Ἡ συμβολή τῶν Ἑλλήνων Κληρικῶν εἰς τόν Διαφωτισμόν καί εἰς τήν ἀναγέννησιν τῶν Θετικῶν Ἐπιστημῶν

Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Υμηττοῦ κ.Δανιήλ.

 Ἡ Διεθνής Ἀστρονομική Ἕνωσι ἀνακήρυξε τό διανυόμενο ἔτος 2009 ὡς παγκόσμιο ἔτος τῆς Ἀστρονομίας μέ κεντρικό θέμα: “Τό Σύμπαν: Δικό σας νά τό ἀνακαλύψετε” ἐξ ἀφορμῆς τῆς συμπληρώσεως 400 ἐτῶν ἀπό τῆς πρώτης παρατηρήσεως τῶν οὐρανίων σωμάτων διά τηλεσκοπίου ἀπό τόν μαθηματικό καί ἀστρονόμο Γαλιλαῖο.
Λαβοῦσα ἀφορμή ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκ τοῦ γεγονότος τούτου ἀπεφάσισε νά συγκαλέσει τήν παροῦσα Ἡμερίδα σέ συνεργασία ἀφ’ ἑνός μέν μέ τό Ἐθνικό Ἀστεροσκοπεῖο Ἀθηνῶν καί τό Εὐγενίδειο Ἵδρυμα καί ἀφ’ ἑτέρου μέ τά Γραφεῖα τοῦΕὐρωπαϊκοῦΚοινοβουλίου καί τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς στήν Ἑλλάδα.
Μέ τήν συγκαλουμένη Ἡμερίδα ἡἹερά Σύνοδος ἐπιθυμεῖ:
1) Νά ὑπομνήσει τίς περί κόσμου διδασκαλίες τῆς Ἐκκλησίας:
α) Ὅτι τό Σύμπαν εἶναι ἔργο τῆς Σοφίας καί τῆς Δυνάμεως τοῦΠροανάρχου ΤριαδικοῦΘεοῦ, ἐφ’ ὅσον ὁμολογοῦμε καί διακηρύσσουμε: “Σὺκατ' ἀρχάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶἔργα τῶν χειρῶν σου εἰσιν οἱοὐρανοί” (Πρός Ἑβραίους α΄ 10) καί “πᾶς γὰρ οἶκος κατασκευάζεται ὑπότινος, ὁδὲτὰπάντα κατασκευάσας Θεός” (Πρός Ἑβραίους γ΄ 4).
β) Ὅτι τό Σύμπαν ὡς λαβόν ἀρχήν ἔχει καί τέλος κατά τήν ἀψευδέστατη προφητεία τοῦΚυρίου μας ὅτι “οἱοὐρανοί παρελεύσονται” (Ματθαίου ε΄ 18) καί τήν διακήρυξι τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς ὅτι μόνος ὁΘεός παραμένει ἀναλλοίωτος καί ἀτελεύτητος “αὐτοὶἀπολοῦνται, σὺδὲδιαμένεις· καὶπάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶὡσεὶπεριβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶἀλλαγήσονται· σὺδὲὁαὐτὸς εἶ, καὶτὰἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι ” (Πρός Ἑβραίους α΄ 11-12).
Ὁἀπόστολος Πέτρος προφητεύει ὡς ἑξῆς τό τέλος τοῦσύμπαντος κόσμου:
“Οὐρανοὶ ῥοιζηδὸν παρελεύσονται, στοιχεῖα δὲκαυσούμενα λυθήσονται, καὶγῆκαὶτὰἐν αὐτῇἔργα κατακαήσεται ” (Β΄ Πέτρου γ΄ 10).
γ)Ὅτι κατά τήν προφητεία τοῦαὐτοῦἈποστόλου οἱπιστοί “καινοὺς δὲοὐρανοὺς καὶγῆν καινὴν κατὰτὸἐπάγγελμα αὐτοῦπροσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ” (Β΄ Πέτρου γ΄ 13).
δ)Ὅτι ἡ δημιουργία τοῦΣύμπαντος εἶναι ἀποκάλυψι καί φανέρωσι τοῦἀοράτου Θεοῦἡσυνοχή καί ἡσυντήρησί του μαρτυρεῖτόν Κτίστη καί Δημιουργό, τόν Κυβερνήτη καί Συντηρητή αὐτοῦ“διότι τὸγνωστὸν τοῦΘεοῦφανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς· ὁγὰρ Θεὸς αὐτοῖς ἐφανέρωσε. τὰγὰρ ἀόρατα αὐτοῦἀπὸκτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ θειότης, εἰς τὸ εἶναι αὐτοὺς ἀναπολογήτους ” (Πρός Ρωμαίους 19-20).
Ὁἅγιος Γρηγόριος ὁΝύσσης διδάσκει, ὅτι ἀπό τήν μελέτη τῶν δημιουργημάτων ὁἄνθρωπος γνωρίζει μερικῶς τόν Δημιουργόν Θεόν:
“Ἡθεία φύσις αὐτή καθ’ ἑαυτήν ὅτι ποτέ κατ’ οὐσίαν ἐστί, πάσης ὑπέρκειται καταληπτικῆς ἐπινοίας, ἀπρόσιτος καί ἀπροσπέλαστος οὖσα ταῖς στοχαστικαῖς ἐπινοίαις, καί οὔπω τις ἀνθρώποις πρός τήν τῶν ἐκλήπτων κατανόησιν ἐξεύρηται δύναμις· οὐδέ τις ἔφοδος καταληπτική τῶν ἀμηχάνων ἐπενοήθη. Διό καί Ἀνεξιχνιάστους τάς ὁδούς αὐτοῦὁμέγας ὀνομάζει Ἀπόστολος, σημαίνων διά τοῦλόγου τό ἀνεπίβατον εἶναι λογισμοῖς τήν ὁδόν ἐκείνην, ἤπρός τήν γνῶσιν τῆς θείας οὐσίας ἄγει· ὡς οὔπω τινός τῶν προωδευκότων τόν βίον ἴχνος τι καταληπτικῆς ἐπινοίας σημαινομένου τῇ γνώσει τοῦὑπέρ γνῶσιν πράγματος. Τοιοῦτος δέ ὤν κατά τήν φύσιν ὁὑπέρ πᾶσαν φύσιν, ἄλλῳλόγῳκαί ὁρᾶται καί καταλαμβάνεται ὁἀόρατός τε καί ἀπερίγραπτος. Πολλοί δέ οἱτῆς τοιαύτης κατανοήσεως τρόποι. Ἔστι γάρ καί διά τῆς ἐμφαινομένης τῷπαντί σοφίας, τόν ἐν σοφίᾳπάντα πεποιηκότα στοχαστικῶς ἰδεῖν. Καθάπερ καί ἐπί τῶν ἀνθρωπίνων δημιουργημάτων ὁρᾶται τρόπον τινά τῇδιανοίᾳὁδημιουργός τοῦπροκειμένου κατασκευάσματος, τήν τέχνην τῷ ἔργῳ ἐναποθέμενος. Ὁρᾶται δέ οὐχ ἡφύσις τοῦτεχνητεύσαντος, ἀλλά μόνον ἡτεχνική ἐπιστήμη, ἥν ὁτεχνίτης τῇκατασκευῇἐναπέθετο. Οὕτω καί πρός τόν ἐν τῇ κτίσει βλέποντες κόσμον, ἔννοιαν οὐτῆς οὐσίας, ἀλλά τῆς σοφίας τοῦκατά πάντα σοφῶς πεποιηκότος ἀντυπούμεθα”. (Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τούς Μακαρισμούς, λόγος στ΄, P.G. 44, 1268).
Δηλαδή: “Τί ἀκριβῶς εἶναι αὐτή καθ’ ἑαυτήν ἡθεία φύση κατά τήν οὐσία της, καί ξεπερνάει κάθε σκέψη γιά νά τήν καταλάβουμε, ἐπειδή εἶναι ἀπρόσιτη καί ἀπλησίαστη γιά τίς στοχαστικές σκέψεις. Καί γιά του ἀνθρώπους δέ βρέθηκε ἀκόμη καμιά δύναμη γιά τήν κατανόηση τῶν ἀκαταλήπτων, οὔτε ἐπινοήθηκε καμιά μέθοδος γιά νά κατανοήσουν αὐτά πού εἶναι ἀδύνατον νά κατανοηθοῦν. Γι’ αὐτό κι ὁ μέγας Ἀπόστολος ἀποκαλεῖ«ἀνεξιχνίαστους τούς δρόμους τοῦΘεοῦ» (Πρός Ρωμαίους ια΄33), φανερώνοντας μ’ αὐτό τό λόγο πώς εἶναι ἀπάτητος μέ συλλογισμούς ὁδρόμος ἐκεῖνος, πού ὁδηγεῖστή γνώση τῆς οὐσίας τοῦΘεοῦ. Γιατί κανείς μέχρι τώρα ἀπό ὅσους ἔχουν προοδεύσει στόν ἐνάρετο βίο, δέ μᾶς φανέρωσε μέ τρόπο καταληπτό κάποιο σημεῖο γιά τή γνώση τοῦὄντος, πού εἶναι πάνω ἀπό τή γνώση. Μέ τό νά εἶναι αὐτό πού εἶναι κατά τη φύση, ὁπάνω ἀπό κάθε φύση, γίνεται καταληπτός καί βλέπεται μέ ἄλλην ἔννοια ὁἀόρατος κι ἀπερίγραπτος. Κι εἶναι πολλοί οἱτρόποι αὐτῆς τῆς κατανόησης. Μπορεῖς δηλαδή καί μέσα ἀπό τή σοφία πού φαίνεται σέ ὅλα, νά δεῖς μέ τρόπο στοχαστικό Ἐκεῖνον πού δημιούργησε τά πάντα ἐν σοφίᾳ. Ὅπως κατά κάποιο τρόπο φανερώνεται καί στά ἀνθρώπιναδημιουργήματα νοερά ὁδημιουργός τοῦἔργου, πού ἔχουμε μπροστά μας, ἀφοῦστό ἔργο ἔχει ἀποθέσει τήν τέχνη του. Ἀποκαλύπτεται δέ ὄχι ἡ φύση τοῦτεχνίτη, ἀλλά μόνο ἡ τεχνική γνώση, πού ὁτεχνίτης ἀποτύπωσε στό κατασκεύασμα. Ἔτσι κι ὅταν βλέπουμε προσεκτικά τόν κόσμο μέσα στή δημιουργία, ἀναπαριστάνουμε μέσα στό νοῦὄχι τήν ἔννοια τῆς οὐσίας, ἀλλά τῆς σοφίας Ἐκείνου, πού ἐποίησε τά πάντα μέ σοφό τρόπο”.
ε) Ὅτι ἡδημιουργία τοῦκόσμου ἔγινε γιά τό μυστήριο τῆς διά τοῦἸησοῦΧριστοῦἀποκαλύψεως καί φανερώσεως τοῦ Θεοῦ“ ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦΘεοῦτοῦἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα ” (Πρός Κολοσσαεῖς α΄ 15-16).
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής ἐπισημαίνει:
“Τοῦτό ἐστιν τό μέγα καί ἀπόκρυφον μυστήριον· τοῦτό ἐστιν τό μακάριον, δι’ ὅ τά πάντα συνέστησαν τέλος. Τοῦτό ἐστιν ὁτῆς ἀρχῆς τῶν ὄντων προεπινοούμενος θεῖος σκοπός, ὅν ὁρίζοντες εἶναί φαμεν, προεπινοούμενον τέλος, οὗἕνεκα μέν πάντα, αὐτό δέ οὐδενός ἕνεκα. Πρός τοῦτο τό τέλος ἀφορῶν, τάς τῶν ὄντων ὁΘεός παρήγαγεν οὐσίας. Τοῦτο κυρίως ἐστί τό τῆς προνοίας καί τῶν προνοουμένων, πέρας· καθ’ ὅεἰς τό Θεόν, ἡτῶν ὑπ’ αὐτοῦπεποιημένων ἐστίν ἀνακεφαλαίωσις.
Τοῦτό ἐστι τό πάντας περιγράφον τούς αἰῶνας, καί τήν ὑπεράπειρον καί ἀπειράκις ἀπείρως προϋπάρχουσαν τῶν αἰώνων μεγάλην τοῦΘεοῦβουλήν ἐκφαῖνον μυστήριον· ᾗς γέγονεν ἄγγελος αὐτός ὁκατ’ οὐσίαν τοῦΘεοῦΛόγος γενόμενος ἄνθρωπος· καί αὐτόν, εἰθέμις εἰπεῖν, τόν ἐνδότατον πυθμένα τῆς Πατρικῆς ἀγαθότητος φανερόν καταστήσας, καί τό τέλος ἐν αὐτῷδείξας, δι’ ὅτήν πρός τό εἶναι σαφῶς ἀρχήν ἔλαβον τό πεποιημένα. Διά γάρ τόν Χριστόν, ἤγουν τό κατά Χριστόν μυστήριον, πάντες οἱαἰῶνες, καί τά ἐν αὐτοῖς τοῖς αἰῶσιν, ἐν Χριστῷτήν ἀρχήν τοῦεἶναι καί τό τέλος εἰλήφασιν” (Μαξίμου ὉμολογητοῦἘρώτησις ξ΄ (ὡς ἀμνοῦἀμώμου καί ἀσπίλου Χριστοῦπροεγνώσαμεν πρό καταβολῆς κόσμου· φανερωθέντος δε ἐπ’ ἐσχάτων τῶν χρόνων δι’ ἡμᾶς. Ὑπό τίνος προεγνωσμένου; ) “Πρός Θαλάσσιον τόν Ὁσιώτατον Πρεσβύτερον καί Ἡγούμενον Διαφόρων Ἀπόρων τῆς θείας Γραφῆς εἰς ἐρωτήσεις καί ἀπαντήσεις ξε΄ ” P.G. 90, 621).
Δηλαδή: “Αὐτό εἶναι τό μεγάλο κι ἀπόκρυφο μυστήριο. Αὐτό εἶναι τό μακάριο τέλος γιά τό ὁποῖο ἔχουν γίνει ὅλα. Αὐτός εἶναι ὁθεῖος σκοπός πού προεπινοήθηκε πρίν ἀπό τήν ἀρχή τῶν ὄντων, πού ὁρίζοντάς τον μποροῦμε νά τόν ποῦμε «προεπινοούμενο τέλος», γιά χάρη τοῦὁποίου ἔγιναν τά πάντα κι αὐτό γιά χάρη κανενός. Σ’ αὐτό τό τέλος ἀτενίζοντες δημιούργησε ὁΘεός τίς οὐσίες τῶν ὄντων. Αὐτό εἶναι κυρίως τό πέρας τῆς προνοίας καί ἐκείνων πού ἡπρόνοια προνοεῖ, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο γίνεται ἡἐπανασυναγωγή στό Θεό ὅλων τῶν ποιημάτων του. Αὐτό εἶναι τό μυστήριο πού περικλείει ὅλους τούς αἰῶνες καί φανερώνει τήν ὑπεράπειρη καί πού ἄπειρες φορές ἀπείρως προϋπάρχει ἀπό τούς αἰῶνες μεγάλη βουλή τοῦΘεοῦ, τῆς ὁποίας βουλῆς ἀγγελιοφόρος ἔγινες ὁἴδιος ὁσύμφωνος μέ τήν οὐσία τοῦΘεοῦΛόγος ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος, καί φανέρωσε, ἄν μοῦἐπιτρέπεται νά πῶ, τόν ἴδιο τό βαθύτερο πυθμένα τῆς Πατρικῆς ἀγαθότητας κι ἔδειξε μέσα σ’ αὐτόν τό τέλος, πού γιά χάρη του τά δημιουργήματα ἔλαβαν σαφῶςτήν ἀρχή τῆς ὕπαρξής τους. Γιατί γιά τό Χριστό, δηλαδή γιά τό μυστήριο κατά Χριστό, ὅλοι οἱαἰῶνες καί ὅλα ὅσα περιέχουν ἔχουν λάβει τήν ἀρχή καί τό τέλος τοῦεἶναι τους”.
στ) Ὅτι ὁἄνθρωπος ἐτάχθη ἀπό τόν Θεό Δημιουργό Του “φυλάσσειν” τήν δημιουργία (Γενέσεως β΄ 15).
ζ)Ὅτι ὅλα τά δημιουργήματα δοξολογοῦν τόν Θεό Κτίστη καί Δημιουργό τους καί αἰνοῦν Αὐτόν, ἐκπληροῦντα τούς λόγους τῶν ὄντων:

“Αἰνεῖτε αὐτὸν ἥλιος καὶσελήνη, αἰνεῖτε αὐτὸν πάντα τὰἄστρα καὶτὸφῶς. Αἰνεῖτε αὐτὸν οἱοὐρανοὶτῶν οὐρανῶν καὶτὸὕδωρ τὸὑπεράνω τῶν οὐρανῶν” (Ψαλμός ρμη΄ (148) 2-4).

* * * * *

2) Ὅτι δέν ὑπάρχει μεταξύ πίστεως καί ἐπιστήμης σύγκρουσι ὅταν ἑκάστη μένει στά ὅριά της. Οὔτε ἡπίστι ὑποτάσσεται στούς νόμους τοῦφυσικοῦκόσμου οὔτε ἡἐπιστήμη δύναται νά ἐπιλύει ὅλα τά προβλήματα. Ἡμία ἀναβιβάζει τόν ἄνθρωπο στά αἰώνια καί τά ὑπερφυσικά ἐλευθεροῦσα αὐτόν ἀπό τά γεώδη καί πρόσκαιρα. Ἡἄλλη οἰκονομεῖτά ἐν τῷκόσμῳκαί αὐτά ὑπό πολλούς περιορισμούς.
Τά ὅρια τῶν δύο αὐτῶν δωρεῶν τοῦΘεοῦτῆς πίστεως καί τῆς γνώσεως ἐπεσημάνθηκαν στό Διεθνές Ἐπιστημονικό Συνέδριο πού διοργάνωσε ἡἹερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 4-8 Ὀκτωβρίου 2000 μέ τήν εὐκαιρία τῶν ἑορτασμῶν τοῦἸωβηλαίου γιά τήν συμπλήρωσι δύο χιλιάδων ἐτῶν ἀπό τήν γέννησι τοῦΚυρίου μας ἸησοῦΧριστοῦἀπό τίς εἰσηγήσεις:
α) τοῦΜακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας κ. Ἀναστασίου μέ θέμα: “ἩὈρθοδοξία πρό τῆς ραγδαίας ἐξελίξεως τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν (Διαπιστώσεις - προτάσεις) ”.
β) τοῦἘλλογιμωτάτου κ. Νικολάου Ἀρτεμιάδου, Ὁμότιμου ΚαθηγητοῦΜαθηματικῶν τοῦΠανεπιστημίου Πατρῶν καί Προέδρου τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν μέ θέμα: “Θετικές ἐπιστῆμες καί μεταφυσικές ἀλήθειες”, πού ἐτόνισε ὅτι:
“…ἡπρόοδος τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ὄχι μόνο δέν ὁδηγεῖστήν ἀμφισβήτηση μεταφυσικῶν ἀληθειῶν καί τῆς ὑπάρξεως τοῦΘεοῦἀλλά ἀντιθέτως μας φωτίζει στόν νά νοιώσουμε τίς ἀλήθειες αὐτές καί νά ζήσουμε ἀρμονικά μέ τήν Ὀρθόδοξο Χριστιανική Πίστη”.
Ὁμακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυρός Χριστόδουλος στόν Χαιρετισμό, πού ἀπηύθυνε πρός τά μέλη καί τούς εἰσηγητές τοῦἀναφερθέντος Συνεδρίου ἐτόνισε ὅτι:
“ἩἘκκλησία ὅμως ἀναγνωρίζοντας μέν τό γεγονός ὅτι κάθε ἀνακάλυψη ἀποτελεῖδιείσδυση στά μυστικά τῆς θεϊκῆς σοφίας εὐνοεῖτήν ἐπιστήμη. Ἀντικρίζει ὅμως καί μία κοινωνία πού δέν διακρίνεται γιά τήν πνευματική ποιότητά της, τήν προσήλωση σέ ἀρχές καί ἀξίες, μία κοινωνία πού ἔχει τήν ἰδιότητα νά γεννᾶπερισσότερα προβλήματα ἀπό ὅσα νά λύνει, πού χαρακτηρίζεται ἀπό παθολογικό ἐγωϊσμό καί ἀλαζονεία, πού στερεῖται ἀπό κάθε ἴχνος αἰωνίας προοπτικῆς”.

* * * * *

3) Ὅτι οἱἀστρονομικές πληροφορίες τῆς Βίβλου ἀπαιτοῦν ἰδιαιτέρους κανόνες ἑρμηνείας καί κατανοήσεως τους ἐφ’ ὅσον ἡἉγία Γραφή πρωτίστως ὁμιλεῖγιά τόν Θεό καί τά ἔργα τοῦΘεοῦκαί ὁδηγεῖτήν ψυχή στήν σωτηρία.

* * * * *

4) Νά τονίσει καί νά ὑπομνήσει τήν συμβολή τῶν κληρικῶν στήν ἀνάπτυξι τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν.
Ἀπό μία σύντομη ἔρευνα γιά τήν παροῦσα Ἡμερίδα συνέλεξα ἕνα πλούσιο ὑλικό πού κατέταξα σέ τρεῖς ἑνότητες.
Στήν πρώτη ἑνότητα ἐνέταξα τούς κληρικούς πού διέπρεψαν ὡς λόγιοι καί ἐδίδαξαν τά λεγόμενα τότε “νεωτερικά μαθήματα” ἤἔγραψαν ἀξιόλογα συγγράμματα.
Ἀναφέρω τά ὀνόματα τους κατατάσσοντάς τους χρονολογικά, κατά τήν χρονολογία τῆς γεννήσεώς τους
α΄. Λέων ὁΦιλόσοφος ἤΜαθηματικός
Ἐγενήθη κατά τήν πρώτη δεκαετία τοῦθ΄ αἰῶνος. Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (840 μ.Χ.). Ἐδίδαξε καί διεύθυνε τόν Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας.
Ὑπῆρξε ἐκ τῶν κυριωτέρων μορφῶν τῆς ἐπί αὐτοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως Θεοφίλου (820-842μ.Χ.) συντελεσθείσης ἀναγεννήσεως τῶν γραμμάτων καί τῶν ἐπιστημῶν. Ἔδωσε μεγάλη ὤθησι στίς θετικές ἐπιστῆμες.
Ἐνδιαφερόταν ἰδιαιτέρως γιά τήν Ἀστρονομία καί τά Μαθηματικά. Μεταξύ τῶν ἔργων του περιλαμβάνεται καί πραγματεία περί ἐκλείψεως ἡλίου καί σελήνης.
β΄. Μιχαήλ Ψελλός
Ὁὕπατος τῶν φιλοσόφων τοῦἐνδεκάτου αἰῶνος. Ἐκ τῶν μεγαλυτέρων πνευματικῶν μορφῶν τοῦμέσου Ἑλληνισμοῦ.
ὉΚωνσταντῖνος Ψελλός γεννήθηκε στήν Νικομήδεια τό 1018 μ.Χ. Διακρίθηκε ὡς σοφός, πολιτικός ἀνήρ καί καθηγητής τῆς φιλοσοφίας. Διετέλεσε πρωθυπουργός τοῦαὐτοκράτορος Μιχαήλ τοῦΠαραπινάκη (1071-1078μ.Χ.). Τό 1054 ἐκάρη μοναχός καί ἔλαβε τό ὄνομα Μιχαήλ.
Ἀπό ἐπιστολές του βγαίνει τό συμπέρασμα, ὅτι δίδασκε καί Γεωμετρία (τήν ἐν γραμμαῖς θεωρίαν). Ἔγραψε καί φυσικές πραγματεῖες. Σέ ἐπιστολή του ἀναφέρει, ὅτι οἱφθορές καί οἱγενέσεις τῆς ὕλης γίνονται ἀπό φυσικά αἴτια καί ὄχι ἀπό ἀόρατες καί μυστικές δυνάμεις. Ἀνάμεσα στά ἔργα του πού στηρίχθηκαν σ’ αὐτή τήν ἄποψη εἶναι τό “Ἐπίλυσις Φυσικῶν Ζητημάτων”, στό ὁποῖο περιέχονται καί στοιχεῖα Μετεωρολογίας. Ἐπίσης ἀξιόλογο ἔργο του εἶναι τό “Περί λίθων δυνάμεως”, στό ὁποῖο ἀναφέρονται οἱφυσικές ἰδιότητες τῶν ὀρυκτῶν. Σέ ἐπιστολή του πού ἀπευθύνει στόν Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο ἀναφέρεται στήν παρασκευή τοῦχρυσοῦ. Ἔγραψε καί ἀστρονομικά ἔργα ὅπως τό “Περί Μεγάλου Ἐνιατοῦ” καί τό σωζόμενο “Περί τῆς κινήσεως τοῦχρόνου, τῶν κύκλων τοῦἩλίου καί τῆς Σελήνης, τῆςἘκλείψεως Αὐτῶν καί τῆς τοῦΠάσχα εὑρέσεως”.
ὉΨελλός ἔγραψε καί μεικτές ἐργασίες. Στήν πραγματεία του “Διδασκαλία Παντοδαπή” πού ἐπίσης σώζεται περιέχονται 200 θέματα ἐπιστημονικά τῆς ἀστρονομίας, τῆς μετεωρολογίας, τῆς κοσμολογίας, τῆς φυσικῆς, τῆς βοτανικῆς καί τῶν μαθηματικῶν. Στό ἔργο του “Σύνταγμα εὐσύνοπτον εἰς τάς τέσσαρας Μαθηματικάς Ἐπιστήμας” ἐκτός ἀπό τίς ἐπιστῆμες τῆς Ἀριθμητικῆς, τῆς Μουσικῆς, τῆς Γεωμετρίας καί τῆς Ἀστρονομίας ὑπάρχουν καί στοιχεῖα Μετεωρολογίας.
γ΄. Θεοδόσιος ὁΚορυδαλλεύς (1563)
Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἄρτης. Γεννήθηκε στήν Ἀθήνα περί τό 1563. Ἀριστοτελικός φιλόσοφος καί ἐπιφανέστατος διδάσκαλος καί συγγραφεύς.
Ἔγραψε: α) “Ὑπομνήματα καί ζητήματα εἰς τήν περί τοῦοὐρανοῦπραγμάτων”, β) “Γεωγραφικά ἤπερί Κόσμου καί τῶνμερῶν αὐτοῦ”. Αὐτό τό σύγγραμμα φέρεται καί μέ τό τίτλο “Περί Ἀστρολογίας καί Σύνοψις εἰσαγωγικοτέρα εἰς Γεωγραφίαν ”.
δ΄. Κορέσσιος Γεώργιος.
Περίφημος Χῖος λόγιος, ἰατρός, θεολόγος καί φιλόσοφος τοῦβ΄ μισοῦτοῦιστ΄ αἰῶνος.
Ἐδίδαξε στό Πανεπιστήμιο τῆςΠίζης στήν Ἰταλία. Κατά τό διάστημα τῆς καθηγεσίας του συγκρούσθηκε μέ τόν μέγα μαθηματικό καί ἀστρονόμο τῆς ἐποχῆς Γαλιλαῖο, πού ἐδίδασκε στό ἴδιο Πανεπιστήμιο.
ε΄. Βησσαρίων Μακρῆς.
Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦἉγίου Γεωργίου τῶν Λιγκιαδῶν ἐπί τοῦὄρους Μιτσικέλι τῆς Ἠπείρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων. Συγκαταλέγεται στούς λογιώτερους κληρικούς τοῦιζ΄ αἰῶνος διδάσκαλος καί συγγραφεύς πολυγραφώτατος. Γεννήθηκε στά Γιάννενα τό 1635.
Στά ἀνέκδοτε ἔργα του σέ χειρόγραφα ὑπάρχουν μαθηματικά καί ἀστρονομικά μελετήματα τοῦἀνδρός.
στ΄. Μεθόδιος Ἀνθρακίτης.
Πεπαιδευμένος κληρικός. Ἐγενήθη περί τό 1660 στή Καμινιά Ζαγορίου Ἠπείρου.
Ἐσπούδασε στή Βενετία ἐπί πολλά ἔτη μαθηματικές ἐπιστῆμες καί διεκρίθη ὡς δάσκαλος. Συνέβαλε στήν ἐκπαιδευτική μεταρρύθμισι, ὅπου γιά πρώτη φορά εἰσήγαγε στήν Ἑλλάδα τίς μαθηματικές ἐπιστῆμες

 

Πηγή: http://serviotikos.blogspot.com