰ λειτουργικὰ πνεύματα, καθὼς καὶ πρῶτος μάρτυρας τῆς ἀθλήσεως. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί κι' ἐμᾶς καθάρισε διὰ τοῦ Ἑαυτοῦ του διότι δὲν χρειαζόταν ὁ ἴδιος κάθαρσι ἡ ἄνοιγμα.

Καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ λέγη ὕστερα πρὸς τοὺς ἐρωτῶντες, «κι' ἐγώ εἶδα κι' ἐμαρτύρησα, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»· εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καί νά ἔρχεται σ' αὐτόν . Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῆς περιστερᾶς τὸ εἶδος τὴν καθαρότητα αὐτοῦ πρὸς τὸν ὁποῖο κατέβηκε· διότι τοῦτο τὸ ζῶο δὲν πετᾶ ἐπάνω ἀπὸ ἀκαθάρτους καὶ δυσώδεις τόπους· συνεπιβεβαιώνει δὲ καὶ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πατρὸς ἀπὸ ἄνω· «καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ μαζί μὲ τὸ εἶδος τῆς περιστερᾶς, καὶ «φωνὴ ἀκούεται ἀπό τούς οὐρανούς ποὺ λέγει, τοῦτος εἶναι ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, τὸν ὁποῖο ἐξέλεξα» , τοῦτος ποὺ τώρα δεικνύει τὸ Πνεῦμα μου ποὺ κατῆλθε καὶ μένει ἐπάνω του σὰν στὸν συναΐδιον Υἱό μου. Πραγματικὰ ὁ Πατήρ, χρησιμοποιώντας σὰν δάκτυλο τὸ συναΐδιο καὶ ὁμοούσιο καὶ ὑπερουράνιο Πνεῦμα του, φωνάζοντας καὶ δακτυλοδεικτώντας μαζί, ἀπέδειξε δημόσια καὶ ἐκήρυξε σὲ ὅλους ὅτι ὁ βαπτιζόμενος τότε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στὸν Ἰορδάνη εἶναι ὁ ἀγαπητὸς του Υἱός.

Τὸ Πνεῦμα δὲν ἐφάνηκε μόνο σὰν πατρικὸς δάκτυλος μὲ τὸν ὁποῖο δακτυλοδεικτοῦσε, ἀλλὰ κατέβηκε καὶ ἕως αὐτόν τὸν δεικνυόμενο μὲ τὸν πατρικὸ δάκτυλο σὰν γιὰ νὰ τὸν ψεύση, καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ διέμεινε ἐπάνω σ' αὐτὸν διότι, λέγει, «ἐμαρτύρησε ὁ Ἰωάννης ὅτι, εἶδα τὸ Πνεῦμα νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ ἔμεινε ἐπάνω σ' αὐτόν». Καὶ δὲν ἔμεινε μόνο ἐπάνω σ' αὐτόν (καὶ μάρτυς εἶναι πάλι ὁ ἴδιος ποὺ λέγει, «ἀπὸ τὸ πλήρωμά του ἐλάβαμε ὅλοι ἐμεῖς»), ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ φανερὰ κάθοδο ἦταν μέσα σ' αὐτόν ἀφανῶς· τοῦτο ἄλλωστε μαρτυρεῖται καὶ ἀπό τούς ἀσώματους καὶ οὐράνιους ἀγγέλους, ἀπό τούς ὁποίους ὁ μὲν ἕνας λέγει πρὸς τὴν γυναῖκα ποὺ τὸν συνελάμβανε μὲ παρθενία «ὅτι τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπέλθη σὲ σένα», ὁ δὲ ἄλλος πρὸς τὸν Ἰωσήφ γι' αὐτήν, «ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχει γεννηθῆ μέσα της προέρχεται ἀπὸ ἅγιο Πνεῦμα».

Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτά δὲν κηρύττονται ὡς ἁπλῆ συνάφεια, ἀλλὰ εἶναι καὶ κάποια ἀλληλουχία ὑπερφυὴς καὶ διηνεκὴς συγχρόνως, τελεία καὶ ἀσύγχυτη, ἔτσι καὶ αὐτός ἀναδεικνύεται γιὰ μᾶς ἕνας Θεὸς μὲ τρισυπόστατη καὶ παντοδύναμη θεότητα, ποὺ φανερώνεται ὅποτε καὶ ὅπως εὐδόκησε μόνος του, Πατὴρ ὑπερουράνιος, Υἱός ὁμοούσιος, Πνεῦμα ἅγιο ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα καί ἀναπαυόμενο στὸν Υἱό, ποὺ καὶ τὴν ἕνωσι ἔχει ἀσύγχυτη καὶ τὴ διαίρεσι ἀμέριστη. Διότι δύο εἶναι αὐτοί ποὺ μαρτυροῦν, ὁ δὲ μαρτυρούμενος ἕνας· μαρτυροῦν δὲ καὶ τὴν θεότητά τους καὶ τὴν συμφυΐα μεταξύ τους καὶ τὴ διακρισι· τὴν μὲν θεότητα ἀπὸ τὴν ὑπερβατικὴ δεσποτεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐσχίσθηκαν ὅλοι οἱ οὐρανοί συγχρόνως, τὴν δὲ συμφυΐα ἀπὸ τὴν ἄκρα καὶ διηνεκῆ συνάφεια καὶ τὴν συμφωνία, τὴν δὲ διάκρισι διὰ τῆς διαφοροποιήσεως καὶ τῆς σχέσεως τῶν ὑποστατικῶν ὀνομάτων.

Ἀνεβάζεται μάλιστα καὶ τὸ ἀπό μᾶς πρόσλημμα πρὸς ἐκεῖνο τὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ ὑπάρχει ἀχωρίστως μαζὶ μὲ τὸν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὥστε καὶ μετὰ τὴν ἐνανθρώπησί του οἱ προσκυνητὲς καὶ φωτιστικὲς ὑποστάσεις νὰ εἶναι τρεῖς, στὶς ὁποῖες ἐμεῖς πιστεύουμε καὶ βαπτιζόμαστε, τὸν μὲν παλαιὸ ἄνθρωπο ἐκδυόμενοι μὲ τὸ θεῖο βάπτισμα, ἐνδυόμενοι δὲ τὸν Χριστό, τὸν νέο Ἀδάμ, ὁ Ὁποῖος κατέστησε νέα τὴν ἔνοχη φύσι μας, ἀφοῦ τὴν παρέλαβε ἀπὸ παρθενικὰ αἵματα ὅπως εὐδόκησε, καὶ τὴν ἐδικαίωσε δι' Ἑαυτοῦ καὶ ἔπειτα ὅλους ὅσοι προῆλθαν κατὰ πνεῦμα ἀπὸ αὐτόν τούς ἐλευθέρωσε ἀπὸ ἐκείνη τὴν προγονικὴ κατάρα καὶ καταδίκη.

Τί λοιπόν; Ἐπειδὴ βέβαια ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ δὲν ἔλαβε ἀπὸ ἐμᾶς ὑπόστασι, ἀλλὰ τὴν φύσι μας τὴν ὁποία ἀνεκαίνισε, ἀφοῦ ἑνώθηκε μὲ αὐτήν κατὰ τὴν ἰδικὴ του ὑπόστασι, δὲν μεταδίδει ἀπὸ τὴ χάρι του καὶ στὴν καθεμία ἀπό τίς ὑποστάσεις μας καὶ δὲν λαμβάνει ἀπὸ αὐτόν ὁ καθένας τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων του; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ κάμη ἀλλοιῶς αὐτός ποὺ «θέλει νὰ σωθοῦμε ὅλοι», αὐτός ποὺ «ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανούς κατῆλθε» ὑπὲρ ὅλων, καὶ πού, ἀφοῦ μὲ ἔργα καὶ λόγια καὶ παθήματα μᾶς ὑπέδειξε ὁδό σωτηρίας, ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς ἀπὸ ὅπου ἕλκει τοὺς πιστούς του; Ἀλλὰ τὴν μὲν φύσι, ποὺ τὴν ἀνακαίνισε ἀφοῦ τὴν προσέλαβε γιὰ μᾶς ἀπό μᾶς, τὴν ἔδειξε ἁγιασμένη καὶ δικαιωμένη, καὶ ὑπήκοο καθ' ὅλα στὸν Πατέρα, μὲ ὅσα αὐτός ἔπραξε κι' ἔπαθε κατὰ τὸ θέλημά του ἑνωμένος πρὸς αὐτήν κατὰ τὴν ὑπόστασι· ἀνακαίνισε δὲ τοῦ καθενὸς ἀπό μᾶς ποὺ πιστεύουμε σ’Αὐτόν, ὄχι μόνο τὴ φύσι, ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπόστασι, καὶ μᾶς ἐχάρισε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων διὰ τοῦ θείου βαπτίσματος, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του, διὰ τῆς μετανοίας ποὺ ἐχάρισε στοὺς πταῖστες, καὶ διὰ τῆς μεταδόσεως τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματός του.

Μὲ τὸ νὰ εἴπη δὲ ὁ Πατὴρ ἀπὸ ἄνω περὶ τοῦ βαπτισθὲντος κατὰ σάρκα «αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστοῦμαι», ἔδειξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἀλλὰ ποὺ ἐλέχθηκαν πρωτύτερα διὰ τῶν προφητῶν, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦσαν ἀτελῆ καὶ δὲν ἐλέχθηκαν οὔτε ἐτελέσθηκαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τούτου, ἀλλὰ ἀπέβλεπαν πρὸς τὸν τωρινὸ σκοπὸ καὶ διὰ τοῦ τελεσθέντος τώρα ἐτελειώθηκαν κι' ἐκεῖνα. Καὶ τί περιορίζομαι στὶς διὰ τῶν προφητῶν νομοθεσίες, τὶς ἐπαγγελίες, τὶς υἱοθεσίες; Διότι καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀρχὴ θεμελίωσις τοῦ κόσμου πρὸς τοῦτον ἔβλεπε, τὸν κάτω μὲν βαπτιζόμενο ὡς υἱό ἀνθρώπου, ἀπὸ ἐπάνω δὲ μαρτυρούμενο ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς μόνο ἀγαπητὸ Υἱό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγιναν τὰ πάντα καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος.

Ἑπομένως καὶ ἡ ἐξ ἀρχῆς δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου γι' αὐτόν ἔγινε, ἀφοῦ ἐπλάσθηκε κατὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέση κάποτε νὰ χωρέση τὸ ἀρχέτυπο· καὶ ὁ νόμος στὸν παράδεισο γι' αὐτόν ἐδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ· διότι δὲν θά τὸν ἔθετε ὁ νομοθέτης, ἂν ἐπρόκειτο νὰ μείνη ἀπραγματοποίητος διαπαντός. Καὶ τὰ ἔπειτα ἀπὸ αὐτόν λεχθέντα καὶ τελεσθέντα ὅλα σχεδὸν γι' αὐτόν ἔγιναν, ἂν δὲν εἴπη κανεὶς καλῶς ὅτι καὶ ὅλα τὰ ὑπερκόσμια, οἱ ἀγγελικὲς φύσεις καὶ τάξεις δηλαδὴ καὶ οἱ ἐκεῖ θεσμοθεσίες, πρὸς τοῦτον τὸ σκοπὸ τείνουν ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ πρὸς τὴν θεανδρική οἰκονομία, τὴν ὁποία καὶ ὑπηρέτησαν, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἕως τὸ τέλος. Διότι εὐδοκία εἶναι τὸ κυριαρχικὸ καὶ ἀγαθὸ καὶ τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ· αὐτός δὲ εἶναι ὁ μόνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἐπαναπαύεται καὶ ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατήρ, «ὁ θαυμαστός του σύμβουλος, ὁ ἄγγελος τῆς μεγάλης βουλῆς του», αὐτός ποὺ ἀκούει καὶ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του καὶ παρέχει στοὺς εὐπειθεῖς ζωὴ αἰώνια.

Αὐτήν εἴθε νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι ἐμεῖς μέσα σ' αὐτόν τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων Χριστό, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις μαζί μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.

Γένοιτο.


theofania 03


Λόγος στήν Κυριακὴ τῶν Φώτων

Ἁγίου Λουκᾶ,


Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῶν Θεοφανίων περιέχει ἕναν λόγο τοῦ Χριστοῦ μεγάλης σπουδαιότητας. Σ’ αὐτὸν τώρα θέλω λίγο νά στρέψω τὴν προσοχὴ σας.

Τοῦ μεγάλου αὐτοῦ γεγονότος τῆς Θεοφάνειας τοῦ Κυρίου προηγεῖται κήρυγμα στίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, τοῦ Ἰωάννου, τοῦ Προδρόμου τοῦ Κυρίου, τοῦ μείζονος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων πού γέννησαν ποτέ οἱ γυναῖκες. Τὸ φλογερὸ του κήρυγμα τῆς μετανοίας γιά τὸ ὁποῖο προετοιμαζόταν εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας τραβοῦσε πρὸς αὐτὸν μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων. Ὁ πύρινος λόγος τοῦ κηρύγματός του ἔκαιγε τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους βάπτιζε στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη καθαρίζοντας τίς ἁμαρτίες τους.

Τὴν μεγάλη ἐκείνη ἡμέρα μὲ πολλὴ ἔκπληξη παρατήρησε ὅτι μεταξὺ τῶν ἄλλων πού ἔρχονται γιά νά βαπτιστοῦν βρίσκεται καὶ Ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον μέχρι τότε δέν εἶχε γνωρίσει ἀλλὰ περὶ τοῦ ὁποίου τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὅτι θὰ βαπτίζει μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Καὶ ἀφοῦ ἔπεσε στά πόδια του, τοῦ εἶπε μὲ δέος: «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ Σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχη πρὸς μέ;» (Μτ. 3, 14).

Ἐμεῖς, ποὺ ἤδη εἴμαστε βαπτισμένοι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί, δέν θὰ μπορούσαμε νά καταλάβουμε γιατὶ ὁ ἀναμάρτητος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ πῆγε στό δοῦλο του τὸν Ἰωάννη καὶ ζήτησε νά βαπτιστεῖ ἀπὸ αὐτὸν μὲ τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας γιά νά Τοῦ ἀφεθοῦν οἱ ἁμαρτίες του, τὶς ὁποῖες δέν εἶχε, ἂν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς δέν μᾶς τὸ ἔλεγε ἀπαντώντας στήν ἐρώτησῃ τοῦ Προδρόμου τὸ ἑξῆς: «ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» (Μτ. 3, 15).

Ὤ, Κύριε μας! Σὲ προσκυνοῦμε ἐσένα καὶ τὸν Πρόδρομό Σου καὶ Σὲ εὐχαριστοῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας γιά τὸ ὅτι μας ἔμαθες νά σεβόμαστε καὶ νά τιμᾶμε «πᾶσαν δικαιοσύνην» καὶ νά μισοῦμε τὴν ὁποιαδήποτε ἀδικία, διότι ἐκείνη προέρχεται ἀπὸ τὸν διάβολο. Κάθε δικαιοσύνη, ἄκομα καὶ ἡ πιὸ ἀσήμαντη δίκαιη πράξη, εἶναι εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλαβες τὸ βάπτισμα ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στόν Ἰορδάνη ποταμὸ γιά τὴν ἄφεση ἁμαρτιῶν διότι ἤθελες νά ἐκπληρώσεις ὅ,τι προβλέπει τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἡ κατάδυση στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη ἀποτελοῦσε σφράγισμα τῆς μετανοίας γι’ αὐτούς πού ἔρχονταν νά βαπτιστοῦν. Διότι γιά τὴν ὁλόκαρδη μετάνοια, αὐτός πού δεχόταν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, λάμβανε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του.

Τὸ βάπτισμα ὅμως αὐτὸ δέν ἀνακαίνιζε τὸν ἀνθρωπο καὶ δέν ἦταν γι’ αὐτὸν μία δεύτερη γέννηση, ὅπως αὐτὸ γίνεται στό μεγάλο μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο βαπτιζόμαστε ἐμεὶς οἱ χριστιανοί. Ἦταν λοιπὸν δίκαιο τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου. Δέν μίλησε ὅμως μόνο γι’ αὐτὴν τὴν δικαιοσύνη, ὁ Σωτῆρας μας στόν Ἰωάννη γιά νά τὸν καθησυχάσει καὶ νά λύσει τὴν ἀπορία του, ἀλλὰ γιά τὴν πᾶσα δικαιοσύνη, δηλαδή γιά τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸν Θεῖο λόγο του ἁγίασε καὶ εὐλόγησε τὴν κάθε ἀλήθεια καὶ συνεπῶς κατέκρινε τὴν ὁποιαδήποτε ἀδικία.

Σκεφτεῖτε, ἀγαπητοί μου, ἄνθρωποι τοῦ ἰδίου μὲ μένα πνεύματος, κοινωνοί τοῦ μικροῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ, πόση ἀδικία ὑπάρχει στόν κόσμο! Πόσο μεγάλη ἁμαρτία εἶναι ὁ πόλεμος, ὅταν οἱ λαοί, ἀκόμα καὶ οἱ χριστιανικοὶ λαοί, ἐξοντώνουν ὁ ἔνας τὸν ἄλλον! Ἂν ὁ φόνος ἑνὸς μόνο ἀνθρώπου σὲ πολλοὺς λαοὺς τιμωρεῖται μὲ θάνατο, τότε πῶς ὁ Κύριος θὰ τιμωρήσει αὐτοὺς πού εὐθύνονται γιά τὸ φόνο δεκάδων ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων; Ἡ ὁποιαδήποτε ἁμαρτία εἶναι ἀδικία καὶ ὁ πόλεμος εἶναι ἡ ἐσχάτη ἀδικία τὴν ὁποία ὅλοι μας πρέπει νά τὴν μισοῦμε.

Μεγάλη ἀδικία ὑπάρχει στά κράτη ἐκεῖνα ὅπου ἡ γῆ, ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἰδιαίτερα σ’ αὐτούς πού τὴν καλλιεργοῦν, δέν ἀνήκει στόν λαὸ καὶ στό κράτος ἀλλὰ σ’ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἐξουσία, ποὺ τοὺς τὴν δίνει τὸ χρῆμα. Καὶ πόση ἀκόμα ἀδικία ὑπάρχει στίς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμα καὶ μεταξὺ τῶν συγγενῶν καὶ μελῶν τῆς ἴδιας οἰκογένειας. Ἡ ἀδικία αὐτὴ χαροποιεῖ παρὰ πολὺ τὸ διαβολο. Δέν ἦταν ἔτσι τὰ πράγματα στήν ἐποχὴ τῶν ἀποστόλων, μεταξὺ τῶν πρώτων χριστιανῶν. «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. καὶ μεγάλῃ δυνάμει ἀπεδίδουν τὸ μαρτύριον οἱ ἀπόστολοι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ, χάρις τε μεγάλη ἦν ἐπὶ πάντας αὐτούς. οὐδὲ γὰρ ἐνδεής τις ὑπῆρχεν ἐν αὐτοῖς· ὅσοι γὰρ κτήτορες χωρίων ἢ οἰκιῶν ὑπῆρχον, πωλοῦντες ἔφερον τὰς τιμὰς τῶν πιπρασκομένων καὶ ἐτίθουν παρὰ τοὺς πόδας τῶν ἀποστόλων· διεδίδετο δὲ ἑκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν» (Πράξ. 4, 32-35).

Δέν εἶναι μόνο ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ μεγαλεῖο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Ἡ Βάπτιση τοῦ Κυρίου μας ἔχει γιά μᾶς ἐπίσης ὕψιστη σημασία διότι ἔχουμε τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὴν στιγμή πού ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινε ἀπὸ τὸ νερὸ πάνω, ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατέρα πού μαρτυροῦσε γιά τὸν Υἱὸ του λέγοντας: «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.» (Μτ. 3, 17). Καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο «ἐν εἴδει περιστερᾶς» κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω στό κεφάλι τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἔχει μεγάλη σημασία αὐτὴ ἡ Θεοφάνεια, ὅπως ἀλλιῶς ὀνομάζεται ἡ ἑορτὴ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἴδιος, ὁ τρισυπόστατος Θεὸς, φανέρωσε τὴν θεότητα τοῦ Δευτέρου Προσώπου του, τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς-Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν νά παρουσίασαν στήν ἀνθρωπότητα τὸν Σωτήρα τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων.

Δέν ἀρκοῦν αὐτὰ σ’ ἐκείνους πού δέν πιστεύουν στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Δέν τοὺς συγκινεῖ ἡ Θεία του διδασκαλία, μὲ τὴν ὁποία δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ καμμία ἀνθρώπινη; Δέν τοὺς ἀρκοῦν τὰ θαύματά του μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Χριστὸς ἐπιβεβαίωνε τὸ κήρυγμά του; Δέν τοὺς φτάνει τὸ ὅτι τὸ κήρυγμά του τὸ σφράγισε μὲ τὸ Τίμιο Αἷμα του πάνω στόν φοβερὸ σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ; Καὶ τὸ ὅτι ἀναστήθηκε τὴν τρίτη ἡμέρα μετὰ τὸ θάνατό του, καί πού γιά σαράντα ἡμέρες, μετὰ τὴν ἀνάστασή του, φανερώθηκε πολλὲς φορὲς στούς μαθητὲς του, καὶ ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου μὲ τὴν ἔνδοξη ἀναλήψή του στούς οὐρανοὺς ἀπὸ τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν;

Ὤ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ! Ὤ, Σωτήρα μας, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ! Στά ἔργα τῆς ἀγάπης σου, στά ἀμέτρητα θαύματά σου, πρόσθεσε καὶ ἕνα ἄλλο θαῦμα: ἄγγιξε μὲ τὴν δεξιὰ σου τή λίθινη καρδιά τους καὶ δῶσε σ’ αὐτοὺς «καρδίᾳ σαρκίνῃ».

Ἀμήν.

«Λόγοι καὶ Ὁμιλίες», τ. Β΄, ἐκδ. ὈρθόδοξοςΚυψέλη


theofania 05


Βαπτίζεται ὁ Ἀναμάρτητος

Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,

«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16)


Μεγάλη, ἀγαπητοί μου, καὶ ἐπίσημη ἑορτὴ σήμερα, ἑορτὴ ποὺ παλαιὰ ἦταν συνδεδεμένη μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων. Εἶνε μακρὰ ἡ σημερινὴ ἀκολουθία, ἐν τούτοις εἶνε ἀνάγκη νὰ μιλήσουμε - ἐγὼ τοὐλάχιστον δὲν ἐννοῶ θεία λειτουργία χωρὶς κήρυγμα.

Τὴ νύχτα τῶν Χριστουγέννων ἀκούσαμε τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες τὸ Θεῖο Βρέφος πῆρε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς. Κατόπιν ὁ Ἰησοῦς ἀναγκάστηκε νὰ φύγῃ στὴν Αἴγυπτο· εἶνε ὁ πρῶτος πρόσφυγας. Ὅταν πέθανε ὁ Ἡρῴδης ἐπέστρεψε στὴν ἱερὰ Γῆ, ἀλλὰ ἐγκαταστάθηκε στὴ Ναζαρὲτ καὶ γι᾽ αὐτὸ ἐπωνομάστηκε Ναζωραῖος (Ματθ. 2,23· 26,71 κ.ἀ.). Ὕστερα βλέπουμε τὸ Χριστὸ σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν μαζὶ μὲ τὴν Παναγία Μητέρα του στὰ Ἰεροσόλυμα στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Καὶ μετά, μὲ ἕνα χρονικὸ ἅλμα, τὸν βλέπουμε ἀπότομα σὲ ἡλικία 30 ἐτῶν στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Καὶ ἔρχεται ἡ ἀπιστία καὶ μᾶς ἀπευθύνει τὸ ἐρώτημα·

Ποῦ ἦταν ὁ Χριστὸς ἀπὸ 12 μέχρι 30 ἐτῶν; πῆγε στὶς Ἰνδίες· ἐκεῖ ἔμαθε αὐτὰ ποὺ δίδαξε.

Τί ἀπαντοῦμε; Αὐτὸ εἶνε ψέμα, ἀπ᾽ τὰ χοντρὰ ἐκεῖνα ψέματα τῆς ἀπιστίας. Τὸ διαψεύδουν οἱ ἴδιοι οἱ συμπατριῶτες τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Χριστός, ὅπως εἴπαμε, βρισκόταν στὴ Ναζαρέτ. Τὸ χωριὸ ἦταν μικρὸ καὶ τίποτα δὲν ἔμενε ἄγνωστο. Ἀναφέρω ὡς παράδειγμα, ὅτι κ᾽ ἐγὼ κατάγομαι ἀπὸ ἕνα μικρὸ χωριό, ἔφυγα ἀπὸ ᾽κεῖ νέος, καὶ στὸ μεγάλο διάστημα τῆς μετέπειτα περιπετειώδους ζωῆς μου μόνο μία ἢ δύο φορὲς ἐπισκέφθηκα τὸ χωριό. Καὶ ὅμως· ἂν πᾶτε ἐκεῖ, ποὺ μὲ γνώρισαν ὡς παιδί, καὶ ρωτήσετε ὁποιονδήποτε, θὰ σᾶς πῇ καταλεπτῶς ποῦ βρισκόμουν καὶ τί ἔκανα. Δὲν λησμονοῦν στὰ μικρὰ χωριὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φεύγουν, ἀλλὰ μ᾽ ἕνα στοργικὸ βλέμμα παρακολουθοῦν τὰ βήματα ὅλων καὶ ξέρουν ποῦ βρίσκονται. Ἔτσι καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Ναζαρὲτ γνώριζαν πολὺ καλὰ ποῦ ἦταν ὁ Ἰησοῦς. Γι᾽ αὐτό, ὅταν ὕστερα πῆγε ὁ ἴδιος ἐκεῖ καὶ δίδασκε, οἱ Ναζαρηνοὶ τὸν κοίταζαν, τὸν ἄκουγαν κ᾽ ἔλεγαν ὅλοι μ᾽ ἕνα στόμα· Πῶς αὐτὸς ξέρει γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε σχολεῖο; (βλ. Ἰω. 7,15). Οἱ συγχωριανοί του λοιπὸν βεβαιώνουν μ᾽ αὐτὰ ποὺ λένε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἔφυγε ἀπ᾽ τὴ Ναζαρέτ.

Καὶ ποῦ ἦταν λοιπόν; Ὅπως ὑπῆρξε πρῶτος πρόσφυγας, ἔτσι ἔγινε καὶ πρῶτος ἐργάτης. Τὸν ἤξεραν ὅλοι ὡς «τέκτονα», μαραγκό (Μᾶρκ. 6,3), καὶ «υἱὸν τοῦ τέκτονος» (Ματθ. 13,55). Δούλευε στὸ ξυλουργεῖο τοῦ δικαίου Ἰωσήφ· κατασκεύαζε ἄροτρα καὶ ἔπιπλα, γιὰ νὰ ζήσῃ αὐτὸς καὶ ἡ ἁγία του Μητέρα. Ἐκεῖ ἐργάστηκε ἀπὸ 12 ἐτῶν, ἀφ᾽ ὅτου τὸν εἶδαν στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος.

Ὕστερα ἀπὸ 18 χρόνια, στὸ τριακοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του, τὸν βλέπουμε τώρα στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Ἔρχεται νὰ βαπτισθῇ.

᾽Εδῶ ὅμως γεννᾶται ἄλλη ἀπορία· Βαπτίζονται οἱ ἁμαρτωλοί, μὰ ὁ Χριστὸς ἦταν ἀναμάρτητος· γιατί νὰ βαπτισθῇ; Ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ μικρὰ παιδιά· γιατί βαπτίζονται; τί ἁμαρτίες ἔχουν;

Τὰ μικρὰ παιδιὰ βαπτίζονται ὄχι γιατὶ ἔχουν προσωπικὲς ἁμαρτίες, ἀλλὰ γιατὶ σύμφωνα μὲ τὴν πίστι μας κάθε παιδάκι ποὺ γεννιέται δὲν εἶνε ἄγγελος, φέρει τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, καὶ βαπτίζεται γιὰ ν᾽ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ αὐτό.

Καλὰ τὰ ἄλλα βρέφη, ἀλλὰ τὸ Θεῖο Βρέφος δὲν γεννήθηκε μὲ φυσικὸ τρόπο· γεννήθηκε μὲ τρόπο ὑπερφυσικό, ἄρα εἶνε ἀπηλλαγμένο ὄχι μόνο ἀπὸ προσωπικὰ ἁμαρτήματα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ προπατορικό. Τότε γιατί βαπτίσθηκε;

Γιὰ πολλοὺς λόγους, καὶ κυρίως γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῇ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ νὰ δοθῇ ἡ μαρτυρία ὅτι ὁ Ἰησοῦς, ποὺ τώρα ἄρχιζε τὸ δημόσιο ἔργο του, εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Πατρὸς ὁ ἀπεσταλμένος νὰ σώσῃ τὸν κόσμο.

Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο βεβαιώνει ὄντως, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἁμαρτίες·«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Τὸ λέει μὲ μία λέξι, τὴ λέξι «εὐθύς»· ὅταν δηλαδὴ βαπτίσθηκε ὁ Χριστός, βγῆκε ἀμέσως ἀπ᾽ τὸ νερό. Γιατί βγῆκε ἀμέσως; Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε πρέπει νὰ γνωρίζουμε τὰ ἑξῆς.

Ὅταν παρουσιάστηκε ὁ Πρόδρομος καὶ ἔστησε τὸ βῆμα του στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνου, λόγῳ τῆς ἀσκητικῆς του φυσιογνωμίας καὶ τοῦ ζωηροῦ καὶ ἐπαναστατικοῦ του κηρύγματος, ἔγινε μαγνήτης ποὺ εἵλκυσε κοντά του πλήθη· μικροὶ – μεγάλοι, πλούσιοι – φτωχοί, ἄντρες – γυναῖκες, ἐπίσημοι – ἄσημοι. Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε συνεχῶς. Ὁ καθένας ἔβγαζε τὰ ροῦχα του, ἔμπαινε μέσα στὸ νερὸ γυμνὸς κατάγυμνος, ἐκεῖ ἔμενε καί, βουτημένος μέχρι τὸν ὦμο ὅπως ἦταν, ἔλεγε τ᾽ ἁμαρτήματά του στὸν ὑπέροχο ἐκεῖνο πνευματικὸ πατέρα. Ἂν εἶχε νὰ πῇ πολλά, ἔμενε περισσότερη ὥρα· ἄλλος δέκα λεπτά, ἄλλος μισὴ ὥρα, ἄλλος μία ὥρα· οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοί, γυναῖκες καὶ ἄντρες, περισσότερο. Ἐξωμολογοῦντο κλαίγοντας καὶ ἔσμιγαν τὰ δάκρυα μὲ τὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου.

Πέρασαν ἔτσι χιλιάδες ἄνθρωποι. Ἕνας μόνο, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, μόλις μπῆκε βγῆκε· «ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος», λέει. Γιατί βγῆκε; Ἦταν ἀναμάρτητος, δὲν εἶχε τίποτα νὰ πῇ· τί νὰ πῇ;

Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίσθηκε;

Ὁ Χριστὸς μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν ἕνας ἄγνωστος ἐργάτης. Ποιός τοῦ ἔδινε σημασία; Κανείς. Δὲν ἦταν φαρισαῖος, δὲν ἦταν ἐσσαῖος, δὲν ἦταν ἀρχιερεὺς μὲ λαμπρὴ στολή, δὲν ἦταν ἀξιωματοῦχος. Καὶ ὅμως· ὅταν πῆγε ἐκεῖ στὸν Ἰορδάνη, τότε –ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι– «ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ. 113,3). Ἄστραψε φῶς, ἄνοιξαν τὰ οὐράνια, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ οὐρανίου Πατρὸς νὰ λέῃ «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17). Τὸ δὲ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἀφοῦ κατέβηκε ἐπάνω στὸν Ἰησοῦ «ἐν εἴδει περιστερᾶς ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές» (ἀπολυτ.). Τώρα ὁ Οὐρανὸς τὸν συνιστᾷ ἐν θριάμβῳ πανηγυρικῶς, κι ἀκοῦνε ὅλοι.

Τὴν ἡμέρα αὐτή, ἀγαπητοί μου, κατὰ τὴ βάπτισι τοῦ Χριστοῦ φανερώθηκε στὸν κόσμο τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος· ὁ Πατὴρ μαρτυρεῖ, ὁ Υἱὸς βαπτίζεται, τὸ Πνεῦμα κατέρχεται καὶ μένει ἐπάνω σ᾽ αὐτόν (βλ. Ἰω. 1,32-33).

Ἐδῶ διαφέρουμε οἱ ὀρθόδοξοι ἀπ᾽ ὅλα τὰ θρησκεύματα· οἱ Τοῦρκοι ἔχουν θεὸ τὸν Ἀλλάχ, οἱ Ἰνδοὶ ἄλλον, οἱ Ἰάπωνες ἄλλον καὶ οὕτω καθεξῆς. Ὁ ὀρθόδοξος Χριστιανὸς πιστεύει εἰς Πατέρα Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα, εἰς μίαν Θεότητα ἐν τρισὶ Προσώποις. Ὤ μυστήριο!

Ἐδῶ ὅμως ἔρχεται ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ λέει· Πῶς τὸ ἕνα εἶνε τρία; εἶνε ποτὲ δυνατόν;… Πόσες φορὲς τὸ ἄκουσα αὐτὸ καὶ στὴν Ἀθήνα καὶ ἀλλοῦ! Κ᾽ ἐσεῖς θὰ τό ᾽χετε ἀκούσει. «Μπόσικα πράγματα», ὅπως εἶπε κάποιος στὸ Μακρυγιάννη χλευάζοντας.

Ὁ ἁγνὸς αὐτὸς ἥρωας δέχτηκε στὸ σπίτι του κάποιον ξένο. Πρὶν καθίσουν στὸ τραπέζι ὁ Μακρυγιάννης ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ εὐχήθηκε «ἡ ἁγία Τριὰς νὰ μᾶς σώσῃ». Ὁ Εὐρωπαῖος γέλασε εἰρωνικά. Τότε ὁ Μακρυγιάννης τοῦ λέει· Ὅλα τὰ ἀνέχομαι, μὰ ἀσέβεια στὴν ἁγία Τριάδα δὲν ἐπιτρέπω· σήκω καὶ φύγε ἀπ᾽ τὸ σπίτι μου, μὴ μοῦ μαγαρίζεις τὸ τραπέζι.

Τέτοιοι ἦταν οἱ ἥρωες τῆς φυλῆς, πίστευαν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ Σύνταγμά μας –μοναδικὸ στὸν κόσμο– ἀρχίζει μὲ τὴν ἐπικεφαλίδα «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος». Λὲς καὶ εἶνε θεία Λειτουργία.

Ἁγία Τριάς, τὸ μέγα μυστήριο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο διακρίνεσαι ἂν πιστεύῃς στὴν Ὀρθόδοξο πίστι. Μὰ οἱ ἄπιστοι ἐπιμένουν· Πῶς τὸ ἕνα εἶνε τρία;

Τοὺς ἀπαντᾷ ἡ ψυχολογία. Ὁ ἄνθρωπος, λέει, κυρίως εἶνε ψυχή. Καὶ ἡ ψυχὴ σκέπτεται, αἰσθάνεται, ἐνεργεῖ. Σκέπτομαι ἐνεργῶ, ἰδού ἡ τρίφωτη λαμπάδα. Σκέψις – αἴσθημα – ἐνέργεια εἶνε τὸ τριπλὸ βάθρο τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Καὶ τὰ τρία αὐτὰ εἶνε μέσα στὴν μία καὶ ἀδιαίρετη ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ἡ ψυχὴ λέγεται εἰκόνα τοῦ Θεοῦ· κάθε ψυχὴ ἔχει στὸ βάθος της ἐντυπωμένη τὴ σφραγῖδα τῆς ἁγίας Τριάδος.

Ἀπαντᾷ καὶ ἡ φυσικὴ μὲ ἕνα καταπληκτικὸ παράδειγμα. Τὸ ἄτομο εἶνε ἕνα. Ἐὰν ὅμως γίνῃ σχάσις τοῦ ἀτόμου, τότε κατὰ ἕνα περίεργο τρόπο ἐκλύονται τρεῖς λάμψεις· τὰ τρία γίνονται ἐννέα, τὰ ἐννέα γίνονται εἰκοσιεπτά, καὶ οὕτω καθεξῆς. Καὶ στὰ ἄψυχα λοιπὸν ἄτομα ὑπάρχει μέσα ἡ σφραγίδα τῆς ἁγίας Τριάδος.
Καὶ τελειώνω, ἀγαπητοί μου, ὑπενθυμίζοντας τὸ γνωστὸ ἐκεῖνο ἀνέκδοτο τοῦ ὁμωνύμου μου ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄνομα. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ἐρευνώντας τὸ μυστήριο τῆς Θεότητος ζαλίστηκε καὶ σταμάτησε. Διδάχθηκε δὲ τότε στὴν ἀκροθαλασσιὰ ἀπὸ ἕνα παιδάκι, ποὺ ἦταν ἄγγελος, ὅτι ὁ ἀνθρώπινος νοῦς εἶνε πολὺ μικρὸς γιὰ νὰ συλλάβῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος.

Καὶ τελειώνω, ἀγαπητοί μου, ὑπενθυμίζον­τας τὸ γνωστὸ ἐκεῖνο ἀνέκδοτο τοῦ ὁμωνύμου μου ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄνομα. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ἐρευνώντας τὸ μυστήριο τῆς Θεότητος ζαλίστηκε καὶ σταμά­τησε. Διδάχθηκε δὲ τότε στὴν ἀκροθαλασσιὰ ἀπὸ ἕ­να παιδάκι, ποὺ ἦταν ἄγγελος, ὅτι ὁ ἀν­θρώπινος νοῦς εἶνε πολὺ μικρὸς γιὰ νὰ συλλάβῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος.
Δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι.

Δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι,

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος [παλαιός] Φλωρίνης, Σάββατο 6-1-1968 πρωί)


theofania 06


Τα δύο βαπτίσματα

Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,


ΕΟΡΤΗ μεγάλη σήμερα, αγαπητοί μου, για όλους τους ορθοδόξους λαούς. Ιδιαιτέρως την εορτάζει ή Ελλάς, χώρα ναυτική. Οι ναυτικοί μας, όπου και να πλέουν, εϊτε στον Ατλαντικό εϊτε στον Ειρηνικό ωκεανό, την τιμούν χαρμοσύνως· σήμερα αγιάζονται τα νερά και οί θάλασσες με τον τίμιο σταυρό.

Ή εορτή των Φώτων είναι το τέλος μιας εκκλησιαστικής περιόδου πού ονομάζεται Δωδεκαήμερο. Τελειώνει σήμερα το Δωδεκαήμερο, πού άρχισε με τη γέννηση του Χριστού. Να μιλήσουμε για την εορτή των Φώτων; Μικρά ή διάνοια μας, ασθενής ή γλώσσα μας, και το μυστήριο πού αποκαλύπτεται σήμερα με τη βάπτιση του Κυρίου απέραντο όπως ό ωκεανός. Μάλλον πρέπει να σιωπήσουμε. Άλλα για να μη μείνη ό άμβωνας άφωνος τέτοια μέρα, τολμώ, επικαλούμενος τη χάρι του αγίου Πνεύματος, κάτι να πω.

Ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός παρουσιάστηκε στη γη ως άνθρωπος υπό τις πλέον ταπεινές συνθήκες· ήλθε ως νήπιο, γεννήθηκε από πάμπτωχη κόρη σε μια κωμόπολη της Ιουδαίας μέσα σ' ένα σπήλαιο. Ποιος, βλέποντας το βρέφος εκείνο, ήταν δυνατόν να φανταστή, ότι κάτω από αυτό το σχήμα κρυβόταν ή Θεό- της; Μετά από οκτώ ήμερες δέχθηκε την περιτομή και έλαβε το όνομα Ιησούς Χριστός, «το υπέρ πάν όνομα» (Φιλ. 2,9). Δώδεκα ετών τον βλέπουμε πάλι στο ναό του Σολομώντος, όπου κατέπληξε τους σοφούς πρεσβυτέρους με τις ερωτήσεις και απαντήσεις του. Μετά, για το διάστημα από δώδεκα ετών έως τριάντα, ορισμένοι λένε πολλά φανταστικά, άσχετα με το Ευαγγέλιο. Άλλ' ένα είναι το βέβαιο· ότι ό Ιησούς Χριστός έζησε αφανής. Αφάνεια. Ωραία είναι ή αφάνεια! Που ήταν; Έμενε και εργαζόταν στη Ναζαρέτ ως ξυλουργός. Κρατούσε σκεπάρνια, πριόνια, σφυριά και καρφιά. Είναι ό πρώτος εργάτης! Τίμησε την εργασία εκεί στο- εργαστήριο του νομιζομένου πατρός του. Έτσι έμεινε άγνωστος. Ποιος φανταζόταν, ότι αυτός ό ξυλουργός είναι ό προφητευμένος από αιώνων «υιός ανθρώπου» (Δαν. 7,13);

Άλλ' ήρθε ή ώρα να εμφανιστεί. Και τότε παρουσιάστηκε ό Ιωάννης ό Πρόδρομος. Κήρυττε μετάνοια και είλκυε κόσμο πολύ. Όλοι έσπευδαν στα ρείθρα του Ιορδανού, μετανοούσαν και έβαπτίζοντο. Μέσα στο πλήθος ήρθε και ό Χριστός. Ήταν απέριττος, χωρίς κάποιο εξωτερικό διακριτικό· δέ φορούσε διάδημα. Ό Ιωάννης όμως διέκρινε, ότι κάτω από το φτωχικό του παρουσιαστικό υπήρχε ή Θεότης. Τον αντελήφθη, γι' αυτό ακριβώς ήταν εκεί. Ό Χριστός του λέει: «Βάπτισε με». Ό Ιωάννης: «Δεν είμαι άξιος· εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα». Ό Χριστός επιμένει και στο τέλος ό Ιωάννης πειθαρχεί. Κι όταν τον βάπτισε, τότε άνοιξαν οι ουρανοί, είδε το Πνεύμα το άγιο σαν περιστερά λευκή να κατεβαίνει επάνω στην κεφαλή του Χριστού μας, και ακούστηκε ή φωνή του ουρανίου Πατρός να μαρτυρεί γι' αυτόν. Έτσι απεκαλύφθη το μέγα μυστήριο.

Ένας ασεβέστατος «λογοτέχνης» τόλμησε να διακωμώδηση το μυστήριο αυτό. Μα τί θα πή «λογοτέχνης »; Άν σου βρίσει τον πατέρα, θα το δεχτής επειδή είναι λογοτέχνης; Ό ένας βρίζει χυδαίως κι ό άλλος βρίζει λογοτεχνικώς· τί σημασία έχει; είτε σε χυδαία γλώσσα εϊτε σε λογοτεχνική, ϋβρις είναι. Το ύβρισαν λοιπόν οι άπιστοι το μυστήριο· τους φαίνεται σκάνδαλο. Εμείς το βλέπουμε διαφορετικά.

Υπάρχει μία λέξη του ευαγγελίου πολύ χαρακτηριστική. Τί λέγει. Στόν Ιορδάνη έμπαιναν γυμνοί στο νερό και, όπως ήταν, έξωμολογοΰντο τις αμαρτίες τους. Και άλλοι μεν έμεναν περισσότερο, άλλοι λιγώτερο, αναλόγως των αμαρτημάτων πού είχαν να πουν. Όλοι πάντως έμεναν ένα διάστημα βυθισμένοι. Ένας μόνο δεν έμεινε καθόλου· ό Χριστός. Το λέει το ευαγγέλιο· «Και βαπτισθείς ό Ιησούς ανέβει ευθύς από του ύδατος» (Ματθ. 3,16). Είδες μια λέξι τί σημασία έχει; «Ευθύς», λέει. Μόλις μπήκε, βγήκε. Γιατί; Διότι δεν είχε τίνα πή, δεν είχε αμαρτήματα! Το «ευθύς» είναι μαρτυρία της αγίας Γραφής, οτι ό Κύριος ήταν λευκός όχι μόνο από το προπατορικό αμάρτημα, αλλά και από προσωπικά αμαρτήματα. Ήταν ό μόνος πού απηύθυνε εκείνο το αναπάντητο ερώτημα· «Τίς εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ίωάν. 8, 46).

Άλλ' αφού είναι αναμάρτητος, τότε γιατί βαπτίσθηκε; Ή βάπτισις του Χρίστου έχει πολλούς λόγους. Έβαπτίσθη, για ν' άκουσθή ή μαρτυρία του Πατρός, να φανή ή συμφωνία του αγίου Πνεύματος, και να βεβαιωθεί έτσι ή θεότης του Υΐοϋ. Έβαπτίσθη, για να φανερωθή το μέγα μυστήριο της αγίας Τριάδος. Έβαπτίσθη, για να αγιάσει τα ύδατα. Έβαπτίσθη ακόμα, για να είναι το βάπτισμα του υπόδειγμα σ' εμάς· αν βαπτίσθηκε εκείνος πού δεν είχε ανάγκη βαπτίσεως, πολύ περισσότερο έχουμε εμείς ανάγκη να βαπτισθούμε.

Στο βάπτισμα γίνεται μυστήριο. Ποιος όμως το νιώθει; Γελούν τώρα οι καλεσμένοι θεομπαίχτες καταντήσαμε... Άλλα και στο βαπτιζόμενο, λόγω τής ηλικίας, δεν υπάρχει συνείδησις του μυστηρίου. Το μυστήριο θέλει πίστη' «... ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών» (Σύμβ. πίστ.). Αν πιστεύαμε, αν είχαμε μάτια αγγέλων, θα βλέπαμε ότι ή ψυχή εκείνου πού βαπτίζεται, προτού να μπη στην κολυμβήθρα είναι μαύρη σαν τα φτερά του κόρακα· άλλ' όταν βγαίνει από την κολυμβήθρα, μετά την τρίτη κατάδυση «εις το όνομα του Πατρός και του Υιοϋ και του αγίου Πνεύματος» —αύτη είναι ή πίστις μας—, βγαίνει πιο λευκή κι άπ' το χιόνι πού καλύπτει τώρα τα βουνά της πατρίδος μας. Για αυτό βλέπεις, το παιδί πού βαπτίζεται είναι υποχρεωτικό να το ντύνουν στα λευκά, σύμβολο ότι καθαρίστηκε. Σά' να λέη· Πλϋνε με, Κύριε, «και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. 50,9).

Γεννάται όμως το ερώτημα" μετά το βάπτισμα τί γίνεται; Όλοι λερώνουμε το χιτώνα του βαπτίσματος, δεν τον κρατούμε καθαρό και αμόλυντο, όπως λέει σήμερα ή Εκκλησία «Όσοι εις Χριστόν έβαπτίσθητε, Χριστόν ένεδύσασθε» (Γαλ. 3,27). Και το ερώτημα, πού συνεκλόνισε αιώνα ολόκληρο την Εκκλησία είναι· Τα αμαρτήματα προ του βαπτίσματος, είτε κληρονομικά είτε προσωπικά, συγχωρούνται τα αμαρτήματα μετά το βάπτισμα συγχωρούνται; Διχάστηκαν στην πρώτη Εκκλησία. Άλλοι είπαν, ότι δεν συγχωρούνται. Άλλα ή Εκκλησία είπε ότι, κατά το πνεύμα του Ευαγγελίου, συγχωρούνται. Πώς συγχωρούνται; Έχει ή Εκκλησία ένα άλλο μυστήριο, πού είναι ένα δεύτερο βάπτισμα. Βαπτισθήκαμε στην κολυμβήθρα, πρέπει να βαπτισθούμε και σ' αυτό. Όπως αυτός πού δέ' βαπτίζεται δέ' θεωρείται Χριστιανός, έτσι και αυτός πού αμάρτησε δέ' συγχωρείται αν δεν πέραση από αυτό. Ποιο είναι το δεύτερο βάπτισμα; Είναι ή μετάνοια και εξομολόγησης. Πολλά άχρηστα δάκρυα χύνουν οί άνθρωποι· ένα δάκρυ έχει αξία· δώστε μου ένα τέτοιο δάκρυ! είναι το δάκρυ για τις αμαρτίες, το δάκρυ της μετανοίας. Αυτό γίνεται Ιορδάνης ποταμός, δεύτερο βάπτισμα. Πού τελείται; "Οταν πας στον πνευματικό πατέρα και ομολογήσεις είλικρινώς τα αμαρτήματα σου, εκείνα πού δεν ξέρει ούτε ή γυναίκα σου ούτε ό είσαγγελεύς ούτε ό κόσμος (πού μπορεί να σε θεωρεί καλό και έντιμο άνθρωπο, αλλά ή συνείδησι βοά μέσα σου...).

Σπεύσε λοιπόν σ' αυτό το δεύτερο βάπτισμα το συνιστώ έπ' ευκαιρία σήμερα. Οί περισσότεροι δυστυχώς είναι ακόμη άνεξομολόγητοι. Το τονίζω· ή εξομολόγησης είναι ή κάθαρσις του αγίου Πνεύματος. Το είπαν και μεγάλοι ψυχολόγοι ή έξομολόγησις σε έμπειρο πνευματικό πατέρα απαλλάσσει τον άνθρωπο από το άγχος. Λίγοι δοκίμασαν την έξομολόγησι. Μεταξύ αυτών είναι και ένας 'Ρώσος συγγραφεύς, προφήτης του 'Ρωσικού λαού, ό Ντοστογιέφσκυ. Ήταν κατάδικος επί τσάρου μέσα στις φυλακές της Σιβηρίας, και εκεί γνώρισε τον Κύριο. Εκεί διάβασε και θαύμασε το Ευαγγέλιο, πίστεψε στο Χριστό. Βρήκε λοιπόν ένα πνευματικό πατέρα και εξομολογήθηκε όλα τα αμαρτήματα πού έκανε ως άνθρωπος. Τότε είπε· «Όταν εξομολογήθηκα, παράδεισος φύτρωσε στην ψυχή μου».

Αγαπητοί μου, χωρίς εξομολόγηση παράδεισο δέ' θα δούμε. Γι' αυτό μικροί και μεγάλοι, όλοι στην έξομολόγησι. Ας πέσει από το μάτι μας ένα δάκρυ ενώπιον του πνευματικού. Και το δάκρυ αυτό θα γίνει Ιορδάνης. Και ή αγία Τριάς θα κάνη ν' ανοίξουν και για μας οί ουρανοί των ουρανών. Και τότε θα αισθανθούμε, ότι μέσα στην καρδιά μας ήλθε αυτή ή αγία Τριάς, Πατήρ Υιός και άγιον Πνεύμα· ω ή δόξα εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.

Επίσκοπος Αυγουστίνος,

(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στον ί. ναό Αγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης την 6-1-1990 με άλλο τίτλο. Καταγραφή και σύντμησις 6-1-2005)
Το Ευαγγέλιο Κατά Ματθαίον (γ΄ 13 – 17).


theofania 07


Εὐαγγέλιο
«Τῷ καιρῷ εκείνω, παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ. Ὁ δὲ ᾿Ιωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;

Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην· τότε ἀφίησιν αὐτόν· καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.»

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος α’.
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.

Κοντάκιον Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ, καί τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνούντάς σε· Ἦλθες, ἐφάνης, τό Φῶς τὸ ἀπρόσιτον.

Μεγαλυνάριον
Ἄφεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμὸς, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον.

 

Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης, Πηγή Ζωής, Ορθόδοξος Συναξαριστής

Tήν Ἁγία ἡμέρα τῶν Φώτων,
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ,
Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς· ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό· πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι' αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.
Ἔπειτα ἐξηγήσαμε τὴν πρὸς τοὺς ὄχλους διδασκαλία Ἰωάννη τοῦ Προφήτη καὶ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ἡ ὁποία διαλαμβάνει καί αὐτή περὶ τοῦ ἰδίου βαπτίσματος· διότι τό μὲν βάπτισμα εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, ὁ δὲ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ὁδηγεῖ διὰ τῆς διδασκαλίας του στὴν ἐπίγνωσι αὐτοῦ, ἀποδεικνύοντας τὸν προαιώνιο καὶ δεσπότη τοῦ παντός, κριτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, ποὺ κατὰ τὴν ἐξουσία του τοὺς μὲν ἄξιους εἰσάγει στὶς ἀΐδιες μονές, τοὺς δὲ κατακρίτους ρίπτει στὴ γέεννα τοῦ πυρός· ἐνῶ μαρτυρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι κύριος καί τῶν ἀγγέλων, τὸν ἑαυτό του τὸν συντάσσει στοὺς ἔσχατους δούλους.
Ἐπειδὴ δὲ τὸ βάπτισμα ὄχι μόνο ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὑπόσχεσις ἐπιστροφῆς καί θεαρέστων ἔργων, γι' αὐτό ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ καί βαπτιστής, ὄχι μόνο ὁδηγοῦσε στὴν ἐπίγνωσι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκήρυττε μετάνοια κι' ἐπιζητοῦσε καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν μετριοφροσύνη, τὴν ἀγὰπη, τὴν ἀλήθεια. Δεικνύοντας δὲ καὶ τοῦτο, ὅτι χωρὶς ἔργα δὲν ὠφελεῖ καθόλου ἡ πρὸς τὸν Θεὸ ὑπόσχεσις, ἀλλὰ καὶ καταδικάζει τὸν ἄνθρωπο, ἐπέσειε ἀξίνα κι' ἐπεδείκνυε πυρκαϊά ἄσβεστη κι' ἔλεγε ὅτι «κάθε δένδρο ποὺ δὲν κάμει καλὸ καρπὸ ἀποκόπτεται καί ρίπτεται στὴ φωτιὰ» .
Ἐκτός ἀπὸ αὐτά ἐξηγήσαμε πρὸς τὴν ἀγάπη σας καὶ τοὺς πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριο ποὺ ἦλθε νὰ βαπτισθῆ λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ ἐδίσταζε καί ὑποχωροῦσε καὶ παραιτεῖτο ἀπὸ τὸ ἔργο, κι' ζητοῦσε μᾶλλον αὐτός νὰ λάβη ἀπὸ ἐκεῖνον τὸ βάπτισμα. Ἀλλ' ἐπίσης ἐξηγήσαμε καὶ τοῦ Κυρίου τοὺς λόγους πρὸς ἐκεῖνον, ὡς δεσπότη ποὺ προστάσσει δοῦλον, συγχρόνως δὲ καὶ φανερώνει τὸ μυστήριο σὰν σὲ φίλο καὶ συγγενῆ κατὰ σάρκα καὶ προβάλλει τὶς εὔλογες δικαιολογίες. Καὶ φθάσαμε τότε ὁμιλώντας πρὸς σᾶς ἕως τὸ σημεῖο ὅπου ὁ Ἰωάννης πεισθείς ἄφησε τὸν Κύριο νὰ βαπτισθῆ. Ἀπέμεινε δὲ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο αὐτό ποὺ ἀναγνώσθηκε τώρα, ὅτι, «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδοὺ τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω του. Καὶ ἀμέσως ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό ποὺ ἔλεγε, τοῦτος εἶναι ὁ ἀγαπητὸς Υἱός μου, ποὺ τὸν ἐξέλεξα».
Μέγα καὶ ὑψηλό, ἀδελφοί, εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ ποὺ συμπεριλαμβάνεται στὰ λίγα τοῦτα λόγια, δυσθεώρητο καὶ δυσερμήνευτο καὶ ὄχι λιγώτερο δυσκατάληπτο· ἀλλ' ἐπειδὴ εἶναι ἐξαιρετικὰ σωτήριο, γι' αὐτό, ἀφοῦ πεισθοῦμε καὶ ἐλπίσωμε σ' αὐτόν ποὺ προέτρεψε νὰ ἐρευνοῦμε τὶς Γραφές, ἂς ἀνιχνεύσωμε ὅσο εἶναι ἐφικτό τὴ δύναμι τοῦ μυστηρίου. Ὅπως λοιπὸν κατὰ τὴ ἀρχὴ μετὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἂς κατασκευάσωμε ἄνθρωπο κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσί μας», ἀφοῦ ἐπλάσθηκε ἡ φύσιςμας στὸν Ἀδάμ, τὸ ζωαρχικό Πνεῦμα, ἀφοῦ φανερώθηκε κι' ἐδόθηκε μὲ τὸ ἐμφύσημα πρὸς αὐτόν, συνεφανέρωσε καὶ τὸ τριαδικὸ τῶν ὑποστάσεων τῆς δημιουργοῦ θεότητος ἐπάνω στὰ ἀλλὰ κτίσματα, τὰ ὁποῖα παράγονταν μὲ μόνο τὸ ρῆμα τοῦ Λόγου καὶ τοῦ λέγοντος Πατρός· ἔτσι τώρα, ποὺ ἀναπλασσόταν στὸν Χριστὸ ἡ φύσις μας, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, φανερωθὲν διὰ τῆς πρὸς αὐτόν καθόδου ἀπὸ τὰ ὑπερουράνια, καθὼς βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη, φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς ὕψιστης καὶ παντουργοῦ Τριάδος, τὸ σωστικὸ γιὰ τὰ λογικὰ κτίσματα.
Γιὰ ποιὸ λόγο φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅταν πλάσσεται καὶ ἀναπλάσσετα ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνο διότι εἶναι μόνος ἐπίγειος μύστης καὶ προσκυνητής της, ἀλλὰ καὶ διότι εἶναι ὁ μόνος κατὰ τὴν εἰκόνα της. Πραγματικὰ τὰ μὲν αἰσθητικὰ καὶ ἄλογα ζῶα ἔχουν μόνο πνεῦμα ζωϊκό, ἀλλὰ κι' αὐτό μὴ δυνάμενο νὰ ὑφίσταται καθ' ἑαυτό, στεροῦνται ὅμως τελείως νοῦ καὶ λόγου· τὰ δὲ ἐντελῶς ὑπὲρ τὴν αἴσθησι, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὡς νοεροί καὶ λογικοί, ἔχουν νοῦ καὶ λόγο, ἀλλὰ ὄχι καὶ πνεῦμα ζωοποιό, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν οὔτε σῶμα ποὺ νὰ ζωοποιῆται ἀπὸ αὐτό. Ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος ποὺ κατ' εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης φύσεως ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα ζωοποιὸ τοῦ σώματος, ἐπειδὴ ἔχει καὶ τὸ ζωοποιούμενο σώμα.
Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ φανερώθηκε ἡ ὕψιστη καὶ παντουργὸς Τριὰς τὴ στιγμὴ ποὺ ἀναπλασσόταν ἡ φύσις μας στὸν Ἰορδάνη, σὰν εἶδος ἀρχετύπου τῆς κατὰ τὴν ψυχὴ μας εἰκόνος, οἱ μὲν βαπτίζοντες κατὰ Χριστὸν μετὰ τὸν Χριστὸ βαπτίζουν μὲ τρεῖς καταδύσεις, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης βάπτιζε μὲ μία κατάδυσι. Κι' αὐτό ἐπισημαίνοντας ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ.
«Καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ χωρὶς νὰ βγῆ ἀπὸ τὸ ὕδωρ ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ ἀναδυθῆ μόνο, «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Συγκεντρώσατε λοιπὸν τὴ διάνοιά σας, παρακαλῶ ἀδελφοί, καὶ προσέχετε μὲ ἀκρίβεια τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ κατανοήσετε τήν δύναμι τοῦ μυστηρίου τοῦ κατὰ Χριστὸν βαπτίσματος. Διότι ἡ κατάδυσις τοῦ Χριστοῦ στὸ ὕδωρ καί ἡ κάτω ἀπὸ αὐτό τοποθέτησίς του, ὅταν βαπτιζόταν, προϋπεδείκνυε τὴν κατὰβασί του στὸν ἅδη.
Εὐλόγως καὶ συνεπῶς λοιπόν, ὅταν ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ, ἀμέσως τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί·ἐπειδὴ καὶ κατὰ τὴν κάθοδο στὸν ἅδη, ὅπου ἔγινε γιὰ χάρι μας ὑπόγειος, καθὼς ἐπανερχόταν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄνοιξε ἀπὸ ἐκεῖ τὰ πάντα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὄχι μόνο τὰ ἔγγεια καὶ τὰ περίγεια, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἀνώτατο οὐρανό, στὸν ὁποῖο ἔπειτα, ὅταν ἀναλήφθηκε σωματικῶς, «εἰσῆλθε πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν». Ὅπως δηλαδὴ διὰ τοῦ μυστικοῦ ἄρτου καὶ τοῦ ποτηρίου προϋπέδειξε τὸ σωτήριο πάθος του καὶ ἔπειτα παρέδωκε τὸ μυστήριο τοῦτο στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία, ἔτσι προϋπέδειξε καὶ τὴν κάθοδό του στὸν ἅδη καὶ τὴν ἀνὰβασί του ἀπὸ ἐκεῖ μυστικῶς διὰ τοῦ βαπτίσματός του τούτου, καὶ ἔπειτα τὸ παρέδωσε στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία. Στὸν ἑαυτὸ του μὲν παρεῖχε ἔτσι τὰ ἐπώδυνα καὶ δύσκολα, σ' ἐμᾶς δὲ ἐχάριζε τὴν κοινωνία τῶν παθημάτων του εὐθὺς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ διὰ τῶν ἀνώδυνων τούτων μέσων καὶ μᾶς καθιστοῦσε κατὰ τὸν ἀπόστολο συμφύτους μὲ τὸ ὁμοίωμα τοῦ θανάτου του, ὥστε στὸν καιρὸ νὰ μᾶς καταξιώση καὶ τῆς ὑπεσχημένης ἀναστάσεως .
Ἔχοντας δηλαδὴ σὰν ἐμᾶς ψυχὴ καὶ σῶμα, ποὺ ἀνέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας, διὰ μὲν τοῦ σώματος ὑπέστη τὸ θάνατο καὶ τὴν ταφὴ ὑπὲρ ἡμῶν, κι' ἀνέδειξε τὴν ἔγερσι ἀπὸ τὸν τάφο σὰν δύναμι ἀθανασίας καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, καὶ μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὴν ἀναίμακτη θυσία σὲ ἀνάμνησι τούτων καὶ δι' αὐτῆς νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· διὰ δὲ τῆς ψυχῆς κατῆλθε στὸν ἅδη καὶ ἐπανῆλθε ἀπὸ αὐτόν, μεταδίδοντας σὲ ὅλους φῶς ἀΐδιο καὶ ζωὴ καὶ γιὰ δεῖγμα τούτου μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὸ θεῖο βάπτισμα καὶ διὰ μέσου αὐτοῦ νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· καὶ μάλιστα νὰ τὴν καρπωνώμαστε μὲ τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο μυστήρια καὶ μὲ τὰ δύο στοιχεῖα, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μυούμενα καὶ δεχόμενα σπέρματα ἀκήρατης ζωῆς. Πραγματικὰ ἀπὸ τὰ δύο αὐτά ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ σωτηρία μας, ἀφοῦ ὅλη ἡ θεανδρικὴ οἰκονομία στὰ δύο αὐτά συγκεφαλαιώνεται.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Δὲν εἶπε ὁ οὐρανός, ἀλλὰ «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», δηλαδὴ ὅλοι, ὅλα τὰ ἐπάνω, γιὰ νὰ μὴ νομίσης, βλέποντας τὰ ἄνω κι' ἐπάνω ἀπὸ ἐμᾶς ἐπικείμενα, ὅτι ὑπάρχει κάτι ποὺ εἶναι ὑπερκείμενο καὶ ἀνώτερο. Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐννοήσης καὶ ἐπιγνώσης ὅτι ὑπάρχει μία μόνο φύσις καὶ δεσποτεία ποὺ ἀπὸ τὴν ὑπὲρ τὸν οὐρανό γύρω ἀπειρία φθάνει μέχρι καὶ τῶν μέσων τοῦ σύμπαντος καὶ τῶν ἰδικῶν μας ὁρίων, δηλαδὴ γεμίζει τὰ πάντα καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε ἔξω ἀπὸ ἑαυτὴν καὶ συγκρατεῖ καὶ περιέχει τὰ πάντα σωτηρίως καὶ ὑπερεκτείνεται πέρα ἀπὸ τὰ πάντα, ἀναγνωρίζεται ὅμως ἀπορρήτως σὲ τρεῖς συναφεῖς χαρακτῆρες.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν λοιπὸν οἱ οὐρανοί», γιὰ νὰ δειχθῆ φανερώτατα ὅτι αὐτός εἶναι ποὺ καὶ πρὸ τῶν οὐρανῶν ὑπάρχει, μᾶλλον δὲ ποὺ εἶναι καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα καὶ εἶναι πρὸς τὸν Θεὸ καὶ εἶναι Θεὸς καὶ εἶναι Θεοῦ Λόγος καὶ Υἱός καὶ οὔτε τὸν Πατέρα ἔχει προγενέστερό του καὶ ἔχει μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα ὄνομα τὸ ἐπάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα καὶ ἀπὸ κάθε λόγο. Διότι, ὅταν ὅλα τὰ φαινόμενα μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πατρὸς στὸν οὐρανό, ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια, ἐσχίσθηκαν καὶ ἦσαν πεταμένα τὰ πρῶτα δίπλα στὰ ἄλλα, μόνο αὐτός παρουσιαζόταν συνημμένος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ἀφοῦ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ σύστασι τῶν ὄντων ὑπῆρχε μαζὶ μὲ αὐτούς.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ὅπως δὲ λέγει ὁ Μάρκος, ἐσχίσθηκαν. Διότι λέγει, «ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ, εἶδε τοὺς οὐρανούς νά σχίζωνται». Πῶς λοιπόν ὁ μὲν ἕνας εἶπε, ἀνοίχθηκαν, ὁ δὲ ἄλλος, ἐσχίσθηκαν; Γιὰ νὰ μὴ διαφύγη τὴν προσοχὴ τῶν συνετῶν ἀκροατῶν ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου εἶναι διπλή. Πραγματικὰ μὲ τὴν ἔκφρασι ὅτι ἀνοίχθηκαν μᾶς ἔδειξε ὅτι οἱ οὐρανοί ἦσαν κλειστοὶ προηγουμένως λόγω τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρακοῆς μας πρὸς τὸ Θεό. Διότι ἔχει γραφῆ ὅτι ὁ οὐρανός ἀποκλείσθηκε γιὰ τὸν Ἀδάμ, ὅταν παρήκουσε στὸ Θεὸ καὶ ἄκουσε ἀπὸ αὐτόν ὅτι «γῆ εἶσαι καὶ στὴ γῆ θὰ μεταβῆς». Εὐλόγως λοιπὸν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί στὸν Χριστό, ποὺ παρουσιάσθηκε σὲ ὅλα ὑπήκοος καί, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στὸν Ἴωαννη, ἐξεπλήρωσε ὅλη τὴ δικαιοσύνη καὶ προσφάτως διὰ τοῦ βαπτίσματος. Ἐπειδή δέ, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος ὁ πρόδρομος τοῦ Κυρίου, «δὲν δίδει μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ὁ Θεός, ἀλλὰ ὁ Πατὴρ ἀγαπᾶ τὸν Υἱό καὶ δίδει τὰ πάντα στὸ χέρι του, φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ σάρκα ἔλαβε ὅλη τὴν ἀμέτρητη καὶ ἄπειρη δὺ-ναμι καὶ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος. Οἱ οὐρανοί ἔδειξαν ἐμπρά κτως ὅτι ὅλη αὐτή ἡ δύναμις καὶ ἐνέργεια τοῦ θείου Πνεύματος εἶναι ἀχώρητος σὲ ὅλα τὰ κτιστά.
Γι' αὐτό καὶ ὅταν τούτη ἡ δύναμις φαινόταν καὶ ἦταν σὰν νὰ διάβαινε πρὸς τὴν θεοϋπόστατη ἐκείνη σάρκα, αὐτοί μὴ χωρώντας ἐσχίσθηκαν. Καλῶς λοιπὸν διεκήρυξε αὐτός ποὺ εἶπε πρὸς τὸν Θεό, «οὔτε ὁ οὐρανός δὲν εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου», ὡς οὐρανὸ ἐννoώντας τούς ἀγγέλους, τοὺς ἀρχαγγέλους, τὰ πολυόμματα Χερουβίμ, τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, ὅλη τὴν ἄλλη ὑπερκόσμια φύσι. Εὐλόγως λοιπὸν οὔτε οἱ οὐρανοί, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι σ' αὐτόν, εἶναι καθαροὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή, ἂν καὶ φωτίζεται διαπαντὸς ἀπὸ τὴν ὑψίστη καὶ δεσποτικὴ ἱεραρχία, ὑστεροῦν ὡς πρὸς τὴν ὑπερτέλεια καθαρότητα αὐτῆς. Μόνη δὲ ἡ δική μας ἐν Χριστῷ φύσις ὡς θεοϋπόστατη καὶ ὁμόθεη διαθέτει καθαρότητα ὑπερτελεία καὶ εἶναι, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, χωρητική κάθε λαμπρότητος καὶ ἀγλαΐας καὶ δυνάμεως καὶ ἐνέργειας τοῦ Θείου Πνεύματος. Ἑπομένως ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἄγγελοι ὑποχώρησαν ἐμπρὸς στὴν τοιαύτη κάθοδο τοῦ Θείου Πνεύματος σ' αὐτόν.
«Ἄφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδού, τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί»· ὁ δὲ Λουκᾶς λέγει ὅτι εἶχε ἀνοιχθῆ ὁ οὐρανός, ὅταν ἀκόμη προσευχόταν ὁ Χριστός· διότι, λέγει, «ὅταν βαπτίσθηκε καὶ προσευχόταν ὁ Ἰησοῦς, ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός». Πραγματικὰ καὶ βαπτιζόμενος καὶ κατεβαίνοντας καὶ ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ προσευχόταν, διδάσκοντας ἐμπράκτως ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἱερεὺς καὶ λειτουργός τῶν μυστηρίων πρέπει νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ καὶ αὐτός πού δέχεται τό μυστήριο πρέπει νὰ κάμη τοῦτο σὲ κάθε θεία τελετὴ· καὶ ἂν μὲν ὁ λειτουργός εἶναι τελειότερος κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ ἀναπέμπει ἐκτενέστερη εὐχή, δι' αὐτοῦ ἀνεβαίνει ἡ χάρις πρὸς τὸν ἀποδέκτη τοῦ Μυστηρίου, ἂν δὲ ὁ ἀποδέκτης εἶναι ἀξιώτερος καὶ προσεύχεται ἐκτενέστερα, ὁ θελητής τοῦ ἐλέους (τί ἄφατη χρηστότης κι' αὐτή!) δὲν ἀρνεῖται νὰ μεταδώση δι' αὐτοῦ ἀπὸ τὴ χάρι καὶ στὸν λειτουργό· ὅπως καὶ τώρα ἔγινε φανερὰ στὴν περίπτωσι τοῦ Ἰωάννη, πράγμα ποὺ καὶ αὐτός μαρτυρεῖ ὕστερα δημόσια, λέγοντας, «ὅλοι ἐμεῖς ἐλάβαμε ἀπὸ τὸ πλήρωμά του».
Γιατί ὅμως μόνο στὸν Ἰησοῦ ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός, ὅταν προσευχόταν, σὲ κανένα δὲ ἀπό τούς πρὸ αὐτοῦ; Τί λέγεις; αὐτός ποὺ ἀντιλήφθηκε τή θεανδρικὴ οἰκονομία τοῦ ἐνυποστάτου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη ἔμβρυο, καὶ ὄχι μόνο ἐπήδησε μαζί του μὲ ἀγαλλίασι θείου Πνεύματος ἀπὸ τὴν μητρικὴ κοιλιά, ἀλλὰ μετέδιδε χάρι καὶ στὴν κυοφοροῦσα μητέρα του, αὐτός ποὺ μόλις λύθηκε ἀπὸ ἐκεῖ ἔλυσε τὸ πατρικὸ στόμα ποὺ εἶχε δεθῆ γι' αὐτόν μὲ ἀφωνία κατόπιν προσταγῆς τοῦ ἀγγέλου, τὸ θρέμμα τῆς ἐρήμου, ὁ ὑψηλότερος ἀνάμεσα στὰ γεννήματα τῶν γυναικῶν καὶ ἀξιώτερος τῶν ἀπὸ ἀνέκαθεν προφητῶν, δὲν εἶναι ἱκανός νὰ λύση τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος (ὁ,τιδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός ὁ ἱμάς), καὶ θὰ ἦταν ἱκανός ν' ἀνοίξη τὸν οὐρανό, μᾶλλον δὲ τὰ ὑπερουράνια, κάποιος ἀπό τούς ὑστεροῦντας ἀπέναντι στὴν ἀξία του;
Γιὰ νὰ κατανοήσης δὲ τὸ ὕψος τῆς ὑπεροχῆς τοῦ τώρα βαπτιζομένου κατὰ σάρκα ἀπέναντι σὲ ὅλους, πρόσεξε κι' ἐκεῖνο· ὅτι «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ἔχει γραφῆ, δείχθηκε δὲ σ' ἐμᾶς μὲ ἔργα ὅτι ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ κόλπος τοῦ Ὑψίστου Πατρὸς τοῦ ἀνοίχθηκε· διότι ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ φωνὴ ποὺ μαρτυροῦσε τὴν γνησιότητα τῆς υἱότητος . Οἱ δὲ οὐρανοί εἶναι κήρυκες τούτου, ἀφοῦ ἀνοίχθηκαν σὰν παγκόσμια στόματα, καὶ διατρανώνοντας ὄχι μόνο πρὸς τοὺς ἀγγέλους τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἐπάνω στὴ γῆ ἀνθρώπους τὴν ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ πρὸς τὸ ἀπὸ αὐτόν προελθόν ἐκπορευτῶς Πνεῦμα, κατὰ τὴν οὐσία καὶ δύναμι καὶ δεσποτεία πρὸς τὸ σύμπαν.
Εὐλόγως λοιπὸν μόνο γι' αὐτόν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί ὅταν προσευχόταν ἐπειδὴ καὶ τὸ σφραγισμένο βιβλίο, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ὑπαινίσσεται τὸν κλεισμένο προηγουμένως γιὰ μᾶς οὐρανό τοῦτον, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννη, κανένας καὶ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση· «κατώρθωσε δέ, λέγει, νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση μόνο ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα». Ποιὸς δὲ εἶναι ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ποὺ λέγει, «ἀνέβηκες ἀπὸ τὴ φυλή, υἱέ μου, σκύμνος τοῦ λέοντος Ἰούδα· ἀφοῦ ἐξάπλωσες, κοιμήθηκες σὰν λέων καὶ σὰν σκύμνος. Ποιὸς θὰ τὸν ξυπνήση; Δὲν θὰ λείψη ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα καί ἡγεμὼν ἀπό τοὺς μηρούς του, ἕως ὅτου ἔλθη αὐτός στὸν ὁποῖο ἀπόκειται ἡ ἀποστολή· καὶ αὐτός θὰ εἶναι προσδοκία τῶν ἐθνῶν», δηλαδὴ αὐτός ποὺ τώρα ἄνοιξε φανερὰ καὶ ὅλα τὰ ὑπερουράνια, ποὺ μόνος ἀνέγνωσε τούς ἀπό τούς αἰῶνες καὶ στοὺς αἰῶνες λόγους τῆς προνοίας, τοὺς ἀπόκρυφους στὸν πατρικὸ κόλπο θησαυροὺς τῆς σοφίας, τὰ ἀνεξερεύνητα βάθη καὶ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.
«Ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀμέσως ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἰδοὺ ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί». Βλέπετε ὅτι τὸ ἅγιο βάπτισμα εἶναι πύλη τῶν οὐρανῶν πού εἰσάγει ἐκεῖ τούς βαπτιζομένους; Διότι δὲν εἶπε ἁπλῶς «ἀνοίχθηκαν», ἀλλὰ «ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί»· ὅλα δὲ ὅσα ἔγιναν σ' αὐτόν, γιὰ μᾶς ἔγιναν. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί, ποὺ ἔχοντας ἀνοικτὲς τὶς πύλες προσμένουν τὴν εἴσοδό μας. Καὶ πρὶν ἀπό τούς ἄλλους μαρτυρεῖ τοῦτο ὁ πρωταγωνιστὴς ἀνάμεσα στοὺς μάρτυρες Στέφανος. Ἀφοῦ γονάτισε, προσευχόταν καί ἀτενίζοντας εἶδε ὅ,τι κανεὶς δὲν εἶδε πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ· «διότι ἀτενίζοντας εἶδε τοὺς οὐρανούς ἀνοιγμένους καὶ τὸν Ἰησοῦ στὴ δόξα τοῦ Πατρός», εἶδε ὄχι μόνο ἄρρητη δόξα καὶ τόπο ὑπερουράνιο, ἀλλὰ κι' αὐτόν τόν ποθούμενο μέσα στὴ δόξα τοῦ Πατρός, διὰ τῆς ὁποίας πρῶτος αὐτός ἀπό τούς μετὰ Χριστὸν εἶδε μακαρίως ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν εἶδε κανεὶς ἀπό τούς πρὸ Χριστοῦ, στὰ ὁποῖα κι' αὐτά ἀκόμη τὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων φοβοῦνται νὰ παρακύψουν. Διότι τὸν εἵλκυσε ὁ ποθούμενος Ἰησοῦς ποθώντας νὰ εἶναι τοῦτος πρῶτος διάκονος στοὺς οὐρανούς καὶ πολὺ προτιμότερος ἀπὸ τὰ λειτουργικὰ πνεύματα, καθὼς καὶ πρῶτος μάρτυρας τῆς ἀθλήσεως. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί κι' ἐμᾶς καθάρισε διὰ τοῦ Ἑαυτοῦ του διότι δὲν χρειαζόταν ὁ ἴδιος κάθαρσι ἡ ἄνοιγμα.
Καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ λέγη ὕστερα πρὸς τοὺς ἐρωτῶντες, «κι' ἐγώ εἶδα κι' ἐμαρτύρησα, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»· εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καί νά ἔρχεται σ' αὐτόν . Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῆς περιστερᾶς τὸ εἶδος τὴν καθαρότητα αὐτοῦ πρὸς τὸν ὁποῖο κατέβηκε· διότι τοῦτο τὸ ζῶο δὲν πετᾶ ἐπάνω ἀπὸ ἀκαθάρτους καὶ δυσώδεις τόπους· συνεπιβεβαιώνει δὲ καὶ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πατρὸς ἀπὸ ἄνω· «καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ μαζί μὲ τὸ εἶδος τῆς περιστερᾶς, καὶ «φωνὴ ἀκούεται ἀπό τούς οὐρανούς ποὺ λέγει, τοῦτος εἶναι ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, τὸν ὁποῖο ἐξέλεξα» , τοῦτος ποὺ τώρα δεικνύει τὸ Πνεῦμα μου ποὺ κατῆλθε καὶ μένει ἐπάνω του σὰν στὸν συναΐδιον Υἱό μου. Πραγματικὰ ὁ Πατήρ, χρησιμοποιώντας σὰν δάκτυλο τὸ συναΐδιο καὶ ὁμοούσιο καὶ ὑπερουράνιο Πνεῦμα του, φωνάζοντας καὶ δακτυλοδεικτώντας μαζί, ἀπέδειξε δημόσια καὶ ἐκήρυξε σὲ ὅλους ὅτι ὁ βαπτιζόμενος τότε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στὸν Ἰορδάνη εἶναι ὁ ἀγαπητὸς του Υἱός.
Τὸ Πνεῦμα δὲν ἐφάνηκε μόνο σὰν πατρικὸς δάκτυλος μὲ τὸν ὁποῖο δακτυλοδεικτοῦσε, ἀλλὰ κατέβηκε καὶ ἕως αὐτόν τὸν δεικνυόμενο μὲ τὸν πατρικὸ δάκτυλο σὰν γιὰ νὰ τὸν ψεύση, καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ διέμεινε ἐπάνω σ' αὐτὸν διότι, λέγει, «ἐμαρτύρησε ὁ Ἰωάννης ὅτι, εἶδα τὸ Πνεῦμα νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ ἔμεινε ἐπάνω σ' αὐτόν». Καὶ δὲν ἔμεινε μόνο ἐπάνω σ' αὐτόν (καὶ μάρτυς εἶναι πάλι ὁ ἴδιος ποὺ λέγει, «ἀπὸ τὸ πλήρωμά του ἐλάβαμε ὅλοι ἐμεῖς»), ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ φανερὰ κάθοδο ἦταν μέσα σ' αὐτόν ἀφανῶς· τοῦτο ἄλλωστε μαρτυρεῖται καὶ ἀπό τούς ἀσώματους καὶ οὐράνιους ἀγγέλους, ἀπό τούς ὁποίους ὁ μὲν ἕνας λέγει πρὸς τὴν γυναῖκα ποὺ τὸν συνελάμβανε μὲ παρθενία «ὅτι τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπέλθη σὲ σένα», ὁ δὲ ἄλλος πρὸς τὸν Ἰωσήφ γι' αὐτήν, «ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχει γεννηθῆ μέσα της προέρχεται ἀπὸ ἅγιο Πνεῦμα».
Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτά δὲν κηρύττονται ὡς ἁπλῆ συνάφεια, ἀλλὰ εἶναι καὶ κάποια ἀλληλουχία ὑπερφυὴς καὶ διηνεκὴς συγχρόνως, τελεία καὶ ἀσύγχυτη, ἔτσι καὶ αὐτός ἀναδεικνύεται γιὰ μᾶς ἕνας Θεὸς μὲ τρισυπόστατη καὶ παντοδύναμη θεότητα, ποὺ φανερώνεται ὅποτε καὶ ὅπως εὐδόκησε μόνος του, Πατὴρ ὑπερουράνιος, Υἱός ὁμοούσιος, Πνεῦμα ἅγιο ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα καί ἀναπαυόμενο στὸν Υἱό, ποὺ καὶ τὴν ἕνωσι ἔχει ἀσύγχυτη καὶ τὴ διαίρεσι ἀμέριστη. Διότι δύο εἶναι αὐτοί ποὺ μαρτυροῦν, ὁ δὲ μαρτυρούμενος ἕνας· μαρτυροῦν δὲ καὶ τὴν θεότητά τους καὶ τὴν συμφυΐα μεταξύ τους καὶ τὴ διακρισι· τὴν μὲν θεότητα ἀπὸ τὴν ὑπερβατικὴ δεσποτεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐσχίσθηκαν ὅλοι οἱ οὐρανοί συγχρόνως, τὴν δὲ συμφυΐα ἀπὸ τὴν ἄκρα καὶ διηνεκῆ συνάφεια καὶ τὴν συμφωνία, τὴν δὲ διάκρισι διὰ τῆς διαφοροποιήσεως καὶ τῆς σχέσεως τῶν ὑποστατικῶν ὀνομάτων.
Ἀνεβάζεται μάλιστα καὶ τὸ ἀπό μᾶς πρόσλημμα πρὸς ἐκεῖνο τὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ ὑπάρχει ἀχωρίστως μαζὶ μὲ τὸν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὥστε καὶ μετὰ τὴν ἐνανθρώπησί του οἱ προσκυνητὲς καὶ φωτιστικὲς ὑποστάσεις νὰ εἶναι τρεῖς, στὶς ὁποῖες ἐμεῖς πιστεύουμε καὶ βαπτιζόμαστε, τὸν μὲν παλαιὸ ἄνθρωπο ἐκδυόμενοι μὲ τὸ θεῖο βάπτισμα, ἐνδυόμενοι δὲ τὸν Χριστό, τὸν νέο Ἀδάμ, ὁ Ὁποῖος κατέστησε νέα τὴν ἔνοχη φύσι μας, ἀφοῦ τὴν παρέλαβε ἀπὸ παρθενικὰ αἵματα ὅπως εὐδόκησε, καὶ τὴν ἐδικαίωσε δι' Ἑαυτοῦ καὶ ἔπειτα ὅλους ὅσοι προῆλθαν κατὰ πνεῦμα ἀπὸ αὐτόν τούς ἐλευθέρωσε ἀπὸ ἐκείνη τὴν προγονικὴ κατάρα καὶ καταδίκη.
Τί λοιπόν; Ἐπειδὴ βέβαια ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ δὲν ἔλαβε ἀπὸ ἐμᾶς ὑπόστασι, ἀλλὰ τὴν φύσι μας τὴν ὁποία ἀνεκαίνισε, ἀφοῦ ἑνώθηκε μὲ αὐτήν κατὰ τὴν ἰδικὴ του ὑπόστασι, δὲν μεταδίδει ἀπὸ τὴ χάρι του καὶ στὴν καθεμία ἀπό τίς ὑποστάσεις μας καὶ δὲν λαμβάνει ἀπὸ αὐτόν ὁ καθένας τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων του; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ κάμη ἀλλοιῶς αὐτός ποὺ «θέλει νὰ σωθοῦμε ὅλοι», αὐτός ποὺ «ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανούς κατῆλθε» ὑπὲρ ὅλων, καὶ πού, ἀφοῦ μὲ ἔργα καὶ λόγια καὶ παθήματα μᾶς ὑπέδειξε ὁδό σωτηρίας, ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς ἀπὸ ὅπου ἕλκει τοὺς πιστούς του; Ἀλλὰ τὴν μὲν φύσι, ποὺ τὴν ἀνακαίνισε ἀφοῦ τὴν προσέλαβε γιὰ μᾶς ἀπό μᾶς, τὴν ἔδειξε ἁγιασμένη καὶ δικαιωμένη, καὶ ὑπήκοο καθ' ὅλα στὸν Πατέρα, μὲ ὅσα αὐτός ἔπραξε κι' ἔπαθε κατὰ τὸ θέλημά του ἑνωμένος πρὸς αὐτήν κατὰ τὴν ὑπόστασι· ἀνακαίνισε δὲ τοῦ καθενὸς ἀπό μᾶς ποὺ πιστεύουμε σ’Αὐτόν, ὄχι μόνο τὴ φύσι, ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπόστασι, καὶ μᾶς ἐχάρισε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων διὰ τοῦ θείου βαπτίσματος, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του, διὰ τῆς μετανοίας ποὺ ἐχάρισε στοὺς πταῖστες, καὶ διὰ τῆς μεταδόσεως τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματός του.
Μὲ τὸ νὰ εἴπη δὲ ὁ Πατὴρ ἀπὸ ἄνω περὶ τοῦ βαπτισθὲντος κατὰ σάρκα «αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστοῦμαι», ἔδειξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἀλλὰ ποὺ ἐλέχθηκαν πρωτύτερα διὰ τῶν προφητῶν, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦσαν ἀτελῆ καὶ δὲν ἐλέχθηκαν οὔτε ἐτελέσθηκαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τούτου, ἀλλὰ ἀπέβλεπαν πρὸς τὸν τωρινὸ σκοπὸ καὶ διὰ τοῦ τελεσθέντος τώρα ἐτελειώθηκαν κι' ἐκεῖνα. Καὶ τί περιορίζομαι στὶς διὰ τῶν προφητῶν νομοθεσίες, τὶς ἐπαγγελίες, τὶς υἱοθεσίες; Διότι καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀρχὴ θεμελίωσις τοῦ κόσμου πρὸς τοῦτον ἔβλεπε, τὸν κάτω μὲν βαπτιζόμενο ὡς υἱό ἀνθρώπου, ἀπὸ ἐπάνω δὲ μαρτυρούμενο ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς μόνο ἀγαπητὸ Υἱό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγιναν τὰ πάντα καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος.
Ἑπομένως καὶ ἡ ἐξ ἀρχῆς δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου γι' αὐτόν ἔγινε, ἀφοῦ ἐπλάσθηκε κατὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέση κάποτε νὰ χωρέση τὸ ἀρχέτυπο· καὶ ὁ νόμος στὸν παράδεισο γι' αὐτόν ἐδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ· διότι δὲν θά τὸν ἔθετε ὁ νομοθέτης, ἂν ἐπρόκειτο νὰ μείνη ἀπραγματοποίητος διαπαντός. Καὶ τὰ ἔπειτα ἀπὸ αὐτόν λεχθέντα καὶ τελεσθέντα ὅλα σχεδὸν γι' αὐτόν ἔγιναν, ἂν δὲν εἴπη κανεὶς καλῶς ὅτι καὶ ὅλα τὰ ὑπερκόσμια, οἱ ἀγγελικὲς φύσεις καὶ τάξεις δηλαδὴ καὶ οἱ ἐκεῖ θεσμοθεσίες, πρὸς τοῦτον τὸ σκοπὸ τείνουν ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ πρὸς τὴν θεανδρική οἰκονομία, τὴν ὁποία καὶ ὑπηρέτησαν, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἕως τὸ τέλος. Διότι εὐδοκία εἶναι τὸ κυριαρχικὸ καὶ ἀγαθὸ καὶ τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ· αὐτός δὲ εἶναι ὁ μόνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἐπαναπαύεται καὶ ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατήρ, «ὁ θαυμαστός του σύμβουλος, ὁ ἄγγελος τῆς μεγάλης βουλῆς του», αὐτός ποὺ ἀκούει καὶ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του καὶ παρέχει στοὺς εὐπειθεῖς ζωὴ αἰώνια.
Αὐτήν εἴθε νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι ἐμεῖς μέσα σ' αὐτόν τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων Χριστό, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις μαζί μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.
Λόγος στήν Κυριακὴ τῶν Φώτων,
Ἁγίου Λουκᾶ,
Άγιος Λουκάς Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῶν Θεοφανίων περιέχει ἕναν λόγο τοῦ Χριστοῦ μεγάλης σπουδαιότητας. Σ’ αὐτὸν τώρα θέλω λίγο νά στρέψω τὴν προσοχὴ σας.
Τοῦ μεγάλου αὐτοῦ γεγονότος τῆς Θεοφάνειας τοῦ Κυρίου προηγεῖται κήρυγμα στίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, τοῦ Ἰωάννου, τοῦ Προδρόμου τοῦ Κυρίου, τοῦ μείζονος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων πού γέννησαν ποτέ οἱ γυναῖκες. Τὸ φλογερὸ του κήρυγμα τῆς μετανοίας γιά τὸ ὁποῖο προετοιμαζόταν εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας τραβοῦσε πρὸς αὐτὸν μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων. Ὁ πύρινος λόγος τοῦ κηρύγματός του ἔκαιγε τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους βάπτιζε στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη καθαρίζοντας τίς ἁμαρτίες τους.
Τὴν μεγάλη ἐκείνη ἡμέρα μὲ πολλὴ ἔκπληξη παρατήρησε ὅτι μεταξὺ τῶν ἄλλων πού ἔρχονται γιά νά βαπτιστοῦν βρίσκεται καὶ Ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον μέχρι τότε δέν εἶχε γνωρίσει ἀλλὰ περὶ τοῦ ὁποίου τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὅτι θὰ βαπτίζει μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Καὶ ἀφοῦ ἔπεσε στά πόδια του, τοῦ εἶπε μὲ δέος: «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ Σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχη πρὸς μέ;» (Μτ. 3, 14).
Ἐμεῖς, ποὺ ἤδη εἴμαστε βαπτισμένοι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί, δέν θὰ μπορούσαμε νά καταλάβουμε γιατὶ ὁ ἀναμάρτητος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ πῆγε στό δοῦλο του τὸν Ἰωάννη καὶ ζήτησε νά βαπτιστεῖ ἀπὸ αὐτὸν μὲ τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας γιά νά Τοῦ ἀφεθοῦν οἱ ἁμαρτίες του, τὶς ὁποῖες δέν εἶχε, ἂν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς δέν μᾶς τὸ ἔλεγε ἀπαντώντας στήν ἐρώτησῃ τοῦ Προδρόμου τὸ ἑξῆς: «ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» (Μτ. 3, 15).
Ὤ, Κύριε μας! Σὲ προσκυνοῦμε ἐσένα καὶ τὸν Πρόδρομό Σου καὶ Σὲ εὐχαριστοῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας γιά τὸ ὅτι μας ἔμαθες νά σεβόμαστε καὶ νά τιμᾶμε «πᾶσαν δικαιοσύνην» καὶ νά μισοῦμε τὴν ὁποιαδήποτε ἀδικία, διότι ἐκείνη προέρχεται ἀπὸ τὸν διάβολο. Κάθε δικαιοσύνη, ἄκομα καὶ ἡ πιὸ ἀσήμαντη δίκαιη πράξη, εἶναι εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλαβες τὸ βάπτισμα ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στόν Ἰορδάνη ποταμὸ γιά τὴν ἄφεση ἁμαρτιῶν διότι ἤθελες νά ἐκπληρώσεις ὅ,τι προβλέπει τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἡ κατάδυση στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη ἀποτελοῦσε σφράγισμα τῆς μετανοίας γι’ αὐτούς πού ἔρχονταν νά βαπτιστοῦν. Διότι γιά τὴν ὁλόκαρδη μετάνοια, αὐτός πού δεχόταν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, λάμβανε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του.
Τὸ βάπτισμα ὅμως αὐτὸ δέν ἀνακαίνιζε τὸν ἀνθρωπο καὶ δέν ἦταν γι’ αὐτὸν μία δεύτερη γέννηση, ὅπως αὐτὸ γίνεται στό μεγάλο μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο βαπτιζόμαστε ἐμεὶς οἱ χριστιανοί. Ἦταν λοιπὸν δίκαιο τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου. Δέν μίλησε ὅμως μόνο γι’ αὐτὴν τὴν δικαιοσύνη, ὁ Σωτῆρας μας στόν Ἰωάννη γιά νά τὸν καθησυχάσει καὶ νά λύσει τὴν ἀπορία του, ἀλλὰ γιά τὴν πᾶσα δικαιοσύνη, δηλαδή γιά τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸν Θεῖο λόγο του ἁγίασε καὶ εὐλόγησε τὴν κάθε ἀλήθεια καὶ συνεπῶς κατέκρινε τὴν ὁποιαδήποτε ἀδικία.
Σκεφτεῖτε, ἀγαπητοί μου, ἄνθρωποι τοῦ ἰδίου μὲ μένα πνεύματος, κοινωνοί τοῦ μικροῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ, πόση ἀδικία ὑπάρχει στόν κόσμο! Πόσο μεγάλη ἁμαρτία εἶναι ὁ πόλεμος, ὅταν οἱ λαοί, ἀκόμα καὶ οἱ χριστιανικοὶ λαοί, ἐξοντώνουν ὁ ἔνας τὸν ἄλλον! Ἂν ὁ φόνος ἑνὸς μόνο ἀνθρώπου σὲ πολλοὺς λαοὺς τιμωρεῖται μὲ θάνατο, τότε πῶς ὁ Κύριος θὰ τιμωρήσει αὐτοὺς πού εὐθύνονται γιά τὸ φόνο δεκάδων ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων; Ἡ ὁποιαδήποτε ἁμαρτία εἶναι ἀδικία καὶ ὁ πόλεμος εἶναι ἡ ἐσχάτη ἀδικία τὴν ὁποία ὅλοι μας πρέπει νά τὴν μισοῦμε.
Μεγάλη ἀδικία ὑπάρχει στά κράτη ἐκεῖνα ὅπου ἡ γῆ, ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἰδιαίτερα σ’ αὐτούς πού τὴν καλλιεργοῦν, δέν ἀνήκει στόν λαὸ καὶ στό κράτος ἀλλὰ σ’ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἐξουσία, ποὺ τοὺς τὴν δίνει τὸ χρῆμα. Καὶ πόση ἀκόμα ἀδικία ὑπάρχει στίς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμα καὶ μεταξὺ τῶν συγγενῶν καὶ μελῶν τῆς ἴδιας οἰκογένειας. Ἡ ἀδικία αὐτὴ χαροποιεῖ παρὰ πολὺ τὸ διαβολο. Δέν ἦταν ἔτσι τὰ πράγματα στήν ἐποχὴ τῶν ἀποστόλων, μεταξὺ τῶν πρώτων χριστιανῶν. «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. καὶ μεγάλῃ δυνάμει ἀπεδίδουν τὸ μαρτύριον οἱ ἀπόστολοι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ, χάρις τε μεγάλη ἦν ἐπὶ πάντας αὐτούς. οὐδὲ γὰρ ἐνδεής τις ὑπῆρχεν ἐν αὐτοῖς· ὅσοι γὰρ κτήτορες χωρίων ἢ οἰκιῶν ὑπῆρχον, πωλοῦντες ἔφερον τὰς τιμὰς τῶν πιπρασκομένων καὶ ἐτίθουν παρὰ τοὺς πόδας τῶν ἀποστόλων· διεδίδετο δὲ ἑκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν» (Πράξ. 4, 32-35).
Δέν εἶναι μόνο ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ μεγαλεῖο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Ἡ Βάπτιση τοῦ Κυρίου μας ἔχει γιά μᾶς ἐπίσης ὕψιστη σημασία διότι ἔχουμε τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὴν στιγμή πού ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινε ἀπὸ τὸ νερὸ πάνω, ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατέρα πού μαρτυροῦσε γιά τὸν Υἱὸ του λέγοντας: «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.» (Μτ. 3, 17). Καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο «ἐν εἴδει περιστερᾶς» κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω στό κεφάλι τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἔχει μεγάλη σημασία αὐτὴ ἡ Θεοφάνεια, ὅπως ἀλλιῶς ὀνομάζεται ἡ ἑορτὴ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἴδιος, ὁ τρισυπόστατος Θεὸς, φανέρωσε τὴν θεότητα τοῦ Δευτέρου Προσώπου του, τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς-Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν νά παρουσίασαν στήν ἀνθρωπότητα τὸν Σωτήρα τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων.
Δέν ἀρκοῦν αὐτὰ σ’ ἐκείνους πού δέν πιστεύουν στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Δέν τοὺς συγκινεῖ ἡ Θεία του διδασκαλία, μὲ τὴν ὁποία δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ καμμία ἀνθρώπινη; Δέν τοὺς ἀρκοῦν τὰ θαύματά του μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Χριστὸς ἐπιβεβαίωνε τὸ κήρυγμά του; Δέν τοὺς φτάνει τὸ ὅτι τὸ κήρυγμά του τὸ σφράγισε μὲ τὸ Τίμιο Αἷμα του πάνω στόν φοβερὸ σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ; Καὶ τὸ ὅτι ἀναστήθηκε τὴν τρίτη ἡμέρα μετὰ τὸ θάνατό του, καί πού γιά σαράντα ἡμέρες, μετὰ τὴν ἀνάστασή του, φανερώθηκε πολλὲς φορὲς στούς μαθητὲς του, καὶ ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου μὲ τὴν ἔνδοξη ἀναλήψή του στούς οὐρανοὺς ἀπὸ τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν;
Ὤ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ! Ὤ, Σωτήρα μας, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ! Στά ἔργα τῆς ἀγάπης σου, στά ἀμέτρητα θαύματά σου, πρόσθεσε καὶ ἕνα ἄλλο θαῦμα: ἄγγιξε μὲ τὴν δεξιὰ σου τή λίθινη καρδιά τους καὶ δῶσε σ’ αὐτοὺς «καρδίᾳ σαρκίνῃ».
Ἀμήν.
«Λόγοι καὶ Ὁμιλίες», τ. Β΄, ἐκδ. ὈρθόδοξοςΚυψέλη
Βαπτίζεται ὁ Ἀναμάρτητος
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,
«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16),
Μεγάλη, ἀγαπητοί μου, καὶ ἐπίσημη ἑορτὴ σήμερα, ἑορτὴ ποὺ παλαιὰ ἦταν συνδεδεμένη μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων. Εἶνε μακρὰ ἡ σημερινὴ ἀκολουθία, ἐν τούτοις εἶνε ἀνάγκη νὰ μιλήσουμε - ἐγὼ τοὐλάχιστον δὲν ἐννοῶ θεία λειτουργία χωρὶς κήρυγμα.
Τὴ νύχτα τῶν Χριστουγέννων ἀκούσαμε τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες τὸ Θεῖο Βρέφος πῆρε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς. Κατόπιν ὁ Ἰησοῦς ἀναγκάστηκε νὰ φύγῃ στὴν Αἴγυπτο· εἶνε ὁ πρῶτος πρόσφυγας. Ὅταν πέθανε ὁ Ἡρῴδης ἐπέστρεψε στὴν ἱερὰ Γῆ, ἀλλὰ ἐγκαταστάθηκε στὴ Ναζαρὲτ καὶ γι᾽ αὐτὸ ἐπωνομάστηκε Ναζωραῖος (Ματθ. 2,23· 26,71 κ.ἀ.). Ὕστερα βλέπουμε τὸ Χριστὸ σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν μαζὶ μὲ τὴν Παναγία Μητέρα του στὰ Ἰεροσόλυμα στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Καὶ μετά, μὲ ἕνα χρονικὸ ἅλμα, τὸν βλέπουμε ἀπότομα σὲ ἡλικία 30 ἐτῶν στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Καὶ ἔρχεται ἡ ἀπιστία καὶ μᾶς ἀπευθύνει τὸ ἐρώτημα·
Ποῦ ἦταν ὁ Χριστὸς ἀπὸ 12 μέχρι 30 ἐτῶν; πῆγε στὶς Ἰνδίες· ἐκεῖ ἔμαθε αὐτὰ ποὺ δίδαξε.
Τί ἀπαντοῦμε; Αὐτὸ εἶνε ψέμα, ἀπ᾽ τὰ χοντρὰ ἐκεῖνα ψέματα τῆς ἀπιστίας. Τὸ διαψεύδουν οἱ ἴδιοι οἱ συμπατριῶτες τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Χριστός, ὅπως εἴπαμε, βρισκόταν στὴ Ναζαρέτ. Τὸ χωριὸ ἦταν μικρὸ καὶ τίποτα δὲν ἔμενε ἄγνωστο. Ἀναφέρω ὡς παράδειγμα, ὅτι κ᾽ ἐγὼ κατάγομαι ἀπὸ ἕνα μικρὸ χωριό, ἔφυγα ἀπὸ ᾽κεῖ νέος, καὶ στὸ μεγάλο διάστημα τῆς μετέπειτα περιπετειώδους ζωῆς μου μόνο μία ἢ δύο φορὲς ἐπισκέφθηκα τὸ χωριό. Καὶ ὅμως· ἂν πᾶτε ἐκεῖ, ποὺ μὲ γνώρισαν ὡς παιδί, καὶ ρωτήσετε ὁποιονδήποτε, θὰ σᾶς πῇ καταλεπτῶς ποῦ βρισκόμουν καὶ τί ἔκανα. Δὲν λησμονοῦν στὰ μικρὰ χωριὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φεύγουν, ἀλλὰ μ᾽ ἕνα στοργικὸ βλέμμα παρακολουθοῦν τὰ βήματα ὅλων καὶ ξέρουν ποῦ βρίσκονται. Ἔτσι καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Ναζαρὲτ γνώριζαν πολὺ καλὰ ποῦ ἦταν ὁ Ἰησοῦς. Γι᾽ αὐτό, ὅταν ὕστερα πῆγε ὁ ἴδιος ἐκεῖ καὶ δίδασκε, οἱ Ναζαρηνοὶ τὸν κοίταζαν, τὸν ἄκουγαν κ᾽ ἔλεγαν ὅλοι μ᾽ ἕνα στόμα· Πῶς αὐτὸς ξέρει γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε σχολεῖο; (βλ. Ἰω. 7,15). Οἱ συγχωριανοί του λοιπὸν βεβαιώνουν μ᾽ αὐτὰ ποὺ λένε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἔφυγε ἀπ᾽ τὴ Ναζαρέτ.
Καὶ ποῦ ἦταν λοιπόν; Ὅπως ὑπῆρξε πρῶτος πρόσφυγας, ἔτσι ἔγινε καὶ πρῶτος ἐργάτης. Τὸν ἤξεραν ὅλοι ὡς «τέκτονα», μαραγκό (Μᾶρκ. 6,3), καὶ «υἱὸν τοῦ τέκτονος» (Ματθ. 13,55). Δούλευε στὸ ξυλουργεῖο τοῦ δικαίου Ἰωσήφ· κατασκεύαζε ἄροτρα καὶ ἔπιπλα, γιὰ νὰ ζήσῃ αὐτὸς καὶ ἡ ἁγία του Μητέρα. Ἐκεῖ ἐργάστηκε ἀπὸ 12 ἐτῶν, ἀφ᾽ ὅτου τὸν εἶδαν στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος.
Ὕστερα ἀπὸ 18 χρόνια, στὸ τριακοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του, τὸν βλέπουμε τώρα στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Ἔρχεται νὰ βαπτισθῇ.
᾽Εδῶ ὅμως γεννᾶται ἄλλη ἀπορία·
Βαπτίζονται οἱ ἁμαρτωλοί, μὰ ὁ Χριστὸς ἦταν ἀναμάρτητος· γιατί νὰ βαπτισθῇ; Ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ μικρὰ παιδιά· γιατί βαπτίζονται; τί ἁμαρτίες ἔχουν;
Τὰ μικρὰ παιδιὰ βαπτίζονται ὄχι γιατὶ ἔχουν προσωπικὲς ἁμαρτίες, ἀλλὰ γιατὶ σύμφωνα μὲ τὴν πίστι μας κάθε παιδάκι ποὺ γεννιέται δὲν εἶνε ἄγγελος, φέρει τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, καὶ βαπτίζεται γιὰ ν᾽ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ αὐτό.
Καλὰ τὰ ἄλλα βρέφη, ἀλλὰ τὸ Θεῖο Βρέφος δὲν γεννήθηκε μὲ φυσικὸ τρόπο· γεννήθηκε μὲ τρόπο ὑπερφυσικό, ἄρα εἶνε ἀπηλλαγμένο ὄχι μόνο ἀπὸ προσωπικὰ ἁμαρτήματα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ προπατορικό. Τότε γιατί βαπτίσθηκε;
Γιὰ πολλοὺς λόγους, καὶ κυρίως γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῇ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ νὰ δοθῇ ἡ μαρτυρία ὅτι ὁ Ἰησοῦς, ποὺ τώρα ἄρχιζε τὸ δημόσιο ἔργο του, εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Πατρὸς ὁ ἀπεσταλμένος νὰ σώσῃ τὸν κόσμο.
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο βεβαιώνει ὄντως, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἁμαρτίες·«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Τὸ λέει μὲ μία λέξι, τὴ λέξι «εὐθύς»· ὅταν δηλαδὴ βαπτίσθηκε ὁ Χριστός, βγῆκε ἀμέσως ἀπ᾽ τὸ νερό. Γιατί βγῆκε ἀμέσως; Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε πρέπει νὰ γνωρίζουμε τὰ ἑξῆς.
Ὅταν παρουσιάστηκε ὁ Πρόδρομος καὶ ἔστησε τὸ βῆμα του στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνου, λόγῳ τῆς ἀσκητικῆς του φυσιογνωμίας καὶ τοῦ ζωηροῦ καὶ ἐπαναστατικοῦ του κηρύγματος, ἔγινε μαγνήτης ποὺ εἵλκυσε κοντά του πλήθη· μικροὶ – μεγάλοι, πλούσιοι – φτωχοί, ἄντρες – γυναῖκες, ἐπίσημοι – ἄσημοι. Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε συνεχῶς. Ὁ καθένας ἔβγαζε τὰ ροῦχα του, ἔμπαινε μέσα στὸ νερὸ γυμνὸς κατάγυμνος, ἐκεῖ ἔμενε καί, βουτημένος μέχρι τὸν ὦμο ὅπως ἦταν, ἔλεγε τ᾽ ἁμαρτήματά του στὸν ὑπέροχο ἐκεῖνο πνευματικὸ πατέρα. Ἂν εἶχε νὰ πῇ πολλά, ἔμενε περισσότερη ὥρα· ἄλλος δέκα λεπτά, ἄλλος μισὴ ὥρα, ἄλλος μία ὥρα· οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοί, γυναῖκες καὶ ἄντρες, περισσότερο. Ἐξωμολογοῦντο κλαίγοντας καὶ ἔσμιγαν τὰ δάκρυα μὲ τὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου.
Πέρασαν ἔτσι χιλιάδες ἄνθρωποι. Ἕνας μόνο, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, μόλις μπῆκε βγῆκε· «ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος», λέει. Γιατί βγῆκε; Ἦταν ἀναμάρτητος, δὲν εἶχε τίποτα νὰ πῇ· τί νὰ πῇ;
Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίσθηκε;
Ὁ Χριστὸς μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν ἕνας ἄγνωστος ἐργάτης. Ποιός τοῦ ἔδινε σημασία; Κανείς. Δὲν ἦταν φαρισαῖος, δὲν ἦταν ἐσσαῖος, δὲν ἦταν ἀρχιερεὺς μὲ λαμπρὴ στολή, δὲν ἦταν ἀξιωματοῦχος. Καὶ ὅμως· ὅταν πῆγε ἐκεῖ στὸν Ἰορδάνη, τότε –ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι– «ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ. 113,3). Ἄστραψε φῶς, ἄνοιξαν τὰ οὐράνια, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ οὐρανίου Πατρὸς νὰ λέῃ «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17). Τὸ δὲ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἀφοῦ κατέβηκε ἐπάνω στὸν Ἰησοῦ «ἐν εἴδει περιστερᾶς ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές» (ἀπολυτ.). Τώρα ὁ Οὐρανὸς τὸν συνιστᾷ ἐν θριάμβῳ πανηγυρικῶς, κι ἀκοῦνε ὅλοι.
Τὴν ἡμέρα αὐτή, ἀγαπητοί μου, κατὰ τὴ βάπτισι τοῦ Χριστοῦ φανερώθηκε στὸν κόσμο τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος· ὁ Πατὴρ μαρτυρεῖ, ὁ Υἱὸς βαπτίζεται, τὸ Πνεῦμα κατέρχεται καὶ μένει ἐπάνω σ᾽ αὐτόν (βλ. Ἰω. 1,32-33).
Ἐδῶ διαφέρουμε οἱ ὀρθόδοξοι ἀπ᾽ ὅλα τὰ θρησκεύματα· οἱ Τοῦρκοι ἔχουν θεὸ τὸν Ἀλλάχ, οἱ Ἰνδοὶ ἄλλον, οἱ Ἰάπωνες ἄλλον καὶ οὕτω καθεξῆς. Ὁ ὀρθόδοξος Χριστιανὸς πιστεύει εἰς Πατέρα Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα, εἰς μίαν Θεότητα ἐν τρισὶ Προσώποις. Ὤ μυστήριο!
Ἐδῶ ὅμως ἔρχεται ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ λέει· Πῶς τὸ ἕνα εἶνε τρία; εἶνε ποτὲ δυνατόν;… Πόσες φορὲς τὸ ἄκουσα αὐτὸ καὶ στὴν Ἀθήνα καὶ ἀλλοῦ! Κ᾽ ἐσεῖς θὰ τό ᾽χετε ἀκούσει. «Μπόσικα πράγματα», ὅπως εἶπε κάποιος στὸ Μακρυγιάννη χλευάζοντας.
Ὁ ἁγνὸς αὐτὸς ἥρωας δέχτηκε στὸ σπίτι του κάποιον ξένο. Πρὶν καθίσουν στὸ τραπέζι ὁ Μακρυγιάννης ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ εὐχήθηκε «ἡ ἁγία Τριὰς νὰ μᾶς σώσῃ». Ὁ Εὐρωπαῖος γέλασε εἰρωνικά. Τότε ὁ Μακρυγιάννης τοῦ λέει· Ὅλα τὰ ἀνέχομαι, μὰ ἀσέβεια στὴν ἁγία Τριάδα δὲν ἐπιτρέπω· σήκω καὶ φύγε ἀπ᾽ τὸ σπίτι μου, μὴ μοῦ μαγαρίζεις τὸ τραπέζι
Τέτοιοι ἦταν οἱ ἥρωες τῆς φυλῆς, πίστευαν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ Σύνταγμά μας –μοναδικὸ στὸν κόσμο– ἀρχίζει μὲ τὴν ἐπικεφαλίδα «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος». Λὲς καὶ εἶνε θεία Λειτουργία.
Ἁγία Τριάς, τὸ μέγα μυστήριο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο διακρίνεσαι ἂν πιστεύῃς στὴν Ὀρθόδοξο πίστι. Μὰ οἱ ἄπιστοι ἐπιμένουν· Πῶς τὸ ἕνα εἶνε τρία;
Τοὺς ἀπαντᾷ ἡ ψυχολογία. Ὁ ἄνθρωπος, λέει, κυρίως εἶνε ψυχή. Καὶ ἡ ψυχὴ σκέπτεται, αἰσθάνεται, ἐνεργεῖ. Σκέπτομαι ἐνεργῶ, ἰδού ἡ τρίφωτη λαμπάδα. Σκέψις – αἴσθημα – ἐνέργεια εἶνε τὸ τριπλὸ βάθρο τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Καὶ τὰ τρία αὐτὰ εἶνε μέσα στὴν μία καὶ ἀδιαίρετη ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ἡ ψυχὴ λέγεται εἰκόνα τοῦ Θεοῦ· κάθε ψυχὴ ἔχει στὸ βάθος της ἐντυπωμένη τὴ σφραγῖδα τῆς ἁγίας Τριάδος.
Ἀπαντᾷ καὶ ἡ φυσικὴ μὲ ἕνα καταπληκτικὸ παράδειγμα. Τὸ ἄτομο εἶνε ἕνα. Ἐὰν ὅμως γίνῃ σχάσις τοῦ ἀτόμου, τότε κατὰ ἕνα περίεργο τρόπο ἐκλύονται τρεῖς λάμψεις· τὰ τρία γίνονται ἐννέα, τὰ ἐννέα γίνονται εἰκοσιεπτά, καὶ οὕτω καθεξῆς. Καὶ στὰ ἄψυχα λοιπὸν ἄτομα ὑπάρχει μέσα ἡ σφραγίδα τῆς ἁγίας Τριάδος.
Καὶ τελειώνω, ἀγαπητοί μου, ὑπενθυμίζοντας τὸ γνωστὸ ἐκεῖνο ἀνέκδοτο τοῦ ὁμωνύμου μου ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄνομα. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ἐρευνώντας τὸ μυστήριο τῆς Θεότητος ζαλίστηκε καὶ σταμάτησε. Διδάχθηκε δὲ τότε στὴν ἀκροθαλασσιὰ ἀπὸ ἕνα παιδάκι, ποὺ ἦταν ἄγγελος, ὅτι ὁ ἀνθρώπινος νοῦς εἶνε πολὺ μικρὸς γιὰ νὰ συλλάβῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος.
Δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι,
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος [παλαιός] Φλωρίνης, Σάββατο 6-1-1968 πρωί)
Τα δύο βαπτίσματα
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,
ΕΟΡΤΗ μεγάλη σήμερα, αγαπητοί μου, για όλους τους ορθοδόξους λαούς. Ιδιαιτέρως την εορτάζει ή Ελλάς, χώρα ναυτική. Οι ναυτικοί μας, όπου και να πλέουν, εϊτε στον Ατλαντικό εϊτε στον Ειρηνικό ωκεανό, την τιμούν χαρμοσύνως· σήμερα αγιάζονται τα νερά και οί θάλασσες με τον τίμιο σταυρό.
Ή εορτή των Φώτων είναι το τέλος μιας εκκλησιαστικής περιόδου πού ονομάζεται Δωδεκαήμερο. Τελειώνει σήμερα το Δωδεκαήμερο, πού άρχισε με τη γέννηση του Χριστού. Να μιλήσουμε για την εορτή των Φώτων; Μικρά ή διάνοια μας, ασθενής ή γλώσσα μας, και το μυστήριο πού αποκαλύπτεται σήμερα με τη βάπτιση του Κυρίου απέραντο όπως ό ωκεανός. Μάλλον πρέπει να σιωπήσουμε. Άλλα για να μη μείνη ό άμβωνας άφωνος τέτοια μέρα, τολμώ, επικαλούμενος τη χάρι του αγίου Πνεύματος, κάτι να πω.
Ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός παρουσιάστηκε στη γη ως άνθρωπος υπό τις πλέον ταπεινές συνθήκες· ήλθε ως νήπιο, γεννήθηκε από πάμπτωχη κόρη σε μια κωμόπολη της Ιουδαίας μέσα σ' ένα σπήλαιο. Ποιος, βλέποντας το βρέφος εκείνο, ήταν δυνατόν να φανταστή, ότι κάτω από αυτό το σχήμα κρυβόταν ή Θεό- της; Μετά από οκτώ ήμερες δέχθηκε την περιτομή και έλαβε το όνομα Ιησούς Χριστός, «το υπέρ πάν όνομα» (Φιλ. 2,9). Δώδεκα ετών τον βλέπουμε πάλι στο ναό του Σολομώντος, όπου κατέπληξε τους σοφούς πρεσβυτέρους με τις ερωτήσεις και απαντήσεις του. Μετά, για το διάστημα από δώδεκα ετών έως τριάντα, ορισμένοι λένε πολλά φανταστικά, άσχετα με το Ευαγγέλιο. Άλλ' ένα είναι το βέβαιο· ότι ό Ιησούς Χριστός έζησε αφανής. Αφάνεια. Ωραία είναι ή αφάνεια! Που ήταν; Έμενε και εργαζόταν στη Ναζαρέτ ως ξυλουργός. Κρατούσε σκεπάρνια, πριόνια, σφυριά και καρφιά. Είναι ό πρώτος εργάτης! Τίμησε την εργασία εκεί στο- εργαστήριο του νομιζομένου πατρός του. Έτσι έμεινε άγνωστος. Ποιος φανταζόταν, ότι αυτός ό ξυλουργός είναι ό προφητευμένος από αιώνων «υιός ανθρώπου» (Δαν. 7,13);
Άλλ' ήρθε ή ώρα να εμφανιστεί. Και τότε παρουσιάστηκε ό Ιωάννης ό Πρόδρομος. Κήρυττε μετάνοια και είλκυε κόσμο πολύ. Όλοι έσπευδαν στα ρείθρα του Ιορδανού, μετανοούσαν και έβαπτίζοντο. Μέσα στο πλήθος ήρθε και ό Χριστός. Ήταν απέριττος, χωρίς κάποιο εξωτερικό διακριτικό· δέ φορούσε διάδημα. Ό Ιωάννης όμως διέκρινε, ότι κάτω από το φτωχικό του παρουσιαστικό υπήρχε ή Θεότης. Τον αντελήφθη, γι' αυτό ακριβώς ήταν εκεί. Ό Χριστός του λέει: «Βάπτισε με». Ό Ιωάννης: «Δεν είμαι άξιος· εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα». Ό Χριστός επιμένει και στο τέλος ό Ιωάννης πειθαρχεί. Κι όταν τον βάπτισε, τότε άνοιξαν οι ουρανοί, είδε το Πνεύμα το άγιο σαν περιστερά λευκή να κατεβαίνει επάνω στην κεφαλή του Χριστού μας, και ακούστηκε ή φωνή του ουρανίου Πατρός να μαρτυρεί γι' αυτόν. Έτσι απεκαλύφθη το μέγα μυστήριο.
Ένας ασεβέστατος «λογοτέχνης» τόλμησε να διακωμώδηση το μυστήριο αυτό. Μα τί θα πή «λογοτέχνης »; Άν σου βρίσει τον πατέρα, θα το δεχτής επειδή είναι λογοτέχνης; Ό ένας βρίζει χυδαίως κι ό άλλος βρίζει λογοτεχνικώς· τί σημασία έχει; είτε σε χυδαία γλώσσα εϊτε σε λογοτεχνική, ϋβρις είναι. Το ύβρισαν λοιπόν οι άπιστοι το μυστήριο· τους φαίνεται σκάνδαλο. Εμείς το βλέπουμε διαφορετικά.
Υπάρχει μία λέξη του ευαγγελίου πολύ χαρακτηριστική. Τί λέγει. Στόν Ιορδάνη έμπαιναν γυμνοί στο νερό και, όπως ήταν, έξωμολογοΰντο τις αμαρτίες τους. Και άλλοι μεν έμεναν περισσότερο, άλλοι λιγώτερο, αναλόγως των αμαρτημάτων πού είχαν να πουν. Όλοι πάντως έμεναν ένα διάστημα βυθισμένοι. Ένας μόνο δεν έμεινε καθόλου· ό Χριστός. Το λέει το ευαγγέλιο· «Και βαπτισθείς ό Ιησούς ανέβει ευθύς από του ύδατος» (Ματθ. 3,16). Είδες μια λέξι τί σημασία έχει; «Ευθύς», λέει. Μόλις μπήκε, βγήκε. Γιατί; Διότι δεν είχε τίνα πή, δεν είχε αμαρτήματα! Το «ευθύς» είναι μαρτυρία της αγίας Γραφής, οτι ό Κύριος ήταν λευκός όχι μόνο από το προπατορικό αμάρτημα, αλλά και από προσωπικά αμαρτήματα. Ήταν ό μόνος πού απηύθυνε εκείνο το αναπάντητο ερώτημα· «Τίς εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ίωάν. 8, 46).
Άλλ' αφού είναι αναμάρτητος, τότε γιατί βαπτίσθηκε; Ή βάπτισις του Χρίστου έχει πολλούς λόγους. Έβαπτίσθη, για ν' άκουσθή ή μαρτυρία του Πατρός, να φανή ή συμφωνία του αγίου Πνεύματος, και να βεβαιωθεί έτσι ή θεότης του Υΐοϋ. Έβαπτίσθη, για να φανερωθή το μέγα μυστήριο της αγίας Τριάδος. Έβαπτίσθη, για να αγιάσει τα ύδατα. Έβαπτίσθη ακόμα, για να είναι το βάπτισμα του υπόδειγμα σ' εμάς· αν βαπτίσθηκε εκείνος πού δεν είχε ανάγκη βαπτίσεως, πολύ περισσότερο έχουμε εμείς ανάγκη να βαπτισθούμε.
Στο βάπτισμα γίνεται μυστήριο. Ποιος όμως το νιώθει; Γελούν τώρα οι καλεσμένοι θεομπαίχτες καταντήσαμε... Άλλα και στο βαπτιζόμενο, λόγω τής ηλικίας, δεν υπάρχει συνείδησις του μυστηρίου. Το μυστήριο θέλει πίστη' «... ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών» (Σύμβ. πίστ.). Αν πιστεύαμε, αν είχαμε μάτια αγγέλων, θα βλέπαμε ότι ή ψυχή εκείνου πού βαπτίζεται, προτού να μπη στην κολυμβήθρα είναι μαύρη σαν τα φτερά του κόρακα· άλλ' όταν βγαίνει από την κολυμβήθρα, μετά την τρίτη κατάδυση «εις το όνομα του Πατρός και του Υιοϋ και του αγίου Πνεύματος» —αύτη είναι ή πίστις μας—, βγαίνει πιο λευκή κι άπ' το χιόνι πού καλύπτει τώρα τα βουνά της πατρίδος μας. Για αυτό βλέπεις, το παιδί πού βαπτίζεται είναι υποχρεωτικό να το ντύνουν στα λευκά, σύμβολο ότι καθαρίστηκε. Σά' να λέη· Πλϋνε με, Κύριε, «και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. 50,9).
Γεννάται όμως το ερώτημα" μετά το βάπτισμα τί γίνεται; Όλοι λερώνουμε το χιτώνα του βαπτίσματος, δεν τον κρατούμε καθαρό και αμόλυντο, όπως λέει σήμερα ή Εκκλησία «Όσοι εις Χριστόν έβαπτίσθητε, Χριστόν ένεδύσασθε» (Γαλ. 3,27). Και το ερώτημα, πού συνεκλόνισε αιώνα ολόκληρο την Εκκλησία είναι· Τα αμαρτήματα προ του βαπτίσματος, είτε κληρονομικά είτε προσωπικά, συγχωρούνται τα αμαρτήματα μετά το βάπτισμα συγχωρούνται; Διχάστηκαν στην πρώτη Εκκλησία. Άλλοι είπαν, ότι δεν συγχωρούνται. Άλλα ή Εκκλησία είπε ότι, κατά το πνεύμα του Ευαγγελίου, συγχωρούνται. Πώς συγχωρούνται; Έχει ή Εκκλησία ένα άλλο μυστήριο, πού είναι ένα δεύτερο βάπτισμα. Βαπτισθήκαμε στην κολυμβήθρα, πρέπει να βαπτισθούμε και σ' αυτό. Όπως αυτός πού δέ' βαπτίζεται δέ' θεωρείται Χριστιανός, έτσι και αυτός πού αμάρτησε δέ' συγχωρείται αν δεν πέραση από αυτό. Ποιο είναι το δεύτερο βάπτισμα; Είναι ή μετάνοια και εξομολόγησης. Πολλά άχρηστα δάκρυα χύνουν οί άνθρωποι· ένα δάκρυ έχει αξία· δώστε μου ένα τέτοιο δάκρυ! είναι το δάκρυ για τις αμαρτίες, το δάκρυ της μετανοίας. Αυτό γίνεται Ιορδάνης ποταμός, δεύτερο βάπτισμα. Πού τελείται; "Οταν πας στον πνευματικό πατέρα και ομολογήσεις είλικρινώς τα αμαρτήματα σου, εκείνα πού δεν ξέρει ούτε ή γυναίκα σου ούτε ό είσαγγελεύς ούτε ό κόσμος (πού μπορεί να σε θεωρεί καλό και έντιμο άνθρωπο, αλλά ή συνείδησι βοά μέσα σου...).
Σπεύσε λοιπόν σ' αυτό το δεύτερο βάπτισμα το συνιστώ έπ' ευκαιρία σήμερα. Οί περισσότεροι δυστυχώς είναι ακόμη άνεξομολόγητοι. Το τονίζω· ή εξομολόγησης είναι ή κάθαρσις του αγίου Πνεύματος. Το είπαν και μεγάλοι ψυχολόγοι ή έξομολόγησις σε έμπειρο πνευματικό πατέρα απαλλάσσει τον άνθρωπο από το άγχος. Λίγοι δοκίμασαν την έξομολόγησι. Μεταξύ αυτών είναι και ένας 'Ρώσος συγγραφεύς, προφήτης του 'Ρωσικού λαού, ό Ντοστογιέφσκυ. Ήταν κατάδικος επί τσάρου μέσα στις φυλακές της Σιβηρίας, και εκεί γνώρισε τον Κύριο. Εκεί διάβασε και θαύμασε το Ευαγγέλιο, πίστεψε στο Χριστό. Βρήκε λοιπόν ένα πνευματικό πατέρα και εξομολογήθηκε όλα τα αμαρτήματα πού έκανε ως άνθρωπος. Τότε είπε· «Όταν εξομολογήθηκα, παράδεισος φύτρωσε στην ψυχή μου».
Αγαπητοί μου, χωρίς εξομολόγηση παράδεισο δέ' θα δούμε. Γι' αυτό μικροί και μεγάλοι, όλοι στην έξομολόγησι. Ας πέσει από το μάτι μας ένα δάκρυ ενώπιον του πνευματικού. Και το δάκρυ αυτό θα γίνει Ιορδάνης. Και ή αγία Τριάς θα κάνη ν' ανοίξουν και για μας οί ουρανοί των ουρανών. Και τότε θα αισθανθούμε, ότι μέσα στην καρδιά μας ήλθε αυτή ή αγία Τριάς, Πατήρ Υιός και άγιον Πνεύμα· ω ή δόξα εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.
Επίσκοπος Αυγουστίνος
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στον ί. ναό Αγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης την 6-1-1990 με άλλο τίτλο. Καταγραφή και σύντμησις 6-1-2005)
Το Ευαγγέλιο Κατά Ματθαίον (γ΄ 13 – 17)
Τῷ καιρῷ εκείνω, παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ. Ὁ δὲ ᾿Ιωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;
Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην· τότε ἀφίησιν αὐτόν· καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος α’.
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ, καί τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνούντάς σε· Ἦλθες, ἐφάνης, τό Φῶς τὸ ἀπρόσιτον.
Μεγαλυνάριον
Ἄφεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμὸς, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Μόρφου http://www.immorfou.org.cy/articles-form-the-net/693-simera-ta-fota.html, Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=63853, Πηγή Ζωής http://www.pigizois.net/kiriakodromio/augoustinos/10_ta_agia_theofaneia.htm, Ορθόδοξος Συναξαριστής http://www.saint.gr/1083/saint.aspx

agiasmos 01


Με τη ευκαιρία της μεγάλης δεσποτικής εορτής των Θεοφανείων και της κατ’ αυτήν τελέσεως του Μεγάλου Αγιασμού, επιθυμούμε ν’ αναφερθούμε στη σχέση αυτή του Μεγάλου, ως λέγεται, Αγιασμού, προς τον αποκαλούμενο Μικρό Αγιασμό, ο οποίος τελείται σε κάθε άλλη περίπτωση π.χ. Πρωτομηνιά, εγκαινισμούς οίκων, καταστημάτων κ. ά., με σκοπό να συμβάλλουμε στη αποφυγή των πολλών παρανοήσεων, αλλά και στην εξάλειψη των λανθασμένων απόψεων και εθιμικών διατάξεων σχετικά με τη σύγκριση των δύο Αγιασμών και την χρήση τους. Οδηγό σ’ αυτήν την προσπάθεια θα έχομε έναν από τους κυριώτερους εκπροσώπους της Φιλοκαλικής αναγέννησης του 18ου αιώνος, του κινήματος δηλ. των Κολλυβάδων, των Άγιο Αθανάσιο τον Πάριο, ο οποίος είχε ασχοληθεί με το θέμα εκτενώς.

Στην «Έκθεσή» του ο Άγιος Αθανάσιος, τονίζει ότι ο Μεγάλος Αγιασμός έχει:

α) Δύναμη λουτρού παλιγγενεσίας και

β) τελείται μία φορά το χρόνο, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ως συμβολική ανάμνηση της δωρεάς της Θείας αναγεννήσεως από τον Χριστό. (Εδώ πρέπει να σημειώσουμε, ότι και την παραμονή των Θεοφανείων επεκράτησε από πολύ νωρίς να τελείται ο Μεγάλος Αγιασμός για πρακτικούς κυρίως λόγους, αλλά και αυτή η τέλεση εντάσσεται στην εορτή των Θεοφανείων και κατά συνέπεια δεν θεωρείται ως δεύτερη και ανεξάρτητη).

Από την άλλη πλευρά ο λεγόμενος Μικρός Αγιασμός:

α) τελείται στις νουμηνίες (αρχή του μήνα), αλλά και κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο, χωρίς ιδιαίτερα αυστηρές ρυθμίσεις,

β) παρέχει πλούτο ιαματικής δύναμης για κάθε ασθένεια, σωματική ή ψυχική και γ) φαίνεται ότι αρχίζει να εξαπλώνεται, ως αγιασματική ακολουθία, από το θαύμα το οποίον συνέβη στο Ναό της Θεοτόκου Ζωοδόχου Πηγής, όπως ο Άγιος Αθανάσιος αναφέρει.

Επομένως, όπως γίνεται αντιληπτό, η διάκριση η οποία παρατηρείται, έχει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα και δεν υπονοεί, αλλ’ ούτε σε καμιά περίπτωση συνιστά ουσιαστική διάκριση ή διαφοροποίησή τους. Αν επιχειρήσουμε μάλιστα μια ερευνητική μελέτη στις ακολουθίες του Μικρού και του Μεγάλου Αγιασμού, θα διαπιστώσουμε, ότι όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, επιβεβαιώνονται πλήρως. Κατ’ αρχάς πρέπει να σημειώσουμε, ότι υπάρχει εμφανής ομοιότητα στις δύο Ακολουθίες αφού και στις δύο τελείται Αγιασμός ύδατος.

Στον Μεγάλο Αγιασμό παρατηρούμε, πως τόσο τα τροπάρια, που τον συνοδεύουν («Φωνή Κυρίου επί των υδάτων…» ), όσο και τα αναγνώσματα από τις Προφητείες του Ησαΐου, έχουν έντονο συμβολικό χαρακτήρα της τέλεσής του σε ανάμνηση του Βαπτίσματος του Χριστού και εξ αυτού παρουσιάζουν έντονο τον χαρακτήρα της Δεσποτικής εορτής. Σε αντίθεση ο Μικρός Αγιασμός διαφέρει σ’ αυτό το σημείο, αφού η συνοδευτική υμνογραφία, περιέχει τροπάρια αφιερωμένα στη Θεομήτορα.

Στην μεγάλη εκτενή Δέηση και των δύο ακολουθιών δίδεται η πνευματική έννοια του λουτρού της παλιγγενεσίας («υπέρ του αγιασθήναι το ύδωρ τούτο τη επιφοιτήσει και δυνάμει και ενεργεία του Αγίου Πνεύματος …, του καταφοιτήσαι εν τοις ύδασι τούτοις την καθαρτικήν της υπερουσίου Τριάδος ενέργεια, …, του δωρηθήναι αυτοίς την χάριν της απολυτρώσεως, την ευλογίαν του Ιορδάνου, …., του γενηθήναι το ύδωρ τούτο αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, εις ίασιν ψυχής τε και σώματος και προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον…» κ. α.), αλλά από τη ιστορία της λατρείας μας είναι γνωστό ότι ο Αγιασμός των Θεοφανείων επηρέασε μορφολογικά, την ακολουθία του Μικρού Αγιασμού και κατά συνέπειαν θεωρούμε αυτές τις ομοιότητες αυθεντικά στοιχεία της ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού, τα οποία συμπλήρωσαν, αργότερα την ακολουθία που επιβλήθηκε από την ανάγκη τελέσεως Αγιασμού εκτός της εορτής των Θεοφανείων.

Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούμαστε και από το περιεχόμενο των ευχών του καθαγιασμού του ύδατος, που ακολουθούν.

Στο μεγάλο Αγιασμό έχομε μια νοηματική συνέχεια με την εκτενή Δέηση, που προηγείται, αφού ο Ιερεύς αιτείται επευχόμενος τον καθαγιασμόν του ύδατος, ώστε αυτό να γίνει: «Αφθαρσίας πηγή, αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον, δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσητον, αγγελικής ισχύος πεπληρωμένον. Ίνα απάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμβάνοντες έχοιεν αυτό προς καθαρισμόν ψυχών και σωμάτων, προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον». Και μετά τη δεύτερη επίκληση το αγιασμένο ύδωρ, θα παρέχει «τοις τε απτομένοις, τοις τε χριομένοις, τοις τε μεταλαμβάνουσιν τον αγιασμόν, την ευλογίαν, την κάθαρσιν, την υγείαν».

Στις καθαγιαστικές ευχές του Μικρού Αγιασμού, η Θεία Χάρη δια της μεταλήψεως και του ραντισμού του αγιασμένου ύδατος χορηγεί την ευλογία που αποσμήχει τους ρύπους των παθών και θεραπεύει τις ασθένειες της ψυχής και του σώματος και καταπέμπεται σ’ αυτό η ευλογία και η χάρη των ιαμάτων, ώστε να καταξιωνόμαστε να δεχόμαστε την απολύτρωση των ψυχικών και σωματικών πόνων.

Κατά συνέπειαν, αντιλαμβανόμαστε ότι ενώ στο Μικρό Αγιασμό δίδεται έμφαση στην ίαση των ψυχικών και σωματικών ασθενειών, στον Μεγάλο Αγιασμό, καίτοι υπάρχει και αυτό το αίτημα με παρόμοια άλλα, κυριαρχεί πλήρως η ευλογία της φύσεως των υδάτων με το βάπτισμα του Κυρίου, με όλο το βάρος και τις συνέπειες που έχει αυτή η αναμνηστική λειτουργική παρουσία ενός τέτοιου πραγματικού και σωτηριώδους γεγονότος για τη ζωή του όλου σώματος της Εκκλησίας, αλλά και του κάθε πιστού χωριστά. Αποτελεί την αναδημιουργία της ύλης και δι’ αυτής του κόσμου εν Χριστώ. Γι’ αυτό και επαξίως ονομάζεται λουτρόν παλιγγενεσίας. Γιατί το αγιασμένο ύδωρ των Θεοφανίων δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το αγιασμένο νερό του βαπτίσματος, στο οποίο βαπτίζεται ο Τίμιος Σταυρός σε αναπαράσταση του βαπτίσματος του Χριστού και το οποίο αντλούσαν οι πιστοί πριν το βάπτισμα των κατηχουμένων, ως ευλογία, λόγος για τον οποίον θεσπίστηκε η τέλεση του Μεγάλου Αγιασμού. Μάλιστα ο Μεγάλος Αγιασμός διατήρησε την τέλεσή του μέσα στη Θεία λειτουργία, όπως τελούνταν τόσο το Βάπτισμα, όσο και τα άλλα μυστήρια στους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες, ενώ ο Μικρός Αγιασμός τελείται καθ’ οιανδήποτε στιγμή και περίσταση, χωρίς ιδιαίτερους περιορισμούς.

Η σύντομη αυτή αναδρομή στο περιεχόμενο των δύο Ακολουθιών, κάνει εμφανή μια τιμητική και καθαρά και μόνον συμβολικήν υπεροχή του Μεγάλου Αγιασμού έναντι του Μικρού, αφού υπερέχει η συμβολική ανάμνηση του αγιασμού της υλικής κτίσεως από τον Κύριο και θεωρείται ως αφετηρία αγιασμού των πάντων σε τέτοιο βαθμό, ώστε να δικαιολογείται ο παραδοσιακός χαρακτηρισμός του μεν ως Μεγάλου του δε ως Μικρού Αγιασμού. Εξ άλλου, όπως παρατηρήσαμε, η ακολουθία του Μικρού Αγιασμού είναι φανερά επηρεασμένη από την ακολουθία του Μεγάλου και ως μεταγενέστερη αυτής, χωρίς να υπονοείται σε καμία περίπτωση διαφοροποίηση της αγιαστικής χάριτος των δύο Αγιασμών ή της μετοχής τους από τους πιστούς.

—————————————————–

Βλ. Ι Μ. Φουντούλη,, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας Δ΄, Αθήναι 1994, σ.200 Του ιδίου Κείμενα Λειτουργικής, τ. Β΄Θέματα Ευχολογίου, Θεσσαλονίκη 1984, σσ. 92, 105-106. Του ιδίου, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας Δ΄, Αθήναι 1994, σ. 203

 

Πηγή: Η άλλη όψη

theofania 01


«Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην, τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ’ αὐτοῦ».

Μαζί με τους δούλους ο Δεσπότης, μαζί με τους υπόδικους ο Κριτής έρχεται για να βαπτισθεί. Αλλά μη θορυβηθείς· μεταξύ των ταπεινών αυτών περισσότερο λάμπει το υψηλό μεγαλείο Του. Πραγματικά, Αυτός ο οποίος καταδέχθηκε να κυοφορηθεί για τόσο χρόνο σε μήτρα παρθενική και να γεννηθεί από εκεί, σύμφωνα με τους νόμους της ανθρώπινης φύσεως, και επιπλέον να ραπισθεί, να σταυρωθεί και να πάθει τα άλλα παθήματα, τα οποία υπέστη, γιατί παραξενεύεσαι, εάν καταδέχθηκε να βαπτισθεί και να έλθει μαζί με τους άλλους ανθρώπους προς τον δούλο του; Διότι εκείνο ήταν που προκαλούσε μεγάλη κατάπληξη, το ότι δηλαδή, ενώ ήταν Θεός, θέλησε να γίνει άνθρωπος· τα άλλα λοιπόν κατά λογική ακολουθία έπονται όλα γενικώς. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ιωάννης πρόφθασε και έλεγε, εκείνα ακριβώς που είπε, ότι δηλαδή, δεν είναι άξιος να λύσει τα λουριά των υποδημάτων του Ιησού και όλα τα άλλα· για παράδειγμα είπε ότι ο Ιησούς είναι κριτής και θα αποδώσει δικαιοσύνη σύμφωνα με την αξία του καθενός και ότι θα χορηγήσει σε όλους ανεξαιρέτως το Άγιο Πνεύμα με αφθονία, ώστε όταν Τον δεις να έρχεται προς το βάπτισμα να μην υποψιαστείς τίποτε το ταπεινό.

Επίσης, για τον ίδιο λόγο, όταν Αυτός ήταν παρών εκεί, Του προβάλλει προσκόμματα, λέγοντας· «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από εσένα και Εσύ έρχεσαι σε μένα;». Επειδή δηλαδή, το βάπτισμα ήταν ενδεικτικό της μετανοίας και οδηγούσε σε κατηγορία για τα διαπραχθέντα αμαρτήματα, για να μη νομίσει κανείς ότι και ο Ιησούς με μια τέτοια διάθεση έρχεται στον Ιορδάνη, ο Ιωάννης διορθώνει την πιθανή αυτή εκτίμηση εκ των προτέρων, με το να Τον αποκαλέσει και «Αμνό»(Ιω. 1, 29: «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ»: ‘’ιδού ο αμνός του Θεού, που προφήτευσε ο Ησαΐας’’) και Λυτρωτή από όλη γενικά την αμαρτία που έχει διαπραχθεί στην οικουμένη («ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»: ο Μεσσίας και Λυτρωτής, ο οποίος θα θυσιαστεί για να πάρει επάνω Του και να εξαλείψει την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου», Ιω. 1, 29). Πραγματικά, όποιος μπορεί να εξαλείψει τα αμαρτήματα ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους, πολύ περισσότερο Αυτός ο ίδιος είναι αναμάρτητος. Γι’ αυτό και δεν είπε· «Να ο αναμάρτητος», αλλά εκείνο το οποίο ήταν πολύ σπουδαιότερο, «ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου [:(Ιδού), Αυτός ο οποίος σηκώνει την αμαρτία του κόσμου] ώστε μαζί με αυτό να αποδεχθείς και εκείνο με κάθε βεβαιότητα και αφού πειστείς, να αντιληφθείς ότι έρχεται στο βάπτισμα, οικονομώντας και μερικά άλλα ζητήματα. Γι’ αυτό και ο Ιωάννης, όταν προσήλθε σε αυτόν ο Ιησούς, έλεγε· «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; (:εγώ, ο ατελής και αδύνατος άνθρωπος, έχω ανάγκη να βαπτισθώ από Εσένα, και Εσύ, ο αναμάρτητος και τέλειος, έρχεσαι να βαπτισθείς από εμένα;)». Και δεν είπε: «και εσύ βαπτίζεσαι από εμένα;», επειδή και αυτό φοβήθηκε να το πει. Αλλά ,τι είπε; «Κι Εσύ έρχεσαι προς εμένα;».

Ποια απάντηση έδωσε όμως ο Χριστός; Ό,τι ακριβώς έκανε αργότερα στον Πέτρο, το ίδιο και τότε έπραξε. Πραγματικά και ο Πέτρος Τον εμπόδιζε να του πλύνει τα πόδια, αλλά όταν άκουσε ότι «ὃ ἐγὼ ποιῶ, σὺ οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα (:Εκείνο που εγώ κάνω, εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι τώρα, θα το αντιληφθείς όμως αργότερα)» (Ιωάν. 13, 7), και ότι· «ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ᾿ ἐμοῦ (:εάν δεν σου πλύνω τώρα τα πόδια, εάν με ταπεινοφροσύνη και εμπιστοσύνη σε εμένα δεν υπακούσεις, δεν είναι δυνατόν να έχεις πλέον μέρος μαζί μου» (Ιωάν. 13, 8), αμέσως άφησε την άρνηση και υπάκουσε. Το ίδιο και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, όταν άκουσε από τον Ιησού τα λόγια: «ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην (:έτσι είναι, αλλά άφησε τώρα τις αντιρρήσεις και μη φέρνεις δυσκολίες στο βάπτισμά μου, διότι έτσι πρέπει, και σε μένα και σε σένα, να εκπληρώσουμε κάθε εντολή του Θεού)» (Ματθ. 3, 15), αμέσως υπάκουσε. Διότι δεν ήταν υπερβολικά εριστικοί, αλλά τους διέκρινε η αγάπη και η υπακοή και φρόντιζαν να υπακούουν στον Κύριο σε όλες τις περιπτώσεις.

Πρόσεξε επίσης με ποιον τρόπο τον ενθαρρύνει από εκείνο το σημείο ακριβώς, για το οποίο δίσταζε κυρίως να τελέσει το βάπτισμα. Δεν είπε, δηλαδή, ότι ‘’έτσι είναι δίκαιο’’, αλλά «έτσι είναι το πρέπον». Διότι, επειδή αυτό προπάντων θεωρούσε ανάξιό Του, το να βαπτισθεί από τον δούλο, αυτό κυρίως προβάλλει, το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με την αντίληψη αυτή, σαν να του έλεγε· «Δεν αποφεύγεις αυτό και με εμποδίζεις να βαπτισθώ, επειδή έχεις τη γνώμη ότι είναι απρεπές; Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο άφησε την άρνηση, διότι αυτό επάνω από όλα πρέπει να γίνει». Και δεν είπε μόνο «άφησε τις αντιρρήσεις», αλλά πρόσθεσε και το «επί του παρόντος» («ἄφες ἄρτι», Ματθ. 3, 15). Διότι αυτά δε θα διαρκέσουν αιώνια, λέγει, αλλά θα με δεις και στην κατάσταση που επιθυμείς. Προς το παρόν όμως να το υπομείνεις αυτό.

Στη συνέχεια αποδεικνύει κατά ποια έννοια είναι πρέπον αυτό. Γιατί είναι πρέπον, λοιπόν; Διότι έτσι εκτελούμε κάθε εντολή του νόμου, πράγμα το οποίο φανέρωνε, όταν έλεγε τη φράση «πᾶσαν δικαιοσύνην» (Ματθ. 3, 15). Πραγματικά «δικαιοσύνη» είναι η εκπλήρωση των εντολών. Αφού λοιπόν εκπληρώσαμε, λέγει, όλες τις άλλες εντολές, αυτό υπολείπεται πλέον και πρέπει να το προσθέσουμε και αυτό. Διότι εγώ ήλθα για να καταργήσω την κατάρα, η οποία προήλθε από την παράβαση του νόμου. Συνεπώς, επιβάλλεται να εκπληρώσω προηγουμένως εγώ ο ίδιος τα πάντα και να σας απελευθερώσω από την καταδίκη και έτσι, να τελειώσω την αποστολή μου. Είναι ανάγκη λοιπόν προηγουμένως εγώ να εφαρμόσω αυτόν κατά πάντα, επειδή πρέπει να διαγράψω την κατάρα, η οποία έχει αναγραφεί εναντίον σας στον νόμο. Γι’ αυτό ακριβώς έλαβα σάρκα και ήλθα κοντά σας. «Τότε ἀφίησιν αὐτόν·καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν·[:Τότε ο Ιωάννης δεν Του έφερε αντίρρηση και Τον άφησε να βαπτισθεί. Και ο Ιησούς, όταν βαπτίστηκε, βγήκε αμέσως από το νερό (διότι δεν είχε καμία αμαρτία να εξομολογηθεί, ενώ οι άλλοι έμεναν σε αυτό, όσο χρόνο διαρκούσε η εξομολόγησή τους). Και ιδού ανοίχθηκαν χάριν Αυτού οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει υπό την μορφήν της περιστεράς και να έρχεται επάνω σε Αυτόν] (Ματθ. 3, 15-16).

Βέβαια, πολλοί άνθρωποι θεωρούσαν τον Ιωάννη πολύ ανώτερο από τον Ιησού, επειδή ανατράφηκε και έζησε όλη τη ζωή του στην έρημο, και επειδή ήταν υιός αρχιερέως, και επειδή ήταν ενδεδυμένος με μια τέτοια παράξενη αμφίεση, και επειδή προσκαλούσε τους πάντες στο βάπτισμα και επειδή είχε γεννηθεί από στείρα γυναίκα· τον Ιησού όμως, επειδή είχε γεννηθεί από μια άσημη κόρη (δεν ήταν βέβαια γνωστός ακόμη σε όλους ο παρθενικός τοκετός της), και επειδή ανατράφηκε σε σπίτι, και επειδή συναναστρεφόταν με όλους τους ανθρώπους και επειδή φορούσε τη συνηθισμένη ενδυμασία, Τον θεωρούσαν ότι ήταν κατώτερος από τον Ιωάννη, δεδομένου ότι δεν γνώριζαν τίποτε ακόμη από τα απόρρητα και θαυμαστά εκείνα γεγονότα. Συνέπεσε ακόμη να βαπτισθεί από τον Ιωάννη, πράγμα το οποίο ακριβώς ενίσχυε περισσότερο την εκτίμησή τους αυτή, ακόμη και αν δεν είχαν τίποτε κατά νου, από όσα είπα παραπάνω για τις μεταξύ των δύο διαφορές· Σκέπτονταν, δηλαδή, ότι ο Ιησούς ήταν ένας από τους πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι βαπτίζονταν από τον Ιωάννη, διότι, εάν δεν ήταν ένας από τους πολλούς και συνηθισμένους ανθρώπους, δε θα πήγαινε προς το βάπτισμα μαζί με τους άλλους. Έτσι ο Ιωάννης θεωρείτο πολύ ανώτερος και πιο αξιοθαύμαστος από τον Ιησού.

Για να μην επικρατήσει, όμως, η αντίληψη αυτή στο πλήθος, και οι ουρανοί ανοίγουν, τη στιγμή που βαπτιζόταν ο Ιησούς, και το Πνεύμα κατεβαίνει, και μαζί με το Πνεύμα ακούεται φωνή, η οποία διακηρύσσει την αξία του Μονογενούς Υιού. Επειδή, όμως, η φωνή, η οποία έλεγε· «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός» (Ματθ. 3, 17) φαινόταν ότι ταιριάζει περισσότερο στον Ιωάννη, (διότι δεν πρόσθεσε: «Αυτός ο βαπτιζόμενος», αλλά απλώς είπε: «Αυτός»), ήταν φυσικό ο καθένας από τους ακροατές να σκεφθεί ότι αυτό ειπώθηκε μάλλον για τον βαπτιστή παρά για τον βαπτιζόμενο, λόγω του αξιώματος του Βαπτιστού και για όσα ελέχθησαν παραπάνω, γι’ αυτόν τον λόγο κατήλθε το Πνεύμα με τη μορφή της περιστεράς και έλκυσε την φωνή επάνω από τον Ιησού και έτσι έκανε σε όλους φανερό ότι το «Ούτος» δεν ειπώθηκε για τον βαπτιστή Ιωάννη, αλλά για τον βαπτιζόμενο Ιησού.

Και γιατί, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, δεν πίστεψαν, αφού συνέβησαν αυτά τα θαυμαστά γεγονότα; Μα και κατά τα χρόνια του Μωυσή έγιναν πολλά θαύματα, έστω και όχι παρόμοια προς τα παρόντα, και όμως ύστερα από όλα εκείνα, τις φωνές, τις σάλπιγγες και τις αστραπές (Εξ. 19 κ.ε.), και μοσχάρι κατασκεύασαν, και προς λατρευτική προσκύνηση του Βεελφεγώρ έκαναν τελετές (Εξ. 32 κ.ε.). Αλλά και αυτοί οι ίδιοι, οι οποίοι παρευρίσκονταν τότε στην βάπτιση, και αργότερα είδαν τον Λάζαρο να ανασταίνεται, έδειξαν τόσο μεγάλη απιστία προς Εκείνον που επιτέλεσε τα θαύματα αυτά, ώστε αποπειράθηκαν πολλές φορές ακόμη και να Τον φονεύσουν. Εάν λοιπόν, μολονότι έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους, νεκρούς να ανασταίνονται, εξακολουθούσαν ακόμη να κατέχονται από τόση κακία, για ποιο λόγο παραξενεύεσαι, επειδή δεν πίστεψαν στην φωνή, η οποία ακουγόταν από τον ουρανό; Πράγματι, όταν η ψυχή του ανθρώπου είναι αγνώμων και διεστραμμένη και την έχει κυριεύσει το πάθος του φθόνου, δεν υποχωρεί σε κανένα από τα θαύματα αυτά· όπως αντίστοιχα, όταν είναι ευγνώμων, δέχεται τα πάντα με πίστη, χωρίς να χρειάζεται και πολύ τα θαυμαστά γεγονότα.

Κατά συνέπεια, να μην απορείς γιατί δεν πίστεψαν, αλλά εκείνο να εξετάζεις, εάν δηλαδή δεν έγιναν όλα εκείνα διά των οποίων έπρεπε να πιστέψουν. Διότι, πραγματικά, ο Θεός διαμέσου του προφήτη, αυτό τον τρόπο της απολογίας χρησιμοποιεί για όλα τα θέματα που αναφέρονται σε Αυτόν. Όταν λοιπόν επρόκειτο να καταστραφούν οι Ιουδαίοι και να παραδοθούν στην έσχατη κόλαση, για να μη συκοφαντήσει κάποιος από αυτούς, κινούμενος από πονηρία, την Πρόνοια του Θεού, λέγει· «Τι έπρεπε να κάνω στον αμπελώνα αυτόν και δεν το έκανα;»(Ησ. 5, 4). Ώστε, και στην προκειμένη περίπτωση το ίδιο να εξετάζεις, τι έπρεπε, δηλαδή, να γίνει και δεν έγινε; Και κάθε φορά που γίνονται συζητήσεις για την πρόνοια του Θεού, με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίζεις εκείνους οι οποίοι, βασιζόμενοι στην κακία των πολλών, επιχειρούν να διαβάλλουν την Θεία Πρόνοια.

Πρόσεξε, λοιπόν, ποιου είδους παράδοξα γεγονότα συμβαίνουν, τα οποία αποτελούν προοίμια των μελλοντικών θαυμάτων. Δηλαδή, δεν ανοίγεται ο παράδεισος μόνο, αλλά ο ίδιος ο ουρανός. Ας αφήσουμε, όμως, τον λόγο για τη συμπεριφορά των Ιουδαίων, για μια άλλη φορά που θα μας δοθεί η ευκαιρία. Τώρα, με την βοήθεια του Θεού, ας επανέλθουμε στο θέμα μας. «καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί [:Όταν ο Ιησούς βαπτίσθηκε, αμέσως ανέβηκε από το νερό (διότι δεν είχε καμία αμαρτία να εξομολογηθεί, ενώ οι άλλοι έμεναν σε αυτό, όσο χρόνο διαρκούσε η εξομολόγησή τους) και ιδού άνοιξαν χάριν Αυτού οι ουρανοί]»(Ματθ. 3, 16).

Για ποιο λόγο άνοιξαν οι ουρανοί; Μα για να μάθεις ότι συμβαίνει το ίδιο, όταν βαπτίζεσαι κι εσύ, εφόσον ο Θεός σε προσκαλεί προς την ουράνια πατρίδα και προσπαθεί να σε πείσει να μη διατηρείς κανένα δεσμό με τα επίγεια πράγματα. Εάν όμως δεν βλέπεις το άνοιγμα του ουρανού, να μη φανείς δύσπιστος γι’ αυτό. Διότι πραγματικά στην αρχή των παραδόξων και πνευματικών πραγμάτων, έχουμε πάντοτε την παρουσία αισθητών εμφανίσεων και την πραγματοποίηση τέτοιων θαυμαστών γεγονότων, χάριν εκείνων, οι οποίοι δε διαθέτουν εύστροφο πνεύμα και έχουν ανάγκη αισθητής οράσεως και δεν μπορούν να αντιληφθούν τίποτε το μη αισθητό, αλλά μόνο μπροστά σε όσα βλέπουν με τα μάτια τους πτοούνται· με αποτέλεσμα, έστω και αν έπειτα δε συνεχίζονται τα θαύματα, να παραδέχεσαι διά της πίστεως, όσα πράγματα αποκαλύφθηκαν μία φορά στην αρχή διαμέσου των θαυμάτων. Ως γνωστόν, και στους αποστόλους κατά την Πεντηκοστή ακούστηκε ήχος βιαίου ανέμου και εμφανίστηκαν πύρινες γλώσσες, αλλά αυτό δεν έγινε για τους αποστόλους, αλλά για τους παρόντες τότε Ιουδαίους. Συνεπώς, μολονότι δεν λαμβάνουν χώρα αισθητά θαύματα, εντούτοις δεχόμαστε ό,τι αποκαλύφθηκε διαμέσου αυτών μια φορά στην αρχή. Διότι και η περιστερά γι’ αυτό τον σκοπό εμφανίστηκε, για να υποδείξει, δηλαδή, σαν να ήταν δάκτυλος, στους παρευρισκομένους εκεί καθώς και στον Ιωάννη, τον Υιό του Θεού. Αλλά δεν εμφανίστηκε μόνο γι’ αυτό τον σκοπό, μα συγχρόνως για να γνωρίζεις ότι όταν βαπτίζεσαι, και σε εσένα κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα. Συνεπώς, εμείς δε χρειαζόμαστε αισθητές εμφανίσεις, δεδομένου ότι η πίστη αντικαθιστά τα πάντα. Και επιπλέον, διότι τα θαύματα δε γίνονται για τους πιστούς, αλλά για τους απίστους.

Και για ποιο λόγο το άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε με την μορφή ενός περιστεριού; Ήμερο είναι το ζώο αυτό και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το άγιο Πνεύμα είναι πνεύμα πραότητος, για τον λόγο αυτό εμφανίζεται με το σχήμα αυτό. Εξάλλου, έτσι μας υπενθυμίζει και κάποια παλαιά ιστορία. Δηλαδή, όταν κάποτε ολόκληρη η οικουμένη υπέστη καθολικό ναυάγιο και κινδύνευε να αφανισθεί το ανθρώπινο γένος με τον Κατακλυσμό, αυτό το πτηνό εμφανίσθηκε και υπέδειξε την κατάπαυση της καταιγίδας και εξήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα της ολοκληρωτικής γαλήνευσης της οικουμένης, με το κλαδί της ελιάς, που κρατούσε στο ράμφος του (Γεν. 8, 10-11). Όλα αυτά, βέβαια, ήταν προτύπωση των μελλοντικών γεγονότων. Πραγματικά, και τότε η κατάσταση των ανθρώπων ήταν πολύ χειρότερη και ήσαν άξιοι πολύ μεγαλύτερης τιμωρίας. Για να μη σε κυριεύσει, λοιπόν, απογοήτευση, σου υπενθυμίζει το περιστατικό αυτό από την Παλαιά Διαθήκη. Δηλαδή, τότε, όταν τα πράγματα έφθασαν σε απελπιστικό σημείο, δόθηκε κάποια λύση και έγινε διόρθωση της κακής καταστάσεως. Αυτό όμως έγινε τότε με τιμωρία, ενώ τώρα γίνεται διαμέσου της ανέκφραστης χάριτος και της δωρεάς του Θεού. Για τον λόγο αυτόν εμφανίζεται και η περιστερά, όχι για να μας φέρει το κλαδί της ελιάς, αλλά για να μας αποκαλύψει τον Λυτρωτή από όλα τα κακά και να μας γεμίσει με αγαθές ελπίδες. Ούτε, βέβαια, βγάζει κανένα άνθρωπο από την κιβωτό, αλλά ανεβάζει ολόκληρη την οικουμένη στον ουρανό με την εμφάνισή της, και αντί για το κλαδί της ελιάς, προσφέρει σε όλο το ανθρώπινο γένος την υιοθεσία του από τον Θεό.

Αφού λοιπόν σκεφθείς και αντιληφθείς το μέγεθος της δωρεάς, να μη νομίσεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι μικρότερη, επειδή εμφανίστηκε με τη μορφή αυτή του περιστεριού. Επειδή ακούω μερικούς να υποστηρίζουν ότι όση διαφορά υπάρχει μεταξύ του ανθρώπου και της περιστεράς, τόση υπάρχει και μεταξύ του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος, εφόσον ο Ιησούς εμφανίστηκε με τη δική μας μορφή, ενώ το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή της περιστεράς. Λοιπόν, ποια απάντηση θα δώσουμε στις απόψεις αυτές; Ότι ο μεν Υιός του Θεού έγινε πραγματικά άνθρωπος, ενώ το άγιο Πνεύμα δεν έγινε περιστερά στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ευαγγελιστής δεν είπε ότι εμφανίστηκε με τη φύση της περιστεράς, αλλά «ἐν εἴδει περιστερᾶς»(: με τη μορφή της περιστεράς), ούτε βέβαια, παρουσιάστηκε ύστερα από το γεγονός αυτό της Βαπτίσεως του Κυρίου με την μορφή αυτή, παρά μόνο τότε. Εάν λοιπόν εξαιτίας αυτού υποστηρίζεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι κατώτερη από την αξία του Ιησού, τότε, σύμφωνα με τη σκέψη αυτή και τα Χερουβίμ θα θεωρηθούν πολύ ανώτερα, όσο ανώτερος είναι ο αετός από την περιστερά, αφού τα Χερουβίμ εμφανίστηκαν με την μορφή του αετού (Ιεζ., κεφ.10 και 11). Ακόμη, και οι άλλοι άγγελοι θα ήσαν ανώτεροι, αφού πολλές φορές εμφανίστηκαν με τη μορφή του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι ορθές οι σκέψεις αυτές, οπωσδήποτε δεν είναι ορθές. Διότι άλλο πράγμα είναι η αλήθεια της θείας οικονομίας και άλλο η ηθελημένη στιγμιαία εμφάνιση με ορισμένη μορφή.

Συνεπώς μη φέρεσαι με αχαριστία προς τον ευεργέτη σου, ούτε να ανταποδίδεις τα αντίθετα απ΄ό,τι πρέπει σε Εκείνον ο οποίος σου χάρισε την πηγή της ευτυχίας σου. Διότι όπου ισχύει η τιμή της υιοθεσίας, εκεί εξαφανίζονται τα κακά και όλα εν γένει τα αγαθά προσφέρονται. Για τον λόγο, αυτόν, λοιπόν, καταργείται και το ιουδαϊκό βάπτισμα και καθιερώνεται το Χριστιανικό. Δηλαδή, ό,τι έγινε με την εορτή του Πάσχα, το ίδιο συνέβη και με το βάπτισμα. Πραγματικά, και στην περίπτωση εκείνη, αφού εόρτασε και τα δύο Πάσχα, αφενός μεν κατήργησε το ιουδαϊκό, αφετέρου δε θέσπισε το δικό μας. Και στην προκειμένη περίπτωση, βαπτίζεται μεν το ιουδαϊκό βάπτισμα, αλλά συγχρόνως ιδρύει και το βάπτισμα, με το οποίο ανοίγει τις θύρες της Εκκλησίας· και όπως τότε σε ένα τραπέζι, έτσι και τώρα σε ένα ποτάμι, αφού υπηρέτησε τη σκιά, πρόσθεσε και την αλήθεια. Πραγματικά τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μόνο το βάπτισμα αυτό την προσφέρει, ενώ το βάπτισμα του Ιωάννου ήταν έρημο από τη δωρεά αυτή.

Γι’ αυτό ακριβώς δε συνέβη τίποτε το παρόμοιο με τους άλλους ανθρώπους, τους οποίους βάπτιζε ο Ιωάννης παρά εμφανίστηκε το Άγιο Πνεύμα μόνο σε Εκείνον, ο οποίος επρόκειτο να το προσφέρει στους ανθρώπους, για να διδαχθείς και το ακόλουθο, μαζί με τα άλλα, ότι δηλαδή, όχι η καθαρότητα του βαπτιστή, αλλά η δύναμη του βαπτιζόμενου έκανε το θαύμα αυτό. Τότε, λοιπόν, και ο ουρανός άνοιξε και το άγιο Πνεύμα κατήλθε. Συνεπώς, μας οδηγεί από τον τρόπο ζωής, τον οποίο καθόριζε η Παλαιά Διαθήκη, σε έναν νέο τρόπο ζωής, τον οποίο καθορίζει η Καινή Διαθήκη, και μας ανοίγει τις πύλες του ουρανού και από εκεί στέλνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας προσκαλεί την ουράνια πατρίδα. Και όχι μόνο μας προσκαλεί, αλλά συγχρόνως μας προσφέρει και μεγάλο αξίωμα, διότι δεν μας έκανε αγγέλους ή αρχαγγέλους, αλλά μας κατέστησε αγαπητά παιδιά του Θεού και έτσι μας προσελκύει προς την κληρονομία εκείνη.[…] Για να την επιτύχουμε αυτή και εμείς, ας συντρίψουμε το βαρύ ζυγό των παθών και ας πτερώσουμε τον εαυτό μας για το ταξίδι προς τον ουρανό με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


ΠΗΓΕΣ:

http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf

• Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΕΠΕ, εκδ.οίκος «Το Βυζάντιον» ,Ομιλία ΙΒ΄, τομ. 9, σελ. 383-405, Θεσσαλονίκη 1978

• Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 63, σελ. 246 – 262 (https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLbUtJbURIc2hhZFE/view)

 

Πηγή: (Επιλεγμένα αποσπάσματα από την ομιλία ΙΒ΄ του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου σχετικά με τη Βάπτιση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. ), Η άλλη όψη

eisodia ths theotokoy 09


Ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου εἶναι καὶ μεγάλη καὶ ὡραία γιορτή. Καὶ εἶναι μεγάλη γιορτή, διότι προεικονίζει τὸ γεγονὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ ὑπογραμμίζει τὴν ἐλπίδα τῆς ἐκ Θεοῦ σωτηρίας. Καὶ εἶναι ὡραία γιορτή, διότι πολὺ διακριτικὰ κρύβει τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ὀμορφιά της. Εἶναι μιὰ γιορτὴ ποὺ δὲν ἐμφανίζεται ὡς γεγονὸς μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία μας ἀντλεῖ τὶς πληροφορίες της γι΄αὐτὴν ἀπὸ τὰ λεγόμενα ἀπόκρυφα εὐαγγέλια. Εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς λίγες ἐξαιρέσεις ποὺ κάνει. Παρουσιάζεται ἡ Θεοτόκος νὰ προσφέρεται, νὰ ἀφιερώνεται, στὸν ναὸ σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν.

Τί θὰ εἶχε νὰ πεῖ ἕνα τέτοιο γεγονὸς καὶ γιατί νὰ εἶναι τόσο σημαντικὸ στὴν ἀντίληψη τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τὸ καταθέτουν μέσα ἀπὸ τὴ δική τους γραφίδα καὶ τὸν δικό τους λόγο ὡς τροφὴ στοὺς πιστοὺς καὶ τὴν Ἐκκλησία; Εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἱστορία ἢ μήπως ἕνα θεολογικὸ γεγονὸς ποὺ ἔχει καὶ κάποια ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὸν κάθε ἕνα μας;

Στὰ λίγα λεπτὰ ποὺ θὰ ἀφιερώσουμε σκέφτηκα πὼς θὰ ἔπρεπε ὁπωσδήποτε, τώρα στὴν ἀρχὴ τοῦ Σαρανταημέρου, στὸ ξεκίνημα τῆς Σαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων, νὰ μείνουμε γιὰ λίγο στὸ μυστικὸ αὐτῆς τῆς θαυμάσιας ἑορτῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἔχει δυὸ ὑπέροχους ἀποκαλυπτικοὺς θεομητορικοὺς λόγους στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τὴν ἀγαποῦσε πολὺ τὴν Παναγία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸν θησαυρὸ καὶ τὴν περιουσία τῆς Θεοτόκου δὲν τὰ ἔχει μόνο γιὰ νὰ τὴν ἐπικαλούμαστε μηχανικά, ἀλλὰ τὰ ἔχει τοποθετημένα στὴν καρδιά τῆς θεολογίας της, δηλαδὴ στὴν καρδιά τοῦ μυστηρίου τῆς ἀληθείας της, τὸ ὁποῖο καὶ προσφέρει γιὰ οἰκοδομὴ ὅλων μας.

Ἔτσι τονίζει ἰδιαίτερα τὸ γεγονὸς τῆς ἐκ παρθένου γεννήσεως τοῦ Κυρίου ὅτι ὁ Κύριος δηλαδὴ δὲν ἦρθε σὲ αὐτὸν τὸν κὸσμο μὲ τὸν φυσιολογικὸ τρόπο, ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλους τοῦς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως συνέβη μὲ θαυματουργικὸ ὑπερφυσικὸ τρόπο. Ὁ Κύριος γεννήθηκε «ἀσπόρως», ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.

Ἡ ὑπογράμμιση τῆς παρθενικότητος τῆς Θεοτόκου καὶ συνεπῶς τῆς διὰ τῆς Παρθένου εἰσόδου τοῦ Κυρίου στὴν ἱστορία καὶ ἔχει δυὸ βασικὰ στοιχεῖα.

Τὸ ἕνα εἶναι ὅτι ἔπρεπε μὲ θαῦμα νὰ ἔρθει ὁ Κύριος, μὲ ὑπερφυσικὸ δηλαδὴ τρόπο -καὶ νομίζω αὐτὸ λίγο τὸ καταλαβαίνουμε ὅλοι μας- καὶ τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ἔπρεπε νὰ ἔρθει μὲ πεντακάθαρο τρόπο, δηλαδὴ μὲ τρόπο ποὺ δὲν ἀφήνει ὑποψία μολυσμοῦ ἐξ ἀδυναμίας ἢ ἁμαρτίας ἢ ἐμπαθοῦς κινήσεως. Ἡ προαιώνιος βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου ἐκ παρθένου αὐτὰ τὰ δυὸ κρύβει: τὸν ὑπὲρ φύσιν χαρακτήρα της καὶ τὸ καθαρό, τὸ ἀμόλυντο στοιχεῖο της. Καὶ τὰ δυὸ αὐτὰ συναντῶνται στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲν τὸ συζητᾶ. Εἶναι μυστήριο· δὲν τὸ διαπραγματεύεται. Τὸ δέχεται, τὸ ὁμολογεῖ, φρίττει ἐνώπιόν του καὶ τὸ μαρτυρεῖ.

Στὴν σημερινὴ ἐποχὴ μὲ ὅλον αὐτὸν τὸν ὀρθολογισμό, ὁ ὁποῖος ὅλα τὰ ἀμφισβητεῖ, ἡ Ἐκκλησία μὲ μεγάλη σταθερότητα, λιτότητα καὶ σαφήνεια προσφέρει αὐτὸ τὸ γεγονός σὲ ὅλους μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὡς ἀλήθεια, τὴν ὁποία καλούμαστε νὰ δεχθοῦμε στὴν ψυχή μας μετὰ πίστεως καὶ νὰ τὴν μεταμορφώσουμε σὲ ζωή. Λέγει ἡ γνωστὴ προσευχὴ πρὸς τὴν Παναγία: «ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή, παρθένε, θεόνυμφε, ∆έσποινα». Ὅλες αὐτὲς οἱ λέξεις τὸ ἴδιο πράγμα ὑπογραμμίζουν, τὴν καθαρότητα. Ἄσπιλος εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει σπίλο, δὲν ἔχει λεκέ. Ἀμόλυντος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μολυνθεῖ. Ἄφθορος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει φθορά. Ἄχραντος, αὐτὸς ποὺ δὲν τὸν ἔχει ἀκουμπήσει μολυσμός. «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή, παρθένε». Μιὰ ἁλυσσίδα συνωνύμων λέξεων ποὺ ἡ μία δίπλα στὴν ἄλλη στὴν οὐσία προσπαθοῦν νὰ περιγράψουν μετ’ ἐπιτάσεως τὴν ἀπόσταση τοῦ Κυρίου ἀπὸ κάθε ἴχνος ἁμαρτίας. Χαίρεται ἡ Ἐκκλησία, καὶ οἱ ὑμνογράφοι καὶ οἱ θεολόγοι καὶ οἱ Πατέρες νὰ ἔρχονται καὶ νὰ ἐπανέρχονται καὶ νὰ περιστρέφονται γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός τῆς παρθενικῆς καθαρότητος.

Ἂν ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τονίζει τὴν ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου στὸ θεῖο θέλημα καὶ τὴν ταπείνωσή της, ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων εἶναι ἀφιερωμένη στὴν καθαρότητα τῆς Θεοτόκου καὶ προκαλεῖ τὸν κάθε ἕναν μας σὲ μιὰ καθαρότητα βίου. Ἔλεγε τὸ κοντάκιο ποὺ ψάλαμε «ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ παρθένος». Τί θὰ πεῖ «πολυτίμητος παστὰς καὶ παρθένος»; «Πολυτίμητος» σημαίνει ὁ ἀκριβός, ὁ δαπανηρός, αὐτὸς ποὺ ἔχει μεγάλη τιμή καὶ ἀξία. Ἡ λέξη «παστάς» πάλι τὴν καθαρότητα ὑπογραμμίζει. «Παστάς» εἶναι ὁ νυμφώνας, τὸ νυφικὸ δωμάτιο, τὸ ὁποῖο ἦταν πεντακάθαρο μὲ τὰ πάντα καινούργια καὶ ἀχρησιμοποίητα. Ἔτσι πεντακάθαρη παρουσιάζεται στὴν διάλεκτο τῶν ὑμνογράφων καὶ τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ Παναγία. «Τὸ ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», ὁ ἱερὸς θησαυρὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὴν δόξα του Θεοῦ. ∆ὲν χωρεῖ λοιπὸν ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τιμᾶ καὶ ἀποκαλύπτει τὴν καθαρότητα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.


Τί ἀκριβῶς ὅμως εἶναι αὐτὴ ἡ πολυδιάστατη καθαρότητα τῆς Θεοτόκου;

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ ἔχει ἡ Παναγία εἶναι ἡ καθαρότητα στὴν προέλευση. Καὶ ἡ δική της γέννηση ἦταν ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν πιὸ καθαρὴ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει. Αὐτὸ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ γονεῖς της ἦταν στεῖροι καὶ «ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν» (Λουκ. α΄ 7), δηλαδὴ δὲν εἶχαν μπορέσει νὰ κάνουν παιδὶ καὶ εἶχαν γεράσει οἱ ἄνθρωποι. Ἡ γέννηση λοιπὸν τῆς Θεοτόκου ἐπισυμβαίνει καὶ αὐτὴ καθ’ ὑπέρβασιν τῶν ἐλπίδων ποὺ δίνουν οἱ φυσικοὶ νόμοι, διότι δὲν εἶναι οὔτε σύνηθες οὔτε φυσικὸ δυὸ γέροντες νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ἡ γέννησή της ὅμως ἀπὸ ἡλικιωμένους γονεῖς σημαίνει ὅτι δὲν ἀποτελεῖ ἀποτέλεσμα λογικῆς προσδοκίας ἢ ἐπιθυμίας πρὸς ἡδονή, ἀλλὰ καρπὸ πίστεως καὶ ἱερῆς ἐπιθυμίας πρὸς τεκνογονία. Αὐτὸ ὑποκρύπτει τὸ ὅτι οἱ γονεῖς της, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἦταν στεῖροι καὶ γέροντες ὅταν τὴν γέννησαν. Ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν καθαροτέρα καὶ κατὰ Θεὸν ἱεροτέρα.

∆ὲν ἔχει ὅμως μόνο τὴν καθαρότητα στὴν προέλευσή της. Ἔχει τὴν καθαρότητα στὸν λόγο της. Ἂν ἀνοίξει κανεὶς τὰ εὐαγγέλια, δὲν θὰ δεῖ φλυαρίες ἀπὸ τὸ στόμα τῆς Παναγίας, δὲν θὰ συναντήσει διαλέξεις καὶ διδασκαλίες. Ἡ διδασκαλία ἀνήκει μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ὁμολογία στὰ χείλη τῶν ἀποστόλων. Αὐτὰ βρίσκουμε στὰ εὐαγγέλια· καὶ ἀπὸ τὴν Παναγία δυὸ τρεῖς μόνο φορὲς νὰ ἀνοίγει τὸ στόμα της. Ἡ μιὰ συνδέεται μὲ τὴν συνάντησή της μὲ τὴν Ἐλισάβετ ποὺ στὴν οὐσία εἶναι μιὰ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ. Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ συνάντησή της μὲ τὸν Κύριο στὸν ναό, ὅταν ἦταν δωδεκαετὴς καὶ χάθηκε, καὶ ἐκεῖ ἐκφράζει τὴν ἀνησυχία της. Στὴν οὐσία προκαλεῖ τὸν δωδεκαετῆ τότε Κύριο νὰ τῆς ἀποκαλύψει ὁ Ἴδιος γιὰ πρώτη φορὰ τὴ θεότητά Του, ὑπαινισσόμενος ὅτι ὁ ἀληθινὸς πατέρας Του δὲν εἶναι ὁ κοινωνικός, ὁ Ἰωσήφ, ἀλλὰ ὁ ἐν οὐρανοῖς Πατήρ· καὶ μὴ ἀποφεύγοντας νὰ ἀναφερθεῖ στὴ μητέρα Του, ὅτι εἶναι «ἀμήτωρ ἐκ Πατρός» κατὰ τὴν θεότητα. Συνεπῶς, ὁ λόγος της προκαλεῖ τὴν πρώτη ὁμολογία τοῦ Κυρίου περὶ τῆς Θεοτητός Του. Ὑπάρχει καὶ μία Tρίτη περίπτωση ποὺ ἡ Παναγία σπάει τὴ σιωπή της. Εἶναι τὸ γεγονὸς τοῦ θαύματος στὴν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας. Λέει στὸν Υἱό της «οἶνον οὐκ ἔχουσι» (Ἰω. β΄ 3), δὲν ἔχουν κρασί, τέλειωσε τὸ κρασί· καὶ στοὺς διακονητές: «ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε» (στ. 5) καὶ ἀμέσως ὁ Κύριος ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα τῆς μεταβολῆς τοῦ ὕδατος σὲ οἶνο, σὲ κρασί. Πάλι ὁ λόγος της προκαλεῖ τὸ θαῦμα καὶ ὑποδεικνύει τὴν ὑπακοὴ στὸν Υἱὸ καὶ Θεό της. Τρεῖς καὶ μόνο φορές. Τρεῖς φορὲς ποὺ ὅλες ὁδηγοῦν σὲ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Λόγος ἀργὸς ἢ συμβατικὸς δὲν ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ στόμα της.

Ἂς προχωρήσουμε ἕνα βῆμα παραπέρα· ἡ Παναγία δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς θύραθεν κοσμικῆς γνώσεως. Ἐμεῖς ἂν τὸ παιδί μας πάει στὰ πανεπιστήμια, ἂν ἔχει πάρει μερικὰ διπλώματα, καμαρώνουμε καὶ φουσκώνουμε ἀπὸ κοσμικὴ ἔπαρση. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι ἡ Παναγία μὲ τὸ νὰ πάει τριῶν ἐτῶν στὸν ναὸ μεταμόρφωσε τὸν ναὸ σὲ σχολεῖο της, σὲ δικό της ἐκπαιδευτήριο. ∆ὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς ἐγκόσμιας, φυσικῆς, παχυλῆς γνώσεως. Νὰ τὸ πῶ ἁπλά· δὲν ἔμαθε νὰ λύνει ἐξισώσεις, δὲν ἐκτέθηκε στὴν μὴ ἀναγκαία γνώση αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀπέκτησε ὅμως τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ναό. Ἀνετράφη καὶ μεγάλωσε μὲ αὐτὴν τὴν ἀδολότητα καὶ ἀθωότητα. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι κακὸ νὰ μαθαίνουμε γράμματα, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ μόρφωση ἐνέχει τὴν παχύτητα τῶν φθειρομένων καὶ παρερχομένων. Αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου εἶναι ὅτι ἡ γνώση της, ὁ κόσμος της ὅλος, ἦταν ἀποκλειστικὰ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸ διδάχθηκε μέσα στὸν ναό.


eisodia ths theotokoy 08


Ἡ Παναγία, λοιπόν, δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῶν ἄχρηστων γνώσεων ποὺ ἐμεῖς κατ’ ἀνάγκην ἀποκτοῦμε, ἀλλὰ διακρίνεται γιὰ τὴν πλήρη καθαρότητα τῆς διανοίας καὶ τῆς σκέψεως.

Αὐτὴ ἡ καθαρὀτητα συνδέεται καὶ μὲ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. ∆ὲν εἶχε καρδιὰ λερωμένη ἀπὸ ἐπιθυμίες, ἀπὸ ἀπαιτήσεις, ἀπὸ ἐσωτερικές, ψυχολογικὲς ἀνάγκες. Πῶς φαίνεται αὐτό; Στὸ γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἐνῶ τῆς προτείνει ὁ ἄγγελος τὸ μυστήριο τῆς ἐξ αὐτῆς παρθενικῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου  καὶ αὐτὴ ἀρχικῶς συστέλλεται μετ’ ἐκπλήξεως καὶ φόβου, τελικὰ ὑποτάσσεται ταπεινὰ στὴν ἐπιμονή του λέγοντας: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. α΄ 38). ∆ὲν καταλαβαίνω γιατί σὲ ἐμένα καὶ δι᾿ ἐμοῦ τὸ μυστήριο, ἀλλὰ ἀφοῦ τὸ λές, κάτι παραπάνω ξέρεις ἀπὸ ἐμένα, ἂς γίνει σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ ἔχουν ὀρθολογισμό. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ εἶναι μολυσμένες ἀπὸ φιλοδοξίες, ἀπὸ προσωπικὲς ἐπιθυμίες ἀπὸ ἄκρατα θελήματα. Ἡ Παναγία εἶναι ἐλεύθερη ἀπὸ αὐτά· μᾶς τὸ πιστοποιεῖ μὲ τὸν λόγο της καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς της.

Θὰ ἦταν παράλειψη ἂν δὲν ὑπογραμμίζαμε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, δηλαδὴ τὴν ἁγνότητα γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ ὁποία τελικῶς ἀπετέλεσε τὴ βασικὴ καὶ ἀπαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου νὰ μπορέσει ἀπὸ τὸ δικό της σῶμα νὰ δώσει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση στὸν Κύριο.

Θὰ κλείσω καὶ μὲ μιὰ ἕκτη μορφὴ καθαρότητος, τὴν ὁποία δὲν εἶναι εὔκολο νὰ καταλάβουμε, πρέπει ὅμως νὰ τὴν ἀναφέρουμε. Ἡ Παναγία ὀνομάζεται «ἀειπάρθενος» ποὺ σημαίνει ὅτι τὴν παρθενικότητά της δὲν τὴν ἔχασε μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρὸνου, ἀλλὰ παρέμεινε καὶ «μετὰ τόκον παρθένος». Τὸ σῶμα της χρησιμοποιήθηκε μόνον γιὰ νὰ γεννηθεῖ ἐξ αὐτῆς ὁ Κύριος· κανένας ἄλλος! Αὐτὸ θὰ πεῖ ἀειπάρθενος· διὰ βίου παρθένος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ χρόνου. ∆ὲν εἶχε τοὺς λεκέδες ποὺ ἀφήνει ὁ χρόνος πάνω στὴν πορεία ἑνὸς ἀνθρώπου. Πολλὲς φορὲς ζοῦμε μιὰ ἐμπειρία, ἔχουμε μιὰ ἔξαρση, ἡ καρδιά μας λειτουργεῖ σὲ κάποια χαρὰ πνευματικὴ καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο ἔρχονται τὰ γεγονότα, διαδέχονται οἱ καταστάσεις ἡ μία τὴν ἄλλη καὶ οἱ λεκέδες τοῦ χρόνου ἀποτυπώνονται πάνω στὴν ζωή μας σὰν σφραγίδες ἀνεξίτηλες.

Τί καθαρότητα λοιπὸν γενικευμένη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ συναντήσει στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου! Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὴν ἀξιώνει ὁ Κύριος νὰ ἔχει ἄλλα τέσσερα χαρακτηριστικά. Ἔχει τέσσερα ὀνόματα ποὺ τὰ ἀκούσαμε στὴν ἀκολουθία αὐτῶν τῶν ἡμερῶν. Εἶναι πρῶτον ἡ πύλη του οὐρανοῦ· δεύτερον κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ· τρίτον σκηνὴ ἐπουράνιος καὶ τέταρτον ναός τοῦ Θεοῦ.

Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Πρῶτον ὅτι εἶναι πύλη, εἴσοδος, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία εἰσέρχεται κανεὶς στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. ∆ιαφορετικὰ δὲν μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν οὐράνια κατάσταση. Σὲ ἕναν χῶρο δὲν μπαίνεις ἀπὸ τὸν τοῖχο. Χρειάζεται νὰ μπεῖς ἀπὸ μιὰ πόρτα. Καὶ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ σὰν κυρία εἴσοδό του ἔχει τὸ μυστήριο τῆς Θεοτόκου. Ὁ ὀρθολογισμός, ἡ κατανόηση, ἡ ἐμπαθὴς ζωή, ἡ οἴηση εἶναι ψηλὰ τείχη ποὺ παρεμποδίζουν τὴν μετοχὴ στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστη, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑποταγὴ στὸ θεῖο θέλημα, ἡ κατὰ Θεὸν ἄσκηση, οἱ πρεσβεῖες τῶν ἁγίων, ἀποτελοῦν μικρὲς εἰσόδους σὲ αὐτό. Ἡ κεντρικὴ πύλη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ ὀνομάζεται Ὑπεραγία Θεοτόκος.

∆εύτερον· ἡ Παναγία ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χώρα τοῦ Ἀχωρήτου, χῶρος ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός τὰ μυστικά του, χῶρος ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὸν Θεὸ στοὺς ἀνθρώπους. Κάθε πιστὸς ποὺ ἀποκαθιστᾶ μιὰ πνευματικὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου δὲν γνωρίζει μόνον τὴν Θεοτόκο· κυρίως γνωρίζει τὸν Κύριο.

Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ εἶναι καὶ σκηνή τοῦ Θεοῦ, τόπος ἀναπαύσεως τοῦ Θεοῦ. Ὄχι τόπος διαμονῆς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀναπαύσεώς Του, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς πραγματικὰ εὐηρεστήθη, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς ἐκφράζει τέλεια τὴν προαιώνια βούλησή Του, ὅπου θεωρεῖ πὼς ὑπάρχει ἡ ἐπιθυμητὴ κοινωνία μαζί Του, ὅπου «ἁγιάζεται τὸ ὄνομά Του, ἐγκαθίσταται ἡ βασιλέια Του, ἐπιτελεῖται τὸ θέλημά Του». Αὐτὴ εἶναι ἡ Παναγία.

Τέλος, εἶναι καὶ ναός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ τόπος ποὺ φανερώνει τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ ποὺ ξεπερνοῦν τὴν λογική μας, αὐτὰ ποὺ καταργοῦν τὴν παχύτητα καὶ τὴ μικρότητά μας, αὐτὰ ποὺ ἐξαφανίζουν τὴ λογική μας καὶ φανερώνουν τὴν ἄλλη λογικὴ καὶ ἀποκαλύπτουν τὴν ἄλλη ζωή, καταδεικνύουν ἕναν ἄλλον κόσμο, τὸν πραγματικὸ κόσμο, τὸν κόσμο στὸν ὁποῖον καλεῖται ὁ καθένας μας νὰ μπεῖ μέσα καὶ νὰ ζήσει. Ἔτσι εἶναι τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Εἶναι πεντακάθαρο, εἶναι πύλη στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, εἶναι κατοικητήριο, εἶναι σκηνὴ τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁδὸς γιὰ νὰ ζήσουμε ὡς Ἐκκλησία τὴ δόξα Του, εἶναι ὁ ναός Του.

Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν χαίρεται αὐτὴν τὴν γιορτή. Τὴν πανηγυρίζει καὶ θέλει σὲ αὐτὴν τὴν χαρά, σὲ αὐτό τὸ πανηγύρι νὰ συμμετέχει ὁ καθένας μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο μήνυμα ποὺ μποροῦμε νὰ πάρουμε ἀπὸ ὅσα εἴπαμε· τὸ νὰ χαροῦμε γιὰ αὐτὸν τὸν θησαυρὸ ποὺ ἀνήκει στὴν ἀνθρώπινη φύση, διότι ἡ Παναγία εἶναι ἄνθρωπος σὰν ἐμᾶς.

Τὸ δεύτερο εἶναι νὰ κάνουμε χρήση αὐτοῦ τοῦ θησαυροῦ. Ὄχι ἁπλῶς νὰ χαιρόμαστε καὶ νὰ πανηγυρίζουμε, νὰ ἀνάβουμε κεριὰ καὶ λαμπάδες καὶ ἀνταλλάσσουμε εὐχὲς καὶ «χρόνια πολλά» μεταξύ μας, ἀλλὰ νὰ κάνουμε χρήση αὐτῆς τῆς δυνατότητος πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Πρέπει νὰ γνωρίσουμε τὴν Παναγία. Κάτι νὰ διαβάσουμε, κάτι νὰ καταλάβουμε. Νὰ τὴν ἐπικαλεστοῦμε, νὰ ζητήσουμε τὶς πρεσβεῖες της. Εἶναι δυνατὴ ἡ προσευχή της. «Πολλὰ ἰσχύει δέησις μητρὸς πρὸς εὐμένεια ∆εσπότου», λέγει ἡ Ἐκκλησία. Ἔχει μεγάλη δύναμη ἡ προσευχή τῆς μητέρας, γιὰ νὰ ἐξευμενίσει ἀπέναντί μας τὸν ∆εσπότη, τὸν Κύριο καὶ  Θεό μας. Ἂς μὴν ἀφήσουμε αὐτὸν τὸν θησαυρό, αὐτὴ τὴν δυνατότητα.

Καὶ ἕνα τρίτο· νὰ ἐμπνευστοῦμε ἀπὸ τὸ παράδειγμά της. ∆ὲν θὰ γίνει τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πραγματικότητα, ἂν ἡ καθαρότητα ἡ δική της δὲν ἀποτελέσει πρότυπο γιὰ τὴν δική μας καθαρότητα. Καὶ ἡ δική μας ζωὴ πρέπει νὰ ἔχει τὴν καθαρότητα τῆς προελεύσεως. Αὐτὸ εἶναι τὸ βάπτισμα, αὐτὸ ποὺ τὸ ἔχουμε πάρει ὅλοι καὶ πρέπει νὰ τὸ ἐνεργοποιήσουμε.

Πρέπει νὰ ἔχει τὴν καθαρότητα τοῦ λόγου. Ἡ εἰλικρίνεια, γιὰ νὰ τὸ πῶ πρακτικά, στὴν καθημερινή μας σχέση εἶναι ἡ καθαρότητα τοῦ λόγου. Ἕνα στόμα ποὺ βρίζει, ποὺ καταρᾶται, ποὺ δημιουργεῖ ἔχθρες, ποὺ πληγώνει τοὺς συνανθρώπους του, ποὺ ψεύδεται, ἕνα τέτοιο στόμα δὲν εἶναι καθαρὸ στόμα.

Καθαρότητα τῆς σκέψης· πόσες φορὲς οἱ μολυσμοί τῶν λογισμῶν μας δὲν διαταράσσουν τὴν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας, δὲν μολύνουν τὴν εἰρήνη τῶν σχέσεών μας, δὲν ἀναστατώνουν τὴν εἰρήνη τῆς πίστεώς μας, δὲν καταστρέφουν τὴν εἰρήνη τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ κοινωνίας μας ἀποστερῶντας τὶς καρδιές μας ἀπὸ τὶς ἀνάσες τῆς θεϊκῆς παρουσίας!

Τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν αἰσθημάτων. ∆ὲν ἀγαπιόμαστε, δὲν μποροῦμε νὰ συγχωρεθοῦμε, ἀδυνατοῦμε νὰ συνυπάρχουμε, δυσκολευόμαστε νὰ ἀνεχθοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε αὐτὸν τὸν θησαυρό τοῦ νὰ εἴμαστε μαζί, γιὰ νὰ τρεφόμαστε ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, γιὰ νὰ μοιραζόμαστε τὰ δῶρα Του, γιὰ νὰ ἐξαγιαζόμαστε, γιὰ νὰ βλέπουμε στὸ πρόσωπο καὶ στὴ ζωή τοῦ ἄλλου ὁ καθένας μας τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς παρουσίας Του.

Νὰ ποῦμε καὶ δυὸ λόγια γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος. Μιὰ ἀρρώστια ποὺ ὑπάρχει στὴν ἐποχή μας εἶναι οἱ μολυσμοὶ τῆς σαρκός. Ἔφτασε πλέον τὸ πράγμα στὸ ἀπροχώρητο. Ποιοί ἀπὸ ἐμᾶς διατηροῦν τὸ σῶμα τους κρυστάλλινο, καθαρὸ σὰν τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης  ὁ Χρυσόστομος, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ δέχεται καὶ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Ἂν δὲν ζήσαμε ὣς τώρα ἔτσι, ἂς ζήσουμε ἀπὸ αὐτὴν τὴν στιγμὴ καὶ μετά, γιατί μόνον ἔτσι, ἂν εἶναι παρθενικὴ ἡ ὅλη μας ζωὴ καὶ ὑπόσταση, ἂν λάμπει ἀπὸ καθαρότητα ἢ τουλάχιστον ἂν ἔχει τὸν ἀγῶνα τῆς καθάρσεως, θὰ μπορέσει καὶ νὰ φωτιστεῖ καὶ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ ναό· νὰ γίνει σκηνή τοῦ Θεοῦ· νὰ γίνει κατοικητήριό Του· νὰ γίνει ὁ χῶρος τῆς δικῆς Του ἀναπαύσεως· νὰ γίνει φάτνη στὴν ὁποία θὰ γεννηθεῖ. Νὰ μπορέσει ἡ ζωὴ τοῦ καθενός μας νὰ κάνει τὸ γεγονός τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου πραγματικότητα μέσα της.

Πράγματι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μπορεῖ ὁ κάθε ἕνας μας νὰ ἀνοίξει τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς του, νὰ κάνει τὴν ἀρχὴ τῆς μεταμορφώσεώς του, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ζήσει τὶς μέρες πού μᾶς ἔρχονται κάτι ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα, λίγο ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν γῆ, κάτι ἀπό τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου στὴν δική του τὴν ψυχή.

Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ μυστηρίου τῆς καθαρότητος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μέσα ἀπὸ τὴν δική της πύλη νὰ εἰσοδεύσουμε ὁ καθένας μας στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὕστερα ἀπὸ ἕναν μήνα, τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως νὰ τὸν συναντήσουμε «μεθ᾿ ἡμῶν», ἀνάμεσά μας, μαζί μας, μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ Τὸν κρατήσουμε διαρκῶς ὡς θησαυρὸ στὴν πορεία μας σὲ αὐτὴ τὴν ζωή, ἕως ὅτου ὄχι «δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, ἀλλὰ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» (Α΄ Κορ. 12) θὰ Τὸν ἀντικρύσουμε στὴν Βασιλεία Του. Ἀμήν.

 

Πηγή: (ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα ποὺ ἐκφωνήθηκε στὸ Ἱ. Μετόχιον τῆς Ἀναλήψεως στὸν Βύρωνα στὶς 23 Νοεμβρίου 2003) Ιερά Μητρόπολις Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

eisodia ths theotokoy 06

ΕΟΡΤΗ θεομητορικὴ καὶ πανήγυρις,  ἀγαπητοί μου, σήμερα. Ὀνομάζεται  εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τί σημαίνει  «εἰσόδια»; εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς εἰσόδου στὸ  ναὸ τῆς παρθένου Μαρίας, ἐκείνης ποὺ  προωριζόταν νὰ γίνῃ ἡ μητέρα τοῦ  Κυρίου. Σὰν σήμερα εἰσῆλθε στὸ ναὸ τοῦ  Θεοῦ, στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου τὴν ὡδήγησαν  οἱ γονεῖς της σὲ ἡλικία μόλις τριῶν  ἐτῶν.


ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΑΠΟ ΣΚΟΠΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ

ΕΟΡΤΗ θεομητορικὴ καὶ πανήγυρις,  ἀγαπητοί μου, σήμερα. Ὀνομάζεται  εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τί σημαίνει  «εἰσόδια»; εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς εἰσόδου στὸ  ναὸ τῆς παρθένου Μαρίας, ἐκείνης ποὺ  προωριζόταν νὰ γίνῃ ἡ μητέρα τοῦ  Κυρίου. Σὰν σήμερα εἰσῆλθε στὸ ναὸ τοῦ  Θεοῦ, στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου τὴν ὡδήγησαν  οἱ γονεῖς της σὲ ἡλικία μόλις τριῶν  ἐτῶν.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη δώδεκα χρόνια  προτοῦ νὰ γεννηθῇ ὁ Χριστός. Τὴν ἡμέρα  τῶν Είσοδίων μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς ὅτι  ἔγινε ἡ ἐπίσημος ἔξοδος τῆς Παναγίας  ἀπὸ τὸ πατρικό της σπίτι καὶ ἡ δημοσία  ἐμφάνισί της στὴν κοινωνία. Γιὰ τὸν  παλαιὸ Ἰσραήλ, τὸ λαὸ ποὺ ὅλη ἡ ζωή του  εἶχε κέντρο τὴν πίστι στὸ Θεὸ καὶ  συνδεόταν ἀρρήκτως μὲ τὸ ναὸ τῶν  Ἰεροσολύμων, ἡ ἐπίσκεψις αὐτὴ ἦταν καὶ  κάτι σὰν τὴν σημερινὴ δήλωσι τοῦ  παιδιοῦ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του στὸ  ληξιαρχεῖο. Οἱ γονεῖς τῆς Παναγίας τὴν  ἡμέρα τῶν εἰσοδίων της ἐκπλήρωσαν  τὴν ὑπόσχεσί τους, ν᾿ ἀφιερώσουν  ἐκείνην ποὺ γέννησαν κατὰ θαυμαστὸ  τρόπο· συγχρόνως ὅμως τὴν ἡμέρα αὐτὴ  δήλωναν τὸ παιδί τους ἐνώπιον Θεοῦ καὶ  ἀνθρώπων, καὶ ἔτσι βεβαίωναν ὅτι  γεννήθηκε ἀπὸ αὐτοὺς καὶ αὐτοὶ εἶναι οἱ  γονεῖς της.Ἑπομένως ἐκπλήρωσαν ἕνα  διπλὸ καθῆκον· ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν ἀπὸ  εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ τοὺς  χάρισε αὐτὴ τὴν θυγατέρα, πῆγαν στὸ ναὸ  νὰ τοῦ ποῦν τὸ εὐχαριστῶ καὶ νὰ τὴν  ἀφιερώσουν σ᾿ ἐκεῖνον, ὅπως εἶχαν  ὑποσχεθῆ· καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου, ὡς γονεῖς,  τακτοποίησαν τρόπον τινὰ ληξιαρχικῶς  τὸ παιδί τους.

Ἐὰν θελήσουμε νὰ μιλήσουμε σὲ σύγχρονη  παιδαγωγικὴ γλῶσσα, μποροῦμε νὰ ποῦμε,  ὅτι ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων εἶναι ἡ ἑορτὴ  ποὺ δείχνει τὸ γενεαλογικὸ δένδρο τῆς  ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Κάνω ἐδῶ μία παρέκβασι. Θὰ ἦταν καλὸ στὰ  σχολεῖα μας νὰ ὑπάρχῃ καὶ τὸ  γενεαλογικὸ δένδρο κάθε παιδιοῦ. Σὲ  ἄλλες προηγμένες χῶρες ὁ δάσκαλος  ἔχει στὸ μητρῷο τοῦ σχολείου ὄχι  μόνο τὸ ὄνομα, τὸ ἐπίθετο, τὸ πατρώνυμο  καὶ τὸ ἔτος γεννήσεως, ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸ  γενεαλογικὸ δένδρο κάθε παιδιοῦ (τὸν  πατέρα, τὴ μητέρα, τὸν παπποῦ…). Αὐτὸ  χρειάζεται, διότι προσφέρει χρήσιμες  πληφορίες στὸν παιδαγωγό. Κατὰ κανόνα  ὅποιοι ἦταν οἱ γονεῖς καὶ οἱ πρόγονοι,  τέτοιοι εἶναι καὶ οἱ ἀπόγονοι.

Ἂς ἐπανέλθουμε στὴν ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων  καὶ ἂς προσπαθήσουμε τώρα νὰ τὴν δοῦμε  ἐξ ἐπόψεως παιδαγωγικῆς.

* * *


eisodia ths theotokoy 05


Ἐχαρακτήρισα, ἀγαπητοί μου, τὰ Εἰσόδια  ὡς τὴν ἑορτὴ τοῦ γενεαλογικοῦ δένδρου  τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Διότι  κανένας δὲ γεννήθηκε ἀπὸ βράχο· μιὰ  μάνα κ᾿ ἕνας πατέρας μᾶς ἔφεραν στὸν  κόσμο. Καὶ ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα τῆς  ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ ῎ Αννα, ἦταν τὸ εὐλογημένο ἀνδρόγυνο, τὸ  σύμπλεγμα τῆς συζυγικῆς στοργῆς καὶ  ἀγάπης. Ἀπὸ ἐκλεκτὴ ῥίζα ἄνθισε τὸ  ῥόδον ποὺ λέγεται Παναγία, καὶ αὐτὸ  διδάσκει, ὅτι καὶ ἡ ἀγαθὴ  κληρονομικότης παίζει σπουδαῖο ῥόλο.

Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἀντιμετώπιζαν  ἕνα ἄλυτο πρόβλημα· τὴν ἀτεκνία. Ἡ  ἁγία Ἄννα πέρασε ὅλη σχεδὸν τὴ ζωή της  στεῖρα. Πῶς βρῆκαν τὴ λύσι;  Παρακαλοῦσαν τὸν Κύριο νὰ τοὺς δώσῃ  παιδί· ἔκαναν θερμὲς προσευχὲς καὶ  νηστεῖες. Καὶ ὁ Θεός, ἀφοῦ δοκίμασε τὴν  πίστι τους, τοὺς ἄκουσε. Ὡς ἀπάντησι  στὶς προσευχές τους καὶ ὡς δῶρο τοῦ  οὐρανοῦ τοὺς δόθηκε τὸ παιδί, ἡ  εὐλογημένη κόρη, ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος.  Ἡ περίπτωσι τῶν γονέων τῆς Παναγίας  παρηγορεῖ κάθε ἄτεκνο ἀνδρόγυνο ποὺ  ἐπιθυμεῖ νὰ δῇ ἀπογόνους.

Οἱ πιστοὶ γονεῖς Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα  ἔδωσαν στὴ θυγατέρα τους τὸ ὄνομα  Μαρία, ποὺ ἔμελλε νὰ γίνῃ τὸ γλυκύτερο  ὄνομα. Σήμερα ὄντως, ὕστερα ἀπὸ τὸ  ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δὲν ὑπάρχει  γλυκύτερο ὄνομα στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ ὄνομα  Μαρία, ποὺ δόθηκε στὴν Παναγία. Τί  σημαίνει «Μαρία»; εἶναι ὄνομα τῆς  ἑβραϊκῆς γλώσσης, γι᾿ αὐτὸ κατὰ τὸ  μᾶλλον ἢ ἧττον δὲν γνωρίζουν τὴ σημασία  του ἀκόμα καὶ μορφωμένοι. Τὸ ὄνομα Μαρία  εἶναι λέξις μὲ πολλὲς σημασίες. Σημαίνει  φῶς, σημαίνει χάρις, σημαίνει πηγή…  εἶναι ἄστρο τῆς αὐγῆς, ἄνθος μυρίπνοο,  ῥόδο ἀμάραντο. Κατὰ κυριολεξίαν τὸ  ὄνομα Μαρία σημαίνει «κυρία» καὶ  «δέσποινα». Ἐὰν κάθε γυναίκα ἀξία τῆς  ἀποστολῆς της εἶναι οἰκοδέσποινα,  κυρία μέσα στὸ σπίτι της καὶ  ἀρχόντισσα μέσα στὸ περιβάλλον της,  αὐτὸ ἰσχύει στὸν ὕψιστο βαθμὸ γιὰ τὴν  παρθένο Μαρία τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. εἶναι ἡ  «Κυρία τῶν ἀγγέλων» καὶ ἡ «Δέσποινα  τοῦ κόσμου». Αὐτὸ σημαίνει τὸ ὄνομα  Μαρία, ποὺ τῆς ἐδόθη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ κάθε  Χριστιανὸς γονεὺς ἂς φροντίζῃ στὸ  βάπτισμα νὰ δίδωνται στὰ παιδιά του  χριστιανικὰ ὀνόματα, ποὺ ἡ σημασία  τους θὰ τὰ φρονηματίζῃ.

Σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσι ποὺ εἶχαν δώσει  καὶ τὸ τάμα ποὺ εἶχαν κάνει, ὁ Ἰωακεὶμ  καὶ ἡ Ἄννα ἔπρεπε νὰ παραδώσουν τὴ  μικρὴ θυγατέρα τους, νὰ τὴν ἀφιερώσουν  στὸ Θεό. Ἔπρεπε ἡ Παναγία νὰ βρεθῇ  μέσα σὲ κατάλληλο περιβάλλον. Καὶ ποιό  ἄλλο καλύτερο ἀπὸ περιβάλλον τοῦ ναοῦ;  Ἐκεῖ ἡσυχία καὶ γαλήνη, ὄχι ταραχὴ καὶ  κοσμικοὶ θόρυβοι· ἐκεῖ προσευχὲς καὶ  ψαλμοὶ θεόπνευστοι, ὄχι φλυαρίες καὶ  μάταια λόγια ἀνθρώπων· ἐκεῖ λατρεία  καὶ ὕμνοι ὅλες τὶς ὧρες καθημερινῶς,  ὄχι ἁμαρτωλὲς διασκεδάσεις καὶ  ἀθλιότητες· ἐκεῖ ἑορτὲς καὶ  ἀναμνήσεις ἀπὸ τὴν ἱερὰ ἱστορία, ὄχι  ἄσωτα ξεφαντώματα, μέθη καὶ κραιπάλη.  Αὐτὸ ἦταν τὸ ἰδανικὸ περιβάλλον. Ὅπως  ἕνα λουλούδι γιὰ ν᾿ ἀνθίσῃ πρέπει νὰ  βρεθῇ σὲ κατάλληλη γλάστρα, μὲ καθαρὸ  κοσκινισμένο καστανόχωμα, διότι τὰ  ὡραῖα ἄνθη δὲ φυτρώνουν μέσα σὲ ἄγονες  πέτρες – καὶ σὲ τέτοιο χῶρο βρέθηκε ἡ  Παναγία, τὸ ίδιο χρειάζεται κάθε παιδί.  Δὲν θ᾿ ἀφιερωθοῦν βέβαια ὅλα τὰ παιδιὰ  στὸ Θεὸ διὰ βίου μέσα στὸ ναό, ὅπως  ἐκείνη· ὅλα ὅμως πρέπει ν᾿  ἀναπτυχθοῦν σὲ περιβάλλον εἰρηνικὸ καὶ  γαλήνιο· γι᾿ αὐτὸ τὸ ἰδανικὸ σπίτι εἶναι  ἡ «κατ᾿ οἶκον ἐκκλησία» (Ῥωμ. 16,5 κ.ἀ.).

Ἀξίζει τέλος νὰ σημειώσουμε καὶ τὴν  ἡλικία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἡ Παναγία  βρέθηκε στὸ περιβάλλον αὐτό· τριῶν  ἐτῶν νήπιο. Ὅπως λοιπὸν ἐκείνη  βρέθηκε στὸ κατάλληλο κλῖμα ἀπὸ τὴν  τρυφερὰ νηπιακὴ ἡλικία, ἔτσι πρέπει  καὶ κάθε παιδὶ ἀπὸ τὴ μικρὰ ἡλικία νὰ  βρεθῇ σὲ προστατευμένο περιβάλλον. Οἱ  παιδαγωγοὶ βεβαιώνουν, ὅτι τὰ  σημαντικώτερα χρόνια εἶναι τὰ τρία  πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ  χρόνια αὐτά, τὸ νηπιαγωγεῖο, εἶναι τὸ  ἄλφα καὶ τὸ ὠμέγα τῆς ὅλης  διαμορφώσεως τοῦ χαρακτῆρος. Μεγάλη  προσοχὴ λοιπὸν στὰ νήπια. Ἐὰν τεθοῦν  καλὰ θεμέλια στὴ νηπιακὴ ἡλικία, τότε  ἡ ἀνάπτυξις θὰ πάῃ καλά.

Δὲν ἄφησαν, ὅπως είδαμε, οἱ γονεῖς της  τὴν Παναγία μέσ᾿ στὸ σπίτι. Ὅπως τώρα  παίρνουν τὰ μικρὰ παιδιὰ – τὰ νήπια καὶ τὰ  πηγαίνουν στὸ σχολεῖο, στὸ  νηπιαγωγεῖο, στὸ νηπιοτροφεῖο ἢ στὸν  παιδικὸ σταθμό, κατὰ παρόμοιο τρόπο κ᾿  ἐκεῖνοι πῆραν τὴν τριετῆ κορασίδα καὶ  τὴν ὡδήγησαν στὸ ναό. Καὶ ἐκεῖ ἔμεινε καὶ  ἀνετράφη, κατὰ τὴν παράδοσι τῆς ἁγίας  μας Ἐκκλησίας, μέχρι τὸ δέκατο πέμπτο  ἔτος της, ὅταν πλέον ἐμνηστεύθη καὶ ἐν  συνεχείᾳ «ἄγγελος πρωτοστάτης  οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ  Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν.).

Τὰ Εἰσόδια ἔχουν γίνει ἀντικείμενο, μὲ  τὸ ὁποῖο ἀσχολήθηκαν ποιηταὶ καὶ  ζωγράφοι. Ἔπλεξαν ὕμνους, ποὺ  ψάλλονται σήμερα, καὶ ζωγράφισαν  ὑπέροχες εἰκόνες. Ἐκεῖ φαίνεται ὅτι,  ὅταν ἡ Παναγία ἀνέβαινε τὰ σκαλοπάτια  τοῦ ναοῦ, τὴν συνώδευαν παρθένες  νεάνιδες κρατώντας λαμπάδες καὶ  μητέρες. Οἱ μητέρες, διότι ἦταν ἐκείνη  ποὺ θὰ γινόταν ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἡ  μοναδικὴ μητέρα, τὸ πρότυπο ὅλων τῶν  μητέρων ὅλων τῶν αἰώνων. Καὶ οἱ  παρθένες, διότι ἦταν ἐκείνη ποὺ  ἐνσαρκώνει «τὴν ὡραιότητα τῆς  παρθενίας». Στὰ πρόθυρα τοῦ ναοῦ τὴν  ὑποδέχθηκε ὁ ἀρχιερεὺς Ζαχαρίας. Τὴν  ὑποδέχθηκαν ἀκόμη, ὅπως ζωγραφίζεται  στὶς εἰκόνες, προφῆτες ποὺ προφήτευσαν  γι᾿ αὐτήν· ὁ Δαυῒδ μὲ τὴν κιθάρα του καὶ ὁ  Ἠσαΐας ποὺ προφήτευσε τὴ γέννησί της,  ἐνῷ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἔψαλλαν ἄγγελοι.

* * *

Ἔχει λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἡ ἑορτὴ  τῶν εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου μεγάλη  παιδαγωγικὴ σημασία· τὸ γενεαλογικὸ  δένδρο καὶ ἡ κληρονομικότης, ἡ  ἀτεκνία καὶ ἡ ὀρθὴ ἀντιμετώπισί της, ἡ  σημασία τοῦ ὀνόματος ποὺ θὰ δοθῇ στὸ  παιδί, ἡ μεγάλη ἐπίδρασι τοῦ ὑγιοῦς  περιβάλλοντος, καὶ τέλος ἡ βαρύτης ποὺ  πρέπει νὰ δοθῇ στὴ νηπιακὴ καὶ σχολικὴ  ἡλικία, εἶναι μερικὰ ἀπὸ τὰ διδάγματα ποὺ  λαμβάνουμε.

Εὔχομαι, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας  Θεοτόκου ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς  νὰ ὁδηγῇ γονεῖς καὶ διδασκάλους στὴν  ὀρθὴ διαπαιδαγώγησι τῶν παιδιῶν καὶ  τῶν νέων μας, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν αὐριανὴ  ἐλπίδα τοῦ γένους καὶ τῆς Ἐκκλησίας  μας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


eisodia ths theotokoy 10


ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΑΣΧΟΛΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ

Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

(Παιδαγωγικὰ ἢ ἐκπαιδευτικὰ)

Καὶ ταῦτα μὲν ὡς πρὸς τὴν ἑορτή. Ἀλλὰ θὰ  πῆτε· Τί σχέσι ἔχει μ᾿ ἐμᾶς ἡ ἑορτή, ὡς  πρὸς ἡμᾶς τοὺς σπουδαστὰς καὶ  σπουδαστρίας τῆς παιδαγωγικῆς  ἀκαδημίας; Ἐξελέξαμεν ἀγαπητά  μας παιδιά, ἐξελέξαμε τὴν σημερινὴν  ἡμέραν, τὰ εἰσόδια τῆς ὑπεραγίας  Θεοτόκου, διότι καὶ ἐσεῖς, οἱ  σπουδασταὶ καὶ αἱ σπουδάστριαι τῆς  ἀκαδημίας Φλωρίνης κάνατε τὰ εἰσόδιά  σας. Ἰδίως οἱ πρῶτοι, οἱ σπουδασταὶ τοῦ  πρώτου ἔτους ποιοῦνται – κάνουν τὰ  εἰσόδια.

- Τὰ εἰσόδια; Μπᾶ! Ἡ Παναγία ἔκανε τὰ  εἰσόδια εἰς τὸν ναόν· ἐμεῖς ποῦ κάναμε  τὰ εἰσόδια; εἰς τὸν ναὸν ἐτοῦτον;…

Ὄχι· κάνατε τὰ εἰσόδια – δὲν εἶναι μόνο  ναὸς αὐτός· εἶναι ναὸς καὶ κάποιος ἄλλος,  καὶ σεῖς κάνατε τὰ εἰσόδια εἰς τὸ ναόν·  σὲ ποιόν ναόν; εἰς τὸ ναὸν τῆς παιδείας.  Ἡ παιδαγωγικὴ ἀκαδημία εἶναι ναὸς τῆς  παιδείας, εἶναι ναὸς τῆς ἐκπαιδεύσεως  τῶν μελλόντων νὰ γίνουν διδάσκαλοι καὶ  παιδαγωγοὶ τῆς Ἑλληνικῆς νεότητος.  Ναός εἶναι. Καὶ ὅπως στὸ ναὸ δὲν  ἐπιτρέπεται οὐδεμία ἀταξία – (αὐτὴ τὴν  ὥρα κανείς, οὔτε καπνίζει οὔτε  παίζει… Μόνο κάποιος ἐκεῖ πέρα  κοιτάζει τὰ μαλλιά του). Λοιπόν… Ὅπως, παιδιά  μου, ἐδῶ στέκεστε, μ᾿ αὐτὴν τὴν  εὐλάβειαν πρέπει νὰ στέκετε καὶ εἰς τὸ  ναὸν τῆς παιδείας, εἰς τὴν Παιδαγωγική  σας Ἀκαδημία. Ναὸς εἶναι.

Καὶ ὅπως εἰς τὸ ναὸν διακρίνομε  προπύλαια, διακρίνομε κεντρικὸν  κυρίως ναόν, καὶ διακρίνομεν ἱερὸ βῆμα  καὶ ἅγια τῶν ἁγίων, ἔτσι καὶ εἰς τὴν  Παιδαγωγική σας Ἀκαδημία καὶ εἰς  πᾶσαν σχολὴν καὶ πᾶν ἐκπαιδευτικὸν  ἵδρυμα διακρίνομεν τρία πράγματα.

Α΄. Προπύλαια – Στὰ προπύλαια τῆς  ἀκαδημίας σας βλέπω – τί βλέπω; Βλέπω  δύο ἐπιγράμματα, δύο προγονικὰ ῥητά.
Τὸ ἕνα, τὸ ἕνα· «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος»,  δηλαδὴ «Μακριὰ κάθε βέβηλος». Μάλιστα.  Ἕνας – ὅπως εἰς τοὺς ἀρχαίους ναοὺς  δὲν ἐπέτρεπον νὰ εἰσέλθῃ (μᾶλλον ὁ  πατὴρ θὰ ἤθελε νὰ πῇ, «νὰ εἰσέλθουν  ἐντὸς τοῦ ναοῦ, τοῦ ναοῦ, τοῦ ἀρχαίου  ναοῦ, ἀμύητοι, ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι δὲν  εἶχαν εὐγενῆ αἰσθήματα καὶ ἰδέας καὶ  πεποιθήσεις ἁγνάς, οὕτω πως καὶ εἰς τὸ  ναὸν τῆς παιδείας, εἰς τὴν Παιδαγωγικὴν  Ἀκαδημίαν, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ  εἰσέλθουν βέβηλοι, ἄνθρωποι  ἀκάθαρτοι, νέοι οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν τὰ  ὑψηλὰ καὶ εὐγενῆ ἰδανικὰ τῆς Ἑλληνικῆς  φυλῆς καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἡμῶν ἔθνους  καὶ τοῦ Χριστοῦ.

«Ἑκὰς πᾶς βέβηλος»! Ἐάν τις δὲν ἔχῃ  πόθον νὰ ὑπηρετήσῃ τὴν Ἑλληνικὴ  νεότητα, ἐάν τις δὲν ἔχῃ ὑψηλὰ καὶ  εὐγενῆ ἰδανικά, τότε προτιμότερον νὰ  κάνῃ μεταβολὴν 180 μοιρῶν καὶ νὰ στραφῇ  πρὸς ἄλλα ἐπαγγέλματα, εἰς τὰ ὁποῖα  ὑπάρχει χρυσὸς καὶ ἄργυρος καὶ  ἐξαιρετική τις ἐπιτυχία.

Γνωρίζω εἰς τὸν βίον μου διδασκάλους,  οἱ ὁποῖοι ἐγκατέλειψαν τὰ σχολεῖα,  διότι δὲν ᾐσθάνοντο κλῆσιν. Μοῦ ἔλεγε  μάλιστα κάποιος, ὅτι ἦτο στὴν  παιδαγωγικὴ ἀκαδημία τῶν Ἀθηνῶν· κ᾿  ἐνῷ ἕνας σοφὸς καθηγητής, παιδαγωγὸς  ἄριστος, διευθυντὴς ἐδίδασκε, αὐτὸς καθ᾿ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ μαθήματος  χασμουριούντανε, ζωγράφιζε κ.λπ.. Τὸν  κάλεσε ὁ διευθυντὴς – σοφὸς  διευθυντής· τὸν κατάλαβε. Λέει· Παιδί  μου, κατὰ λάθος εἶσαι ἐδῶ. Ἐνῷ ὅλα τὰ  παιδιὰ εἶναι προσηλωμένα στὸ μάθημα καὶ  προσέχουν τὸ μάθημα, ἐσὺ ἀλλοῦ ἔχεις τὸ  νοῦ σου. Κατὰ λάθος βρέθηκες ἐδῶ. Σοῦ  συνιστῶ ν᾿ ἀλλάξῃς ἐπάγγελμα… ῎ Αλλαξε πράγματι ἐπάγγελμα κ᾿ ἔγινε  ἕνας ἀπὸ τοὺς γενναιοτάτους  ἀξιωματικούς.
Λέγω λοιπόν, ὅτι «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος». Καὶ  εἶναι εὔκολον ἕνας καθηγητὴς κ᾿ ἕνας  διευθυντὴς τῆς ἀκαδημίας νὰ διακρίνῃ  ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ σπουδαστοῦ καὶ τῆς  σπουδαστρίας ἐὰν, ἐὰν ὑπάρχῃ πόθος ὑψηλὸς νὰ γίνῃ κανεὶς ὑπηρέτης τῆς  παιδείας. Ἐὰν δὲν εἶναι, ν᾿ ἀλλάξῃ  ἐπάγγελμα. Καὶ ἔξυπνα πρόσωπα εἶστε, θὰ  διαπρέψετε εἰς ἄλλους κλάδους. Ὁ ναὸς  τῆς παιδείας θέλει ἐξαιρετικὰ  προσόντα, μᾶλλον ψυχικὰ ἢ νοητικά. Καὶ  εἰς τὸν ναὸν αὐτόν, εἰς τὰ πρόπυλα  λοιπόν, ὑπάρχει τὸ προγονικὸ ῥητὸ «Ἑκὰς  πᾶς βέβηλος».

Ὑπάρχει καὶ κάποιο ἄλλο ῥητὸν εἰς τὰ  προπύλαια τῆς Ἀκαδημίας σας. Ποιό  ἄλλο· «Γνῶθι…», νὰ γνωρίσῃς· Τί νὰ  γνωρίσῃς; Τὸ παιδί. Τὸ παιδί εἶναι κόσμος  μέγας. εἶναι δυστύχημα, ὅτι ἐρευνῶμεν  τὴν σελήνην καὶ τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ, καὶ  ἡ ἐπιστήμη τοῦ παιδὸς εἶναι  καθυστερημένη. Είμεθα πολὺ πίσω· 200, 300,  500 χρόνια. Είμεθα ἀκόμα μακριά, δὲν  ἐγνωρίσαμε τὸ παιδί. Τὸ παιδὶ εἶναι  κόσμος ὁλόκληρος· εἶναι μεῖγμα κόρακος  καὶ περιστερᾶς· ἔχει μέσα του τὸ παιδὶ μεγαλεῖο, ἀλλὰ ἔχει  καὶ ἀθλιότητα.

Πρέπει λοιπὸν νὰ γνωρίσῃς, νὰ  σπουδάσῃς καλῶς. Τόμοι ὁλόκληροι, 4.000  σελίδες, πρέπει νὰ μελετήσῃς, ἀγαπητή  μου σπουδάστρια καὶ ἀγαπητέ μου  σπουδαστή· νὰ σπουδάσῃς τὴν  σωματολογίαν τοῦ παιδός, νὰ σπουδάσῃς  τὴν ψυχολογίαν τοῦ παιδός, νὰ  σπουδάσῃς τὴν ψυχολογίαν τῶν  ἀτομικῶν διαφορῶν ἑκάστου παιδός (ἐδῶ  φαίνεται ὅτι χρησιμοποιεῖ γνώσεις ἀπὸ  τὶς δικές του παιδαγωγικὲς σπουδές. Στὴ θεολογία  διδάσκονται καὶ τὰ παιδαγωγικά), νὰ  σπουδάσῃς ἐν γένει ὅλον τὸν κόσμο του παιδιοῦ – ὅλα τὰ  μαθήματα τῆς παιδαγωγικῆς ἐπιστήμης.  Νὰ γνωρίσῃς τὸ παιδί· «Γνῶθι…»! τί  «γνῶθι»; Τὸ παιδὶ νὰ γνωρίσῃς.

Ἄαα! Μὴ σταματήσετε ὅμως αὐτοῦ· διότι  τότε δὲ θὰ γίνετε καλοὶ παιδαγωγοί.  Πρέπει ἀκόμα νὰ προχωρήσετε  περισσότερο. «Γνῶθι…» – τὸν παῖδα; τὸ  παιδί; Ὄχι· προηγουμένως νὰ  γνωρίσετε ἀκόμη τὸν ἑαυτό σας, τὸν  ἑαυτό σας. Δὲν ἀρκεῖ ἁπλῶς νὰ  διαπαιδαγωγήσετε τὸ παιδί. Ἀλλὰ πρὶν  διαπαιδαγωγήσετε τὸ παιδί, πρέπει νὰ  διαπαιδαγωγήσετε τὸν ἑαυτό σας· νὰ  ἐρευνήσετε τὸν ἑαυτόν σας, τί κακίες,  τί ἐλαττώματα, τί ἐλλείψεις ἔχετε ὁ  καθένας ἀπὸ ᾿σᾶς… Καὶ νὰ καταβάλλετε  προσπάθεια νὰ διορθώσετε τὸν ἑαυτό σας.

Διότι ἐὰν δὲ᾿ διορθωθῆτε καὶ μεταβῆτε  ὅπως εἶστε τώρα ―μὲ τὰς κακίας καὶ τὰ  ἐλαττώματα―, τὰ δὲ παιδιά, τὰ μικρὰ  παιδιά, εἶναι φωτογραφικοὶ φακοί,  φωτογραφίζουν τὰ παιδιά·  φωτογραφίζουν τὴ μητέρα καὶ τὴ δασκάλα  καὶ τὴν καθηγήτρια καὶ τὸν δάσκαλο.  Λοιπὸν χρειάζεται νὰ εἶστε  ὑποδείγματα διδασκάλων, γιὰ νὰ μὴν  ἀναγκαστοῦν τὰ παιδιὰ – γιὰ νὰ μὴν  πραγματοποιηθῇ καὶ σ᾿ ἐσᾶς ἐκεῖνο ποὺ  λέει ὁ λαός· «Δάσκαλος ποὺ δίδασκε, καὶ νόμον δὲν ἐκράτει».

Β΄. Λοιπόν, τὸ πρὸς – στὰ προπύλαια «Ἑκὰς  πᾶς βέβηλος», στὰ προπύλαια «Γνῶθι  σαυτόν». Καὶ κατόπιν θὰ εἰσέλθωμε εἰς  τὸν κεντρικὸν κυρίως ναόν. Ὅπως ἐδῶ  ὑπάρχει κεντρικὸς ναός, οὕτω καὶ εἰς  τὸν ναὸν τῆς παιδείας ὑπάρχει  κεντρικὸς κυρίως ναός. Ποιός εἶναι ὁ  κεντρικὸς κυρίως ναός; εἶναι ὅλαι αἱ  γνώσεις καὶ ὅλαι αἱ ἐπιστῆμαι, τὰς  ὁποίας πρέπει νὰ γνωρίσετε. Ὁ  διδάσκαλος πρέπει νὰ εἶναι σήμερα ὡς διδάσκων σὲ ἕνα  μικρὸ γυμνάσιον, πρέπει ὁ διδάσκαλος  νὰ εἶναι ἐγκυκλοπαιδικός, πρέπει ὁ  διδάσκαλος νὰ εἶναι ἕνας μικρὸς  Ἀριστοτέλης. Καὶ ὅπως ὁ Ἀριστοτέλης  συνεκέντρωσε τὸ ἅπαντον τοῦ  ἐπιστητοῦ, ὅλας τὰς γνώσεις, οὕτω πως κ ᾿ ἐσεῖς πρέπει νὰ εἶστε  ἐγκυκλοπαιδικοί, γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ  καλύψετε τὸν κύκλον ὅλων τῶν γνώσεων.  Καὶ ὄχι μόνο ἐγκυκλοπαιδικοί· πρέπει  νὰ γνωρίσετε τὸ ὑλικὸν ποὺ πρέπει νὰ  διδάξετε. Καὶ ὄχι μόνο τὸ ὑλικόν, τί θὰ  διδάξετε, ἀλλὰ ἀκόμα περισσότερον  πρέπει νὰ γνωρίσετε τὸν τρόπον τῆς  διδασκαλίας. Δὲν εἶναι τί, εἶναι τὸ πῶς θὰ  διδάξετε.

Νὰ φέρω ἕνα παράδειγμα; Δῶστε τὰ ὑλικὰ  σὲ δύο ἀνθρώπους νὰ μαγειρέψουν, σὲ δύο  νοικοκυρὲς νὰ μαγειρέψουν. Λοιπόν, ἡ  μιὰ εἶναι τεχνίτρα μαγείρισσα·  μαγειρεύει ―τὸ ίδιο τὸ ίδιο― καὶ γίνεται ἐξαίσιο φαγητό. Τὰ δίνεις σὲ  ἄλλη, ποὺ δὲν ξέρει· πάει χαμένο τὸ  ὑλικό. Τὸ καλύτερο ὑλικὸ τοῦ φαγητοῦ,  ἐὰν τὸ δώσῃς σὲ μία ποὺ δὲν ξέρει νὰ  μαγειρέψῃ, εἶναι ἀδύνατον νὰ τὸ φάῃ  κανείς.

Οὕτω πως. Παραπάνω λοιπὸν ἀπὸ τὸ ποσόν,  τὸ ποσὸν τῆς γνώσεως εἶναι ὁ τρόπος τῆς  προσφορᾶς, πῶς θὰ προσφέρεται. Ἐδῶ Αὐτὸ  εἶναι τὸ μεγαλύτερο. Ὑπάρχουν βέβαια  διδάσκαλοι χαρισματοῦχοι, ποὺ χωρὶς  πολὺ κόπο κάνουν κατανοητὸ τὸ μάθημα·  ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶναι σπάνιον. Ξέρεις, τί κόπος  χρειάζεται; Δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ μάθῃς  ἕνα ποσὸν γνώσεως· αὐτὸ εἶναι τὸ  εὐκολώτερον. Καὶ ἂν πρόκειται γι᾿ αὐτὸ  οὔτε εἶναι ἀνάγκη νὰ πάῃ τὸ παιδὶ στὸ  σχολεῖο· ἀνοίγει ἐγκυκλοπαιδείας,  τηλεόρασι κ.λπ.. Τὸ μεγαλύτερο, ἡ  δυσκολία ἡ μεγάλη, εἶναι πῶς θὰ  προσφέρῃς τὴν διδακτέα ὕλη. Μέσα στοὺς  ἑκατὸ δασκάλους, ἕνας ἔχει τὸ τάλαντον  αὐτό, Ἕνας ἔχει τὸ τάλαντον αὐτό· τὸ  τάλαντον ἐκ Θεοῦ, θεόθεν. Βλέπεις τὰ  παιδιὰ ―ὅταν διδάσκῃ― καὶ κρεμιῶνται  ἀπὸ τὸ στόμα του· διότι  γνωρίζει, ἔχει τρόπους, γνωρίζει κατὰ  ποῖον τρόπον θὰ δώσῃ τὶς γνώσεις. Ἀλλὰ  γιὰ τοὺς ἄλλους δασκάλους, ποὺ δὲν ἔχουν  τὸ τάλαντον, αὐτὸ χρειάζεται κόπο…  Πρέπει νὰ κοπιάσῃς δυὸ ὧρες γιὰ νὰ  διδάξῃς παιδαγωγικῶς στὸ σχολεῖον σου.

Γ΄. Λοιπόν, στὰ προπύλαια τὸ «Ἑκὰς πᾶς  βέβηλος» καὶ τὸ «Γνῶθι σαυτόν». Ἐντὸς  τοῦ ναοῦ, ἐντὸς τοῦ ναοῦ εἶναι οἱ  γνώσεις. Πᾶσαν  γνῶσιν καὶ πᾶσαν ἐπιστήμην πρέπει νὰ  γνωρίζῃ ὁ διδάσκαλος. Καὶ ἀκόμα δὲν  πρέπει νὰ σταματήσῃ ἐκεῖ· πρέπει νὰ  προχωρήσῃ. Ἀπὸ τὰ προπύλαια στὸ ναόν.  Ἀλλ᾿ ἐὰν σταματήσετε ἐκεῖ, θὰ γίνετε  ξεροὶ διδάσκαλοι. Πρέπει νὰ  προχωρήσετε περισσότερο, νὰ μπῆτε εἰς  τὰ ἅγια τῶν ἁγίων… Νὰ μπῆτε εἰς τὰ ἅγια  τῶν ἁγίων!…

Ὅπως ἐδῶ (=στὸ ναὸ τοῦ Ἁγ.  Παντελεήμονος) ὑπάρχουν τὰ ἅγια τῶν  ἁγίων, καὶ εἰσέρχεται ὁ ἱερεὺς καὶ  μεταβάλλει τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ εἰς σῶμα  καὶ αἷμα Χριστοῦ, καὶ κοινωνεῖ τῶν  ἀχράντων μυστηρίων, οὕτω πως κ᾿ ἐσεῖς,  ἀγαπητοί μου, πρέπει νὰ μπῆτε στὰ ἅγια  τῶν ἁγίων καὶ νὰ γίνετε ἱερεῖς τοῦ  Ὑψίστου. Διότι ὁ διδάσκαλος εἶναι  ἱερεύς. Καὶ ὅπως ὁ παπᾶς παίρνει τὸ  ἅγιον κοχλιάριον, καὶ  μεταδίδει τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα – καὶ τὰ παιδάκια μ᾿  ἀνοιχτὸ τὸ στόμα, ἀπ᾿ τὸν παπᾶ  περιμένουν τὴ θεία κοινωνία, οὕτω καὶ  ἀπὸ σᾶς περιμένουν τὴν γνῶσιν, τὴν  θείαν γνῶσιν. Καὶ εἶναι θεία κοινωνία,  καὶ μυσταγωγία, καὶ ἱεροτελεστία.

* * *


eisodia ths theotokoy 03


Εἰσέλθετε λοιπόν, ἀγαπητοί μου.  Προχωρῆστε ἀπὸ τὰ προπύλαια στὸν  κεντρικὸ ναό. Γνωρίσατε καλῶς τὸν  παῖδα, γνωρίσατε τὸν παιδικὸ κόσμο,  γνωρίσατε τὸν ἑαυτό σας. Καλλιεργήσατε  τὰ εὐγενῆ καὶ ὑψηλὰ ἰδανικὰ τῆς φυλῆς.  Μιμηθῆτε τοὺς ὑπερόχους διδασκάλους  τοῦ γένους ἡμῶν καὶ προχωρῆστε εἰς τὰ  ἅγια τῶν ἁγίων. Γίνετε ἱερεῖς –  διδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι θὰ  μεταλαμπαδεύσετε εἰς τὰς ψυχὰς τῶν  παιδιῶν τὰ ἅγια καὶ τὰ ἱερά.

Καὶ πρὸ παντός, γνωρίσατε τὸ Διδάσκαλον  – ποιόν; Τὸν Διδάσκαλον ὄχι μὲ μικρὸ  δέλτα, τὸν Διδάσκαλον μὲ κεφαλαῖα. Καὶ  ἕνας – συνδεθῆτε· γνωρίσατε τὸν  Παιδαγωγόν, τὸν μοναδικὸν Παιδαγωγόν!  Γνωρίσατε ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος εἶναι –  εἶναι τὸ πρότυπον ὅλων τῶν διδασκάλων  καὶ ὅλων τῶν παιδαγωγῶν. Γνωρίσατε  ἐκεῖνον ποὺ εἶπε, ὅτι «Ὑμεῖς… μὴ  κληθῆτε» διδάσκαλοι καὶ «καθηγηταί»·  «εἷς… ὁ διδάσκαλος» καὶ «εἷς… ὁ  καθηγητής» (Ματθ. 23,8,10).

Ὁ καλύτερος διδάσκαλος δὲν φτάνει τὴ  μονάδα· εἶναι κλάσμα τῆς μονάδος. Τὸ  ἕνα, ὁ ἀκέραιος, ποὺ δὲν ἔχει οὐδεμίαν  ἔλλειψιν, ὁ καλύτερος διδάσκαλος θὰ  εἶναι 40% – 44%· δὲ θὰ πλησιάσῃ ποτέ τὴ  μονάδα. Ὁ τέλειος, τὸ  ὑπόδειγμα ὅλων τῶν διδασκάλων, ὁ  παιδαγωγὸς ὁ ἄριστος, τὸ ἄλφα (Α) καὶ τὸ  ὠμέγα (Ω) τῆς παιδαγωγικῆς, ὁ αἰώνιος  παιδαγωγὸς τοῦ κόσμου, εἶναι ὁ Κύριος  ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· «ὅν», σπουδασταὶ  καὶ σπουδάστριαι, «ὑμνεῖτε καὶ  ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας»·  ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

 

Πηγή: (ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος; Φλωρίνης  Τετάρτη 21-11-1973), Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...