Ευαγγελία Κ. Λάππα
28 Απριλίου 2023
Ο Χαράλαμπος Κατσιμήτρος θα μπορούσε να αποκληθεί, ως Μιλτιάδης του Καλπακίου. Ο αντιστράτηγος Κατσιμήτρος μεγαλούργησε στο Έπος του 1940 και στη συνέχεια συκοφαντήθηκε και φυλακίστηκε, όπως και ο μεγάλος Μαραθωνομάχος στρατηγός Μιλτιάδης.
Ο Χαράλαμπος Κατσιμήτρος γεννήθηκε στο χωριό Κλειτσός της Ευρυτανίας στις 1 Ιανουαρίου 1886. Γονείς του ήταν ο Γεώργιος και η Βασιλική Κατσιμήτρου, αγρότες και κτηνοτρόφοι στο χωριό Κλειτσός του νομού Ευρυτανίας. Είχε έναν αδελφό, τον ιερέα Νικόλαο και δύο αδελφές, την Ανδρομάχη και την Καλλιόπη.
Το 1904 ο Χαράλαμπος κατετάγη, ως εθελοντής στον Ελληνικό στρατό. Το 1911 εισήλθε στην Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών, από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του Ανθυπασπιστή του Πυροβολικού, το Σεπτέμβριο του 1912.
Ως Ανθυπολοχαγός, συμμετείχε στον Β΄ Βαλκανικό πόλεμο του 1913 και, ως Λοχαγός, στο Μακεδονικό Μέτωπο του 1917 – 1918. Ως Ταγματάρχης, συμμετείχε στην Μικρασιατική εκστρατεία (1922), όπου τραυματίστηκε στο γόνατο από σφαίρα, στην μάχη του Χασάν Μπελ.
Το 1923 προήχθη σε Αντισυνταγματάρχη. Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου υπηρέτησε σε διάφορες επιτελικές θέσεις του Υπουργείου Στρατιωτικών και του Γενικού Στρατηγείου, ενώ φοίτησε στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου και ανεδείχθη επιτελικός αξιωματικός την περίοδο 1924-1925. Το 1930 προήχθη στο βαθμό του Συνταγματάρχη. Στις 11 Ιανουαρίου 1937 προήχθη σε Υποστράτηγο και διετέλεσε Διοικητής της VIIης Μεραρχίας Δράμας.
Το 1938 τοποθετήθηκε ως Διοικητής της VIIΙης Μεραρχίας, με έδρα τα Ιωάννινα. Εκεί εργάστηκε μεθοδικά, με ικανούς συνεργάτες, και ολοκλήρωσε την γραμμή άμυνας, ώστε να αντιμετωπίσει πιθανή επίθεση της Ιταλίας, η οποία κατείχε την Αλβανία.
Τον Αύγουστο του 1940, αμέσως μετά τον τορπιλισμό τῆς «Έλλης» ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού Αλέξανδρος Παπάγος έδωσε οδηγίες στον Κατσιμήτρο για ελευθερία κινήσεων με αντικειμενικό σκοπό το κέρδος χρόνου για τήν συμπλήρωση τῆς Επιστρατεύσεως ενώ ἡ γραμμή αμύνης της προωθήθηκε καί ήταν βορείως τῆς Κονίτσης. Στα τέλη Αυγούστου 1940, λόγω της κατάστασης που είχε διαμορφωθεί, διετάχθη από το Γενικό Επιτελείο Στρατού, αρχικά μερική και στην συνέχεια γενική επιστράτευση της VIIIης Μεραρχίας στις 5 Οκτωβρίου 1940. Συνολικώς, η δύναμη της τελευταίας, περιελάμβανε τέσσερις διοικήσεις συνταγμάτων πεζικού, 15 τάγματα πεζικού, 16 πυροβολαρχίες, πέντε ουλαμούς πυροβολικού συνοδείας, δύο τάγματα πολυβόλων κινήσεως, μία πολυβολαρχία βαρέων πολυβόλων, μία μεραρχιακή μονάδα αναγνωρίσεως, καθώς και το 39ο Σύνταγμα Ευζώνων της III Μεραρχίας, που ήταν κινούμενο από την Αιτωλοακαρνανία προς την Ήπειρο.
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο πρέσβης της Ιταλίας Εμμανουέλε Γκράτσι, εκ μέρους της Ιταλικής Κυβερνήσεως, παρέδωσε στον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά ένα τελεσίγραφο, στο οποίο ζητούσε την παράδοση της Ελλάδος στην Ιταλία. Ο Έλληνας πρωθυπουργός απέρριψε το τελεσίγραφο με την απάντηση «Alors, c’ est la guerre» (Λοιπόν, πόλεμος!), με αποτέλεσμα ο Ιταλός πρέσβης να φύγει ντροπιασμένος[1]. Λίγες ώρες μετά, η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα. Στις πρώτες ημέρες του πολέμου η VIII Μεραρχία, με βάση το συνολικό αμυντικό σχέδιο των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, που συνέταξε ο Επιτελάρχης του Β΄ Σώματος Στρατού, Συνταγματάρχης Δημήτριος Π. Μαχάς[2], εξουδετέρωσε την επιθετική ενέργεια των Ιταλικών δυνάμεων και προέταξε σθεναρή άμυνα στον τομέα Ελαίας-Καλαμά της Ηπείρου. Μεταξύ 4-6 Νοεμβρίου 1940, κατά την επίθεση των Τεθωρακισμένων της Ιταλικής Μεραρχίας «Κένταυροι», ο Κατσιμήτρος παρέσυρε τα άρματα μάχης στα έλη του ποταμού Καλαμά, τα οποία σκοπίμως εκείνο το χρόνο δεν απεξηράνθησαν, προκειμένου να λειτουργήσουν ως αντιαρματικό κώλυμα. Τα ιταλικά τεθωρακισμένα εγκλωβίσθηκαν εκεί, με αποτέλεσμα το Ελληνικό πυροβολικό να τα καταστρέψει σχετικά εύκολα. Έως τις 8 Νοεμβρίου, οι Ιταλοί έκαναν σφοδρές και αλλεπάλληλες επιθέσεις στα σημεία επαφής του μετώπου της VΙΙΙης Μεραρχίας, αλλά δίχως αποτέλεσμα. Τελικά υπεχώρησαν στις 9 Νοεμβρίου, δεδομένης και της καταστροφής της Μεραρχίας αλπινιστών «Τζούλια»[3], η οποία είχε διεισδύσει στον τομέα ευθύνης του Β’ Σώματος Στρατού στην Πίνδο και διενεργούσε κίνηση αποκοπής της VIIIης Μεραχίας και του Β’ Σώματος Στρατού, με αντικειμενικό σκοπό την περικύκλωση και καταστροφή της. Στις 12 Νοεμβρίου, η VIIIη Μεραρχία ενισχύθηκε και υπήχθη στο Α’ Σώμα Στρατού. Τις επόμενες μέρες ο Ελληνικός στρατός ανακατέλαβε το Ελληνικό έδάφος που είχαν προσωρινά καταλάβει οι Ιταλοί και τελικά πέρασε τη μεθόριο και μπήκε στα εδάφη της Βορείου Ηπείρου, απελευθερώνοντας την Κορυτσά (22 Νοεμβρίου) και το Πόγραδετς με το Γ’ ΣΣ, τους Αγίους Σαράντα, το Αργυρόκαστρο, και την Χιμάρα με το Α΄ ΣΣ, και την Πρεμετή και την Κλεισούρα (7 Δεκεμβρίου) με το Β’ ΣΣ.
Τον Ιανουάριο 1941 η Αγγλία, θέλοντας να εμπλέξει τη Γερμανία σ’ ένα νέο μέτωπο στην ΝΑ Ευρώπη, πίεσε την ελληνική ηγεσία να δεχθεί την εγκατάσταση Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος, 3 μεραρχιών, με μικρή αεροπορική προστασία στην Θεσσαλονίκη. Ήδη η Γερμανία είχε εκφράσει την απειλή ότι κάτι τέτοιο θα ήταν «αιτία πολέμου». Σ’ αυτή τη βρετανική πίεση αντέδρασε και αρνήθηκε τόσο ο Έλληνας πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς όσο και ο Έλληνας Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος. Το επιχείρημα των τελευταίων ήταν ότι το Βρετανικό Εκστρατευτικό σώμα δεν θα αποτελούσε ουσιαστική βοήθεια για την Ελλάδα σε περίπτωση Γερμανικής εισβολής.
Στις 18 Ιανουαρίου 1941, ημέρα που απερρίφθη η διακοίνωση των Άγγλων, ο Έλληνας πρωθυπουργός εμφάνισε μια αδιαθεσία. Στις 20 Ιανουαρίου, εμφανίσθηκε και πυρετός, ενώ στην συνέχεια υπήρξε ραγδαία επιδείνωση της υγείας του. Στις 28 Ιανουαρίου, ο Άγγλος υποπτέραρχος Ντ’ Αλμπιάκ, επικεφαλής των Βρετανικών Αεροπορικών Δυνάμεων στην Ελλάδα, ο οποίος συνοδευόταν από τον Άγγλο Αρχίατρο του Βρετανικού Ναυτικού, εισήλθαν στο δωμάτιο, όπου νοσηλευόταν ο Μεταξάς. Αφού οι Έλληνες γιατροί και νοσοκόμοι, που βρίσκονταν εκεί, εκκένωσαν το δωμάτιο, ο Άγγλος αρχίατρος, παρουσία του Ντ’ Αλμπιάκ, έκανε ιδιοχείρως μια ένεση στον Έλληνα πρωθυπουργό, ταυτόχρονα δε, χρησιμοποίησε μια «ειδική συσκευή νέου τύπου». Μετά από την ενέργεια αυτή, ο Μεταξάς περιέπεσε σε κώμα, από το οποίο δεν συνήλθε ποτέ και απεβίωσε στις 29 Ιανουαρίου 1941.
Ο Αλέξανδρος Κορυζής[4], ο οποίος διεδέχθη τον Μεταξά στην πρωθυπουργία, επέτρεψε την αποβίβαση του ανεπαρκούς Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στην Θεσσαλονίκη. Αυτό είχε ως επακόλουθο την Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941[5]. Μετά από τετραήμερο άνισο αγώνα, παρά την ηρωική αντίσταση των Ελλήνων, κατελήφθησαν η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη από τους Γερμανούς. Κατελήφθησαν διαδοχικά η Έδεσσα, η Θεσσαλονίκη (9 Απριλίου 1941)[6], η Φλώρινα (10 Απριλίου 1941)[7], το Αμύνταιο (14 Απριλίου 1941) και το Άργος το Ορεστικό (15 Απριλίου 1941). Το Βρετανικό εκστρατευτικό σώμα, όχι μόνον δεν προσέφερε τίποτε στην άμυνα της Ελλάδας, αλλά και την επιβάρυνε. Ο Ελληνικός Στρατός κατήντησε να πολεμά, όχι για το πάτριο έδαφος αλλά για να καλύψει την αποχώρηση των Βρετανών[8].
Από τις 12 Απριλίου 1941 είχε αρχίσει η σύμπτυξη του Ελληνικού Στρατού από την Βόρειο Ήπειρο. Θέλοντας να σώσει τον Ελληνικό Στρατό από την αιχμαλωσία, ο Διοικητής του Τμήματος Στρατού Δυτικής Μακεδονίας, στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου, προχώρησε δίχως την συναίνεση του Βασιλέως και του Γενικού Επιτελείου Στρατού, σε συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς στις 20 Απριλίου 1941.
Την ημέρα της συνθηκολόγησης, ο Κατσιμήτρος πολεμούσε τους Ιταλούς στο Αργυρόκαστρο. Στις 29 Απριλίου 1941 διελύθη επισήμως η Μεραρχία του.
Μετά την ολοκλήρωση της καταλήψεως της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, ο Κατσιμήτρος συμμετείχε ως Υπουργός Εργασίας και προσωρινώς ως Υπουργός Γεωργίας, στην πρώτη κατοχική Κυβέρνηση, υπό τον Γεώργιο Τσολάκογλου, με μόνο σκοπό του, την εξυπηρέτηση των Ελλήνων[9]. Με την κάθοδο των Βουλγάρων στη Μακεδονία, θεωρώντας ότι δεν μπορούσε πια να εξυπηρετήσει άλλο τον Ελληνικό λαό, παραιτήθηκε από Υπουργός στις 20 Σεπτεμβρίου του 1941[10].
Στις 31 Δεκεμβρίου 1943, με απόφαση της εξόριστης Ελληνικής κυβέρνησης του Εμμανουήλ Τσουδερού, αφηρέθη η Ελληνική ιθαγένεια και κατεσχέθη η περιουσία των κατοχικών Πρωθυπουργών και Υπουργών – μεταξύ αυτών και του Κατσιμήτρου (Β.Δ. 3234/31-12-1943)[11].
Στις 12 Δεκεμβρίου 1944, κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών, ο Κατσιμήτρος συνελήφθη μαζί με τον γιο του, Γεώργιο, από την κομμουνιστική οργάνωση Ε.Λ.Α.Σ.[12] και μεταφέρθη στο Κατσιπόδι[13]. Ο συγγραφέας Τάσος Κοντογιαννίδης γράφει σχετικώς:
«Πατέρα και γιο, τους οδήγησαν σε έναν θάλαμο, όπου στο βάθος ένας ανθυπολοχαγός με άλλους δύο-τρείς συζητούσαν για τις πρώτες ήμερες της κατοχής και ειδικότερα για τα μέτρα πού είχε πάρει υπέρ των στρατιωτών και των εργατών ο Κατσιμήτρος. Ο στρατηγός που άκουσε την συζήτηση πήρε θάρρος, πλησίασε και ρώτησε:
– Με αναγνωρίζετε ανθυπολοχαγέ; Είμαι ο Κατσιμήτρος, περί του οποίου ομιλείτε!…
Ο ανθυπολοχαγός Σταμάτης, υπάλληλος της Αγροτικής Τραπέζης, έσπευσε και χαιρέτησε τον στρατηγό, ο όποιος τον ρώτησε αν θα κοιμηθούν εν ειρήνη…
– Βεβαίως στρατηγέ, και μάλιστα στο ίδιο δωμάτιο, απάντησε ο Σταμάτης.»[14]
Μετά από δύο ημέρες, ο Κατσιμήτρος και ο γιός του αφέθηκαν ελεύθεροι.
Στις 28 Δεκεμβρίου 1944, συνελήφθη πάλι από τον Ε.Λ.Α.Σ. και μεταφέρθηκε στην Κηφισιά, όπου τον αναγνώρισε ένας παλιός στρατιώτης του στην VIIη Μεραρχία, τον οποίο ο Κατσιμήτρος είχε ευεργετήσει. Εκείνος, από ευγνωμοσύνη, τον απελευθέρωσε[15].
Το 1945, ο τότε πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας[16], επανέφερε τον Κατσιμήτρο στην ενεργό υπηρεσία και του ζήτησε να μεταβεί στην Κέρκυρα, να συγκεντρώσει τις ανταρτικές δυνάμεις του στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα και να αναδιοργανώσει την VIIIη Μεραρχία. Την επομένη μέρα, όμως, τον κάλεσε και του ανακοίνωσε την ματαίωση της μεταβάσεώς του στο νησί καθώς είχε συμπεριληφθεί στον κατάλογο των κατηγορούμενων ως δοσιλόγων[17].
Ο Κατσιμήτρος, μαζί με άλλα μέλη των κατοχικών Κυβερνήσεων, παρεπέμφθηκαν στο Ειδικό Δικαστήριο δοσιλόγων. Η κατηγορία που βάρυνε τον Κατσιμήτρο σχετιζόταν με την στρατιωτική του δράση και καθόριζε ότι:
«α) στρατιωτικοί όντες και δη στρατηγοί, διοικηταί σωμάτων στρατού και μεραρχιών, παρά την εντολήν παρά του αρχηγού του στρατού, εγκατέλιπον την θέσιν των, ενώπιον του εχθρού, β) τυγχάνοντες στρατηγοί και διοικηταί ενόπλου στρατεύματος εις ανοικτόν τόπον διεπραγματεύθησαν, μετά του εχθρού την σύναψιν ανακωχής, συνθηκολογήσαντες μετ αυτού χωρίς προηγουμένως να πράξουν ό,τι το καθήκον και η στρατιωτική τιμή υπηγόρευε αυτοίς, εκ της τοιαύτης δε συνθηκολογήσεως κατέθεσεν τα όπλα το υπό την διοίκησιν αυτών στράτευμα.»
Ο Κατσιμήτρος, αν και απηλλάγη από την κατηγορία της συνθηκολογήσεως, κατεδικάσθη σε κάθειρξη 5,5 ετών και σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, καθώς θεωρήθηκε ότι «γενόμενος υπουργός συνέπραξεν μετά του πρωθυπουργού εις την εκτέλεσιν των αξιοποίνων πράξεων της συνεργασίας και διευκολύνσεως..» που υποτίθεται ότι παρείχε στις δυνάμεις Κατοχής. Του αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά λόγω της βραχύχρονης υπουργίας του και της εκούσιας παραιτήσεώς του από αυτή τη θέση. Ο Κατσιμήτρος απεπέμφθη από το στράτευμα, με παράλληλη έκπτωση από το βαθμό του αντιστράτηγου και εξέτισε την ποινή του στις φυλακές Ζελιώτη.
Σχετικά με την δίκη των δοσιλόγων, ο ιστορικός ερευνητής Δημοσθένης Κούκουνας αναφέρει: «Αναμφίβολα η διεξαγωγή της δίκης οφειλόταν σε μια βασική σκοπιμότητα, εξ ου και επισπεύθηκε. Η απελευθερωμένη Ελλάδα βιαζόταν να αποδείξει στους Συμμάχους ότι τιμωρεί όσους συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, ιδίως όσους ανέλαβαν κυβερνητικά καθήκοντα και δη κατ’ εντολήν του, αντλώντας την ισχύ τους απ’ αυτόν. Επρόκειτο σαφώς για τυπικό αδίκημα, αφού ο νομοθέτης καθιστούσε εκ προοιμίου ενόχους όσους ανέλαβαν υπουργικό αξίωμα, ανεξάρτητα από το αν ουσιαστικά βοήθησαν ή έβλαψαν. Ταυτόχρονα υπήρχαν ζητήματα ως προς την αναδρομικότητα του αδικήματος και της ποινής[18] ή τους φυσικούς δικαστές.»[19] Ο συγγραφέας Τάσος Κοντογιαννίδης μαρτυρεί ότι οι συλλήψεις και οι φυλακίσεις των μελών των κατοχικών κυβερνήσεων έγιναν μεταξύ άλλων και «κατ’ εντολήν του Άγγλου στρατηγού Σκόμπυ»[20]. Επίσης έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην απόφαση και η κομμουνιστική οργάνωση ΕΑΜ (Ελληνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), που υπαγόταν στο ΚΚΕ. Αξιοσημείωτο είναι ότι η δίωξη των μελών των κατοχικών κυβερνήσεων άρχισε επί της κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, στην οποία συμμετείχαν και οι κομμουνιστές[21].
Στις 5 Οκτωβρίου 1949 με διάταγμα του Βασιλέως Παύλου A’ χαρίστηκε στον Κατσιμήτρο το υπόλοιπο της ποινής του και αποφυλακίστηκε. Το 1953 αποκαταστάθηκε στο βαθμό του και προήχθη σε Αντιστράτηγο. Παράλληλα ετέθη σε αποστρατεία, λόγω της συμπληρώσεως του ηλικιακού ορίου και του απεδόθησαν όλα τα παράσημά του, από τον τότε πρωθυπουργό και στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο.
Το 1954, συνέγραψε το βιβλίο «Η Ήπειρος προμαχούσα. Η δράσις της VIII Μεραρχίας κατά τον πόλεμον 1940-41».
Ο Χαράλαμπος Κατσιμήτρος απεβίωσε μόνος και ξεχασμένος από φίλους και συμπολεμιστές, στην Αθήνα στις 20 Φεβρουαρίου 1962.
Πηγές:
- Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια του Νεώτερου Ελληνισμού 1830 – 2010, Αρχεία Ελληνικής Βιογραφίας, Β΄, τόμος, Κ – Ο, Εκδόσεις Μέτρον, Αθήνα 2011.
- Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Η συμβολή της Ελλάδος στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Έκδοση Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, Αθήνα 2009.
- Γκράτσι Εμμανουέλε, Η αρχή του τέλους, η επιχείρηση κατά της Ελλάδας, Βιβλιοπωλείο της «Εστίας», Πολιτική & Ιστορία 13, Αθήνα.
- Εταιρεία Ευρυτάνων Επιστημόνων, Κατσιμήτρος Χαράλαμπος, ο Ευρυτάνας Στρατηγός της νίκης του 1940, Αθήνα 1993.
- Η δίκη Τσολάκογλου σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά, πρόλογος – επιμέλεια: Δημοσθένη Κούκουνα, Εκδόσεις Historia, Αθήνα 2016.
- Κοντογιαννίδη Τάσου Κ., Ήρωες & Προδότες στην κατοχική Ελλάδα, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2016 – Κυριακάτικη Δημοκρατία (Α’ έκδοση: 1998, Β’ έκδοση: 2000, Γ’ έκδοση: 2006).
- Κατσιμήτρου Χαράλαμπου, Αντιστρατήγου, Διοικητού VIII Μεραρχίας (1938 – 1941), Η Ήπειρος προμαχούσα. Η δράσις της VIII Μεραρχίας κατά τον πόλεμον 1940-41, Αθήνα 2017.
- Κούκουνα Δημοσθένους – 29 Ιανουαρίου 1941: Ο θάνατος του Ιωάννη Μεταξά και τα ερωτηματικά που έμειναν αναπάντητα… | https://aera2012.blogspot.com/2021/01/29-1941.html
- Κούκουνα Δημοσθένους, Η κατοχική Κυβέρνηση Τσολάκογλου, σειρά: Ιστορία της Κατοχής, αρ. 3, Εκδόσεις Historia, Αθήνα 2022.
- Μαχά Δημητρίου Π., Στρατηγού, Ελληνοϊταλικός πόλεμος 1940 – 1941, Αθήναι 1967.
- Μαχά Δημητρίου Π., Στρατηγού, Η Βιογραφία μου ως Στρατιωτικού (1913-1941), Ιούλιος 1959.
- Μεταξά Ιωάννου, Ημερολόγιο, Τόμος Δ2, Εκδόσεις Γκοβοστής.
- Νταλαμάνγκα Αντωνίου, Ο χαρισματικός ηγήτορας Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, αυτός και οι ήρωες ηπειρώτες μαχητές της 8ης Μεραρχίας είπαν πρώτοι το «Όχι» στην φασιστική Ιταλία, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2023.
- Παπαφλωράτου Ιωάννη Σ., Ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949), η δράση των I-VII Μεραρχιών Πεζικού. Νομική και χαρτογραφική παρουσίαση των γεγονότων, τόμος ΙΙ, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2014.
- Τσολάκογλου Γεωργίου Κ.Σ., αντιστράτηγου, Απομνημονεύματα, Έκδοσις «Ακρόπολις», Αθήναι 1959.
- Χατζηδάκη Μάνου Ν., Ιωάννης Μεταξάς, πορεία προς τη δόξα, 1936 – 1941, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα Ιανουάριος 2017 – Κυριακάτικη Δημοκρατία (Α’ έκδοση: Εκδόσεις Λόγχη, 2015, Β’ έκδοση: 2016)
________________________
- Γκράτσι Εμμανουέλε, Η αρχή του τέλους, η επιχείρηση κατά της Ελλάδας, Βιβλιοπωλείο της «Εστίας», Πολιτική & Ιστορία 13, Αθήνα, σελ 284 – 286. Ο μετέπειτα γενικός γραμματέας του Κ.Κ.Ε. Γρηγόρης Φαράκος, σε συνέντευξη που παρεχώρησε, τέσσερις και πλέον δεκαετίες μετά τον θάνατο του Μεταξά, είπε μεταξύ άλλων: «…Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου….. Εκείνο που αισθάνομαι μέχρι τώρα -και πιστεύω το αισθάνεται και ο περισσότερος κόσμος από τότε- ήταν ότι η ζωή, γενικά η ζωή και της χώρας και του κάθε ατόμου, χωρίστηκε στα δύο. Στο πριν και το μετά… Ό, τι και να πεις για τον Μεταξά, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου εξέφρασε το λαϊκό αίσθημα…, δεν μπορώ να δεχθώ αυτή τη συνεχή κριτική των αριστερών, οι οποίοι δεν είπαν ΠΟΤΕ ότι εν πάση περιπτώσει ο Μεταξάς εκείνο το πρωί είπε αυτό που αισθανόταν όλος ο ελληνικός λαός.» ↩︎
- Ο Δημήτριος Π. Μαχάς (1893 – 1975) γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1893. Φοίτησε για ένα διάστημα στην Νομική Σχολή Αθηνών. Διέκοψε τις σπουδές του για να φοιτήσει στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία απεφοίτησε με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού το 1916. Στη συνέχεια, ως γνώστης της Γαλλικής γλώσσας εφοίτησε στην Στρατιωτική Σχολή της Γαλλικής Αποστολής και με το βαθμό του Υπολοχαγού, στον οποίο είχε εν τω μεταξύ προαχθεί, συμμετείχε στο Μακεδονικό Μέτωπο (1918). Επίσης, ως Λοχαγός συμμετείχε στην Μικρασιατική Εκστρατεία (1920 – 1922). Κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, ήταν Επιτελάρχης του Β΄ Σώματος Στρατού. Έφτασε στο βαθμό του Στρατηγού. Υπηρέτησε ως υπουργός Μεταφορών στις κυβερνήσεις Βούλγαρη, Δαμασκηνού, Κανελλόπουλου και Σοφούλη από τις 18 Αυγούστου 1945 ως την 4 Απριλίου 1946. Συνέγραψε τα βιβλία «Ελληνοϊταλικός Πόλεμος 1940-1941» (δίτομο) και «Η Βιογραφία μου ως Στρατιωτικού (1913-1941)». ↩︎
- Συγκεκριμένα, αιχμαλωτίστηκε η σημαία του ΙΙΙ Τάγματος του 8ου Συντάγματος Αλπινιστών και 450 περίπου αλπινιστές, εκ των οποίων 9 αξιωματικοί, οι οποίοι παρεδόθησαν στα Ελληνικά τμήματα την 9η Νοεμβρίου 1941. ↩︎
- Ο Αλέξανδρος Κορυζής γεννήθηκε στον Πόρο το 1881. Από το 1903, εργάσθηκε ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα, στην οποία διορίσθηκε διευθυντής το 1921 και εξελέγη Υποδιοικητής το 1928. Διετέλεσε Υπουργός Οικονομικών στην Κυβέρνηση Οθωναίου (7 – 10.3.1933) και μετά την κήρυξη της 4ης Αυγούστου 1936, Υπουργός Κοινωνικής Προνοίας και Αντιλήψεως στην κυβέρνηση Μεταξά (5.8.1936-12.7.1936), θέση από την οποία παραιτήθηκε. Εξελέγη διοικητής της Εθνικής Τραπέζης. (Πηγή: Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια του Νεώτερου Ελληνισμού 1830 – 2010, Αρχεία Ελληνικής Βιογραφίας, Β’ τόμος, Κ – Ο, Εκδόσεις Μέτρον, Αθήνα 2011, σελ 234). Ο Κορυζής, παρ’ όλη την εντιμότητα και την καλή του διάθεση, δεν κατόρθωσε να αναπληρώσει τον Μεταξά, ως προς το κύρος και την δυναμικότητα, ειδικά απέναντι των συμμάχων. Ο θάνατός του αποτελεί ένα δυσεπίλυτο μυστήριο για τους σύγχρονους ιστορικούς. Στις 18 Απριλίου 1941, φέρεται να αυτοκτόνησε με τον εξής «αξιοπερίεργο» τρόπο: αν και δεξιόχειρας, αυτοπυροβολήθηκε με το αριστερό χέρι με «δύο σφαίρες» στην καρδιά. Στις εφημερίδες της εποχής γράφτηκε ότι απλά απεβίωσε αιφνιδίως προκειμένου να μην πέσει το ηθικό των Ελλήνων. (Πηγή: Αλέξανδρος Κορυζής: Αυτοκτόνησε ή δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός του δεύτερου «Όχι»; | https://www.protothema.gr/stories/article/1070094/alexandros-koruzis-autoktonise-i-dolofonithike-o-prothupourgos-tou-deuterou-ohi/) ↩︎
- Ο Μεταξάς στις Ελληνοβρετανικές συσκέψεις που είχαν γίνει 14 και 15 Ιανουαρίου ο Μεταξάς έλεγε: «Διαβεβαιώ ότι δεν θα κάμωμεν ποτέ χωριστήν ειρήνην (με τους Ιταλούς) και ότι δεν παλαίομεν διά την νίκην, αλλά δια την τιμήν και μόνον. Ότι θα προτιμήσουμε να καταστραφώμεν». Ένα απ’ τα πολλά γεγονότα που καταρρίπτει την κατηγορία, περί γερμανοφιλίας, που του προσάπταν και του προσάπτουν κάποιοι. (Πηγή: Μεταξά Ιωάννου, Ημερολόγιο, Τόμος Δ2, Εκδόσεις Γκοβοστής, σελ. 559, εγγραφή 15 Ιανουαρίου 1941). ↩︎
- Οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν την Θεσσαλονίκη, λόγω της καταρρεύσεως της Γιουγκοσλαβίας. ↩︎
- Την ίδια μέρα κατελήφθησαν μετά από σκληρό αγώνα τα απόρθητα οχυρά της Γραμμής Μεταξά. ↩︎
- Χατζηδάκη Μάνου Ν., Ιωάννης Μεταξάς, πορεία προς τη δόξα, 1936 – 1941, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα Ιανουάριος 2017 – Κυριακάτικη Δημοκρατία, σελ. 323 (Α’ έκδοση: Εκδόσεις Λόγχη, 2015, Β’ έκδοση: 2016). ↩︎
- Απολογία Κατσιμήτρου στο Η δίκη Τσολάκογλου σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά, πρόλογος – επιμέλεια: Δημοσθένη Κούκουνα, Εκδόσεις Historia, Αθήνα 2016, σελ. 355. ↩︎
- ο. π. ↩︎
- Κοντογιαννίδη Τάσου Κ., Ήρωες & Προδότες στην κατοχική Ελλάδα, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2016 – Κυριακάτικη Δημοκρατία (Α’ έκδοση: 1998, Β’ έκδοση: 2000, Γ’ έκδοση: 2006), σελ. 215. ↩︎
- Ο Ε.Λ.Α.Σ. (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) υπαγόταν στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.). ↩︎
- Σημερινή Δάφνη της Αττικής. ↩︎
- Κοντογιαννίδη Τάσου Κ., Ήρωες & Προδότες…, σελ. 217 – 218. ↩︎
- ο. π., σελ. 219. ↩︎
- Ο Δημοσθένης Κούκουνας γράφει για την στάση του Πλαστήρα κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου: «Ευρισκόμενος εξόριστος στην Γαλλία, ένας πολιτικός, του οποίου ο πατριωτισμός μέχρι τώρα ήταν «ταμπού», ο στρατηγός Νικ. Πλαστήρας, δεν αδιαφόρησε απλώς για τον μεγαλειώδη αγώνα που διεξαγόταν με αυταπάρνηση από τους στρατιώτες μας, αλλά προχώρησε ένα βήμα παραπάνω: στην ουσία τον αποκήρυξε! Και ενώ με ατελεύτητους ηρωισμούς και χωρίς μέσα οι Έλληνες είχαν κατορθώσει να απελευθερώσουν τις πόλεις της Βορείου Ηπείρου και να σπρώχνουν τους Ιταλούς προς τη θάλασσα, ξεσηκώνοντας τον διεθνή θαυμασμό, ο στρατηγός Πλαστήρας είχε ήδη έρθει σε επαφή με τους Γερμανούς για να διαπραγματευθεί κατά τον πιο αναρμόδιο τρόπο τη σύναψη ανακωχής, με την εγγύηση της Γερμανίας». (Πηγή: Κούκουνα Δημοσθένους, Η κατοχική Κυβέρνηση Τσολάκογλου, σειρά: Ιστορία της Κατοχής, αρ. 3, Εκδόσεις Historia, Αθήνα 2022, σελ 229). Οι απόψεις του Πλαστήρα είχαν «πολλά κοινά σημεία» «με τις ανάλογες που διακήρυσσαν οι γερμανόφιλοι στην Ελλάδα». Επίσης «και όταν ακόμη η Ελλάδα, ύστερα από τη γερμανική εισβολή, περιήλθε σε καθεστώς κατοχής, ο Πλαστήρας θεώρησε πρόσφορο το έδαφος να διαπραγματευθεί περαιτέρω για την ανάληψη εξουσίας υπό τον ίδιον.» (ο. π., σελ 230) Ο Πλαστήρας όμως ουδέποτε εδιώχθη, δικάστηκε ή κατεδικάσθη γι αυτές τις ενέργειές του. Αντιθέτως, όχι μόνον διετέλεσε Πρωθυπουργός τα έτη 1945, 1950 και 1951 – 1952 αλλά και συμμετείχε στην δίωξη των μελών των κατοχικών Κυβερνήσεων. ↩︎
- Νταλαμάνγκα Αντωνίου, Ο χαρισματικός ηγήτορας Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, αυτός και οι ήρωες ηπειρώτες μαχητές της 8ης Μεραρχίας είπαν πρώτοι το «Όχι» στην φασιστική Ιταλία, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2023, σελ 114. Το γεγονός αυτό το επιβεβαιώνει και ο ιστορικός Ιωάννης Παπαφλωράτος στο βιβλίο του Ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949), η δράση των I-VII Μεραρχιών Πεζικού. Νομική και χαρτογραφική παρουσίαση των γεγονότων, τόμος ΙΙ, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2014, σελ. 247, υπ. 4057. ↩︎
- Είναι γνωστό διεθνώς το αξίωμα: «Nullum crimen nula paena sine praevia lege» («Δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως νόμος που να το προβλέπει). Επίσης, το Σύνταγμα της Ελλάδος ανέφερε ρητώς στο άρθρο 7: «Ποινή δεν επιβάλλεται άνευ νόμου ορίζοντος προηγουμένως αυτήν». ↩︎
- Η δίκη Τσολάκογλου σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά, πρόλογος – επιμέλεια: Δημοσθένη Κούκουνα, Εκδόσεις Historia, Αθήνα 2016, σελ. 7 – 8. ↩︎
- Κοντογιαννίδη Τάσου Κ., Ήρωες & Προδότες στην κατοχική Ελλάδα, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2016 – Κυριακάτικη Δημοκρατία (Α’ έκδοση: 1998, Β’ έκδοση: 2000, Γ’ έκδοση: 2006), σελ. 215. ↩︎
- Οι κομμουνιστές, που συμμετείχαν στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, ήταν οι εξής: ο Υπουργός Εργασίας Μιλτιάδης Πορφυρογένης, ο Υπουργός Οικονομικών Αλέξανδρος Σβώλος, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας Ηλίας Τσιριμώκος, ο Υπουργός Δημοσίων Έργων Νικόλαος Ασκούτσης, ο Υφυπουργός Οικονομικών Άγγελος Αγγελόπουλος και ο Υπουργός Γεωργίας Ιωάννης Ζεύγος (Ταλαγάνης). (Πηγή: «Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης | Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας Παπανδρέου Γεωργίου (Μάιος 1944)». | https://gslegal.gov.gr/?p=1047) ↩︎